9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 291/72


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1988 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2017

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 4

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2) υιοθετήθηκαν ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις 15 Οκτωβρίου 2008.

(2)

Στις 12 Σεπτεμβρίου 2016, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB) δημοσίευσε τροποποιήσεις στο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 4, Εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα σε συνδυασμό με το ΔΠΧΑ 4 Ασφαλιστήρια Συμβόλαια (εφεξής «τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4»). Οι τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4 αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των προσωρινών λογιστικών συνεπειών των διαφορετικών ημερομηνιών εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 και του νέου προτύπου για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια που αντικαθιστά το ΔΠΧΑ 4 (ΔΠΧΑ 17).

(3)

Το ΔΠΧΑ 9 αποσκοπεί να βελτιώσει τη χρηματοοικονομική αναφορά για τα χρηματοοικονομικά μέσα, με την αντιμετώπιση των ανησυχιών που προέκυψαν σε αυτόν τον τομέα κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ειδικότερα, το ΔΠΧΑ 9 ανταποκρίνεται στην έκκληση της G20 για μετάβαση σε ένα πιο μακρόπνοο μοντέλο αναγνώρισης των αναμενομένων ζημιών σε χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού.

(4)

Οι τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4 δίνουν στις οντότητες που ασκούν κυρίως ασφαλιστικές δραστηριότητες τη δυνατότητα να αναβάλουν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ΔΠΧΑ 9 έως την 1η Ιανουαρίου 2021. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας αναβολής είναι ότι οι εν λόγω οντότητες μπορούν να εξακολουθήσουν να υποβάλλουν αναφορές σύμφωνα με το ισχύον πρότυπο, το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 39 «Χρηματοοικονομικά Μέσα: Αναγνώριση και Επιμέτρηση». Οι τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4 επιτρέπουν επίσης στις οντότητες που εκδίδουν ασφαλιστήρια συμβόλαια να αφαιρούν από τα κέρδη ή τις ζημίες ορισμένες πρόσθετες λογιστικές αναντιστοιχίες και αποτελέσματα προσωρινής μεταβλητότητας, που θα μπορούσαν να προκύψουν όταν εφαρμόζουν το ΔΠΧΑ 9 πριν από την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 17.

(5)

Κατόπιν διαβουλεύσεων με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για θέματα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4 πληρούν τα κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

(6)

Η Επιτροπή, ωστόσο, θεωρεί ότι οι τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4 δεν έχουν αρκετά ευρύ πεδίο εφαρμογής ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες όλων των σημαντικών ασφαλιστικών οντοτήτων στην Ένωση. Ειδικότερα, ο τομέας των ασφαλίσεων εντός ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων δεν θα μπορεί να είναι επιλέξιμος για αναβολή της εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9, πράγμα που θα μπορούσε να τις επιβαρύνει με ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να δοθεί στον τομέα των ασφαλίσεων ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) η δυνατότητα να αναβάλει την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 έως την 1η Ιανουαρίου 2021.

(7)

Η αναβολή της εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 στον ασφαλιστικό τομέα που ανήκει σε όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων θα σήμαινε την εφαρμογή δύο διαφορετικών λογιστικών προτύπων εντός ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, πράγμα που θα μπορούσε να δημιουργήσει ευκαιρίες για λογιστικό αρμπιτράζ (καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου λογιστικού καθεστώτος), και επίσης θα μπορούσε ενδεχομένως να προκαλέσει δυσκολίες στους επενδυτές όσον αφορά την κατανόηση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων. Ως εκ τούτου, η αναβολή αυτή θα πρέπει να υπόκειται σε ορισμένες προϋποθέσεις. Για την πρόληψη της μεταβίβασης, από πλευράς του ομίλου, χρηματοπιστωτικών μέσων μεταξύ των τομέων, προκειμένου να επωφεληθεί από πιο ευνοϊκή λογιστική μεταχείριση, θα πρέπει να εφαρμόζεται προσωρινή απαγόρευση της μεταβίβασης χρηματοπιστωτικών μέσων, εκτός από τα χρηματοπιστωτικά μέσα που επιμετρώνται στην εύλογη αξία με μεταβολές της εύλογης αξίας μέσω των αποτελεσμάτων. Μόνον οι μεταβιβάσεις χρηματοπιστωτικών μέσων που πληρούν τις προϋποθέσεις για παύση αναγνώρισης από τους λογαριασμούς της μεταβιβάζουσας οντότητας θα πρέπει να υπόκεινται στην απαγόρευση της μεταβίβασης. Χρηματοπιστωτικά μέσα εκδοθέντα από οντότητα του ομίλου δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την εν λόγω απαγόρευση, επειδή τα ενδοομιλικά κατεχόμενα χρηματοπιστωτικά μέσα εξαλείφονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς του ομίλου.

(8)

Η αναβολή της εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 είναι συνεπής στην προσέγγισή της με το ΔΠΧΑ 4, που επιτρέπει στους ασφαλιστικούς ομίλους να ενοποιούν τις θυγατρικές τους, χωρίς να συμμορφώνουν την επιμέτρηση των ασφαλιστικών υποχρεώσεων των θυγατρικών που απορρέουν από τις τοπικές γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές με τις λογιστικές πολιτικές που χρησιμοποιούνται από τον υπόλοιπο όμιλο. Ενώ η χρήση ανομοιόμορφων λογιστικών πολιτικών μπορεί να μειώσει την ευκολία κατανόησης των οικονομικών καταστάσεων, οι χρήστες των οικονομικών καταστάσεων θα είναι ήδη εξοικειωμένοι με τη χρηματοοικονομική αναφορά σύμφωνα με το ΔΛΠ 39 και η αναβολή θα εφαρμόζεται μόνον για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Οι όροι εφαρμογής της αναβολής αναμένεται ότι επίσης θα μετριάσουν τυχόν σχετικές ανησυχίες.

(9)

Η αναβολή της εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 για τον τομέα των ασφαλίσεων εντός ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων θα πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένη, γιατί είναι σημαντικό οι βελτιώσεις που επήλθαν με το ΔΠΧΑ 9 να τεθούν σε ισχύ το συντομότερο δυνατόν, και το ΔΠΧΑ 17 να έχει ημερομηνία έναρξης εφαρμογής την 1η Ιανουαρίου 2021.

