30.4.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 110/55


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η κοινωνική συνοχή στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική»

(2004/C 110/12)

Την 1η Ιουλίου 2003, με επιστολή του Επιτρόπου κ. Christopher Patten, η Επιτροπή ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα «Η κοινωνική συνοχή στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική».

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές Σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Φεβρουαρίου 2004 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. ZUFIAUR.

Κατά την 406η σύνοδο ολομέλειάς της της 25ης και 26ης Φεβρουαρίου 2004 (συνεδρίαση της 25ης Φεβρουαρίου 2004), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 94 ψήφους υπέρ, 5 ψήφους κατά και 11 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

Περίληψη

i.

Η παρούσα διερευνητική γνωμοδότηση, που ζητήθηκε από τον Επίτροπο κ. Patten, έχει σκοπό να εκφράσει την άποψη της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών (ΟΚΠ) της Ευρώπης, της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής σχετικά με την κοινωνική συνοχή στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (ΛΑΚ) και, ειδικότερα, σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι οργανώσεις της ΟΚΠ μπορούν να συμβάλουν σε αυτόν τον στόχο, π.χ. μέσω του κοινωνικού διαλόγου, της ανάπτυξης των συστημάτων κοινωνικής προστασίας ή της προαγωγής της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης από πλευράς των επιχειρήσεων. Γι' αυτό, η παρούσα γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ θα πρέπει να συμπληρωθεί με τις συμβολές των οργανώσεων της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής και με τα αποτελέσματα των συζητήσεων της Τρίτης Συνάντησης της Οργανωμένης Κοινωνίας των Πολιτών ΕΕ-ΛΑΚ, που θα πραγματοποιηθεί στην πόλη του Μεξικού τον προσεχή Απρίλιο.

ii.

Απορρίπτοντας οποιαδήποτε αξίωση ορισμού της έννοιας της κοινωνικής συνοχής, η γνωμοδότηση επισημαίνει τις διάφορες διαστάσεις αυτής της έννοιας (πολιτική, οικονομική, κοινωνική και εδαφική), προκειμένου να λάβει υπόψη όχι μόνο τους μακροοικονομικούς παράγοντες που εξετάζονται συνήθως, αλλά και άλλους, όπως τους εκπαιδευτικούς, τους θεσμικούς και την πρόσβαση σε βασικά δημόσια αγαθά, που είναι θεμελιώδεις για την ανάλυση του βαθμού της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ.

iii.

Η πιο σημαντική εκδήλωση της έλλειψης κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ είναι, όπως προκύπτει από τη γνωμοδότηση, η φτώχεια και η ανισότητα. Αν και η πρώτη βελτιώθηκε σχετικά κατά την τελευταία δεκαετία (από το 48 % του πληθυσμού που έπληττε το 1990 έπεσε στο 43 % το 2002), η δεύτερη συνέχισε να αυξάνεται, με αποτέλεσμα να καταστεί χρονία — ώστε η Λατινική Αμερική στο σύνολό της, με μεγάλη εσωτερική ανομοιογένεια, να είναι η περιοχή με τη μεγαλύτερη ανισότητα στον πλανήτη. Στην υλική φτώχεια προστίθενται η άυλη φτώχεια (πρόσβαση στην εκπαίδευση και στον καταμερισμό των ευκαιριών) και η νομική φτώχεια (πρακτική ανισότητα έναντι του νόμου, χαμηλή αίσθηση των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του πολίτη, ανασφάλεια για τη ζωή). Όλα αυτά προκαλούν βία, διάσπαση και κοινωνική ανομία και πλήττουν την αξιοπιστία των θεσμών και του δημοκρατικού συστήματος. Ο κίνδυνος να διαδοθεί μεταξύ των πολιτών της Λατινικής Αμερικής η αντίληψη ότι οι δημοκρατίες τους είναι «αδιάφορες» υπογραμμίστηκε σε μία πρόσφατη έκθεση του UNDP (Έκθεση για τη δημοκρατία στη Λατινική Αμερική 2004).

iv.

Η ανεπαρκής ανάπτυξη διαρθρωτικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν κάθε προηγμένη κοινωνία (υποδομές, εκπαίδευση, σύστημα υγείας ή φορολόγησης, δικαιοσύνη, κοινωνική προστασία, πλαίσιο εργασιακών σχέσεων κ.λπ.) είναι κοινό στοιχείο σε όλες τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής — μέχρι του σημείου που η προαναφερθείσα έκθεση να μιλά για «απόντα κράτη» ως χαρακτηριστικό φαινόμενο πολλών λατινοαμερικανικών χωρών. Τρεις σημαντικές του εκφάνσεις είναι, μεταξύ άλλων: α) η χαμηλή ποιότητα, η άνιση πρόσβαση και η αποσύνδεση του παραγωγικού συστήματος από τα εκπαιδευτικά, β) η ανεπάρκεια και η έλλειψη δικαιοσύνης των φορολογικών συστημάτων που επικρατούν στην περιοχή και γ) η ανυπαρξία, στις περισσότερες χώρες της περιοχής, καθολικών συστημάτων κοινωνικής προστασίας, γεγονός που προξενεί βαθιές ανισότητες και αποκλεισμό της πλειονότητας του πληθυσμού από την κάλυψη που παρέχουν τα υπάρχοντα συστήματα.

v.

Βασική προϋπόθεση για να αυξηθεί ο βαθμός κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, είναι να επιτευχθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και εκδημοκρατισμός του παραγωγικού συστήματος, το οποίο επιβαρύνεται από τα εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ανεπίσημης απασχόλησης, τις περιορισμένες διαστάσεις των αγορών της ΛΑΚ, την έλλειψη διαφοροποίησης των οικονομιών της, την περιορισμένη ύπαρξη υποδομών, ιδίως στις μεταφορές και τις επικοινωνίες, τις εκκρεμούσες γεωργικές μεταρρυθμίσεις, την έλλειψη χρηματοδοτικών πόρων και τη χρηματοδοτική εξάρτηση από το εξωτερικό, τη χαμηλή ανάπτυξη διάφορων μορφών κοινωνικής οικονομίας, την ελλιπή ποιότητα και προστασία της απασχόλησης και την πρακτική ανυπαρξία συστημάτων εργασιακών σχέσεων βασισμένων στον σεβασμό των βασικών εργασιακών δικαιωμάτων, στην ισορροπία και στην εμπιστοσύνη.

vi.

Η γνωμοδότηση τονίζει, επίσης, κάτι βασικό κατά την άποψη της ΕΟΚΕ: ότι η επίτευξη υψηλότερων επιπέδων δημοκρατίας, ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού και χρηστής διακυβέρνησης στη ΛΑΚ προϋποθέτει την ενίσχυση της ΟΚΠ και την αύξηση της συμμετοχής της στις αποφάσεις. Αυτή είναι ουσιώδης προϋπόθεση για την ενίσχυση της πολιτικής δημοκρατίας, την επίτευξη δικαιότερης κατανομής του υλικού και του άυλου πλούτου και την προαγωγή της συμμετοχής στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή των ομάδων και των μειονοτήτων, όπως ο ιθαγενής πληθυσμός, που είναι μόνιμα περιθωριοποιημένες.

vii.

Τέλος, η γνωμοδότηση διατυπώνει μια σειρά προτάσεις και συστάσεις σχετικά με τη συμβολή που μπορούν να παράσχουν οι σχέσεις ΕΕ-ΛΑΚ στην κοινωνική συνοχή σ' αυτό το τμήμα της αμερικανικής ηπείρου. Οι συλλογισμοί της ξεκινούν από δύο βασικές αποδοχές: αφενός, τη στρατηγική σημασία που έχουν για την ΕΕ οι σχέσεις με τη ΛΑΚ, τόσο για την ενίσχυση του ρόλου της σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και για την προώθηση μιας νέας διεθνούς τάξης και μιας δίκαιης και αλληλέγγυας διαχείρισης της παγκοσμιοποίησης, αλλά και τη σημασία που έχουν για τη ΛΑΚ οι σχέσεις της με την ΕΕ, τόσο για την επίτευξη μιας ισορροπημένης ολοκλήρωσης της περιοχής όσο και για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής της ικανότητας σε διεθνές πλαίσιο· και, αφετέρου, την πεποίθηση ότι, πέρα από τη συμβολή της στην αύξηση της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ μέσω της αναπτυξιακής βοήθειας και συνεργασίας, η ΕΕ πρέπει να τοποθετήσει αυτόν τον στόχο στο κέντρο όλων των σχέσεών της με τη ΛΑΚ, σε όλους τους τομείς.

viii.

Από τις συστάσεις της γνωμοδότησης, ορισμένες στοχεύουν στην ενίσχυση της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών (στήριξη σχεδίων για την ανάπτυξη της κοινωνικής διάστασης στις διαδικασίες περιφερειακής ολοκλήρωσης, ενίσχυση των μικτών φόρουμ ΕΕ-ΛΑΚ μεταξύ κοινωνικο-επαγγελματικών οργανώσεων, δημιουργία μιας θέσης του προϋπολογισμού για τη στήριξη των κοινωνικο-επαγγελματικών οργανώσεων, θέσπιση ενός Προγράμματος Προστασίας των Υπερασπιστών των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη ΛΑΚ κ.ά.)· άλλες προσπαθούν να συντελέσουν στην ανάπτυξη του παραγωγικού συστήματος και στη θέσπιση δημοκρατικών πλαισίων εργασιακών σχέσεων και κοινωνικού διαλόγου (μεταφορά ευρωπαϊκών εμπειριών κοινωνικού διαλόγου, ενθάρρυνση της δημιουργίας υποδομών για την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, δημιουργία ενός Ταμείου ΜΜΕ για τη Λατινική Αμερική, κοινά αναπτυξιακά σχέδια με τις χώρες προέλευσης των μεταναστών της ΛΑΚ προς την ΕΕ, θέσπιση ενός Χάρτη με τις αρχές της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων)· προτείνονται πρωτοβουλίες με στόχο τη μείωση του βάρους του εξωτερικού χρέους και τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης (μέθοδοι αναδιαπραγμάτευσης, εξόφλησης ή παραγραφής του εξωτερικού χρέους μέσω προγραμμάτων καταπολέμησης της φτώχειας, περιβαλλοντικής ή εκπαιδευτικής συνεργασίας, συστάσεις για προσπάθεια αποφυγής της εξάρτησης από τους οργανισμούς rating)· άλλες προτάσεις προσανατολίζονται προς την ενίσχυση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας (μεταφορά ευρωπαϊκών εμπειριών, στήριξη της σύναψης διακρατικών συμφωνιών για τη μετανάστευση, στήριξη της διαχείρισης και της εξειδικευμένης κατάρτισης)· τέλος, διατυπώνεται επίσης ένα σύνολο συστάσεων για την αναπτυξιακή βοήθεια και την αναπτυξιακή συνεργασία: αύξηση του συντονισμού μεταξύ των Ευρωπαίων χρηματοδοτών, βελτίωση της συνοχής των ενισχύσεων με τους επιδιωκόμενους στόχους, εξασφάλιση της λήψης των βασικών αποφάσεων για τις επιδοτήσεις από τις δικαιούχους χώρες, βοήθεια στις χώρες με τη μεγαλύτερη ένδεια για να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί η δυνατότητα αυτόνομης συμμετοχής τους στις πολυμερείς διαπραγματεύσεις· και, γενικά, κατά προτεραιότητα, κατάρτιση των ατόμων και ενίσχυση των θεσμών.

1.   Εισαγωγή

1.1

Στις 28 Μαρτίου 2003, επ' ευκαιρία της συνεδρίασης των μελών της Ομάδας του Ρίο στη Βουλιαγμένη, ο Επίτροπος Patten παρουσίασε μία πρωτοβουλία για την προαγωγή της κοινωνικής συνοχής στις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Η πρωτοβουλία αυτή, η οποία πρόκειται να αποτελέσει κεντρικό θέμα συζήτησης στη σύνοδο κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων ΕΕ-Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής που θα πραγματοποιηθεί στη Γκουανταλαχάρα, στο Μεξικό, στις 28 και 29 Μαΐου 2004, έχει ως αφετηρία τη διαπίστωση ότι τα οφέλη του εκδημοκρατισμού και της οικονομικής ανάπτυξης που επιτεύχθηκαν αρχικά κατά τη δεκαετία του 1990 δεν έφθασαν σε ευρέα στρώματα του πληθυσμού, τα οποία εξακολουθούν να υπόκεινται σε ανισότητα και αποκλεισμό, πράγμα που θέτει εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη και δημιουργεί αστάθεια στην περιοχή.

1.2

Η ΕΕ είναι διατεθειμένη να προωθήσει μια νέα συναίνεση μεταξύ των κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, η οποία προβλέπεται να επισημοποιηθεί κατά τη σύνοδο κορυφής του Μεξικού μέσω μιας αποφασιστικής δέσμευσης να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι, μεταξύ άλλων σε θέματα κοινωνικής και φορολογικής πολιτικής, οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικών δαπανών. Η ΕΕ έχει προβλέψει να συμβάλει σε αυτόν τον στόχο, ο οποίος αποτελεί ιδιαίτερα σημαντική πτυχή για τη στρατηγική σύνδεση των δύο περιφερειών, με ένα πρόγραμμα ύψους 30 εκατομμυρίων ευρώ με αντικείμενο τη μεταφορά εμπειριών και γνώσεων σχετικά με τη χάραξη και την εφαρμογή κοινωνικών πολιτικών.

1.3

Για να προωθήσει αυτήν την πρωτοβουλία, η Επιτροπή διοργάνωσε στις 5 και 6 Ιουνίου 2003, από κοινού με τη Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης (BID), σεμινάριο με θέμα την «Οικονομική και κοινωνική συνοχή στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική», στόχος του οποίου ήταν να ανοίξει ευρεία συζήτηση σχετικά με το μέγεθος του προβλήματος, τις αρνητικές του συνέπειες στην ανάπτυξη και τη σταθερότητα, τις δυνατές πολιτικές επιλογές και τις προσπάθειες που πρέπει να στηρίξουν οι λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που συνδέονται με την έλλειψη κοινωνικής συνοχής, όπως, για παράδειγμα, την ανισότητα και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

1.4

Την 1η Ιουλίου 2003, ο Επίτροπος Patten υπέβαλε στην ΕΟΚΕ αίτηση διερευνητικής γνωμοδότησης σχετικά με την κοινωνική συνοχή στη Λατινική Αμερική, ενόψει της Tρίτης Συνάντησης της Κοινωνίας των Πολιτών ΕΕ-Λατινικής Αμερικής, την οποία θα διοργανώσει η ΕΟΚΕ, σε συνεργασία με τους ομολόγους της οργανισμούς της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, στο Μεξικό στις 13, 14 και 15 Απριλίου 2004.

1.5

Κατά τη γνώμη του Επιτρόπου Patten, η γνωμοδότηση θα πρέπει να παρουσιάζει τις απόψεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών της Λατινικής Αμερικής, της Καραϊβικής και της Ευρώπης για την κοινωνική συνοχή στη ΛΑΚ, να συμπληρώνει τα έγγραφα που εκπονήθηκαν επ' ευκαιρία του προαναφερθέντος σεμιναρίου του Ιουνίου 2003, να κάνει τον απολογισμό του ρόλου που διαδραματίζουν σήμερα οι κοινωνικοί εταίροι στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική και να εξετάζει, από κοινού με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, με ποιον τρόπο μπορούν οι κοινωνικοί εταίροι να συμβάλουν στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής στις χώρες τους. Δυνατά σχετικά παραδείγματα θα μπορούσαν να είναι ο κοινωνικός διάλογος, η συνδιαχείριση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας ή η εφαρμογή, από πλευράς των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που επενδύουν στη Λατινική Αμερική, μιας πολιτικής περί κοινωνικής ευθύνης (1), η οποία αποδεικνύεται επωφελής για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και, ταυτόχρονα, για την κοινωνική συνοχή όλων των ενεχόμενων μερών.

2.   Η έννοια της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής

2.1

Η έννοια της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Για τους σκοπούς της παρούσας γνωμοδότησης, ξεκινάμε από την έννοια που έχει αποκρυσταλλώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις διαδοχικές εκθέσεις της για την οικονομική και κοινωνική συνοχή στην Ένωση και ενσωματώνουμε στην ανάλυση ορισμένες πτυχές που αντικατοπτρίζουν τις ιδιομορφίες της κατάστασης της Λατινικής Αμερικής, όπως η πείνα, οι ιθαγενείς πληθυσμοί, η ανεπίσημη απασχόληση, καθώς και ένας μεγαλύτερος κοινωνικός ντετερμινισμός όσον αφορά την πρόσβαση στις ίσες ευκαιρίες.

2.2

Για να αυξήσουν την κοινωνική τους συνοχή, τα κράτη, σύμφωνα με τον κ. Enrique Iglesias, Πρόεδρο της BID, χρειάζονται «ένα πλαίσιο το οποίο να προάγει μηχανισμούς και θεσμούς που συμβάλλουν στην άμβλυνση των ανισοτήτων και των διχασμών». Από την οπτική αυτή, η έννοια της κοινωνικής συνοχής δεν περιορίζεται σε ένα σύνολο κοινωνικοοικονομικών δεικτών, αλλά περιλαμβάνει διάφορες διαστάσεις.

