12.7.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 188/67


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1157 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 20ής Ιουνίου 2019

για την ενίσχυση της ασφάλειας των δελτίων ταυτότητας των πολιτών της Ένωσης και των εγγράφων διαμονής που εκδίδονται για πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους που ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά από διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) επιδιώκει να διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα την ασφάλεια και την προστασία των λαών της Ευρώπης, με την εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΕΕ και της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

(2)

Η ιθαγένεια της Ένωσης παρέχει σε κάθε πολίτη της Ένωσης το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας, με την επιφύλαξη ορισμένων περιορισμών και όρων. Η οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) πραγματώνει το δικαίωμα αυτό. Το άρθρο 45 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης») επίσης προβλέπει την ελευθερία κυκλοφορίας και διαμονής. Η ελεύθερη κυκλοφορία συνεπάγεται το δικαίωμα εξόδου από τα κράτη μέλη και εισόδου σε αυτά με ισχύον δελτίο ταυτότητας ή διαβατήριο.

(3)

Σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ, τα κράτη μέλη οφείλουν να εκδίδουν και να ανανεώνουν τα δελτία ταυτότητας ή τα διαβατήρια για τους υπηκόους τους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Επιπλέον, η εν λόγω οδηγία προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους να εγγραφούν στα μητρώα των αρμόδιων αρχών. Τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να εκδίδουν βεβαιώσεις εγγραφής για τους πολίτες της Ένωσης, υπό τους όρους που καθορίζονται στην οδηγία. Σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, τα κράτη μέλη υποχρεούνται επίσης να εκδίδουν δελτία διαμονής για μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους και, κατόπιν αιτήσεως, να εκδίδουν έγγραφα που πιστοποιούν τη μόνιμη διαμονή και να εκδίδουν δελτία μόνιμης διαμονής.

(4)

Η οδηγία 2004/38/ΕΚ προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αρνούνται, να τερματίζουν ή να ανακαλούν οποιοδήποτε δικαίωμα αναγνωριζόμενο από την εν λόγω οδηγία, σε περίπτωση κατάχρησης δικαιώματος ή απάτης. Η πλαστογράφηση εγγράφων ή η παρουσίαση ψευδών περιστατικών ως πραγματικών όσον αφορά τους όρους που συνδέονται με το δικαίωμα διαμονής έχουν προσδιοριστεί ως τυπικές περιπτώσεις απάτης στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

(5)

Τα επίπεδα ασφάλειας των εθνικών δελτίων ταυτότητας που εκδίδουν τα κράτη μέλη, καθώς και των αδειών διαμονής για υπηκόους της Ένωσης που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος και για τα μέλη των οικογενειών τους, παρουσιάζουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές. Οι εν λόγω διαφορές αυξάνουν τον κίνδυνο παραποίησης και πλαστογράφησης εγγράφου και επίσης εγείρουν πρακτικές δυσκολίες για τους πολίτες, όταν επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας. Τα στατιστικά στοιχεία του Δικτύου ανάλυσης κινδύνου σχετικά με την απάτη στα ευρωπαϊκά έγγραφα δείχνουν ότι οι περιπτώσεις πλαστών δελτίων ταυτότητας έχουν αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου.

(6)

Στην ανακοίνωσή της, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, με τίτλο «Ενίσχυση της ασφάλειας σε έναν κόσμο σε διαρκή κίνηση: βελτιωμένη ανταλλαγή πληροφοριών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και ισχυρότερα εξωτερικά σύνορα», η Επιτροπή υπογράμμισε την κρίσιμη σημασία των ασφαλών ταξιδιωτικών εγγράφων και εγγράφων ταυτότητας, εφόσον είναι αναγκαία η αδιαμφισβήτητη εξακρίβωση της ταυτότητας ενός προσώπου, και ανακοίνωσε ότι θα παρουσίαζε σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της απάτης σχετικά με ταξιδιωτικά έγγραφα. Σύμφωνα με την εν λόγω ανακοίνωση, μια βελτιωμένη προσέγγιση θα πρέπει να βασίζεται σε άρτια συστήματα για την πρόληψη των καταχρήσεων και των απειλών κατά της εσωτερικής ασφάλειας που προκύπτουν από ελλείψεις στην ασφάλεια των εγγράφων, ιδίως δε αυτών που συνδέονται με την τρομοκρατία και το διασυνοριακό έγκλημα.

(7)

Σύμφωνα με το Σχέδιο δράσης της Επιτροπής της 8ης Δεκεμβρίου 2016 για την ενίσχυση της απόκρισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην απάτη σχετικά με τα ταξιδιωτικά έγγραφα (Σχέδιο δράσης 2016), τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των πλαστών εγγράφων που εντοπίστηκαν στα εξωτερικά σύνορα, αλλά και εντός του χώρου χωρίς ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα, έχουν εκδοθεί από κράτη μέλη και τις συνδεδεμένες χώρες Σένγκεν. Από τα πλαστά έγγραφα που χρησιμοποιούνται για ταξίδια εντός του χώρου Σένγκεν, αυτά που εντοπίζονται συχνότερα είναι λιγότερο ασφαλή εθνικά δελτία ταυτότητας που έχουν εκδοθεί από κράτη μέλη.

(8)

Για να αποτραπεί η υποκλοπή ταυτότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι προβλέπονται κατάλληλες ποινές στο εθνικό τους δίκαιο για την παραποίηση και πλαστογράφηση εγγράφων ταυτότητας και τη χρήση των εν λόγω παραποιημένων και πλαστογραφημένων εγγράφων.

(9)

Το Σχέδιο δράσης 2016 εξέτασε τον κίνδυνο που απορρέει από τα πλαστά δελτία ταυτότητας και έγγραφα διαμονής. Η Επιτροπή στο Σχέδιο δράσης 2016 και στην Έκθεση 2017 για την ιθαγένεια της ΕΕ, δεσμεύτηκε να αναλύσει τις επιλογές πολιτικής με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής.

(10)

Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης του 2016, η έκδοση γνήσιων και ασφαλών δελτίων ταυτότητας απαιτεί αξιόπιστη διαδικασία καταχώρισης της ταυτότητας και ασφαλή έγγραφα βάσης προς υποστήριξη της αίτησης. Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι αρμόδιοι οργανισμοί της Ένωσης θα πρέπει να συνεχίσουν να συνεργάζονται για να καταστήσουν τα έγγραφα βάσης λιγότερο ευάλωτα στην απάτη, δεδομένης της αυξημένης χρήσης πλαστών εγγράφων βάσης.

