52000PC0385

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών /* COM/2000/0385 τελικό - COD 2000/0189 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 365 E της 19/12/2000 σ. 0223 - 0229


Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών

(υποβάλλεται από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγή

Η προτεινόμενη οδηγία προορίζεται να αντικαταστήσει την οδηγία 97/66/ΕΚ περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα, η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στις 15 Δεκεμβρίου 1997 και που έπρεπε να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο το αργότερο έως τις 24 Οκτωβρίου 1998.

Σκοπός της πρότασης δεν είναι να εισαγάγει σημαντικές αλλαγές στην ουσία της ισχύουσας οδηγίας, αλλά απλά να προσαρμόσει και να ενημερώσει τις τρέχουσες διατάξεις ως προς τις νέες και αναμενόμενες εξελίξεις στον τομέα των υπηρεσιών και τεχνολογιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Κατά συνέπεια, η πλειοψηφία των διατάξεων της ισχύουσας οδηγίας μεταφέρονται στη νέα πρόταση ως έχουν, υποκείμενες σε επουσιώδεις τροποποιήσεις όσον αφορά τη σύνταξη.

2. Σκοποί και στόχοι

Μία από τις κανονιστικές αρχές που τέθηκε κατά την αναθεώρηση του κανονιστικού πλαισίου για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών του 1999 είναι η θέσπιση τεχνολογικά ουδέτερων κανόνων, δηλαδή κανόνων που δεν επιβάλλουν τη χρήση ενός συγκεκριμένου είδους τεχνολογίας, ούτε κάνουν διακρίσεις υπέρ της χρησιμοποίησης συγκεκριμένου είδους τεχνολογίας, αλλά εξασφαλίζουν ότι η ίδια υπηρεσία υπόκειται σε αντίστοιχες κανονιστικές ρυθμίσεις, ανεξάρτητα από το μέσο με το οποίο παρέχεται.

Αυτό συνεπάγεται επίσης ότι σε όλους τους καταναλωτές και χρήστες θα παρέχεται το ίδιο επίπεδο προστασίας ανεξάρτητα από την τεχνολογία που χρησιμοποιείται για μία συγκεκριμένη υπηρεσία. Η διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής των πολιτών αποτελεί έναν από τους δεδηλωμένους στόχους της αναθεώρησης του 1999.

3. Προτεινόμενες αλλαγές

Ορισμοί και ορολογία

Η παρούσα πρόταση αντικαθιστά τους υφιστάμενους ορισμούς τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και δικτύων της οδηγίας 97/66/ΕΚ με ορισμούς υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών με σκοπό την εναρμόνιση της ορολογίας με την προτεινόμενη οδηγία που θεσπίζει ένα κοινό πλαίσιο υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η ενημέρωση των εν λόγω ορισμών είναι απαραίτητη προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι καλύπτονται όλοι οι πιθανοί τύποι υπηρεσιών μετάδοσης ηλεκτρονικών επικοινωνιών ανεξάρτητα από την χρησιμοποιούμενη τεχνολογία.

Επιπλέον, προστίθενται τέσσερις νέοι ορισμοί, αυτοί των κλήσεων, των επικοινωνιών, των δεδομένων κίνησης και των δεδομένων θέσης, για την ενίσχυση της κατανόησης αυτών των όρων και συνεπώς για τη βελτίωση της εναρμονισμένης εφαρμογής των σχετικών άρθρων σε όλη την Κοινότητα.

Δεδομένα κίνησης

Το άρθρο 6 της ισχύουσας οδηγίας 97/66/EΚ σχετικά με τα δεδομένα κίνησης αναφέρεται μόνο στις «κλήσεις» και, αν ερμηνευτεί με την αυστηρή έννοια του όρου, αναφέρεται μόνο στις λεγόμενες συνδέσεις μεταγωγής μέσω κυκλωμάτων (παραδοσιακή φωνητική τηλεφωνία) αλλά όχι στις μεταδόσεις πακετομεταγωγής (μετάδοση δεδομένων, χρήση Internet). Δεν είναι τεχνολογικά ουδέτερο να προστατεύονται μόνο τα δεδομένα κίνησης που παράγονται κατά την πραγματοποίηση των παραδοσιακών τηλεφωνικών κλήσεων και όχι παρόμοια δεδομένα κίνησης που παράγονται κατά τη μετάδοση επικοινωνιών στο Internet.

Συνεπώς, ο υφιστάμενος όρος «πραγματοποίηση κλήσης» στο άρθρο 6 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από τον όρο «μετάδοση μιας επικοινωνίας» έτσι ώστε να καλύπτει το σύνολο των δεδομένων κίνησης με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο.

Μια ακόμη τροποποίηση στο άρθρο 6 παράγραφος 3 παρέχει τη δυνατότητα περαιτέρω επεξεργασίας των δεδομένων κίνησης και όχι μόνο των δεδομένων χρέωσης, για σκοπούς υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας με τη συγκατάθεση του συνδρομητή ή του χρήστη. Με την επέκταση των διασφαλίσεων προστασίας των δεδομένων προκειμένου να συμπεριλάβουν τα δεδομένα κίνησης που παράγονται από ένα δίκτυο μετάδοσης ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η υφιστάμενη δυνατότητα περαιτέρω επεξεργασίας των δεδομένων κίνησης, η οποία περιορίζεται στα δεδομένα χρέωσης και μόνο για την απευθείας εμπορική προώθηση των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είναι πλέον πολύ περιορισμένη. Σήμερα, έχουν αναπτυχθεί και προσφέρονται υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας που βασίζονται σε συγκεκριμένα δεδομένα κίνησης, και δεν συντρέχει κανένας λόγος απαγόρευσης αυτών των υπηρεσιών εφόσον ο συνδρομητής συγκατατίθεται στη χρήση των δεδομένων κίνησης για τους σκοπούς των εν λόγω υπηρεσιών.

Από την άλλη πλευρά, είναι πολύ σημαντικό για το συνδρομητή να είναι πλήρως ενημερωμένος σχετικά με τον τύπο των υπό επεξεργασία δεδομένων και το σκοπό που εξυπηρετεί αυτή η επεξεργασία. Για το λόγο αυτό, στο άρθρο 6 παράγραφος 4 προστίθεται η ρητή υποχρέωση ενημέρωσης των συνδρομητών για τα προσωπικά δεδομένα που συλλέγονται. Αυτό παρέχει στους συνδρομητές το δικαίωμα να ελέγχουν και, όταν αυτό είναι αναγκαίο, να αρνούνται τη συνέχιση της επεξεργασίας των δεδομένων.

Τέλος, προτείνεται να απαλειφθεί το παράρτημα της οδηγίας 97/66/ΕΚ σχετικά με τα δεδομένα κίνησης και χρέωσης. Με την εμφάνιση πολλών διαφορετικών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οι οποίες χρεώνονται με εξίσου πολλούς τρόπους (μετρητής, ενιαίο τέλος, προπληρωμή), το υφιστάμενο παράρτημα δεν ικανοποιεί την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο παράρτημα ίσχυαν μόνο για παραδοσιακές μεθόδους τιμολόγησης της παραδοσιακής φωνητικής τηλεφωνίας. Για πολλές υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται σήμερα, το παράρτημα περιλαμβάνει υπερβολικά πολλά δεδομένα (τα οποία δεν αφορούν τη χρέωση) ενώ για άλλες υπηρεσίες ο κατάλογος δεν περιλαμβάνει ορισμένα στοιχεία που σχετίζονται με άλλους τρόπους πληρωμής.

Δεδομένα θέσης

Τα σύγχρονα δίκτυα κινητής επικοινωνίας διαθέτουν ήδη τα δεδομένα θέσης που δίνουν τη γεωγραφική θέση του κινητού χρήστη ή, ακριβέστερα, του ίδιου του τερματικού εξοπλισμού. Αυτές οι πληροφορίες είναι απαραίτητες για τη μετάδοση επικοινωνιών από και προς ένα χρήστη χωρίς σταθερή θέση. Σε δίκτυα κινητής επικοινωνίας, τα δεδομένα θέσης μπορεί να μη χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα μεγάλη ακρίβεια, ανάλογα με την επιφάνεια της κυψέλης στην οποία τυχαίνει να βρίσκεται ο κινητός χρήστης. Ακόμη μικρότερη είναι η ακρίβεια των δεδομένων θέσης των δορυφορικών συστημάτων επικοινωνιών που απαιτούνται για τη μετάδοση επικοινωνιών. Ο τύπος αυτός των μη επεξεργασμένων δεδομένων θέσης, τα οποία αποτελούν ουσιαστικά παραπροϊόν της υπηρεσίας μετάδοσης επικοινωνιών, καλύπτεται ήδη από το άρθρο περί δεδομένων κίνησης της ισχύουσας οδηγίας.

Εντούτοις, τα κινητά και δορυφορικά δίκτυα παρέχουν ένα νέο τύπο υπηρεσίας που επιτρέπει τον ακριβή προσδιορισμό της θέσης του τερματικού εξοπλισμού ενός κινητού χρήστη. Σε αυτή την περίπτωση τα δεδομένα θέσης είναι πολύ πιο ακριβή και υποβάλλονται σε ειδική επεξεργασία από το δίκτυο για το σκοπό της παροχής υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας στους χρήστες και τους συνδρομητές. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι οι υπηρεσίες τηλεματικής οδικών μεταφορών που παρέχουν πληροφορίες κυκλοφοριακής κίνησης και καθοδήγηση στους οδηγούς.

