2.6.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 142/4


ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2017/939 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 11ης Μαΐου 2017

σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της σύμβασης της Μιναμάτα για τον υδράργυρο

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α) δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2017/938 του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2013 (2), η σύμβαση της Μιναμάτα για τον υδράργυρο («η σύμβαση») υπεγράφη, εξ ονόματοςτης Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις 10 Οκτωβρίου 2013, με την επιφύλαξη της σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

(2)

Η σύμβαση εγκρίθηκε στο Κουμαμότο στις 10 Οκτωβρίου 2013. Η σύμβαση παρέχει ένα πλαίσιο για τον έλεγχο και τον περιορισμό της χρήσης υδράργυρου και ενώσεων υδράργυρου, καθώς και των ανθρωπογενών εκπομπών και εκλύσεων υδράργυρου και ενώσεων υδράργυρου στον αέρα, το νερό και το έδαφος, με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος.

(3)

Ο υδράργυρος είναι ουσία που χαρακτηρίζεται από τη διασυνοριακή της φύση. Επομένως, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος εντός της Ένωσης, συμπληρωματικά με τα εθνικά μέτρα.

(4)

Το έβδομο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον (3) καθορίζει τον μακροπρόθεσμο στόχο για ένα μη τοξικό περιβάλλον και αναφέρει, για το σκοπό αυτό, ότι απαιτείται η ανάληψη δράσης για να διασφαλιστεί έως το 2020 η ελαχιστοποίηση των σημαντικών δυσμενών επιδράσεων των χημικών ουσιών στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον.

(5)

Η κοινοτική στρατηγική του 2005 για τον υδράργυρο, όπως επανεξετάστηκε το 2010, αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών υδράργυρου, στη μείωση της προσφοράς και ζήτησης υδράργυρου, στην προστασία από την έκθεση στον υδράργυρο και στην προαγωγή της διεθνούς δράσης για τον υδράργυρο.

(6)

Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει την προσήλωσή του, όπως εκφράζεται στα συμπεράσματά του της 14ης Μαρτίου 2011, στον καθολικό στόχο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από τις εκλύσεις υδράργυρου και ενώσεών του με την ελαχιστοποίηση και, ει δυνατόν, την ολοσχερή εξάλειψη των παγκόσμιων ανθρωπογενών εκλύσεων υδράργυρου στον αέρα, το νερό και το έδαφος. Η σύμβαση συμβάλλει στην επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(7)

Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 της σύμβασης, η Ένωση, θα πρέπει, στην πράξη κύρωσής της, να δηλώσει το εύρος των αρμοδιοτήτων της αναφορικά με τα θέματα που διέπονται από τη σύμβαση.

(8)

Η σύμβαση θα πρέπει να εγκριθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η σύμβαση της Μιναμάτα για τον υδράργυρο.

Εγκρίνεται επίσης η δήλωση των αρμοδιοτήτων που απαιτείται από το άρθρο 30 παράγραφος 3 της σύμβασης.

Το κείμενο της σύμβασης και η δήλωση των αρμοδιοτήτων επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου ορίζει το ή τα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται να καταθέσουν, εξ ονόματος της Ένωσης, το έγγραφο έγκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 της σύμβασης μαζί με τη δήλωση των αρμοδιοτήτων.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 11 Μαΐου 2017.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. GALDES


(1)  Εγκρίθηκε στις 27 Απριλίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2017/938 του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με την υπογραφή εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης της σύμβασης της Μιναμάτα για τον υδράργυρο (βλέπε σ. 2 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(3)  Απόφαση αριθ. 1386/2013/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, σχετικά με γενικό ενωσιακό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έως το 2020 «Ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας» (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 171).


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΜΙΝΑΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟ

Τα συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας σύμβασης,

Αναγνωρίζοντας ότι ο υδράργυρος είναι μια χημική ουσία που προκαλεί παγκόσμια ανησυχία λόγω της μεταφοράς των ατμοσφαιρικών ρύπων του σε μεγάλη απόσταση, της μεγάλης διάρκειας ζωής του στο περιβάλλον εξαιτίας της ανθρωπογενούς ρύπανσης, της ικανότητας βιοσυσσώρευσής του στα οικοσυστήματα, καθώς και λόγω των σημαντικών αρνητικών επιπτώσεών του στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον,

Υπενθυμίζοντας την απόφαση 25/5, της 20ής Φεβρουαρίου 2009, του διοικητικού συμβουλίου του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον περί ανάληψης διεθνούς δράσης για τη διαχείριση του υδραργύρου με αποδοτικό, αποτελεσματικό και συνεκτικό τρόπο,

Υπενθυμίζοντας την παράγραφο 221 του εγγράφου αποτελεσμάτων της διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη με τίτλο «The future we want» («Το μέλλον που θέλουμε»), όπου απευθύνεται έκκληση για επιτυχή έκβαση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη θέσπιση διεθνούς νομικά δεσμευτικής πράξης για τον υδράργυρο, με σκοπό την αντιμετώπιση των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον,

Υπενθυμίζοντας την επιβεβαίωση των αρχών της διακήρυξης του Ρίο για το περιβάλλον και την ανάπτυξη στο πλαίσιο της διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των κοινών αλλά διαφοροποιημένων ευθυνών, και αναγνωρίζοντας τις επιμέρους συνθήκες και ικανότητες των κρατών σε εθνικό επίπεδο, καθώς και την ανάγκη ανάληψης διεθνούς δράσης,

Έχοντας επίγνωση των ανησυχιών που εκφράζονται για την υγεία, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, λόγω της έκθεσης στον υδράργυρο ευπαθών πληθυσμών, και ειδικότερα των γυναικών, των παιδιών και, μέσω αυτών, των μελλοντικών γενεών,

Επισημαίνοντας την ιδιαίτερη ευπάθεια των αρκτικών οικοσυστημάτων και των ιθαγενών κοινοτήτων λόγω της βιομεγέθυνσης του υδραργύρου και της μόλυνσης των παραδοσιακών ειδών διατροφής, και εκφράζοντας την ανησυχία τους για τις ιθαγενείς κοινότητες γενικότερα όσον αφορά τις επιπτώσεις του υδραργύρου,

Αναγνωρίζοντας τα σημαντικά διδάγματα που αντλήθηκαν από τη νόσο της Μιναμάτα, ιδίως όσον αφορά τις σοβαρές επιπτώσεις της ρύπανσης από τον υδράργυρο για την υγεία και το περιβάλλον, καθώς και την ανάγκη για ορθή διαχείριση του υδραργύρου και πρόληψη έναντι ανάλογων συμβάντων στο μέλλον,

Υπογραμμίζοντας τη σημασία της χρηματοδοτικής, τεχνικής, τεχνολογικής υποστήριξης, καθώς και της στήριξης όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων, ιδίως για τις αναπτυσσόμενες χώρες και τις χώρες με μεταβατική οικονομία, με σκοπό την ενίσχυση των εθνικών δυνατοτήτων διαχείρισης του υδραργύρου και την προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής της σύμβασης,

Αναγνωρίζοντας επίσης τις δραστηριότητες της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για την προστασία της ανθρώπινης υγείας από τον υδράργυρο και τον ρόλο που διαδραματίζουν οι σχετικές πολυμερείς περιβαλλοντικές συμφωνίες, ιδίως η σύμβαση της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους και η σύμβαση του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης έπειτα από ενημέρωση όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο,

Αναγνωρίζοντας ότι η παρούσα σύμβαση και άλλες διεθνείς συμφωνίες στον τομέα του περιβάλλοντος και του εμπορίου αλληλοενισχύονται,

Τονίζοντας ότι η παρούσα σύμβαση δεν θίγει καθ' οιονδήποτε τρόπο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών που απορρέουν από οιαδήποτε ισχύουσα διεθνή συμφωνία,

Κατανοώντας ότι η ανωτέρω αιτιολογική σκέψη δεν αποσκοπεί στη διαμόρφωση ιεραρχίας μεταξύ της παρούσας σύμβασης και άλλων διεθνών πράξεων,

Επισημαίνοντας ότι η παρούσα σύμβαση δεν εμποδίζει καθ' οιονδήποτε τρόπο ένα συμβαλλόμενο μέρος να λάβει συμπληρωματικά εθνικά μέτρα που συνάδουν με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης στο πλαίσιο των προσπαθειών για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από την έκθεση στον υδράργυρο σύμφωνα με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις που υπέχει το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος δυνάμει των ισχυουσών διατάξεων του διεθνούς δικαίου,

Συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Στόχος

Σκοπός της παρούσας σύμβασης είναι η προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από τις ανθρωπογενείς εκπομπές και εκλύσεις υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης:

α)

ως «βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη χρυσού» νοείται η εξόρυξη χρυσού που πραγματοποιείται από μεμονωμένους μεταλλωρύχους ή μικρές επιχειρήσεις περιορισμένου επενδυτικού κεφαλαίου και περιορισμένης παραγωγής·

β)

ως «βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές» νοούνται οι πλέον αποτελεσματικές τεχνικές για την πρόληψη και, όπου αυτό δεν είναι πρακτικά εφικτό, τη μείωση των εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα και το έδαφος, καθώς και των επιπτώσεων των εν λόγω εκπομπών και εκλύσεων στο περιβάλλον συνολικά, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και τεχνικών εκτιμήσεων για ένα δεδομένο συμβαλλόμενο μέρος ή μια δεδομένη εγκατάσταση στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους. Στο πλαίσιο αυτό:

 

ως «βέλτιστες» νοούνται οι πλέον αποτελεσματικές όσον αφορά την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του·

 

ως «διαθέσιμες» τεχνικές νοούνται, για δεδομένο συμβαλλόμενο μέρος και για δεδομένη εγκατάσταση στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους, οι τεχνικές που αναπτύσσονται σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιτρέπεται η εφαρμογή τους σε συναφή βιομηχανικό κλάδο υπό οικονομικά και τεχνικά βιώσιμες συνθήκες, λαμβανομένου υπόψη του κόστους και του οφέλους, ανεξαρτήτως εάν οι εν λόγω τεχνικές χρησιμοποιούνται ή αναπτύσσονται στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους, υπό τον όρο ότι είναι προσβάσιμες για τον φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης όπως ορίζεται από το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος· και

 

ως «τεχνικές» νοούνται οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται, οι πρακτικές λειτουργίας και οι τρόποι με τους οποίους σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, συντηρούνται, λειτουργούν και παροπλίζονται οι εγκαταστάσεις·

γ)

ως «βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές» νοείται η εφαρμογή του καταλληλότερου συνδυασμού μέτρων και στρατηγικών περιβαλλοντικού ελέγχου·

δ)

ως «υδράργυρος» νοείται ο στοιχειακός υδράργυρος [Hg(0), αριθ. CAS 7439-97-6]·

ε)

ως «ένωση υδραργύρου» νοείται οιαδήποτε ουσία περιέχει άτομα υδραργύρου και ένα ή περισσότερα άτομα άλλων χημικών στοιχείων τα οποία μπορούν να διαχωριστούν σε διαφορετικά συστατικά στοιχεία μόνο με χημικές αντιδράσεις·

στ)

ως «προϊόν με προσθήκη υδραργύρου» νοείται το προϊόν ή το συστατικό προϊόντος το οποίο περιέχει υδράργυρο ή ένωση υδραργύρου που έχει σκοπίμως προστεθεί·

ζ)

ο όρος «μέρος» σημαίνει κράτος ή περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης που έχει συμφωνήσει να δεσμεύεται από την παρούσα σύμβαση και έναντι του οποίου ισχύει η παρούσα σύμβαση·

η)

ως «παρόντα και ψηφίζοντα συμβαλλόμενα μέρη» νοούνται τα συμβαλλόμενα μέρη τα οποία παρίστανται και συμμετέχουν με θετική ή αρνητική ψήφο σε συνεδριάσεις των συμβαλλόμενων μερών·

θ)

ως «πρωτογενής εξόρυξη υδραργύρου» νοείται η εξόρυξη στην οποία το κύριο υλικό που αναζητείται είναι ο υδράργυρος·

ι)

ως «οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης» νοείται ο οργανισμός που έχει συσταθεί από κυρίαρχα κράτη μιας δεδομένης περιφέρειας, στον οποίο τα κράτη μέλη του έχουν μεταβιβάσει αρμοδιότητες όσον αφορά θέματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση και ο οποίος έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί, σύμφωνα με τον εσωτερικό του κανονισμό, να ασκεί καθήκοντα υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης της παρούσας σύμβασης ή προσχώρησης σε αυτή· και

ια)

ως «επιτρεπόμενη χρήση» νοείται οιαδήποτε χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου από συμβαλλόμενο μέρος κατ' εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των χρήσεων που συνάδουν με τα άρθρα 3, 4, 5, 6 και 7.

Άρθρο 3

Πηγές εφοδιασμού και εμπόριο υδραργύρου

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

α)

οι αναφορές στον «υδράργυρο» περιλαμβάνουν τα μείγματα υδραργύρου με άλλες ουσίες, μεταξύ των οποίων τα κράματα υδραργύρου με ελάχιστη περιεκτικότητα σε υδράργυρο της τάξεως του 95 % κατά βάρος· και

β)

ως «ενώσεις υδραργύρου» νοούνται ο χλωριούχος υδράργυρος (Ι) (γνωστός επίσης ως καλομέλας), το οξείδιο του υδραργύρου (ΙΙ), ο θειικός υδράργυρος (ΙΙ), ο νιτρικός υδράργυρος (ΙΙ), το κιννάβαρι και ο θειούχος υδράργυρος.

2.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

σε ποσότητες υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες έρευνας σε εργαστηριακή κλίμακα ή ως ουσία αναφοράς· ή

β)

σε ιχνοποσότητες υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου φυσικής προέλευσης που περιέχονται σε προϊόντα όπως μέταλλα, μεταλλεύματα ή ορυκτά προϊόντα τα οποία δεν περιέχουν υδράργυρο, συμπεριλαμβανομένου του άνθρακα, ή προϊόντα παραγόμενα από τα υλικά αυτά, καθώς και συμπτωματικές ιχνοποσότητες σε χημικά προϊόντα· ή

γ)

σε προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαγορεύει την πρωτογενή εξόρυξη υδραργύρου που δεν διεξαγόταν στην επικράτειά του κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης σε αυτό.

4.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος επιτρέπει μόνο την πρωτογενή εξόρυξη υδραργύρου που διεξαγόταν στην επικράτειά του κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης σε αυτό και για μέγιστο χρονικό διάστημα δεκαπέντε ετών από την εν λόγω ημερομηνία. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ο υδράργυρος που προέρχεται από πρωτογενή εξόρυξη χρησιμοποιείται μόνο στην παραγωγή προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου σύμφωνα με το άρθρο 4, σε διεργασίες παραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 5 ή διατίθεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 11, με τη χρήση διαδικασιών που δεν συνεπάγονται ανάκτηση, ανακύκλωση, αποκατάσταση, άμεση επαναχρησιμοποίηση ή εναλλακτικές χρήσεις.

