4.7.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 167/28


ΣΫΣΤΑΣΗ (ΕΕ) 2018/951 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 22ας Ιουνίου 2018

σχετικά με πρότυπα για τους φορείς ισότητας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚH ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 292,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Από το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση προκύπτει ότι η Ένωση βασίζεται στην αξία του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των προσώπων που ανήκουν σε μειονότητες. Οι αξίες αυτές είναι κοινές στις κοινωνίες των κρατών μελών, οι οποίες χαρακτηρίζεται από τον πλουραλισμό, την απαγόρευση των διακρίσεων, την ανοχή, τη δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη και την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών.

(2)

Το άρθρο 8 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει ότι η Ένωση, σε όλες τις δράσεις της, επιδιώκει να εξαλειφθούν οι ανισότητες και να προαχθεί η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών.

(3)

Το άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαγορεύει κάθε διάκριση, για οιονδήποτε λόγο, όπως λόγω φύλου, φυλής, εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Το άρθρο 23 του Χάρτη κατοχυρώνει το δικαίωμα της ισότητας ανδρών και γυναικών σε όλους τους τομείς, μεταξύ άλλων στην απασχόληση, την εργασία και τις αποδοχές. Το άρθρο 26 του Χάρτη αναγνωρίζει και σέβεται το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρίες να επωφελούνται μέτρων που θα τους εξασφαλίζουν την αυτονομία, την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή στον κοινοτικό βίο. Επιπλέον, η ισότητα όλων των ανθρώπων έναντι του νόμου κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Δυνάμει του άρθρου 19 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία, και μετά την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μπορεί να αναλάβει δράση για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού, με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων των Συνθηκών και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που παρέχουν στην Ένωση. Δυνάμει του άρθρου 157 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θεσπίζουν μέτρα με τα οποία εξασφαλίζεται η εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της ισότητας αμοιβής για όμοια εργασία ή για εργασία της αυτής αξίας.

(5)

Με βάση τις διατάξεις αυτές, έχουν εκδοθεί αρκετές οδηγίες για την απαγόρευση των διακρίσεων στους σχετικούς τομείς.

(6)

Η οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου (1) απαγορεύει τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, συμπεριλαμβανομένης της παρενόχλησης. Εφαρμόζεται σε όλα τα πρόσωπα, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων φορέων, όσον αφορά: α) τις συνθήκες πρόσβασης στην απασχόληση, την αυτοαπασχόληση και την εργασία, περιλαμβανομένων των κριτηρίων επιλογής και των όρων πρόσληψης, ανεξάρτητα από τον κλάδο δραστηριότητας και σε όλα τα επίπεδα της επαγγελματικής ιεραρχίας, συμπεριλαμβανομένων των προαγωγών· β) την πρόσβαση σε όλα τα είδη και όλα τα επίπεδα επαγγελματικού προσανατολισμού, επαγγελματικής κατάρτισης, επιμόρφωσης και επαγγελματικού αναπροσανατολισμού, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης πρακτικής επαγγελματικής πείρας· γ) τις εργασιακές συνθήκες και τους όρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των απολύσεων και των αμοιβών· δ) την ιδιότητα του μέλους και τη συμμετοχή σε οργάνωση εργαζομένων ή εργοδοτών ή σε οποιαδήποτε οργάνωση τα μέλη της οποίας ασκούν συγκεκριμένο επάγγελμα, συμπεριλαμβανομένων των πλεονεκτημάτων που παρέχονται από τέτοιες οργανώσεις· ε) την κοινωνική προστασία, συμπεριλαμβανόμενης της κοινωνικής ασφάλισης και της υγειονομικής περίθαλψης· στ) τα κοινωνικά πλεονεκτήματα· ζ) την εκπαίδευση· και η) την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες που είναι διαθέσιμα στο κοινό, και στην παροχή αυτών, συμπεριλαμβανόμενης της στέγασης.

(7)

Η οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου (2) απαγορεύει τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις, καθώς και την παρενόχληση, λόγω θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού, όσον αφορά την απασχόληση, την εργασία και την επαγγελματική κατάρτιση. Εφαρμόζεται σε όλα τα πρόσωπα, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων φορέων, όσον αφορά τα στοιχεία α) - δ) που αναφέρονται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη.

(8)

Η οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου (3) απαγορεύει τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις λόγω φύλου, συμπεριλαμβανομένων της παρενόχλησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης, κατά την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών.

(9)

Η οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) για την ισότητα των φύλων προβλέπει την απαγόρευση των άμεσων και έμμεσων διακρίσεων λόγω φύλου, συμπεριλαμβανομένης της παρενόχλησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης, σε θέματα πρόσβασης σε απασχόληση, συμπεριλαμβανομένης της προαγωγής, και σε επαγγελματική κατάρτιση, συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής, και επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.

