17.5.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 130/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/787 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 17ης Απριλίου 2019

για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, τη χρήση των ονομασιών των αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση άλλων τροφίμων, την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων για τα αλκοολούχα ποτά, τη χρήση της αιθυλικής αλκοόλης και των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης σε ποτά με αλκοόλη, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 43 παράγραφος 2 και 114 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) αποδείχθηκε ότι συνιστά επιτυχή νομοθετική ρύθμιση του τομέα των αλκοολούχων ποτών. Ωστόσο, με βάση την πρόσφατη πείρα και τις τεχνολογικές καινοτομίες, τις εξελίξεις στην αγορά και τις εξελισσόμενες προσδοκίες των καταναλωτών, είναι αναγκαίο να επικαιροποιηθούν οι κανόνες για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών και να αναθεωρηθούν οι τρόποι καταχώρισης και προστασίας των γεωγραφικών ενδείξεων για τα αλκοολούχα ποτά.

(2)

Οι κανόνες που εφαρμόζονται στα αλκοολούχα ποτά θα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, στη μείωση της ασύμμετρης πληροφόρησης, στην αποτροπή δόλιων πρακτικών καθώς και στη διασφάλιση του θεμιτού ανταγωνισμού και της διαφάνειας στην αγορά. Θα πρέπει να διαφυλάσσουν τη φήμη που έχουν αποκτήσει τα αλκοολούχα ποτά της Ένωσης στην ενωσιακή και τη διεθνή αγορά συνεχίζοντας να λαμβάνουν υπόψη τόσο τις παραδοσιακές πρακτικές παραγωγής των αλκοολούχων ποτών όσο και τις αυξημένες απαιτήσεις για προστασία και ενημέρωση των καταναλωτών. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι τεχνολογικές καινοτομίες σε σχέση με τα αλκοολούχα ποτά στις περιπτώσεις όπου συντελούν στη βελτίωση της ποιότητας χωρίς να επηρεάζουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα των συγκεκριμένων αλκοολούχων ποτών.

(3)

Τα αλκοολούχα ποτά αντιπροσωπεύουν σημαντική διέξοδο για τον γεωργικό τομέα της Ένωσης και η παραγωγή αλκοολούχων ποτών είναι ισχυρά συνδεδεμένη με τον εν λόγω τομέα. Η εν λόγω σχέση καθορίζει την ποιότητα, την ασφάλεια και τη φήμη των αλκοολούχων ποτών που παράγονται στην Ένωση. Το πλαίσιο των κανονιστικών διατάξεων θα πρέπει επομένως να τονίζει την εν λόγω στενή σχέση με τον τομέα γεωργικών προϊόντων διατροφής.

(4)

Οι κανόνες που ισχύουν για τα αλκοολούχα ποτά αποτελούν ειδική περίπτωση σε σύγκριση με τους γενικούς κανόνες που προβλέπονται για τον τομέα των γεωργικών προϊόντων διατροφής και θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής που χρησιμοποιούνται στα διάφορα κράτη μέλη.

(5)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίσει σαφή κριτήρια για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, καθώς και για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, χωρίς να θίγεται η ποικιλία επίσημων γλωσσών και αλφαβήτων στην Ένωση. Θα πρέπει επίσης να θεσπίσει κανόνες για τη χρήση της αιθυλικής αλκοόλης και των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης στην παραγωγή ποτών με αλκοόλη και για τη χρήση των νομίμων ονομασιών των αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση των τροφίμων.

(6)

Για να υπάρξει ανταπόκριση στις προσδοκίες των καταναλωτών και συμμόρφωση με τις παραδοσιακές πρακτικές, η αιθυλική αλκοόλη και τα προϊόντα απόσταξης που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών θα πρέπει να έχουν αποκλειστικά γεωργική προέλευση.

(7)

Για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των καταναλωτών, ο παρών κανονισμός πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλα τα αλκοολούχα ποτά που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης, ανεξαρτήτως του αν παράγονται στα κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες. Για τη διατήρηση και τη βελτίωση της διεθνούς φήμης των αλκοολούχων ποτών που παράγονται στην Ένωση, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να έχει εφαρμογή και σε όλα τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στην Ένωση με σκοπό την εξαγωγή τους.

(8)

Οι ορισμοί και οι τεχνικές απαιτήσεις των αλκοολούχων ποτών και η κατάταξη των αλκοολούχων ποτών σε κατηγορίες θα πρέπει να συνεχίσουν να λαμβάνουν υπόψη παραδοσιακές πρακτικές. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν συγκεκριμένοι κανόνες για ορισμένα αλκοολούχα ποτά που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο με τις κατηγορίες.

(9)

Οι κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 (4) και (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 (5) ισχύουν επίσης για τα αλκοολούχα ποτά. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν επιπρόσθετοι κανόνες σχετικά με τις χρωστικές ύλες και τις αρωματικές ύλες, οι οποίοι θα πρέπει να ισχύουν μόνο για τα αλκοολούχα ποτά. Είναι επίσης αναγκαίο να θεσπιστούν επιπρόσθετοι κανόνες σχετικά με την αραίωση και τη διάλυση αρωματικών υλών, χρωστικών υλών και άλλων επιτρεπόμενων συστατικών που θα πρέπει να ισχύουν μόνο για την παραγωγή ποτών με αλκοόλη.

(10)

Θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με τις νόμιμες ονομασίες που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα αλκοολούχα ποτά τα οποία διατίθενται στην αγορά της Ένωσης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω νόμιμες ονομασίες χρησιμοποιούνται με εναρμονισμένο τρόπο σε όλη την Ένωση και να διαφυλαχθεί η διαφάνεια της πληροφόρησης των καταναλωτών.

(11)

Δεδομένης της σημασίας και του περίπλοκου χαρακτήρα του τομέα των αλκοολούχων ποτών, κρίνεται σκόπιμο να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, ιδίως όσον αφορά τη χρήση των νομίμων ονομασιών, των γεωγραφικών ενδείξεων, των σύνθετων όρων και των μνειών στην περιγραφή, στην παρουσίαση και στην επισήμανση.

(12)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) θα πρέπει να εφαρμόζεται για την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό. Στο πλαίσιο αυτό, δεδομένης της σημασίας και του περίπλοκου χαρακτήρα του τομέα των αλκοολούχων ποτών, κρίνεται σκόπιμο να θεσπιστούν στον παρόντα κανονισμό ειδικοί κανόνες για την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών που ξεπερνούν τα όρια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011. Οι εν λόγω ειδικοί κανόνες θα πρέπει επίσης να αποτρέπουν την καταχρηστική χρησιμοποίηση του όρου «αλκοολούχο ποτό» και των νομίμων ονομασιών αλκοολούχων ποτών για προϊόντα που δεν ανταποκρίνονται στους ορισμούς και τις απαιτήσεις που καθορίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

(13)

Για να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη χρήση των σύνθετων όρων και των μνειών στα κράτη μέλη, και για να παρέχονται στους καταναλωτές επαρκείς πληροφορίες ώστε να προστατεύονται από την παραπλάνηση, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν διατάξεις για τη χρήση τους στην παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών και άλλων τροφίμων. Οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν επίσης στην προστασία της φήμης των αλκοολούχων ποτών που χρησιμοποιούνται σε αυτό το πλαίσιο.

(14)

Για να παρέχεται επαρκής πληροφόρηση στους καταναλωτές, θα πρέπει να οριστούν διατάξεις σχετικά με την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών που χαρακτηρίζονται ως μείγματα ή συμμείγματα.

(15)

Μολονότι είναι σημαντικό να εξασφαλίζεται ότι, σε γενικές γραμμές, η διάρκεια ωρίμασης ή παλαίωσης που δηλώνεται στην περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών αναφέρεται μόνο στο νεότερο από τα αλκοολούχα συστατικά, προκειμένου να ληφθούν υπόψη παραδοσιακές μέθοδοι παλαίωσης στα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι δυνατόν να προβλέπονται, με κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, παρεκκλίσεις από αυτόν τον γενικό κανόνα και κατάλληλοι μηχανισμοί ελέγχου για τα brandies που παράγονται με το παραδοσιακό σύστημα δυναμικής παλαίωσης που είναι γνωστό ως «criaderas y solera» ή «solera e criaderas».

(16)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου και διασφάλισης της παροχής επαρκούς ενημέρωσης στους καταναλωτές, η χρήση των ονομασιών πρώτων υλών ή επιθέτων ως επίσημων ονομασιών για ορισμένα αλκοολούχα ποτά δεν αποκλείει τη χρησιμοποίηση των ονομασιών των εν λόγω πρώτων υλών ή επιθέτων στην παρουσίαση και την επισήμανση άλλων τροφίμων. Για τους ίδιους λόγους, η χρήση της γερμανικής λέξης «-geist» ως νόμιμης ονομασίας μιας κατηγορίας αλκοολούχων ποτών δεν θα πρέπει να αποκλείει τη χρήση της ίδιας λέξης ως αυτοσχέδιας ονομασίας που συμπληρώνει τη νόμιμη ονομασία άλλων αλκοολούχων ποτών ή σε ονομασία άλλων ποτών με αλκοόλη, υπό τον όρο ότι η χρήση αυτή δεν παραπλανά τον καταναλωτή.

(17)

Για να εξασφαλιστεί η παροχή επαρκούς ενημέρωσης στους καταναλωτές και να βελτιωθούν οι μέθοδοι παραγωγής υψηλής ποιότητας, θα πρέπει να είναι δυνατή η συμπλήρωση της νόμιμης ονομασίας κάθε αλκοολούχου ποτού με τον όρο «ξηρό» ή «dry», δηλαδή είτε με τον όρο αυτό μεταφρασμένο στη γλώσσα ή στις γλώσσες του αντίστοιχου κράτους μέλους είτε αμετάφραστο όπως αναφέρεται με πλάγια στοιχεία στον παρόντα κανονισμό, εφόσον αυτό το αλκοολούχο ποτό δεν έχει υποστεί γλύκανση. Ωστόσο, σύμφωνα με την αρχή ότι οι πληροφορίες για τα τρόφιμα δεν θα πρέπει να είναι παραπλανητικές, ιδίως με τον υπαινιγμό ότι το τρόφιμο έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά παρά το γεγονός ότι όλα τα παρόμοια τρόφιμα έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για αλκοολούχα ποτά που, βάσει του παρόντος κανονισμού, δεν πρέπει να υφίστανται γλύκανση, ακόμη και για τελειοποίηση της γεύσης, ιδίως όσον αφορά το whisky ή whiskey. Ο κανόνας αυτός δεν θα πρέπει επίσης να ισχύει για το gin, το αποσταγμένο gin και το London gin, στα οποία θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες για τη γλύκανση και την επισήμανση. Περαιτέρω, θα πρέπει να είναι δυνατή η επισήμανση των λικέρ που χαρακτηρίζονται ιδίως από οξεία, πικρή, πικάντικη, όξινη γεύση ή γεύση εσπεριδοειδών, ανεξάρτητα από το βαθμό γλύκανσης, με την ένδειξη «ξηρό» ή «dry». Η επισήμανση αυτή δεν είναι πιθανό να παραπλανήσει τον καταναλωτή, δεδομένου ότι τα λικέρ απαιτείται να έχουν μία ελάχιστη περιεκτικότητα σε σάκχαρα. Συνεπώς, στην περίπτωση των λικέρ ο όρος «ξηρό» ή «dry» δεν θα πρέπει να νοείται ως ένδειξη ότι το αλκοολούχο ποτό δεν έχει υποστεί γλύκανση.

(18)

Για να λαμβάνονται υπόψη οι προσδοκίες των καταναλωτών όσον αφορά τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για τη βότκα, ιδίως στα κράτη μέλη που παράγουν παραδοσιακή βότκα, θα πρέπει να παρέχονται κατάλληλες πληροφορίες όσον αφορά τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στην περίπτωση που η βότκα παρασκευάζεται από πρώτες ύλες γεωργικής προέλευσης εκτός των σιτηρών ή των γεωμήλων ή και αμφοτέρων.

(19)

Προκειμένου να εφαρμοστεί και να ελεγχθεί η εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τους κανόνες που αφορούν την παλαίωση και την επισήμανση, καθώς και για την καταπολέμηση της απάτης, θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτική η αναγραφή της νόμιμης ονομασίας και της περιόδου ωρίμανσης κάθε αλκοολούχου ποτού σε ηλεκτρονικά διοικητικά έγγραφα.

(20)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων επιθυμούν να αναγράφουν τον τόπο προέλευσης των αλκοολούχων ποτών εκτός γεωγραφικών ενδείξεων και εμπορικών σημάτων προκειμένου να προσελκύουν την προσοχή των καταναλωτών στις ιδιότητες του προϊόντος τους. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις για την αναγραφή του τόπου προέλευσης στην περιγραφή, στην παρουσίαση και επισήμανση των αλκοολούχων ποτών. Επιπλέον, η υποχρέωση αναγραφής της χώρας καταγωγής ή του τόπου προέλευσης ενός πρωτεύοντος συστατικού, που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011, δεν θα πρέπει να ισχύει στην περίπτωση των αλκοολούχων ποτών, ακόμη και αν η χώρα καταγωγής ή ο τόπος προέλευσης του πρωτεύοντος συστατικού ενός αλκοολούχου ποτού δεν είναι ο ίδιος με τον τόπο προέλευσης που αναφέρεται στην περιγραφή, την παρουσίαση ή την επισήμανση του εν λόγω αλκοολούχου ποτού.

(21)

Για να προστατευθεί η φήμη ορισμένων αλκοολούχων ποτών, πρέπει να προβλεφθούν διατάξεις που να διέπουν τη μετάφραση, τη μεταγραφή και τον μεταγραμματισμό των επίσημων ονομασιών προκειμένου για εξαγωγή.

(22)

Για να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να θεσπιστούν ενωσιακές μέθοδοι αναφοράς για την ανάλυση των αλκοολούχων ποτών και της αιθυλικής αλκοόλης που χρησιμοποιείται στην παραγωγή αλκοολούχων ποτών.

(23)

Η χρήση μολυβδούχων θηκών και μολυβδούχων φύλλων για την κάλυψη των συστημάτων πωματισμού δοχείων αλκοολούχων ποτών θα πρέπει να συνεχίσει να απαγορεύεται, προκειμένου να αποφεύγονται τυχόν κίνδυνοι μόλυνσης, ιδίως μέσω της τυχαίας επαφής με τις θήκες ή τα φύλλα αυτά, και περιβαλλοντικής ρύπανσης από απορρίμματα που περιέχουν μόλυβδο από τέτοιου είδους θήκες ή φύλλα.

(24)

Όσον αφορά την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, είναι σημαντικό να συνεκτιμηθεί δεόντως η συμφωνία για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου («συμφωνία TRIPS») και, ειδικότερα τα άρθρα 22 και 23 αυτής, καθώς και η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου («συμφωνία GATT»), συμπεριλαμβανομένου του άρθρου V αυτής σχετικά με την ελευθερία διαμετακόμισης, οι οποίες εγκρίθηκαν με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου (7). Εντός του εν λόγω νομικού πλαισίου, προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και να καταπολεμηθεί αποτελεσματικότερα η παραποίηση/απομίμηση, η εν λόγω προστασία θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται σε εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης χωρίς να τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, και υπάγονται σε ειδικές τελωνειακές διαδικασίες, όπως εκείνες που σχετίζονται με τη διαμετακόμιση, την αποθήκευση, την ειδική χρήση ή τη μεταποίηση.

(25)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) δεν εφαρμόζεται στα αλκοολούχα ποτά. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν κανόνες για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών. Θα πρέπει να καταχωριστούν από την Επιτροπή οι γεωγραφικές ενδείξεις.

(26)

Θα πρέπει να καθοριστούν διαδικασίες για την καταχώριση, την τροποποίηση και ενδεχομένως την ακύρωση γεωγραφικών ενδείξεων της Ένωσης ή τρίτων χωρών σύμφωνα με τη συμφωνία TRIPS, ενώ παράλληλα θα πρέπει να αναγνωριστεί αυτομάτως το καθεστώς των υφιστάμενων γεωγραφικών ενδείξεων που προστατεύονται στην Ένωση. Προκειμένου να καταστούν οι διαδικαστικοί κανόνες για τις γεωγραφικές ενδείξεις συνεπείς μεταξύ τους σε όλους τους σχετικούς τομείς, οι εν λόγω διαδικασίες για τα αλκοολούχα ποτά θα πρέπει να βασίζονται στις λεπτομερέστερες και δοκιμασμένες διαδικασίες για τα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα, οι οποίες θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις ιδιαιτερότητες των αλκοολούχων ποτών. Για να απλουστευθούν οι διαδικασίες καταχώρισης και να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες για τις επιχειρήσεις τροφίμων και τους καταναλωτές θα είναι διαθέσιμες ηλεκτρονικά, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ηλεκτρονικό μητρώο γεωγραφικών ενδείξεων. Οι γεωγραφικές ενδείξεις που προστατεύονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 θα πρέπει να προστατεύονται αυτομάτως δυνάμει του παρόντος κανονισμού και να απαριθμούνται στο ηλεκτρονικό μητρώο. Η Επιτροπή θα πρέπει να ολοκληρώσει την επαλήθευση των γεωγραφικών ενδείξεων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008, σύμφωνα με το άρθρο 20 του εν λόγω κανονισμού.

(27)

Για λόγους συνέπειας με τους διατάξεις που εφαρμόζονται στις γεωγραφικές ενδείξεις των τροφίμων, του οίνου και των αρωματισμένων αμπελοοινικών προϊόντων, το όνομα του φακέλου που καθορίζει τις προδιαγραφές για τα αλκοολούχα ποτά που είναι καταχωρισμένα ως γεωγραφικές ενδείξεις θα πρέπει να τροποποιηθεί από «τεχνικός φάκελος» σε «προδιαγραφές προϊόντος». Οι τεχνικοί φάκελοι που υποβάλλονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε αίτησης δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 θα πρέπει να θεωρούνται προδιαγραφές προϊόντος.

(28)

Η σχέση μεταξύ εμπορικών σημάτων και γεωγραφικών ενδείξεων αλκοολούχων ποτών θα πρέπει να διευκρινιστεί ως προς τα κριτήρια για την άρνηση, την ακύρωση και τη συνύπαρξη. Αυτή η διευκρίνιση δεν θα πρέπει να θίγει δικαιώματα που έχουν αποκτηθεί από κατόχους γεωγραφικών ενδείξεων σε εθνικό επίπεδο ή που υφίστανται δυνάμει διεθνών συμφωνιών που έχουν συναφθεί από κράτη μέλη για την περίοδο πριν από την καθιέρωση του ενωσιακού συστήματος προστασίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου (9).

(29)

Η διατήρηση υψηλών προτύπων ποιότητας έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να διατηρηθεί η φήμη και η αξία του τομέα των αλκοολούχων ποτών. Οι αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της διατήρησης αυτών των προτύπων ποιότητας μέσω της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. Η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί και να διασφαλίζει τη συμμόρφωση αυτή, προκειμένου να εξακριβωθεί ότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με ενιαίο τρόπο. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να οφείλουν να ανταλλάσσουν τις σχετικές πληροφορίες μεταξύ τους.

(30)

Κατά την εφαρμογή μιας πολιτικής σχετικά με την ποιότητα και ειδικά προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο ποιότητας των αλκοολούχων ποτών και ποικιλία στον τομέα των αλκοολούχων ποτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν κανόνες για την παραγωγή, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών που παράγονται στην επικράτεια τους, οι οποίοι θα είναι αυστηρότεροι από τους κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(31)

Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελισσόμενες απαιτήσεις των καταναλωτών, η τεχνολογική πρόοδος, οι εξελίξεις στα σχετικά διεθνή πρότυπα, η ανάγκη να βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες παραγωγής και εμπορίας, οι παραδοσιακές διαδικασίες παλαίωσης και το δίκαιο των τρίτων χωρών εισαγωγής, και για να διασφαλιστούν τα θεμιτά συμφέροντα των παραγωγών και των υπευθύνων των επιχειρήσεων τροφίμων όσον αφορά την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («της Συνθήκης») θα πρέπει να εκχωρηθεί στην Επιτροπή όσον αφορά: τις τροποποιήσεις και παρεκκλίσεις των τεχνικών ορισμών και των απαιτήσεων για τα αλκοολούχα ποτά· την έγκριση νέων γλυκαντικών υλών· τις παρεκκλίσεις που αφορούν τις προδιαγραφές της περιόδου ωρίμασης ή την παλαίωση για το brandy και τη δημιουργία του δημόσιου μητρώου των οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία διαδικασιών παλαίωσης· τη δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών και λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη μορφή και το περιεχόμενο του εν λόγω μητρώου· περαιτέρω όρους όσον αφορά τις αιτήσεις για την προστασία μιας γεωγραφικής ένδειξης και τις προκαταρκτικές εθνικές διαδικασίες, τον έλεγχο από την Επιτροπή, τη διαδικασία ένστασης και την ακύρωση γεωγραφικών ενδείξεων· τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις για τη διαδικασία που αφορά τροποποιήσεις των προδιαγραφών του προϊόντος· και τις τροποποιήσεις και παρεκκλίσεις από ορισμένους ορισμούς και κανόνες σχετικά με την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (10). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(32)

Για να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή όσον αφορά τη δημοσίευση του ενιαίου εγγράφου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όσον αφορά τις αποφάσεις καταχώρισης ονομασιών ως γεωγραφικών ενδείξεων, εάν δεν υπάρχει καμία κοινοποίηση ένστασης ή καμία παραδεκτή αιτιολογημένη δήλωση ένστασης ή εάν υπάρχει παραδεκτή αιτιολογημένη δήλωση ένστασης και έχει επιτευχθεί συμφωνία.

(33)

Για να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή όσον αφορά: τους κανόνες για τη χρήση νέων γλυκαντικών υλών· τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τους φορείς που έχουν οριστεί για την επιτήρηση των διαδικασιών παλαίωσης· την αναγραφή της χώρας καταγωγής ή του τόπου προέλευσης στην περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση των αλκοολούχων ποτών· τη χρήση του συμβόλου της Ένωσης για προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις· λεπτομερείς τεχνικούς κανόνες σχετικά με τις ενωσιακές μεθόδους αναφοράς για την ανάλυση της αιθυλικής αλκοόλης, των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης και των αλκοολούχων ποτών· τη χορήγηση μεταβατικής περιόδου για τη χρήση γεωγραφικών ενδείξεων και την παράταση των εν λόγω περιόδων· την απόρριψη αιτήσεων καταχώρισης όταν οι προϋποθέσεις καταχώρισης δεν πληρούνται ήδη πριν από τη δημοσίευση που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων· τις καταχωρίσεις ή απορρίψεις γεωγραφικών ενδείξεων που έχουν δημοσιευτεί για υποβολή ενστάσεων όταν έχει υποβληθεί ένσταση και δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία· την έγκριση ή απόρριψη ενωσιακών τροποποιήσεων σε προδιαγραφές προϊόντος· την έγκριση ή απόρριψη αιτήσεων για ακύρωση της καταχώρισης μιας γεωγραφικής ένδειξης· τη μορφή των προδιαγραφών προϊόντος και τα μέτρα σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στις προδιαγραφές προϊόντος όσον αφορά τον δεσμό μεταξύ της γεωγραφικής περιοχής και του τελικού προϊόντος· τις διαδικασίες, τη μορφή και την παρουσίαση των αιτήσεων, των ενστάσεων, των αιτήσεων για τροποποιήσεις και των κοινοποιήσεων που αφορούν τροποποιήσεις και της διαδικασίας ακύρωσης όσον αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις· τους ελέγχους και τις επαληθεύσεις που πρέπει να διενεργούνται από τα κράτη μέλη· καθώς και τις αναγκαίες πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(34)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή της συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ιαπωνίας (12), στάθηκε αναγκαίο να προβλεφθεί παρέκκλιση από τις ονομαστικές ποσότητες που καθορίζονται στο παράρτημα της οδηγίας 2007/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) για τα αλκοολούχα ποτά προκειμένου να καταστεί δυνατό το shochu μονής απόσταξης που παράγεται σε άμβυκα και εμφιαλώνεται στην Ιαπωνία να διατίθεται στην αγορά της Ένωσης σε παραδοσιακά ιαπωνικά μεγέθη φιαλών. Η εν λόγω παρέκκλιση θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1670 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) και θα πρέπει να εξακολουθήσει να ισχύει.

(35)

Δεδομένης της φύσης και της έκτασης των τροποποιήσεων που απαιτείται να γίνουν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, υφίσταται ανάγκη για ένα νέο νομικό πλαίσιο στο πεδίο αυτό, προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου, η σαφήνεια και η διαφάνεια, Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 θα πρέπει να καταργηθεί.