5.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος:

α)

καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τον εντοπισμό μεμονωμένων αποθεμάτων υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου που υπερβαίνουν τους 50 μετρικούς τόνους, καθώς και πηγών εφοδιασμού υδραργύρου που παράγουν αποθέματα τα οποία υπερβαίνουν τους 10 μετρικούς τόνους ετησίως και βρίσκονται στην επικράτειά του·

β)

λαμβάνει μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι, όταν το συμβαλλόμενο μέρος αποφαίνεται ότι υπάρχουν διαθέσιμες πλεονάζουσες ποσότητες υδραργύρου από τον παροπλισμό εγκαταστάσεων χλωριούχων αλκαλίων, ο υδράργυρος αυτός διατίθεται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για την περιβαλλοντικά ορθή διαχείριση που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 στοιχείο α), με τη χρήση διαδικασιών που δεν συνεπάγονται ανάκτηση, ανακύκλωση, αποκατάσταση, άμεση επαναχρησιμοποίηση ή εναλλακτικές χρήσεις.

6.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαγορεύει την εξαγωγή υδραργύρου, εξαιρουμένων των κάτωθι περιπτώσεων:

α)

εξαγωγή προς συμβαλλόμενο μέρος το οποίο έχει διαβιβάσει στο συμβαλλόμενο μέρος εξαγωγής την έγγραφη συναίνεσή του, και αποκλειστικά και μόνο για τους ακόλουθους σκοπούς:

i)

επιτρεπόμενη χρήση για το συμβαλλόμενο μέρος εισαγωγής δυνάμει της παρούσας σύμβασης· ή

ii)

περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευση σύμφωνα με το άρθρο 10· ή

β)

εξαγωγή προς μη συμβαλλόμενο μέρος το οποίο έχει διαβιβάσει στο συμβαλλόμενο μέρος εξαγωγής την έγγραφη συναίνεσή του, συμπεριλαμβανομένης βεβαίωσης με την οποία αποδεικνύεται ότι:

i)

το μη συμβαλλόμενο μέρος έχει θέσει σε εφαρμογή μέτρα για τη διασφάλιση της προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος, καθώς και για την εξασφάλιση της συμμόρφωσής του προς τις διατάξεις των άρθρων 10 και 11· και

ii)

ο υδράργυρος αυτός προορίζεται αποκλειστικά για επιτρεπόμενη χρήση του σε συμβαλλόμενο μέρος δυνάμει της παρούσας σύμβασης ή για την περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευσή του σύμφωνα με το άρθρο 10.

7.   Τα συμβαλλόμενα μέρη εξαγωγής μπορούν να εκλαμβάνουν τη γενική κοινοποίηση που διαβιβάζει στη γραμματεία το συμβαλλόμενο ή μη συμβαλλόμενο μέρος εισαγωγής ως την έγγραφη συναίνεση που απαιτείται βάσει της παραγράφου 6. Στην εν λόγω γενική κοινοποίηση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων το συμβαλλόμενο ή μη συμβαλλόμενο μέρος εισαγωγής παρέχει τη συναίνεσή του. Το εν λόγω συμβαλλόμενο ή μη συμβαλλόμενο μέρος δύναται ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει την κοινοποίηση. Η γραμματεία τηρεί δημόσιο μητρώο όλων των σχετικών κοινοποιήσεων.

8.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαγορεύει την εισαγωγή υδραργύρου από μη συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο παρέχει την έγγραφη συναίνεση του, εκτός εάν το μη συμβαλλόμενο μέρος έχει διαβιβάσει βεβαίωση ότι ο υδράργυρος δεν προέρχεται από πηγές που χαρακτηρίζονται ως μη επιτρεπόμενες βάσει της παραγράφου 3 ή της παραγράφου 5 στοιχείο β).

9.   Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο υποβάλλει γενική κοινοποίηση συναίνεσης σύμφωνα με την παράγραφο 7 δύναται να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 8, υπό τον όρο ότι τηρεί γενικούς περιορισμούς επί της εξαγωγής υδραργύρου και ότι έχει θεσπίσει εθνικά μέτρα για την εξασφάλιση της περιβαλλοντικά ορθής διαχείρισης του εισαγόμενου υδραργύρου. Το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος διαβιβάζει στη γραμματεία κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών περιγραφής των εξαγωγικών περιορισμών και των εθνικών κανονιστικών μέτρων που έχει θεσπίσει, καθώς και πληροφοριών σχετικά με τις ποσότητες και τις χώρες προέλευσης του υδραργύρου που εισάγεται από μη συμβαλλόμενα μέρη. Η γραμματεία τηρεί δημόσιο μητρώο όλων των σχετικών κοινοποιήσεων. Η επιτροπή εφαρμογής και συμμόρφωσης εξετάζει και αξιολογεί τις εν λόγω κοινοποιήσεις και τις πληροφορίες τεκμηρίωσης σύμφωνα με το άρθρο 15 και μπορεί να υποβάλλει συστάσεις, κατά περίπτωση, στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

10.   Η διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 9 είναι διαθέσιμη έως την ολοκλήρωση της δεύτερης συνεδρίασης της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, παύει να είναι διαθέσιμη, εκτός εάν η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αποφασίσει διαφορετικά με απλή πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων συμβαλλόμενων μερών, εξαιρουμένου συμβαλλόμενου μέρους που έχει ενδεχομένως διαβιβάσει κοινοποίηση δυνάμει της παραγράφου 9 πριν από τη λήξη της δεύτερης συνεδρίασης της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών.

11.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος περιλαμβάνει στις εκθέσεις που υποβάλλει κατ' εφαρμογή του άρθρου 21 στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

12.   Κατά την πρώτη της συνεδρίαση, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών παρέχει περαιτέρω καθοδήγηση σχετικά με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά την παράγραφο 5 στοιχείο α) και τις παραγράφους 6 και 8, και καταρτίζει και εγκρίνει το απαιτούμενο περιεχόμενο της βεβαίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 6 στοιχείο β) και στην παράγραφο 8.

13.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αξιολογεί εάν το εμπόριο συγκεκριμένων ενώσεων υδραργύρου υπονομεύει τον στόχο της παρούσας σύμβασης και εξετάζει κατά πόσον συγκεκριμένες ενώσεις υδραργύρου πρέπει να διέπονται, μέσω της ένταξής τους σε συμπληρωματικό παράρτημα που εγκρίνεται σύμφωνα με το άρθρο 27, στις διατάξεις των παραγράφων 6 και 8.

Άρθρο 4

Προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαγορεύει, με τη λήψη κατάλληλων μέτρων, την παραγωγή, εισαγωγή ή εξαγωγή των προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου που απαριθμούνται στο μέρος I του παραρτήματος Α μετά την καθορισμένη ημερομηνία σταδιακής κατάργησης των εν λόγω προϊόντων, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες είτε προβλέπεται ρητώς εξαίρεση στο παράρτημα Α είτε το συμβαλλόμενο μέρος απολαύει καταχωρισμένης απαλλαγής κατ' εφαρμογή του άρθρου 6.

2.   Ένα συμβαλλόμενο μέρος δύναται, εναλλακτικά ως προς τις διατάξεις της παραγράφου 1, να δηλώσει, κατά τη χρονική στιγμή είτε της κύρωσης είτε της έναρξης ισχύος πιθανής τροποποίησης του παραρτήματος Α για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος, ότι θα θέσει σε εφαρμογή διάφορα μέτρα ή στρατηγικές για την αντιμετώπιση των προϊόντων που περιλαμβάνονται στο μέρος I του παραρτήματος Α. Το συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιλέξει αυτή την εναλλακτική δυνατότητα μόνον εάν είναι σε θέση να αποδείξει ότι έχει ήδη μειώσει στο ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο την παραγωγή, εισαγωγή και εξαγωγή της πλειονότητας των προϊόντων που απαριθμούνται στο μέρος I του παραρτήματος Α και ότι έχει θέσει σε εφαρμογή μέτρα ή στρατηγικές για τη μείωση της χρήσης του υδραργύρου σε επιπρόσθετα προϊόντα τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στο μέρος I του παραρτήματος Α κατά τη χρονική στιγμή που κοινοποίησε στη γραμματεία την απόφασή του να κάνει χρήση της συγκεκριμένης εναλλακτικής δυνατότητας. Επιπλέον, το συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει αυτή την εναλλακτική δυνατότητα:

α)

υποβάλλει, με την πρώτη ευκαιρία, στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών έκθεση, στην οποία περιγράφονται τα μέτρα ή οι στρατηγικές που εφαρμόζονται, συμπεριλαμβανομένου του ποσοτικού προσδιορισμού των μειώσεων που επιτεύχθηκαν·

β)

θέτει σε εφαρμογή μέτρα ή στρατηγικές για τη μείωση της χρήσης υδραργύρου στα προϊόντα που απαριθμούνται στο μέρος I του παραρτήματος Α και για τα οποία δεν έχει επιτευχθεί ακόμη ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο·

γ)

εξετάζει το ενδεχόμενο λήψης συμπληρωματικών μέτρων για την επίτευξη περαιτέρω μειώσεων· και

δ)

δεν έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει απαλλαγές δυνάμει του άρθρου 6 για οποιαδήποτε κατηγορία προϊόντων για τα οποία έχει επιλεχθεί η συγκεκριμένη εναλλακτική δυνατότητα.

Το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επανεξετάζει, στο πλαίσιο της διαδικασίας επανεξέτασης σύμφωνα με την παράγραφο 8, την πρόοδο που έχει σημειωθεί και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που ελήφθησαν βάσει των διατάξεων της εν λόγω παραγράφου.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει μέτρα για τα προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου που απαριθμούνται στο μέρος II του παραρτήματος Α σύμφωνα με τις προβλεπόμενες σε αυτό διατάξεις.

4.   Βάσει των στοιχείων που παρέχουν τα συμβαλλόμενα μέρη, η γραμματεία συγκεντρώνει και διατηρεί πληροφορίες σχετικά με προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου, καθώς και τις αντίστοιχες εναλλακτικές δυνατότητες, και καθιστά τις εν λόγω πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό. Η γραμματεία δημοσιοποιεί επίσης κάθε άλλη σχετική πληροφορία που διαβιβάζουν τα συμβαλλόμενα μέρη.

5.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει μέτρα για την πρόληψη της ενσωμάτωσης σε συναρμολογημένα προϊόντα προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου των οποίων η παραγωγή, εισαγωγή και εξαγωγή δεν επιτρέπεται δυνάμει του παρόντος άρθρου.

6.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αποθαρρύνει την παραγωγή και την εμπορική διάθεση προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου που δεν υπόκειντο σε καμία από τις γνωστές χρήσεις των προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εκάστοτε συμβαλλόμενο μέρος, εκτός εάν προκύπτει από σχετική αξιολόγηση των κινδύνων και των οφελών του αντίστοιχου προϊόντος ότι αποφέρει οφέλη για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. Τα συμβαλλόμενα μέρη διαβιβάζουν στη γραμματεία, κατά περίπτωση, πληροφορίες όσον αφορά οιοδήποτε σχετικό προϊόν, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων τα οποία αφορούν τους κινδύνους και τα οφέλη που συνεπάγεται το εν λόγω προϊόν για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. Η γραμματεία καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες στο κοινό.

7.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει στη γραμματεία πρόταση για την ένταξη προϊόντος με προσθήκη υδραργύρου στον κατάλογο του παραρτήματος Α, στην οποία πρέπει να περιέχονται πληροφορίες όσον αφορά τη διαθεσιμότητα, την τεχνική και οικονομική σκοπιμότητα, καθώς και τους κινδύνους και τα οφέλη που συνεπάγονται για το περιβάλλον και την υγεία οι εναλλακτικές δυνατότητες του εν λόγω προϊόντος, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που προβλέπονται στην παράγραφο 4.

8.   Το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επανεξετάζει το παράρτημα Α και μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο τροποποιήσεων αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 27.

9.   Κατά την επανεξέταση του παραρτήματος Α δυνάμει της παραγράφου 8, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον τα εξής:

α)

όλες τις προτάσεις που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 7·

β)

τις πληροφορίες που καθίστανται διαθέσιμες σύμφωνα με την παράγραφο 4· και

γ)

τη δυνατότητα διάθεσης στα συμβαλλόμενα μέρη εναλλακτικών, τεχνικά και οικονομικά εφικτών, προϊόντων χωρίς την προσθήκη υδραργύρου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων και των οφελών που συνεπάγονται για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία.

Άρθρο 5

Διαδικασίες παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του παραρτήματος Β, στις διαδικασίες παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου δεν συμπεριλαμβάνονται οι διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιούνται προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου, οι διαδικασίες για την παραγωγή προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου ή οι διαδικασίες επεξεργασίας αποβλήτων που περιέχουν υδράργυρο.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαγορεύει, με τη λήψη κατάλληλων μέτρων, τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου στις διαδικασίες παραγωγής που απαριθμούνται στο μέρος I του παραρτήματος Β μετά την προβλεπόμενη στο εν λόγω παράρτημα ημερομηνία σταδιακής κατάργησής της για τις επιμέρους διαδικασίες, εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες το συμβαλλόμενο μέρος απολαύει καταχωρισμένης απαλλαγής κατ' εφαρμογή του άρθρου 6.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει μέτρα για τον περιορισμό της χρήσης υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου στις διαδικασίες που απαριθμούνται στο μέρος II του παραρτήματος Β σύμφωνα με τις προβλεπόμενες σε αυτό διατάξεις.

4.   Βάσει των στοιχείων που παρέχουν τα συμβαλλόμενα μέρη, η γραμματεία συγκεντρώνει και διατηρεί τις πληροφορίες που αφορούν τις διαδικασίες με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου, καθώς και τις αντίστοιχες εναλλακτικές δυνατότητες, και καθιστά τις εν λόγω πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να υποβάλλουν και άλλες σχετικές πληροφορίες, τις οποίες η γραμματεία καθιστά διαθέσιμες στο κοινό.

5.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος με μία ή περισσότερες εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου στις διαδικασίες παραγωγής που απαριθμούνται στο παράρτημα Β υπέχει τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α)

λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των εκπομπών και των εκλύσεων υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου από τις εν λόγω εγκαταστάσεις·

β)

ένταξη στις εκθέσεις που υποβάλλει δυνάμει του άρθρου 21 στοιχείων σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει κατ' εφαρμογή της παρούσας παραγράφου· και

γ)

καταβολή κάθε δυνατής προσπάθειας για τον εντοπισμό εγκαταστάσεων που βρίσκονται στο έδαφός του και χρησιμοποιούν υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου για τις διαδικασίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Β, και υποβολή στη γραμματεία, το αργότερο τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος, στοιχείων που αφορούν τον αριθμό και το είδος των εν λόγω εγκαταστάσεων, καθώς και την εκτιμώμενη ετήσια ποσότητα υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου που χρησιμοποιείται στις εν λόγω εγκαταστάσεις. Η γραμματεία καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες στο κοινό.

6.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαγορεύει τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου σε εγκαταστάσεις οι οποίες δεν υπήρχαν πριν από την έναρξη ισχύος της σύμβασης για το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος και στις οποίες χρησιμοποιούνται οι διαδικασίες παραγωγής που απαριθμούνται στο παράρτημα Β. Στις εν λόγω εγκαταστάσεις δεν εφαρμόζεται καμία εξαίρεση.