2.2   Πολιτική διάσταση

2.2.1

Η κοινωνική συνοχή έχει, κατ' αρχάς, μια θεμελιώδη πολιτική διάσταση, η οποία εκτείνεται από την ποιότητα των δημοκρατικών θεσμών μέχρι τη συμμετοχή των πολιτών στον δημόσιο βίο, περνώντας από την καλλιέργεια των κοινωνικών δεσμών, τη δημιουργία δικαιότερων κοινωνιών, την ανάπτυξη συστημάτων κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και των φυσικών πόρων ή την ενεργό συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών φορέων στην οικονομική και κοινωνική ζωή.

2.2.2

Για να επιτευχθούν υψηλότερα επίπεδα κοινωνικής συνοχής, απαιτείται παρέμβαση του κράτους και των δημόσιων οργανισμών με αποτελεσματικούς κανόνες και ενέργειες: ανάπτυξη υποδομών, ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες, ανεξάρτητη δικαιοσύνη, κανόνες για τις εργασιακές σχέσεις, δίκαια φορολογικά συστήματα κ.λπ. Οι δημόσιοι οργανισμοί έχουν, εν ολίγοις, ουσιώδη ρόλο στην προαγωγή των ατομικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών. Γι' αυτό, η κοινωνική συνοχή είναι, κατά πρώτο λόγο, πολιτικό ζήτημα.

2.3   Οικονομική διάσταση

2.3.1

Η οικονομική διάσταση της κοινωνικής συνοχής σχετίζεται με τον πλούτο και την κατανομή του, με την ανάπτυξη του παραγωγικού ιστού (πρόσβαση σε βασικούς πόρους, αύξηση των παραγόντων που συντελούν στην παραγωγικότητα, ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη των επενδύσεων και των ΜΜΕ κ.λπ.), με την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία, με το ποσοστό και την ποιότητα της απασχόλησης, με το επίπεδο των μισθών και με τις υπάρχουσες μισθολογικές διαφορές. Οι στόχοι αυτοί, στην περίπτωση των χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, δυσχεραίνονται, μεταξύ άλλων, λόγω του διχασμού της αγοράς εργασίας μεταξύ επίσημης και ανεπίσημης απασχόλησης, της ανεπάρκειας παραγωγικών επενδύσεων και της χαμηλής επαγγελματικής ειδίκευσης των ανθρώπινων πόρων της περιοχής. Υψηλοί βαθμοί οικονομικής ανισότητας, όπως αυτοί που χαρακτηρίζουν τις λατινοαμερικανικές κοινωνίες, αποτελούν τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη και, ως εκ τούτου, συνεπάγονται οικονομική καθυστέρηση και κοινωνική αποδόμηση.

2.3.2

Από την άλλη πλευρά, δεν θα είναι δυνατό να αυξηθεί σημαντικά η κοινωνική συνοχή στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική χωρίς μία σταθερή πορεία οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Για την επίτευξή της, απαιτείται υψηλότερος βαθμός μακροοικονομικής σταθερότητας — χωρίς να υπονομεύεται η βαθιά πρόοδος προς την κοινωνική ισότητα — σε συνδυασμό με μια διαδικασία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που να ενεργοποιούν τους παραγωγικούς πόρους της περιοχής, ιδίως μέσω της ενθάρρυνσης της σύστασης επιχειρήσεων, της ενίσχυσης των ικανοτήτων των εργαζομένων, της καλύτερης κατανομής του εισοδήματος και της δημιουργίας δημοκρατικών πλαισίων για τις εργασιακές σχέσεις.

2.4   Εδαφική διάσταση

2.4.1

Η κοινωνική συνοχή είναι στενά συνδεδεμένη με την εδαφική συνοχή: ικανότητα δημιουργίας συνεργιών μεταξύ όλων των παραγόντων μιας περιοχής, επαρκής ανάπτυξη παντός είδους υποδομών, συμπεριλαμβανομένων των νέων τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών, καθολική πρόσβαση στις ουσιώδεις για την κοινότητα υπηρεσίες (από την υγεία και την εκπαίδευση μέχρι την ύδρευση, τις συγκοινωνίες, τον ηλεκτρισμό και τη στέγαση). Οι ανισότητες εκδηλώνονται στο έδαφος: μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών, μεταξύ παράκτιων περιοχών και ενδοχώρας ή και σε σχέση με κοινωνικές ομάδες όπως ο ιθαγενής πληθυσμός ή οι νέες μεταναστεύσεις.

2.5   Κοινωνική διάσταση

2.5.1

Η ισότητα στην κατανομή των περιουσιακών στοιχείων, των διάφορων πηγών υλικού και άυλου πλούτου και του εισοδήματος είναι εγγενής στην έννοια της κοινωνικής συνοχής. Αυτό που χαρακτήριζε ανέκαθεν το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο (όπως έχει διαμορφωθεί από τα κοινά στοιχεία των διάφορων προτύπων που συνυπάρχουν στην Ευρώπη: υψηλές δαπάνες για κοινωνική προστασία, ρυθμιστικός ρόλος του κράτους, σημαντικός ρόλος των κοινωνικών εταίρων) ήταν η προσπάθεια σύνδεσης της οικονομικής ανάπτυξης με την κοινωνική — δηλαδή, ο καθορισμός των κανόνων κατανομής του πλούτου (εργασιακά και κοινωνικά πρότυπα, συστήματα κοινωνικής προστασίας έναντι του γήρατος, της ασθένειας και της ανεργίας, προστασία της οικογένειας, συλλογικές διαπραγματεύσεις, φορολογικό σύστημα) προς όφελος όλων, κατά προτεραιότητα έναντι των οικονομικών αποτελεσμάτων και της παραγωγής αυτού του πλούτου.

2.5.2

Η κοινωνική διάσταση της έννοιας της κοινωνικής συνοχής συνδέεται, επίσης, με τα (πολύ επίκαιρα) προβλήματα οριζόντιας ανισότητας, που σχετίζονται με τις διακρίσεις λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής ή άλλων χαρακτηριστικών των διάφορων κοινωνικών ομάδων. Από την άποψη αυτή, οι βασικές αρχές επί των οποίων θεμελιώνεται η κοινωνική συνοχή είναι η ασφάλεια στη ζωή και η εγγύηση των δικαιωμάτων για όλους.

2.5.3

Μια σφαιρική αντίληψη της έννοιας της κοινωνικής συνοχής, σαν αυτή που προτείνεται εδώ, ανοίγει ένα ευρύ φάσμα δυνατοτήτων για την ενίσχυση αυτού του στόχου, τόσο στο επίπεδο των πολιτικών που πρέπει να αναπτύξουν οι χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής όσο και σε εκείνο των σχέσεων ΕΕ-ΛΑΚ. Θα μπορούσαν, επί παραδείγματι, αφενός, να αναλυθούν — με την υλική υποστήριξη της ΕΕ και με βάση τις δικές της εμπειρίες — οι στρατηγικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των επιπέδων κοινωνικής συνοχής στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής και, αφετέρου, να προαχθεί ένας τύπος σχέσεων ΕΕ-ΛΑΚ, ο οποίος, πέρα από τους πόρους που προορίζονται για την αναπτυξιακή συνεργασία, να ενσωματώνει στις εμπορικές, εκπαιδευτικές, τεχνολογικές, κοινωνικές κ.λπ. ανταλλαγές και πολιτικές και τον στόχο της προαγωγής της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ. Υπέρ της θέσης αυτής αποφάνθηκαν οι δύο πρώτες συναντήσεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών ΕΕ-ΛΑΚ και εκφράστηκαν πρόσφατα επιφανείς λατινοαμερικανοί ηγέτες, όπως οι Πρόεδροι Lagos της Χιλής, Lula da Silva της Βραζιλίας και Néstor Kirchner της Αργεντινής.

3.   Το κοινωνικό έλλειμμα στη Λατινική Αμερική

3.1

Κάθε ανάλυση της ΛΑΚ πρέπει να ξεκινήσει από την αναγνώριση της μεγάλης ανομοιογένειας των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών καταστάσεων που επικρατούν στις χώρες της περιοχής. Μπορούμε, εντούτοις, για τους σκοπούς της παρούσας γνωμοδότησης, και πάλι με κίνδυνο απλούστευσης, να προσδιορίσουμε ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αναλύσουμε τον βαθμό οικονομικής και κοινωνικής συνοχής της περιοχής στο σύνολό της και να εξαγάγουμε συμπεράσματα σχετικά με τον ενδεδειγμένο τρόπο αντιμετώπισης του ελλείμματος συνοχής, από το οποίο πάσχουν λιγότερο ή περισσότερο όλες αυτές οι χώρες.

3.1.1

Στην παρούσα γνωμοδότηση θα ληφθούν υπόψη, βασικά, τρία επίπεδα ανάλυσης της κατάστασης στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική: το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, το πολιτικό πλαίσιο και οι δείκτες κοινωνικής δυσφορίας.

3.2   Το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο

3.2.1

Τα σοβαρότερα προβλήματα που αισθάνεται να αντιμετωπίζει ο λατινοαμερικανικός πληθυσμός είναι η φτώχεια και η ανισότητα. Σύμφωνα με το Λατινοβαρόμετρο, πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού πιστεύει ότι τα σημαντικότερα προβλήματα της Λατινικής Αμερικής είναι η ανεργία, οι χαμηλοί μισθοί και η φτώχεια. Το 2003, σχεδόν ένας στους τέσσερις πολίτες της Λατινικής Αμερικής δήλωνε ότι το εισόδημά του δεν επαρκούσε για την κάλυψη των βασικών του αναγκών. Τα προβλήματα αυτά θεωρείται ότι προέχουν έναντι άλλων, όπως η διαφθορά ή η εγκληματικότητα.

3.2.2   Φτώχεια

3.2.2.1

Το 2002, σύμφωνα με τα στοιχεία της CEPAL (Οικονομικής Επιτροπής για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική) (2), το επίπεδο της φτώχειας στη ΛΑΚ ανερχόταν στο 43,4 % του πληθυσμού και το επίπεδο της απόλυτης ένδειας στο 18,8 %, ποσοστά που σε απόλυτους όρους αναλογούν σε 220 εκατομμύρια και 95 εκατομμύρια κατοίκους, αντιστοίχως. Οι προβλέψεις για το 2003 δείχνουν αύξηση του αριθμού των φτωχών κατά 0,5 %, πράγμα που σημαίνει τρίτη συνεχή χρονιά αύξησης των επιπέδων της φτώχειας στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική. Μεταξύ του 1997 και του 2002, το ποσοστό των φτωχών έμεινε σταθερό γύρω στο 43,5 % του πληθυσμού· εντούτοις, σε απόλυτους όρους, ο πληθυσμός με ανεπαρκές επίπεδο διαβίωσης αυξήθηκε από 204 εκατομμύρια σε 220 εκατομμύρια κατοίκους. Αυτό οφείλεται στο χαμηλό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης των έξι τελευταίων ετών και, γενικά, σε αυτή τη «μισοχαμένη δεκαετία», στην οποία αναφέρθηκε και η CEPAL.

3.2.2.2

Η φτώχεια είναι πιο έντονη στις περιοχές της υπαίθρου, όπου ανέρχεται σε επίπεδο διπλάσιο του επιπέδου των αστικών περιοχών (59,1 % έναντι 26,1 %). Ωστόσο, σε απόλυτους όρους, λόγω της αυξανόμενης εγκατάλειψης της υπαίθρου, ο φτωχός πληθυσμός κατανέμεται ισότιμα ανάμεσα στους κατοίκους των αστικών περιοχών και των περιοχών της υπαίθρου. Η φτώχεια εμφανίζεται συχνότερα στα νοικοκυριά των οποίων ο επικεφαλής της οικογένειας απασχολείται στη γεωργία και στους τομείς των μη χρηματοπιστωτικών αστικών υπηρεσιών (35,5 % και 29,1 %, αντίστοιχα, του φτωχού πληθυσμού της περιοχής). Πολύ σοβαρές είναι, επίσης, οι εσωτερικές ανισότητες σε πολλές χώρες, όπως επί παραδείγματι στη Βραζιλία και τη Γουατεμάλα ή στην Κολομβία, όπου η έλλειψη εδαφικής συνοχής αποτελεί παράγοντα που ευνοεί την πολιτική βία.

3.2.2.3

Η φτώχεια πλήττει περισσότερο τις γυναίκες παρά τους άνδρες. Το ποσοστό των γυναικών άνευ εισοδήματος είναι υψηλότερο, τόσο στις αστικές περιοχές (45 % έναντι 21 %) όσο και στις περιοχές της υπαίθρου (53 % έναντι 20 %). Στις αστικές περιοχές, το ποσοστό των φτωχών νοικοκυριών με γυναίκα επικεφαλής είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό των νοικοκυριών με επικεφαλής άνδρα (30,4 % έναντι 25 %). Η φτώχεια είναι επίσης πολύ εντονότερη μεταξύ των πολιτών ιθαγενούς καταγωγής ή μεταξύ των απογόνων των Αφρικανών από ό,τι στον υπόλοιπο πληθυσμό. Ορισμένες μελέτες, που διενεργήθηκαν για τη Βολιβία, τη Βραζιλία, τη Γουατεμάλα και το Περού, δείχνουν ότι η φτώχεια στις συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού είναι διπλάσια σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό.

3.2.3   Κατανομή του εισοδήματος

3.2.3.1

Το πλουσιότερο δεκατημόριο του πληθυσμού της ΛΑΚ λαμβάνει το 48 % του συνολικού εισοδήματος, ενώ το φτωχότερο δεκατημόριο λαμβάνει μόνο το 1,6 %. Η ανισότητα, υπολογιζόμενη βάσει του δείκτη Gini, σημείωσε αύξηση τα τρία τελευταία χρόνια στη ΛΑΚ. Σε μελέτη της CEPAL, όπου εξετάζονται ένδεκα χώρες της περιοχής (Αργεντινή, Βενεζουέλα, Βολιβία, Βραζιλία, Ισημερινός, Κολομβία, Κόστα Ρίκα, Μεξικό, Νικαράγουα, Ουρουγουάη και Παναμάς), καταγράφεται αύξηση της συγκέντρωσης του εισοδήματος σε όλες τις χώρες, εκτός από το Μεξικό. Εντούτοις, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην κατανομή του εισοδήματος ανάμεσα στις χώρες της περιοχής, οι οποίες δεν σχετίζονται με το επίπεδο της βιομηχανικής τους ανάπτυξης.

3.2.4   Πείνα

3.2.4.1

Σε γενικές γραμμές, η πείνα (υπολογιζόμενη ως ποσοστό του υποσιτιζόμενου πληθυσμού) μειώθηκε στη ΛΑΚ ανάμεσα στις χρονικές περιόδους 1990-1992 και 1998-2000, πλήττοντας κατά μέσο όρο το 11 % του πληθυσμού. Ωστόσο, πρέπει και εδώ να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν πολλές διαφορές ανάμεσα στις χώρες της περιοχής, αφού τα στοιχεία για τη διετία 1998-2000 περιλάμβαναν χώρες όπου άνω του 20 % του πληθυσμού έπασχε από υποσιτισμό (Αϊτή, Βολιβία, Γουατεμάλα, Δομινικανή Δημοκρατία, Νικαράγουα και Ονδούρα) και χώρες όπου το αντίστοιχο ποσοστό ήταν κάτω του 5 % (Αργεντινή, Ουρουγουάη και Χιλή). Η αιτία του υποσιτισμού, κατά τη CEPAL, είναι, μεταξύ άλλων παραγόντων, η άνιση πρόσβαση στην προσφορά τροφίμων, η ανεπάρκεια της προσφοράς και η άνιση κατανομή του εισοδήματος.

3.2.4.2

Ο υποσιτισμός πλήττει κατά κύριο λόγο τον παιδικό πληθυσμό και έχει ιδιαίτερη σημασία λόγω των μακροπρόθεσμων επιπτώσεών του. Μολονότι οι δείκτες υποδηλώνουν βελτίωση του δείκτη του παιδικού υποσιτισμού κατά την περίοδο 1995-2001, το φαινόμενο εξακολουθεί να έχει εξαιρετικά μεγάλες διαστάσεις: το 19,5 % του πληθυσμού ηλικίας κάτω των 5 ετών πάσχει από χρόνιες ή οξείες μορφές υποσιτισμού.

3.2.4.3

Η χρόνια μορφή παιδικού υποσιτισμού είναι το κυριότερο μέσο μεταβίβασης της υπανάπτυξης και της φτώχειας από γενιά σε γενιά, καθώς η ελλιπής διατροφή κατά τα κρισιμότερα χρόνια της σωματικής και ψυχοκινητικής ανάπτυξης των παιδιών υπονομεύει καθοριστικά τη διανοητική τους ικανότητα, τη σχολική τους απόδοση, την παραγωγική τους ικανότητα και την κοινωνική τους ένταξη και επιδρά σημαντικά στις δυνατότητες ανάπτυξης της κοινωνίας.