(36)

Προκειμένου να προστατευθούν τα έννομα συμφέροντα των παραγωγών ή των ενδιαφερομένων να επωφεληθούν από τη δημοσιότητα που δίνεται στα ενιαία έγγραφα σύμφωνα με το νέο νομικό πλαίσιο, θα πρέπει να καταστεί εφικτή η δημοσίευση των ενιαίων εγγράφων που αφορούν τις γεωγραφικές ενδείξεις οι οποίες έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

(37)

Δεδομένου ότι οι κανόνες για τις γεωγραφικές ενδείξεις ενισχύουν την προστασία των φορέων εκμετάλλευσης, οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να τίθενται σε εφαρμογή δύο εβδομάδες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για κατάλληλες ρυθμίσεις για να διευκολυνθεί η ομαλή μετάβαση από τους κανόνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008 στους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(38)

Όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με τις γεωγραφικές ενδείξεις, θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη ώστε να εξασφαλιστεί ότι υπάρχει επαρκής χρόνος για να διευκολυνθεί η ομαλή μετάβαση από τους κανόνες που προβλέπονται στον κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 στους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(39)

Η διάθεση στην αγορά των υφιστάμενων αποθεμάτων αλκοολούχων ποτών θα πρέπει να συνεχίσει να επιτρέπεται μετά τις ημερομηνίες έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, έως την εξάντλησή τους,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜOΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΩΝ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους κανόνες σχετικά με:

τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, καθώς και σχετικά με την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών·

την αιθυλική αλκοόλη και τα αποστάγματα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ποτών με αλκοόλη· και

τη χρήση νομίμων ονομασιών αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση τροφίμων πλην των αλκοολούχων ποτών.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και διατίθενται στην αγορά της Ένωσης, ανεξάρτητα από το αν παράγονται στην Ένωση ή σε τρίτες χώρες, καθώς και στα προϊόντα που παράγονται στην Ένωση με σκοπό την εξαγωγή τους.

3.   Όσον αφορά την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, το κεφάλαιο III του παρόντος κανονισμού ισχύει επίσης για αγαθά που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης χωρίς να τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί.

Άρθρο 2

Ορισμός και απαιτήσεις για τα αλκοολούχα ποτά

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, αλκοολούχο ποτό είναι ένα ποτό με αλκοόλη το οποίο πληροί τις εξής προϋποθέσεις:

α)

προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

β)

διαθέτει ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά·

γ)

έχει ελάχιστο αλκοολικό τίτλο κατ' όγκον 15 %, με την εξαίρεση των αλκοολούχων ποτών που ικανοποιούν τις απαιτήσεις της κατηγορίας 39 του παραρτήματος I·

δ)

έχει παραχθεί είτε:

i)

απευθείας ακολουθώντας, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, μία από τις κάτωθι μεθόδους:

απόσταξη ζυμωθέντων προϊόντων, με ή χωρίς προσθήκη αρωματικών υλών ή αρωματικών τροφίμων,

διαβροχή ή παρόμοια επεξεργασία φυτικών υλών σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, αποστάγματα γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχα ποτά ή συνδυασμό αυτών,

προσθήκη, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχα ποτά οιουδήποτε από τα κάτωθι:

αρωματικές ύλες που χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1334/2008,

χρωστικές ύλες που χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1333/2008,

άλλα επιτρεπόμενα συστατικά που χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 και (ΕΚ) αριθ. 1334/2008,

γλυκαντικές ύλες,

άλλα γεωργικά προϊόντα,

τρόφιμα· ή

ii)

με προσθήκη, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, σε αυτό οιουδήποτε από τα κάτωθι:

άλλα αλκοολούχα ποτά,

αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης,

προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης,

άλλα τρόφιμα·

ε)

δεν εμπίπτει στους κωδικούς ΣΟ 2203, 2204, 2205, 2206 και 2207·

στ)

εάν έχει προστεθεί νερό, ενδεχομένως απεσταγμένο, απιονισμένο, καθαρισμένο με ιονανταλλαγή ή αποσκληρυμένο, στην παρασκευή του:

i)

η ποιότητα του νερού είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της οδηγίας 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου (15) και της οδηγίας 2009/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16)· και

ii)

ο αλκοολικός τίτλος του αλκοολούχου ποτού, μετά την προσθήκη του νερού, εξακολουθεί να είναι σύμφωνος με τον ελάχιστο κατ' όγκο αλκοολικό τίτλο που προβλέπεται στο στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου ή στο πλαίσιο της σχετικής κατηγορίας αλκοολούχων ποτών όπως εκτίθεται στο παράρτημα I.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «νόμιμη ονομασία»: η ονομασία υπό την οποία ένα αλκοολούχο ποτό διατίθεται στην αγορά, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 στοιχείο ιδ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011·

2)   «σύνθετος όρος»: σε σχέση με την περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση ποτού με αλκοόλη, ο συνδυασμός νόμιμης ονομασίας που προβλέπεται στις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που εκτίθενται στο παράρτημα I ή της γεωγραφικής ένδειξης για ένα αλκοολούχο ποτό από το οποίο προέρχεται το σύνολο της αλκοόλης του τελικού προϊόντος, με ένα ή περισσότερα από τα κάτωθι στοιχεία:

α)

την ονομασία ενός ή περισσοτέρων τροφίμων εκτός ποτού με αλκοόλη και εκτός τροφίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εν λόγω αλκοολούχου ποτού σύμφωνα με το παράρτημα I, ή επίθετα που προέρχονται από αυτές τις ονομασίες,

β)

τον όρο «λικέρ» ή «κρέμα»·

3)   «μνεία»: η άμεση ή έμμεση αναφορά σε μία ή περισσότερες νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται στις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που ορίζονται στο παράρτημα I ή σε μία ή περισσότερες γεωγραφικές ενδείξεις αλκοολούχων ποτών, εκτός από την αναφορά σε σύνθετο όρο ή σε κατάλογο συστατικών όπως αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 2, 3 και 4, κατά την περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση:

α)

τροφίμου εκτός αλκοολούχου ποτού, ή

β)

αλκοολούχου ποτού που ικανοποιεί τις απαιτήσεις των κατηγοριών 33 έως 40 του παραρτήματος I·

4)   «γεωγραφική ένδειξη»: ένδειξη που δηλώνει ότι ένα αλκοολούχο ποτό προέρχεται από την επικράτεια μιας χώρας, ή από περιοχή ή τοποθεσία στην εν λόγω επικράτεια, εφόσον μια δεδομένη ποιότητα, φήμη ή άλλο χαρακτηριστικό του αλκοολούχου ποτού μπορεί να αποδοθεί κατά κύριο λόγο στη γεωγραφική του καταγωγή·

5)   «προδιαγραφές προϊόντος»: φάκελος που επισυνάπτεται στην αίτηση προστασίας γεωγραφικής ένδειξης, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προδιαγραφές που πρέπει να ικανοποιεί το αλκοολούχο ποτό και ο οποίος αναφερόταν ως «τεχνικός φάκελος» βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008·

6)   «ομάδα»: κάθε ένωση, ασχέτως της νομικής της μορφής, η οποία απαρτίζεται κυρίως από παραγωγούς ή μεταποιητές οι οποίοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο αλκοολούχο ποτό·

7)   «κοινή ονομασία»: ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού η οποία έχει καταστεί κοινή και η οποία, παρόλο που συνδέεται με τον τόπο ή την περιοχή της αρχικής παραγωγής ή εμπορίας του συγκεκριμένου αλκοολούχου ποτού, έχει πλέον καταστεί η κοινή ονομασία του εν λόγω αλκοολούχου ποτού στην Ένωση·

8)   «οπτικό πεδίο»: το πεδίο όρασης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ια) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011·

9)   «ανάμειξη»: ο συνδυασμός ενός αλκοολούχου ποτού το οποίο είτε ανήκει σε κατηγορία αλκοολούχων ποτών που ορίζεται στο παράρτημα I είτε σε γεωγραφική ένδειξη, με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α)

άλλα αλκοολούχα ποτά που δεν ανήκουν στην ίδια κατηγορία αλκοολούχων ποτών που ορίζεται στο παράρτημα I·

β)

προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης·

γ)

αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης·

10)   «μείγμα»: το αλκοολούχο ποτό που έχει υποστεί ανάμειξη·

11)   «σύμμειξη»: ο συνδυασμός δύο ή περισσότερων αλκοολούχων ποτών της ίδιας κατηγορίας, τα οποία διακρίνονται μόνο από ελάσσονες διαφορές στη σύνθεσή τους οφειλόμενες σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

τη μέθοδο παραγωγής·

β)

τα χρησιμοποιούμενα αποστακτικά μηχανήματα·

γ)

τη διάρκεια ωρίμασης ή παλαίωσης·

δ)

τη γεωγραφική περιοχή παραγωγής·

το παραγόμενο με τον τρόπο αυτό αλκοολούχο ποτό ανήκει στην ίδια κατηγορία με τα αρχικά αλκοολούχα ποτά πριν από τη σύμμειξή τους·

12)   «σύμμειγμα»: το αλκοολούχο ποτό που έχει υποστεί σύμμειξη.

Άρθρο 4

Τεχνικοί ορισμοί και απαιτήσεις

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι τεχνικοί ορισμοί και απαιτήσεις:

1)   «περιγραφή»: οι όροι που χρησιμοποιούνται στην επισήμανση, στην παρουσίαση και στη συσκευασία ενός αλκοολούχου ποτού, στα συνοδευτικά έγγραφα για τη μεταφορά ενός αλκοολούχου ποτού, στα εμπορικά έγγραφα, ειδικότερα στα τιμολόγια και στα δελτία παράδοσης, καθώς και στη διαφήμιση ενός αλκοολούχου ποτού·

2)   «παρουσίαση»: οι όροι που χρησιμοποιούνται στην επισήμανση και στη συσκευασία καθώς και στη διαφήμιση και την εμπορική προώθηση ενός προϊόντος, σε εικόνες ή παρεμφερή μέσα, καθώς και στον περιέκτη, περιλαμβανομένων της φιάλης και του πώματος·

3)   «επισήμανση»: κάθε μνεία, ένδειξη, εμπορικό σήμα, εμπορική ονομασία, εικόνα ή σύμβολο που αναφέρεται σε ένα προϊόν και τοποθετείται σε κάθε συσκευασία, έγγραφο, πινακίδα, ετικέτα, δακτύλιο ή περιλαίμιο που συνοδεύει ή αναφέρεται στο εν λόγω προϊόν·

4)   «ετικέτα»: κάθε σήμανση, εμπορικό σήμα, σήμα, εικόνα ή άλλη περιγραφή που είναι γραπτή, έντυπη, διάτρητη, σημειωμένη, ανάγλυφη ή αποτυπωμένη ή προσαρτημένη στη συσκευασία ή στο δοχείο του τροφίμου·

5)   «συσκευασία»: τα προστατευτικά περιτυλίγματα, χαρτόκουτα, θήκες, περιέκτες και φιάλες που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά και πώληση αλκοολούχων ποτών·

6)   «απόσταξη»: διαδικασία θερμικού διαχωρισμού που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα στάδια διαχωρισμού με σκοπό την επίτευξη ορισμένων οργανοληπτικών χαρακτηριστικών ή υψηλότερης αλκοολικής συγκέντρωσης ή και των δύο, ανεξάρτητα από το αν τα βήματα αυτά εκτελούνται υπό κανονική πίεση ή υπό κενό, εξαιτίας της συσκευής αποστάξεως που χρησιμοποιείται· και μπορεί να είναι μονή ή πολλαπλή απόσταξη ή επαναπόσταξη·

7)   «προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης»: το αλκοολούχο υγρό που είναι αποτέλεσμα της απόσταξης, ύστερα από αλκοολική ζύμωση, γεωργικών προϊόντων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της Συνθήκης, το οποίο δεν διαθέτει τις ιδιότητες της αιθυλικής αλκοόλης και το οποίο διατηρεί το άρωμα και τη γεύση των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν·

8)   «γλύκανση»: η χρησιμοποίηση ενός ή περισσότερων γλυκαντικών υλών κατά την παραγωγή αλκοολούχων ποτών·

9)   «γλυκαντικές ύλες»:

α)

ημίλευκη ζάχαρη, λευκή ζάχαρη, υπέρλευκη ζάχαρη, δεξτρόζη, φρουκτόζη, σιρόπι γλυκόζης, διάλυμα ζάχαρης, διάλυμα ιμβερτοποιημένου σακχάρου και σιρόπι ιμβερτοποιημένου σακχάρου, όπως ορίζονται στο μέρος Α του παραρτήματος της οδηγίας 2001/111/ΕΚ του Συμβουλίου (17)·

β)

ανακαθαρισμένο συμπυκνωμένο γλεύκος σταφυλιών, συμπυκνωμένο γλεύκος σταφυλιών και νωπό γλεύκος σταφυλιών·

γ)

καραμελοποιημένη ζάχαρη, η οποία είναι το προϊόν που λαμβάνεται αποκλειστικά με ελεγχόμενη θέρμανση σακχαρόζης, χωρίς προσθήκη βάσεων, μεταλλικών οξέων ή άλλων χημικών πρόσθετων·

δ)

μέλι, όπως ορίζεται στο σημείο 1 του παραρτήματος I της οδηγίας 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου (18)·

ε)

χαρουπόμελο·

στ)

κάθε άλλος φυσικός υδατάνθρακας που επιφέρει ανάλογο αποτέλεσμα με εκείνο των προϊόντων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε)·

10)   «προσθήκη αλκοόλης»: η προσθήκη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης, ή και των δύο, σε αλκοολούχο ποτό· μια τέτοια προσθήκη δεν περιλαμβάνει τη χρήση αλκοόλης για την αραίωση ή τη διάλυση χρωστικών υλών, αρωματικών υλών ή άλλων εγκεκριμένων συστατικών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή αλκοολούχων ποτών·

11)   «ωρίμανση» ή «παλαίωση»: η αποθήκευση αλκοολούχου ποτού σε κατάλληλα δοχεία για ορισμένο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε το αλκοολούχο ποτό να υποστεί φυσικές αντιδράσεις που προσδίδουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο εν λόγω αλκοολούχο ποτό·

12)   «αρωματισμός»: η προσθήκη αρωματικών υλών ή αρωματικών τροφίμων κατά την παραγωγή αλκοολούχου ποτού, με μία ή περισσότερες από τις εξής διεργασίες: προσθήκη, έγχυση, διαβροχή, αλκοολική ζύμωση ή απόσταξη αλκοόλης παρουσία αρωματικών υλών ή αρωματικών τροφίμων·

13)   «αρωματικές ύλες»: οι αρωματικές ύλες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008·

14)   «αρωματική ουσία»: η αρωματική ουσία όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008·

15)   «φυσική αρωματική ουσία»: η φυσική αρωματική ουσία όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008·

16)   «αρωματικό παρασκεύασμα»: το αρωματικό παρασκεύασμα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008·

17)   «άλλη αρωματική ύλη»: άλλη αρωματική ύλη όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008·

18)   «αρωματικά τρόφιμα»: τρόφιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19), και τα οποία χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή αλκοολούχων ποτών με κύριο σκοπό τον αρωματισμό τους·

19)   «χρωματισμός»: η χρησιμοποίηση μιας ή περισσότερων χρωστικών κατά την παραγωγή αλκοολούχου ποτού·

20)   «χρωστικές»: οι χρωστικές όπως ορίζονται στο σημείο 2 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008·

21)   «καραμελόχρωμα»: πρόσθετο τροφίμων που αντιστοιχεί στους αριθμούς E 150a, E 150b, E 150c ή E 150d και αφορά προϊόντα με περισσότερο ή λιγότερο έντονο καστανό χρώμα που προορίζονται για χρωματισμό, όπως αναφέρεται στο μέρος B του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008· αυτό δεν αντιστοιχεί στο σακχαρούχο αρωματικό προϊόν που λαμβάνεται από τη θέρμανση σακχάρων και το οποίο χρησιμοποιείται για αρωματισμό·

22)   «άλλα επιτρεπόμενα συστατικά»: συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες που επιτρέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 και πρόσθετα τροφίμων πλην των χρωστικών που επιτρέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008·

23)   «κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος»: ο λόγος του όγκου της καθαρής αλκοόλης, σε θερμοκρασία 20 °C, που περιέχεται σε ένα προϊόν προς τον συνολικό όγκο του προϊόντος αυτού στην ίδια θερμοκρασία·

24)   «περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες»: η ποσότητα πτητικών ουσιών, εκτός της αιθυλικής αλκοόλης και της μεθανόλης, που περιέχεται σε αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη.

Άρθρο 5

Ορισμός και απαιτήσεις για την αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης είναι υγρό που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

λαμβάνεται αποκλειστικά από προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα I της Συνθήκης·

β)

δεν έχει καμία ανιχνεύσιμη γεύση εκτός από τη γεύση των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του·

γ)

ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του είναι 96,0 %·

δ)

το μέγιστο επίπεδο υπολειμμάτων δεν υπερβαίνει τα ακόλουθα:

i)

ολική οξύτητα (εκφραζόμενη σε οξικό οξύ): 1,5 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

ii)

εστέρες (εκφραζόμενοι σε οξικό αιθυλεστέρα): 1,3 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iii)

αλδεΰδες (εκφραζόμενες σε ακεταλδεΰδη): 0,5 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iv)

ανώτερες αλκοόλες (εκφραζόμενες σε 2-μεθυλο-προπανόλης-1): 0,5 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

v)

μεθανόλη: 30 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

vi)

στερεό υπόλειμμα: 1,5 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 %·

vii)

πτητικές αζωτούχες βάσεις (εκφραζόμενες σε άζωτο): 0,1 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

viii)

φουρφουράλη: μη ανιχνεύσιμη.

Άρθρο 6

Αιθυλική αλκοόλη και προϊόντα απόσταξης που χρησιμοποιούνται σε ποτά με αλκοόλη

1.   Η αιθυλική αλκοόλη και τα προϊόντα απόσταξης που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή αλκοολούχων ποτών είναι αποκλειστικά γεωργικής προέλευσης, κατά την έννοια του παραρτήματος I της Συνθήκης.

2.   Δεν επιτρέπεται η χρήση άλλης αλκοόλης εκτός από την αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, τα προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή τα αλκοολούχα ποτά των κατηγοριών 1 έως 14 του παραρτήματος I για την αραίωση ή τη διάλυση χρωστικών υλών, αρωματικών υλών ή κάθε άλλου επιτρεπόμενου συστατικού, τα οποία χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ποτών με αλκοόλη. Η εν λόγω αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την αραίωση ή τη διάλυση χρωστικών υλών, αρωματικών υλών ή κάθε άλλου επιτρεπόμενου συστατικού χρησιμοποιείται μόνο στις απολύτως αναγκαίες για τον σκοπό αυτό ποσότητες.

3.   Τα ποτά με αλκοόλη δεν περιέχουν αλκοόλη συνθετικής προέλευσης, ούτε αλκοόλη μη γεωργικής προέλευσης κατά την έννοια του παραρτήματος I της Συνθήκης.

Άρθρο 7

Κατηγορίες αλκοολούχων ποτών

1.   Τα αλκοολούχα ποτά κατατάσσονται σε κατηγορίες σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες που καθορίζονται στο παρόν άρθρο και τους ειδικούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Με την επιφύλαξη των ειδικών κανόνων που προβλέπονται για καθεμία από τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών 1 έως 14 του παραρτήματος I, τα αλκοολούχα ποτά των εν λόγω κατηγοριών:

α)

παράγονται με αλκοολική ζύμωση και απόσταξη, και αποκλειστικά από τις πρώτες ύλες που προβλέπονται στην αντίστοιχη κατηγορία αλκοολούχων ποτών στο παράρτημα I·

β)

δεν έχουν υποστεί προσθήκη αλκοόλης, αραιωμένης ή μη·

γ)

δεν είναι αρωματισμένα·

δ)

δεν έχουν χρωματιστεί με τίποτε άλλο εκτός από καραμελόχρωμα, το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τη βελτίωση του χρώματος των εν λόγω αλκοολούχων ποτών·

ε)

δεν έχουν υποστεί γλύκανση, παρά μόνο για την τελειοποίηση της γεύσης του τελικού προϊόντος· η μέγιστη περιεκτικότητα σε γλυκαντικές ύλες, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοποιημένο σάκχαρο, δεν υπερβαίνει τα ανώτατα όρια που ορίζονται για κάθε κατηγορία στο παράρτημα I·

στ)

δεν περιέχουν πρόσθετα εκτός από ολόκληρα μη επεξεργασμένα τμήματα της πρώτης ύλης από την οποία προέρχεται η αλκοόλη, τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως για διακοσμητικούς σκοπούς.

3.   Με την επιφύλαξη των ειδικών κανόνων που προβλέπονται για καθεμία από τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών 15 έως 44 του παραρτήματος I, τα αλκοολούχα ποτά των εν λόγω κατηγοριών επιτρέπεται:

α)

να παράγονται από οποιαδήποτε γεωργική πρώτη ύλη από τις περιλαμβανόμενες στο παράρτημα I της Συνθήκης·

β)

να έχουν υποστεί προσθήκη αλκοόλης·

γ)

να περιέχουν αρωματικές ύλες, φυσικές αρωματικές ουσίες, αρωματικά παρασκευάσματα και αρωματικά τρόφιμα·

δ)

να έχουν χρωματιστεί·

ε)

να έχουν υποστεί γλύκανση.

4.   Με την επιφύλαξη των ειδικών κανόνων που προβλέπονται στο παράρτημα II, αλκοολούχα ποτά τα οποία δεν συμμορφώνονται με τους ειδικούς κανόνες που προβλέπονται για κάθε μία από τις κατηγορίες που καθορίζονται στο παράρτημα I επιτρέπεται:

α)

να παράγονται από οποιαδήποτε γεωργική πρώτη ύλη από τις περιλαμβανόμενες στο παράρτημα I της Συνθήκης ή από οποιαδήποτε τρόφιμα ή και από τα δύο·

β)

να έχουν υποστεί προσθήκη αλκοόλης·

γ)

να έχουν αρωματιστεί·

δ)

να έχουν χρωματιστεί·

ε)

να έχουν υποστεί γλύκανση.

Άρθρο 8

Κατ' εξουσιοδότηση και εκτελεστικές αρμοδιότητες

1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού εισάγοντας τροποποιήσεις των τεχνικών ορισμών και απαιτήσεων που καθορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) και στα άρθρα 4 και 5.

Οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αφορούν αποκλειστικά και μόνο την ικανοποίηση αποδεδειγμένων αναγκών που απορρέουν από τις εξελισσόμενες απαιτήσεις των καταναλωτών, την τεχνολογική πρόοδο ή την ανάγκη για καινοτομία προϊόντων.

Η Επιτροπή εκδίδει χωριστή κατ' εξουσιοδότηση πράξη για κάθε τεχνικό ορισμό ή απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού θεσπίζοντας, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον αυτό απαιτείται από τη νομοθεσία της τρίτης χώρας εισαγωγής, παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) και στα άρθρα 4 και 5, τις απαιτήσεις βάσει των κατηγοριών των αλκοολούχων ποτών που καθορίζονται στο παράρτημα I και τους ειδικούς κανόνες που αφορούν ορισμένα αλκοολούχα ποτά που παρατίθενται στο παράρτημα II.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46, για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό προσδιορίζοντας ποιες άλλες φυσικές ουσίες ή γεωργικές πρώτες ύλες που έχουν παρόμοιο αποτέλεσμα με τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 9 στοιχεία α) έως ε) επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται σε ολόκληρη την Ένωση ως γλυκαντικές ύλες για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών.

4.   Η Επιτροπή μπορεί, με την έκδοση εκτελεστικών πράξεων, να θεσπίζει ομοιόμορφους κανόνες για τη χρήση άλλων φυσικών ουσιών ή γεωργικών πρώτων υλών που έχουν εγκριθεί με κατ' εξουσιοδότηση πράξεις ως γλυκαντικές ύλες στην παραγωγή αλκοολούχων ποτών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3, και ιδίως για τον προσδιορισμό των αντίστοιχων συντελεστών μετατροπής γλυκαντικών υλών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΣΙΩΝ ΤΩΝ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΑΛΛΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Άρθρο 9

Παρουσίαση και επισήμανση

Τα αλκοολούχα ποτά που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης ικανοποιούν τις απαιτήσεις παρουσίασης και επισήμανσης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011, εκτός και αν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 10

Νόμιμες ονομασίες αλκοολούχων ποτών·

1.   Η ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού είναι η νόμιμη ονομασία του.

Τα αλκοολούχα ποτά φέρουν επίσημες ονομασίες στην περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανσή τους.

Οι νόμιμες ονομασίες αναγράφονται ευανάγνωστα και ευδιάκριτα στην ετικέτα του αλκοολούχου ποτού και δεν αντικαθίστανται ούτε τροποποιούνται.

2.   Τα αλκοολούχα ποτά που πληρούν τις απαιτήσεις μίας κατηγορίας αλκοολούχων ποτών που παρατίθεται στο παράρτημα I χρησιμοποιούν την ονομασία της αντίστοιχης κατηγορίας ως νόμιμη ονομασία τους, εκτός αν η εν λόγω κατηγορία επιτρέπει τη χρήση άλλης νόμιμης ονομασίας.