7.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αποθαρρύνει την ανάπτυξη εγκαταστάσεων στις οποίες χρησιμοποιούνται τυχόν άλλες διαδικασίες παραγωγής με σκόπιμη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου και οι οποίες δεν υπήρχαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης, εκτός εάν το συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αποδείξει στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών ότι οι διαδικασίες παραγωγής αποφέρουν σημαντικά οφέλη για το περιβάλλον και την υγεία και ότι δεν υπάρχουν τεχνικά και οικονομικά εφικτές εναλλακτικές επιλογές χωρίς την προσθήκη υδραργύρου, η οποία να προβλέπει τέτοιου είδους παροχές.

8.   Τα συμβαλλόμενα μέρη προτρέπονται να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με συναφείς νέες τεχνολογικές εξελίξεις, οικονομικά και τεχνικά εφικτές εναλλακτικές λύσεις χωρίς την προσθήκη υδραργύρου και πιθανά μέτρα και τεχνικές για τη μείωση και, όπου είναι εφικτό, την εξάλειψη της χρήσης υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου στις διαδικασίες παραγωγής που απαριθμούνται στο παράρτημα Β, καθώς και των αντίστοιχων εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου από τις διαδικασίες αυτές.

9.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει πρόταση τροποποίησης του παραρτήματος Β για την προσθήκη διαδικασίας παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου. Στην περίπτωση αυτή, το συμβαλλόμενο μέρος συμπεριλαμβάνει πληροφορίες που αφορούν τη διαθεσιμότητα, την τεχνική και οικονομική σκοπιμότητα, καθώς και τους κινδύνους και τα οφέλη που συνεπάγονται για το περιβάλλον και την υγεία οι εναλλακτικές διαδικασίες χωρίς την προσθήκη υδραργύρου.

10.   Το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επανεξετάζει το παράρτημα Β και μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο τροποποιήσεων αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 27.

11.   Κατά την επανεξέταση του παραρτήματος Β δυνάμει της παραγράφου 10, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον τα εξής:

α)

όλες τις προτάσεις που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 9·

β)

τις πληροφορίες που καθίστανται διαθέσιμες σύμφωνα με την παράγραφο 4· και

γ)

τη δυνατότητα διάθεσης στα συμβαλλόμενα μέρη τεχνικά και οικονομικά εφικτών εναλλακτικών επιλογών χωρίς την προσθήκη υδραργύρου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων και των οφελών που συνεπάγονται για το περιβάλλον και την υγεία.

Άρθρο 6

Διαθέσιμες απαλλαγές για τα συμβαλλόμενα μέρη κατόπιν αίτησης

1.   Οιοδήποτε κράτος ή οιοσδήποτε οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης μπορεί να υποβάλει αίτηση υπαγωγής του σε καθεστώς μίας ή περισσότερων απαλλαγών από τις ημερομηνίες σταδιακής κατάργησης που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα Α και Β (εφεξής «απαλλαγή»), διαβιβάζοντας εγγράφως στη γραμματεία κοινοποίηση με τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την προσχώρησή του στην παρούσα σύμβαση υπό την ιδιότητα του συμβαλλόμενου μέρους· ή

β)

σε περίπτωση ένταξης είτε προϊόντος με προσθήκη υδραργύρου στο παράρτημα Α μέσω τροποποίησης είτε διαδικασίας παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου στο παράρτημα Β μέσω τροποποίησης, το αργότερο κατά την ημερομηνία στην οποία το συμβαλλόμενο μέρος θέτει σε ισχύ την εφαρμοστέα τροποποίηση.

Η υποβολή οιουδήποτε σχετικού αιτήματος συνοδεύεται από δήλωση στην οποία αιτιολογείται η ανάγκη απαλλαγής του ενδιαφερόμενου συμβαλλόμενου μέρους.

2.   Αίτηση απαλλαγής μπορεί να υποβληθεί είτε για κατηγορία που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α ή Β είτε για υποκατηγορία που προσδιορίζει το ενδιαφερόμενο κράτος ή ο οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος που υπάγεται σε καθεστώς μίας ή περισσότερων απαλλαγών καταχωρίζεται σε σχετικό μητρώο. Η γραμματεία δημιουργεί και τηρεί το μητρώο, το οποίο καθιστά επίσης διαθέσιμο στο κοινό.

4.   Το μητρώο αυτό περιλαμβάνει:

α)

κατάλογο των συμβαλλόμενων μερών που υπάγονται σε καθεστώς μίας ή περισσοτέρων απαλλαγών·

β)

τη μία ή περισσότερες απαλλαγές που καταχωρίζονται για κάθε συμβαλλόμενο μέρος· και

γ)

την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για κάθε απαλλαγή.

5.   Εξαιρουμένης της περίπτωσης στην οποία το συμβαλλόμενο μέρος υποδεικνύει συντομότερη προθεσμία στο μητρώο, όλες οι προθεσμίες απαλλαγών κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 εκπνέουν πέντε έτη μετά τη σχετική ημερομηνία σταδιακής κατάργησης που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α ή Β.

6.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών δύναται, κατόπιν αιτήματος συμβαλλόμενου μέρους, να αποφασίσει την πενταετή παράταση μιας απαλλαγής, εκτός εάν το συμβαλλόμενο μέρος ζητήσει συντομότερη προθεσμία. Κατά τη λήψη της εν λόγω απόφασης, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών λαμβάνει δεόντως υπόψη τα εξής:

α)

έκθεση του συμβαλλόμενου μέρους στην οποία αιτιολογείται η ανάγκη παράτασης της απαλλαγής και περιγράφονται συνοπτικά οι δραστηριότητες που έχουν αναληφθεί και προγραμματιστεί για την εξάλειψη της ανάγκης υπαγωγής σε καθεστώς απαλλαγής το ταχύτερο δυνατόν·

β)

τις διαθέσιμες πληροφορίες, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών προϊόντων και διαδικασιών που δεν περιλαμβάνουν την προσθήκη υδραργύρου ή που αφορούν την κατανάλωση μικρότερων ποσοτήτων υδραργύρου από εκείνες που απαιτούνται για την κατ' εξαίρεση χρήση υδραργύρου· και

γ)

τις δραστηριότητες που προγραμματίζονται ή που βρίσκονται σε εξέλιξη για την εξασφάλιση περιβαλλοντικά ορθής αποθήκευσης του υδραργύρου και διάθεσης των αποβλήτων υδραργύρου.

Η προθεσμία απαλλαγής μπορεί να παραταθεί μόνο μία φορά ανά προϊόν και ανά ημερομηνία σταδιακής κατάργησης.

7.   Το ενδιαφερόμενο συμβαλλόμενο μέρος δύναται να ανακαλέσει ανά πάσα στιγμή το καθεστώς απαλλαγής με σχετική γραπτή κοινοποίηση στη γραμματεία. Η ανάκληση του καθεστώτος απαλλαγής τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία που ορίζεται στην κοινοποίηση.

8.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, δεν επιτρέπεται η υποβολή αίτησης χορήγησης απαλλαγής από κράτος ή οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης μετά την παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία σταδιακής κατάργησης του σχετικού προϊόντος ή της σχετικής διαδικασίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α ή Β, εκτός εάν ένα ή περισσότερα συμβαλλόμενα μέρη εξακολουθούν να είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο απαλλαγών για το ίδιο προϊόν ή για την ίδια διαδικασία, κατόπιν χορήγησης παράτασης δυνάμει της παραγράφου 6. Στην περίπτωση αυτή, το ενδιαφερόμενο κράτος ή ο ενδιαφερόμενος οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δύναται, εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β), να υποβάλει αίτηση απαλλαγής για το ίδιο προϊόν ή την ίδια διαδικασία, η διάρκεια ισχύος της οποίας λήγει δέκα έτη μετά την αντίστοιχη ημερομηνία σταδιακής κατάργησης.

9.   Δεν επιτρέπεται σε κανένα συμβαλλόμενο μέρος να παραμείνει σε καθεστώς απαλλαγής για χρονικό διάστημα άνω των δέκα ετών μετά την ημερομηνία σταδιακής κατάργησης του αντίστοιχου προϊόντος ή της αντίστοιχης διαδικασίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α ή Β.

Άρθρο 7

Βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη χρυσού

1.   Τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και στο παράρτημα Γ εφαρμόζονται στη βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη και επεξεργασία χρυσού, στο πλαίσιο των οποίων χρησιμοποιούνται αμαλγάματα υδραργύρου για την εξόρυξη χρυσού από μεταλλεύματα.

2.   Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη με δραστηριότητες βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξόρυξης και επεξεργασίας χρυσού που υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου στην επικράτειά τους λαμβάνουν μέτρα για τη μείωση και, όπου αυτό είναι εφικτό, την εξάλειψη της χρήσης υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου στις εν λόγω διαδικασίες εξόρυξης και επεξεργασίας, καθώς και των εκπομπών και των εκλύσεων υδραργύρου στο περιβάλλον από τις εν λόγω διαδικασίες.

3.   Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο κρίνει, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, ότι η βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη και επεξεργασία χρυσού στην επικράτειά του δεν είναι ήσσονος σημασίας, υποχρεούται να διαβιβάσει σχετική κοινοποίηση στη γραμματεία. Στην περίπτωση αυτή, το συμβαλλόμενο μέρος:

α)

καταρτίζει και υλοποιεί εθνικό σχέδιο δράσης σύμφωνα με το παράρτημα Γ·

β)

υποβάλλει το οικείο εθνικό σχέδιο δράσης στη γραμματεία το αργότερο εντός προθεσμίας τριών ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος ή εντός προθεσμίας τριών ετών από την ημερομηνία της κοινοποίησης στη γραμματεία, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη· και

γ)

υποβάλλει κατόπιν, ανά τριετία, αξιολόγηση της προόδου που έχει επιτευχθεί όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και συμπεριλαμβάνει τις αξιολογήσεις αυτές στις εκθέσεις που υποβάλλει κατ' εφαρμογή του άρθρου 21.

4.   Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να συνεργάζονται τόσο μεταξύ τους όσο και με τους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς, κατά περίπτωση, με σκοπό την υλοποίηση των στόχων του παρόντος άρθρου. Η εν λόγω συνεργασία μπορεί να περιλαμβάνει τα εξής:

α)

χάραξη στρατηγικών για την πρόληψη της εκτροπής υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου με σκοπό τη χρήση τους στη βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη και επεξεργασία χρυσού·

β)

πρωτοβουλίες εκπαίδευσης, προβολής και ανάπτυξης ικανοτήτων·

γ)

προώθηση της έρευνας στον τομέα βιώσιμων εναλλακτικών πρακτικών χωρίς υδράργυρο·

δ)

παροχή τεχνικής και χρηματοδοτικής συνδρομής·

ε)

συμπράξεις για τη διευκόλυνση της υλοποίησης των δεσμεύσεών τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο· και

στ)

χρήση των υφιστάμενων μηχανισμών ανταλλαγής πληροφοριών για την προώθηση γνώσεων, βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών και εναλλακτικών τεχνολογιών που είναι περιβαλλοντικά, τεχνικά, κοινωνικά και οικονομικά βιώσιμες.

Άρθρο 8

Εκπομπές

1.   Το παρόν άρθρο αφορά τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζονται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», στην ατμόσφαιρα μέσω μέτρων ελέγχου των εκπομπών από τις σημειακές πηγές, οι οποίες υπάγονται στις κατηγορίες πηγών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Δ.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

α)

ως «εκπομπές» νοούνται οι εκπομπές υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου στην ατμόσφαιρα·

β)

ως «σχετική πηγή» νοείται η πηγή η οποία υπάγεται σε μία από τις κατηγορίες πηγών που συμπεριλαμβάνονται στο παράρτημα Δ. Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος δύναται, εφόσον το επιλέξει, να θεσπίσει κριτήρια για τον προσδιορισμό των πηγών που εμπίπτουν σε μία από τις κατηγορίες πηγών του παραρτήματος Δ, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω κριτήρια για οποιαδήποτε κατηγορία περιλαμβάνουν τουλάχιστον το 75 τοις εκατό των εκπομπών από τη συγκεκριμένη κατηγορία·

γ)

ως «νέα πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή, η οποία υπάγεται σε κατηγορία του παραρτήματος Δ και της οποίας η κατασκευή ή ουσιαστική τροποποίηση ξεκίνησε τουλάχιστον ένα έτος μετά την ημερομηνία:

i)

έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το αντίστοιχο συμβαλλόμενο μέρος· ή

ii)

έναρξης ισχύος για το αντίστοιχο συμβαλλόμενο μέρος τυχόν τροποποίησης του παραρτήματος Δ, βάσει της οποίας η πηγή υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας σύμβασης αποκλειστικά και μόνο δυνάμει της εν λόγω τροποποίησης·

δ)

ως «ουσιαστική τροποποίηση» νοείται η τροποποίηση σχετικής πηγής η οποία συνεπάγεται σημαντική αύξηση των εκπομπών, εξαιρουμένης οιασδήποτε μεταβολής των εκπομπών που οφείλεται σε ανάκτηση υποπροϊόντος. Η απόφαση σχετικά με το εάν μια τροποποίηση είναι ουσιαστική ή όχι εναπόκειται στο συμβαλλόμενο μέρος·

ε)

ως «υφιστάμενη πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή, η οποία δεν είναι νέα πηγή·

στ)

ως «οριακή τιμή εκπομπής» νοείται η οριακή τιμή του ποσοστού περιεκτικότητας, μάζας ή εκπομπών υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζεται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», το οποίο εκπέμπεται από μια σημειακή πηγή.

3.   Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος διαθέτει σχετικές πηγές οφείλει να λάβει μέτρα για τον έλεγχο των εκπομπών και μπορεί να καταρτίσει εθνικό σχέδιο, στο οποίο καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τον έλεγχο των εκπομπών, καθώς και οι επιδιωκόμενοι ποσοτικοί στόχοι, σκοποί και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Τυχόν σχέδιο υποβάλλεται στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εντός προθεσμίας τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος. Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος καταρτίσει σχέδιο εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 20, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να το συμπεριλάβει στο σχέδιο που καταρτίζεται κατ' εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

4.   Όσον αφορά τις νέες πηγές του, κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαιτεί τη χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να κάνουν χρήση οριακών τιμών εκπομπών, οι οποίες συνάδουν με την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών.

5.   Όσον αφορά τις υφιστάμενες πηγές τους, τα συμβαλλόμενα μέρη περιλαμβάνουν σε κάθε εθνικό σχέδιο που καταρτίζουν και θέτουν σε εφαρμογή ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που παρατίθενται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, καθώς και τον οικονομικά και τεχνικά εφικτό και προσιτό χαρακτήρα των μέτρων, το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός προθεσμίας δέκα ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το οικείο συμβαλλόμενο μέρος:

α)

καθορισμός ποσοτικού στόχου για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών από τις σχετικές πηγές·

β)

προσδιορισμός οριακών τιμών εκπομπών για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών από τις σχετικές πηγές·

γ)

χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών για τον έλεγχο των εκπομπών από τις σχετικές πηγές·

δ)

υιοθέτηση στρατηγικής ελέγχου πολλαπλών ρύπων, η οποία θα αποφέρει παράλληλα οφέλη για τον έλεγχο των εκπομπών υδραργύρου·

ε)

εναλλακτικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών από σχετικές πηγές.

