7.12.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 312/56


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1862 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 28ης Νοεμβρίου 2018

σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο δ), το άρθρο 85 παράγραφος 1, το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο α) και το άρθρο 88 παράγραφος 2 στοιχείο α),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Ενεργώντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, όπως έχει ενσωματωθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το SIS είναι ένα από τα σημαντικότερα μέτρα αντισταθμιστικού χαρακτήρα το οποίο συμβάλλει στη διατήρηση υψηλού επιπέδου ασφάλειας εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της Ένωσης, υποστηρίζοντας την επιχειρησιακή συνεργασία ανάμεσα στις εθνικές αρμόδιες αρχές, ιδίως τους συνοριοφύλακες, την αστυνομία, τις τελωνειακές αρχές, τις υπηρεσίες μετανάστευσης, και τις αρμόδιες αρχές για την πρόληψη, την ανίχνευση, την έρευνα ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων.

(2)

Το SIS δημιουργήθηκε αρχικά δυνάμει των διατάξεων του τίτλου IV της σύμβασης της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (2) (η σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν). Η ανάπτυξη του SIS δεύτερης γενιάς (SIS II) ανατέθηκε στην Επιτροπή δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2424/2001 του Συμβουλίου (3) και της απόφασης 2001/886/ΔΕΥ του Συμβουλίου (4). Το σύστημα δημιουργήθηκε αργότερα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), και με την απόφαση 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου (6). Το SIS II αντικατέστησε το SIS που δημιουργήθηκε σύμφωνα με τη σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν.

(3)

Τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του SIS II, η Επιτροπή διενήργησε αξιολόγηση του συστήματος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και σύμφωνα με την απόφαση 2007/533/ΔΕΥ. Στις 21 Δεκεμβρίου 2016, η Επιτροπή υπέβαλε έκθεση αξιολόγησης για το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5, το άρθρο 43 παράγραφος 3 και το άρθρο 50 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 59 παράγραφος 3 και το άρθρο 66 παράγραφος 5 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Οι συστάσεις που διατυπώνονται στα έγγραφα αυτά θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται, κατά περίπτωση, στον παρόντα κανονισμό.

(4)

Ο παρών κανονισμός συνιστά τη νομική βάση του SIS όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τρίτου μέρους τίτλος V κεφάλαια 4 και 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) συνιστά τη νομική βάση του SIS όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τρίτου μέρους τίτλος V κεφάλαιο 2 ΣΛΕΕ.

(5)

Το γεγονός ότι η νομική βάση του SIS απαρτίζεται από χωριστές πράξεις δεν επηρεάζει την αρχή σύμφωνα με την οποία το SIS αποτελεί ενιαίο σύστημα πληροφοριών που θα πρέπει να λειτουργεί ως τέτοιο. Θα πρέπει να περιλαμβάνει ενιαίο δίκτυο εθνικών τμημάτων, που καλούνται τμήματα SIRENE, για να εξασφαλίζεται η ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών. Κατά συνέπεια, ορισμένες διατάξεις των εν λόγω πράξεων θα πρέπει να είναι πανομοιότυπες.

(6)

Είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν οι στόχοι του SIS, ορισμένα στοιχεία της τεχνικής αρχιτεκτονικής του και της χρηματοδότησής του, να θεσπιστούν κανόνες για τη διατερματική λειτουργία και χρήση του καθώς και να προσδιοριστούν οι αρμοδιότητες. Είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι κατηγορίες δεδομένων που πρέπει να εισάγονται στο σύστημα, οι σκοποί για τους οποίους πρέπει να εισάγονται και να υποβάλλονται σε επεξεργασία τα δεδομένα και τα κριτήρια που διέπουν την εισαγωγή τους. Επιπλέον απαιτούνται κανόνες για τη διαγραφή των καταχωρίσεων, οι αρχές που εξουσιοδοτούνται να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα και η χρήση βιομετρικών δεδομένων και να καθοριστούν περαιτέρω κανόνες σχετικά με την προστασία των δεδομένων και την επεξεργασία των δεδομένων.

(7)

Οι καταχωρίσεις στο SIS περιέχουν μόνο τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να ταυτοποιείται ένα πρόσωπο ή ένα αντικείμενο και για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν συμπληρωματικές πληροφορίες που σχετίζονται με τις καταχωρίσεις, εφόσον απαιτείται.

(8)

Το SIS περιλαμβάνει ένα κεντρικό σύστημα (κεντρικό SIS) και εθνικά συστήματα. Τα εθνικά συστήματα μπορούν να περιλαμβάνουν πλήρες ή μερικό αντίγραφο της βάσης δεδομένων του SIS, το οποίο μπορούν να χρησιμοποιούν από κοινού δύο ή περισσότερα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι το SIS είναι το πλέον σημαντικό μέσο ανταλλαγής πληροφοριών στην Ευρώπη για την εγγύηση της ασφάλειας και για την αποτελεσματική διαχείριση των συνόρων, είναι αναγκαία η εξασφάλιση της αδιάλειπτης λειτουργίας του τόσο σε κεντρικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η διαθεσιμότητα του SIS θα πρέπει να παρακολουθείται στενά σε κεντρικό επίπεδο και σε επίπεδο κρατών μελών και κάθε περιστατικό μη διαθεσιμότητας για τους τελικούς χρήστες θα πρέπει να καταγράφεται και να γνωστοποιείται στα ενδιαφερόμενα μέρη σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να δημιουργήσει εφεδρεία για το εθνικό του σύστημα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν αδιάλειπτη συνδεσιμότητα με το κεντρικό SIS, διαθέτοντας διπλά και φυσικώς και γεωγραφικώς διαχωρισμένα σημεία σύνδεσης. Το κεντρικό SIS και η επικοινωνιακή υποδομή θα πρέπει να λειτουργούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργία τους επί 24ώρου βάσεως, επτά ημέρες την εβδομάδα. Για το λόγο αυτόν, ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης («eu-LISA»), που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1726 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) θα πρέπει να εφαρμόσει τεχνικές λύσεις για την ενίσχυση της αδιάλειπτης διαθεσιμότητας του SIS, που θα υπόκεινται σε ανεξάρτητη εκτίμηση επιπτώσεων και σε ανάλυση κόστους-οφέλους.

(9)

Είναι αναγκαία η τήρηση εγχειριδίου με λεπτομερείς κανόνες για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με τη δράση που απαιτείται βάσει της εκάστοτε καταχώρισης («το εγχειρίδιο SIRENE»). Τα τμήματα SIRENE θα πρέπει να μεριμνούν για την ανταλλαγή των εν λόγω πληροφοριών κατά τρόπο ταχύ και αποτελεσματικό.

(10)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών, καθώς επίσης και σχετικά με τη δράση που πρέπει να αναληφθεί όπως προσδιορίζεται στις καταχωρίσεις, θα πρέπει να ενισχυθεί η λειτουργία των τμημάτων SIRENE μέσω της αποσαφήνισης των απαιτήσεων για τους διαθέσιμους πόρους και την κατάρτιση των χρηστών και το χρόνο ανταπόκρισης στα αιτήματα για πληροφορίες που λαμβάνουν από άλλα τμήματα SIRENE.

(11)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε το προσωπικό του τμήματός τους SIRENE να διαθέτει τις αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του γλωσσικές δεξιότητες και γνώσεις στο σχετικό δίκαιο και τους διαδικαστικούς κανόνες.

(12)

Προκειμένου να είναι σε θέση να επωφεληθούν πλήρως από τις λειτουργίες του SIS, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι τελικοί χρήστες και το προσωπικό των τμημάτων SIRENE να παρακολουθούν τακτικά μαθήματα κατάρτισης, μεταξύ άλλων σχετικά με την ασφάλεια, την προστασία και την ποιότητα των δεδομένων. Τα τμήματα SIRENE θα πρέπει να συμμετέχουν στην εκπόνηση προγραμμάτων κατάρτισης. Στο μέτρο του δυνατού, τα τμήματα SIRENE θα πρέπει επίσης να προβλέπουν την οργάνωση ανταλλαγών προσωπικού με άλλα τμήματα SIRENE τουλάχιστον άπαξ ετησίως. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να αποφεύγεται η απώλεια δεξιοτήτων και πείρας λόγω της εναλλαγής προσωπικού.

(13)

Αρμόδιος για τη λειτουργική διαχείριση των κεντρικών συνιστωσών του SIS είναι ο eu-LISA. Προκειμένου να δοθεί στον eu-LISA η δυνατότητα να διαθέσει τους απαραίτητους χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους που θα καλύπτουν όλες τις πτυχές της λειτουργικής διαχείρισης του κεντρικού SIS και της επικοινωνιακής υποδομής, θα πρέπει να περιγραφούν λεπτομερώς στον παρόντα κανονισμό τα καθήκοντά του, ιδιαίτερα όσον αφορά τις τεχνικές πτυχές της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

(14)

Με την επιφύλαξη της ευθύνης των κρατών μελών για την ακρίβεια των δεδομένων που εισάγονται στο SIS καθώς και του ρόλου των τμημάτων SIRENE ως συντονιστών ποιότητας, ο eu-LISA θα πρέπει να έχει ευθύνη για την ενίσχυση της ποιότητας των δεδομένων μέσω της θέσπισης ενός κεντρικού εργαλείου παρακολούθησης της ποιότητας των δεδομένων και θα πρέπει να υποβάλλει εκθέσεις στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με ζητήματα ποιότητας των δεδομένων που προκύπτουν. Για την περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων στο SIS, ο eu-LISA θα πρέπει επίσης να παρέχει κατάρτιση σχετικά με τη χρήση του SIS σε εθνικούς εκπαιδευτικούς φορείς και, στο μέτρο του δυνατού, στα τμήματα SIRENE και στους τελικούς χρήστες.

(15)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η καλύτερη παρακολούθηση της χρήσης του SIS και να αναλυθούν οι τάσεις που αφορούν τα ποινικά αδικήματα, ο eu-LISA θα πρέπει να είναι σε θέση να αναπτύξει ικανότητες αιχμής για την υποβολή στατιστικών εκθέσεων στα κράτη μέλη, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωπόλ, στην Eurojust και στον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ακεραιότητα των δεδομένων. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να δημιουργηθεί κεντρικό αποθετήριο. Στατιστικά στοιχεία που τηρούνται ή παράγονται από το εν λόγω αποθετήριο δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να γνωστοποιούν, στο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων βάσει του παρόντος κανονισμού, στατιστικά στοιχεία σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης, διόρθωσης ανακριβών δεδομένων και διαγραφής δεδομένων που έχουν αποθηκευτεί παράνομα.

(16)

Θα πρέπει να εισαχθούν στο SIS νέες κατηγορίες δεδομένων, ώστε να παρέχεται στους τελικούς χρήστες η δυνατότητα να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις επί τη βάσει καταχώρισης χωρίς απώλεια χρόνου. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διευκολύνεται η ταυτοποίηση και να εντοπίζονται πολλαπλές ταυτότητες, η καταχώριση θα πρέπει, όταν η εν λόγω πληροφορία είναι διαθέσιμη, να περιλαμβάνει αναφορά του ατομικού εγγράφου ταυτότητας του ενδιαφερόμενου προσώπου ή αριθμού καθώς και αντίγραφο, ει δυνατόν έγχρωμο, του εγγράφου αυτού.

(17)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση, εάν είναι απολύτως αναγκαίο, να εισάγουν στο SIS ειδικές πληροφορίες σχετικά με τυχόν ιδιαίτερα, αντικειμενικά, φυσικά χαρακτηριστικά ενός προσώπου που δεν υπόκεινται σε αλλαγές, όπως τατουάζ, σημάδια ή ουλές.

(18)

Εφόσον είναι διαθέσιμα, θα πρέπει να εισάγονται κατά τη δημιουργία της καταχώρισης όλα τα σχετικά δεδομένα, ιδίως το κύριο όνομα του ενδιαφερόμενου προσώπου, προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος ψευδών θετικών απαντήσεων και άσκοπων λειτουργικών δραστηριοτήτων.

(19)

Δεν θα πρέπει να αποθηκεύεται στο SIS κανένα δεδομένο που χρησιμοποιείται για τη διενέργεια αναζητήσεων, με εξαίρεση την τήρηση αρχείων καταγραφής, ώστε να επαληθεύεται η νομιμότητα της αναζήτησης, να ελέγχεται η νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων και να εξασφαλίζεται ο αυτοέλεγχος και η ορθή λειτουργία των εθνικών συστημάτων, καθώς και η ακεραιότητα και η ασφάλεια των δεδομένων.

(20)

Το SIS θα πρέπει να επιτρέπει την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων, υποστηρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξιόπιστη ταυτοποίηση των ενδιαφερόμενων προσώπων. Κάθε εισαγωγή φωτογραφιών, εικόνων προσώπου, ή δακτυλοσκοπικών δεδομένων στο SIS και κάθε χρήση αυτών των δεδομένων θα πρέπει να περιορίζεται στα αναγκαία για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων, θα πρέπει να επιτρέπεται από το ενωσιακό δίκαιο, θα πρέπει να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού, και θα πρέπει να συνάδει με το ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών διατάξεων για την προστασία των δεδομένων που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Στο ίδιο πλαίσιο, προκειμένου να αποφεύγονται οι αρνητικές συνέπειες της εσφαλμένης ταυτοποίησης, το SIS θα πρέπει επίσης να επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων προσώπων τα οποία είναι θύματα πλαστοπροσωπίας, εφόσον τηρούνται κατάλληλες ασφαλιστικές δικλείδες, με τη συναίνεση του ενδιαφερομένου προσώπου για κάθε κατηγορία δεδομένων ιδίως για τα αποτυπώματα παλάμης, και οριοθετούνται αυστηρά οι σκοποί για τους οποίους αυτά τα προσωπικά δεδομένα μπορούν να υποβληθούν νομίμως σε επεξεργασία.

(21)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβούν στις αναγκαίες τεχνικές ρυθμίσεις, ώστε κάθε φορά που οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να πραγματοποιήσουν αναζήτηση σε βάση δεδομένων των εθνικών αστυνομικών αρχών ή των υπηρεσιών μετανάστευσης, να πραγματοποιούν παράλληλα αναζήτηση και στο SIS, σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Με τον τρόπο αυτό, αναμένεται να διασφαλιστεί ότι το SIS λειτουργεί ως το κύριο αντισταθμιστικό μέτρο σε ένα χώρο χωρίς ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα και αντιμετωπίζει καλύτερα τη διασυνοριακή διάσταση της εγκληματικότητας και της κινητικότητας των εγκληματιών.

(22)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει τις προϋποθέσεις για τη χρήση των δακτυλοσκοπικών δεδομένων, φωτογραφιών και των εικόνων προσώπου για τους σκοπούς της ταυτοποίησης και της επαλήθευσης. Εικόνες προσώπου και φωτογραφίες θα πρέπει για σκοπούς ταυτοποίησης αρχικά να χρησιμοποιούνται μόνο σε σημεία τακτικής διέλευσης των συνόρων. Η εν λόγω χρήση θα πρέπει να τελεί υπό την επιφύλαξη έκθεσης της Επιτροπής που θα επιβεβαιώνει τη διαθεσιμότητα, την αξιοπιστία και την ετοιμότητα της τεχνολογίας.

(23)

Η δημιουργία υπηρεσίας αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων στο πλαίσιο του SIS συμπληρώνει τον υφιστάμενο μηχανισμό Prüm σχετικά με την αμοιβαία διασυνοριακή επιγραμμική πρόσβαση σε καθορισμένες εθνικές βάσεις δεδομένων DNA και σε συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων, όπως ορίζεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου 2008/615/ΔΕΥ (11) και 2008/616/ΔΕΥ (12). Η αναζήτηση δακτυλοσκοπικών δεδομένων στο SIS επιτρέπει την ενεργό αναζήτηση του δράστη. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι εφικτή η μεταφόρτωση των δακτυλοσκοπικών δεδομένων αγνώστου δράστη στο SIS, υπό την προϋπόθεση ότι ο κάτοχος των εν λόγω δεδομένων μπορεί να ταυτοποιηθεί με πολύ υψηλό βαθμό πιθανότητας ως ο δράστης σοβαρού εγκλήματος ή τρομοκρατικής ενέργειας. Αυτό ισχύει ειδικότερα σε περίπτωση που βρεθούν δακτυλοσκοπικά δεδομένα στο όπλο ή σε οποιοδήποτε αντικείμενο που χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση του αδικήματος. Απλώς και μόνο η παρουσία των δακτυλοσκοπικών δεδομένων στον τόπο του εγκλήματος δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένδειξη πολύ υψηλού βαθμού πιθανότητας τα εν λόγω δακτυλοσκοπικά δεδομένα να ανήκουν στον δράστη. Μια ακόμη προϋπόθεση για τη δημιουργία τέτοιου είδους καταχώρισης θα πρέπει να είναι η αδυναμία εξακρίβωσης της ταυτότητας του υπόπτου βάσει δεδομένων προερχόμενων από οποιαδήποτε άλλη σχετική εθνική, ενωσιακή ή διεθνή βάση δεδομένων. Σε περίπτωση που η αναζήτηση δακτυλοσκοπικών δεδομένων οδηγήσει σε δυνητική αντιστοιχία, το κράτος μέλος θα πρέπει να διενεργήσει περαιτέρω ελέγχους με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων, προκειμένου να διαπιστώσει αν ο ύποπτος είναι πράγματι ο κάτοχος των αποτυπωμάτων που έχουν αποθηκευτεί στο SIS και να εξακριβώσει την ταυτότητα του υπό εξέταση προσώπου. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να διέπονται από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου. Η ταυτοποίηση μπορεί να διευκολύνει σε σημαντικό βαθμό την έρευνα και να οδηγήσει σε σύλληψη, εφόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για τη σύλληψη.

(24)

Θα πρέπει να επιτρέπεται να αναζητούνται τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα που αποθηκεύονται στο SIS με πλήρεις ή ελλιπείς σειρές δακτυλικών αποτυπωμάτων ή αποτυπωμάτων παλάμης που ανακαλύπτονται στον τόπο του εγκλήματος, εάν μπορεί να διαπιστωθεί με υψηλό βαθμό πιθανότητας ότι ανήκουν στον δράστη του σοβαρού ή τρομοκρατικού εγκλήματος, υπό την προϋπόθεση ότι η έρευνα διεξάγεται ταυτόχρονα στις σχετικές εθνικές βάσεις δακτυλικών αποτυπωμάτων. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στον καθορισμό προτύπων ποιότητας που θα εφαρμόζονται για την αποθήκευση των βιομετρικών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των λανθανόντων δακτυλοσκοπικών δεδομένων.

(25)

Όταν η ταυτότητα του προσώπου δεν μπορεί να εξακριβωθεί με άλλα μέσα, θα πρέπει να επιχειρείται η ταυτοποίηση με τη χρήση δακτυλοσκοπικών δεδομένων. Θα πρέπει να επιτρέπεται σε όλες τις περιπτώσεις η ταυτοποίηση του προσώπου με τη χρήση δακτυλοσκοπικών δεδομένων.

(26)

Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα προσθήκης προφίλ DNA σε μια καταχώριση σε σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις στις οποίες δεν υπάρχουν διαθέσιμα δακτυλοσκοπικά δεδομένα. Η πρόσβαση στο εν λόγω προφίλ DNA θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε εξουσιοδοτημένους χρήστες. Τα προφίλ DNA θα πρέπει να διευκολύνουν την εξακρίβωση της ταυτότητας εξαφανισθέντων προσώπων που χρήζουν προστασίας και ειδικά αγνοούμενων παιδιών, μεταξύ άλλων επιτρέποντας τη χρήση προφίλ DNA ανιόντων ή κατιόντων σε ευθεία γραμμή ή αδελφών ώστε να είναι δυνατή η ταυτοποίηση. Τα δεδομένα DNA θα πρέπει να περιέχουν τις ελάχιστες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ταυτοποίηση του εξαφανισθέντος προσώπου.

(27)

Τα προφίλ DNA θα πρέπει να ανακτώνται από το SIS όταν η ταυτοποίηση είναι αναγκαία και αναλογική για τους σκοπούς που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Τα προφίλ DNA δεν θα πρέπει να ανακτώνται ή να υπόκεινται σε επεξεργασία για άλλους σκοπούς εκτός εκείνων για τους οποίους εισήχθησαν στο SIS. Οι κανόνες προστασίας και ασφάλειας των δεδομένων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζονται. Θα πρέπει, εφόσον χρειάζεται, να θεσπιστούν πρόσθετες διασφαλίσεις κατά τη χρήση προφίλ DNA ώστε να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος εσφαλμένων αντιστοιχίσεων, δικτυοπαραβίασης και μη εξουσιοδοτημένης κοινοποίησης σε τρίτους.

(28)

Το SIS θα πρέπει να περιέχει καταχωρίσεις για πρόσωπα τα οποία αναζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την παράδοση ή την έκδοσή τους. Πέραν των καταχωρίσεων, ενδείκνυται να προβλεφθεί και η ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω των τμημάτων SIRENE που είναι απαραίτητες για τις διαδικασίες παράδοσης και έκδοσης. Ειδικότερα, θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο του SIS τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 8 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου (13). Για επιχειρησιακούς λόγους, είναι σκόπιμο το κράτος μέλος καταχώρισης να καθιστά προσωρινά μη διαθέσιμη μια υφιστάμενη καταχώριση με σκοπό τη σύλληψη προσώπου, κατόπιν έγκρισης από τις δικαστικές αρχές, όταν ένα πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης αναζητείται εντατικά και ενεργά και οι τελικοί χρήστες που δεν εμπλέκονται στη συγκεκριμένη επιχείρηση αναζήτησης ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την επιτυχή της έκβαση. Η προσωρινή μη διαθεσιμότητα των εν λόγω καταχωρίσεων δεν θα πρέπει κατ' αρχήν να υπερβαίνει τις 48 ώρες.

(29)

Θα πρέπει να είναι δυνατόν να προστίθεται στο SIS μετάφραση των πρόσθετων δεδομένων που εισάγονται για τους σκοπούς της παράδοσης βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθώς και για τους σκοπούς της έκδοσης.

(30)

Το SIS θα πρέπει να περιέχει καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα ή ευάλωτα πρόσωπα, στα οποία πρέπει να απαγορεύονται τα ταξίδια, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία τους ή να αποτρέπονται απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης. Στις περιπτώσεις παιδιών, οι εν λόγω καταχωρίσεις και οι αντίστοιχες διαδικασίες θα πρέπει να εξυπηρετούν το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού της 20ής Νοεμβρίου 1989. Τα μέτρα και οι αποφάσεις των αρμόδιων αρχών, περιλαμβανομένων των δικαστικών αρχών, μετά από καταχώριση σχετικά με παιδί θα πρέπει να λαμβάνονται σε συνεργασία με τις αρχές προστασίας του παιδιού. Θα πρέπει να ενημερώνεται η εθνική ανοιχτή τηλεφωνική γραμμή για αγνοούμενα παιδιά, όπου αρμόζει.

(31)

Οι καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα που πρέπει να τεθούν υπό προστασία θα πρέπει να εισάγονται κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής. Όλα τα παιδιά που έχουν εξαφανιστεί από δομές υποδοχής των κρατών μελών θα πρέπει να είναι υποκείμενα καταχώρισης για εξαφανισθέντα πρόσωπα στο SIS.

(32)

Οι καταχωρίσεις για παιδιά που διατρέχουν κίνδυνο απαγωγής από γονείς θα πρέπει να εισάγονται στο SIS κατόπιν αιτήματος των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών αρχών που έχουν δικαιοδοσία σε θέματα γονικής μέριμνας βάσει του εθνικού δικαίου. Οι καταχωρίσεις για παιδιά που διατρέχουν κίνδυνο απαγωγής από γονείς, θα πρέπει να εισάγονται στο SIS μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες ο κίνδυνος αυτός είναι απτός και προφανής και σε ορισμένες περιπτώσεις. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να προβλέπονται αυστηρές και κατάλληλες διασφαλίσεις. Κατά την εκτίμηση του κατά πόσον συντρέχει απτός και προφανής κίνδυνος επικείμενης και παράνομης απομάκρυνσης του παιδιού από κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ατομικές περιστάσεις του παιδιού και το περιβάλλον στο οποίο αυτό εκτίθεται.

(33)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίσει νέα κατηγορία καταχωρίσεων για ορισμένες κατηγορίες ευάλωτων προσώπων στα οποία πρέπει να απαγορευθούν τα ταξίδια. Πρόσωπα, τα οποία λόγω ηλικίας, αναπηρίας ή οικογενειακών περιστάσεων χρήζουν προστασίας, θα πρέπει να θεωρούνται ευάλωτα.

(34)

Οι καταχωρίσεις για παιδιά, στα οποία πρέπει να απαγορεύονται τα ταξίδια για τη δική τους προστασία, θα πρέπει να εισάγονται στο SIS εφόσον υπάρχει απτός και προφανής κίνδυνος να απομακρυνθούν ή να εγκαταλείψουν το έδαφος ενός κράτους μέλους. Οι εν λόγω καταχωρίσεις θα πρέπει να εισάγονται, εφόσον το ταξίδι θα τους εξέθετε σε κίνδυνο να καταστούν θύματα εμπορίας ανθρωπίνων όντων ή καταναγκαστικού γάμου, ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων ή άλλων μορφών έμφυλης βίας, σε κίνδυνο να καταστούν θύματα τρομοκρατικών εγκλημάτων ή να εμπλακούν σε αυτά, στρατολόγησης ή ένταξης σε ένοπλες ομάδες, ή εξαναγκασμού σε ενεργό συμμετοχή σε εχθροπραξίες.

(35)

Οι καταχωρίσεις σχετικά με τους ευάλωτους ενήλικες, στους οποίους πρέπει να απαγορεύονται τα ταξίδια για δική τους προστασία, θα πρέπει να εισάγονται εφόσον το ταξίδι θα τους εξέθετε σε κίνδυνο να καταστούν θύματα εμπορίας ανθρωπίνων όντων ή έμφυλης βίας.

(36)

Για να υπάρξουν αυστηρές και κατάλληλες διασφαλίσεις, οι καταχωρίσεις για παιδιά ή άλλα ευάλωτα πρόσωπα στα οποία πρέπει να απαγορεύονται τα ταξίδια θα πρέπει, εφόσον απαιτείται από το εθνικό δίκαιο, να εισάγονται στο SIS κατόπιν απόφασης δικαστικής αρχής ή απόφασης αρμόδιας αρχής που επιβεβαιώνεται από δικαστική αρχή.

(37)

Θα πρέπει να προβλεφθεί νέα δράση, ώστε να μπορούν οι αρμόδιοι να σταματούν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και να του υποβάλουν ερωτήσεις, προκειμένου να παρέχονται στο κράτος μέλος καταχώρισης αναλυτικές πληροφορίες. Η δράση αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις στις οποίες, με βάση σαφείς ενδείξεις, υπάρχουν υπόνοιες ότι ένα πρόσωπο προτίθεται να διαπράξει ή ότι έχει διαπράξει οποιοδήποτε από τα αδικήματα του άρθρου 2 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, για τις περιπτώσεις στις οποίες επιπλέον πληροφορίες είναι απαραίτητες για την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής ή στερητικού της ελευθερίας μέτρου ασφαλείας σε βάρος προσώπου καταδικασθέντος για οποιοδήποτε αδίκημα εκ των αναφερόμενων στο άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, ή για τις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν λόγοι να θεωρείται ότι το πρόσωπο θα διαπράξει οποιοδήποτε από αυτά τα αδικήματα. Η δράση που πρόκειται να ληφθεί θα πρέπει εξάλλου να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υφιστάμενων μηχανισμών αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Θα πρέπει να παρέχει επαρκείς πληροφορίες για τη λήψη απόφασης σχετικά με την ανάληψη περαιτέρω δράσεων. Αυτή η νέα δράση δεν θα πρέπει να ισοδυναμεί ούτε με την υποβολή του προσώπου σε σωματική έρευνα ούτε με σύλληψή του. Θα πρέπει να τηρούνται τα δικονομικά δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορουμένων σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, περιλαμβανομένου του δικαιώματός τους για πρόσβαση σε δικηγόρο σύμφωνα με την οδηγία 2013/48/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14).