(10)

Η οδηγία 2010/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) απαγορεύει τις άμεσες και έμμεσες διακρίσεις, καθώς και την παρενόχληση και τη σεξουαλική παρενόχληση, μεταξύ ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα. Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας καλύπτει όλες τις μορφές διακρίσεων, αλλά γίνεται ειδική αναφορά στην κοινωνική προστασία και στις παροχές μητρότητας.

(11)

Όλες οι προαναφερθείσες οδηγίες (εφεξής «οδηγίες για την ισότητα») έχουν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο από τα κράτη μέλη. Οι οδηγίες για την ισότητα, με εξαίρεση την οδηγία 2000/78/ΕΚ, προβλέπουν ότι τα κράτη μέλη ορίζουν έναν ή περισσότερους φορείς για την προώθηση, την ανάλυση, την παρακολούθηση και την υποστήριξη της ίσης μεταχείρισης όλων των προσώπων χωρίς διακρίσεις για τους λόγους που καλύπτονται από τις αντίστοιχες οδηγίες (εφεξής «φορείς ισότητας»). Ως εκ τούτου, όλα τα κράτη μέλη έχουν συγκροτήσει φορείς ισότητας.

(12)

Η παρούσα σύσταση εφαρμόζεται στους φορείς ισότητας που έχουν συγκροτηθεί δυνάμει των προαναφερόμενων οδηγιών για την ισότητα.

(13)

Όταν οι οδηγίες για την ισότητα προβλέπουν τη συγκρότηση τέτοιου είδους φορέων ισότητας, απαιτούν από τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι αρμοδιότητες των φορέων αυτών περιλαμβάνουν την παροχή ανεξάρτητης βοήθειας στα θύματα, τη διεξαγωγή ανεξάρτητων ερευνών όσον αφορά τις διακρίσεις, τη δημοσίευση ανεξάρτητων εκθέσεων και τη διατύπωση συστάσεων για κάθε θέμα που αφορά τέτοιες διακρίσεις.

(14)

Επιπλέον, στις 2 Ιουλίου 2008 η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσώπων ανεξαρτήτως θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού (6). Το πεδίο εφαρμογής της πρότασης καλύπτει: α) την κοινωνική προστασία, περιλαμβανομένων της κοινωνικής ασφάλισης και της υγειονομικής περίθαλψης· β) τα κοινωνικά πλεονεκτήματα· γ) την εκπαίδευση· και δ) την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες που είναι διαθέσιμα στο κοινό, και την παροχή αυτών, συμπεριλαμβανόμενης της στέγασης. Σύμφωνα με την προτεινόμενη οδηγία, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να ορίσουν έναν ή περισσότερους φορείς για την ίση μεταχείριση και στους τομείς αυτούς, που ενδέχεται να είναι οι ίδιοι φορείς με εκείνους που έχουν ήδη δημιουργηθεί δυνάμει των οδηγιών για την ισότητα. Μολονότι η πρόταση αυτή δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να ορίσουν φορείς για την ισότητα στους τομείς αυτούς, εφόσον η πείρα δείχνει ότι ο ορισμός τέτοιων φορέων ενισχύει την προστασία από τις διακρίσεις.

(15)

Επιπρόσθετα, οι οδηγίες 2006/54/ΕΚ και 2010/41/ΕΕ απαιτούν από τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι τα καθήκοντα των φορέων ισότητας περιλαμβάνουν την ανταλλαγή διαθέσιμων πληροφοριών με αντίστοιχους ευρωπαϊκούς φορείς.

(16)

Σε ορισμένα κράτη μέλη, η εντολή των φορέων ισότητας καλύπτει επίσης τα εγκλήματα μίσους και τη ρητορική μίσους. Αυτό έχει σημασία, ιδίως, όσον αφορά, αφενός, τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής της απόφασης-πλαισίου 2008/913/ΔΕΥ (7) του Συμβουλίου για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου, και, αφετέρου, τον καθορισμό ελάχιστων προτύπων για την ποινικοποίηση, τη δίωξη και την τιμωρία της ρατσιστικής ρητορικής και των εγκλημάτων μίσους.

(17)

Εκτός από τις υποχρεώσεις τους δυνάμει των οδηγιών να συγκροτούν φορείς ισότητας, τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν διευρύνει την εντολή των οικείων φορέων ισότητας, ώστε να καλύπτει γενικά το πεδίο εφαρμογής των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού στους τομείς της απασχόλησης και της εργασίας, της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες, της εκπαίδευσης, της κοινωνικής προστασίας και των κοινωνικών πλεονεκτημάτων, καλύπτοντας έτσι το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/78/ΕΚ, καθώς και άλλους τομείς.