6.   Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν είτε να εφαρμόσουν τα ίδια μέτρα σε όλες τις σχετικές υφιστάμενες πηγές είτε να θεσπίσουν διαφορετικά μέτρα για διαφορετικές κατηγορίες πηγών. Στόχος της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι η επίτευξη εύλογης προόδου όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών σε βάθος χρόνου.

7.   Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη καταρτίζουν, το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εκάστοτε συμβαλλόμενο μέρος, και τηρούν στη συνέχεια κατάλογο απογραφής των εκπομπών από τις σχετικές πηγές.

8.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει, κατά την πρώτη συνεδρίασή της, έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με τα ακόλουθα:

α)

βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές, λαμβανομένων υπόψη τυχόν διαφορών μεταξύ των νέων και των υφιστάμενων πηγών και της ανάγκης ελαχιστοποίησης των πολύτροπων επιδράσεων· και

β)

παροχή στήριξης στα συμβαλλόμενα μέρη κατά την εφαρμογή των μέτρων που καθορίζονται στην παράγραφο 5, ιδίως όσον αφορά τον καθορισμό των στόχων και τον προσδιορισμό των οριακών τιμών εκπομπών.

9.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει, το συντομότερο δυνατόν, έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με τα ακόλουθα:

α)

τα κριτήρια που δύνανται να θεσπίζουν τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει της παραγράφου 2 στοιχείο β)·

β)

τη μεθοδολογία για την κατάρτιση των καταλόγων απογραφής των εκπομπών.

10.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επανεξετάζει και, κατά περίπτωση, επικαιροποιεί σε διαρκή βάση τα έγγραφα καθοδήγησης που εκδίδει δυνάμει των παραγράφων 8 και 9. Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν υπόψη τα έγγραφα καθοδήγησης κατά την εφαρμογή των συναφών διατάξεων του παρόντος άρθρου.

11.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος συμπεριλαμβάνει στις εκθέσεις που υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 21 πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή εκ μέρους τους των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τα μέτρα που έχει λάβει βάσει των παραγράφων 4 έως 7 και την αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών.

Άρθρο 9

Παράδοση των εμπορευμάτων

1.   Το παρόν άρθρο αφορά τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζονται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», στο έδαφος και στα ύδατα από τις σχετικές σημειακές πηγές που δεν αναφέρονται σε άλλες διατάξεις της παρούσας σύμβασης.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

α)

ως «εκλύσεις» νοούνται οι εκλύσεις υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου στο έδαφος ή στα ύδατα·

β)

ως «σχετική πηγή» νοείται οιαδήποτε σημαντική ανθρωπογενής σημειακή πηγή έκλυσης, κατά τον χαρακτηρισμό που παρέχει ένα συμβαλλόμενο μέρος, η οποία δεν αναφέρεται σε άλλες διατάξεις της παρούσας σύμβασης·

γ)

ως «νέα πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή της οποίας η κατασκευή ή ουσιαστική τροποποίηση ξεκίνησε τουλάχιστον ένα έτος μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το αντίστοιχο συμβαλλόμενο μέρος·

δ)

ως «ουσιαστική τροποποίηση» νοείται η τροποποίηση σχετικής πηγής η οποία συνεπάγεται σημαντική αύξηση των εκλύσεων, εξαιρουμένης οιασδήποτε μεταβολής των εκλύσεων που οφείλεται σε ανάκτηση υποπροϊόντος. Η απόφαση σχετικά με το εάν μια τροποποίηση είναι ουσιαστική ή όχι εναπόκειται στο συμβαλλόμενο μέρος·

ε)

ως «υφιστάμενη πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή, η οποία δεν είναι νέα πηγή·

στ)

ως «οριακή τιμή έκλυσης» νοείται η οριακή τιμή της συγκέντρωσης ή μάζας υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζονται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», η οποία εκλύεται από μια σημειακή πηγή.

3.   Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη προσδιορίζουν, το αργότερο εντός τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εκάστοτε συμβαλλόμενο μέρος και, κατόπιν αυτού, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τις κατηγορίες σχετικών σημειακών πηγών.

4.   Ένα συμβαλλόμενο μέρος που διαθέτει σχετικές πηγές οφείλει να λάβει μέτρα για τον έλεγχο των εκλύσεων και μπορεί να καταρτίσει εθνικό σχέδιο, στο οποίο καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τον έλεγχο των εκλύσεων, καθώς και οι επιδιωκόμενοι ποσοτικοί στόχοι, σκοποί και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Τυχόν σχέδιο υποβάλλεται στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εντός προθεσμίας τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος. Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος καταρτίσει σχέδιο εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 20, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να το συμπεριλάβει στο σχέδιο που καταρτίζεται κατ' εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

5.   Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

προσδιορισμός οριακών τιμών εκλύσεων για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, για τη μείωση των εκλύσεων από τις σχετικές πηγές·

β)

χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών για τον έλεγχο των εκλύσεων από τις σχετικές πηγές·

γ)

υιοθέτηση στρατηγικής ελέγχου πολλαπλών ρύπων η οποία θα αποφέρει παράλληλα οφέλη για τον έλεγχο των εκλύσεων υδραργύρου·

δ)

εναλλακτικά μέτρα για τη μείωση των εκλύσεων από σχετικές πηγές.

6.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δημιουργεί, το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος, και τηρεί στη συνέχεια κατάλογο απογραφής των εκλύσεων από τις σχετικές πηγές.

7.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει, το συντομότερο δυνατόν, έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με τα ακόλουθα:

α)

βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές, λαμβανομένων υπόψη τυχόν διαφορών μεταξύ των νέων και των υφιστάμενων πηγών και της ανάγκης ελαχιστοποίησης των πολύτροπων επιδράσεων·

β)

τη μεθοδολογία για την κατάρτιση των καταλόγων απογραφής των εκλύσεων.

8.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος συμπεριλαμβάνει στις εκθέσεις που υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 21 πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή εκ μέρους τους των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τα μέτρα που έχει λάβει βάσει των παραγράφων 3 έως 6 και την αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών.

Άρθρο 10

Περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευσή του υδραργύρου, εκτός των αποβλήτων υδραργύρου

1.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου διέπουν την προσωρινή αποθήκευση του υδραργύρου και των ενώσεων υδραργύρου κατά την έννοια του άρθρου 3 που δεν εμπίπτουν στον ορισμό των αποβλήτων υδραργύρου, ο οποίος παρέχεται στο άρθρο 11.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει μέτρα ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι η προσωρινή αποθήκευση των εν λόγω ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου που προορίζονται για επιτρεπόμενη χρήση στο οικείο συμβαλλόμενο μέρος δυνάμει της παρούσας σύμβασης πραγματοποιείται με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο, λαμβανομένων υπόψη τυχόν κατευθυντήριων γραμμών και σύμφωνα με τυχόν απαιτήσεις που θεσπίζονται βάσει της παραγράφου 3.

3.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευση αυτών των συγκεκριμένων ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίστηκαν δυνάμει της σύμβασης της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους και άλλες σχετικές οδηγίες. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών μπορεί να εγκρίνει απαιτήσεις όσον αφορά την προσωρινή αποθήκευση σε συμπληρωματικό παράρτημα στην παρούσα σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 27.

4.   Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται, κατά περίπτωση, τόσο μεταξύ τους όσο και με αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς, με σκοπό την προώθηση της ανάπτυξης ικανοτήτων για την περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευση των εν λόγω ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου.

Άρθρο 11

Απόβλητα υδραργύρου

1.   Οι σχετικοί ορισμοί της σύμβασης της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους ισχύουν για τα απόβλητα, τα οποία διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης για τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης της Βασιλείας. Τα συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας σύμβασης τα οποία δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης της Βασιλείας χρησιμοποιούν τους ορισμούς αυτούς ως οδηγό όσον αφορά τα απόβλητα που διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, ως απόβλητα υδραργύρου νοούνται οι ουσίες ή τα αντικείμενα:

α)

που αποτελούνται από υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου·

β)

που περιέχουν υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου· ή

γ)

που έχουν μολυνθεί από υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου,

σε ποσότητα η οποία υπερβαίνει τα σχετικά ανώτατα όρια που ορίζονται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς της σύμβασης της Βασιλείας και με εναρμονισμένο τρόπο, και που διατίθενται ή πρόκειται να διατεθούν ή πρέπει να διατεθούν βάσει των διατάξεων του εθνικού δικαίου ή της παρούσας σύμβασης. Από τον παρόντα ορισμό αποκλείονται τα υπερκείμενα, τα στείρα εξόρυξης και τα απορρίμματα κατεργασίας, εξαιρουμένης της πρωτογενούς εξόρυξης υδραργύρου, εκτός εάν περιέχει υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου σε συγκέντρωση που υπερβαίνει τα ανώτατα όρια που ορίζονται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

3.   Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, ούτως ώστε τα απόβλητα υδραργύρου:

α)

να υπόκεινται σε περιβαλλοντικά ορθή διαχείριση, λαμβανομένων υπόψη των κατευθυντήριων γραμμών που καταρτίστηκαν δυνάμει της σύμβασης της Βασιλείας και σύμφωνα με τις απαιτήσεις που επιβάλλει η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών σε συμπληρωματικό παράρτημα κατ' εφαρμογή του άρθρου 27. Κατά την κατάρτιση των απαιτήσεων, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών λαμβάνει υπόψη τους κανονισμούς και τα προγράμματα διαχείρισης αποβλήτων των συμβαλλόμενων μερών·

β)

να ανακτώνται, να ανακυκλώνονται, να αποκαθίστανται ή να επαναχρησιμοποιούνται άμεσα με σκοπό την επιτρεπόμενη χρήση τους στο οικείο συμβαλλόμενο μέρος δυνάμει της παρούσας σύμβασης ή για την περιβαλλοντικά ορθή διάθεσή τους σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α)·

γ)

να μη μεταφέρονται, στην περίπτωση των συμβαλλόμενων μερών της σύμβασης της Βασιλείας, πέραν των εθνικών συνόρων, για σκοπούς άλλους από εκείνους της περιβαλλοντικά ορθής διάθεσής τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και της σύμβασης της Βασιλείας. Στις περιπτώσεις στις οποίες η σύμβαση της Βασιλείας δεν εφαρμόζεται για μεταφορά πέραν των εθνικών συνόρων, τα συμβαλλόμενα μέρη επιτρέπουν την εν λόγω μεταφορά μόνον εφόσον ληφθούν υπόψη οι συναφείς διεθνείς κανόνες, προδιαγραφές και κατευθυντήριες γραμμές.

4.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επιδιώκει τη στενή συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς της σύμβασης της Βασιλείας κατά την επανεξέταση και επικαιροποίηση, κατά περίπτωση, των κατευθυντήριων γραμμών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α).

5.   Τα συμβαλλόμενα μέρη προτρέπονται να συνεργάζονται τόσο μεταξύ τους όσο και με τους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς, κατά περίπτωση, με σκοπό την ανάπτυξη και διατήρηση διεθνών, περιφερειακών και εθνικών ικανοτήτων για τη διαχείριση των αποβλήτων υδραργύρου με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο.

Άρθρο 12

Μολυσμένοι χώροι

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη χάραξη κατάλληλων στρατηγικών με σκοπό τον εντοπισμό και την αξιολόγηση χώρων που έχουν μολυνθεί από υδράργυρο ή από ενώσεις υδραργύρου.

2.   Όλες οι ενέργειες που αποσκοπούν στη μείωση των κινδύνων που ενέχουν οι εν λόγω χώροι υλοποιούνται με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο, με ενσωμάτωση, κατά περίπτωση, της αξιολόγησης των κινδύνων που συνεπάγεται για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον η παρουσία υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου.

3.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει κατευθυντήρια έγγραφα σχετικά με τη διαχείριση των μολυσμένων χώρων, τα οποία περιλαμβάνουν ενδεχομένως μεθόδους και προσεγγίσεις όσον αφορά τα εξής:

α)

τον εντοπισμό και τον χαρακτηρισμό του χώρου·

β)

την ευαισθητοποίηση του κοινού·

γ)

τις αξιολογήσεις των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον·

δ)

τις επιλογές όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων που ενέχουν οι μολυσμένοι χώροι·

ε)

την αξιολόγηση κόστους-οφέλους· και

στ)

την επαλήθευση των αποτελεσμάτων.

4.   Τα συμβαλλόμενα μέρη ενθαρρύνονται να συνεργάζονται μεταξύ τους για τη χάραξη στρατηγικών και την υλοποίηση δραστηριοτήτων με σκοπό τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, την ιεράρχηση, τη διαχείριση και, κατά περίπτωση, την αποκατάσταση μολυσμένων χώρων.

Άρθρο 13

Χρηματοδοτικοί πόροι και μηχανισμός

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να παρέχει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του, πόρους όσον αφορά τις εθνικές δραστηριότητες που πρόκειται να υλοποιηθούν βάσει της παρούσας σύμβασης, σύμφωνα με τις οικείες εθνικές πολιτικές και προτεραιότητες και τα οικεία εθνικά σχέδια και προγράμματα. Οι εν λόγω πόροι μπορεί να περιλαμβάνουν τη χορήγηση εθνικής χρηματοδότησης, μέσω συναφών πολιτικών, αναπτυξιακών στρατηγικών και εθνικών προϋπολογισμών, και την άντληση διμερούς και πολυμερούς χρηματοδότησης, καθώς και τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα.

2.   Η συνολική αποτελεσματικότητα της εφαρμογής της παρούσας σύμβασης από τις αναπτυσσόμενες συμβαλλόμενες χώρες θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

3.   Η χρήση πολυμερών, περιφερειακών και διμερών πόρων χρηματοδοτικής και τεχνικής συνδρομής καθώς και η ανάπτυξη ικανοτήτων και η μεταφορά τεχνολογίας ενθαρρύνονται σε επείγουσα βάση, με σκοπό την ενίσχυση και την αύξηση των οικείων δραστηριοτήτων για τον υδράργυρο προς στήριξη των αναπτυσσόμενων συμβαλλόμενων χωρών κατά την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης όσον αφορά τους χρηματοδοτικούς πόρους, την τεχνική συνδρομή και τη μεταφορά τεχνολογίας.

4.   Στο πλαίσιο των οικείων δράσεων χρηματοδότησης, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες και τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν στα συμβαλλόμενα μέρη που είναι αναπτυσσόμενα μικρά νησιωτικά κράτη ή λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.

5.   Με τις παρούσες διατάξεις θεσπίζεται μηχανισμός για την παροχή επαρκούς, προβλέψιμης και έγκαιρης χρηματοδότησης. Σκοπός του μηχανισμού αυτού είναι η στήριξη των αναπτυσσομένων συμβαλλόμενων χωρών και των συμβαλλόμενων μερών με μεταβατική οικονομία κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχουν δυνάμει της παρούσας σύμβασης.