(38)

Στην περίπτωση καταχωρίσεων για αντικείμενα που πρέπει να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία, τα οικεία αντικείμενα θα πρέπει να κατάσχονται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, το οποίο ορίζει αν και με ποιους όρους πρέπει να κατασχεθεί ένα αντικείμενο, ειδικότερα όταν βρίσκεται στην κατοχή του νόμιμου κυρίου του.

(39)

Το SIS θα πρέπει να περιέχει νέες κατηγορίες αντικειμένων υψηλής αξίας, όπως είδη τεχνολογίας των πληροφοριών που μπορούν να ταυτοποιηθούν και να αναζητηθούν βάσει μοναδικού αριθμού ταυτοποίησης.

(40)

Όσον αφορά καταχωρίσεις που εισάγονται στο SIS για έγγραφα προκειμένου να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία, ο όρος «πλαστό» θα πρέπει να νοείται ότι περιλαμβάνει και τα παραποιημένα και τα εξ ολοκλήρου πλαστά έγγραφα.

(41)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαθέτει τη δυνατότητα να προσθέτει σε μια καταχώριση ειδική ένδειξη («flag»), η οποία σημαίνει ότι η δράση που πρέπει να αναληφθεί βάσει της καταχώρισης δεν θα εκτελεστεί στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους. Όταν εισάγονται καταχωρίσεις για σύλληψη προσώπου με σκοπό την παράδοσή του, ουδεμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως απόκλιση από τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, ούτε να εμποδίζει την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Η απόφαση για την προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχώριση με σκοπό τη μη εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να στηρίζεται μόνο στους λόγους άρνησης που καθορίζονται στην εν λόγω απόφαση-πλαίσιο.

(42)

Σε περίπτωση προσθήκης ειδικής ένδειξης και γνωστοποίησης του τόπου όπου ενδέχεται να βρίσκεται πρόσωπο που αναζητείται για να συλληφθεί με σκοπό την παράδοσή του, ο τόπος που βρίσκεται το πρόσωπο θα πρέπει πάντα να κοινοποιείται στην καταχωρίζουσα δικαστική αρχή, η οποία μπορεί να λάβει απόφαση να διαβιβάσει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης στην αρμόδια δικαστική αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ.

(43)

Θα πρέπει να είναι δυνατό για τα κράτη μέλη να δημιουργούν συνδέσμους μεταξύ καταχωρίσεων στο SIS. Η δημιουργία συνδέσμων μεταξύ δύο ή περισσότερων καταχωρίσεων δεν θα πρέπει να έχει συνέπειες ως προς τη δράση που πρέπει να αναληφθεί, την περίοδο επανεξέτασης για τις καταχωρίσεις ή τα δικαιώματα πρόσβασης στις καταχωρίσεις.

(44)

Οι καταχωρίσεις δεν θα πρέπει να διατηρούνται στο SIS για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που απαιτείται για την επίτευξη των ειδικών σκοπών για τον οποίο εισήχθησαν. Οι περίοδοι επανεξέτασης για τις διάφορες κατηγορίες καταχωρίσεων θα πρέπει να είναι κατάλληλες για τον σκοπό τους. Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα που συνδέονται με καταχώριση που αφορά ένα πρόσωπο θα πρέπει να διατηρούνται μόνο για όσο διάστημα διατηρείται η καταχώριση για το πρόσωπο. Οι αποφάσεις για τη διατήρηση καταχωρίσεων σχετικά με πρόσωπα θα πρέπει να βασίζονται σε ολοκληρωμένη και ατομική αξιολόγηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επανεξετάζουν τις καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα και αντικείμενα εντός των καθορισμένων περιόδων επανεξέτασης και θα πρέπει να διατηρούν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των καταχωρίσεων για τις οποίες έχει παραταθεί η περίοδος διατήρησης.

(45)

Η εισαγωγή μιας καταχώρισης στο SIS και η παράταση της ημερομηνίας λήξης ισχύος μιας καταχώρισης στο SIS θα πρέπει να υπόκεινται στην απαίτηση αναλογικότητας, που περιλαμβάνει εξέταση του αν η καταλληλότητα, η συνάφεια και η σπουδαιότητα μιας συγκεκριμένης περίπτωσης δικαιολογούν την εισαγωγή καταχώρισης στο SIS. Σε περιπτώσεις τρομοκρατικών εγκλημάτων, η υπόθεση θα πρέπει να θεωρηθεί κατάλληλη, συναφής και δεόντως σημαντική ώστε να δικαιολογείται η καταχώριση στο SIS. Για λόγους εθνικής ή δημόσιας ασφάλειας, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη, κατ' εξαίρεση, να απέχουν από την εισαγωγή καταχώρισης στο SIS, όταν αυτό ενδέχεται να παρεμποδίσει επίσημες ή δικαστικές έρευνες, ανακρίσεις ή διαδικασίες.

(46)

Είναι απαραίτητο να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με τη διαγραφή καταχωρίσεων. Κάθε καταχώριση θα πρέπει να διατηρείται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίον εισήχθη. Λαμβάνοντας υπόψη τις αποκλίνουσες πρακτικές των κρατών μελών ως προς τον καθορισμό του χρονικού σημείου κατά το οποίο μια καταχώριση έχει επιτύχει τον σκοπό της, είναι σκόπιμο να καθοριστούν λεπτομερή κριτήρια για κάθε κατηγορία καταχώρισης, ώστε να προσδιορίζεται πότε θα πρέπει να διαγράφεται.

(47)

Η ακεραιότητα των δεδομένων του SIS είναι πρωταρχικής σημασίας. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να προβλέπονται κατάλληλες διασφαλίσεις για την επεξεργασία των δεδομένων του SIS τόσο σε κεντρικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, ώστε να κατοχυρώνεται η διατερματική ασφάλεια των δεδομένων. Οι αρχές που συμμετέχουν στην επεξεργασία των δεδομένων θα πρέπει να δεσμεύονται από τις απαιτήσεις ασφάλειας του παρόντος κανονισμού και να ακολουθούν ενιαία διαδικασία αναφοράς συμβάντων. Το προσωπικό τους θα πρέπει να εκπαιδεύεται κατάλληλα και να ενημερώνεται για τυχόν αξιόποινες πράξεις και τις αντίστοιχες ποινές.

(48)

Τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS και οι σχετικές συμπληρωματικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να διαβιβάζονται ούτε να διατίθενται σε τρίτες χώρες ή σε διεθνείς οργανισμούς.

(49)

Είναι σκόπιμο να χορηγηθεί πρόσβαση στο SIS στις υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων και τη νηολόγηση πλοίων και αεροσκαφών, προκειμένου να είναι σε θέση να επαληθεύουν αν το οικείο μεταφορικό μέσο αναζητείται στα κράτη μέλη με σκοπό να κατασχεθεί. Είναι επίσης σκόπιμο να χορηγηθεί πρόσβαση στο SIS στις υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για την καταχώριση των πυροβόλων όπλων, προκειμένου να είναι σε θέση να επαληθεύουν αν το εν λόγω πυροβόλο όπλο αναζητείται σε κράτος μέλος με σκοπό να κατασχεθεί ή αν υπάρχει καταχώριση για το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση καταχώρισης.

(50)

Θα πρέπει να παρέχεται απευθείας πρόσβαση στο SIS μόνο στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες. Η εν λόγω πρόσβαση θα πρέπει να περιορίζεται στις καταχωρίσεις που αφορούν τα αντίστοιχα μεταφορικά μέσα και το έγγραφο ταξινόμησής τους ή την πινακίδα του αριθμού κυκλοφορίας τους ή τα πυροβόλα όπλα και τα πρόσωπα που υποβάλλουν την αίτηση καταχώρισης. Κάθε θετική απάντηση στο SIS θα πρέπει να αναφέρεται από τις εν λόγω υπηρεσίες στις αστυνομικές αρχές οι οποίες θα πρέπει να αναλαμβάνουν περαιτέρω δράση, ανάλογα με την εκάστοτε καταχώριση στο SIS και θα γνωστοποιούν τη θετική απάντηση στο κράτος μέλος καταχώρισης μέσω των τμημάτων SIRENE.

(51)

Με την επιφύλαξη των ειδικότερων κανόνων του παρόντος κανονισμού, οι εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 θα πρέπει να ισχύουν για την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένων της συλλογής και της διαβίβασης, δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού από τις εθνικές αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης ή δίωξης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων. Η πρόσβαση στα δεδομένα που εισάγονται στο SIS και το δικαίωμα αναζήτησης τέτοιων δεδομένων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες είναι υπεύθυνες για την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση ή δίωξη τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων πρέπει να υπόκεινται σε όλες τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, όπως έχουν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, και ιδίως την παρακολούθηση από τις εποπτικές αρχές που αναφέρονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

(52)

Με την επιφύλαξη των ειδικότερων κανόνων του παρόντος κανονισμού για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη βάσει του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν η επεξεργασία αυτή διενεργείται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών ποινικών αδικημάτων.

(53)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(54)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(55)

Στις περιπτώσεις στις οποίες οι αναζητήσεις στο SIS που πραγματοποιούν τα εθνικά μέλη της Eurojust και οι βοηθοί τους στο SIS αποκαλύπτουν την ύπαρξη καταχώρισης που έχει εισαγάγει κράτος μέλος, η Eurojust δεν έχει τη δυνατότητα να αναλάβει τη ζητούμενη δράση. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενημερώνει το σχετικό κράτος μέλος ώστε να του παρέχει τη δυνατότητα να δώσει συνέχεια στην υπόθεση.

(56)

Κατά τη χρήση του SIS, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι γίνονται σεβαστές η αξιοπρέπεια και η ακεραιότητα του προσώπου τα δεδομένα του οποίου αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση διάκριση σε βάρος προσώπων για λόγους φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού.

(57)

Όσον αφορά την εμπιστευτικότητα, στους υπαλλήλους ή στο λοιπό προσωπικό που απασχολούνται και εργάζονται για το SIS θα πρέπει να εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ένωσης που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (17) («κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης»).

(58)

Τόσο τα κράτη μέλη όσο και ο eu-LISA θα πρέπει να τηρούν σχέδια ασφάλειας με σκοπό τη διευκόλυνση της υλοποίησης στην πράξη των υποχρεώσεων στον τομέα της ασφάλειας και να συνεργάζονται μεταξύ τους προκειμένου να αντιμετωπίζουν θέματα ασφάλειας σύμφωνα με κοινή προοπτική.

(59)

Οι εθνικές ανεξάρτητες εποπτικές αρχές που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και στην οδηγία (ΕΕ) 2016/680 («εποπτικές αρχές») θα πρέπει να ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη δυνάμει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών. Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν επαρκείς πόρους για την εκτέλεση του εν λόγω έργου. Θα πρέπει να προβλεφθούν τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων για πρόσβαση, διόρθωση και διαγραφή των προσωπικών τους δεδομένων που είναι αποθηκευμένα στο SIS και τα συνακόλουθα μέτρα προσφυγής ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, καθώς και η αμοιβαία αναγνώριση των αποφάσεων των δικαστηρίων. Είναι, επίσης, σκόπιμο να απαιτηθεί η υποβολή στατιστικών στοιχείων σε ετήσια βάση από τα κράτη μέλη.

(60)

Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να διενεργείται, τουλάχιστον ανά τετραετία, έλεγχος των λειτουργιών επεξεργασίας δεδομένων που επιτελούνται στα εθνικά συστήματα των κρατών μελών τους, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Ο έλεγχος θα πρέπει είτε να διενεργείται από τις εποπτικές αρχές, είτε οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να αναθέτουν απευθείας τον έλεγχο σε ανεξάρτητο ελεγκτή προστασίας των δεδομένων. Ο ανεξάρτητος ελεγκτής θα πρέπει να παραμένει υπό τον έλεγχο και την αρμοδιότητα των οικείων εποπτικών αρχών οι οποίες θα πρέπει, ως εκ τούτου, να εκπαιδεύουν οι ίδιες τον ελεγκτή και να παρέχουν σαφώς καθορισμένο σκοπό, έκταση και μεθοδολογία του ελέγχου καθώς και καθοδήγηση και εποπτεία όσον αφορά τον έλεγχο και τα τελικά του αποτελέσματα.

(61)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να ελέγχει τις δραστηριότητες των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για την παρακολούθηση του SIS.

(62)

Στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να χορηγούνται επαρκείς πόροι για την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της βοήθειας από πρόσωπα που διαθέτουν εμπειρογνωμοσύνη στον τομέα των βιομετρικών δεδομένων.

(63)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 προβλέπει ότι η Ευρωπόλ πρέπει να στηρίζει και ενισχύει τις δράσεις που αναλαμβάνουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές και τη συνεργασία τους για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του σοβαρού εγκλήματος και να παρέχει ανάλυση και αξιολογήσεις των απειλών. Η επέκταση των δικαιωμάτων πρόσβασης της Ευρωπόλ στις καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα αναμένεται να βελτιώσει περαιτέρω την ικανότητα της Ευρωπόλ να παρέχει στις εθνικές αρχές επιβολής του νόμου ολοκληρωμένα επιχειρησιακά και αναλυτικά στοιχεία όσον αφορά την εμπορία ανθρώπων και τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών, μεταξύ άλλων στο διαδίκτυο. Αυτό θα συμβάλει στην καλύτερη πρόληψη των εν λόγω ποινικών αδικημάτων, στην προστασία των δυνητικών θυμάτων και στην έρευνα των δραστών. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο της Ευρωπόλ θα μπορούσε επίσης να επωφεληθεί από τα δικαιώματα πρόσβασης της Ευρωπόλ στις καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα, μεταξύ άλλων σε υποθέσεις σεξουαλικού τουρισμού και σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, στις οποίες οι δράστες συχνά ισχυρίζονται ότι έχουν πρόσβαση σε παιδιά ή μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε παιδιά που έχουν ενδεχομένως καταχωριστεί ως αγνοούμενα.

(64)

Προκειμένου να καλυφθεί το κενό στην ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την τρομοκρατία, ιδίως σε ό,τι αφορά τους αλλοδαπούς τρομοκράτες μαχητές – καθώς η παρακολούθηση των κινήσεών τους είναι κρίσιμης σημασίας – τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να ανταλλάσσουν με την Ευρωπόλ πληροφορίες για δραστηριότητες που συνδέονται με την τρομοκρατία. Αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει να πραγματοποιείται μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών με την Ευρωπόλ σχετικά με τις εν λόγω καταχωρίσεις. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπόλ θα πρέπει να δημιουργήσει σύνδεση με την επικοινωνιακή υποδομή.

(65)

Είναι επίσης αναγκαίο να προβλεφθούν σαφείς κανόνες για την Ευρωπόλ σχετικά με την επεξεργασία και τη μεταφόρτωση των δεδομένων του SIS, ώστε να καταστεί δυνατή η ολοκληρωμένη χρήση του SIS, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται τα πρότυπα προστασίας δεδομένων, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794. Στις περιπτώσεις στις οποίες οι αναζητήσεις που πραγματοποιεί η Ευρωπόλ στο SIS αποκαλύπτουν την ύπαρξη καταχώρισης που έχει εισαγάγει κράτος μέλος, η Ευρωπόλ δεν μπορεί να αναλάβει την απαιτούμενη δράση. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών με το αντίστοιχο τμήμα SIRENE, ώστε να παρέχει τη δυνατότητα στο εν λόγω κράτος μέλος να δώσει συνέχεια στην υπόθεση.

(66)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18) προβλέπει, για τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού, ότι το κράτος μέλος υποδοχής εξουσιοδοτεί τα μέλη των ομάδων, που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 8) του εν λόγω κανονισμού, τα οποία αναπτύσσει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, να συμβουλεύονται ενωσιακές βάσεις δεδομένων, όταν αυτό είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση των επιχειρησιακών σκοπών που ορίζονται στο επιχειρησιακό σχέδιο για τους συνοριακούς ελέγχους, την επιτήρηση των συνόρων και την επιστροφή. Άλλοι αρμόδιοι οργανισμοί της Ένωσης, και ειδικότερα η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και η Ευρωπόλ, μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν εμπειρογνώμονες, οι οποίοι δεν είναι μέλη του προσωπικού των εν λόγω οργανισμών της Ένωσης στο πλαίσιο των ομάδων στήριξης για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Στόχος της ανάπτυξης των ομάδων, που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημεία 8) και 9) του εν λόγω κανονισμού, είναι η παροχή τεχνικής και επιχειρησιακής ενίσχυσης στα αιτούντα κράτη μέλη, ιδίως σε εκείνα που αντιμετωπίζουν δυσανάλογες μεταναστευτικές προκλήσεις. Για την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στις ομάδες, που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημεία 8) και 9) του εν λόγω κανονισμού, απαιτείται η πρόσβαση στο SIS μέσω τεχνικής διεπαφής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής η οποία συνδέεται με το κεντρικό SIS. Στις περιπτώσεις στις οποίες από τις αναζητήσεις στο SIS που πραγματοποιούνται από τις ομάδες που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημεία 8) και 9) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624 ή τις ομάδες προσωπικού αποκαλύπτεται η ύπαρξη καταχώρισης που έχει εισαχθεί από κράτος μέλος, το μέλος της ομάδας ή του προσωπικού δεν μπορεί να αναλάβει την απαιτούμενη δράση, εκτός εάν εξουσιοδοτηθεί να το πράξει από το κράτος μέλος υποδοχής. Κατά συνέπεια, το κράτος μέλος υποδοχής θα πρέπει να ενημερωθεί, ώστε να του παρασχεθεί η δυνατότητα να δώσει συνέχεια στην υπόθεση. Το κράτος μέλος υποδοχής θα πρέπει να γνωστοποιεί τη θετική απάντηση στο κράτος μέλος καταχώρισης μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

(67)

Ορισμένες παράμετροι του SIS δεν είναι δυνατό να ρυθμίζονται εξαντλητικά από τον παρόντα κανονισμό, δεδομένου του τεχνικού και εξαιρετικά λεπτομερούς χαρακτήρα τους και της ανάγκης τακτικής επικαιροποίησής τους. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται, για παράδειγμα, τεχνικοί κανόνες για την εισαγωγή δεδομένων, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση δεδομένων κανόνες για την ποιότητα των δεδομένων και κανόνες σε σχέση με βιομετρικά δεδομένα, κανόνες για τη συμβατότητα και τη σειρά προτεραιότητας των καταχωρίσεων, για συνδέσμους μεταξύ καταχωρίσεων, καθορισμός της ημερομηνίας λήξης ισχύος των καταχωρίσεων εντός του μέγιστου χρονικού ορίου και για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τις εν λόγω παραμέτρους. Οι τεχνικοί κανόνες για την αναζήτηση καταχωρίσεων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ομαλή λειτουργία των εθνικών εφαρμογών.

(68)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19). Η διαδικασία έγκρισης των εκτελεστικών πράξεων βάσει του παρόντος κανονισμού και βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861 θα πρέπει να είναι η ίδια.

(69)

Για λόγους διασφάλισης της διαφάνειας, δύο έτη από την έναρξη λειτουργίας του SIS δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ο eu-LISA θα πρέπει να καταρτίζει έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία του κεντρικού SIS και της επικοινωνιακής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειάς τους, καθώς και σχετικά με τη διμερή και πολυμερή ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονεί συνολική αξιολόγηση κάθε τέσσερα έτη.

(70)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του SIS, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά τις νέες υποκατηγορίες αντικειμένων προς αναζήτηση βάσει καταχωρίσεων για αντικείμενα που πρέπει να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία, και τον καθορισμό των περιστάσεων υπό τις οποίες μπορεί να γίνεται χρήση φωτογραφιών και εικόνων προσώπου θα για την εξακρίβωση της ταυτότητας προσώπων εκτός των σημείων τακτικής διέλευσης των συνόρων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να πραγματοποιεί, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες πρέπει να διεξάγονται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (20). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(71)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η εγκατάσταση και η ρύθμιση της λειτουργίας ενωσιακού συστήματος πληροφοριών καθώς και η ανταλλαγή σχετικών συμπληρωματικών πληροφοριών, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη μπορούν όμως, εξαιτίας της φύσης τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(72)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται ειδικότερα στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός σέβεται απολύτως την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ παράλληλα έχει ως σκοπό την εγγύηση ασφαλούς περιβάλλοντος για όλα τα πρόσωπα που διαμένουν στο έδαφος της Ένωσης και ειδικής προστασίας για παιδιά που θα μπορούσαν να καταστούν θύματα εμπορίας ανθρώπων ή απαγωγής. Στις περιπτώσεις που αφορούν παιδιά, θα πρέπει πάντα να δίνεται πρωταρχική σημασία στο υπέρτατο συμφέρον του παιδιού.

(73)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο Σένγκεν, η Δανία αποφασίζει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, εντός έξι μηνών αφότου το Συμβούλιο αποφασίσει σχετικά με τη μεταφορά του παρόντος κανονισμού στο εθνικό της δίκαιο.

(74)

Το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετέχει στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 19 σχετικά με το κεκτημένο του Σένγκεν το οποίο έχει ενσωματωθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ και με το άρθρο 8 παράγραφος 2 της απόφασης 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου (21).

(75)

Η Ιρλανδία συμμετέχει στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 19, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ και με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της απόφασης 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου (22).

(76)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των τελευταίων, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (23), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 σημείο Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου (24).

(77)

Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (25), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 σημείο Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/149/ΕΚ του Συμβουλίου (26).

(78)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, κατά την έννοια του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (27), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 σημείο Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/349/ΕE του Συμβουλίου (28).

(79)

Όσον αφορά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, ο παρών κανονισμός συνιστά πράξη που αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο Σένγκεν ή συνδέεται άλλως με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2005, και θα πρέπει να ερμηνεύεται σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του Συμβουλίου 2010/365/ΕΕ (29) και (ΕΕ) 2018/934 (30).

(80)

Όσον αφορά την Κροατία, ο παρών κανονισμός συνιστά πράξη που αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο Σένγκεν ή συνδέεται άλλως με αυτό κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2011 και θα πρέπει να ερμηνεύεται σε συνδυασμό με την απόφαση (ΕΕ) 2017/733 του Συμβουλίου (31).

(81)

Όσον αφορά την Κύπρο, ο παρών κανονισμός συνιστά πράξη που αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο Σένγκεν ή συνδέεται άλλως με αυτό κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003.

(82)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοστεί στην Ιρλανδία κατά τις ημερομηνίες που έχουν οριστεί σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις συναφείς πράξεις όσον αφορά την εφαρμογή του κεκτημένου του Σένγκεν στο κράτος αυτό.

(83)

Ο παρών κανονισμός επιφέρει σειρά βελτιώσεων στο SIS, οι οποίες θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητα, θα ενισχύσουν την προστασία των δεδομένων και θα επεκτείνουν τα δικαιώματα πρόσβασης. Ορισμένες από τις εν λόγω βελτιώσεις δεν απαιτούν σύνθετες τεχνικές ενέργειες, ενώ άλλες απαιτούν τεχνικές τροποποιήσεις ποικίλου μεγέθους. Προκειμένου να μπορέσουν οι βελτιώσεις του συστήματος να καταστούν διαθέσιμες στους τελικούς χρήστες το συντομότερο δυνατό, ο παρών κανονισμός προβλέπει τροποποιήσεις στην απόφαση 2007/533/ΔΕΥ σε διάφορα στάδια. Ορισμένες βελτιώσεις του συστήματος θα πρέπει να εφαρμοστούν αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ενώ άλλες θα πρέπει να εφαρμοστούν ένα ή δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος του. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται στο σύνολό του εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του. Προκειμένου να αποφευχθούν καθυστερήσεις στην εφαρμογή του, η σταδιακή υλοποίηση του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να παρακολουθείται στενά.

(84)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (32), η απόφαση 2007/533/ΔΕΥ και η απόφαση 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (33) θα πρέπει να καταργηθούν με ισχύ από την ημερομηνία πλήρους εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(85)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34) και εξέδωσε τη γνωμοδότησή του στις 3 Μαΐου 2017,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

Γενικός σκοπός του SIS

Το σύστημα SIS αποσκοπεί στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης της δημόσιας ασφάλειας και τάξης και της προστασίας της ασφάλειας στο έδαφος των κρατών μελών, καθώς και στην εξασφάλιση της εφαρμογής των διατάξεων του τρίτου μέρους τίτλος V κεφάλαια 4 και 5 ΣΛΕΕ σχετικά με την κυκλοφορία των προσώπων στο έδαφος των κρατών μελών, με τη χρήση πληροφοριών που διαβιβάζονται μέσω του συστήματος αυτού.

Άρθρο 2

Αντικείμενο

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την εισαγωγή και επεξεργασία των καταχωρίσεων στο SIS σχετικά με πρόσωπα και αντικείμενα, και για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών και πρόσθετων δεδομένων για τους σκοπούς της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις.

2.   Ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει επίσης διατάξεις σχετικά με την τεχνική αρχιτεκτονική του SIS, τις αρμοδιότητες των κρατών μελών και του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (eu-LISA), την επεξεργασία των δεδομένων, τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων προσώπων και την ευθύνη.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «καταχώριση»: σύνολο δεδομένων που εισάγονται στο SIS και επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να εξακριβώνουν την ταυτότητα προσώπου ή αντικειμένου με σκοπό την ανάληψη συγκεκριμένης δράσης,

2)   «συμπληρωματικές πληροφορίες»: πληροφορίες που δεν αποτελούν μέρος των δεδομένων καταχώρισης που αποθηκεύονται στο SIS, ωστόσο συνδέονται με τις καταχωρίσεις στο SIS, οι οποίες πρέπει να ανταλλάσσονται μέσω των τμημάτων SIRENE:

α)

προκειμένου τα κράτη μέλη να διαβουλεύονται μεταξύ τους ή να αλληλοενημερώνονται κατά την εισαγωγή καταχώρισης,

β)

έπειτα από θετική απάντηση ώστε να είναι δυνατό να αναληφθεί η ενδεδειγμένη δράση,

γ)

όταν δεν μπορεί να αναληφθεί η απαιτούμενη δράση,

δ)

σε σχέση με την ποιότητα των δεδομένων του SIS,

ε)

σε σχέση με τη συμβατότητα και την προτεραιότητα των καταχωρίσεων,

στ)

σε σχέση με την άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης,

3)   «πρόσθετα δεδομένα»: τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο SIS και συνδέονται με τις καταχωρίσεις στο SIS, τα οποία είναι απευθείας διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές, σε περίπτωση ανεύρεσης ενός προσώπου για το οποίο έχουν εισαχθεί δεδομένα στο SIS, ως αποτέλεσμα αναζήτησης στο σύστημα SIS,

4)   «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679,

5)   «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η εγγραφή, η καταγραφή, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή,

6)   «αντιστοιχία»: αντιστοιχία υπάρχει όταν συντρέχουν τα ακόλουθα:

α)

έχει διενεργηθεί αναζήτηση στο SIS από τελικό χρήστη,

β)

από την εν λόγω αναζήτηση διαπιστώθηκε η ύπαρξη καταχώρισης στο SIS που έχει εισαχθεί από άλλο κράτος μέλος, και

γ)

τα δεδομένα που αφορούν την καταχώριση στο SIS αντιστοιχούν στα δεδομένα της αναζήτησης,

7)   «θετική απάντηση (hit)»: κάθε αντιστοιχία που πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

έχει επιβεβαιωθεί από:

i)

τον τελικό χρήστη, ή

ii)

την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες, όταν η συγκεκριμένη αντιστοιχία βασίστηκε στη σύγκριση βιομετρικών δεδομένων,

και

β)

ζητείται η ανάληψη περαιτέρω δράσεων,

8)   «ειδική ένδειξη (flag)»: αναστολή ισχύος μιας καταχώρισης σε εθνικό επίπεδο που μπορεί να προστεθεί σε καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη, σε καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα και ευάλωτα πρόσωπα και σε καταχωρίσεις με σκοπό τη διενέργεια διακριτικής παρακολούθησης, ελέγχου έρευνας και ειδικού ελέγχου,

9)   «κράτος μέλος καταχώρισης»: το κράτος μέλος που εισήγαγε την καταχώριση στο SIS,

10)   «κράτος μέλος εκτέλεσης»: το κράτος μέλος που αναλαμβάνει ή έχει αναλάβει τις απαιτούμενες δράσεις έπειτα από θετική απάντηση,

11)   «τελικός χρήστης»: μέλος του προσωπικού αρμόδιας αρχής εξουσιοδοτημένο να πραγματοποιεί απευθείας αναζήτηση στο CS-SIS, στο N.SIS ή σε τεχνικό αντίγραφο αυτών,

12)   «βιομετρικά δεδομένα»: τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία προκύπτουν από ειδική τεχνική επεξεργασία συνδεόμενη με σωματικά χαρακτηριστικά ή χαρακτηριστικά της φυσιολογίας φυσικού προσώπου και τα οποία επιτρέπουν ή επιβεβαιώνουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του εν λόγω φυσικού προσώπου, συγκεκριμένα φωτογραφίες, εικόνες προσώπου, δακτυλοσκοπικά δεδομένα και προφίλ DNA,

13)   «δακτυλοσκοπικά δεδομένα»: δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα και αποτυπώματα παλάμης τα οποία, λόγω της μοναδικότητάς τους και των σημείων αναφοράς που περιέχουν, παρέχουν τη δυνατότητα για ακριβείς και επαρκείς για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων συγκρίσεις σχετικά με την ταυτότητα ενός προσώπου,

14)   «εικόνα προσώπου»: ψηφιακές εικόνες προσώπου με επαρκή ανάλυση και ποιότητα εικόνας για χρήση σε αυτοματοποιημένη βιομετρική αντιστοίχιση,

15)   «προφίλ DNA»: κωδικός αποτελούμενος από γράμματα ή αριθμούς, ο οποίος αντιστοιχεί σε σειρά χαρακτηριστικών ταυτοποίησης του μη κωδικοποιητικού τμήματος αναλυθέντος δείγματος ανθρώπινου DNA, δηλαδή της ιδιαίτερης μοριακής δομής στους διάφορους τόπους DNA (DNA loci),

16)   «τρομοκρατικά εγκλήματα»: εγκλήματα οριζόμενα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 14 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (35), ή είναι ισοδύναμα με ένα από τα εγκλήματα αυτά για τα κράτη μέλη που δεν δεσμεύονται από την εν λόγω οδηγία,

17)   «απειλή για τη δημόσια υγεία»: απειλή κατά της δημόσιας υγείας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 21) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (36).