3.2.5   Εκπαίδευση και πρόσβαση στην εκπαίδευση

3.2.5.1

Το επίπεδο του αναλφαβητισμού είναι υψηλό σε σύγκριση με τα πρότυπα των ανεπτυγμένων χωρών, αλλά πολύ ανομοιογενές στην περιοχή. Σε ορισμένες χώρες, όπως στην Αργεντινή, στην Κόστα Ρίκα, στην Κούβα, στην Ουρουγουάη και στη Χιλή, το ποσοστό αναλφαβητισμού είναι χαμηλότερο από το 5 % του πληθυσμού άνω των 15 ετών. Ωστόσο, ο δείκτης αυτός υπερβαίνει το 20 % στην Αϊτή, στη Γουατεμάλα, στη Νικαράγουα, στην Ονδούρα και στο Σαλβαδόρ. Γενικά, ο αναλφαβητισμός είναι συχνότερος μεταξύ των γυναικών.

3.2.5.2.

Το ποσοστό πρόσβασης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (μαθητές ηλικίας 7-12 ετών) είναι πολύ υψηλό στις αστικές περιοχές, όπου ξεπερνά το 90 % (το πόσο τακτική είναι η προσέλευση στην τάξη ή στα μαθήματα είναι άλλο θέμα: σύμφωνα με τη CEPAL (3), το 2000 περίπου 15 εκατομμύρια νέοι ηλικίας 15-19 ετών, από σύνολο 49 εκατομμυρίων, εγκατέλειψαν το σχολείο πριν συμπληρώσουν 12 έτη σπουδών). Τα ποσοστά σχολικής φοίτησης είναι πάντα πολύ πιο υψηλά μεταξύ των οικογενειών με μεγαλύτερα εισοδήματα, ιδίως στις χώρες που παρουσιάζουν μεγαλύτερη συγκέντρωση του εισοδήματος και σχετικά χαμηλότερη ανάπτυξη, όπως είναι η Γουατεμάλα, η Δομινικανή Δημοκρατία, ο Ισημερινός, η Κολομβία, η Νικαράγουα, η Ονδούρα και το Σαλβαδόρ. Αυτή η διαφορά των ποσοστών πρόσβασης στην εκπαίδευση σε συνάρτηση με το επίπεδο των εισοδημάτων γίνεται πιο έντονη στις μεγαλύτερες ηλικίες των νέων, ως αποτέλεσμα της ανάγκης να ενταχθούν στην αγορά εργασίας για να συμβάλουν στην ενίσχυση του οικογενειακού εισοδήματος. Στις περισσότερες χώρες της ΛΑΚ, τα ποσοστά σχολικής φοίτησης των γυναικών είναι υψηλότερα από τα ποσοστά των ανδρών (σε όλα τα εισοδηματικά επίπεδα), ιδίως στις ηλικιακές ομάδες 20-24 ετών.

3.2.5.3

Τα εκπαιδευτικά προβλήματα στη ΛΑΚ απορρέουν από τρεις παράγοντες. Πρώτον, η ποιότητα της προσφοράς, ιδίως στους τομείς της πρωτοβάθμιας και της μέσης εκπαίδευσης, είναι πολύ χαμηλή, πράγμα που εκδηλώνεται στους υψηλούς δείκτες αποτυχίας και εγκατάλειψης του σχολείου, στα χαμηλά επίπεδα σχολικών επιδόσεων των μαθητών, στον πενιχρό εξοπλισμό των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή στον χαμηλό ενθουσιασμό των εκπαιδευτικών. Δεύτερον, τα επίπεδα ισότητας όσον αφορά την πρόσβαση στην παρεχόμενη εκπαίδευση είναι πολύ χαμηλά: είναι καταφανείς οι ανισότητες στους δείκτες εγγραφής και σχολικών επιδόσεων μεταξύ του αστικού περιβάλλοντος και της υπαίθρου, ανάλογα με την εθνοτική καταγωγή του πληθυσμού ή, ακόμη, ανάλογα και με το φύλο των μαθητών. Τέλος, υπάρχει σοβαρή απόκλιση ανάμεσα στο σύστημα κατάρτισης και στις ανάγκες των αγορών εργασίας, όχι μόνο λόγω των ελλείψεων αυτών των αγορών, αλλά και λόγω των αδυναμιών, μεταξύ άλλων, της μέσης και της επαγγελματικής εκπαίδευσης.

3.2.6   Υγεία και υγιεινή

3.2.6.1

Η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής κατά τη γέννηση κυμαίνεται από 59 έτη στην Αϊτή έως 77 στην Κόστα Ρίκα ή το Μπαρμπάντος, ενώ το ποσοστό παιδικής θνησιμότητας διαγράφει ένα τόξο με τιμές που εκτείνονται από 7/1000 στην Κούβα έως 59/1000 στην Αϊτή (4).

3.2.6.2

Συγκριτικά, η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής του πληθυσμού της ΛΑΚ κατά τη γέννηση είναι κατά 8 έτη μικρότερη από τον αντίστοιχο αριθμό σε μια ευρωπαϊκή χώρα όπως η Ισπανία. Ομοίως, αυτή η υστέρηση σε θέματα υγείας αντικατοπτρίζεται στα σχετικά υψηλά ποσοστά θνησιμότητας που διατηρούνται ακόμη στην περιοχή και τα οποία είναι επταπλάσια των αντίστοιχων ποσοστών της Ισπανίας ή της Γερμανίας.

3.2.7   Κοινωνικές δαπάνες και κοινωνική προστασία

3.2.7.1

Οι κοινωνικές δαπάνες στη ΛΑΚ (μόνο για τις εξής τέσσερις κατηγορίες δαπανών: παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση/πρόνοια και στέγαση) ανήλθαν κατά μέσον όρο το 2000-2001 σε 13,8 % του ΑΕγχΠ, ποσοστό κατά 1,7 % υψηλότερο από ό,τι κατά τη διετία 1996-1997. Οι δαπάνες κατανέμονται ως εξής: 4,2 % για την παιδεία, 3,1 % για την υγεία, 5,1 % για την κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια και 1,4 % για τη στέγαση και άλλους τομείς. Ο μέσος όρος των κατά κεφαλήν δημόσιων κοινωνικών δαπανών είναι σχεδόν 30 φορές χαμηλότερος από τον αντίστοιχο μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.2.7.2

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 παρατηρήθηκε ότι οι κοινωνικές δαπάνες στη ΛΑΚ ακολουθούν μια κυκλική τάση, με αύξηση κατά τις περιόδους οικονομικής ανάπτυξης και μείωση κατά τις περιόδους οικονομικής κρίσης. Έτσι, μολονότι το ύψος των δημόσιων κοινωνικών δαπανών στην περιοχή δεν μειώθηκε, η αύξησή τους όντως επιβραδύνθηκε από το 1998 και μετά, όταν άρχισε να επιβραδύνεται η αύξηση του περιφερειακού προϊόντος.

3.2.7.3

Τα συστήματα κοινωνικής προστασίας (γήρας, ασθένεια, αναπηρία) έχουν, συγκριτικά, πολύ μικρό επίπεδο κάλυψης. Στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της ΛΑΚ μόνο το 10-15 % του πληττόμενου πληθυσμού απολαύει επαρκούς συστήματος κοινωνικής προστασίας· ακόμη και στις χώρες με τις καλύτερες παροχές, η κάλυψη δεν υπερβαίνει το 50 % του ενεργού πληθυσμού, με ανησυχητική φθίνουσα τάση ως συνέπεια της αύξησης της ανεπίσημης οικονομίας.

3.2.7.4

Οι μεταρρυθμίσεις των συστημάτων κοινωνικής προστασίας που πραγματοποιήθηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες — ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των συστημάτων συνταξιοδότησης και υγείας, μετατροπή των αναδιανεμητικών συστημάτων σε συστήματα χρηματοδότησης με ατομική κεφαλαιοποίηση — δεν επέτυχαν τα εξαγγελθέντα αποτελέσματα: μείωσαν τον έλεγχο του κράτους και τις εισπρακτικές του δυνατότητες, ευνόησαν τις ανεπίσημες μορφές απασχόλησης και αφήνουν εκτός του συστήματος προστασίας την αυξανόμενη πλειονότητα του πληθυσμού. Η αύξηση των μεταναστευτικών ροών στο εσωτερικό της ΛΑΚ, ως συνέπεια των διαδικασιών ολοκλήρωσης που συντελούνται, χωρίς να υπάρχουν αναγνωρισμένοι μηχανισμοί κοινωνικής πρόνοιας, συμβάλλει επίσης στη δημιουργία θυλάκων φτώχειας, περιθωριοποίησης και αποκλεισμού.

3.2.7.5

Το 2004 ανακηρύχθηκε από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής «Λατινοαμερικανικό Έτος των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες». Υπολογίζεται ότι στη Λατινική Αμερική υπάρχουν 45-65 εκατομμύρια άτομα με ειδικές ανάγκες, που στην πλειοψηφία τους πλήττονται από τις επιπτώσεις του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας. Το ίδιο ισχύει συχνά για τις οικογένειές τους.

3.2.8   Η αγορά εργασίας

3.2.8.1

Η αγορά εργασίας της ΛΑΚ διανύει περίοδο επιδείνωσης των εργασιακών σχέσεων λόγω της επιβράδυνσης των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης κατά τα τελευταία έξι χρόνια. Το ποσοστό ανεργίας στις πόλεις αυξήθηκε σε 9,2 % τα πρώτα τρίμηνα του 2002, το υψηλότερο που έχει καταγραφεί τα τελευταία 22 χρόνια. Πάνω από το 70 % των νοικοκυριών της περιοχής εξαρτώνται αποκλειστικά από τα εισοδήματα από την εργασία· ένας στους δύο εργαζομένους αμείβεται με ποσό που τον τοποθετεί στο κατώφλι της φτώχειας. Η αυξανόμενη πλειονότητα του ενεργού πληθυσμού δεν καλύπτεται από την εργασιακή νομοθεσία και η κάλυψη μειώθηκε κατά τη δεκαετία του 1990.

3.2.8.2

Μεταξύ 1990 και 2002 παρατηρείται (5) έντονη τάση ενίσχυσης της ανεπίσημης απασχόλησης (οι επτά στις δέκα θέσεις απασχόλησης που δημιουργήθηκαν μετά το 1990 ανήκουν στον ανεπίσημο τομέα της οικονομίας, ο οποίος αντιπροσωπεύει το 46,3 % της συνολικής απασχόλησης της Λατινικής Αμερικής) και της επισφαλούς απασχόλησης: μόνον έξι στις δέκα νέες θέσεις εργασίας στον επίσημο τομέα της οικονομίας και δύο στις δέκα στον ανεπίσημο παρέχουν πρόσβαση σε κάποια μορφή κοινωνικής κάλυψης. Υπολογίζεται ότι υπάρχει έλλειμμα «αξιοπρεπούς εργασίας» για 93 εκατομμύρια εργαζομένους της ΛΑΚ, 30 εκατομμύρια περισσότερους από ό,τι το 1990 (πρόκειται για εκείνο το 50,5 % του ενεργού πληθυσμού που δεν έχει απασχόληση, που εργάζεται ανεπίσημα ή που, παρότι εργάζεται επίσημα, το κάνει χωρίς κοινωνικές παροχές ή υπό πολύ επισφαλείς συνθήκες).

3.2.8.3

Οι εργασιακές σχέσεις χαρακτηρίζονται από άνιση και ελλιπή αναγνώριση των θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων (τόσο στις χώρες που διαθέτουν πλαίσια εργασιακών σχέσεων ονομαστικώς εφάμιλλα με τα ευρωπαϊκά όσο και σε εκείνες όπου δεκάδες συνδικαλιστές δολοφονούνται κάθε χρόνο κατά την άσκηση των καθηκόντων τους), από χαμηλό βαθμό ανάπτυξης των συστημάτων συλλογικής διαπραγμάτευσης και κοινωνικού διαλόγου, από πολύ χαμηλό ποσοστό συμμετοχής σε συνδικαλιστικές ενώσεις (μόνο το 14 % του εργατικού δυναμικού των πόλεων) ή επιχειρηματικές οργανώσεις και από τη δυσπιστία και τη σύγκρουση ως κανόνα στις σχέσεις μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών.

3.2.9   Αποδημία

3.2.9.1

Η αποδημία αποτελεί παράγοντα με τεράστια επιρροή στην κοινωνική και οικονομική κατάσταση της ΛΑΚ, προσδίδοντάς της τόσο θετικά όσο και αρνητικά στοιχεία. Οι μεγαλύτερες μεταναστευτικές ροές στις χώρες της ΛΑΚ είναι προς τον Βορρά, δηλ. προς τις ΗΠΑ και τον Καναδά, αλλά την τελευταία δεκαετία υπήρξαν επίσης σημαντικές ροές και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.2.9.2

Η θετική συμβολή της αποδημίας έγκειται στα χρηματικά εμβάσματα που στέλνουν οι μετανάστες στις χώρες καταγωγής τους, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις αποτελούν σημαντική πηγή συναλλάγματος για τη χώρα, εκτός του ότι μετριάζουν την οικονομική ένδεια ευρέων τμημάτων του πληθυσμού.

3.2.9.3

Οι αρνητικές πτυχές της αποδημίας είναι επίσης σημαντικές — και αναφερόμαστε μόνο στις πτυχές μακροοικονομικής φύσεως, χωρίς να εξετάσουμε τι σημαίνει για το άτομο να αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη χώρα του και να φύγει μακριά από την οικογένειά του. Το κυριότερο αρνητικό στοιχείο που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι η απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου, αφού οι άνθρωποι που αποδημούν ανήκουν συνήθως σε εκείνους με την περισσότερη κατάρτιση, το μεγαλύτερο επιχειρηματικό πνεύμα και τη μεγαλύτερη πρωτοβουλία. Επίσης, όταν οι μεταναστευτικές ροές διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, αναπτύσσεται κάποια «παράδοση αποδημίας», που δημιουργεί την εντύπωση ότι μόνο αποδημώντας μπορεί κανείς να προκόψει, γεγονός που περιορίζει τον οικονομικό δυναμισμό της κοινωνίας και μειώνει την κοινωνική συνοχή.

3.2.10   Πρόοδος, ανάπτυξη και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις

3.2.10.1

Οι οικονομικές συνθήκες της περιοχής δεν είναι οι ευνοϊκότερες για την εξασφάλιση αειφόρου ανάπτυξης της οικονομίας. Οι σημαντικές βελτιώσεις που επιτεύχθηκαν τα τελευταία χρόνια στο πεδίο της μακροοικονομικής σταθερότητας σε αρκετές χώρες της περιοχής αποτελούν αναγκαίο, αλλά όχι και επαρκές στοιχείο για την επίτευξη υψηλότερων και σταθερότερων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης στο μέλλον.

3.2.10.2

Ο εξωτερικός τομέας των λατινοαμερικανικών οικονομιών εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την αειφόρο οικονομική ανάπτυξη. Η έντονη εξάρτηση από τις εισροές 2 κεφαλαίων από το εξωτερικό συνιστά έναν πρώτου μεγέθους ανασταλτικό παράγοντα για την προώθηση της εσωτερικής ανάπτυξης. Η μεταβλητότητα των εισροών αυτών, στο έλεος των κινδύνων διεθνών κρίσεων ή μεταβολών της συγκυρίας στις χορηγούς χώρες, τοποθετεί εκτός των δυνατοτήτων των τοπικών οικονομικών παραγόντων τη συνέχεια και την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων. Ο επιπτώσεις της εξάρτησης αυτής γίνονται ακόμη πιο αισθητές, επειδή υποβάλλουν τις χώρες της Λατινικής Αμερικής — στον δεύτερο εξωγενή ανασταλτικό τους παράγοντα, το χρέος — σε συνεχείς εκπλήξεις όσον αφορά το μεταβλητό κόστος της χρηματοδότησής του. Η τεράστια αυτή ευπάθεια των λατινοαμερικανικών οικονομιών στον εξωτερικό οικονομικό κύκλο είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που περιορίζουν τον δυναμισμό αυτών των οικονομιών.

3.2.10.3

Τα στοιχεία, όμως, που εξηγούν τον υψηλό αυτό βαθμό εξάρτησης και ευπάθειας έναντι των ξένων κεφαλαίων είναι η αδυναμία των ίδιων των τοπικών φορέων, η πενιχρή διαφοροποίηση των τοπικών οικονομιών, το βάρος του εξωτερικού χρέους και η ελάχιστη δημιουργία ίδιων χρηματοδοτικών πόρων (αποταμίευση). Ενώπιον της κατάστασης αυτής, μια αποφασιστική τόνωση της εσωτερικής αγοράς (η οποία δεν πρέπει να ταυτιστεί, απλουστευτικά, με διαδικασίες αντικατάστασης των εισαγωγών) θα μπορούσε να ανοίξει νέες προοπτικές για την οικονομική ανάπτυξη της Λατινικής Αμερικής.

