7.6.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 150/226


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/877 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 20ής Μαΐου 2019

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 9 Νοεμβρίου 2015, το Συμβούλιο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας δημοσίευσε το έγγραφο με τους όρους λειτουργίας (Term sheet) της συνολικής ικανότητας απορρόφησης ζημιών (TLAC) («πρότυπο TLAC»), το οποίο εγκρίθηκε από την G-20 τον Νοέμβριο του 2015. Ο στόχος του προτύπου TLAC είναι να εξασφαλισθεί ότι οι παγκόσμιες συστημικώς σημαντικές τράπεζες, που στο πλαίσιο της Ένωσης αναφέρονται ως παγκόσμια συστημικώς σημαντικά ιδρύματα (G-SII), διαθέτουν την αναγκαία ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης ώστε, κατά την εξυγίανση και αμέσως κατόπιν, τα ιδρύματα αυτά να μπορούν να συνεχίσουν να εκτελούν κρίσιμες λειτουργίες χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο τα χρήματα των φορολογουμένων, ήτοι δημόσιοι πόροι, ή η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Στην ανακοίνωσή της τής 24ης Νοεμβρίου 2015, «Προς την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης», η Επιτροπή δεσμεύτηκε να υποβάλει νομοθετική πρόταση έως το τέλος του 2016 η οποία θα επέτρεπε την εφαρμογή του προτύπου TLAC στο δίκαιο της Ένωσης μέχρι τη διεθνώς συμφωνηθείσα προθεσμία του 2019.

(2)

Για την εφαρμογή του προτύπου TLAC στο δίκαιο της Ένωσης χρειάζεται να λαμβάνεται υπόψη η υφιστάμενη ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων («MREL») για κάθε ίδρυμα, που εφαρμόζεται σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ιδρύματα) που είναι εγκατεστημένες εντός της Ένωσης καθώς και σε κάθε άλλη οντότητα όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) (οντότητες). Καθώς το πρότυπο TLAC και οι MREL επιδιώκουν τον ίδιο στόχο της εξασφάλισης ότι τα ιδρύματα και οι οντότητες που είναι εγκαταστημένες στην Ένωση έχουν επαρκή ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης, οι δύο απαιτήσεις θα πρέπει να αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία ενός κοινού πλαισίου. Από λειτουργικής πλευράς, το εναρμονισμένο ελάχιστο επίπεδο του προτύπου TLAC των G-SII («ελάχιστη απαίτηση TLAC») θα πρέπει να εισαχθεί στη νομοθεσία της Ένωσης μέσω τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (5), ενώ η ειδική προσαύξηση ανά ίδρυμα για τα G-SII και η ειδική απαίτηση ανά ίδρυμα για τα μη G-SII, η οποία αναφέρεται ως η MREL, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με στοχοθετημένες τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014, όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των ιδρυμάτων και οντοτήτων θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο σύμφωνο με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και τις οδηγίες 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) και 2014/59/ΕΕ.

(3)

Η απουσία εναρμονισμένων κανόνων στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (SRM) όσον αφορά την εφαρμογή του προτύπου TLAC δημιουργεί πρόσθετες δαπάνες και ανασφάλεια δικαίου και θα καθιστά δυσκολότερη την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα για τα διασυνοριακά ιδρύματα και οντότητες. Η απουσία εναρμονισμένων κανόνων της Ένωσης οδηγεί επίσης σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι οι δαπάνες των ιδρυμάτων και των οντοτήτων για τη συμμόρφωση με τις ισχύουσες απαιτήσεις και το πρότυπο TLAC μπορεί να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών που συμμετέχουν στον SRM. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να αρθούν τα εμπόδια στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να αποφεύγονται οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που απορρέουν από την απουσία εναρμονισμένων κανόνων όσον αφορά την εφαρμογή του προτύπου TLAC. Κατά συνέπεια, το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Σύμφωνα με το πρότυπο TLAC, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 θα πρέπει να συνεχίσει να αναγνωρίζει τόσο τη στρατηγική εξυγίανσης μοναδικού σημείου έναρξης (SPE), όσο και τη στρατηγική εξυγίανσης των πολλαπλών σημείων έναρξης (MPE). Στο πλαίσιο της στρατηγικής εξυγίανσης SPE, μόνο μία οντότητα του ομίλου, συνήθως η μητρική, εξυγιαίνεται, ενώ οι άλλες οντότητες του ομίλου, συνήθως οι λειτουργικές θυγατρικές, δεν εξυγιαίνονται, αλλά μεταφέρουν τις ζημίες τους και τις ανάγκες τους για ανακεφαλαιοποίηση στην προς εξυγίανση οντότητα. Σύμφωνα με τη στρατηγική πολλαπλών σημείων έναρξης, μπορούν να εξυγιανθούν περισσότερες από μία οντότητες του ομίλου. Ο σαφής προσδιορισμός των προς εξυγίανση οντοτήτων («οντότητες εξυγίανσης»), δηλαδή οι οντότητες στις οποίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν δράσεις εξυγίανσης, καθώς και των θυγατρικών που ανήκουν σε αυτές («όμιλοι εξυγίανσης») είναι σημαντικός για την αποτελεσματική εφαρμογή της επιθυμητής στρατηγικής εξυγίανσης. Ο προσδιορισμός αυτός αφορά επίσης και τον καθορισμό του επιπέδου εφαρμογής των κανόνων περί ικανότητας απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης τους οποίους θα πρέπει να εφαρμόζουν τα ιδρύματα και οι οντότητες. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν οι έννοιες της «οντότητας εξυγίανσης» και του «ομίλου εξυγίανσης» και να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014, αναφορικά με το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου ώστε να απαιτείται ρητά από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης («Συμβούλιο Εξυγίανσης») να αναγνωρίζει τις οντότητες εξυγίανσης και τους ομίλους εξυγίανσης εντός ενός ομίλου και να εξετάζει με τον κατάλληλο τρόπο τις επιπτώσεις κάθε προγραμματισμένης δράσης εντός του ομίλου, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική εξυγίανσή του.

(5)

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα ιδρύματα και οι οντότητες διαθέτουν επαρκή ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης, προκειμένου να διασφαλίζεται η ομαλή και ταχεία απορρόφηση των ζημιών και η ανακεφαλαιοποίηση κατά την εξυγίανση, με ελάχιστο αντίκτυπο στους φορολογουμένους και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Αυτό θα πρέπει να επιτυγχάνεται με τη συμμόρφωση των ιδρυμάτων με μια ειδική για κάθε ίδρυμα MREL, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014.

(6)

Προκειμένου να εναρμονίζονται οι παρονομαστές που μετρούν την ικανότητα των ιδρυμάτων και των οντοτήτων για απορρόφηση ζημιών και ανακεφαλαιοποίηση με εκείνους που παρέχονται στο πρότυπο TLAC, οι MREL θα πρέπει να εκφράζονται ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο και του μέτρου συνολικού ανοίγματος του σχετικού ιδρύματος ή οντότητας και τα ιδρύματα ή οντότητες θα πρέπει να πληρούν ταυτόχρονα τα επίπεδα που προκύπτουν από τις δύο μετρήσεις.

(7)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τα ιδρύματα και τις οντότητες που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση, μεταξύ άλλων και σε παγκόσμιο επίπεδο, τα κριτήρια επιλεξιμότητας για τις υποχρεώσεις που είναι υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού των MREL θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται στενά με αυτά που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά την ελάχιστη απαίτηση TLAC, αλλά με την επιφύλαξη των συμπληρωματικών προσαρμογών και των απαιτήσεων που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, ορισμένοι χρεωστικοί τίτλοι με ενσωματωμένο παράγωγο στοιχείο, όπως ορισμένα δομημένα αξιόγραφα, θα πρέπει να είναι επιλέξιμοι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για τις MREL στον βαθμό που διαθέτουν προκαθορισμένο ή αυξανόμενο ποσό κεφαλαίου πληρωτέο κατά τη λήξη που είναι γνωστό εκ των προτέρων, ενώ μόνο ένα συμπληρωματικό ποσοστό κέρδους συνδέεται με το εν λόγω παράγωγο στοιχείο και εξαρτάται από την απόδοση περιουσιακού στοιχείου αναφοράς,. Με βάση τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις, οι εν λόγω χρεωστικοί τίτλοι αναμένεται να παρουσιάζουν υψηλό βαθμό απορρόφησης ζημιών και να προσφέρονται εύκολα για αναδιάρθρωση παθητικού κατά την εξυγίανση. Όταν τα ιδρύματα και οι οντότητες κατέχουν ίδια κεφάλαια που υπερβαίνουν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, το γεγονός αυτό δεν θα πρέπει καθεαυτό να επηρεάζει τις αποφάσεις που αφορούν τον καθορισμό των MREL. Επιπλέον, τα ιδρύματα και οι οντότητες θα πρέπει να είναι σε θέση να καλύπτουν οποιοδήποτε μέρος των MREL με ίδια κεφάλαια.

(8)

Το φάσμα των υποχρεώσεων (στοιχείων παθητικού) που χρησιμοποιείται για την κάλυψη των MREL περιλαμβάνει, καταρχήν, όλες τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από απαιτήσεις κοινών μη εξασφαλισμένων πιστωτών (υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης), εκτός εάν δεν πληρούν τα ειδικά κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου να ενισχυθεί η δυνατότητα εξυγίανσης των ιδρυμάτων και των οντοτήτων μέσω αποτελεσματικής χρήσης του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί να πληρούται η MREL με ίδια κεφάλαια και άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης, ιδίως όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι πιστωτές σε περίπτωση διάσωσης με ίδια μέσα ενδέχεται να υποστούν ζημίες κατά την εξυγίανση που θα υπερβαίνουν τις πιθανές τους ζημίες που θα έπρεπε να επωμιστούν υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να αξιολογεί την ανάγκη να υποχρεούνται τα ιδρύματα και οι οντότητες να καλύπτουν τις MREL με ίδια κεφάλαια και άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης όταν το ύψος των υποχρεώσεων που εξαιρούνται από την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα φτάνει ένα συγκεκριμένο όριο εντός κατηγορίας υποχρεώσεων η οποία περιλαμβάνει υποχρεώσεις επιλέξιμες για MREL. Τα ιδρύματα και οι οντότητες θα πρέπει να καλύπτουν τις MREL με ίδια κεφάλαια και άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης στον βαθμό που απαιτείται προκειμένου να αποφεύγεται οι πιστωτές τους να υφίστανται ζημίες μεγαλύτερες από εκείνες που οι εν λόγω πιστωτές θα επωμίζονταν υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

(9)

Κάθε υπόταξη χρεωστικών τίτλων που ζητά το Συμβούλιο Εξυγίανσης όσον αφορά τις MREL, δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα να πληρούται εν μέρει η ελάχιστη απαίτηση TLAC με χρεωστικούς τίτλους μη μειωμένης εξασφάλισης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπως προβλέπεται στο πρότυπο TLAC. Για τις οντότητες εξυγίανσης των G-SII, τις οντότητες εξυγίανσης των ομίλων εξυγίανσης με στοιχεία ενεργητικού άνω των 100 δισεκατομμυρίων EUR (τράπεζες ανώτατου επιπέδου) και για τις οντότητες εξυγίανσης των ομίλων εξυγίανσης με στοιχεία ενεργητικού κάτω των 100 δισεκατομμυρίων EUR που θεωρείται πιθανόν από την εθνική αρχή ότι μπορεί να προκαλέσουν συστημικό κίνδυνο σε περίπτωση πτώχευσης, λαμβανομένων υπόψη της επικράτησης των καταθέσεων και της απουσίας χρεωστικών τίτλων στο μοντέλο χρηματοδότησης, της περιορισμένης πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις και της χρήσης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για την κάλυψη της MREL, το Συμβούλιο εξυγίανσης θα πρέπει να μπορεί να απαιτεί να καλύπτεται τμήμα της MREL ίσο με το επίπεδο της απορρόφησης ζημιών και της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό με ίδια κεφάλαια και άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων που χρησιμοποιούνται για τη συμμόρφωση με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ.