Τα ακριβή δεδομένα θέσης χρησιμεύουν επίσης στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα αποστολής βοήθειας ή ομάδων διάσωσης στον κινητό χρήστη που κινδυνεύει και που δεν είναι πάντα σε θέση να περιγράψει με ακρίβεια τη θέση του.

Μολονότι οι υπηρεσίες που βασίζονται στον προσδιορισμό της θέσης του κινητού τερματικού εξοπλισμού θα πρέπει να θεωρούνται ευπρόσδεκτες καθώς είναι εξαιρετικά χρήσιμες στο κοινό, είναι επίσης απαραίτητο να διασφαλίζεται κατάλληλα η προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής. Η δυνατότητα επεξεργασίας δεδομένων θέσης με μεγάλη ακρίβεια, σε δίκτυα κινητών επικοινωνιών, δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε μία κατάσταση όπου οι κινητοί χρήστες τελούν υπό συνεχή παρακολούθηση χωρίς κανένα μέσο προστασίας της ιδιωτικής τους ζωής, εκτός από την επιλογή να μην χρησιμοποιούν καθόλου τις υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών.

Για εκείνα τα δεδομένα κίνησης που δεν καλύπτονται από το άρθρο 6 περί δεδομένων κίνησης, προτείνεται νέο άρθρο, το οποίο ορίζει ότι η χρήση αυτών των δεδομένων είναι δυνατή μόνο με τη συγκατάθεση του συνδρομητή και παρέχει στους συνδρομητές και τους χρήστες ένα απλό μέσο προσωρινής απαγόρευσης της επεξεργασίας των δεδομένων θέσης τους κατά τον τρόπο που ισχύει για την αναγνώριση της καλούσας γραμμής βάσει του άρθρου 8.

Οι μοναδικές εξαιρέσεις στην αρχή της εκ των προτέρων συγκατάθεσης είναι η χρήση των δεδομένων θέσης από τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης καθώς και οι υφιστάμενες παρεκκλίσεις των κρατών μελών για λόγους δημόσιας και εθνικής ασφάλειας καθώς και κατά τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων. Για το σκοπό αυτό, το άρθρο 10 ορίζει μια δυνατότητα εξουδετέρωσης της απάλειψης της ένδειξης της ταυτότητας, παρόμοια με την υφιστάμενη εξουδετέρωση της φραγής της αναγνώρισης καλούσας γραμμής, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Επίσης, στο άρθρο 15 παράγραφος 1 (πρώην άρθρο 14 παράγραφος 1) προστίθεται αναφορά στο νέο άρθρο 9 που επιτρέπει στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν κατά περίπτωση τα δεδομένα θέσης για τους προαναφερθέντες σκοπούς.

Κατάλογοι συνδρομητών

Το υφιστάμενο άρθρο περί καταλόγων συνδρομητών της οδηγίας 97/66/ΕΚ θεωρεί ότι ο η συνήθης πρακτική καταχώρισης συνδρομητών είναι ο δημόσιος κατάλογος, όπως συνέβαινε παραδοσιακά με τις υπηρεσίες σταθερής φωνητικής τηλεφωνίας. Ήταν λοιπόν απαραίτητο να δημιουργηθεί ένας αρκετά αναλυτικός κατάλογος δυνατοτήτων για τους συνδρομητές πέραν της προκαθορισμένης επιλογής (δικαίωμα να μη συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο, δικαίωμα να παραλείπεται εν μέρει η διεύθυνσή τους, δικαίωμα να μη γίνεται αναφορά στο φύλο τους) ώστε να παρέχεται σε αυτούς η δυνατότητα προστασίας της ιδιωτικής τους ζωής.

Η καταχώριση των συνδρομητών στους καταλόγους υπηρεσιών σταθερής φωνητικής τηλεφωνίας διατηρείται ως προκαθορισμένη επιλογή στην υφιστάμενη οδηγία 97/66/ΕΚ, με το επιχείρημα ότι οι δημόσιοι κατάλογοι συνδρομητών εξυπηρετούν το κοινό συμφέρον και αποτελούν μέρος της καθολικής υπηρεσίας.

Εντούτοις, όσον αφορά τις νέες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το Παγκόσμιο σύστημα κινητών επικοινωνιών (GSM) και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, δεν κρίνεται πλέον σκόπιμη η παραδοχή ότι η προκαθορισμένη επιλογή είναι η καταχώριση των συνδρομητών των εν λόγω υπηρεσιών σε δημόσιους καταλόγους. Αντίθετα, οι περισσότεροι συνδρομητές δεν επιθυμούν τη δημοσιοποίηση του αριθμού του κινητού τηλεφώνου και της ηλεκτρονικής διεύθυνσής τους, οι περισσότεροι δε φορείς παροχής υπηρεσιών σέβονται στην πράξη τις επιθυμίες των συνδρομητών τους για εμπορικούς λόγους.

Απαιτείται λοιπόν η εναρμόνιση του άρθρου περί καταλόγων συνδρομητών με τη νέα αυτή διαφοροποιημένη κατάσταση, παρέχοντας στους συνδρομητές τη δυνατότητα να αποφασίζουν εκείνοι αν θα συμπεριληφθούν σε έναν δημόσιο κατάλογο και ποια προσωπικά τους δεδομένα θα καταχωρούνται σε αυτόν. Κάτι τέτοιο επιτρέπει την απλοποίηση σε σημαντικό βαθμό του σχετικού άρθρου, καθώς δεν απαιτείται πλέον η αναλυτική απαρίθμηση των εναλλακτικών λύσεων περί ιδιωτικού απορρήτου οι οποίες θα πρέπει να παρέχονται στο συνδρομητή. Προφανώς δεν αποτελεί πρόθεση του άρθρου να υποχρεώσει τους παρόχους καταλόγων να συμπεριλάβουν δεδομένα συνδρομητών πέρα από τους σκοπούς του καταλόγου. Ο συνδρομητής δεν μπορεί να επιμείνει να συμπεριληφθούν δεδομένα που βρίσκονται έξω από το εύρος που έχει καθοριστεί από τον πάροχο του καταλόγου.

Όσον αφορά τη συνεκτίμηση των διαφόρων δυνατοτήτων χρήσης, ιδίως ηλεκτρονικών δημόσιων καταλόγων (όπως η αντίστροφη αναζήτηση που επιτρέπει στους χρήστες του καταλόγου να ανακαλύπτουν όνομα και διεύθυνση του συνδρομητή βάσει του αριθμού τηλεφώνου ή άλλα κριτήρια), είναι απαραίτητο να ενημερώνονται οι συνδρομητές σχετικά με τους αντίστοιχους σκοπούς και να διασφαλίζεται ότι η συναίνεσή τους να συμπεριληφθούν στον κατάλογο βασίζεται σε πλήρη ενημέρωση σχετικά με τους τρόπους που μπορεί να γίνει χρήση των προσωπικών τους δεδομένων.

Μη ζητηθείσες επικοινωνίες

Το υφιστάμενο άρθρο 12 της οδηγίας 97/66ΕΚ παρέχει προστασία έναντι μη ζητηθεισών κλήσεων για λόγους απευθείας εμπορικής προώθησης. Εντούτοις, καθώς ο όρος «κλήση» έχει ερμηνευτεί με τη στενή του έννοια, ορισμένοι από τους εθνικούς νόμους για τη μεταφορά της οδηγίας παρέχουν προστασία μόνο έναντι μη ζητηθεισών κλήσεων φωνητικής τηλεφωνίας για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης, εξαιρουμένων των μηνυμάτων απευθείας εμπορικής προώθησης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή άλλων μορφών επικοινωνίας.

Προκειμένου το άρθρο να είναι σύμφωνο με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, ο όρος «κλήση» αντικαθίσταται από τον όρο «επικοινωνία».

Επιπλέον, τα μηνύματα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης (spam) που δεν έχουν ζητηθεί από τον ίδιο το συνδρομητή, θα καλύπτονται από τον ίδιο τύπο προστασίας που ισχύει για τις τηλεομοιοτυπίες. Αυτό σημαίνει ότι η αποστολή μη ζητηθέντος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (spamming) θα απαγορεύεται εκτός των περιπτώσεων στις οποίες ο συνδρομητής έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να λαμβάνει μη ζητηθέντα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης.

Τέσσερα κράτη μέλη έχουν ήδη απαγορεύσει το μη ζητούμενο εμπορικό ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, και ένα πέμπτο κράτος πρόκειται να θεσπίσει ανάλογη απαγόρευση. Στα περισσότερα από τα λοιπά κράτη μέλη υφίστανται συστήματα με ρήτρα εξαίρεσης. Από τη σκοπιά της εσωτερικής αγοράς, τούτο δεν είναι ικανοποιητική λύση. Οι αποστολείς εμπορικού διαφημιστικού ταχυδρομείου σε χώρες με ρήτρα συμμετοχής ενδέχεται να μην στοχεύουν διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στη χώρα τους, μπορούν όμως να συνεχίσουν να αποστέλλουν μη ζητούμενο εμπορικό ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε χώρες που διαθέτουν σύστημα που περιλαμβάνει ρήτρα εξαίρεσης. Επίσης, δεδομένου ότι οι διευθύνσεις εμπορικού ταχυδρομείου συχνά δεν περιλαμβάνουν ένδειξη της χώρας εγκατάστασης των αποδεκτών είναι ανέφικτη στην πράξη η λειτουργία ενός συστήματος με αποκλίνοντα καθεστώτα στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς. Η λύση του προβλήματος θα ήταν μία προσέγγιση με ρήτρα συμμετοχής.