Άρθρο 4

Τεχνική αρχιτεκτονική και τρόποι λειτουργίας του SIS

1.   Το σύστημα SIS απαρτίζεται από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ένα κεντρικό σύστημα («κεντρικό SIS») αποτελούμενο από:

i)

λειτουργία τεχνικής υποστήριξης («CS-SIS») που περιέχει μια βάση δεδομένων (τη «βάση δεδομένων του SIS») και που περιλαμβάνει ένα εφεδρικό CS-SIS,

ii)

ομοιόμορφη εθνική διεπαφή («NI-SIS»),

β)

ένα εθνικό σύστημα («N.SIS») σε κάθε κράτος μέλος, το οποίο αποτελείται από τα εθνικά συστήματα δεδομένων που επικοινωνούν με το κεντρικό SIS, συμπεριλαμβανομένου τουλάχιστον ενός εθνικού ή κοινού εφεδρικού N.SIS, και

γ)

μια επικοινωνιακή υποδομή μεταξύ CS-SIS, εφεδρικού CS-SIS και NI-SIS («η επικοινωνιακή υποδομή») που παρέχει κρυπτογραφημένο εικονικό δίκτυο χρησιμοποιούμενο μόνο για τα δεδομένα του SIS και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των τμημάτων SIRENE όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2.

Ένα N.SIS όπως αναφέρεται στο στοιχείο β) μπορεί να περιλαμβάνει αρχείο δεδομένων («εθνικό αντίγραφο») που να περιέχει πλήρες ή μερικό αντίγραφο της βάσης δεδομένων του SIS. Δύο ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να δημιουργήσουν σε ένα από τα N.SIS τους κοινό αντίγραφο που μπορούν να χρησιμοποιούν από κοινού τα εν λόγω κράτη μέλη. Αυτό το κοινό αντίγραφο θεωρείται το εθνικό αντίγραφο καθενός εκ των εν λόγω κρατών μελών.

Ένα κοινό εφεδρικό N.SIS όπως αναφέρεται στο στοιχείο β) μπορεί να χρησιμοποιείται από κοινού από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη. Σε αυτές τις περιπτώσεις ως κοινό εφεδρικό σύστημα N.SIS θεωρείται το εφεδρικό N.SIS καθενός εκ των εν λόγω κρατών μελών. Το N.SIS και το εφεδρικό του σύστημα μπορούν να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα για τη διασφάλιση αδιάλειπτης διαθεσιμότητας για τους τελικούς χρήστες·

Τα κράτη μέλη που προτίθενται να δημιουργήσουν κοινό αντίγραφο ή κοινό εφεδρικό N.SIS που να χρησιμοποιούνται από κοινού συμφωνούν γραπτώς για τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τη ρύθμισή τους στην Επιτροπή.

Η επικοινωνιακή υποδομή υποστηρίζει και συμβάλλει στη διασφάλιση αδιάλειπτης διαθεσιμότητας του SIS. Περιλαμβάνει πλεονάζουσες και ξεχωριστές διαδρομές για τις συνδέσεις μεταξύ του CS-SIS και του εφεδρικού CS-SIS· επίσης περιλαμβάνει πλεονάζουσες και ξεχωριστές διαδρομές για τις συνδέσεις μεταξύ κάθε εθνικού σημείου πρόσβασης στο δίκτυο SIS και CS-SIS και στο εφεδρικό CS-SIS.

2.   Τα κράτη μέλη εισάγουν, επικαιροποιούν, διαγράφουν και αναζητούν δεδομένα του SIS μέσω των δικών τους N.SIS. Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν ένα μερικό ή πλήρες εθνικό ή μερικό ή πλήρες κοινό αντίγραφο διαθέτουν το εν λόγω αντίγραφο για τον σκοπό της αυτόματης αναζήτησης δεδομένων στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους. Το μερικό εθνικό ή κοινό αντίγραφο περιέχει τουλάχιστον τα δεδομένα που παρατίθενται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως κβ). Δεν είναι δυνατή η αναζήτηση στα αρχεία δεδομένων των Ν.SIS άλλων κρατών μελών, εκτός των περιπτώσεων κοινών αντιγράφων.

3.   Το CS-SIS παρέχει την τεχνική εποπτεία και διοίκηση και διαθέτει εφεδρικό CS-SIS, το οποίο είναι σε θέση να εκτελεί όλες τις λειτουργίες του βασικού CS-SIS σε περίπτωση που το εν λόγω σύστημα υποστεί βλάβη. Το CS-SIS και το εφεδρικό CS-SIS βρίσκονται στις δύο τεχνικές εγκαταστάσεις του eu-LISA.

4.   Ο eu-LISA εφαρμόζει τεχνικές λύσεις για την ενίσχυση της αδιάλειπτης διαθεσιμότητας του SIS, είτε με την ταυτόχρονη λειτουργία του CS-SIS και του εφεδρικού CS-SIS, υπό την προϋπόθεση ότι το εφεδρικό CS-SIS είναι σε θέση να εξασφαλίζει τη λειτουργία του SIS σε περίπτωση που το CS-SIS υποστεί βλάβη, ή με την δημιουργία διπλοτύπου του συστήματος ή των στοιχείων του. Παρά τις διαδικαστικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1726 ο eu-LISA το αργότερο στις 28 Δεκεμβρίου 2019, εκπονεί μελέτη σχετικά με τις επιλογές για τεχνικές λύσεις, που περιλαμβάνει ανεξάρτητη εκτίμηση επιπτώσεων και ανάλυση κόστους-οφέλους.

5.   Εν ανάγκη σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο eu-LISA δύναται να αναπτύξει προσωρινά ένα πρόσθετο αντίγραφο της βάσης δεδομένων SIS.

6.   Το CS-SIS παρέχει τις υπηρεσίες που απαιτούνται για την εισαγωγή και επεξεργασία δεδομένων SIS, περιλαμβανομένης της πραγματοποίησης αναζητήσεων στη βάση δεδομένων SIS. Για τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν εθνικό ή κοινό αντίγραφο, το CS-SIS:

α)

παρέχει απευθείας (on-line) επικαιροποιήσεις των εθνικών αντιγράφων,

β)

διασφαλίζει τον συγχρονισμό και τη συνοχή μεταξύ των εθνικών αντιγράφων και της βάσης δεδομένων του SIS, και

γ)

παρέχει λειτουργία αρχικοποίησης και αποκατάστασης των εθνικών αντιγράφων.

7.   Το CS-SIS παρέχει αδιάλειπτη διαθεσιμότητα.

Άρθρο 5

Κόστος

1.   Το κόστος της λειτουργίας, της συντήρησης και της περαιτέρω ανάπτυξης του κεντρικού SIS και της επικοινωνιακής υποδομής βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης. Το εν λόγω κόστος καλύπτει μεταξύ άλλων τις εργασίες που εκτελούνται σχετικά με το CS-SIS, ώστε να εξασφαλιστεί η παροχή των υπηρεσιών του άρθρου 4 παράγραφος 6.

2.   Το κόστος της δημιουργίας, της λειτουργίας, της συντήρησης και της περαιτέρω ανάπτυξης κάθε N.SIS βαρύνει το οικείο κράτος μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Αρμοδιότητες των κρατών μελών

Άρθρο 6

Εθνικά συστήματα

Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για τη δημιουργία, τη λειτουργία, τη συντήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη του οικείου N.SIS και για τη σύνδεσή του με τη ΝΙ-SIS.

Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για τη διασφάλιση της αδιάλειπτης διαθεσιμότητας των δεδομένων του SIS στους τελικούς χρήστες.

Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει τις καταχωρίσεις του μέσω του οικείου Ν.SIS.

Άρθρο 7

Υπηρεσία Ν.SIS και τμήμα SIRENE

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια αρχή («υπηρεσία Ν.SIS») η οποία έχει την κεντρική ευθύνη για το οικείο N.SIS.

Η εν λόγω αρχή είναι αρμόδια για την ομαλή λειτουργία και την ασφάλεια του N.SIS, εξασφαλίζει την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών στο SIS και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό. Είναι δε αρμόδια να διασφαλίζει ότι όλες οι λειτουργίες του SIS καθίστανται διαθέσιμες στους τελικούς χρήστες με κατάλληλο τρόπο.

2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρχή η οποία λειτουργεί επί 24ώρου βάσεως, επτά ημέρες την εβδομάδα, και η οποία εξασφαλίζει την ανταλλαγή και διαθεσιμότητα όλων των συμπληρωματικών πληροφοριών («τμήμα SIRENE») σύμφωνα με το εγχειρίδιο SIRENE. Κάθε τμήμα SIRENE λειτουργεί ως ενιαίο σημείο επαφής στα κράτη μέλη του για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με τις καταχωρίσεις και τη διευκόλυνση της ανάληψης των απαιτούμενων ενεργειών όταν έχουν εισαχθεί στο SIS καταχωρίσεις για πρόσωπα ή αντικείμενα και τα εν λόγω πρόσωπα ή αντικείμενα εντοπίζονται κατόπιν θετικής απάντησης.

Κάθε τμήμα SIRENE, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, διαθέτει εύκολη άμεση ή έμμεση πρόσβαση σε όλες τις σχετικές εθνικές πληροφορίες, μεταξύ άλλων στις εθνικές βάσεις δεδομένων και σε όλες τις πληροφορίες που αφορούν καταχωρίσεις των κρατών μελών του, και σε γνωματεύσεις εμπειρογνωμόνων, ώστε να είναι σε θέση να αντιδράσει σε αιτήσεις συμπληρωματικών πληροφοριών ταχέως και εντός των προθεσμιών του άρθρου 8.

Τα τμήματα SIRENE συντονίζουν τον έλεγχο της ποιότητας των πληροφοριών που εισάγονται στο SIS. Για τους σκοπούς αυτούς, έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στον eu-LISA λεπτομέρειες για την οικεία υπηρεσία Ν.SIS και το οικείο τμήμα SIRENE. Ο eu-LISA δημοσιεύει σχετικό κατάλογο των υπηρεσιών Ν.SIS και των τμημάτων SIRENE μαζί με τον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 56 παράγραφος 7.

Άρθρο 8

Ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών

1.   Η ανταλλαγή των συμπληρωματικών πληροφοριών πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εγχειριδίου SIRENE και μέσω της επικοινωνιακής υποδομής. Τα κράτη μέλη παρέχουν τους απαραίτητους τεχνικούς και ανθρώπινους πόρους για τη διασφάλιση της συνεχούς διαθεσιμότητας και της έγκαιρης και αποτελεσματικής ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η επικοινωνιακή υποδομή δεν είναι διαθέσιμη, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν άλλα τεχνικά μέσα επαρκώς ασφαλή για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών. Ένας κατάλογος επαρκώς ασφαλών τεχνικών μέσων περιέχεται στο εγχειρίδιο SIRENE.

2.   Οι συμπληρωματικές πληροφορίες χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό για τον οποίο διαβιβάστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 64, εκτός εάν εξασφαλιστεί η προηγούμενη συγκατάθεση του κράτους μέλους καταχώρισης για άλλη χρήση.

3.   Τα τμήματα SIRENE εκτελούν τα καθήκοντά τους με ταχύτητα και αποδοτικότητα, ειδικότερα απαντώντας σε αιτήσεις συμπληρωματικών πληροφοριών το συντομότερο δυνατό, το αργότερο δε εντός 12 ωρών από την παραλαβή της αίτησης. Στις περιπτώσεις καταχωρίσεων για τρομοκρατικά εγκλήματα, καταχωρίσεων για πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν ενόψει της παράδοσης ή έκδοσής τους, καθώς και στις περιπτώσεις καταχωρίσεων για παιδιά οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ) τα τμήματα SIRENE ενεργούν αμέσως.

Αιτήσεις συμπληρωματικών πληροφοριών με απόλυτη προτεραιότητα επισημαίνονται με την ένδειξη «URGENT» στα έντυπα SIRENE και προσδιορίζεται ο λόγος του κατεπείγοντος.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τα καθήκοντα των τμημάτων SIRENE δυνάμει του παρόντος κανονισμού και σχετικά με την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών υπό τη μορφή εγχειριδίου με τον τίτλο «Εγχειρίδιο SIRENE». Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 9

Τεχνική και λειτουργική συμμόρφωση

1.   Κάθε κράτος μέλος, κατά τη δημιουργία του οικείου N.SIS, συμμορφώνεται με κοινά πρότυπα, πρωτόκολλα και τεχνικές διαδικασίες που έχουν θεσπιστεί για να διασφαλίζεται η συμβατότητα μεταξύ του οικείου N.-SIS και του κεντρικού SIS για την ταχεία και αποτελεσματική διαβίβαση δεδομένων.

2.   Αν κράτος μέλος χρησιμοποιεί εθνικά αντίγραφα, διασφαλίζει, μέσω των υπηρεσιών που παρέχει το CS-SIS και μέσω αυτόματων ενημερώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6, ότι τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο εθνικό αντίγραφο είναι πανομοιότυπα και αντίστοιχα με τη βάση δεδομένων του SIS και ότι η αναζήτησή τους στο εθνικό αντίγραφο παράγει αποτέλεσμα ισοδύναμο με την αναζήτηση στη βάση δεδομένων του SIS.

3.   Οι τελικοί χρήστες λαμβάνουν τα δεδομένα που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ειδικότερα δε και όπου είναι αναγκαίο, όλα τα διαθέσιμα δεδομένα που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του υποκειμένου των δεδομένων και την ανάληψη της ζητούμενης δράσης.

4.   Τα κράτη μέλη και ο eu-LISA διενεργούν τακτικές δοκιμές για τον έλεγχο της τεχνικής συμμόρφωσης με τα εθνικά αντίγραφα που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Τα αποτελέσματα των εν λόγω δοκιμών λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο του μηχανισμού που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου (37).

5.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των κοινών προτύπων, πρωτοκόλλων και τεχνικών διαδικασιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 10

Ασφάλεια – Κράτη μέλη

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει για το οικείο N.SIS τα απαιτούμενα μέτρα, στα οποία συμπεριλαμβάνεται σχέδιο ασφάλειας, σχέδιο αδιάλειπτης λειτουργίας και σχέδιο αποκατάστασης λειτουργίας έπειτα από καταστροφή, ώστε:

α)

να προστατεύεται η φυσική υπόσταση των δεδομένων, μεταξύ άλλων μέσω της κατάρτισης σχεδίων έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας,

β)

να απαγορεύεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της εισόδου στις εγκαταστάσεις),

γ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος των μέσων αποθήκευσης δεδομένων),

δ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη καταχώριση δεδομένων και κάθε μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος αποθήκευσης),

ε)

να αποτρέπεται η χρήση συστημάτων αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της χρήσης),

στ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο SIS καθώς και οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποστεί επεξεργασία στο SIS (έλεγχος καταγραφής δεδομένων),

ζ)

να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να χρησιμοποιούν ένα σύστημα αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση μόνον στα δεδομένα που καλύπτονται από την εκάστοτε παρεχόμενη εξουσιοδότηση πρόσβασης, αποκλειστικά μέσω ατομικών και μοναδικών αναγνωριστικών χρήστη και εμπιστευτικών τρόπων πρόσβασης (έλεγχος της πρόσβασης σε δεδομένα),

η)

να εξασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές με δικαίωμα πρόσβασης στο SIS ή στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα να προσπελάζουν, να καταχωρίζουν, να επικαιροποιούν και να διαγράφουν δεδομένα καθώς και να εκτελούν αναζητήσεις σε αυτά, και θέτουν τα εν λόγω προφίλ αμελλητί στη διάθεση των εποπτικών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 69 παράγραφος 1, κατόπιν σχετικής αίτησής τους (προφίλ προσωπικού),

θ)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιους φορείς μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος διαβίβασης),

ι)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν στο σύστημα αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων, πότε, από ποιον και για ποιο σκοπό (έλεγχος εισαγωγής),

ια)

να αποτρέπεται, ιδίως μέσω κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης, η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή κατά τη μεταφορά μέσων αποθήκευσής τους (έλεγχος μεταφοράς),

ιβ)

να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφάλειας που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού (αυτοέλεγχος),

ιγ)

να εξασφαλίζεται ότι σε περίπτωση διακοπής της λειτουργίας του τα εγκαταστημένα συστήματα μπορούν να αποκατασταθούν στην κανονική λειτουργία (αποκατάσταση), και

ιδ)

να εξασφαλίζεται ότι το SIS εκτελεί σωστά τις λειτουργίες του, ότι η εμφάνιση σφαλμάτων αναφέρεται (αξιοπιστία) και ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται στο SIS δεν μπορούν να αλλοιωθούν λόγω δυσλειτουργίας του συστήματος (ακεραιότητα).

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 για την ασφάλεια της επεξεργασίας και της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών, μεταξύ άλλων μέσω της μέριμνας για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων των τμημάτων SIRENE.

3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου για την ασφάλεια της επεξεργασίας δεδομένων του SIS από τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 44.

4.   Τα μέτρα που περιγράφονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 μπορούν να αποτελούν μέρος γενικής προσέγγισης και σχεδίου ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο που να καλύπτει πολλαπλά συστήματα ΤΠ. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το εν λόγω σχέδιο αποτυπώνει με σαφήνεια και εξασφαλίζει τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο και την εφαρμοσιμότητά τους στο SIS.

Άρθρο 11

Εμπιστευτικότητα – Κράτη μέλη

1.   Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει τους κανόνες του περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλες ισοδύναμες υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας για όλα τα πρόσωπα και όλους τους φορείς που ασχολούνται με δεδομένα του SIS και με συμπληρωματικές πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού του δικαίου. Η εν λόγω υποχρέωση εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού τα πρόσωπα αυτά παύσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους ή να απασχολούνται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του οικείου φορέα.

2.   Όταν ένα κράτος μέλος συνεργάζεται με εξωτερικούς ανάδοχους για οποιεσδήποτε εργασίες που σχετίζονται με το SIS, παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις δραστηριότητες του αναδόχου, προκειμένου να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με όλες τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων.

3.   Η λειτουργική διαχείριση του N.SIS ή τυχόν τεχνικών αντιγράφων δεν ανατίθεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιωτικούς οργανισμούς.

Άρθρο 12

Τήρηση αρχείων καταγραφής σε εθνικό επίπεδο

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να καταγράφεται στο οικείο N.SIS κάθε πρόσβαση και κάθε ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του CS-SIS, με σκοπό να εξακριβώνεται η νομιμότητα της αναζήτησης, να ελέγχεται η νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων και να εξασφαλίζεται ο αυτοέλεγχος και η ορθή λειτουργία του N.SIS, καθώς και η ακεραιότητα και ασφάλεια των δεδομένων. Η παρούσα απαίτηση δεν αφορά τις αυτόματες διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχεία α), β) και γ).

2.   Στα αρχεία καταγραφής εμφανίζονται, ειδικότερα, το ιστορικό της καταχώρισης, η ημερομηνία και η ώρα της δραστηριότητας επεξεργασίας των δεδομένων, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση αναζήτησης, μνεία των επεξεργασμένων δεδομένων καθώς και τα ατομικά και μοναδικά αναγνωριστικά χρήστη τόσο της αρμόδιας αρχής όσο και του προσώπου που επεξεργάζεται τα δεδομένα.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εάν πραγματοποιείται αναζήτηση με δακτυλοσκοπικά δεδομένα ή εικόνα προσώπου σύμφωνα με το άρθρο 43, στα αρχεία καταγραφής εμφανίζεται το είδος των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση της αναζήτησης αντί των πραγματικών δεδομένων.

4.   Τα αρχεία καταγραφής χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και διαγράφονται μετά την παρέλευση τριών ετών από τη δημιουργία τους. Τα αρχεία καταγραφής τα οποία περιλαμβάνουν το ιστορικό των καταχωρίσεων διαγράφονται μετά την παρέλευση τριών ετών από τη διαγραφή των καταχωρίσεων.

5.   Τα αρχεία καταγραφής μπορούν να διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 4, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη αρχίσει.

6.   Οι εθνικές αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της νομιμότητας της αναζήτησης, την παρακολούθηση της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων, τον αυτοέλεγχο και την εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας του Ν.SIS και της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δεδομένων, έχουν, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους και κατόπιν σχετικής αίτησης, πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής για τον σκοπό της εκπλήρωσης των καθηκόντων τους.

7.   Όταν τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, διενεργούν αυτοματοποιημένες αναζητήσεις σάρωσης πινακίδων αριθμού κυκλοφορίας μηχανοκίνητων οχημάτων, με τη χρήση συστημάτων αυτόματης αναγνώρισης πινακίδων αριθμού κυκλοφορίας, τα κράτη μέλη τηρούν αρχείο καταγραφής των εν λόγω αναζητήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου. Εάν είναι απαραίτητο, μπορεί να διενεργηθεί πλήρης αναζήτηση στο SIS προκειμένου να επαληθευθεί κατά πόσον έχει επιτευχθεί θετική απάντηση. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται σε κάθε πλήρη αναζήτηση.

8.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του περιεχομένου του αρχείου καταγραφής όπως αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 13

Αυτοέλεγχος

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε αρχή που διαθέτει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα του SIS να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα συμμόρφωσής της με τον παρόντα κανονισμό και να συνεργάζεται, εφόσον απαιτείται, με την εποπτική αρχή.

Άρθρο 14

Κατάρτιση του προσωπικού

1.   Το προσωπικό των αρχών που έχει δικαίωμα πρόσβασης στο SIS, προτού λάβει εξουσιοδότηση για την επεξεργασία των δεδομένων που αποθηκεύονται στο SIS, και κατόπιν κατά τακτά χρονικά διαστήματα μετά τη χορήγηση πρόσβασης στα δεδομένα του SIS, λαμβάνει τη δέουσα κατάρτιση για την ασφάλεια των δεδομένων, τα θεμελιώδη δικαιώματα και μεταξύ άλλων τους κανόνες προστασίας των δεδομένων και για τους κανόνες και τις διαδικασίες που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων όπως καθορίζονται στο εγχειρίδιο SIRENE. Το προσωπικό ενημερώνεται για τυχόν σχετικές διατάξεις για τα ποινικά αδικήματα και τις αντίστοιχες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων όσων προβλέπονται στο άρθρο 73.

2.   Τα κράτη μέλη διαθέτουν ένα εθνικό πρόγραμμα κατάρτισης για το SIS το οποίο περιλαμβάνει κατάρτιση για τους τελικούς χρήστες καθώς και για το προσωπικό των τμημάτων SIRENE.

Το εν λόγω πρόγραμμα κατάρτισης δύναται να εντάσσεται σε ένα γενικό πρόγραμμα κατάρτισης σε εθνικό επίπεδο που περιλαμβάνει κατάρτιση σε άλλους σχετικούς τομείς.

3.   Σε ενωσιακό επίπεδο διοργανώνονται κοινά προγράμματα κατάρτισης τουλάχιστον άπαξ ετησίως για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των τμημάτων SIRENE.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Αρμοδιότητες του eu-LISA

Άρθρο 15

Λειτουργική διαχείριση

1.   Ο eu-LISA είναι αρμόδιος για τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS. Ο eu-LISA, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, εξασφαλίζει ότι ανά πάσα στιγμή χρησιμοποιούνται οι καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες για το κεντρικό SIS βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους.

2.   O eu-LISA είναι επίσης αρμόδιος για τα ακόλουθα καθήκοντα που σχετίζονται με την επικοινωνιακή υποδομή:

α)

εποπτεία,

β)

ασφάλεια,

γ)

συντονισμό των σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και του προμηθευτή,

δ)

καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού,

ε)

αγορά και ανανέωση, και

στ)

συμβατικά ζητήματα.

3.   O eu-LISA είναι επίσης αρμόδιος για τα ακόλουθα καθήκοντα που σχετίζονται με τα τμήματα SIRENE και την επικοινωνία μεταξύ των τμημάτων SIRENE:

α)

τον συντονισμό, τη διαχείριση και την υποστήριξη δραστηριοτήτων δοκιμών,

β)

τη διατήρηση και την επικαιροποίηση των τεχνικών προδιαγραφών για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των τμημάτων SIRENE και της επικοινωνιακής υποδομής, και

γ)

τη διαχείριση του αντίκτυπου των τεχνικών αλλαγών εφόσον επηρεάζει τόσο το SIS όσο και την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των τμημάτων SIRENE.

4.   Ο eu-LISA αναπτύσσει και διατηρεί μηχανισμό και διαδικασίες για τη διενέργεια ελέγχων ποιότητας σχετικά με τα δεδομένα στο CS-SIS. Υποβάλλει τακτικά εκθέσεις στα κράτη μέλη στο πλαίσιο αυτό.

Ο eu-LISA υποβάλλει τακτικά έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα προβλήματα που προκύπτουν και τα κράτη μέλη τα οποία αφορούν.

Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για ζητήματα που προκύπτουν σχετικά με την ποιότητα των δεδομένων.

5.   Ο eu-LISA εκτελεί επίσης καθήκοντα σχετικά με την παροχή κατάρτισης για την τεχνική χρήση του SIS και για τα μέτρα βελτίωσης της ποιότητας των δεδομένων του SIS.

6.   Η λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται προκειμένου να παραμένει το κεντρικό SIS σε λειτουργία επί 24ώρου βάσεως και επί επτά ημέρες την εβδομάδα κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό, και ειδικότερα τις εργασίες συντήρησης και τεχνικής ανάπτυξης που είναι αναγκαίες για την απρόσκοπτη λειτουργία του συστήματος. Στις εργασίες αυτές περιλαμβάνονται επίσης ο συντονισμός, η διαχείριση και η υποστήριξη δραστηριοτήτων δοκιμών για το κεντρικό SIS και τα N.SIS, που διασφαλίζουν ότι το κεντρικό SIS και τα N.SIS λειτουργούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις τεχνικής και λειτουργικής συμμόρφωσης που ορίζονται στο άρθρο 9.

