30.3.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 102/34 |
ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ (ΕΕ) 2022/508 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
της 25ης Μαρτίου 2022
που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/679 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με την άσκηση από τις εθνικές αρμόδιες αρχές δικαιωμάτων και διακριτικών ευχερειών που παρέχει το ενωσιακό δίκαιο όσον αφορά τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα (ΕΚΤ/2017/9) (ΕΚΤ/2022/12)
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 1 και το άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχεία α) και γ),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στις 4 Απριλίου 2017 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εξέδωσε την κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/679 (ΕΚΤ/2017/9) (2) (στο εξής: η «τροποποιούμενη κατευθυντήρια γραμμή»), με την οποία θέσπισε γενικές πολιτικές που αφορούν την άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων και διακριτικών ευχερειών που παρέχει το ενωσιακό δίκαιο όσον αφορά τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα από τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Η νομοθεσία που θεσπίστηκε μετά την έκδοση της εν λόγω κατευθυντήριας γραμμής τροποποίησε ή απάλειψε ορισμένα δικαιώματα και διακριτικές ευχέρειες που παρέχει το ενωσιακό δίκαιο που και περιλαμβάνονταν στην εν λόγω κατευθυντήρια γραμμή. Ως εκ τούτου, καθίστανται αναγκαίες ορισμένες συναφείς τροποποιήσεις της συγκεκριμένης κατευθυντήριας γραμμής. |
(2) |
Όσον αφορά τα ποσοστά εκροής που εφαρμόζονται στις σταθερές καταθέσεις λιανικής ορισμένοι παράγοντες εμποδίζουν την εφαρμογή στην πράξη της διακριτικής ευχέρειας του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/445 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2016/4) (3) και του άρθρου 7 της τροποποιούμενης κατευθυντήριας γραμμής, σύμφωνα με την οποία οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγούν σε πιστωτικά ιδρύματα άδεια εφαρμογής ποσοστού εκροής 3 % στις σταθερές καταθέσεις λιανικής που καλύπτονται από σύστημα εγγύησης καταθέσεων (ΣΕΚ), κατόπιν έγκρισης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφοι 4 και 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής (4). Προκειμένου να καταδειχθεί ότι τα ποσοστά ανάληψης σταθερών καταθέσεων λιανικής που καλύπτονται από ΣΕΚ κατά το άρθρο 24 παράγραφος 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 θα είναι χαμηλότερα από 3 % στη διάρκεια οποιασδήποτε περιόδου ακραίων συνθηκών υπό τα σενάρια του άρθρου 5 του εν λόγω κανονισμού, απαιτούνται περαιτέρω στοιχεία τεκμηρίωσης και ανάλυσης. Ελλείψει τέτοιων στοιχείων τεκμηρίωσης και ανάλυσης, η γενική πολιτική για τη χορήγηση άδειας εφαρμογής ποσοστού εκροής 3 % θα πρέπει να απαλειφθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/445 (ΕΚΤ/2016/4) και, κατά συνέπεια, από την τροποποιούμενη κατευθυντήρια γραμμή. |
(3) |
Η διακριτική ευχέρεια, η οποία παρέχεται στις αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο i) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής σχετικά με τον προσδιορισμό των μειζόνων χρηματιστηριακών δεικτών για σκοπούς προσδιορισμού των μετοχών που μπορούν να χαρακτηριστούν ως στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 2Β όσον αφορά τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας, θα πρέπει να ασκείται με συνέπεια σε σχέση τόσο με τα σημαντικά όσο και με τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα. Η διακριτική αυτή ευχέρεια σκοπό έχει να διασφαλίσει ότι στο απόθεμα ασφαλείας ρευστότητάς τους τα πιστωτικά ιδρύματα περιλαμβάνουν μόνο όσες μετοχές αποτυπώνονται σε δείκτες για τις υποκείμενες μετοχές των οποίων μπορεί να θεωρηθεί ότι υφίσταται ρευστότητα στην αγορά. Επειδή η ρευστότητα στην αγορά σε σχέση με τις υποκείμενες μετοχές των εν λόγω δεικτών δεν επηρεάζεται άμεσα ούτε από τη σημασία ούτε από το μέγεθος ενός πιστωτικού ιδρύματος, δεν θα ήταν σκόπιμη η διαφοροποίηση στη μεταχείριση σημαντικών και λιγότερο σημαντικών ιδρυμάτων. |