(18)

Το κείμενο των οδηγιών για την ισότητα αφήνει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη μέλη σχετικά με τη δομή και τη λειτουργία των φορέων ισότητας. Αυτό οδηγεί σε σημαντικές διαφορές μεταξύ των φορέων ισότητας που συγκροτούνται στα κράτη μέλη, όσον αφορά την εντολή, τις αρμοδιότητες, τις δομές, τους πόρους και την επιχειρησιακή λειτουργία των εν λόγω φορέων. Αυτό, με τη σειρά του, οδηγεί ορισμένες φορές σε μη ικανοποιητική —και διαφορετική από το ένα κράτος μέλος στο άλλο (8)— πρόσβαση στην προστασία για τους πολίτες.

(19)

Ορισμένα κράτη μέλη έχουν ιδρύσει περισσότερους από έναν φορείς ισότητας, γεγονός που απαιτεί τη δημιουργία σαφών μηχανισμών για τον συντονισμό και τη συνεργασία τους.

(20)

Σε ορισμένα κράτη μέλη η εντολή των υφιστάμενων φορέων ισότητας διευρύνθηκε στους πλέον ποικίλους τομείς, χωρίς ανάλογη αύξηση των πόρων. Ορισμένοι φορείς ισότητας αντιμετώπισαν μάλιστα σημαντικές μειώσεις στους προϋπολογισμούς τους, γεγονός που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εξασθένιση των ικανοτήτων τους προς εκτέλεση των καθηκόντων τους (9).

(21)

Έχουν επισημανθεί σε μελέτες (10) περιπτώσεις φορέων ισότητας χωρίς ανεξαρτησία και αποτελεσματικότητα, για παράδειγμα λόγω εξωτερικής πίεσης ή ανεπαρκούς στελέχωσης.

(22)

Στην πράξη, η ανεξαρτησία θα μπορούσε να επηρεαστεί, ιδίως όταν ο φορέας ισότητας συγκροτείται ως μέρος υπουργείου που λαμβάνει οδηγίες απευθείας από την κυβέρνηση.

(23)

Οι φορείς ισότητας δεν θα πρέπει να επικεντρώνονται σε δυσανάλογο βαθμό σε ορισμένα καθήκοντα εις βάρος άλλων (11).

(24)

Οι φορείς ισότητας, προκειμένου να βοηθούν ομάδες ή άτομα που υφίστανται διακρίσεις να κάνουν χρήση των δικαιωμάτων τους, θα πρέπει επίσης να αυξήσουν την ευαισθητοποίηση του ευρέος κοινού σχετικά με την ύπαρξή τους, τους ισχύοντες κανόνες κατά των διακρίσεων και τους τρόπους επανόρθωσης. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να είναι εύκολη για όλους η πρόσβαση στους φορείς ισότητας, τόσο με φυσική παρουσία όσο και ηλεκτρονικά. Θα πρέπει επίσης να διευκολυνθεί η υποβολή καταγγελιών με εμπιστευτικότητα και απλές διαδικασίες οι οποίες να είναι δωρεάν.

(25)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι φορείς ισότητας λειτουργούν σωστά και με ισοδύναμο τρόπο σε ολόκληρη την Ένωση, κρίνεται σκόπιμο να προταθούν στα κράτη μέλη πρότυπα για τους φορείς ισότητας.

(26)

Η ανάγκη για πρότυπα για τους φορείς ισότητας υπογραμμίστηκε περαιτέρω στην κοινή έκθεση του 2014 για την εφαρμογή των οδηγιών 2000/43/ΕΚ και 2000/78/ΕΚ (12), στην έκθεση του 2015 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/113/ΕΚ (13), καθώς και στην έκθεση αξιολόγησης της Σύστασης του 2014 για τη διαφάνεια των αμοιβών και στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για την περίοδο 2017-2019 «Αντιμετώπιση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων» (14). Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του του 2015 (15), ζήτησε πρότυπα για τους φορείς ισότητας.

(27)

Πρότυπα για τους φορείς ισότητας και τους θεσμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν ήδη εγκριθεί από τα Ηνωμένα Έθνη (16), το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων Ισότητας (17) και το Συμβούλιο της Ευρώπης (18).

(28)

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη. Σκοπός της είναι να συμβάλει στη γεφύρωση του χάσματος όσον αφορά τα πρότυπα μεταξύ φορέων ισότητας σε όλη την Ευρώπη.

(29)

Η σύσταση καθορίζει πρότυπα όσον αφορά την εντολή, την ανεξαρτησία, την αποτελεσματικότητα, την προσβασιμότητα και τον συντονισμό των φορέων ισότητας και όσον αφορά την πρόσβαση σ' αυτούς, με σκοπό να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων τους.