3.2.10.4

Υπό την έννοια αυτή, μια μεγαλύτερη ώθηση των περιφερειακών διαδικασιών οικονομικής ολοκλήρωσης θα συνέβαλλε στη δημιουργία και λειτουργία ευρύτερων αγορών, όπου οι συνεπαγόμενες οικονομίες κλίμακας θα λειτουργούσαν ως κίνητρο για την επέκταση του τοπικού παραγωγικού ιστού και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.

3.2.10.5

Σήμερα, ο παραγωγικός ιστός της περιοχής στηρίζεται σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό στις ατομικές προσπάθειες, χαρακτηρίζεται από ένα ως επί το πλείστον ανεπίσημο θεσμικό πλαίσιο και είναι αναγκασμένος να λειτουργεί στο πλαίσιο τοπικών αγορών, οι οποίες είναι συχνά περιορισμένου μεγέθους και προφυλάσσονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, από τον εξωτερικό ανταγωνισμό. Πριν υποβληθούν, ωστόσο, αυτές οι χώρες στις ανταγωνιστικές συνθήκες που επικρατούν στον περίγυρό τους, θα ήταν σκόπιμο να εντοπισθούν οι παράγοντες που εξηγούν τα χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητάς τους.

3.2.10.6

Η ανάπτυξη των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων προσκρούει σε ανυπέρβλητα εμπόδια, που σχετίζονται με την ανεπάρκεια επιχειρηματικής παιδείας και ανθρώπινου δυναμικού ή με την έλλειψη ασφάλειας δικαίου του θεσμικού περιβάλλοντος στο οποίο εντάσσονται — όλα αυτά δε στο πλαίσιο ενός ελάχιστα εξελιγμένου χρηματοπιστωτικού συστήματος, με ανεπαρκή ανάπτυξη των μέσων διαμεσολάβησης.

3.2.10.7

Ομοίως, η ανισότητα του σημερινού καταμερισμού των συντελεστών παραγωγής (από τη γη έως τα κεφάλαια και το ανθρώπινο δυναμικό) επιδεινώνει τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι επιχειρηματικοί κύκλοι της Λατινικής Αμερικής.

3.2.10.8

Η διεύρυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στις λατινοαμερικανικές οικονομίες είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη αειφόρου ανάπτυξης. Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα αυτό προσκρούουν στην αδιαφορία ενός μέρους των επιχειρηματικών κύκλων, στην έλλειψη αξιοπιστίας ή συνέχειας των δημόσιων αρχών όσον αφορά τα σχέδια εκβιομηχανισμού ή γεωργικής τους μεταρρύθμισης, στην έλλειψη πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης σχετικά με ένα δημοκρατικό κοινωνικό πρότυπο και συχνά στην αντίσταση ορισμένων τοπικών ελίτ, που ενδιαφέρονται περισσότερο για την κατανομή των ωφελειών από τη διάλυση του ήδη απηρχαιωμένου βιομηχανικού κράτους παρά για τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού βιομηχανικού και παραγωγικού ιστού.

3.2.10.9

Στο πλαίσιο αυτό, η κοινωνική οικονομία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως παράγοντας δημιουργίας κοινωνικού ιστού, οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής. Θα πρέπει να αξιοποιηθεί, επίσης, ως διέξοδος στο πλαίσιο οικονομικών κρίσεων και βιομηχανικών αναδιαρθρώσεων (ανάληψη επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν κρίση από τους ίδιους τους εργαζόμενους) και ως αποτελεσματική εναλλακτική επιλογή για την προώθηση της τοπικής ανάπτυξης (συνεταιρισμοί τοπικής ανάπτυξης κ.λπ.).

3.3   Το πολιτικό πλαίσιο: πολιτικά στοιχεία που προσδιορίζουν την ποιότητα των θεσμών και των οργάνων πολιτικής συμμετοχής

3.3.1

Η πρακτική γενίκευση του δημοκρατικού συστήματος στη Λατινική Αμερική δεν συνοδεύθηκε, εντούτοις, από αύξηση της αίσθησης των κοινωνικών δικαιωμάτων του πολίτη (απασχόληση, προστασία έναντι του γήρατος, των ασθενειών, της ανεργίας ή της αναπηρίας, εκπαίδευση, στέγαση, ισότητα ευκαιριών, ασφάλεια, βελτίωση του οικονομικού επιπέδου, πρόσβαση στα νέα μέσα πληροφόρησης και επικοινωνίας). Πολλοί πολίτες στερούνται βασικά ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Η αδυναμία, η ανικανότητα των κρατών της ΛΑΚ να εξασφαλίσουν ουσιώδη θέματα, όπως κάποια φορολογική ισότητα, πρόσβαση στη δικαιοσύνη, προστασία από διάφορες μορφές βίας, καθολικά συστήματα κοινωνικής προστασίας, συμμετοχή των πολιτών στα ζητήματα που τους αφορούν κ.λπ., έκαναν ορισμένους να μιλούν για απόντα κράτη και για χαμηλής εντάσεως αίσθηση των δικαιωμάτων του πολίτη.

3.3.2

Στην περίπτωση της Λατινικής Αμερικής, ο κοινωνικός ιστός είναι υπερβολικά χαλαρός. Η κοινωνία των πολιτών είναι ελάχιστα διαρθρωμένη και οι θεσμοί δεν συντελούν στην ενδυνάμωσή της. Οι πολιτικές ελίτ μοιάζουν να διακατέχονται από σοβαρές επιφυλάξεις έναντι του ανοίγματος των θεσμών στη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Το αποτέλεσμα είναι ένας αδύναμος και ευπαθής κοινωνικός ιστός. Ωστόσο, για να γίνουν πιο αποτελεσματικές οι πολιτικές υπέρ της κοινωνικής συνοχής, είναι απαραίτητο να υπάρχουν διαρθρωμένοι και αξιόπιστοι κοινωνικοί εταίροι και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των δημόσιων και των ιδιωτικών πεδίων δράσης.

3.3.3

Η ισότητα ευκαιριών επιτυγχάνεται με κοινωνικές πολιτικές, δηλαδή με επενδύσεις στην υγεία, την παιδεία, την απασχόληση και τη στέγαση. Ταυτόχρονα, οι πολιτικές αυτές συμβάλλουν στη δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και στην ενίσχυση των ικανοτήτων των ατόμων, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν πιο ενεργά στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων, ενισχύοντας έτσι τη δημοκρατία και τη χρηστή διακυβέρνηση.

3.3.4

Από την άποψη αυτή, παρατηρείται ένα φαινόμενο διχασμού στην πολιτική ευαισθησία των πολιτών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής. Από τη μία πλευρά, εκδηλώνεται με τη μορφή όλο και περισσότερων απαιτήσεων για δημοκρατία, με την έννοια της ικανοποίησης των υλικών αναγκών. Από την άλλη, παρατηρείται αύξηση των ποσοστών αποχής από τις εκλογές. Στο πεδίο αυτό, η πιο προβληματική κατάσταση παρατηρείται μεταξύ των νεαρότερων στρωμάτων του πληθυσμού, τα οποία εκδηλώνουν υψηλό αίσθημα πολιτικής αδιαφορίας έναντι των κομμάτων και των άλλων μορφών πολιτικών οργανώσεων και θεσμών. Σύμφωνα με μία έκθεση του UNDP, του αναπτυξιακού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών, το 54,7 % των Λατινοαμερικανών θα ήταν διατεθειμένο να δεχθεί μια αυταρχική κυβέρνηση, εάν με αυτό λύνονταν τα οικονομικά του προβλήματα.

3.4   Δείκτες κοινωνικής δυσφορίας

Σε στενή σχέση με τα προαναφερθέντα, η ανάλυση του κοινωνικού ρήγματος στον χώρο της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής προϋποθέτει τη γνώση των επιπέδων δυσφορίας της κοινωνίας έναντι της υφιστάμενης πραγματικότητας. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εξετασθούν και άλλες κοινωνικές εκφράσεις απόρριψης: βία στις πόλεις, εγκληματικότητα, εμφάνιση παράλληλων κοινωνιών και «νομιμοτήτων της Μαφίας».

3.4.1   Έλλειψη ικανοποίησης με τους θεσμούς

3.4.1.1

Σύμφωνα με στοιχεία του Λατινοβαρόμετρου (6), ο βαθμός εμπιστοσύνης των πολιτών μειώνεται σταδιακά έναντι όλων των θεσμών, αλλά προπαντός έναντι των πολιτικών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το γεγονός αυτό επιδρά στον δυναμισμό των ίδιων των θεσμών και επηρεάζει αρνητικά τη συμμετοχή των πολιτών στη διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων.

3.4.2   Ισότητα έναντι του νόμου

3.4.2.1

Το φαινόμενο που επισημαίνεται ανωτέρω φαίνεται πως έχει στενή σχέση με την εξέλιξη της κατάστασης της κοινωνικής και οικονομικής δικαιοσύνης στην περιοχή, αλλά και με την ανυπαρξία θεμελιωδών ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Έτσι, παρατηρείται ότι άνω του 50 % των Λατινοαμερικανών που απάντησαν στην έρευνα του Λατινοβαρόμετρου υπογραμμίζουν ότι ο σημαντικότερος παράγοντας για να εμπιστευθούν τους θεσμούς είναι η «ίση αντιμετώπιση όλων των πολιτών» (εκτός από τα θέματα που συνδέονται με την κατανομή του πλούτου, σ' αυτό μπορεί να συμβάλλει η — μερικές φορές ακόμη και νομικά αναγνωρισμένη — διάκριση εις βάρος ορισμένων κοινωνικών ή εθνοτικών μειονοτήτων, που εξηγεί την εξάπλωση των κινημάτων υπέρ των ιθαγενών πληθυσμών σε διάφορες χώρες της περιοχής, καθώς και η διατήρηση φαινομένων καταναγκαστικής εργασίας ή δουλείας).

3.4.2.2

Παρότι όλες οι χώρες της περιοχής έχουν κυρώσει τις διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο αριθμός των παραβιάσεων είναι υψηλός, όχι πλέον ως συνέπεια των ενεργειών δικτατορικών κυβερνήσεων, αλλά ως απόρροια μιας διάχυτης βίας που ασκείται από συμμορίες και ειδικά σώματα (εμπόρους ναρκωτικών, ιδιωτικές πολιτοφυλακές, ενίοτε σε σύνδεση με τους κρατικούς μηχανισμούς καταστολής). Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί, παράλληλα με άλλες πολιτικές, ένα σεβαστό και αυτόνομο δικαστικό σύστημα, που να καθιστά δυνατή τη στήριξη των δικαιωμάτων των πολιτών στην επικράτηση του νόμου. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να αρθεί μία από τις μεγαλύτερες αντιθέσεις των δημοκρατιών της ΛΑΚ: ο διαχωρισμός ανάμεσα στους νομικούς κανόνες και τη μη εφαρμογή τους στην πράξη.

3.4.3   Διαφθορά

3.4.3.1.

Η εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημοκρατία ως μορφή διακυβέρνησης σημείωσε πτωτική πορεία στη ΛΑΚ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 (7). Η παγίωση των θεσμών συμβαδίζει με τον βαθμό αποδοχής τους από τους πολίτες. Όμως, για να γίνει αυτή η ταύτιση, είναι απαραίτητο να υπάρχει διαφάνεια στη διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων.

3.4.3.2.

Η πολιτική και οικονομική διαφθορά, φαινόμενο το οποίο υπάρχει πρακτικά σε όλες τις χώρες του κόσμου και το οποίο δεν πρέπει να λησμονούμε ότι έχει πάντα δύο όψεις, τον διαφθειρόμενο και τον διαφθείροντα, θεωρείται ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που μαστίζουν την περιοχή. Αυτό μπορεί να εξηγήσει εν μέρει γιατί παρατηρείται όλο και περισσότερο αρνητική αντίληψη των πολιτών για τις κυβερνήσεις και τα πολιτικά κόμματα που τις στηρίζουν (πράγμα που δεν συμβάλλει στη δημοκρατία), αναζωογόνηση των λαϊκίστικων πολιτικών σχηματισμών και απόρριψη ορισμένων οικονομικών μεταρρυθμίσεων, μεταξύ των οποίων ορισμένων ιδιωτικοποιήσεων, που τέθηκαν σε εφαρμογή κατά την τελευταία δεκαετία.

3.4.3.3

Η διαφθορά και η θεσμοθετημένη παρανομία καταλύουν τους ηθικούς, νομικούς και κοινοτικούς δεσμούς που είναι βασικοί για την κοινωνική συνύπαρξη. Για την αποκατάστασή τους, είναι απαραίτητη η δράση στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, της αποκατάστασης της αξιοπιστίας του κράτους δικαίου και της αποτελεσματικότητας του νόμου. Η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων μέσω πολιτικών προστασίας και κοινωνικής ένταξης, μέριμνας για τους ιθαγενείς πληθυσμούς, τις γυναίκες, τους νέους και, γενικά, επέκτασης και ανάπτυξης των κοινωνικών δικαιωμάτων όλων των πολιτών έχει θεμελιώδη σημασία για την αειφόρο ανάπτυξη και την αύξηση της εμπιστοσύνης των πολιτών της ΛΑΚ στους πολιτικούς θεσμούς και στο δημοκρατικό σύστημα.

3.4.4   Βία, εγκληματικότητα, ανασφάλεια των πολιτών

3.4.4.1

Σχετικά με τον κοινωνικό αποκλεισμό, τη φτώχεια και την ανισότητα είναι τα υψηλά επίπεδα εγκληματικότητας και βίας που παρατηρούνται στην περιοχή. Ο δείκτης θυματολογίας, που έχει καταρτιστεί από τα Ηνωμένα Έθνη, δείχνει ότι τα επίπεδα της εγκληματικότητας στη ΛΑΚ είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο. Μία μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2000 για λογαριασμό της Παγκόσμιας Τράπεζας (8) διαπιστώνει στενή σχέση ανάμεσα στην οικονομική ανισότητα και το επίπεδο της εγκληματικότητας. Στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, ο αριθμός των βίαιων θανάτων αυξήθηκε, από 8 ανά 100 000 κατοίκους κατά τη δεκαετία του 1970, σε 13 κατά τη δεκαετία του 1990. Η Κολομβία κατέχει παγκοσμίως την πρώτη θέση στον κατάλογο αυτό, με 60 νεκρούς από (μη πολιτικές) δολοφονίες ανά 100 000 κατοίκους.

3.4.4.2

Η βία που χαρακτηρίζει την καθημερινή ζωή στις μεγάλες λατινοαμερικανικές πόλεις έχει πολλά και πολύπλοκα ιστορικά και κοινωνικά αίτια, τα οποία έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της εξασθένισης των θεσμών. Αν εξαιρέσουμε τις χώρες όπου η βία έχει πολιτικές ρίζες, στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική τα κυριότερα αίτια της βίας είναι η εκτενής παρουσία εγκληματικών οργανώσεων που επιδίδονται στη διακίνηση ναρκωτικών και οι κοινωνικές ανισότητες. Η διάχυτη αυτή βία αποτελεί μεγάλο εμπόδιο για τη συμβίωση, τη δημοκρατία και την παραγωγική ανάπτυξη.

3.4.4.3

Η διακίνηση ναρκωτικών, πηγή ανασφάλειας και βίας που πλήττει κατά πρώτο λόγο τις φτωχότερες κοινωνικές ομάδες, καθιστά εύθραυστους τους πολιτικούς θεσμούς και αποσταθεροποιεί τα οικονομικά συστήματα και τις κοινωνικές σχέσεις. Τροφοδοτεί, επίσης, τη διαφθορά και τους εμφύλιους πολέμους, επιτείνοντας τις ανισότητες στη Λατινική Αμερική. Για την εξάρθρωση των δικτύων και των εργαστηρίων απαιτείται, εκτός από διεθνή αστυνομική και δικαστική συνεργασία, μια πολύ δαπανηρή προσπάθεια από πλευράς των πληττόμενων χωρών.

3.4.4.3.1

Η παραγωγή παράνομων καλλιεργειών στη Λατινική Αμερική, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί ακανθώδες θέμα στις σχέσεις Βορρά-Νότου, έχει τις ρίζες της στην αθλιότητα ορισμένων αγροτικών περιοχών, που δεν διαθέτουν άλλα μέσα επιβίωσης.

3.4.4.3.2

Οι χώρες κατανάλωσης θα πρέπει να αναλάβουν το δικό τους μερίδιο της ευθύνης στην καταπολέμηση της καλλιέργειας ναρκωτικών και να μην αποδίδουν όλη την ευθύνη στις χώρες παραγωγής, δεδομένου ότι στις πρώτες βρίσκονται τα χρηματοοικονομικά συστήματα που επιτρέπουν το «ξέπλυμα» αυτών των εσόδων.

3.4.4.3.3

Η ΕΟΚΕ ζητά από την ΕΕ να συνεχίσει και να εμβαθύνει την ελευθέρωση του εμπορίου, στο πλαίσιο των κανόνων του ΠΟΕ, με τις χώρες των Άνδεων που δείχνουν διατεθειμένες να μειώσουν τις παράνομες καλλιέργειες και να τις αντικαταστήσουν με άλλες, ενώ ταυτόχρονα καταδικάζει την τυφλή καταστροφή των καλλιεργειών από αέρος, που αποδείχθηκε ανεπιτυχής για την εξάλειψή τους, ενισχύοντας αντίθετα την κοινωνική και πολιτική βία.