4. συμμορφωση του λογισμικου και υλισμικου που χρησιμοποιούνται στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών με την αρχη της προστασιασ της ιδιωτικησ ζωησ

Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με την ανασκόπηση του 1999, ορισμένοι σχολιαστές έθεσαν το θέμα του υφιστάμενου λογισμικού και υλισμικού που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών και τη διάθεσή τους σε τρίτους εν αγνοία ή χωρίς τη συγκατάθεση των εν λόγω χρηστών. Η ομάδα εργασίας για την προστασία των δεδομένων που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/EΚ [1] για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων, είχε ήδη εξετάσει το πρόβλημα της λεγόμενης αόρατης και αυτόματης επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων στο Internet μέσω του σχετικού λογισμικού και υλισμικού. Στη σύστασή της υπ' αρ. 1/99 της 23ης Φεβρουαρίου 1999, η ανωτέρω ομάδα εργασίας περιέγραψε το πρόβλημα της παραβίασης του ιδιωτικού απορρήτου μέσω ενσωματωμένων χαρακτηριστικών του λογισμικού και υλισμικού που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες στο Internet. Η ομάδα εργασίας κάλεσε τους κλάδους παραγωγής λογισμικού και υλισμικού να αναπτύξουν προϊόντα που να τηρούν το ιδιωτικό απόρρητο και να είναι εναρμονισμένα με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων της οδηγίας 95/46/ΕΚ περί γενικής προστασίας των δεδομένων και της οδηγίας 97/66/EΚ [2] περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τηλεπικοινωνιακό τομέα. Μέχρι στιγμής, ο εν λόγω κλάδος δεν έχει ανταποκριθεί σε αυτή την έκκληση.

[1] Οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31).

[2] Οδηγία 97/66/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα (ΕΕ L 24, 30.1.1998, σ. 1).

Δεδομένου ότι ένας από τους στόχους της ανασκόπησης του κανονιστικού πλαισίου για τις τηλεπικοινωνίες του 1999 είναι να εξασφαλίσει τη συνεκτική και τεχνολογικά ουδέτερη εφαρμογή των ισχυόντων κανόνων και να προτείνει τροποποιήσεις στις περιπτώσεις που δε διασφαλίζεται η τεχνολογική ουδετερότητα, εξετάστηκε το ενδεχόμενο διερεύνησης του εν λόγω ζητήματος κατά την αναθεώρηση της οδηγίας 97/66/ΕΚ.

Σύμφωνα με την οδηγία, οι πάροχοι δημόσιων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και δικτύων δεσμεύονται από συγκεκριμένες νομικές υποχρεώσεις για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δικτύων τους, τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών και τη διαγραφή των δεδομένων κίνησης. Ταυτόχρονα, όπως σημειώνει η ομάδα εργασίας που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 29, μέρος του λογισμικού που είναι απαραίτητο για τις νέες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες, όπως το λογισμικό που χρησιμοποιείται για την αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων και για το λογισμικό πλοήγησης στο Internet, δεν τηρεί τους κανόνες προστασίας των δεδομένων. Είναι σαφές ότι ένα καθεστώς όπου η προστασία της ιδιωτικής ζωής του χρήστη εξαρτάται από το αν το δίκτυο ή το λογισμικό διαθέτει ορισμένες λειτουργίες απαραίτητες για μία τηλεπικοινωνιακή υπηρεσία δεν είναι τεχνολογικά ουδέτερο.

Εντούτοις, η τροποποίηση της οδηγίας, με την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της έτσι ώστε να καλύπτει τόσο τις υπηρεσίες και τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσο και τον τερματικό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού, δεν θεωρείται πρόσφορη επιλογή. Αντίθετα, η Επιτροπή ενδέχεται να προτείνει μέτρα δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 3, σημείο γ) της οδηγίας 1999/5/ΕΚ σχετικά με τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό [3] που προβλέπει ρητά τη δυνατότητα να απαιτείται από τους κατασκευαστές τερματικού εξοπλισμού να κατασκευάζουν τα προϊόντα τους κατά τρόπον ώστε να περιλαμβάνουν μέσα διασφάλισης της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής του χρήστη και του συνδρομητή. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να προταθούν σε περίπτωση που η συμμόρφωση προς την ιδιωτική ζωή του λογισμικού και του υλισμικού παραμένει ανεπαρκής.

[3] Οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1999 σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (ΕΕ L 91, 7.4.1999, σ. 10).

5. Περιγραφή Των Άρθρων

Άρθρο 1 - Στόχος και πεδίο εφαρμογής

Εναρμονίζει τις απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων προκειμένου να επιτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων και των εξοπλισμών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Επεξηγεί τη σύνδεση με την γενική οδηγία περί προστασίας των δεδομένων και επιβεβαιώνει την εξαίρεση θεμάτων των τίτλων V και VI από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

(Καμία αλλαγή εκτός από την αντικατάσταση του όρου «τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες» από τον όρο «υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών»).

Άρθρο 2 - Ορισμοί

Εναρμονίζει τους ορισμούς με αυτούς της νέας οδηγίας πλαίσιο, προσθέτει τους ορισμούς «κλήση», «επικοινωνία», «δεδομένα κίνησης» και «δεδομένα θέσης».

(Ενημέρωση και επέκταση)

Άρθρο 3 - Σχετικές υπηρεσίες

Περιορίζει το πεδίο εφαρμογής στις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Δημιουργεί τη δυνατότητα παρέκκλισης για αναλογικά κέντρα.

(Καμία αλλαγή εκτός από την αντικατάσταση του όρου «τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες» από τον όρο «υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών» και απαλοιφή της αναφοράς στο ψηφιακό δίκτυο ενοποιημένων υπηρεσιών (ISDN) και στα ψηφιακά κινητά δίκτυα για λόγους τεχνολογικής ουδετερότητας).

Άρθρο 4 - Ασφάλεια

Επιβάλλει την ευθύνη των παρόχων για την ασφάλεια υπηρεσιών και δικτύων και τους υποχρεώνει να ενημερώνουν τους συνδρομητές σε περίπτωση υπολειμματικών κινδύνων ασφαλείας.

(Καμία αλλαγή εκτός από την αντικατάσταση του όρου «τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες» από τον όρο «υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών»).

Άρθρο 5 - Απόρρητο των επικοινωνιών

Εγγυάται το απόρρητο των επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένων των συναφών δεδομένων κίνησης και απαγορεύει την υποκλοπή ή άλλης μορφής παρακολούθηση από τρίτους.

(Καμία αλλαγή εκτός από την αντικατάσταση του όρου «τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες» από τον όρο «υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών» και την προσθήκη των «δεδομένων κίνησης», απαραίτητων ενόψει της εισαγωγής των ορισμών «επικοινωνία» και «δεδομένα κίνησης»).

Άρθρο 6 - Δεδομένα κίνησης

Απαγορεύει τη χρήση των δεδομένων κίνησης εκτός εάν πρόκειται για σκοπούς χρέωσης. Επεκτείνει την κάλυψη όλων των τύπων μετάδοσης ηλεκτρονικών επικοινωνιών (όχι μόνο των κλήσεων). Εισάγει τη δυνατότητα περαιτέρω επεξεργασίας δεδομένων για υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας με τη συγκατάθεση του χρήστη/συνδρομητή.

(Ενημέρωση και επέκταση)

Άρθρο 7 - Αναλυτική χρέωση

Παρέχει στους συνδρομητές το δικαίωμα μη αναλυτικής χρέωσης. Υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν την ύπαρξη κατάλληλων διαδικασιών για επικοινωνίες και πληρωμές που τηρούν την αρχή της προστασίας της ιδιωτικής ζωής.

(Καμία αλλαγή εκτός από μικρές αλλαγές στη σύνταξη με την προσθήκη της φράσης «που ενισχύουν το ιδιωτικό απόρρητο»)

Άρθρο 8 - Ένδειξη της ταυτότητας και περιορισμός της αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής

Παρέχει στους συνδρομητές και τους χρήστες διασφαλίσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής όσον αφορά τις υπηρεσίες αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής (CLI).

(Καμία αλλαγή)

Άρθρο 9 - Δεδομένα θέσης

Εισάγει διασφαλίσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής για τους συνδρομητές και τους χρήστες όσον αφορά τις υπηρεσίες πληροφοριών θέσης κινητών συσκευών.

(Νέο άρθρο)

Άρθρο 10 - Εξαιρέσεις

Επιτρέπει την πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής για λογαριασμό των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης καθώς και για τον εντοπισμό κακόβουλων κλήσεων. Θα επεκταθεί σε νέο άρθρο για τα στοιχεία θέσης κινητών συσκευών.

(Καμία αλλαγή εκτός από την ενσωμάτωση του νέου άρθρου 9)

Άρθρο 11 - Αυτόματη προώθηση κλήσεων

Παρέχει στους συνδρομητές το δικαίωμα και τα μέσα να ακυρώνουν την προώθηση κλήσεων προς τη γραμμή τους.

(Καμία αλλαγή)

Άρθρο 12 - Τηλεφωνικοί κατάλογοι συνδρομητών

Παρέχει στους συνδρομητές το δικαίωμα να αποφασίζουν αν θα συμπεριληφθούν σε δημόσιο κατάλογο και ποια προσωπικά τους δεδομένα θα καταχωρούνται σε αυτόν καθώς και να τηρούνται πλήρως ενήμεροι σχετικά με τους σκοπούς του καταλόγου.

