11.6.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 207/1


ΔΙΟΡΓΑΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

της 20ής Μαΐου 2021

μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 295,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή («τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα») διατηρούν ανοικτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών, σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2.

(2)

Με τον διάλογο αυτό παρέχεται η δυνατότητα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να παρουσιάζουν τις απόψεις τους σχετικά με αποφάσεις που ενδέχεται να τα αφορούν και, ως εκ τούτου, να συμβάλλουν αποτελεσματικά στη βάση τεκμηρίωσης επί της οποίας υποβάλλονται οι προτάσεις πολιτικής. Ο διάλογος με τα ενδιαφερόμενα μέρη ενισχύει την ποιότητα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων με τη δημιουργία διαύλων για τη διατύπωση απόψεων από εξωτερικούς φορείς και την παροχή εμπειρογνωμοσύνης.

(3)

Η διαφάνεια και η λογοδοσία είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των πολιτών της Ένωσης στη νομιμοποίηση των πολιτικών, νομοθετικών και διοικητικών διαδικασιών της Ένωσης.

(4)

Τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα αναγνωρίζουν τη σημασία του συντονισμού της προσέγγισής τους μέσω της θέσπισης κοινού πλαισίου για τη συνεργασία τους, με σκοπό την περαιτέρω προώθηση της διαφανούς και δεοντολογικής εκπροσώπησης ομάδων συμφερόντων.

(5)

Η διαφάνεια της εκπροσώπησης ομάδων συμφερόντων είναι ιδιαίτερα σημαντική προκειμένου να μπορούν οι πολίτες να παρακολουθούν τις δραστηριότητες και να έχουν επίγνωση της δυνητικής επιρροής των εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένης της επιρροής που ασκείται μέσω χρηματοδοτικής στήριξης και χορηγίας. Η διαφάνεια αυτή διασφαλίζεται καλύτερα μέσω ενός κώδικα δεοντολογίας ο οποίος περιέχει τους κανόνες και τις αρχές που πρέπει να τηρούν οι εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων που εγγράφονται σε Μητρώο Διαφάνειας («το Μητρώο»).

(6)

Δεδομένης της θετικής εμπειρίας από το Μητρώο Διαφάνειας για οργανώσεις και αυτοαπασχολούμενα άτομα που συμμετέχουν στη χάραξη και την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ, το οποίο θεσπίστηκε με τη συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 16ης Απριλίου 2014 (1) («η συμφωνία του 2014»), τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα θεωρούν ότι το περιεχόμενο της συμφωνίας του 2014 θα πρέπει να διευρυνθεί.

(7)

Επιβάλλεται να καταστεί το Μητρώο υποχρεωτικό με τη θέσπιση, μέσω επιμέρους αποφάσεων που εκδίδονται από καθένα από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα, μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος που ανάγουν την εγγραφή των εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων στο Μητρώο σε απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση ορισμένων ειδών δραστηριοτήτων εκπροσώπησης ομάδων συμφερόντων.

(8)

Προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω το κοινό πλαίσιο και να αξιοποιηθεί η πρόοδος που έχει σημειωθεί όσον αφορά την καθιέρωση κοινής νοοτροπίας διαφάνειας, τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα θα πρέπει να δημοσιεύουν στον δικτυακό τόπο του Μητρώου τα μέτρα αιρεσιμότητας και τα συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας που εφαρμόζουν για να ενθαρρύνουν την εγγραφή, όπως για παράδειγμα ειδικούς καταλόγους ταχυδρομικών διευθύνσεων, τη σύσταση κατά την οποία ορισμένοι φορείς λήψης αποφάσεων συναντούν μόνο εγγεγραμμένους εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων, ή τη δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τις συναντήσεις μεταξύ ορισμένων φορέων λήψης αποφάσεων και εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων.

(9)

Προκειμένου να προωθηθεί η παρούσα συμφωνία πέρα από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα, θα πρέπει να θεσπιστούν ρυθμίσεις οι οποίες θα επιτρέπουν στα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης, που δεν συγκαταλέγονται στα υπογράφοντα θεσμικά όργανα, καθώς και στις μόνιμες αντιπροσωπείες των κρατών μελών, που επιθυμούν οικειοθελώς να εφαρμόζουν τις αρχές λειτουργίας του κοινού πλαισίου, να λαμβάνουν τη συνδρομή της Γραμματείας του Μητρώου και της τεχνικής υποστήριξης που διαθέτει.

(10)

Προκειμένου να αποφευχθεί ο περιττός διοικητικός φόρτος και σύμφωνα με την τρέχουσα πρακτική όσον αφορά την εγγραφή, οι δραστηριότητες που ασκούνται από εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων αποκλειστικά για λογαριασμό μιας ένωσης ή ενός δικτύου της οποίας/του οποίου αποτελούν μέρος θα πρέπει να θεωρούνται δραστηριότητες του εν λόγω δικτύου ή της εν λόγω ένωσης.

(11)

Οι δραστηριότητες των δημόσιων αρχών των κρατών μελών, καθώς και κάθε ένωσης ή δικτύου των δημόσιων αυτών αρχών που ενεργεί εξ ονόματός τους σε ενωσιακό, εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο, δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, μολονότι θα πρέπει να επιτρέπεται η εγγραφή ενώσεων και δικτύων δημόσιων αρχών σε ενωσιακό, εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο που συμμετέχουν σε δραστηριότητες εκπροσώπησης ομάδων συμφερόντων.

(12)

Η πρακτική της έκδοσης ετήσιας έκθεσης σχετικά με τη λειτουργία του Mητρώου θα πρέπει να διατηρηθεί ως μέσο για τη διασφάλιση της κατάλληλης προβολής της συντονισμένης προσέγγισης των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων και για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών. Το περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύπτει τα μέτρα αιρεσιμότητας και τα συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας που εφαρμόζουν τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα.

(13)

Η λειτουργία του Μητρώου δεν θα πρέπει να θίγει τις αρμοδιότητες των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων ή να επηρεάζει τις αντίστοιχες εξουσίες τους σε θέματα εσωτερικής οργάνωσης.

(14)

Κατά την άσκηση των αντίστοιχων εξουσιών τους εσωτερικής οργάνωσης, τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα θα πρέπει να αναθέτουν στη Γραμματεία και στο διοικητικό συμβούλιο του Μητρώου την εξουσία να ενεργούν εξ ονόματός τους για την έκδοση ατομικών αποφάσεων που αφορούν αιτούντες και εγγεγραμμένους, σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία. Τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα θα πρέπει να είναι ομόδικοι σε κάθε ένδικη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αντικείμενο προσφυγή κατά οριστικών αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου του Μητρώου που επηρεάζουν αρνητικά τους αιτούντες ή τους εγγεγραμμένους.

(15)

Τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα θα πρέπει να ενεργούν στο πλαίσιο μιας αμοιβαία ειλικρινούς συνεργασίας κατά την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

(16)

Καθένα από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα θα πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόζει άλλες πολιτικές χρηστής διακυβέρνησης και διαφάνειας εκτός του πλαισίου της παρούσας συμφωνίας, στον βαθμό που οι εν λόγω πολιτικές δεν επηρεάζουν την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας και τους στόχους που επιδιώκονται με αυτήν.