(10)

Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008, το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 4 Ασφαλιστήρια συμβόλαια τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ένας χρηματοπιστωτικός όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 14) της οδηγίας 2002/87/ΕΚ, δύναται να επιλέξει, καμία από τις οντότητές του οι οποίες δραστηριοποιούνται στον ασφαλιστικό τομέα, κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 8) στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας, να μην εφαρμόζει το ΔΠΧΑ 9 στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις για τα οικονομικά έτη των οποίων η έναρξη προηγείται της 1ης Ιανουαρίου 2021, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

κανένα χρηματοπιστωτικό μέσο δεν μεταβιβάζεται μεταξύ του ασφαλιστικού τομέα και κάθε άλλου τομέα του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων μετά τις 29 Νοεμβρίου 2017, πλην των χρηματοπιστωτικών μέσων που επιμετρώνται στην εύλογη αξία και των οποίων οι μεταβολές στην εύλογη αξία αναγνωρίζονται μέσω των αποτελεσμάτων από αμφότερους τους τομείς που εμπλέκονται στις μεταβιβάσεις αυτές·

β)

ο χρηματοπιστωτικός όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων δηλώνει στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις τις ασφαλιστικές οντότητες του ομίλου οι οποίες εφαρμόζουν το ΔΛΠ 39·

γ)

οι πληροφορίες που ζητούνται από το ΔΠΧΑ 7 παρέχονται χωριστά για τον ασφαλιστικό τομέα εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 39 και για τον υπόλοιπο όμιλο εφαρμόζοντας το ΔΠΧΑ 9.

Άρθρο 3

1.   Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.

2.   Ωστόσο, ένας χρηματοπιστωτικός όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων μπορεί να επιλέξει να εφαρμόσει τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού τους έτους που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).

(3)  Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ, 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα σε συνδυασμό με το ΔΠΧΑ 4 Ασφαλιστήρια Συμβόλαια

(Τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4)

Τροποποιήσεις στο

ΔΠΧΑ 4 Ασφαλιστήρια συμβόλαια

Τροποποιείται η παράγραφος 3.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

3.

Το παρόν ΔΠΧΑ δεν αναφέρεται σε άλλες πτυχές της λογιστικής των ασφαλιστών, όπως είναι η λογιστική αντιμετώπιση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που κατέχονται από ασφαλιστικούς φορείς και χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που εκδίδονται από ασφαλιστές (βλέπε ΔΛΠ 32 Χρηματοοικονομικά μέσα: Παρουσίαση, ΔΠΧΑ 7 και ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά μέσα), εκτός από τα εξής:

α)

η παράγραφος 20A επιτρέπει στους ασφαλιστές που πληρούν καθορισμένα κριτήρια να εφαρμόζουν μια προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9·

β)

η παράγραφος 35B επιτρέπει στους ασφαλιστές να εφαρμόζουν την προσέγγιση επικάλυψης σε καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία· και

γ)

η παράγραφος 45 επιτρέπει, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, στους ασφαλιστές να ανακατατάσσουν κάποια ή όλα τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά τους στοιχεία, έτσι ώστε τα περιουσιακά στοιχεία να αποτιμώνται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων.

Τροποποιείται η παράγραφος 5.

5.

Για λόγους διευκόλυνσης, το παρόν ΔΠΧΑ αναφέρεται σε κάθε οικονομική οντότητα που εκδίδει ασφαλιστήριο συμβόλαιο ως ασφαλιστή, ασχέτως του αν ο εκδότης θεωρείται ασφαλιστής για νομικούς ή εποπτικούς σκοπούς. Όλες οι παραπομπές στον ασφαλιστή στις παραγράφους 3α)–3β), 20A–20ΙΖ, 35B–35N, 39B–39ΙΓ και 46–49 νοούνται ως αναφερόμενες στον εκδότη ενός χρηματοπιστωτικού μέσου που περιέχει χαρακτηριστικό προαιρετικής συμμετοχής.

Προστίθενται νέοι τίτλοι κάτω από τις παραγράφους 20, 20ΙΑ και 20ΙΔ. Προστίθενται νέες παράγραφοι 20A–20ΙΖ.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ

Προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9

20A

Το ΔΠΧΠ 9 αφορά τη λογιστική αντιμετώπιση των χρηματοπιστωτικών μέσων και τίθεται σε ισχύ για ετήσιες περιόδους που ξεκινούν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα. Ωστόσο, για έναν ασφαλιστή που πληροί τα κριτήρια της παραγράφου 20B, το παρόν ΔΠΧΑ προβλέπει μια προσωρινή εξαίρεση που επιτρέπει, αλλά δεν απαιτεί, να εφαρμόζει ο ασφαλιστής το ΔΛΠ 39 Χρηματοοικονομικά μέσα: Αναγνώριση και επιμέτρηση και όχι το ΔΠΧΠ 9 για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2021. Ένας ασφαλιστής που εφαρμόζει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9:

α)

χρησιμοποιεί τις απαιτήσεις του ΔΠΧΑ 9 που είναι αναγκαίες για τις γνωστοποιήσεις που απαιτούνται στις παραγράφους 39Β-39Ι του παρόντος ΔΠΧΑ· και

β)

εφαρμόζει όλα τα άλλα ΔΠΧΑ που ισχύουν για τα χρηματοπιστωτικά μέσα του, με εξαίρεση τα καθοριζόμενα στις παραγράφους 20A–20ΙΖ, 39B–39Ι και 46–47 του παρόντος ΔΠΧΑ.

20B

Ο ασφαλιστής μπορεί να ζητήσει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 όταν, και μόνον όταν:

α)

δεν έχει προηγουμένως εφαρμόσει οποιαδήποτε έκδοση του ΔΠΧΑ 9  (1) , παρά μόνον τις απαιτήσεις που ισχύουν για την παρουσίαση των κερδών και ζημιών επί των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που προσδιορίζονται ως επιμετρούμενες στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων των παραγράφων 5.7.1γ), 5.7.7–5.7.9, 7.2.14 και B5.7.5–B5.7.20 του ΔΠΧΑ 9· και

β)

οι δραστηριότητές του συνδέονται κυρίως με την ασφάλιση, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 20Δ, κατά την ημερομηνία της ετήσιας αναφοράς αμέσως πριν από την 1η Απριλίου 2016, ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία της ετήσιας αναφοράς όπως ορίζεται στην παράγραφο 20Ζ.

20Γ

Ο ασφαλιστής που εφαρμόζει την προσωρινή απαλλαγή από το ΔΠΧΑ 9 επιτρέπεται να επιλέξει να εφαρμόσει μόνο τις απαιτήσεις για την παρουσίαση των κερδών και ζημιών σχετικά με τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις που αναγνωρίζονται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων στις παραγράφους 5.7.1γ), 5.7.7–5.7.9, 7.2.14 και B5.7.5–B5.7.20 του ΔΠΧΑ 9. Αν ο ασφαλιστής επιλέξει να εφαρμόσει τις απαιτήσεις αυτές, εφαρμόζει τις σχετικές μεταβατικές διατάξεις του ΔΠΧΑ 9, γνωστοποιεί το γεγονός ότι έχει εφαρμόσει τις εν λόγω απαιτήσεις και παρέχει σε συνεχή βάση τις σχετικές γνωστοποιήσεις που παρατίθενται στις παραγράφους 10-11 του ΔΠΧΑ 7 (όπως τροποποιήθηκε από το ΔΠΧΑ 9 (2010)).