(Απλοποίηση του άρθρου και απαλοιφή της δυνατότητας χρέωσης του συνδρομητή για το δικαίωμα εξαίρεσης των στοιχείων του από κατάλογο. λαμβάνονται υπόψη νέες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και νέοι τύποι υπηρεσιών καταλόγου).

Άρθρο 13 - Μη ζητηθείσες επικοινωνίες

Παρέχει στους συνδρομητές το δικαίωμα να αρνούνται μη ζητηθείσες επικοινωνίες για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης. Επεκτείνεται ώστε να καλύπτει όλες τις μορφές ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο θα συμπεριληφθεί στο σύστημα εθελοντικής επιλογής της συμμετοχής.

(Ενημέρωση και επέκταση)

Άρθρο 14 - Τεχνικά χαρακτηριστικά και τυποποίηση

Εγγυάται ότι ζητήματα προστασίας των δεδομένων δεν οδηγούν σε φραγμούς για την ενιαία αγορά για τον τερματικό εξοπλισμό και για την ελεύθερη κυκλοφορία λογισμικού, και εξασφαλίζει ότι οποιαδήποτε υποχρεωτική απαίτηση σχετικά με τερματικό εξοπλισμό και λογισμικό για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής δύναται να επιβληθεί μόνο μέσω κοινοτικών διαδικασιών.

(Ενημέρωση της βιβλιογραφίας και της ορολογίας στο επίπεδο της νέας οδηγίας σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό (1999/5/ΕΚ))

Άρθρο 15 - Εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 95/46/EK

Ορίζει σε ποιες περιπτώσεις τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν περιορισμούς στις διατάξεις της οδηγίας για την προάσπιση της δημόσιας ασφάλειας και για τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων.

Επεκτείνει την ισχύ των διατάξεων της γενικής οδηγίας προστασίας των δεδομένων, οι οποίες αφορούν την ένδικη προστασία και συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας προστασίας στην παρούσα οδηγία.

(Καμία αλλαγή, εκτός από την ενσωμάτωση του νέου άρθρου 9 στο πεδίο εφαρμογής των παρεκκλίσεων για λόγους δημόσιας ασφάλειας, την αντικατάσταση του όρου «τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες» με τον όρο «υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών» και την απαλοιφή της διαδικασίας που αφορά την επιτροπή, καθώς αποκλειστική αποστολή της στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ήταν η τροποποίηση του παραρτήματος το οποίο και απαλείφθηκε).

Άρθρο 16 - Μεταβατικές ρυθμίσεις

Μεταβατική ρύθμιση για ήδη υφιστάμενες εκδόσεις δημοσίων καταλόγων πριν από τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.

(Διαγραφή μέρους των προηγούμενων μεταβατικών ρυθμίσεων, καθώς δεν ισχύουν έπειτα από τη μεταφορά της οδηγίας 97/66/EΚ).

Άρθρο 17 - Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

Παρέχει την τελική ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.

(Προσαρμογή ημερομηνιών)

Άρθρο 18 - Θέση σε ισχύ

Τυποποιημένη ρήτρα

Άρθρο 19 - Αποδέκτες

Τυποποιημένη ρήτρα

Συμπέρασμα

Σκοπός της παρούσας πρότασης είναι να διασφαλιστεί ότι θα εξακολουθήσει να υφίσταται υψηλό επίπεδο προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής για όλες τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ανεξάρτητα από τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία.

2000/0189 (COD)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής [4],

[4] ΕΕ C , , σ. .

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [5],

[5] ΕΕ C , , σ. .

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [6],

[6] ΕΕ C , , σ. .

Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης [7],

[7] ΕΕ C , , σ. .

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών [8] επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να διασφαλίζουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και ιδίως το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής τους ζωής, προκειμένου να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Κοινότητα.

[8] ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.

(2) Το απόρρητο των επικοινωνιών κατοχυρώνεται σύμφωνα με τις διεθνείς διατάξεις σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα (ιδίως την ευρωπαϊκή σύμβαση περί προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών) και με τα συντάγματα των κρατών μελών.

(3) Η οδηγία 97/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα [9], απέδωσε τις αρχές που καθορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ με τη μορφή συγκεκριμένων κανόνων για τον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Η οδηγία 97/66/ΕΚ πρέπει να προσαρμοστεί στις εξελίξεις των αγορών και των τεχνολογιών των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προκειμένου να παρέχει το ίδιο επίπεδο προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής σε όλους τους χρήστες υπηρεσιών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό, ανεξάρτητα από τις χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες.

[9] ΕΕ L 24, 30.1.1998, σ. 1.

(4) Στην Κοινότητα εισάγονται επί του παρόντος νέες προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες στα δημόσια δίκτυα επικοινωνίας, οι οποίες δημιουργούν ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής του χρήστη. Η ανάπτυξη της κοινωνίας των πληροφοριών χαρακτηρίζεται από την καθιέρωση νέων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η πρόσβαση σε ψηφιακά κινητά δίκτυα είναι πλέον διαθέσιμη και οικονομικά προσιτή στο ευρύ κοινό. Τα εν λόγω ψηφιακά δίκτυα διαθέτουν σημαντική χωρητικότητα και δυνατότητες επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων. Η επιτυχής διασυνοριακή ανάπτυξη των υπηρεσιών αυτών εξαρτάται εν μέρει από την πεποίθηση των χρηστών ότι δεν διακυβεύεται η ιδιωτική τους ζωή.

(5) Το Internet ανατρέπει τις παραδοσιακές δομές της αγοράς παρέχοντας ενιαία, παγκόσμια υποδομή για την παροχή ευρέος φάσματος υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες επικοινωνιών στο Internet δημιουργούν νέες δυνατότητες για τους χρήστες αλλά και νέους κινδύνους για τα προσωπικά τους δεδομένα και την ιδιωτική τους ζωή.

(6) Στην περίπτωση των δημόσιων δικτύων επικοινωνίας, θα πρέπει να θεσπισθούν ειδικές νομοθετικές, κανονιστικές και τεχνικές διατάξεις προκειμένου να προστατευθούν τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες των νομικών προσώπων, καθώς και τα έννομα συμφέροντα των νομικών προσώπων, ιδίως έναντι των αυξανομένων δυνατοτήτων αυτόματης αποθήκευσης και επεξεργασίας δεδομένων που αφορούν συνδρομητές και χρήστες.

(7) Οι νομοθετικές, κανονιστικές και τεχνικές διατάξεις που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της ιδιωτικής ζωής και των εννόμων συμφερόντων των νομικών προσώπων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εναρμονιστούν ώστε να αποφεύγονται τα εμπόδια στην εσωτερική αγορά για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης. Η εναρμόνιση περιορίζεται στις απαραίτητες απαιτήσεις που αποβλέπουν στο να μην εμποδίζεται η προαγωγή και η ανάπτυξη νέων υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικής επικοινωνίας μεταξύ των κρατών μελών.

(8) Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, οι ενδιαφερόμενοι προμηθευτές και χρήστες, καθώς και οι αρμόδιοι κοινοτικοί οργανισμοί, θα πρέπει να συνεργάζονται για την εγκατάσταση και την ανάπτυξη των σχετικών τεχνολογικών μέσων, όπου αυτό είναι απαραίτητο, για την εφαρμογή των εγγυήσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη το στόχο ελαχιστοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τη χρήση ανώνυμων ή ψευδώνυμων δεδομένων, όπου αυτό είναι δυνατό.

(9) Στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η οδηγία 95/46/ΕΚ εφαρμόζεται ιδίως σε όλα τα ζητήματα που αφορούν την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που δεν καλύπτονται ρητά από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων του υπεύθυνου επεξεργασίας και των ατομικών δικαιωμάτων. Η οδηγία 95/46/ΕΚ εφαρμόζεται στις μη διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(10) Η παρούσα οδηγία, όπως και η οδηγία 95/46/ΕΚ, δεν υπεισέρχεται σε θέματα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που συνδέονται με δραστηριότητες οι οποίες δεν διέπονται από το κοινοτικό δίκαιο. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να λάβουν τέτοια μέτρα, εφόσον κρίνουν ότι απαιτούνται για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, της εθνικής άμυνας, της ασφάλειας του κράτους (περιλαμβανομένης της οικονομικής ευημερίας του κράτους εφόσον οι δραστηριότητες συνδέονται με θέματα ασφάλειας του κράτους) και την εφαρμογή του ποινικού δικαίου. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να προβαίνουν εφόσον απαιτηθεί, σε νόμιμη παρακολούθηση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για οποιονδήποτε από αυτούς τους σκοπούς.

(11) Οι συνδρομητές των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Συμπληρώνοντας την οδηγία 95/46/ΕΚ η παρούσα οδηγία αποβλέπει στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων και ειδικότερα του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, καθώς επίσης και των έννομων συμφερόντων των νομικών προσώπων. Η οδηγία δεν συνεπάγεται υποχρέωση των κρατών μελών να επεκτείνουν την εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ στην προστασία των εννόμων συμφερόντων των νομικών προσώπων. Η εν λόγω προστασία εξασφαλίζεται με την ισχύουσα κοινοτική και εθνική νομοθεσία.