(17)

Η παρούσα συμφωνία δεν θα πρέπει να θίγει την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 11 παράγραφος 4 ΣΕΕ, σχετικά με την Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Πολιτών, και από το άρθρο 227 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σχετικά με το δικαίωμα υποβολής αναφοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία θεσπίζει πλαίσιο και αρχές λειτουργίας για μια συντονισμένη προσέγγιση εκ μέρους των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων όσον αφορά τη διαφανή και δεοντολογική εκπροσώπηση ομάδων συμφερόντων.

Με επιμέρους αποφάσεις που λαμβάνουν βάσει των εξουσιών εσωτερικής οργάνωσης που διαθέτουν, τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα συμφωνούν να εφαρμόσουν τη συντονισμένη προσέγγιση που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο όσον αφορά τις δραστηριότητες που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία («καλυπτόμενες δραστηριότητες») και να ορίσουν εκείνες τις καλυπτόμενες δραστηριότητες για την άσκηση των οποίων αποφασίζουν να θέσουν ως προϋπόθεση την εγγραφή στο Μητρώο.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«εκπρόσωπος ομάδας συμφερόντων»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε επίσημη ή άτυπη ομάδα, ένωση ή δίκτυο, που συμμετέχει σε καλυπτόμενες δραστηριότητες,

β)

«αιτών»: κάθε εκπρόσωπος ομάδας συμφερόντων που υποβάλλει αίτηση εγγραφής στο Μητρώο,

γ)

«εγγεγραμμένος»: κάθε εκπρόσωπος ομάδας συμφερόντων που έχει καταχωριστεί στο Μητρώο,

δ)

«πελάτης»: κάθε εκπρόσωπος ομάδας συμφερόντων που έχει συνάψει συμβατική σχέση με ενδιάμεσο φορέα με σκοπό την προώθηση από τον εν λόγω ενδιάμεσο φορέα των συμφερόντων του εν λόγω εκπροσώπου ομάδας συμφερόντων μέσω της άσκησης καλυπτόμενων δραστηριοτήτων,

ε)

«ενδιάμεσος φορέας»: κάθε εκπρόσωπος ομάδας συμφερόντων που προωθεί τα συμφέροντα ενός πελάτη ασκώντας καλυπτόμενες δραστηριότητες,

στ)

«σχέση ενδιάμεσου φορέα-πελάτη»: κάθε συμβατική σχέση μεταξύ πελάτη και ενδιάμεσου φορέα που αφορά την άσκηση καλυπτόμενων δραστηριοτήτων,

ζ)

«μέλος του προσωπικού»: κάθε μέλος του προσωπικού που υπόκειται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (2), και το οποίο απασχολείται σε ένα από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα, ανεξαρτήτως της κατηγορίας στην οποία ανήκει,

η)

«αιρεσιμότητα»: η αρχή σύμφωνα με την οποία η εγγραφή στο Mητρώο αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση ορισμένων καλυπτόμενων δραστηριοτήτων από τους εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων.

Άρθρο 3

Καλυπτόμενες δραστηριότητες

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 4, η παρούσα συμφωνία καλύπτει δραστηριότητες τις οποίες ασκούν εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων με στόχο να επηρεάσουν τη διαμόρφωση ή την εφαρμογή πολιτικής ή νομοθεσίας, ή τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων ή άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης (από κοινού καλούμενα «θεσμικά όργανα της Ένωσης»).

2.   Ειδικότερα, στις καλυπτόμενες δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων:

α)

η διοργάνωση ή συμμετοχή σε συναντήσεις, διασκέψεις ή εκδηλώσεις, καθώς και η πραγματοποίηση παρόμοιων επαφών με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης,

β)

η συμβολή ή συμμετοχή σε διαβουλεύσεις, ακροάσεις ή άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες,

γ)

η διοργάνωση εκστρατειών επικοινωνίας, πλατφορμών, δικτύων και πρωτοβουλιών σε επίπεδο βάσης,

δ)

η εκπόνηση ή ανάθεση της εκπόνησης εγγράφων πολιτικής και θέσης, τροπολογιών, δημοσκοπήσεων και ερευνών κοινής γνώμης, ανοικτών επιστολών και άλλου επικοινωνιακού ή ενημερωτικού υλικού, καθώς και η ανάθεση και διεξαγωγή ερευνών.

Άρθρο 4

Δραστηριότητες που δεν καλύπτονται

1.   Η παρούσα συμφωνία δεν καλύπτει τις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

παροχή νομικών και άλλων επαγγελματικών συμβουλών όταν:

i)

αυτή συνίσταται σε εκπροσώπηση πελατών στο πλαίσιο μιας διαδικασίας συμβιβασμού ή διαμεσολάβησης που αποσκοπεί στην αποτροπή της υποβολής ορισμένης διαφοράς ενώπιον δικαστηρίου ή διοικητικής αρχής,

ii)

η παροχή συμβουλών σε πελάτες αποσκοπεί στο να τους διαβεβαιώσει ότι οι δραστηριότητές τους είναι σύμφωνες με την ισχύουσα νομοθεσία, ή

iii)

αυτή συνίσταται στην εκπροσώπηση των πελατών και στη διαφύλαξη των θεμελιωδών ή διαδικαστικών δικαιωμάτων τους, όπως το δικαίωμα ακρόασης, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και το δικαίωμα άμυνας στο πλαίσιο διοικητικών διαδικασιών, και περιλαμβάνει δραστηριότητες που ασκούνται από δικηγόρους ή άλλους επαγγελματίες που συμμετέχουν στην εκπροσώπηση πελατών και στη διαφύλαξη των θεμελιωδών ή διαδικαστικών τους δικαιωμάτων,

β)

υποβολή παρατηρήσεων υπό την ιδιότητα μετέχοντος ή τρίτου στο πλαίσιο ένδικης ή διοικητικής διαδικασίας που ισχύει κατά το δίκαιο της Ένωσης ή κατά το διεθνές δίκαιο στο οποίο υπόκειται η Ένωση, καθώς και παρατηρήσεων που βασίζονται σε συμβατική σχέση με ένα από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα ή σε συμφωνία επιχορήγησης που χρηματοδοτείται με κονδύλια της Ένωσης,

γ)

δραστηριότητες των κοινωνικών εταίρων που ενεργούν ως συμμετέχοντες σε κοινωνικό διάλογο σύμφωνα με το άρθρο 152 ΣΛΕΕ,

δ)

υποβολή παρατηρήσεων ως απάντηση σε άμεσα και συγκεκριμένα αιτήματα θεσμικού οργάνου της Ένωσης, των εκπροσώπων ή του προσωπικού του, για αντικειμενικές πληροφορίες, δεδομένα ή εμπειρογνωμοσύνη,

ε)

δραστηριότητες που ασκούνται από φυσικά πρόσωπα υπό την αυστηρά προσωπική τους ιδιότητα, χωρίς συνεννόηση με άλλα πρόσωπα,

στ)

αυθόρμητες συναντήσεις, συναντήσεις με αμιγώς ιδιωτικό ή κοινωνικό χαρακτήρα και συσκέψεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας που ισχύει σύμφωνα με τη ΣΕΕ ή τη ΣΛΕΕ ή με νομικές πράξεις της Ένωσης.