3.4.4.3.4

Για να γίνει πιο αποτελεσματικό το σύστημα της αντικατάστασης, κρίνεται απαραίτητη η χρηματοδοτική και τεχνική υποστήριξη αυτών των νέων καλλιεργειών και η αξιοποίησή τους μέσω τοπικών δικτύων μεταφορών, που να διευκολύνουν την περιφερειακή εμπορία των εναλλακτικών προϊόντων.

3.4.4.4

Πολύ συχνά, τα εγκληματικά δίκτυα, ιδίως στα περίχωρα των μεγάλων αστικών κέντρων, αποτελούν παράλληλες μορφές κοινωνικής οργάνωσης, που εμποδίζουν και αποτρέπουν — διά της βίας — την ανάπτυξη της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, βασικού στοιχείου για την οικοδόμηση ενός δημοκρατικού κράτους που να ικανοποιεί την πλειονότητα των πολιτών. Επιβάλλοντας τους δικούς τους τρόπους ρύθμισης στον περίγυρό τους, αυτές οι παράλληλες κοινωνίες υπονομεύουν τη νομιμοποίηση και μερικές φορές θέτουν έως και υπό αμφισβήτηση το ίδιο το δημοκρατικό κράτος.

4.   Οι ρίζες της κοινωνικής ανισορροπίας στη Λατινική Αμερική

4.1

Η ανεξαρτησία από την αποικιοκρατία, στην πλειονότητα των λατινοαμερικανικών χωρών, δεν συνοδεύθηκε από διαδικασίες βαθιών κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων. Σήμανε, γενικά, αλλαγή των πολιτικών ελίτ χωρίς ιδιαίτερες μεταβολές στο πεδίο των θεσμών. Πολλές από τις προκαπιταλιστικές κοινωνικές και οικονομικές διαρθρώσεις συνεχίστηκαν, διατηρώντας τις λατινοαμερικανικές κοινωνίες στις ίδιες ή παρόμοιες οικονομικές συνθήκες με το παρελθόν.

4.2

Η κοινωνική και οικονομική κληρονομιά της αποικιοκρατίας και οι αλλεπάλληλες αποτυχίες της ριζικής της τροποποίησης είχαν ως αποτέλεσμα τη μεγάλη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των πόρων (το θέμα της ιδιοκτησίας της γης είναι χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα σε ορισμένες λατινοαμερικανικές χώρες), την πολιτική, οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση ολόκληρων τμημάτων των λατινοαμερικανικών κοινωνιών, την ιδιοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας από τις άρχουσες ελίτ, με τις γνωστές συνέπειες της διαφθοράς και της αναποτελεσματικότητας στη δημόσια δράση, την πενιχρή ρύθμιση της αγοράς, που έχει δημιουργήσει πολυάριθμες αρνητικές εξωγενείς επιδράσεις και, ιδιαίτερα, βαθιά ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος, και, τέλος, έναν αυξανόμενο βαθμό ανοργάνωτης αστικοποίησης, όπου οι κοινωνικές βάσεις της οικονομίας της αγοράς διαλύονται τείνοντας προς τις ανεπίσημες οικονομικές σχέσεις.

4.3

Μετά την αποαποικιοποίηση, η οικονομική ιστορία της ΛΑΚ (αν και με μεγάλη ασυμμετρία μεταξύ των χωρών της) παρουσιάζει μια συνεχή ακολουθία βαθιών κρίσεων με χαρακτηριστικό την ανισορροπία του εμπορικού ισοζυγίου, η οποία πλήττει τις προσπάθειές τους να προωθήσουν την ανάπτυξη. Συνοπτικά, μπορούμε να διακρίνουμε τρία κοινά στάδια στην οικονομική δυναμική των χωρών της ΛΑΚ κατά τους δύο τελευταίους αιώνες. Στη διάρκεια μεγάλου μέρους του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, οι λατινοαμερικανικές οικονομίες εξελίχθηκαν σύμφωνα με ένα πρότυπο που ονομάζεται «εξαγωγικό πρωτογενές» και βασίζεται στην έντονη εξειδίκευση στις εξαγωγές πρωτογενών προϊόντων. Σε ένα δεύτερο στάδιο, το οποίο αρχίζει κατά τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, με τη θέρμη της έντονης οικονομικής ανάπτυξης που προκάλεσε σε ορισμένες λατινοαμερικανικές χώρες ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, η οικονομία προσανατολίζεται προς ένα πρότυπο «αντικατάστασης των εισαγωγών», που αποσκοπεί στην αντικατάσταση των εισαγωγών, στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης των εθνικών οικονομιών στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, με εθνικές παραγωγές και στη δημιουργία ίδιου παραγωγικού ιστού. Όμως, η εμφάνιση βαθιών μακροοικονομικών ανισορροπιών (πληθωρισμός και έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών) έθεσαν υπό αμφισβήτηση αυτές τις προσπάθειες ανάπτυξης εκ των έσω. Τέλος, στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της επόμενης, γενικεύθηκε στις χώρες της ΛΑΚ, με την υποστήριξη διεθνών οργανισμών (τη λεγόμενη «συμφωνία της Ουάσιγκτον»), η εφαρμογή οικονομικών πολιτικών που προωθούσαν ένα ευρύ άνοιγμα των οικονομιών τους προς τα έξω, βασίζοντας την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη στις αγορές.

4.4

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που επήλθαν στις λατινοαμερικανικές οικονομίες με την προτροπή της «συμφωνίας της Ουάσιγκτον» (ιδιωτικοποιήσεις, ελευθέρωση και μακροοικονομική σταθερότητα), παρόλο που επέτυχαν αυτόν τον τρίτο στόχο — ξεπεράστηκαν τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και νομισματικής αστάθειας — δεν επέφεραν εντούτοις σημαντικές βελτιώσεις στις παραμέτρους της πραγματικής ισορροπίας: απασχόληση, ανάπτυξη και κατανομή του εισοδήματος. Αντίθετα, όπως είδαμε σε προηγούμενες παραγράφους, μερικές από αυτές τις παραμέτρους επιδεινώθηκαν (θεαματικά σε ορισμένες χώρες όπως η Αργεντινή).

4.5

Εκτός του ότι πολλές από αυτές τις πολιτικές που συνέστησε η «συμφωνία της Ουάσιγκτον» μετατράπηκαν σε αυτοσκοπούς αντί για μέσα στην υπηρεσία μιας βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά το επίπεδο της κοινωνικής συνοχής στις χώρες της ΛΑΚ. Έτσι, η πολιτική «δύο μέτρων και δύο σταθμών» που εφαρμόζουν οι πιο ανεπτυγμένες χώρες στις εμπορικές σχέσεις με την περιοχή της Λατινικής Αμερικής, τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής που επέβαλαν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, τα οποία, στις περισσότερες περιπτώσεις, επέτειναν ακόμη περισσότερο τις κρίσεις των χωρών της ΛΑΚ, η έλλειψη δεσμευτικής και ενδεδειγμένης νομοθεσίας για τη ρύθμιση των ξένων επενδύσεων ή, ενίοτε, η μη εφαρμογή της, που, αντί να συμβάλουν στη βελτίωση του παραγωγικού ιστού και της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων, κατέληξαν, σε ορισμένες περιπτώσεις, στην εξάλειψη των τοπικών ανταγωνιστών και στη δημιουργία καταστάσεων μονοπωλίου, το χρέος που συσσωρεύεται από τη δεκαετία του 1960, το οποίο οι οφειλέτριες χώρες έχουν υπερκαλύψει με την πληρωμή των τόκων, οι δημόσιες αναπτυξιακές βοήθειες (ΔΑΒ), που δεν προορίζονται πάντα για ολοκληρωμένα και συνεκτικά έργα, αλλά μερικές φορές αποτελούν απλώς μέσα τροφοδότησης προνομιακών εμπορικών ή διπλωματικών σχέσεων, είναι όλα τους στοιχεία με καθοριστική επιρροή στην πρόοδο της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ.

5.   Οι αδυναμίες των λατινοαμερικανικών κοινωνιών έναντι της διεργασίας αύξησης της κοινωνικής συνοχής

5.1

Από τα προαναφερθέντα συνάγεται ότι οι λατινο-αμερικανικές κοινωνίες πάσχουν από ορισμένες βασικές ελλείψεις για την αντιμετώπιση της πρόκλησης της επίτευξης αποδεκτών επιπέδων κοινωνικής συνοχής, τις οποίες μπορούμε να συνοψίσουμε στις εξής πέντε:

5.2

Ελλείψεις στη λειτουργία του κράτους ως οργανισμού επιφορτισμένου με την υπεράσπιση του γενικού συμφέροντος και την προώθηση του κοινού καλού, ως πλαισίου ρύθμισης της ανάπτυξης της οικονομίας της αγοράς και του κοινωνικού συμφώνου και ως αναντικατάστατου μέσου για την εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, αφού η κοινωνία των πολιτών, μόνη της, δεν έχει τα μέσα για να την επιτύχει και να τη διατηρήσει. Το κράτος, στις κοινωνίες της ΛΑΚ, δεν διαδραματίζει τον ρόλο του εκσυγχρονιστή και του προαγωγού της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής προστασίας που ήταν βασικός σε άλλες, ανεπτυγμένες σήμερα ζώνες του πλανήτη. Ανάλογα με τις ιστορικές περιόδους και τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε χώρας, το κράτος στη ΛΑΚ ήταν πολύ περισσότερο στην υπηρεσία των παρασιτικών συμφερόντων ορισμένων κοινωνικών ομάδων, ρόλος πολύ διαφορετικός από εκείνον που διαδραματίζει στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες ως ρυθμιστής της οικονομίας της αγοράς, μεσολαβητής στις κοινωνικές συγκρούσεις και προαγωγός της οικονομικής δραστηριότητας μέσω ενός πλαισίου κατάλληλων μικροοικονομικών, μακροοικονομικών και κοινωνικών πολιτικών για τη στήριξη της αναπτυξιακής διεργασίας. Σε πολλές περιπτώσεις, η αδυναμία του κράτους το εμπόδισε να εφαρμόσει ή ακόμη και να εξετάσει αποτελεσματικές πολιτικές υπέρ της κοινωνικής συνοχής.

5.3

Κοινωνική ανισότητα, η οποία, πέρα από τις στατιστικές για την κατανομή του πλούτου, περιλαμβάνει την παρεμπόδιση της κοινωνικής και οικονομικής κινητικότητας των πολιτών. Καθώς δεν υπάρχουν αυτοί οι μηχανισμοί ρήξης του κοινωνικού ντετερμινισμού, λειτουργούν τα πιο παραδοσιακά σχήματα αναπαραγωγής των κοινωνικών ομάδων και τάξεων. Στο πλαίσιο αυτό, τα χαρακτηριστικά μέσα συμμετοχής των δημοκρατικών συστημάτων έχουν τεράστιες δυσκολίες να εισαχθούν και να παγιωθούν ως μορφές κοινωνικής οργάνωσης.

5.4

Αδυναμία της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών. Για την πρόοδο προς την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, δεν αρκεί η καθιέρωση δημοκρατικών θεσμών και οικονομίας της αγοράς. Είναι απαραίτητο να μετασχηματιστούν οι κοινωνίες, να εξαλειφθεί η απόλυτη ένδεια και ο αποκλεισμός, να καθιερωθούν συνθήκες που επιτρέπουν την ισότητα ευκαιριών, να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες όπως η υγεία και η εκπαίδευση. Η διεργασία αυτή δεν μπορεί ούτε να εξασφαλιστεί από το εσωτερικό κάθε χώρας ούτε να υπαγορευθεί από το εξωτερικό. Απαιτείται από κάθε χώρα να αναλάβει τις ευθύνες της. Αυτό δεν είναι δυνατό, αν δεν υπάρχει μόνιμη συμμετοχή της κοινωνίας, μέσω των διάφορων εκφάνσεών της (πολιτικών κομμάτων, οργανώσεων εργοδοτών, συνδικαλιστικών ενώσεων, κοινωνικών οργανώσεων), στη λήψη των αποφάσεων. Ο ορθότερος και δικαιότερος καταμερισμός του πλούτου — πρώτη βάση της κοινωνικής συνοχής — προϋποθέτει πάντα τον καταμερισμό της εξουσίας, ο οποίος δεν είναι δυνατός χωρίς ενίσχυση της ΟΚΠ. Η ίδια η παραγωγικότητα του οικονομικού συστήματος πλήττεται από αυτή την έλλειψη, διότι οι καταστάσεις έλλειψης συνοχής υποσκάπτουν μονίμως τις βάσεις της νομικής και πολιτικής σταθερότητας που κάθε οικονομικός οργανισμός έχει ανάγκη για την καλή λειτουργία του.

5.5

Ανισορροπίες στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Οι λατινοαμερικανικές κοινωνίες είναι ιδιαίτερα ευπαθείς σε όσα συμβαίνουν εκτός των δικών τους συνόρων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ένταξή τους στη διεργασία της αυξανόμενης οικονομικής παγκοσμιοποίησης συνοδεύεται από απώλεια σχετικής αποτελεσματικότητας και διεθνούς ανταγωνιστικότητας των παραγωγικών τους διαρθρώσεων. Αυτό συντελεί στην επίταση του φαινομένου της «κυκλικής αιτιότητας», σύμφωνα με τον όρο του Σουηδού οικονομολόγου και νομπελίστα Myrdall, ιδίως στις φάσεις ύφεσης του διεθνούς οικονομικού κύκλου, το οποίο εμποδίζει την επίτευξη μεγαλύτερου βαθμού οικονομικής και κοινωνικής συνοχής.

5.6

Οι διαρθρωτικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες, σε πολλές περιπτώσεις με την προτροπή διεθνών οργανισμών που ασκούν διάφορες μορφές πίεσης για την εφαρμογή τους, συνέβαλαν στην όξυνση ορισμένων παραδοσιακών ανισορροπιών των εν λόγω κοινωνιών, ιδίως όσον αφορά τα επίπεδα κοινωνικής συνοχής.

6.   Δυνατοί συντελεστές αύξησης της κοινωνικής συνοχής στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική

6.1

Υπό το φως της ευρωπαϊκής εμπειρίας και λαμβάνοντας υπόψη τις αδυναμίες της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής της ΛΑΚ που επισημάναμε στις προηγούμενες παραγράφους, στο κεφάλαιο αυτό προσπαθούμε να επισημάνουμε μερικούς από τους συντελεστές που θα μπορούσαν να έχουν και στην περίπτωση της Λατινικής Αμερικής στρατηγική σημασία για την αύξηση της κοινωνικής συνοχής.

6.2   Κράτος, θεσμοί και πολιτική

6.2.1

Είναι αδύνατο να μιλήσουμε για κοινωνική συνοχή, αν δεν υπάρχει εξασφάλιση ίσων δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες, με ίση κατοχύρωσή τους από τον νόμο, και αν αυτά τα δικαιώματα δεν μπορούν να διεκδικηθούν δικαστικώς και δεν υποστηρίζονται από οικονομικά και κοινωνικά προγράμματα που τα έχουν ως στόχο.

6.2.2

Είναι επίσης αδύνατο να διαρθρωθεί ένα σύγχρονο κράτος, που να επιτελεί τις λειτουργίες που του ζητούνται, χωρίς ένα δίκαιο, αποτελεσματικό και επαρκές φορολογικό σύστημα. Τα φορολογικά συστήματα στη ΛΑΚ χαρακτηρίζονται από αδυναμία των μηχανισμών διαχείρισης των εσόδων και φορολογικού ελέγχου, από τάση του συστήματος να κλίνει προς την έμμεση φορολογία, από χαμηλή φορολογική πίεση και από υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής. Είναι, συνεπώς, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες και οι οικονομίες της ΛΑΚ. Είναι πιθανό η υλοποίηση φορολογικών μεταρρυθμίσεων να συναντήσει την αντίσταση κοινωνικών και οικονομικών ομάδων συνηθισμένων στην οικονομική δραστηριότητα χωρίς φορολόγηση ή με ουσιαστικά φθίνουσες φορολογικές επιβαρύνσεις, αλλά αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την κοινωνική συνοχή.

6.2.3

Ομοίως, η κοινωνική συνοχή απαιτεί την ενεργό παρουσία του κράτους στην προαγωγή ειδικών πολιτικών για την αντιμετώπιση καταστάσεων κοινωνικής ανισότητας, την εφαρμογή πολιτικών ανακατανομής και αλληλεγγύης και την προώθηση των ίσων ευκαιριών για όλους τους πολίτες, εξαλείφοντας τις καταστάσεις κοινωνικού αποκλεισμού. Για τον σκοπό αυτό, στις χώρες της ΛΑΚ χρειάζονται καθολικά συστήματα κοινωνικής προστασίας, τα οποία, στις περισσότερες χώρες της περιοχής, είναι ανύπαρκτα ή πάσχουν από σοβαρές ελλείψεις ή ακόμη και ανισότητες.