20Δ

Οι δραστηριότητες του ασφαλιστή συνδέονται κυρίως με την ασφάλιση όταν και μόνον όταν:

α)

η λογιστική αξία των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ, που περιλαμβάνει το σύνολο των στοιχείων κατάθεσης ή ενσωματωμένα παράγωγα διαχωρισμένα από ασφαλιστήρια συμβόλαια που εφαρμόζουν τις παραγράφους 7–12 του παρόντος ΔΠΧΑ, είναι σημαντική σε σύγκριση με τη συνολική λογιστική αξία όλων των υποχρεώσεών του· και

β)

το ποσοστό της συνολικής λογιστικής αξίας των υποχρεώσεων που συνδέονται με ασφαλίσεις (βλέπε παράγραφο 20Ε) σε σχέση με τη συνολική λογιστική αξία όλων των υποχρεώσεών του είναι:

(i)

μεγαλύτερο από 90 τοις εκατό· ή

(ii)

μικρότερο ή ίσο με 90 τοις εκατό αλλά μεγαλύτερο από 80 τοις εκατό, και ο ασφαλιστής δεν ασκεί σημαντική δραστηριότητα άσχετη προς την ασφάλιση (βλέπε παράγραφο 20ΣΤ).

20E

για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 20Δβ), οι υποχρεώσεις που συνδέονται με ασφαλίσεις περιλαμβάνουν:

α)

τις υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 20Δα)·

β)

τις υποχρεώσεις από επενδυτικές συμβάσεις μη παράγωγων που αποτιμώνται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων με εφαρμογή του ΔΛΠ 39 (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προσδιορίζονται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων στις οποίες ο ασφαλιστής έχει εφαρμόσει τις απαιτήσεις του ΔΠΧΑ 9 για την παρουσίαση των κερδών και των ζημιών (βλέπε παραγράφους 20Βα) και 20Γ))· και

γ)

τις υποχρεώσεις που προκύπτουν, επειδή ο ασφαλιστής εκδίδει ή εκπληρώνει υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις συμβάσεις των στοιχείων α) και β). Παραδείγματα τέτοιων υποχρεώσεων είναι, μεταξύ άλλων, τα παράγωγα τα οποία χρησιμοποιούνται για τον μετριασμό των κινδύνων που απορρέουν από τις εν λόγω συμβάσεις και από τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία τις εξασφαλίζουν, σχετικές φορολογικές υποχρεώσεις όπως οι αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις για φορολογητέες προσωρινές διαφορές σχετικά με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εν λόγω συμβάσεις, καθώς και χρεόγραφα που εκδίδονται και περιλαμβάνονται στο κανονιστικό κεφάλαιο του ασφαλιστή.

20ΣΤ

Για την εκτίμηση του κατά πόσον ο ασφαλιστής ασκεί σημαντική δραστηριότητα άσχετη προς την ασφάλιση για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 20Δβ)(ii), ο εν λόγω ασφαλιστής εξετάζει:

α)

μόνον τις δραστηριότητες από τις οποίες δύναται να αποκτά έσοδα και να αναλαμβάνει έξοδα· και

β)

ποσοτικούς ή ποιοτικούς παράγοντες (ή και τα δύο), συμπεριλαμβανομένων δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών, όπως η ταξινόμηση των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας που εφαρμόζουν οι χρήστες των οικονομικών καταστάσεων στον ασφαλιστή.

20Ζ

Η παράγραφος 20Ββ) απαιτεί από την οικονομική οντότητα να αξιολογεί κατά πόσον πληροί τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 κατά την ημερομηνία της ετήσιας αναφοράς της αμέσως πριν από την 1η Απριλίου 2016. Μετά την εν λόγω ημερομηνία:

α)

η οικονομική οντότητα που προηγουμένως πληρούσε τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 επαναξιολογεί κατά πόσον οι δραστηριότητές της συνδέονται κυρίως με την ασφάλιση σε μεταγενέστερη ημερομηνία ετήσιας αναφοράς όταν, και μόνον όταν, υπάρχει μεταβολή στις δραστηριότητες της οικονομικής οντότητας, όπως περιγράφεται στις παραγράφους 20H–20Θ, κατά την ετήσια περίοδο που έληξε την ημερομηνία αυτή.

β)

η οικονομική οντότητα που προηγουμένως δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 επιτρέπεται να επαναξιολογήσει κατά πόσον οι δραστηριότητές της συνδέονται κυρίως με την ασφάλιση σε μεταγενέστερη ημερομηνία ετήσιας αναφοράς πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2018 όταν, και μόνον όταν, υπάρχει μεταβολή στις δραστηριότητες της οικονομικής οντότητας, όπως περιγράφεται στις παραγράφους 20H–20Θ, κατά την ετήσια περίοδο που έληξε την ημερομηνία αυτή.

20H

Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 20Ζ, μεταβολή στις δραστηριότητες της οικονομικής οντότητας είναι μια μεταβολή η οποία:

α)

καθορίζεται από τα ανώτατα διοικητικά στελέχη της οντότητας λόγω εξωτερικών ή εσωτερικών μεταβολών·

β)

είναι σημαντική για τις δραστηριότητες της οικονομικής οντότητας· και

γ)

μπορεί να αποδειχθεί σε εξωτερικούς φορείς.

Ως εκ τούτου, η εν λόγω μεταβολή επέρχεται μόνον όταν η οικονομική οντότητα αρχίζει ή παύει να ασκεί μια δραστηριότητα που είναι σημαντική για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες ή μεταβάλλει σημαντικά το μέγεθος μιας από τις δραστηριότητές της· για παράδειγμα, όταν η οικονομική οντότητα έχει αποκτήσει, διαθέσει ή τερματίσει έναν επιχειρηματικό τομέα.

20Θ

Η μεταβολή των δραστηριοτήτων της οντότητας, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 20, αναμένεται να είναι πολύ σπάνια. Οι περιπτώσεις που ακολουθούν δεν αποτελούν μεταβολές τις δραστηριότητες μιας οικονομικής οντότητας για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 20Ζ:

α)

μια μεταβολή στη δομή χρηματοδότησης της οντότητας που από μόνη της δεν επηρεάζει τις δραστηριότητες από τις οποίες η οικονομική οντότητα προβαίνει σε δαπάνες και αποκτά έσοδα.

β)

η οικονομική οντότητα σκοπεύει να πωλήσει έναν επιχειρηματικό τομέα, ακόμα και αν τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις κατατάσσονται ως κατεχόμενα προς πώληση με εφαρμογή του ΔΠΧΑ 5 Μη κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται προς πώληση και διακοπείσες δραστηριότητες. Το σχέδιο πώλησης ενός επιχειρηματικού τομέα θα μπορούσε να μεταβάλει τις δραστηριότητες της οικονομικής οντότητας και να οδηγήσει σε επαναξιολόγηση στο μέλλον, αλλά δεν έχει ακόμη επηρεάσει τις υποχρεώσεις που αναγνωρίζονται στην κατάσταση οικονομικής θέσης της οντότητας.