(12) Η εφαρμογή ορισμένων απαιτήσεων σχετικά με την ένδειξη της ταυτότητας και τον περιορισμό αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής, και σχετικά με τις αυτόματα προωθούμενες κλήσεις στις γραμμές συνδρομητών που συνδέονται με αναλογικά κέντρα δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτική σε ειδικές περιπτώσεις όπου μια τέτοια εφαρμογή θα ήταν τεχνικά αδύνατη ή θα απαιτούσε δυσανάλογα οικονομική επιβάρυνση. Επειδή είναι σημαντικό για τα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερώνονται γι' αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τις κοινοποιούν στην Επιτροπή.

(13) Οι φορείς παροχής υπηρεσιών πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να κατοχυρώνεται η ασφάλεια των υπηρεσιών τους, ενδεχομένως από κοινού με τον φορέα παροχής του δικτύου και να πληροφορούν τους συνδρομητές για τυχόν ιδιαίτερους κινδύνους παραβίασης της ασφάλειας του δικτύου. Τέτοιοι κίνδυνοι ενδέχεται να προκύψουν κυρίως για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα ανοικτό δίκτυο όπως το Internet. Έχει πολύ μεγάλη σημασία για τους συνδρομητές και τους χρήστες τέτοιων υπηρεσιών να είναι πλήρως ενημερωμένοι από τον φορέα παροχής των υπηρεσιών τους σχετικά με τους υφιστάμενους κινδύνους ασφαλείας που δεν εμπίπτουν στο το πεδίο εφαρμογής των μέτρων που δύναται να λάβει ο φορέας παροχής υπηρεσιών. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών που προσφέρουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες επικοινωνιών στο Internet θα πρέπει να ενημερώνουν τους χρήστες και τους συνδρομητές σχετικά με τα μέτρα προστασίας που μπορούν να λάβουν για την ασφάλεια των επικοινωνιών τους, για παράδειγμα χρησιμοποιώντας συγκεκριμένους τύπους λογισμικού ή τεχνολογίες κρυπτοθέτησης. Η ασφάλεια εκτιμάται σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(14) Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την παρεμπόδιση της άνευ αδείας πρόσβασης στις επικοινωνίες, προκειμένου να προστατευθεί το απόρρητο των επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων τόσο των περιεχομένων όσο και κάθε δεδομένου που αναφέρεται στις επικοινωνίες αυτές, μέσω του δημοσίου δικτύου επικοινωνιών και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών. Η εθνική νομοθεσία σε ορισμένα κράτη μέλη απαγορεύει μόνον την εσκεμμένη και άνευ αδείας πρόσβαση στις επικοινωνίες.

(15) Τα δεδομένα που αφορούν συνδρομητές και υποβάλλονται σε επεξεργασία σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών για την αποκατάσταση συνδέσεων και για τη μετάδοση πληροφοριών περιέχουν πληροφορίες για την ιδιωτική ζωή φυσικών προσώπων τα οποία δικαιούνται σεβασμό της αλληλογραφίας τους. Τα έννομα συμφέροντα νομικών προσώπων πρέπει επίσης να προστατεύονται. Τα δεδομένα αυτά επιτρέπεται να αποθηκεύονται μόνο στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για την παροχή υπηρεσιών για τη χρέωση και την πληρωμή διασυνδέσεων και για περιορισμένο χρόνο. Kάθε άλλη επεξεργασία την οποία επιθυμεί να διενεργήσει ο φορέας παροχής της διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών για την εμπορική προώθηση των ιδίων του υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας, επιτρέπεται μόνον εφόσον συμφωνεί με αυτήν ο συνδρομητής, με βάση ακριβείς και πλήρεις πληροφορίες που παρέχει ο φορέας παροχής των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σχετικά με τα είδη περαιτέρω επεξεργασίας που σκοπεύει να διενεργήσει, καθώς και με το δικαίωμα του συνδρομητή να μην συναινεί ή να αποσύρει τη συναίνεσή του για την εν λόγω επεξεργασία. Δεδομένα κίνησης που χρησιμοποιούνται για εμπορική προώθηση ίδιων υπηρεσιών επικοινωνιών ή για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας θα πρέπει επίσης να εξαλείφονται ή να καθίστανται ανώνυμα έπειτα από την παροχή της υπηρεσίας. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να ενημερώνουν τους συνδρομητές σχετικά με τους τύπους των δεδομένων που επεξεργάζονται καθώς και τους σκοπούς και τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας,

(16) Η καθιέρωση αναλυτικών λογαριασμών βελτίωσε τις δυνατότητες του συνδρομητή να ελέγχει την ορθότητα των τελών που του χρεώνει ο φορέας παροχής της υπηρεσίας. Ταυτόχρονα όμως ενδέχεται να παραβλάπτει την ιδιωτική ζωή των χρηστών των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Συνεπώς, για να διαφυλαχθεί η ιδιωτική ζωή του χρήστη, τα κράτη μέλη οφείλουν να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη δυνατοτήτων επιλογής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως οι εναλλακτικές δυνατότητες πληρωμής οι οποίες επιτρέπουν ανώνυμη ή αυστηρά εμπιστευτική πρόσβαση στις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, π.χ. τηλεκάρτες και διευκολύνσεις πληρωμής με πιστωτική κάρτα.

(17) Σε ψηφιακά κινητά δίκτυα, τα δεδομένα θέσης που δίνουν τη γεωγραφική θέση του τερματικού εξοπλισμού του κινητού χρήστη υποβάλλονται σε επεξεργασία για να επιτευχθεί η μετάδοση των επικοινωνιών. Τα δεδομένα αυτά είναι δεδομένα κίνησης που καλύπτονται από το άρθρο 6 της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, τα ψηφιακά κινητά δίκτυα δύνανται να έχουν την ικανότητα να επεξεργάζονται ακριβέστερα δεδομένα θέσης απ' όσο χρειάζεται για τη μετάδοση των επικοινωνιών και που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας όπως οι υπηρεσίες που παρέχουν εξατομικευμένες πληροφορίες κίνησης και καθοδήγηση στους οδηγούς. Η επεξεργασία τέτοιων δεδομένων για υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο με τη συγκατάθεση των συνδρομητών. Ακόμη και στην περίπτωση που οι συνδρομητές έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους, πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, με απλά μέσα και ατελώς, να αρνηθούν προσωρινά την επεξεργασία των δεδομένων θέσης.

(18) Όσον αφορά την αναγνώριση καλούσας γραμμής, είναι ανάγκη να προστατεύεται το δικαίωμα του καλούντος να μην επιτρέπει την ένδειξη της ταυτότητας της γραμμής από την οποία πραγματοποιείται η κλήση καθώς και το δικαίωμα του καλούμενου να αρνείται κλήσεις από γραμμές χωρίς προσδιορισμένη ταυτότητα. Σε ειδικές περιπτώσεις, υπάρχει αιτιολογία για την παρεμπόδιση της απάλειψης της ένδειξης της ταυτότητας της καλούσας γραμμής. Ορισμένοι συνδρομητές και ιδίως οι γραμμές παροχής βοήθειας ή παρεμφερείς οργανισμοί ενδιαφέρονται να κατοχυρώνεται η ανωνυμία του καλούντος. Όσον αφορά την αναγνώριση συνδεδεμένης γραμμής, είναι ανάγκη να προστατεύεται το δικαίωμα και το έννομο συμφέρον του καλουμένου να μην επιτρέψει την ένδειξη της ταυτότητας της γραμμής με την οποία είναι εκάστοτε συνδεδεμένος ο καλών, ιδίως στην περίπτωση προωθούμενων κλήσεων. Οι φορείς παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλουν να ενημερώνουν τους συνδρομητές τους για την ύπαρξη υπηρεσιών αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής στο δίκτυο, καθώς και για όλες τις υπηρεσίες που προσφέρονται επί τη βάσει της αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής, όπως και για τις δυνατότητες που προσφέρονται για την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Τούτο θα επιτρέπει στους συνδρομητές να προβαίνουν σε ενημερωμένη επιλογή των δυνατοτήτων απορρήτου που επιθυμούν να χρησιμοποιούν. Οι δυνατότητες για την προστασία της ιδιωτικής ζωής που προσφέρονται για κάθε μία γραμμή δεν διατίθενται κατ' ανάγκη ως αυτόματη υπηρεσία δικτύου, αλλά δύνανται να αποκτηθούν με απλή αίτηση προς τον φορέα παροχής των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών.

(19) Θα πρέπει να διασφαλίζονται οι συνδρομητές από την ενόχληση που μπορεί να προκαλεί η αυτόματη προώθηση κλήσεων από άλλους και σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να είναι σε θέση ο συνδρομητής να ανακόπτει την προώθηση κλήσεων προς την τερματική του συσκευή με απλή αίτηση προς τον φορέα παροχής των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(20) Οι τηλεφωνικοί κατάλογοι διανέμονται ευρέως και διατίθενται στο κοινό. Για να προστατευθεί η ιδιωτική ζωή των φυσικών προσώπων και τα έννομα συμφέροντα των νομικών προσώπων, πρέπει ο συνδρομητής να είναι σε θέση να καθορίσει ο ίδιος εάν και ποια από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα συμπεριληφθούν στον κατάλογο. Οι φορείς παροχής δημόσιων καταλόγων ενημερώνουν τους συνδρομητές που περιλαμβάνουν σχετικά με τους σκοπούς του καταλόγου και με κάθε ενδεχόμενη επιμέρους χρήση ηλεκτρονικών εκδόσεων δημόσιων καταλόγων, ιδίως μέσω λειτουργιών αναζήτησης ενσωματωμένων στο λογισμικό, όπως λειτουργίες αντίστροφης αναζήτησης που παρέχουν σε χρήστες του καταλόγου τη δυνατότητα ανακάλυψης ονόματος και διεύθυνσης του συνδρομητή με βάση μόνον τον αριθμό τηλεφώνου.