7.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των τεχνικών απαιτήσεων της επικοινωνιακής υποδομής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 16

Ασφάλεια — eu-LISA

1.   Ο eu-LISA λαμβάνει, όσον αφορά το κεντρικό SIS και την επικοινωνιακή υποδομή, τα απαιτούμενα μέτρα, στα οποία συμπεριλαμβάνεται σχέδιο ασφάλειας, σχέδιο αδιάλειπτης λειτουργίας και σχέδιο αποκατάστασης λειτουργίας έπειτα από καταστροφή, ώστε:

α)

να προστατεύεται η φυσική υπόσταση των δεδομένων, μεταξύ άλλων μέσω της κατάρτισης σχεδίων έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας,

β)

να απαγορεύεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της εισόδου στις εγκαταστάσεις),

γ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος των μέσων αποθήκευσης δεδομένων),

δ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη καταχώριση δεδομένων και κάθε μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος αποθήκευσης),

ε)

να αποτρέπεται η χρήση συστημάτων αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της χρήσης),

στ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο SIS καθώς και οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποστεί επεξεργασία στο SIS (έλεγχος καταγραφής δεδομένων),

ζ)

να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να χρησιμοποιούν ένα σύστημα αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση μόνον στα δεδομένα που καλύπτονται από την εκάστοτε παρεχόμενη εξουσιοδότηση πρόσβασης, αποκλειστικά μέσω ατομικών και μοναδικών αναγνωριστικών χρήστη και εμπιστευτικών τρόπων πρόσβασης (έλεγχος της πρόσβασης σε δεδομένα),

η)

να καταρτίζονται προφίλ τα οποία περιγράφουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα ή στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας των δεδομένων, και τα εν λόγω προφίλ να τίθενται στη διάθεση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν σχετικής αίτησής του (προφίλ προσωπικού),

θ)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιους φορείς μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος διαβίβασης),

ι)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν στο σύστημα αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων, πότε εισήχθησαν και από ποιον (έλεγχος εισαγωγής),

ια)

να αποτρέπεται, ιδίως μέσω κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης, η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή κατά τη μεταφορά μέσων αποθήκευσής τους (έλεγχος μεταφοράς),

ιβ)

να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφάλειας που εκτίθενται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού (αυτοέλεγχος),

ιγ)

να εξασφαλίζεται ότι, σε περίπτωση διακοπτόμενων λειτουργιών, τα εγκατεστημένα συστήματα μπορούν να αποκατασταθούν σε κανονική λειτουργία (αποκατάσταση),

ιδ)

να εξασφαλίζεται ότι το SIS εκτελεί σωστά τις λειτουργίες του, ότι η εμφάνιση σφαλμάτων αναφέρεται (αξιοπιστία) και ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται στο SIS δεν μπορούν να αλλοιωθούν λόγω δυσλειτουργίας του συστήματος (ακεραιότητα), και

ιε)

να εξασφαλίζεται η ασφάλεια των τεχνικών του εγκαταστάσεων.

2.   Ο eu-LISA λαμβάνει μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 για την ασφάλεια της επεξεργασίας και της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω της επικοινωνιακής υποδομής.

Άρθρο 17

Εμπιστευτικότητα — eu-LISA

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ο eu-LISA εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλες ισοδύναμες υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας σε όλα τα μέλη του προσωπικού του που ασχολούνται με δεδομένα του SIS βάσει προτύπου ανάλογου με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω υποχρέωση εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού τα πρόσωπα αυτά παύσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους ή να απασχολούνται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων τους.

2.   Ο eu-LISA λαμβάνει μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 όσον αφορά την εμπιστευτικότητα κατά την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω της επικοινωνιακής υποδομής.

3.   Όταν ο eu-LISA συνεργάζεται με εξωτερικούς αναδόχους για οποιεσδήποτε εργασίες που σχετίζονται με το SIS, παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις δραστηριότητες του αναδόχου, προκειμένου να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με όλες τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων.

4.   Η λειτουργική διαχείριση του CS-SIS δεν ανατίθεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιωτικούς οργανισμούς.

Άρθρο 18

Τήρηση αρχείων καταγραφής σε κεντρικό επίπεδο

1.   Ο eu-LISA εξασφαλίζει ότι κάθε πρόσβαση και κάθε ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του CS-SIS καταγράφεται για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1.

2.   Στα αρχεία καταγραφής εμφανίζονται, ειδικότερα, το ιστορικό της καταχώρισης, η ημερομηνία και η ώρα της δραστηριότητας επεξεργασίας των δεδομένων, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση αναζήτησης, μνεία των επεξεργασμένων δεδομένων, καθώς και τα ατομικά και μοναδικά αναγνωριστικά χρήστη της αρμόδιας αρχής που επεξεργάζεται τα δεδομένα.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εάν πραγματοποιείται αναζήτηση με δακτυλοσκοπικά δεδομένα ή εικόνες προσώπου σύμφωνα με το άρθρο 43, στα αρχεία καταγραφής εμφανίζεται το είδος των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση της αναζήτησης αντί των πραγματικών δεδομένων.

4.   Τα αρχεία καταγραφής χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και διαγράφονται μετά την παρέλευση τριών ετών από τη δημιουργία τους. Τα αρχεία καταγραφής τα οποία περιλαμβάνουν το ιστορικό των καταχωρίσεων διαγράφονται μετά την παρέλευση τριών ετών από τη διαγραφή των καταχωρίσεων.

5.   Τα αρχεία καταγραφής μπορούν να διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 4 εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη αρχίσει.

6.   Για τους σκοπούς του αυτοελέγχου και της εξασφάλισης της ορθής λειτουργίας του CS-SIS, της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δεδομένων, ο eu-LISA έχει πρόσβαση στα εν λόγω αρχεία καταγραφής, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων του.

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων έχει πρόσβαση στα εν λόγω αρχεία καταγραφής κατόπιν αίτησής του, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων του και για τον σκοπό της εκπλήρωσης των καθηκόντων του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Ενημέρωση του κοινού

Άρθρο 19

Ενημερωτικές εκστρατείες για το SIS

Μόλις ο παρών κανονισμός τεθεί σε εφαρμογή, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, διεξάγει εκστρατεία για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τους στόχους του SIS, τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο SIS, τις αρχές που έχουν πρόσβαση στο SIS και τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων. Η Επιτροπή επαναλαμβάνει αυτές τις ενημερωτικές εκστρατείες σε τακτά διαστήματα σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. Η Επιτροπή διατηρεί διαδικτυακό τόπο διαθέσιμο στο κοινό, παρέχοντας όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν το SIS. Τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τις εποπτικές τους αρχές, σχεδιάζουν και εφαρμόζουν τις πολιτικές που είναι απαραίτητες προκειμένου να ενημερώνουν τους πολίτες και τους κατοίκους τους γενικά για το SIS.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Κατηγορίες δεδομένων και ειδικές ενδείξεις

Άρθρο 20

Κατηγορίες δεδομένων

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 1 ή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στις οποίες προβλέπεται η αποθήκευση πρόσθετων δεδομένων, το SIS περιέχει αποκλειστικά τις κατηγορίες δεδομένων που παρέχονται από κάθε κράτος μέλος και είναι αναγκαία για τους σκοπούς που προβλέπονται στα άρθρα 26, 32, 34, 36, 38 και 40.

2.   Οι κατηγορίες δεδομένων είναι οι ακόλουθες:

α)

πληροφορίες σχετικά με πρόσωπα για τα οποία έχει εισαχθεί καταχώριση·

β)

πληροφορίες σχετικά με αντικείμενα που αναφέρονται στα άρθρα 26, 32, 34, 36 και 38.

3.   Οι καταχωρίσεις στο SIS που περιέχουν στοιχεία σχετικά με πρόσωπα περιλαμβάνουν μόνο τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

επώνυμο(-α)·

β)

όνομα(-τα)·

γ)

γένος(-η)·

δ)

ονοματεπώνυμα που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν και ψευδώνυμα·

ε)

τυχόν ιδιαίτερα, αντικειμενικά και αναλλοίωτα φυσικά χαρακτηριστικά·

στ)

τόπο γέννησης·

ζ)

ημερομηνία γέννησης·

η)

φύλο·

θ)

κάθε ιθαγένεια·

ι)

ένδειξη ότι το πρόσωπο:

i)

οπλοφορεί·

ii)

είναι βίαιο·

iii)

έχει διαφύγει ή αποδράσει·

iv)

ενδέχεται να αυτοκτονήσει·

v)

αποτελεί απειλή για τη δημόσια υγεία· ή

vi)

εμπλέκεται σε δραστηριότητα η οποία αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 14 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/541·

ια)

τον λόγο της καταχώρισης·

ιβ)

την αρχή που δημιούργησε την καταχώριση·

ιγ)

μνεία της απόφασης βάσει της οποίας εισάγεται η καταχώριση·

ιδ)

τη δράση που πρέπει να αναληφθεί σε περίπτωση θετικής απάντησης·

ιε)

σύνδεσμο ή συνδέσμους με άλλες καταχωρίσεις δυνάμει του άρθρου 63·

ιστ)

το είδος του αδικήματος·

ιζ)

τον αριθμό μητρώου του προσώπου βάσει καταχώρισης σε εθνικό μητρώο·

ιη)

για καταχωρίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1, κατηγοριοποίηση του είδους της περίπτωσης·

ιθ)

την κατηγορία των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου·

κ)

τη χώρα έκδοσης των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου·

κα)

τον αριθμό(-ούς) των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου·

κβ)

την ημερομηνία έκδοσης των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου·

κγ)

φωτογραφίες και εικόνες προσώπου·

κδ)

σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 3, σχετικά προφίλ DNA·

κε)

δακτυλοσκοπικά δεδομένα·

κστ)

αντίγραφο, ει δυνατόν έγχρωμο, των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των τεχνικών κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου και των κοινών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

5.   Οι τεχνικοί κανόνες είναι παρεμφερείς για τις αναζητήσεις στο CS-SIS, στα εθνικά ή τα κοινά αντίγραφα και στα τεχνικά αντίγραφα που δημιουργούνται δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 2. Βασίζονται σε κοινά πρότυπα.

Άρθρο 21

Αναλογικότητα

1.   Πριν από την εισαγωγή καταχώρισης και κατά την παράταση της περιόδου ισχύος μιας καταχώρισης, τα κράτη μέλη αποφασίζουν αν η καταλληλότητα, η συνάφεια και η σπουδαιότητα της συγκεκριμένης περίπτωσης δικαιολογούν την καταχώριση στο SIS.

2.   Εάν ένα πρόσωπο ή αντικείμενο αναζητείται βάσει καταχώρισης που έχει σχέση με τρομοκρατικό έγκλημα, θεωρείται ότι η καταλληλότητα, η συνάφεια και η σπουδαιότητα της συγκεκριμένης περίπτωσης δικαιολογούν την καταχώριση στο SIS. Για λόγους εθνικής ή δημόσιας ασφάλειας, τα κράτη μέλη μπορούν, κατ' εξαίρεση, να απέχουν από την εισαγωγή καταχώρισης, όταν είναι πιθανόν να παρεμποδίσει επίσημες ή δικαστικές έρευνες, ανακρίσεις ή διαδικασίες.

Άρθρο 22

Απαίτηση για την εισαγωγή καταχώρισης

1.   Το ελάχιστο σύνολο δεδομένων που απαιτούνται για την εισαγωγή καταχώρισης στο SIS είναι εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία α), ζ), ια) και ιδ) εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 40. Τα υπόλοιπα δεδομένα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο εισάγονται επίσης στο SIS, εφόσον διατίθενται.

2.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού εισάγονται μόνο όταν αυτό είναι απολύτως αναγκαίο για την ταυτοποίηση του συγκεκριμένου προσώπου. Όποτε εισάγονται τέτοια δεδομένα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με το άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

Άρθρο 23

Συμβατότητα καταχωρίσεων

1.   Πριν από την εισαγωγή καταχώρισης, το κράτος μέλος ελέγχει αν το οικείο πρόσωπο ή το αντικείμενο έχει ήδη καταχωριστεί στο SIS. Για να ελεγχθεί αν για το συγκεκριμένο πρόσωπο έχει ήδη εισαχθεί καταχώριση, διενεργείται επίσης έλεγχος με δακτυλοσκοπικά δεδομένα, εφόσον τα εν λόγω δεδομένα είναι διαθέσιμα.

2.   Μόνο μία καταχώριση ανά άτομο ή αντικείμενο ανά κράτος μέλος εισάγεται στο SIS. Όταν είναι αναγκαίο, μπορούν να εισαχθούν νέες καταχωρίσεις για το ίδιο πρόσωπο ή αντικείμενο από άλλα κράτη μέλη, σύμφωνα με την παράγραφο 3.

3.   Όταν για ένα πρόσωπο ή αντικείμενο έχει ήδη εισαχθεί καταχώριση στο SIS, το κράτος μέλος που προτίθεται να εισαγάγει νέα καταχώριση ελέγχει αν υπάρχει ασυμβατότητα μεταξύ των καταχωρίσεων. Εάν δεν υπάρχει ασυμβατότητα, το κράτος μέλος μπορεί να εισαγάγει τη νέα καταχώριση. Εάν οι καταχωρίσεις είναι ασύμβατες, τα ενδιαφερόμενα τμήματα SIRENE των κρατών μελών διαβουλεύονται μεταξύ τους, μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών, προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία. Οι κανόνες σχετικά με τη συμβατότητα των καταχωρίσεων ορίζονται στο εγχειρίδιο SIRENE. Αποκλίσεις από τους κανόνες περί συμβατότητας είναι δυνατές έπειτα από διαβουλεύσεις μεταξύ των τμημάτων SIRENE εφόσον διακυβεύονται ουσιώδη εθνικά συμφέροντα.

4.   Στην περίπτωση θετικών απαντήσεων που προκαλούνται από πολλαπλές καταχωρίσεις για το ίδιο πρόσωπο ή αντικείμενο, το κράτος μέλος εκτέλεσης τηρεί τους κανόνες προτεραιότητας των καταχωρίσεων, που προβλέπονται στο εγχειρίδιο SIRENE.

Εάν για ένα πρόσωπο έχουν εισαχθεί πολλαπλές καταχωρίσεις από διαφορετικά κράτη μέλη, οι καταχωρίσεις για σύλληψη που έχουν εισαχθεί σύμφωνα με το άρθρο 26 εκτελούνται κατά προτεραιότητα, με την επιφύλαξη του άρθρου 25.

Άρθρο 24

Γενικές διατάξεις για την προσθήκη ειδικής ένδειξης

1.   Εφόσον ένα κράτος μέλος εκτιμά ότι η εκτέλεση μιας καταχώρισης που έχει εισαχθεί δυνάμει του άρθρου 26, 32 ή 36 αντίκειται στο εθνικό του δίκαιο, στις διεθνείς του υποχρεώσεις ή στα ουσιώδη εθνικά του συμφέροντα, μπορεί να ζητεί την προσθήκη ειδικής ένδειξης στην καταχώριση, ώστε η δράση που πρέπει να αναληφθεί βάσει της συγκεκριμένης καταχώρισης να μην εκτελεστεί στο έδαφός του. Την ειδική ένδειξη προσθέτει το τμήμα SIRENE του κράτους μέλους καταχώρισης.

2.   Για να είναι σε θέση κάθε κράτος μέλος να ζητήσει την προσθήκη της ειδικής ένδειξης σε καταχώριση που εισήχθη σύμφωνα με το άρθρο 26, όλα τα κράτη μέλη ειδοποιούνται αυτομάτως για κάθε νέα καταχώριση της κατηγορίας αυτής μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Εάν το κράτος μέλος καταχώρισης ζητήσει, σε κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις, την εκτέλεση της απαιτούμενης δράσης, το κράτος μέλος εκτέλεσης εξετάζει τη δυνατότητα να αποσύρει την ειδική ένδειξη που προστέθηκε κατ' εντολή του. Σε περίπτωση που το κράτος μέλος εκτέλεσης είναι πράγματι σε θέση να αποσύρει την ειδική ένδειξη, προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για την άμεση πραγματοποίηση της απαιτούμενης δράσης.

Άρθρο 25

Προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχωρίσεις για σύλληψη με σκοπό την παράδοση

1.   Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, ένα κράτος μέλος ζητεί από το κράτος μέλος καταχώρισης να προσθέσει ειδική ένδειξη για απαγόρευση σύλληψης ως συνέχεια σε καταχώριση για σύλληψη προσώπου με σκοπό την παράδοσή του όταν η αρμόδια δικαστική αρχή για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, δυνάμει του εθνικού δικαίου, έχει αρνηθεί την εκτέλεσή του βάσει ενός εκ των λόγων μη εκτέλεσης, οπότε έχει καταστεί αναγκαία η προσθήκη της ειδικής ένδειξης.

Ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να απαιτήσει την προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχώριση, εάν η αρμόδια δικαστική αρχή του αφήσει ελεύθερο το υποκείμενο της καταχώρισης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παράδοσης.

2.   Ωστόσο, κατόπιν εντολής της αρμόδιας δικαστικής αρχής βάσει του εθνικού δικαίου, είτε πρόκειται για γενική εντολή είτε για συγκεκριμένη περίπτωση, ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να ζητήσει από το κράτος μέλος καταχώρισης να προσθέσει ειδική ένδειξη σε καταχώριση για σύλληψη προσώπου με σκοπό την παράδοσή του είναι επίσης δυνατή εάν είναι προφανές ότι η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να απορριφθεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Καταχωρίσεις για πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την παράδοση ή την έκδοση τους

Άρθρο 26

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την παράδοσή τους βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή καταχωρίσεις για πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την έκδοσή τους, εισάγονται κατόπιν αίτησης της δικαστικής αρχής του κράτους μέλους καταχώρισης.

2.   Καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν εισάγονται επίσης βάσει ενταλμάτων σύλληψης που εκδίδονται δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών βάσει των Συνθηκών, με σκοπό την παράδοση προσώπων βάσει εντάλματος σύλληψης, οι οποίες προβλέπουν τη διαβίβαση του εν λόγω εντάλματος σύλληψης μέσω του SIS.

3.   Στον παρόντα κανονισμό, κάθε μνεία διατάξεων της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ τεκμαίρεται ότι περιλαμβάνει τις αντίστοιχες διατάξεις των συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών, βάσει των Συνθηκών, με σκοπό την παράδοση προσώπων βάσει εντάλματος σύλληψης οι οποίες προβλέπουν τη διαβίβαση του εν λόγω εντάλματος σύλληψης μέσω του SIS.

4.   Σε περίπτωση επιχείρησης που βρίσκεται σε εξέλιξη, μια υφιστάμενη καταχώριση που έχει εισαχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο με σκοπό τη σύλληψη προσώπου μπορεί να καθίσταται από το κράτος μέλος καταχώρισης προσωρινά μη διαθέσιμη για αναζήτηση από τελικούς χρήστες στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην επιχείρηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις η καταχώριση είναι προσβάσιμη μόνο για τα τμήματα SIRENE. Τα κράτη μέλη καθιστούν την καταχώριση μη διαθέσιμη εάν:

α)

ο σκοπός της επιχείρησης δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα μέτρα·

β)

έχει χορηγηθεί εκ των προτέρων άδεια από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης· και

γ)

όλα τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην επιχείρηση έχουν ενημερωθεί μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

Η προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο λειτουργία χρησιμοποιείται μόνο για μέγιστο χρονικό διάστημα 48 ωρών. Ωστόσο, σε περίπτωση που συντρέχουν επιχειρησιακοί λόγοι, επιτρέπεται η παράτασή της για επιπλέον περιόδους διάρκειας 48 ωρών. Τα κράτη μέλη τηρούν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των καταχωρίσεων σε σχέση με τις οποίες έχει χρησιμοποιηθεί η συγκεκριμένη λειτουργία.

5.   Όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η), ι) και ια) συνδέονται με πρόσωπο για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατή η εισαγωγή καταχωρίσεων σχετικά με τα εν λόγω αντικείμενα προκειμένου να εντοπιστεί το συγκεκριμένο πρόσωπο. Στις περιπτώσεις αυτές, η καταχώριση για το πρόσωπο και η καταχώριση για το αντικείμενο συνδέονται σύμφωνα με το άρθρο 63.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 27

Πρόσθετα δεδομένα για πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την παράδοσή τους

1.   Στην περίπτωση προσώπου που καταζητείται για να συλληφθεί με σκοπό την παράδοσή του βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, το κράτος μέλος καταχώρισης εισάγει στο SIS αντίγραφο του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

Το κράτος μέλος δύναται να εισαγάγει σε καταχώριση για σύλληψη το αντίγραφο περισσότερων του ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης με σκοπό την παράδοσή του.

2.   Το κράτος μέλος καταχώρισης μπορεί να εισαγάγει αντίγραφο της μετάφρασης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης σε μία ή περισσότερες από τις άλλες επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

Άρθρο 28

Συμπληρωματικές πληροφορίες για πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την παράδοσή τους

Το κράτος μέλος καταχώρισης που εισήγαγε καταχώριση για τη σύλληψη προσώπου με σκοπό την παράδοσή του κοινοποιεί στα υπόλοιπα κράτη μέλη τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

Άρθρο 29

Συμπληρωματικές πληροφορίες για πρόσωπα που καταζητούνται για να συλληφθούν με σκοπό την έκδοσή τους

1.   Το κράτος μέλος καταχώρισης που εισάγει καταχώριση με σκοπό την έκδοση προσώπου κοινοποιεί στα υπόλοιπα κράτη μέλη, μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών, τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

την αρχή από την οποία προέρχεται η αίτηση σύλληψης,

β)

αν υπάρχει ένταλμα σύλληψης ή πράξη ανάλογης ισχύος ή εκτελεστή απόφαση,

γ)

τη φύση και τον νομικό χαρακτηρισμό του αδικήματος,

δ)

περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης του αδικήματος, συμπεριλαμβανομένων του χρόνου, του τόπου και του βαθμού συμμετοχής στο εν λόγω αδίκημα του προσώπου για το οποίο εισήχθη η καταχώριση,

ε)

στο μέτρο του δυνατού, τις συνέπειες του αδικήματος, και

στ)

κάθε άλλη πληροφορία η οποία είναι χρήσιμη ή αναγκαία για την εκτέλεση της καταχώρισης.

2.   Τα δεδομένα που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν ανακοινώνονται εάν οι πληροφορίες του άρθρου 27 ή 28 έχουν ήδη διαβιβαστεί και θεωρούνται επαρκείς για την εκτέλεση της καταχώρισης εκ μέρους του κράτους μέλους εκτέλεσης.

Άρθρο 30

Μετατροπή δράσης που πρέπει να ληφθεί σχετικά με καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη, την παράδοση ή την έκδοση

Εάν δεν είναι εφικτή η σύλληψη, είτε λόγω άρνησης εκ μέρους του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σύμφωνα με τις διαδικασίες για την προσθήκη ειδικής ένδειξης του άρθρου 24 ή 25 είτε λόγω μη ολοκλήρωσης μιας έρευνας στην περίπτωση καταχώρισης για σύλληψη με σκοπό την έκδοση, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σύλληψης δρα στο πλαίσιο της καταχώρισης, γνωστοποιώντας τον τόπο όπου ενδέχεται να βρίσκεται το συγκεκριμένο πρόσωπο.

Άρθρο 31

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχώρισης με σκοπό τη σύλληψη, την παράδοση ή την έκδοση

1.   Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, καταχώριση που εισάγεται στο SIS σύμφωνα με το άρθρο 26 και τα πρόσθετα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 27, συνιστούν από κοινού ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση-πλαίσιο και παράγει τα ίδια αποτελέσματα.

2.   Στις περιπτώσεις που δεν εφαρμόζεται η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, καταχώριση που εισάγεται στο SIS σύμφωνα με τα άρθρα 26 και 29 έχει την ίδια νομική ισχύ με αίτηση προσωρινής σύλληψης κατά την έννοια του άρθρου 16 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957 ή του άρθρου 15 της συνθήκης Μπενελούξ, της 27ης Ιουνίου 1962, για την έκδοση και τη δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

Καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα ή ευάλωτα πρόσωπα στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια

Άρθρο 32

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Στο SIS εισάγονται καταχωρίσεις για τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταχώρισης:

α)

εξαφανισθέντα πρόσωπα τα οποία πρέπει να τεθούν υπό προστασία:

i)

για δική τους προστασία·

ii)

για την αποτροπή απειλής κατά της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας·

β)

εξαφανισθέντα πρόσωπα τα οποία δεν χρειάζεται να τεθούν υπό προστασία·

γ)

παιδιά διατρέχοντα κίνδυνο απαγωγής από γονέα, μέλος οικογενείας ή κηδεμόνα, στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια·

δ)

παιδιά στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια λόγω απτού και προφανούς κίνδυνου να απομακρυνθούν από το έδαφος ενός κράτους μέλους ή να το εγκαταλείψουν και

i)

να πέσουν θύματα εμπορίας ανθρώπων ή καταναγκαστικού γάμου, ακρωτηριασμού των γυναικείων σεξουαλικών οργάνων ή άλλων μορφών βίας με βάση το φύλο·

ii)

να πέσουν θύματα τρομοκρατικών εγκλημάτων ή να εμπλακούν σε τέτοια εγκλήματα· ή

iii)

να επιστρατευθούν ή να στρατολογηθούν σε ένοπλες ομάδες ή να αναγκαστούν να συμμετάσχουν ενεργά σε εχθροπραξίες·

ε)

ευάλωτα ενήλικα πρόσωπα στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια για δική τους προστασία λόγω απτού και προφανούς κίνδυνου να απομακρυνθούν από το έδαφος ενός κράτους μέλους ή να το εγκαταλείψουν και να πέσουν θύματα εμπορίας ανθρώπων ή βίας με βάση το φύλο.

2.   Η παράγραφος 1 στοιχείο α) εφαρμόζεται ιδίως για τα παιδιά και τα πρόσωπα που πρέπει να εγκλειστούν σε ίδρυμα κατόπιν απόφασης αρμόδιας αρχής.

3.   Καταχώριση σχετικά με παιδί που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) εισάγεται κατόπιν απόφασης των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών αρχών των κρατών μελών που έχουν δικαιοδοσία σε θέματα γονικής μέριμνας, σε περίπτωση απτού και προφανούς κινδύνου παράνομης και επικείμενης απομάκρυνσης του παιδιού από το κράτος μέλος της έδρας των αρμόδιων αρχών.

4.   Καταχώριση για πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία δ) και ε) εισάγεται κατόπιν απόφασης των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών αρχών.

5.   Το κράτος μέλος καταχώρισης εξετάζει τακτικά την ανάγκη διατήρησης των καταχωρίσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ), δ) και ε) του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 4.

6.   Το κράτος μέλος καταχώρισης διασφαλίζει τα ακόλουθα:

α)

ότι τα δεδομένα που εισάγει στο SIS αναφέρουν σε ποια από τις κατηγορίες της παραγράφου 1 εμπίπτει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο της καταχώρισης·

β)

ότι τα δεδομένα που εισάγει στο SIS να αναφέρουν σε ποιο είδος εμπίπτει η συγκεκριμένη περίπτωση, εφόσον είναι γνωστό το είδος της περίπτωσης· και

γ)

ότι, όσον αφορά τις καταχωρίσεις που εισάγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία γ), δ) και ε), το τμήμα SIRENE του έχει στη διάθεσή του όλες τις σχετικές πληροφορίες κατά τη δημιουργία της καταχώρισης.

7.   Τέσσερις μήνες πριν το παιδί για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση δυνάμει του παρόντος άρθρου συμπληρώσει το έτος ενηλικίωσης σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους καταχώρισης, το CS-SIS ειδοποιεί αυτομάτως το κράτος μέλος καταχώρισης ότι ο λόγος της καταχώρισης και η απαιτούμενη δράση πρέπει να επικαιροποιηθούν, διαφορετικά η καταχώριση πρέπει να διαγραφεί.

8.   Όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η) και ια) συνδέονται με πρόσωπο για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατή η εισαγωγή καταχωρίσεων σχετικά με τα εν λόγω αντικείμενα προκειμένου να εντοπιστεί το συγκεκριμένο πρόσωπο. Στις περιπτώσεις αυτές, η καταχώριση για το πρόσωπο και η καταχώριση για το αντικείμενο συνδέονται σύμφωνα με το άρθρο 63.