20Ι

Αν η οικονομική οντότητα δεν πληροί πλέον τα κριτήρια για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 συνεπεία επαναξιολόγησης (βλέπε παράγραφο 20Ζα)), η οικονομική οντότητα επιτρέπεται να συνεχίσει να εφαρμόζει την προσωρινή απαλλαγή από το ΔΠΧΑ 9 μόνον μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου που άρχισε αμέσως μετά την επανεκτίμηση αυτή. Ωστόσο, η οικονομική οντότητα πρέπει να εφαρμόσει το ΔΠΧΠ 9 για τις ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2021 ή μετά από αυτήν. Για παράδειγμα, αν μια οικονομική οντότητα διαπιστώσει ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 με την εφαρμογή της παραγράφου 20Ζα) στις 31 Δεκεμβρίου 2018 (το τέλος της ετήσιας περιόδου της), τότε η οικονομική οντότητα επιτρέπεται να συνεχίσει να εφαρμόζει την προσωρινή απαλλαγή από το ΔΠΧΑ 9 μόνο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2019.

20ΙΑ

Ο ασφαλιστής που είχε προηγουμένως επιλέξει να εφαρμόσει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 δύναται κατά την έναρξη οποιασδήποτε επόμενης ετήσιας περιόδου να επιλέξει αμετάκλητα να εφαρμόζει το ΔΠΧΑ 9.

Ο υιοθετών για πρώτη φορά

20ΙΒ

Ο υιοθετών για πρώτη φορά, όπως ορίζεται στο ΔΠΧΑ 1 Πρώτη εφαρμογή των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς, μπορεί να εφαρμόζει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 που περιγράφεται στην παράγραφο 20Α, εφόσον, και μόνον εφόσον, πληροί τα κριτήρια που περιγράφονται στην παράγραφο 20Β. Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 20Ββ), ο υιοθετών για πρώτη φορά χρησιμοποιεί τη λογιστική αξία που προσδιορίζεται εφαρμόζοντας τα ΔΠΧΠ κατά την ημερομηνία που ορίζεται στην εν λόγω παράγραφο.

20ΙΓ

Το ΔΠΧΑ 1 περιλαμβάνει απαιτήσεις και εξαιρέσεις που ισχύουν για τον υιοθετούντα για πρώτη φορά· Οι εν λόγω απαιτήσεις και εξαιρέσεις (για παράδειγμα οι παράγραφοι Δ16–Δ17 του ΔΠΧΑ 1) δεν υπερισχύουν των απαιτήσεων των παραγράφων 20A–20ΙΖ και 39B–39Ι του παρόντος ΔΠΧΑ. Για παράδειγμα, οι απαιτήσεις και οι εξαιρέσεις που περιλαμβάνονται στο ΔΠΧΠ 1 δεν υπερισχύουν της απαίτησης ότι ένας υιοθετών για πρώτη φορά πρέπει να πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο 20ΙΒ προκειμένου να εφαρμόσει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9.

20ΙΔ

Ο υιοθετών για πρώτη φορά που γνωστοποιεί τις πληροφορίες που απαιτούνται από τις παραγράφους 39B–39Ι χρησιμοποιεί τις απαιτήσεις και τις εξαιρέσεις που περιλαμβάνονται στο ΔΠΧΠ 1 οι οποίες αφορούν την πραγματοποίηση των αξιολογήσεων που απαιτούνται για τις εν λόγω γνωστοποιήσεις.

Προσωρινή εξαίρεση από ειδικές απαιτήσεις του ΔΛΠ 28

20ΙΕ

Οι παράγραφοι 35–36 του ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις και κοινοπραξίες απαιτούν από την οικονομική οντότητα να εφαρμόζει ενιαίες λογιστικές πολιτικές όταν χρησιμοποιεί τη μέθοδο της καθαρής θέσης. Ωστόσο, για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2021, η οικονομική οντότητα επιτρέπεται, αλλά δεν υποχρεούται, να διατηρεί τις σχετικές λογιστικές πολιτικές που εφαρμόζονται από τη συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία ως εξής:

α)

η οικονομική οντότητα εφαρμόζει το ΔΠΧΑ 9, αλλά η συγγενής επιχείρηση ή κοινοπραξία εφαρμόζει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9· ή

β)

η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 αλλά η συγγενής επιχείρηση ή κοινοπραξία εφαρμόζει το ΔΠΧΑ 9.

20ΙΣΤ

Όταν η οικονομική οντότητα χρησιμοποιεί τη μέθοδο της καθαρής θέσης για να λογιστικοποιήσει την επένδυσή της σε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία:

α)

εάν προηγουμένως είχε εφαρμοστεί το ΔΠΧΑ 9 στις οικονομικές καταστάσεις που χρησιμοποιούνταν για την εφαρμογή της μεθόδου της καθαρής θέσης σε αυτή τη συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία (μετά την εμφάνιση τυχόν προσαρμογών που είχε πραγματοποιήσει η οικονομική οντότητα), τότε εξακολουθεί να εφαρμόζεται το ΔΠΧΑ 9.

β)

εάν προηγουμένως είχε εφαρμοστεί η προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 στις οικονομικές καταστάσεις που χρησιμοποιούνταν για την εφαρμογή της μεθόδου της καθαρής θέσης σε αυτή τη συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία (μετά την εμφάνιση τυχόν προσαρμογών που είχε πραγματοποιήσει η οικονομική οντότητα), τότε μπορεί μεταγενέστερα να εφαρμοστεί το ΔΠΧΑ 9.

20ΙΖ

Η οικονομική οντότητα μπορεί να εφαρμόζει τις παραγράφους 20ΙΕ και 20ΙΣΤβ) χωριστά για κάθε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία.

Προστίθενται νέες παράγραφοι 35A–35ΙΔ, 39B–39M και 46–49. Προστίθενται νέοι τίτλοι κάτω από τις παραγράφους 35A, 35ΙΑ, 35ΙΓ, 39A, 39Ι, 45 και 47.