(4) |
Η διακριτική ευχέρεια, η οποία παρέχεται στις αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 να παρεκκλίνουν από τα σημεία ii) και iii) της παραγράφου 1 στοιχείο β) του ίδιου άρθρου στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων των οποίων το καταστατικό απαγορεύει την κατοχή τοκοφόρων στοιχείων ενεργητικού για λόγους θρησκείας, θα πρέπει να ασκείται με συνέπεια σε σχέση τόσο με τα σημαντικά όσο και με τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα, προκειμένου να εναρμονίζονται τα κριτήρια αναγνώρισης των στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2Β όσον αφορά τους εταιρικούς χρεωστικούς τίτλους. |
(5) |
H διακριτική ευχέρεια, η οποία παρέχεται στις αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 428ιστ παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) σε σχέση με την απαίτηση του δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης (NSFR) και η οποία τους επιτρέπει να καθορίζουν τους συντελεστές απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης για ανοίγματα εκτός ισολογισμού που δεν προβλέπονται οπουδήποτε αλλού στο κεφάλαιο 4 του τίτλου IV του έκτου μέρους του εν λόγω κανονισμού, θα πρέπει να ασκείται με συνέπεια σε σχέση τόσο με τα σημαντικά όσο και με τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα. Η πολιτική για τα σημαντικά ιδρύματα συνδέει τους συντελεστές απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης όσον αφορά την απαίτηση NSFR με τα ποσοστά εκροής του δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR), παρέχοντας ταυτόχρονα στην ΕΚΤ ευελιξία καθορισμού διαφορετικών συντελεστών. Χάριν απλότητας και σύνεσης αυτή η προσέγγιση εξασφαλίζει ισορροπία μεταξύ, αφενός, της ευθυγράμμισης των εφαρμοστέων συντελεστών υπολογισμού της απαίτησης NSFR με εκείνους του LCR και, αφετέρου, της διατήρησης της δυνατότητας διαφορετικής μεταχείρισης σε περιπτώσεις όπου η παραπάνω σύνδεση δεν αποτυπώνει σωστά τον σχετικό κίνδυνο χρηματοδότησης. Δεν είναι απαραίτητη ούτε σκόπιμη η παρέκκλιση από την εν λόγω προσέγγιση όσον αφορά τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα, διότι η μεθοδολογία που διέπει την εφαρμογή των συντελεστών απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης στα ανοίγματα εκτός ισολογισμού δεν θα πρέπει κατ’ αρχήν να διαφέρει μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων. Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να ασκείται με παρόμοιο τρόπο η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στις αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 428μγ παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον υπολογισμό της απαίτησης NSFR βάσει της απλουστευμένης μεθόδου. |
(6) |