(11)

Ο παρών κανονισμός δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν δελτία ταυτότητας ή έγγραφα διαμονής, όταν αυτά δεν προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία, ούτε θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να εκδίδουν, βάσει του εθνικού δικαίου, άλλα έγγραφα διαμονής που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, για παράδειγμα δελτία διαμονής που εκδίδονται για όλους τους διαμένοντες στην εθνική επικράτεια, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς τους.

(12)

Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να αποδέχονται, με τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις, έγγραφα διαφορετικά από τα ταξιδιωτικά έγγραφα, για λόγους ταυτοποίησης, όπως άδειες οδήγησης.

(13)

Τα έγγραφα ταυτοποίησης που εκδίδονται για πολίτες των οποίων τα δικαιώματα της ελεύθερης κυκλοφορίας έχουν περιοριστεί σύμφωνα με την ενωσιακή ή την εθνική νομοθεσία και τα οποία αναφέρουν ρητά ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ταξιδιωτικά έγγραφα δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(14)

Τα ταξιδιωτικά έγγραφα που συμμορφώνονται με το μέρος 5 του εγγράφου 9303 του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) (έβδομη έκδοση, 2015) («Έγγραφο ICAO 9303»), τα οποία δεν εξυπηρετούν σκοπούς ταυτοποίησης στα κράτη μέλη έκδοσης, όπως το διαβατήριο που έχει εκδοθεί από την Ιρλανδία, δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(15)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη χρήση των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής με λειτουργία ηλεκτρονικής ταυτοποίησης από τα κράτη μέλη για άλλους σκοπούς ούτε τους κανόνες που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), ο οποίος προβλέπει την αμοιβαία αναγνώριση της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης σε επίπεδο Ένωσης κατά την πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες και βοηθάει τους πολίτες που μετακινούνται σε άλλο κράτος μέλος θεσπίζοντας την υποχρέωση αμοιβαίας αναγνώρισης των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Τα βελτιωμένα δελτία ταυτότητας αναμένεται να εξασφαλίσουν ευκολότερη ταυτοποίηση και να συμβάλουν στην καλύτερη πρόσβαση σε υπηρεσίες.

(16)

Ο κατάλληλος έλεγχος των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής προϋποθέτει ότι τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τον σωστό τίτλο για κάθε τύπο εγγράφου που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου να διευκολύνεται ο έλεγχος των εγγράφων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό σε άλλα κράτη μέλη, ο τίτλος του εγγράφου θα πρέπει να παρέχεται, επίσης, σε μία τουλάχιστον πρόσθετη επίσημη γλώσσα των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν ήδη, για τα δελτία ταυτότητας, καθιερωμένες ονομασίες διαφορετικές από τον τίτλο «δελτίο ταυτότητας», θα πρέπει να μπορούν να συνεχίσουν να το πράττουν στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες τους. Ωστόσο δεν θα πρέπει να θεσπιστούν νέες ονομασίες στο μέλλον.

(17)

Τα χαρακτηριστικά ασφάλειας είναι αναγκαία για να εξακριβωθεί η γνησιότητα ενός εγγράφου καθώς και η ταυτότητα ενός προσώπου. Η θέσπιση ελάχιστων προτύπων ασφάλειας και η ενσωμάτωση βιομετρικών δεδομένων στα δελτία ταυτότητας και τα δελτία διαμονής για τα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους αποτελούν σημαντικά βήματα για να καταστεί ασφαλέστερη η χρήση τους στην Ένωση. Η συμπερίληψη αυτών των βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων αναμένεται να δώσει τη δυνατότητα στους πολίτες της Ένωσης να επωφελούνται πλήρως από τα δικαιώματά τους στην ελεύθερη κυκλοφορία.

(18)

Η αποθήκευση εικόνας προσώπου και δύο δακτυλικών αποτυπωμάτων («βιομετρικά δεδομένα») σε δελτία ταυτότητας και διαμονής, όπως ήδη προβλέπεται για τα βιομετρικά διαβατήρια και τις βιομετρικές άδειες διαμονής για τους υπηκόους τρίτων χωρών, αποτελεί κατάλληλο συνδυασμό αξιόπιστης εξακρίβωσης και επαλήθευσης της γνησιότητας της ταυτότητας με μειωμένο κίνδυνο απάτης, προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της ενίσχυσης της ασφάλειας των δελτίων ταυτότητας και διαμονής.

(19)

Ως γενική πρακτική, τα κράτη μέλη θα πρέπει, για την επαλήθευση της γνησιότητας του εγγράφου και της ταυτότητας του κατόχου, να επαληθεύουν πρωτίστως την εικόνα προσώπου και, εφόσον είναι αναγκαίο για να επιβεβαιωθεί χωρίς αμφιβολία η γνησιότητα του εγγράφου και η ταυτότητα του κατόχου, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να επαληθεύουν τα δακτυλικά αποτυπώματα.

(20)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η επαλήθευση των βιομετρικών δεδομένων δεν επιβεβαιώνει τη γνησιότητα του εγγράφου ή την ταυτότητα του κατόχου του, διενεργείται υποχρεωτικός μη αυτόματος έλεγχος από ειδικευμένο προσωπικό.

(21)

Ο παρών κανονισμός δεν παρέχει νομική βάση για τη δημιουργία ή τη διατήρηση βάσεων δεδομένων σε εθνικό επίπεδο για την αποθήκευση βιομετρικών δεδομένων στα κράτη μέλη, ζήτημα που εμπίπτει στο εθνικό δίκαιο το οποίο πρέπει να συμμορφώνεται με το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με την προστασία των δεδομένων. Επίσης, ο παρών κανονισμός δεν παρέχει νομική βάση για τη δημιουργία ή τη διατήρηση κεντρικής βάσης δεδομένων σε επίπεδο Ένωσης.