Χαρακτηριστικά προαιρετικής συμμετοχής σε χρηματοοικονομικά μέσα

35A

Οι προσωρινές εξαιρέσεις των παραγράφων 20A, 20ΙΒ και 20ΙΕ και η προσέγγιση επικάλυψης της παραγράφου 35B είναι επίσης διαθέσιμες για έναν εκδότη χρηματοπιστωτικού μέσου που περιέχει χαρακτηριστικό προαιρετικής συμμετοχής. Ως εκ τούτου, όλες οι αναφορές στον ασφαλιστή στις παραγράφους 3α)–3β), 20A–20ΙΖ, 35B–35ΙΔ, 39B–39ΙΓ και 46–49 νοούνται ως αναφερόμενες και στον εκδότη ενός χρηματοπιστωτικού μέσου που περιέχει χαρακτηριστικό προαιρετικής συμμετοχής.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Η προσέγγιση επικάλυψης

35B

Ο ασφαλιστής επιτρέπεται, αλλά δεν υποχρεούται, να εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης σε καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Ο ασφαλιστής που εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης:

α)

αναταξινομεί μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων ένα ποσό που έχει ως συνέπεια τα αποτελέσματα στο τέλος της περιόδου αναφοράς για τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία να είναι τα ίδια ως εάν ο ασφαλιστής να είχε εφαρμόσει το ΔΛΠ 39 στα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Κατά συνέπεια, το ποσό που αναταξινομείται ισούται με τη διαφορά μεταξύ:

(i)

του ποσού που αναφέρεται στα αποτελέσματα για τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9· και

(ii)

του ποσού που θα είχε αναφερθεί στα αποτελέσματα για τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία εάν ο ασφαλιστής είχε εφαρμόσει το ΔΛΠ 39.

β)

εφαρμόζει όλα τα άλλα εφαρμοστέα ΔΠΧΑ στα χρηματοοικονομικά μέσα του, με εξαίρεση τα καθοριζόμενα στις παραγράφους 35B–35ΙΔ, 39ΙΑ–39ΙΓ και 48–49 του παρόντος ΔΠΧΑ.

35Γ

Ο ασφαλιστής μπορεί να επιλέξει να εφαρμόσει την προσέγγιση επικάλυψης που περιγράφεται στην παράγραφο 35Β μόνο κατά την πρώτη εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9, μεταξύ άλλων και κατά την πρώτη εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 ενώ προηγουμένως έχει εφαρμόσει:

α)

την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 που περιγράφεται στην παράγραφο 20Α· ή

β)

μόνον τις απαιτήσεις για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων από χρηματοοικονομικά στοιχεία του παθητικού αναγνωριζόμενα στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων στις παραγράφους 5.7.1γ), 5.7.7–5.7.9, 7.2.14 και B5.7.5–B5.7.20 του ΔΠΧΑ 9.

35Δ

Ο ασφαλιστής παρουσιάζει το ποσό που αναταξινομήθηκε μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων εφαρμόζοντας την προσέγγιση επικάλυψης:

α)

στα αποτελέσματα ως χωριστό κονδύλι· και

β)

στα λοιπά συνολικά έσοδα ως χωριστό στοιχείο των λοιπών συνολικών εσόδων.

35E

Ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο είναι επιλέξιμο για καθορισμό για την προσέγγιση επικάλυψης εάν, και μόνο εάν, πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

έχει επιμετρηθεί στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων εφαρμόζοντας το ΔΠΧΑ 9, αλλά δεν θα είχε επιμετρηθεί στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων στο σύνολό του εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 39· και

β)

δεν διακρατείται σε σχέση με μια δραστηριότητα που δεν συνδέεται με τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ. Παραδείγματα χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που δεν θα μπορούσαν να είναι επιλέξιμα για την προσέγγιση επικάλυψης είναι εκείνα τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που διακρατούνται σε σχέση με τραπεζικές δραστηριότητες ή χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία διακρατούμενα σε κεφάλαια σχετικά με συμβάσεις επενδύσεων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ.

35ΣΤ

Ο ασφαλιστής μπορεί να καθορίσει ένα επιλέξιμο χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο για την προσέγγιση επικάλυψης όταν επιλέγει να εφαρμόσει την προσέγγιση επικάλυψης (βλέπε παράγραφο 35Γ). Στη συνέχεια, μπορεί να καθορίσει ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο που είναι επιλέξιμο για την προσέγγιση επικάλυψης όταν, και μόνον όταν:

α)

το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο είναι αρχικά αναγνωρισμένο· ή

β)

το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο πληροί για πρώτη φορά το κριτήριο της παραγράφου 35Εβ) ενώ προηγουμένως δεν πληρούσε το κριτήριο αυτό.

35Ζ

Ο ασφαλιστής επιτρέπεται να προσδιορίζει επιλέξιμα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία για την προσέγγιση επικάλυψης εφαρμόζοντας την παράγραφο 35ΣΤ σε μεμονωμένη βάση.

35H

Κατά περίπτωση, για την εφαρμογή της προσέγγισης επικάλυψης σε ένα καθορισμένο για πρώτη φορά χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο εφαρμόζοντας την παράγραφο 35ΣΤβ):

α)

η εύλογη αξία του κατά την ημερομηνία του καθορισμού είναι η λογιστική αξία του νέου αποσβεσμένου κόστους· και

β)

το πραγματικό επιτόκιο καθορίζεται με βάση την εύλογη αξία κατά την ημερομηνία του καθορισμού.

35Θ

Η οικονομική οντότητα συνεχίζει να εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης σε καθορισμένο χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο έως ότου το χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο πάψει να αναγνωρίζεται. Ωστόσο, η οικονομική οντότητα:

α)

απο-καθορίζει ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο όταν το χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο δεν πληροί πλέον το κριτήριο της παραγράφου 35Εβ). Για παράδειγμα, ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο δεν πληροί το κριτήριο αυτό, όταν η οικονομική οντότητα μεταφέρει εκείνο το περιουσιακό στοιχείο κατά τρόπο ώστε να διακρατείται σε σχέση με τις τραπεζικές της δραστηριότητες ή όταν η οικονομική οντότητα παύει να είναι ασφαλιστής.

β)

δύναται, κατά την έναρξη κάθε ετήσιας περιόδου, να σταματήσει να εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης για όλα τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Η οικονομική οντότητα που επιλέγει να μην εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης εφαρμόζει το ΔΛΠ 8 για να ληφθεί υπόψη η αλλαγή της λογιστικής πολιτικής.

35Ι

Όταν μια οικονομική οντότητα απο-καθορίζει ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο εφαρμόζοντας την παράγραφο 35Θα), ανακατατάσσει από το λοιπό συνολικό συσσωρευμένο εισόδημα στα αποτελέσματα ως προσαρμογή από ανακατάταξη (βλέπε ΔΛΠ 1) τυχόν υπόλοιπο που σχετίζεται με το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο.

35ΙΑ

Εάν μια οικονομική οντότητα αποφασίσει να μην χρησιμοποιεί πλέον την προσέγγιση επικάλυψης εφαρμόζοντας την επιλογή της παραγράφου 35Θβ) ή διότι δεν είναι πλέον ασφαλιστής, δεν εφαρμόζει μεταγενέστερα την προσέγγιση επικάλυψης. Ο ασφαλιστής που έχει επιλέξει να εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης (βλέπε παράγραφο 35Γ), αλλά δεν διαθέτει επιλέξιμα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (βλέπε παράγραφο 35Ε) μπορεί μεταγενέστερα να εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης όταν θα διαθέτει επιλέξιμα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία.