Η διακριτική ευχέρεια, η οποία παρέχεται στις αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 428ιζ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και η οποία τους επιτρέπει να καθορίζουν τη διάρκεια των βαρών διαχωρισμένων στοιχείων ενεργητικού με βάση την υποκείμενη έκθεση των εν λόγω στοιχείων, θα πρέπει να ασκείται με τον ίδιο τρόπο σε σχέση τόσο με τα σημαντικά όσο και με τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα. Στοιχεία ενεργητικού ιδρύματος που έχουν διαχωριστεί και δεν μπορούν να διατεθούν ελεύθερα θα πρέπει να θεωρούνται βεβαρημένα για περίοδο που αντιστοιχεί στη διάρκεια των υποχρεώσεων προς τους πελάτες του ιδρύματος, τους οποίους αφορά αυτή η απαίτηση διαχωρισμού και, επομένως, θα πρέπει να χρηματοδοτούνται δεόντως στη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Αυτό το σκεπτικό ισχύει ανεξάρτητα από το μέγεθος του ιδρύματος. Η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στις αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 428μδ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον υπολογισμό της απαίτησης NSFR βάσει της απλουστευμένης μεθόδου θα πρέπει να ασκείται με παρόμοιο τρόπο, για τους ίδιους λόγους που προαναφέρθηκαν και λόγω της απουσίας εποπτικού σκεπτικού που θα δικαιολογούσε διαφοροποίηση της μεθόδου υπολογισμού της απαίτησης NSFR βάσει της απλουστευμένης μεθόδου. Οι διατάξεις της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής σχετικά με την εφαρμογή των δικαιωμάτων και διακριτικών ευχερειών που αφορούν την εξαίρεση ανοιγμάτων εντός ομίλου από την εφαρμογή των ορίων για τα μεγάλα ανοίγματα κατά το άρθρο 400 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να τροποποιηθούν και να διασφαλίζουν τη συνεπή άσκηση αυτών σε σχέση τόσο με τα σημαντικά όσο και με τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα. Μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/445 (EΚΤ/2016/4) αυξήθηκε το επίπεδο εποπτικής επιφύλαξης της ΕΚΤ όσον αφορά τις λογιστικές πρακτικές των πιστωτικών ιδρυμάτων που αφορούν οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω δικαιώματος θα πρέπει να περιοριστεί σε ανοίγματα εντός ομίλου έναντι οντοτήτων εγκατεστημένων στην Ένωση, με δυνατότητα εξαίρεσης τέτοιων ανοιγμάτων έναντι οντοτήτων εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες από την εφαρμογή των ορίων για τα μεγάλα ανοίγματα μόνον κατόπιν εποπτικής αξιολόγησης διενεργούμενης κατά περίπτωση. |
(7) |
Επιπλέον, η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/679 (ΕΚΤ/2017/9) θα πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου τα πιστωτικά ιδρύματα που πληρούν τα σχετικά κριτήρια, τηρώντας συγκεκριμένο ποσοτικό όριο ως προς την αξία των οικείων ανοιγμάτων, να μπορούν να κάνουν χρήση μερικής εξαίρεσης, επιπλέον της ήδη προβλεπόμενης πλήρους εξαίρεσης. Η διευρυμένη εφαρμογή της διακριτικής αυτής ευχέρειας αναμένεται ότι, αφενός, θα συμβάλει στη διατήρηση της ισοτιμίας των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και στον περιορισμό των κινδύνων συγκέντρωσης που απορρέουν από συγκεκριμένα ανοίγματα και, αφετέρου, θα διασφαλίσει την εφαρμογή των ίδιων ελάχιστων προτύπων σε επίπεδο ενιαίου εποπτικού μηχανισμού. |
(8) |
Για τους λόγους αυτούς η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/697 (ΕΚΤ/2017/9) θα πρέπει να τροποποιηθεί, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις
Η κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/679 (ΕΚΤ/2017/9) τροποποιείται ως εξής:
1) |
το άρθρο 5 διαγράφεται· |
2) |
το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 6 Άρθρο 400 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013: εξαιρέσεις Προκειμένου για τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα οι ΕΑΑ πρέπει να ασκούν το δικαίωμα του άρθρου 400 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σχετικά με τις εξαιρέσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο και στα παραρτήματα.