6.2.3.1

Η κοινωνική συνοχή δεν επιτυγχάνεται μόνο με σχέδια δράσης κατά του κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά είναι απαραίτητα και συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, τα οποία να παρέχουν, μεταξύ άλλων, υγειονομική περίθαλψη και συντάξεις σε όλο τον πληθυσμό. Κρίνεται, επ' αυτού του θέματος, ιδιαίτερα επείγον να αντιμετωπιστούν οι βαθιές ανισότητες που δημιουργούνται έναντι του πληθυσμού μεγαλύτερης ηλικίας, ο οποίος πολλές φορές βρίσκεται στα όρια της φτώχειας ή/και του κοινωνικού αποκλεισμού. Η θέση σε εφαρμογή δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων γενικής κάλυψης, χρηματοδοτούμενων με τεχνικές αναδιανομής, είναι απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη λογικού βαθμού κοινωνικής συνοχής — χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να διατηρηθούν συμπληρωματικά συστήματα, με άλλα χαρακτηριστικά.

6.2.3.2

Τα συστήματα κοινωνικής προστασίας και ασφάλισης θα πρέπει, επίσης, να αναλύσουν δυνατούς τρόπους κάλυψης των αυτοαπασχολούμενων, των οιονεί αυτοαπασχολούμενων και των εργαζομένων στην ανεπίσημη οικονομία, τομείς με μεγάλη βαρύτητα στη ΛΑΚ, αξιοποιώντας για τον σκοπό αυτό τις εμπειρίες που υπάρχουν σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες.

6.2.3.3

Η βελτίωση της δημόσιας υγείας είναι άλλος ένας βασικός συντελεστής για τη βελτίωση της κοινωνικής συνοχής στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική. Η ευρωπαϊκή εμπειρία έχει δείξει ότι, από άποψη κοινωνικής αποτελεσματικότητας, τα δημόσια συστήματα υγείας που χρηματοδοτούνται σύμφωνα με αρχές αναδιανομής είναι πολύ πιο αλληλέγγυα, λιγότερο δαπανηρά και πιο συνεκτικά από τα καθεστώτα που διέπονται από το σύστημα της ιδιωτικής ασφάλισης.

6.2.3.4

Από τη δεκαετία του 1990 και μετά, ορισμένες χώρες της ΛΑΚ έθεσαν σε εφαρμογή δημόσια κοινωνικά προγράμματα προσανατολισμένα προς την ικανοποίηση ορισμένων βασικών αναγκών των πιο ευάλωτων ομάδων. Τα προγράμματα αυτά εξαρτώνται από συγκεκριμένες απαιτήσεις ή αντιπαροχές. Έτσι, τα εκπαιδευτικά προγράμματα εξαρτώνται από τον όρο της παρακολούθησης των μαθημάτων και τα προγράμματα χορήγησης τροφίμων από τον όρο των εκστρατειών εμβολιασμού και της ενημέρωσης σε θέματα υγιεινής διατροφής. Τα προγράμματα αυτά προωθούνται και εφαρμόζονται από το κράτος και έχουν εμφανή αντίκτυπο στην ανακατανομή του εισοδήματος, όπως και στη σχολική φοίτηση και στην υγεία. Σε άλλο πλαίσιο, ορισμένες κυβερνήσεις ανέλαβαν πρωτοβουλίες για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις πιστώσεις. Στη Βραζιλία, για παράδειγμα, διανεμήθηκαν ηλεκτρονικές κάρτες για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε μικροπιστώσεις εγγυημένες από το κράτος. Η ΕΕ θα μπορούσε να υποστηρίξει αυτόν τον τύπο καινοτόμων μέτρων σε μια στρατηγική υπέρ της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ.

6.2.3.5

H πλήρης κοινωνική προστασία των επίσημων εργασιακών σχέσεων, η προοδευτική επέκταση της κάλυψης στους εργαζόμενους της ανεπίσημης οικονομίας, η κοινωνική προστασία των ροών των μεταναστών και η εξάλειψη μερικών από τις θεμελιώδεις αιτίες της παιδικής θνησιμότητας αποτελούν επίσης σημαντικές προτεραιότητες μιας καλύτερης κοινωνικής κάλυψης στη ΛAK.

6.2.3.6

Ορισμένες εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της ΕΕ που βρίσκονται στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική λαμβάνουν κοινοτικές διαρθρωτικές ενισχύσεις, ιδίως για την ανάπτυξη βασικών υποδομών. Ωστόσο, το επίπεδο κοινωνικής συνοχής τους εξακολουθεί να είναι πολύ πιο χαμηλό από το ευρωπαϊκό, η ισχνή ολοκλήρωσή τους στην περιοχή της Καραϊβικής τις θέτει αντιμέτωπες με οικονομικές προκλήσεις για το μέλλον και μερικά από τα βασικά προϊόντα τους, όπως τα γεωργικά ή ο τουρισμός, ενδέχεται να υποστούν τον ανταγωνισμό των χωρών ΑΚΕ που απολαύουν προτιμησιακών συμφωνιών, ενώ το κόστος παραγωγής τους είναι υψηλότερο. Γι' αυτό, η ΕΕ πρέπει να λάβει υπόψη στις νέες δημοσιονομικές προοπτικές της την ανάγκη διατήρησης των ειδικών ενισχύσεων που χορηγούνται σε αυτές τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της Ένωσης.

6.3   Οικονομικές υποδομές. Έρευνα και ανάπτυξη

6.3.1

Η δημιουργία παντός είδους υποδομών (ιδίως, όσον αφορά τη ΛΑΚ, στους τομείς των μεταφορών, των επικοινωνιών, του πόσιμου νερού και της ενέργειας, με υποσχέσεις βιωσιμότητας και συντήρησης) είναι βασική προϋπόθεση της οικονομικής ανάπτυξης, της διεύρυνσης της παραγωγής και του εμπορίου και, σε τελική ανάλυση, της αύξησης της παραγωγικότητας. Η αύξηση της παραγωγικότητας προϋποθέτει επίσης την ενσωμάτωση μεγαλύτερου τεχνολογικού περιεχομένου στις παραγωγικές διαδικασίες, καθώς και την κατάρτιση όλων των συντελεστών του παραγωγικού συστήματος.

6.3.2

Η προσπάθεια των κοινωνιών της ΛΑΚ να ενταχθούν με ανταγωνιστικό τρόπο στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία πρέπει να βασιστεί σε μια αποφασιστική δράση των δημόσιων αρχών και του ιδιωτικού τομέα να αναπτύξουν πιο προηγμένες τεχνολογικές βάσεις, ούτως ώστε, όχι μόνο να γεφυρώσουν το χάσμα που τις χωρίζει από τις πιο αναπτυγμένες χώρες, αλλά και να προσπαθήσουν να κερδίσουν το στοίχημα της ανάπτυξης «από τη βάση προς τα άνω», ανταγωνιζόμενες στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου συστήματος παραγωγής.

6.3.3

Οι προσπάθειες να ενισχυθεί η συνεχής επιμόρφωση, μέσω συστημάτων επαγγελματικής κατάρτισης και ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, είναι ουσιώδεις για τον σκοπό αυτό. Στο πεδίο αυτό η ΕΕ μπορεί να συνεισφέρει με τις ειδικές της γνώσεις και την πείρα της στη διαχείριση συστημάτων επαγγελματικής κατάρτισης, στη διακρατική αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και στη δημιουργία εκπαιδευτικών υποδομών.

6.4   Εκπαίδευση

6.4.1

Η εκπαίδευση συνιστά βασικό παράγοντα για την άρση των εμποδίων που αντιτίθενται ή δυσχεραίνουν τις διεργασίες οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και είναι το βασικό στοιχείο για την εξασφάλιση της ισότητας ευκαιριών και της κοινωνικής κινητικότητας. Δεδομένων των χαρακτηριστικών που επισημάνθηκαν ανωτέρω (χαμηλή ποιότητα, ανισότητα στην πρόσβαση και έλλειψη σύνδεσης με το σύστημα παραγωγής), η εκπαίδευση στη ΛΑΚ, αντί να αποτελεί παράγοντα προόδου, κοινωνικής κινητικότητας και προαγωγής της δικαιοσύνης, ενδέχεται να αποβεί τελικά ένας μηχανισμός που παγιώνει και αναπαράγει την κοινωνική ανισότητα. Γι' αυτό, χωρίς να υποτιμώνται οι εκπαιδευτικοί χώροι που μπορεί να αναπτύξει η ιδιωτική πρωτοβουλία, το κράτος πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για την εξασφάλιση βασικής εκπαίδευσης σε όλους τους πολίτες υπό συνθήκες επαρκούς ποιότητας, για την εξασφάλιση της πρόσβασης χωρίς διακρίσεις στις ανώτερες βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος, για την καλύτερη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, για την ενθάρρυνση του ταλέντου όπου συναντάται και για την αποφυγή της δημιουργίας νέων μορφών αποκλεισμού εξαιτίας της καθιέρωσης της αποκαλούμενης «κοινωνίας της γνώσης».

6.5   Το σύστημα παραγωγής και ο δυναμισμός του

6.5.1

Η κοινωνική συνοχή χρειάζεται ένα αποτελεσματικό σύστημα παραγωγής, ικανό να παράγει απασχόληση και εισόδημα για όλους τους πολίτες. Γι' αυτό, είναι ουσιώδες στη ΛΑΚ να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον επιχειρηματικό ιστό τοπικού και περιφερειακού επιπέδου, ο οποίος αποτελείται από ένα ευρύ δίκτυο μικρών επιχειρήσεων, πολλές από τις οποίες ανήκουν σήμερα στην ανεπίσημη οικονομία και συμμετέχουν πλαγίως μόνο στις εθνικές αγορές, με αποτέλεσμα να έχουν πολύ μικρές δυνατότητες ανάπτυξης.

6.5.2

Η διεύρυνση της ανεπίσημης οικονομίας αποτελεί έκφραση, κατά πρώτο λόγο, της οικονομικής αδυναμίας των κρατών να ρυθμίσουν αγορές που μπορούν να επεκταθούν. Αντί για δυνατότητες διεύρυνσης, η ανεπίσημη οικονομία αντικατοπτρίζει, στις περισσότερες περιπτώσεις, οικονομίες με αναπτυξιακή υστέρηση και ελάχιστη δυνατότητα δημιουργίας αξιοπρεπών θέσεων απασχόλησης.

6.5.3

Η κοινωνική οικονομία — συνεταιρισμοί και κοινωνικές οργανώσεις — αποτελεί πολύ σημαντική οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα σε πολλές χώρες της ΕΕ. Στις λατινοαμερικανικές χώρες μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας προς μελλοντική διερεύνηση ως εναλλακτική λύση αντί της ανεπίσημης οικονομίας για την οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία απασχόλησης, την κοινωνική ενσωμάτωση και τη συμμετοχή ευρέων τμημάτων του πληθυσμού στην παραγωγική διαδικασία και αυτό αναγνωρίστηκε ρητώς στην πρόσφατη Διακήρυξη των Χωρών της Λατινικής Αμερικής (9).

6.5.4

Οι ελλείψεις στον τομέα των χρηματοδοτικών πόρων είναι ένα από τα εμφανέστερα εμπόδια των παραγωγικών συστημάτων της ΛΑΚ. Αυτό που δυσχεραίνει τη μεγαλύτερη και καλύτερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση δύσκολη για τους οικονομικούς φορείς και, ιδιαίτερα, για τις ΜΜΕ (σχεδόν το 80 % των επιχειρήσεων της ΛΑΚ είναι ΜΜΕ ή πολύ μικρές επιχειρήσεις), τους αυτοαπασχολούμενους, τους συνεταιρισμούς κ.λπ. δεν είναι μόνο τα πολύ χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης, αλλά και η αναποτελεσματικότητα των μηχανισμών διαμεσολάβησης. Χρειάζεται να αναπτυχθούν συστήματα μικροπιστώσεων και να ενισχυθεί η διαχειριστική ικανότητα των μικρών επιχειρήσεων ή των αυτοαπασχολούμενων.

6.5.5

Η σχετική σημασία που διατηρεί ακόμη ο πρωτογενής τομέας σε πολλές χώρες της ΛΑΚ τον τοποθετεί — μαζί με μια πολιτική τόσο κάθετης όσο και οριζόντιας στήριξης της βιομηχανικής ανάπτυξης — στο κέντρο των μεταρρυθμίσεων που εκκρεμούν για να επιτευχθεί μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Η επιδίωξη υψηλότερων επιπέδων παραγωγικότητας στη γεωργία, που σε πολλές χώρες αποτελεί βασική πηγή συναλλάγματος, πρέπει να συντελεστεί παράλληλα με την επίλυση κοινωνικών συγκρούσεων βαθιά ριζωμένων στις αγροτικές περιοχές της ΛΑΚ. Η γεωργική μεταρρύθμιση, με διαφορετικά σενάρια και περιεχόμενα ανάλογα με τη χώρα, εξακολουθεί να αποτελεί αναπόδραστη ανάγκη, προκειμένου να βρεθεί λύση για εκατομμύρια γεωργούς και ημερομίσθιους εργάτες που πλήττονται από τη φτώχεια, να αυξηθεί η κεφαλαιοποίηση και η παραγωγή της γεωργίας και να βελτιωθεί έτσι η οικονομική και κοινωνική συνοχή.

6.5.6

Η περιφερειακή οικονομική ολοκλήρωση (μια ολοκλήρωση όπου, εκτός από την ελευθέρωση των αγορών, προβλέπονται μηχανισμοί αντισταθμίσεων και αλληλεγγύης, αντίστοιχοι με τους μηχανισμούς των διαρθρωτικών ταμείων στην ΕΕ), όπως συντελείται σιγά-σιγά στη MERCOSUR, στην Κοινότητα των Άνδεων και μεταξύ αυτών των δύο υποπεριφερειακών ομάδων, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της ΛΑΚ, ιδίως αν σκεφθεί κανείς την ανάγκη διαφοροποίησης των λατινοαμερικανικών οικονομιών, ανάπτυξης ανταγωνιστικών παραγωγικών τομέων και προσέλκυσης ξένων επενδύσεων.

6.6   Διεύρυνση και ποιότητα της απασχόλησης

6.6.1

Στις περισσότερες χώρες της ΛΑΚ ο όγκος της ανεργίας αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα, κατά την άποψη των ίδιων των πολιτών τους (Αργεντινή, Ισημερινός, Κολομβία, Τζαμάικα κ.ά.), ενώ σε όλες αυτές τις χώρες η μη σταθερή απασχόληση αποκτά ανησυχητικές και αυξανόμενες διαστάσεις. Η επίτευξη υψηλότερου ποσοστού απασχόλησης και αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας για όλο τον εργαζόμενο πληθυσμό είναι δύο αναπόφευκτοι και κατεπείγοντες στόχοι για τις δημόσιες αρχές και τους κοινωνικούς εταίρους της ΛΑΚ.

6.6.2

Η αύξηση και η βελτίωση της απασχόλησης είναι στόχοι που απαιτούν βαθιές και συναινετικές παρεμβάσεις στη λειτουργία των αγορών εργασίας. Οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις που συντελέσθηκαν σε πολλές χώρες της ΛΑΚ δεν επέτυχαν τους εξαγγελθέντες στόχους της δημιουργίας απασχόλησης και της αύξησης της αξιοπρεπούς εργασίας· σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, συνέβαλαν στη γενίκευση του επισφαλούς χαρακτήρα της απασχόλησης, που φθάνει στη μέγιστη εκθετική του δύναμη στους υψηλούς αριθμούς ανεπίσημης εργασίας που παρατηρούνται.

6.6.3

Η θέσπιση μακροοικονομικών πολιτικών με στόχο τη μείωση της άκρας οικονομικής μεταβλητότητας, η τελειοποίηση των συστημάτων εργασιακής διαμεσολάβησης, η καλύτερη σύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με τη δημιουργία απασχόλησης, η ανάπτυξη κατάλληλων μηχανισμών προστασίας των εργαζομένων από την απώλεια εσόδων λόγω της συνεχούς εναλλαγής εργασίας, η διεύρυνση των επαγγελματικών προσόντων των εργαζομένων, η τήρηση της εργασιακής νομοθεσίας και η προαγωγή εργασιακών σχέσεων βασισμένων στη διαπραγμάτευση και τη συναίνεση είναι, συνεπώς, μερικές από τις διαρθρωτικές προϋποθέσεις για τη διεύρυνση και την καλύτερη ποιότητα της απασχόλησης στη ΛΑΚ.

6.7   Εργασιακά δικαιώματα και κοινωνικός διάλογος

6.7.1

Ο πρώην Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jacques Delors, όρισε το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο ως εκείνο που συνδυάζει κράτος και αγορά, ιδιωτική πρωτοβουλία και συλλογικά δικαιώματα, επιχείρηση και συνδικάτο. Η ύπαρξη δημοκρατικών πλαισίων για τις εργασιακές σχέσεις ήταν και είναι στην Ευρώπη βασικός παράγοντας οικονομικής ανταγωνιστικότητας και κοινωνικής συνοχής.

