41998X1212(01)

Ψήφισμα του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου της 7ης Δεκεμβρίου 1998 για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 337 της 12/12/1998 σ. 0010 - 0011


ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΣΥΝΕΛΘΟΝΤΩΝ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 7ης Δεκεμβρίου 1998 για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ΣΥΝΕΛΘΟΝΤΕΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ τον κεντρικό ρόλο της ενιαίας αγοράς στη συνολική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση της ανταγωνιστικότητας, της οικονομικής προόδου και της απασχόλησης,

ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ επίσης τη θεμελιώδη σημασία της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων για την καλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ την υποχρέωση των κρατών να εξασφαλίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων σύμφωνα με τα άρθρα 30 έως 36 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και επιβεβαιώνοντας την πλήρη δέσμευσή τους να αντιμετωπίζουν ταχέως και αποτελεσματικά τα σχετικά προβλήματα,

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ ότι σοβαρά εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων δημιουργούν σημαντικό οικονομικό κόστος στους ιδιώτες και παρεμποδίζουν τις σύγχρονες μεθόδους διανομής και παραγωγής 7 σημειώνοντας επίσης ότι τα εμπόδια αυτά δημιουργούν σοβαρές αμφιβολίες περί την αξιοπιστία της ενιαίας αγοράς, της οποίας η αποτελεσματική λειτουργία αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία ενόψει της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και της διεύρυνσης,

ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ την ανάγκη ταχείας και αποτελεσματικής δράσης από τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, μεταξύ άλλων και διά της διοικητικής συνεργασίας,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων του Άμστερνταμ και του Λουξεμβούργου,

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2679/98, της 7ης Δεκεμβρίου 1998, για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων μεταξύ των κρατών μελών (1),

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ επίσης την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 9ης Δεκεμβρίου 1997 (υπόθεση C-265/95) στην οποία υπενθυμίζεται η υποχρέωση των κρατών μελών να προβούν σε όλες τις αναγκαίες και ανάλογες δράσεις που διαθέτουν προκειμένου να εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων,

ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ ότι αποκλείονται οι παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν ή να θίξουν την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ή της ελευθερίας της απεργίας όπως αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ αναλαμβάνουν να πράξουν παν το δυνατόν, λαμβάνοντας υπόψη την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ή της ελευθερίας της απεργίας, προκειμένου να διατηρηθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και να αντιμετωπίζονται ταχέως οι ενέργειες που διαταράσσουν σοβαρά την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2679/98.

2. ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ αναλαμβάνουν να ενημερώνουν τις επιχειρήσεις σχετικά με τις διαταραχές αυτές και τα ληφθέντα αντίμετρα.

3. ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ συμφωνούν να εξασφαλίσουν ταχείες και αποτελεσματικές διαδικασίες προσφυγής για τους ζημιωθέντες ως αποτέλεσμα παράβασης της συνθήκης που προκαλείται από εμπόδιο κατά την έννοια του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2679/98. Αναλαμβάνουν να λάβουν όλα τα εύλογα και κατάλληλα μέτρα για να ενημερώσουν τους ζημιωθέντες από τέτοιου είδους παράβαση για την ύπαρξη των δυνατοτήτων προσφυγής και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί για την άσκησή τους.

4. ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ συμφωνούν επίσης να πράξουν τα δέοντα, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι αιτήσεις εξέτασης θεμάτων σχετικών με την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων θα μπορούν να αντιμετωπίζονται ταχέως στο κατάλληλο επίπεδο εντός του Συμβουλίου, εάν μία συγκεκριμένη περίπτωση το δικαιολογεί.

5. ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ σημειώνει την πρόθεση της Επιτροπής να επιβάλει αυστηρές προθεσμίες για τις διαδικασίες βάσει του άρθρου 169 της συνθήκης όσον αφορά τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2679/98 και ζητά από την Επιτροπή να το ενημερώσει για συγκεκριμένες σχετικές πρωτοβουλίες που πρέπει να ληφθούν.

6. ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ σημειώνουν ότι στις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 5 η προθεσμία που ορίζει η Επιτροπή για την υποβολή παρατηρήσεων μπορεί να είναι ακόμα και πέντε μόλις εργάσιμες ημέρες, όπως και η προθεσμία απάντησης σε μία αιτιολογημένη γνώμη.

7. ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ καλεί το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να εξετάσει εάν μπορεί να υπάρξει ταχεία διεκπεραίωση των υποθέσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2679/98 και υπόσχεται ότι θα εξετάσει επειγόντως και με ανοικτό πνεύμα οιεσδήποτε προτάσεις τροποποίησης του κανονισμού διαδικασίας του Δικαστηρίου.

8. ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ καλεί την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση μία διετία μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2679/98, με θέμα την εφαρμογή του.

(1) Βλέπε σελίδα 8 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.