7.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

LI 410/13


ΑΠΟΦΑΣΗ (ΚΕΠΠΑ) 2020/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 7ης Δεκεμβρίου 2020

σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 29,

Έχοντας υπόψη την πρόταση του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ένωση βασίζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων και είναι προσηλωμένη στην προστασία των αξιών αυτών, οι οποίες διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διασφάλιση της ειρήνης και της βιώσιμης ασφάλειας, ως ακρογωνιαίων λίθων της εξωτερικής της δράσης.

(2)

Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι οικουμενικά, αδιαίρετα, αλληλεξαρτώμενα και αλληλένδετα. Τα κράτη έχουν πρωταρχική ευθύνη για τον σεβασμό, την προστασία και την τήρηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένης της διασφάλισης της συμμόρφωσης με το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εξακολουθούν να προκαλούν μεγάλη ανησυχία οι παραβιάσεις και καταπατήσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων παγκοσμίως, ιδίως καθόσον σε αυτές έχουν σημαντική συμμετοχή μη κρατικοί φορείς και πολλές από αυτές τις πράξεις είναι σοβαρές. Τέτοιες πράξεις παραβιάζουν τις αρχές και απειλούν τους στόχους της εξωτερικής δράσης της Ένωσης όπως ορίζονται στο άρθρο 21 παράγραφοι 1 και 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ).

(3)

Στις 9 Δεκεμβρίου 2019, το Συμβούλιο εξέφρασε ικανοποίηση για το ότι ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας («Ύπατος Εκπρόσωπος») δρομολόγησε προπαρασκευαστικές εργασίες για τη θέσπιση ενωσιακού καθεστώτος γενικής εμβέλειας για περιοριστικά μέτρα κατά σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

(4)

Η παρούσα απόφαση θεσπίζει πλαίσιο στοχευμένων περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων παγκοσμίως. Συναφώς, το Συμβούλιο τονίζει τη σημασία του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και της αλληλεπίδρασης μεταξύ του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, κατά την εξέταση της εφαρμογής στοχευμένων περιοριστικών μέτρων δυνάμει της παρούσας απόφασης. Η παρούσα απόφαση δεν θίγει την εφαρμογή λοιπών υφιστάμενων ή μελλοντικών αποφάσεων του Συμβουλίου οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας για τη θέσπιση περιοριστικών μέτρων, λόγω της κατάστασης σε ορισμένες τρίτες χώρες, και οι οποίες αφορούν την αντιμετώπιση παραβιάσεων ή καταπατήσεων ανθρώπινων δικαιωμάτων.

(5)

Τα εν λόγω στοχευμένα περιοριστικά μέτρα θα επιδιώξουν στόχους της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 21 ΣΕΕ, και θα συμβάλουν στη δράση της Ένωσης για την εδραίωση και τη στήριξη της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των αρχών του διεθνούς δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) ΣΕΕ. Η εφαρμογή των εν λόγω στοχευμένων περιοριστικών μέτρων θα συνάδει με τη συνολική στρατηγική της Ένωσης στον τομέα αυτό και ενισχύει την ικανότητα της Ένωσης να προάγει τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

(6)

Απαιτείται περαιτέρω δράση της Ένωσης για την εφαρμογή ορισμένων μέτρων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η παρούσα απόφαση θεσπίζει πλαίσιο στοχευμένων περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων παγκοσμίως. Εφαρμόζεται στις ακόλουθες πράξεις:

α)

γενοκτονία,

β)

εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας,

γ)

στις ακόλουθες σοβαρές παραβιάσεις και καταπατήσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων:

i)

βασανιστήρια και άλλοι τρόποι σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας,

ii)

δουλεία,

iii)

εξωδικαστικές, συνοπτικές ή αυθαίρετες εκτελέσεις και δολοφονίες,

iv)

αναγκαστική εξαφάνιση προσώπων,

v)

αυθαίρετες συλλήψεις ή κρατήσεις,

δ)

άλλες παραβιάσεις ή καταπατήσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των κατωτέρω παρατιθέμενων, κατά το μέτρο που οι εν λόγω παραβιάσεις ή καταπατήσεις είναι διαδεδομένες, συστηματικές ή κατ’ άλλον τρόπο σοβαρές και άπτονται των στόχων της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 21 ΣΕΕ:

i)

εμπορία ανθρώπων, καθώς και καταπατήσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων από διακινητές μεταναστών όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο,

ii)

σεξουαλική και έμφυλη βία,

iii)

παραβιάσεις ή καταπατήσεις της ελευθερίας του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και του συνεταιρίζεσθαι,

iv)

παραβιάσεις ή καταπατήσεις της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης,

v)

παραβιάσεις ή καταπατήσεις της θρησκευτικής ελευθερίας ή της ελευθερίας των πεποιθήσεων.