(22)

Τα βιομετρικά αναγνωριστικά στοιχεία θα πρέπει να συλλέγονται και να αποθηκεύονται στο μέσο αποθήκευσης των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής με σκοπό την επαλήθευση της γνησιότητας του εγγράφου και της ταυτότητας του κατόχου. Η εν λόγω επαλήθευση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μόνον από δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό, και μόνον όταν είναι υποχρεωτική διά νόμου η επίδειξη του εγγράφου. Επιπλέον, τα βιομετρικά δεδομένα που αποθηκεύονται με σκοπό την εξατομίκευση των δελτίων ταυτότητας ή των εγγράφων διαμονής θα πρέπει να φυλάσσονται με τρόπο υψηλής ασφαλείας και μόνον έως την ημερομηνία παραλαβής του εγγράφου και, σε κάθε περίπτωση, όχι για περίοδο μεγαλύτερη από 90 ημέρες από την ημέρα έκδοσης του εν λόγω εγγράφου. Μετά από την παρέλευση της περιόδου αυτής, τα εν λόγω βιομετρικά δεδομένα διαγράφονται αμέσως ή καταστρέφονται. Τούτο δεν θα πρέπει να θίγει τυχόν άλλη επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων.

(23)

Οι προδιαγραφές του εγγράφου ICAO 9303 που εξασφαλίζουν διαλειτουργικότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, μεταξύ άλλων σε σχέση με τη μηχαναγνωσιμότητα και τη χρήση οπτικού ελέγχου, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

(24)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να αποφασίζουν εάν θα περιλαμβάνεται το φύλο ενός προσώπου σε έγγραφο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό. Αν ένα κράτος μέλος περιλαμβάνει το φύλο ενός προσώπου στο εν λόγω έγγραφο, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται οι προδιαγραφές του εγγράφου ICAO 9303 «F», «M» ή «Χ» ή το αντίστοιχο αρχικό γράμμα που χρησιμοποιείται στη γλώσσα ή τις γλώσσες του εν λόγω κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση.

(25)

Θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα μελλοντικά πρότυπα ασφάλειας και οι τεχνικές προδιαγραφές που εγκρίνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου (5) λαμβάνονται δεόντως υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, για τα δελτία ταυτότητας, τα δελτία διαμονής και τα δελτία μόνιμης διαμονής,. Οι εν λόγω εξουσίες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6). Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται από την επιτροπή που συγκροτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1683/95 του Συμβουλίου (7). Εφόσον είναι αναγκαίο, οι εκτελεστικές πράξεις που θα εγκριθούν θα πρέπει να μπορούν να παραμείνουν απόρρητες, προκειμένου να προληφθεί ο κίνδυνος παραποίησης και πλαστογράφησης.

(26)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται κατάλληλες και αποτελεσματικές διαδικασίες συλλογής βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων, και ότι οι εν λόγω διαδικασίες συνάδουν με τα δικαιώματα και τις αρχές που ορίζονται στον Χάρτη, στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, και στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας συλλογής. Προς τούτο, το ειδικευμένο προσωπικό θα πρέπει να λαμβάνει κατάλληλη κατάρτιση σχετικά με φιλικές προς το παιδί πρακτικές συλλογής βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων.

(27)

Αν προκύψουν δυσκολίες στη συλλογή των βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι υφίστανται κατάλληλες διαδικασίες που σέβονται την αξιοπρέπεια του ενδιαφερομένου. Επομένως, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ειδικά ζητήματα που αφορούν το φύλο και τις ειδικές ανάγκες των παιδιών και των ευάλωτων ατόμων.

(28)

Η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων ασφάλειας και προδιαγραφών για τον μορφότυπο των δελτίων ταυτότητας θα πρέπει να επιτρέπει στα κράτη μέλη να βασίζονται στη γνησιότητα αυτών των εγγράφων όταν οι πολίτες της Ένωσης ασκούν το δικαίωμά τους στην ελεύθερη κυκλοφορία. Η θέσπιση ενισχυμένων προτύπων ασφάλειας θα πρέπει να παρέχει επαρκείς εγγυήσεις στις δημόσιες αρχές και τους ιδιωτικούς φορείς, ώστε να μπορούν να βασίζονται στη γνησιότητα των δελτίων ταυτότητας όταν χρησιμοποιούνται από τους πολίτες της Ένωσης για λόγους ταυτοποίησης.

(29)

Ένα κοινό διακριτικό σήμα με τη μορφή του διψήφιου κωδικού χώρας του κράτους μέλους που εκδίδει το έγγραφο, τυπωμένο αρνητικά μέσα σε ένα μπλε παραλληλόγραμμο και περιβαλλόμενο από δώδεκα κίτρινα αστέρια, διευκολύνει τον οπτικό έλεγχο του εγγράφου, ιδίως όταν ο κάτοχος ασκεί το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας.

(30)

Ενώ διατηρείται η δυνατότητα πρόβλεψης πρόσθετων εθνικών χαρακτηριστικών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα χαρακτηριστικά αυτά δεν μειώνουν την αποτελεσματικότητα των κοινών χαρακτηριστικών ασφάλειας ούτε επηρεάζουν αρνητικά τη διασυνοριακή συμβατότητα των δελτίων ταυτότητας, όπως είναι η δυνατότητα ανάγνωσης των δελτίων ταυτότητας από μηχανήματα που χρησιμοποιούνται από κράτη μέλη διαφορετικά από τα κράτη μέλη έκδοσης.

(31)

Η εισαγωγή προτύπων ασφάλειας στα δελτία ταυτότητας και τα δελτία διαμονής μελών της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους δεν θα πρέπει να επιφέρουν δυσανάλογη αύξηση των τελών για τους πολίτες της Ένωσης ή τους υπηκόους τρίτων χωρών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αρχή αυτήν όταν προβαίνουν σε προσκλήσεις υποβολής προσφορών.

(32)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι τα βιομετρικά δεδομένα ταυτοποιούν ορθά το πρόσωπο για το οποίο εκδίδεται δελτίο ταυτότητας. Προς τούτο, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο να συλλέγουν τα βιομετρικά αναγνωριστικά στοιχεία, ιδίως την εικόνα προσώπου, μέσω ζωντανής εγγραφής από τις εθνικές αρχές που εκδίδουν δελτία ταυτότητας.

(33)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν μεταξύ τους τις πληροφορίες που απαιτούνται για την πρόσβαση στις πληροφορίες που περιέχονται στο ασφαλές μέσο αποθήκευσης και την εξακρίβωση της γνησιότητάς τους και την επαλήθευσή τους. Οι μορφότυποι που χρησιμοποιούνται για το ασφαλές μέσο αποθήκευσης θα πρέπει να είναι διαλειτουργικοί, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα αυτοματοποιημένα σημεία συνοριακής διέλευσης.