(21) Θα πρέπει να προστατεύονται οι συνδρομητές από την αυθαίρετη διείσδυση στην ιδιωτική τους ζωή μέσω τηλεφωνημάτων, τηλεομοιοτυπιών, μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και άλλων μορφών επικοινωνίας που δεν έχουν ζητηθεί, για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης. Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν αυτή την προστασία στους συνδρομητές που είναι φυσικά πρόσωπα.

(22) Οι λειτουργικές δυνατότητες για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορούν να ενσωματωθούν στο δίκτυο ή σε οποιοδήποτε τμήμα του τερματικού εξοπλισμού του χρήστη, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής του χρήστη των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη από τη διάρθρωση των επιμέρους στοιχείων που απαιτούνται για την παροχή της υπηρεσίας και από την κατανομή των απαραίτητων λειτουργικών δυνατοτήτων μεταξύ αυτών των στοιχείων. Η οδηγία 95/46/ΕΚ καλύπτει κάθε μορφή επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ανεξάρτητα από τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία. Η ύπαρξη συγκεκριμένων κανόνων για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, παράλληλα με τους γενικούς κανόνες που αφορούν άλλα στοιχεία απαραίτητα για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, ενδεχομένως δεν διευκολύνει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο. Ενδέχεται, συνεπώς, να πρέπει να υιοθετηθούν μέτρα που να απαιτούν από τους κατασκευαστές ορισμένων τύπων εξοπλισμού που χρησιμοποιείται για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών να κατασκευάζουν τα προϊόντα τους κατά τρόπον ώστε να περιλαμβάνουν διασφαλίσεις προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής του χρήστη και του συνδρομητή, ότι η υιοθέτηση τέτοιων μέτρων σε συμφωνία με την οδηγία 1999/5/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, για το ραδιοφωνικό εξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό τερματικών καθώς και για την αμοιβαία αναγνώριση της συμμόρφωσης αυτών, [10] θα εξασφαλίσει την εναρμόνιση της εισαγωγής τεχνικών χαρακτηριστικών εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού, για τους σκοπούς της προστασίας των δεδομένων προκειμένου να συμβιβάζεται με την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς.

[10] ΕΕ L 91, 7.4.1999, σ. 10.

(23) Ειδικότερα, όπως προβλέπεται και στο άρθρο 13 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν σε ορισμένες περιστάσεις να περιορίζουν την εμβέλεια των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων των συνδρομητών, διασφαλίζοντας π.χ. ότι ένας φορέας παροχής διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών δύναται να εμποδίζει την απάλειψη της ένδειξης της ταυτότητας της καλούσας γραμμής, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και με σκοπό την πρόληψη ή τη διαπίστωση ποινικών παραβάσεων ή για την κρατική ασφάλεια.

(24) Στην περίπτωση που δεν γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των χρηστών και των συνδρομητών, η εθνική νομοθεσία θα πρέπει να προβλέπει ένδικα μέσα. Θα πρέπει να επιβάλλονται κυρώσεις σε κάθε πρόσωπο που δεν συμμορφώνεται με τα εθνικά μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, είτε είναι πρόσωπο ιδιωτικού είτε δημοσίου δικαίου.

(25) Στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, είναι σκόπιμο να αξιοποιηθεί η πείρα της ομάδας εργασίας για την προστασία των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(26) Για να διευκολυνθεί η συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, απαιτείται ειδική ρύθμιση για την επεξεργασία δεδομένων που έχει ήδη αρχίσει την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εθνικής νομοθεσίας σε εκτέλεση της παρούσας οδηγίας,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής και στόχος

1. Με την παρούσα οδηγία εναρμονίζονται οι διατάξεις των κρατών μελών οι οποίες απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίζεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, ιδίως δε το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και στην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και των εξοπλισμών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα.

2. Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εξειδικεύουν και συμπληρώνουν την οδηγία 95/46/ΕΚ για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Επιπλέον, οι εν λόγω διατάξεις παρέχουν προστασία των εννόμων συμφερόντων των συνδρομητών που είναι νομικά πρόσωπα.

3. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε δραστηριότητες οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης, όπως οι δραστηριότητες που καλύπτονται στους τίτλους V και VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και σε καμία περίπτωση στις δραστηριότητες που αφορούν τη δημόσια ασφάλεια, την εθνική άμυνα, την ασφάλεια του κράτους (συμπεριλαμβανομένης και της οικονομικής ευημερίας του κράτους εφόσον οι δραστηριότητες συνδέονται με θέματα ασφάλειας του κράτους) και στις δραστηριότητες του κράτους σε τομείς του ποινικού δικαίου.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ και την οδηγία 2001/../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών] [11], ισχύουν για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Επίσης, ισχύουν και οι ακόλουθοι ορισμοί, βάσει των οποίων νοούνται ως:

[11] ΕΕ L

(α) «χρήστης», κάθε φυσικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για προσωπικούς ή επαγγελματικούς σκοπούς, χωρίς να είναι απαραίτητα συνδρομητής της εν λόγω υπηρεσίας,

(β) «δεδομένα κίνησης», τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τη διάρκεια ή για τους σκοπούς της μετάδοσης μιας επικοινωνίας σε δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών,

(γ) «δεδομένα θέσης», τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία σε δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών και που υποδεικνύουν τη γεωγραφική θέση του τερματικού εξοπλισμού του χρήστη μιας διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών,

(δ) «επικοινωνία», κάθε πληροφορία που ανταλλάσσεται ή μεταδίδεται μεταξύ ενός πεπερασμένου αριθμού μερών, μέσω μιας διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών,

(ε) «κλήση», σύνδεση που πραγματοποιείται μέσω μιας διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας που επιτρέπει αμφίδρομη επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο.

Άρθρο 3

Υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής

1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα πλαίσια της παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε δημόσια δίκτυα επικοινωνίας στην Κοινότητα.

2. Τα άρθρα 8, 10 και 11 εφαρμόζονται στις γραμμές συνδρομητών που συνδέονται με ψηφιακά κέντρα και, όταν αυτό είναι τεχνικώς εφικτό και δεν συνεπάγεται δυσανάλογη οικονομική επιβάρυνση, σε γραμμές συνδρομητών που συνδέονται με αναλογικά κέντρα.

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις περιπτώσεις όπου είναι τεχνικώς ανέφικτο ή όπου απαιτείται δυσανάλογη επένδυση για να υπάρξουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 8, 10 και 11.

Άρθρο 4

Ασφάλεια

1. Ο φορέας παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλει να λαμβάνει ενδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να προστατεύεται η ασφάλεια των υπηρεσιών του, και εφόσον χρειάζεται, από κοινού με τον πάροχο του δημοσίου δικτύου επικοινωνιών, όσον αφορά την ασφάλεια του δικτύου. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων και του κόστους εφαρμογής τους, τα μέτρα αυτά εξασφαλίζουν επίπεδο ασφαλείας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο.

2. Σε περίπτωση που υπάρχει ιδιαίτερος κίνδυνος παραβίασης της ασφάλειας του δικτύου, ο φορέας που παρέχει διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλει να ενημερώνει τους συνδρομητές για τον κίνδυνο αυτό και για όλες τις τυχόν δυνατότητες αποτροπής του, συμπεριλαμβανομένου και του σχετικού κόστους.

Άρθρο 5

Απόρρητο των επικοινωνιών

1. Τα κράτη μέλη κατοχυρώνουν, μέσω της εθνικής νομοθεσίας, το απόρρητο των επικοινωνιών και των συναφών δεδομένων κίνησης που διενεργούνται μέσω του δημόσιου δικτύου επικοινωνιών και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ειδικότερα, απαγορεύουν την ακρόαση, υποκλοπή, αποθήκευση ή άλλο είδος παρακολούθησης των επικοινωνιών και των συναφών δεδομένων κίνησης από πρόσωπα πλην των χρηστών, χωρίς τη συγκατάθεση των χρηστών, στους οποίους αναφέρονται, εκτός αν υπάρχει σχετική νόμιμη άδεια, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1.

2. Η παράγραφος 1 δεν επηρεάζει οποιαδήποτε επιτρεπόμενη από το νόμο εγγραφή συνδιαλέξεων και των συναφών δεδομένων κίνησης κατά τη διάρκεια νόμιμης επαγγελματικής πρακτικής με σκοπό την παροχή αποδεικτικών στοιχείων μιας εμπορικής συναλλαγής ή οποιασδήποτε άλλης επικοινωνίας επαγγελματικού χαρακτήρα.

Άρθρο 6

Δεδομένα κίνησης

1. Τα δεδομένα κίνησης που αφορούν συνδρομητές και χρήστες, τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία με σκοπό τη μετάδοση μιας επικοινωνίας και αποθηκεύονται από τον πάροχο δημόσιου δικτύου ή υπηρεσίας επικοινωνιών πρέπει να απαλείφονται ή να καθίστανται ανώνυμα κατά τη λήξη της μετάδοσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 4.

2. Τα δεδομένα κίνησης που είναι απαραίτητα για τη χρέωση των συνδρομητών και την πληρωμή των διασυνδέσεων επιτρέπεται να υποβάλλονται σε επεξεργασία. Η επεξεργασία αυτή επιτρέπεται μόνο έως το τέλος της χρονικής περιόδου εντός της οποίας δύναται να αμφισβητηθεί νομίμως ο λογαριασμός ή να επιδιωχθεί η πληρωμή.