(10)

Κατόπιν αιτήματος οντότητας εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να μπορεί να μειώνει το τμήμα της απαιτούμενης με ίδια κεφάλαια και άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης MREL έως του ορίου που αντιστοιχεί στην αναλογία της μείωσης που είναι δυνατή δυνάμει του άρθρου 72β παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 προς την ελάχιστη απαίτηση TLAC όπως προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να μπορεί να απαιτεί, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, την κάλυψη της MREL με ίδια κεφάλαια και άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης στον βαθμό που το συνολικό επίπεδο της απαιτούμενης μειωμένης εξοφλητικής προτεραιότητας με τη μορφή ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων λόγω της υποχρέωσης των ιδρυμάτων και οντοτήτων να συμμορφωθούν με την ελάχιστη απαίτηση TLAC και την MREL και, κατά περίπτωση, τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφάλειας δυνάμει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ δεν υπερβαίνει το μεγαλύτερο από τα ακόλουθα: είτε το επίπεδο της απορρόφησης ζημιών και της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό είτε τον τύπο που ορίζει ο παρών κανονισμός που βασίζεται στις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας του Πυλώνα 1 και του Πυλώνα 2 και τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας.

(11)

Για συγκεκριμένες τράπεζες ανώτατου επιπέδου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει, με την επιφύλαξη προϋποθέσεων που θα αξιολογούνται από το ίδιο, να περιορίζουν το ύψος της ελάχιστης απαίτησης μειωμένης εξοφλητικής προτεραιότητας σε ένα συγκεκριμένο κατώτατο όριο, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τον ενδεχόμενο κίνδυνο να επηρεαστεί δυσανάλογα το επιχειρηματικό μοντέλο αυτών των ιδρυμάτων. Ο περιορισμός αυτός δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα να επιβάλλεται απαίτηση μειωμένης εξοφλητικής προτεραιότητας πέραν του ορίου αυτού μέσω της απαίτησης μειωμένης εξασφάλισης του πυλώνα 2, με την επιφύλαξη επίσης των προϋποθέσεων που ισχύουν για τον πυλώνα 2, βάσει εναλλακτικών κριτηρίων και συγκεκριμένα των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, του εφικτού και της αξιοπιστίας της στρατηγικής εξυγίανσης, ή της επικινδυνότητας του ιδρύματος.

(12)

Οι MREL θα πρέπει να επιτρέπουν την απορρόφηση από τα ιδρύματα και τις οντότητες των ζημιών που αναμένονται κατά την εξυγίανση ή στο σημείο της μη βιωσιμότητας, κατά περίπτωση, και την ανακεφαλαιοποίηση μετά την εφαρμογή των δράσεων που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης ή κατόπιν της του ομίλου εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει, με βάση τη στρατηγική εξυγίανσης που επιλέγει το ίδιο, να αιτιολογεί δεόντως το επιβαλλόμενο επίπεδο των MREL και θα πρέπει να αναθεωρεί το επίπεδο αυτό χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ώστε να αντικατοπτρίζονται τυχόν αλλαγές στο ύψος της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ. Ως εκ τούτου, το επιβαλλόμενο επίπεδο των MREL θα πρέπει να είναι το άθροισμα του ποσού των ζημιών που αναμένονται κατά την εξυγίανση, οι οποίες αντιστοιχούν στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων του ιδρύματος ή της οντότητας, και του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στο ίδρυμα ή την οντότητα να ανταποκριθεί, μετά την εξυγίανση ή μετά την άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής, στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που είναι αναγκαίες ώστε να της χορηγηθεί άδεια να ασκεί τις δραστηριότητές της σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να προσαρμόζει προς τα κάτω ή προς τα πάνω τα ποσά της ανακεφαλαιοποίησης για κάθε αλλαγή που προκύπτει από τις δράσεις που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης.

(13)

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να αυξάνει το ποσό της ανακεφαλαιοποίησης για να εξασφαλίζεται επαρκής εμπιστοσύνη της αγοράς στο ίδρυμα ή την οντότητα μετά την εκτέλεση των ενεργειών που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης. Το αιτούμενο επίπεδο αποθέματος ασφαλείας εμπιστοσύνης της αγοράς θα πρέπει να επιτρέπει στο ίδρυμα ή την οντότητα να εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας για επαρκές διάστημα, μεταξύ άλλων επιτρέποντας στο ίδρυμα ή την οντότητα να καλύπτει τις δαπάνες που συνδέονται με την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του μετά την εξυγίανση και να διατηρεί επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς. Το απόθεμα ασφαλείας της εμπιστοσύνης της αγοράς θα πρέπει να καθορίζεται λαμβανομένης υπόψη της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας δυνάμει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να προσαρμόζει προς τα κάτω το επίπεδο του αποθέματος ασφαλείας της εμπιστοσύνης της αγοράς αν ένα χαμηλότερο επίπεδο αρκεί για να διασφαλιστεί επαρκής εμπιστοσύνη της αγοράς ή προς τα άνω στις περιπτώσεις που απαιτείται υψηλότερο επίπεδο για να διασφαλιστεί ότι, μετά τις δράσεις που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης, η οντότητα εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας για επαρκές διάστημα και να διατηρεί επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς.

(14)

Σύμφωνα με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/1075 της Επιτροπής (8), το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εξετάζει τη βάση επενδυτών των μέσων MREL των επιμέρους ιδρυμάτων ή οντοτήτων. Εάν σημαντικό μέρος των μέσων MREL ενός ιδρύματος ή οντότητας κατέχεται από ιδιώτες επενδυτές που ενδέχεται να μην έχουν λάβει κατάλληλη επισήμανση των σχετικών κινδύνων, το εν λόγω στοιχείο μπορεί να συνιστά αυτό καθεαυτό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης. Επιπλέον, εάν μεγάλο μέρος των μέσων MREL ενός ιδρύματος ή οντότητας κατέχεται από άλλα ιδρύματα ή οντότητες, οι συστημικές επιπτώσεις μιας απομείωσης ή μετατροπής θα μπορούσαν επίσης να αποτελέσουν εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης. Στις περιπτώσεις στις οποίες το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης λόγω του μεγέθους και της φύσης συγκεκριμένης βάσης επενδυτών, θα πρέπει να είναι σε θέση να συστήσει σε ένα ίδρυμα ή μια οντότητα να αντιμετωπίσει το εμπόδιο αυτό.

(15)

Προκειμένου να ενισχύσει τη δυνατότητα εξυγίανσής τους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει στα G-SII ειδικές MREL ανά ίδρυμα, επιπλέον της ελάχιστης απαίτησης TLAC που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Οι εν λόγω ειδικές MREL ανά ίδρυμα θα πρέπει να επιβάλλονται εάν η ελάχιστη απαίτηση TLAC δεν επαρκεί για την απορρόφηση ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση του G-SII σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης.

(16)

Κατά τον καθορισμό του επιπέδου των MREL, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εξετάζει τον βαθμό συστημικής σημασίας του ιδρύματος ή της οντότητας και τις δυνητικές αρνητικές επιπτώσεις της πτώχευσής του στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των G-SII και άλλων ομοειδών ιδρυμάτων ή οντοτήτων με συστημική σημασία ανάμεσα στα κράτη μέλη που συμμετέχουν. Κατά συνέπεια οι MREL των ιδρυμάτων ή των οντοτήτων που δεν είναι G-SII αλλά η συστημική σημασία των οποίων μεταξύ των κρατών μελών που συμμετέχουν είναι συγκρίσιμη με τη συστημική σημασία των G-SII, δεν θα πρέπει να αποκλίνει δυσανάλογα από το επίπεδο και τη σύνθεση των MREL που κατά κανόνα καθορίζονται για τα G-SII.

(17)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα ιδρύματα ή οι οντότητες που χαρακτηρίζονται ως οντότητες εξυγίανσης, θα πρέπει να υπόκεινται στις MREL μόνο σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης. Αυτό σημαίνει ότι οι οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει, για την κάλυψη των MREL, να υποχρεούνται σε έκδοση επιλέξιμων (χρέος) μέσων και στοιχείων σε εξωτερικούς πιστωτές που θα αποτελέσουν αντικείμενο διάσωσης με ίδια μέσα σε περίπτωση που η οντότητα εξυγίανσης εισαχθεί σε διαδικασία εξυγίανσης.

(18)

Τα ιδρύματα ή οι οντότητες που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει να συμμορφώνονται με την MREL σε ατομικό επίπεδο. Οι ανάγκες για απορρόφηση ζημιών και ανακεφαλαιοποίηση των εν λόγω ιδρυμάτων ή οντοτήτων θα πρέπει κατά κανόνα να παρέχονται από τις αντίστοιχες οντότητες εξυγίανσης μέσω της άμεσης ή έμμεσης απόκτησης από τις εν λόγω οντότητες εξυγίανσης μέσων ιδίων κεφαλαίων και μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων που εκδίδονται από αυτά τα ιδρύματα ή τις οντότητες, και μέσω της απομείωσης ή μετατροπής τους σε τίτλους ιδιοκτησίας όταν τα εν λόγω ιδρύματα ή οντότητες δεν είναι πλέον βιώσιμα. Ως εκ τούτου, οι MREL που εφαρμόζονται σε ιδρύματα που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει να εφαρμόζονται παράλληλα και σε συνέπεια με τις απαιτήσεις που ισχύουν για τις οντότητες εξυγίανσης. Αυτό θα επιτρέπει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης να εξυγιάνει έναν όμιλο εξυγίανσης χωρίς να υπάγει ορισμένες από τις θυγατρικές του οντότητες σε εξυγίανση, ώστε να αποφεύγονται οι δυνητικές διαταραχές στην αγορά. Η εφαρμογή των MREL στα ιδρύματα ή τις οντότητες που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης πρέπει να συμμορφώνεται με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης. Ειδικότερα, δεν πρέπει να αλλοιώνει τη σχέση ιδιοκτησίας μεταξύ ιδρυμάτων ή των οντοτήτων και του ομίλου εξυγίανσής τους αφότου τα εν λόγω ιδρύματα έχουν προβεί σε ανακεφαλαιοποίηση.

(19)

Αν τόσο η οντότητα εξυγίανσης όσο και η μητρική επιχείρηση και οι θυγατρικές της είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να απαλλάσσει από την εφαρμογή της MREL που ισχύει για τις εν λόγω θυγατρικές που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης ή να τους επιτρέπει να καλύπτουν τις MREL με εξασφαλισμένες εγγυήσεις μεταξύ της μητρικής επιχείρησης και των θυγατρικών της, επιλογή που ενεργοποιείται όταν πληρούνται οι χρονικές προϋποθέσεις, που είναι αντίστοιχες με εκείνες που επιτρέπουν την απομείωση ή τη μετατροπή των επιλέξιμων υποχρεώσεων. Οι εξασφαλίσεις που καλύπτουν την εγγύηση θα πρέπει να είναι άκρως ρευστοποιήσιμες και να έχουν ελάχιστο κίνδυνο αγοράς και πιστωτικό κίνδυνο.

(20)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 προβλέπει ότι οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να προβλέπουν απαλλαγή από την εφαρμογή ορισμένων απαιτήσεων φερεγγυότητας και ρευστότητας για πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό («συνεταιριστικά δίκτυα»), εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες τέτοιων συνεταιριστικών δικτύων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να απαλλάσσει τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα και τον κεντρικό οργανισμό από την εφαρμογή της MREL, υπό παρόμοιες προϋποθέσεις με εκείνες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στην περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα είναι εγκατεστημένα στο ίδιο κράτος μέλος με τον κεντρικό οργανισμό. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να αντιμετωπίζει τα πιστωτικά ιδρύματα και τον κεντρικό οργανισμό ως σύνολο κατά την εκτίμηση των προϋποθέσεων για εξυγίανση, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού αλληλεγγύης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να μπορεί να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με την απαίτηση εξωτερικών MREL του ομίλου εξυγίανσης ως συνόλου με διάφορους τρόπους, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού αλληλεγγύης κάθε ομίλου, υπολογίζοντας τις επιλέξιμες υποχρεώσεις των οντοτήτων από τις οποίες, σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαιτεί να εκδώσουν επιλέξιμα μέσα για MREL εκτός του ομίλου εξυγίανσης.

(21)

Οι αρμόδιες αρχές, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης και το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να αντιμετωπίζουν καταλλήλως και να επιλύουν τυχόν παραβάσεις των ελάχιστων απαιτήσεων της TLAC και των MREL. Δεδομένου ότι η παράβαση αυτών των απαιτήσεων θα μπορούσε να αποτελέσει εμπόδιο για τη δυνατότητα εξυγίανσης του ιδρύματος ή του ομίλου, θα πρέπει να συντομευθούν οι ισχύουσες διαδικασίες προκειμένου να εξαλειφθούν τα εμπόδια ως προς τη δυνατότητα εξυγίανσης, ώστε τυχόν παραβάσεις των απαιτήσεων να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να μπορεί να απαιτεί από τα ιδρύματα ή τις οντότητες να τροποποιούν τα προφίλ ληκτότητας των επιλέξιμων μέσων και στοιχείων και να προετοιμάζουν και να εφαρμόζουν σχέδια για την αποκατάσταση του επιπέδου των απαιτήσεων αυτών. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να μπορεί να απαγορεύει ορισμένες διανομές, όταν αφορούν ίδρυμα ή οντότητα όταν θεωρεί ότι δεν πληρούν τις συνδυασμένες απαιτήσεις αποθέματος ασφαλείας βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ όταν εξετάζεται επιπλέον των MREL.

