52003PC0348

Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου με την οποία εξουσιοδοτούνται τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών (Σύμβαση της Χάγης του 1996) ή να επικυρώσουν την εν λόγω σύμβαση για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας /* COM/2003/0348 τελικό - CNS 2003/0127 */


Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ με την οποία εξουσιοδοτούνται τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών (Σύμβαση της Χάγης του 1996) ή να επικυρώσουν την εν λόγω σύμβαση για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Στόχος της παρούσας πρότασης

1. Η Επιτροπή προτείνει να εξουσιοδοτήσει το Συμβούλιο κατ' εξαίρεση τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση της 19ης Οκτωβρίου 1996 σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών (στο εξής "η σύμβαση") ή να επικυρώσουν την εν λόγω σύμβαση.

Συγκρότηση κοινού χώρου δικαιοσύνης στο εσωτερικό της Κοινότητας

2. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα προωθεί την εγκαθίδρυση ενός κοινού χώρου δικαιοσύνης που θα βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων. Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξέδωσαν, τον Δεκέμβριο του 2000, ένα πρόγραμμα μέτρων που στοχεύει στην προοδευτική κατάργηση της κήρυξης της εκτελεστότητας σε τέσσερις τομείς εργασίας [1]. Όσον αφορά τις αποφάσεις για τη γονική μέριμνα, που εμπίπτουν στον τομέα της δράσης ΙΙ του προγράμματος αμοιβαίας αναγνώρισης, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1347/2000 του Συμβουλίου (ο κανονισμός "Βρυξέλλες ΙΙ") προβλέπει αυτή τη στιγμή την αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων σχετικά με τη γονική μέριμνα των κοινών τέκνων των συζύγων στα πλαίσια δίκης περί γαμικών διαφορών [2]. Η Επιτροπή υπέβαλε στις 3 Μαΐου 2002 μία πρόταση κανονισμού για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας [3]. Η εν λόγω πρόταση κανονισμού επεκτείνει την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης σε όλες τις αποφάσεις στον τομέα της γονικής μέριμνας. το κείμενο αυτό θα καταργήσει και αντικαταστήσει, από της εκδόσεώς του, τον κανονισμό αριθ. 1347/2000 του Συμβουλίου.

[1] Πρόγραμμα μέτρων σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των αποφάσεων στον τομέα των αστικών και εμπορικών υποθέσεων, ΕΕ C 12, 15.01.2001, σ. 1.

[2] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1347/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας έναντι των κοινών τέκνων των συζύγων, ΕΕ L 160, 30.06.2000, σ. 1.

[3] Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1347/2000 και τροποποιεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 44/2001 όσον αφορά τα θέματα διατροφής, 03.05.2002, COM(2002) 222 τελικό.

Η σύμβαση της Χάγης του 1996

3. Η σύμβαση συνάφθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1996 στο πλαίσιο της Διάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο και άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2002. Περιέχει κανόνες σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών. Το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλη συνάφεια μεταξύ των πεδίων εφαρμογής της σύμβασης και του μελλοντικού κανονισμού στον τομέα της γονικής μέριμνας, θα διευκολύνει την παράλληλη εφαρμογή των δύο αυτών μέσων.

4. Η Κοινότητα, μέχρι στιγμής, δεν είναι μέλος της Διάσκεψης της Χάγης και δεν συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για τη σύμβαση. Μόνον κράτη μπορούν να προσχωρήσουν στη σύμβαση αυτή. Τα κράτη μέλη που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις για τη σύμβαση αυτή θεώρησαν ότι η σύμβαση παρουσίαζε μεγάλη χρησιμότητα για την προστασία των παιδιών στις περιπτώσεις που υπερβαίνουν τα σύνορα της Κοινότητας και ότι αποτελούσε κατά συνέπεια ένα χρήσιμο συμπλήρωμα της κοινοτικής νομοθεσίας, σημερινής και μελλοντικής, στον τομέα αυτό. Έτσι, ζήτησαν με επιμονή την ανάληψη μιας δράσης της Κοινότητας, ώστε το κείμενο αυτό να μπορεί να αρχίσει να ισχύει το συντομότερο.