(34)

Η οδηγία 2004/38/ΕΚ ρυθμίζει την κατάσταση κατά την οποία πολίτες της Ένωσης ή μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους και δεν διαθέτουν τα αναγκαία ταξιδιωτικά έγγραφα, ορίζοντας ότι, στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στα εν λόγω πρόσωπα κάθε εύλογη δυνατότητα να αποδείξουν με άλλα μέσα ότι καλύπτονται από το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας. Τα μέσα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν έγγραφα ταυτοποίησης που χρησιμοποιούνται σε προσωρινή βάση και δελτία διαμονής που εκδίδονται για τα εν λόγω μέλη της οικογένειας.

(35)

Ο παρών κανονισμός τηρεί τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον Χάρτη και στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία. Συνεπώς, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να συνεργάζονται με την Επιτροπή για την ενσωμάτωση πρόσθετων στοιχείων που καθιστούν τα δελτία ταυτότητας περισσότερο προσβάσιμα και εύχρηστα για τα άτομα με αναπηρίες, όπως είναι τα άτομα με προβλήματα όρασης. Τα κράτη μέλη πρέπει να διερευνήσουν τη χρήση λύσεων, όπως κινητές συσκευές εγγραφής, για την έκδοση δελτίων ταυτότητας για πρόσωπα τα οποία δεν έχουν την ικανότητα να επισκεφτούν τις αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση δελτίων ταυτότητας.

(36)

Τα έγγραφα διαμονής που εκδίδονται για πολίτες της Ένωσης θα πρέπει να περιλαμβάνουν συγκεκριμένες πληροφορίες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αναγνωρίζονται ως τέτοια σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτό αναμένεται να διευκολύνει την αναγνώριση της χρήσης του δικαιώματος του μετακινούμενου πολίτη της Ένωσης στην ελεύθερη κυκλοφορία καθώς και των δικαιωμάτων που συνεπάγεται η χρήση αυτή, αλλά η εναρμόνιση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα ενδεικνυόμενα για την αντιμετώπιση των αδυναμιών των σημερινών εγγράφων. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να επιλέξουν τον μορφότυπο με τον οποίο εκδίδουν τα εν λόγω έγγραφα και θα μπορούσαν να τα εκδίδουν με μορφότυπο που τηρεί τις προδιαγραφές του εγγράφου ICAO 9303.

(37)

Όσον αφορά τα έγγραφα διαμονής που εκδίδονται για μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, είναι σκόπιμο να γίνεται χρήση του ίδιου μορφοτύπου και των ίδιων χαρακτηριστικών ασφάλειας με αυτά που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1954 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Πλέον του ότι αποδεικνύουν το δικαίωμα διαμονής, τα έγγραφα αυτά απαλλάσσουν επίσης τους κατόχους τους από την απαίτηση θεώρησης, η οποία διαφορετικά θα ήταν υποχρεωτική για τους κατόχους τους, όταν συνοδεύουν ή πηγαίνουν να συναντήσουν πολίτη της Ένωσης εντός του εδάφους της Ένωσης.

(38)

Η οδηγία 2004/38/ΕΚ προβλέπει ότι τα έγγραφα που εκδίδονται για τα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους καλούνται «Δελτίο διαμονής μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης». Προς διευκόλυνση της ταυτοποίησής τους, ένα δελτίο διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης θα πρέπει να φέρει τυποποιημένο τίτλο και κωδικό.

(39)

Λαμβάνοντας υπόψη τόσο τον κίνδυνο ασφάλειας όσο και τα έξοδα που προκύπτουν για τα κράτη μέλη, τα δελτία ταυτότητας και τα δελτία διαμονής μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης με ανεπαρκή πρότυπα ασφάλειας θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά. Γενικά, μια περίοδος κατάργησης δέκα ετών για τα δελτία ταυτότητας και πέντε ετών για τα δελτία διαμονής θα πρέπει να είναι επαρκής για να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ της συχνότητας με την οποία τα έγγραφα συνήθως αντικαθίστανται και της ανάγκης να καλυφθεί το υπάρχον κενό ασφάλειας εντός της Ένωσης. Ωστόσο, για τα δελτία που δεν έχουν σημαντικά χαρακτηριστικά ασφάλειας ή δεν είναι μηχαναγνώσιμα απαιτείται για λόγους ασφάλειας μικρότερη περίοδος σταδιακής κατάργησης.

(40)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) εφαρμόζεται όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν περαιτέρω οι εγγυήσεις που εφαρμόζονται για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και ιδίως των ευαίσθητων δεδομένων όπως τα βιομετρικά δεδομένα. Τα υποκείμενα των δεδομένων θα πρέπει να ενημερώνονται ότι στα έγγραφά τους υπάρχει μέσο αποθήκευσης που περιέχει τα βιομετρικά δεδομένα τους και είναι προσβάσιμο χωρίς επαφή, καθώς και να γνωρίζουν όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιούνται τα δεδομένα που περιέχονται στο δελτίο ταυτότητας και τα έγγραφα διαμονής τους. Σε κάθε περίπτωση, τα υποκείμενα των δεδομένων θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας στα δελτία ταυτότητας και τα έγγραφα διαμονής τους και θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα διόρθωσής τους με την έκδοση νέου εγγράφου, σε περίπτωση που τα εν λόγω δεδομένα είναι εσφαλμένα ή ελλιπή. Το μέσο αποθήκευσης θα πρέπει να είναι εξαιρετικά ασφαλές και να προστατεύει αποτελεσματικά από μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται σε αυτό.

(41)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι υπεύθυνα για την ορθή επεξεργασία των βιομετρικών δεδομένων, από τη συλλογή τους μέχρι την ενσωμάτωσή τους στο υψηλής ασφάλειας μέσο αποθήκευσης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

(42)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδεικνύουν ιδιαίτερη προσοχή όταν συνεργάζονται με εξωτερικό πάροχο υπηρεσιών. Η εν λόγω συνεργασία δεν θα πρέπει να αποκλείει καμία ευθύνη του κράτους μέλους που απορρέει από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο για παραβάσεις των υποχρεώσεων που αφορούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

(43)

Είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί στον παρόντα κανονισμό η βάση για τη συλλογή και την αποθήκευση δεδομένων στο μέσο αποθήκευσης των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής. Σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο και τηρώντας τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να αποθηκεύουν άλλα δεδομένα σε μέσο αποθήκευσης για ηλεκτρονικές υπηρεσίες ή άλλους σκοπούς που αφορούν το δελτίο ταυτότητας ή το έγγραφο διαμονής. Η επεξεργασία των άλλων αυτών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της συλλογής τους και των σκοπών για τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιηθούν, θα πρέπει να επιτρέπεται από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο. Όλα τα εθνικά δεδομένα για τους εν λόγω σκοπούς θα πρέπει να είναι φυσικά ή λογικά διαχωρισμένα από τα βιομετρικά δεδομένα που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό και η επεξεργασία τους θα πρέπει να συνάδει με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