(22)

Ο παρών κανονισμός συνάδει με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την επιχειρηματική ελευθερία, πρέπει δε να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(23)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων με σκοπό την ανάκαμψη της Ένωσης και το πλαίσιο εξυγίανσης για ιδρύματα και οντότητες, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, και μπορεί κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει αυτόν τον κανονισμό σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(24)

Προκειμένου να επιτραπεί η κατάλληλη προθεσμία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοσθεί από τις 28 Δεκεμβρίου 2020,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις στον κανονισμό (EΕ) αριθ. 806/2014

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 21) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«21)

“θυγατρική”: θυγατρική όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 16) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 8, του άρθρου 10 παράγραφος 10 και των άρθρων 12 έως 12ια, 21 και 53 του παρόντος κανονισμού στους ομίλους εξυγίανσης που αναφέρονται στο σημείο 24β) στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου περιλαμβάνει, όπου και όπως αρμόζει, πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό, τον ίδιο τον κεντρικό οργανισμό και τις αντίστοιχες θυγατρικές τους, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο με τον οποίο οι εν λόγω όμιλοι εξυγίανσης συμμορφώνονται με το άρθρο 12στ παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού·

21α)

“σημαντική θυγατρική” θυγατρική όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 135) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·»·

β)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«24α)   “οντότητα εξυγίανσης”: ένα νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 8, προσδιορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ως οντότητα σε σχέση με την οποία το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει δράση εξυγίανσης·

24β)   “όμιλος εξυγίανσης”:

α)

οντότητα εξυγίανσης μαζί με τις θυγατρικές της που δεν αποτελούν:

i)

οντότητες εξυγίανσης αυτές καθεαυτές·

ii)

θυγατρικές άλλων οντοτήτων εξυγίανσης · ή

iii)

οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα που δεν περιλαμβάνονται στον όμιλο εξυγίανσης σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης ή θυγατρικές τους· ή

β)

πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό και ο ίδιος ο κεντρικός οργανισμός όταν τουλάχιστον ένα από αυτά τα πιστωτικά ιδρύματα ή ο κεντρικός οργανισμός είναι οντότητα εξυγίανσης, καθώς και οι αντίστοιχες θυγατρικές τους·

24γ)   “παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα” ή “G-SII”: ίδρυμα G-SII όπως ορίζεται στο σημείο 133) του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·»·

γ)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«45α)   “κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1”: το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·»·

δ)

στο σημείο 48) o όρος «επιλέξιμες υποχρεώσεις» αντικαθίσταται από τον όρο «υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού»·

ε)

το σημείο 49) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«49)   “υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού”: οι υποχρεώσεις και τα κεφαλαιακά μέσα που δεν χαρακτηρίζονται ως μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή πρόσθετα μέσα των κατηγοριών 1 ή 2 ιδρύματος ή οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 και οι οποίες δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 3·»·

στ)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«49α)   “επιλέξιμες υποχρεώσεις”: οι υποχρεώσεις που είναι υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού και πληρούν, κατά περίπτωση, τις προϋποθέσεις του άρθρου 12γ ή του στοιχείου α) του άρθρου 12ζ παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, και τα μέσα της κατηγορίας 2 που πληρούν τις προϋποθέσεις του στοιχείου β) του άρθρου 72α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

49β)   “επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης”: μέσα που πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 πλην των παραγράφων 3 έως 5 του άρθρου 72β του εν λόγω κανονισμού.»·

ζ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«55)   “συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας”: συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όπως ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.».

2)

Στο άρθρο 7 παράγραφος 3, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

καθορίζουν το επίπεδο της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 12ια·».

3)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Στο σχέδιο εξυγίανσης παρουσιάζονται εναλλακτικές δυνατότητες για την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και την άσκηση των εκ του παρόντος κανονισμού εξουσιών εξυγίανσης έναντι των οντοτήτων της παραγράφου 1.»·

β)

στην παράγραφο 6, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει τις δράσεις εξυγίανσης τις οποίες δύναται να αναλάβει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, όταν μια οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πληροί τις προϋποθέσεις για εξυγίανση.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παραγράφου 9 τίθενται σε γνώση της σχετικής οντότητας.»·

γ)

στην παράγραφο 9 τα στοιχεία ιε) και ιστ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιε)

τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 12στ και 12ζ, καθώς και προθεσμία επίτευξης του εν λόγω επιπέδου, σύμφωνα με το άρθρο 12ια·

ιστ)

στις περιπτώσεις που το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει το άρθρο 12γ παράγραφοι 4, 5 ή 7, χρονοδιάγραμμα για συμμόρφωση της οντότητας εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 12ια.»·

δ)

η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Στα σχέδια εξυγίανσης των ομίλων περιλαμβάνεται σχέδιο για την εξυγίανση του ομίλου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, του οποίου προΐσταται η μητρική επιχείρηση της Ένωσης που είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος και προσδιορίζει μέτρα που πρέπει να ληφθούν έναντι:

α)

της μητρικής επιχείρησης της Ένωσης·

β)

των θυγατρικών που συμμετέχουν στον όμιλο και που είναι εγκατεστημένες στην Ένωση·

γ)

των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο β)· και

δ)

με την επιφύλαξη του άρθρου 33, των θυγατρικών που συμμετέχουν στον όμιλο και είναι εγκατεστημένες εκτός Ένωσης.

Σύμφωνα με τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το σχέδιο εξυγίανσης προσδιορίζει κάθε ομάδα τις οντότητες εξυγίανσης και τους ομίλους εξυγίανσης.»·

ε)

στην παράγραφο 11 τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

παρουσιάζει τις δράσεις εξυγίανσης που προβλέπεται να ληφθούν σε σχέση με μια οντότητα εξυγίανσης στα σενάρια τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 6, καθώς και οι επιπτώσεις των εν λόγω δράσεων εξυγίανσης σε σχέση με άλλες οντότητες του ομίλου, τη μητρική επιχείρηση και θυγατρικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

αα)

όταν μια ομάδα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει περισσότερους από έναν ομίλους εξυγίανσης, καθορίζονται οι δράσεις εξυγίανσης που προβλέπονται σε σχέση με τις οντότητες εξυγίανσης κάθε ομίλου εξυγίανσης και οι επιπτώσεις των εν λόγω δράσεων σε αμφότερα τα ακόλουθα:

i)

άλλες οντότητες του ομίλου που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

ii)

άλλους ομίλους εξυγίανσης·

β)

εξετάζει τον βαθμό στον οποίο θα μπορούσαν να εφαρμοστούν τα εργαλεία εξυγίανσης και να ασκηθούν οι εξουσίες εξυγίανσης κατά συντονισμένο τρόπο σε σχέση με οντότητες εξυγίανσης εγκατεστημένες στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη διευκόλυνση της αγοράς από τρίτο μέρος ολόκληρου του ομίλου, ή χωριστών επιχειρηματικών τομέων ή δραστηριοτήτων που ασκούνται από μια σειρά οντοτήτων του ομίλου, ή συγκεκριμένων οντοτήτων του ομίλου ή οντοτήτων εξυγίανσης, και προσδιορίζει πιθανά εμπόδια στη συντονισμένη εξυγίανση·»·

στ)

στην παράγραφο 12 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Η επανεξέταση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου διενεργείται μετά την υλοποίηση των δράσεων εξυγίανσης ή την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 21.

Κατά τον ορισμό των προθεσμιών που αναφέρονται στα στοιχεία ιε) και ιστ) της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου, όταν συντρέχουν οι περιστάσεις που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη την προθεσμία συμμόρφωσης με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104β της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.».

4)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ένας όμιλος θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης κρίνει εφικτό και αξιόπιστο είτε να εκκαθαρίσει τις οντότητες του ομίλου στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας είτε να τις εξυγιάνει, εφαρμόζοντας σε αυτές τα εργαλεία εξυγίανσης και ασκώντας τις εξουσίες εξυγίανσης, αποφεύγοντας στον μέγιστο δυνατό βαθμό, οιεσδήποτε σημαντικές δυσμενείς συνέπειες για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα, ακόμη και σε περιστάσεις ευρύτερης χρηματοπιστωτικής αστάθειας ή γεγονότων που επηρεάζουν το σύνολο του συστήματος, στα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένες οι οντότητες του ομίλου, σε άλλα κράτη μέλη ή στην Ένωση, και με προοπτική να διασφαλιστεί η συνέχιση των κρίσιμων λειτουργιών που επιτελούνται από τις εν λόγω οντότητες του ομίλου, εάν αυτές μπορούν να διαχωριστούν εύκολα και εγκαίρως ή με άλλα μέσα.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει εγκαίρως την ΕΑΤ όταν ένας όμιλος θεωρείται αδύνατον να εξυγιανθεί.

Όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους τους ενός ομίλους εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί τη δυνατότητα εξυγίανσης κάθε ομίλου σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Η αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο διενεργείται επιπλέον της αξιολόγησης της δυνατότητας εξυγίανσης ολόκληρου του ομίλου.»·

β)

στην παράγραφο 9 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Η οντότητα, εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της αναφοράς που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, προτείνει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης ενδεχόμενα μέτρα και το χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή τους, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η οντότητα ή η μητρική επιχείρηση συμμορφώνεται με τα άρθρα 12στ ή 12ζ και την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας, όταν ένα ουσιαστικό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης οφείλεται σε μία από τις ακόλουθες καταστάσεις:

i)

η οντότητα πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται επιπλέον καθεμιάς από τις προϋποθέσεις των στοιχείων α), β) και γ) του άρθρου 141α παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, αλλά δεν πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται επιπλέον των απαιτήσεων των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εφόσον υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού· ή

ii)

η οντότητα δεν πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 92α και 494 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή τις απαιτήσεις των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού.

Όταν η οντότητα προτείνει το χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή των μέτρων σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, λαμβάνει υπόψη τους λόγους στους οποίους οφείλεται το ουσιαστικό εμπόδιο. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, αξιολογεί κατά πόσον με τα μέτρα αυτά αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά ή εξαλείφεται το εν λόγω ουσιαστικό εμπόδιο.»·

γ)

η παράγραφος 11 τροποποιείται ως εξής:

i)

στα στοιχεία θ) και ι) οι όροι «του άρθρου 12» αντικαθίστανται από τους όρους «των άρθρων 12στ και 12ζ»·

ii)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ια)

να απαιτήσουν από οντότητα να υποβάλει σχέδιο αποκατάστασης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ και 12ζ του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένης ως ποσοστό του συνολικού ποσού της έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και με τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ ή 12ζ του παρόντος κανονισμού εκπεφρασμένων ως ποσοστό του μέτρου συνολικού ανοίγματος που αναφέρεται στα άρθρα 429 και 429α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ιβ)

για τον σκοπό της εξασφάλισης της διαρκούς συμμόρφωσης με τα άρθρα 12στ ή 12ζ, να απαιτήσουν από οντότητα να αλλάξει το προφίλ ληκτότητας:

i)

των μέσων ιδίων κεφαλαίων, αφού λάβει τη σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, και

ii)

των επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 12γ και στο άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο α).».

5)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10α

Εξουσία απαγόρευσης ορισμένων διανομών

1.   Όταν μια οντότητα είναι σε κατάσταση κατά την οποία πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας, όταν αυτή εξετάζεται επιπλέον της κάθε μίας από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 141 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, αλλά δεν πληροί την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται επιπλέον των προϋποθέσεων που αναφέρονται στα άρθρα 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, κατά τον υπολογισμό σύμφωνα με το στοιχείο α) της παραγράφου 2 του άρθρου 12α του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, να απαγορεύσει σε μια οντότητα να διανέμει, μεγαλύτερο ποσό από το μέγιστο διανεμητέο ποσό που σχετίζεται με την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (“M-MDA”), που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου μέσω οποιασδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

προβαίνει σε διανομή σε σχέση με κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1·

β)

δημιουργεί υποχρέωση καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής ή προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών, ή καταβάλλει κυμαινόμενη αμοιβή αν η υποχρέωση καταβολής δημιουργήθηκε σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η οντότητα δεν ικανοποιούσε τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας· ή

γ)

προβαίνει σε πληρωμές σε πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1.