Η υπογραφή και η επικύρωση της σύμβασης από τα κράτη μέλη για λογαριασμό της Κοινότητας

5. Σύμφωνα με τη νομολογία AETR [4] του Δικαστηρίου σχετικά με την αρμοδιότητα σε θέματα εξωτερικών σχέσεων, τα κράτη μέλη δεν έχουν πλέον την ευχέρεια να προσχωρήσουν αυτόνομα στη σύμβαση, διότι οι διατάξεις της σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και την εκτέλεση επηρεάζουν την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία που περιλαμβάνεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1347/2000 του Συμβουλίου. Εξάλλου, η σύμβαση αναφέρεται σε θέματα τα οποία διέπονται από τον μελλοντικό κανονισμό στον τομέα της γονικής μέριμνας. Κατά συνέπεια, η Κοινότητα και τα κράτη μέλη έχουν κοινή αρμοδιότητα για τη σύναψη της σύμβασης αυτής.

[4] Υπόθεση 22/70, Επιτροπή κατά Συμβουλίου, ("AETR"), Συλλογή [1971] σ. 263.

6. Η Επιτροπή υπέβαλε, στις 20 Νοεμβρίου 2001, μία πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου που εξουσιοδοτούσε τα κράτη μέλη που υπόκεινται στον τομέα αυτό στην κοινοτική νομοθεσία να υπογράψουν τη σύμβαση για λογαριασμό της Κοινότητας. Η πρόταση αυτή προέβλεπε ότι μια παρέκκλιση από τη συνήθη άσκηση της κοινοτικής αρμοδιότητας δυνάμει του άρθρου 300 της Συνθήκης θα μπορούσε να είναι κατ' εξαίρεση αιτιολογημένη στην ειδική αυτή περίπτωση λόγω της χρησιμότητας της σύμβασης για την προστασία των παιδιών και της αναγκαιότητας να διασφαλιστεί μια γρήγορη έναρξη ισχύος της.

7. Στις 19 Δεκεμβρίου 2002, το Συμβούλιο αποφάσισε να εξουσιοδοτήσει τα κράτη μέλη να υπογράψουν τη σύμβαση για λογαριασμό της Κοινότητας. Η απόφαση αυτή εντασσόταν στο πλαίσιο μιας σφαιρικής πολιτικής συμφωνίας σχετικά με το ζήτημα της απαγωγής παιδιών στο πλαίσιο του μελλοντικού κανονισμού του Συμβουλίου στον τομέα της γονικής μέριμνας. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή συμφώνησαν με την ευκαιρία αυτή ότι την εν λόγω απόφαση θα ακολουθήσει πρόταση της Επιτροπής για απόφαση του Συμβουλίου που θα εξουσιοδοτεί τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση για λογαριασμό της Κοινότητας ή να την επικυρώσουν σε εύθετο χρόνο και το αργότερο έξι μήνες μετά την έκδοση της απόφασης που θα επιτρέπει την υπογραφή της.

8. Η εγκαθίδρυση ενός κοινού χώρου δικαιοσύνης βασισμένου στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων προϋποθέτει ότι οποιαδήποτε απόφαση εκδίδεται από δικαστήριο κράτους μέλους θα αναγνωρίζεται και θα εκτελείται στα λοιπά κράτη μέλη, βάσει ενός συνόλου κοινών κανόνων. Για τους λόγους αυτούς, το άρθρο 2 της απόφασης του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2002 απαιτεί από τα κράτη μέλη να δηλώσουν, κατά την υπογραφή, ότι οποιαδήποτε απόφαση εκδίδεται από εθνικό δικαστήριο και αφορά μία πλευρά της σύμβασης αναγνωρίζεται και εκτελείται στα λοιπά κράτη μέλη κατ' εφαρμογή των σχετικών κανόνων του κοινοτικού δικαίου. Η ίδια αυτή δήλωση γίνεται κατά τη σύναψη της σύμβασης.

9. Τα κράτη μέλη, με εξαίρεση τις Κάτω Χώρες υπέγραψαν συγχρόνως τη σύμβαση στη Χάγη (Κάτω Χώρες) την 1η Απριλίου 2003. Οι Κάτω Χώρες είχαν ήδη υπογράψει τη σύμβαση την 1η Σεπτεμβρίου 1997, ήτοι πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ. Κατά την υπογραφή, τα κράτη μέλη προέβησαν στη δήλωση που προβλέπεται στο σημείο 8.