9.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη κανόνων σχετικά με την κατηγοριοποίηση των διαφόρων περιπτώσεων και την εισαγωγή των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 6. Στα είδη των περιπτώσεων εξαφανισθέντων προσώπων που είναι παιδιά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα παιδιά που έχουν φύγει μόνα τους από το σπίτι τους, τα ασυνόδευτα παιδιά στο πλαίσιο της μετανάστευσης και τα παιδιά που διατρέχουν κίνδυνο απαγωγής από γονείς.

Η Επιτροπή εκδίδει επίσης εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των τεχνικών κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 8.

Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 33

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχώρισης

1.   Στην περίπτωση εντοπισμού προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 32, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εκτέλεσης γνωστοποιούν στο κράτος μέλος καταχώρισης, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της παραγράφου 4, τον τόπο στον οποίον βρίσκεται το εν λόγω πρόσωπο.

2.   Στην περίπτωση προσώπων που πρέπει να τεθούν υπό προστασία, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ), δ) και ε), το κράτος μέλος εκτέλεσης αμέσως διαβουλεύεται με τις αρμόδιες αρχές του και με τις αρμόδιες αρχές στο κράτος μέλος καταχώρισης, μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών, προκειμένου να συμφωνήσουν χωρίς καθυστέρηση τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Οι αρμόδιες αρχές στο κράτος μέλος εκτέλεσης μπορούν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, να μεταφέρουν τα πρόσωπα αυτά σε ασφαλή χώρο με σκοπό να τα εμποδίσουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους.

3.   Στην περίπτωση παιδιών, κάθε απόφαση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ή οποιαδήποτε απόφαση για τη μεταφορά του παιδιού σε ασφαλές μέρος, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, λαμβάνεται σύμφωνα με το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού. Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται αμέσως και το αργότερο εντός 12 ωρών από τον εντοπισμό του παιδιού σε διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές προστασίας του παιδιού, όπου αρμόζει.

4.   Η ανακοίνωση, πέραν της μεταξύ των αρμόδιων αρχών, δεδομένων που αφορούν εξαφανισθέν πρόσωπο που έχει εντοπισθεί προϋποθέτει τη συναίνεση του εν λόγω προσώπου, εφόσον πρόκειται για ενήλικο. Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να γνωστοποιούν προς τον ενδιαφερόμενο τρίτο που δήλωσε την εξαφάνιση του εν λόγω προσώπου ότι η καταχώριση έχει διαγραφεί λόγω εντοπισμού του εξαφανισθέντος προσώπου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙI

Καταχωρίσεις για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό τη συμμετοχή σε δικαστική διαδικασία

Άρθρο 34

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Για τους σκοπούς της γνωστοποίησης του τόπου διαμονής ή κατοικίας προσώπων, τα κράτη μέλη εισάγουν καταχωρίσεις στο SIS, κατόπιν αίτησης αρμόδιας αρχής, σχετικά με:

α)

μάρτυρες,

β)

πρόσωπα που καλούνται ή πρόσωπα αναζητούμενα για να κληθούν να εμφανιστούν ενώπιον των δικαστικών αρχών στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας για να καταθέσουν σχετικά με πράξεις για τις οποίες διώκονται,

γ)

πρόσωπα στα οποία πρέπει να επιδοθεί καταδικαστική απόφαση ή άλλα έγγραφα στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας για να καταθέσουν σχετικά με πράξεις για τις οποίες διώκονται,

δ)

πρόσωπα προς τα οποία πρέπει να επιδοθεί κλήση να εμφανιστούν για να εκτίσουν στερητική της ελευθερίας ποινή.

2.   Όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η) και ια) συνδέονται με πρόσωπο για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατή η εισαγωγή καταχωρίσεων σχετικά με τα εν λόγω αντικείμενα προκειμένου να εντοπιστεί το συγκεκριμένο πρόσωπο. Στις περιπτώσεις αυτές, οι καταχωρίσεις για το πρόσωπο και η καταχώριση για το αντικείμενο συνδέονται σύμφωνα με το άρθρο 63.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των τεχνικών κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 35

Εκτέλεση της δράσης βάσει καταχώρισης

Οι ζητούμενες πληροφορίες κοινοποιούνται στο κράτος μέλος καταχώρισης μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ

Καταχωρίσεις για πρόσωπα και αντικείμενα με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση, τον έλεγχο έρευνας ή τον ειδικό έλεγχο

Άρθρο 36

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα, σχετικά με τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η), ι), ια) και ιβ) και σχετικά με μέσα πληρωμής πλην των μετρητών εισάγονται, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους καταχώρισης, με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση, τον έλεγχο έρευνας ή τον ειδικό έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφοι 3, 4 και 5.

2.   Όταν εισάγει καταχωρίσεις για διακριτική παρακολούθηση, τον έλεγχο έρευνας ή τον ειδικό έλεγχο και οι ζητούμενες από το κράτος μέλος καταχώρισης πληροφορίες είναι συμπληρωματικές προς τις προβλεπόμενες στο άρθρο 37 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η), το κράτος μέλος καταχώρισης προσθέτει στην καταχώριση όλες τις ζητούμενες πληροφορίες. Εάν οι πληροφορίες αυτές αφορούν ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, ζητούνται μόνο εάν είναι απολύτως αναγκαίο για τον ειδικό σκοπό της καταχώρισης και σε σχέση με το ποινικό αδίκημα για το οποίο έχει εισαχθεί η καταχώριση.

3.   Καταχωρίσεις για πρόσωπα με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση, τον έλεγχο έρευνας ή τον ειδικό έλεγχο μπορεί να εισάγεται με σκοπό την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, την εκτέλεση ποινικής καταδικαστικής απόφασης και την αποτροπή απειλών κατά της δημόσιας ασφάλειας σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιστάσεις:

α)

όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι ένα πρόσωπο σκοπεύει να διαπράξει ή διαπράττει αξιόποινη πράξη εκ των αναφερομένων στο άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ·

β)

όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 είναι απαραίτητες για την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής ή στερητικού της ελευθερίας μέτρου ασφαλείας σε βάρος προσώπου καταδικασθέντος για αξιόποινη πράξη εκ των αναφερομένων στο άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ·

γ)

όταν η συνολική εκτίμηση για το συγκεκριμένο πρόσωπο, ιδίως βάσει ποινικών αδικημάτων τα οποία έχει τελέσει κατά το παρελθόν, επιτρέπει να πιστεύεται ότι το πρόσωπο αυτό ενδέχεται να διαπράξει τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ στο μέλλον.

4.   Επιπλέον, μπορούν να εισάγονται καταχωρίσεις για πρόσωπα με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση, τον έλεγχο έρευνας ή τον ειδικό έλεγχο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, κατόπιν αιτήματος των αρμοδίων για την εθνική ασφάλεια αρχών, στις περιπτώσεις ύπαρξης συγκεκριμένων ενδείξεων ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 είναι απαραίτητες για την αποτροπή σοβαρής απειλής, προερχόμενης από το εν λόγω πρόσωπο, ή άλλων σοβαρών απειλών κατά της εσωτερικής ή εξωτερικής εθνικής ασφάλειας. Το κράτος μέλος που εισήγαγε την καταχώριση, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη για την καταχώριση αυτή. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει σε ποιες αρχές διαβιβάζονται αυτές οι πληροφορίες. Οι πληροφορίες διαβιβάζονται μέσω των τμημάτων SIRENE.

5.   Όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η), ι), ια) και ιβ) ή τα μέσα πληρωμής πλην των μετρητών συνδέονται με τα σοβαρά εγκλήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου ή με τις σοβαρές απειλές που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατή η εισαγωγή καταχωρίσεων σχετικά με τα εν λόγω αντικείμενα και η σύνδεσή τους με τις καταχωρίσεις που εισήχθησαν σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των τεχνικών κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου καθώς και των πρόσθετων πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 37

Εκτέλεση της δράσης βάσει καταχώρισης

1.   Για τους σκοπούς διακριτικής παρακολούθησης, ελέγχου έρευνας ή ειδικού ελέγχου, το κράτος μέλος εκτέλεσης συλλέγει και κοινοποιεί στο κράτος μέλος καταχώρισης όλες ή ορισμένες από τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το γεγονός ότι εντοπίστηκε το πρόσωπο για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση ή τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η), ι), ια) και ιβ) ή τα μέσα πληρωμής πλην των μετρητών για τα οποία έχει εισαχθεί καταχώριση,

β)

ο τόπος, ο χρόνος και ο λόγος του ελέγχου,

γ)

το δρομολόγιο του ταξιδιού και ο προορισμός,

δ)

τα πρόσωπα που συνοδεύουν το υποκείμενο της καταχώρισης ή οι επιβαίνοντες στο όχημα, πλοίο ή αεροσκάφος ή τα πρόσωπα που συνοδεύουν τον κάτοχο του ασυμπλήρωτου επίσημου εγγράφου ή του εκδοθέντος εγγράφου ταυτότητας για τα οποία μπορεί ευλόγως να πιστεύεται ότι συνδέονται με το υποκείμενο της καταχώρισης,

ε)

κάθε αποκαλυφθείσα ταυτότητα και κάθε προσωπική περιγραφή του προσώπου που χρησιμοποιεί το ασυμπλήρωτο επίσημο έγγραφο ή το εκδοθέν έγγραφο ταυτότητας για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση,

στ)

τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η), ι), ια) και ιβ) ή τα μέσα πληρωμής πλην των μετρητών που χρησιμοποιήθηκαν,

ζ)

μεταφερόμενα αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων των ταξιδιωτικών εγγράφων,

η)

οι περιστάσεις υπό τις οποίες εντοπίστηκε το πρόσωπο ή τα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ε), ζ), η), ι), ια) και ιβ) ή τα μέσα πληρωμής πλην των μετρητών,

θ)

κάθε άλλη πληροφορία που ζητείται από το κράτος μέλος καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 2.

Εάν οι πληροφορίες που αναφέρονται στο σημείο i) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου σχετίζονται με ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο και μόνον εάν συμπληρώνουν άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία για τον ίδιο σκοπό.

2.   Το κράτος μέλος εκτέλεσης κοινοποιεί τις πληροφορίες της παραγράφου 1 μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Η διακριτική παρακολούθηση περιλαμβάνει τη διακριτική συλλογή όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών που περιγράφονται στην παράγραφο 1 κατά τη διάρκεια των συνήθων δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εκτέλεσης. Η συλλογή των εν λόγω πληροφοριών δεν θέτει σε κίνδυνο τον διακριτικό χαρακτήρα των ελέγχων και το υποκείμενο της καταχώρισης δεν γνωρίζει σε καμία περίπτωση την ύπαρξη της καταχώρισης.

4.   Ο έλεγχος έρευνας περιλαμβάνει την υποβολή ερωτήσεων στο πρόσωπο, μεταξύ άλλων βάσει πληροφοριών ή συγκεκριμένων ερωτήσεων που έχουν προστεθεί στην καταχώριση από το κράτος μέλος καταχώρισης, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 2. Η διαδικασία υποβολής ερωτήσεων πραγματοποιείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης.

5.   Κατά τους ειδικούς ελέγχους επιτρέπεται να υποβληθούν σε έρευνα πρόσωπα, οχήματα, πλοία, αεροσκάφη, εμπορευματοκιβώτια και μεταφερόμενα αντικείμενα για τους σκοπούς του άρθρου 36. Οι έρευνες διεξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους εκτέλεσης.

6.   Εάν το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης δεν επιτρέπει τη διενέργεια ειδικών ελέγχων, το εν λόγω μέτρο αντικαθίσταται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος από τον έλεγχο έρευνας. Εάν το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης δεν επιτρέπει τη διενέργεια ελέγχων έρευνας, το εν λόγω μέτρο αντικαθίσταται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος από τη διακριτική παρακολούθηση. Όπου έχει εφαρμογή η οδηγία 2013/48/ΕΕ, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να γίνεται σεβαστό υπό τους όρους που καθορίζονται στην εν λόγω οδηγία το δικαίωμα πρόσβασης των υπόπτων και των κατηγορουμένων σε δικηγόρο.

7.   Η παράγραφος 6 δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών να παρέχουν στους τελικούς χρήστες τις πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

Καταχωρίσεις για αντικείμενα που πρέπει να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία

Άρθρο 38

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Τα κράτη μέλη εισάγουν καταχωρίσεις στο SIS σχετικά με αντικείμενα που αναζητούνται προκειμένου να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία.

2.   Εισάγονται καταχωρίσεις για τις ακόλουθες κατηγορίες εύκολα αναγνωρίσιμων αντικειμένων:

α)

μηχανοκίνητα οχήματα ανεξάρτητα από το σύστημα πρόωσης,

β)

ρυμούλκες βάρους, χωρίς φορτίο, άνω των 750 χιλιογράμμων,

γ)

τροχόσπιτα,

δ)

βιομηχανικός εξοπλισμός,

ε)

πλοία,

στ)

κινητήρες πλοίων,

ζ)

εμπορευματοκιβώτια,

η)

αεροσκάφη,

θ)

κινητήρες αεροσκαφών,

ι)

πυροβόλα όπλα,

ια)

ασυμπλήρωτα επίσημα έγγραφα που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή που εμφανίζονται ως τέτοια έγγραφα αλλά είναι πλαστά,

ιβ)

εκδοθέντα έγγραφα ταυτότητας, όπως διαβατήρια, δελτία ταυτότητας, τίτλοι διαμονής, ταξιδιωτικά έγγραφα και άδειες οδήγησης, που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί ή που εμφανίζονται ως τέτοια έγγραφα αλλά είναι πλαστά,

ιγ)

άδειες κυκλοφορίας οχημάτων και πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας οχημάτων που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί ή που εμφανίζονται ως τέτοια έγγραφα ή πινακίδες αλλά είναι πλαστά,

ιδ)

τραπεζογραμμάτια (προσημειωμένα χαρτονομίσματα) και πλαστά τραπεζογραμμάτια,

ιε)

είδη τεχνολογίας των πληροφοριών,

ιστ)

ταυτοποιήσιμα εξαρτήματα μηχανοκίνητων οχημάτων,

ιζ)

ταυτοποιήσιμα εξαρτήματα βιομηχανικού εξοπλισμού,

ιη)

άλλα αναγνωρίσιμα αντικείμενα υψηλής αξίας, όπως ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Όσον αφορά τα έγγραφα που αναφέρονται στα στοιχεία ια), ιβ) και ιγ), το κράτος μέλος καταχώρισης μπορεί να διευκρινίζει αν τα έγγραφα αυτά έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί ή είναι άκυρα ή πλαστά.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 75 για να τροποποιεί τον παρόντα κανονισμό ορίζοντας νέες υποκατηγορίες αντικειμένων βάσει της παραγράφου 2 στοιχεία ιε), ιστ) ιζ) και ιη) του παρόντος άρθρου.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των τεχνικών κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή, την επικαιροποίηση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 39

Εκτέλεση της δράσης βάσει καταχώρισης

1.   Εάν από αναζήτηση διαπιστωθεί ότι υπάρχει καταχώριση για αντικείμενο το οποίο έχει εντοπιστεί, η αρμόδια αρχή προβαίνει σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο σε κατάσχεση του αντικειμένου και επικοινωνεί με την αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Για τον σκοπό αυτόν, μπορούν να διαβιβάζονται και δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 κοινοποιούνται μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Το κράτος μέλος εκτέλεσης λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI

Καταχωρίσεις για καταζητούμενα άγνωστα άτομα με σκοπό την ταυτοποίηση με βάση το εθνικό δίκαιο

Άρθρο 40

Καταχωρίσεις για καταζητούμενα άγνωστα άτομα με σκοπό την ταυτοποίηση με βάση το εθνικό δίκαιο

Το κράτη μέλη μπορούν να εισάγουν καταχωρίσεις στο SIS για καταζητούμενα άγνωστα άτομα που περιέχουν μόνο δακτυλοσκοπικά δεδομένα. Τα εν λόγω δακτυλοσκοπικά δεδομένα είναι πλήρεις ή ημιτελείς σειρές δακτυλικών αποτυπωμάτων ή αποτυπωμάτων παλάμης που έχουν ανακαλυφθεί σε τόπους τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών εγκλημάτων στο πλαίσιο έρευνας. Εισάγονται στο SIS μόνο όταν μπορεί να διαπιστωθεί με πολύ υψηλό βαθμό πιθανότητας ότι ανήκουν σε δράστη του εγκλήματος.

Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης δεν είναι σε θέση να εξακριβώσει την ταυτότητα του υπόπτου με βάση τα δεδομένα από οποιαδήποτε άλλη σχετική εθνική, ενωσιακή ή διεθνή βάση δεδομένων, τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μπορούν να εισάγονται στη συγκεκριμένη κατηγορία καταχωρίσεων μόνο ως «καταζητούμενο άγνωστο άτομο» με σκοπό την ταυτοποίηση ενός τέτοιου ατόμου.

Άρθρο 41

Εκτέλεση της δράσης βάσει καταχώρισης

Σε περίπτωση θετικής απάντησης στο SIS με τα δεδομένα που έχουν εισαχθεί δυνάμει του άρθρου 40, η ταυτότητα του προσώπου εξακριβώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου, σε συνδυασμό με την επαλήθευση εμπειρογνωμόνων ότι τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα στο SIS ανήκουν στο εν λόγω πρόσωπο. Τα κράτη μέλη εκτέλεσης ανακοινώνουν πληροφορίες στο κράτος μέλος καταχώρισης σχετικά με την ταυτότητα και τον τόπο όπου βρίσκεται το πρόσωπο μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών προκειμένου να διευκολύνουν την έγκαιρη διερεύνηση της υπόθεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIΙ

Ειδικοί κανόνες για τα βιομετρικά δεδομένα

Άρθρο 42

Ειδικοί κανόνες για την εισαγωγή φωτογραφιών, εικόνων προσώπου, δακτυλοσκοπικών δεδομένων και προφίλ DNA

1.   Στο SIS εισάγονται μόνο οι φωτογραφίες, οι εικόνες προσώπου και τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία κγ) και κε) που πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας δεδομένων και τις τεχνικές προδιαγραφές. Πριν από την εισαγωγή τέτοιων δεδομένων, πραγματοποιείται έλεγχος ποιότητας προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον πληρούνται τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας δεδομένων και οι τεχνικές προδιαγραφές.

2.   Τα δακτυλοσκοπικά δεδομένα που εισάγονται στο SIS μπορεί να αποτελούνται από ένα έως δέκα επίπεδα δακτυλικά αποτυπώματα και από ένα έως δέκα κυλιόμενα δακτυλικά αποτυπώματα. Μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν έως και δύο αποτυπώματα παλάμης.

3.   Προφίλ DNA επιτρέπεται να προστεθεί στις καταχωρίσεις μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο α) και μόνον κατόπιν ελέγχου ποιότητας ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον πληρούνται τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας δεδομένων και οι τεχνικές προδιαγραφές και μόνο ελλείψει διαθέσιμων ή κατάλληλων για την ταυτοποίηση φωτογραφιών, εικόνων προσώπου ή δακτυλοσκοπικών δεδομένων. Η προσθήκη στην καταχώριση των προφίλ DNA προσώπων που είναι άμεσοι ανιόντες, κατιόντες ή αδέλφια του υποκειμένου της καταχώρισης επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω πρόσωπα έχουν δώσει τη ρητή συγκατάθεσή τους. Όταν προστίθεται σε καταχώριση προφίλ DNA, το προφίλ αυτό περιέχει τις ελάχιστες πληροφορίες που είναι απολύτως αναγκαίες για την ταυτοποίηση του εξαφανισθέντος προσώπου.

4.   Ορίζονται ελάχιστα πρότυπα ποιότητας των δεδομένων και τεχνικές προδιαγραφές, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, για την αποθήκευση των βιομετρικών δεδομένων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος άρθρου. Τα εν λόγω ελάχιστα πρότυπα ποιότητας των δεδομένων και αυτές οι τεχνικές προδιαγραφές καθορίζουν το επίπεδο ποιότητας που απαιτείται για τη χρήση των δεδομένων για την επαλήθευση της ταυτότητας προσώπου σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1 και για τη χρήση των δεδομένων για την ταυτοποίηση προσώπου σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφοι 2 έως 4.

5.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των ελάχιστων προτύπων ποιότητας δεδομένων και των τεχνικών προδιαγραφών που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 3 και 4 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 43

Ειδικοί κανόνες για επαλήθευση ή αναζήτηση με φωτογραφίες, εικόνες προσώπου, δακτυλοσκοπικά δεδομένα και προφίλ DNA

1.   Στις περιπτώσεις όπου φωτογραφίες, εικόνες προσώπου, δακτυλοσκοπικά δεδομένα και προφίλ DNA είναι διαθέσιμα σε καταχώριση στο SIS, αυτές οι φωτογραφίες, εικόνες προσώπου, δακτυλοσκοπικά δεδομένα και προφίλ DNA χρησιμοποιούνται για την επιβεβαίωση της ταυτότητας προσώπου που εντοπίστηκε έπειτα από αναζήτηση στο SIS με βάση αλφαριθμητικά δεδομένα.

2.   Μπορεί να γίνεται αναζήτηση στα δακτυλοσκοπικά δεδομένα σε όλες τις περιπτώσεις για την ταυτοποίηση προσώπου, όταν δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί η ταυτότητα του προσώπου με άλλα μέσα. Για το σκοπό αυτό, το κεντρικό SIS περιλαμβάνει ένα αυτόματο σύστημα αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων (AFIS).

3.   Στα δακτυλοσκοπικά δεδομένα στο SIS σχετικά με καταχωρίσεις που εισάγονται σύμφωνα με τα άρθρα 26, 32, 36 και 40 μπορεί επίσης να πραγματοποιείται αναζήτηση, χρησιμοποιώντας πλήρεις ή ημιτελείς σειρές δακτυλικών αποτυπωμάτων ή αποτυπωμάτων παλάμης που έχουν ανακαλυφθεί σε τόπους σοβαρών εγκλημάτων ή τρομοκρατικών εγκλημάτων στο πλαίσιο έρευνας, εφόσον μπορεί να διαπιστωθεί με υψηλό βαθμό πιθανότητας ότι οι εν λόγω σειρές αποτυπωμάτων ανήκουν σε δράστη του εγκλήματος και υπό την προϋπόθεση ότι η έρευνα πραγματοποιείται ταυτόχρονα στις σχετικές εθνικές βάσεις δακτυλικών αποτυπωμάτων του κράτους μέλους.

4.   Μόλις αυτό καταστεί εφικτό από τεχνική άποψη και με παράλληλη διασφάλιση υψηλού βαθμού αξιοπιστίας της ταυτοποίησης, μπορούν να χρησιμοποιούνται φωτογραφίες και εικόνες προσώπου για την ταυτοποίηση προσώπου σε σημεία τακτικής διέλευσης των συνόρων.

Προτού εφαρμοστεί στο SIS η λειτουργική αυτή δυνατότητα, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για το κατά πόσον είναι διαθέσιμη, έτοιμη και αξιόπιστη η απαιτούμενη τεχνολογία. Ζητείται η γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την έκθεση.

Μετά την έναρξη χρήσης της λειτουργικής δυνατότητας σε σημεία τακτικής διέλευσης των συνόρων, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία ι να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 75 για να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τον προσδιορισμό των λοιπών περιστάσεων υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ταυτοποίηση προσώπων φωτογραφίες και εικόνες προσώπου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XΙΙΙ

Δικαίωμα πρόσβασης σε καταχωρίσεις και επανεξέτασης των καταχωρίσεων

Άρθρο 44

Εθνικές αρμόδιες αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS

1.   Οι εθνικές αρμόδιες αρχές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που εισάγονται στο SIS και το δικαίωμα αναζήτησης είτε απευθείας στα δεδομένα αυτά είτε σε αντίγραφο της βάσης δεδομένων του SIS για τους εξής σκοπούς:

α)

τον έλεγχο των συνόρων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399,

β)

αστυνομικούς και τελωνειακούς ελέγχους που διενεργούνται εντός του οικείου κράτους μέλους, καθώς και για τον συντονισμό των ελέγχων αυτών από τις εντεταλμένες αρχές,

γ)

την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση ή δίωξη τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, εντός του οικείου κράτους μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζεται η οδηγία (ΕΕ) 2016/680,

δ)

την εξέταση των προϋποθέσεων και τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την είσοδο και τη διαμονή υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών, μεταξύ άλλων για τίτλους διαμονής και θεωρήσεις μακράς διάρκειας, και σχετικά με την επιστροφή υπηκόων τρίτων χωρών, καθώς επίσης τη διενέργεια ελέγχων σε υπηκόους τρίτων χωρών που εισέρχονται ή διαμένουν παράνομα στο έδαφος των κρατών μελών,

ε)

ελέγχους ασφάλειας σε υπηκόους τρίτων χωρών που αιτούνται διεθνή προστασία, στο βαθμό που οι αρχές που διενεργούν τους ελέγχους δεν συνιστούν «αποφαινόμενες αρχές» κατά το άρθρο 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (38), και, κατά περίπτωση, παροχή συμβουλών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 377/2004 του Συμβουλίου (39)·

2.   Το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS και το δικαίωμα απευθείας αναζήτησης σε αυτά μπορεί να ασκείται από τις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την πολιτογράφηση, όπως προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, για τους σκοπούς της εξέτασης μιας αίτησης για πολιτογράφηση.

3.   Το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που έχουν εισαχθεί στο SIS και το δικαίωμα απευθείας αναζήτησης σε αυτά μπορεί επίσης να ασκείται από τις εθνικές δικαστικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι αρμόδιες για την άσκηση ποινικής δίωξης και τη διενέργεια δικαστικής έρευνας πριν από την απαγγελία κατηγορίας σε πρόσωπο, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, καθώς και από τις συντονιστικές αρχές τους.

4.   Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 56 παράγραφος 7.

Άρθρο 45

Υπηρεσίες αρμόδιες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων

1.   Οι υπηρεσίες των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων όπως αναφέρονται στην οδηγία 1999/37/EΚ του Συμβουλίου (40), δικαιούνται πρόσβαση στα δεδομένα που έχουν εισαχθεί στο SIS σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ), ιγ) και ιστ) του παρόντος κανονισμού, αποκλειστικά και μόνο προκειμένου να ελέγχουν αν τα οχήματα και οι συνοδευτικές άδειες κυκλοφορίας οχημάτων και πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας για τα οποία τους ζητείται να εκδώσουν άδεια κυκλοφορίας έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί, εμφανίζονται ως τέτοια έγγραφα αλλά είναι πλαστά ή αναζητούνται ως αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας.

Η πρόσβαση στα δεδομένα εκ μέρους των υπηρεσιών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο και περιορίζεται στην ειδική αρμοδιότητα των οικείων υπηρεσιών.

2.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 που είναι κρατικές έχουν δικαίωμα απευθείας πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS.

3.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου που δεν είναι κρατικές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που εισάγονται στο SIS μόνο μέσω αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 44. Η εν λόγω αρχή έχει δικαίωμα να αποκτά απευθείας πρόσβαση στα δεδομένα και να τα διαβιβάζει στην ενδιαφερόμενη υπηρεσία. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εν λόγω υπηρεσία και οι υπάλληλοί της υποχρεούνται να τηρούν τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την επιτρεπτή χρήση των δεδομένων που τους διαβιβάζει η αρχή.

4.   Το άρθρο 39 δεν εφαρμόζεται για πρόσβαση στο SIS που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η ανακοίνωση από τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προς τις αστυνομικές ή τις δικαστικές αρχές κάθε πληροφορίας που αποκτάται μέσω πρόσβασης στο SIS ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 46

Υπηρεσίες αρμόδιες για τη νηολόγηση πλοίων και αεροσκαφών

1.   Οι υπηρεσίες των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για τη έκδοση πιστοποιητικών νηολόγησης ή για τη διαχείριση της κυκλοφορίας των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων πλοίων, καθώς και των αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων αεροσκαφών, δικαιούνται πρόσβαση στα ακόλουθα δεδομένα που έχουν εισαχθεί στο SIS σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 αποκλειστικά και μόνο προκειμένου να ελέγχουν αν τα πλοία, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων πλοίων, και τα αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων αεροσκαφών για τα οποία τους ζητείται να εκδώσουν πιστοποιητικό νηολόγησης ή τα οποία υπόκεινται σε διαχείριση κυκλοφορίας έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή αναζητούνται ως αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας:

α)

δεδομένα σχετικά με πλοία,

β)

δεδομένα σχετικά με κινητήρες πλοίων,

γ)

δεδομένα σχετικά με αεροσκάφη,

δ)

δεδομένα σχετικά με κινητήρες αεροσκαφών.