Όταν μια οντότητα βρίσκεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ενημερώνει αμέσως σχετικά την εθνική αρχή εξυγίανσης και το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

2.   Στην περίπτωση της παραγράφου 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης της οντότητας, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης - κατά περίπτωση - της ΕΚΤ, εκτιμά, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αν θα ασκήσει την εξουσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την αιτία, την διάρκεια και την έκταση της μη εκπλήρωσης και τον αντίκτυπό της στη δυνατότητα εξυγίανσης·

β)

την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης της οντότητας και την πιθανότητα, στο εγγύς μέλλον, να πληροί την προϋπόθεση που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

γ)

την προοπτική ότι η οντότητα θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε εύλογο χρονικό διάστημα·

δ)

όταν η οντότητα αδυνατεί να αντικαταστήσει υποχρεώσεις που δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια επιλεξιμότητας ή ληκτότητας που προβλέπονται στα άρθρα 72β και 72γ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, του άρθρου 12γ ή του άρθρου 12ζ παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, εάν η αδυναμία είναι ιδιοσυγκρασιακής φύσεως ή οφείλεται σε διατάραξη στο σύνολο της αγοράς,

ε)

αν η άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι το πλέον κατάλληλο και αναλογικό μέσο για την αντιμετώπιση της κατάστασης της οντότητας λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις της τόσο στους όρους χρηματοδότησης όσο και στη δυνατότητα εξυγίανσης της οικείας οντότητας.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει σε επανεκτίμηση για το εάν θα ασκήσει την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 εξουσία τουλάχιστον κάθε μήνα κατά τη διάρκεια της μη εκπλήρωσης, εφόσον η οντότητα εξακολουθεί να βρίσκεται στην κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά ότι η οντότητα εξακολουθεί να βρίσκεται στην αναφερόμενη στην παράγραφο 1 κατάσταση εννέα μήνες μετά την κοινοποίησή της από την οντότητα, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης - κατά περίπτωση - της ΕΚΤ ασκεί την εξουσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εκτός εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά, κατόπιν ελέγχου, ότι πληρούνται τουλάχιστον δύο από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η μη εκπλήρωση οφείλεται σε σοβαρή διαταραχή στην λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, η οποία οδηγεί σε εκτεταμένες πιέσεις που ασκούνται στη χρηματοπιστωτική αγορά σε διάφορα τμήματά της·

β)

η διαταραχή του στοιχείου α) δεν επιφέρει μόνο την αυξημένη μεταβλητότητα των τιμών των μέσων ιδίων κεφαλαίων και των μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων της οντότητας ή αυξημένο κόστος για την οικονομική οντότητα, αλλά οδηγεί επίσης σε πλήρες ή μερικό κλείσιμο των αγορών που εμποδίζει την οντότητα να εκδώσει μέσα ιδίων κεφαλαίων και μέσα επιλέξιμων υποχρεώσεων στις εν λόγω αγορές·

γ)

το κλείσιμο της αγοράς που αναφέρεται στο στοιχείο β) δεν παρατηρείται μόνο για την οικεία οντότητα αλλά και για διάφορες άλλες οντότητες·

δ)

η διαταραχή του στοιχείου α) εμποδίζει την οικεία οντότητα από την έκδοση μέσων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων επαρκή για τη θεραπεία της μη εκπλήρωσης· ή

ε)

η άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οδηγεί σε αρνητικές δευτερογενείς συνέπειες για μέρος του τραπεζικού τομέα, οι οποίες ενδέχεται να υπονομεύσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Όταν εφαρμόζεται η εξαίρεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης - κατά περίπτωση - της ΕΚΤ για την απόφασή του και επεξηγεί γραπτώς την εκτίμησή του.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει σε επανεκτίμηση των όρων του πρώτου εδαφίου κάθε μήνα, προκειμένου να εκτιμά αν εφαρμόζεται η εξαίρεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

4.   Το “M-MDA” υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 με τον συντελεστή που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 6. Το “M-MDA” μειώνεται κατά κάθε ποσό που προκύπτει από οποιαδήποτε από τις ενέργειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παραγράφου 1.

5.   Το ποσό που πρέπει να πολλαπλασιασθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 αποτελείται από:

α)

οποιαδήποτε ενδιάμεσα κέρδη που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μετά την αφαίρεση τυχόν διανομής των κερδών ή οποιασδήποτε πληρωμής που προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

συν

β)

οποιαδήποτε κέρδη τέλους χρήσεως που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μετά την αφαίρεση τυχόν διανομής των κερδών ή οποιασδήποτε πληρωμής που προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

μείον

γ)

τα ποσά που θα ήταν πληρωτέα ως φόρος εάν διατηρούνταν τα στοιχεία των στοιχείων α) και β) της παρούσας παραγράφου.

6.   Ο συντελεστής που αναφέρεται στην παράγραφο 4 καθορίζεται ως εξής:

α)

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του πρώτου (δηλαδή του χαμηλότερου) τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0·

β)

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του δεύτερου τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,2·

γ)

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του τρίτου τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,4·

δ)

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του τετάρτου (δηλαδή του υψηλότερου) τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,6·

Το κατώτατο και το ανώτατο όριο του κάθε τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας υπολογίζονται ως εξής:

 

Formula

 

Formula

όπου “Qn” = ο τακτικός αριθμός του σχετικού τεταρτημορίου.».

6)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, προσδιορίζει τις απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, όπως αναφέρεται στα άρθρα 12α έως 12θ, με την επιφύλαξη των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, που οφείλουν να τηρούν πάντοτε οι οντότητες και οι όμιλοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και οι οντότητες και οι όμιλοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και στο άρθρο 7 παράγραφος 5, οσάκις πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής των παραγράφων αυτών.

2.   Οντότητες συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ανήκουν σε ομίλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κοινοποιούν τις πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 45θ παράγραφοι 1, 2 και 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ στην εθνική αρχή εξυγίανσης του συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένες.

Η εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.   Κατά την κατάρτιση σχεδίων εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 9, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, προσδιορίζουν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, όπως αναφέρεται στα άρθρα 12α έως 12θ, με την επιφύλαξη των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, την οποία οφείλουν να τηρούν πάντοτε οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 31.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εκ παραλλήλου με την κατάρτιση και τη διατήρηση σχεδίων εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 8.

5.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απευθύνει τη διαπίστωσή του στις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 29. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαιτεί από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να επαληθεύουν και να διασφαλίζουν ότι οι οντότητες και οι όμιλοι τηρούν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

6.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την EKT και την EBA για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που έχει προσδιορίσει για κάθε οντότητα και όμιλο δυνάμει της παραγράφου 1.

7.   Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική και συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και απευθύνει οδηγίες στις εθνικές αρχές εξυγίανσης όσον αφορά συγκεκριμένες οντότητες ή ομίλους.

Άρθρο 12α

Εφαρμογή και υπολογισμός ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης διασφαλίζουν ότι οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3, πληρούν ανά πάσα στιγμή τις απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, όποτε απαιτείται από το παρόν άρθρο, και τα άρθρα 12β έως 12θ και σύμφωνα με αυτά.

2.   Η παρούσα απαίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12δ παράγραφος 3, 4 ή 6, κατά περίπτωση, ως το ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων και εκφράζεται ως ποσοστό:

α)

του συνολικού ποσού της έκθεσης σε κίνδυνο της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

β)

του μέτρου συνολικού ανοίγματος της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 429 και 429α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 12β

Απαλλαγή από την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 12α, το Συμβούλιο Εξυγίανσης πρέπει να απαλλάσσει από την υποχρέωση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, τα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης που χρηματοδοτούνται από τα καλυμμένα ομόλογα τα οποία, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, δεν επιτρέπεται να δέχονται καταθέσεις εάν ικανοποιείται το σύνολο των ακόλουθων προϋποθέσεων:

α)

τα ιδρύματα αυτά εξυγιαίνονται μέσω εθνικών διαδικασιών αφερεγγυότητας ή μέσω άλλων διαδικασιών που εφαρμόζονται σύμφωνα με τα άρθρα 38, 40 ή 42 της οδηγίας 2014/59/EE, προβλεπόμενων για τα εν λόγω ιδρύματα· και

β)

οι διαδικασίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) εξασφαλίζουν ότι οι πιστωτές των εν λόγω ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση όσων κατέχουν καλυμμένα ομόλογα, υφίστανται ζημίες κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης.

2.   Τα ιδρύματα που απαλλάσσονται από την απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 δεν αποτελούν μέρος της ενοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ παράγραφος 1.

Άρθρο 12γ

Επιλέξιμες υποχρεώσεις για τις οντότητες εξυγίανσης

1.   Οι υποχρεώσεις περιλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων των οντοτήτων εξυγίανσης μόνον εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα ακόλουθα άρθρα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013:

α)

Άρθρο 72α·

β)

Άρθρο 72β, με εξαίρεση το στοιχείο δ) της παραγράφου 2· και

γ)

Άρθρο 72γ.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, όποτε ο παρών κανονισμός αναφέρεται στις απαιτήσεις του άρθρου 92α ή του άρθρου 92β του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ως επιλέξιμες υποχρεώσεις για τον σκοπό των εν λόγω άρθρων θα νοούνται οι επιλέξιμες υποχρεώσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 72ια του εν λόγω κανονισμού και προσδιορίζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο 5α του τίτλου Ι του δεύτερου μέρους του εν λόγω κανονισμού.

2.   Οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από χρεωστικούς τίτλους με ενσωματωμένα παράγωγα, όπως δομημένα αξιόγραφα, που πληρούν τις προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, με εξαίρεση το άρθρο 72α παράγραφος 2 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, περιλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνον εφόσον πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το βασικό ποσό της υποχρέωσης που προκύπτει από τον χρεωστικό τίτλο είναι γνωστό κατά τον χρόνο έκδοσης, είναι σταθερό ή αυξανόμενο και δεν επηρεάζεται από ένα ενσωματωμένο παράγωγο στοιχείο και το συνολικό ποσό της υποχρέωσης που προκύπτει από τον χρεωστικό τίτλο συμπεριλαμβανομένου του ενσωματωμένου παραγώγου μπορεί να αποτιμάται σε καθημερινή βάση με αναφορά σε μια ενεργή, ρευστή αγορά διπλής κατεύθυνσης για ισοδύναμο μέσο χωρίς πιστωτικό κίνδυνο, σύμφωνα με τα άρθρα 104 και 105 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· ή

β)

ο χρεωστικός τίτλος περιλαμβάνει συμβατική ρήτρα που ορίζει ότι η αξία της απαίτησης σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εκδότη και εξυγίανσης του εκδότη είναι σταθερή ή αυξανόμενη, και δεν υπερβαίνει το αρχικά καταβληθέν ποσό της υποχρέωσης.

Τα χρεωστικά μέσα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, συμπεριλαμβανομένων των ενσωματωμένων παραγώγων τους, δεν υπόκεινται σε οιαδήποτε συμφωνία συμψηφισμού και η αποτίμησή των εν λόγω μέσων δεν υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 49 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνο για το τμήμα των υποχρεώσεων που αντιστοιχεί στο βασικό ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο α) του εν λόγω εδαφίου ή στο σταθερό ή αυξανόμενο ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου.

3.   Όταν οι υποχρεώσεις εκδίδονται από θυγατρική εγκατεστημένη στην Ένωση προς υφιστάμενο μέτοχο που δεν αποτελεί μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και η εν λόγω θυγατρική ανήκει στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης με την οντότητα εξυγίανσης, οι υποχρεώσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων της εν λόγω οντότητας εξυγίανσης υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο α)··

β)

η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής έναντι των εν λόγω υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης··

γ)

οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν υπερβαίνουν ποσό το οποίο ισούται με το ποσό που αναφέρεται στο σημείο ii) μείον το ποσό που αναφέρεται στο σημείο i):

i)

του αθροίσματος των υποχρεώσεων που εκδίδονται στην οντότητα εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτήν, είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και του ποσού των ιδίων κεφαλαίων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο β)·

ii)

το ποσό που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 12ζ παράγραφος 1.