(30)

Η παρούσα σύσταση βασίζεται στη δέσμευση της Επιτροπής να ενθαρρύνει και να βοηθά τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την ικανότητά τους να επιβάλλουν την ενωσιακή νομοθεσία και να παρέχουν μέσα έννομης προστασίας ώστε να διασφαλίζεται ότι τα άτομα και οι ομάδες που υφίστανται διακρίσεις και προστατεύονται από το δίκαιο της Ενώσεως μπορούν να απολαύουν πλήρως των δικαιωμάτων τους, σύμφωνα με την ανακοίνωση με τίτλο «Δίκαιο της ΕΕ: Καλύτερη εφαρμογή για καλύτερα αποτελέσματα» (19). Οι ανεξάρτητοι φορείς ισότητας διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην αποτελεσματική εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας και στη συνολική και συνεκτική επιβολή της. Οι φορείς ισότητας είναι επίσης πολύτιμα θεσμικά όργανα για τη συνεχή ανάπτυξη ισότιμων δημοκρατικών κοινωνιών χωρίς αποκλεισμούς.

(31)

Στους τομείς που καλύπτονται από την αρμοδιότητα της Ένωσης, τα πρότυπα για τους φορείς ισότητας πρέπει επίσης να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας που κατοχυρώνονται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες. Η σύμβαση αυτή εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2010/48/ΕΚ (20) του Συμβουλίου, και αποτελεί, ως εκ τούτου, αναπόσπαστο τμήμα της έννομης τάξης της ΕΕ που υπερέχει έναντι του παράγωγου δικαίου της Ένωσης.

(32)

Οι οδηγίες 2000/43/ΕΚ, 2000/78/ΕΚ, 2004/113/ΕΚ και 2006/54/ΕΚ περιλαμβάνουν την υποχρέωση των κρατών μελών να κοινοποιούν κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με την εφαρμογή τους, ώστε να μπορέσει η Επιτροπή να συντάξει έκθεση αξιολόγησης των μέτρων που ελήφθησαν στο πλαίσιο των σχετικών οδηγιών. Η κοινοποίηση θα πραγματοποιείται εντός ορισμένων προκαθορισμένων διαστημάτων (21), προκειμένου να δίνεται στην Επιτροπή η δυνατότητα να εγκρίνει και να δημοσιεύει την έκθεση. Η συμπερίληψη πληροφοριών σχετικά με τη συμμόρφωση των κρατών μελών με την παρούσα σύσταση στην εν λόγω κοινοποίηση θα επιτρέψει την εκτίμηση των επιπτώσεών της.

(33)

Σε ενωσιακό επίπεδο, η παρούσα σύσταση δεν θίγει τις αρχές του εθνικού δικονομικού δικαίου και τις νομικές παραδόσεις των κρατών μελών. Δεν συνεπάγεται επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης όπως αυτές καθορίζονται στις Συνθήκες και στο παράγωγο δίκαιο της Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΣΤΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

1)

Σκοπός της παρούσας σύστασης είναι να καθοριστούν μέτρα που μπορούν να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη για τη βελτίωση της ανεξαρτησίας και της αποτελεσματικότητας των φορέων ισότητας, ιδίως σε ό,τι αφορά την ικανότητά τους να εξασφαλίζουν ότι τα άτομα και οι ομάδες που υφίστανται διακρίσεις μπορούν να απολαύουν πλήρως των δικαιωμάτων τους.

2)

Όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι φορείς ισότητας μπορούν να εκτελούν τα καθήκοντά τους, όπως ορίζονται στις οδηγίες 2000/43/ΕΚ, 2004/113/ΕΚ, 2006/54/ΕΚ και 2010/41/ΕΕ, με ανεξάρτητο και αποτελεσματικό τρόπο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ

1.1.   Εντολή των φορέων ισότητας

1.1.1.   Λόγοι και πεδίο εφαρμογής που καλύπτονται από την εντολή των φορέων ισότητας

1)

Εκτός από τις υποχρεώσεις τους βάσει των οδηγιών 2000/43/ΕΚ, 2004/113/ΕΚ, 2006/54/ΕΚ και 2010/41/ΕΕ όσον αφορά τον ορισμό φορέων για την προώθηση της ίσης μεταχείρισης (εφεξής «φορείς ισότητας»), όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα ορισμού φορέα ισότητας για την κάλυψη των διακρίσεων για λόγους θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2000/78/ΕΚ.