2.   Για τον σκοπό της εφαρμογής της παραγράφου 1, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το εθιμικό διεθνές δίκαιο και οι ευρέως αποδεκτές πράξεις του διεθνούς δικαίου, όπως:

α)

το διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα·

β)

το διεθνές σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα·

γ)

η σύμβαση για την πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος της γενοκτονίας·

δ)

η σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας·

ε)

η διεθνής σύμβαση για την κατάργηση πάσης μορφής φυλετικών διακρίσεων·,

στ)

η σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών·

ζ)

η σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού·

η)

η διεθνής σύμβαση για την προστασία όλων των προσώπων από αναγκαστικές εξαφανίσεις·

θ)

η σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες·

ι)

το πρωτόκολλο για την πρόληψη, καταστολή και τιμωρία της διακίνησης προσώπων, ιδιαίτερα γυναικών και παιδιών, που συμπληρώνει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος·

ια)

το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου,

ιβ)

η ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.

3.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οι οντότητες ή οι φορείς μπορούν να περιλαμβάνουν:

α)

κρατικούς παράγοντες·

β)

άλλους παράγοντες που ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο ή αρχή σε ένα έδαφος·

γ)

άλλους μη κρατικούς φορείς.

4.   Όταν καταρτίζει ή τροποποιεί τον κατάλογο που περιέχεται στο παράρτημα όσον αφορά άλλους μη κρατικούς φορείς δυνάμει της παραγράφου 3 στοιχείο γ), το Συμβούλιο λαμβάνει ιδίως υπόψη τα ακόλουθα ειδικά στοιχεία:

α)

τους στόχους της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, όπως ορίζονται στο άρθρο 21 ΣΕΕ· και

β)

τη σοβαρότητα και/ή τον αντίκτυπο των καταπατήσεων.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα για να εμποδίσουν την είσοδο στο έδαφός τους ή η διέλευση μέσω αυτού σε:

α)

φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για πράξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1·

β)

φυσικά πρόσωπα που παρέχουν χρηματοοικονομική, τεχνική ή υλική υποστήριξη, ή εμπλέκονται με άλλον τρόπο, σε πράξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, μεταξύ άλλων σχεδιάζοντας, κατευθύνοντας, διατάσσοντας, συμβάλλοντας, προετοιμάζοντας, διευκολύνοντας ή ενθαρρύνοντας τέτοιες πράξεις·

γ)

φυσικά πρόσωπα που συνδέονται με τα πρόσωπα τα οποία αναφέρονται στα στοιχεία α) και β)·

όπως αναφέρονται στο παράρτημα.

2.   Η παράγραφος 1 δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να απαγορεύουν την είσοδο πολιτών τους στο έδαφός τους.

3.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των περιπτώσεων κατά τις οποίες ένα κράτος μέλος δεσμεύεται από υποχρέωση βάσει του διεθνούς δικαίου, ήτοι:

α)

ως χώρα η οποία φιλοξενεί διεθνή διακυβερνητικό οργανισμό·

β)

ως χώρα η οποία φιλοξενεί διεθνή διάσκεψη που έχει συγκληθεί ή διεξάγεται υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών·

γ)

δυνάμει πολυμερούς συμφωνίας περί χορήγησης προνομίων και ασυλιών· ή

δ)

δυνάμει της Συνθήκης Συνδιαλλαγής του 1929 (σύμφωνο του Λατερανού) που έχει συναφθεί μεταξύ της Αγίας Έδρας (Κράτους της Πόλεως του Βατικανού) και της Ιταλίας.

4.   Η παράγραφος 3 θεωρείται ότι ισχύει και όταν ένα κράτος μέλος φιλοξενεί τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).

5.   Το Συμβούλιο ενημερώνεται δεόντως σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα κράτος μέλος χορηγεί εξαίρεση σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 4.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν εξαιρέσεις από τα μέτρα της παραγράφου 1, όταν το ταξίδι δικαιολογείται από επιτακτικό ανθρωπιστικό λόγο, ή λόγω συμμετοχής σε διακυβερνητικές συνεδριάσεις και σε συνεδριάσεις που προωθούνται ή σε συνεδριάσεις που φιλοξενούνται από την Ένωση, ή φιλοξενούνται από κράτος μέλος το οποίο ασκεί την Προεδρία του ΟΑΣΕ, εφόσον διεξάγεται πολιτικός διάλογος που προάγει άμεσα τους στόχους πολιτικής των περιοριστικών μέτρων, περιλαμβανομένου του τερματισμού των σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων, και της προώθησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων·

7.   Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να χορηγούν παρεκκλίσεις από τα μέτρα που επιβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 1 όταν η είσοδος ή η διέλευση είναι αναγκαία για δικονομικούς λόγους.

