20.12.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 325/50


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/2031 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 19ης Δεκεμβρίου 2018

που προσδιορίζει, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ότι το κανονιστικό πλαίσιο που εφαρμόζεται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας είναι ισοδύναμο, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 29 Μαρτίου 2017, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εφεξής «Ηνωμένο Βασίλειο») γνωστοποίησε την πρόθεσή του να αποχωρήσει από την Ένωση, δυνάμει του άρθρου 50 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Συνθήκες θα παύσουν να ισχύουν στο Ηνωμένο Βασίλειο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης ή, ελλείψει συμφωνίας, δύο έτη μετά τη γνωστοποίηση, δηλαδή από τις 30 Μαρτίου 2019, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο, αποφασίσει ομόφωνα την παράταση της εν λόγω προθεσμίας.

(2)

Όπως ανακοινώθηκε στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Νοεμβρίου 2018«Προετοιμασία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 30 Μαρτίου 2019: Σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης» (2) (εφεξής «Σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης»), η αποχώρηση χωρίς συμφωνία ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και των κρατών μελών της. Για την πρόληψη των εν λόγω κινδύνων, είναι δικαιολογημένο και προς το συμφέρον της Ένωσης και των κρατών μελών της να διασφαλιστεί, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν ήδη λάβει άδεια στο Ηνωμένο Βασίλειο («κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του Ηνωμένου Βασιλείου») μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση μετά τις 29 Μαρτίου 2019.

(3)

Η κεντρική εκκαθάριση αυξάνει τη διαφάνεια της αγοράς, μετριάζει τους πιστωτικούς κινδύνους και μειώνει τους κινδύνους μετάδοσης σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης εκ μέρους ενός ή περισσότερων συμμετεχόντων σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Ως εκ τούτου, η παροχή των εν λόγω υπηρεσιών είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Μια διακοπή της παροχής υπηρεσιών εκκαθάρισης θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, σε περιπτώσεις όπου οι συναλλαγές εκκαθαρίζονται στο νόμισμα που εκδίδεται από κεντρική τράπεζα της Ένωσης. Επιπλέον, τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκκαθαρίζονται από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους έχουν επίσης ουσιαστική σημασία για τους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους πελάτες τους, π.χ. για την αντιστάθμιση κινδύνων επιτοκίου και, ως εκ τούτου, η διακοπή της παροχής υπηρεσιών εκκαθάρισης θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει κινδύνους για την πραγματική οικονομία της Ένωσης.

(4)

Στις 31 Δεκεμβρίου 2017, το εκκρεμές ονομαστικό ποσό των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων υπερβαίνει τα 500 τρισεκατομμύρια ευρώ παγκοσμίως, εκ των οποίων τα παράγωγα επί επιτοκίων αντιπροσωπεύουν άνω του 75 % και τα παράγωγα συναλλάγματος σχεδόν 20 %. Περίπου το 30 % όλων των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι εκφρασμένα σε ευρώ και άλλα νομίσματα της Ένωσης. Η αγορά για την κεντρική εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι άκρως συγκεντρωμένη, ιδίως η αγορά για την κεντρική εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επί επιτοκίων, εκ των οποίων περίπου το 97 % εκκαθαρίζονται σε έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο του Ηνωμένου Βασιλείου (3).

(5)

Από την 30 Μαρτίου 2019, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του ΗΒ θα είναι «κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών» και, ως εκ τούτου, θα μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης μόνον εάν είναι αναγνωρισμένοι από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών («ESMA») σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Εφόσον δεν είναι αναγνωρισμένοι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του Ηνωμένου Βασιλείου, οι αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση δεν θα μπορούν να εκκαθαρίζουν εξωχρηματιστηριακά παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του Ηνωμένου Βασιλείου. Η κατάσταση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε προσωρινά προβλήματα όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εκκαθάρισης των εν λόγω αντισυμβαλλομένων, πράγμα που με τη σειρά του ενδέχεται να ενέχει κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής της Ένωσης και των κρατών μελών της. Όπως ανακοινώθηκε στο Σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης, είναι επομένως αναγκαίο, σε αυτή την εξαιρετική περίσταση, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που διέπουν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του ΗΒ να προσδιοριστούν ως ισοδύναμες για αυστηρά περιορισμένο χρονικό διάστημα και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ώστε οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι να μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, πρέπει να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί είναι ισοδύναμες με εκείνες που ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(7)