(44)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αρχίσουν να εφαρμόζουν τον παρόντα κανονισμό το αργότερο 24 μήνες από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του. Από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκδίδουν μόνο έγγραφα που πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(45)

Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού δύο και έντεκα έτη, αντίστοιχα, από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του, μεταξύ άλλων και σχετικά με την καταλληλότητα του επιπέδου ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπό της στα θεμελιώδη δικαιώματα και στις αρχές προστασίας των δεδομένων. Σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (10), η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί, έξι έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και στο εξής κάθε έξι έτη, σε αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού βάσει πληροφοριών που συλλέγονται μέσω ειδικών ρυθμίσεων παρακολούθησης, προκειμένου να εκτιμηθούν οι πραγματικές επιπτώσεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η ανάγκη για ανάληψη περαιτέρω δράσης. Για τον σκοπό της παρακολούθησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συλλέγουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής που έχουν εκδοθεί.

(46)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η βελτίωση της ασφάλειας και η διευκόλυνση της άσκησης των δικαιωμάτων στην ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της σχετικής δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(47)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ειδικότερα από τον Χάρτη, μεταξύ των οποίων η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στην ακεραιότητα του προσώπου, η απαγόρευση της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης, το δικαίωμα στην ισότητα ενώπιον του νόμου και η απαγόρευση των διακρίσεων, τα δικαιώματα των παιδιών, τα δικαιώματα των ηλικιωμένων, το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμμορφώνονται με τον Χάρτη κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(48)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι γνωμοδότησαν στις 10 Αυγούστου 2018 (11) και στις 5 Σεπτεμβρίου 2018 (12) αντίστοιχα,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός ενισχύει τα πρότυπα ασφάλειας τα οποία εφαρμόζονται στα δελτία ταυτότητας που εκδίδουν τα κράτη μέλη για τους υπηκόους τους και στα έγγραφα διαμονής που εκδίδουν τα κράτη μέλη για τους πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους κατά την άσκηση του δικαιώματός τους στην ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Ένωσης.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε:

α)

δελτία ταυτότητας που εκδίδονται από τα κράτη μέλη για τους υπηκόους τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ·

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε έγγραφα ταυτοποίησης που εκδίδονται σε προσωρινή βάση με διάρκεια ισχύος μικρότερη από έξι μήνες.

β)

βεβαιώσεις εγγραφής που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ για τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι διαμένουν για περίοδο μεγαλύτερη των τριών μηνών σε κράτος μέλος υποδοχής, και έγγραφα πιστοποίησης μόνιμης διαμονής που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 19 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ για τους πολίτες της Ένωσης μετά από αίτηση·

γ)

δελτία διαμονής που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ για μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, και δελτία μόνιμης διαμονής που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ για μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΕΘΝΙΚΑ ΔΕΛΤΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 3

Πρότυπα ασφάλειας/μορφότυπος/προδιαγραφές

1.   Τα δελτία ταυτότητας που εκδίδονται από τα κράτη μέλη παράγονται σε μορφότυπο ID-1 και περιέχουν μηχαναγνώσιμη ζώνη (MRZ). Τα εν λόγω δελτία ταυτότητας βασίζονται στις προδιαγραφές και τα ελάχιστα πρότυπα ασφαλείας που παρατίθενται στο έγγραφο ICAO 9303 και συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα στοιχεία γ), δ), στ) και ζ) του Παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1954.

2.   Τα στοιχεία δεδομένων που περιλαμβάνονται στα δελτία ταυτότητας πληρούν τις προδιαγραφές που ορίζονται στο μέρος 5 του εγγράφου ICAO 9303.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, ο αριθμός του εγγράφου μπορεί να εισαχθεί στη ζώνη I και ο προσδιορισμός του φύλου ενός προσώπου είναι προαιρετικός.

3.   Το έγγραφο φέρει τον τίτλο («Δελτίο ταυτότητας») ή άλλον καθιερωμένο εθνικό προσδιορισμό στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους που το εκδίδει, και τις λέξεις «Δελτίο ταυτότητας» σε μία τουλάχιστον άλλη επίσημη γλώσσα των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

4.   Το δελτίο ταυτότητας περιέχει, στην εμπρόσθια όψη, τον διψήφιο κωδικό χώρας του κράτους μέλους που εκδίδει το δελτίο, τυπωμένο αρνητικά μέσα σε ένα μπλε παραλληλόγραμμο και περιβαλλόμενο από δώδεκα κίτρινα αστέρια.

5.   Τα δελτία ταυτότητας περιλαμβάνουν μέσο αποθήκευσης υψηλής ασφάλειας το οποίο περιέχει βιομετρικά δεδομένα που συνίστανται σε εικόνα του προσώπου του κατόχου του δελτίου και δύο δακτυλικά αποτυπώματα σε ψηφιακούς μορφοτύπους. Για τη λήψη των βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις τεχνικές προδιαγραφές που θεσπίζονται με την εκτελεστική απόφαση C(2018)7767 της Επιτροπής (13).

6.   Το μέσο αποθήκευσης διαθέτει επαρκή χωρητικότητα και ικανότητα προκειμένου να διασφαλίζεται η ακεραιότητα, η γνησιότητα και η εμπιστευτικότητα των δεδομένων. Τα δεδομένα που αποθηκεύονται είναι προσβάσιμα χωρίς επαφή και ασφαλισμένα όπως προβλέπεται στην εκτελεστική απόφαση C(2018)7767. Τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εξακρίβωση της γνησιότητας του μέσου αποθήκευσης και για την πρόσβαση στα βιομετρικά δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 5 και την επαλήθευσή τους.

7.   Τα παιδιά κάτω των 12 ετών μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση παροχής δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Τα παιδιά κάτω των 6 ετών απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Τα πρόσωπα που αδυνατούν να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα για σωματικούς λόγους απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής δακτυλικών αποτυπωμάτων.