2.   Η παρούσα συμφωνία δεν καλύπτει τις δραστηριότητες που ασκούνται από τους ακόλουθους φορείς:

α)

δημόσιες αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των μόνιμων αντιπροσωπειών και πρεσβειών τους, σε εθνικό και υποεθνικό επίπεδο,

β)

ενώσεις και δίκτυα δημόσιων αρχών, σε ενωσιακό, εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο, υπό την προϋπόθεση ότι ενεργούν αποκλειστικά για λογαριασμό των σχετικών δημόσιων αρχών,

γ)

διακυβερνητικοί οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών και των φορέων που προέρχονται από αυτούς,

δ)

δημόσιες αρχές τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αποστολών και πρεσβειών τους, εκτός όταν οι αρχές αυτές εκπροσωπούνται από νομικές οντότητες, γραφεία ή δίκτυα χωρίς διπλωματικό καθεστώς ή εκπροσωπούνται από ενδιάμεσο φορέα,

ε)

πολιτικά κόμματα, με εξαίρεση τις οργανώσεις που δημιουργούνται από πολιτικά κόμματα ή συνδέονται με αυτά,

στ)

εκκλησίες και θρησκευτικές ενώσεις ή κοινότητες, καθώς και φιλοσοφικές και μη ομολογιακές οργανώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 ΣΛΕΕ, με εξαίρεση τα γραφεία, τις νομικές οντότητες ή τα δίκτυα που δημιουργούνται για να εκπροσωπούν εκκλησίες, θρησκευτικές κοινότητες ή φιλοσοφικές και μη ομολογιακές οργανώσεις στις σχέσεις τους με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, καθώς και τις ενώσεις τους.

Άρθρο 5

Μέτρα αιρεσιμότητας και συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας

1.   Τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα εκφράζουν την προσήλωσή τους στην αρχή της αιρεσιμότητας, την οποία θέτουν σε εφαρμογή με επιμέρους αποφάσεις βάσει των εξουσιών εσωτερικής οργάνωσης που διαθέτουν.

2.   Κατά τη θέσπιση μέτρων αιρεσιμότητας ή συμπληρωματικών μέτρων διαφάνειας για την ενθάρρυνση της εγγραφής και την ενίσχυση του κοινού πλαισίου που θεσπίζεται με την παρούσα συμφωνία, τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα διασφαλίζουν ότι τα εν λόγω μέτρα συνάδουν με την παρούσα συμφωνία και ενισχύουν τον στόχο της συντονισμένης προσέγγισης που αναφέρεται στο άρθρο 1, δηλαδή, τον καθορισμό υψηλών προτύπων για τη διαφανή και δεοντολογική εκπροσώπηση ομάδων συμφερόντων σε επίπεδο Ένωσης.

3.   Τα μέτρα αιρεσιμότητας και τα συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας που εγκρίνονται από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα δημοσιοποιούνται στον δικτυακό τόπο του Μητρώου, ο οποίος επικαιροποιείται τακτικά.

Άρθρο 6

Επιλεξιμότητα και κώδικας δεοντολογίας

1.   Οι αιτούντες που υποβάλλουν πλήρη αίτηση εγγραφής είναι επιλέξιμοι για καταχώριση στο Μητρώο εφόσον ασκούν καλυπτόμενες δραστηριότητες και τηρούν τον κώδικα δεοντολογίας που παρατίθεται στο παράρτημα I («κώδικας δεοντολογίας»).

2.   Κατά την υποβολή αίτησης εγγραφής, οι αιτούντες παρέχουν τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ και συμφωνούν οι πληροφορίες αυτές να είναι διαθέσιμες στο κοινό.

3.   Οι αιτούντες ενδέχεται να κληθούν να τεκμηριώσουν την επιλεξιμότητά τους για καταχώριση στο Μητρώο και την ακρίβεια των πληροφοριών που υποβάλλουν.

4.   Η Γραμματεία του Μητρώου («η Γραμματεία») ενεργοποιεί την εγγραφή του αιτούντος μόλις διαπιστωθεί η επιλεξιμότητά του και η εγγραφή θεωρηθεί ότι πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα IΙ.

5.   Μόλις ενεργοποιηθεί η εγγραφή του, ο αιτών καθίσταται εγγεγραμμένος.

6.   Η Γραμματεία παρακολουθεί τις εγγραφές και αξιολογεί τη διαρκή επιλεξιμότητα των εγγεγραμμένων και την τήρηση του κώδικα δεοντολογίας, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στο παράρτημα III.

7.   Η Γραμματεία μπορεί να διενεργεί έρευνες κατόπιν καταγγελίας με την οποία υποστηρίζεται ότι ένας εγγεγραμμένος δεν τηρεί τον κώδικα δεοντολογίας, καθώς και με δική της πρωτοβουλία βάσει πληροφοριών ότι ο εγγεγραμμένος ενδέχεται να μην πληροί πλέον τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας της παραγράφου 1.

8.   Στο πλαίσιο παρακολούθησης ή έρευνας από τη Γραμματεία, οι εγγεγραμμένοι ειδικότερα:

α)

προσκομίζουν, εφόσον τους ζητηθεί, δικαιολογητικά που αποδεικνύουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με την εγγραφή τους εξακολουθούν να είναι ακριβείς, και

β)

συνεργάζονται κατά τρόπο ειλικρινή και εποικοδομητικό σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 7

Διοικητικό Συμβούλιο

1.   Το διοικητικό συμβούλιο του Μητρώου («διοικητικό συμβούλιο») αποτελείται από τους Γενικούς Γραμματείς των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων, οι οποίοι ασκούν εκ περιτροπής την προεδρία του με θητεία διάρκειας ενός έτους.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο:

α)

επιβλέπει τη συνολική εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας,

β)

καθορίζει τις ετήσιες προτεραιότητες του Μητρώου, καθώς και τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού και το μερίδιο που απαιτείται για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων αυτών,

γ)

εκδίδει γενικές οδηγίες προς τη Γραμματεία,

δ)

εγκρίνει την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 13,

ε)

εξετάζει αιτιολογημένες αιτήσεις για επανεξέταση των αποφάσεων της Γραμματείας και αποφασίζει σχετικά σύμφωνα με το σημείο 9 του παραρτήματος ΙΙΙ.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο με πρωτοβουλία του προέδρου του. Μπορεί επίσης να συνεδριάζει κατόπιν αιτήματος ενός από τα μέλη του.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει με συναίνεση.

Άρθρο 8

Γραμματεία

1.   Η Γραμματεία αποτελεί κοινή επιχειρησιακή δομή που συστήνεται για τη διαχείριση της λειτουργίας του Μητρώου. Αποτελείται από τους προϊσταμένους μονάδας ή ιεραρχικώς ισοδύναμα πρόσωπα, που είναι αρμόδια για θέματα διαφάνειας σε κάθε υπογράφον θεσμικό όργανο («προϊστάμενοι μονάδας»), και το αντίστοιχο προσωπικό τους.

2.   Ένας από τους προϊσταμένους μονάδας ορίζεται ως «συντονιστής» από το διοικητικό συμβούλιο για ανανεώσιμη θητεία ενός έτους. Οι εργασίες της Γραμματείας συντονίζονται από τον συντονιστή.

Ο συντονιστής εκπροσωπεί τη Γραμματεία και επιβλέπει τις καθημερινές εργασίες της προς το κοινό συμφέρον των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων.