Η πρόσβαση στα δεδομένα από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο και περιορίζεται στην ειδική αρμοδιότητα των οικείων υπηρεσιών.

2.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 που είναι κρατικές έχουν δικαίωμα απευθείας πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS.

3.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου που δεν είναι κρατικές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα στο SIS μόνο μέσω αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 44. Η εν λόγω αρχή έχει δικαίωμα να αποκτά απευθείας πρόσβαση στα συγκεκριμένα δεδομένα και να τα διαβιβάζει στην ενδιαφερόμενη υπηρεσία. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εν λόγω υπηρεσία και οι υπάλληλοί της υποχρεούνται να τηρούν τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την επιτρεπτή χρήση των δεδομένων που τους διαβιβάζει η αρχή.

4.   Το άρθρο 39 δεν εφαρμόζεται για πρόσβαση στο SIS που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η ανακοίνωση από τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προς τις αστυνομικές ή τις δικαστικές αρχές κάθε πληροφορίας που αποκτάται μέσω πρόσβασης στο SIS ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 47

Αρχές αρμόδιες για την καταχώριση των πυροβόλων όπλων

1.   Οι υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες στα κράτη μέλη για την έκδοση αδειών για πυροβόλα όπλα έχουν πρόσβαση σε δεδομένα για πρόσωπα που εισάγονται στο SIS σύμφωνα με τα άρθρα 26 και 36 και σε δεδομένα για πυροβόλα όπλα που εισάγονται στο SIS σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2. Η πρόσβαση ασκείται με σκοπό να ελεγχθεί κατά πόσον το πρόσωπο που ζητά την άδεια καταζητείται για να συλληφθεί, να παραδοθεί ή να εκδοθεί ή με σκοπό τη διενέργεια διακριτικής παρακολούθησης, ελέγχου έρευνας ή ειδικού ελέγχου, ή κατά πόσον τα πυροβόλα όπλα που υποβάλλονται προς άδεια, αναζητούνται για κατάσχεση ή για να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία.

2.   Η πρόσβαση στα δεδομένα από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο και περιορίζεται στην ειδική αρμοδιότητα των οικείων υπηρεσιών.

3.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 που είναι κρατικές έχουν δικαίωμα απευθείας πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS.

4.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 που δεν είναι κρατικές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα στο SIS μόνο μέσω αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 44. Η εν λόγω αρχή έχει δικαίωμα απευθείας πρόσβασης στα δεδομένα και ενημερώνει την ενδιαφερόμενη υπηρεσία εάν μπορεί να καταχωρίσει το πυροβόλο όπλο. Τo οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η εν λόγω υπηρεσία και οι υπάλληλοί της υποχρεούνται να τηρούν τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την επιτρεπτή χρήση των δεδομένων που τους διαβιβάζει η μεσολαβούσα αρχή.

5.   Το άρθρο 39 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζεται για πρόσβαση στο SIS που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η ανακοίνωση από τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου προς τις αστυνομικές ή τις δικαστικές αρχές κάθε πληροφορίας που αποκτάται μετά από αναζήτηση στο SIS ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 48

Πρόσβαση της Ευρωπόλ σε δεδομένα στο SIS

1.   Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, έχει, όποτε είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση της εντολής του, δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS. Η Ευρωπόλ μπορεί επίσης να ανταλλάσσει και να ζητεί περαιτέρω συμπληρωματικές πληροφορίες σύμφωνα με τις διατάξεις του εγχειριδίου SIRENE.

2.   Όταν από αναζήτηση που πραγματοποιεί η Ευρωπόλ διαπιστώνεται η ύπαρξη καταχώρισης στο SIS, η Ευρωπόλ ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης με ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω της επικοινωνιακής υποδομής και σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο εγχειρίδιο SIRENE. Μέχρι η Ευρωπόλ να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί τις λειτουργίες που προβλέπονται για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών, ενημερώνει τα κράτη μέλη καταχώρισης μέσω των διαύλων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.

3.   Η Ευρωπόλ δύναται να επεξεργάζεται τις συμπληρωματικές πληροφορίες που της διαβιβάζουν τα κράτη μέλη ώστε να τις συγκρίνει με τις βάσεις δεδομένων της και τα σχέδια επιχειρησιακής ανάλυσης, με στόχο τη συσχέτιση πληροφοριών ή άλλων σχετικών συνδέσεων και για τις στρατηγικές, θεματικές ή επιχειρησιακές αναλύσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794. Οποιαδήποτε επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών από την Ευρωπόλ για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου διενεργείται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό.

4.   Για τη χρήση από την Ευρωπόλ των πληροφοριών που λαμβάνονται κατόπιν αναζήτησης στο SIS ή κατόπιν επεξεργασίας συμπληρωματικών πληροφοριών απαιτείται η συγκατάθεση του κράτους μέλους καταχώρισης. Εάν το κράτος μέλος επιτρέπει τη χρήση των πληροφοριών αυτών, ο χειρισμός τους από την Ευρωπόλ ρυθμίζεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794. Η Ευρωπόλ ανακοινώνει τις πληροφορίες αυτές σε τρίτες χώρες και τρίτους οργανισμούς μόνο με τη συγκατάθεση του κράτους μέλους καταχώρισης και σε πλήρη συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με την προστασία των δεδομένων.

5.   Η Ευρωπόλ:

α)

με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 6, δεν συνδέει μέρη του SIS ούτε μεταφέρει τα δεδομένα που περιέχονται σε αυτό, στα οποία έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται η Ευρωπόλ ή το οποίο λειτουργεί σε αυτήν, ούτε μεταφορτώνει ούτε αντιγράφει με άλλον τρόπο μέρη του SIS,

β)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 31 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, διαγράφει συμπληρωματικές πληροφορίες που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα το αργότερο ένα έτος μετά τη διαγραφή της σχετικής καταχώρισης. Κατά παρέκκλιση, στις περιπτώσεις όπου η Ευρωπόλ έχει πληροφορίες στις βάσεις δεδομένων της ή στα σχέδια επιχειρησιακής ανάλυσης σχετικά με υπόθεση με την οποία έχουν σχέση οι συμπληρωματικές πληροφορίες, η Ευρωπόλ μπορεί, κατ' εξαίρεση και προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντά της, να συνεχίσει να αποθηκεύει τις συμπληρωματικές πληροφορίες όταν χρειάζεται. Η Ευρωπόλ ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης και το κράτος μέλος εκτέλεσης σχετικά με τη συνέχιση της αποθήκευσης αυτών των συμπληρωματικών πληροφοριών και παρέχει αιτιολόγηση αυτής,

γ)

περιορίζει την πρόσβαση στα δεδομένα στο SIS, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωματικών πληροφοριών, στο ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Ευρωπόλ που χρειάζεται να έχει πρόσβαση στα δεδομένα αυτά για την εκτέλεση των καθηκόντων του,

δ)

θεσπίζει και εφαρμόζει μέτρα για τη διασφάλιση της ασφάλειας, της εμπιστευτικότητας και του αυτοελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 13,

ε)

εξασφαλίζει ότι το προσωπικό της που είναι εξουσιοδοτημένο να επεξεργάζεται δεδομένα στο SIS, λαμβάνει τη δέουσα κατάρτιση και ενημέρωση σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1, και

στ)

με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, επιτρέπει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να παρακολουθεί και να ελέγχει τις δραστηριότητες της Ευρωπόλ κατά την άσκηση του δικαιώματός της για πρόσβαση και αναζήτηση στα δεδομένα στο SIS και κατά την ανταλλαγή και επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών.

6.   Η Ευρωπόλ αντιγράφει δεδομένα από το SIS μόνο για τεχνικούς σκοπούς, όταν η αντιγραφή αυτή είναι αναγκαία για την πραγματοποίηση απευθείας αναζήτησης από το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Ευρωπόλ. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα εν λόγω αντίγραφα. Το τεχνικό αντίγραφο χρησιμοποιείται για την αποθήκευση δεδομένων του SIS κατά τη διάρκεια της αναζήτησης των εν λόγω δεδομένων. Μόλις ολοκληρωθεί η αναζήτηση των δεδομένων, αυτά διαγράφονται. Οι συγκεκριμένες χρήσεις δεν θεωρείται ότι αποτελούν παράνομη μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του SIS. Η Ευρωπόλ δεν αντιγράφει δεδομένα μιας καταχώρισης ή πρόσθετα δεδομένα που εισάγονται από κράτη μέλη ή από το CS-SIS σε άλλα συστήματα της Ευρωπόλ.

7.   Για τον σκοπό της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, του αυτοελέγχου και της διασφάλισης της δέουσας ασφάλειας και ακεραιότητας των δεδομένων, η Ευρωπόλ τηρεί αρχεία καταγραφής για κάθε πρόσβαση και αναζήτηση που πραγματοποιεί στο SIS σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής και έγγραφα τεκμηρίωσης δεν θεωρείται ότι αποτελούν παράνομη μεταφόρτωση ή αντιγραφή μέρους του SIS.

8.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Ευρωπόλ μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με κάθε θετική απάντηση για καταχωρίσεις που σχετίζονται με τρομοκρατικά εγκλήματα. Τα κράτη μέλη μπορούν κατ' εξαίρεση να μην ενημερώσουν την Ευρωπόλ εάν αυτό θα έθετε σε κίνδυνο εν εξελίξει έρευνες, την ασφάλεια φυσικού προσώπου ή θα ήταν αντίθετο προς ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειας του κράτους μέλους καταχώρισης.

9.   Η παράγραφος 8 εφαρμόζεται από την ημερομηνία κατά την οποία η Ευρωπόλ μπορεί να λαμβάνει συμπληρωματικές πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 49

Πρόσβαση της Eurojust σε δεδομένα στο SIS

1.   Μόνο τα εθνικά μέλη της Eurojust και οι βοηθοί τους έχουν, στο πλαίσιο της εντολής που τους ανατίθεται και όπου απαιτείται για την εκπλήρωσή της, δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS, σύμφωνα με τα άρθρα 26, 32, 34, 38 και 40.

2.   Όταν, έπειτα από αναζήτηση που διενεργεί εθνικό μέλος της Eurojust, εντοπίζεται η ύπαρξη καταχώρισης στο SIS, το εν λόγω εθνικό μέλος ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης. Η Eurojust διαβιβάζει πληροφορίες που λαμβάνονται από την αναζήτηση αυτή προς τρίτες χώρες και τρίτους οργανισμούς μόνο με τη συγκατάθεση του κράτους μέλους καταχώρισης και σε πλήρη συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων.

3.   Το παρόν άρθρο ισχύει με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (41) και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 όσον αφορά την προστασία των δεδομένων και την ευθύνη σχετικά με οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη ή εσφαλμένη επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τα εθνικά μέλη της Eurojust ή τους βοηθούς τους, καθώς και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων δυνάμει αυτών των κανονισμών.

4.   Για τον σκοπό της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, του αυτοελέγχου και της διασφάλισης της δέουσας ασφάλειας και ακεραιότητας των δεδομένων, η Eurojust τηρεί αρχεία καταγραφής για κάθε πρόσβαση και αναζήτηση που διενεργεί στο SIS εθνικό μέλος της Eurojust ή βοηθός του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.

5.   Κανένα μέρος του SIS δεν συνδέεται με οποιοδήποτε σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται η Eurojust ή το οποίο λειτουργεί σε αυτήν, ούτε μεταφέρονται σε τέτοιο σύστημα τα δεδομένα στο SIS στα οποία έχουν πρόσβαση τα εθνικά μέλη ή οι βοηθοί τους. Κανένα μέρος του SIS δεν μεταφορτώνεται ή αντιγράφεται. Η καταγραφή των περιπτώσεων πρόσβασης και των αναζητήσεων δεν θεωρείται ότι αποτελεί παράνομη μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του SIS.

6.   Η Eurojust λαμβάνει και εφαρμόζει μέτρα που εγγυώνται την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και τον αυτοέλεγχο σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 13.

Άρθρο 50

Πρόσβαση των ομάδων ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής, των ομάδων του προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή και των μελών των ομάδων στήριξης για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών στα δεδομένα στο SIS

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624, τα μέλη των ομάδων, που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημεία 8) και 9) του εν λόγω κανονισμού, στο πλαίσιο της εντολής τους και εφόσον είναι εξουσιοδοτημένα να διενεργούν ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού και έχουν λάβει την απαιτούμενη κατάρτιση σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, έχουν δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS, στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και στον βαθμό που απαιτείται από το επιχειρησιακό σχέδιο για συγκεκριμένη επιχείρηση. Το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS δεν επεκτείνεται σε άλλα μέλη των ομάδων.

2.   Τα μέλη των ομάδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ασκούν το δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS σύμφωνα με την παράγραφο 1 μέσω τεχνικής διεπαφής. Η τεχνική διεπαφή δημιουργείται και συντηρείται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και καθιστά δυνατή την απευθείας σύνδεση με το κεντρικό SIS.

3.   Όταν από αναζήτηση που πραγματοποιεί μέλος των ομάδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διαπιστώνεται η ύπαρξη καταχώρισης στο SIS, το κράτος μέλος καταχώρισης ενημερώνεται σχετικά. Σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624, τα μέλη των ομάδων ενεργούν ανταποκρινόμενα σε καταχώριση στο SIS μόνον υπό τις εντολές και, κατά γενικό κανόνα, με την παρουσία συνοριοφυλάκων ή προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή από το κράτος μέλος υποδοχής στο οποίο επιχειρούν. Το κράτος μέλος υποδοχής δύναται να εξουσιοδοτεί τα μέλη των ομάδων να ενεργούν εξ ονόματός του.

4.   Για τον σκοπό της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, του αυτοελέγχου και της διασφάλισης της δέουσας ασφάλειας και ακεραιότητας των δεδομένων, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής τηρεί αρχεία καταγραφής για κάθε πρόσβαση και αναζήτηση που πραγματοποιεί στο SIS σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.

5.   Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής λαμβάνει και εφαρμόζει μέτρα που εγγυώνται την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και τον αυτοέλεγχο σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 13 και μεριμνά ώστε οι ομάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου να εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα.

6.   Το παρόν άρθρο ουδόλως μπορεί να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι θίγει τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624 όσον αφορά την προστασία των δεδομένων ή την ευθύνη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής σχετικά με οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη ή εσφαλμένη επεξεργασία δεδομένων από αυτόν.

7.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, κανένα από τα μέρη του SIS δεν συνδέεται με οποιοδήποτε σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζονται οι ομάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, ούτε μεταφέρονται σε τέτοιο σύστημα τα δεδομένα του SIS στα οποία έχουν πρόσβαση αυτές οι ομάδες. Κανένα μέρος του SIS δεν μεταφορτώνεται ή αντιγράφεται. Η καταγραφή των περιπτώσεων πρόσβασης και των αναζητήσεων δεν θεωρείται ότι αποτελεί μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του SIS.

8.   Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής επιτρέπει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να παρακολουθεί και να ελέγχει τις δραστηριότητες των ομάδων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο κατά την άσκηση του δικαιώματός τους για πρόσβαση και αναζήτηση στα δεδομένα στο SIS. Το παρόν ισχύει με την επιφύλαξη των υπόλοιπων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

Άρθρο 51

Αξιολόγηση της χρήσης του SIS από την Ευρωπόλ, την Eurojust και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής

1.   Η Επιτροπή πραγματοποιεί αξιολόγηση της λειτουργίας και της χρήσης του SIS από την Ευρωπόλ, τα εθνικά μέλη της Eurojust και τους βοηθούς τους και τις ομάδες που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 τουλάχιστον κάθε πέντε έτη.

2.   Η Ευρωπόλ, η Eurojust και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μεριμνούν ώστε να δοθεί η δέουσα συνέχεια στα πορίσματα και τις συστάσεις που προκύπτουν από την αξιολόγηση.

3.   Έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τη συνέχεια αυτής διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Άρθρο 52

Εύρος της πρόσβασης

Οι τελικοί χρήστες, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπόλ, των εθνικών μελών της Eurojust και των βοηθών τους και των μελών των ομάδων που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημεία 8) και 9) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624, έχουν πρόσβαση μόνον στα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 53

Περίοδος επανεξέτασης των καταχωρίσεων για πρόσωπα

1.   Οι καταχωρίσεις για πρόσωπα που εισάγονται στο SIS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους εισήχθησαν.

2.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να εισαγάγει καταχώριση για πρόσωπο για τους σκοπούς του άρθρου 26 και του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) για περίοδο πέντε ετών. Το κράτος μέλος καταχώρισης επανεξετάζει την ανάγκη διατήρησης της καταχώρισης, εντός των πέντε ετών.

3.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να εισαγάγει καταχώριση για πρόσωπο για τους σκοπούς του άρθρου 34 και του άρθρου 40 για περίοδο τριών ετών. Το κράτος μέλος καταχώρισης επανεξετάζει την ανάγκη διατήρησης της καταχώρισης, εντός των τριών ετών.

4.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να εισαγάγει καταχώριση για πρόσωπο για τους σκοπούς του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) και του άρθρου 36 για περίοδο ενός έτους. Το κράτος μέλος καταχώρισης επανεξετάζει την ανάγκη διατήρησης της καταχώρισης, εντός του έτους.

5.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει, κατά περίπτωση, μικρότερες περιόδους επανεξέτασης σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

6.   Εντός της περιόδου επανεξέτασης που αναφέρεται στις παραγράφους 2, 3 και 4, το κράτος μέλος καταχώρισης μπορεί, κατόπιν συνολικής ατομικής αξιολόγησης που καταγράφεται, να αποφασίζει τη διατήρηση για περισσότερο χρόνο από την περίοδο επανεξέτασης της καταχώρισης για πρόσωπο όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο και αναλογικό για τους σκοπούς για τους οποίους εισήχθη η καταχώριση. Στις περιπτώσεις αυτές, η παράγραφος 2, 3 ή 4 ισχύει και για την διατήρηση της καταχώρισης. Κάθε τέτοια απόφαση παράτασης μιας καταχώρισης κοινοποιείται στο CS-SIS.

7.   Οι καταχωρίσεις για τα πρόσωπα διαγράφονται αυτομάτως μετά την παρέλευση της περιόδου επανεξέτασης που αναφέρεται στις παραγράφους 2, 3 και 4, εκτός εάν το κράτος μέλος καταχώρισης ενημερώσει το CS-SIS σχετικά με την παράταση δυνάμει της παραγράφου 6. Το CS-SIS ενημερώνει αυτομάτως το κράτος μέλος καταχώρισης για την προγραμματισμένη διαγραφή δεδομένων τέσσερις μήνες πριν από την εκτέλεσή της.

8.   Τα κράτη μέλη διατηρούν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό καταχωρίσεων για πρόσωπα των οποίων η περίοδος διατήρησης παρατάθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου και τα διαβιβάζουν, κατόπιν αιτήματος, στις εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 69.

9.   Μόλις καταστεί σαφές στο τμήμα SIRENE ότι μια καταχώριση που αφορά πρόσωπο έχει εκπληρώσει τον σκοπό της και ότι θα πρέπει επομένως να διαγραφεί, το τμήμα ενημερώνει αμέσως την αρχή που δημιούργησε την καταχώριση. Η αρχή έχει στη διάθεσή της 15 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της εν λόγω ενημέρωσης για να απαντήσει εάν η καταχώριση έχει διαγραφεί ή πρόκειται να διαγραφεί ή αναφέρει τους λόγους για τη διατήρηση της καταχώρισης. Εάν δεν ληφθεί σχετική απάντηση στο τέλος της περιόδου των 15 ημερών, το τμήμα SIRENE μεριμνά για τη διαγραφή της καταχώρισης. Όταν επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο, η καταχώριση διαγράφεται από το τμήμα SIRENE. Τα τμήματα SIRENE αναφέρουν στην οικεία εποπτική αρχή κάθε ζήτημα που αντιμετωπίζουν επανειλημμένα κατά τη δράση τους βάσει της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 54

Περίοδος επανεξέτασης των καταχωρίσεων για αντικείμενα

1.   Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους εισήχθησαν.

2.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να εισαγάγει καταχώριση για αντικείμενο για τους σκοπούς των άρθρων 36 και 38 για περίοδο δέκα ετών. Το κράτος μέλος καταχώρισης επανεξετάζει την ανάγκη διατήρησης της καταχώρισης, εντός των δέκα ετών.

3.   Οι καταχωρίσεις που αφορούν αντικείμενα και εισάγονται σύμφωνα με τα άρθρα 26, 32, 34 και 36 επανεξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 53 όταν συνδέονται με καταχώριση που αφορά πρόσωπο. Τέτοιες καταχωρίσεις διατηρούνται μόνο για όσο διάστημα διατηρείται η καταχώριση για το πρόσωπο.

4.   Εντός της περιόδου επανεξέτασης που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, το κράτος μέλος καταχώρισης μπορεί να αποφασίζει τη διατήρηση της καταχώρισης για αντικείμενο για περισσότερο χρόνο από την περίοδο επανεξέτασης, εφόσον αυτό αποδεικνύεται αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους εισήχθη η καταχώριση. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται κατά περίπτωση η παράγραφος 2 ή 3.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για να ορίσει μικρότερες περιόδους επανεξέτασης για ορισμένες κατηγορίες καταχωρίσεων που αφορούν αντικείμενα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

6.   Τα κράτη μέλη τηρούν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των καταχωρίσεων για αντικείμενα των οποίων η περίοδος διατήρησης έχει παραταθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIV

Διαγραφή καταχωρίσεων

Άρθρο 55

Διαγραφή καταχωρίσεων

1.   Οι καταχωρίσεις για σύλληψη προσώπων με σκοπό την παράδοση ή την έκδοσή τους δυνάμει του άρθρου 26 διαγράφονται μετά την παράδοση ή την έκδοση του προσώπου στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταχώρισης. Διαγράφονται επίσης σε περίπτωση που η δικαστική απόφαση στην οποία βασίστηκε η καταχώριση έχει ανακληθεί από την αρμόδια δικαστική αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Διαγράφονται επίσης κατά τη λήξη ισχύος της καταχώρισης, σύμφωνα με το άρθρο 53.

2.   Οι καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα ή ευάλωτα άτομα στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια δυνάμει του άρθρου 32 διαγράφονται σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

α)

όσον αφορά τα αγνοούμενα παιδιά και τα παιδιά που διατρέχουν κίνδυνο απαγωγής, η καταχώριση διαγράφεται:

i)

με τη διευθέτηση της υπόθεσης, π.χ. με τον εντοπισμό ή τον επαναπατρισμό του παιδιού ή με τη λήψη απόφασης από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εκτέλεσης σχετικά με την επιμέλεια του παιδιού·

ii)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

iii)

με τη λήψη απόφασης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης·

β)

όσον αφορά τους εξαφανισθέντες ενηλίκους, σε περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί αίτημα λήψης προστατευτικών μέτρων, η καταχώριση διαγράφεται:

i)

με την εκτέλεση της δράσης που πρέπει να αναληφθεί όταν η εξακρίβωση του τόπου όπου βρίσκεται το εν λόγω πρόσωπο γίνεται από το κράτος μέλος εκτέλεσης·

ii)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

iii)

με τη λήψη απόφασης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης·

γ)

όσον αφορά τους εξαφανισθέντες ενηλίκους σε περίπτωση που έχει υποβληθεί αίτημα λήψης προστατευτικών μέτρων, η καταχώριση διαγράφεται:

i)

με την εκτέλεση της δράσης που πρέπει να αναληφθεί όταν το πρόσωπο τίθεται υπό προστασία·

ii)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

iii)

με τη λήψη απόφασης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης·

δ)

όσον αφορά τα ευάλωτα άτομα, που έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας και στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια για τη δική τους προστασία και τα παιδιά στα οποία χρειάζεται να απαγορευθούν τα ταξίδια, η καταχώριση διαγράφεται μετά από:

i)

την εκτέλεση της δράσης που πρέπει να αναληφθεί όπως να τεθεί το πρόσωπο υπό προστασία·

ii)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

iii)

με τη λήψη απόφασης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εθνικού δικαίου, όταν ένα πρόσωπο έχει εγκλειστεί σε ίδρυμα κατόπιν απόφασης αρμόδιας αρχής, η καταχώριση μπορεί να διατηρηθεί έως ότου επαναπατριστεί το εν λόγω πρόσωπο.

3.   Οι καταχωρίσεις για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό τη διεξαγωγή δικαστικής διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 34 διαγράφονται:

α)

με τη γνωστοποίηση του τόπου όπου βρίσκεται το εν λόγω πρόσωπο στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης·

β)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

γ)

με τη λήψη απόφασης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης.

Σε περίπτωση που δεν μπορεί να δοθεί συνέχεια στις διαβιβαζόμενες πληροφορίες όπως αναφέρεται στο στοιχείο α), το τμήμα SIRENE του κράτους μέλους καταχώρισης ενημερώνει σχετικά το τμήμα SIRENE του κράτους μέλους εκτέλεσης προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα.

Σε περίπτωση θετικής απάντησης στο SIS, όταν τα σχετικά με τη διεύθυνση στοιχεία διαβιβάστηκαν στο κράτος μέλος καταχώρισης και μεταγενέστερη θετική απάντηση στο κράτος μέλος εκτέλεσης αποκαλύψει τα ίδια στοιχεία διεύθυνσης, η θετική απάντηση καταγράφεται στο κράτος μέλος εκτέλεσης, αλλά δεν αποστέλλονται εκ νέου στο κράτος μέλος καταχώρισης ούτε τα στοιχεία διεύθυνσης ούτε οι συμπληρωματικές πληροφορίες. Στις περιπτώσεις αυτές, το κράτος μέλος εκτέλεσης ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης σχετικά με τις επανειλημμένες θετικές απαντήσεις στο SIS και το κράτος μέλος καταχώρισης διενεργεί ολοκληρωμένη και ατομική αξιολόγηση σχετικά με την ανάγκη διατήρησης της καταχώρισης.

4.   Οι καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση, τον έλεγχο έρευνας και τον ειδικό έλεγχο, δυνάμει του άρθρου 36, διαγράφονται:

α)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

β)

με τη λήψη απόφασης διαγραφής τους από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης.

5.   Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα που πρέπει να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 38, διαγράφονται:

α)

με την κατάσχεση του αντικειμένου ή με τη λήψη ισοδύναμου μέτρου είτε αμέσως μετά την απαιτούμενη επακόλουθη ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των οικείων τμημάτων SIRENE είτε αφού το αντικείμενο υποβληθεί σε άλλη δικαστική ή διοικητική διαδικασία·

β)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

γ)

με τη λήψη απόφασης διαγραφής τους από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης.

6.   Οι καταχωρίσεις για καταζητούμενα άγνωστα άτομα δυνάμει του άρθρου 40 διαγράφονται:

α)

με την ταυτοποίηση του προσώπου·

β)

με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 53· ή

γ)

με τη λήψη απόφασης διαγραφής τους από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης.

7.   Όταν συνδέεται με καταχώριση που αφορά πρόσωπο, μια καταχώριση για αντικείμενο που εισάγεται σύμφωνα με τα άρθρα 26, 32, 34 και 36 διαγράφεται, όταν η καταχώριση για το πρόσωπο διαγράφεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XV

Γενικοί κανόνες για την επεξεργασία δεδομένων

Άρθρο 56

Επεξεργασία των δεδομένων του SIS

1.   Τα κράτη μέλη επεξεργάζονται μόνο τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 20 για τους σκοπούς που προβλέπονται για κάθε κατηγορία καταχώρισης των άρθρων 26, 32, 34, 36, 38 και 40.