8.   Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να χορηγήσουν τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 6 ή στην παράγραφο 7 απευθύνουν γραπτή κοινοποίηση στο Συμβούλιο. Η εξαίρεση θεωρείται ότι χορηγείται εκτός εάν ένα ή περισσότερα μέλη του Συμβουλίου προβάλουν εγγράφως αντίρρηση εντός δύο εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της προτεινόμενης εξαίρεσης. Σε περίπτωση που διατυπωθεί αντίρρηση από ένα ή περισσότερα μέλη του Συμβουλίου, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να χορηγήσει την προτεινόμενη εξαίρεση.

9.   Όταν, σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 4, 6, 7 ή 8, ένα κράτος μέλος επιτρέψει την είσοδο στο έδαφός του, ή τη διέλευση μέσω αυτού, προσώπων που έχουν καταχωριστεί στο παράρτημα, η άδεια περιορίζεται αυστηρά στον σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκε και στα πρόσωπα τα οποία αφορά άμεσα.

Άρθρο 3

1.   Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι που ανήκουν, βρίσκονται υπό την ιδιοκτησία, την κατοχή ή τον έλεγχο των ακόλουθων:

α)

φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς, που είναι υπεύθυνα για πράξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1·

β)

φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς, που παρέχουν χρηματοοικονομική, τεχνική ή υλική υποστήριξη, ή εμπλέκονται με άλλον τρόπο, σε πράξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, μεταξύ άλλων σχεδιάζοντας, κατευθύνοντας, διατάσσοντας, συμβάλλοντας, προετοιμάζοντας, διευκολύνοντας ή ενθαρρύνοντας τέτοιες πράξεις·

γ)

φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς, που συνδέονται με τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς, που καλύπτονται από τα στοιχεία α) και β)·

και περιλαμβάνονται στο παράρτημα.

2.   Κανένα κεφάλαιο ή οικονομικός πόρος δεν διατίθεται, άμεσα ή έμμεσα, στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ούτε προς όφελος αυτών.

3.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να επιτρέπουν την αποδέσμευση ορισμένων δεσμευμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων ή τη διάθεση ορισμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων, υπό τους όρους που κρίνουν κατάλληλους, αφού διαπιστώσουν ότι τα εν λόγω κεφάλαια ή οι οικονομικοί πόροι:

α)

είναι αναγκαία/-οι για την κάλυψη των βασικών αναγκών των φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα και των εξαρτώμενων από αυτά μελών της οικογενείας τους, περιλαμβανομένων των πληρωμών ειδών διατροφής, ενοικίου ή ενυπόθηκου δανείου, φαρμάκων και ιατρικής θεραπείας, φόρων, ασφαλίστρων και τελών προς επιχειρήσεις κοινής ωφελείας·

β)

προορίζονται αποκλειστικά για την καταβολή εύλογων επαγγελματικών αμοιβών ή την εξόφληση δαπανών οι οποίες αφορούν την παροχή νομικών υπηρεσιών·

γ)

προορίζονται αποκλειστικά για την πληρωμή τελών ή χρεώσεων για υπηρεσίες που αφορούν την καθημερινή τήρηση ή φύλαξη δεσμευμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων·

δ)

είναι αναγκαία/-οι για έκτακτες δαπάνες, εφόσον η οικεία αρμόδια αρχή έχει κοινοποιήσει στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και στην Επιτροπή τους λόγους για τους οποίους κρίνει ότι θα πρέπει να χορηγηθεί συγκεκριμένη άδεια, τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν από τη χορήγηση της άδειας· ή

ε)