2)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο διεύρυνσης της εντολής των φορέων ισότητας, κατά τρόπον ώστε να καλύπτει, για όλους τους απαγορευμένους λόγους διακρίσεων, τους τομείς της απασχόλησης και της εργασίας, της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες και της παροχής αυτών, της εκπαίδευσης, της κοινωνικής προστασίας και των κοινωνικών πλεονεκτημάτων, συμπεριλαμβανομένης της ρητορικής μίσους που σχετίζεται με τους λόγους αυτούς σ' αυτούς τους τομείς.

3)

Τόσο για τους φορείς μίας εντολής όσο και για τους φορείς ισότητας που έχουν περισσότερες εντολές και/ή επιλαμβάνονται πολλών λόγων διακρίσεων, η εσωτερική δομή των φορέων ισότητας θα πρέπει να εξασφαλίζει την εστίαση σε κάθε τμήμα της εντολής και σε κάθε λόγο. Αυτό θα πρέπει να είναι αναλογικό με τον αντίκτυπο του οικείου λόγου διακρίσεων, οι δε πόροι θα πρέπει να εξισορροπούνται κατάλληλα.

1.1.2.   Καθήκοντα που καλύπτονται από την εντολή των φορέων ισότητας

Ανεξάρτητη βοήθεια

1)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν υπόψη τις ακόλουθες πτυχές της παροχής ανεξάρτητης βοήθειας στα θύματα: παραλαβή και χειρισμός ατομικών ή συλλογικών καταγγελιών· παροχή νομικών συμβουλών στα θύματα, καθώς και παρακολούθηση των καταγγελιών τους· συμμετοχή σε δραστηριότητες διαμεσολάβησης και συμβιβασμού· εκπροσώπηση των καταγγελλόντων στο δικαστήριο· και παρεμβάσεις ως amicus curiae ή ως εμπειρογνωμόνων, όπου απαιτείται.

2)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη ότι η ανεξάρτητη βοήθεια στα θύματα μπορεί να περιλαμβάνει την παροχή, στους φορείς ισότητας, της δυνατότητας να συμμετέχουν ή συνδράμουν σε δίκες, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι διαρθρωτικές και οι συστηματικές διακρίσεις σε περιπτώσεις που επιλέγονται από τους ίδιους τους φορείς, λόγω της πληθώρας, της σοβαρότητας ή της ανάγκης τους για νομική αποσαφήνιση. Οι εν λόγω δίκες μπορούν να διεξάγονται είτε στο όνομα του ίδιου του φορέα είτε στο όνομα των θυμάτων ή των οργανώσεων που εκπροσωπούν τα θύματα, σύμφωνα με το εθνικό δικονομικό δίκαιο.

3)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη ότι η βοήθεια που παρέχεται στα θύματα μπορεί να περιλαμβάνει την έκδοση συστάσεων ή, εφόσον το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία, νομικά δεσμευτικών αποφάσεων σε ατομικές ή συλλογικές περιπτώσεις διακρίσεων, καθώς και την παρακολούθησή τους για την εξασφάλιση της εφαρμογής.

4)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταστήσουν δυνατή για τους φορείς ισότητας τη συγκέντρωση συναφών στοιχείων και πληροφοριών, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

5)

Όταν οι φορείς ισότητας διαθέτουν τη νομική ικανότητα να λαμβάνουν δεσμευτικές αποφάσεις, το κράτος μέλος θα πρέπει επίσης να τους παρέχει τη δυνατότητα επιβολής κατάλληλων, αποτελεσματικών και αναλογικών κυρώσεων.

6)

Η άσκηση των αρμοδιοτήτων που απονέμονται σε φορείς ισότητας θα πρέπει να υπόκειται σε κατάλληλες διασφαλίσεις, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, της δυνατότητας άσκησης πραγματικής δικαστικής προσφυγής και της τήρησης της προσήκουσας διαδικασίας. Ειδικότερα, το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον των δικαστηρίων εναντίον δεσμευτικών αποφάσεων των φορέων ισότητας, όταν έχουν την αρμοδιότητα για τη λήψη τέτοιου είδους αποφάσεων βάσει του εθνικού δικαίου, θα πρέπει να διατυπώνεται ρητά στο εθνικό δίκαιο.

Ανεξάρτητες έρευνες

7)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέψουν στους φορείς ισότητας να διενεργούν ανεξάρτητες έρευνες σε τακτά διαστήματα. Το πεδίο εφαρμογής και ο σχεδιασμός των ερευνών θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συγκέντρωση επαρκούς όγκου αξιόπιστων ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων για τις διακρίσεις, ώστε η αναγκαία ανάλυση να εξάγει συμπεράσματα βασιζόμενα σε στοιχεία σχετικά με το πού εντοπίζονται οι κύριες προκλήσεις και τους τρόπους αντιμετώπισής τους.