2.   Τα δεδομένα αντιγράφονται μόνο για τεχνικούς σκοπούς, όταν η αντιγραφή αυτή είναι αναγκαία για την απευθείας αναζήτηση από τις αρμόδιες αρχές του άρθρου 44. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα εν λόγω αντίγραφα. Δεν επιτρέπεται σε κράτος μέλος να αντιγράφει τα δεδομένα μιας καταχώρισης ή πρόσθετα δεδομένα που έχουν εισαχθεί από άλλο κράτος μέλος από το οικείο N.SIS ή από το CS-SIS σε άλλα εθνικά αρχεία δεδομένων.

3.   Τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 τεχνικά αντίγραφα που συνεπάγονται τη λειτουργία βάσεων δεδομένων εκτός γραμμής (off-line) μπορεί να διατηρούνται μόνον για ανώτατη περίοδο 48 ωρών.

Τα κράτη μέλη τηρούν επικαιροποιημένη κατάσταση των εν λόγω αντιγράφων, την οποία θέτουν στη διάθεση των οικείων εποπτικών αρχών, και μεριμνούν για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ειδικότερα του άρθρου 10, σε σχέση με τα εν λόγω αντίγραφα.

4.   Η πρόσβαση στα δεδομένα στο SIS από τις εθνικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 44 επιτρέπεται μόνον εντός των ορίων της αρμοδιότητάς τους και μόνο σε δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό.

5.   Όσον αφορά τις καταχωρίσεις που προβλέπονται στα άρθρα 26, 32, 34, 36, 38 και 40 του παρόντος κανονισμού, κάθε επεξεργασία πληροφοριών στο SIS για σκοπούς διαφορετικούς από τους λόγους της εισαγωγής τους στο SIS πρέπει να συνδέεται με συγκεκριμένη υπόθεση και να δικαιολογείται από την ανάγκη αποτροπής επικείμενης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας τάξης και της δημόσιας ασφάλειας, ένεκα σοβαρών λόγων εθνικής ασφάλειας ή για να αποτραπεί η διάπραξη σοβαρού εγκλήματος. Για τον σκοπό αυτό εξασφαλίζεται εκ των προτέρων η άδεια του κράτους μέλους καταχώρισης.

6.   Κάθε χρήση δεδομένων του SIS αντίθετη προς τις παραγράφους 1 έως 5 του παρόντος άρθρου θεωρείται καταχρηστική σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους και υπόκειται σε ποινές σύμφωνα με το άρθρο 73.

7.   Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στον eu-LISA κατάλογο των οικείων αρμόδιων αρχών που εξουσιοδοτούνται να πραγματοποιούν αναζήτηση στα δεδομένα στο SIS απευθείας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, καθώς και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις του καταλόγου αυτού. Στον κατάλογο αυτό προσδιορίζονται, για κάθε αρχή, τα δεδομένα στα οποία μπορεί να εκτελεί αναζητήσεις και για ποιους σκοπούς. Ο eu-LISA μεριμνά ώστε ο κατάλογος να δημοσιεύεται ετησίως στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο eu-LISA διατηρεί συνεχώς επικαιροποιούμενο κατάλογο στον δικτυακό του τόπο που περιέχει τις αλλαγές που αποστέλλουν τα κράτη μέλη μεταξύ των ετήσιων δημοσιεύσεων.

8.   Εφόσον δεν οριστούν ειδικές διατάξεις στο ενωσιακό δίκαιο, το δίκαιο κάθε κράτους μέλους εφαρμόζεται στα δεδομένα στο οικείο N.SIS.

Άρθρο 57

Δεδομένα του SIS και εθνικά αρχεία

1.   Το άρθρο 56 παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα του SIS σε σχέση με τα οποία έχει αναληφθεί δράση στο έδαφός του. Τα δεδομένα αυτά διατηρούνται στα εθνικά αρχεία για μέγιστη περίοδο τριών ετών, εκτός εάν ειδικές διατάξεις του εθνικού δικαίου προβλέπουν μεγαλύτερη περίοδο διατήρησης.

2.   Το άρθρο 56 παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα που περιέχονται σε συγκεκριμένη καταχώριση που το ίδιο έχει εισαγάγει στο SIS.

Άρθρο 58

Ενημέρωση σε περίπτωση μη εκτέλεσης καταχώρισης

Εάν δεν είναι δυνατή η εκτέλεση της ζητούμενης δράσης, το κράτος μέλος από το οποίο ζητείται η δράση ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος καταχώρισης μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

Άρθρο 59

Ποιότητα των δεδομένων στο SIS

1.   Το κράτος μέλος καταχώρισης είναι υπεύθυνο για τη διασφάλιση της ακρίβειας και της ενημερότητας των δεδομένων, καθώς και της νομότυπης εισαγωγής και αποθήκευσής τους στο SIS.

2.   Στις περιπτώσεις που το κράτος μέλος καταχώρισης λαμβάνει σχετικά πρόσθετα ή τροποποιημένα δεδομένα όπως αυτά που απαριθμούνται στο άρθρο 20 παράγραφος 3, συμπληρώνει ή τροποποιεί αμέσως την καταχώριση.

3.   Μόνο το κράτος μέλος καταχώρισης επιτρέπεται να τροποποιεί, να συμπληρώνει, να διορθώνει, να επικαιροποιεί ή να διαγράφει δεδομένα τα οποία έχει εισαγάγει στο SIS.

4.   Όταν ένα κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος καταχώρισης διαθέτει σχετικά πρόσθετα ή τροποποιημένα δεδομένα όπως αυτά που απαριθμούνται στο άρθρο 20 παράγραφος 3, τα διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση, μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών, στο κράτος μέλος καταχώρισης προκειμένου εκείνο να συμπληρώσει ή να τροποποιήσει την καταχώριση. Εάν τα πρόσθετα ή τροποποιημένα δεδομένα αφορούν πρόσωπα, διαβιβάζονται μόνον εφόσον εξακριβωθεί η ταυτότητα του προσώπου.

5.   Εάν ένα κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος καταχώρισης, διαθέτει ενδείξεις ότι ένα στοιχείο δεδομένων περιέχει πραγματικό σφάλμα ή έχει αποθηκευτεί παράνομα, ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης, μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών, το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός δύο εργάσιμων ημερών από την ημέρα που περιήλθαν σε γνώση του οι ενδείξεις. Το κράτος μέλος καταχώρισης ελέγχει την πληροφορία και, εφόσον είναι απαραίτητο, διορθώνει ή διαγράφει το εν λόγω στοιχείο χωρίς καθυστέρηση.

6.   Εάν τα κράτη μέλη αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία εντός δύο μηνών από τη στιγμή που πρωτοεμφανίστηκαν οι εν λόγω ενδείξεις, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος που δεν εισήγαγε την καταχώριση υποβάλλει το ζήτημα στις οικείες εποπτικές αρχές και στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για λήψη απόφασης μέσω της συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 71.

7.   Τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν συμπληρωματικές πληροφορίες σε περιπτώσεις που ένα πρόσωπο ισχυρίζεται ότι δεν είναι το σκοπούμενο υποκείμενο μιας καταχώρισης. Εφόσον έπειτα από έλεγχο διαπιστωθεί ότι το σκοπούμενο υποκείμενο της καταχώρισης δεν είναι ο καταγγέλλων, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά με τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 62 και σχετικά με το δικαίωμα προσφυγής του βάσει του άρθρου 68 παράγραφος 1.

Άρθρο 60

Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια

1.   Κάθε γεγονός που έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στην ασφάλεια του SIS ή μπορεί να προκαλέσει ζημία ή απώλεια δεδομένων στο SIS ή στις συμπληρωματικές πληροφορίες θεωρείται συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, ειδικά σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να έχει αποκτηθεί παράνομη πρόσβαση σε δεδομένα ή σε περιπτώσεις όπου έχουν θιγεί ή ενδέχεται να έχουν θιγεί η διαθεσιμότητα, η ακεραιότητα και η εμπιστευτικότητα των δεδομένων.

2.   Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια αντιμετωπίζονται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ταχεία, αποτελεσματική και κατάλληλη αντίδραση.

3.   Με την επιφύλαξη της γνωστοποίησης και κοινοποίησης της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή του άρθρου 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, τα κράτη μέλη, η Ευρωπόλ, η Eurojust και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή, τον eu-LISA, την αρμόδια εποπτική αρχή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τα συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων χωρίς καθυστέρηση για κάθε συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια σε σχέση με το κεντρικό SIS.

4.   Οι πληροφορίες σχετικά με συμβάν το οποίο θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια και το οποίο επηρεάζει ή ενδέχεται να επηρεάσει τη λειτουργία του SIS σε κράτος μέλος ή στον eu-LISA τη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των δεδομένων που εισάγονται ή αποστέλλονται από άλλα κράτη μέλη ή των συμπληρωματικών πληροφοριών που ανταλλάσσονται, παρέχονται σε όλα τα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση και υποβάλλονται σύμφωνα με το σχέδιο διαχείρισης συμβάντων που προβλέπει ο eu-LISA.

5.   Τα κράτη μέλη και ο eu-LISA συνεργάζονται σε περίπτωση συμβάντος που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια.

6.   Η Επιτροπή αναφέρει αμελλητί σοβαρά συμβάντα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Αυτές οι αναφορές διαβαθμίζονται ως EU RESTRICTED/RESTREINT UE σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες ασφαλείας.

7.   Σε περίπτωση που συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια προκαλείται εξαιτίας της κατάχρησης δεδομένων, τα κράτη μέλη, η Ευρωπόλ, η Eurojust και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής διασφαλίζουν ότι επιβάλλονται ποινές σύμφωνα με το άρθρο 73.

Άρθρο 61

Διάκριση μεταξύ προσώπων με παρεμφερή χαρακτηριστικά

1.   Όταν κατά την εισαγωγή νέας καταχώρισης διαπιστώνεται ότι υπάρχει ήδη καταχωρισμένο στο SIS πρόσωπο με τα ίδια χαρακτηριστικά ταυτότητας: το τμήμα SIRENE ενημερώνει, το κράτος μέλος καταχώρισης μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών εντός 12 ωρών προκειμένου να διασταυρώσει εάν τα υποκείμενα των δύο καταχωρίσεων είναι το ίδιο πρόσωπο.

2.   Όταν έπειτα από διασταύρωση διαπιστωθεί ότι το υποκείμενο της νέας καταχώρισης και το πρόσωπο που είναι ήδη καταχωρισμένο στο SIS είναι πράγματι ένα και το αυτό, το τμήμα SIRENE εφαρμόζει τη διαδικασία για την εισαγωγή πολλαπλών καταχωρίσεων όπως αναφέρεται στο άρθρο 23.

3.   Όταν από τη διασταύρωση προκύψει ότι πρόκειται πράγματι για δύο διαφορετικά πρόσωπα, το τμήμα SIRENE εγκρίνει την αίτηση για την εισαγωγή της δεύτερης καταχώρισης, στην οποία προστίθενται τα αναγκαία δεδομένα προς αποφυγή τυχόν εσφαλμένης ταυτοποίησης.

Άρθρο 62

Πρόσθετα δεδομένα για τον σκοπό της αντιμετώπισης περιπτώσεων πλαστοπροσωπίας

1.   Εάν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ του προσώπου το οποίο πρόκειται να είναι το υποκείμενο καταχώρισης και ενός προσώπου το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας, το κράτος μέλος καταχώρισης, με την επιφύλαξη της ρητής συγκατάθεσης του θύματος της πλαστοπροσωπίας, προσθέτει στην καταχώριση δεδομένα σχετικά με το τελευταίο αυτό πρόσωπο, ώστε να αποτραπούν οι αρνητικές συνέπειες της εσφαλμένης ταυτοποίησης. Κάθε πρόσωπο που έχει πέσει θύμα πλαστοπροσωπίας έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του για την επεξεργασία των πρόσθετων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Τα δεδομένα που αφορούν πρόσωπο το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας χρησιμοποιούνται μόνο για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

για να είναι σε θέση η αρμόδια αρχή να διακρίνει μεταξύ του προσώπου το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας και του προσώπου που πρόκειται να είναι το υποκείμενο της καταχώρισης· και

β)

για να μπορεί το πρόσωπο το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας να αποδείξει, αφενός, την ταυτότητά του και, αφετέρου, την πλαστοπροσωπία.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και εφόσον υπάρχει ρητή συγκατάθεση του προσώπου το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας για κάθε κατηγορία δεδομένων, επιτρέπεται να εισάγονται και να υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία στο SIS μόνο τα ακόλουθα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του προσώπου το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας:

α)

επώνυμο(-α),

β)

όνομα(-τα),

γ)

γένος(-η),

δ)

ονοματεπώνυμα που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν και τυχόν ψευδώνυμα τα οποία έχουν ενδεχομένως εισαχθεί χωριστά,

ε)

τυχόν ιδιαίτερα, αντικειμενικά και αναλλοίωτα φυσικά χαρακτηριστικά,

στ)

τόπος γέννησης,

ζ)

ημερομηνία γέννησης,

η)

φύλο,

θ)

φωτογραφίες και εικόνες προσώπου,

ι)

δακτυλικά αποτυπώματα, αποτυπώματα παλάμης ή και τα δύο,

ια)

κάθε ιθαγένεια,

ιβ)

κατηγορία των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου,

ιγ)

χώρα έκδοσης των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου,

ιδ)

αριθμός(-οί) των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου,

ιε)

ημερομηνία έκδοσης των εγγράφων ταυτότητας του προσώπου,

ιστ)

διεύθυνση του προσώπου,

ιζ)

όνομα πατρός του προσώπου,

ιη)

όνομα μητρός του προσώπου.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό και την ανάπτυξη των τεχνικών κανόνων που απαιτούνται για την εισαγωγή και την περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

5.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 διαγράφονται ταυτόχρονα με την αντίστοιχη καταχώριση ή και νωρίτερα κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου.

6.   Μόνον οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στη σχετική καταχώριση επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Μπορούν να προβούν στην ενέργεια αυτή με αποκλειστικό σκοπό την αποτροπή εσφαλμένης ταυτοποίησης.

Άρθρο 63

Σύνδεσμοι μεταξύ καταχωρίσεων

1.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να δημιουργήσει σύνδεσμο μεταξύ των καταχωρίσεων που εισάγει στο SIS. Ένας τέτοιος σύνδεσμος έχει σκοπό την επισήμανση της σχέσης που υπάρχει μεταξύ δύο ή περισσοτέρων καταχωρίσεων.

2.   Η δημιουργία συνδέσμου δεν επηρεάζει τη συγκεκριμένη δράση που πρέπει να αναληφθεί βάσει της κάθε καταχώρισης για την οποία έχει δημιουργηθεί σύνδεσμος ούτε την περίοδο επανεξέτασης κάθε τέτοιας καταχώρισης.

3.   Η δημιουργία συνδέσμου δεν θίγει τα δικαιώματα πρόσβασης που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Οι αρχές που δεν διαθέτουν δικαίωμα πρόσβασης σε ορισμένες κατηγορίες καταχωρίσεων δεν είναι σε θέση να διαπιστώσουν την ύπαρξη συνδέσμου με καταχώριση στην οποία δεν έχουν πρόσβαση.

4.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν σύνδεσμο μεταξύ καταχωρίσεων μόνον εφόσον συντρέχει επιχειρησιακή ανάγκη.

5.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η δημιουργία συνδέσμου μεταξύ καταχωρίσεων από άλλο κράτος μέλος δεν είναι σύμφωνη με το δικό του εθνικό δίκαιο ή τις διεθνείς του υποχρεώσεις, μπορεί να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει ότι δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στον σύνδεσμο από το εθνικό του έδαφος ή από τις οικείες αρχές που βρίσκονται εκτός του εδάφους του.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για να ορίσει και να αναπτύξει τους τεχνικούς κανόνες για τη σύνδεση καταχωρίσεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 64

Σκοπός και περίοδος διατήρησης των συμπληρωματικών πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη διατηρούν στα τμήματα SIRENE τα στοιχεία των αποφάσεων βάσει των οποίων εισάγεται καταχώριση με σκοπό την υποστήριξη της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται σε αρχεία από τα τμήματα SIRENE ως απόρροια της ανταλλαγής πληροφοριών διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους παρασχέθηκαν. Σε κάθε περίπτωση, διαγράφονται το αργότερο ένα έτος μετά τη διαγραφή της σχετικής καταχώρισης από το SIS.

3.   Η παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα που αφορούν συγκεκριμένη καταχώριση την οποία έχει εισαγάγει το ίδιο κράτος μέλος ή που αφορούν καταχώριση σε συνάρτηση με την οποία έχει αναληφθεί δράση στο έδαφός του. Η χρονική περίοδος κατά την οποία μπορούν να διατηρούνται τα δεδομένα αυτά στα εν λόγω αρχεία ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 65

Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτους

Τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS και οι σχετικές συμπληρωματικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτες χώρες ή σε διεθνείς οργανισμούς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVΙ

Προστασία δεδομένων

Άρθρο 66

Εφαρμοστέα νομοθεσία

1.   Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον eu-LISA, από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και από την Eurojust δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

2.   H οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού από τις εθνικές αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες για τους σκοπούς της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης, ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων της προστασίας και της πρόληψης έναντι απειλών για τη δημόσια ασφάλεια.

3.   Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού από τις εθνικές αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες, εξαιρουμένης της επεξεργασίας για τους σκοπούς της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης, ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων της προστασίας και της πρόληψης έναντι απειλών για τη δημόσια ασφάλεια.

Άρθρο 67

Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης ανακριβών δεδομένων και διαγραφής δεδομένων που έχουν αποθηκευτεί παράνομα

1.   Τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν τη δυνατότητα να ασκούν τα δικαιώματα που ορίζονται στα άρθρα 15, 16 και 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και στο άρθρο 14 και στο άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

2.   Ένα κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος καταχώρισης μπορεί να παράσχει στο υποκείμενο των δεδομένων πληροφορίες που αφορούν οποιαδήποτε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου των δεδομένων που είναι υπό επεξεργασία, μόνον εάν παράσχει προηγουμένως στο κράτος μέλος καταχώρισης τη δυνατότητα να διατυπώσει τη θέση του. Η επικοινωνία μεταξύ των εν λόγω κρατών μελών διεξάγεται μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Ένα κράτος μέλος λαμβάνει απόφαση να μην παράσχει πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων, εν όλω ή εν μέρει, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, στον βαθμό και για το χρονικό διάστημα που ένας τέτοιος μερικός ή πλήρης περιορισμός συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερομένου υποκειμένου των δεδομένων, με σκοπό:

α)

την αποφυγή της παρακώλυσης επίσημων ή νομικών ερευνών, διερευνήσεων ή διαδικασιών,

β)

την αποφυγή της παρεμπόδισης της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων,

γ)

την προστασία της δημόσιας ασφάλειας,

δ)

την προστασία της εθνικής ασφάλειας, ή

ε)

την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος ενημερώνει εγγράφως και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση το υποκείμενο των δεδομένων για κάθε άρνηση ή περιορισμό πρόσβασης καθώς και για τους λόγους της άρνησης ή του περιορισμού. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να παραλείπεται εάν υπονομεύει έναν από τους λόγους που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) έως ε). Το κράτος μέλος ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για τη δυνατότητα υποβολής καταγγελίας προς εποπτική αρχή ή άσκησης δικαστικής προσφυγής.

Το κράτος μέλος τεκμηριώνει τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφαση να μην παρασχεθούν πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων. Οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση των εποπτικών αρχών.

Για τέτοιες περιπτώσεις, το υποκείμενο των δεδομένων έχει επίσης τη δυνατότητα να ασκεί τα δικαιώματά του μέσω των αρμόδιων εποπτικών αρχών.

4.   Μετά από αίτηση πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής, το κράτος μέλος ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 όσον αφορά τη συνέχεια που δόθηκε στην άσκηση των δικαιωμάτων βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 68

Ένδικα μέσα

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων περί ενδίκων μέσων του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, κάθε πρόσωπο μπορεί να προσφύγει ενώπιον οιασδήποτε αρμόδιας αρχής, συμπεριλαμβανομένου του δικαστηρίου, δυνάμει του δικαίου οποιουδήποτε κράτους μέλους με σκοπό την πρόσβαση, διόρθωση, διαγραφή, απόκτηση πληροφοριών ή για τη λήψη αποζημίωσης που σχετίζεται με καταχώριση που τον ή την αφορά.

2.   Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν την αμοιβαία υποχρέωση να εκτελούν τις οριστικές αποφάσεις που εκδίδονται από τις δικαστικές ή άλλες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη του άρθρου 72.

3.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετησίως έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων σχετικά με:

α)

τον αριθμό των αιτημάτων πρόσβασης που υποβλήθηκαν στον υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες χορηγήθηκε πρόσβαση στα δεδομένα,

β)

τον αριθμό των αιτημάτων πρόσβασης που υποβλήθηκαν στην εποπτική αρχή και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες χορηγήθηκε πρόσβαση στα δεδομένα,

γ)

τον αριθμό των αιτημάτων που υποβλήθηκαν στον υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων για τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων και για τη διαγραφή δεδομένων που αποθηκεύτηκαν παράνομα και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες διορθώθηκαν ή διαγράφηκαν τα δεδομένα,

δ)

τον αριθμό των αιτημάτων που υποβλήθηκαν στην εποπτική αρχή για τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων και για τη διαγραφή δεδομένων που αποθηκεύτηκαν παράνομα,

ε)

τον αριθμό των δικαστικών διαδικασιών που κινήθηκαν,

στ)

τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες το δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ του προσφεύγοντος,

ζ)

τυχόν παρατηρήσεις σχετικά με περιπτώσεις αμοιβαίας αναγνώρισης οριστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τα δικαστήρια ή τις αρχές άλλων κρατών μελών για καταχωρίσεις που εισήχθησαν από το κράτος μέλος καταχώρισης.

Η Επιτροπή εκπονεί υπόδειγμα για την υποβολή της έκθεσης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.

4.   Οι εκθέσεις των κρατών μελών περιλαμβάνονται στην κοινή έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 71 παράγραφος 4.

Άρθρο 69

Εποπτεία του Ν.SIS

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ανεξάρτητες εποπτικές αρχές που ορίζονται σε κάθε κράτος μέλος και στις οποίες ανατίθενται οι αρμοδιότητες, που αναφέρονται στο κεφάλαιο VI του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή στο κεφάλαιο VI της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο SIS στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους, της διαβίβασης των εν λόγω δεδομένων από το οικείο έδαφος, και την ανταλλαγή και περαιτέρω επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών στο οικείο έδαφος.

2.   Οι εποπτικές αρχές μεριμνούν ώστε να διενεργείται τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχος των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που επιτελούνται στο N.SIS σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Ο έλεγχος διενεργείται από τις εποπτικές αρχές ή οι εποπτικές αρχές αναθέτουν απευθείας τον έλεγχο σε ανεξάρτητο ελεγκτή προστασίας των δεδομένων. Οι εποπτικές αρχές διατηρούν ανά πάσα στιγμή τον έλεγχο και είναι σε θέση να αναλάβουν τις αρμοδιότητες του ανεξάρτητου ελεγκτή.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικές αρχές τους να διαθέτουν επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και να έχουν πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των βιομετρικών δεδομένων.

Άρθρο 70

Εποπτεία του eu-LISA

1.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον eu-LISA και για να διασφαλίζει ότι η εν λόγω επεξεργασία ασκείται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που αναφέρονται στα άρθρα 57 και 58 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 εφαρμόζονται αναλόγως.

2.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων διενεργεί τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχο όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον eu-LISA σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Η έκθεση σχετικά με τον εν λόγω έλεγχο διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στον eu-LISA, στην Επιτροπή και στις εποπτικές αρχές. Στον eu-LISA δίνεται η δυνατότητα να διατυπώνει παρατηρήσεις πριν από την έγκριση της έκθεσης.

Άρθρο 71

Συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.   Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, ενεργώντας έκαστος στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται στενά στο πλαίσιο των ευθυνών τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του SIS.

2.   Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, ενεργώντας έκαστος στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της, ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και άλλων εφαρμοστέων νομικών πράξεων της Ένωσης, μελετούν προβλήματα που ανακύπτουν κατά την άσκηση ανεξάρτητης εποπτείας ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα και προάγουν κατά τον δέοντα τρόπο την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία των δεδομένων.

3.   Για τους σκοπούς που καθορίζονται στην παράγραφο 2, οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν τουλάχιστον δύο φορές ετησίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Το κόστος και η παροχή υπηρεσιών για τις εν λόγω συνεδριάσεις βαρύνουν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι διαδικαστικοί κανόνες. Ανάλογα με τις ανάγκες, αναπτύσσονται από κοινού περαιτέρω μέθοδοι εργασίας.

4.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαβιβάζει ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή κοινή έκθεση δραστηριοτήτων όσον αφορά τη συντονισμένη εποπτεία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVIΙ

Ευθύνη και κυρώσεις

Άρθρο 72

Ευθύνη

1.   Με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποζημίωσης και κάθε ευθύνης βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725:

α)

κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη υλική ή μη υλική ζημία, ως αποτέλεσμα παράνομης πράξης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω της χρήσης του N.SIS ή τυχόν άλλης πράξης που δεν είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό την οποία διέπραξε κράτος μέλος, δικαιούται να λάβει αποζημίωση από το εν λόγω κράτος μέλος, και

β)

κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη υλική ή μη υλική ζημία ως αποτέλεσμα τυχόν πράξης του eu-LISA που δεν είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό, δικαιούται να λάβει αποζημίωση από τον eu-LISA.

Κράτος μέλος ή ο eu-LISA απαλλάσσονται πλήρως ή εν μέρει από την ευθύνη τους βάσει του πρώτου εδαφίου, εάν αποδείξουν ότι δεν ευθύνονται για το περιστατικό που προκάλεσε τη ζημία.

2.   Εάν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεών του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό προκαλέσει ζημία στο SIS, το εν λόγω κράτος μέλος κρίνεται υπεύθυνο για τη ζημία αυτή, εκτός εάν και εφόσον ο eu-LISA ή ένα άλλο κράτος μέλος που συμμετέχει στο SIS δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψει τη ζημία ή για να περιορίσει τις συνέπειές της.

3.   Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 διέπονται από το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά του eu-LISA για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 υπόκεινται στις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις Συνθήκες.

Άρθρο 73

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε κατάχρηση των δεδομένων του SIS ή κάθε επεξεργασία αυτών των δεδομένων ή κάθε ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών που αντίκειται στον παρόντα κανονισμό να τιμωρείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVIII

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 74

Παρακολούθηση και στατιστικές

1.   Ο eu-LISA εξασφαλίζει την ύπαρξη διαδικασιών για την παρακολούθηση της λειτουργίας του SIS σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους σχετικά με την απόδοση, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.

2.   Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, της υποβολής εκθέσεων, της υποβολής εκθέσεων για την ποιότητα των δεδομένων και της κατάρτισης στατιστικών, ο eu-LISA έχει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας που εκτελούνται στο κεντρικό SIS.

3.   Ο eu-LISA παράγει στατιστικά στοιχεία σε ημερήσια, μηνιαία και ετήσια βάση σχετικά με τον αριθμό αρχείων ανά κατηγορία καταχωρίσεων, τόσο για κάθε επιμέρους κράτος μέλος όσο και συνολικά. Ο eu-LISA παρέχει επίσης ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τον αριθμό θετικών απαντήσεων ανά κατηγορία καταχωρίσεων, τη συχνότητα αναζήτησης στο SIS και τη συχνότητα πρόσβασης στο SIS για τους σκοπούς της εισαγωγής, επικαιροποίησης ή διαγραφής μιας καταχώρισης, τόσο για κάθε επιμέρους κράτος μέλος όσο και συνολικά. Οι στατιστικές που παράγονται δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Η ετήσια στατιστική έκθεση δημοσιεύεται.

4.   Τα κράτη μέλη, η Ευρωπόλ, η Eurojust και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, παρέχουν στον eu-LISA και στην Επιτροπή τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 6, 8 και 9.

5.   Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν χωριστά στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των αναζητήσεων που εκτελούνται εκ μέρους, ή εξ ονόματος, των υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων και των υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την έκδοση πιστοποιητικών νηολόγησης ή για τη διαχείριση της κυκλοφορίας πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων πλοίων· και αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων αεροσκαφών· και πυροβόλων όπλων. Στα στατιστικά στοιχεία αναφέρεται επίσης ο αριθμός των θετικών απαντήσεων ανά κατηγορία καταχώρισης.