πρόκειται να κατατεθούν σε ή να αναληφθούν από λογαριασμό διπλωματικής ή προξενικής αποστολής ή διεθνούς οργανισμού που χαίρει ασυλίας κατά το διεθνές δίκαιο, αν οι πληρωμές αυτές προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για επίσημους σκοπούς της διπλωματικής ή προξενικής αποστολής ή του διεθνούς οργανισμού.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνει τα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε άδεια την οποία χορηγεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να επιτρέπουν την αποδέσμευση ορισμένων δεσμευμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων, εφόσον τηρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα κεφάλαια ή οι οικονομικοί πόροι υπόκεινται σε διαιτητική απόφαση που εκδόθηκε πριν από την ημερομηνία κατά την οποία το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η οντότητα ή ο φορέας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καταχωρίστηκε στο παράρτημα, ή υπόκεινται σε δικαστική ή διοικητική απόφαση που εκδόθηκε στην Ένωση ή σε δικαστική απόφαση εκτελεστή στο οικείο κράτος μέλος, πριν ή μετά την εν λόγω ημερομηνία·

β)

τα κεφάλαια ή οι οικονομικοί πόροι θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για να ικανοποιηθούν απαιτήσεις που έχουν κατοχυρωθεί βάσει τέτοιας απόφασης ή έχουν αναγνωριστεί ως έγκυρες με τέτοια απόφαση, εντός των ορίων που θέτουν οι εφαρμοστέοι νόμοι και κανονισμοί που διέπουν τα δικαιώματα των προσώπων τα οποία εγείρουν απαιτήσεις αυτού του είδους·

γ)

η απόφαση δεν είναι προς όφελος φυσικού ή νομικού προσώπου, οντότητας ή φορέα που έχει καταχωριστεί στο παράρτημα και

δ)

η αναγνώριση της απόφασης δεν αντίκειται στη δημόσια τάξη του οικείου κράτους μέλους.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνει τα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε άδεια την οποία χορηγεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

5.   Η παράγραφος 1 δεν εμποδίζει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα που έχει καταχωριστεί στο παράρτημα να προβαίνει σε πληρωμές ποσών οφειλόμενων δυνάμει σύμβασης ή συμφωνίας που είχε συναφθεί, ή υποχρέωσης που είχε γεννηθεί, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η οντότητα ή ο φορέας περιλήφθηκε σε αυτό, εφόσον το οικείο κράτος μέλος έχει εξακριβώσει ότι τα ποσά δεν καταβάλλονται, άμεσα ή έμμεσα, σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

6.   Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται στην πίστωση των δεσμευμένων λογαριασμών με:

α)

τόκους ή άλλα κέρδη σε σχέση με αυτούς τους λογαριασμούς·

β)

ποσά οφειλόμενα βάσει συμβάσεων, συμφωνιών ή υποχρεώσεων που είχαν συμφωνηθεί ή εγερθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι λογαριασμοί αυτοί υποβλήθηκαν στα μέτρα των παραγράφων 1 και 2· ή

γ)

πληρωμές οφειλόμενες δυνάμει δικαστικών, διοικητικών ή διαιτητικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί στην Ένωση ή είναι εκτελεστές στο οικείο κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω τόκοι, τα λοιπά κέρδη και οι πληρωμές εξακολουθούν να υπόκεινται στα μέτρα της παραγράφου 1.

Άρθρο 4

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2, οι αρμόδιες αρχές στα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν την αποδέσμευση ορισμένων δεσμευμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων ή τη διάθεση ορισμένων κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων, υπό τους όρους που κρίνουν κατάλληλους, αφού διαπιστώσουν ότι η παροχή των εν λόγω κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων είναι αναγκαία για ανθρωπιστικούς σκοπούς, όπως η παροχή και η διευκόλυνση της παροχής βοήθειας, περιλαμβανομένων ιατροφαρμακευτικού υλικού, τροφίμων, ή η μεταφορά εργαζομένων στον ανθρωπιστικό τομέα και άλλης σχετικής βοήθειας, ή για απομακρύνσεις.

2.   Το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε άδεια την οποία χορηγεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου εντός τεσσάρων εβδομάδων από τη χορήγησή της.

Άρθρο 5

1.   Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα κατόπιν πρότασης κράτους μέλους ή του Ύπατου Εκπροσώπου, καταρτίζει και τροποποιεί τον κατάλογο του παραρτήματος.

2.   Το Συμβούλιο γνωστοποιεί τις αποφάσεις του κατά την παράγραφο 1 στο πρόσωπο, την οντότητα ή τον φορέα, μαζί με τους λόγους της καταχώρισης στον κατάλογο, είτε άμεσα, εάν η διεύθυνση είναι γνωστή, είτε με δημοσίευση σχετικής ανακοίνωσης, παρέχοντας στο εν λόγω φυσικό ή νομικό πρόσωπο, την εν λόγω οντότητα ή τον εν λόγω φορέα τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις.