3.   Ένα αλκοολούχο ποτό που δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται για οποιαδήποτε από τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I, χρησιμοποιεί τη νόμιμη ονομασία «αλκοολούχο ποτό».

4.   Ένα αλκοολούχο ποτό που συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για περισσότερες από μία κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I, επιτρέπεται να διατίθεται στην αγορά με μία ή και περισσότερες από τις νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται βάσει των εν λόγω κατηγοριών στο παράρτημα I.

5.   Παρά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, η νόμιμη ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού δύναται να:

α)

συμπληρώνεται ή να αντικαθίσταται από γεωγραφική ένδειξη που αναφέρεται στο κεφάλαιο III. Στην περίπτωση αυτή, η γεωγραφική ένδειξη μπορεί να συμπληρώνεται περαιτέρω με οποιονδήποτε όρο επιτρέπεται από τις σχετικές προδιαγραφές προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι η αυτό δεν παραπλανά τον καταναλωτή· και

β)

αντικαθίσταται από έναν σύνθετο όρο που περιλαμβάνει τους όρους «λικέρ» ή «cream», υπό τον όρο ότι το τελικό προϊόν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της κατηγορίας 33 του παραρτήματος I.

6.   Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 και των ειδικών κανόνων που καθορίζονται για τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού, η νόμιμη ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού μπορεί να συμπληρώνεται από:

α)

ονομασία ή γεωγραφική αναφορά προβλεπόμενη από τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος στο οποίο διατίθεται στην αγορά το αλκοολούχο ποτό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν παραπλανά τον καταναλωτή·

β)

μια συνήθη ονομασία όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ιε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011, υπό τον όρο ότι αυτό δεν παραπλανά τον καταναλωτή·

γ)

έναν σύνθετο όρο ή μια μνεία, σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12·

δ)

την ένδειξη «σύμμειγμα» («blend»), «σύμμειξη» («blending») ή «συμμειγμένο» («blended»), εφόσον το αλκοολούχο ποτό είναι αποτέλεσμα σύμμειξης·

ε)

την ένδειξη «μείγμα», «ανάμειξη» ή «αναμεμειγμένο αλκοολούχο ποτό», εφόσον το αλκοολούχο ποτό είναι αποτέλεσμα ανάμειξης· ή

στ)

την ένδειξη «ξηρό» ή «dry», εκτός από την περίπτωση των αλκοολούχων ποτών που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της κατηγορίας 2 του παραρτήματος I, με την επιφύλαξη των ειδικών απαιτήσεων που καθορίζονται στις κατηγορίες 20 έως 22 του παραρτήματος I και εφόσον το αλκοολούχο ποτό δεν έχει υποστεί γλύκανση, ακόμη και για τελειοποίηση της γεύσης. Κατά παρέκκλιση από το πρώτο μέρος του παρόντος σημείου, ο όρος «ξηρό» ή «dry» μπορεί να συμπληρώνει τη νόμιμη ονομασία των αλκοολούχων ποτών που πληρούν τις απαιτήσεις της κατηγορίας 33 και έχουν, κατά συνέπεια, υποστεί γλύκανση.

7.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 11 και 12 και του άρθρου 13 παράγραφοι 2, 3 και 4, απαγορεύεται η χρήση των νομίμων ονομασιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ή γεωγραφικών ενδείξεων στην περιγραφή, στην παρουσίαση ή στην επισήμανση οποιουδήποτε ποτού δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της αντίστοιχης κατηγορίας που παρατίθενται στο παράρτημα I ή της αντίστοιχης γεωγραφικής ένδειξης. Η απαγόρευση αυτή ισχύει επίσης και όταν τέτοιες νόμιμες ονομασίες ή γεωγραφικές ενδείξεις χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με λέξεις ή φράσεις όπως «είδος», «τύπος», «χαρακτήρας», «παραγωγή»«άρωμα/γεύση» ή άλλοι ανάλογοι όροι.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 12 παράγραφος 1, οι αρωματικές ύλες που μιμούνται αλκοολούχο ποτό ή τη χρήση του για την παραγωγή τροφίμου που δεν είναι ποτό μπορούν να φέρουν, στην παρουσίαση και στην επισήμανσή τους, αναφορές στις νόμιμες ονομασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω νόμιμες ονομασίες συμπληρώνονται με τον όρο «άρωμα/γεύση» ή με οποιονδήποτε άλλο παρόμοιο όρο. Οι γεωγραφικές ενδείξεις δεν χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν παρόμοιες αρωματικές ύλες.

Άρθρο 11

Σύνθετοι όροι

1.   Στην περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση ενός ποτού με αλκοόλη, η χρήση, σε σύνθετο όρο, είτε νόμιμης ονομασίας που προβλέπεται στις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I είτε γεωγραφικής ένδειξης για αλκοολούχα ποτά επιτρέπεται, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

η αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του ποτού με αλκοόλη προέρχεται αποκλειστικά από το αλκοολούχο ποτό που αναφέρεται στον σύνθετο όρο, εκτός από την αλκοόλη που μπορεί να υπάρχει σε αρωματικές ύλες, χρωστικές ή άλλα επιτρεπόμενα συστατικά τα οποία χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αυτού του ποτού με αλκοόλη· και

β)

το αλκοολούχο ποτό δεν έχει αραιωθεί με την προσθήκη μόνο νερού, ώστε ο αλκοολικός τίτλος του να είναι κάτω από τον ελάχιστο τίτλο που προβλέπεται βάσει της αντίστοιχης κατηγορίας των αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I.

2.   Με την επιφύλαξη των νομίμων ονομασιών που προβλέπονται στο άρθρο 10, οι όροι «αλκοόλη», «απόσταγμα», «ποτό», «αλκοολούχο ποτό» και «νερό» δεν αποτελούν μέρος σύνθετου όρου που περιγράφει κάποιο ποτό με αλκοόλη.

3.   Οι σύνθετοι όροι που περιγράφουν ένα ποτό με αλκοόλη:

α)

αναγράφονται με ομοιόμορφους χαρακτήρες της ίδιας γραμματοσειράς και του ίδιου μεγέθους και χρώματος·

β)

δεν διακόπτονται από κείμενα ή εικόνες που δεν αποτελούν τμήμα τους· και

γ)

δεν αναγράφονται με μέγεθος γραμματοσειράς μεγαλύτερο από το μέγεθος γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται για την ονομασία του ποτού με αλκοόλη.

Άρθρο 12

Μνείες

1.   Στην παρουσίαση και επισήμανση ενός τροφίμου που δεν είναι ποτό με αλκοόλη, επιτρέπεται η μνεία στις νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται σε μία ή περισσότερες κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I ή σε μία ή περισσότερες γεωγραφικές ενδείξεις αλκοολούχων ποτών, υπό τον όρο ότι η αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του τροφίμου προέρχεται αποκλειστικά από το αλκοολούχο ποτό ή τα αλκοολούχα ποτά που αναφέρονται στη μνεία, εκτός από την αλκοόλη που μπορεί να περιέχεται σε αρωματικές ύλες, χρωστικές ή άλλα επιτρεπόμενα συστατικά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εν λόγω τροφίμου.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 (20) και (ΕΕ) αριθ. 251/2014 (21), στην παρουσίαση και επισήμανση ποτού με αλκοόλη εκτός από αλκοολούχο ποτό, επιτρέπεται η μνεία στις νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται για μία ή περισσότερες κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού ή για μία ή περισσότερες γεωγραφικές ενδείξεις αλκοολούχων ποτών, υπό τον όρο ότι:

α)

η προστιθέμενη αλκοόλη προέρχεται αποκλειστικά από το αλκοολούχο ποτό ή τα αλκοολούχα ποτά που αναφέρονται στη μνεία· και

β)

η αναλογία κάθε αλκοολικού συστατικού αναφέρεται τουλάχιστον μία φορά στο ίδιο οπτικό πεδίο όπως η μνεία, κατά φθίνουσα σειρά, των χρησιμοποιούμενων ποσοτήτων. Η αναλογία αυτή ισούται με το επί τοις εκατό ποσοστό, κατ' όγκον, της καθαρής αλκοόλης που αντιπροσωπεύει το κάθε αλκοολικό συστατικό επί του συνολικού, κατ' όγκον, περιεχομένου του τελικού προϊόντος σε καθαρή αλκοόλη.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και από το άρθρο 13 παράγραφος 4, στην περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση αλκοολούχου ποτού που ικανοποιεί τις απαιτήσεις των κατηγοριών 33 έως 40 του παραρτήματος I, επιτρέπεται η μνεία στις νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται για μία ή περισσότερες κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο εν λόγω παράρτημα ή για μία ή περισσότερες γεωγραφικές ενδείξεις αλκοολούχων ποτών, υπό τον όρο ότι:

α)

η προστιθέμενη αλκοόλη προέρχεται αποκλειστικά από το αλκοολούχο ποτό ή τα αλκοολούχα ποτά που αναφέρονται στη μνεία·

β)

η αναλογία κάθε αλκοολικού συστατικού αναφέρεται τουλάχιστον μία φορά στο ίδιο οπτικό πεδίο όπως η μνεία, κατά φθίνουσα σειρά, των χρησιμοποιούμενων ποσοτήτων. Η αναλογία αυτή ισούται με το επί τοις εκατό ποσοστό, κατ' όγκον, της καθαρής αλκοόλης που αντιπροσωπεύει το κάθε αλκοολικό συστατικό επί του συνολικού, κατ' όγκον, περιεχομένου του τελικού προϊόντος σε καθαρή αλκοόλη· και

γ)

ο όρος «cream» δεν εμφανίζεται στη νόμιμη ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού που ικανοποιεί τις απαιτήσεις των κατηγοριών 33 έως 40 του παραρτήματος I ή στην επίσημη ονομασία του αλκοολούχου ποτού ή των αλκοολούχων ποτών που αναφέρονται στη μνεία.

4.   Οι μνείες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3:

α)

δεν βρίσκονται στην ίδια γραμμή με την ονομασία του ποτού με αλκοόλη· και

β)

αναγράφονται σε μέγεθος γραμματοσειράς που δεν υπερβαίνει το ήμισυ του μεγέθους γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται για την ονομασία του ποτού με αλκοόλη και, όταν χρησιμοποιούνται σύνθετοι όροι, σε μέγεθος γραμματοσειράς που δεν υπερβαίνει το ήμισυ του μεγέθους γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται για τέτοιους σύνθετους όρους, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

Άρθρο 13

Πρόσθετοι κανόνες περιγραφής, παρουσίασης και επισήμανσης

1.   Η περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση αλκοολούχου ποτού μπορεί να αναφέρεται στις πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή του εν λόγω αλκοολούχου ποτού μόνο εάν η εν λόγω αιθυλική αλκοόλη ή τα εν λόγω προϊόντα απόσταξης ελήφθησαν αποκλειστικά από τις εν λόγω πρώτες ύλες. Στην περίπτωση αυτή, κάθε είδος αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή προϊόντος απόσταξης γεωργικής προέλευσης αναφέρεται κατά φθίνουσα σειρά των ποσοτήτων καθαρής αλκοόλης κατ' όγκον.

2.   Οι επίσημες ονομασίες που αναφέρονται στο άρθρο 10 μπορούν να συμπεριληφθούν σε κατάλογο συστατικών για τρόφιμα υπό την προϋπόθεση ότι ο κατάλογος συμμορφώνεται με τα άρθρα 18 έως 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011.

3.   Στην περίπτωση μείγματος ή συμμείγματος, οι νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται στις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I ή γεωγραφικές ενδείξεις για αλκοολούχα ποτά μπορούν να αναγράφονται μόνο σε κατάλογο αλκοολικών συστατικών, που εμφανίζεται στο ίδιο οπτικό πεδίο με τη νόμιμη ονομασία του αλκοολούχου ποτού.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ο κατάλογος αλκοολικών συστατικών συνοδεύεται από έναν τουλάχιστον από τους όρους που αναφέρονται στα στοιχεία δ) και ε) του άρθρου 10 παράγραφος 6. Τόσο ο κατάλογος αλκοολικών συστατικών όσο και ο συνοδευτικός όρος αναγράφονται στο ίδιο οπτικό πεδίο με τη νόμιμη ονομασία του αλκοολούχου ποτού, με ομοιόμορφους χαρακτήρες της ίδιας γραμματοσειράς και του ίδιου χρώματος και σε μέγεθος γραμματοσειράς που δεν υπερβαίνει το ήμισυ του μεγέθους γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται για τη νόμιμη ονομασία.

Επιπλέον, η αναλογία κάθε αλκοολικού συστατικού στον κατάλογο αλκοολικών συστατικών εκφράζεται τουλάχιστον μία φορά ως ποσοστό επί τοις εκατό, κατά φθίνουσα σειρά των ποσοτήτων που χρησιμοποιήθηκαν. Η αναλογία αυτή ισούται με το επί τοις εκατό ποσοστό, κατ' όγκον, της καθαρής αλκοόλης που αντιπροσωπεύει το κάθε αλκοολικό συστατικό επί του συνολικού, κατ' όγκον, περιεχομένου του μείγματος σε καθαρή αλκοόλη.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε συμμείγματα αλκοολούχων ποτών τα οποία ανήκουν στην ίδια γεωγραφική ένδειξη ή σε συμμείγματα στα οποία κανένα από τα αλκοολούχα ποτά δεν ανήκει σε γεωγραφική ένδειξη.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εάν ένα μείγμα συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για μία από τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που παρατίθενται στο παράρτημα I, το εν λόγω μείγμα φέρει τη νόμιμη ονομασία που προβλέπεται στην αντίστοιχη κατηγορία.

Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου, η περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση του μείγματος μπορεί να περιλαμβάνει τις νόμιμες ονομασίες που ορίζονται στο παράρτημα I ή τις γεωγραφικές ενδείξεις που αντιστοιχούν στα αλκοολούχα ποτά που αναμείχθηκαν, υπό την προϋπόθεση ότι οι ονομασίες αυτές αναγράφονται:

α)

αποκλειστικά σε κατάλογο όλων των αλκοολικών συστατικών που περιέχονται στο μείγμα, ο οποίος εμφανίζεται με ομοιόμορφους χαρακτήρες της ίδιας γραμματοσειράς και του ίδιου χρώματος και σε μέγεθος γραμματοσειράς που δεν υπερβαίνει το ήμισυ του μεγέθους γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται για τη νόμιμη ονομασία· και

β)

στο ίδιο οπτικό πεδίο με τη νόμιμη ονομασία του μείγματος τουλάχιστον μία φορά.

Επιπλέον, η αναλογία κάθε αλκοολικού συστατικού στον κατάλογο αλκοολικών συστατικών εκφράζεται τουλάχιστον μία φορά ως ποσοστό επί τοις εκατό, κατά φθίνουσα σειρά των ποσοτήτων που χρησιμοποιήθηκαν. Η αναλογία αυτή ισούται με το επί τοις εκατό ποσοστό, κατ' όγκον, της καθαρής αλκοόλης που αντιπροσωπεύει το κάθε αλκοολικό συστατικό επί του συνολικού, κατ' όγκον, περιεχομένου του μείγματος σε καθαρή αλκοόλη.

5.   Η χρήση των ονομασιών φυτικών πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται ως νόμιμες ονομασίες ορισμένων αλκοολούχων ποτών δεν θίγει τη χρήση των ονομασιών των εν λόγω φυτικών πρώτων υλών στην παρουσίαση και επισήμανση άλλων τροφίμων. Οι ονομασίες αυτών των πρώτων υλών μπορούν να χρησιμοποιούνται στην περιγραφή, την παρουσίαση ή την επισήμανση άλλων αλκοολούχων ποτών, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση αυτή δεν παραπλανά τον καταναλωτή.

6.   Η περίοδος ωρίμανσης ή παλαίωσης μπορεί να προσδιορίζεται στην περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση αλκοολούχου ποτού μόνο όταν αφορά το νεότερο από τα αλκοολικά συστατικά του αλκοολούχου ποτού, και σε κάθε περίπτωση υπό τον όρο ότι όλες οι διαδικασίες παλαίωσης του αλκοολούχου ποτού έχουν διενεργηθεί υπό τον φορολογικό έλεγχο ενός κράτους μέλους ή έλεγχο που παρέχει ισοδύναμες εγγυήσεις. Η Επιτροπή δημιουργεί δημόσιο μητρώο στο οποίο παρατίθενται οι οργανισμοί που έχει ορίσει κάθε κράτος μέλος για την εποπτεία της διαδικασίας παλαίωσης.

7.   Η νόμιμη ονομασία αλκοολούχου ποτού αναγράφεται στο ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 684/2009 της Επιτροπής (22). Όταν στην περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση αλκοολούχου ποτού αναφέρεται η περίοδος ωρίμανσης ή παλαίωσης, αυτή πρέπει να αναφέρεται και στο εν λόγω διοικητικό έγγραφο.

Άρθρο 14

Ένδειξη τόπου προέλευσης

1.   Όταν αναφέρεται στην περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση ενός αλκοολούχου ποτού ο τόπος προέλευσής του, εκτός από γεωγραφική ένδειξη ή εμπορικό σήμα, αυτός αντιστοιχεί στον τόπο ή την περιοχή όπου έλαβε χώρα το στάδιο της διαδικασίας παραγωγής που προσέδωσε στο τελικό αλκοολούχο ποτό τον χαρακτήρα του και τις ουσιαστικές ιδιότητες που το προσδιορίζουν.

2.   Η ένδειξη της χώρας καταγωγής ή του τόπου προέλευσης του πρωτεύοντος συστατικού όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 δεν είναι υποχρεωτική για τα αλκοολούχα ποτά.

Άρθρο 15

Γλώσσα που χρησιμοποιείται για τις ονομασίες των αλκοολούχων ποτών

1.   Οι όροι που αναγράφονται με πλάγιους χαρακτήρες στα παραρτήματα I και ΙΙ και οι γεωγραφικές ενδείξεις δεν μεταφράζονται ούτε στις ετικέτες ούτε στην περιγραφή και παρουσίαση του αλκοολούχου ποτού.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, στην περίπτωση αλκοολούχων ποτών που παράγονται στην Ένωση και προορίζονται για εξαγωγή, οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και γεωγραφικές ενδείξεις μπορούν να συνοδεύονται από μεταφράσεις, μεταγραφές ή μεταγραμματισμούς, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αποκρύπτονται αυτοί οι όροι και οι γεωγραφικές ενδείξεις στη γλώσσα του πρωτοτύπου.

Άρθρο 16

Χρήση συμβόλου της Ένωσης για γεωγραφικές ενδείξεις

Το σύμβολο της Ένωσης για προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις, που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 12 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, μπορεί να χρησιμοποιείται για την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση αλκοολούχων ποτών, οι ονομασίες των οποίων είναι γεωγραφικές ενδείξεις.

Άρθρο 17

Απαγόρευση μολυβδούχων θηκών και μολυβδούχων φύλλων

Τα αλκοολούχα ποτά δεν φυλάσσονται με σκοπό την πώληση ούτε διατίθενται στην αγορά σε δοχεία με συστήματα πωματισμού που καλύπτονται από μολυβδούχες θήκες ή μολυβδούχα φύλλα.

Άρθρο 18

Ενωσιακές αναλυτικές μέθοδοι αναφοράς

1.   Όταν αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχα ποτά πρόκειται να αναλυθούν για να επαληθευτεί ότι συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό, η εν λόγω ανάλυση πρέπει να είναι σύμφωνη με τις ενωσιακές αναλυτικές μεθόδους αναφοράς για τον προσδιορισμό της χημικής και φυσικής τους σύνθεσης και των οργανοληπτικών τους ιδιοτήτων.

Υπό την ευθύνη του διευθυντή του εργαστηρίου, επιτρέπονται και άλλες μέθοδοι ανάλυσης, υπό την προϋπόθεση ότι η ορθότητα, η επαναληψιμότητα και η αναπαραγωγιμότητα των μεθόδων είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες των σχετικών ενωσιακών αναλυτικών μεθόδων αναφοράς.

2.   Όταν δεν υπάρχουν ενωσιακές αναλυτικές μέθοδοι για την ανίχνευση και τον ποσοτικό προσδιορισμό των ουσιών που περιέχονται σε συγκεκριμένο αλκοολούχο ποτό, εφαρμόζονται μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες μεθόδους:

α)

αναλυτικές μέθοδοι που έχουν επικυρωθεί με διεθνώς αναγνωρισμένες διαδικασίες και οι οποίες πληρούν, ιδίως, τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23)·

β)

αναλυτικές μέθοδοι σύμφωνες προς τα συνιστώμενα πρότυπα του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (ISO)·

γ)

αναλυτικές μέθοδοι αναγνωρισμένες και δημοσιευμένες από τον Διεθνή Οργανισμό Αμπέλου και Οίνου (OIV)· ή

δ)

ελλείψει μιας εκ των μεθόδων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ), και λόγω της ακρίβειας, της επαναληψιμότητας και της αναπαραγωγιμότητάς της:

μια μέθοδος ανάλυσης εγκεκριμένη από το οικείο κράτος μέλος·

εφόσον παρίσταται ανάγκη, κάθε άλλη κατάλληλη μέθοδος ανάλυσης.

Άρθρο 19

Κατ' εξουσιοδότηση αρμοδιότητες

1.   Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η παραδοσιακή διαδικασία δυναμικής παλαίωσης στα κράτη μέλη για το brandy, που είναι γνωστή ως σύστημα «criaderas y solera» ή σύστημα «solera e criaderas», όπως ορίζεται στο παράρτημα III, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με:

α)

τη θέσπιση παρεκκλίσεων από το άρθρο 13 παράγραφος 6 όσον αφορά τον προσδιορισμό της περιόδου ωρίμασης ή της ηλικίας στην περιγραφή, την παρουσίαση ή την επισήμανση του εν λόγω brandy· και

β)

τη θέσπιση κατάλληλων μηχανισμών ελέγχου για το εν λόγω brandy.

2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού σχετικά με τη συγκρότηση ενός δημόσιου μητρώου όπου θα απαριθμούνται οι οργανισμοί που έχουν οριστεί από κάθε κράτος μέλος για την εποπτεία των διαδικασιών παλαίωσης που προβλέπονται στο άρθρο 13 παράγραφος 6.

Άρθρο 20

Εκτελεστικές αρμοδιότητες

Η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει, με την έκδοση εκτελεστικών πράξεων:

α)

τους αναγκαίους κανόνες για τις κοινοποιήσεις που πρέπει να γίνονται από τα κράτη μέλη όσον αφορά τους οργανισμούς που έχουν οριστεί για την εποπτεία των διαδικασιών παλαίωσης σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 6·

β)

ομοιόμορφους κανόνες για την αναγραφή της χώρας καταγωγής ή του τόπου προέλευσης στην περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση των αλκοολούχων ποτών που αναφέρεται στο άρθρο 14·

γ)

κανόνες σχετικά με τη χρήση του συμβόλου της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 16 στην περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση αλκοολούχων ποτών·

δ)

λεπτομερείς τεχνικούς κανόνες σχετικά με τις ενωσιακές αναλυτικές μεθόδους αναφοράς για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 18.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ

Άρθρο 21

Προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων

1.   Οι γεωγραφικές ενδείξεις που προστατεύονται βάσει του παρόντος κανονισμού μπορούν να χρησιμοποιούνται από όλες τις επιχειρήσεις εμπορίας αλκοολούχων ποτών που παράγονται σύμφωνα με τις αντίστοιχες προδιαγραφές προϊόντος.

2.   Οι γεωγραφικές ενδείξεις που προστατεύονται βάσει του παρόντος κανονισμού προστατεύονται από:

α)

κάθε άμεση ή έμμεση εμπορική χρήση καταχωρισμένης ονομασίας για προϊόντα που δεν καλύπτονται από την καταχώριση, εφόσον τα προϊόντα αυτά είναι συγκρίσιμα με τα προϊόντα που έχουν καταχωρισθεί με την ονομασία αυτή ή εφόσον η εν λόγω χρήση εκμεταλλεύεται τη φήμη της προστατευόμενης ονομασίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνται ως συστατικό·

β)

κάθε κατάχρηση, απομίμηση ή επίκληση, έστω και αν αναφέρεται η πραγματική καταγωγή των προϊόντων ή των υπηρεσιών ή εάν η προστατευόμενη ονομασία μεταφράζεται ή συνοδεύεται από εκφράσεις όπως «χαρακτήρας», «τύπος», «μέθοδος», «παραγωγή», «απομίμηση», «άρωμα/γεύση», «είδος» ή άλλες ανάλογες εκφράσεις, μεταξύ άλλων όταν τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνται ως συστατικά·

γ)

κάθε άλλη ψευδή ή παραπλανητική ένδειξη σε σχέση με την προέλευση, την καταγωγή, τον χαρακτήρα ή τις ουσιαστικές ιδιότητες του προϊόντος στην περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση του προϊόντος που μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένη εντύπωση ως προς την καταγωγή του προϊόντος·

δ)

κάθε άλλη πρακτική που μπορεί να παραπλανήσει τον καταναλωτή όσον αφορά την πραγματική καταγωγή του προϊόντος.