3.   Η Γραμματεία:

α)

αναφέρεται στο διοικητικό συμβούλιο, προετοιμάζει τις συνεδριάσεις του και το επικουρεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του,

β)

καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για τους εγγεγραμμένους, ώστε να διασφαλίζεται η συνεκτική εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας,

γ)

αποφασίζει σχετικά με την επιλεξιμότητα των αιτούντων και παρακολουθεί το περιεχόμενο του Μητρώου, με στόχο την επίτευξη του βέλτιστου επιπέδου ποιότητας των δεδομένων στο Μητρώο, λαμβανομένου υπόψη, πάντως, ότι οι εγγεγραμμένοι φέρουν την τελική ευθύνη για την ακρίβεια των πληροφοριών που έχουν παράσχει,

δ)

παρέχει τεχνική υποστήριξη στους αιτούντες και στους εγγεγραμμένους,

ε)

διενεργεί έρευνες και εφαρμόζει μέτρα σύμφωνα με το παράρτημα III,

στ)

αναλαμβάνει δράσεις επικοινωνίας και ευαισθητοποίησης που απευθύνονται στα ενδιαφερόμενα μέρη,

ζ)

συντάσσει την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 13,

η)

είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη ΤΠ και την τεχνική συντήρηση του Μητρώου,

θ)

ανταλλάσσει βέλτιστες πρακτικές και εμπειρία με παρόμοιους φορείς σχετικά με τη διαφάνεια της εκπροσώπησης ομάδων συμφερόντων,

ι)

εκτελεί κάθε άλλη δραστηριότητα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

4.   Οι αποφάσεις της Γραμματείας λαμβάνονται από τους προϊσταμένους μονάδας με συναίνεση .

Άρθρο 9

Εξουσιοδότηση

Το διοικητικό συμβούλιο και η Γραμματεία εκτελούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 και, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών, εξουσιοδοτούνται να λαμβάνουν αποφάσεις εξ ονόματος των υπογραφόντων θεσμικών οργάνων.

Άρθρο 10

Πόροι

1.   Τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα μεριμνούν ώστε να διατίθενται οι αναγκαίοι ανθρώπινοι, διοικητικοί, τεχνικοί και οικονομικοί πόροι, συμπεριλαμβανομένου του κατάλληλου προσωπικού για τη Γραμματεία, προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το διαφορετικό μέγεθος του οργανογράμματος των θεσμικών οργάνων, τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη χρηματοδότηση της τήρησης, της ανάπτυξης και της προώθησης του Μητρώου.

Άρθρο 11

Εκούσια συμμετοχή θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης διαφορετικών από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα

1.   Τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης, εκτός από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα, μπορούν να κοινοποιούν στο διοικητικό συμβούλιο μέτρα μέσω των οποίων αποφασίζουν να εξαρτήσουν ορισμένες δραστηριότητες από την εγγραφή στο Μητρώο, ή από τυχόν συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας που λαμβάνουν.

2.   Όταν το διοικητικό συμβούλιο θεωρεί ότι τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνάδουν με τους στόχους που επιδιώκονται με την παρούσα συμφωνία, μπορεί να συμφωνήσει με το θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ένωσης τους όρους υπό τους οποίους το εν λόγω θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμός μπορεί να τύχει της συνδρομής της Γραμματείας και τεχνικής υποστήριξης . Κάθε μέτρο που κοινοποιείται δυνάμει της παραγράφου 1 δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του Μητρώου.

Άρθρο 12

Εκούσια συμμετοχή των μόνιμων αντιπροσωπειών των κρατών μελών

Τα κράτη μέλη μπορούν να κοινοποιούν στο διοικητικό συμβούλιο τα μέτρα που λαμβάνουν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, μέσω των οποίων αποφασίζουν να εξαρτήσουν ορισμένες δραστηριότητες που έχουν αποδέκτη τις μόνιμες αντιπροσωπείες τους από την εγγραφή στο Μητρώο, ή από τυχόν συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας που λαμβάνουν. Κάθε μέτρο που κοινοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του Μητρώου.

Άρθρο 13

Ετήσια έκθεση

1.   Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει ετήσια έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του Μητρώου κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους.

2.   Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει:

α)

ένα κεφάλαιο σχετικά με τεκμηριωμένες πληροφορίες για το Μητρώο, το περιεχόμενό του και τυχόν αλλαγές που αφορούν το Μητρώο,

β)

ένα κεφάλαιο σχετικά με τα ισχύοντα μέτρα αιρεσιμότητας και τα ισχύοντα συμπληρωματικά μέτρα διαφάνειας που αναφέρονται στο άρθρο 5.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο υποβάλλει την ετήσια έκθεση στα υπογράφοντα θεσμικά όργανα και μεριμνά για τη δημοσίευσή της στον δικτυακό τόπο του Μητρώου.

Άρθρο 14

Αναθεώρηση

1.   Τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα αξιολογούν την εφαρμογή των μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 5 έως τις 2 Ιουλίου 2022, και στη συνέχεια τακτικά, με σκοπό, κατά περίπτωση, την υποβολή συστάσεων για τη βελτίωση και την ενίσχυση των μέτρων αυτών.

2.   Η συμφωνία υπόκειται σε αναθεώρηση το αργότερο στις 2 Ιουλίου 2025.

Άρθρο 15

Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

1.   Η παρούσα συμφωνία έχει δεσμευτικό χαρακτήρα για τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 9, κάθε υπογράφον θεσμικό όργανο δεσμεύεται να εκδώσει απόφαση η οποία έχει ως εξής:

«Το διοικητικό συμβούλιο και η Γραμματεία εξουσιοδοτούνται να εγκρίνουν εξ ονόματος του/της [όνομα του θεσμικού οργάνου] ατομικές αποφάσεις που αφορούν αιτούντες και εγγεγραμμένους, σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία της 20ής Μαΐου2021 σχετικά με το υποχρεωτικό Μητρώο Διαφάνειας (ΕΕ L 207 της 11.6.2021, σ. 1).».

Οι αποφάσεις αυτές αρχίζουν να ισχύουν την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας.

3.   Η παρούσα συμφωνία αντικαθιστά τη συμφωνία του 2014, τα αποτελέσματα της οποίας παύουν να ισχύουναπό την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας.

4.   Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Οι εγγεγραμμένοι που εγγράφηκαν στο Μητρώο πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας δικαιούνται, εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας συμφωνίας, να τροποποιήσουν την εγγραφή τους ώστε να πληρούν τις νέες απαιτήσεις που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία, προκειμένου να διατηρηθεί η καταχώρισή τους στο Μητρώο.

6.   Οι έρευνες που έχουν κινηθεί κατόπιν επισημάνσεων παρατυπιών ή κατόπιν καταγγελιών δυνάμει της συμφωνίας του 2014 θα διεξαχθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην εν λόγω συμφωνία.

Βρυξέλλες, 20 Μαΐου 2021.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

David Maria SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

Ana Paula ZACARIAS

Για την Επιτροπή

Εξ ονόματος της Προέδρου

Věra JOUROVÁ


(1)  Συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το Μητρώο Διαφάνειας για οργανώσεις και αυτοαπασχολούμενα άτομα που συμμετέχουν στη διαμόρφωση και εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ (ΕΕ L 277 της 19.9.2014, σ. 11).