8.   Όταν είναι αναγκαίο και αναλογικό προς τον επιδιωκόμενο στόχο, τα κράτη μέλη μπορούν να αναγράφουν προς εθνική χρήση στοιχεία και παρατηρήσεις, όπως απαιτείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Τούτο δεν μειώνει την αποτελεσματικότητα των ελάχιστων προτύπων ασφαλείας και τη διασυνοριακή συμβατότητα των δελτίων ταυτότητας.

9.   Αν τα κράτη μέλη ενσωματώνουν διπλή διεπαφή ή ξεχωριστό μέσο αποθήκευσης στο δελτίο ταυτότητας, το πρόσθετο μέσο αποθήκευσης συμμορφώνεται με τα σχετικά πρότυπα ISO και δεν επηρεάζει το μέσο αποθήκευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 5.

10.   Αν τα κράτη μέλη αποθηκεύουν στα δελτία ταυτότητας δεδομένα για ηλεκτρονικές υπηρεσίες όπως η ηλεκτρονική διακυβέρνηση και οι ηλεκτρονικές επιχειρηματικές δραστηριότητες, τα εν λόγω εθνικά δεδομένα πρέπει να είναι φυσικά ή λογικά διαχωρισμένα από τα βιομετρικά δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 5.

11.   Αν τα κράτη μέλη προσθέσουν πρόσθετα εθνικά χαρακτηριστικά ασφάλειας στα δελτία ταυτότητας, η διασυνοριακή συμβατότητα των δελτίων ταυτότητας αυτών και η αποτελεσματικότητα των ελάχιστων προτύπων ασφάλειας δεν πρέπει να μειωθεί.

Άρθρο 4

Διάρκεια ισχύος

1.   Τα δελτία ταυτότητας έχουν ελάχιστη διάρκεια ισχύος πέντε ετών και μέγιστη διάρκεια ισχύος δέκα ετών.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν διάρκεια ισχύος:

α)

μικρότερη από πέντε έτη, για δελτία ταυτότητας που εκδίδονται για ανηλίκους·

β)

σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μικρότερη από πέντε έτη, για δελτία ταυτότητας που εκδίδονται για πρόσωπα σε ειδικές και περιορισμένες περιστάσεις και εφόσον η διάρκεια ισχύος τους περιορίζεται σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο·

γ)

μεγαλύτερη από 10 έτη, για δελτία ταυτότητας που εκδίδονται για άτομα από 70 ετών και άνω.

3.   Σε περίπτωση κατά την οποία είναι προσωρινώς αδύνατη η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων από οποιαδήποτε δάκτυλα του αιτούντος, τα κράτη μέλη εκδίδουν δελτίο ταυτότητας με διάρκεια ισχύος δώδεκα μηνών ή μικρότερη.

Άρθρο 5

Σταδιακή κατάργηση

1.   Δελτία ταυτότητας που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 παύουν να ισχύουν κατά τη λήξη τους ή το αργότερο στις 3 Αυγούστου 2031, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1:

α)

τα δελτία ταυτότητας που δεν πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ασφάλειας που ορίζονται στο μέρος 2 του εγγράφου ICAO 9303 ή που δεν περιλαμβάνουν λειτουργική MRZ, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3, παύουν να ισχύουν κατά τη λήξη τους ή το αργότερο στις 3 Αυγούστου 2026, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη·

β)

τα δελτία ταυτότητας των ατόμων ηλικίας 70 ετών και άνω κατά τη 2α Αυγούστου 2021, τα οποία πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ασφάλειας που ορίζονται στο μέρος 2 του εγγράφου ICAO 9303 και τα οποία διαθέτουν λειτουργική MRZ, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3, παύουν να ισχύουν κατά τη λήξη τους.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, ως λειτουργική MRZ νοείται:

α)

μια μηχαναγνώσιμη ζώνη σύμφωνα με το μέρος 3 του εγγράφου ICAO 9303· ή

β)

κάθε άλλη μηχαναγνώσιμη ζώνη για την οποία το κράτος μέλος έκδοσης κοινοποιεί τους κανόνες που απαιτούνται για την ανάγνωση και την απεικόνιση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν, εκτός εάν ένα κράτος μέλος κοινοποιήσει στην Επιτροπή, έως 2α Αυγούστου 2021, ότι δεν διαθέτει την ικανότητα ανάγνωσης και απεικόνισης των εν λόγω πληροφοριών.

Κατά την παραλαβή της γνωστοποίησης του πρώτου εδαφίου στοιχείο β), η Επιτροπή ενημερώνει αναλόγως το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και το Συμβούλιο για την εν λόγω κοινοποίηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΈΓΓΡΑΦΟ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Άρθρο 6

Ελάχιστες πληροφορίες που πρέπει να αναφέρονται

Τα έγγραφα διαμονής, όταν εκδίδονται από τα κράτη μέλη για τους πολίτες της Ένωσης, αναφέρουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τον τίτλο του εγγράφου στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους που το εκδίδει και σε μία τουλάχιστον άλλη επίσημη γλώσσα των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

β)

σαφή αναφορά ότι το έγγραφο εκδίδεται για πολίτη της Ένωσης σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ·

γ)

τον αριθμό του εγγράφου·

δ)

το όνομα [επώνυμο και όνομα (-τα)] του κατόχου·

ε)

την ημερομηνία γέννησης του κατόχου·

στ)

τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις βεβαιώσεις εγγραφής και στα έγγραφα που πιστοποιούν τη μόνιμη διαμονή, τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 19 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, αντίστοιχα·

ζ)

την εκδούσα αρχή·

η)

στην εμπρόσθια όψη, τον διψήφιο κωδικό χώρας του κράτους μέλους που εκδίδει το έγγραφο, τυπωμένο αρνητικά μέσα σε ένα μπλε παραλληλόγραμμο περιβαλλόμενο από δώδεκα κίτρινα αστέρια.

Εάν ένα κράτος μέλος αποφασίσει να λάβει δακτυλικά αποτυπώματα, εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφος 7 αναλόγως.

Τα πρόσωπα που αδυνατούν να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα για σωματικούς λόγους απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής δακτυλικών αποτυπωμάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΕΛΤΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΗΚΟΟΙ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

Άρθρο 7

Ενιαίος μορφότυπος

1   Κατά την έκδοση δελτίων διαμονής για μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τον ίδιο μορφότυπο με αυτόν που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1954 και εφαρμόστηκε με την εκτελεστική απόφαση C(2018)7767.