3.   Οι γεωγραφικές ενδείξεις που προστατεύονται βάσει του παρόντος κανονισμού δεν καθίστανται κοινές στην Ένωση.

4.   Οι προστασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ισχύουν επίσης για αγαθά που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης χωρίς να τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί.

Άρθρο 22

Προδιαγραφές προϊόντος

1.   Η γεωγραφική ένδειξη που προστατεύεται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι σύμφωνη με προδιαγραφές προϊόντος οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

την ονομασία που πρέπει να προστατεύεται ως γεωγραφική ένδειξη, όπως χρησιμοποιείται, είτε στο εμπόριο είτε στην καθομιλουμένη γλώσσα, και μόνο στις γλώσσες οι οποίες κατά παράδοση χρησιμοποιούνται ή χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν για την περιγραφή του συγκεκριμένου προϊόντος στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή, στην πρωτότυπη γραφή και σε λατινικό αλφάβητο, εάν διαφέρει·

β)

την κατηγορία του αλκοολούχου ποτού ή τον όρο «αλκοολούχο ποτό», εάν το αλκοολούχο ποτό δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις που καθορίζονται για τις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που ορίζονται στο παράρτημα I·

γ)

περιγραφή των χαρακτηριστικών του αλκοολούχου ποτού, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων υλών από τις οποίες παράγεται, κατά περίπτωση, καθώς και των κύριων φυσικών, χημικών και οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του προϊόντος και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προϊόντος σε σύγκριση με τα αλκοολούχα ποτά της ίδιας κατηγορίας·

δ)

τον καθορισμό της γεωγραφικής περιοχής που οριοθετείται σε σχέση με το δεσμό που αναφέρεται στο στοιχείο στ)·

ε)

περιγραφή της μεθόδου παραγωγής του αλκοολούχου ποτού και, κατά περίπτωση, των αυθεντικών και αναλλοίωτων τοπικών μεθόδων παραγωγής·

στ)

λεπτομέρειες που αποδεικνύουν τον δεσμό μεταξύ δεδομένης ποιότητας, της φήμης ή άλλου χαρακτηριστικού του αλκοολούχου ποτού, αφενός, και της γεωγραφικής καταγωγής του αφετέρου·

ζ)

τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρμοδίων αρχών ή, εφόσον είναι εφικτό, των οργανισμών που ελέγχουν την τήρηση των διατάξεων των προδιαγραφών προϊόντος δυνάμει του άρθρου 38, καθώς και τα συγκεκριμένα καθήκοντά τους·

η)

τυχόν ειδικούς κανόνες επισήμανσης σχετικά με τη συγκεκριμένη γεωγραφική ένδειξη.

Όπου αρμόζει, στις προδιαγραφές προϊόντος περιλαμβάνονται απαιτήσεις σχετικά με τη συσκευασία, συνοδευόμενες από αιτιολόγηση, με την οποία τεκμηριώνεται γιατί το συγκεκριμένο προϊόν πρέπει να συσκευάζεται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής, προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η καταγωγή ή ο έλεγχος, λαμβανομένου υπόψη του δικαίου της Ένωσης, ιδίως του δικαίου της Ένωσης όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών·

2.   Οι τεχνικοί φάκελοι που υποβάλλονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε αίτησης πριν από τις 8 Ιουνίου 2019 δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 θεωρούνται προδιαγραφές προϊόντος βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 23

Περιεχόμενο της αίτησης καταχώρισης μιας γεωγραφικής ένδειξης

1.   Η αίτηση για την καταχώριση γεωγραφικής ένδειξης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5 ή 8 περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση της αιτούσας ομάδας και των αρμόδιων αρχών ή, κατά περίπτωση, των οργανισμών που ελέγχουν την τήρηση των διατάξεων των προδιαγραφών προϊόντος·

β)

τις προδιαγραφές προϊόντος που προβλέπονται στο άρθρο 22·

γ)

ενιαίο έγγραφο στο οποίο ορίζονται τα ακόλουθα:

i)

τα κύρια σημεία των προδιαγραφών του προϊόντος, μεταξύ των οποίων η ονομασία που πρόκειται να προστατευτεί, η κατηγορία στην οποία ανήκει το αλκοολούχο ποτό ή ο όρος «αλκοολούχο ποτό», η μέθοδος παραγωγής, περιγραφή των χαρακτηριστικών του αλκοολούχου ποτού, συνοπτικό προσδιορισμό της γεωγραφικής περιοχής και, όπου ενδείκνυται, ειδικοί κανόνες που αφορούν τη συσκευασία και την επισήμανση·

ii)

περιγραφή του δεσμού μεταξύ του αλκοολούχου ποτού και της γεωγραφικής καταγωγής του, όπως αναφέρεται στο σημείο 4) του άρθρου 3, συμπεριλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, των ειδικών στοιχείων της περιγραφής του προϊόντος ή της μεθόδου παραγωγής που τεκμηριώνουν τον δεσμό αυτόν.

Η αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 8 περιλαμβάνουν επιπλέον την αναφορά δημοσίευσης της προδιαγραφής προϊόντος και απόδειξη ότι η ονομασία του προϊόντος προστατεύεται στη χώρα καταγωγής του.

2.   Ο φάκελος της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 7 περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση της αιτούσας ομάδας·

β)

το ενιαίο έγγραφο που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

γ)

δήλωση του κράτους μέλους σύμφωνα με την οποία θεωρεί πως η αίτηση πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και των διατάξεων που έχουν θεσπισθεί δυνάμει αυτού·

δ)

τα στοιχεία δημοσίευσης των προδιαγραφών του προϊόντος.

Άρθρο 24

Αίτηση καταχώρισης γεωγραφικής ένδειξης

1.   Οι αιτήσεις καταχώρισης γεωγραφικής ένδειξης βάσει του παρόντος κεφαλαίου υποβάλλονται μόνον από ομάδες οι οποίες εργάζονται με το αλκοολούχο ποτό η ονομασία του οποίου προτείνεται προς καταχώριση.

2.   Η αρχή που ορίζεται από ένα κράτος μέλος μπορεί να θεωρηθεί ως ομάδα για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, εάν δεν είναι εφικτό για τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς να σχηματίσουν ομάδα λόγω του αριθμού τους, της γεωγραφικής τους θέσης ή των οργανωτικών τους χαρακτηριστικών. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο φάκελος της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 αναφέρει τους λόγους αυτούς.

3.   Ένα μεμονωμένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί ομάδα για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, εάν πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το εν λόγω πρόσωπο είναι ο μοναδικός παραγωγός ο οποίος επιθυμεί να υποβάλει αίτηση· και

β)

η προσδιορισμένη γεωγραφική περιοχή διαθέτει χαρακτηριστικά που διαφέρουν αισθητά από εκείνα των γειτονικών περιοχών, τα χαρακτηριστικά του αλκοολούχου ποτού διαφέρουν από εκείνα που παράγονται στις γειτονικές περιοχές ή το αλκοολούχο ποτό έχει ιδιαίτερη ποιότητα, φήμη ή άλλο χαρακτηριστικό που μπορεί να αποδοθεί σαφώς στη γεωγραφική του καταγωγή.

4.   Σε περίπτωση γεωγραφικής ένδειξης η οποία περιγράφει διασυνοριακή γεωγραφική περιοχή, διάφορες ομάδες από διαφορετικά κράτη μέλη ή τρίτες χώρες μπορούν να υποβάλουν κοινή αίτηση καταχώρισης.

Όταν υποβάλλεται κοινή αίτηση, υποβάλλεται στην Επιτροπή από ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, ή από αιτούσα ομάδα που είναι εγκατεστημένη σε οικεία τρίτη χώρα, απευθείας ή μέσω των αρχών της εν λόγω τρίτης χώρας, ύστερα από διαβούλευση με όλες τις εμπλεκόμενες αρχές και αιτούσες ομάδες. Η κοινή αίτηση περιλαμβάνει τη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ) από όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Οι απαιτήσεις του άρθρου 23 πληρούνται σε όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και τρίτες χώρες.

Στην περίπτωση κοινών αιτήσεων, οι σχετικές εθνικές διαδικασίες ένστασης διεξάγονται σε όλα τα οικεία κράτη μέλη.

5.   Σε περίπτωση που η αίτηση αφορά γεωγραφική περιοχή που βρίσκεται εντός κράτους μέλους, η αίτηση υποβάλλεται στις αρχές του εν λόγω κράτους μέλους.

Το κράτος μέλος εξετάζει την αίτηση με τον ενδεδειγμένο τρόπο, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και εάν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου.

6.   Στο πλαίσιο της εξέτασης που προβλέπεται στην παράγραφο 5 δεύτερο εδάφιο, το κράτος μέλος κινεί εθνική διαδικασία ένστασης που εξασφαλίζει την επαρκή δημοσιότητα της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 και προβλέπει εύλογο χρονικό διάστημα, εντός του οποίου κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και διαμένει ή είναι εγκατεστημένο στην επικράτειά του μπορεί να υποβάλει ένσταση κατά της αίτησης.

Το κράτος μέλος εξετάζει το παραδεκτό οποιωνδήποτε ενστάσεων παραλαμβάνονται, σύμφωνα με κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 28.

7.   Εάν, μετά την αξιολόγηση των υποβληθεισών ενστάσεων, το κράτος μέλος θεωρεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου, μπορεί να λάβει ευνοϊκή απόφαση και να υποβάλει στην Επιτροπή τον φάκελο της αίτησης. Στην περίπτωση αυτή, γνωστοποιεί στην Επιτροπή τις παραδεκτές ενστάσεις που έχει λάβει από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει διαθέσει νόμιμα στην αγορά τα συγκεκριμένα προϊόντα, χρησιμοποιώντας τις σχετικές ονομασίες αδιαλείπτως επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία της δημοσιοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο 6. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με οποιεσδήποτε εθνικές δικαστικές διαδικασίες που ενδέχεται να επηρεάσουν τη διαδικασία καταχώρισης.

Το κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, όταν λαμβάνει ευνοϊκή απόφαση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η εν λόγω απόφαση δημοσιοποιείται και παρέχεται δυνατότητα προσφυγής σε κάθε φυσικό ή νομικό προσώπου που έχει σχετικό έννομο συμφέρον.

Το κράτος μέλος εξασφαλίζει τη δημοσίευση της έκδοσης των προδιαγραφών του προϊόντος στην οποία βασίζεται η ευνοϊκή του απόφαση και παρέχει ηλεκτρονική πρόσβαση στις προδιαγραφές αυτές.

Το κράτος μέλος διασφαλίζει επίσης την κατάλληλη δημοσίευση της έκδοσης των προδιαγραφών του προϊόντος στην οποία βασίζεται η απόφαση της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 2.

8.   Σε περίπτωση που η αίτηση αφορά γεωγραφική περιοχή που βρίσκεται σε τρίτη χώρα, η αίτηση υποβάλλεται στην Επιτροπή, είτε απευθείας είτε μέσω των αρχών της οικείας τρίτης χώρας.

9.   Τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο έγγραφα που αποστέλλονται στην Επιτροπή συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.

Άρθρο 25

Προσωρινή εθνική προστασία

1.   Σε προσωρινή μόνο βάση, τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν προστασία σε ονομασία βάσει του παρόντος κεφαλαίου σε εθνικό επίπεδο, με ισχύ από την ημερομηνία υποβολής αίτησης στην Επιτροπή.

2.   Η εθνική αυτή προστασία παύει από την ημερομηνία κατά την οποία είτε λαμβάνεται απόφαση σχετικά με την καταχώριση βάσει του παρόντος κεφαλαίου είτε ανακαλείται η αίτηση.

3.   Σε περίπτωση που μια ονομασία δεν είναι καταχωρισμένη σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, οι συνέπειες αυτής της εθνικής προστασίας βαρύνουν αποκλειστικά το οικείο κράτος μέλος.

4.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 παράγουν αποτελέσματα μόνο σε εθνικό επίπεδο και δεν θίγουν το ενδοενωσιακό ή το διεθνές εμπόριο.

Άρθρο 26

Εξέταση από την Επιτροπή και δημοσίευση που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων

1.   Η Επιτροπή εξετάζει, με τον ενδεδειγμένο τρόπο, κάθε αίτηση που λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 24, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη, εάν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου, και εάν έχουν ληφθεί υπόψη τα συμφέροντα ενδιαφερομένων μερών εκτός του κράτους μέλους της αίτησης. Η εξέταση αυτή βασίζεται στο ενιαίο έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο γ), συνίσταται σε έλεγχο για τη διαπίστωση της ύπαρξης εμφανών σφαλμάτων στην αίτηση και δεν πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να διαρκεί περισσότερο από έξι μήνες. Ωστόσο, σε περίπτωση υπέρβασης της περιόδου αυτής, η Επιτροπή αμέσως αναφέρει εγγράφως στον αιτούντα τους λόγους της καθυστέρησης.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί, τουλάχιστον ανά μήνα, τον κατάλογο των ονομασιών για τις οποίες της έχουν υποβληθεί αιτήσεις καταχώρισης, καθώς και την ημερομηνία υποβολής τους. Ο κατάλογος περιλαμβάνει επίσης το όνομα του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας από την οποία υποβλήθηκε η αίτηση.

2.   Όταν, βάσει της εξέτασης που διεξάγεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή κρίνει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου, δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης το ενιαίο έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και την παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος.

Άρθρο 27

Διαδικασία ένστασης

1.   Εντός τριών μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να υποβληθεί ένσταση στην Επιτροπή είτε από τις αρχές κράτους μέλους ή τρίτης χώρας είτε από φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και διαμένει ή είναι εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα.

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και διαμένει ή είναι εγκατεστημένο σε κράτος μέλος διαφορετικό εκείνου από το οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, μπορεί να υποβάλει ένσταση στο κράτος μέλος στο οποίο το εν λόγω πρόσωπο διαμένει ή είναι εγκατεστημένο, εντός της προθεσμίας υποβολής ένστασης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

Η κοινοποιούμενη ένσταση περιέχει δήλωση ότι η αίτηση ενδέχεται να παραβαίνει τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου.

H κοινοποιούμενη ένσταση που δεν περιέχει μια τέτοια δήλωση είναι άκυρη.

Η Επιτροπή διαβιβάζει αμελλητί την κοινοποιούμενη ένσταση στην αρχή ή τον φορέα που υπέβαλε την αίτηση.

2.   Εάν υποβληθεί ένσταση στην Επιτροπή και ακολουθήσει εντός δύο μηνών αιτιολογημένη δήλωση ένστασης, η Επιτροπή ελέγχει το παραδεκτό αυτής της αιτιολογημένης δήλωσης ένστασης.

3.   Εντός δύο μηνών από την παραλαβή παραδεκτής αιτιολογημένης δήλωσης ένστασης, η Επιτροπή καλεί την Αρχή ή το πρόσωπο που υπέβαλε την ένσταση και την αρχή ή τον φορέα που υπέβαλε την αίτηση να προβούν στις κατάλληλες διαβουλεύσεις για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Η εν λόγω προθεσμία αρχίζει την ημερομηνία κατά την οποία η πρόσκληση προς τα ενδιαφερόμενα μέρη παραδόθηκε με ηλεκτρονικό μέσο.

Η αρχή ή το πρόσωπο που υπέβαλε την ένσταση και η αρχή ή ο φορέας που υπέβαλε την αίτηση αρχίζουν αυτές τις κατάλληλες διαβουλεύσεις το συντομότερο δυνατόν. Παρέχουν αμοιβαία τις σχετικές πληροφορίες ώστε να εκτιμηθεί κατά πόσον η αίτηση καταχώρισης πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία, οι πληροφορίες αυτές παρέχονται επίσης στην Επιτροπή.

Όταν τα ενδιαφερόμενα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία, οι αρχές του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας από την οποία υποβλήθηκε η αίτηση κοινοποιούν στην Επιτροπή όλους τους παράγοντες που επέτρεψαν την επίτευξη της συμφωνίας αυτής, συμπεριλαμβανομένων της γνώμης του αιτούντος και της γνώμης των αρχών ενός κράτους μέλους ή μιας τρίτης χώρας ή άλλου φυσικού και νομικού προσώπου τα οποία έχουν υποβάλει δήλωση ένστασης.

Ανεξαρτήτως του αν επιτεύχθηκε συμφωνία, η κοινοποίηση στην Επιτροπή πραγματοποιείται εντός ενός μηνός από τη λήξη των διαβουλεύσεων.

Οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια των εν λόγω τριών μηνών, η Επιτροπή μπορεί, κατ' αίτηση του αιτούντος, να παρατείνει την προθεσμία των διαβουλεύσεων κατά τρεις μήνες το πολύ.

4.   Όταν, κατόπιν των κατάλληλων διαβουλεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 τροποποιούνται ουσιαστικά, η Επιτροπή επαναλαμβάνει την εξέταση που προβλέπεται στο άρθρο 26.

5.   Η κοινοποίηση ένστασης, η αιτιολογημένη δήλωση ένστασης και τα σχετικά έγγραφα που αποστέλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.

Άρθρο 28

Λόγοι ένστασης

1.   Η αιτιολογημένη δήλωση ένστασης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2 είναι παραδεκτή μόνον εάν ληφθεί από την Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο και εφόσον αποδεικνύεται σε αυτήν ότι:

α)

η προτεινόμενη γεωγραφική ένδειξη δεν συμμορφώνεται με τον ορισμό του σημείου 4 του άρθρου 3 ή με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 22·

β)

η καταχώριση της προτεινόμενης γεωγραφικής ένδειξης θα αντέβαινε στο άρθρο 34 ή στο άρθρο 35·

γ)

η καταχώριση της προτεινόμενης γεωγραφικής ένδειξης θα έβλαπτε την ύπαρξη πλήρως ή μερικώς ταυτόσημης ονομασίας ή εμπορικού σήματος ή την ύπαρξη προϊόντων τα οποία κυκλοφορούσαν νομίμως στην αγορά επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2· ή

δ)

οι απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 31 και 32 δεν πληρούνται.

2.   Οι λόγοι ένστασης αξιολογούνται ως προς την επικράτεια της Ένωσης.

Άρθρο 29

Μεταβατική περίοδος όσον αφορά τη χρήση των γεωγραφικών ενδείξεων

1.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη χορήγηση μεταβατικής περιόδου έως πέντε ετών, ώστε να μπορούν τα αλκοολούχα ποτά καταγωγής ενός κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, και η ονομασία των οποίων αντιβαίνει στο άρθρο 21 παράγραφος 2, να εξακολουθήσουν να φέρουν την ονομασία με την οποία διατέθηκαν στην αγορά, υπό την προϋπόθεση ότι από μια αποδεκτή βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 6 ή του άρθρου 27 δήλωση ένστασης προκύπτει ότι η καταχώριση της ονομασίας θα έβλαπτε την ύπαρξη:

α)

μιας πλήρως ταυτόσημης ονομασίας ή μιας σύνθετης ονομασίας, ένας όρος της οποίας είναι ταυτόσημος με την ονομασία της οποίας ζητείται η καταχώριση· ή

β)

άλλων ονομασιών οι οποίες είναι παρεμφερείς με την ονομασία που πρόκειται να καταχωρισθεί οι οποίες αναφέρονται στα αλκοολούχα ποτά που κυκλοφορούσαν νομίμως στην αγορά επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 36, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που παρατείνουν τη διάρκεια της χορηγούμενης βάσει της παραγράφου 1 μεταβατικής περιόδου έως τα 15 έτη ή οι οποίες επιτρέπουν τη συνέχιση της χρήσης για έως 15 έτη σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, όταν διαπιστώνεται ότι:

α)

η ονομασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει χρησιμοποιηθεί νομίμως, κατά πάγια και θεμιτή πρακτική, επί τουλάχιστον 25 χρόνια πριν από την υποβολή της αίτησης προστασίας στην Επιτροπή·

β)

ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε η ονομασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 με σκοπό την εκμετάλλευση της φήμης της καταχωρισμένης γεωγραφικής ένδειξης· και

γ)

ο καταναλωτής δεν έχει παραπλανηθεί ή δεν θα μπορούσε να έχει παραπλανηθεί όσον αφορά την πραγματική καταγωγή του προϊόντος.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

3.   Όταν χρησιμοποιείται ονομασία που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, η ένδειξη της χώρας καταγωγής εμφανίζεται σαφώς και ευκρινώς στην επισήμανση.

Άρθρο 30

Απόφαση σχετικά με την καταχώριση

1.   Όταν η Επιτροπή, βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της από την εξέταση που διενήργησε σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την καταχώριση προτεινόμενης γεωγραφικής ένδειξης, ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή την τρίτη χώρα που έχει υποβάλει την αίτηση για τους λόγους απόρριψης και παρέχει προθεσμία δύο μηνών για την υποβολή παρατηρήσεων. Εάν η Επιτροπή δεν λάβει παρατηρήσεις ή εάν, παρά τη ληφθείσα απάντηση, εξακολουθεί να θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την καταχώριση, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την απόρριψη της καταχώρισης εκτός εάν η αίτηση αποσυρθεί. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

2.   Εάν η Επιτροπή δεν λάβει κοινοποίηση ένστασης ή παραδεκτή αιτιολογημένη δήλωση ένστασης δυνάμει του άρθρου 27, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την καταχώριση της ονομασίας, χωρίς να εφαρμόσει τη διαδικασία του άρθρου 47 παράγραφος 2.

3.   Εάν η Επιτροπή λάβει παραδεκτή αιτιολογημένη δήλωση ένστασης, κατόπιν των κατάλληλων διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 και λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματά τους:

α)

εάν έχει επιτευχθεί συμφωνία, καταχωρίζει την ονομασία μέσω εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται χωρίς να εφαρμοστεί η διαδικασία του άρθρου 47 παράγραφος 2 και, εφόσον απαιτείται, τροποποιεί τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 2, εφόσον οι εν λόγω τροποποιήσεις δεν είναι ουσιαστικές· ή

β)

εάν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες αποφασίζει σχετικά με την καταχώριση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

4.   Οι πράξεις καταχώρισης και οι αποφάσεις απόρριψης δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η πράξη καταχώρισης παρέχει στη γεωγραφική ένδειξη την προστασία που αναφέρεται στο άρθρο 21.

Άρθρο 31

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος

1.   Οποιαδήποτε ομάδα έχει έννομο συμφέρον μπορεί να υποβάλει αίτηση για την έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος.

Οι αιτήσεις περιγράφουν και αιτιολογούν τις αιτούμενες τροποποιήσεις.

2.   Οι τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες όσον αφορά τη σημασία τους:

α)

ενωσιακές τροποποιήσεις που απαιτούν διαδικασία ένστασης σε επίπεδο Ένωσης·

β)

συνήθεις τροποποιήσεις που εξετάζονται σε επίπεδο κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.

3.   Μια τροποποίηση θεωρείται ενωσιακή τροποποίηση εφόσον:

α)

περιλαμβάνει αλλαγή της ονομασίας ή οποιουδήποτε τμήματος της ονομασίας γεωγραφικής ένδειξης που έχει καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

β)

συνίσταται σε αλλαγή της επίσημης ονομασίας ή της κατηγορίας του αλκοολούχου ποτού·

γ)

δημιουργεί τον κίνδυνο ακύρωσης του δεδομένου ποιοτικού χαρακτηριστικού, της φήμης ή άλλου χαρακτηριστικού του εν λόγω αλκοολούχου ποτού το οποίο μπορεί να αποδοθεί κυρίως στη γεωγραφική του καταγωγή· ή

δ)

συνεπάγεται περαιτέρω περιορισμούς στην εμπορία του προϊόντος.

Κάθε άλλη τροποποίηση θεωρείται συνήθης τροποποίηση.

Μια συνήθης τροποποίηση θεωρείται επίσης προσωρινή τροποποίηση όταν αφορά προσωρινή αλλαγή των προδιαγραφών προϊόντος λόγω της επιβολής υποχρεωτικών υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων από τις δημόσιες αρχές ή συνδέεται με θεομηνίες ή δυσμενείς καιρικές συνθήκες οι οποίες αναγνωρίζονται επίσημα από τις αρμόδιες αρχές.

4.   Οι ενωσιακές τροποποιήσεις εγκρίνονται από την Επιτροπή. Η διαδικασία έγκρισης ακολουθεί, τηρουμένων των αναλογιών, τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 24 και στα άρθρα 26 έως 30. Οι αιτήσεις για ενωσιακές τροποποιήσεις της Ένωσης που υποβάλλονται από τρίτη χώρα ή από παραγωγούς τρίτης χώρας πρέπει να αποδεικνύουν ότι η αιτούμενη τροποποίηση είναι σύμφωνη με την εφαρμοστέα στην εν λόγω τρίτη χώρα νομοθεσία περί προστασίας των γεωγραφικών ενδείξεων.