Αλληλεπίδραση με άλλες απαιτήσεις

35ΙΒ

Η παράγραφος 30 του παρόντος ΔΠΧΑ επιτρέπει μια πρακτική που ενίοτε περιγράφεται και ως «σκιώδης λογιστική». Αν ο ασφαλιστής εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης, η σκιώδης λογιστική μπορεί να είναι εφαρμόσιμη.

35ΙΓ

Η αναταξινόμηση ενός ποσού μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων εφαρμόζοντας την παράγραφο 35β ενδέχεται να έχει έμμεσες επιπτώσεις για τη συμπερίληψη άλλων ποσών στα λοιπά συνολικά έσοδα, όπως οι φόροι εισοδήματος. Ο ασφαλιστής εφαρμόζει τα σχετικά ΔΠΧΑ, όπως το ΔΛΠ 12 Φόροι εισοδήματος, προκειμένου να προσδιορίσει τις ενδεχόμενες έμμεσες επιπτώσεις.

Ο υιοθετών για πρώτη φορά

35ΙΔ

Εάν ένας υιοθετών για πρώτη φορά επιλέξει να εφαρμόσει την προσέγγιση επικάλυψης, θα πρέπει να επαναδιατυπώσει τη συγκριτική πληροφόρηση ώστε να αντικατοπτρίζει την προσέγγιση επικάλυψης όταν, και μόνον όταν, επαναδιατυπώνει τη συγκριτική πληροφόρηση προκειμένου να συμμορφωθεί με το ΔΠΧΑ 9 (βλέπε παραγράφους Ε1–Ε2 του ΔΠΧΑ 1).

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Γνωστοποιήσεις σχετικά με την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9

39B

Ο ασφαλιστής που επιλέγει να εφαρμόσει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 γνωστοποιεί πληροφορίες που επιτρέπουν στους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων:

α)

να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο ο ασφαλιστής πληρούσε τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση· και

β)

να συγκρίνουν τους ασφαλιστές που εφαρμόζουν την προσωρινή εξαίρεση με οντότητες που εφαρμόζουν το ΔΠΧΑ 9.

39Γ

Προκειμένου να συμμορφωθεί με την παράγραφο 39Βα), ο ασφαλιστής γνωστοποιεί το γεγονός ότι εφαρμόζει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 και τον τρόπο με τον οποίο ο ασφαλιστής συμπέρανε κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στην παράγραφο 20Ββ) ότι πληροί τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

α)

εάν η λογιστική αξία των υποχρεώσεών του που απορρέουν από συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ (ήτοι εκείνων των υποχρεώσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 20Εα)) ήταν κατώτερη από ή ίση με το 90 τοις εκατό της συνολικής λογιστικής αξίας όλων των υποχρεώσεών του, τη φύση και τη λογιστική αξία των υποχρεώσεων που συνδέονται με ασφάλιση που δεν είναι υποχρεώσεις που προκύπτουν από συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ (ήτοι εκείνες οι υποχρεώσεις που περιγράφονται στις παραγράφους 20 (β) και 20 (γ))·

β)

εάν το ποσοστό της συνολικής λογιστικής αξίας των υποχρεώσεών του που συνδέονται με την ασφάλιση σε σχέση με τη συνολική λογιστική αξία όλων των υποχρεώσεών του είναι μικρότερη από ή ίση με το 90 τοις εκατό αλλά μεγαλύτερη από 80 τοις εκατό, τον τρόπο με τον οποίο ο ασφαλιστής έκρινε ότι δεν προέβη σε σημαντική δραστηριότητα άσχετη προς την ασφάλιση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που έλαβε υπόψη· και

γ)

εάν ο ασφαλιστής πληρούσε τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9, βάσει επαναξιολόγησης εφαρμόζοντας την παράγραφο 20Ζβ):

(i)

το λόγο της επαναξιολόγησης·

(ii)

την ημερομηνία κατά την οποία συνέβη η σχετική μεταβολή στις δραστηριότητές του· και

(iii)

μια λεπτομερή εξήγηση της μεταβολής στις δραστηριότητές του και μια ποιοτική περιγραφή του αποτελέσματος της μεταβολής στις οικονομικές καταστάσεις του ασφαλιστή.

39Δ

Εάν, εφαρμόζοντας την παράγραφο 20Ζα), μια οντότητα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι δραστηριότητές της δεν είναι πλέον ως επί το πλείστον συνδεδεμένες με την ασφάλιση, γνωστοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες για κάθε περίοδο αναφοράς, πριν αρχίσει να εφαρμόζει το ΔΠΧΑ 9:

α)

το γεγονός ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις για την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9·

β)

την ημερομηνία κατά την οποία συνέβη η σχετική μεταβολή στις δραστηριότητές του· και

γ)

λεπτομερή αιτιολόγηση των μεταβολών στις δραστηριότητές του και ποιοτική περιγραφή του αποτελέσματος της μεταβολής στις οικονομικές καταστάσεις της οικονομικής οντότητας.

39E

Προκειμένου να συμμορφωθεί με την παράγραφο 39Ββ), ο ασφαλιστής γνωστοποιεί την εύλογη αξία στο τέλος της περιόδου αναφοράς, καθώς και το ποσό της μεταβολής της εύλογης αξίας κατά την περίοδο αυτή για τις ακόλουθες δύο ομάδες χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων χωριστά:

α)

τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με συμβατικές ρήτρες οι οποίες οδηγούν, σε καθορισμένες ημερομηνίες, σε ταμειακές ροές που είναι μόνο πληρωμές κεφαλαίου και τόκων για το ανεξόφλητο ποσό κεφαλαίου (ήτοι χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που πληρούν τις προϋποθέσεις των παραγράφων 4.1.2β) και 4.1.2Αβ) του ΔΠΧΑ 9), με εξαίρεση κάθε χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο που πληροί τον ορισμό των προοριζόμενων για διαπραγμάτευση στο ΔΠΧΑ 9, ή που είναι υπό τη διαχείριση και των οποίων η απόδοση εκτιμάται βάσει της εύλογης αξίας (βλέπε παράγραφο Β4.1.6 του ΔΠΧΑ 9).

β)

όλα τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία εκτός από εκείνα που ορίζονται στην παράγραφο 39Εα)· δηλαδή, κάθε χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο:

(i)

με συμβατικούς όρους που δεν οδηγούν, σε καθορισμένες ημερομηνίες, σε ταμειακές ροές που είναι αποκλειστικά πληρωμές κεφαλαίου και τόκων για το ανεξόφλητο ποσό κεφαλαίου·

(ii)

που πληροί τον ορισμό των προοριζόμενων για διαπραγμάτευση στο ΔΠΧΑ 9· ή

(iii)

που αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης και του οποίου η απόδοση εκτιμάται βάσει της εύλογης αξίας.