3. Για την εμπορική προώθηση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών του ή για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας στο συνδρομητή, ο φορέας παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μπορεί να επεξεργασθεί τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην απαιτούμενη έκταση και για την απαιτούμενη διάρκεια για τις υπηρεσίες αυτές, εφόσον ο συνδρομητής δώσει τη συγκατάθεσή του.

4. Ο φορέας παροχής υπηρεσιών είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει το συνδρομητή σχετικά με τον τύπο των δεδομένων κίνησης που υποβάλλονται σε επεξεργασία για τους σκοπούς που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 καθώς και για τη χρονική διάρκεια της εν λόγω επεξεργασίας.

5. Η επεξεργασία των δεδομένων κίνησης, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2, 3 και 4, πρέπει να περιορίζεται στα πρόσωπα τα οποία ενεργούν υπό την εποπτεία των φορέων παροχής των δημοσίων δικτύων και υπηρεσιών επικοινωνιών τα οποία ασχολούνται με τη διαχείριση της χρέωσης ή της κίνησης, τις απαντήσεις σε ερωτήσεις πελατών, την ανίχνευση της απάτης, την εμπορική προώθηση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών του φορέα ή την παροχή υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας, πρέπει δε να περιορίζεται στα απολύτως αναγκαία για την εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών.

6. Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 5 ισχύουν με την επιφύλαξη της δυνατότητας των αρμοδίων αρχών να ενημερώνονται για τα δεδομένα σχετικά με την κίνηση σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, με σκοπό την επίλυση διαφορών, ιδίως σχετικά με τη διασύνδεση ή τη χρέωση.

Άρθρο 7

Αναλυτική χρέωση

1. Οι συνδρομητές έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν μη αναλυτικούς λογαριασμούς.

2. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν εθνικές διατάξεις προκειμένου να συμβιβάσουν τα δικαιώματα των συνδρομητών που λαμβάνουν αναλυτικούς λογαριασμούς με την προστασία της ιδιωτικής ζωής των καλούντων χρηστών και των καλουμένων συνδρομητών, διασφαλίζοντας επί παραδείγματι ότι βρίσκονται στη διάθεση των χρηστών και των συνδρομητών αυτών επαρκείς εναλλακτικοί τρόποι επικοινωνίας ή πληρωμής που ενισχύουν την προστασία της ιδιωτικής ζωής.

Άρθρο 8

Ένδειξη της ταυτότητας και περιορισμός της αναγνώρισης καλούσας και συνδεδεμένης γραμμής

1. Όταν παρέχεται η ένδειξη της ταυτότητας καλούσας γραμμής, ο καλών χρήστης πρέπει να έχει τη δυνατότητα, με απλά μέσα και ατελώς, να εμποδίζει αυτή τη λειτουργία ανά κλήση. Ο καλών συνδρομητής πρέπει να έχει τη δυνατότητα αυτή ανά γραμμή.

2. Όταν παρέχεται ένδειξη της ταυτότητας καλούσας γραμμής, ο καλούμενος συνδρομητής πρέπει να έχει τη δυνατότητα, με απλά μέσα και ατελώς, εφόσον κάνει λελογισμένη χρήση αυτής της λειτουργίας, να εμποδίζει την ένδειξη της ταυτότητας της καλούσας γραμμής για τις εισερχόμενες κλήσεις.

3. Όταν παρέχεται ένδειξη της ταυτότητας καλούσας γραμμής και η ένδειξη αυτή γίνεται πριν από την αποκατάσταση της κλήσης, ο καλούμενος συνδρομητής πρέπει να έχει τη δυνατότητα, με απλά μέσα, να απορρίπτει εισερχόμενες κλήσεις όταν ο καλών χρήστης ή συνδρομητής έχει εμποδίσει την ένδειξη της ταυτότητας της καλούσας γραμμής.

4. Όταν παρέχεται ένδειξη της ταυτότητας της συνδεδεμένης γραμμής, ο καλούμενος συνδρομητής πρέπει να έχει τη δυνατότητα να απαλείφει, με απλά μέσα και ατελώς, την ένδειξη της ταυτότητας της συνδεδεμένης γραμμής στον καλούντα χρήστη.

5. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν επίσης όσον αφορά κλήσεις από την Κοινότητα προς τρίτες χώρες. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 ισχύουν επίσης και για τις εισερχόμενες κλήσεις που προέρχονται από τρίτες χώρες.

6. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν παρέχεται ένδειξη της ταυτότητας καλούσας ή/και συνδεδεμένης γραμμής, οι φορείς παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ενημερώνουν το κοινό σχετικά, όπως επίσης και για τις δυνατότητες που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4.

Άρθρο 9

Δεδομένα θέσης

1. Στις περιπτώσεις όπου τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέτουν τη δυνατότητα επεξεργασίας δεδομένων θέσης εκτός των δεδομένων κίνησης, που αφορούν τους χρήστες ή συνδρομητές των υπηρεσιών τους, η επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων επιτρέπεται μόνο όταν καθίστανται ανώνυμα ή με τη συγκατάθεση των χρηστών ή συνδρομητών στην απαιτούμενη έκταση και για την απαιτούμενη διάρκεια για την παροχή μιας υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας. Ο φορέας παροχής υπηρεσιών είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει τους χρήστες ή συνδρομητές σχετικά με τον τύπο των δεδομένων θέσης που υποβάλλονται σε επεξεργασία, για τους σκοπούς και τη διάρκεια της εν λόγω επεξεργασίας, καθώς και για το ενδεχόμενο μετάδοσής τους σε τρίτους για το σκοπό παροχής της υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας.

2. Σε περίπτωση που ο χρήστης ή ο συνδρομητής έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για την επεξεργασία δεδομένων θέσης εκτός των δεδομένων κίνησης, θα πρέπει να εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα, με απλά μέσα και ατελώς, να αρνηθεί προσωρινά την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων για κάθε σύνδεση με το δίκτυο ή για κάθε μετάδοση μιας επικοινωνίας.

3. Η επεξεργασία δεδομένων θέσης, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, πρέπει να περιορίζεται σε πρόσωπα που ενεργούν υπό την εποπτεία του φορέα παροχής της υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή του τρίτου που παρέχει την υπηρεσία προστιθέμενης αξίας, πρέπει δε να περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα για τους σκοπούς της υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας.

Άρθρο 10

Εξαιρέσεις

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι υπάρχουν διαφανείς διαδικασίες που διέπουν τον τρόπο με τον οποίο ο φορέας παροχής δημόσιου δικτύου επικοινωνιών ή/και διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να εξουδετερώνει

(α) τη δυνατότητα της μη αναγραφής της καλούσας γραμμής, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, έπειτα από αίτηση συνδρομητή που ζητεί τον εντοπισμό κακόβουλων ή οχληρών κλήσεων. Στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τα δεδομένα που περιέχουν την αναγνώριση της ταυτότητας του καλούντος συνδρομητή αποθηκεύονται και είναι διαθέσιμα από τον φορέα παροχής δημόσιου δικτύου επικοινωνιών ή/και διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(β) τη δυνατότητα της απάλειψης της ένδειξης της ταυτότητας της καλούσας γραμμής και την προσωρινή άρνηση ή έλλειψη συγκατάθεσης ενός συνδρομητή ή χρήστη για την επεξεργασία δεδομένων θέσης ανά γραμμή, για οργανισμούς που ασχολούνται με κλήσεις έκτακτης ανάγκης και είναι αναγνωρισμένοι από τα κράτη μέλη, όπως οι διωκτικές αρχές, οι υπηρεσίες πρώτων βοηθειών και οι πυροσβεστικές υπηρεσίες, ώστε να δίδεται απάντηση στις κλήσεις αυτές.

Άρθρο 11

Αυτόματη προώθηση κλήσεων

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε συνδρομητής έχει, τη δυνατότητα με απλά μέσα και ατελώς να σταματά τις αυτόματα προωθούμενες κλήσεις από τρίτους στην τερματική συσκευή του.

Άρθρο 12

Τηλεφωνικοί κατάλογοι συνδρομητών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι συνδρομητές ενημερώνονται, ατελώς, σχετικά με τους σκοπούς έντυπου ή ηλεκτρονικού καταλόγου συνδρομητών, διαθέσιμου στο κοινό ή που μπορεί να αποκτηθεί μέσω υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου όπου μπορούν να περιλαμβάνονται τα προσωπικά τους δεδομένα, καθώς και σχετικά με τις περαιτέρω δυνατότητες χρήσης που βασίζονται σε λειτουργίες αναζήτησης, ενσωματωμένες σε ηλεκτρονικές εκδόσεις του καταλόγου.

2 Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι συνδρομητές έχουν την ευκαιρία, ατελώς, να καθορίζουν εάν και ποια από τα προσωπικά τους δεδομένα θα περιλαμβάνονται σε δημόσιους καταλόγους, στο βαθμό που τα εν λόγω στοιχεία είναι συναφή με τους σκοπούς του καταλόγου όπως καθορίζεται από τον φορέα παροχής του καταλόγου, και να επαληθεύουν, διορθώνουν ή αποσύρουν τα εν λόγω δεδομένα.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν για τους συνδρομητές που είναι φυσικά πρόσωπα. Τα κράτη μέλη οφείλουν επίσης να εξασφαλίζουν, στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου και της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας, ότι τα έννομα συμφέροντα των συνδρομητών που δεν είναι φυσικά πρόσωπα προστατεύονται επαρκώς σε ό,τι αφορά την αναγραφή των στοιχείων τους σε δημόσιους καταλόγους.