6.   Ο eu-LISA παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στα κράτη μέλη, στην Επιτροπή, στην Ευρωπόλ, στην Eurojust, στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων κάθε στατιστική έκθεση την οποία καταρτίζει.

Για την παρακολούθηση της εφαρμογής των νομικών πράξεων της Ένωσης, μεταξύ άλλων για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1053/2013, η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να ζητεί από τον eu-LISA να παρέχει πρόσθετες ειδικές στατιστικές εκθέσεις, είτε τακτικές είτε έκτακτες, σχετικά με τις επιδόσεις του SIS, τη χρήση του SIS και την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής έχει τη δυνατότητα να ζητεί από τον eu-LISA να παρέχει πρόσθετες ειδικές στατιστικές εκθέσεις, είτε τακτικές είτε έκτακτες, για τον σκοπό της διεξαγωγής αναλύσεων κινδύνου και αξιολογήσεων τρωτότητας όπως προβλέπεται στα άρθρα 11 και 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624.

7.   Για τους σκοπούς του άρθρου 15 παράγραφος 4 και των παραγράφων 3, 4 και 6 του παρόντος άρθρου, ο eu-LISA εγκαθιστά, υλοποιεί και φιλοξενεί κεντρικό αποθετήριο στις τεχνικές εγκαταστάσεις του, το οποίο περιέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4 και στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, τα οποία δεν επιτρέπουν την ταυτοποίηση ατόμων, και το οποίο παρέχει στην Επιτροπή και στους οργανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου τη δυνατότητα να λαμβάνουν εκθέσεις και στατιστικά στοιχεία ανάλογα με τις ανάγκες τους. Κατόπιν αιτήσεως, ο eu-LISA χορηγεί στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή, καθώς και στην Ευρωπόλ, στην Eurojust και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, πρόσβαση στο κεντρικό αποθετήριο με χρήση μέσων ασφαλούς πρόσβασης μέσω της επικοινωνιακής υποδομής. Ο eu-LISA εφαρμόζει ελέγχους της πρόσβασης και συγκεκριμένα προφίλ χρηστών για να διασφαλίσει ότι το κεντρικό αποθετήριο είναι προσβάσιμο αποκλειστικά για τον σκοπό της υποβολής εκθέσεων και στατιστικών στοιχείων.

8.   Δύο έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο και στη συνέχεια ανά διετία, ο eu-LISA υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την τεχνική λειτουργία του κεντρικού SIS και της επικοινωνιακής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειάς τους, για το AFIS και για τη διμερή και πολυμερή ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει επίσης, όταν η τεχνολογία είναι σε χρήση, αξιολόγηση της χρήσης εικόνων προσώπου για την ταυτοποίηση προσώπων.

9.   Τρία έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή διεξάγει συνολική αξιολόγηση του κεντρικού SIS και της διμερούς και πολυμερούς ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Στην εν λόγω συνολική αξιολόγηση περιλαμβάνονται η εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους, η εκτίμηση κατά πόσον εξακολουθεί να ισχύει η λογική που διαπνέει το σύστημα, η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το κεντρικό SIS, η ασφάλεια του κεντρικού SIS και οι τυχόν επιπτώσεις επί μελλοντικών ενεργειών. Στην εν λόγω αξιολόγηση περιλαμβάνονται επίσης αξιολόγηση του AFIS και των ενημερωτικών εκστρατειών για το SIS που διεξάγονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 19.

Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

10.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τη λειτουργία του κεντρικού αποθετηρίου που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου καθώς και των κανόνων προστασίας των δεδομένων και ασφάλειας που εφαρμόζονται στο εν λόγω αποθετήριο. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 2.

Άρθρο 75

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 38 παράγραφος 3 και στο άρθρο 43 παράγραφος 4 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 27 Δεκεμβρίου 2018.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 38 παράγραφος 3 και στο άρθρο 43 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 3 ή του άρθρου 43 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 76

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 77

Τροποποιήσεις στην απόφαση 2007/533/ΔΕΥ

Η απόφαση 2007/533/ΔΕΥ τροποποιείται ως εξής:

1)

Tο άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

Εθνικά συστήματα

1.   Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για την εγκατάσταση, τη λειτουργία, τη συντήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη του εθνικού του N.SIS ΙΙ και για τη σύνδεσή του με τη ΝΙ-SIS.

2.   Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για τη διασφάλιση της αδιάλειπτης διαθεσιμότητας των δεδομένων του SIS II στους τελικούς χρήστες.».

2)

Tο άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Εμπιστευτικότητα — Κράτη μέλη

1.   Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει τους ισχύοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας για όλα τα πρόσωπα και όλους τους φορείς που ασχολούνται με δεδομένα του SIS II και με συμπληρωματικές πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής του νομοθεσίας. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού τα αρμόδια πρόσωπα παύσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους ή να απασχολούνται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του οικείου φορέα.

2.   Όταν ένα κράτος μέλος συνεργάζεται με εξωτερικούς αναδόχους για οποιεσδήποτε εργασίες που σχετίζονται με το SIS II, παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις δραστηριότητες του αναδόχου, προκειμένου να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με όλες τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων.

3.   Η λειτουργική διαχείριση του N.SIS II ή τυχόν τεχνικών αντιγράφων δεν ανατίθεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιωτικούς οργανισμούς.».

3)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Η διαχειριστική αρχή αναπτύσσει και διατηρεί μηχανισμό και διαδικασίες για τη διενέργεια ελέγχων ποιότητας σχετικά με τα δεδομένα στο CS-SIS. Υποβάλλει σχετικά τακτικές εκθέσεις στα κράτη μέλη.

Η διαχειριστική αρχή υποβάλλει τακτικά έκθεση στην Επιτροπή για τα προβλήματα που προκύπτουν και τα κράτη μέλη τα οποία αφορούν.

Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για ζητήματα που προκύπτουν σχετικά με την ποιότητα των δεδομένων.»·

β)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Η λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS IΙ περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται προκειμένου να παραμένει το κεντρικό SIS IΙ σε λειτουργία επί 24ώρου βάσεως και επί επτά ημέρες την εβδομάδα κατά τα προβλεπόμενα στην παρούσα απόφαση, και ειδικότερα τις εργασίες συντήρησης και τεχνικής ανάπτυξης που είναι αναγκαίες για την απρόσκοπτη λειτουργία του συστήματος. Στις εργασίες αυτές περιλαμβάνονται επίσης ο συντονισμός, η διαχείριση και η υποστήριξη δραστηριοτήτων δοκιμών για το κεντρικό SIS II και τα N.SIS II, που διασφαλίζουν ότι το κεντρικό SIS II και τα N.SIS II λειτουργούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις τεχνικής συμμόρφωσης που ορίζονται στο άρθρο 9.».

4)

Στο άρθρο 17 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Όταν η διαχειριστική αρχή συνεργάζεται με εξωτερικούς αναδόχους για οποιεσδήποτε εργασίες που σχετίζονται με το SIS II, παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις δραστηριότητες του αναδόχου, προκειμένου να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με όλες τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, ιδίως σχετικά με την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων.

4.   Η λειτουργική διαχείριση του CS-SIS δεν ανατίθεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιωτικούς οργανισμούς.».

5)

Στο άρθρο 21 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Εάν ένα πρόσωπο ή αντικείμενο αναζητείται βάσει καταχώρισης που έχει σχέση με έγκλημα τρομοκρατίας, θεωρείται ότι η καταλληλότητα, η συνάφεια και η σπουδαιότητα της συγκεκριμένης περίπτωσης δικαιολογούν καταχώριση στο SIS II. Για λόγους εθνικής ή δημόσιας ασφάλειας, τα κράτη μέλη μπορούν, κατ' εξαίρεση, να απέχουν από την εισαγωγή καταχώρισης, όταν ενδέχεται να παρεμποδίζουν επίσημες ή δικαστικές έρευνες, ανακρίσεις ή διαδικασίες.».

6)

Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 22

Ειδικοί κανόνες για εισαγωγή, επαλήθευση ή αναζήτηση με φωτογραφίες και δακτυλικά αποτυπώματα

1.   Οι φωτογραφίες και τα δακτυλικά αποτυπώματα εισάγονται μόνον κατόπιν ειδικού ελέγχου της ποιότητας ώστε να διαπιστώνεται κατά πόσον πληρούν τις ελάχιστες προδιαγραφές για την ποιότητα των δεδομένων. Οι προδιαγραφές του ειδικού ελέγχου ποιότητας ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67.

2.   Στις περιπτώσεις όπου φωτογραφίες και δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι διαθέσιμα σε καταχώριση στο SIS II, οι φωτογραφίες και τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αυτά χρησιμοποιούνται για την επιβεβαίωση της ταυτότητας προσώπου που εντοπίστηκε έπειτα από αναζήτηση στο SIS II με βάση αλφαριθμητικά δεδομένα.

3.   Μπορεί να γίνεται αναζήτηση στα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων σε όλες τις περιπτώσεις για την ταυτοποίηση προσώπου. Ωστόσο, πραγματοποιείται αναζήτηση στα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων για την ταυτοποίηση προσώπου, όταν δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί η ταυτότητα του προσώπου με άλλα μέσα. Για το σκοπό αυτό, το κεντρικό SIS II περιλαμβάνει ένα αυτόματο σύστημα αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων (AFIS).

4.   Στα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων στο SIS II σχετικά με καταχωρίσεις που εισάγονται σύμφωνα με τα άρθρα 26, 32 και 36 μπορεί επίσης να πραγματοποιείται αναζήτηση με τη χρήση πλήρων ή ημιτελών σειρών δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν ανακαλυφθεί σε τόπους σοβαρών εγκλημάτων ή τρομοκρατικών εγκλημάτων στο πλαίσιο έρευνας, εφόσον μπορεί να διαπιστωθεί με υψηλό βαθμό πιθανότητας ότι οι εν λόγω σειρές αποτυπωμάτων ανήκουν σε δράστη του εγκλήματος και υπό την προϋπόθεση ότι η έρευνα πραγματοποιείται ταυτόχρονα στις οικείες εθνικές βάσεις δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων του κράτους μέλους.».

7)

Το άρθρο 41 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 41

Πρόσβαση της Ευρωπόλ σε δεδομένα του SIS II

1.   Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) έχει, όποτε είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση της εντολής του, δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS II. Η Ευρωπόλ μπορεί επίσης να ανταλλάσσει και να ζητεί περαιτέρω συμπληρωματικές πληροφορίες σύμφωνα με τις διατάξεις του εγχειριδίου SIRENE.

2.   Όταν μετά από αναζήτηση που πραγματοποιεί η Ευρωπόλ διαπιστώνεται η ύπαρξη καταχώρισης στο SIS, η Ευρωπόλ ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης με ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω της επικοινωνιακής υποδομής και σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο εγχειρίδιο SIRENE. Έως ότου η Ευρωπόλ είναι σε θέση να χρησιμοποιεί τις λειτουργικές δυνατότητες που προβλέπονται για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών, ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης μέσω των διαύλων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.

3.   Η Ευρωπόλ δύναται να επεξεργάζεται τις συμπληρωματικές πληροφορίες που της διαβιβάζουν τα κράτη μέλη ώστε να τις συγκρίνει με τις βάσεις δεδομένων της και τα σχέδια επιχειρησιακής ανάλυσης, με στόχο τη συσχέτιση πληροφοριών ή τον εντοπισμό άλλων ουσιωδών συνδέσεων και για τις στρατηγικές, θεματικές ή επιχειρησιακές αναλύσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794. Οποιαδήποτε επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών από την Ευρωπόλ για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου διενεργείται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό.

4.   Για τη χρήση από την Ευρωπόλ των πληροφοριών που λαμβάνονται κατόπιν αναζήτησης στο SIS II ή κατόπιν επεξεργασίας συμπληρωματικών πληροφοριών απαιτείται η συγκατάθεση του κράτους μέλους καταχώρισης. Εάν το κράτος μέλος επιτρέπει τη χρήση των πληροφοριών αυτών, ο χειρισμός τους από την Ευρωπόλ ρυθμίζεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794. Η Ευρωπόλ ανακοινώνει τις πληροφορίες αυτές σε τρίτες χώρες και τρίτους οργανισμούς μόνο με τη συγκατάθεση του κράτους μέλους καταχώρισης και με πλήρη συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με την προστασία των δεδομένων.

5.   Η Ευρωπόλ:

α)

με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 6, δεν συνδέει μέρη ούτε μεταφέρει δεδομένα του SIS II στα οποία έχει πρόσβαση σε κανένα σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται η Ευρωπόλ ή λειτουργεί σε αυτήν, δεν μεταφορτώνει ούτε αντιγράφει με άλλον τρόπο μέρη του SIS II,

β)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 31 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, διαγράφει συμπληρωματικές πληροφορίες που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα το αργότερο ένα έτος μετά τη διαγραφή της σχετικής καταχώρισης. Κατά παρέκκλιση, στις περιπτώσεις όπου η Ευρωπόλ έχει πληροφορίες στις βάσεις δεδομένων της ή στα σχέδια επιχειρησιακής ανάλυσης σχετικά με υπόθεση με την οποία έχουν σχέση οι συμπληρωματικές πληροφορίες, η Ευρωπόλ μπορεί, κατ' εξαίρεση και προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντά της, να συνεχίσει να αποθηκεύει τις συμπληρωματικές πληροφορίες όταν χρειάζεται. Η Ευρωπόλ ενημερώνει το κράτος μέλος καταχώρισης και το κράτος μέλος εκτέλεσης σχετικά με τη συνέχιση της αποθήκευσης αυτών των συμπληρωματικών πληροφοριών και παρέχει αιτιολόγηση αυτής,

γ)

περιορίζει την πρόσβαση στα δεδομένα στο SIS II, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωματικών πληροφοριών, στο ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Ευρωπόλ που χρειάζεται να έχει πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα για την εκτέλεση των καθηκόντων του,

δ)

θεσπίζει και εφαρμόζει μέτρα για τη διασφάλιση της ασφάλειας, της εμπιστευτικότητας και του αυτοελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 13,

ε)

εξασφαλίζει ότι το προσωπικό της που είναι εξουσιοδοτημένο να επεξεργάζεται δεδομένα του SIS II, λαμβάνει τη δέουσα κατάρτιση και ενημέρωση σύμφωνα με το άρθρο 14, και

στ)

με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, επιτρέπει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να παρακολουθεί και να ελέγχει τις δραστηριότητες της Ευρωπόλ κατά την άσκηση του δικαιώματός της για πρόσβαση και αναζήτηση στα δεδομένα στο SIS II και κατά την ανταλλαγή και επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών.

6.   Η Ευρωπόλ αντιγράφει δεδομένα από το SIS II μόνο για τεχνικούς σκοπούς, υπό τον όρο ότι η αντιγραφή αυτή είναι αναγκαία για την πραγματοποίηση απευθείας αναζήτησης από το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Ευρωπόλ. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στα εν λόγω αντίγραφα. Το τεχνικό αντίγραφο χρησιμοποιείται μόνο για την αποθήκευση δεδομένων του SIS II κατά τη διάρκεια της αναζήτησης των εν λόγω δεδομένων. Μόλις ολοκληρωθεί η αναζήτηση των δεδομένων, αυτά διαγράφονται. Οι συγκεκριμένες χρήσεις δεν θεωρείται ότι αποτελούν παράνομη μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του SIS II. Η Ευρωπόλ δεν αντιγράφει δεδομένα καταχωρίσεων ή πρόσθετα δεδομένα που εισάγονται από κράτη μέλη ή από το CS-SIS II σε άλλα συστήματα της Ευρωπόλ.

7.   Για τον σκοπό της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, του αυτοελέγχου και της διασφάλισης της δέουσας ασφάλειας και ακεραιότητας των δεδομένων, η Ευρωπόλ τηρεί αρχεία καταγραφής για κάθε πρόσβαση και αναζήτηση που πραγματοποιεί στο SIS II σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής και έγγραφα τεκμηρίωσης δεν θεωρείται ότι αποτελούν παράνομη μεταφόρτωση ή αντιγραφή μέρους του SIS II.

8.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Ευρωπόλ μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με κάθε θετική απάντηση για καταχωρίσεις που σχετίζονται με τρομοκρατικά εγκλήματα. Τα κράτη μέλη μπορούν κατ' εξαίρεση να μην ενημερώσουν την Ευρωπόλ εάν κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη ή την ασφάλεια ενός ατόμου ή αν θα ήταν αντίθετο προς ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειας του κράτους μέλους καταχώρισης.

9.   Η παράγραφος 8 εφαρμόζεται από την ημερομηνία κατά την οποία η Ευρωπόλ μπορεί να λαμβάνει συμπληρωματικές πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).»."

8)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 42α

Πρόσβαση στα δεδομένα στο SIS II των ομάδων ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής, των ομάδων του προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή και των μελών των ομάδων στήριξης για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), τα μέλη των ομάδων, που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημεία 8) και 9) του εν λόγω κανονισμού, στο πλαίσιο της εντολής τους και εφόσον είναι εξουσιοδοτημένα να διενεργούν ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 1 της παρούσας απόφασης και έχουν λάβει την απαιτούμενη κατάρτιση σύμφωνα με το άρθρο 14 της παρούσας απόφασης, έχουν δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS II, στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και στον βαθμό που απαιτείται από το επιχειρησιακό σχέδιο για συγκεκριμένη επιχείρηση. Το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα στο SIS δεν επεκτείνεται σε άλλα μέλη των ομάδων.

2.   Τα μέλη των ομάδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ασκούν το δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα στο SIS II σύμφωνα με την παράγραφο 1 μέσω τεχνικής διεπαφής. Η τεχνική διεπαφή δημιουργείται και συντηρείται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και επιτρέπει απευθείας σύνδεση με το κεντρικό SIS II.

3.   Όταν μετά από αναζήτηση που πραγματοποιεί μέλος των ομάδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διαπιστώνεται η ύπαρξη καταχώρισης στο SIS II, το κράτος μέλος καταχώρισης ενημερώνεται σχετικά. Σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624, τα μέλη των ομάδων ενεργούν ανταποκρινόμενα σε καταχώριση στο SIS II μόνον υπό τις εντολές και, κατά γενικό κανόνα, με την παρουσία συνοριοφυλάκων ή προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή από το κράτος μέλος υποδοχής στο οποίο επιχειρούν. Το κράτος μέλος υποδοχής δύναται να εξουσιοδοτεί τα μέλη των ομάδων να ενεργούν εξ ονόματός του.

4.   Για τον σκοπό της εξακρίβωσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, του αυτοελέγχου και της διασφάλισης της δέουσας ασφάλειας και ακεραιότητας των δεδομένων, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής τηρεί αρχεία καταγραφής για κάθε πρόσβαση και αναζήτηση που πραγματοποιεί στο SIS II σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.

5.   Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής λαμβάνει και εφαρμόζει μέτρα που εγγυώνται την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα και τον αυτοέλεγχο σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 13 και μεριμνά ώστε οι ομάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου να εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα.

6.   Το παρόν άρθρο ουδόλως μπορεί να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι θίγει τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1624 όσον αφορά την προστασία των δεδομένων ή την ευθύνη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής σχετικά με οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη ή εσφαλμένη επεξεργασία των δεδομένων από αυτόν.

7.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα μέρη του SIS II δεν συνδέονται με κανένα σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζονται οι ομάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, ούτε μεταφέρονται σε τέτοιο σύστημα τα δεδομένα στο SIS II στα οποία έχουν πρόσβαση αυτές οι ομάδες. Κανένα μέρος του SIS II δεν μεταφορτώνεται ή αντιγράφεται. Η καταγραφή των περιπτώσεων πρόσβασης και των αναζητήσεων δεν θεωρείται ότι αποτελεί μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του SIS II.

8.   Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής επιτρέπει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να παρακολουθεί και να ελέγχει τις δραστηριότητες των ομάδων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο κατά την άσκηση του δικαιώματός τους για πρόσβαση και αναζήτηση στα δεδομένα στο SIS II. Το παρόν ισχύει με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3).

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 863/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου και της απόφασης 2005/267/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 251 της 16.9.2016, σ. 1)."

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»."

Άρθρο 78

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 και οι αποφάσεις 2007/533/ΔΕΥ και 2010/261/ΕΕ, καταργούνται από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όπως ορίζεται στο άρθρο 79 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο.

Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 και στην απόφαση 2007/533/ΔΕΥ νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος.

Άρθρο 79

Έναρξη ισχύος, έναρξη λειτουργίας και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Το αργότερο στις 28 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση που ορίζει την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του SIS δυνάμει του παρόντος κανονισμό, μετά από εξακρίβωση ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι εκτελεστικές πράξεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού έχουν εκδοθεί·

β)

τα κράτη μέλη έχουν γνωστοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχουν προβεί στις αναγκαίες τεχνικές και νομικές ρυθμίσεις για την επεξεργασία δεδομένων του SIS και την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών δυνάμει του παρόντος κανονισμού· και

γ)

ο eu-LISA έχει γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την επιτυχή ολοκλήρωση όλων των δραστηριοτήτων δοκιμών σε σχέση με το CS-SIS και την αλληλεπίδραση μεταξύ CS-SIS και N.SIS.

3.   Η Επιτροπή παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία σταδιακής εκπλήρωσης των προϋποθέσεων που ορίζονται στην παράγραφο 2 και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της εξακρίβωσης που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο.

4.   Έως τις 28 Δεκεμβρίου 2019 και, στη συνέχεια, κάθε χρόνο μέχρι τη λήψη της απόφασης της Επιτροπής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο της προετοιμασίας της πλήρους εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει επίσης λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες που προκύπτουν και πληροφορίες σχετικά με οποιονδήποτε κίνδυνο ενδέχεται να έχει επίπτωση στο συνολικό κόστος.

5.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο:

α)

Το άρθρο 4 παράγραφος 4, το άρθρο 5, το άρθρο 8 παράγραφος 4, το άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 5, το άρθρο 12 παράγραφος 8, το άρθρο 15 παράγραφος 7, το άρθρο 19, το άρθρο 20 παράγραφοι 4 και 5, το άρθρο 26 παράγραφος 6, το άρθρο 32 παράγραφος 9, το άρθρο 34 παράγραφος 3, το άρθρο 36 παράγραφος 6, το άρθρο 38 παράγραφοι 3 και 4, το άρθρο 42 παράγραφος 5, το άρθρο 43 παράγραφος 4, το άρθρο 54 παράγραφος 5, το άρθρο 62 παράγραφος 4, το άρθρο 63 παράγραφος 6, το άρθρο 74 παράγραφοι 7 και 10, το άρθρο 75, το άρθρο 76, το άρθρο 77 σημεία 1) έως 5), και οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού,

β)

Το άρθρο 77 σημεία 7) και 8) εφαρμόζεται από τις 28 Δεκεμβρίου 2019,

γ)

Το άρθρο 77 σημείο 6) εφαρμόζεται από τις 28 Δεκεμβρίου 2020.

6.   Η απόφαση της Επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος

K. EDTSTADLER


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 2018.

(2)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2424/2001 του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την ανάπτυξη του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 328 της 13.12.2001, σ. 4).

(4)  Απόφαση 2001/886/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την ανάπτυξη του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 328 της 13.12.2001, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4).

(6)  Απόφαση 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2007, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 205 της 7.8.2007, σ. 63).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα των συνοριακών ελέγχων, την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν και την τροποποίηση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 (βλ. σελίδα 14 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1726 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (eu-LISA), και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 99).

(9)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).

(10)  Κανονισμός (EΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(11)  Απόφαση 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 1).

(12)  Απόφαση 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 12).

(13)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1).

(14)  Οδηγία 2013/48/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας και διαδικασίας εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθώς και σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης τρίτου προσώπου σε περίπτωση στέρησης της ελευθερίας του και με το δικαίωμα επικοινωνίας με τρίτα πρόσωπα και με προξενικές αρχές κατά τη διάρκεια της στέρησης της ελευθερίας (ΕΕ L 294 της 6.11.2013, σ. 1).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(17)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.

(18)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 863/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου και της απόφασης 2005/267/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 251 της 16.9.2016, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(20)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(21)  Απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43).

(22)  Απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20).

(23)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(24)  Απόφαση 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31).

(25)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(26)  Απόφαση 2008/149/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 50).

(27)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.

(28)  Απόφαση 2011/349/ΕΕ του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2011, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά ιδίως τη δικαστική συνεργασία σε ποινικά θέματα και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 1).

(29)  Απόφαση 2010/365/ΕΕ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2010, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και τη Ρουμανία (ΕΕ L 166 της 1.7.2010, σ. 17).

(30)  Απόφαση (ΕΕ) 2018/934 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2018, σχετικά με την εφαρμογή των υπόλοιπων διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και στη Ρουμανία (ΕΕ L 165 της 2.7.2018, σ. 37).

(31)  Απόφαση (ΕΕ) 2017/733 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν στη Δημοκρατία της Κροατίας (ΕΕ L 108 της 26.4.2017, σ. 31).

(32)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) των υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων (ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 1).

(33)  Απόφαση 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2010, όσον αφορά το σχέδιο ασφαλείας για το κεντρικό SIS II και την επικοινωνιακή υποδομή (ΕΕ L 112 της 5.5.2010, σ. 31).

(34)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(35)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017 σ. 6).

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (Κώδικας Συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1).

(37)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση ενός μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν και την κατάργηση της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με τη σύσταση της μόνιμης επιτροπής για την αξιολόγηση και την εφαρμογή της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 295 της 6.11.2013, σ. 27).

(38)  Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 60).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 377/2004 του Συμβουλίου, της 19ης Φεβρουαρίου 2004, για τη δημιουργία δικτύου αξιωματικών συνδέσμων μετανάστευσης (ΕΕ L 64 της 2.3.2004, σ. 1).

(40)  Οδηγία 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999, σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων (ΕΕ L 138 της 1.6.1999, σ. 57).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) και την αντικατάσταση και την κατάργηση της απόφασης 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 138).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Απόφαση 2007/533/ΔΕΥ

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρα 42 και 43

Άρθρο 23

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 29

Άρθρο 30

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Άρθρο 33

Άρθρο 34

Άρθρο 34

Άρθρο 35

Άρθρο 35

Άρθρο 36

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 37

Άρθρο 38

Άρθρο 38

Άρθρο 39

Άρθρο 39

Άρθρο 40

Άρθρο 41

Άρθρο 40

Άρθρο 44

Άρθρο 45

Άρθρο 46

Άρθρο 47

Άρθρο 41

Άρθρο 48

Άρθρο 42

Άρθρο 49

Άρθρο 51

Άρθρο 42α

Άρθρο 50

Άρθρο 43

Άρθρο 52

Άρθρο 44

Άρθρο 53

Άρθρο 45

Άρθρο 54

Άρθρο 55

Άρθρο 46

Άρθρο 56

Άρθρο 47

Άρθρο 57

Άρθρο 48

Άρθρο 58

Άρθρο 49

Άρθρο 59

Άρθρο 60

Άρθρο 50

Άρθρο 61

Άρθρο 51

Άρθρο 62

Άρθρο 52

Άρθρο 63

Άρθρο 53

Άρθρο 64

Άρθρο 54

Άρθρο 65

Άρθρο 55

Άρθρο 56

Άρθρο 57

Άρθρο 66

Άρθρο 58

Άρθρο 67

Άρθρο 59

Άρθρο 68

Άρθρο 60

Άρθρο 69

Άρθρο 61

Άρθρο 70

Άρθρο 62

Άρθρο 71

Άρθρο 63

Άρθρο 64

Άρθρο 72

Άρθρο 65

Άρθρο 73

Άρθρο 66

Άρθρο 74

Άρθρο 75

Άρθρο 67

Άρθρο 76

Άρθρο 68

Άρθρο 77

Άρθρο 69

Άρθρο 78

Άρθρο 70

Άρθρο 71

Άρθρο 79


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1986/2006

Παρών κανονισμός

Άρθρα 1, 2 και 3

Άρθρο 45