10. Η παρούσα απόφαση θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση ή να την επικυρώσουν για λογαριασμό της Κοινότητας.

11. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο για τη θέση της Δανίας, που επισυνάπτεται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το εν λόγω κράτος μέλος δεν υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.1347/2000 ούτε είναι υποχρεωμένο να τις εφαρμόζει. Κατά συνέπεια, η Δανία είναι ελεύθερη να αποφασίσει να εγκρίνει ή όχι τη σύμβαση της Χάγης του 1996. Ωστόσο, το καθήκον συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 10 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας έχει ως συνέπεια να είναι υποχρεωτική η διεξαγωγή διαβουλεύσεων για το συγκεκριμένο θέμα με τα υπόλοιπα κράτη μέλη, στο πλαίσιο του Συμβουλίου.

2003/0127 (CNS)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ με την οποία εξουσιοδοτούνται τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών (Σύμβαση της Χάγης του 1996) ή να επικυρώσουν την εν λόγω σύμβαση για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 61 σημείο γ), το άρθρο 65, 67 παράγραφος 1 και το άρθρο 300, παράγραφος 2, εδάφιο 1 και παράγραφος 3, εδάφιο 1,

την πρόταση της Επιτροπής [5],

[5] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [6],

[6] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα προωθεί την εγκαθίδρυση ενός κοινού χώρου δικαιοσύνης, βασισμένου στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων.

(2) Η σύμβαση σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών, που συνάφθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1996 στο πλαίσιο της διάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, παρουσιάζει μεγάλη χρησιμότητα για την προστασία των παιδιών σε διεθνές επίπεδο και για τον λόγο αυτό είναι ευκταίο να τεθούν σε εφαρμογή οι διατάξεις της το συντομότερο δυνατό.

(3) Ορισμένα άρθρα της εν λόγω σύμβασης επηρεάζουν το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση, την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων και ιδίως τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1347/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας έναντι των κοινών τέκνων των συζύγων [7]. Εξάλλου, η σύμβαση αναφέρεται σε πλευρές που διέπονται από τον μελλοντικό κανονισμό του Συμβουλίου στον τομέα της γονικής μέριμνας [8]. Τα κράτη μέλη διατηρούν τη δικαιοδοσία τους στους τομείς που διέπονται από τη σύμβαση οι οποίοι δεν επηρεάζουν την κοινοτική νομοθεσία, ισχύουσα ή μελλοντική. Η Κοινότητα και τα κράτη μέλη έχουν κατά τον τρόπο αυτό κοινή αρμοδιότητα για τη σύναψη της σύμβασης.

[7] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1347/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας έναντι των κοινών τέκνων των συζύγων, ΕΕ L 160, 30.06.2000, σ. 19.

[8] Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1347/2000 και τροποποιεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 44/2001 όσον αφορά τα θέματα διατροφής, 03.05.2002, COM(2002) 222 τελικό.

(4) Η σύμβαση προβλέπει ότι μόνον κυρίαρχα κράτη μπορούν να αποτελέσουν μέρη της. Γι'αυτό τον λόγο, η Κοινότητα δεν μπορεί σήμερα να την επικυρώσει ή να προσχωρήσει σε αυτήν.

(5) Κατά συνέπεια, το Συμβούλιο πρέπει να εξουσιοδοτήσει κατ' εξαίρεση τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στην εν λόγω σύμβαση ή να την επικυρώσουν για λογαριασμό της Κοινότητας, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση.

(6) Η παρούσα απόφαση αποτελεί συνέχεια της απόφασης του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2002, η οποία εξουσιοδοτούσε τα κράτη μέλη να υπογράψουν τη σύμβαση για λογαριασμό της Κοινότητας. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή συμφώνησαν με την ευκαιρία αυτή ότι η εν λόγω απόφαση θα είχε ως συνέχεια μια πρόταση της Επιτροπής σχετικά με απόφαση του Συμβουλίου που θα εξουσιοδοτούσε τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση για λογαριασμό της Κοινότητας ή να την επικυρώσουν σε εύθετο χρόνο και το αργότερο έξι μήνες μετά την έκδοση της απόφασης που θα επέτρεπε την υπογραφή.