39ΣΤ

κατά τη γνωστοποίηση των πληροφοριών της παραγράφου 39E, ο ασφαλιστής:

α)

μπορεί να κρίνει ότι η λογιστική αξία του χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου όπως επιμετράται εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 39 είναι ένας λογικός κατ' εκτίμηση υπολογισμός της εύλογης αξίας, αν ο ασφαλιστής δεν υποχρεούται να γνωστοποιεί την εύλογη αξία του εφαρμόζοντας την παράγραφο 29α) του ΔΠΧΑ 7 (π.χ. βραχυπρόθεσμες εμπορικές απαιτήσεις)· κα

β)

λαμβάνει υπόψη το επίπεδο λεπτομερειών που είναι απαραίτητο προκειμένου να μπορέσουν οι χρήστες των οικονομικών καταστάσεων να κατανοήσουν τα χαρακτηριστικά των χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων.

39Ζ

Προκειμένου να συμμορφωθεί με την παράγραφο 39Ββ), ο ασφαλιστής γνωστοποιεί πληροφορίες σχετικά με την έκθεση σε πιστωτικό κίνδυνο, που περιλαμβάνουν σημαντικές συγκεντρώσεις πιστωτικού κινδύνου που είναι συμφυείς με τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που περιγράφονται στην παράγραφο 39Εα). Κατ' ελάχιστο, ο ασφαλιστής γνωστοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες για τα εν λόγω χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία στο τέλος της περιόδου αναφοράς:

α)

κατά βαθμίδες διαβάθμισης πιστωτικού κινδύνου, όπως ορίζονται στο ΔΠΧΑ 7, τις λογιστικές αξίες εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 39 (για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώνται στο αποσβεσμένο κόστος, πριν από οποιαδήποτε προσαρμογή για απομείωση αξίας).

β)

για τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που περιγράφονται στην παράγραφο 39Εα) που δεν έχουν χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο στο τέλος της περιόδου αναφοράς, την εύλογη αξία και τη λογιστική αξία εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 39 (για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώνται στο αποσβεσμένο κόστος, πριν από οποιαδήποτε προσαρμογή για απομείωση αξίας). Για τους σκοπούς της γνωστοποίησης αυτής, η παράγραφος Β5.5.22 του ΔΠΧΑ 9 ορίζει τις σχετικές απαιτήσεις για την εκτίμηση του κατά πόσον ο πιστωτικός κίνδυνος για ένα χρηματοπιστωτικό μέσο θεωρείται χαμηλός.

39H

Προκειμένου να συμμορφωθεί με την παράγραφο 39Ββ), ο ασφαλιστής γνωστοποιεί πληροφορίες σχετικά με το πού μπορεί ένας χρήστης των οικονομικών καταστάσεων να λάβει τις διαθέσιμες στο κοινό πληροφορίες του ΔΠΧΑ 9 τις σχετικές με μια οντότητα του ομίλου οι οποίες δεν παρέχονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του ομίλου για την αντίστοιχη περίοδο αναφοράς. Για παράδειγμα, οι εν λόγω πληροφορίες του ΔΠΧΑ 9 θα μπορούσαν να ληφθούν από τις δημόσια διαθέσιμες επιμέρους ή ατομικές οικονομικές καταστάσεις μιας οικονομικής οντότητας του ομίλου που έχει εφαρμόσει το ΔΠΧΑ 9.

39Θ

Εάν μια οικονομική οντότητα επιλέξει να εφαρμόσει την εξαίρεση της παραγράφου 20ΙΕ από συγκεκριμένες απαιτήσεις του ΔΛΠ 28, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.

39Ι

Εάν μια οικονομική οντότητα εφάρμοσε την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9 όταν λογιστικοποιεί την επένδυσή της σε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της καθαρής θέσης (για παράδειγμα, βλέπε παράγραφο 20ΙΕα)), η οικονομική οντότητα γνωστοποιεί τα ακόλουθα, επιπλέον των πληροφοριών που απαιτούνται από το ΔΠΧΑ 12 Γνωστοποίηση συμμετοχών σε άλλες οντότητες:

α)

τις πληροφορίες που περιγράφονται από τις παραγράφους 39B–39H για κάθε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία που είναι ουσιώδεις για την οικονομική οντότητα. Τα ποσά που γνωστοποιούνται είναι εκείνα που περιλαμβάνονται στις οικονομικές καταστάσεις ΔΠΧΑ της συγγενούς επιχείρησης ή της κοινοπραξίας αφού εμφανιστούν οι προσαρμογές που πραγματοποιούνται από την οικονομική οντότητα όταν χρησιμοποιεί τη μέθοδο της καθαρής θέσης (βλέπε παράγραφο B14α) του ΔΠΧΑ 12), και όχι το μερίδιο της οικονομικής οντότητας στα εν λόγω ποσά.

β)

τις ποσοτικές πληροφορίες που περιγράφονται από τις παραγράφους 39B–39H συνολικά για όλες τις επουσιώδεις σε μεμονωμένη βάση συγγενείς επιχειρήσεις ή κοινοπραξίες. Τα συνολικά ποσά:

(i)

που γνωστοποιούνται είναι το μερίδιο της οικονομικής οντότητας στα εν λόγω ποσά· και

(ii)

για τις συγγενείς επιχειρήσεις γνωστοποιούνται χωριστά από τα συνολικά ποσά που γνωστοποιούνται για τις κοινές επιχειρήσεις.

Γνωστοποιήσεις σχετικά με την προσέγγιση επικάλυψης

39ΙΑ

Ο ασφαλιστής που εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης γνωστοποιεί πληροφορίες που επιτρέπουν στους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων να κατανοήσουν:

α)

τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται το συνολικό ποσό που αναταξινομήθηκε μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων κατά την περίοδο αναφοράς· και

β)

το αποτέλεσμα της εν λόγω αναταξινόμησης των οικονομικών καταστάσεων.

39ΙΒ

Προκειμένου να συμμορφωθεί με την παράγραφο 39K, ο ασφαλιστής γνωστοποιεί:

α)

το γεγονός ότι εφαρμόζει την προσέγγιση επικάλυψης·

β)

τη λογιστική αξία, στο τέλος της περιόδου αναφοράς, των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων στα οποία ο ασφαλιστής έχει εφαρμόσει την προσέγγιση επικάλυψης, ανά κατηγορία χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου·

γ)

τη βάση καθορισμού χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για την προσέγγιση επικάλυψης, συμπεριλαμβανόμενης επεξήγησης για τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που διακρατούνται εκτός της νομικής οντότητας που εκδίδει συμβόλαια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ΔΠΧΑ·

δ)

επεξήγηση για το συνολικό ποσό που αναταξινομήθηκε μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων κατά την περίοδο αναφοράς κατά τρόπο που δίνει τη δυνατότητα στους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο προκύπτει το εν λόγω ποσό, που περιλαμβάνει τα εξής:

(i)

το ποσό που αναφέρεται στα αποτελέσματα για τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία εφαρμόζοντας το ΔΠΧΑ 9· και

(ii)

το ποσό που θα είχε αναφερθεί στα αποτελέσματα για τα καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, εάν ο ασφαλιστής είχε εφαρμόσει το ΔΛΠ 39.