(*1) Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).»·" |
3) |
το άρθρο 7 διαγράφεται· |
4) |
στο τμήμα IV, μετά τον τίτλο «Ρευστότητα», παρεμβάλλονται οι ακόλουθοι τίτλοι, καθώς και τα άρθρα 7α έως 7στ: «Άρθρο 7α Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο i) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61: δείκτης κάλυψης ρευστότητας — προσδιορισμός μειζόνων χρηματιστηριακών δεικτών κράτους μέλους ή τρίτης χώρας Οι ΕΑΑ πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι για τον καθορισμό του φάσματος των μετοχών που θα μπορούσαν να θεωρούνται στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 2Β κατά το άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής (*2) αναγνωρίζονται ως μείζονες χρηματιστηριακοί δείκτες οι ακόλουθοι δείκτες:
Άρθρο 7β Άρθρο 12 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61: δείκτης κάλυψης ρευστότητας — στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 2Β 1. Οι ΕΑΑ πρέπει να παρέχουν στα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα, των οποίων το καταστατικό απαγορεύει την κατοχή τοκοφόρων στοιχείων ενεργητικού για λόγους θρησκείας, τη δυνατότητα να περιλαμβάνουν τους εταιρικούς χρεωστικούς τίτλους στα ρευστά στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 2Β σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61. 2. Οι ΕΑΑ μπορούν να ελέγχουν περιοδικά τη συνδρομή της απαίτησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και να επιτρέπουν παρέκκλιση από το άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημεία ii) και iii) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 12 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού. Άρθρο 7γ Άρθρο 428ιστ παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013: NSFR — συντελεστές απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης για ανοίγματα εκτός ισολογισμού Με την επιφύλαξη του καθορισμού διαφορετικών συντελεστών απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης από την ΕΚΤ, για τα εκτός ισολογισμού ανοίγματα που εμπίπτουν στο άρθρο 428ιστ παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα να εφαρμόζουν σε ανοίγματα εκτός ισολογισμού που δεν αναφέρονται στο έκτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 4 του εν λόγω κανονισμού συντελεστές απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης που αντιστοιχούν στα ποσοστά εκροής που εφαρμόζουν σε συναφή προϊόντα και υπηρεσίες στο πλαίσιο του άρθρου 23 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 όσον αφορά την απαίτηση για την κάλυψη του κινδύνου ρευστότητας. Άρθρο 7δ Άρθρο 428ιζ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013: NSFR — καθορισμός της διάρκειας βαρών στοιχείων ενεργητικού που έχουν διαχωριστεί Όταν τα στοιχεία ενεργητικού έχουν διαχωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4) και δεν μπορούν να διατεθούν ελεύθερα από τα ιδρύματα, οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα να τα θεωρούν βεβαρημένα για περίοδο που αντιστοιχεί στη διάρκεια των υποχρεώσεων προς τους πελάτες τους, τους οποίους αφορά η απαίτηση διαχωρισμού. Άρθρο 7ε Άρθρο 428μγ παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013: NSFR — συντελεστές απαιτούμενης σταθερής χρηματοδότησης για ανοίγματα εκτός ισολογισμού Οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια εφαρμογής της απλουστευμένης απαίτησης καθαρής σταθερής χρηματοδότησης κατά τα οριζόμενα στο έκτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 να ακολουθούν την προσέγγιση του άρθρου 7γ. Άρθρο 7στ Άρθρο 428μδ παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013: NSFR — καθορισμός της διάρκειας βαρών στοιχείων ενεργητικού που έχουν διαχωριστεί Οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια υπολογισμού του δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης κατά τα οριζόμενα στο έκτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 να ακολουθούν την προσέγγιση του άρθρου 7δ. (*2) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα (ΕΕ L 11 της 17.1.2015, σ. 1)." (*3) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1646 της Επιτροπής, της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, για τη θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για σημαντικούς δείκτες και αναγνωρισμένα χρηματιστήρια σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων (ΕΕ L 245 της 14.9.2016, σ. 5)." (*4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).»·" |
5) |
το άρθρο 8 διαγράφεται· |
6) |
το παράρτημα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα Ι της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής· |
7) |
το παράρτημα ΙΙ προστίθεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής. |
Άρθρο 2
Τελικές διατάξεις
Έναρξη παραγωγής αποτελεσμάτων και εφαρμογή
Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι ΕΑΑ συμμορφώνονται με την παρούσα κατευθυντήρια αρχή από την 1η Οκτωβρίου 2022.