5.   Οι συνήθεις τροποποιήσεις εγκρίνονται από το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου βρίσκεται η γεωγραφική περιοχή του σχετικού προϊόντος. Όσον αφορά τις τρίτες χώρες, οι τροποποιήσεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει στην εν λόγω τρίτη χώρα.

6.   Η εξέταση της αίτησης για τροποποίηση αφορά μόνο την προτεινόμενη τροποποίηση.

Άρθρο 32

Ακύρωση

1.   Η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως φυσικού ή νομικού προσώπου που έχει έννομο συμφέρον, να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την ακύρωση της καταχώρισης μιας γεωγραφικής ένδειξης σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν δεν μπορεί πλέον να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις των προδιαγραφών του προϊόντος·

β)

όταν δεν έχει διατεθεί στην αγορά προϊόν με τη γεωγραφική ένδειξη επί τουλάχιστον επτά συναπτά έτη.

Τα άρθρα 24, 26, 27, 28 και 30 εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών στη διαδικασία ακύρωσης.

2.   Παρά την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήσεως των παραγωγών του αλκοολούχου ποτού που διατίθεται στην αγορά με την καταχωρισμένη γεωγραφική ένδειξη, να εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα για να ακυρώσει την αντίστοιχη καταχώριση.

3.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, πριν από την έκδοση της εκτελεστικής πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τις αρχές του κράτους μέλους, τις αρχές της τρίτης χώρας ή, ει δυνατόν, με τον παραγωγό της τρίτης χώρας που είχε αρχικά υποβάλει αίτηση για την καταχώριση της σχετικής γεωγραφικής ένδειξης, εκτός εάν η ακύρωση ζητείται απευθείας από τους εν λόγω αρχικούς αιτούντες.

4.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2.

Άρθρο 33

Μητρώο των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών

1.   Η Επιτροπή εκδίδει έως τις 8 Ιουνίου 2021 κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 46, οι οποίες συμπληρώνουν τον παρόντα κανονισμό θεσπίζοντας και τηρώντας ενημερωμένο και προσβάσιμο στο κοινό ένα ηλεκτρονικό μητρώο των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών που έχουν αναγνωρισθεί βάσει του παρόντος συστήματος («το μητρώο»).

2.   Το όνομα μιας γεωγραφικής ένδειξης καταχωρίζεται στην πρωτότυπη γραφή του. Όταν η πρωτότυπη γραφή δεν είναι σε λατινικούς χαρακτήρες, μαζί με την ονομασία στην πρωτότυπη γραφή καταχωρίζεται και μια μεταγραφή ή μεταγραμματισμός σε λατινικούς χαρακτήρες.

Για τις γεωγραφικές ενδείξεις που καταχωρίζονται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου, το μητρώο παρέχει άμεση πρόσβαση στα ενιαία έγγραφα και περιλαμβάνει επίσης παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος.

Για τις γεωγραφικές ενδείξεις που έχουν καταχωριστεί πριν από τις 8 Ιουνίου 2019, το μητρώο παρέχει άμεση πρόσβαση στις βασικές προδιαγραφές του τεχνικού φακέλου που καθορίζονται στο άρθρο 17 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008.

Η Επιτροπή εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 46, κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που συμπληρώνουν την παρούσα παράγραφο θεσπίζοντας περαιτέρω λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη μορφή και το περιεχόμενο του μητρώου.

3.   Οι γεωγραφικές ενδείξεις των παραγόμενων σε τρίτες χώρες αλκοολούχων ποτών, οι οποίες προστατεύονται στην Ένωση βάσει διεθνούς συμφωνίας στην οποία η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, μπορούν να καταχωρίζονται στο μητρώο ως γεωγραφικές ενδείξεις.

Άρθρο 34

Ομώνυμες γεωγραφικές ενδείξεις

1.   Εάν μια ονομασία για την οποία υποβάλλεται αίτηση είναι πλήρως ή εν μέρει ομώνυμη με ονομασία που έχει ήδη καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η ονομασία καταχωρίζεται εφόσον ληφθούν δεόντως υπόψη η τοπική και παραδοσιακή χρήση και τυχόν κίνδυνοι σύγχυσης.

2.   Μια ομώνυμη ονομασία που δημιουργεί στον καταναλωτή την εσφαλμένη εντύπωση ότι τα προϊόντα προέρχονται από άλλη επικράτεια δεν καταχωρίζεται, ακόμη και αν είναι ακριβής όσον αφορά την πραγματική επικράτεια, περιοχή ή τόπο καταγωγής των εν λόγω προϊόντων.

3.   Η χρήση καταχωρισμένης ομώνυμης γεωγραφικής ένδειξης επιτρέπεται μόνο εφόσον η ομώνυμη ονομασία που καταχωρίζεται μεταγενέστερα διακρίνεται επαρκώς στην πράξη από την ονομασία που προϋπήρχε στο μητρώο, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ίσης μεταχείρισης των παραγωγών και αποφυγής της παραπλάνησης των καταναλωτών.

4.   Η προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών, που αναφέρεται στο άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού, δεν θίγει τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις και ονομασίες προέλευσης των προϊόντων που ορίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 και (ΕΕ) αριθ. 251/2014.

Άρθρο 35

Ειδικοί λόγοι απόρριψης της προστασίας

1.   Οι κοινές ονομασίες δεν προστατεύονται ως γεωγραφικές ενδείξεις.

Για να προσδιοριστεί εάν μια ονομασία έχει καταστεί κοινή ονομασία ή όχι, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι σχετικοί παράγοντες, και ιδίως:

α)

η υφιστάμενη κατάσταση στην Ένωση, ιδίως στις περιοχές κατανάλωσης·

β)

η σχετική ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία.

2.   Μια ονομασία δεν προστατεύεται ως γεωγραφική ένδειξη εάν, λόγω της φήμης ενός εμπορικού σήματος και της αναγνωρισιμότητάς του, η προστασία θα μπορούσε να παραπλανήσει τον καταναλωτή όσον αφορά την πραγματική ταυτότητα του αλκοολούχου ποτού.

3.   Μια ονομασία προστατεύεται ως γεωγραφική ένδειξη μόνο εάν τα στάδια παραγωγής που παρέχουν στο αλκοολούχο ποτό την ποιότητα, τη φήμη ή κάποιο άλλο χαρακτηριστικό που μπορεί να αποδοθεί κατά κύριο λόγο στη γεωγραφική του προέλευση, εκτελούνται στην οικεία γεωγραφική περιοχή.

Άρθρο 36

Σχέση μεταξύ εμπορικών σημάτων και γεωγραφικών ενδείξεων

1.   Η καταχώριση εμπορικού σήματος, η χρήση του οποίου αντιστοιχεί σε μία ή περισσότερες από τις αναφερόμενες στο άρθρο 21 παράγραφος 2 καταστάσεις, απορρίπτεται ή ακυρώνεται.

2.   Ένα εμπορικό σήμα η χρήση του οποίου αντιστοιχεί σε μία ή περισσότερες από τις καταστάσεις του άρθρου 21 παράγραφος 2 και για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση ή το οποίο έχει καταχωριστεί ή εδραιωθεί μέσω της χρήσης του, εφόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται από την οικεία νομοθεσία, καλόπιστα και εντός της επικράτειας της Ένωσης, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία υπεβλήθη στην Επιτροπή η αίτηση προστασίας της γεωγραφικής ένδειξης, μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιείται και να ανανεώνεται παρά την καταχώριση γεωγραφικής ένδειξης, υπό τον όρο ότι δεν υφίστανται λόγοι που να δικαιολογούν την ακύρωσή ή ανάκλησή του βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24) ή του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25).

Άρθρο 37

Υφιστάμενες καταχωρισμένες γεωγραφικές ενδείξεις

Οι γεωγραφικές ενδείξεις των αλκοολούχων ποτών που είναι καταχωρισμένες στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και έτσι προστατεύονται βάσει εκείνου του κανονισμού, προστατεύονται αυτόματα ως γεωγραφικές ενδείξεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή καταχωρίζει τις ενδείξεις αυτές στο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 33 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 38

Εξακρίβωση της συμμόρφωσης προϊόντος προς τις προδιαγραφές προϊόντος

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν και επικαιροποιούν κατάλογο των επιχειρήσεων που παράγουν αλκοολούχα ποτά με γεωγραφική ένδειξη που έχει καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

2.   Όσον αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις οι οποίες ορίζουν αλκοολούχα ποτά προερχόμενα από την Ένωση που έχουν καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις προδιαγραφές προϊόντος όπως αναφέρεται στο άρθρο 22, πριν από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά, γίνεται από:

α)

μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1· ή

β)

οργανισμούς ελέγχου κατά την έννοια του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 5, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 που λειτουργούν ως οργανισμοί πιστοποίησης προϊόντων.

Όταν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το άρθρο 24 παράγραφος 2, η επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις προδιαγραφές προϊόντος εξασφαλίζεται από αρχή άλλη από εκείνη που θεωρείται ομάδα βάσει της εν λόγω παραγράφου.

Με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών, το κόστος της εν λόγω επαλήθευσης που αφορά τη συμμόρφωση με τις προδιαγραφές προϊόντος δύναται να επιβαρύνει τις επιχειρήσεις που υπόκεινται στους εν λόγω ελέγχους.

3.   Όσον αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις οι οποίες ορίζουν αλκοολούχα ποτά προερχόμενα από τρίτη χώρα που έχουν καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις προδιαγραφές προϊόντος, πριν από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά, γίνεται από:

α)

δημόσια αρμόδια αρχή που ορίζει η τρίτη χώρα· ή

β)

οργανισμό πιστοποίησης προϊόντων.

4.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρμοδίων αρχών και οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και επικαιροποιούν κατά τακτά χρονικά διαστήματα τις σχετικές πληροφορίες.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί το όνομα και τη διεύθυνση των αρμοδίων αρχών και οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και επικαιροποιεί κατά τακτά χρονικά διαστήματα τις σχετικές πληροφορίες.

5.   Οι οργανισμοί ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) και οι οργανισμοί πιστοποίησης προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) συμμορφώνονται και είναι διαπιστευμένοι σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο ISO/IEC 17065:2012 ή με οποιαδήποτε ισχύουσα μελλοντική τροποποίηση ή αναθεωρημένη έκδοση αυτού.

6.   Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 και οι οποίες επαληθεύουν τη συμμόρφωση της γεωγραφικής ένδειξης που προστατεύεται βάσει του παρόντος κανονισμού με τις προδιαγραφές προϊόντος λειτουργούν με αντικειμενικότητα και αμεροληψία. Έχουν στη διάθεσή τους το ειδικευμένο προσωπικό και τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 39

Επιτήρηση της χρήσης ονομασιών στην αγορά

1.   Τα κράτη μέλη διεξάγουν ελέγχους, με βάση ανάλυση κινδύνου, όσον αφορά τη χρήση, στην αγορά, των γεωγραφικών ενδείξεων που έχουν καταχωριστεί βάσει του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση παραβίασης των απαιτήσεων του παρόντος κεφαλαίου.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα διοικητικά και δικαστικά μέτρα για να αποτρέψουν ή να σταματήσουν την παράνομη χρήση των ονομασιών προϊόντων ή υπηρεσιών που παράγονται ή διατίθενται στην αγορά στην επικράτειά τους και καλύπτονται από γεωγραφικές ενδείξεις που έχουν καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη λήψη των εν λόγω μέτρων, σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζονται από κάθε κράτος μέλος χωριστά.

Οι εν λόγω αρχές παρέχουν επαρκή εχέγγυα αντικειμενικότητας και αμεροληψίας και έχουν στη διάθεσή τους το ειδικευμένο προσωπικό και τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρχών που είναι αρμόδιες για τους ελέγχους της χρήσης της ονομασίας στην αγορά και ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 43. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εν λόγω αρχών.

Άρθρο 40

Διαδικασία και απαιτήσεις, προγραμματισμός των ελέγχων και υποβολή σχετικών εκθέσεων

1.   Οι διαδικασίες και απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στους ελέγχους που προβλέπονται στα άρθρα 38 και 39 του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες για τον έλεγχο των υποχρεώσεων βάσει του παρόντος κεφαλαίου περιλαμβάνονται ρητά σε χωριστό τμήμα των πολυετών εθνικών σχεδίων ελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 41 έως 43 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004.

3.   Οι ετήσιες εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 περιλαμβάνουν σε χωριστό τμήμα τις πληροφορίες που προβλέπονται στην εν λόγω διάταξη σχετικά με τον έλεγχο των υποχρεώσεων βάσει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 41

Κατ' εξουσιοδότηση αρμοδιότητες

1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 46 με τις οποίες συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό θέτοντας περαιτέρω προϋποθέσεις, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις όπου μια γεωγραφική περιοχή περιλαμβάνει περισσότερες από μία χώρες, σχετικά με τα εξής:

α)

την αίτηση καταχώρισης μιας γεωγραφικής ένδειξης όπως αναφέρεται στα άρθρα 23 και 24· και

β)

τις προκαταρκτικές εθνικές διαδικασίες, όπως αναφέρονται στο άρθρο 24, τον έλεγχο από την Επιτροπή, τη διαδικασία ένστασης και την ακύρωση γεωγραφικών ενδείξεων,

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 46, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με καθορισμό των προϋποθέσεων και των απαιτήσεων για τη διαδικασία που αφορά τις ενωσιακές τροποποιήσεις και τις συνήθεις τροποποιήσεις, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών τροποποιήσεων, σε προδιαγραφές προϊόντων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31.

Άρθρο 42

Εκτελεστικές αρμοδιότητες

1.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που θεσπίζουν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με:

α)

τη μορφή των προδιαγραφών προϊόντος όπως αναφέρονται στο άρθρο 22, και μέτρα για τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές προϊόντος όσον αφορά τον δεσμό μεταξύ της γεωγραφικής περιοχής και του τελικού προϊόντος όπως αναφέρεται στο στοιχείο στ) του άρθρου 22 παράγραφος 1·

β)

τις διαδικασίες, τη μορφή και την παρουσίαση των ενστάσεων όπως αναφέρονται στα άρθρα 27 και 28·

γ)

τη μορφή και την παρουσίαση των αιτήσεων για ενωσιακές τροποποιήσεις και των κοινοποιήσεων που αφορούν συνήθεις και προσωρινές τροποποιήσεις όπως αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφοι 4 και 5 αντιστοίχως·

δ)

τις διαδικασίες και τη μορφή της διαδικασίας ακύρωσης που αναφέρεται στο άρθρο 32 καθώς και την παρουσίαση των αιτήσεων ακύρωσης· και

ε)

τους ελέγχους και τις επαληθεύσεις που πρέπει να διενεργούν τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 38.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει, έως τις 8 Ιουνίου 2021 εκτελεστικές πράξεις που θέτουν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις διαδικασίες, τη μορφή και την παρουσίαση των αιτήσεων όπως αναφέρονται στα άρθρα 23 και 24, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων που αφορούν περισσότερες από μία εθνικές επικράτειες.

3.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΛΕΓΧΟΙ, ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

Άρθρο 43

Έλεγχοι των αλκοολούχων ποτών

1.   Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για τους ελέγχους των αλκοολούχων ποτών. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό και ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η Επιτροπή διασφαλίζει την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και, όπου απαιτείται, θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τους κανόνες σχετικά με τους διοικητικούς και φυσικούς ελέγχους που πρέπει να διενεργούν τα κράτη μέλη σε σχέση με την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

Άρθρο 44

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ανταλλάσσουν τα απαραίτητα στοιχεία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τον χαρακτήρα και το είδος των πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσονται και με τις μεθόδους ανταλλαγής πληροφοριών.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 47 παράγραφος 2.

Άρθρο 45

Νομοθεσία των κρατών μελών

1.   Κατά την εφαρμογή της πολιτικής ποιότητας για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στην επικράτειά τους, και ειδικότερα για τις γεωγραφικές ενδείξεις που καταχωρίζονται στο μητρώο ή για την προστασία νέων γεωγραφικών ενδείξεων, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες για την παραγωγή, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση που είναι αυστηρότεροι σε σύγκριση με τους κανόνες που ορίζονται στα παραρτήματα I και ΙΙ, εφόσον οι κανόνες αυτοί είναι σύμφωνοι με το δίκαιο της Ένωσης.

2.   Παρά την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν ούτε περιορίζουν την εισαγωγή, την πώληση ή την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών που παράγονται σε άλλα κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες και τα οποία είναι σύμφωνα προς τον παρόντα κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Εξουσιοδοτηση και εκτελεστικες διαταξεις

Άρθρο 46

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στα άρθρα 8 και 19 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο επτά ετών από τις 24 Μαΐου 2019. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των επτά ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η προβλεπόμενη στα άρθρα 33 και 41 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 24 Μαΐου 2019. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

4.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 50 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο έξι ετών από τις 24 Μαΐου 2019.

5.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα 8, 19, 33, 41 και 50μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

6.   Πριν από την έκδοση μιας κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζει κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

7.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

8.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 8, 19, 33, 41 και 50 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 47

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τα αλκοολούχα ποτά που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

ΤΜΗΜΑ 2

Παρεκκλισεις, μεταβατικες και τελικες διαταξεις

Άρθρο 48

Παρέκκλιση από τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/45/ΕΚ όσον αφορά τις ονομαστικές ποσότητες

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 της οδηγίας 2007/45/ΕΚ και από την έκτη σειρά του τμήματος 1 του παραρτήματος της εν λόγω οδηγίας, το shochu μονής απόσταξης (26), το οποίο παράγεται σε άμβυκα και εμφιαλώνεται στην Ιαπωνία, μπορεί να διατίθεται στην αγορά της Ένωσης σε ονομαστικές ποσότητες των 720 ml και 1 800 ml.

Άρθρο 49

Κατάργηση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 50, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 καταργείται από τις 25 Μαΐου 2021. Ωστόσο, το κεφάλαιο III του εν λόγω κανονισμού καταργείται από τις 8 Ιουνίου 2019.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1:

α)

το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 εξακολουθεί να εφαρμόζεται έως τις 25 Μαΐου 2021,

β)

το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των άλλων διατάξεων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 716/2013 της Επιτροπής (27), το άρθρο 9 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού εξακολουθεί να εφαρμόζεται έως την ολοκλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 9 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού, αλλά, σε κάθε περίπτωση, όχι αργότερα από τις 25 Μαΐου 2021· και

γ)

Το παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 εξακολουθεί να ισχύει έως ότου καταρτιστεί το μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 33 του παρόντος κανονισμού.

3.   Κάθε παραπομπή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008 θεωρείται ότι γίνεται στον παρόντα κανονισμό και σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιέχεται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 50

Μεταβατικά μέτρα

1.   Τα αλκοολούχα ποτά που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού αλλά τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και παράγονταν πριν από τις 25 Μαΐου 2021 μπορούν να συνεχίσουν να διατίθενται στην αγορά μέχρις εξάντλησης των αποθεμάτων.

2.   Παρά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα αλκοολούχα ποτά των οποίων η περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση δεν είναι σύμφωνη με τα άρθρα 21 και 36 του παρόντος κανονισμού αλλά συμμορφώνονται με τα άρθρα 16 και 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και τα οποία είχαν επισημανθεί πριν από τις 8 Ιουνίου 2019 μπορούν να συνεχίσουν να διατίθενται στην αγορά μέχρις εξάντλησης των αποθεμάτων.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 46, για την τροποποίηση του άρθρου 3 παράγραφοι 2, 3, 9, 10, 11 και 12, του άρθρου 10 παράγραφοι 6 και 7, και των άρθρων 11, 12 και 13 ή για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με παρέκκλιση από τις εν λόγω διατάξεις έως τις 25 Μαΐου 2025.

Οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αφορούν αποκλειστικά και μόνο την ικανοποίηση αποδεδειγμένων αναγκών που απορρέουν από την κατάσταση στην αγορά.

Η Επιτροπή εκδίδει χωριστή κατ' εξουσιοδότηση πράξη για κάθε ορισμό, τεχνικό ορισμό ή απαίτηση στις διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

4.   Τα άρθρα 22 έως 26, 31 και 32 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται σε αιτήσεις καταχώρισης ή τροποποίησης ή σε αιτήσεις ακύρωσης οι οποίες εκκρεμούν στις 8 Ιουνίου 2019. Το άρθρο 17 παράγραφοι 4, 5 και 6, και τα άρθρα 18 και 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 εξακολουθούν να ισχύουν για τις εν λόγω αιτήσεις και τις αιτήσεις ακύρωσης.

Οι διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία ένστασης που αναφέρεται τα άρθρα 27, 28 και 29 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται στις αιτήσεις καταχώρισης ή στις αιτήσεις τροποποίησης, σε σχέση με τις οποίες οι βασικές προδιαγραφές του τεχνικού φακέλου ή μια αίτηση τροποποίησης, αντίστοιχα, έχουν ήδη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 8 Ιουνίου 2019. Το άρθρο 17 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 εξακολουθεί να ισχύει σε παρόμοιες αιτήσεις.

Οι διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία ένστασης που αναφέρεται στα άρθρα 27, 28 και 29 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται σε αίτηση ακύρωσης που εκκρεμεί στις 8 Ιουνίου 2019. Το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 εξακολουθεί να ισχύει σε παρόμοιες αιτήσεις ακύρωσης.

5.   Για τις γεωγραφικές ενδείξεις που έχουν καταχωριστεί δυνάμει του κεφαλαίου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού και των οποίων η αίτηση καταχώρισης εκκρεμούσε κατά την ημερομηνία εφαρμογής των εκτελεστικών πράξεων για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις διαδικασίες, τη μορφή και την παρουσίαση των αιτήσεων όπως αναφέρονται στο άρθρο 23, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, το μητρώο μπορεί να παρέχει άμεση πρόσβαση στις βασικές προδιαγραφές του τεχνικού φακέλου κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008.

6.   Όσον αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, η Επιτροπή, μετά από αίτηση του κράτους μέλους, δημοσιεύει το ενιαίο έγγραφο το οποίο έχει υποβάλει το εν λόγω κράτος μέλος στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εν λόγω δημοσίευση συνοδεύεται από παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος και δεν ακολουθείται από διαδικασία ένστασης.

Άρθρο 51

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τίθεται σε εφαρμογή από τις 25 Μαΐου 2021.

2.   Παρά την παράγραφο 1, το άρθρο 16, το άρθρο 20 στοιχείο γ), τα άρθρα 21, 22 και 23, το άρθρο 24 παράγραφοι 1, 2 και 3, το άρθρο 24 παράγραφος 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 24 παράγραφοι 8 και 9, τα άρθρα 25 έως 42, τα άρθρα 46 και 47, το άρθρο 50 παράγραφοι 1, 4 και 6, τα σημεία 39 στοιχείο δ) και 40 στοιχείο δ) του παραρτήματος I και οι ορισμοί που εκτίθενται στο άρθρο 3 σε σχέση με αυτές τις διατάξεις εφαρμόζονται από τις 8 Ιουνίου 2019.

3.   Οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα 8, 19 και 50, που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 46 και οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 και στα άρθρα 20, 43 και 44, που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 47, ισχύουν από τις 25 Μαΐου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 17 Απριλίου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. CIAMBA


(1)  ΕΕ C 209 της 30.6.2017, σ. 54.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 9ης Απριλίου 2019.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2008 σχετικά με τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση, την επισήμανση και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου (ΕΕ L 39 της 13.2.2008, σ. 16).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 16).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 για αρωματικές ύλες και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 34).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής, (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18).

(7)  Απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1994 σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών (ΕΕ L 160 της 12.6.1989, σ. 1).

(10)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  ΕΕ L 330 της 27.12.2018, σ. 3.

(13)  Οδηγία 2007/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τις ονομαστικές ποσότητες για προσυσκευασμένα προϊόντα, για την κατάργηση των οδηγιών 75/106/ΕΟΚ και 80/232/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της οδηγίας 76/211/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 247 της 21.9.2007, σ. 17).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1670 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 όσον αφορά τις ονομαστικές ποσότητες για τη διάθεση στην αγορά της Ένωσης shochu μονής απόσταξης το οποίο παράγεται σε άμβυκα και εμφιαλώνεται στην Ιαπωνία (ΕΕ L 284 της 12.11.2018, σ. 1).

(15)  Οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (ΕΕ L 330 της 5.12.1998, σ. 32).

(16)  Οδηγία 2009/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την εκμετάλλευση και τη θέση στο εμπόριο των φυσικών μεταλλικών νερών (ΕΕ L 164 της 26.6.2009, σ. 45).

(17)  Οδηγία 2001/111/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2001, για ορισμένα σάκχαρα που προορίζονται για τη διατροφή του ανθρώπου (ΕΕ L 10 της 12.1.2002, σ. 53).

(18)  Οδηγία 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2001, για το μέλι (ΕΕ L 10 της 12.1.2002, σ. 47).

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

(21)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 251/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση, την επισήμανση και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αρωματισμένων αμπελοοινικών προϊόντων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου (ΕΕ L 84 της 20.3.2014, σ. 14).