Πρώτον, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι στην εν λόγω τρίτη χώρα συμμορφώνονται με νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις οι οποίες είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Έως τις 29 Μαρτίου 2019, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 εφαρμόζεται άμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και, ως εκ τούτου, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του Ηνωμένου Βασιλείου που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 14 του εν λόγω κανονισμού πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του. Ως μέρος της πράξης περί αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση του 2018 (European Union (Withdrawal) Act 2018), το Ηνωμένο Βασίλειο ενσωμάτωσε, στις 26 Ιουνίου 2018, τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στην εθνική νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου με ισχύ από την ημερομηνία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση.

(8)

Δεύτερον, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της τρίτης χώρας πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι στην τρίτη χώρα υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή της τήρησης των υποχρεώσεων σε συνεχή βάση. Έως τις 29 Μαρτίου 2019, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του ΗΒ τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Αγγλίας, όπως καθορίζεται από την εθνική νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (4). Στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στην εθνική νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, η Τράπεζα της Αγγλίας παραμένει υπεύθυνη για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και οι εξουσίες εποπτείας και επιβολής που έχει όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα παραμείνουν ουσιαστικά αμετάβλητες.

(9)

Τρίτον, το νομικό πλαίσιο της τρίτης χώρας πρέπει να προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών. Αυτό διασφαλίζεται με την ενσωμάτωση του συστήματος ισοδυναμίας του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στο εθνικό δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου.

(10)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Ηνωμένου Βασιλείου που θα εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του Ηνωμένου Βασιλείου την επομένη της αποχώρησής του από την Ένωση πληρούν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(11)

Ωστόσο, η παρούσα απόφαση βασίζεται στις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που θα εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του Ηνωμένου Βασιλείου την επομένη της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση. Οι εν λόγω νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρούνται ισοδύναμες εφόσον οι εφαρμοστέες απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στο εσωτερικό δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου διατηρούνται και εξακολουθούν να εφαρμόζονται και να επιβάλλονται αποτελεσματικά σε συνεχή βάση. Η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών και ο συντονισμός των εποπτικών δραστηριοτήτων μεταξύ της ESMA και της Τράπεζας της Αγγλίας είναι, επομένως, απαραίτητη προϋπόθεση για τη διατήρηση του προσδιορισμού της ισοδυναμίας.

(12)

Η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών απαιτεί τη σύναψη ολοκληρωμένων και αποτελεσματικών ρυθμίσεων συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Οι εν λόγω ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν τη δυνατότητα ανταλλαγής όλων των σχετικών πληροφοριών με τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των άλλων μελών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, για τον σκοπό της διαβούλευσης με τις εν λόγω αρχές σχετικά με το αναγνωρισμένο καθεστώς των κεντρικών αντισυμβαλλομένων του ΗΒ ή όταν οι εν λόγω πληροφορίες είναι απαραίτητες προκειμένου οι εν λόγω αρχές να εκτελούν τα εποπτικά τους καθήκοντα.

(13)

Εφόσον προκύψει η εξαιρετική περίσταση της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση χωρίς συμφωνία, οι ρυθμίσεις συνεργασίας που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 πρέπει να διασφαλίζουν ότι η ESMA έχει άμεση πρόσβαση, σε συνεχή βάση, σε όλες τις πληροφορίες που έχει ζητήσει. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, πληροφορίες που επιτρέπουν την αξιολόγηση τυχόν ουσιωδών κινδύνων που προκαλούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του ΗΒ για την Ένωση ή τα κράτη μέλη της, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Ως εκ τούτου, οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να καθορίζουν τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες για την ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις δραστηριότητες εκκαθάρισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων του Ηνωμένου Βασιλείου όσον αφορά χρηματοπιστωτικά μέσα που εκφράζονται σε νομίσματα της Ένωσης, τόπους διαπραγμάτευσης, συμμετέχοντες στην εκκαθάριση, καθώς και θυγατρικές των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων της Ένωσης· τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας με άλλους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους· τους ίδιους πόρους· τη σύνθεση και τη βαθμονόμηση των κεφαλαίων εκκαθάρισης, τα περιθώρια ασφαλείας, τα ρευστά διαθέσιμα και τα χαρτοφυλάκια εξασφαλίσεων, συμπεριλαμβανομένων των βαθμονομήσεων των περικοπών και των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων· την άμεση κοινοποίηση τυχόν αλλαγών που επηρεάζουν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του ΗΒ ή τις νομικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Ηνωμένου Βασιλείου που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του Ηνωμένου Βασιλείου· καθώς και τον μηχανισμό για την άμεση ενημέρωση της ESMA σχετικά με οποιεσδήποτε εξελίξεις όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του Ηνωμένου Βασιλείου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη νομισματική πολιτική στην Ένωση.