Φρανκφούρτη, 25 Μαρτίου 2022.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ
Η Πρόεδρος της ΕΚΤ
Christine LAGARDE
(1) ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.
(2) Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/679 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 4ης Απριλίου 2017, σχετικά με την άσκηση από τις εθνικές αρμόδιες αρχές δικαιωμάτων και διακριτικών ευχερειών που παρέχει το ενωσιακό δίκαιο όσον αφορά τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα (ΕΚΤ/2017/9) (ΕΕ L 101 της 13.4.2017, σ. 156).
(3) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/445 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 14ης Μαρτίου 2016, σχετικά με την άσκηση δικαιωμάτων και διακριτικών ευχερειών που παρέχει το ενωσιακό δίκαιο (ΕΚΤ/2016/4) (ΕΕ L 78 της 24.3.2016, σ. 60).
(4) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα (ΕΕ L 11 της 17.1.2015, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Το παράρτημα της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2017/697 (ΕΚΤ/2017/9) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Προϋποθέσεις για την αξιολόγηση των εξαιρέσεων από το όριο για τα μεγάλα ανοίγματα κατά το άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και το άρθρο 6 στοιχείο γ) της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής
1.
Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται σε σχέση με εξαιρέσεις από το όριο για τα μεγάλα ανοίγματα κατά το άρθρο 6 στοιχείο γ) της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής. Για τους σκοπούς του εν λόγω άρθρου 6 στοιχείο γ) τρίτες χώρες οι οποίες περιλαμβάνονται στον σχετικό κατάλογο του παραρτήματος Ι της εκτελεστικής απόφασης 2014/908 της Επιτροπής (*1)θεωρείται ότι εφαρμόζουν ισοδύναμες απαιτήσεις.
2.
Οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια όταν αξιολογούν εάν ορισμένο άνοιγμα κατά το άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 πληροί τις προϋποθέσεις της εφαρμογής εξαίρεσης από το όριο για τα μεγάλα ανοίγματα σύμφωνα με το άρθρο 400 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού.
α) |
Τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα, προκειμένου να αξιολογήσουν εάν η ειδική φύση του ανοίγματος, ο αντισυμβαλλόμενος ή η σχέση τους με αυτόν αποκλείει ή μειώνει τον κίνδυνο του ανοίγματος κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού (EΕ) αριθ. 575/2013:
|
β) |
Τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα, προκειμένου να αξιολογήσουν τη δυνατότητα αντιμετώπισης οποιουδήποτε εναπομένοντος κινδύνου συγκέντρωσης με άλλους, εξίσου αποτελεσματικούς τρόπους, όπως το πλαίσιο, οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί που προβλέπονται στο άρθρο 81 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (EΕ) αριθ. 575/2013:
|
3.