4.   Με την επιφύλαξη της ελάχιστης απαίτησης του άρθρου 12δ παράγραφος 4 ή του άρθρου 12ε παράγραφος 1 στοιχείο α), το Συμβούλιο Εξυγίανσης, με δική του πρωτοβουλία κατόπιν διαβούλευσης με την εθνική αρχή εξυγίανσης ή έπειτα από πρόταση από εθνική αρχή εξυγίανσης, μεριμνά ώστε τμήμα της απαίτησης του άρθρου 12στ ίσο με το 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, καλύπτεται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή οντότητες εξυγίανσης υποκείμενες στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να επιτρέψει την κάλυψη επιπέδου χαμηλότερου από το 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, αλλά υψηλότερου από το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του τύπου (1-(X1/X2)) x 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, να πληρούνται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή οντότητες εξυγίανσης υποκείμενες στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5, με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 72β παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπου, υπό το φως της μείωσης, αυτό είναι δυνατό δυνάμει του άρθρου 72β παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού:

 

X1 = 3,5 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

 

X2 = το άθροισμα 18 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και του ποσού της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας.

Όταν, για τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφος 4, η εφαρμογή του πρώτου εδαφίου οδηγεί σε απαίτηση άνω του 27 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης περιορίζει, για την συγκεκριμένη οντότητα εξυγίανσης, το μέρος της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ, η οποία καλύπτεται από ίδια κεφάλαια, χρησιμοποιώντας επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σε ποσό ίσο προς το 27 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο, εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει εκτιμήσει ότι:

α)

η πρόσβαση στο Ταμείο δεν λαμβάνεται υπόψη στο σχέδιο εξυγίανσης ως επιλογή για την εξυγίανση της εν λόγω οντότητας, και

β)

όταν δεν εφαρμόζεται το στοιχείο α), η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ επιτρέπει στην εν λόγω οντότητα εξυγίανσης να πληροί την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 7.

Κατά τον έλεγχο που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει επίσης υπόψη τον κίνδυνο δυσανάλογης επίπτωσης στο επιχειρηματικό μοντέλο της συγκεκριμένης οντότητας εξυγίανσης.

Για τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφος 5, το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζεται.

5.   Για τις οντότητες εξυγίανσης που δεν είναι ούτε G-SII ούτε οντότητες εξυγίανσης υποκείμενες στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, με δική του πρωτοβουλία κατόπιν διαβούλευσης με την εθνική αρχή εξυγίανσης ή έπειτα από πρόταση από εθνική αρχή εξυγίανσης, μπορεί να αποφασίζει ότι τμήμα της απαίτησης του άρθρου 12στ έως το 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, της οντότητας και έως το ποσό που προκύπτει από τον τύπο της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου, εφόσον είναι μεγαλύτερο, καλύπτεται με ίδια κεφάλαια και επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου έχουν την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα στην εθνική διαδικασία αφερεγγυότητας με ορισμένες υποχρεώσεις οι οποίες εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 3 ή 5·

β)

υπάρχει ο κίνδυνος ότι, κατόπιν προγραμματισμένης εφαρμογής εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σε υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης που δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 3 ή 5, οι πιστωτές των απαιτήσεων που προκύπτουν από αυτές τις υποχρεώσεις υφίστανται μεγαλύτερες ζημίες από ό,τι θα υφίσταντο σε περίπτωση εκκαθάρισης υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

γ)

το ποσό των ιδίων κεφαλαίων και άλλων υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης δεν υπερβαίνει το ποσό που απαιτείται για να εξασφαλιστεί ότι οι πιστωτές που αναφέρονται στο στοιχείο β) δεν υφίστανται ζημίες πάνω από το επίπεδο των ζημιών τις οποίες θα είχαν διαφορετικά υποστεί σε περίπτωση εκκαθάρισης υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι, εντός μιας κατηγορίας υποχρεώσεων η οποία περιλαμβάνει επιλέξιμες υποχρεώσεις, το ποσό των υποχρεώσεων που εξαιρούνται ή που είναι ευλόγως πιθανό ότι θα εξαιρεθούν από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 ή 5 ανέρχεται σε άνω του 10 % της εν λόγω κατηγορίας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά τον κίνδυνο που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

6.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 4, 5 και 7, οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από παράγωγα περιλαμβάνονται στις συνολικές υποχρεώσεις, εφόσον αναγνωρίζονται πλήρως τα δικαιώματα συμψηφισμού του αντισυμβαλλομένου.

Τα ίδια κεφάλαια οντότητας εξυγίανσης που χρησιμοποιούνται για τη συμμόρφωση με την συνδυασμένη απαίτηση ασφαλείας αποθέματος είναι επιλέξιμα για τη συμμόρφωση με την απαίτηση των παραγράφων 4, 5 και 7.

7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει ότι η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ του παρόντος κανονισμού ικανοποιείται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, στον βαθμό που λόγω της υποχρέωσης της οντότητας εξυγίανσης να συμμορφώνεται με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 και στο άρθρο 12στ του παρόντος κανονισμού, το άθροισμα των εν λόγω ιδίων κεφαλαίων, μέσων και υποχρεώσεων δεν υπερβαίνει το μεγαλύτερο από τα ακόλουθα:

α)

8 % του συνόλου των υποχρεώσεων της οντότητας, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, ή

β)

το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του τύπου A × 2 + B × 2 + C, όπου A, B και C είναι τα ακόλουθα ποσά:

A= το ποσό που προκύπτει από την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

B= το ποσό που προκύπτει από την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ,

C= το ποσό που προκύπτει από την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας.

8.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ασκεί την εξουσία της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου όσον αφορά τις οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 και πληρούν μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου έως το 30 % του συνόλου των οντοτήτων εξυγίανσης που είναι G-SII ή που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 και για τις οποίες το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ.

Οι προϋποθέσεις θεωρούνται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ως εξής:

α)

έχουν διαπιστωθεί ουσιαστικά εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης κατά την προηγούμενη εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης, και:

i)

δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα μετά την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 11 εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ή

ii)

το διαπιστωθέν ουσιαστικό εμπόδιο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με κανένα από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 11 και η άσκηση της εξουσίας της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου θα αντιστάθμιζε εν μέρει ή πλήρως τον αρνητικό αντίκτυπο του ουσιαστικού εμποδίου στη δυνατότητα εξυγίανσης,

β)

το Συμβούλιο Εξυγίανσης θεωρεί ότι είναι περιορισμένες η εφικτότητα και η αξιοπιστία της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους της οντότητας, της αλληλεπίδρασης, της φύσης, του εύρους, του κινδύνου και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της, του νομικού της καθεστώτος και της μετοχικής δομής, ή

γ)

η απαίτηση του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η οντότητα εξυγίανσης που είναι G-SII ή που υπόκειται στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά την επικινδυνότητα, συγκαταλέγεται μεταξύ του ανώτερου 20 % των ιδρυμάτων για τα οποία το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει την απαίτηση του άρθρου 12α παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

Για τους σκοπούς των ποσοστών που αναφέρονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης στρογγυλοποιεί στον πλησιέστερο ακέραιο τον αριθμό που προκύπτει από τον υπολογισμό.

9.   Μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 ή 7.

Κατά τη λήψη των αποφάσεων αυτών, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει επίσης υπόψη:

α)

το βάθος της αγοράς για τα μέσα ιδίων κεφαλαίων της οντότητας εξυγίανσης και τα επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης την τιμολόγηση των εν λόγω μέσων, όπου υπάρχουν, και τον χρόνο που απαιτείται για την εκτέλεση κάθε πράξης που είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με την απόφαση·

β)

το ποσό των μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του άρθρου 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 με εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του ενός έτους από την ημερομηνία της απόφασης με σκοπό την ποσοτική προσαρμογή των απαιτήσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 7 του παρόντος άρθρου·

γ)

τη διαθεσιμότητα και το ποσό των μέσων που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός από το στοιχείο δ) του άρθρου 72β παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού·

δ)

αν είναι σημαντικό σε σύγκριση με τις επιλέξιμες υποχρεώσεις και τα ίδια κεφάλαια της οντότητας εξυγίανσης το ποσό των υποχρεώσεων που εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 3 ή 5 και που, σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, κατατάσσονται σε ίση ή χαμηλότερη θέση από τις επιλέξιμες υποχρεώσεις της οντότητας εξυγίανσης με την υψηλότερη κατάταξη. Εφόσον το ποσό των εξαιρούμενων υποχρεώσεων δεν υπερβαίνει το 5 % του ποσού των ιδίων κεφαλαίων και των επιλέξιμων υποχρεώσεων της οντότητας εξυγίανσης, το εξαιρούμενο ποσό θεωρείται μη σημαντικό. Πάνω από το όριο αυτό, η σημασία των εξαιρούμενων υποχρεώσεων εκτιμάται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης·

ε)

το επιχειρηματικό μοντέλο της οντότητας εξυγίανσης, το μοντέλο χρηματοδότησης και το προφίλ κινδύνου της οντότητας, καθώς και τη σταθερότητα και την ικανότητά της να συνεισφέρει στην οικονομία· και

στ)

τον αντίκτυπο του πιθανού κόστους αναδιάρθρωσης στην ανακεφαλαιοποίηση της οντότητας εξυγίανσης.

Άρθρο 12δ

Προσδιορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.   Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 καθορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, αφού ζητήσει τη γνώμη των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι ο όμιλος εξυγίανσης μπορεί να εξυγιανθεί μέσω της εφαρμογής των εργαλείων εξυγίανσης με την οντότητα εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στους στόχους εξυγίανσης·

β)

την ανάγκη να διασφαλιστεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι η οντότητα εξυγίανσης και οι θυγατρικές της που είναι ιδρύματα ή οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3, αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης, έχουν επαρκή ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίζουν ότι, εάν το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα ή οι εξουσίες απομείωσης και μετατροπής εφαρμόζονταν σε αυτές, αντίστοιχα, οι ζημίες θα μπορούσαν να απορροφηθούν και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου και, κατά περίπτωση, ο δείκτης μόχλευσης των σχετικών οντοτήτων είναι δυνατόν να αποκατασταθούν στα αναγκαία επίπεδα προκειμένου να είναι σε θέση να πληρούν αδιαλείπτως τις προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας λειτουργίας και να ασκούν τις δραστηριότητες για τις οποίες έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

γ)

την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι, εάν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει δυνατότητα εξαίρεσης ορισμένων κατηγοριών επιλέξιμων υποχρεώσεων από τη διάσωση με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, ή τη δυνατότητα πλήρους μεταβίβασης σε αποδέκτη στο πλαίσιο μερικής μεταβίβασης, η οντότητα εξυγίανσης διαθέτει επαρκή ίδια κεφάλαια και άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ζημίες μπορούν να απορροφηθούν και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου και, κατά περίπτωση, ο δείκτης μόχλευσης της οντότητας εξυγίανσης, μπορούν να αποκατασταθούν στα αναγκαία επίπεδα προκειμένου το ίδρυμα να είναι σε θέση να πληροί αδιαλείπτως τις προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας λειτουργίας και να ασκεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

δ)

το μέγεθος, το επιχειρηματικό μοντέλο, το μοντέλο χρηματοδότησης και το προφίλ κινδύνου της οντότητας·

στ)

τον βαθμό στον οποίο η πτώχευση της οντότητας θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, μεταξύ άλλων μέσω της μετάδοσης σε άλλα ιδρύματα ή οντότητες, λόγω της διασύνδεσης της οντότητας με άλλα ιδρύματα ή οντότητες ή με το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

2.   Όταν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι θα ληφθούν δράσεις εξυγίανσης ή θα ασκηθούν βάσει του άρθρου 21 εξουσίες απομείωσης και μετατροπής των οικείων μέσων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το σχετικό σενάριο που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 6, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 πρέπει να ισούται με ποσό τέτοιο ώστε να εξασφαλίζεται ότι:

α)

οι ζημίες που αναμένεται να υποστεί η οντότητα απορροφώνται πλήρως (“απορρόφηση ζημιών”)·

β)

η οντότητα εξυγίανσης και οι θυγατρικές της που είναι ιδρύματα ή οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 ή 3, αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης, ανακεφαλαιοποιούνται στο αναγκαίο επίπεδο ώστε να είναι σε θέση να εξακολουθήσουν να πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας και να διεκπεραιώνουν τις δραστηριότητες για τις οποίες έχουν λάβει άδεια, δυνάμει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή ισοδύναμης νομοθετικής πράξης για εύλογο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος (“ανακεφαλαιοποίηση”).