ε)

τις επιπτώσεις της αναταξινόμησης που περιγράφεται στις παραγράφους 35B και 35ΙΓ για κάθε επηρεαζόμενο κονδύλι στα αποτελέσματα· και

στ)

αν κατά την περίοδο αναφοράς ο ασφαλιστής έχει αλλάξει τον καθορισμό χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων:

(i)

το ποσό που αναταξινομήθηκε μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων στην περίοδο αναφοράς που αφορά τα για πρώτη φορά καθορισθέντα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με εφαρμογή της προσέγγισης επικάλυψης (βλέπε παράγραφο 35ΣΤβ))·

(ii)

το ποσό το οποίο θα είχε αναταξινομηθεί μεταξύ αποτελεσμάτων και λοιπών συνολικών εσόδων στην περίοδο αναφοράς, εάν τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία δεν είχαν απο-καθοριστεί (βλέπε παράγραφο 35Θα))· και

(iii)

το ποσό που αναταξινομήθηκε κατά την περίοδο αναφοράς στα αποτελέσματα από το λοιπό συνολικό συσσωρευμένο εισόδημα για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που έχουν απο-καθοριστεί (βλέπε παράγραφο 35Ι).

39ΙΓ

Εάν μια οικονομική οντότητα εφάρμοσε την προσέγγιση επικάλυψης όταν λογιστικοποίησε την επένδυσή της σε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της καθαρής θέσης, η οικονομική οντότητα γνωστοποιεί τα ακόλουθα, επιπλέον των πληροφοριών που απαιτούνται από το ΔΠΧΑ 12:

α)

τις πληροφορίες που περιγράφονται στις παραγράφους 39ΙΑ–39ΙΒ για κάθε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία που είναι ουσιώδης για την οικονομική οντότητα. Τα ποσά που γνωστοποιούνται είναι εκείνα που περιλαμβάνονται στις οικονομικές καταστάσεις ΔΠΧΑ της συγγενούς επιχείρησης ή της κοινοπραξίας μετά την εμφάνιση των προσαρμογών που πραγματοποιεί η οικονομική οντότητα όταν χρησιμοποιεί τη μέθοδο της καθαρής θέσης (βλέπε παράγραφο B14α) του ΔΠΧΑ 12), και όχι το μερίδιο της οικονομικής οντότητας στα εν λόγω ποσά.

β)

τις ποσοτικές πληροφορίες που περιγράφονται στις παραγράφους 39ΙΑ–39ΙΒδ) και 39ΙΒστ), και τις συνέπειες της αναταξινόμησης που περιγράφεται στην παράγραφο 35Β για τα αποτελέσματα και τα λοιπά συνολικά έσοδα συνολικά για όλες τις μη ουσιώδεις σε μεμονωμένη βάση συγγενείς επιχειρήσεις ή κοινοπραξίες. Τα συνολικά ποσά:

(i)

που γνωστοποιούνται είναι το μερίδιο της οικονομικής οντότητας στα εν λόγω ποσά· και

(ii)

για τις συγγενείς επιχειρήσεις γνωστοποιούνται χωριστά από τα συνολικά ποσά που γνωστοποιούνται για τις κοινές επιχειρήσεις.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Εφαρμογή του ΔΠΧΑ 4 σε συνδυασμό με το ΔΠΧΑ 9

Προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9

46.

Η Εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά μέσα σε συνδυασμό με το ΔΠΧΑ 4 Ασφαλιστήρια συμβόλαια (τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4), που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016, τροποποίησε τις παραγράφους 3 και 5 και προσέθεσε τις παραγράφους 20A–20ΙΖ, 35A και 39B–39Ι και τίτλους μετά τις παραγράφους 20, 20ΙΑ, 20ΙΔ και 39A. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει αυτές τις τροποποιήσεις, οι οποίες επιτρέπουν στους ασφαλιστές που πληρούν καθορισμένα κριτήρια να εφαρμόζουν μια προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΠ 9 για ετήσιες περιόδους που ξεκινούν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μετά την ημερομηνία αυτή.

47.

Η οικονομική οντότητα που γνωστοποιεί τις πληροφορίες που απαιτούνται από τις παραγράφους 39B–39Ι χρησιμοποιεί τις μεταβατικές διατάξεις του ΔΠΧΑ 9 που σχετίζονται με την πραγματοποίηση των εκτιμήσεων που απαιτούνται για τις εν λόγω γνωστοποιήσεις. Η ημερομηνία αρχικής εφαρμογής για τον σκοπό αυτό θεωρείται ότι είναι η αρχή της πρώτης ετήσιας περιόδου που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μετά την ημερομηνία αυτή.

Η προσέγγιση επικάλυψης

48.

Η Εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά μέσα σε συνδυασμό με το ΔΠΧΑ 4 Ασφαλιστήρια συμβόλαια (τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 4), που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016, τροποποίησε τις παραγράφους 3 και 5 και προσέθεσε τις παραγράφους 35A–35ΙΒ και 39ΙΑ–39ΙΓ και τίτλους μετά τις παραγράφους 35A, 35ΙΑ, 35ΙΓ και 39Ι. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει αυτές τις τροποποιήσεις, οι οποίες επιτρέπουν στους ασφαλιστές να εφαρμόζουν την προσέγγιση επικάλυψης σε καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, κατά την πρώτη εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 (βλέπε παράγραφο 35Γ).

49.

Η οικονομική οντότητα που επιλέγει να εφαρμόσει την προσέγγιση επικάλυψης:

α)

εφαρμόζει την εν λόγω προσέγγιση αναδρομικά σε καθορισμένα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία κατά τη μετάβαση στο ΔΠΧΑ 9. Έτσι, για παράδειγμα, η οικονομική οντότητα αναγνωρίζει ως προσαρμογή στο υπόλοιπο έναρξης του λοιπού συνολικού συσσωρευμένου εισοδήματος ένα ποσό ίσο με τη διαφορά μεταξύ της εύλογης αξίας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που προσδιορίζεται εφαρμόζοντας το ΔΠΧΑ 9 και της λογιστικής αξίας που προσδιορίζεται εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 39.

β)

επαναδιατυπώνει τις συγκριτικές πληροφορίες ώστε να αντικατοπτρίζει την προσέγγιση επικάλυψης όταν, και μόνον όταν, η οικονομική οντότητα επαναδιατυπώνει τις συγκριτικές πληροφορίες εφαρμόζοντας το ΔΠΧΑ 9.


(1)  Το Συμβούλιο εξέδωσε διαδοχικές εκδόσεις του ΔΠΧΑ 9 το 2009, το 2010, το 2013 και το 2014.