(2)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

Οι εγγεγραμμένοι ασκούν τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με τους κανόνες και τις αρχές που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα. Ειδικότερα, οι εγγεγραμμένοι οφείλουν:

α)

να προσδιορίζουν πάντοτε, στο πλαίσιο των σχέσεών τους με κάποιο από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα και τα άλλα θεσμικά και λοιπά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης (από κοινού καλούμενα τα «θεσμικά όργανα της Ένωσης»), την ταυτότητά τους, αναφέροντας το όνομά τους, τον αριθμό εγγραφής τους, και την οντότητα ή τις οντότητες για τις οποίες εργάζονται ή τις οποίες εκπροσωπούν·

β)

να δηλώνουν τα συμφέροντα και τους στόχους που προωθούν και να προσδιορίζουν τους πελάτες ή τα μέλη που εκπροσωπούν καθώς και, κατά περίπτωση, τον αριθμό εγγραφής των εν λόγω πελατών ή μελών·

γ)

να μην αποσπούν ή να μην επιχειρούν να αποσπάσουν πληροφορίες ή αποφάσεις με ανέντιμο τρόπο, ή ασκώντας αθέμιτη πίεση, επιδεικνύοντας ανάρμοστη συμπεριφορά ή χρησιμοποιώντας προσβλητικές εκφράσεις·

δ)

να μην κάνουν κατάχρηση της εγγραφής τους για εμπορικά οφέλη ούτε να στρεβλώνουν ή να παρουσιάζουν με παραπλανητικό τρόπο το αποτέλεσμα της εγγραφής·

ε)

να μην προσβάλλουν τη φήμη του Μητρώου ούτε να προκαλούν βλάβη σε κάποιο από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης ή να χρησιμοποιούν τα λογότυπά τους χωρίς ρητή άδεια·

στ)

να μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που παρέχουν κατά την εγγραφή και που, στη συνέχεια, διαχειρίζονται στο πλαίσιο των καλυπτόμενων δραστηριοτήτων τους να είναι πλήρεις, επικαιροποιημένες, ακριβείς και να μην έχουν παραπλανητικό χαρακτήρα, καθώς και να συναινούν στη δημοσιοποίηση των πληροφοριών αυτών·

ζ)

να τηρούν τους σχετικούς δημόσια διαθέσιμους κανόνες, κώδικες και κατευθυντήριες γραμμές που έχουν θεσπίσει τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και να μην παρακωλύουν την υλοποίηση και την εφαρμογή τους·

η)

να μην προτρέπουν τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα μέλη της Επιτροπής ή το προσωπικό των θεσμικών οργάνων της Ένωσης να παραβούν τους κανόνες και τα πρότυπα δεοντολογίας που διέπουν τη συμπεριφορά τους·

θ)

να λαμβάνουν δεόντως υπόψη, σε περίπτωση που απασχολούν πρώην βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώην μέλη της Επιτροπής ή πρώην υπαλλήλους των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας και τους κανόνες που εφαρμόζονται επί των εν λόγω προσώπων μετά την αποχώρησή τους από το αντίστοιχο θεσμικό όργανο, προκειμένου να αποτρέπονται συγκρούσεις συμφερόντων·

ι)

στο πλαίσιο σχέσης πελάτη-ενδιάμεσου φορέα:

i)

να διασφαλίζουν ότι τα μέρη της σχέσης αυτής είναι καταχωρισμένα στο Mητρώο, και

ii)

ως πελάτες ή ενδιάμεσοι φορείς, να μεριμνούν ώστε να δημοσιεύονται οι σχετικές πληροφορίες αναφορικά με τη σχέση που έχει καταχωριστεί στο Μητρώο σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ·

ια)

να διασφαλίζουν ότι, οσάκις, για την άσκηση καλυπτόμενων δραστηριοτήτων, αναθέτουν ορισμένα καθήκοντα σε τρίτα μη εγγεγραμμένα μέρη, τα εν λόγω μέρη τηρούν δεοντολογικά πρότυπα τουλάχιστον ισοδύναμα με εκείνα που ισχύουν για τους εγγεγραμμένους·

ιβ)

να υποβάλλουν στη Γραμματεία, εφόσον τους ζητηθεί, δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επιλεξιμότητά τους και την ακρίβεια των υποβληθεισών πληροφοριών και να συνεργάζονται με τη Γραμματεία κατά τρόπο ειλικρινή και εποικοδομητικό·

ιγ)

να αποδέχονται το ενδεχόμενο να αποτελέσουν αντικείμενο διαδικασίας έρευνας και, κατά περίπτωση, να υπαχθούν στα μέτρα που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙΙ·

ιδ)

να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι όλοι οι υπάλληλοί τους που συμμετέχουν σε καλυπτόμενες δραστηριότητες ενημερώνονται σχετικά με την υποχρέωση που υπέχουν ως εγγεγραμμένοι να τηρούν τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας

ιε)

να ενημερώνουν τους πελάτες ή τα μέλη που εκπροσωπούν στο πλαίσιο καλυπτόμενων δραστηριοτήτων σχετικά με την υποχρέωσή τους ως εγγεγραμένων να τηρούν τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας·

ιστ)

να τηρούν τις ειδικές διατάξεις και ρυθμίσεις που έχουν θεσπίσει τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα στον τομέα της πρόσβασης και της ασφάλειας και να μην παρακωλύουν την εφαρμογή τους.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ

Το παρόν παράρτημα καθορίζει τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο Mητρώο. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται από τους αιτούντες ή, κατά περίπτωση, τους εγγεγραμμένουςεκτός εάν καταχωρίζονται αυτόματα.

I.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

α)

επωνυμία της οντότητας· διεύθυνση της έδρας της οντότητας και του γραφείου που είναι αρμόδιο για τις σχέσεις με την Ένωση, εάν οι διευθύνσεις αυτές διαφέρουν· αριθμός τηλεφώνου διεύθυνση· ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (1)· δικτυακός τόπος·

β)

νομική μορφή της οντότητας·

γ)

εκπροσωπούμενα συμφέροντα·

δ)

επιβεβαίωση ότι η οντότητα λειτουργεί τηρώντας τον κώδικα δεοντολογίας·

ε)

ονοματεπώνυμο του προσώπου που είναι κατά νόμο υπεύθυνο για την οντότητα καθώς και του αρμοδίου για τις σχέσεις με την Ένωση προσώπου·

στ)

ετήσια εκτίμηση των ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης για το σύνολο των προσώπων που συμμετέχουν σε καλυπτόμενες δραστηριότητες με βάση τα ακόλουθα ποσοστά δραστηριότητας πλήρους απασχόλησης: 10 %, 25 %, 50 %, 75 % ή 100 %·

ζ)

στόχοι, αρμοδιότητες, τομείς ενδιαφέροντος και γεωγραφική κάλυψη·

η)

οργανισμοί στους οποίους συμμετέχει η εγγεγραμμένη οντότητα και οντότητες με τις οποίες η οντότητα αυτή είναι συνδεδεμένη·

θ)

συμμετοχή και/ή σύνδεση της εγγεγραμμένης οντότητας σε σχετικά δίκτυα και ενώσεις.

ΙΙ.   ΔΕΣΜΟΙ ΜΕ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

α)

νομοθετικές προτάσεις, πολιτικές ή πρωτοβουλίες της Ένωσης που αποτελούν στόχο των καλυπτόμενων δραστηριοτήτων·

β)

συμμετοχή σε ομάδες εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής (2) και σε άλλα φόρουμ και πλατφόρμες που υποστηρίζονται από την Ένωση·

γ)

συμμετοχή, υποστήριξη ή ένταξη σε διακομματικές ομάδες και άλλες ανεπίσημες δραστηριότητες ομάδων που διοργανώνονται στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

δ)

ονοματεπώνυμα των προσώπων που διαθέτουν άδεια εισόδου στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (3).

III.   ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Οι εγγεγραμμένοι, συμπεριλαμβανομένων των ενδιάμεσων φορέων, δηλώνουν το ποσό και την πηγή των ενωσιακών επιχορηγήσεων που συμβάλλουν στις λειτουργικές δαπάνες τους. Όλα τα ποσά δηλώνονται σε ευρώ.