Όταν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι η οντότητα εκκαθαρίζεται σύμφωνα με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί κατά πόσον δικαιολογείται να περιοριστεί η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για την εν λόγω οντότητα ώστε να μην υπερβαίνει το ύψος που επαρκεί για την απορρόφηση των ζημιών σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου.

Η αξιολόγηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης περιλαμβάνει, ειδικότερα, αξιολόγηση του ορίου που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο από την άποψη τυχόν αντικτύπου στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στον κίνδυνο μετάδοσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

3.   Για τις οντότητες εξυγίανσης, το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο έχει ως εξής:

α)

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i)

του ποσού των ζημιών που θα απορροφηθούν κατά την εξυγίανση, το οποίο αντιστοιχεί στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σχετικά με την οντότητα εξυγίανσης σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης· και

ii)

ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στον όμιλο εξυγίανσης που προκύπτει από την εξυγίανση και να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή του με την απαίτηση ως προς τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την απαίτησή του που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σε επίπεδο ενοποιημένου ομίλου εξυγίανσης, μετά την υλοποίηση της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης· και

β)

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i)

του ποσού των ζημιών που θα απορροφηθούν κατά την εξυγίανση, το οποίο αντιστοιχεί στην απαίτηση του δείκτη μόχλευσης της οντότητας εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης· και

ii)

ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στον όμιλο εξυγίανσης που προκύπτει από την εξυγίανση να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή του με την απαίτηση ως προς τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης, μετά την υλοποίηση της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου διά του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου διά του μέτρου συνολικού ανοίγματος.

Κατά τον καθορισμό της συγκεκριμένης απαίτησης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη του τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 7.

Κατά τον καθορισμό του ύψους της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α)

χρησιμοποιεί τις πλέον πρόσφατες τιμές που έχουν αναφερθεί για το σχετικό συνολικό ποσό έκθεσης σε κίνδυνο ή ποσό συνολικού ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης όπως προσαρμόζονται για τυχόν αλλαγές που προκύπτουν από δράσεις εξυγίανσης προβλεπόμενες στο σχέδιο εξυγίανσης· και

β)

κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, προσαρμόζει προς τα κάτω ή προς τα πάνω το ποσό που αντιστοιχεί στην ισχύουσα απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ προκειμένου να καθορίσει την απαίτηση που εφαρμόζεται στην οντότητα εξυγίανσης μετά την εφαρμογή της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι σε θέση να αυξήσει την απαίτηση που προβλέπεται στο στοιχείο α) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου με κατάλληλο ποσό, ώστε να εξασφαλίσει ότι, μετά την εξυγίανση, η οντότητα διατηρεί επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Όταν εφαρμόζεται το έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το ποσό που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο ορίζεται στο ύψος της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που εφαρμόζεται μετά την χρήση των εργαλείων εξυγίανσης, μείον του ποσού που αναφέρεται στο στοιχείο α) του σημείου 6) του άρθρου 128 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Το ποσό που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προσαρμόζεται προς τα κάτω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι θα ήταν εφικτό και αξιόπιστο να οριστεί χαμηλότερο ποσό που θα επαρκούσε για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, όσο και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, μετά την εφαρμογή της στρατηγικής εξυγίανσης. Το ποσό αυτό προσαρμόζεται προς τα πάνω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι απαιτείται υψηλότερο ποσό για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 και η πρόσβαση τους σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, για κατάλληλο διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

4.   Για τις οντότητες εξυγίανσης που δεν υπόκεινται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και ανήκουν σε όμιλο εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού άνω των 100 δισεκατομμυρίων EUR, το επίπεδο της απαίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου ισούται τουλάχιστον με:

α)

13,5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο α), και

β)

5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο β).

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12γ, οι οντότητες εξυγίανσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου φθάνουν το επίπεδο της απαίτησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το οποίο ισούται με 13,5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο α) και με 5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο β), με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στο άρθρο 12γ παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

5.   Κατόπιν αιτήματος της εθνικής αρχής εξυγίανσης μιας οντότητας εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί επίσης να εφαρμόζει τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου σε οντότητα εξυγίανσης που δεν υπόκειται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και η οποία ανήκει σε όμιλο εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού κάτω των 100 δισεκατομμυρίων EUR και, κατά την κρίση της εθνικής αρχής εξυγίανσης, είναι ευλόγως πιθανόν να δημιουργήσει συστημικό κίνδυνο σε περίπτωση πτώχευσής της.

Κατά τη λήψη απόφασης υποβολής αιτήματος όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, η εθνική αρχή εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη:

α)

την επικράτηση των καταθέσεων και την απουσία χρεωστικών τίτλων στο μοντέλο χρηματοδότησης·

β)

το όριο πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις·

γ)

τη χρήση από την οντότητα εξυγίανσης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για την εκπλήρωση της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ.

Η απουσία αιτήματος από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν επηρεάζει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης βάσει του άρθρου 12γ παράγραφος 5.

6.   Για τις οντότητες που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης αυτές καθαυτές, το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο έχει ως εξής:

α)

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i)

του ποσού των ζημιών που θα απορροφηθούν, το οποίο αντιστοιχεί στις απαιτήσεις της οντότητας που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ· και

ii)

ενός ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στην οντότητα να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή της με την απαίτηση ως προς τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 καθώς και με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης· και

β)

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i)

του ποσού των ζημιών προς απορρόφηση, το οποίο αντιστοιχεί στην απαίτηση του δείκτη μόχλευσης της οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

ii)

ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στην οντότητα να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή της με την απαίτηση ως προς τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου διά του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου διά του μέτρου συνολικού ανοίγματος.

Κατά τον καθορισμό της συγκεκριμένης απαίτησης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 7.

Κατά τον καθορισμό του ύψους της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια, το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α)

χρησιμοποιεί τις πλέον πρόσφατες τιμές που έχουν αναφερθεί για το σχετικό συνολικό ποσό έκθεσης σε κίνδυνο ή ποσό συνολικού ανοίγματος όπως προσαρμόζονται για τυχόν αλλαγές που προκύπτουν από δράσεις προβλεπόμενες στο σχέδιο εξυγίανσης·

β)

κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, προσαρμόζει προς τα κάτω ή προς τα πάνω το ποσό που αντιστοιχεί στην ισχύουσα απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ προκειμένου να καθορίσει την απαίτηση που εφαρμόζεται στη σχετική οντότητα μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι σε θέση να αυξήσει την απαίτηση που προβλέπεται στο στοιχείο α) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου με κατάλληλο ποσό, ώστε να εξασφαλίσει ότι, μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21, η οντότητα διατηρεί επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Εφόσον εφαρμόζεται το έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το ποσό που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο ορίζεται στο ύψος της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που εφαρμόζεται μετά την άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης, μείον το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο α) του σημείου 6) του άρθρου 128 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Το ποσό που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προσαρμόζεται προς τα κάτω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι θα ήταν εφικτό και αξιόπιστο να οριστεί χαμηλότερο ποσό που θα επαρκούσε για να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή την οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 όσο και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, μετά την άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 21 ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης. Το ποσό αυτό προσαρμόζεται προς τα πάνω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι απαιτείται υψηλότερο ποσό για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή την οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 όσο και η πρόσβαση τους σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, για κατάλληλο διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

7.   Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης αναμένει ότι ορισμένες κατηγορίες επιλέξιμων υποχρεώσεων είναι ευλόγως πιθανό να εξαιρεθούν εν όλω ή εν μέρει από τη διάσωση με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 5, ή μπορεί να μεταβιβαστούν πλήρως σε αποδέκτη στο πλαίσιο μερικής μεταβίβασης, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 πρέπει να ικανοποιείται με ίδια κεφάλαια ή άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις που επαρκούν για να:

α)

καλυφθεί το ποσό των εξαιρούμενων υποχρεώσεων που αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 5·

β)

διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

8.   Η απόφαση […]του Συμβουλίου Εξυγίανσης να επιβάλλει ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει τους λόγους αυτής της απόφασης, καθώς και την πλήρη αξιολόγηση των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 7 του παρόντος άρθρου, και επανεξετάζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση προκειμένου να αποτυπώνονται τυχόν αλλαγές στο επίπεδο της απαίτησης του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

9.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 3 και 6 του παρόντος άρθρου, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις ερμηνεύονται σύμφωνα με την εφαρμογή, από την αρμόδια αρχή, των μεταβατικών διατάξεων που προβλέπονται στο δέκατο μέρος τίτλος I κεφάλαια 1, 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, στο πλαίσιο άσκησης των δικαιωμάτων που παραχωρούνται στις αρμόδιες αρχές από τον εν λόγω κανονισμό.

Άρθρο 12ε

Προσδιορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις για οντότητες εξυγίανσης που ανήκουν σε G-SII και σημαντικές ενωσιακές θυγατρικές που ανήκουν σε G-SII εκτός ΕΕ

1.   Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 μιας οντότητας εξυγίανσης που είναι G-SII ή αποτελεί μέρος ενός G-SII πρέπει να αποτελείται από τα ακόλουθα:

α)

τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 92α και 494 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

β)

οποιαδήποτε πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων καθορίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης για τη συγκεκριμένη οντότητα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για σημαντικές ενωσιακές θυγατρικές που ανήκουν σε G-SII εκτός ΕΕ πρέπει να αποτελείται από τα ακόλουθα:

α)

τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 92β και 494 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

β)

οποιαδήποτε πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που έχει καθορίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης ειδικά για τη σημαντική θυγατρική σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, η οποία πρέπει να καλύπτεται με ίδια κεφάλαια και υποχρεώσεις που πληρούν τους όρους του άρθρου 12ζ και του άρθρου 92β παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης επιβάλλει πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 και στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 μόνον:

α)

όταν η απαίτηση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 ή στο στοιχείο α) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου δεν επαρκεί ώστε να εκπληρούνται οι όροι που θεσπίζονται στο άρθρο 12δ· και

β)

σε βαθμό που διασφαλίζει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 12δ.

4.   Η απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης να επιβάλει πρόσθετη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει τους λόγους αυτής της απόφασης, καθώς και την πλήρη αξιολόγηση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, και επανεξετάζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση προκειμένου να αποτυπώνονται τυχόν αλλαγές στο επίπεδο της απαίτησης του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ που εφαρμόζεται στον όμιλο εξυγίανσης ή στις σημαντικές ενωσιακές θυγατρικές που ανήκουν σε G-SII εκτός ΕΕ.

Άρθρο 12στ

Εφαρμογή των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις σε οντότητες εξυγίανσης

1.   Οι οντότητες εξυγίανσης πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 12γ έως 12ε σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης.

2.   Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για οντότητα εξυγίανσης εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος στο ενοποιημένο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης, πρέπει να καθορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατόπιν διαβούλευσης με την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, εφόσον η εν λόγω αρχή είναι διαφορετική από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, και με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, με βάση τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 12γ έως 12ε και το αν οι θυγατρικές του ομίλου που βρίσκονται σε τρίτες χώρες πρέπει να αντιμετωπίζονται χωριστά, σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης.

3.   Για τους ομίλους εξυγίανσης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 24β) στοιχείο β), το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού αλληλεγγύης και της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης, ποιες οντότητες του ομίλου εξυγίανσης απαιτείται να συμμορφώνονται με το άρθρο 12δ παράγραφοι 3 και 4 και το άρθρο 12ε παράγραφος 1, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο όμιλος εξυγίανσης συμμορφώνεται, στο σύνολό του, με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και με ποιον τρόπο πρέπει οι οντότητες αυτές να συμμορφώνονται βάσει του σχεδίου εξυγίανσης.

Άρθρο 12ζ

Εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις σε οντότητες οι οποίες δεν αποτελούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης

1.   Τα ιδρύματα που είναι θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης ή οντότητας τρίτης χώρας και δεν είναι τα ίδια οντότητες εξυγίανσης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 12δ σε μεμονωμένη βάση.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, να αποφασίσει να εφαρμόσει την απαίτηση που ορίζεται στο παρόν άρθρο σε οντότητα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του άρθρου 2 η οποία είναι θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης και δεν αποτελεί η ίδια οντότητα εξυγίανσης.

Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, οι μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης και είναι θυγατρικές οντοτήτων τρίτων χωρών συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 12δ και 12ε σε ενοποιημένη βάση.