6.   Ο εν λόγω μηχανισμός περιλαμβάνει τα εξής:

α)

το Παγκόσμιο Καταπιστευματικό Ταμείο για το Περιβάλλον· και

β)

ένα ειδικό διεθνές πρόγραμμα για την υποστήριξη της ανάπτυξης ικανοτήτων και της τεχνικής συνδρομής.

7.   Το Παγκόσμιο Καταπιστευματικό Ταμείο για το Περιβάλλον παρέχει νέα, προβλέψιμη, επαρκή και έγκαιρη χρηματοδότηση για την κάλυψη των δαπανών προς στήριξη της εφαρμογής της παρούσας σύμβασης, κατόπιν σχετικής συμφωνίας στο πλαίσιο της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, το Παγκόσμιο Καταπιστευματικό Ταμείο για το Περιβάλλον ενεργεί υπό την καθοδήγηση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών, στην οποία και λογοδοτεί. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών παρέχει καθοδήγηση σχετικά με τις συνολικές στρατηγικές και πολιτικές, τις προτεραιότητες των προγραμμάτων και την επιλεξιμότητα όσον αφορά την πρόσβαση στους χρηματοδοτικούς πόρους και τη χρήση τους. Επιπλέον, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών παρέχει καθοδήγηση για τον ενδεικτικό κατάλογο των κατηγοριών δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να λάβουν στήριξη από το Παγκόσμιο Καταπιστευματικό Ταμείο για το Περιβάλλον. Το Παγκόσμιο Καταπιστευματικό Ταμείο για το Περιβάλλον παρέχει πόρους για την κάλυψη του συμφωνηθέντος επιπρόσθετου κόστους των παγκόσμιων περιβαλλοντικών οφελών και του συμφωνηθέντος συνολικού κόστους ορισμένων επιβοηθητικών δραστηριοτήτων.

8.   Κατά τη χορήγηση χρηματοδοτικών πόρων για την υλοποίηση μιας δραστηριότητας, το Παγκόσμιο Καταπιστευματικό Ταμείο για το Περιβάλλον πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις δυνητικές μειώσεις υδραργύρου που μπορεί να επιφέρει η προτεινόμενη δραστηριότητα σε σχέση με το κόστος της.

9.   Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, το πρόγραμμα που αναφέρεται στην παράγραφο 6 στοιχείο β) θα λειτουργεί υπό την καθοδήγηση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών, στην οποία θα είναι επίσης υπόλογο. Κατά την πρώτη της συνεδρίαση, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αποφασίζει ποιος θα είναι ο φορέας υποδοχής του προγράμματος, που μπορεί να είναι κάποιος υφιστάμενος φορέας, και παρέχει σχετικά καθοδήγηση, μεταξύ άλλων και σχετικά με τη διάρκεια ισχύος του. Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και άλλοι σχετικοί ενδιαφερόμενοι φορείς καλούνται να παράσχουν στο πρόγραμμα χρηματοδοτικούς πόρους, σε εθελοντική βάση.

10.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών και οι φορείς που συμμετέχουν στον μηχανισμό χρηματοδότησης αποφασίζουν από κοινού, κατά την πρώτη συνεδρίαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών, τις απαιτούμενες ρυθμίσεις για την υλοποίηση των διατάξεων των ανωτέρω παραγράφων.

11.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επανεξετάζει, το αργότερο κατά την τρίτη της συνεδρίαση, και, κατόπιν αυτού, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, το ύψος της χρηματοδότησης, την καθοδήγηση που παρέχει η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών στους φορείς στους οποίους ανατίθεται η επιχειρησιακή λειτουργία του μηχανισμού χρηματοδότησης, ο οποίος θεσπίζεται βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καθώς και την αποτελεσματικότητα και τις ικανότητες αυτών όσον αφορά την αντιμετώπιση των μεταβαλλόμενων αναγκών των αναπτυσσομένων συμβαλλόμενων χωρών και των συμβαλλόμενων μερών με μεταβατική οικονομία. Βάσει της εν λόγω επανεξέτασης, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του μηχανισμού χρηματοδότησης.

12.   Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη καλούνται, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους, να συνεισφέρουν στον μηχανισμό χρηματοδότησης. Ο μηχανισμός ενθαρρύνει την άντληση χρηματοδότησης από άλλους πόρους, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού τομέα, και επιδιώκει τη μόχλευση των εν λόγω χρηματοδοτικών πόρων για τις δραστηριότητες που στηρίζει.

Άρθρο 14

Ανάπτυξη ικανοτήτων, τεχνική συνδρομή και μεταφορά τεχνολογίας

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται για την εξασφάλιση, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους, έγκαιρης και κατάλληλης ανάπτυξης ικανοτήτων και τεχνικής συνδρομής στις αναπτυσσόμενες συμβαλλόμενες χώρες, ιδίως σε συμβαλλόμενα μέρη που αποτελούν λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες ή αναπτυσσόμενα μικρά νησιωτικά κράτη, καθώς και σε συμβαλλόμενα μέρη με μεταβατική οικονομία, ούτως ώστε να συνδράμουν κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχουν δυνάμει της παρούσας σύμβασης.

2.   Η εξασφάλιση της ανάπτυξης ικανοτήτων και της τεχνικής συνδρομής σύμφωνα με την παράγραφο 1 και το άρθρο 13 μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω περιφερειακών, υποπεριφερειακών και εθνικών ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων περιφερειακών και υποπεριφερειακών κέντρων, με τη βοήθεια άλλων πολυμερών και διμερών μέσων και μέσω συμπράξεων, μεταξύ άλλων με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Είναι σκόπιμο να επιδιωχθεί η συνεργασία και ο συντονισμός με άλλες πολυμερείς περιβαλλοντικές συμφωνίες στον τομέα των χημικών προϊόντων και των αποβλήτων, ούτως ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της τεχνικής συνδρομής και της παροχής της.

3.   Οι ανεπτυγμένες συμβαλλόμενες χώρες και άλλα συμβαλλόμενα μέρη προάγουν και διευκολύνουν, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους, και με την υποστήριξη του ιδιωτικού τομέα και άλλων σχετικών ενδιαφερομένων φορέων κατά περίπτωση, την ανάπτυξη, τη μεταφορά και τη διάδοση επικαιροποιημένων περιβαλλοντικά ορθών εναλλακτικών τεχνολογιών, καθώς και την πρόσβαση σε αυτές, για τις αναπτυσσόμενες συμβαλλόμενες χώρες, ιδίως όσον αφορά τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και τα αναπτυσσόμενα μικρά νησιωτικά κράτη, καθώς και τα συμβαλλόμενα μέρη με μεταβατική οικονομία, με σκοπό την ενίσχυση της ικανότητάς τους να θέσουν αποτελεσματικά σε εφαρμογή την παρούσα σύμβαση.

4.   Κατά τη δεύτερη συνεδρίασή της και, κατόπιν αυτής, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, και λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεων και των εκθέσεων που υποβάλλουν τα συμβαλλόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 21 και των πληροφοριών που παρέχουν άλλοι ενδιαφερόμενοι φορείς, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών:

α)

εξετάζει τις πληροφορίες σχετικά με τις υφιστάμενες πρωτοβουλίες και την πρόοδο που επιτυγχάνεται όσον αφορά τις εναλλακτικές τεχνολογίες·

β)

εξετάζει τις ανάγκες των συμβαλλόμενων μερών, ιδίως των αναπτυσσομένων συμβαλλόμενων χωρών, σε επίπεδο εναλλακτικών τεχνολογιών· και

γ)

προσδιορίζει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα συμβαλλόμενα μέρη, ιδίως οι αναπτυσσόμενες συμβαλλόμενες χώρες, στον τομέα της μεταφοράς τεχνολογίας.

5.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών διατυπώνει συστάσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να ενισχυθούν περαιτέρω, δυνάμει του παρόντος άρθρου, η ανάπτυξη ικανοτήτων, η τεχνική συνδρομή και η μεταφορά τεχνολογίας.

Άρθρο 15

Επιτροπή εφαρμογής και συμμόρφωσης

1.   Θεσπίζεται μηχανισμός, συμπεριλαμβανομένης επιτροπής ως επικουρικού οργάνου της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών, με σκοπό την προώθηση της εφαρμογής της παρούσας σύμβαση ς, καθώς και την επαλήθευση της συμμόρφωσης προς όλες τις διατάξεις της. Ο μηχανισμός, συμπεριλαμβανομένης της επιτροπής, είναι υποστηρικτικού χαρακτήρα και αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στις αντίστοιχες εθνικές ικανότητες και συνθήκες των συμβαλλόμενων μερών.

2.   Η επιτροπή προάγει την εφαρμογή όλων των διατάξεων της παρούσας σύμβασης και επαληθεύει τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις αυτές. Η επιτροπή εξετάζει τόσο επιμέρους όσο και συστημικά ζητήματα εφαρμογής και συμμόρφωσης και απευθύνει, κατά περίπτωση, συστάσεις στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

3.   Η επιτροπή απαρτίζεται από 15 μέλη, τα οποία προτείνονται από τα συμβαλλόμενα μέρη και εκλέγονται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ισότιμης γεωγραφικής εκπροσώπησης βάσει των πέντε περιφερειών των Ηνωμένων Εθνών· τα πρώτα μέλη εκλέγονται κατά την πρώτη συνεδρίαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών και, κατόπιν αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του εσωτερικού κανονισμού, ο οποίος θεσπίζεται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών δυνάμει της παραγράφου 5· τα μέλη της επιτροπής αναλαμβάνουν αρμοδιότητες σε τομέα σχετικό με την παρούσα σύμβαση και επιτυγχάνουν κατάλληλη ισορροπία εμπειρογνωμοσύνης.

4.   Η επιτροπή μπορεί να εξετάζει ζητήματα με βάση τα εξής:

α)

γραπτές παρατηρήσεις που υποβάλλει οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος όσον αφορά τη συμμόρφωσή του·

β)

εθνικές εκθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 21· και

γ)

αιτήματα που υποβάλλει η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

5.   Η επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό της, τον οποίο υποβάλλει προς έγκριση στη δεύτερη συνεδρίαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών· η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών δύναται να θεσπίσει περαιτέρω όρους εντολής για την επιτροπή.

6.   Η επιτροπή καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εγκρίνει τις συστάσεις της κατόπιν γενικής συναίνεσης. Εάν εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για την επίτευξη γενικής συναίνεσης και δεν επιτευχθεί, οι εν λόγω συστάσεις εγκρίνονται, ως έσχατη λύση, από την πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών που είναι παρόντα και ψηφίζουν, με απαρτία των δύο τρίτων των μελών.

Άρθρο 16

Θέματα υγείας

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη ενθαρρύνονται:

α)

να προάγουν τη χάραξη και την εφαρμογή στρατηγικών και προγραμμάτων για τον προσδιορισμό και την προστασία πληθυσμών που διατρέχουν κίνδυνο, ιδίως των ευπαθών πληθυσμών, και που μπορούν να περιλαμβάνουν επιστημονικά τεκμηριωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την υγεία σε σχέση με την έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου, τον καθορισμό στόχων για τη μείωση της έκθεσης στον υδράργυρο, κατά περίπτωση, και τη δημόσια εκπαίδευση, με τη συμμετοχή του τομέα της δημόσιας υγείας και άλλων σχετικών τομέων·

β)

να προωθούν την κατάρτιση και την εφαρμογή επιστημονικά τεκμηριωμένων εκπαιδευτικών και προληπτικών προγραμμάτων σχετικά με την επαγγελματική έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου·

γ)

να προάγουν κατάλληλες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης σε επίπεδο πρόληψης, θεραπευτικής αγωγής και φροντίδας για τους πληττόμενους πληθυσμούς από την έκθεση στον υδράργυρο ή στις ενώσεις υδραργύρου· και

δ)

να δημιουργούν και να ενισχύουν, κατά περίπτωση, τις ικανότητες των θεσμικών οργάνων και των επαγγελματιών της υγείας για την πρόληψη, τη διάγνωση, την αντιμετώπιση και την παρακολούθηση των κινδύνων για την υγεία που συνδέονται με την έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου.

2.   Κατά την εξέταση ζητημάτων ή δραστηριοτήτων που αφορούν την υγεία, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών πρέπει:

α)

να συμβουλεύεται και να συνεργάζεται με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και άλλους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς, κατά περίπτωση· και

β)

να προάγει τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και άλλους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς, κατά περίπτωση.

Άρθρο 17

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διευκολύνει την ανταλλαγή:

α)

επιστημονικών, τεχνικών, οικονομικών και νομικών πληροφοριών σχετικά με τον υδράργυρο και τις ενώσεις υδραργύρου, συμπεριλαμβανομένων των τοξικολογικών, οικοτοξικολογικών πληροφοριών και των πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια·

β)

πληροφοριών σχετικά με τη μείωση ή εξάλειψη της παραγωγής, χρήσης, εμπορίας, καθώς και των εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου·

γ)

πληροφοριών σχετικά με τεχνικά και οικονομικά βιώσιμες εναλλακτικές επιλογές όσον αφορά:

i)

τα προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου·

ii)

τις διαδικασίες παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου· και

iii)

τις δραστηριότητες και τις διαδικασίες που εκπέμπουν ή εκλύουν υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου·

συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν τους κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον, καθώς και το οικονομικό και κοινωνικό κόστος και τα αντίστοιχα οφέλη των εν λόγω εναλλακτικών επιλογών· και

δ)

επιδημιολογικών στοιχείων σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία που συνδέονται με την έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου, σε στενή συνεργασία με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και άλλους αρμόδιους οργανισμούς, κατά περίπτωση.

2.   Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 άμεσα, μέσω της γραμματείας, ή σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους οργανισμούς, μεταξύ άλλων με τις γραμματείες των συμβάσεων για τα χημικά προϊόντα και απόβλητα, κατά περίπτωση.

3.   Η γραμματεία διευκολύνει τη συνεργασία στο πλαίσιο της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, καθώς και με τους αρμόδιους οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των γραμματειών πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών και άλλων διεθνών πρωτοβουλιών. Επιπλέον των στοιχείων που υποβάλλουν τα συμβαλλόμενα μέρη, οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν στοιχεία από διακυβερνητικούς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις που διαθέτουν εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα υδραργύρου, καθώς και από εθνικά και διεθνή θεσμικά όργανα με αντίστοιχη εμπειρογνωμοσύνη.

4.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει εθνικό σημείο αναφοράς για την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας σύμβασης, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τη συναίνεση των συμβαλλόμενων μερών εισαγωγής κατ' εφαρμογή του άρθρου 3.

5.   Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, οι πληροφορίες σχετικά με την ανθρώπινη υγεία και ασφάλεια και το περιβάλλον δεν θεωρούνται εμπιστευτικές. Τα συμβαλλόμενα μέρη που προβαίνουν σε ανταλλαγή άλλων πληροφοριών στο πλαίσιο της παρούσας σύμβασης εξασφαλίζουν την προστασία τυχόν εμπιστευτικών πληροφοριών κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας.