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 684/2009 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2009, για την εφαρμογή της οδηγίας 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τις μηχανοργανωμένες διαδικασίες για τη διακίνηση προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης υπό καθεστώς αναστολής των φόρων αυτών (ΕΕ L 197 της 29.7.2009, σ. 24).

(23)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 336 της 23.12.2015, σ. 1).

(25)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2017 για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 154 της 16.6.2017, σ. 1).

(26)  Όπως αναφέρεται στο παράρτημα 2-Δ της συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ιαπωνίας.

(27)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 716/2013 της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2013, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση, την επισήμανση και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών (ΕΕ L 201 της 26.7.2013, σ. 21).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ

1.   Ρούμι

α)

Το ρούμι είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά με την απόσταξη του προϊόντος που λαμβάνεται από την αλκοολική ζύμωση μελάσας ή σιροπιών λαμβανομένων κατά την παρασκευή ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο ή αυτούσιου χυμού ζαχαροκάλαμου, το οποίο αποστάζεται σε λιγότερο από 96 % vol., ώστε το προϊόν της απόσταξης να εμφανίζει διακριτά τα ειδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που διαθέτει το ρούμι.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος για το ρούμι είναι 37,5 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το ρούμι δεν αρωματίζεται.

ε)

Το ρούμι μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το ρούμι μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Στην περίπτωση των γεωγραφικών ενδείξεων που έχουν καταχωριστεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η νόμιμη ονομασία του ρούμι μπορεί να συμπληρώνεται με:

i)

τον όρο «traditionnel» ή «tradicional», εφόσον το εν λόγω ρούμι:

έχει παραχθεί με απόσταξη σε λιγότερο από 90 % vol., ύστερα από αλκοολική ζύμωση αλκοολογόνων υλών που κατάγονται αποκλειστικά από τον συγκεκριμένο τόπο παραγωγής, και

έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τουλάχιστον 225 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol., και

δεν έχει υποστεί γλύκανση·

ii)

τον όρο «γεωργικό», εφόσον το εν λόγω ρούμι ικανοποιεί τις απαιτήσεις του σημείου i) και έχει παραχθεί αποκλειστικά με απόσταξη μετά την αλκοολική ζύμωση χυμού ζαχαροκάλαμου. Ο όρος «γεωργικό» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο στην περίπτωση γεωγραφικής ένδειξης γαλλικού υπερπόντιου διαμερίσματος ή της Αυτόνομης περιοχής της Μαδέρας.

Το παρόν στοιχείο δεν θίγει τη χρήση της λέξης «γεωργικός», «traditionnel» ή «tradicional» σε σχέση με οποιοδήποτε προϊόν δεν εμπίπτει στην κατηγορία αυτή, σύμφωνα με τα ειδικά κριτήρια των προϊόντων αυτών.

2.    Whisky ή Whiskey

α)

Το Whisky ή whiskey είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά από την εκτέλεση όλων των παρακάτω διαδικασιών παρασκευής:

i)

απόσταξη «γλεύκους», που παρασκευάζεται από βυνοποιημένα σιτηρά, με ή χωρίς την παρουσία ολόκληρων σπόρων μη βυνοποιημένων σιτηρών, και το οποίο:

σακχαροποιείται από τη διάσπαση της βύνης που περιέχει, με ή χωρίς άλλα φυσικά ένζυμα,

υφίσταται ζύμωση υπό την επίδραση ζυμών,

ii)

κάθε μία και όλες οι αποστάξεις διενεργούνται σε βαθμό χαμηλότερο από 94,8 % vol., ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες·

iii)

παλαίωση του τελικού προϊόντος απόσταξης επί τρία τουλάχιστον έτη σε ξύλινα βαρέλια, των οποίων η χωρητικότητα δεν υπερβαίνει τα 700 λίτρα.

Το τελικό προϊόν απόσταξης, στο οποίο μπορεί να προστίθεται μόνο νερό και καθαρό καραμελόχρωμα (για χρωματισμό), διατηρεί το χρώμα, το άρωμα και τη γεύση που είναι αποτέλεσμα της αναφερόμενης στα σημεία i), ii) και iii) διεργασίας παραγωγής.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του whisky ή whiskey είναι 40 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το whisky ή whiskey δεν υποβάλλεται σε γλύκανση, ακόμα και για τελειοποίηση της γεύσης, ούτε σε αρωματισμό, ούτε περιέχει άλλα πρόσθετα εκτός από το καθαρό καραμελόχρωμα (E 150a) το οποίο χρησιμοποιείται για προσαρμογή του χρώματος.

ε)

Η νόμιμη ονομασία «whisky» ή «whiskey» μπορεί να συμπληρώνεται με τον όρο «single malt» μόνον εφόσον αποστάζεται αποκλειστικά από βυνοποιημένη κριθή σε ένα μόνο αποστακτήριο.

3.   Αλκοολούχο ποτό σιτηρών

α)

Αλκοολούχο ποτό σιτηρών είναι το αλκοολούχο ποτό το οποίο παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη ζυμωθέντος «γλεύκους», από ολόκληρους σπόρους σιτηρών, και το οποίο εμφανίζει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά προερχόμενα από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες.

β)

Με εξαίρεση το «Korn», ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αλκοολούχου ποτού σιτηρών είναι 35 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το αλκοολούχο ποτό σιτηρών δεν αρωματίζεται.

ε)

Το αλκοολούχο ποτό σιτηρών μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το αλκοολούχο ποτό σιτηρών μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 10 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Το αλκοολούχο ποτό σιτηρών μπορεί να φέρει τη νόμιμη ονομασία «απόσταγμα σιτηρών», αν έχει παραχθεί με απόσταξη, σε λιγότερο από 95 % vol., «γλεύκους», από ολόκληρους σπόρους σιτηρών, που έχει υποστεί ζύμωση και εμφανίζει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά προερχόμενα από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες.

η)

Στη νόμιμη ονομασία «αλκοολούχο ποτό σιτηρών» ή «απόσταγμα σιτηρών», η λέξη «σιτηρά» μπορεί να αντικαθίσταται από την ονομασία του δημητριακού που χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για την παραγωγή του αλκοολούχου ποτού.

4.   Απόσταγμα οίνου

α)

Απόσταγμα οίνου είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη, σε βαθμό χαμηλότερο από 86 % vol., οίνου, αλκοολωμένου οίνου ή με απόσταξη προϊόντος απόσταξης οίνου σε βαθμό χαμηλότερο από 86 % vol.

ii)

έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τουλάχιστον 125 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iii)

έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος οίνου είναι 37,5 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα οίνου δεν αρωματίζεται. Αυτό δεν αποκλείει τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής.

ε)

Το απόσταγμα οίνου μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα οίνου μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Σε περίπτωση που το απόσταγμα οίνου έχει υποστεί παλαίωση, μπορεί να συνεχίσει να διατίθεται στην αγορά ως «απόσταγμα οίνου» υπό την προϋπόθεση ότι η διάρκεια της παλαίωσης είναι τουλάχιστον ίση προς τη διάρκεια της παλαίωσης που προβλέπεται για το αλκοολούχο ποτό όπως ορίζεται στην κατηγορία 5.

η)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη χρήση του όρου «Branntwein» σε συνδυασμό με τον όρο «essig» στην παρουσίαση και επισήμανση ξιδιού.

5.    Brandy ή Weinbrand

α)

Brandy ή Weinbrand είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγεται από αποστάγματα οίνου στα οποία δύναται να προστίθεται προϊόν απόσταξης οίνου, υπό τον όρο ότι το προϊόν απόσταξης οίνου έχει αποσταχθεί σε λιγότερο από 94,8 % vol. και δεν υπερβαίνει κατ' ανώτατο όριο το 50 % της περιεκτικότητας σε καθαρή αλκοόλη του τελικού προϊόντος·

ii)

έχει υποστεί παλαίωση επί τουλάχιστον:

ένα έτος σε δρύινα δοχεία χωρητικότητας τουλάχιστον 1 000 λίτρων το καθένα· ή

έξι μήνες, εάν πρόκειται για δρύινα βαρέλια το καθένα από τα οποία έχει χωρητικότητα μικρότερη των 1 000 λίτρων·

iii)

έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τουλάχιστον 125 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol., οφειλόμενη αποκλειστικά στην απόσταξη των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν·

iv)

έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του brandy ή Weinbrand είναι 36 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το Brandy ή Weinbrand δεν αρωματίζεται. Αυτό δεν αποκλείει τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής.

ε)

Το Brandy ή Weinbrand μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το Brandy ή Weinbrand μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 35 γραμμάρια ανά λίτρο.

6.   Απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής

α)

Απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

παράγεται αποκλειστικά με ζύμωση στεμφύλων σταφυλής, ακολουθούμενη από απόσταξη, είτε κατευθείαν με υδρατμούς, είτε ύστερα από προσθήκη νερού, και πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

κάθε μία και όλες οι αποστάξεις διενεργούνται σε βαθμό χαμηλότερο από 86 % vol.·

η πρώτη απόσταξη πραγματοποιείται παρουσία των ίδιων των στεμφύλων·

ii)

στα στέμφυλα είναι δυνατόν να προστίθεται οινολάσπη σε αναλογία που δεν υπερβαίνει τα 25 χιλιόγραμμα οινολάσπης ανά 100 χιλιόγραμμα χρησιμοποιηθέντων στεμφύλων σταφυλής·

iii)

η ποσότητα της προερχόμενης από την οινολάσπη αλκοόλης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 35 % της συνολικής ποσότητας αλκοόλης που περιέχει το τελικό προϊόν·

iv)

έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τουλάχιστον 140 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol. και μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 1 000 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος στεμφύλων σταφυλής είναι 37,5 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής δεν αρωματίζεται. Αυτό δεν αποκλείει τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής.

ε)

Το απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα οίνου μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

7.   Απόσταγμα στεμφύλων φρούτων

α)

Απόσταγμα στεμφύλων φρούτων είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγεται αποκλειστικά από τη ζύμωση και απόσταξη στεμφύλων φρούτων εκτός των στεμφύλων σταφυλής και πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

κάθε μία και όλες οι αποστάξεις διενεργούνται σε βαθμό χαμηλότερο από 86 % vol.·

η πρώτη απόσταξη πραγματοποιείται παρουσία των ίδιων των στεμφύλων·

ii)

έχει ελάχιστη περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iii)

έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 1 500 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iv)

προκειμένου για απόσταγμα πυρηνόκαρπων φρούτων, έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε υδροκυάνιο 7 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος στεμφύλων φρούτων είναι 37,5 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα στεμφύλων φρούτων δεν αρωματίζεται.

ε)

Το απόσταγμα στεμφύλων φρούτων μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα στεμφύλων φρούτων μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα, που εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Η νόμιμη ονομασία είναι «απόσταγμα στεμφύλων» ακολουθούμενο από το όνομα του φρούτου. Εάν έχουν χρησιμοποιηθεί στέμφυλα πολλών διαφορετικών φρούτων, η νόμιμη ονομασία είναι «απόσταγμα στεμφύλων φρούτων» και μπορεί να συμπληρώνεται με την ονομασία κάθε φρούτου κατά φθίνουσα σειρά της χρησιμοποιούμενης ποσότητας.

8.   Απόσταγμα σταφίδας ή raisin brandy

α)

Απόσταγμα σταφίδας ή raisin brandy είναι το αλκοολούχο ποτό το οποίο παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη του προϊόντος που λαμβάνεται από την αλκοολική ζύμωση εκχυλίσματος ξηρών σταφίδων των ποικιλιών «μαύρη κορινθιακή» ή «μοσχάτο Αλεξάνδρειας». Το προϊόν αυτό αποστάζεται σε λιγότερο από 94,5 % vol., κατά τρόπον ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος σταφίδας ή raisin brandy είναι 37,5 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα σταφίδας ή raisin brandy δεν αρωματίζεται.

ε)

Το απόσταγμα σταφίδας ή raisin brandy μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα σταφίδας ή raisin brandy μπορεί να υφίσταται σε γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

9.   Απόσταγμα φρούτων

α)

Απόσταγμα φρούτων είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγεται αποκλειστικά με αλκοολική ζύμωση και απόσταξη, με ή χωρίς τους πυρήνες, ενός νωπού και σαρκώδους καρπού, συμπεριλαμβανομένης της μπανάνας, ή του γλεύκους του καρπού αυτού, ραγών ή λαχανικών·

ii)

κάθε μία και όλες οι αποστάξεις διενεργούνται σε βαθμό χαμηλότερο από 86 % vol., ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες·

iii)

έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τουλάχιστον 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iv)

προκειμένου για αποστάγματα πυρηνόκαρπων φρούτων, έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε υδροκυάνιο 7 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.

β)

Η μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη του αποστάγματος φρούτων είναι 1 000 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol., εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

στην περίπτωση που τα αποστάγματα φρούτων παράγονται από τα ακόλουθα φρούτα ή ράγες, και όσον αφορά στα οποία η μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη είναι 1 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.:

μήλα (Malus domestica Borkh.),

βερίκοκα (Prunus armeniaca L.),

δαμάσκηνα (Prunus domestica L.),

δαμάσκηνα ποικιλίας quetsch (Prunus domestica L.),

κορόμηλα (Prunus domestica L. subsp. syriaca (Borkh.) Janch. ex Mansf.),

ροδάκινα (Prunus persica (L.) (Batsch),

αχλάδια (Pyrus communis L.) εκτός από τα αχλάδια ποικιλίας Williams (Pyrus communis L. cv «Williams»),

βατόμουρα (Rubus sect. Rubus),

σμέουρα (Rubus idaeus L.),

ii)

στην περίπτωση που τα αποστάγματα φρούτων παράγονται από τα ακόλουθα φρούτα ή ράγες, και όσον αφορά στα οποία η μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη είναι 1 350 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.:

κυδώνια (Cydonia oblonga Mill.),

καρποί αρκεύθου (Juniperus communis L. ή Juniperus oxicedrus L.).

αχλάδια της ποικιλίας Williams (Pyrus communis L. cv. «Williams»),

μαύρα φραγκοστάφυλα (Ribes nigrum L.),

κόκκινα φραγκοστάφυλα (Ribes rubrum L.),

καρπούς κυνορροδέας (Rosa canina L.),

καρπούς κουφοξυλιάς (Sambucus nigra L.),

καρπούς σορβιάς (Sorbus aucuparia L.),

καρπούς οικιακής σορβιάς (Sorbus domestica L.),

καρπούς δενδροκόμης (Sorbus torminalis (L.) Crantz).

γ)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος φρούτων είναι 37,5 %.

δ)

Το απόσταγμα φρούτων δεν χρωματίζεται.

ε)

Με την επιφύλαξη του στοιχείου δ) της παρούσας κατηγορίας και κατά παρέκκλιση από την κατηγορία τροφίμων 14.2.6 του μέρους Ε του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008, μπορεί να χρησιμοποιείται καραμελόχρωμα για την προσαρμογή του χρώματος των αποσταγμάτων φρούτων που έχουν παλαιωθεί επί τουλάχιστον ένα χρόνο σε επαφή με ξύλο.

στ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

ζ)

Το απόσταγμα φρούτων δεν αρωματίζεται.

η)

Το απόσταγμα φρούτων μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 18 γραμμάρια ανά λίτρο.

θ)

Η νόμιμη ονομασία του αποστάγματος φρούτων είναι «απόσταγμα», που συμπληρώνεται με το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του λαχανικού. Στη βουλγαρική, τσεχική, ελληνική, κροατική, πολωνική, ρουμανική, σλοβακική και σλοβενική γλώσσα, η νόμιμη ονομασία μπορεί να εκφράζεται με το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του λαχανικού που συμπληρώνεται με επίθημα.

Εναλλακτικά:

i)

η νόμιμη ονομασία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μπορεί να είναι «wasser», χρησιμοποιούμενη μαζί με το όνομα του φρούτου, ή

ii)

μπορούν να χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες νόμιμες ονομασίες στις εξής περιπτώσεις:

«kirsch» για το απόσταγμα κερασιών (Prunus avium (L.) L.)·

«δαμάσκηνο», «quetsch» ή «slivovitz» για το απόσταγμα δαμασκήνων (Prunus domestica L.)·

«κορόμηλο» για το απόσταγμα κορόμηλου (Prunus domestica L. subsp. syriaca (Borkh.) Janch. ex Mansf.)·

«κούμαρο» για το απόσταγμα καρπών κουμαριάς (Arbutus unedo L.)·

«Golden Delicious» για το απόσταγμα μήλου (Malus domestica var. «Golden Delicious»)·

«Obstler» για απόσταγμα φρούτων που παράγεται από φρούτα, με ή χωρίς ράγες, υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον το 85 % του πολτού προέρχεται από διάφορες ποικιλίες μήλων, αχλαδιών ή και των δύο.

Η ονομασία «Williams» ή «williams» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για τη διάθεση στην αγορά αποστάγματος αχλαδιών που παράγεται αποκλειστικά από αχλάδια της ποικιλίας «Williams».

Σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος ο τελικός καταναλωτής να μην αντιλαμβάνεται εύκολα μία από τις νόμιμες ονομασίες που δεν περιλαμβάνουν τη λέξη «απόσταγμα» όπως αναφέρεται στο παρόν στοιχείο, η περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση περιλαμβάνουν τη λέξη «απόσταγμα» η οποία μπορεί να συμπληρώνεται με επεξήγηση.

ι)

Όταν συναποστάζονται δύο ή περισσότερα είδη φρούτων, ραγών ή λαχανικών, το προϊόν διατίθεται στην αγορά με τη νόμιμη ονομασία:

«απόσταγμα φρούτων» για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται αποκλειστικά από απόσταξη φρούτων ή ραγών ή και των δύο· ή

«απόσταγμα λαχανικών» για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται αποκλειστικά από απόσταξη λαχανικών· ή

«απόσταγμα φρούτων και λαχανικών» για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται από απόσταξη συνδυασμού φρούτων, ραγών και λαχανικών.

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να συμπληρώνεται με το όνομα κάθε φρούτου, ράγας ή λαχανικού, κατά φθίνουσα σειρά των ποσοτήτων που χρησιμοποιήθηκαν.

10.   Απόσταγμα μηλίτη, απόσταγμα απίτη και απόσταγμα μηλίτη και απίτη

α)

Το απόσταγμα μηλίτη, το απόσταγμα απίτη και το απόσταγμα μηλίτη και απίτη είναι αλκοολούχα ποτά που πληρούν τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγονται αποκλειστικά με απόσταξη σε λιγότερο από 86 % vol. μηλίτη ή απίτη κατά τρόπον ώστε το απόσταγμα να έχει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τα φρούτα·

ii)

έχουν περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τουλάχιστον 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iii)

έχουν μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 1 000 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol·

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος μηλίτη, του αποστάγματος απίτη και του αποστάγματος μηλίτη και απίτη είναι 37,5 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα μηλίτη, το απόσταγμα απίτη και το απόσταγμα μηλίτη και απίτη δεν αρωματίζονται. Αυτό δεν αποκλείει τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής.

ε)

Το απόσταγμα μηλίτη, το απόσταγμα απίτη και το απόσταγμα μηλίτη και απίτη μπορεί να περιέχουν μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα μηλίτη, το απόσταγμα απίτη και το απόσταγμα μηλίτη και απίτη μπορεί να υφίστανται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 15 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Η νόμιμη ονομασία είναι:

«απόσταγμα μηλίτη» για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται αποκλειστικά από απόσταξη μηλίτη·

«απόσταγμα απίτη» για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται αποκλειστικά από απόσταξη απίτη· ή

«απόσταγμα μηλίτη και απίτη» για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται αποκλειστικά από απόσταξη μηλίτη και απίτη.

11.   Απόσταγμα μελιού

α)

Απόσταγμα μελιού είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγεται αποκλειστικά με ζύμωση και απόσταξη γλεύκους μελιού·

ii)

αποστάζεται σε λιγότερο από 86 % vol., έτσι ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που να προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος μελιού είναι 35 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα μελιού δεν αρωματίζεται.

ε)

Το απόσταγμα μελιού μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα μελιού μπορεί να γλυκαίνεται μόνο με μέλι για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει μέλι σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

12.    Hefebrand ή απόσταγμα λάσπης

α)

Hefebrand ή απόσταγμα λάσπης είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη, σε λιγότερο από 86 % vol., οινολάσπης, λάσπης ζύθου ή λασπών από ζυμωθέντα φρούτα.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του Hefebrand ή αποστάγματος λάσπης είναι 38 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το Hefebrand ή απόσταγμα λάσπης δεν αρωματίζεται.

ε)

Το Hefebrand ή απόσταγμα λάσπης μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το Hefebrand ή απόσταγμα λάσπης μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Η νόμιμη ονομασία «Hefebrand» ή «απόσταγμα λάσπης» συμπληρώνεται με το όνομα της χρησιμοποιηθείσας πρώτης ύλης.

13.   Απόσταγμα ζύθου

α)

Το απόσταγμα ζύθου είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά από την απευθείας απόσταξη, υπό κανονική πίεση, σε λιγότερο από 86 % vol., προσφάτως παραχθέντος ζύθου κατά τρόπον ώστε το λαμβανόμενο απόσταγμα να εμφανίζει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά προερχόμενα από τον ζύθο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος ζύθου είναι 38 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το απόσταγμα ζύθου δεν αρωματίζεται.

ε)

Το απόσταγμα ζύθου μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το απόσταγμα ζύθου μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

14.    Topinambur ή απόσταγμα κονδύλων ηλιάνθου

α)

Το Topinambur ή απόσταγμα κονδύλων ηλιάνθου είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά με ζύμωση και απόσταξη, σε λιγότερο από 86 % vol., κονδύλων ηλιάνθου του κονδυλόρριζου (Helianthus tuberosus L.).

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του topinambur ή αποστάγματος κονδύλων ηλιάνθου είναι 38 %.

γ)

Δεν προστίθεται αλκοόλη, αραιωμένη ή μη.

δ)

Το Topinambur ή απόσταγμα κονδύλων ηλιάνθου δεν αρωματίζεται.

ε)

Το Topinambur ή απόσταγμα κονδύλων ηλιάνθου μπορεί να περιέχει μόνο πρόσθετο καραμελόχρωμα ως μέσο προσαρμογής του χρώματος.

στ)

Το Topinambur ή απόσταγμα κονδύλων ηλιάνθου μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

15.   Βότκα

α)

Βότκα είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης λαμβανόμενη, κατόπιν ζύμωσης με ζύμες, από:

πατάτες ή δημητριακά ή και τα δύο,

άλλες γεωργικές πρώτες ύλες,

και αποστάζεται έτσι ώστε να εξασθενίσουν επιλεκτικά τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που προέρχονται από τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες και τα παραπροϊόντα της ζύμωσης.

Τούτο είναι δυνατόν να ακολουθείται από επιπρόσθετη απόσταξη ή κατεργασία με κατάλληλα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας ή και τα δύο, συμπεριλαμβανομένου του ενεργού άνθρακα, με σκοπό να προσδίδονται στο ποτό ειδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά την αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης που χρησιμοποιείται για την παρασκευή βότκας, τηρούνται τα ανώτατα όρια υπολειμματικών στοιχείων που καθορίζονται στο άρθρο 5 στοιχείο δ), με εξαίρεση τη μεθανόλη, της οποίας η περιεκτικότητα δεν υπερβαίνει τα 10 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος της βότκας είναι 37,5 %.

γ)

Οι μόνες αρωματικές ύλες που επιτρέπεται να προστίθενται είναι οι φυσικές αρωματικές ουσίες ή τα αρωματικά παρασκευάσματα που περιέχονται στα προϊόντα απόσταξης των πρώτων υλών, οι οποίες υπέστησαν ζύμωση. Επιπλέον, μπορούν να προσδίδονται στο προϊόν και άλλα ειδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά εκτός από το δεσπόζον άρωμα/γεύση.

δ)

Η βότκα δεν χρωματίζεται.

ε)

Η βότκα μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 8 γραμμάρια ανά λίτρο.

στ)

Η περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση της βότκας που δεν παράγεται αποκλειστικά από γεώμηλα ή σιτηρά ή από αμφότερα φέρει εμφανώς την ένδειξη «παρήχθη από…» και συμπληρώνεται με το όνομα των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης. Η ένδειξη αυτή εμφανίζεται στο ίδιο οπτικό πεδίο με τη νόμιμη ονομασία.

ζ)

H νόμιμη ονομασία πώλησης μπορεί να είναι «Vodka» σε όλα τα κράτη μέλη.