Για τους ομίλους εξυγίανσης που καθορίζονται σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 3 παράγραφος 1 σημείο 24β), τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό αλλά δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, ο κεντρικός οργανισμός που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης, και τυχόν οντότητες εξυγίανσης που δεν υπόκεινται σε απαιτήσεις του άρθρου 12στ παράγραφος 3 συμμορφώνονται με το άρθρο 12δ παράγραφος 6 σε μεμονωμένη βάση.

Η απαίτηση σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 1 μιας οντότητας που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο προσδιορίζεται βάσει των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 12δ.

2.   Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος άρθρου πρέπει να καλύπτεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α)

υποχρεώσεις που:

i)

εκδίδονται στην οντότητα εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτήν είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης που αγόρασαν τις υποχρεώσεις από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο ή εκδίδονται σε υφιστάμενο μέτοχο που δεν αποτελεί μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτόν, υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης·

ii)

πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με εξαίρεση τα στοιχεία β), γ), ια), ιβ) και ιγ) του άρθρου 72β παράγραφος 2 και τις παραγράφους 3 έως 5 του άρθρου 72β του εν λόγω κανονισμού·

iii)

στην κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας κατατάσσονται κάτω από τις υποχρεώσεις που δεν πληρούν την προϋπόθεση του σημείου i) και δεν είναι επιλέξιμες για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων ·

iv)

υπόκεινται στις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21, οι οποίες συνάδουν με τη στρατηγική εξυγίανσης του ομίλου εξυγίανσης, ιδίως χωρίς να επηρεάζουν τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης·

v)

η απόκτηση κυριότητας αυτών δεν χρηματοδοτείται άμεσα ή έμμεσα από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο·

vi)

οι διατάξεις που τις διέπουν δεν υποδεικνύουν ρητά ή σιωπηρά ότι οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν να αγοραστούν, εξοφληθούν, επαναγοραστούν ή αποπληρωθούν πρόωρα, αναλόγως, από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο πλην της περίπτωσης αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης της οντότητας, ενώ η οντότητα δεν προβλέπει άλλως τέτοια υπόδειξη·

vii)

οι διατάξεις που τις διέπουν δεν παρέχουν στον κάτοχο το δικαίωμα να επιταχύνει τις προγραμματισμένες στο μέλλον πληρωμές τόκων ή κεφαλαίου, πλην της περίπτωσης αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης της οντότητας που υπόκειται στο παρόν άρθρο·

viii)

το επίπεδο των οφειλόμενων πληρωμών τόκων ή μερισμάτων, κατά περίπτωση, επί των υποχρεώσεων δεν τροποποιείται βάσει της πιστωτικής διαβάθμισης της οντότητας που υπόκειται στο παρόν άρθρο ή της μητρικής της επιχείρησης·

β)

ίδια κεφάλαια, ως εξής:

i)

κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1· και

ii)

άλλα ίδια κεφάλαια τα οποία:

εκδίδονται σε οντότητες που περιλαμβάνονται στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτές, ή

εκδίδονται σε οντότητες που δεν περιλαμβάνονται στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτές, υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να επιτρέπει την εκπλήρωση της απαίτησης εν όλω ή εν μέρει με εγγύηση παρεχόμενη από την οντότητα εξυγίανσης, η οποία πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τόσο η θυγατρική όσο και η οντότητα εξυγίανσης είναι εγκατεστημένες στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β)

η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ·

γ)

η εγγύηση παρέχεται για ποσό τουλάχιστον ισοδύναμο προς το ποσό της απαίτησης την οποία υποκαθιστά·

δ)

η εγγύηση ενεργοποιείται όταν η θυγατρική δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της ή άλλες υποχρεώσεις όταν καθίστανται απαιτητές ή όταν έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3 όσον αφορά τη θυγατρική, εφόσον προηγηθεί·

ε)

η εγγύηση είναι εξασφαλισμένη μέσω συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) για τουλάχιστον 50 % του ποσού της εγγύησης·

στ)

οι εξασφαλίσεις που καλύπτουν την εγγύηση πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 197 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι οποίες, ύστερα από επαρκώς συντηρητικές απομειώσεις, αρκούν για να καλύψουν το ποσό που εξασφαλίζεται όπως αναφέρεται στο στοιχείο ε)·

ζ)

οι εξασφαλίσεις που καλύπτουν την εγγύηση είναι μη βεβαρημένες, και ιδίως δεν χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση για οποιαδήποτε άλλη εγγύηση·

η)

η εξασφάλιση έχει πραγματική ληκτότητα που πληροί την ίδια προϋπόθεση ληκτότητας με αυτήν που αναφέρεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

θ)

δεν υπάρχουν νομικά, κανονιστικά ή λειτουργικά εμπόδια στη μεταβίβαση της εξασφάλισης από την οντότητα εξυγίανσης στη σχετική θυγατρική, ακόμη και όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης για την οντότητα εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου θ) του πρώτου εδαφίου, κατ' αίτηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η οντότητα εξυγίανσης παρέχει ανεξάρτητη έγγραφη και τεκμηριωμένη νομική γνωμοδότηση ή αποδεικνύει ικανοποιητικά με άλλο τρόπο ότι δεν υπάρχουν νομικά, κανονιστικά ή λειτουργικά εμπόδια στη μεταβίβαση της εξασφάλισης από την οντότητα εξυγίανσης στη σχετική θυγατρική.

Άρθρο 12η

Η απαλλαγή από την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που εφαρμόζεται σε οντότητες οι οποίες δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να παραιτηθεί από την εφαρμογή του άρθρου 12ζ για τη θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης που είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος όταν:

α)

η θυγατρική και η οντότητα εξυγίανσης είναι εγκατεστημένες στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β)

η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ·

γ)

δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιαστικό, πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων από την οντότητα εξυγίανσης στη θυγατρική για την οποία έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3, ιδίως όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης για την οντότητα εξυγίανσης.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να παραιτηθεί από την εφαρμογή του άρθρου 12ζ στη θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης που είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος όταν:

α)

η θυγατρική και η μητρική της επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β)

η μητρική επιχείρηση πληροί σε ενοποιημένη βάση, στο εν λόγω συμμετέχον κράτος μέλος, την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1·

γ)

δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιαστικό, πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων από τη μητρική επιχείρηση στη θυγατρική για την οποία έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3, ιδίως όταν η δράση εξυγίανσης αναλαμβάνεται για τη μητρική επιχείρηση.

Άρθρο 12θ

Απαλλαγή για κεντρικό οργανισμό και πιστωτικά ιδρύματα τα οποία συνδέονται κατά τρόπο μόνιμο με κεντρικό οργανισμό

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να παραιτηθεί εν μέρει ή πλήρως από την εφαρμογή του άρθρου 12ζ στον κεντρικό οργανισμό ή σε πιστωτικό ίδρυμα που συνδέεται μόνιμα με κεντρικό οργανισμό, όπου πληρούνται όλοι οι παρακάτω όροι:

α)

τα πιστωτικά ιδρύματα και ο κεντρικός οργανισμός υπόκεινται στην εποπτεία της ίδιας αρμόδιας αρχής, είναι εγκατεστημένα στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β)

οι υποχρεώσεις του κεντρικού οργανισμού και των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν αποτελούν αλληλέγγυες και εις ολόκληρον υποχρεώσεις ή οι υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν τον κεντρικό οργανισμό καλύπτονται πλήρως από εγγυήσεις του κεντρικού οργανισμού·

γ)

η ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, και τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα του κεντρικού οργανισμού και όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν παρακολουθούνται στο σύνολό τους βάσει ενοποιημένων λογαριασμών των εν λόγω ιδρυμάτων·

δ)

σε περίπτωση απαλλαγής για πιστωτικό ίδρυμα μόνιμα συνδεδεμένο με κεντρικό οργανισμό, η διοίκηση του κεντρικού οργανισμού εξουσιοδοτείται να εκδώσει οδηγίες προς τη διοίκηση των μόνιμα συνδεδεμένων ιδρυμάτων·

ε)

ο σχετικός όμιλος εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ παράγραφος 3· και

στ)

δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιώδες, πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων μεταξύ του κεντρικού οργανισμού και των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν σε περίπτωση εξυγίανσης.

Άρθρο 12ι

Παραβάσεις της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.   Σε περίπτωση παράβασης της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρεται στο άρθρο 12στ ή το άρθρο 12ζ, αυτή πρέπει να εξετάζεται με βάση τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:

α)

εξουσίες για την αντιμετώπιση ή εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 10·

β)

εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 10α·

γ)

μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

δ)

μέτρα έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 13·

ε)

διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα, σύμφωνα με τα άρθρα 110 και 111 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Επιπλέον, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή η ΕΚΤ δύνανται να προβούν σε αξιολόγηση του κατά πόσον το ίδρυμα τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει, σύμφωνα με το άρθρο 18.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών προβαίνουν σε μεταξύ τους διαβουλεύσεις όταν ασκούν τις αντίστοιχες εξουσίες τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 12ια

Μεταβατικές ρυθμίσεις και ρυθμίσεις μετά την εξυγίανση

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12α παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καθορίζουν κατάλληλη μεταβατική περίοδο εντός της οποίας μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 και 3πρέπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις στα άρθρα 12στ ή 12ζ, ή με απαίτηση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, ανάλογα με την περίπτωση. Οι οντότητες συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις στα άρθρα 12στ ή 12ζ, ή με τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7 από την 1η Ιανουαρίου 2024.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει ενδιάμεσα επίπεδα στόχων για τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ ή 12ζ, ή για απαιτήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, ανάλογα με την περίπτωση, τα οποία πρέπει να έχουν επιτύχει από την 1η Ιανουαρίου 2022 οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3. Ο ενδιάμεσος στόχος διασφαλίζει, κατά κανόνα, τη γραμμική αύξηση των επιλέξιμων υποχρεώσεων και ιδίων κεφαλαίων έως την επίτευξη της απαίτησης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ορίσει μεταβατική περίοδο που να λήγει μετά την 1η Ιανουαρίου 2024, όταν αυτό αιτιολογείται δεόντως και θεωρείται σκόπιμο με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 7 λαμβανομένων υπόψη των εξής:

α)

της εξέλιξης της οικονομικής κατάστασης της οντότητας·

β)

της προοπτικής ότι η οντότητα θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12στ ή 12ζ ή με απαίτηση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7· και

γ)

του κατά πόσον η οντότητα είναι σε θέση να αντικαταστήσει υποχρεώσεις που δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια επιλεξιμότητας ή ληκτότητας που προβλέπονται στα άρθρα 72β και 72γ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και στο άρθρο 12γ ή το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, και σε αντίθετη περίπτωση κατά πόσον η εν λόγω αδυναμία είναι ιδιοσυγκρασιακής φύσεως ή οφείλεται σε διατάραξη στο σύνολο της αγοράς.

2.   Η προθεσμία για τη συμμόρφωση των οντοτήτων εξυγίανσης με το ελάχιστο επίπεδο των απαιτήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 είναι η 1η Ιανουαρίου 2022.

3.   Το ελάχιστο επίπεδο της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 και 5 δεν ισχύει εντός της περιόδου των δύο ετών που έπονται της ημερομηνίας κατά την οποία:

α)

το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή η εθνική αρχή εξυγίανσης έχει εφαρμόσει το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα· ή

β)

η οντότητα εξυγίανσης έχει εφαρμόσει εναλλακτικό μέτρο του ιδιωτικού τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), μέσω του οποίου κεφαλαιακά μέσα και άλλες υποχρεώσεις έχουν απομειωθεί ή μετατραπεί σε κοινές μετοχές της κατηγορίας 1 ή έχει ασκηθεί εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21 σε σχέση με την εν λόγω οντότητα εξυγίανσης προκειμένου να ανακεφαλαιοποιηθεί η οντότητα εξυγίανσης χωρίς χρήση εργαλείων εξυγίανσης.

4.   Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12γ παράγραφοι 4 και 7 καθώς και στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 και 5, ανάλογα με την περίπτωση, δεν εφαρμόζονται κατά την περίοδο των τριών ετών που έπονται της ημερομηνίας κατά την οποία η οντότητα εξυγίανσης ή ο όμιλος του οποίου η οντότητα εξυγίανσης είναι μέλος ορίστηκε ως G-SII, ή η οντότητα εξυγίανσης περιέρχεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5.

5.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12α παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καθορίζουν κατάλληλη μεταβατική περίοδο συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 12στ ή 12ζ ή με απαίτηση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, ανάλογα με την περίπτωση, για οντότητα στην οποία έχουν εφαρμοστεί εργαλεία εξυγίανσης ή άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής που αναφέρεται στο άρθρο 21.