Προκειμένου να ελέγξουν εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2, οι ΕΑΑ μπορούν να ζητούν από τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα να υποβάλουν τα ακόλουθα στοιχεία:
α) |
επιστολή υπογεγραμμένη από τον νομικό εκπρόσωπο και εγκεκριμένη από το όργανο διοίκησης του πιστωτικού ιδρύματος, η οποία να αναφέρει ότι το πιστωτικό ίδρυμα πληροί όλες τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση εξαίρεσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 400 παράγραφος 3 του κανονισμού (EΕ) αριθ. 575/2013· |
β) |
νομική γνωμοδότηση η οποία εκπονείται από τρίτο ανεξάρτητο πρόσωπο ή από τις οικείες νομικές υπηρεσίες και φέρει την έγκριση του οργάνου διοίκησης, η οποία να καταδεικνύει την απουσία εμποδίων προερχόμενων από εφαρμοστέες κανονιστικές διατάξεις, μεταξύ άλλων και δημοσιονομικές, ή δεσμευτικές συμβάσεις, σε ό,τι αφορά την έγκαιρη εξόφληση ανοιγμάτων από ορισμένο αντισυμβαλλόμενο προς το πιστωτικό ίδρυμα· |
γ) |
δήλωση υπογεγραμμένη από τον νομικό εκπρόσωπο και εγκεκριμένη από το όργανο διοίκησης, η οποία να αναφέρει ότι:
|
δ) |
έγγραφα υπογεγραμμένα από τον νομικό εκπρόσωπο και εγκεκριμένα από το όργανο διοίκησης του πιστωτικού ιδρύματος, με τα οποία να βεβαιώνεται ότι οι διαδικασίες αξιολόγησης, μέτρησης και ελέγχου του κινδύνου τις οποίες αυτό εφαρμόζει είναι ίδιες με εκείνες του αντισυμβαλλομένου και ότι τα πληροφοριακά συστήματά του και οι διαδικασίες διαχείρισης του κινδύνου και εσωτερικής αναφοράς του επιτρέπουν στο όργανο διοίκησής του τη διαρκή παρακολούθηση, σε ατομική και ενοποιημένη βάση, κατά περίπτωση, του επιπέδου του μεγάλου ανοίγματος και της συμβατότητάς του με τη στρατηγική του πιστωτικού ιδρύματος όσον αφορά την ανάληψη κινδύνων και με τις αρχές της χρηστής διαχείρισης της ρευστότητας εντός του ομίλου· |
ε) |
έγγραφα που να καταδεικνύουν ότι η ICAAP εντοπίζει με σαφήνεια τον κίνδυνο συγκέντρωσης που πηγάζει από τα μεγάλα ανοίγματα εντός του ομίλου και ότι ο εν λόγω κίνδυνος αποτελεί αντικείμενο ενεργούς διαχείρισης· |
στ) |
έγγραφα που να καταδεικνύουν ότι η διαχείριση του κινδύνου συγκέντρωσης συνάδει με το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου. |
(*1) Εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με την ισοδυναμία των εποπτικών και ρυθμιστικών απαιτήσεων ορισμένων τρίτων χωρών και εδαφών για τους σκοπούς της αντιμετώπισης ανοιγμάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 155).
(*2) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190.»
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
Το ακόλουθο παράρτημα προστίθεται στην κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2017/697 (ΕΚΤ/2017/9):
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Προϋποθέσεις για την αξιολόγηση των εξαιρέσεων από το όριο για τα μεγάλα ανοίγματα κατά το άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και το άρθρο 6 στοιχείο δ) της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής
1.
Οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια όταν αξιολογούν εάν ορισμένο άνοιγμα κατά το άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 πληροί τις προϋποθέσεις της εφαρμογής εξαίρεσης από το όριο για τα μεγάλα ανοίγματα σύμφωνα με το άρθρο 400 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού.
α) |
Προκειμένου να αξιολογήσουν εάν η ειδική φύση του ανοίγματος, ο περιφερειακός ή κεντρικός οργανισμός ή η σχέση των ιδίων με οποιονδήποτε εξ αυτών αποκλείει ή μειώνει τον κίνδυνο του ανοίγματος κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη:
|
β) |
Προκειμένου να αξιολογήσουν τη δυνατότητα αντιμετώπισης οποιουδήποτε εναπομένοντος κινδύνου συγκέντρωσης με άλλους, εξίσου αποτελεσματικούς τρόπους, όπως το πλαίσιο, οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί του άρθρου 81 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη:
|
2.