16.   Απόσταγμα (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος που χρησιμοποιήθηκε) λαμβανόμενο με διαβροχή και απόσταξη

α)

Απόσταγμα (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος που χρησιμοποιήθηκε) που λαμβάνεται με διαβροχή και απόσταξη είναι το αλκοολούχο ποτό το οποίο πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

έχει παραχθεί με:

διαβροχή φρούτων, ραγών ή καρπών με κέλυφος που αναφέρονται στο σημείο ii), μερικώς ή ουδόλως ζυμωθέντων, με δυνατότητα προσθήκης κατ' ανώτατο όριο 20 λίτρων αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχου ποτού ή προϊόντος απόσταξης που προέρχεται από το ίδιο φρούτο, ράγα ή καρπό με κέλυφος ή συνδυασμού αυτών, ανά 100 χιλιόγραμμα ζυμωθέντων φρούτων, ραγών ή καρπών με κέλυφος,

την οποία ακολουθεί απόσταξη · καθεμία και όλες οι αποστάξεις διενεργούνται σε βαθμό χαμηλότερο από 86 % vol.·

ii)

παράγεται από τα ακόλουθα φρούτα, ράγες ή καρπούς με κέλυφος:

αρώνια (Aronia Medik. nom cons.),

μαύρα αρώνια (Aronia melanocarpa (Michx.) Elliott),

κάστανα (Castanea sativa Mill.),

εσπεριδοειδή (Citrus spp.),

φουντούκια (Corylus avellana L.),

έμπετρα (Empetrum nigrum L.),

φράουλες (Fragaria spp.),

καρπούς ιπποφαούς του ραμνοειδούς (Hippophae rhamnoides L.),

καρπούς ελαιόπρινου ή ου (Ilex aquifolium και Ilex cassine L.),

κράνα (Cornus mas),

καρύδια (Juglans regia L.),

μπανάνες (Musa spp.),

καρπούς μυρτιάς (Myrtus communis L.),

φραγκόσυκα (Opuntia ficus-indica (L.) Mill.),

καρπούς πασιφλόρας (Passiflora edulis Sims),

καρπούς προύνου του πάδου (Prunus padus L.).

τσάπουρνα (Prunus spinosa L.),

μαύρα φραγκοστάφυλα (Ribes nigrum L.),

λευκά φραγκοστάφυλα (Ribes niveum Lindl.),

κόκκινα φραγκοστάφυλα (Ribes rubrum L.),

αγκαθωτά φραγκοστάφυλα ή λαγοκέρασα (Ribes uva-crispa L. syn. Ribes grossularia),

καρπούς κυνορροδέας (Rosa canina L.),

καρπούς αρκτικής βάτου (Rubus arcticus L.),

αγριοβατόμουρα (Rubus chamaemorus L.),

βατόμουρα (Rubus sect. Rubus),

σμέουρα (Rubus idaeus L.),

καρπούς κουφοξυλιάς (Sambucus nigra L.),

καρπούς σορβιάς (Sorbus aucuparia L.),

καρπούς οικιακής σορβιάς (Sorbus domestica L.),

καρπούς δενδροκόμης (Sorbus torminalis (L.) Crantz),

πολυνησιακά δαμάσκηνα (Spondias dulcis Parkinson),

ισπανικά δαμάσκηνα ή mombin (Spondias mombin L.),

αμερικανικά μύρτιλλα (Vaccinium corymbosum L.),

ράγες οξυκόκκου (Vaccinium oxycoccos L.),

μύρτιλλα/μυρτίδια (Vaccinium myrtillus L.),

καρπούς βακινίου του είδους «άμπελος των ιδαίων» (Vaccinium vitis-idaea L.),

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποστάγματος (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος) που λαμβάνεται με διαβροχή και απόσταξη είναι 37,5 %.

γ)

Το απόσταγμα (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος) που λαμβάνεται με διαβροχή και απόσταξη δεν αρωματίζεται.

δ)

Το απόσταγμα (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος) που λαμβάνεται με διαβροχή και απόσταξη δεν χρωματίζεται.

ε)

Με την επιφύλαξη του στοιχείου δ) και κατά παρέκκλιση από την κατηγορία τροφίμων 14.2.6 του μέρους Ε του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008, μπορεί να χρησιμοποιείται καραμελόχρωμα για την προσαρμογή του χρώματος του αποστάγματος (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος) που λαμβάνεται με διαβροχή και απόσταξη και έχει παλαιωθεί επί τουλάχιστον ένα χρόνο σε επαφή με ξύλο.

στ)

Το απόσταγμα (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος) που λαμβάνεται με διαβροχή και απόσταξη μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 18 γραμμάρια ανά λίτρο.

ζ)

Όσον αφορά την περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση των παραγόμενων με διαβροχή και απόσταξη αποσταγμάτων (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος), η ένδειξη «ληφθέν με διαβροχή και απόσταξη» αναγράφεται στην περιγραφή, την παρουσίαση ή την επισήμανση με χαρακτήρες ίδιας γραμματοσειράς και ίδιου μεγέθους και χρώματος με τους χαρακτήρες που χρησιμοποιούνται για την ένδειξη «απόσταγμα (ακολουθεί το όνομα του φρούτου, της ράγας ή του καρπού με κέλυφος)», στο ίδιο οπτικό πεδίο με αυτή και, εφόσον πρόκειται για φιάλες, στην εμπρόσθια ετικέτα.

17.    Geist (ακολουθεί το όνομα του φρούτου ή της χρησιμοποιηθείσας πρώτης ύλης)

α)

Geist (ακολουθεί το όνομα του φρούτου ή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών) είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται με διαβροχή μη ζυμωθέντων φρούτων και ραγών όπως αναφέρονται στην κατηγορία 16 στοιχείο α) σημείο ii) ή λαχανικών, καρπών με κέλυφος, άλλων φυτικών υλών όπως βότανα ή ροδοπέταλα, ή μανιτάρια σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, την οποία ακολουθεί απόσταξη σε λιγότερο από 86 % vol.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του Geist (ακολουθεί το όνομα του φρούτου ή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών) είναι 37,5 %.

γ)

Το Geist (ακολουθεί το όνομα του φρούτου ή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών) δεν αρωματίζεται.

δ)

Το Geist (ακολουθεί το όνομα του φρούτου ή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών) δεν χρωματίζεται.

ε)

Το Geist (ακολουθεί το όνομα του φρούτου ή των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών) μπορεί να υφίσταται γλύκανση για την τελειοποίηση της τελικής γεύσης. Ωστόσο, το τελικό προϊόν δεν μπορεί να περιέχει περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 10 γραμμάρια ανά λίτρο.

στ)

Ο όρος «-geist» ακολουθούμενος από όρο διαφορετικό από το όνομα φρούτου, φυτού ή άλλης πρώτης ύλης μπορεί να συμπληρώνει τη νόμιμη ονομασία άλλων αλκοολούχων ποτών και ποτών με αλκοόλη, υπό τον όρο ότι η χρήση αυτή δεν παραπλανά τον καταναλωτή.

18.   Γεντιανή

α)

Γεντιανή είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται από προϊόν απόσταξης γεντιανής, το οποίο με τη σειρά του λαμβάνεται από τη ζύμωση ριζών γεντιανής με ή χωρίς προσθήκη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος της γεντιανής είναι 37,5 %.

γ)

Η γεντιανή δεν αρωματίζεται.

19.   Αλκοολούχα ποτά αρωματισμένα με άρκευθο

α)

Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άρκευθο είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχου ποτού σιτηρών ή προϊόντος απόσταξης σιτηρών ή συνδυασμού αυτών με καρπούς αρκεύθου (Juniperus communis L. ή Juniperus oxicedrus L.).

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αλκοολούχου ποτού αρωματισμένου με άρκευθο είναι 30 %.

γ)

Μπορούν να χρησιμοποιούνται επιπλέον των καρπών αρκεύθου αρωματικές ουσίες ή αρωματικά παρασκευάσματα ή μέρη φυτών με αρωματικές ιδιότητες ή συνδυασμός αυτών, αρκεί τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά της αρκεύθου να είναι αισθητά, ακόμα και αν είναι μερικές φορές εξασθενημένα.

δ)

Το αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άρκευθο μπορεί να φέρει τη νόμιμη ονομασία «Wacholder» ή «genebra».

20.    Gin

α)

Gin είναι το αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άρκευθο που παράγεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με καρπούς αρκεύθου (Juniperus communis L.).

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του gin είναι 37,5 %.

γ)

Μόνον αρωματικές ουσίες ή αρωματικά παρασκευάσματα ή και τα δύο χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του gin ούτως ώστε να υπερισχύει η γεύση της αρκεύθου.

δ)

Ο όρος «gin» μπορεί να συμπληρώνεται από τον όρο «dry» εφόσον δεν περιέχονται πρόσθετες γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει το 0,1 gr ανά λίτρο τελικού προϊόντος.

21.   Αποσταγμένο gin

α)

Το αποσταγμένο gin είναι ένα από τα εξής:

i)

αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άρκευθο, το οποίο παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, με αρχικό αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 96 % vol., παρουσία καρπών αρκεύθου (Juniperus communis L.) και άλλων φυσικών φυτικών προϊόντων, εφόσον υπερισχύει η γεύση της αρκεύθου·

ii)

ο συνδυασμός του προϊόντος αυτής της απόσταξης με αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης με την ίδια σύνθεση, καθαρότητα και αλκοολικό τίτλο· αρωματικές ουσίες ή αρωματικά παρασκευάσματα όπως ορίζονται στο στοιχείο γ) της κατηγορίας 20 ή και τα δύο μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για την αρωμάτιση του αποσταγμένου gin.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποσταγμένου gin είναι 37,5 %.

γ)

Το gin που παράγεται από την απλή προσθήκη αιθέριων ελαίων ή αρωματικών υλών σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης δεν θεωρείται αποσταγμένο gin.

δ)

Ο όρος «αποσταγμένο gin» μπορεί να συμπληρώνεται από ή να ενσωματώνει τον όρο «dry» εφόσον δεν περιέχονται πρόσθετες γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει το 0,1 gr ανά λίτρο τελικού προϊόντος.

22.    London gin

α)

Το London gin είναι αποσταγμένο gin το οποίο πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

παράγεται αποκλειστικά από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, της οποίας η μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη δεν υπερβαίνει τα 5 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol., και αποκτά το άρωμα/γεύση του αποκλειστικά με την απόσταξη της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, παρουσία όλων των χρησιμοποιούμενων φυσικών φυτικών υλών·

ii)

το προκύπτον κατ' αυτόν τον τρόπο προϊόν απόσταξης περιέχει τουλάχιστον 70 % αλκοόλης κατ' όγκο·

iii)

στην περίπτωση που προστίθεται άλλη αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, αυτή συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 εκτός από την περιεκτικότητα σε μεθανόλη δεν υπερβαίνει τα 5 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol.·

iv)

δεν περιέχει χρωστικές ουσίες·

v)

δεν έχει υποστεί γλύκανση με γλυκαντικές ύλες καθ' υπέρβαση των 0,1 γραμμαρίων ανά λίτρο τελικού προϊόντος, εκφρασμένων ως ιμβερτοποιημένο σάκχαρο·

vi)

δεν περιέχει άλλα συστατικά εκτός από τα συστατικά που αναφέρονται στα σημεία i), iii) και v), και νερό.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του London gin είναι 37,5 %.

γ)

Η επωνυμία London gin μπορεί να συμπληρώνεται με ή να ενσωματώνει τον όρο «dry».

23.   Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με κύμινο ή Kümmel

α)

Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με κύμινο ή Kümmel είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με κύμινο (Carum carvi L.).

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αρωματισμένου με κύμινο αλκοολούχου ποτού ή Kümmel είναι 30 %.

γ)

Μπορούν να χρησιμοποιούνται επιπλέον αρωματικές ουσίες ή αρωματικά παρασκευάσματα αλλά πρέπει να υπερισχύει η γεύση του κύμινου.

24.    Akvavit ή aquavit

α)

Akvavit ή aquavit είναι το αρωματισμένο με κύμινο ή σπόρους ανήθου ή και των δύο αλκοολούχο ποτό, που παράγεται με τη χρήση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης αρωματισμένης με προϊόν απόσταξης αρωματικών φυτών ή μπαχαρικών.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του akvavit ή aquavit είναι 37,5 %.

γ)

Μπορούν να χρησιμοποιούνται επιπροσθέτως φυσικές αρωματικές ουσίες ή αρωματικά παρασκευάσματα ή και τα δύο αλλά το άρωμα/γεύση του ποτού αυτού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα προϊόντα απόσταξης σπόρων κύμινου (Carum carvi L.) ή σπόρων άνηθου (Anethum graveolens L.) ή και των δύο, ενώ η χρήση αιθερίων ελαίων απαγορεύεται.

δ)

Οι πικρές ουσίες δεν πρέπει να κυριαρχούν αισθητά στη γεύση· η περιεκτικότητα σε στερεό υπόλειμμα δεν υπερβαίνει τα 1,5 γραμμάρια ανά 100 χιλιοστόλιτρα.

25.   Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άνισο

α)

Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άνισο είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με φυσικά εκχυλίσματα αστεροειδούς ανίσου (Ιllicium verum Hook f.), ανίσου (κοινώς γλυκάνισου) (Pimpinella anissum L.), μάραθου (Foeniculum vulgare Mill.) ή οποιουδήποτε άλλου φυτού περιέχει το ίδιο βασικό αρωματικό συστατικό, με την εφαρμογή μίας από τις ακόλουθες μεθόδους ή με συνδυασμό αυτών:

i)

διαβροχή ή απόσταξη ή και τα δύο·

ii)

απόσταξη της αλκοόλης παρουσία των σπόρων ή άλλων μερών των φυτών που αναφέρονται ανωτέρω·

iii)

προσθήκη φυσικών, αποσταγμένων εκχυλισμάτων φυτών που έχουν άρωμα ανίσου.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αρωματισμένου με άνισο αλκοολούχου ποτού είναι 15 %.

γ)

Ένα αρωματισμένο με άνισο αλκοολούχο ποτό μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες.

δ)

Συμπληρωματικά, μπορούν να χρησιμοποιούνται και άλλα φυσικά εκχυλίσματα φυτών ή αρωματικοί σπόροι αλλά πρέπει να υπερισχύει η γεύση του ανίσου.

26.    Pastis

α)

Pastis είναι το αρωματισμένο με άνισο αλκοολούχο ποτό που περιέχει επίσης φυσικά εκχυλίσματα γλυκόριζας (Glycyrrhiza spp.), με αποτέλεσμα την παρουσία χρωστικών που ονομάζονται «χαλκόνες», καθώς και γλυκυρριζικού οξέος σε ελάχιστη και μέγιστη αναλογία 0,05 και 0,5 γραμμαρίων ανά λίτρο, αντίστοιχα.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του pastis είναι 40 %.

γ)

Το pastis μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες.

δ)

Το pastis περιέχει γλυκαντικές ύλες, σε ποσότητα που, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, είναι μικρότερη από 100 γραμμάρια ανά λίτρο και ελάχιστη και μέγιστη περιεκτικότητα σε ανηθόλη 1,5 και 2 γραμμάρια ανά λίτρο, αντίστοιχα.

27.    Pastis de Marseille

α)

Το pastis de Marseille είναι ένα pastis με έντονη γεύση ανίσου και με περιεκτικότητα σε ανηθόλη μεταξύ 1,9 και 2,1 γραμμαρίων ανά λίτρο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του pastis de Marseille είναι 45 %.

γ)

Για την παρασκευή pastis de Marseille μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο αρωματικά παρασκευάσματα και φυσικές αρωματικές ουσίες.

28.    Anis ή janeževec

α)

Anis ή janeževec είναι ένα αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άνισο, το χαρακτηριστικό άρωμα του οποίου προέρχεται αποκλειστικά από άνισο (Pimpinella anisum L.), αστεροειδές άνισο (Illicium verum Hook f.) ή μάραθο (Foeniculum vulgare Mill.) ή συνδυασμό αυτών.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του anis ή janeževec είναι 35 %.

γ)

Το anis ή janeževec μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες.

29.   Αποσταγμένο anis

α)

Αποσταγμένο anis είναι το anis το οποίο περιέχει αλκοόλη που αποστάχθηκε παρουσία των σπόρων που αναφέρονται στην κατηγορία 28 στοιχείο α) και, στην περίπτωση γεωγραφικών ενδείξεων, μαστίχας και άλλων αρωματικών σπόρων, φυτών ή φρούτων, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω αλκοόλη αποτελεί τουλάχιστον το 20 % του αλκοολικού τίτλου του αποσταγμένου anis.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του αποσταγμένου anis είναι 35 %.

γ)

Το αποσταγμένο anis μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες.

30.   Πικρό αλκοολούχο ποτό ή bitter

α)

Πικρό αλκοολούχο ποτό ή bitter είναι το αλκοολούχο ποτό με δεσπόζουσα πικρή γεύση, που παράγεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή προϊόντος απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή και των δύο, με αρωματικές ουσίες ή αρωματικά παρασκευάσματα ή αμφότερα.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του πικρού αλκοολούχου ποτού ή bitter είναι 15 %.

γ)

Με την επιφύλαξη της χρήσης των όρων αυτών στην παρουσίαση και επισήμανση τροφίμων εκτός των αλκοολούχων ποτών, ένα πικρό αλκοολούχο ποτό ή bitter μπορεί επίσης να διατίθεται στην αγορά υπό τις ονομασίες «πικρό» ή «bitter» με ή χωρίς προσθήκη άλλου όρου.

δ)

Παρά το στοιχείο γ), στην περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση λικέρ με πικρή γεύση μπορούν να χρησιμοποιείται ο όρος «πικρό» ή «bitter».

31.   Αρωματισμένη βότκα

α)

Αρωματισμένη βότκα είναι η βότκα, η οποία έχει αποκτήσει διαφορετικό δεσπόζον άρωμα/γεύση από το άρωμα/γεύση των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή βότκας.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος της αρωματισμένης βότκας είναι 37,5 %.

γ)

Η αρωματισμένη βότκα μπορεί να υφίσταται γλύκανση, σύμμειξη, προσθήκη αρωμάτων, ωρίμανση ή χρωματισμό.

δ)

Όταν η αρωματισμένη βότκα έχει υποστεί γλύκανση, το τελικό προϊόν περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα, που εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο είναι μικρότερη από 100 γραμμάρια ανά λίτρο.

ε)

Η νόμιμη ονομασία της αρωματισμένης βότκα μπορεί επίσης να αποτελείται από το όνομα οποιουδήποτε δεσπόζοντος αρώματος σε συνδυασμό με τον όρο «βότκα». Ο όρος «βότκα» μπορεί, σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Ένωσης, να αντικαθίσταται από την ονομασία «vodka».

32.   Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με τσάπουρνα ή pacharán

α)

Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με τσάπουρνα ή pacharán είναι το αλκοολούχο ποτό στο οποίο υπερισχύει η γεύση των καρπών τσαπουρνιάς και παράγεται με διαβροχή τσάπουρνων (Prunus spinosa) σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, με την προσθήκη φυσικών εκχυλισμάτων ανίσου (κοινώς γλυκάνισου) ή προϊόντων απόσταξης ανίσου ή και των δύο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος ενός αρωματισμένου με τσάπουρνα αλκοολούχου ποτού ή pacharán είναι 25 %.

γ)

Για την παραγωγή ενός αρωματισμένου με τσάπουρνα αλκοολούχου ποτού ή pacharán χρησιμοποιείται ελάχιστη ποσότητα 125 γραμμαρίων καρπών τσαπουρνιάς ανά λίτρο τελικού προϊόντος.

δ)

Ένα αρωματισμένο με τσάπουρνα αλκοολούχο ποτό ή pacharán περιέχει γλυκαντικές ύλες, σε ποσότητα εκφραζόμενη σε ιμβερτοσάκχαρο, μεταξύ 80 και 250 γραμμαρίων ανά λίτρο τελικού προϊόντος.

ε)

Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, το χρώμα και η γεύση ενός αρωματισμένου με τσάπουρνα αλκοολούχου ποτού ή pacharán προέρχονται αποκλειστικά από τον χρησιμοποιούμενο καρπό και τον άνισο.

στ)

Ο όρος «pacharán» μπορεί να χρησιμοποιείται ως νόμιμη ονομασία μόνο στην περίπτωση που το προϊόν έχει παρασκευαστεί στην Ισπανία. Όταν το προϊόν έχει παρασκευαστεί εκτός Ισπανίας, ο όρος «pacharán» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο συμπληρωματικά της νόμιμης ονομασίας «Αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με τσάπουρνα», υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από τις λέξεις: «παράγεται στον/στην/στο…», ακολουθούμενες από την ονομασία του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας παραγωγής.

33.   Λικέρ

α)

Λικέρ (ηδύποτο) είναι το αλκοολούχο ποτό που:

i)

έχει ελάχιστη περιεκτικότητα σε γλυκαντικές ύλες, εκφραζόμενη σε ιμβερτοποιημένο σάκχαρο:

70 γραμμάρια ανά λίτρο για τα λικέρ κερασιού/βύσσινου, των οποίων η αιθυλική αλκοόλη είναι αποκλειστικά απόσταγμα κερασιών/βύσσινων,

80 γραμμάρια ανά λίτρο, στην περίπτωση των λικέρ που αρωματίζονται αποκλειστικά με γεντιανή ή παρόμοιου είδους φυτό ή άψινθο,

100 γραμμάρια ανά λίτρο σε κάθε άλλη περίπτωση,

ii)

παράγεται με τη χρησιμοποίηση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή προϊόντος απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή ενός ή περισσότερων αλκοολούχων ποτών ή συνδυασμού αυτών, τα οποία έχουν υποστεί γλύκανση και στα οποία έχουν προστεθεί μία ή περισσότερες αρωματικές ύλες, προϊόντα γεωργικής προέλευσης ή τρόφιμα.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του λικέρ είναι 15 %.

γ)

Για την παραγωγή λικέρ μπορούν να χρησιμοποιούνται αρωματικές ουσίες και αρωματικά παρασκευάσματα.

Ωστόσο, τα ακόλουθα λικέρ μπορούν να αρωματίζονται μόνο με αρωματικά τρόφιμα, αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες:

i)

λικέρ φρούτων:

ανανά (Ananas),

εσπεριδοειδών (Citrus L.),

καρπών ιπποφαούς του ραμνοειδούς (Hippophae rhamnoides L.),

μούρων (Morus alba, Morus rubra),

βύσσινων (Prunus cerasus),

κερασιών (Prunus avium),

μαύρων φραγκοστάφυλων (Ribes nigrum L.),

καρπών αρκτικής βάτου (Rubus arcticus L.),

αγριοβατόμουρων (Rubus chamaemorus L.),

σμέουρων (Rubus idaeus L.),

ράγες οξυκόκκου (Vaccinium oxycoccos L.),

μυρτίλλων/μυρτιδίων (Vaccinium myrtillus L.),

καρπών βακινίου του είδους «άμπελος των ιδαίων» (Vaccinium vitis-idaea L.),

ii)

λικέρ φυτών:

αψινθίου (Artemisia genepi),

γεντιανής (Gentiana L.),

μέντας (Mentha L.),

ανίσου (Pimpinella anisum L.),

δ)

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να είναι «λικέρ» σε όλα τα κράτη μέλη και:

για τα λικέρ που παράγονται με διαβροχή βύσσινων ή κερασιών (Prunus cerasus ή Prunus avium) σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, η νόμιμη ονομασία μπορεί να είναι «guignolet» ή «češnjevec», με ή χωρίς τον όρο «λικέρ»·

για τα λικέρ που παράγονται με διαβροχή βύσσινων (Prunus cerasus) σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, η νόμιμη ονομασία μπορεί να είναι «ginja» ή «ginjinha» ή «višnjevec», με ή χωρίς τον όρο «λικέρ»·

για τα λικέρ για τα οποία η περιεκτικότητα σε αλκοόλη προέρχεται αποκλειστικά από ρούμι, η νόμιμη ονομασία μπορεί να είναι «punch au rhum», με ή χωρίς τον όρο «λικέρ»·

με την επιφύλαξη του άρθρου 3 σημείο 2), του άρθρου 10 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 11, για τα λικέρ που περιέχουν γάλα ή γαλακτοκομικά προϊόντα, η νόμιμη ονομασία μπορεί να είναι «cream», συνοδευόμενη από την ονομασία της πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται και προσδίδει στο λικέρ το κυρίαρχο άρωμα/γεύση του, με ή χωρίς τον όρο «λικέρ».

ε)

Οι ακόλουθοι σύνθετοι όροι μπορούν να χρησιμοποιούνται για την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των λικέρ που παράγονται στην Ένωση, στις περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης αντανακλώντας καθιερωμένες μεθόδους παραγωγής:

prune-brandy,

orange-brandy,

apricot-brandy,

cherry-brandy,

solbaerrom ή ρούμι μαύρου φραγκοστάφυλου.