α)

Οι εγγεγραμμένοι που προωθούν τα δικά τους συμφέροντα, ή τα συλλογικά συμφέροντα των μελών τους έναντι οποιουδήποτε από τα υπογράφοντα θεσμικά όργανα, παρέχουν επικαιροποιημένη εκτίμηση του ετήσιου κόστους που σχετίζεται με τις καλυπτόμενες δραστηριότητες σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα. Το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος καλύπτει ένα πλήρες έτος λειτουργίας και αφορά την πιο πρόσφατη οικονομική χρήση μετά την ημερομηνία της εγγραφής ή της ετήσιας επικαιροποίησης των στοιχείων εγγραφής.

Τάξη μεγέθους του ετήσιου κόστους, σε ευρώ:

< 10 000

10 000 – 24 999

25 000 – 49 999

50 000 – 99 999

100 000 – 199 999

200 000 – 299 999

300 000 – 399 999

400 000 – 499 999

500 000 – 599 999

600 000 – 699 999

700 000 – 799 999

800 000 – 899 999

900 000 – 999 999

1 000 000 – 1 249 999

1 250 000 – 1 499 999

1 500 000 – 1 749 999

1 750 000 – 1 999 999

2 000 000 – 2 249 999

2 250 000 – 2 499 999

2 500 000 – 2 749 999

2 750 000 – 2 999 999

3 000 000 – 3 499 999

3 500 000 – 3 999 999

4 000 000 – 4 499 999

4 500 000 – 4 999 999

5 000 000 – 5 499 999

5 500 000 – 5 999 999

6 000 000 – 6 499 999

6 500 000 – 6 999 999

7 000 000 – 7 999 999

8 000 000 – 8 999 999

9 000 000 – 9 999 999

≥ 10 000 000

Οι πελάτες δηλώνουν τους ενδιάμεσους φορείς που ασκούν καλυπτόμενες δραστηριότητες για λογαριασμό τους και το κόστος για κάθε μεμονωμένο ενδιάμεσο φορέα σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα. Το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος καλύπτει ένα πλήρες έτος λειτουργίας και αφορά την πιο πρόσφατη οικονομική χρήση μετά την ημερομηνία της εγγραφής ή την ημερομηνία της ετήσιας επικαιροποίησης των στοιχείων εγγραφής.

Οι υφιστάμενοι ενδιάμεσοι φορείς που δεν καλύπτονται από την πιο πρόσφατη οικονομική χρήση δηλώνονται χωριστά με την επωνυμία τους.

Τάξη μεγέθους του κόστους εκπροσώπησης ανά ενδιάμεσο φορέα, σε ευρώ:

< 10 000

10 000 – 24 999

25 000 – 49 999

50 000 – 99 999

100 000 – 199 999

200 000 – 299 999

300 000 – 399 999

400 000 – 499 999

500 000 – 599 999

600 000 – 699 999

700 000 – 799 999

800 000 – 899 999

900 000 – 999 999

≥ 1 000 000

β)

Οι ενδιάμεσοι φορείς δηλώνουν τα εκτιμώμενα συνολικά ετήσια έσοδα που προκύπτουν από καλυπτόμενες δραστηριότητες σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα. Τα εκτιμώμενα ετήσια έσοδα που προκύπτουν καλύπτουν ένα πλήρες έτος λειτουργίας και αφορούν την πιο πρόσφατη οικονομική χρήση μετά την ημερομηνία της εγγραφής ή την ημερομηνία της ετήσιας επικαιροποίησης των στοιχείων εγγραφής.

Τα έσοδα από μεμονωμένους πελάτες για καλυπτόμενες δραστηριότητες επίσης δηλώνονται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα και συνοδεύονται από επισήμανση των νομοθετικών προτάσεων, πολιτικών ή πρωτοβουλιών της Ένωσης που αποτελούν στόχο των καλυπτόμενων δραστηριοτήτων:

Τάξη μεγέθους των εσόδων που προκύπτουν ανά πελάτη, σε ευρώ:

< 10 000

10 000 – 24 999

25 000 – 49 999

50 000 – 99 999

100 000 – 199 999

200 000 – 299 999

300 000 – 399 999

400 000 – 499 999

500 000 – 599 999

600 000 – 699 999

700 000 – 799 999

800 000 – 899 999

900 000 – 999 999

≥ 1 000 000

Τα εκτιμώμενα συνολικά ετήσια έσοδα που προκύπτουν από καλυπτόμενες δραστηριότητες υπολογίζονται αυτόματα από το Μητρώο με βάση το σύνολο των εκτιμώμενων εσόδων που προκύπτουν ανά πελάτη.

Οι ενδιάμεσοι φορείς δηλώνουν στο Μητρώο τους πελάτες για λογαριασμό των οποίων ασκούνται καλυπτόμενες δραστηριότητες.

Οι υφιστάμενοι πελάτες που δεν καλύπτονται από την πιο πρόσφατη οικονομική χρήση δηλώνονται χωριστά στο Μητρώο με την επωνυμία τους.

γ)

Οι εγγεγραμμένοι που δεν εκπροσωπούν εμπορικά συμφέροντα παρέχουν τις ακόλουθες οικονομικές πληροφορίες:

i)

τον συνολικό προϋπολογισμό τους για την πιο πρόσφατη οικονομική χρήση·

ii)

τις κύριες πηγές χρηματοδότησής τους ανά κατηγορία: χρηματοδότηση από την Ένωση, δημόσια χρηματοδότηση, επιχορηγήσεις, δωρεές, εισφορές μελών τους κ.λπ.·

iii)

το ποσό κάθε εισπραχθείσας εισφοράς, το ύψος της οποίας υπερβαίνει το 10 % του συνολικού προϋπολογισμού τους, εφόσον οι εισφορές υπερβαίνουν το ποσό των 10 000 EUR, καθώς και το όνομα του εισφέροντος.


(1)  Η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν θα δημοσιεύεται.

(2)  Η συμμετοχή σε ομάδες εμπειρογνωμόνων καταχωρίζεται αυτόματα στο Μητρώο. Η εγγραφή δεν παρέχει αυτομάτως δικαίωμα συμμετοχής σε μια τέτοια ομάδα.

(3)  Οι εγγεγραμμένες οντότητες μπορούν να ζητούν άδειες εισόδου στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά το πέρας της διαδικασίας εγγραφής. Τα ονόματα των προσώπων στα οποία χορηγούνται άδειες εισόδου στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καταχωρίζονται αυτομάτως στο Μητρώο. Η εγγραφή δεν παρέχει αυτομάτως δικαίωμα σε άδεια εισόδου.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙ

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ, ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ

1.   Γενικές αρχές

1.1.

Η Γραμματεία μπορεί να κινήσει έρευνα κατόπιν καταγγελίας περί μη τήρησης του κώδικα δεοντολογίας από έναν εγγεγραμμένο («παραβίαση»), καθώς και με δική της πρωτοβουλία βάσει πληροφοριών ότι ο εγγεγραμμένος ενδέχεται να μην πληροί τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας.

1.2.

Η έρευνα είναι διοικητική διαδικασία στην οποία συμμετέχουν η Γραμματεία και ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος, καθώς και, όταν η έρευνα δεν έχει κινηθεί με πρωτοβουλία της Γραμματείας, ο τρίτος που υπέβαλε την καταγγελία («καταγγέλλων»).

1.3.