Πέρα από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, οι ΕΑΑ πρέπει να απαιτούν από τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, όταν αυτά αξιολογούν εάν ο περιφερειακός ή κεντρικός οργανισμός με τον οποίο είναι συνδεδεμένα στο πλαίσιο δικτύου είναι υπεύθυνος για την εκκαθάριση συναλλαγών επί ρευστών διαθεσίμων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, να λαμβάνουν υπόψη εάν οι εσωτερικοί κανονισμοί ή οι καταστατικές διατάξεις του εν λόγω οργανισμού προβλέπουν ρητά τις σχετικές αρμοδιότητες, περιλαμβανομένων, ενδεικτικά, των ακόλουθων:
α) |
χρηματοδότησης από την αγορά για το όλο δίκτυο· |
β) |
εκκαθάρισης ρευστότητας εντός του δικτύου, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· |
γ) |
παροχής ρευστότητας σε συνδεδεμένα πιστωτικά ιδρύματα· |
δ) |
απορρόφησης πλεονάζουσας ρευστότητας συνδεδεμένων πιστωτικών ιδρυμάτων. |
3.
Προκειμένου να ελέγξουν εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2, οι ΕΑΑ μπορούν να ζητήσουν από ένα λιγότερο σημαντικό πιστωτικό ίδρυμα να υποβάλει τα ακόλουθα στοιχεία:
α) |
επιστολή υπογεγραμμένη από τον νομικό εκπρόσωπο και εγκεκριμένη από το όργανο διοίκησης του πιστωτικού ιδρύματος η οποία να αναφέρει ότι το ίδρυμα πληροί όλες τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση εξαίρεσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 400 παράγραφος 2 στοιχείο δ) και στο άρθρο 400 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· |
β) |
νομική γνωμοδότηση, η οποία εκπονείται από τρίτο ανεξάρτητο πρόσωπο ή από τις οικείες νομικές υπηρεσίες και φέρει την έγκριση του οργάνου διοίκησης, η οποία να καταδεικνύει την απουσία εμποδίων προερχόμενων από εφαρμοστέες κανονιστικές διατάξεις, μεταξύ άλλων και δημοσιονομικές, ή δεσμευτικές συμβάσεις, σε ό,τι αφορά την έγκαιρη εξόφληση ανοιγμάτων από ορισμένο περιφερειακό ή κεντρικό οργανισμό προς το πιστωτικό ίδρυμα· |
γ) |
δήλωση υπογεγραμμένη από τον νομικό εκπρόσωπο και εγκεκριμένη από το όργανο διοίκησης η οποία να αναφέρει ότι:
|
δ) |
έγγραφα υπογεγραμμένα από τον νομικό εκπρόσωπο και εγκεκριμένα από το όργανο διοίκησης του πιστωτικού ιδρύματος με τα οποία να βεβαιώνεται ότι οι διαδικασίες αξιολόγησης, μέτρησης και ελέγχου του κινδύνου τις οποίες αυτό εφαρμόζει είναι ίδιες με εκείνες του περιφερειακού ή κεντρικού οργανισμού και ότι τα πληροφοριακά συστήματά του και οι διαδικασίες διαχείρισης του κινδύνου και εσωτερικής αναφοράς τού επιτρέπουν τη διαρκή παρακολούθηση, σε ατομική και ενοποιημένη βάση, κατά περίπτωση, του επιπέδου του μεγάλου ανοίγματος και της συμβατότητάς του με τη στρατηγική του πιστωτικού ιδρύματος όσον αφορά την ανάληψη κινδύνων και με τις αρχές της χρηστής διαχείρισης της ρευστότητας εντός του δικτύου· |
ε) |
έγγραφα που να καταδεικνύουν ότι η ICAAP εντοπίζει με σαφήνεια τον κίνδυνο συγκέντρωσης που πηγάζει από τα μεγάλα ανοίγματα έναντι του περιφερειακού ή κεντρικού οργανισμού και ότι ο εν λόγω κίνδυνος αποτελεί αντικείμενο ενεργής διαχείρισης· |
στ) |
έγγραφα που να καταδεικνύουν ότι η διαχείριση του κινδύνου συγκέντρωσης συνάδει με το σχέδιο ανάκαμψης του δικτύου. |
(*1) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).»