6.7.2

Εκτός από τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην εργασία (π.χ. εκείνων που περιέχονται στις θεμελιώδεις συμβάσεις της ΔΟΕ), αυτά τα συστήματα εργασιακών σχέσεων χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη αντιπροσωπευτικών συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων, από διαδικασίες συλλογικής διαπραγμάτευσης σε διάφορα επίπεδα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, από μορφές τριμερούς συνεννόησης των προσανατολισμών της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής (οι οποίες κυμαίνονται από διάφορους τρόπους διαπραγμάτευσης της νομοθεσίας μέχρι κοινωνικά σύμφωνα για τα εισοδήματα) και από διάφορες μορφές συμμετοχής των εργαζομένων στις επιχειρήσεις και στους κοινωνικούς θεσμούς (κοινωνική ασφάλιση, επαγγελματική κατάρτιση κ.λπ.).

6.7.3

Η ελλιπής ανάπτυξη πλήρως δημοκρατικών συστημάτων εργασιακών σχέσεων είναι μία από τις κυριότερες ελλείψεις των λατινοαμερικανικών κοινωνιών για την ενίσχυση της κοινωνικής τους συνοχής.

6.7.4

Τον Ιούλιο του 2001, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε ένα Πράσινο Βιβλίο με τίτλο «Προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την εταιρική κοινωνική ευθύνη», πρωτοβουλία η οποία προστίθεται, μεταξύ άλλων, στην «Τριμερή δήλωση αρχών για τις πολυεθνικές εταιρείες και την κοινωνική πολιτική» της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.

6.7.5

Το προαναφερθέν Πράσινο Βιβλίο απαριθμεί μια σειρά κριτηρίων για τον ορισμό της κοινωνικής ευθύνης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων: τον οικειοθελή χαρακτήρα των αναλαμβανόμενων ενεργειών (που υπερβαίνουν, συνεπώς, τις νομικές υποχρεώσεις στις οποίες υπόκεινται οι επιχειρήσεις), τη διάρκεια της αναλαμβανόμενης δέσμευσης (όχι μεμονωμένες ενέργειες, αλλά μια νέα μορφή διοίκησης της επιχείρησης), τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών, εντός και εκτός της επιχείρησης, στα θέματα που τα αφορούν και την απαίτηση διαφάνειας κατά την επίδειξη των πρακτικών κοινωνικής ευθύνης.

6.7.6

Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να προωθηθούν, προκειμένου να τα υιοθετήσουν οικειοθελώς όλες οι πολυεθνικές επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητα στη ΛΑΚ και ιδιαίτερα οι ευρωπαϊκές, ώστε να καταστούν ενισχυτικό και υποδειγματικό στοιχείο για την ανάπτυξη δημοκρατικών πλαισίων εργασιακών σχέσεων και υπεύθυνης συμπεριφοράς των επιχειρήσεων όσον αφορά τον σεβασμό των εργασιακών δικαιωμάτων και των περιβαλλοντικών υποχρεώσεων.

6.8   Μια διαρθρωμένη κοινωνία. Η ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών

6.8.1

Για την επίτευξη υψηλότερων επιπέδων δημοκρατίας, ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού και χρηστής διακυβέρνησης απαιτείται αύξηση των μορφών κοινωνικής συμμετοχής. Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί έκφραση των αιτημάτων των πολιτών για επίτευξη του γενικού συμφέροντος, κίνητρο για μια πιο αποτελεσματική διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων, μέσο ελέγχου από μέρους των πολιτών και μορφή πραγματικής συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων στους δημόσιους και ιδιωτικούς θεσμούς. Αποτελεί προϋπόθεση της καλής δημοκρατικής διακυβέρνησης.

6.8.2

Σύμφωνα με το Λατινοβαρόμετρο, «το πιο εμφανές χαρακτηριστικό στοιχείο της λατινοαμερικανικής κουλτούρας είναι τα χαμηλά επίπεδα διαπροσωπικής εμπιστοσύνης». Η ενθάρρυνση συλλογικών έργων αποτελεί, επομένως, βασική προϋπόθεση για την πολιτική στήριξη της πρόκλησης της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ.

6.8.3.

Η ενίσχυση αντιπροσωπευτικών οικονομικών και κοινωνικών οργανώσεων με ικανότητα σύναψης συμφωνιών και ανεξαρτησία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη καρποφόρου κοινωνικού διαλόγου και διαλόγου των πολιτών και, τελικά, για την ίδια την ανάπτυξη των λατινοαμερικανικών χωρών.

6.8.4

Στην ευρωπαϊκή εμπειρία, η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών υλοποιήθηκε ιστορικά, εκτός από το σύστημα των κομμάτων, και με τα προαναφερθέντα συστήματα εργασιακών σχέσεων και κοινωνικού διαλόγου — μία από τις εκφάνσεις των οποίων ήταν και η σύσταση Οικονομικών και Κοινωνικών Επιτροπών ή Συμβουλίων — και με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στους διάφορους κοινωνικούς θεσμούς (κοινωνικό διάλογο, κοινωνική προστασία, συστήματα προστασίας από την ανεργία, δημόσια ιδρύματα απασχόλησης και κατάρτισης κ.λπ.), τόσο σε τομεακό όσο και σε διατομεακό επίπεδο.

6.8.5

Η νομική αναγνώριση της σύστασης κοινωνικών ενώσεων — μεταξύ των οποίων τα τελευταία χρόνια έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη σπουδαιότητα και σημασία οι ΜΚΟ — ήταν άλλος ένας από τους πυλώνες στους οποίους στηρίχθηκε η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, όπως ήταν και οι συνομιλίες με διάφορες οργανώσεις υπεράσπισης συγκεκριμένων ομάδων και, πιο πρόσφατα, η ανάπτυξη του διαλόγου των πολιτών.

6.8.6

Το τοπικό πλαίσιο αποδείχθηκε ιδιαίτερα πρόσφορο για τη διάρθρωση αυτής της συμμετοχής, όπως και για την αλληλεπίδραση μεταξύ των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων του κοινωνικού διαλόγου και του διαλόγου των πολιτών.

7.   Οι σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική. Η επίδρασή τους στην κοινωνική συνοχή

7.1

Η ΕΟΚΕ έχει εκδώσει σειρά γνωμοδοτήσεων για τις σχέσεις ΕΕ-ΛΑΚ, για την πρωτοβουλία της Αμερικανικής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (FTAA/ALCA) και για τις σχέσεις με διάφορες περιφερειακές ομάδες ή χώρες (MERCOSUR, Μεξικό, Χιλή), στις οποίες ανέλυσε την κατάστασή τους, ιδίως από την οπτική της κοινωνικoοικονομικής διάστασης των διάφορων συμφωνιών σύνδεσης.

7.2   Πληρέστερες και πιο ισορροπημένες σχέσεις

7.2.1

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η εμβάθυνση των σχέσεων της ΕΕ με τη ΛΑΚ μπορεί, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, να συμβάλει δυναμικά στην επίτευξη μεγαλύτερης κοινωνικής συνοχής στη Λατινική Αμερική. Προς τούτο, η ΕΕ συνήψε πρόσφατα συμφωνίες πολιτικής σύνδεσης με την Κοινότητα των Άνδεων και με την Κεντρική Αμερική. Καθόρισε, επίσης, συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και χρονική προθεσμία για την αποπεράτωση των διαπραγματεύσεων με τη MERCOSUR.

7.2.2

Η ΕΟΚΕ ήταν πάντοτε υπέρ της ταχείας αποπεράτωσης αυτών των διαπραγματεύσεων με τη MERCOSUR, ώστε να μην εξαρτώνται από τις διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ — οι οποίες έχουν μείνει στάσιμες μετά την αποτυχία της τελευταίας διάσκεψης κορυφής στο Κανκούν — καθώς επίσης υπέρ μιας ισορροπημένης και ικανοποιητικής συμφωνίας, που να συμπεριλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα γεωργικά θέματα και τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.

7.2.3

Η σύναψη συμφωνίας με τη MERCOSUR και η εμβάθυνση των συμφωνιών με την Κοινότητα των Άνδεων και την Κοινή Αγορά της Κεντρικής Αμερικής αναμένεται να συντελέσουν σε μια καλύτερη ισορροπία των οικονομικών σχέσεων της ΕΕ με τη ΛΑΚ, που σήμερα χαρακτηρίζονται από το αυξανόμενο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου των λατινοαμερικανικών χωρών έναντι της ΕΕ.

7.2.4

Κατά την ΕΟΚΕ, για την ανάπτυξη μιας στρατηγικής συμμαχίας μεταξύ των δύο περιφερειών, σαν αυτή που συνέστησαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων στις συνόδους κορυφής του Ρίο και της Μαδρίτης, απαιτείται ο καθορισμός ενός κοινού προγράμματος εργασίας, το οποίο θα επιτρέψει να αρχίσουν σύντομα οι διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία σύνδεσης με ολόκληρη την περιφέρεια της Λατινικής Αμερικής.

7.2.5

Τα θεσμικά μέσα των σχέσεων ΕΕ-ΛΑΚ συνίστανται βασικά σε συμφωνίες και συνόδους κορυφής. Για να θεσπιστεί ένα πιο επιχειρησιακό πρόγραμμα εργασίας, χρειάζεται να εφαρμοστούν πιο διαρθρωμένοι τύποι σχέσης. Στις σχέσεις της ΕΕ με τις χώρες ΑΚΕ υπάρχει ήδη μια Μικτή Κοινοβουλευτική Συνέλευση και μία Μόνιμη Γραμματεία, με έδρα τις Βρυξέλλες. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, θα πρέπει να αναπτυχθούν πιο ευέλικτοι, πιο μόνιμοι και πιο διαρθρωμένοι μηχανισμοί σχέσης μεταξύ της ΕΕ και της ΛΑΚ, για να προαχθεί αυτή η ευρωλατινοαμερικανική συμμαχία.

7.2.6

Πρόκειται, σε τελική ανάλυση, για τον στρατηγικό προσανατολισμό των σχέσεων της ΕΕ, με όλες τους τις συνιστώσες — αναπτυξιακή βοήθεια και συνεργασία, αλλά και των εμπορικών, τεχνολογικών, πολιτικών, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών κ.λπ. σχέσεων — κατά τέτοιον τρόπο ώστε να εμπεριέχεται πάντα στη διατύπωσή τους ο στόχος της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ.

7.2.7

Πέρα από τις εμπορικές συμφωνίες, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι σχέσεις της ΕΕ με τη ΛΑΚ είναι σημαντικές για την ενίσχυση του ρόλου της ΕΕ στο διεθνές πλαίσιο, για τη στήριξη μιας διαδικασίας περιφερειακής ολοκλήρωσης στη ΛΑΚ, η οποία, αντίθετα από ό,τι το αρχικό σχέδιο της FTAA, θα επιτρέπει στην περιφέρεια, όπως και στις διάφορες υποπεριφερειακές ομάδες, να έχουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ικανότητα στο διεθνές πλαίσιο, και για την προώθηση μιας νέας διεθνούς οικονομικής τάξης και μιας παγκόσμιας διαχείρισης της παγκοσμιοποίησης, η οποία θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από πολυμέρεια, σεβασμό του διεθνούς δικαίου, προστασία του περιβάλλοντος, υπεράσπιση της ειρήνης και μείωση των αναπτυξιακών διαφορών μεταξύ του βόρειου και του νότιου ημισφαιρίου.

7.3   Ενίσχυση και συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών

7.3.1

Οι σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της ΛΑΚ θα πρέπει, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να προωθήσουν διαδικασίες περιφερειακής ολοκλήρωσης της Λατινικής Αμερικής, οι οποίες να περιλαμβάνουν, κατά το πρότυπο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, εκτός από τη μεγαλύτερη κλίμακα των αγορών για τη διευκόλυνση της οικονομικής δραστηριότητας, μηχανισμούς αλληλεγγύης και κοινωνικούς κανόνες που να συνοδεύουν την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς αυτών των διαδικασιών και να συμβάλλουν στην αύξηση του βαθμού κοινωνικής συνοχής.

7.3.2

Έτσι, η ΕΟΚΕ συνιστά να χρηματοδοτήσει η ΕΕ, κατά το πρότυπο του σχεδίου «Στήριξης της κοινωνικο-εργασιακής διάστασης της MERCOSUR», σχέδια για την ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης των διαδικασιών υποπεριφερειακής ολοκλήρωσης και την ενδυνάμωση των συμβουλευτικών οργάνων της ΟΚΠ στο σύνολο της ΛΑΚ.

7.3.3

Επίσης, η ΕΟΚΕ ζητεί να προβλεφθούν, σε όλες τις συμφωνίες της ΕΕ με τις διάφορες χώρες ή υποπεριφερειακές ομάδες της ΛΑΚ, θεσμοθετημένες διαδικασίες — όπως οι Μικτές Συμβουλευτικές Επιτροπές — συμμετοχής της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών και διαβούλευσης μαζί της κατά την ανάπτυξη αυτών των συμφωνιών. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, η ΕΕ θα πρέπει να υποστηρίξει τη σύσταση οργάνων συμμετοχής της ΟΚΠ όπου δεν υπάρχουν ακόμη ή την ενίσχυσή τους όπου υπάρχουν σε εμβρυακή μορφή.

7.3.4

Η ενθάρρυνση των άμεσων σχέσεων μεταξύ των κοινωνικο-επαγγελματικών οργανώσεων της ΕΕ και της ΛΑΚ μπορεί να συμβάλει στη μεταφορά εμπειριών, σε οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανταλλαγές και στην ενίσχυση των οργανώσεων της ΟΚΠ. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι ήδη υπάρχουσες εμπειρίες — Επιχειρηματικό Φόρουμ ΕΕ-MERCOSUR, Φόρουμ των ΜΚΟ ΕΕ-Κεντρικής Αμερικής και Φόρουμ των ΜΚΟ ΕΕ-Μεξικού — θα πρέπει να διευρυνθούν και σε άλλους τομείς όπως ο συνδικαλιστικός (άρχισε ήδη να λειτουργεί ένα Φόρουμ Εργαζομένων ΕΕ-MERCOSUR), ο γεωργικός ή ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας.

7.3.5

Επίσης, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί στην ΕΕ, κατά το πρότυπο των υφιστάμενων θέσεων του προϋπολογισμού για την ενίσχυση της αστικής ανάπτυξης, των ανταλλαγών τεχνολογίας ή των ανταλλαγών για σκοπούς επαγγελματικής κατάρτισης, μία θέση του προϋπολογισμού αφιερωμένη στην ενίσχυση των συνδικαλιστικών, επιχειρηματικών, κοινωνικών κ.λπ. οργανώσεων της ΟΚΠ στη ΛΑΚ.

7.3.6

Η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ θα πρέπει επίσης να συμμετάσχουν στην ενίσχυση των οργανώσεων των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών σε συνεργασία με την ΕΟΚΕ και τα άλλα όργανα της ΕΕ, όπως και με τη ΔΟΕ.

7.3.7

Η ύπαρξη ενός ανεπτυγμένου πλαισίου εργασιακών σχέσεων είναι ουσιώδης προϋπόθεση για την εμφάνιση διαδικασιών κοινωνικού διαλόγου, οι οποίες να ευνοούν τις παραγωγικές επενδύσεις, την αξιοπρεπή εργασία και τα εργασιακά δικαιώματα, μια προοπτική σταθερότητας για την οικονομική δραστηριότητα, τις παραγωγικές μεταλλαγές και την καλύτερη κατανομή του εισοδήματος. Στην ενίσχυση των κοινωνικών εταίρων, των συστημάτων διαπραγμάτευσης και επίλυσης των συγκρούσεων μεταξύ των μερών, των μορφών συμμετοχής στις επιχειρήσεις και του διαλόγου μεταξύ όλων των κοινωνικών φορέων θα μπορούσαν να συμβάλουν οι ευρωπαϊκές εμπειρίες και επιχειρηματικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις, όπως και διάφορα όργανα τόσο κοινοτικού όσο και εθνικού επιπέδου.

7.4   Παραγωγικές επενδύσεις και κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων

7.4.1

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας από τους πιο σημαντικούς επενδυτές στη Λατινική Αμερική. Η ροή των άμεσων επενδύσεων από τις ευρωπαϊκές χώρες διατηρεί αυξητική τάση, έτσι ώστε σήμερα να αντιστοιχεί στον μεγαλύτερο όγκο επενδυτικών πόρων που εισέρχονται στην περιοχή. Για να δημιουργηθούν οι εθνικές και διεθνείς συνθήκες για τη διασφάλιση της ποιότητας και της σταθερότητας αυτών των ροών, απαιτείται συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και της ΛΑΚ, ιδίως για την εξασφάλιση επενδύσεων σε υποδομές ως βάσης για την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Κατά την ΕΟΚΕ, η αποφασιστική δράση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που επενδύουν στη Λατινική Αμερική, με την υποστήριξη των κοινοτικών οργάνων και των κρατών μελών, πρέπει να αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο των σχέσεων με τη ΛΑΚ και της αύξησης των επιπέδων οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξής της.