Ανεξάρτητες εκθέσεις

8)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέψουν στους φορείς ισότητας να δημοσιεύουν τακτικά ανεξάρτητες εκθέσεις και να τις υποβάλλουν στα δημόσια οικεία θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων των οικείων εθνικών ή περιφερειακών κυβερνήσεων και κοινοβουλίων, κατά περίπτωση. Το πεδίο εφαρμογής τους θα πρέπει να έχει αρκετό εύρος ώστε να καθιστά δυνατή τη συνολική εκτίμηση της κατάστασης όσον αφορά τις διακρίσεις στο κράτος μέλος για καθέναν από τους καλυπτόμενους λόγους.

9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέψουν στους φορείς ισότητας να διεξάγουν ανεξάρτητες έρευνες, με σκοπό την απόκτηση ανεξάρτητων εκθέσεων υψηλής ποιότητας. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη συλλογή δεδομένων ιδίως όσον αφορά τον αριθμό καταγγελιών ανά λόγο διάκρισης· τη διάρκεια των διοικητικών διαδικασιών από την υποβολή της καταγγελίας μέχρι το κλείσιμο της υπόθεσης· την έκβαση των διοικητικών διαδικασιών· και τον αριθμό, τη διάρκεια και την έκβαση των δικαστικών υποθέσεων όπου εμπλέκονται οι φορείς ισότητας.

Συστάσεις των φορέων ισότητας

10)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι δημόσιες αρχές τους λαμβάνουν υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τις συστάσεις των φορέων ισότητας σχετικά με τη νομοθεσία, την πολιτική, τις διαδικασίες, τα προγράμματα και τις πρακτικές. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι δημόσιες αρχές ενημερώνουν τους φορείς ισότητας σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο έχουν ληφθεί υπόψη οι συστάσεις και δημοσιοποιούν τις πληροφορίες αυτές.

Προώθηση της ισότητας

11)

Τα κράτη μέλη, προκειμένου να προωθήσουν την ισότητα και τη διαφορετικότητα, θα πρέπει να επιτρέπουν στους φορείς ισότητας να συμβάλλουν στην πρόληψη των διακρίσεων, ιδίως με την παροχή κατάρτισης, ενημέρωσης, συμβουλών, καθοδήγησης και στήριξης προς τους αρμόδιους φορείς που υπέχουν υποχρεώσεις στο πλαίσιο των οδηγιών για την ισότητα, προς θεσμούς και φυσικά πρόσωπα, καθώς και με τη βελτίωση της ευαισθητοποίησης του ευρέος κοινού τόσο σχετικά με την ύπαρξη των φορέων όσο και σχετικά με το περιεχόμενο των ισχυόντων κανόνων κατά των διακρίσεων και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να ζητηθεί επανόρθωση.

12)

Για τον ίδιο σκοπό, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να επιτρέπουν στους φορείς ισότητας να συμμετέχουν στον δημόσιο διάλογο, να έχουν τακτικό διάλογο με τις δημόσιες αρχές, να επικοινωνούν με πληθυσμιακές ομάδες και ενδιαφερόμενα μέρη που υφίστανται διακρίσεις, και να προωθούν ορθές πρακτικές και θετικές δράσεις.

1.2.   Ανεξαρτησία και αποτελεσματικότητα

1.2.1.   Ανεξαρτησία

1)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία των φορέων ισότητας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη στοιχεία όπως οι οργανώσεις των εν λόγω φορέων, η θέση τους στην όλη διοικητική δομή, η κατανομή του προϋπολογισμού τους, οι διαδικασίες τους για τη διαχείριση πόρων, με ιδιαίτερη έμφαση στις διαδικασίες για τον διορισμό και την απόλυση προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που κατέχουν ηγετικές θέσεις. Αυτό θα πρέπει να ισχύει με την επιφύλαξη των ιδιαίτερων εθνικών οργανωτικών δομών των κρατών μελών.

2)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό των φορέων ισότητας, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που κατέχουν ηγετικές θέσεις και των μελών του διοικητικού συμβουλίου, δεν συμμετέχει σε δράσεις που είναι ασύμβατες με τα καθήκοντά του και, κατά τη διάρκεια της θητείας του, δεν ασκεί συγκρουόμενες δραστηριότητες, αμειβόμενες ή μη.

1.2.2.   Πόροι

1)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι κάθε φορέας ισότητας διαθέτει τους ανθρώπινους, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους, τις εγκαταστάσεις και υποδομές που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων του και την άσκηση των εξουσιών του με αποτελεσματικό τρόπο. Οι πόροι που διατίθενται στους φορείς ισότητας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που ανατίθενται. Οι πόροι μπορούν να θεωρηθούν επαρκείς μόνο εάν επιτρέπουν στους φορείς ισότητας να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους που αφορούν την ισότητα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και εντός των προθεσμιών που ορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

2)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των φορέων ισότητας είναι επαρκές και διαθέτει τις κατάλληλες δεξιότητες, γνώσεις και πείρα, ώστε να εκπληρώνει επαρκώς και αποτελεσματικά καθένα από τα καθήκοντα των φορέων ισότητας.