Άρθρο 18

Ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση του κοινού

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος προάγει και διευκολύνει στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του:

α)

την παροχή στο ευρύ κοινό των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τα εξής:

i)

τις επιπτώσεις του υδραργύρου και των ενώσεων υδραργύρου στην υγεία και το περιβάλλον·

ii)

τις εναλλακτικές επιλογές σε σχέση με τον υδράργυρο και τις ενώσεις υδραργύρου·

iii)

τα θέματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1·

iv)

τα αποτελέσματα των οικείων δραστηριοτήτων έρευνας, ανάπτυξης και παρακολούθησης δυνάμει του άρθρου 19· και

v)

τις δραστηριότητες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχει δυνάμει της παρούσας σύμβασης·

β)

την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις επιπτώσεις που έχει στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον η έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου, σε συνεργασία με αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις και ευπαθείς πληθυσμούς, κατά περίπτωση.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος κάνει χρήση των υφιστάμενων μηχανισμών ή εξετάζει το ενδεχόμενο θέσπισης μηχανισμών, όπως μητρώα έκλυσης και μεταφοράς ρύπων, κατά περίπτωση, για τη συγκέντρωση και τη διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις εκτιμήσεις των ετήσιων ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου που εκπέμπονται, εκλύονται ή διατίθενται στο έδαφός τους μέσω των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

Άρθρο 19

Έρευνα, ανάπτυξη και παρακολούθηση

1.   Λαμβανομένων υπόψη των οικείων συνθηκών και ικανοτήτων, τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια συνεργασίας με σκοπό την ανάπτυξη και τη βελτίωση:

α)

καταλόγων απογραφής όσον αφορά τη χρήση, την κατανάλωση και τις ανθρωπογενείς εκπομπές στην ατμόσφαιρα και τις εκλύσεις στα ύδατα και το έδαφος υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου·

β)

μοντελοποίησης και γεωγραφικά αντιπροσωπευτικής παρακολούθησης των επιπέδων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου σε ευπαθείς πληθυσμούς και στοιχεία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των βιοτικών στοιχείων, όπως ψάρια, θαλάσσια θηλαστικά, θαλάσσιες χελώνες και πτηνά, καθώς και της συνεργασίας στο πλαίσιο της συγκέντρωσης και της ανταλλαγής σχετικών και κατάλληλων δειγμάτων·

γ)

εκτιμήσεων των επιπτώσεων του υδραργύρου και των ενώσεων υδραργύρου στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, επιπλέον των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών επιπτώσεων, ιδίως όσον αφορά τους ευπαθείς πληθυσμούς·

δ)

εναρμονισμένων μεθοδολογιών για τις δραστηριότητες που αναλαμβάνονται κατ' εφαρμογή των στοιχείων α), β) και γ)·

ε)

πληροφοριών σχετικά με τον περιβαλλοντικό κύκλο, τη μεταφορά (συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς και απόθεσης σε μεγάλες αποστάσεις), τον μετασχηματισμό και την πορεία του υδραργύρου και των ενώσεων υδραργύρου σε ευρύ φάσμα οικοσυστημάτων, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της διάκρισης μεταξύ των ανθρωπογενών και των φυσικών εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου και της εκ νέου κινητοποίησης του υδραργύρου από σημεία καθίζησης ρύπων υδραργύρου κατά το παρελθόν·

στ)

πληροφοριών σχετικά με την εμπορική διάθεση και εμπορία υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, καθώς και προϊόντων με προσθήκη υδραργύρου· και

ζ)

πληροφοριών και ερευνών όσον αφορά την τεχνική και οικονομική διαθεσιμότητα προϊόντων και διαδικασιών χωρίς προσθήκη υδραργύρου, καθώς και τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και τις βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές για τη μείωση και την παρακολούθηση των εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου.

2.   Συνιστάται στα συμβαλλόμενα μέρη να αξιοποιούν, κατά περίπτωση, υφιστάμενα δίκτυα παρακολούθησης και ερευνητικά προγράμματα κατά την υλοποίηση των δραστηριοτήτων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 20

Σχέδια εφαρμογής

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται, κατόπιν αρχικής αξιολόγησης, να καταρτίζει και να εκτελεί σχέδιο εφαρμογής, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο, για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχουν δυνάμει της παρούσας σύμβασης. Το εν λόγω σχέδιο πρέπει να διαβιβαστεί στη γραμματεία αμέσως μετά την κατάρτισή του.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αναθεωρήσει και να επικαιροποιήσει το οικείο σχέδιο εφαρμογής, συνεκτιμώντας τις συνθήκες που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο και λαμβάνοντας υπόψη την καθοδήγηση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών και άλλες σχετικές οδηγίες.

3.   Κατά την εκτέλεση των εργασιών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να συμβουλεύονται τους εθνικούς ενδιαφερόμενους φορείς για την ευχερέστερη κατάρτιση, εφαρμογή, αναθεώρηση και επικαιροποίηση των οικείων σχεδίων εφαρμογής.

4.   Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν επίσης να επιδιώξουν τον συντονισμό των περιφερειακών σχεδίων με σκοπό τη διευκόλυνση της εφαρμογής της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 21

Υποβολή εκθέσεων

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος υποβάλλει στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών, μέσω της γραμματείας, εκθέσεις όσον αφορά τα μέτρα που έχει λάβει για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας σύμβασης και την αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων, καθώς και τις πιθανές προκλήσεις που αντιμετωπίζει κατά την εκπλήρωση των στόχων της παρούσας σύμβασης.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος περιλαμβάνει στις εκθέσεις που υποβάλλει τα στοιχεία που απαιτούνται σύμφωνα με τα άρθρα 3, 5, 7, 8 και 9 της παρούσας σύμβασης.

3.   Κατά την πρώτη της συνεδρίαση, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αποφασίζει το χρονοδιάγραμμα και τη μορφή των υποβαλλόμενων εκθέσεων που πρέπει να τηρούν τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβανομένης υπόψη της σκοπιμότητας του συντονισμού της υποβολής εκθέσεων με άλλες συναφείς συμβάσεις στον τομέα των χημικών προϊόντων και αποβλήτων.

Άρθρο 22

Αξιολόγηση αποτελεσματικότητας

1.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της παρούσας σύμβασης, ξεκινώντας το αργότερο έξι έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης και, κατόπιν αυτού, ανά τακτά χρονικά διαστήματα που πρέπει να καθορίσει η ίδια.

2.   Προκειμένου να διευκολυνθεί η αξιολόγηση, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών κινεί, κατά την πρώτη της συνεδρίαση, διαδικασία θέσπισης ρυθμίσεων, ούτως ώστε να εξασφαλίζει, για ιδία χρήση, συγκρίσιμα στοιχεία παρακολούθησης σχετικά με την παρουσία και την κυκλοφορία υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου στο περιβάλλον, καθώς και σχετικά με τις τάσεις των επιπέδων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου που παρατηρούνται στα βιοτικά στοιχεία και τους ευπαθείς πληθυσμούς.

3.   Η αξιολόγηση διενεργείται βάσει διαθέσιμων επιστημονικών, περιβαλλοντικών, τεχνικών, δημοσιονομικών και οικονομικών στοιχείων, μεταξύ των οποίων τα εξής:

α)

εκθέσεις και άλλα στοιχεία παρακολούθησης που διαβιβάζονται στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών δυνάμει της παραγράφου 2·

β)

εκθέσεις που υποβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 21·

γ)

πληροφορίες και συστάσεις που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 15· και

δ)

εκθέσεις και άλλα συναφή στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία της χρηματοδοτικής συνδρομής, τη μεταφορά τεχνολογίας και τις ρυθμίσεις όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων που έχουν τεθεί σε εφαρμογή δυνάμει της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 23

Συνδιάσκεψη των μερών

1.   Με το παρόν άρθρο θεσπίζεται διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

2.   Η πρώτη συνεδρίαση της διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών συγκαλείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον το αργότερο ένα έτος μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης. Οι τακτικές συνεδριάσεις της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών πραγματοποιούνται κατόπιν αυτού ανά τακτά χρονικά διαστήματα που πρέπει να ορίσει η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

3.   Έκτακτες συνεδριάσεις της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών συγκαλούνται οποτεδήποτε κριθεί απαραίτητο από την ίδια ή κατόπιν γραπτού αιτήματος οποιουδήποτε συμβαλλόμενου μέρους, υπό την προϋπόθεση ότι, εντός έξι μηνών από την κοινοποίηση του αιτήματος προς τα συμβαλλόμενα μέρη εκ μέρους της γραμματείας, το αίτημα υποστηρίζεται τουλάχιστον από το ένα τρίτο των συμβαλλόμενων μερών.

4.   Κατά την πρώτη της συνεδρίαση, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών συμφωνεί και εκδίδει, κατόπιν γενικής συναίνεσης, εσωτερικό κανονισμό και δημοσιονομικό κανονισμό για την ίδια και τυχόν επικουρικά της όργανα, καθώς και δημοσιονομικές διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία της γραμματείας.

5.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών παρακολουθεί και αξιολογεί σε διαρκή βάση την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης. Ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με την παρούσα σύμβαση και προς τον σκοπό αυτό:

α)

συστήνει επικουρικά όργανα τα οποία θεωρεί αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης·

β)

συνεργάζεται, κατά περίπτωση, με αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς και διακυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς φορείς·

γ)

επανεξετάζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα το σύνολο των πληροφοριών που τίθενται στη διάθεσή της και στη διάθεση της γραμματείας δυνάμει του άρθρου 21·

δ)

εξετάζει όλες τις συστάσεις που της υποβάλλει ενδεχομένως η επιτροπή εφαρμογής και συμμόρφωσης·

ε)

εξετάζει και αναλαμβάνει τυχόν συμπληρωματικές δράσεις που μπορεί να απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της παρούσας σύμβασης· και

στ)

επανεξετάζει τα παραρτήματα Α και Β κατ' εφαρμογή των άρθρων 4 και 5.

6.   Τα Ηνωμένα Έθνη, οι εξειδικευμένες υπηρεσίες τους και ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας, καθώς επίσης και κάθε κράτος το οποίο δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης, μπορούν να εκπροσωπούνται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών. Οιοσδήποτε φορέας ή οργανισμός, εθνικός ή διεθνής, κυβερνητικός ή μη, σχετικός με τα θέματα που καλύπτει η παρούσα σύμβαση, και ο οποίος ενημερώνει τη γραμματεία για την επιθυμία του να εκπροσωπηθεί ως παρατηρητής σε συνεδρίαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών, μπορεί να γίνει δεκτός με την ιδιότητα αυτή, εκτός εάν αντιταχθεί τουλάχιστον το ένα τρίτο των παρόντων συμβαλλόμενων μερών. Η απόφαση συμμετοχής και παρουσίας παρατηρητών υπόκειται στον εσωτερικό κανονισμό που έχει εγκριθεί από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

Άρθρο 24

Γραμματεία

1.   Με το παρόν άρθρο συστήνεται γραμματεία.

2.   Οι αρμοδιότητες της γραμματείας είναι οι εξής:

α)

διεκπεραίωση των αναγκαίων εργασιών για τις συνεδριάσεις της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών και των επικουρικών οργάνων της και την παροχή εν προκειμένω των απαιτούμενων υπηρεσιών·

β)

διευκόλυνση της παρεχόμενης συνδρομής στα συμβαλλόμενα μέρη, ιδίως στις αναπτυσσόμενες συμβαλλόμενες χώρες και στα συμβαλλόμενα μέρη με μεταβατική οικονομία, κατόπιν αιτήματος, για την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης·

γ)

συντονισμό, κατά περίπτωση, με τις γραμματείες σχετικών διεθνών φορέων, ιδίως άλλων συμβάσεων για τα χημικά προϊόντα και απόβλητα·

δ)

παροχή συνδρομής στα συμβαλλόμενα μέρη κατά την ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης·

ε)

κατάρτιση και διάθεση στα συμβαλλόμενα μέρη περιοδικών εκθέσεων με βάση τα στοιχεία που λαμβάνει δυνάμει των άρθρων 15 και 21, καθώς και άλλες διαθέσιμες πληροφορίες·

στ)

σύναψη, υπό τη συνολική καθοδήγηση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών, των διοικητικών και συμβατικών ρυθμίσεων που απαιτούνται ενδεχομένως για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της· και

ζ)

επιτέλεση των λοιπών γραμματειακών καθηκόντων που προσδιορίζονται στην παρούσα σύμβαση, καθώς και άλλων καθηκόντων που ενδέχεται να καθορίσει η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.

3.   Τα καθήκοντα γραμματείας στο πλαίσιο της παρούσας σύμβασης ασκούνται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον, εκτός εάν η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αποφασίσει, με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των παρόντων και ψηφιζόντων συμβαλλόμενων μερών, να αναθέσει την άσκηση των γραμματειακών καθηκόντων σε έναν ή περισσότερους διεθνείς οργανισμούς.

4.   Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με αρμόδιους διεθνείς φορείς, να διασφαλίσει την ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ της γραμματείας και των γραμματειών άλλων συμβάσεων σχετικά με χημικά προϊόντα και απόβλητα. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με αρμόδιους διεθνείς φορείς, να παράσχει περαιτέρω καθοδήγηση επί του θέματος αυτού.

Άρθρο 25

Επίλυση διαφορών

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη επιδιώκουν την επίλυση τυχόν διαφορών που προκύπτουν μεταξύ τους αναφορικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης μέσω διαπραγματεύσεων ή οποιουδήποτε άλλου ειρηνικού μέσου της επιλογής τους.

2.   Κατά την κύρωση, αποδοχή και έγκριση της παρούσας σύμβασης ή κατά την προσχώρηση σε αυτή, ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο, ένα συμβαλλόμενο μέρος, το οποίο δεν αποτελεί οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης, μπορεί να δηλώσει εγγράφως στον θεματοφύλακα ότι, όσον αφορά οποιαδήποτε διαφορά αναφορικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, αναγνωρίζει το ένα από τα δύο ή αμφότερα τα μέσα που παρατίθενται ακολούθως για την επίλυση των διαφορών ως υποχρεωτικά μέσα σε σχέση με οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος που έχει αποδεχτεί την ίδια υποχρέωση:

α)

διαιτησία σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο μέρος I του παραρτήματος Ε·

β)

υποβολή της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο.

3.   Ένα συμβαλλόμενο μέρος, το οποίο αποτελεί οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης, μπορεί να υποβάλει δήλωση με παρόμοιο αποτέλεσμα ως προς τη διαιτησία σύμφωνα με την παράγραφο 2.

4.   Οι δηλώσεις κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 ή 3 παραμένουν σε ισχύ έως ότου λήξει η ισχύς τους σύμφωνα με τους όρους τους ή μετά την παρέλευση τριών μηνών από την κατάθεση γραπτής ειδοποίησης σχετικά με την ανάκλησή τους στον θεματοφύλακα.