7.4.2

Η χρηματοδοτική στήριξη για την ενίσχυση των ΜΜΕ αποδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντική στη ΛΑΚ, προπαντός για τη βελτίωση τόσο του φυσικού και τεχνολογικού της κεφαλαίου όσο και του ανθρώπινου δυναμικού της. Από αυτή την άποψη, θα ήταν πολύ θετικό να δημιουργηθεί ένα Ταμείο ΜΜΕ για τη Λατινική Αμερική, με συνεισφορές των κρατών μελών και της ΕΕ.

7.4.3

Η αύξηση αυτή των ευρωπαϊκών επενδύσεων θα πρέπει να συνοδευθεί από την ενίσχυση της οικειοθελούς δέσμευσης των επιχειρήσεων που επενδύουν στη ΛΑΚ να αναπτύξουν μια πολιτική κοινωνικής ευθύνης, η οποία να υπερβαίνει τις σχετικές εθνικές απαιτήσεις, είτε αυτές είναι νομικές είτε συμβατικές — και τα βασικά εργασιακά πρότυπα της ΔΟΕ και να μπορεί, έτσι, να αποτελεί στοιχείο αναφοράς κατά την οικοδόμηση δημοκρατικών πλαισίων εργασιακών σχέσεων.

7.4.3

Η θέσπιση ενός Χάρτη με τις αρχές της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων, αρχίζοντας από τις ευρωπαϊκές, ο οποίος θα μπορεί να εφαρμόζεται ελεύθερα από τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στην περιοχή, θα συμβάλει σημαντικά στην ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου, του σεβασμού του περιβάλλοντος και, τελικά, της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ.

7.5   Μετανάστευση

7.5.1

Οι μεταναστευτικές ροές από τη ΛΑΚ προς την ΕΕ έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η ΕΕ θα μπορούσε να συμβάλει στην κοινωνική συνοχή της ΛΑΚ με συμφωνίες που θα διευκολύνουν τη νόμιμη μετανάστευση, την ένταξη των μεταναστών και των οικογενειών τους στα κράτη μέλη της ΕΕ και τη διάρθρωση μιας πολιτικής (προγράμματα εκπαίδευσης και χρηματοδότησης παραγωγικών εγχειρημάτων με βάση την επαγγελματική πείρα, αποταμίευση, επαναπατρισμός των αποδήμων κ.λπ.) που θα αναπτυχθεί από κοινού από τις χώρες προέλευσης και υποδοχής. Θα μπορούσε έτσι να μετριαστεί η απώλεια ταλέντων και πρωτοβουλίας που συνεπάγονται για τις λατινοαμερικανικές χώρες οι διεργασίες μετανάστευσης προς την ΕΕ.

7.6   Επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια

7.6.1

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ΕΕ, όπως ζήτησε πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα πρέπει να αναπτύξει και να χρηματοδοτήσει επαρκώς ένα Ταμείο Διπεριφερειακής Αλληλεγγύης για τη Λατινική Αμερική (οι πόροι του οποίου θα προορίζονται για την κάλυψη της διαχείρισης και της χρηματοδότησης προγραμμάτων υγείας, εκπαίδευσης και καταπολέμησης της άκρας ένδειας, μεταξύ άλλων), να αυξήσει, σε σχέση με τις ήδη ανειλημμένες δεσμεύσεις της Ένωσης και των κρατών μελών της, το ύψος των συνεισφορών που προορίζει για τη Λατινική Αμερική με τη μορφή δημόσιας αναπτυξιακής βοήθειας (ΔΑΒ) και να αναπροσανατολίσει τους τρόπους εφαρμογής τους. Θα πρέπει επίσης να βελτιώσει τον συντονισμό με άλλους περιφερειακούς ή διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

7.6.2

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η ΕΕ θα πρέπει να ενσωματώσει τον στρατηγικό στόχο της κοινωνικής συνοχής σε όλες τις σχέσεις της (εμπορικές, τεχνολογικές, επιχειρηματικές, εκπαιδευτικές κ.λπ.) με τη ΛΑΚ. Ωστόσο, τόσο η αναπτυξιακή βοήθεια όσο και η αναπτυξιακή συνεργασία εξακολουθούν να έχουν μεγάλη σημασία. Στις πιο φτωχές χώρες της ΛΑΚ, η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί στις προσπάθειες καθορισμού μιας στρατηγικής για τη μείωση της φτώχειας, εξασφαλίζοντας τον προσανατολισμό της βοήθειας προς τον κεντρικό στόχο της καταπολέμησης της φτώχειας και προωθώντας έναν υψηλότερο βαθμό συντονισμού μεταξύ των χρηματοδοτών (τουλάχιστον των κοινοτικών). Στην περίπτωση των χωρών της ΛΑΚ με χαμηλότερη σχετική ανάπτυξη, η αναπτυξιακή συνεργασία της ΕΕ θα πρέπει να προσανατολιστεί προς τη διευκόλυνση των συνθηκών ένταξης των χωρών αυτών με πλεονεκτικούς όρους στο διεθνές περιβάλλον, τη μείωση του βαθμού της εξωτερικής τους ευπάθειας και την προώθηση πολιτικών που διορθώνουν τα επίπεδα ανισότητας και συντελούν στη νομιμοποίηση και την κοινωνική εδραίωση των θεσμών, συνδυάζοντας για τον σκοπό αυτό τον κοινωνικό διάλογο, την τεχνική βοήθεια, τη χρηματοδοτική συνεργασία και τη στήριξη στο διεθνές πλαίσιο.

7.6.3

Σε όλες τις περιπτώσεις, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να προσπαθήσουν να βελτιώσουν την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της βοήθειας. Πρώτον, προσπαθώντας να βελτιώσουν τον βαθμό συνοχής των δημόσιων πολιτικών· δεύτερον, αυξάνοντας τον συντονισμό μεταξύ των χρηματοδοτών· και, τρίτον, στηρίζοντας τις διαδικασίες ανάληψης της ευθύνης για την ανάπτυξη από τους παραλήπτες της βοήθειας, στους οποίους πρέπει να εναπόκεινται οι βασικές αποφάσεις στις διαδικασίες σχεδιασμού και διαχείρισης των παρεμβάσεων.

7.6.4

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, ένα μέρος της κοινοτικής βοήθειας θα πρέπει να αφιερωθεί στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής ικανότητας των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών της ΛΑΚ στους διεθνείς οργανισμούς — μέσω της υποστήριξης και της ενίσχυσης των αρμόδιων οργάνων. Εξάλλου, σε όλες τις χώρες της περιοχής, οι προσπάθειες της ΕΕ είναι απαραίτητο να επικεντρωθούν στην κατάρτιση ανθρώπινων πόρων προσαρμοσμένων στις συνθήκες των τοπικών αγορών και στην ενίσχυση των θεσμών.

7.7   Μείωση του βάρους του εξωτερικού χρέους και χρηματοδότηση της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής

7.7.1

Το εξωτερικό χρέος εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη σε πολλές χώρες της ΛΑΚ. Το υψηλό εξωτερικό χρέος και η υπολειτουργία των χρηματαγορών είναι παράγοντες που σχετίζονται και επηρεάζουν την υλοποίηση τόσο ξένων όσο και εγχώριων επενδύσεων. Όσον αφορά το χρέος, παρά την πρωτοβουλία της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την ελάφρυνση του χρέους των βαρύτερα χρεωμένων φτωχών χωρών (η Βολιβία, η Γουιάνα, η Νικαράγουα και η Ονδούρα είναι μερικές από τις λατινοαμερικανικές χώρες που ωφελούνται από αυτήν την πρωτοβουλία), τα προβλήματα των χωρών αυτών δεν έχουν επιλυθεί. Ακόμη και η παραγραφή του χρέους δεν θα είναι αρκετή, αν δεν συνοδευθεί από μέτρα στήριξης των παραγωγικών επενδύσεων.

7.7.2

Πάνω από το 50 % του χρέους των χωρών της ΛΑΚ είναι προς τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, να ξεκινήσουν διαδικασίες για την επανεξέταση, στους πολυμερείς οργανισμούς, των όρων αναδιαπραγμάτευσης του χρέους, τη θέσπιση μεθόδων εξόφλησής του μέσω προγραμμάτων περιβαλλοντικής ή εκπαιδευτικής συνεργασίας κ.λπ. ή ακόμη και την παραγραφή του χρέους σε συνδυασμό με δεσμεύσεις επενδύσεων (στήριξη της ανάπτυξης της υπαίθρου, ενίσχυση των ΜΜΕ, δημιουργία βασικών υποδομών, προγράμματα παροχής κινήτρων για νέα παραγωγικά εγχειρήματα από μέρους των επαναπατρισθέντων μεταναστών κ.ά.).

7.7.3

Η άντληση χρηματοδοτικών πόρων από τις διεθνείς χρηματαγορές είναι αναπόφευκτη για τις χώρες της ΛΑΚ, που έχουν περιορισμένη δυνατότητα εσωτερικού σχηματισμού κεφαλαίου. Η πρόσβαση στις χρηματαγορές αυτές, υπό κατάλληλες συνθήκες επάρκειας και κόστους, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους οργανισμούς αξιολόγησης του κινδύνου (rating), οι οποίοι, λειτουργώντας σε κατάσταση πρακτικού ολιγοπωλίου, αποσταθεροποιούν σε πολλές περιπτώσεις χρηματοδοτικά τις εθνικές αγορές και την πρόσβαση των χωρών της ΛΑΚ στις διεθνείς πιστώσεις. Η ενίσχυση, από τα κοινοτικά όργανα και από τους ευρωπαϊκούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, του ανταγωνισμού στις αγορές rating θα μπορούσε να συμβάλει στη μεγαλύτερη ανάπτυξη και συνοχή στη ΛΑΚ.

7.8   Ενίσχυση του τοπικού επιπέδου

7.8.1

Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, το τοπικό επίπεδο αποκτά ενισχυμένη σημασία ως βασικό πλαίσιο τόσο για την παραγωγική ανάπτυξη, τη δημιουργία απασχόλησης και την κοινωνική ενσωμάτωση όσο και για την υλοποίηση μιας περισσότερο συμμετοχικής δημοκρατίας. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν πείρα και θεσμούς (τις διάφορες μορφές κοινωνικού διαλόγου, την Επιτροπή των Περιφερειών, τη Διάσκεψη Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης κ.λπ.) που θα μπορούσαν να συμβάλουν πολύ σημαντικά στην ενίσχυση των τοπικών αρχών και των δράσεων στο τοπικό επίπεδο.

7.9   Ενίσχυση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας

7.9.1

Τα συστήματα κοινωνικής προστασίας είναι κεντρικά στοιχεία μιας στρατηγικής με στόχο την κοινωνική ενσωμάτωση, τη μείωση της φτώχειας και την αύξηση της κοινωνικής ευημερίας στην περιφέρεια της Λατινικής Αμερικής. Η ΕΕ θα μπορούσε να συμβάλει στον στόχο αυτό με την ενίσχυση καθολικών συστημάτων κοινωνικής προστασίας, την προώθηση της σύναψης διεθνών συμφωνιών μεταξύ των διάφορων χωρών της ΛΑΚ για τον συντονισμό των νομοθεσιών τους σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης, τη στήριξη του εκσυγχρονισμού της διαχείρισης των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και την ενθάρρυνση της εξειδικευμένης κατάρτισης σε αυτά τα θέματα.

7.10   Ενίσχυση και εξισορρόπηση της περιφερειακής ανάπτυξης της ΛΑΚ

7.10.1

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η ΕΕ θα μπορούσε να συμβάλει στη βελτίωση και τη μεγαλύτερη εξισορρόπηση της περιφερειακής ανάπτυξης της ΛΑΚ, σημαντικό παράγοντα για την ανάπτυξη και τη μεγαλύτερη αυτονομία της περιοχής, όχι μόνο μέσω συμφωνιών σύνδεσης, αλλά και μέσω τεχνικής βοήθειας, επενδύσεων σε υποδομές, θεσμικών διαδικασιών και της πείρας από τις κοινοτικές πολιτικές της. Στη συμβολή αυτή θα πρέπει να έχουν εξέχοντα ρόλο όχι μόνο η ΕΕ ή οι εθνικές κυβερνήσεις, αλλά και οι επιχειρηματικές, συνδικαλιστικές και κοινωνικές οργανώσεις.

7.11   Αειφόρος ανάπτυξη

7.11.1

Καθώς είναι κοινώς αποδεκτό ότι δεν είναι δυνατό να εξασφαλιστεί αειφόρος ανάπτυξη, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αν δεν υπάρξει πρόοδος στη μέριμνα για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, η ΕΕ θα μπορούσε να βοηθήσει τις χώρες της ΛΑΚ, στο πλαίσιο των σχέσεών της μαζί τους, να προωθήσουν μία εξειδίκευση της παραγωγής που να μην επιταχύνει την εξάντληση των φυσικών πόρων, που είναι τόσο άφθονοι στην περιοχή.

7.12   Η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

7.12.1

Πολλές εκθέσεις διεθνών οργανισμών τονίζουν τις δυσκολίες που υπάρχουν στη ΛΑΚ για την εξασφάλιση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν, σε αρκετές περιπτώσεις, αντικείμενο δίωξης, δυσφήμησης, βασανιστηρίων ή δολοφονίας. Σύμφωνα με μία έκθεση των Ηνωμένων Εθνών του 2002, το 90 % των δολοφονιών υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο συμβαίνουν στη Λατινική Αμερική. Η δίωξη καθ' όλα νόμιμων κοινωνικών ηγετών ως εγκληματιών αποτελεί μεγάλη τροχοπέδη για την καταπολέμηση του αποκλεισμού και της κοινωνικής ανισότητας. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, θα ήταν ιδιαίτερο σκόπιμο να θεσπίσει η ΕΕ ένα Πρόγραμμα Προστασίας των Υπερασπιστών των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη ΛΑΚ.

7.13   Ανοιχτή γνωμοδότηση

7.13.1

Η παρούσα γνωμοδότηση είναι ανοιχτή και θα ολοκληρωθεί μόνο μετά τη συζήτηση για την κοινωνική συνοχή στη ΛΑΚ κατά την Τρίτη Συνάντηση της Οργανωμένης Κοινωνίας των Πολιτών ΕΕ-Λατινικής Αμερικής, που θα πραγματοποιηθεί στο Μεξικό τον προσεχή Απρίλιο. Εδώ διατυπώνουμε μερικές προτάσεις για τις δυνατές συνεισφορές που θα μπορούσε να προωθήσει η ΕΕ για την αύξηση της κοινωνικής συνοχής στη ΛΑΚ. Λείπει, όμως, η συμβολή των απόψεων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής για το τι πρέπει να γίνει σε ορισμένους στρατηγικούς τομείς — τον ρόλο του κράτους και των οργάνων του, τη φορολογία, την εκπαίδευση, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, τις οικονομικές υποδομές και τη βιομηχανική πολιτική, τα πλαίσια εργασιακών σχέσεων, τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων — για να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο κοινωνικής συνοχής στην περιοχή. Όταν λάβουμε τις συμβολές τους και πραγματοποιηθεί η σχετική συζήτηση, θα μπορέσουμε να προσθέσουμε ένα παράρτημα στην παρούσα γνωμοδότηση ή και να εκπονήσουμε μια άλλη, συμπληρωματική, για να διαβιβάσουμε έτσι στην Επιτροπή τις «απόψεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών της Λατινικής Αμερικής, της Καραϊβικής και της Ευρώπης», στις οποίες αναφέρθηκε ο Επίτροπος Patten στην επιστολή με την οποία ζήτησε αυτή τη γνωμοδότηση.

Βρυξέλλες, 25 Φεβρουαρίου 2004.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger BRIESCH


(1)  Επιστολή του Επιτρόπου Patten προς τον Πρόεδρο Briesch της 1ης Ιουλίου 2003: «… ο ρόλος που διαδραματίζουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που επενδύουν στις χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής στην απόδειξη ότι οι “κοινωνικές πολιτικές” που εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις μπορούν επίσης να αποβούν επωφελείς για την ανταγωνιστικότητα». Βλ. επίσης τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20ής Ιουλίου 2002 θέμα «Πράσινη Βίβλος: Ευρωπαϊκό πλαίσιο συνθηκών για την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων» (ΕΕ C 125/2002), στην οποία αναπτύσσεται η έννοια της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων.

(2)  «Κοινωνικό πανόραμα της Λατινικής Αμερικής 2002-2003», CEPAL (2003). Σαντιάγκο, Χιλή.

(3)  «Κοινωνικό πανόραμα της Λατινικής Αμερικής 2002-2003», CEPAL. Σαντιάγκο, Χιλή

(4)  «Προς τον στόχο της χιλιετίας να μειωθεί η φτώχεια στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική», CEPAL. Σαντιάγκο, Χιλή.

(5)  «Ζητούνται καλές θέσεις απασχόλησης: οι αγορές εργασίας στη Λατινική Αμερική» (http://www.iadb.org/res/ipes).

(6)  http://www.latinobarometro.org

(7)  http://www.latinobarometro.org

(8)  Pablo Fajnzylber, Daniel Lederman και Norman Loayza: «Inequality and violent crime», Παγκόσμια Τράπεζα, Ουάσιγκτον (2000).

(9)  13η Σύνοδος Κορυφής των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής, Santa Cruz de la Sierra, Βολιβία, 14 και 15 Νοεμβρίου 2003.