Όταν διενεργείται έρευνα, η Γραμματεία μπορεί, ως μέτρο πρόληψης, να αναστείλει τη σχετική εγγραφή. Η Γραμματεία ενημερώνει αμέσως τον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο για την απόφασή της να αναστείλει την εγγραφή, αιτιολογώντας την απόφασή της.

2.   Παραδεκτό των καταγγελιών

2.1.

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να υποβάλει καταγγελία στη Γραμματεία σχετικά με εικαζόμενη παραβίαση από έναν εγγεγραμμένο. Οι καταγγελίες υποβάλλονται εγγράφως. Η καταγγελία είναι παραδεκτή όταν:

α)

προσδιορίζει τον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο και εκθέτει σαφώς τις λεπτομέρειες της καταγγελίας,

β)

περιλαμβάνει το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του καταγγέλλοντος,

γ)

υποβάλλεται εντός προθεσμίας ενός έτους από την εικαζόμενη παραβίαση,

δ)

στηρίζεται σε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι υφίσταται εύλογη πιθανότητα παραβίασης.

2.2.

Όταν μια καταγγελία κρίνεται μη παραδεκτή, η Γραμματεία το γνωστοποιεί στον καταγγέλλοντα, αιτιολογώντας δεόντως την απόφασή της.

3.   Διαδικασία υποβολής καταγγελιών

3.1.

Μετά την παραλαβή παραδεκτής καταγγελίας, η Γραμματεία διενεργεί έρευνα και το γνωστοποιεί στον καταγγέλλοντα και στον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο.

3.2.

Ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος λαμβάνει αντίγραφο της καταγγελίας και των παραρτημάτων της, και καλείται να παράσχει αιτιολογημένη απάντηση εντός 20 εργάσιμων ημερών.

3.3.

Η Γραμματεία λαμβάνει υπόψη κάθε αιτιολογημένη απάντηση βάσει του σημείου 3.2, συγκεντρώνει κάθε σχετική πληροφορία, και συντάσσει έκθεση με τα πορίσματά της.

3.4.

Όταν από την έκθεση προκύπτει ότι ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος δεν έχει τηρήσει τον κώδικα δεοντολογίας, η Γραμματεία του απευθύνει σχετική γνωστοποίηση. Η γνωστοποίηση αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει:

α)

οδηγίες για την άρση της παραβίασης εντός 20 εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή τηςγνωστοποίησης, και

β)

επίσημη προειδοποίηση για το ενδεχόμενο λήψης μέτρων σε περίπτωση μη άρσης ή επανάληψης της παραβίασης.

3.5.

Η Γραμματεία διαπιστώνει ότι οι ενδιαφερόμενοι εγγεγραμμένοι δικαιούνται να παραμείνουν καταχωρισμένοι στο Μητρώο και περατώνει την έρευνα, όταν ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εικαζόμενη παραβίαση αφορά πρωτίστως το στοιχείο στ) του κώδικα δεοντολογίας και έχει παύσει εντός της προβλεπόμενης προς τούτο προθεσμίας των 20 εργάσιμων ημερών από τη γνωστοποίηση κατά το σημείο 3.1,

β)

από την έκθεση προκύπτει ότι ο εγγεγραμμένος έχει τηρήσει τον κώδικα δεοντολογίας,

γ)

ο εγγεγραμμένος έχει άρει την παραβίαση μετά τη γνωστοποίηση κατά το σημείο 3.4 στοιχείο α), ή

δ)

η επίσημη προειδοποίηση κατά το σημείο 3.4 στοιχείο β) θεωρείται επαρκής.

3.6.

Η Γραμματεία κηρύσσει τον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο μη επιλέξιμο και περατώνει την έρευνα, όταν η έκθεση διαπιστώνει ότι ο εγγεγραμμένος δεν έχει τηρήσει τον κώδικα δεοντολογίας και ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο εγγεγραμμένος συνεχίζει την παραβίαση μετά τη γνωστοποίηση κατά το σημείο 3.4 στοιχείο α), ή

β)

η επίσημη προειδοποίηση κατά το σημείο 3.4 στοιχείο β) θεωρείται ανεπαρκής.

3.7.

Αφότου η Γραμματεία καταρτίσει την έκθεσή της, παρέχει στον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο, κατόπιν αιτήσεώς του, αντίγραφο της εν λόγω έκθεσης.

4.   Παρακολούθηση και αυτεπάγγελτες έρευνες

4.1.

Η Γραμματεία μπορεί να ζητήσει από τους εγγεγραμμένους να τροποποιήσουν τις εγγραφές τους όταν έχει λόγους να θεωρεί ότι οι εν λόγω εγγραφές δεν παρέχουν με ακρίβεια τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

4.2.

Όταν η Γραμματεία διατυπώνει αίτημα σύμφωνα με το σημείο 4.1 μπορεί, ως μέτρο πρόληψης, να αναστείλει τη σχετική εγγραφή.

4.3.

Όταν ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος δεν συνεργάζεται κατά τρόπο ειλικρινή και εποικοδομητικό, η Γραμματεία μπορεί να διαγράψει από το Μητρώο εγγραφή για την οποία έχει υποβληθεί αίτημα σύμφωνα με το σημείο 4.1.

4.4.

Η Γραμματεία μπορεί να κινήσει έρευνα με δική της πρωτοβουλία βάσει πληροφοριών ότι ένας εγγεγραμμένος ενδέχεται να μην πληροί τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας.

4.5.

Όταν η Γραμματεία κινεί έρευνα με δική της πρωτοβουλία, το γνωστοποιεί στον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο και τον καλεί να παράσχει αιτιολογημένη απάντηση εντός 20 εργάσιμων ημερών.

4.6.

Η Γραμματεία λαμβάνει υπόψη κάθε αιτιολογημένη απάντηση βάσει του σημείου 4.5, συγκεντρώνει κάθε σχετική πληροφορία, και συντάσσει έκθεση με τα πορίσματά της.

4.7.

Όταν από την έκθεση προκύπτει ότι ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος δεν πληροί τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας, η Γραμματεία του απευθύνει σχετική γνωστοποίηση. Η γνωστοποίηση αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει:

α)

οδηγίες για την αποκατάσταση της επιλεξιμότητας εντός προθεσμίας 20 εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή της γνωστοποίησης, και

β)

επίσημη προειδοποίηση για το ενδεχόμενο λήψης μέτρων σε περίπτωση μη αποκατάστασης της επιλεξιμότητας ή εκ νέου απώλειάς της.

4.8.

Η Γραμματεία διαπιστώνει ότι ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος πληροί τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας και περατώνει την έρευνα, όταν ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η έρευνα αφορά κυρίως εικαζόμενη απουσία καλυπτόμενων δραστηριοτήτων και ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος αποδεικνύει, εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της γνωστοποίησης κατά το σημείο 4.5, ότι ασκεί καλυπτόμενες δραστηριότητες,

β)

η έκθεση διαπιστώνει ότι ο εγγεγραμμένος πληροί τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας,

γ)

ο εγγεγραμμένος αποκαθιστά τη μη επιλεξιμότητα μετά τη γνωστοποίηση κατά το σημείο 4.7 στοιχείο α), ή

δ)

η επίσημη προειδοποίηση κατά το σημείο 4.7 στοιχείο β) θεωρείται επαρκής.

4.9.

Η Γραμματεία διαπιστώνει τη μη επιλεξιμότητα του ενδιαφερόμενου εγγεγραμμένου υ και περατώνει την έρευνα σε περίπτωση που η έρευνα αφορά κυρίως εικαζόμενη απουσία καλυπτόμενων δραστηριοτήτων και ο ενδιαφερόμενος εγγεγραμμένος δεν αποδεικνύει, εντός 20 εργάσιμων ημερών από τη γνωστοποίηση κατά το σημείο 4.5, ότι ασκεί καλυπτόμενες δραστηριότητες.