3)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν στους φορείς ισότητας να παρακολουθούν αποτελεσματικά την εκτέλεση των αποφάσεών τους, καθώς και τις αποφάσεις των θεσμικών οργάνων, των δικαιοδοτικών οργάνων και των δικαστηρίων σε σχέση με υποθέσεις διακρίσεων. Προς τούτο, θα πρέπει να ενημερώνονται αμέσως για τις αποφάσεις αυτές και τα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή τους.

1.2.3.   Υποβολή καταγγελίας, πρόσβαση και προσβασιμότητα

1)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι είναι δυνατή η υποβολή καταγγελιών στους φορείς ισότητας, προφορικά, γραπτά και ηλεκτρονικά, σε γλώσσα της επιλογής του καταγγέλοντος η οποία να είναι κοινή στο κράτος μέλος όπου βρίσκεται ο φορέας ισότητας.

2)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η διαδικασία υποβολής καταγγελιών στους φορείς ισότητας είναι απλή και δωρεάν.

3)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν την υποχρέωση των φορέων ισότητας για την παροχή εμπιστευτικότητας στους μάρτυρες και τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος και, στο μέτρο του δυνατού, σε όσους καταγγέλλουν διακρίσεις.

4)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να είναι εύκολη για όλα τα πρόσωπα η πρόσβαση στις εγκαταστάσεις των φορέων ισότητας, στις πληροφορίες και την επικοινωνία τους, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών της πληροφορίας, καθώς και σε υπηρεσίες και προϊόντα, όπως έγγραφα και οπτικοακουστικό υλικό ή συνεδριάσεις και εκδηλώσεις ανοικτές ή προσβάσιμες στο κοινό. Ειδικότερα, θα πρέπει όλα τα παραπάνω να είναι προσβάσιμα σε άτομα με αναπηρίες, για τα οποία θα πρέπει να παρέχονται επιπλέον εύλογες προσαρμογές, όπως ορίζεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα άτομα με αναπηρίες έχουν πρόσβαση στους φορείς ισότητας σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα.

5)

Όταν αυτό απαιτείται για γεωγραφικούς ή άλλους λόγους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν την παροχή δυνατότητας, στους φορείς ισότητας, για την ίδρυση τοπικών και/ή περιφερειακών γραφείων των φορέων ισότητας ή για την ανάληψη τοπικών και/ή περιφερειακών πρωτοβουλιών προβολής για τακτική προσωρινή παρουσία.

6)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσφέρουν επαρκή προϋπολογισμό και πόρους στους φορείς ισότητας, ώστε να τους επιτρέπουν να διενεργούν αποτελεσματική ευαισθητοποίηση με στόχο την ενημέρωση του ευρέος κοινού για την ύπαρξή τους και τη δυνατότητα υποβολής καταγγελιών για διακρίσεις.

1.3.   Συντονισμός και συνεργασία

1)

Στις περιπτώσεις που υπάρχουν στο ίδιο κράτος μέλος περισσότεροι του ενός φορείς ισότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τους επιτρέπουν να συντονίζονται τακτικά και αποτελεσματικά, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι εφαρμόζουν αρχές μη διακριτικής μεταχείρισης με συνεκτικό τρόπο. Οι φορείς ισότητας δεν θα πρέπει να επικεντρώνονται σε δυσανάλογο βαθμό σε ορισμένα καθήκοντα εις βάρος άλλων. Όταν διεξάγονται δραστηριότητες ευαισθητοποίησης, άλλοι αρμόδιοι φορείς θα πρέπει να συμμετέχουν, στο μέτρο του δυνατού, με στόχο την πλήρη ενημέρωση του ευρέος κοινού.

2)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν στους φορείς ισότητας να συμμετέχουν σε διάλογο και να συνεργάζονται αποτελεσματικά με τις αρμόδιες εθνικές αρχές και φορείς στο ίδιο κράτος μέλος. Αυτό συνεπάγεται επίσης τη διασφάλιση ότι ζητείται εγκαίρως και με διαφάνεια η γνώμη των φορέων ισότητας σχετικά με προτάσεις πολιτικής και νομοθετικές προτάσεις και εξελίξεις σε σχέση με θέματα που καλύπτει η εντολή τους.

3)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στους φορείς ισότητας τη δυνατότητα συνεργασίας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με άλλους φορείς ισότητας και άλλες οργανώσεις, μεταξύ άλλων μέσω κοινών ερευνών.