Άρθρο 13

Μη ζητηθείσες κλήσεις

1. Η χρησιμοποίηση αυτόματων συστημάτων κλήσης χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση (συσκευές αυτόματων κλήσεων) ή τηλεομοιοτυπικών συσκευών (φαξ) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης επιτρέπεται μόνον στην περίπτωση συνδρομητών οι οποίοι έχουν δώσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή τους.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται, ατελώς, ότι οι μη ζητηθείσες κλήσεις με σκοπό την απευθείας εμπορική προώθηση, με μέσα εκτός των προβλεπομένων στην παράγραφο 1, δεν επιτρέπονται χωρίς τη συγκατάθεση των ενδιαφερομένων συνδρομητών ή όταν πρόκειται για συνδρομητές οι οποίοι δεν επιθυμούν να λαμβάνουν αυτές τις κλήσεις. Η σχετική επιλογή καθορίζεται από την εθνική νομοθεσία.

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για τους συνδρομητές που είναι φυσικά πρόσωπα. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης, στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου και της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας, ότι προστατεύονται επαρκώς τα έννομα συμφέροντα των συνδρομητών που δεν είναι φυσικά πρόσωπα σε ό,τι αφορά τις μη ζητηθείσες κλήσεις.

Άρθρο 14

Τεχνικά χαρακτηριστικά και τυποποίηση

1. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3, ότι καμία υποχρεωτική απαίτηση σχετικά με ειδικά τεχνικά χαρακτηριστικά δεν επιβάλλεται στις τερματικές συσκευές ή στον άλλο εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η οποία θα μπορούσε να παρακωλύσει τη διάθεση εξοπλισμού στην αγορά ή την ελεύθερη κυκλοφορία του εξοπλισμού αυτού στα κράτη μέλη ή μεταξύ των κρατών μελών.

2. Σε περίπτωση που η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της παρούσας οδηγίας μπορεί να επιτευχθεί μόνο βάσει ειδικών τεχνικών χαρακτηριστικών σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα κράτη μέλη ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [12].

[12] ΕΕ L 204, 21.7.1998, σ. 37.

3. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα για να διασφαλίσει ότι ο τερματικός εξοπλισμός ενσωματώνει τις απαραίτητες διασφαλίσεις που εγγυώνται την προστασία των προσωπικών δεδομένων και του ιδιωτικού απορρήτου χρηστών και συνδρομητών, σύμφωνα με την οδηγία 1999/5/ΕΚ και με την απόφαση 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου [13].

[13] ΕΕ L 36, 7.2.1987, σ. 31, απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994

Άρθρο 15

Εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 95/46/ΕΚ

1. Τα κράτη μέλη δύνανται να λαμβάνουν νομοθετικά μέτρα για να περιορίσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6, στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 έως 4, και στο άρθρο 9, εφόσον ο περιορισμός αυτός αποτελεί αναγκαίο μέτρο για τη διαφύλαξη της ασφάλειας του κράτους, της εθνικής άμυνας, της δημόσιας ασφάλειας, καθώς και για την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση και δίωξη ποινικών παραβάσεων ή της άνευ αδείας χρησιμοποίησης του συστήματος ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

2. Οι διατάξεις του κεφαλαίου III της οδηγίας 95/46/ΕΚ περί ενδίκων μέσων, ευθύνης και κυρώσεων ισχύουν όσον αφορά τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και όσον αφορά τα ατομικά δικαιώματα που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

3. Η ομάδα εργασίας για την προστασία των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, εκτελεί επίσης τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 30 της εν λόγω οδηγίας, όσον αφορά θέματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, δηλαδή την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών και των εννόμων συμφερόντων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Άρθρο 16

Μεταβατικές ρυθμίσεις

Το άρθρο 12 δεν εφαρμόζεται όσον αφορά εκδόσεις καταλόγου που έχουν δημοσιευτεί πριν από τη θέση σε ισχύ εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ'εφαρμογήν της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 17

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2001. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία καθώς και τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 18

Θέση σε ισχύ

Η οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 19

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της παρούσας οδηγίας καλύπτεται από το δημοσιονομικό δελτίο της οδηγίας σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

ΕΝΤΥΠΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΜΕ ΕΙΔΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΜΜΕ)

Τίτλος πρότασης

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Πρόταση

1. Λαμβάνοντας υπόψη της αρχή της επικουρικότητας, γιατί είναι απαραίτητη η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα αυτό και ποιοι είναι οι κύριοι στόχοι της;

Η οδηγία αποτελεί στοιχείο του νέου κανονιστικού πλαισίου που επιδιώκει να εξασφαλίσει τη συνέχιση της ανάπτυξης του τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών ως ανταγωνιστικής αγοράς, με οφέλη για το σύνολο των εταιριών και των ιδιωτών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Η σημασία της εδραίωσης της ενιαίας αγοράς στον τομέα αυτό υποστηρίζεται ευρέως και η προσαρμογή των υπαρχόντων κοινοτικών μέτρων αναγνωρίζεται ως ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για την επίτευξή της.

Η παρούσα πρόταση ενημερώνει κατά κύριο λόγο την ισχύουσα οδηγία 97/66/ΕΚ περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι νέες υπηρεσίες και τεχνολογικές εξελίξεις. Σκοπός της είναι να καλύψει όλες τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο. Η εναρμόνιση του επιπέδου προστασίας των δεδομένων στον τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών αποτελεί βασικό στοιχείο για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Οι επιπτώσεις στισ επιχειρήσεις

2. Ποιος θα επηρεαστεί από την πρόταση;

Όλοι οι πάροχοι ηλεκτρονικών δικτύων και υπηρεσιών καθώς και οι φορείς παροχής υπηρεσιών καταλόγου. Εντούτοις, στις περισσότερες περιπτώσεις η παρούσα πρόταση δεν τροποποιεί τις νομικές υποχρεώσεις όπως έχουν ήδη διαμορφωθεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

3. Τι πρέπει να κάνει μια επιχείρηση για να εφαρμόσει την πρόταση;

Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υιοθετήσουν ορθές πρακτικές προστασίας των δεδομένων, όπως καθορίζονται από το σχέδιο οδηγίας, όσον αφορά το σχεδιασμό και τη διαχείριση των υπηρεσιών και δικτύων που παρέχουν.

4. Ποιες οικονομικές επιπτώσεις είναι πιθανό να έχει η πρόταση;

Όπως διευκρινίστηκε ανωτέρω, οι περισσότερες διατάξεις της παρούσας πρότασης ισχύουν ήδη δυνάμει της ισχύουσας οδηγίας 97/66/ΕΚ. Οι οικονομικές επιπτώσεις σε επίπεδο μεμονωμένων επιχειρήσεων αναμένεται να είναι ελάχιστες. Εντούτοις, η πρόταση στοχεύει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης του καταναλωτικού κοινού στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι απαραίτητη για την αποδοτική ανάπτυξη των εν λόγω υπηρεσιών και του ηλεκτρονικού εμπορίου.

5. Περιλαμβάνει η πρόταση μέτρα ώστε να ληφθεί υπόψη η ειδική κατάσταση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (μειωμένες ή διαφορετικές απαιτήσεις, κλπ.);

Τα άρθρα 12 και 13 που αφορούν τους καταλόγους συνδρομητών και τις μη ζητηθείσες επικοινωνίες απαιτούν από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν υπόψη τα έννομα συμφέροντα των συνδρομητών των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι νομικά πρόσωπα, όσον αφορά τις δυνατότητες προστασίας τους έναντι μη ζητηθεισών επικοινωνιών για τους σκοπούς της απευθείας εμπορικής προώθησης. Αυτές οι διατάξεις αναγνωρίζουν ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορεί να αντιμετωπίζουν προβλήματα παρόμοια με εκείνα που αντιμετωπίζουν τα άτομα σε αυτούς τους δύο τομείς.

Διαβούλευση

6. Απαριθμήστε τους φορείς με τους οποίους έχουν διενεργηθεί διαβουλεύσεις όσον αφορά την πρόταση και περιγράψτε τις απόψεις τους.

Η Επιτροπή διενήργησε διαβουλεύσεις για πολλές πτυχές αυτών των προτάσεων στην ανακοίνωση σχετικά με την ανασκόπηση των επικοινωνιών για το 1999 το Νοέμβριο του 1999 (COM(1999) 539). Ανταποκρίθηκαν 229 οργανώσεις και ιδιώτες. Ο κατάλογός τους υπάρχει στην ακόλουθη διεύθυνση στον Παγκόσμιο Ιστό:

http://www.ispo.cec.be/infosoc/telecompolicy/review99/comments/comments.html.

Οι κύριες απόψεις παρουσιάζονται περιληπτικά στην ανακοίνωση για τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με την ανασκόπηση των επικοινωνιών (COM(2000) 239). Εξάλλου, στις 28 Απριλίου εκδόθηκε έγγραφο εργασίας που συνοψίζει τις κύριες διατάξεις της παρούσας πρότασης και στο οποίο ανταποκρίθηκαν 128 οργανισμοί ή άτομα. Κατάλογος υπάρχει στην ακόλουθη διεύθυνση στον παγκόσμιο ιστό:

http://www.ispo.cec.be/infosoc/telecompolicy/review99/nrfwd/comments.html.