(7) Για να υπάρξουν εγγυήσεις για την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων σχετικά με την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων στην Κοινότητα, το άρθρο 2 της απόφασης του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2002 ζητά από τα κράτη μέλη να προβούν στη δήλωση που επισυνάπτεται στο παράρτημα συγχρόνως με την υπογραφή της σύμβασης.

(8) Τα κράτη μέλη με εξαίρεση τις Κάτω Χώρες υπέγραψαν τη σύμβαση της Χάγης την 1η Απριλίου 2003. Οι Κάτω Χώρες είχαν ήδη υπογράψει τη σύμβαση την 1η Σεπτεμβρίου 1997, ήτοι πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ. Τα κράτη μέλη, με την ευκαιρία αυτή, προέβησαν στη δήλωση που επισυνάπτεται στο παράρτημα.

(9) Τα κράτη μέλη προβαίνουν στη δήλωση που περιλαμβάνεται στο παράρτημα, επίσης συγχρόνως με τη σύναψη της σύμβασης.

(10) Συγχρόνως, τα κράτη μέλη επικυρώνουν τη σύμβαση ή προσχωρούν σε αυτή. Τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο της διαδικασίας επικύρωσης ώστε να προετοιμάσουν την κατάθεση των μέσων επικύρωσής τους.

(11) Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν στην έκδοση και εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(12) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας, που επισυνάπτεται στη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

1. Το Συμβούλιο εξουσιοδοτεί τα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση της 19ης Οκτωβρίου 1996 σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών ή να επικυρώσουν την εν λόγω σύμβαση για λογαριασμό της Κοινότητας, τηρουμένων των όρων που προβλέπονται στα επόμενα άρθρα.

2. Το κείμενο της σύμβασης επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

3. Στην παρούσα απόφαση ως "κράτος μέλος" νοούνται όλα τα κράτη μέλη πλην της Δανίας.

Άρθρο 2

Κατά την επικύρωση της σύμβασης ή την προσχώρηση σε αυτή, τα κράτη μέλη προβαίνουν στη δήλωση που περιλαμβάνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 3

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να καταθέσουν συγχρόνως τα μέσα επικύρωσης ή προσχώρησης στη σύμβαση στο Υπουργείο Εξωτερικών του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, πριν από την 1η Ιανουαρίου του 2005.

2. Τα κράτη μέλη συμφωνούν με το Συμβούλιο και την Επιτροπή, πριν από την 1η Ιουλίου 2004, για την ημερομηνία κατάθεσης των εγγράφων επικύρωσης. Βάσει αυτού, καθορίζονται η ημερομηνία και οι λεπτομέρειες της ταυτόχρονης κατάθεσης.

Βρυξέλλες, [...]

Για το Συμβούλιο

Ο πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δήλωση που πραγματοποιείται από τα κράτη μέλη κατά την προσχώρηση στη σύμβαση της 19ης Οκτωβρίου 1996 σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών ή κατά την επικύρωσή της

"Τα άρθρα 23, 26 και 52 της σύμβασης επιτρέπουν κάποιο βαθμό ευκαμψίας ώστε τα συμβαλλόμενα μέλη να μπορούν να εφαρμόσουν απλά και γρήγορα ένα καθεστώς αναγνώρισης και εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων. Η κοινοτικοί κανόνες προβλέπουν ένα σύστημα αναγνώρισης και εκτέλεσης που είναι τουλάχιστον εξίσου ευνοϊκό με εκείνο που προβλέπεται από τους κανόνες της σύμβασης. Κατά συνέπεια, κάθε απόφαση που εκδίδεται από δικαστήριο κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τα θέματα στα οποία αναφέρεται η σύμβαση αναγνωρίζεται και εκτελείται [9] κατ' εφαρμογή των σχετικών κανόνων του κοινοτικού δικαίου [10]."

[9] Στο κράτος μέλος που προβαίνει στη δήλωση.

[10] Ο κανονισϴός (EΚ) αριθ. 1347/2000 του Συϴβουλίου διαδραϴατίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο στον τοϴέα αυτό, διότι αναφέρεται στη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων, σε γαϴικές διαφορές και διαφορές γονικής ϴέριϴνας έναντι των κοινών τέκνων των συζύγων.