4)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν στους φορείς ισότητας να συνεργάζονται με συναφείς φορείς. Αυτοί περιλαμβάνουν τα εθνικά πλαίσια που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 2 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες· τα εθνικά σημεία επαφής για τους Ρομά· τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών· και, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα κονδύλια δεν κατανέμονται σε έργα που χαρακτηρίζονται από διακρίσεις, τις αρχές διαχείρισης των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Τα κράτη μέλη καλούνται να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνουν υπόψη την παρούσα σύσταση στο πλαίσιο της επικοινωνίας τους σχετικά με την εφαρμογή των οδηγιών 2000/43/ΕΚ, 2000/78/ΕΚ, 2004/113/ΕΚ και 2006/54/ΕΚ.

Βρυξέλλες, 22 Ιουνίου 2018

Για την Επιτροπή

Věra JOUROVÁ

Mέλος της Επιτροπής


(1)  Οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σ. 22).

(2)  Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16).

(3)  Οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών (ΕΕ L 373 της 21.12.2004, σ. 37).

(4)  Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (ΕΕ L 204 της 26.7.2006, σ. 23).

(5)  Οδηγία 2010/41/ΕΕ του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2010, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και για την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 180 της 15.7.2010, σ. 1 . ).

(6)  COM(2008) 426 final.

(7)  Απόφαση-πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2008, για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου (ΕΕ L 328 της 6.12.2008, σ. 55).

(8)  Βλέπε, μεταξύ άλλων, Human European Consultancy σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων Ludwig Boltzmann, Οκτώβριος 2010, A Study on Equality Bodies set up under Directives 2000/43/EC, 2004/113/EC, and 2006/54/EC, σελίδα 177, και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων Ισότητας, Οκτώβριος 2012, Equality Bodies. Current Challenges.

(9)  Human European Consultancy, ό.π., σελίδες 78, 125, 142 και Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων Ισότητας, ό.π., σελίδες 8 και 17. Βλέπε επίσης Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων Ισότητας, Strategic Role of Equality Bodies, 2009, σελίδες 43-44 και 52.

(10)  Human European Consultancy, ό.π., σελίδες 70-145 και Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων Ισότητας, ό.π., σελίδες 8 και 13-22.

(11)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2006, Catalysts for Change? Equality bodies according to Directive 2000/43/EC — existence, independence and effectiveness, σελίδα 57.

(12)  Κοινή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής («οδηγία για τη φυλετική ισότητα») και της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία («οδηγία για την ισότητα στην απασχόληση»), COM(2014) 2 final.

(13)  Έκθεση για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών, COM(2015) 190 final. Αυτή η ανάγκη αναφέρθηκε επίσης στην ενδιάμεση επανεξέταση του πλαισίου της ΕΕ για τις εθνικές στρατηγικές ένταξης των Ρομά, COM(2017) 458 final· στην έκθεση Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, του Μαΐου του 2017· στην έκθεση για την εφαρμογή της σύστασης της Επιτροπής σχετικά με την ενίσχυση της αρχής της ισότητας της αμοιβής μεταξύ ανδρών και γυναικών μέσω της διαφάνειας, COM(2017) 671 final.

(14)  Έκθεση για την εφαρμογή της σύστασης της Επιτροπής σχετικά με την ενίσχυση της αρχής της ισότητας της αμοιβής μεταξύ ανδρών και γυναικών μέσω της διαφάνειας, ό.π.· σχέδιο δράσης της ΕΕ 2017-2019 «Αντιμετώπιση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων», COM(2017) 678 final.

(15)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 8ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης [2014/2160(INI)].

(16)  Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OHCHR), Αρχές της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών που αφορούν το καθεστώς των εθνικών θεσμικών οργάνων (οι Αρχές του Παρισιού), Ψήφισμα 48/134, 20 Δεκεμβρίου 1993, και Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή των εν λόγω αρχών από τη Διεθνή Συντονιστική Επιτροπή των εθνικών ιδρυμάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στη διατύπωσή τους της 21ης Φεβρουαρίου 2018.

(17)  Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων Ισότητας, 2016, Developing Standards for Equality Bodies. An Equinet Working Paper.

(18)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI), Γενική σύσταση πολιτικής αριθ. 2, που αναθεωρήθηκε όσον αφορά τους φορείς ισότητας για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας σε εθνικό επίπεδο, CRI(2018) 06, που εγκρίθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2017.

(19)  C(2016) 8600.

(20)  Απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΕΕ L 23 της 27.1.2010, σ. 35).

(21)  Κάθε τέσσερα χρόνια σύμφωνα με την οδηγία 2006/54/ΕΚ και κάθε πέντε χρόνια σύμφωνα με τις οδηγίες 2000/43/ΕΚ, 2000/78/ΕΚ και 2004/113/ΕΟΚ.