3.   Όταν υποβάλλονται παρατηρήσεις ή εφόσον προκύπτουν νέα ουσιαστικά στοιχεία, το Συμβούλιο επανεξετάζει τις αποφάσεις του κατά την παράγραφο 1 και ενημερώνει ανάλογα το οικείο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα.

Άρθρο 6

1.   Το παράρτημα περιλαμβάνει τους λόγους καταχώρισης των φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3.

2.   Το παράρτημα περιλαμβάνει, εφόσον ενδείκνυται, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την αναγνώριση των εν λόγω φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων. Όσον αφορά φυσικά πρόσωπα, στις πληροφορίες αυτές μπορούν να συγκαταλέγονται: ονοματεπώνυμα και ψευδώνυμα· ημερομηνία και τόπος γέννησης· ιθαγένεια, αριθμός διαβατηρίου και δελτίου ταυτότητας, φύλο, διεύθυνση, εάν είναι γνωστή· και αξίωμα ή επάγγελμα. Όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, τις οντότητες ή τους φορείς, οι σχετικές πληροφορίες μπορούν να περιλαμβάνουν την επωνυμία, τον τόπο και την ημερομηνία εγγραφής σε μητρώο, τον αριθμό μητρώου και τον τόπο εγκατάστασης.

Άρθρο 7

1.   Το Συμβούλιο και ο Ύπατος Εκπρόσωπος επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει της παρούσας απόφασης, ιδίως δε:

α)

όσον αφορά το Συμβούλιο, για να καταρτίζει και να τροποποιεί το παράρτημα·

β)

όσον αφορά τον Ύπατο Εκπρόσωπο, για να καταρτίζει τις τροποποιήσεις του παραρτήματος.

2.   Όπου συντρέχει περίπτωση, το Συμβούλιο και ο Ύπατος Εκπρόσωπος δύνανται να επεξεργάζονται σχετικά δεδομένα που συνδέονται με αξιόποινες πράξεις τις οποίες έχουν διαπράξει φυσικά πρόσωπα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, και με ποινικές καταδίκες ή μέτρα ασφαλείας όσον αφορά τα πρόσωπα αυτά, μόνο στο βαθμό που η επεξεργασία αυτή είναι απαραίτητη για την κατάρτιση του παραρτήματος.

3.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, το Συμβούλιο και ο Ύπατος Εκπρόσωπος ορίζονται ως «υπεύθυνος επεξεργασίας» κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) για να εξασφαλιστεί ότι τα ενδιαφερόμενα φυσικά πρόσωπα μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2018/1725.

Άρθρο 8

Δεν ικανοποιούνται απαιτήσεις σχετικά με οποιαδήποτε σύμβαση ή συναλλαγή της οποίας η εκτέλεση έχει επηρεασθεί, άμεσα ή έμμεσα, εν όλω ή εν μέρει, από τα μέτρα που επιβάλλει η παρούσα απόφαση, περιλαμβανομένων των απαιτήσεων για αποζημίωση ή άλλων παρόμοιων απαιτήσεων, όπως απαίτηση συμψηφισμού ή απαίτηση βάσει εγγύησης, ιδίως απαίτηση για παράταση ισχύος ή πληρωμή ομολόγου ή εγγύησης ή αποζημίωσης, ιδίως χρηματοπιστωτικής εγγύησης ή αποζημίωσης, υπό οποιαδήποτε μορφή, εφόσον προβάλλονται από:

α)

κατονομαζόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που έχουν καταχωριστεί στο παράρτημα·

β)

οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα ενεργεί μέσω ή εξ ονόματος ενός από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τις οντότητες ή τους φορείς που αναφέρονται στο στοιχείο α).

Άρθρο 9

Με σκοπό τον μέγιστο δυνατό αντίκτυπο των μέτρων που ορίζονται στην παρούσα απόφαση, η Ένωση προτρέπει τα τρίτα κράτη να θεσπίζουν περιοριστικά μέτρα ισοδύναμα με αυτά που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 10

Η παρούσα απόφαση ισχύει έως τις 8 Δεκεμβρίου 2023 και τελεί υπό διαρκή επανεξέταση. Τα μέτρα του άρθρου 2 και 3 εφαρμόζονται όσον αφορά τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τις οντότητες και τους φορείς που απαριθμούνται στο παράρτημα, έως τις 8 Δεκεμβρίου 2021.

Άρθρο 11

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 7 Δεκεμβρίου 2020.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατάλογος φυσικών και νομικών προσώπων, οντοτήτων και φορέων που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3

Α.

Φυσικά πρόσωπα

Β.

Νομικά πρόσωπα, οντότητες και φορείς