5.   Η λήξη της ισχύος των δηλώσεων, των ειδοποιήσεων ανάκλησης ή των νέων δηλώσεων δεν επηρεάζει με κανένα τρόπο τις εκκρεμοδικίες ενώπιον διαιτητικού δικαστηρίου ή του Διεθνούς Δικαστηρίου, εκτός εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά αποφασίσουν διαφορετικά.

6.   Σε περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη δεν έχουν αποδεχθεί τον ίδιο τρόπο επίλυσης της διαφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3, και εάν μετά την παρέλευση δώδεκα μηνών από την κοινοποίηση από το ένα συμβαλλόμενο μέρος προς το άλλο ότι υφίσταται διαφορά μεταξύ τους, τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν επιλύσουν τη διαφορά τους με τα μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η διαφορά υποβάλλεται, κατόπιν αίτησης ενός εκ των συμβαλλόμενων μερών, σε επιτροπή συνδιαλλαγής. Η διαδικασία που προβλέπεται στο μέρος II του παραρτήματος Ε εφαρμόζεται σε περιπτώσεις συνδιαλλαγής κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 26

Τροποποιήσεις της σύμβασης

1.   Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει πρόταση τροποποίησης της παρούσας σύμβασης.

2.   Τροποποιήσεις της παρούσας σύμβασης εγκρίνονται σε συνεδρίαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών. Η γραμματεία διαβιβάζει στα συμβαλλόμενα μέρη το κείμενο οιασδήποτε πρότασης τροποποίησης τουλάχιστον έξι μήνες πριν από τη συνεδρίαση στην οποία υποβάλλεται προς έγκριση η πρόταση. Η γραμματεία κοινοποιεί επίσης τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στα μέρη που έχουν υπογράψει την παρούσα σύμβαση, καθώς και στον θεματοφύλακα προς ενημέρωση.

3.   Τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επίτευξη συμφωνίας σε κάθε πρόταση τροποποίησης της παρούσας σύμβασης κατόπιν γενικής συναίνεσης. Εάν εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για την επίτευξη γενικής συναίνεσης και δεν επιτευχθεί συμφωνία, η τροποποίηση εγκρίνεται, ως έσχατη λύση, από την πλειοψηφία των τριών τετάρτων των συμβαλλόμενων μελών που είναι παρόντα και ψηφίζουν στη συνεδρίαση.

4.   Ο θεματοφύλακας κοινοποιεί την εγκριθείσα τροποποίηση προς κύρωση, αποδοχή ή έγκριση σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

5.   Η επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση τροποποίησης κοινοποιείται στον θεματοφύλακα γραπτώς. Η τροποποίηση που εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 τίθεται σε ισχύ για τα συμβαλλόμενα μέρη που έχουν συναινέσει να δεσμεύονται από τις διατάξεις της κατά την ενενηκοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης των πράξεων κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης τουλάχιστον από τα τρία τέταρτα των συμβαλλόμενων μερών που ήταν συμβαλλόμενα μέρη κατά τη χρονική στιγμή που ψηφίστηκε η τροποποίηση. Εν συνεχεία, η τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος κατά την ενενηκοστή ημέρα μετά την ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος υποβάλλει την οικεία πράξη κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης της τροποποίησης.

Άρθρο 27

Θέσπιση και τροποποίηση παραρτημάτων

1.   Τα παραρτήματα της παρούσας σύμβασης αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της και, εκτός αν προβλέπεται ρητώς διαφορετικά, η αναφορά στην παρούσα σύμβαση αποτελεί συγχρόνως αναφορά σε οποιοδήποτε παράρτημα αυτής.

2.   Όλα τα συμπληρωματικά παραρτήματα τα οποία εγκρίνονται μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης περιορίζονται σε διαδικαστικά, επιστημονικά, τεχνικά ή διοικητικά θέματα.

3.   Για την πρόταση, έγκριση και έναρξη ισχύος συμπληρωματικών παραρτημάτων της παρούσας σύμβασης εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:

α)

συμπληρωματικά παραρτήματα προτείνονται και εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 26 παράγραφοι 1 — 3·

β)

κάθε συμβαλλόμενο μέρος που δεν ήταν σε θέση να εγκρίνει κάποιο συμπληρωματικό παράρτημα ειδοποιεί γραπτώς τον θεματοφύλακα εντός προθεσμίας ενός έτους από την ημερομηνία κοινοποίησης εκ μέρους του θεματοφύλακα της έγκρισης του εν λόγω παραρτήματος. Ο θεματοφύλακας κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση σε όλα τα μέρη τις κοινοποιήσεις που παραλαμβάνει. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται ανά πάσα στιγμή να κοινοποιήσουν, γραπτώς, στον θεματοφύλακα ότι αποσύρουν προγενέστερη κοινοποίηση εκ μέρους τους όσον αφορά τη μη αποδοχή συμπληρωματικού παραρτήματος και, αμέσως μετά, το εν λόγω παράρτημα τίθεται σε ισχύ για τα συγκεκριμένα συμβαλλόμενα μέρη με την επιφύλαξη του στοιχείου γ)· και

γ)

μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία κοινοποίησης εκ μέρους του θεματοφύλακα της έγκρισης συμπληρωματικού παραρτήματος, το εν λόγω παράρτημα τίθεται σε ισχύ για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη που δεν υπέβαλαν κοινοποίηση μη αποδοχής σύμφωνα με τις διατάξεις του στοιχείου β).

4.   Η πρόταση, η έγκριση και η έναρξη ισχύος τροποποιήσεων των παραρτημάτων της παρούσας σύμβασης υπόκεινται στις ίδιες διαδικασίες που διέπουν και την πρόταση, την έγκριση και την έναρξη ισχύος συμπληρωματικών παραρτημάτων της σύμβασης, εξαιρουμένης της περίπτωσης στην οποία η τροποποίηση ενός παραρτήματος δεν τίθεται σε ισχύ για οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος το οποίο έχει υποβάλει δήλωση σχετικά με την τροποποίηση παραρτημάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 παράγραφος 5, οπότε στην περίπτωση αυτή η σχετική τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος κατά την ενενηκοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης στον θεματοφύλακα της οικείας πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης αναφορικά με την εν λόγω τροποποίηση.

5.   Σε περίπτωση που συμπληρωματικό παράρτημα ή τροποποίηση παραρτήματος αφορά τροποποίηση της παρούσας σύμβασης, το συμπληρωματικό παράρτημα ή η τροποποίηση δεν τίθεται σε ισχύ παρά μόνο αφού τεθεί σε ισχύ η σχετική τροποποίηση της σύμβασης.

Άρθρο 28

Δικαίωμα ψήφου

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης έχει δικαίωμα μίας ψήφου, με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται στην παράγραφο 2.

2.   Επιπλέον, σε θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων τους, οι οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης ασκούν το δικαίωμα συμμετοχής τους στη ψηφοφορία εάν διαθέτουν αριθμό ψήφων που είναι ίσος με τον αριθμό των κρατών μελών τους, τα οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας σύμβασης. Οι οργανισμοί αυτοί δεν ασκούν το δικαίωμα ψήφου τους εάν κάποιο από τα κράτη μέλη τους ασκήσει το δικό του δικαίωμα ψήφου και αντιστρόφως.

Άρθρο 29

Υπογραφή

Η παρούσα σύμβαση τίθεται προς υπογραφή στο Kumamoto της Ιαπωνίας από όλα τα κράτη και όλους τους οργανισμούς περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης στις 10 και 11 Οκτωβρίου 2013 και, κατόπιν αυτού, στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη έως τις 9 Οκτωβρίου 2014.

Άρθρο 30

Κύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση

1.   Η παρούσα σύμβαση υποβάλλεται προς κύρωση, αποδοχή ή έγκριση από τα κράτη και από τους οργανισμούς περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης. Τα κράτη και οι οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δύνανται να προσχωρήσουν σε αυτήν από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία η σύμβαση παύει να είναι πλέον ανοικτή προς υπογραφή. Τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης κατατίθενται στον θεματοφύλακα.

2.   Κάθε οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που γίνεται συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης, χωρίς να είναι συμβαλλόμενο μέρος κανένα από τα κράτη μέλη του, δεσμεύεται από όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση. Στην περίπτωση των οργανισμών των οποίων ένα ή περισσότερα κράτη μέλη είναι συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας σύμβασης, ο οργανισμός και τα κράτη μέλη του αποφασίζουν σχετικά με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους για την τήρηση των υποχρεώσεων που υπέχουν δυνάμει της παρούσας σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές, ο οργανισμός και τα κράτη μέλη του δεν δικαιούνται να ασκούν ταυτοχρόνως δικαιώματα στο πλαίσιο της παρούσας σύμβασης.

3.   Στην πράξη κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης που καταθέτουν, οι οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δηλώνουν το εύρος των αρμοδιοτήτων τους αναφορικά με τα θέματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση. Οι οργανισμοί αυτοί ενημερώνουν επίσης τον θεματοφύλακα, ο οποίος ενημερώνει με τη σειρά του τα συμβαλλόμενα μέρη, για κάθε σχετική τροποποίηση του εύρους αρμοδιοτήτων τους.

4.   Κάθε κράτος ή οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης προτρέπεται να διαβιβάζει στη γραμματεία, κατά τη χρονική στιγμή της κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης της σύμβασης ή προσχώρησης σε αυτή, πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που πρόκειται να λάβει για την εφαρμογή της σύμβασης.

5.   Στην οικεία πράξη κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να δηλώσει ότι, όσον αφορά το ίδιο, οιαδήποτε τροποποίηση παραρτήματος τίθεται σε ισχύ μόνο με την κατάθεση της οικείας πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης αναφορικά με τη σχετική τροποποίηση.

Άρθρο 31

Έναρξη ισχύος

1.   Η παρούσα σύμβαση τίθεται σε ισχύ κατά την ενενηκοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης της πεντηκοστής πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.

2.   Για κάθε κράτος ή οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που κυρώνει, αποδέχεται, εγκρίνει την παρούσα σύμβαση ή προσχωρεί σε αυτή μετά την κατάθεση της πεντηκοστής πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, η παρούσα σύμβαση τίθεται σε ισχύ κατά την ενενηκοστή ημέρα μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το εν λόγω κράτος ή τον εν λόγω οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης της οικείας πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.

3.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 ανωτέρω, κάθε πράξη που κατατίθεται από οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δεν προσμετράται ως συμπληρωματική των πράξεων που έχουν ήδη κατατεθεί από κράτη μέλη του συγκεκριμένου οργανισμού.

Άρθρο 32

Επιφυλάξεις

Δεν γίνονται δεκτές επιφυλάξεις σχετικά με την παρούσα σύμβαση.

Άρθρο 33

Ανάκληση

1.   Μετά την παρέλευση τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για ένα συμβαλλόμενο μέρος, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος δύναται ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσει από τη σύμβαση εφόσον υποβάλει σχετική γραπτή κοινοποίηση στον θεματοφύλακα.

2.   Η εν λόγω καταγγελία της σύμβασης τίθεται σε ισχύ με την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία παραλαβής από τον θεματοφύλακα της κοινοποίησης της καταγγελίας ή από μεταγενέστερη ημερομηνία η οποία προσδιορίζεται στην κοινοποίηση της καταγγελίας.

Άρθρο 34

Θεματοφύλακας

Καθήκοντα θεματοφύλακα της παρούσας σύμβασης εκτελεί ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών.

Άρθρο 35

Αυθεντικά κείμενα

Το πρωτότυπο της παρούσας σύμβασης, της οποίας τα κείμενα στην αγγλική, αραβική, γαλλική, ισπανική, κινεζική και ρωσική γλώσσα θεωρούνται εξίσου αυθεντικά, κατατίθεται στον θεματοφύλακα.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι σχετικά, υπέγραψαν την παρούσα σύμβαση.

Έγινε στο Kumamoto της Ιαπωνίας, στις δέκα Οκτωβρίου δύο χιλιάδες δεκατρία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ

Από το παρόν παράρτημα εξαιρούνται τα ακόλουθα προϊόντα:

α)

προϊόντα ουσιώδους σημασίας για τις ανάγκες της πολιτικής προστασίας και για στρατιωτικές χρήσεις·

β)

προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της έρευνας, της βαθμονόμησης οργάνων μέτρησης, καθώς και ως πρότυπα αναφοράς·

γ)

ελλείψει διαθέσιμων εφικτών εναλλακτικών επιλογών χωρίς προσθήκη υδραργύρου προς αντικατάσταση, διακόπτες και ηλεκτρονόμοι, λαμπτήρες φθορισμού ψυχρής καθόδου και λαμπτήρες φθορισμού εξωτερικού ηλεκτροδίου (CCFL και EEFL αντίστοιχα) για ηλεκτρονικές οθόνες, καθώς και όργανα μέτρησης·

δ)

προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε παραδοσιακές ή θρησκευτικές πρακτικές· και

ε)

εμβόλια που περιέχουν συντηρητικά υπό τη μορφή θειομερσάλης.

Μέρος I: Προϊόντα που υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1

Προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου

Ημερομηνία μετά την οποία η παραγωγή, εισαγωγή ή εξαγωγή του προϊόντος δεν επιτρέπεται (ημερομηνία σταδιακής κατάργησης)

Ηλεκτρικές στήλες, εξαιρουμένων των ηλεκτρικών στηλών οξειδίου του αργύρου-ψευδαργύρου, με περιεκτικότητα σε υδράργυρο < 2 % και των ηλεκτρικών στηλών ψευδαργύρου-αέρα τύπου «κουμπί» με περιεκτικότητα σε υδράργυρο < 2 %

2020

Διακόπτες και ηλεκτρονόμοι, εκτός από γέφυρες μέτρησης χωρητικότητας και απωλειών πολύ μεγάλης ακρίβειας και υψίσυχνους διακόπτες και ηλεκτρονόμους ραδιοσυχνοτήτων που χρησιμοποιούνται σε όργανα παρακολούθησης και ελέγχου, εφόσον δεν υπερβαίνουν τα 20 mg υδραργύρου ανά γέφυρα, διακόπτη ή ηλεκτρονόμο

2020

Συμπαγείς λαμπτήρες φθορισμού (CFL) για σκοπούς γενικού φωτισμού ισχύος ≤ 30 Watt με περιεκτικότητα σε υδράργυρο που υπερβαίνει τα 5 mg ανά καυστήρα λαμπτήρος.

2020

Γραμμικοί λαμπτήρες φθορισμού (LFLS) για σκοπούς γενικού φωτισμού:

α)

τριφωσφορικοί λαμπτήρες < 60 W με περιεκτικότητα σε υδράργυρο που υπερβαίνει τα 5 mg ανά λαμπτήρα·

β)

λαμπτήρες αλογονοφωσφορικών αλάτων ≤ 40 W με περιεκτικότητα σε υδράργυρο που υπερβαίνει τα 10 mg ανά λαμπτήρα

2020

Λαμπτήρες (ατμού) υδραργύρου υψηλής πίεσης (HPMV) για σκοπούς γενικού φωτισμού.