2   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, το δελτίο φέρει τον τίτλο «Δελτίο διαμονής» ή «Δελτίο μόνιμης διαμονής» , αντίστοιχα. Τα κράτη μέλη επισημαίνουν ότι τα εν λόγω έγγραφα εκδίδονται για μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τον τυποποιημένο κωδικό «μέλος οικογένειας ΕΕ άρθρου 10 οδηγίας 2004/38/EΚ» ή «μέλος οικογένειας ΕΕ άρθρου 20 οδηγίας 2004/38/EΚ» στο πεδίο δεδομένων [10], όπως αναφέρεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1954.

3   Τα κράτη μέλη μπορούν να εισάγουν δεδομένα προς εθνική χρήση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Κατά την εισαγωγή και την αποθήκευση των εν λόγω δεδομένων, τα κράτη μέλη τηρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1954.

Άρθρο 8

Σταδιακή κατάργηση των υφιστάμενων δελτίων διαμονής

1.   Τα δελτία διαμονής που εκδίδονται για μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, και που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παύουν να ισχύουν κατά τη λήξη τους ή το αργότερο στις 3 Αυγούστου 2026, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα δελτία διαμονής που εκδίδονται για μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους και που δεν πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ασφάλειας που ορίζονται στο μέρος 2 του εγγράφου ICAO 9303 ή που δεν περιλαμβάνουν λειτουργική MRZ σύμφωνα με το μέρος 3 του εγγράφου ICAO 9303, παύουν να ισχύουν κατά τη λήξη τους ή το αργότερο στις 3 Αυγούστου 2023, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 9

Σημείο επαφής

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τουλάχιστον μία κεντρική αρχή ως σημείο επαφής για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Αν ένα κράτος μέλος έχει ορίσει περισσότερες από μία κεντρικές αρχές, ορίζει ποια από τις εν λόγω αρχές θα αποτελέσει το σημείο επαφής για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Γνωστοποιεί το όνομα της εν λόγω αρχής στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη. Αν ένα κράτος μέλος αλλάξει την αρχή που έχει ορίσει, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα σημεία επαφής του γνωρίζουν τις σχετικές υπηρεσίες πληροφόρησης και παροχής βοήθειας σε ενωσιακό επίπεδο, οι οποίες περιλαμβάνονται στην ενιαία ψηφιακή θύρα που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) και ότι είναι σε θέση να συνεργαστούν με τις εν λόγω υπηρεσίες.

Άρθρο 10

Συλλογή βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων

1.   Η συλλογή βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων διενεργείται μόνον από ειδικευμένο και δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό, το οποίο ορίζεται από τις αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση δελτίων ταυτότητας ή δελτίων διαμονής, και με σκοπό την ενσωμάτωσή τους στο υψηλής ασφάλειας μέσο αποθήκευσης που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 για τα δελτία ταυτότητας και στο άρθρο 7 παράγραφος 1 για τα δελτία διαμονής. Κατά παρέκκλιση της πρώτης περιόδου, η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων διενεργείται αποκλειστικά από ειδικευμένο και δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των εν λόγω αρχών, με εξαίρεση την περίπτωση αιτήσεων που υποβάλλονται στις διπλωματικές και προξενικές αρχές του κράτους μέλους.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή των βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων με την ταυτότητα του αιτούντος, ο αιτών εμφανίζεται αυτοπροσώπως τουλάχιστον μία φορά κατά τη διαδικασία έκδοσης για κάθε αίτηση.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται κατάλληλες και αποτελεσματικές διαδικασίες συλλογής βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων, και ότι οι διαδικασίες αυτές συνάδουν με τα δικαιώματα και τις αρχές που ορίζονται στον Χάρτη, στη Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, και στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού.

Σε περίπτωση ανάκυψης δυσκολιών στη συλλογή των βιομετρικών αναγνωριστικών στοιχείων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται κατάλληλες διαδικασίες που διασφαλίζουν την προστασία της αξιοπρέπειας του ενδιαφερομένου.

3.   Εκτός εάν απαιτείται με σκοπό την επεξεργασία σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, τα βιομετρικά αναγνωριστικά στοιχεία που αποθηκεύονται με σκοπό την εξατομίκευση των δελτίων ταυτότητας ή των εγγράφων διαμονής φυλάσσονται με τρόπο υψηλής ασφάλειας και μόνον έως την ημερομηνία παραλαβής του εγγράφου και, σε κάθε περίπτωση, όχι για περίοδο μεγαλύτερη από 90 ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης του εν λόγω εγγράφου. Μετά την παρέλευση της περιόδου αυτής, τα εν λόγω βιομετρικά αναγνωριστικά στοιχεία διαγράφονται αμέσως ή καταστρέφονται.

Άρθρο 11

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ευθύνη

1.   Κατά παρέκκλιση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ασφάλεια, την αξιοπιστία, τη γνησιότητα και την εμπιστευτικότητα των δεδομένων που συλλέγονται και αποθηκεύονται για τον σκοπό του παρόντος κανονισμού.

2.   Για τον σκοπό του παρόντος κανονισμού, οι αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση δελτίων ταυτότητας και εγγράφων διαμονής θεωρούνται οι υπεύθυνες επεξεργασίας κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και είναι υπεύθυνες για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αρχές μπορούν να ασκούν πλήρως τα καθήκοντά τους όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, καθώς και της πρόσβασης σε κάθε χώρο ή εξοπλισμό επεξεργασίας δεδομένων των αρμόδιων αρχών.

4.   Η συνεργασία με εξωτερικούς παρόχους υπηρεσιών δεν αποκλείει καμία ευθύνη στο μέρος του κράτους μέλους που μπορεί που απορρέει από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο για παραβάσεις υποχρεώσεων που αφορούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

5.   Πληροφορίες σε μηχαναγνώσιμη μορφή περιλαμβάνονται σε δελτίο ταυτότητας ή σε έγγραφο διαμονής μόνο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους έκδοσης.

6.   Τα βιομετρικά δεδομένα που αποθηκεύονται στο μέσο αποθήκευσης των δελτίων ταυτότητας και των εγγράφων διαμονής χρησιμοποιούνται μόνο σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, από δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων εθνικών αρχών και οργανισμών της Ένωσης, με σκοπό την εξακρίβωση:

α)

της γνησιότητας του δελτίου ταυτότητας ή του εγγράφου διαμονής,

β)

της ταυτότητας του κατόχου μέσω άμεσα διαθέσιμων συγκρίσιμων χαρακτηριστικών στις περιπτώσεις που είναι υποχρεωτική διά νόμου η επίδειξη δελτίου ταυτότητας ή εγγράφου διαμονής.