Όσον αφορά την περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση των λικέρ που αναφέρονται στο παρόν στοιχείο, ο σύνθετος όρος αναγράφεται στην ίδια σειρά, με ομοιόμορφους χαρακτήρες της ίδιας γραμματοσειράς και του ίδιου χρώματος, ενώ η ένδειξη «λικέρ» πρέπει να αναγράφεται σε άμεση γειτνίαση με χαρακτήρες διαστάσεων όχι μικρότερων εκείνων που χρησιμοποιούνται για τους σύνθετους όρους. Εάν η αλκοόλη δεν προέρχεται από το αναφερόμενο αλκοολούχο ποτό, η προέλευσή της πρέπει να δηλώνεται στην ετικέτα στο ίδιο οπτικό πεδίο, όπως ο σύνθετος όρος και η λέξη «λικέρ», είτε με αναφορά στο είδος της γεωργικής αλκοόλης είτε με τις λέξεις «γεωργική αλκοόλη», της οποίας προηγείται πάντοτε η ένδειξη «παρασκευάζεται από» ή «παρασκευάζεται με χρήση».

στ)

Με την επιφύλαξη των άρθρων 11 και 12 και του άρθρου 13 παράγραφος 4, η νόμιμη ονομασία «λικέρ» μπορεί να συμπληρώνεται με την ονομασία μιας αρωματικής ύλης ή ενός τροφίμου που προσδίδει το κυρίαρχο άρωμα του αλκοολούχου ποτού, υπό τον όρο ότι το άρωμα προσδίδεται στο αλκοολούχο ποτό με την προσθήκη αρωματικών τροφίμων, αρωματικών παρασκευασμάτων και φυσικών αρωματικών ουσιών, που προέρχονται από την πρώτη ύλη που αναφέρεται στο όνομα της αρωματικής ύλης ή του τροφίμου, και η οποία συμπληρώνεται με αρωματικές ουσίες μόνον όταν αυτό είναι αναγκαίο για την ενίσχυση του αρώματος της εν λόγω πρώτης ύλης.

34.   Crème de (συμπληρώνεται με το όνομα του φρούτου ή της άλλης πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε)

α)

Crème de (που συμπληρώνεται με το όνομα ενός φρούτου ή άλλης πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε) είναι το λικέρ, το οποίο περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα η οποία εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο είναι κατ' ελάχιστον ίση με 250 γραμμάρια ανά λίτρο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του crème de (συμπληρώνεται με το όνομα ενός φρούτου ή της άλλης πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε) είναι 15 %.

γ)

Για το συγκεκριμένο αλκοολούχο ποτό εφαρμόζονται οι κανόνες που καθορίζονται στην κατηγορία 33 σχετικά με τις αρωματικές ουσίες και παρασκευάσματα για τα λικέρ.

δ)

Από τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν εξαιρούνται τα γαλακτοκομικά προϊόντα.

ε)

Το φρούτο ή κάθε άλλη πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται στη νόμιμη ονομασία είναι το φρούτο ή η πρώτη ύλη που προσδίδει στο εν λόγω αλκοολούχο ποτό το κυρίαρχο άρωμά του.

στ)

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να συμπληρώνεται με τον όρο «λικέρ».

ζ)

Η νόμιμη ονομασία «crème de cassis» χρησιμοποιείται μόνο για λικέρ που παράγονται με μαύρα φραγκοστάφυλα, τα οποία περιέχουν γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα η οποία, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, υπερβαίνει τα 400 γραμμάρια ανά λίτρο.

35.    Sloe gin

α)

Sloe gin είναι το λικέρ που παράγεται με διαβροχή τσάπουρνων σε gin, ενδεχομένως με προσθήκη χυμού τσάπουρνων.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του sloe gin είναι 25 %.

γ)

Για την παραγωγή sloe gin μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο φυσικές αρωματικές ύλες και αρωματικά παρασκευάσματα.

δ)

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να συμπληρώνεται με τον όρο «λικέρ».

36.    Sambuca

α)

Το sambuca είναι άχρωμο λικέρ, αρωματισμένο με άνισο που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

περιέχει προϊόντα απόσταξης ανίσου (Pimpinella anisum L.), αστεροειδούς ανίσου (Illicum verum L.) ή άλλων αρωματικών φυτών·

ii)

περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα η οποία εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο είναι κατ' ελάχιστον ίση με 350 γραμμάρια ανά λίτρο·

iii)

έχει περιεκτικότητα σε φυσική ανηθόλη τουλάχιστον 1 γραμμάριο ανά λίτρο και όχι περισσότερο από 2 γραμμάρια ανά λίτρο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του sambuca είναι 38 %.

γ)

Για το sambuca ισχύουν οι κανόνες που καθορίζονται στην κατηγορία 33 σχετικά με τις αρωματικές ουσίες και τα αρωματικά παρασκευάσματα για τα λικέρ.

δ)

Το sambuca δεν χρωματίζεται.

ε)

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να συμπληρώνεται με τον όρο «λικέρ».

37.    Maraschino, marrasquino ή maraskino

α)

Maraschino, marrasquino ή maraskino είναι το άχρωμο λικέρ, του οποίου το άρωμα/γεύση προέρχεται κυρίως από το προϊόν απόσταξης κερασιών της ποικιλίας Marasca ή από το προϊόν που παράγεται από τη διαβροχή του φρούτου αυτού ή μερών του σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή σε προϊόν απόσταξης κερασιών της ποικιλίας Marasca και το οποίο έχει ελάχιστη περιεκτικότητα σε γλυκαντικά προϊόντα ίση με 250 γραμμάρια ανά λίτρο εκφραζόμενη σε ιμβερτοποιημένο σάκχαρο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του maraschino, marrasquino ή maraskino είναι 24 %.

γ)

Για το maraschino, marrasquino ή maraskino ισχύουν οι κανόνες που καθορίζονται στην κατηγορία 33 σχετικά με τις αρωματικές ουσίες και τα αρωματικά παρασκευάσματα για τα λικέρ.

δ)

Το Maraschino, marrasquino ή maraskino δεν χρωματίζεται.

ε)

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να συμπληρώνεται με τον όρο «λικέρ».

38.    Nocino ή orehovec

α)

Nocino ή orehovec είναι το λικέρ που αποκτά το άρωμά του κυρίως με διαβροχή, ή με διαβροχή και απόσταξη, ολόκληρων περικάρπιων άγουρων καρυδιών (Juglans Regia L.) και περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα, η οποία, εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο, είναι κατ' ελάχιστον 100 γραμμάρια ανά λίτρο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του nocino ή orehovec είναι 30 %.

γ)

Για το nocino ή orehovec ισχύουν οι κανόνες που καθορίζονται στην κατηγορία 33 σχετικά με τις αρωματικές ουσίες και τα αρωματικά παρασκευάσματα για τα λικέρ.

δ)

Η νόμιμη ονομασία μπορεί να συμπληρώνεται με τον όρο «λικέρ».

39.   Λικέρ αυγών ή advocaat ή avocat ή advokat

α)

Το λικέρ με βάση αυγά ή advocaat ή avocat ή advokat είναι το λικέρ, αρωματισμένο ή μη, το οποίο παράγεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχο ποτό, ή συνδυασμό αυτών, και τα συστατικά του οποίου είναι καλής ποιότητας κρόκος αυγού, λεύκωμα αυγού και ζάχαρη ή μέλι ή αμφότερα. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή μέλι είναι 150 γραμμάρια ανά λίτρο εκφρασμένη σε ιμβερτοποιημένο σάκχαρο. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε κρόκο αυγού είναι 140 γραμμάρια ανά λίτρο τελικού προϊόντος. Σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται άλλα αυγά εκτός από αυγά όρνιθας του γένους Gallus Gallus, αυτό πρέπει να αναγράφεται στην επισήμανση.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του λικέρ αυγών ή advocaat ή avocat ή advokat είναι 14 %.

γ)

Για την παραγωγή του λικέρ αυγών ή advocaat ή avocat ή advokat μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνον αρωματικά τρόφιμα, αρωματικές ύλες και αρωματικά παρασκευάσματα.

δ)

Για την παραγωγή του λικέρ αυγών ή advocaat ή avocat ή advokat, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται γαλακτοκομικά προϊόντα.

40.   Λικέρ με αυγά

α)

Λικέρ με αυγά είναι το λικέρ, αρωματισμένο ή μη, το οποίο παράγεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή αλκοολούχο ποτό ή συνδυασμό αυτών, τα χαρακτηριστικά συστατικά του οποίου είναι καλής ποιότητας κρόκος αυγού, λεύκωμα αυγού και ζάχαρη ή μέλι ή αμφότερα. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή μέλι είναι 150 γραμμάρια ανά λίτρο εκφρασμένη σε ιμβερτοποιημένο σάκχαρο. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε κρόκο αυγού είναι 70 γραμμάρια ανά λίτρο τελικού προϊόντος.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του λικέρ με αυγά είναι 15 %.

γ)

Για την παραγωγή του λικέρ με αυγά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο αρωματικά τρόφιμα, φυσικές αρωματικές ύλες και αρωματικά παρασκευάσματα.

δ)

Για την παραγωγή του λικέρ με αυγά επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται γαλακτοκομικά προϊόντα.

41.    Mistrà

α)

Το mistrà είναι άχρωμο αλκοολούχο ποτό αρωματισμένο με άνισο ή φυσική ανηθόλη και πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

έχει περιεκτικότητα σε ανηθόλη τουλάχιστον 1 γραμμάριο ανά λίτρο και όχι περισσότερο από 2 γραμμάρια ανά λίτρο·

ii)

μπορεί επίσης να περιέχει προϊόν απόσταξης αρωματικών φυτών·

iii)

δεν έχει υποστεί γλύκανση.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του mistrà είναι 40 % και ο μέγιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος είναι 47 %.

γ)

Το mistrà μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες.

δ)

Το mistrà δεν χρωματίζεται.

42.    Väkevä glögi ή spritglögg

α)

Το Väkevä glögi ή spritglögg είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται με αρωμάτιση οίνου ή προϊόντων οίνου και αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με άρωμα καρυόφυλλου ή κανέλας ή και των δύο και για την παραγωγή του οποίου χρησιμοποιείται μία από τις εξής διεργασίες ή συνδυασμός τους:

i)

διαβροχή ή απόσταξη,

ii)

απόσταξη της αλκοόλης παρουσία μερών των προαναφερόμενων φυτών,

iii)

προσθήκη φυσικών αρωματικών ουσιών καρυόφυλλου ή κανέλας.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του väkevä glögi ή spritglögg είναι 15 %.

γ)

Το Väkevä glögi ή spritglögg μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικές ουσίες, αρωματικά παρασκευάσματα ή άλλες αρωματικές ύλες, αλλά υπερισχύει το άρωμα των μπαχαρικών που προσδιορίζονται στο στοιχείο α).

δ)

Η περιεκτικότητα σε οίνο ή προϊόντα οίνου δεν υπερβαίνει το 50 % του τελικού προϊόντος.

43.    Berenburg ή Beerenburg

α)

Berenburg ή Beerenburg είναι το αλκοολούχο ποτό που πληροί τις εξής απαιτήσεις:

i)

παράγεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης·

ii)

παράγεται με διαβροχή φρούτων ή φυτών ή μερών φρούτων ή φυτών·

iii)

περιέχει προϊόν απόσταξης ριζών γεντιανής (Gentiana lutea L.), καρπών αρκεύθου (Juniperous communis L.) και φύλλων δάφνης (Laurus nobilis L.), ως ειδικό άρωμα·

iv)

το χρώμα του μπορεί να είναι από ανοιχτό έως σκούρο καστανό·

v)

μπορεί να έχει υποστεί γλύκανση με προσθήκη γλυκαντικών υλών σε ποσότητα, η οποία εκπεφρασμένη σε ιμβερτοσάκχαρο δεν υπερβαίνει τα 20 γραμμάρια ανά λίτρο.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του Berenburg ή Beerenburg είναι 30 %.

γ)

Το Berenburg ή Beerenburg μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες.

44.   Νέκταρ μελιού ή νέκταρ υδρομελιού

α)

Το νέκταρ μελιού ή το νέκταρ υδρομελιού είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται με τον αρωματισμό μείγματος από ζυμωθέντα πολτό μελιού και προϊόν απόσταξης υδρομελιού ή αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή και των δύο, το οποίο περιέχει τουλάχιστον 30 % vol. ζυμωθέντα πολτό μελιού.

β)

Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του νέκταρος μελιού ή του νέκταρος υδρομελιού είναι 22 %.

γ)

Το νέκταρ μελιού ή το νέκταρ υδρομελιού μπορεί να αρωματίζεται μόνο με αρωματικά παρασκευάσματα και με φυσικές αρωματικές ουσίες υπό τον όρο ότι υπερισχύει η γεύση του μελιού.

δ)

Το νέκταρ μελιού ή το νέκταρ υδρομελιού μπορεί να γλυκαίνεται μόνο με μέλι.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

1.   Το Rum-Verschnitt παράγεται στη Γερμανία με ανάμειξη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με ρούμι, κατά τρόπο ώστε ποσοστό τουλάχιστον 5 % της αλκοόλης που περιέχεται στο τελικό προϊόν να προέρχεται από το ρούμι. Ο ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος του Rum-Verschnitt είναι 37,5 %. Η λέξη «Verschnitt» αναγράφεται στην περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση με χαρακτήρες της ίδιας γραμματοσειράς και του ίδιου μεγέθους και χρώματος με τους χαρακτήρες της λέξης «Rum», στην ίδια γραμμή με αυτή και, αν πρόκειται για φιάλη, στην εμπρόσθια ετικέτα. Η νόμιμη ονομασία του συγκεκριμένου προϊόντος είναι «αλκοολούχο ποτό». Σε περίπτωση που το Rum-Verschnitt διατίθεται στην αγορά εκτός Γερμανίας, πρέπει να αναγράφεται στην ετικέτα η αλκοολική του σύνθεση.

2.   Το Slivovice παράγεται στην Τσεχική Δημοκρατία και λαμβάνεται με προσθήκη σε προϊόν απόσταξης δαμάσκηνων, πριν από την τελική απόσταξη, αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, κατά τρόπο ώστε η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν να προέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον 70 % από απόσταγμα δαμάσκηνων. Η νόμιμη ονομασία του συγκεκριμένου προϊόντος είναι «αλκοολούχο ποτό». Η ονομασία «slivovice» μπορεί να προστεθεί αν αναγράφεται στο ίδιο οπτικό πεδίο στην εμπρόσθια ετικέτα. Σε περίπτωση πώλησης του slivovice εκτός της Τσεχικής Δημοκρατίας, αναγράφεται στην ετικέτα η αλκοολική του σύνθεση. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της χρήσης των νομίμων ονομασιών για αποστάγματα φρούτων στην κατηγορία 9 του παραρτήματος I.

3.   Το Guignolet Kirsch παράγεται στη Γαλλία και λαμβάνεται με ανάμειξη guignolet και kirsch, κατά τρόπο ώστε ποσοστό τουλάχιστον 3 % της συνολικής καθαρής αλκοόλης που περιέχεται στο τελικό προϊόν να προέρχεται από το kirsch. Η λέξη «guignolet» αναγράφεται στην περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση με χαρακτήρες της ίδιας γραμματοσειράς και του ίδιου μεγέθους και χρώματος με τους χαρακτήρες της λέξης «kirsch», στην ίδια γραμμή με αυτή και, αν πρόκειται για φιάλη, στην εμπρόσθια ετικέτα. Η νόμιμη ονομασία του συγκεκριμένου προϊόντος είναι «λικέρ». Στην αλκοολική του σύνθεση αναγράφεται το ποσοστό, κατ' όγκον, της καθαρής αλκοόλης που αντιπροσωπεύουν το guignolet και το kirsch στο συνολικό κατ' όγκο περιεχόμενο σε καθαρή αλκοόλη του guignolet kirsch.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΛΑΙΩΣΗΣ Ή ΣΥΣΤΗΜΑ «CRIADERAS Y SOLERA» Ή «SOLERA E CRIADERAS»

Το δυναμικό σύστημα παλαίωσης ή σύστημα «criaderas y solera» ή «solera e criaderas» αφορά την εκτέλεση περιοδικής εκχύλισης μέρους του brandy που περιέχεται σε καθένα από τα δρύινα βαρέλια και περιέκτες που διαμορφώνουν κλίμακα παλαίωσης και την αντίστοιχη αναπλήρωση με brandy που αποτελεί προϊόν εκχύλισης από την προηγούμενη κλίμακα παλαίωσης.

Ορισμοί

«Κλίμακα παλαίωσης»: κάθε ομάδα δρύινων βαρελιών και περιεκτών με το ίδιο επίπεδο ωρίμανσης, μέσα από τα οποία διέρχεται το brandy στη διάρκεια της διαδικασίας παλαίωσής του. Κάθε κλίμακα είναι γνωστή ως «criadera», εκτός από την τελευταία, πριν από την αποστολή του brandy στην αγορά, που είναι γνωστή ως «solera».

«Εκχύλιση»: η αφαίρεση μερικού όγκου brandy από κάθε δρύινο βαρέλι και περιέκτη σε μια κλίμακα παλαίωσης, ο οποίος προστίθεται στα δρύινα βαρέλια και τους περιέκτες της επόμενης κλίμακας παλαίωσης ή, στην περίπτωση της solera, για την αποστολή του στην αγορά.

«Αναπλήρωση»: ο όγκος του brandy από τα δρύινα βαρέλια και τους περιέκτες μιας δεδομένης κλίμακας γήρανσης που προστίθεται και αναμειγνύεται με το περιεχόμενο των δρύινων βαρελιών και περιεκτών της ακόλουθης ηλικιακής κλίμακας.

«Μέση ηλικία»: χρονική περίοδος που αντιστοιχεί στην εναλλαγή του συνολικού αποθέματος brandy που υπόκειται στη διαδικασία παλαίωσης, υπολογιζόμενη διαιρώντας το συνολικό όγκο του brandy που περιέχεται σε όλες τις κλίμακες παλαίωσης διά του όγκου των εκχυλίσεων που πραγματοποιήθηκαν από την τελευταία κλίμακα –τη solera– σε ένα έτος.

Η μέση ηλικία του brandy που λαμβάνεται από τη solera μπορεί να υπολογιστεί με χρήση του ακόλουθου μαθηματικού τύπου: t = Vt/Ve, εκ των οποίων:

t είναι η μέση ηλικία, εκπεφρασμένη σε έτη,

Vt είναι ο συνολικός όγκος του αποθέματος στο σύστημα παλαίωσης, εκπεφρασμένος σε λίτρα καθαρής αλκοόλης.

Ve είναι ο συνολικός όγκος του προϊόντος που λαμβάνεται για αποστολή στη διάρκεια ενός έτους, εκπεφρασμένος σε λίτρα καθαρής αλκοόλης.

Στην περίπτωση των δρύινων βαρελιών και περιεκτών περιεκτικότητας κάτω των 1 000 λίτρων, ο αριθμός των ετήσιων εκχυλίσεων και αναπληρώσεων είναι ίσος με ή μικρότερος από το διπλάσιο του αριθμού των κλιμάκων στο σύστημα, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η ηλικία του νεότερου στοιχείου είναι ίση ή μεγαλύτερη από έξι μήνες.

Στην περίπτωση των δρύινων βαρελιών και περιεκτών περιεκτικότητας 1 000 λίτρων και άνω, ο αριθμός των ετήσιων εκχυλίσεων και αναπληρώσεων είναι ίσος με ή μικρότερος από τον αριθμό των κλιμάκων στο σύστημα, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η ηλικία του νεότερου στοιχείου είναι ίση ή μεγαλύτερη από ένα έτος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Πίνακας αντιστοιχίας

Παρών κανονισμός

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 2, στοιχεία α) έως δ)

Άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 3

Άρθρο 2, στοιχείο ε)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2, στοιχείο στ)

Παράρτημα I, σημείο 6

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 8

Άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 10

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 5

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 3 παράγραφος 7

Άρθρο 15 παράγραφος 3, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 8

Άρθρο 3 παράγραφοι 9 και 10

Άρθρο 11 παράγραφος 2 και παράρτημα I, σημείο 4

Άρθρο 3 παράγραφοι 11 και 12

Παράρτημα I, σημείο 7)

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 7 και παράρτημα I, σημείο 14)

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 7 και παράρτημα I, σημείο 15)

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 7 και παράρτημα I, σημείο 16)

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Παράρτημα I, σημείο 17)

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 4 παράγραφος 7

Παράρτημα I, σημείο 2)

Άρθρο 4 παράγραφος 8

Παράρτημα I, σημείο 3)

Άρθρο 4 παράγραφος 9

Παράρτημα I, σημείο 3)

Άρθρο 4 παράγραφος 10

Παράρτημα I, σημείο 5)

Άρθρο 4 παράγραφος 11

Παράρτημα I, σημείο 8)

Άρθρο 4 παράγραφος 12

Παράρτημα I, σημείο 9)

Άρθρο 4 παράγραφος 13

Άρθρο 4 παράγραφος 14

Άρθρο 4 παράγραφος 15

Άρθρο 4 παράγραφος 16

Άρθρο 4 παράγραφος 17

Άρθρο 4 παράγραφος 18

Άρθρο 4 παράγραφοι 19 και 20

Παράρτημα I, σημείο 10)

Άρθρο 4 παράγραφος 21

Άρθρο 4 παράγραφος 22

Άρθρο 4 παράγραφος 23

Παράρτημα I, σημείο 11)

Άρθρο 4 παράγραφος 24

Παράρτημα I, σημείο 12)

Άρθρο 5

Παράρτημα I, σημείο 1)

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 4

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 26

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 9

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 10 παράγραφος 6, στοιχεία α) έως γ), ε) και στ)

Άρθρο 10 παράγραφος 6 στοιχείο δ)

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 7, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφοι 4 και 7

Άρθρο 10 παράγραφος 7, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 9

Άρθρο 13 παράγραφος 3, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 13 παράγραφος 3, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 13 παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 13 παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 13 παράγραφος 5

Άρθρο 13 παράγραφος 6

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 7

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Παράρτημα I, σημείο 13)

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 13

Άρθρο 18

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 20, στοιχείο α)

Άρθρο 20, στοιχείο β)

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 20, στοιχείο γ)

Άρθρο 20, στοιχείο δ)

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 16

Άρθρο 21 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 4

Άρθρο 22 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 4

Άρθρο 22 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση και στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 23 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος

Άρθρο 24 παράγραφοι 1 έως 4

Άρθρο 24 παράγραφοι 5, 6 and 7

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 24 παράγραφος 8

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 24 παράγραφος 9

Άρθρο 17 παράγραφος 1, πρώτη περίοδος

Άρθρο 25

Άρθρο 26 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 5

Άρθρο 26 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 6

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 7, πρώτη περίοδος

Άρθρο 27 παράγραφοι 2, 3 and 4

Άρθρο 27 παράγραφος 5

Άρθρο 17 παράγραφος 7, δεύτερη περίοδος

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 30 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 17 παράγραφος 8, πρώτη περίοδος

Άρθρο 30 παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 8, δεύτερη περίοδος

Άρθρο 30 παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 31

Άρθρο 21

Άρθρο 32

Άρθρο 18

Άρθρο 33 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 33 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 34 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 19

Άρθρο 34 παράγραφος 4

Άρθρο 35 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 35 παράγραφος 3

Άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 36 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 37

Άρθρο 38 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 38 παράγραφος 4

Άρθρο 38 παράγραφος 5

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 38 παράγραφος 6

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 39 παράγραφος 1

Άρθρο 39 παράγραφος 2 και 3

Άρθρο 40

Άρθρο 41

Άρθρο 42

Άρθρο 43 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 43 παράγραφος 2

Άρθρο 24 παράγραφος 3

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 2

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 45

Άρθρο 6

Άρθρο 46

Άρθρο 47

Άρθρο 25

Άρθρο 48

Άρθρο 49

Άρθρο 29

Άρθρο 50

Άρθρο 28

Άρθρο 51

Άρθρο 30

Παράρτημα I, κατηγορίες 1 έως 31

Παράρτημα II, κατηγορίες 1 έως 31

Παράρτημα I, κατηγορία 32

Παράρτημα II, κατηγορία 37α

Παράρτημα I, κατηγορία 33

Παράρτημα II, κατηγορία 32

Παράρτημα I, κατηγορία 34

Παράρτημα II, κατηγορία 33

Παράρτημα I, κατηγορία 35

Παράρτημα II, κατηγορία 37

Παράρτημα I, κατηγορία 36

Παράρτημα II, κατηγορία 38

Παράρτημα I, κατηγορία 37

Παράρτημα II, κατηγορία 39

Παράρτημα I, κατηγορία 38

Παράρτημα II, κατηγορία 40

Παράρτημα I, κατηγορία 39

Παράρτημα II, κατηγορία 41

Παράρτημα I, κατηγορία 40

Παράρτημα II, κατηγορία 42

Παράρτημα I, κατηγορία 41

Παράρτημα II, κατηγορία 43

Παράρτημα I, κατηγορία 42

Παράρτημα II, κατηγορία 44

Παράρτημα I, κατηγορία 43

Παράρτημα II, κατηγορία 45

Παράρτημα I, κατηγορία 44

Παράρτημα II, κατηγορία 46

Παράρτημα II

Παράρτημα II, τμήμα υπό τον τίτλο «Άλλα αλκοολούχα ποτά»

Παράρτημα III

Παράρτημα IV