6.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 έως 5, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης κοινοποιούν στην οντότητα την προγραμματισμένη ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις για κάθε δωδεκάμηνη περίοδο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου προκειμένου να διευκολύνεται η βαθμιαία αύξηση της ικανότητας απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης της οντότητας. Στο τέλος της μεταβατικής περιόδου η ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις ισούται με το ποσό που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, το άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5, το άρθρο 12στ ή το άρθρο 12ζ ανάλογα με την περίπτωση.

7.   Κατά τον καθορισμό των μεταβατικών περιόδων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη του:

α)

την επικράτηση των καταθέσεων και την απουσία χρεωστικών τίτλων στο μοντέλο χρηματοδότησης·

β)

την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις·

γ)

τον βαθμό που η οντότητα εξυγίανσης χρησιμοποιεί κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για την εκπλήρωση της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ.

8.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν κωλύεται να αναθεωρήσει εν συνεχεία είτε τη μεταβατική περίοδο είτε οποιαδήποτε προγραμματισμένη ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που γνωστοποιείται δυνάμει της παραγράφου 6.

(*1)  Οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43).»."

7)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει δράση εξυγίανσης για μητρική επιχείρηση που αναφέρεται στο στοιχείο β) του άρθρου 2, όταν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Παρά το γεγονός ότι η μητρική επιχείρηση δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να αποφασίσει να αναλάβει δράση εξυγίανσης έναντι της εν λόγω μητρικής επιχείρησης όταν αυτή αποτελεί οντότητα εξυγίανσης και όταν μία ή περισσότερες από τις θυγατρικές της οι οποίες είναι ιδρύματα και όχι οντότητες εξυγίανσης πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 1, αρκεί τα περιουσιακά τους στοιχεία και οι υποχρεώσεις τους να είναι τέτοιου είδους ώστε η πτώχευσή τους να απειλεί το ίδρυμα ή τον όμιλο στο σύνολό του και η δράση εξυγίανσης έναντι της εν λόγω μητρικής επιχείρησης είναι αναγκαία είτε για την εξυγίανση μιας ή περισσότερων θυγατρικών οι οποίες είναι ιδρύματα ή για την εξυγίανση ολόκληρου του ομίλου εξυγίανσης.».

8)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

έχοντας υπόψη το χρονοδιάγραμμα και όλες τις σχετικές περιστάσεις, δεν υπάρχει καμία εύλογη προοπτική ότι με εναλλακτικά μέτρα του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων ΘΣΠ, ή με δράση των αρχών εποπτείας (συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή της απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1) που αναλαμβάνεται έναντι της οντότητας, θα αποφευχθεί η πτώχευση της οντότητας εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος·»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να εγκρίνει καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 σε σχέση με κεντρικό οργανισμό και όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται μόνιμα με αυτόν και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης, όταν ο εν λόγω όμιλος εξυγίανσης, ως σύνολο, πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο».

9)

Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, οι όροι «κεφαλαιακά μέσα» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής:

i)

στο στοιχείο α), οι όροι «κεφαλαιακά μέσα» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21»·

ii)

τα στοιχεία γ) και δ) αντικαθίστανται ως εξής:

«γ)

όταν ασκείται η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 7, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με την έκταση της ακύρωσης ή της αραίωσης των μέσων ιδιοκτησίας, καθώς και σχετικά με την έκταση της απομείωσης ή της μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων·

δ)

όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με την έκταση της απομείωσης ή της μετατροπής των υποκειμένων σε αναδιάρθρωση παθητικού υποχρεώσεων·»·

iii)

στο στοιχείο ζ), οι όροι «κεφαλαιακά μέσα» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21»·

γ)

στις παραγράφους 6, 13 και 15, οι όροι «κεφαλαιακά μέσα» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21».

10)

Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Απομείωση ή μετατροπή κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων»

β)

στο εισαγωγικό μέρος και στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 οι όροι «κεφαλαιακά μέσα» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 7α»·

γ)

στην παράγραφο 3 στοιχείο β) οι όροι «κεφαλαιακών μέσων» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α»·

δ)

η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Εάν πληρούνται μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ενεργώντας βάσει της διαδικασίας του άρθρου 18, καθορίζει εάν οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων ασκούνται ανεξάρτητα ή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 18, σε συνδυασμό με δράση εξυγίανσης.

Όταν τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα και οι επιλέξιμες υποχρεώσεις έχουν αγοραστεί από την οντότητα εξυγίανσης εμμέσως μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης, η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής των εν λόγω σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων ασκείται από κοινού με την άσκηση της ίδιας εξουσίας στο επίπεδο της μητρικής επιχείρησης της σχετικής οντότητας ή στο επίπεδο άλλων μητρικών επιχειρήσεων που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης, ώστε οι ζημίες να μεταβιβάζονται όντως και να επιτυγχάνεται η ανακεφαλαιοποίηση της σχετικής οντότητας από την οντότητα εξυγίανσης.

Μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής επιλέξιμων υποχρεώσεων ή σχετικών κεφαλαιακών μέσων ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης, διενεργείται η αποτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 16 και εφαρμόζεται το άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο ε).»·

ε)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«7α.   Η εξουσία για την απομείωση ή την μετατροπή επιλέξιμων υποχρεώσεων, ανεξάρτητα από την ανάληψη δράσης εξυγίανσης, μπορεί να ασκείται μόνο σε σχέση με τις επιλέξιμες υποχρεώσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, εκτός από τον όρο που σχετίζεται με την εναπομένουσα ληκτότητα των υποχρεώσεων όπως ορίζεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Κατά την άσκηση αυτής της εξουσίας, η απομείωση ή η μετατροπή πραγματοποιείται σύμφωνα με την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο ζ).

7β.   Όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης έναντι οντότητας εξυγίανσης ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις κατά παρέκκλιση από το σχέδιο εξυγίανσης, έναντι οντότητας που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης, το ποσό που μειώνεται, απομειώνεται ή μετατρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 10 στο επίπεδο της εν λόγω οντότητας συνυπολογίζεται στα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 27 παράγραφος 7 στοιχείο α) όπως ισχύουν για την οικεία οντότητα.»·

στ)

στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 8 οι όροι «κεφαλαιακών μέσων» αντικαθίστανται από τους όρους «κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α»·

ζ)

στην παράγραφο 10, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

η αξία των επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α απομειώνεται ή μετατρέπεται σε μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή αμφότερα, στον βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης του άρθρου 14 ή στα όρια των δυνατοτήτων των σχετικών επιλέξιμων υποχρεώσεων, όποιο είναι χαμηλότερο.».

11)

Το άρθρο 27 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 οι όροι «επιλέξιμες υποχρεώσεις» αντικαθίστανται από τους όρους «υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού»·

β)

η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

υποχρεώσεις που έχουν εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη των επτά ημερών, έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) ή των συμμετεχόντων σε αυτά και που προκύπτουν από συμμετοχή στα εν λόγω συστήματα, ή κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εντός της Ένωσης βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας που έχουν αναγνωριστεί από την ΕΑΚΑΑ βάσει του άρθρου 25 του εν λόγω κανονισμού·

(*2)  Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (EE L 166 της 11.6.1998, σ. 45).»·"

ii)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«η)

υποχρεώσεις προς οντότητες που αναφέρονται στο στοιχείο α), β), γ) ή δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης χωρίς να αποτελούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, ανεξάρτητα από τη διάρκειά τους εκτός εάν οι εν λόγω υποχρεώσεις κατατάσσονται κάτω από τις συνήθεις μη ασφαλισμένες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία του συμμετέχοντος κράτους μέλους η οποία διέπει τη συνήθη διαδικασία αφερεγγυότητας που ισχύει έως τις 28 Δεκεμβρίου 2020 στις περιπτώσεις που ισχύει η εν λόγω εξαίρεση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά αν το ποσό των στοιχείων που πληρούν το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 είναι επαρκές ώστε να στηριχθεί η εφαρμογή της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.»·

γ)

στην παράγραφο 4 οι όροι «επιλέξιμες υποχρεώσεις για ένα εργαλείο διάσωσης» αντικαθίστανται από τους όρους «υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού»·

δ)

στην παράγραφο 5 το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί προσεκτικά αν οι υποχρεώσεις προς ιδρύματα ή οντότητες που αποτελούν μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης χωρίς να συνιστούν τα ίδια οντότητες εξυγίανσης και δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής βάσει της παραγράφου 3 στοιχείο η) του παρόντος άρθρου θα πρέπει να εξαιρεθούν ή να εξαιρεθούν μερικώς δυνάμει των στοιχείων α) έως δ) του πρώτου εδαφίου, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της στρατηγικής εξυγίανσης.

Όταν μια υποχρέωση υποκείμενη σε αναδιάρθρωση παθητικού ή κατηγορία υποχρεώσεων υποκειμένων σε αναδιάρθρωση παθητικού εξαιρείται ή εξαιρείται εν μέρει, δυνάμει της παρούσας παραγράφου, το επίπεδο της απομείωσης ή της μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού υποχρεώσεις μπορεί να αυξηθεί για να ληφθούν υπόψη τέτοιες εξαιρέσεις, υπό τον όρο ότι το επίπεδο απομείωσης και μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού υποχρεώσεις συνάδει με την αρχή που ορίζεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο ζ).»·

ε)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Όταν μια υποχρέωση υποκείμενη σε αναδιάρθρωση παθητικού ή κατηγορία υποχρεώσεων υποκειμένων σε αναδιάρθρωση παθητικού εξαιρείται ή εξαιρείται εν μέρει, δυνάμει της παραγράφου 5, και οι ζημίες με τις οποίες θα επιβαρύνονταν οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν έχουν μετακυλιστεί πλήρως σε άλλους πιστωτές, μπορεί να πραγματοποιηθεί εισφορά στο υπό εξυγίανση ίδρυμα εκ μέρους του ταμείου εξυγίανσης για έναν ή και τους δύο από τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

την κάλυψη τυχόν ζημιών οι οποίες δεν έχουν απορροφηθεί από επιλέξιμες υποχρεώσεις και την επαναφορά της καθαρής αξίας των περιουσιακών στοιχείων του υπό εξυγίανση ιδρύματος στο μηδέν σύμφωνα με την παράγραφο 13 στοιχείο α)·

β)

την αγορά μέσων ιδιοκτησίας ή κεφαλαιακών μέσων στο υπό εξυγίανση ίδρυμα, με σκοπό την ανακεφαλαιοποίησή του σύμφωνα με την παράγραφο 13 στοιχείο β).»·

στ)

στην παράγραφο 7 στοιχείο α) οι όροι «επιλέξιμες υποχρεώσεις» αντικαθίστανται από τους όρους «υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού»·

ζ)

στην παράγραφο 13 οι όροι «επιλέξιμες υποχρεώσεις» αντικαθίστανται από τους όρους «υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού».

12)

Στο άρθρο 31 παράγραφος 2, οι όροι «άρθρο 45 παράγραφοι 9 έως 13» αντικαθίστανται από τους όρους «άρθρο 45η».

13)

Στο άρθρο 32 παράγραφος 1, η λέξη «12» αντικαθίσταται από τις λέξεις «12 έως 12ια».

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από τις 28 Δεκεμβρίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Μαΐου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. CIAMBA


(1)  ΕΕ C 34 της 31.1.2018, σ. 17.

(2)  ΕΕ C 209 της 30.6.2017, σ. 36.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2019.

(4)  Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(8)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/1075 της Επιτροπής, της 23ης Μαρτίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό του περιεχομένου των σχεδίων ανάκαμψης, των σχεδίων εξυγίανσης και των σχεδίων εξυγίανσης ομίλων, των ελάχιστων κριτηρίων που πρέπει να αξιολογεί η αρμόδια αρχή όσον αφορά τα σχέδια ανάκαμψης και τα σχέδια ανάκαμψης ομίλων, των προϋποθέσεων για τη χρηματοπιστωτική στήριξη ομίλου, των απαιτήσεων για τους ανεξάρτητους εκτιμητές, της συμβατικής αναγνώρισης των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, των διαδικασιών και του περιεχομένου των απαιτήσεων κοινοποίησης και της ειδοποίησης αναστολής, καθώς και του τρόπου λειτουργίας των σωμάτων εξυγίανσης (ΕΕ L 184 της 8.7.2016, σ. 1).