7.   Τα κράτη μέλη τηρούν, και διαβιβάζουν ετησίως τον εν λόγω κατάλογο στην Επιτροπή, κατάλογο των αρμόδιων αρχών που έχουν πρόσβαση στα βιομετρικά δεδομένα τα οποία είναι αποθηκευμένα στο μέσο αποθήκευσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή δημοσιεύει στο διαδίκτυο συγκεντρωτικό πίνακα των εν λόγω εθνικών καταλόγων.

Άρθρο 12

Παρακολούθηση

Το αργότερο στις 2 Αυγούστου 2020, η Επιτροπή καταρτίζει αναλυτικό πρόγραμμα παρακολούθησης των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεών του στα θεμελιώδη δικαιώματα.

Το πρόγραμμα παρακολούθησης ορίζει τα μέσα με τα οποία και τα διαστήματα στα οποία συλλέγονται τα δεδομένα και τα λοιπά απαραίτητα στοιχεία. Ορίζει συγκεκριμένα τη δράση που θα πρέπει να αναλάβουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη ως προς τη συλλογή και την ανάλυση των δεδομένων και των λοιπών στοιχείων.

Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τα δεδομένα και άλλα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εν λόγω παρακολούθηση.

Άρθρο 13

Υποβολή εκθέσεων και αξιολόγηση

1.   Δύο έτη και 11 έτη, αντίστοιχα, από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του, ειδικότερα όσον αφορά την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Έξι έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και στο εξής κάθε έξι έτη, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις κύριες διαπιστώσεις της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.. Η έκθεση αυτή επικεντρώνεται ειδικότερα:

α)

στις επιπτώσεις του παρόντος κανονισμού στα θεμελιώδη δικαιώματα·

β)

στην κινητικότητα των πολιτών της Ένωσης·

γ)

στην αποτελεσματικότητα της βιομετρικής επαλήθευσης όσον αφορά τη διαφύλαξη της ασφάλειας των ταξιδιωτικών εγγράφων·

δ)

σε ενδεχόμενη χρήση των δελτίων διαμονής ως ταξιδιωτικών εγγράφων·

ε)

σε ενδεχόμενη περαιτέρω οπτική εναρμόνιση του δελτίου ταυτότητας·

στ)

στην ανάγκη θέσπισης κοινών χαρακτηριστικών ασφάλειας για τα έγγραφα ταυτοποίησης που χρησιμοποιούνται σε προσωρινή βάση προκειμένου να αναγνωρίζονται καλύτερα.

3.   Τα κράτη μέλη και οι σχετικοί οργανισμοί της Ένωσης παρέχουν στην Επιτροπή τα αναγκαία στοιχεία για την εκπόνηση των εν λόγω εκθέσεων.

Άρθρο 14

Πρόσθετες τεχνικές προδιαγραφές

1.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί, κατά περίπτωση, ότι τα δελτία ταυτότητας και τα έγγραφα διαμονής που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχεία α) και γ) συμμορφώνονται με τα μελλοντικά ελάχιστα πρότυπα ασφάλειας, η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, πρόσθετες τεχνικές προδιαγραφές όσον αφορά τα ακόλουθα:

α)

πρόσθετα χαρακτηριστικά και απαιτήσεις ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων ενισχυμένων προτύπων για την καταπολέμηση της πλαστογράφησης, απομίμησης και παραποίησης·

β)

τεχνικές προδιαγραφές για το μέσο αποθήκευσης των βιομετρικών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 και τη διασφάλισή τους, συμπεριλαμβανομένων της αποτροπής μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και της διευκόλυνσης του ελέγχου εγκυρότητας·

γ)

απαιτήσεις για την ποιότητα και τα κοινά τεχνικά πρότυπα όσον αφορά την εικόνα προσώπου και τα δακτυλικά αποτυπώματα.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.

2.   Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2, ενδέχεται να αποφασιστεί ότι οι προδιαγραφές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο πρέπει να είναι απόρρητες και δεν πρέπει να δημοσιεύονται. Στην περίπτωση αυτή, γνωστοποιούνται μόνο στους φορείς που ορίζονται από τα κράτη μέλη ως αρμόδιοι για την εκτύπωση των σχετικών εγγράφων, καθώς και σε πρόσωπα που έχουν λάβει τη δέουσα εξουσιοδότηση από κράτος μέλος ή από την Επιτροπή.

3.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει έναν φορέα αρμόδιο για την εκτύπωση δελτίων ταυτότητας και έναν φορέα αρμόδιο για την εκτύπωση τίτλων διαμονής μελών της οικογένειας πολιτών της Ένωσης, και κοινοποιεί τα ονόματα των φορέων αυτών στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη έχουν δικαίωμα να αλλάξουν τους φορείς που έχουν ορίσει, και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να αποφασίσουν να ορίσουν έναν μόνο φορέα αρμόδιο για την εκτύπωση τόσο των δελτίων ταυτότητας όσο και των δελτίων διαμονής μελών της οικογένειας πολιτών της Ένωσης, και κοινοποιούν το όνομα του εν λόγω φορέα στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη.

Δύο ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν επίσης να αποφασίσουν να ορίσουν έναν μόνο φορέα για τους σκοπούς αυτούς, και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη συσταθείσα βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1683/95 επιτροπή. Η επιτροπή αυτή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Αν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 16

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 2 Αυγούστου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Ιουνίου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. CIAMBA


(1)  ΕΕ C 367 της 10.10.2018, σ. 78.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Απριλίου 2019 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 6ης Ιουνίου 2019.

(3)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ L 157 της 15.6.2002, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1683/95 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1995, για την καθιέρωση θεώρησης ενιαίου τύπου (ΕΕ L 164 της 14.7.1995, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1954 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2017, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ L 286 της 1.11.2017, σ. 9).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(10)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(11)  ΕΕ C 338 της 21.9.2018, σ. 22.

(12)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί.

(13)  Εκτελεστική απόφαση C(2018)7767 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2018, για τον καθορισμό των τεχνικών προδιαγραφών των αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών και την κατάργηση της απόφασης C(2002)3069.

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 2ας Οκτωβρίου 2018, για τη δημιουργία ενιαίας ψηφιακής θύρας με σκοπό την παροχή πρόσβασης σε πληροφορίες, σε διαδικασίες και σε υπηρεσίες υποστήριξης και επίλυσης προβλημάτων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 1).