4.10.

Η Γραμματεία διαπιστώνει τη μη επιλεξιμότητα του ενδιαφερόμενου εγγεγραμμένου και περατώνει την έρευνα, όταν από την έκθεση που αναφέρεται στο σημείο 4.6 προκύπτει ότι ο εγγεγραμμένος δεν πληροί τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας και ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο εγγεγραμμένος δεν αποκαθιστά τη μη επιλεξιμότητα μετά τη γνωστοποίηση κατά το σημείο 4.7 στοιχείο α), ή

β)

η επίσημη προειδοποίηση κατά το σημείο 4.7 στοιχείο β) θεωρείται ανεπαρκής.

4.11.

Αφότου η Γραμματεία καταρτίσει την έκθεσή της, παρέχει στους ενδιαφερόμενους εγγεγραμμένους, κατόπιν αιτήσεώς τους, αντίγραφο της εν λόγω έκθεσης.

5.   Συνεργασία με τη Γραμματεία κατά τη διάρκεια των ερευνών

5.1.

Η Γραμματεία, εφόσον απαιτείται, ζητεί από τα μέρη τα οποία αφορά μια έρευνα να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την έρευνα εντός 20 εργάσιμων ημερών από το αίτημα. Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποδείξουν ποιες παρεχόμενες από αυτά πληροφορίες θα πρέπει να θεωρηθούν ευαίσθητες.

5.2.

Η Γραμματεία μπορεί να αποφασίσει να ακούσει τα μέρη στο πλαίσιο μιας έρευνας.

5.3.

Η Γραμματεία μπορεί να αποφασίσει να παρατείνει τις προθεσμίες που ορίζονται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, εφόσον οι εγγεγραμμένοι υποβάλουν σχετικό αίτημα και το δικαιολογήσουν ευλόγως. Η απόφαση αυτή μπορεί επίσης να συνεπάγεται την αναστολή της σχετικής εγγραφής καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας.

5.4.

Εάν η Γραμματεία εκτιμά ότι ένας εγγεγραμμένος τον οποίο αφορά μια έρευνα δεν συνεργάζεται στο πλαίσιο της έρευνας κατά τρόπο ειλικρινή και εποικοδομητικό, μπορεί, αφού του παράσχει τη δυνατότητα να γνωστοποιήσει εγγράφως τις απόψεις του, να περατώσει την έρευνα και να διαγράψει τη σχετική εγγραφή από το Μητρώο.

6.   Δικαίωμα ακρόασης

Ο εγγεγραμμένος έχει τη δυνατότητα να γνωστοποιήσει εγγράφως τις απόψεις του πριν από τη λήψη απόφασης με την οποία διαπιστώνεται η μη επιλεξιμότητα.

7.   Απόφαση

7.1.

Η Γραμματεία περατώνει μια έρευνα με αιτιολογημένη απόφαση. Η Γραμματεία κοινοποιεί εγγράφως στα ενδιαφερόμενα μέρη την απόφαση αυτή. Στην απόφαση αυτή διευκρινίζεται εάν διαπιστώθηκε μη επιλεξιμότητα. Κατά περίπτωση, στην απόφαση διευκρινίζεται επίσης η μορφή μη επιλεξιμότητας και ποιο μέτρο έλαβε η Γραμματεία καθώς και τα σχετικά διορθωτικά μέτρα.

7.2.

Εάν η Γραμματεία διαπιστώσει ότι ένας εγγεγραμμένος είναι μη επιλέξιμος σύμφωνα με το σημείο 7.1, διαγράφει τη σχετική εγγραφή από το Μητρώο.

7.3.

Η Γραμματεία μπορεί να εξετάσει αίτημα επανέναρξης της έρευνας εντός προθεσμίας 20 εργασίμων ημερών μετά την κοινοποίηση της απόφασής της στα ενδιαφερόμενα μέρη.

7.4.

Μια έρευνα μπορεί να επαναληφθεί μόνον όταν πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες πριν η Γραμματεία λάβει την απόφασή της δεν εξετάστηκαν από τη Γραμματεία κατά τη λήψη της απόφασής της, χωρίς αυτό να οφείλεται σε υπαιτιότητα ή παράλειψη του μέρους που υπέβαλε το αίτημα σύμφωνα με το σημείο 7.3.

8.   Μέτρα

8.1.

Όταν η Γραμματεία διαγράφει μια εγγραφή σύμφωνα με το σημείο 7.2 επειδή διαπίστωσε ότι η μη επιλεξιμότητα αφορά παραβίαση, μπορεί επίσης, κατά περίπτωση, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παραβίασης:

α)

να απαγορεύσει στον ενδιαφερόμενο εκπρόσωπο ομάδας συμφερόντων να εγγραφεί εκ νέου για περίοδο μεταξύ 20 εργάσιμων ημερών και δύο ετών, και

β)

να δημοσιεύσει το ληφθέν μέτρο στον δικτυακό τόπο του Μητρώου.

8.2.

Κατά τον καθορισμό της αυστηρότητας του μέτρου που λαμβάνεται σύμφωνα με το σημείο 8.1, η Γραμματεία λαμβάνει δεόντως υπόψη τις σχετικές περιστάσεις μιας έρευνας, υπό το πρίσμα των στόχων που επιδιώκονται με την παρούσα συμφωνία.

8.3.

Οι εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων που υπόκεινται σε απαγόρευση δυνάμει του σημείου 8.1 στοιχείο α) μπορούν να εγγραφούν εκ νέου μόνον όταν λήξει η περίοδος διαγραφής και ο εγγεγραμμένος έχει θεραπεύσει σε ικανοποιητικό βαθμό τους λόγους που οδήγησαν στη διαγραφή.

9.   Επανεξέταση

9.1.

Οι εγγεγραμμένοι που υπόκεινται στα μέτρα που λαμβάνονται βάσει του σημείου 8.1 μπορούν να υποβάλουν αιτιολογημένη αίτηση για επανεξέταση από το διοικητικό συμβούλιο.

9.2.

Η αίτηση επανεξέτασης αποστέλλεται στη Γραμματεία εντός 20 εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση του μέτρου το οποίο έλαβε η Γραμματεία.

9.3.

Οι αιτήσεις επανεξέτασης που υποβάλλονται σύμφωνα με τα σημεία 9.1 και 9.2 διαβιβάζονται στον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, ο οποίος μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο διοικητικό συμβούλιο σε πλήρη σύνθεση, κατά περίπτωση ή κατόπιν αιτήματος ενός από τα άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

9.4.

Η αίτηση επανεξέτασης δεν συνεπάγεται αναστολή του μέτρου που έλαβε η Γραμματεία, εκτός εάν το διοικητικό συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά βάσει συγκεκριμένων λόγων που εκτίθενται στην αίτηση επανεξέτασης.

9.5.

Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου κοινοποιεί στον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο, εντός 40 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης επανεξέτασης, την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου σχετικά με την επανεξέταση.

10.   Μέσα έννομης προστασίας

Οι εγγεγραμμένοι που δεν συμφωνούν με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου δυνάμει του σημείου 9 μπορούν να προσφύγουν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ ή να υποβάλουν καταγγελία στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή σύμφωνα με το άρθρο 228 ΣΛΕΕ.