19.4.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 99/14


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2018/593 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Απριλίου 2018

με την οποία επιτρέπεται στην Ιταλική Δημοκρατία να εφαρμόσει ειδικό μέτρο παρέκκλισης από τα άρθρα 218 και 232 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/112/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1), και ιδίως το άρθρο 395 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με επιστολή που πρωτοκολλήθηκε στην Επιτροπή στις 27 Σεπτεμβρίου 2017, η Ιταλία ζήτησε την άδεια να παρεκκλίνει με ειδικό μέτρο από τα άρθρα 218 και 232 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ και να καθιερώσει υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση για όλους τους υποκείμενους στον φόρο που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος της Ιταλίας, εκτός από τους υποκείμενους στον φόρο που επωφελούνται της απαλλαγής για τις μικρές επιχειρήσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 282 της εν λόγω οδηγίας και να διοχετεύσει τα τιμολόγια μέσω του συστήματος «Sistema di Interscambio» («το SdI») που διαχειρίζεται η Ιταλική Υπηρεσία Εσόδων.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 395 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, η Επιτροπή ενημέρωσε, με επιστολές της 3ης Νοεμβρίου 2017 και της 6ης Νοεμβρίου 2017, τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με το αίτημα της Ιταλίας. Με επιστολή της 7ης Νοεμβρίου 2017, η Επιτροπή γνωστοποίησε στην Ιταλία ότι διέθετε όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την εξέταση του αιτήματος.

(3)

Η Ιταλία υποστηρίζει ότι η χρήση της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης σύμφωνα με την οποία τα τιμολόγια υποβάλλονται μέσω του SdI επιτρέπει στη φορολογική διοίκηση να αποκτά σε πραγματικό χρόνο τις πληροφορίες που περιέχονται στα τιμολόγια που εκδίδονται και παραλαμβάνονται από τους εμπόρους. Ως εκ τούτου, οι φορολογικές αρχές θα μπορούν να πραγματοποιούν εγκαίρως και αυτόματα ελέγχους συμφωνίας μεταξύ των ποσών ΦΠΑ που δηλώθηκαν και καταβλήθηκαν.

(4)

Η Ιταλία ισχυρίζεται ότι η εισαγωγή της γενικευμένης υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης θα βοηθήσει στην καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής, την εντατικοποίηση των προσπαθειών για τη μετάβαση στην ψηφιοποίηση καθώς και την απλούστευση της είσπραξης των φόρων.

(5)

Η Ιταλία ισχυρίζεται ότι τα θεμέλια για την καθιέρωση της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης είχαν ήδη τεθεί χάρη στην προαιρετική χρήση του υφιστάμενου συστήματος SdI, το οποίο θα εξασφαλίσει μια ομαλή μετάβαση στην ηλεκτρονική τιμολόγηση και, ταυτόχρονα, θα περιορίσει τις επιπτώσεις του ειδικού μέτρου στους υποκείμενους στον φόρο.

(6)

Λαμβανομένων υπόψη του ευρέος πεδίου εφαρμογής και του καινοτόμου χαρακτήρα του ειδικού μέτρου, είναι σημαντικό να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος του ειδικού μέτρου στην καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ και στους υποκείμενους στον φόρο. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που η Ιταλία θεωρεί ότι η παράταση του ειδικού μέτρου είναι αναγκαία, θα πρέπει να υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση παράτασης συνοδευόμενη από έκθεση που περιλαμβάνει την αξιολόγηση του ειδικού μέτρου σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητά του στην καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ καθώς και στην απλούστευση της είσπραξης των φόρων.

(7)

Το ειδικό μέτρο δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα του πελάτη να λαμβάνει έντυπα τιμολόγια στην περίπτωση ενδοκοινοτικών συναλλαγών.

(8)

Το ειδικό μέτρο θα πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένο, ώστε να αξιολογηθεί κατά πόσον είναι κατάλληλο και αποτελεσματικό σε σχέση με τους στόχους του.

(9)

Το ειδικό μέτρο παρέκκλισης είναι συνεπώς ανάλογο προς τους επιδιωκόμενους στόχους, δεδομένου ότι περιορίζεται χρονικά και έχει περιορισμένο πεδίο εφαρμογής διότι δεν εφαρμόζεται σε υποκείμενους στον φόρο που επωφελούνται της απαλλαγής για τις μικρές επιχειρήσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 282 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Επιπλέον, το ειδικό μέτρο δεν ενέχει τον κίνδυνο μετατόπισης της απάτης σε άλλους τομείς ή σε άλλα κράτη μέλη.

(10)

Το ειδικό μέτρο παρέκκλισης δεν θα έχει αρνητική επίπτωση στα συνολικά φορολογικά έσοδα που εισπράττονται στο στάδιο της τελικής κατανάλωσης και δεν θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στους ιδίους πόρους της Ένωσης που προέρχονται από τον ΦΠΑ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 218 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, επιτρέπεται στην Ιταλία να αποδέχεται ως τιμολόγια έγγραφα ή μηνύματα μόνο σε ηλεκτρονική μορφή, εφόσον εκδίδονται από υποκείμενους στον φόρο που είναι εγκατεστημένοι στο ιταλικό έδαφος, εκτός από τους υποκείμενους στον φόρο που επωφελούνται της απαλλαγής για τις μικρές επιχειρήσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 282 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

Άρθρο 2

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 232 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, επιτρέπεται στην Ιταλία να θεσπίσει διάταξη σύμφωνα με την οποία η χρήση ηλεκτρονικών τιμολογίων που εκδίδονται από υποκείμενους στον φόρο που είναι εγκατεστημένοι στο ιταλικό έδαφος δεν υπόκειται στην αποδοχή του αποκτώντος τα αγαθά ή του λήπτη των υπηρεσιών, εκτός εάν τα τιμολόγια αυτά εκδίδονται από υποκείμενους στον φόρο που επωφελούνται της απαλλαγής για τις μικρές επιχειρήσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 282 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

Άρθρο 3

Η Ιταλία κοινοποιεί στην Επιτροπή τα εθνικά μέτρα που υλοποιούν τις παρακκλισεις που αναφέρονται στα άρθρα 1 και 2.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2018 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021.

Αν η Ιταλία θεωρεί ότι η παράταση των παρεκκλίσεων των άρθρων 1 και 2 είναι αναγκαία θα ζητήσει από την Επιτροπή παράταση υποβάλλοντας ταυτοχρόνως έκθεση για το κατά πόσον τα εθνικά μέτρα του άρθρου 3 ήταν αποτελεσματικά στην καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ και στην απλοποίηση της συλλογής των φόρων. Η εν λόγω έκθεση θα εκτιμά επίσης και την επίπτωση των μέτρων αυτών έναντι των φορολογουμένων και ιδίως αν τα μέτρα αυτά αυξάνουν την διοικητική τους επιβάρυνση και το κόστος.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Λουξεμβούργο, 16 Απριλίου 2018.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. PORODZANOV


(1)  ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1.