(14)

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ESMA, θα παρακολουθεί τις αλλαγές που εισάγονται στις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις και επηρεάζουν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους του Ηνωμένου Βασιλείου, τις εξελίξεις στην αγορά, καθώς και την αποτελεσματικότητα της εποπτικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της ESMA και της Τράπεζας της Αγγλίας. Η Επιτροπή μπορεί να προβεί σε επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο να αξιολογήσει εκ νέου η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες οι όροι των συμφωνιών συνεργασίας που έχουν συναφθεί μεταξύ της ESMA και της Τράπεζας της Αγγλίας δεν τηρούνται ή δεν επιτρέπουν την αποτελεσματική αξιολόγηση του κινδύνου που παρουσιάζουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του Ηνωμένου Βασιλείου για την Ένωση ή τα κράτη μέλη της.

(15)

Υπό το πρίσμα των αβεβαιοτήτων που περιβάλλουν τη μελλοντική σχέση μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ένωσης, καθώς και του δυνητικού αντικτύπου τους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και των κρατών μελών της και στην ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς, η παρούσα απόφαση θα πρέπει να παύσει να ισχύει στις 30 Μαρτίου 2020. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση που περιλαμβάνεται στην παρούσα απόφαση δεν θίγει τυχόν μελλοντική αξιολόγηση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων του Ηνωμένου Βασιλείου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και, ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως βάση για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης.

(16)

Η παρούσα απόφαση θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ επειγόντως και να εφαρμοστεί από την επομένη της ημέρας κατά την οποία οι Συνθήκες παύουν να εφαρμόζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο, εκτός εάν έχει τεθεί σε ισχύ, έως την εν λόγω ημερομηνία, συμφωνία αποχώρησης που έχει συναφθεί με το Ηνωμένο Βασίλειο ή εάν έχει παραταθεί η διετής περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(17)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας που αποτελούνται από τον νόμο του 2000 περί χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και αγορών (Financial Services and Markets Act 2000) και την πράξη περί αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση του 2018 (European Union (Withdrawal) Act 2018) που εφαρμόζονται στους ήδη εγκατεστημένους και αδειοδοτημένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας θεωρούνται ισοδύναμοι με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την ημερομηνία που ακολουθεί εκείνη κατά την οποία οι Συνθήκες παύουν να ισχύουν για το Ηνωμένο Βασίλειο και εντός αυτού σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ωστόσο, η παρούσα απόφαση δεν εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

έως την ημερομηνία αυτή έχει τεθεί σε ισχύ συμφωνία αποχώρησης που έχει συναφθεί με το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση·

β)

έχει ληφθεί απόφαση για την παράταση της διετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η παρούσα απόφαση παύει να ισχύει στις 30 Μαρτίου 2020.

Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  COM(2018) 880 final.

(3)  Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, Statistical release: OTC derivatives statistics at end December 2017, της 3ης Μαΐου 2018 (https://www.bis.org/publ/otc_hy1805.pdf).

(4)  Μέρος 5 των κανονισμών του 2013 του Νόμου περί χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και αγορών του 2000 (Εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι και αρχεία καταγραφής συναλλαγών) του 2013 [Financial Services and Markets Act 2000 (Over the Counter Derivatives, Central Counterparties and Trade Repositories) Regulations 2013].