2020

Υδράργυρος σε λαμπτήρες φθορισμού ψυχρής καθόδου και λαμπτήρες φθορισμού εξωτερικού ηλεκτροδίου (CCFL και EEFL αντίστοιχα) για ηλεκτρονικές οθόνες:

α)

μικρού μήκους (≤ 500 mm) με περιεκτικότητα σε υδράργυρο που υπερβαίνει τα 3,5 mg ανά λαμπτήρα·

β)

μεσαίου μήκους (> 500 mm και ≤ 1 500 mm) με περιεκτικότητα σε υδράργυρο που υπερβαίνει τα 5 mg ανά λαμπτήρα·

γ)

μακρού μήκους (> 1 500 mm) με περιεκτικότητα σε υδράργυρο που υπερβαίνει τα 13 mg ανά λαμπτήρα

2020

Καλλυντικά (με περιεκτικότητα σε υδράργυρο άνω του 1 ppm), μεταξύ άλλων στα σαπούνια και τις κρέμες λεύκανσης του δέρματος, μη συμπεριλαμβανομένου του τομέα των καλλυντικών προϊόντων της περιοχής των οφθαλμών, όπου ο υδράργυρος χρησιμοποιείται ως συντηρητικό και δεν είναι διαθέσιμα αποτελεσματικά και ασφαλή υποκατάστατα συντηρητικά (1)

2020

Εντομοκτόνα, βιοκτόνα και τοπικά αντισηπτικά.

2020

Φυτοφάρμακα, βιοκτόνα και τοπικά αντισηπτικά Τα ακόλουθα μη ηλεκτρονικά όργανα μέτρησης εκτός από μη ηλεκτρονικά όργανα μέτρησης που τοποθετούνται σε μεγάλης κλίμακας εξοπλισμό ή αυτά που χρησιμοποιούνται για μέτρηση υψηλής ακρίβειας, όταν δεν υπάρχουν κατάλληλες εναλλακτικές επιλογές χωρίς υδράργυρο:

α)

βαρόμετρα·

β)

υγρόμετρα·

γ)

μανόμετρα·

δ)

θερμόμετρα·

ε)

σφυγμομανόμετρα (πιεσόμετρα).

2020

Μέρος II: Προϊόντα που υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 3

Προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου

Διατάξεις

Οδοντιατρικά αμαλγάματα

Στα μέτρα που πρέπει να λάβουν τα συμβαλλόμενα μέρη για τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης οδοντιατρικών αμαλγαμάτων συνεκτιμώνται οι συνθήκες που επικρατούν στο εσωτερικό του εκάστοτε συμβαλλόμενου μέρους, καθώς και τα σχετικά διεθνή έγγραφα καθοδήγησης, και συμπεριλαμβάνονται δύο ή περισσότερα από τα μέτρα που απαριθμούνται κατωτέρω:

i)

καθορισμός εθνικών στόχων που αποσκοπούν στην πρόληψη από την τερηδόνα και στην προαγωγή της υγείας, με αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση της ανάγκης οδοντικής αποκατάστασης·

ii)

καθορισμός εθνικών στόχων που αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση της χρήσης τους·

iii)

προώθηση της χρήσης οικονομικά αποδοτικών και κλινικά αποτελεσματικών εναλλακτικών λύσεων χωρίς την προσθήκη υδραργύρου για την οδοντική αποκατάσταση·

iv)

προαγωγή της έρευνας και ανάπτυξης ποιοτικών υλικών οδοντικής αποκατάστασης χωρίς την προσθήκη υδραργύρου·

v)

ενθάρρυνση των αντιπροσωπευτικών επαγγελματικών οργανώσεων και των οδοντιατρικών σχολών να εκπαιδεύουν και να καταρτίζουν τους επαγγελματίες και τους σπουδαστές του οδοντιατρικού τομέα σχετικά με τη χρήση εναλλακτικών προϊόντων οδοντικής αποκατάστασης χωρίς την προσθήκη υδραργύρου και σχετικά με την προώθηση βέλτιστων πρακτικών διαχείρισης·

vi)

αποθάρρυνση της χρήσης ασφαλιστικών συμβολαίων και προγραμμάτων που ευνοούν τη χρήση οδοντιατρικών αμαλγαμάτων εις βάρος της οδοντιατρικής αποκατάστασης χωρίς την προσθήκη υδραργύρου·

vii)

ενθάρρυνση της χρήσης ασφαλιστικών συμβολαίων και προγραμμάτων που ευνοούν τη χρήση ποιοτικών εναλλακτικών επιλογών οδοντιατρικής αποκατάστασης αντί των οδοντιατρικών αμαλγαμάτων·

viii)

περιορισμός της χρήσης των οδοντιατρικών αμαλγαμάτων αποκλειστικά υπό μορφή κάψουλας·

ix)

προώθηση της χρήσης βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών σε οδοντιατρικές εγκαταστάσεις για τη μείωση των εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου στα ύδατα και το έδαφος.


(1)  Η πρόθεση δεν είναι να καλύψει τα καλλυντικά, σαπούνια, κρέμες με προσμίξεις ιχνοστοιχείων του υδραργύρου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ B

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ Η ΕΝΩΣΕΩΝ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ

Μέρος I: Διαδικασίες που υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 2

Διαδικασίες παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου

Ημερομηνία σταδιακής κατάργησης

Παραγωγή χλωριούχων αλκαλίων

2025

Παραγωγή ακεταλδεΰδης με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου ως καταλυτών

2018

Μέρος II: Διαδικασίες που υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 3

Διαδικασίες με τη χρήση υδραργύρου

Διατάξεις

Παραγωγή μονομερούς βινυλοχλωριδίου

Τα μέτρα που πρέπει να λάβουν τα συμβαλλόμενα μέρη περιλαμβάνουν, ενδεικτικά, τα εξής:

i)

μείωση της χρήσης υδραργύρου σε όρους ανά μονάδα παραγωγής κατά 50 % έως το έτος 2020 σε σύγκριση με το 2010

ii)

προώθηση μέτρων για τη μείωση της εξάρτησης της πρωτογενούς εξόρυξης από τον υδράργυρο·

iii)

λήψη μέτρων για τη μείωση των εκπομπών και των εκλύσεων υδραργύρου στο περιβάλλον

iv)

υποστήριξη της έρευνας και της ανάπτυξης στο πεδίο των καταλυτών και των διαδικασιών χωρίς τη χρήση υδραργύρου·

v)

απαγόρευση της χρήσης υδραργύρου μετά την παρέλευση πέντε ετών από τη χρονική στιγμή κατά την οποία η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αποφανθεί ότι οι καταλύτες χωρίς τη χρήση υδραργύρου που βασίζονται στις υφιστάμενες διαδικασίες έχουν καταστεί τεχνικά και οικονομικά εφικτοί·

vi)

υποβολή εκθέσεων στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών σχετικά με τις οικείες προσπάθειες για την ανάπτυξη ή/και τον προσδιορισμό εναλλακτικών επιλογών και τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης υδραργύρου κατά την έννοια του άρθρου 21.

Μεθυλικό ή αιθυλικό νάτριο ή κάλιο

Τα μέτρα που πρέπει να λάβουν τα συμβαλλόμενα μέρη περιλαμβάνουν, ενδεικτικά, τα εξής:

i)

μέτρα για τη μείωση της χρήσης υδραργύρου με σκοπό τη σταδιακή κατάργηση της εν λόγω χρήσης το ταχύτερο δυνατόν και εντός δέκα ετών από την έναρξη ισχύος της σύμβασης·

ii)

μέτρα για τη μείωση των εκπομπών και των εκλύσεων σε όρους ανά μονάδα παραγωγής κατά 50 % έως το 2020 σε σύγκριση με το 2010·

iii)

απαγόρευση της χρήσης υδραργύρου που προέρχεται από πρωτογενή εξόρυξη·

iv)

υποστήριξη της έρευνας και της ανάπτυξης στο πεδίο των διαδικασιών χωρίς τη χρήση υδραργύρου·

v)

απαγόρευση της χρήσης υδραργύρου μετά την παρέλευση πέντε ετών από τη χρονική στιγμή κατά την οποία η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών αποφανθεί ότι οι διαδικασίες χωρίς τη χρήση υδραργύρου έχουν καταστεί τεχνικά και οικονομικά εφικτές·

vi)

υποβολή εκθέσεων στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών σχετικά με τις οικείες προσπάθειες για την ανάπτυξη ή/και τον προσδιορισμό εναλλακτικών επιλογών και τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης υδραργύρου κατά την έννοια του άρθρου 21.

Παραγωγή πολυουρεθάνης με τη χρήση καταλυτών που περιέχουν υδράργυρο.

Τα μέτρα που πρέπει να λάβουν τα συμβαλλόμενα μέρη περιλαμβάνουν, ενδεικτικά, τα εξής:

i)

λήψη μέτρων για τη μείωση της χρήσης υδραργύρου με σκοπό τη σταδιακή κατάργηση της εν λόγω χρήσης το ταχύτερο δυνατόν και, ει δυνατόν, εντός δέκα ετών από την έναρξη ισχύος της σύμβασης·

ii)

προώθηση μέτρων για τη μείωση της εξάρτησης της πρωτογενούς εξόρυξης υδραργύρου από τον υδράργυρο

iii)

λήψη μέτρων για τη μείωση των εκπομπών και των εκλύσεων υδραργύρου στο περιβάλλον

iv)

ενθάρρυνση της έρευνας και της ανάπτυξης στο πεδίο των καταλυτών και των διαδικασιών χωρίς τη χρήση υδραργύρου·

v)

υποβολή εκθέσεων στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών σχετικά με τις οικείες προσπάθειες για την ανάπτυξη ή/και τον προσδιορισμό εναλλακτικών επιλογών και τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης υδραργύρου κατά την έννοια του άρθρου 21.

Η παράγραφος 6 του άρθρου 5 δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη διαδικασία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ

ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ ΜΙΚΡΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΕΞΟΡΥΞΗ ΧΡΥΣΟΥ

Εθνικό σχέδιο δράσης

1.

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 3 περιλαμβάνει στο εθνικό σχέδιο δράσης του τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

εθνικούς στόχους και ποσοτικούς στόχους μείωσης·

β)

μέτρα για την εξάλειψη:

i)

της πλήρους αμαλγαμάτωσης μεταλλευμάτων·

ii)

της υπαίθριας καύσης αμαλγάματος ή επεξεργασμένου αμαλγάματος·

iii)

της καύσης αμαλγάματος σε οικιστικές περιοχές· και

iv)

της έκπλυσης κυανιδίων σε ιζήματα, μεταλλεύματα ή απορρίμματα κατεργασίας στα οποία έχει προστεθεί υδράργυρος χωρίς να έχει προηγηθεί αφαίρεση αυτού·

γ)

μέτρα για τη διευκόλυνση της τυποποίησης ή της ρύθμισης του κλάδου της βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξόρυξης χρυσού·

δ)

βασικές εκτιμήσεις αναφοράς σχετικά με τις ποσότητες υδραργύρου που χρησιμοποιούνται και τις πρακτικές που εφαρμόζονται στη βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη και επεξεργασία χρυσού στην επικράτειά του·

ε)

στρατηγικές για την προώθηση της μείωσης των εκπομπών και των εκλύσεων υδραργύρου, καθώς και της έκθεσης στον υδράργυρο στο πλαίσιο της βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξόρυξης και επεξεργασίας χρυσού, συμπεριλαμβανομένων μεθόδων χωρίς την προσθήκη υδραργύρου·

στ)

στρατηγικές για τη διαχείριση του εμπορίου και την πρόληψη της εκτροπής υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου τόσο από αλλοδαπές όσο και από εγχώριες πηγές για χρήση στη βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη και επεξεργασία χρυσού·

ζ)

στρατηγικές για την εξασφάλιση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων φορέων στην εφαρμογή και τη συνεχή εξέλιξη του εθνικού σχεδίου δράσης·

η)

στρατηγική δημόσιας υγείας σχετικά με την έκθεση στον υδράργυρο των εργαζομένων στον κλάδο της βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξόρυξης και επεξεργασίας χρυσού και των κοινοτήτων τους. Η εν λόγω στρατηγική θα πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη συλλογή δεδομένων σχετικά με την υγεία, την κατάρτιση των εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και την ευαισθητοποίηση του κοινού μέσω των υγειονομικών υπηρεσιών·

θ)

στρατηγικές για την πρόληψη της έκθεσης ευπαθών πληθυσμών, και ειδικότερα παιδιών και γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, ιδίως εγκύων γυναικών, στον υδράργυρο που χρησιμοποιείται στον κλάδο της βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξόρυξης χρυσού·

ι)

στρατηγικές για την ενημέρωση των εργαζομένων στον κλάδο της βιοτεχνικής και μικρής κλίμακας εξόρυξης χρυσού, καθώς και των πληττομένων κοινοτήτων· και

ια)

χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή του εθνικού σχεδίου δράσης.

2.

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να συμπεριλάβει στο εθνικό σχέδιο δράσης του συμπληρωματικές στρατηγικές για την επίτευξη των στόχων του, μεταξύ άλλων τη χρήση ή καθιέρωση προτύπων για τη βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη χρυσού χωρίς τη χρήση υδραργύρου, καθώς και μηχανισμών με γνώμονα την αγορά ή εργαλείων μάρκετινγκ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΗΜΕΙΑΚΩΝ ΠΗΓΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ ΚΑΙ ΕΝΩΣΕΩΝ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

Κατηγορία σημειακής πηγής:

 

Μονάδες παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα·

 

Βιομηχανικοί λέβητες με καύση άνθρακα·

 

Διαδικασίες τήξης και φρύξης που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή μη σιδηρούχων μετάλλων· (1)

 

Εγκαταστάσεις αποτέφρωσης απορριμμάτων·

 

Εγκαταστάσεις παραγωγής τσιμέντου κλίνκερ.


(1)  Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, ο όρος «μη σιδηρούχα μέταλλα» αναφέρεται στον μόλυβδο, τον ψευδάργυρο, τον χαλκό και τον βιομηχανικό χρυσό

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε

ΟΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ

Μέρος I: Διαδικασία διαιτησίας

Η διαδικασία διαιτησίας για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 2 στοιχείο α) της παρούσας σύμβασης έχει ως εξής:

Άρθρο 1

1.   Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταφύγει σε διαδικασία διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 25 της παρούσας σύμβασης με την αποστολή γραπτής κοινοποίησης στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος ή στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη με τα οποία έχει προκύψει η διαφορά. Η εν λόγω κοινοποίηση συνοδεύεται από το δικόγραφο της αγωγής, καθώς και από τυχόν δικαιολογητικά έγγραφα. Στην κοινοποίηση αναφέρεται το αντικείμενο της διαιτησίας και, κυρίως, τα άρθρα της παρούσας σύμβασης των οποίων η ερμηνεία ή η εφαρμογή αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς.

2.   Ο προσφεύγων κοινοποιεί στη γραμματεία ότι παραπέμπει τη διαφορά προς διαιτησία δυνάμει του άρθρου 25 της παρούσας σύμβασης. Η κοινοποίηση συνοδεύεται από τη γραπτή κοινοποίηση του προσφεύγοντος, το δικόγραφο της αγωγής και τα δικαιολογητικά έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω. Η γραμματεία διαβιβάζει τις πληροφορίες που λαμβάνει κατά τον τρόπο αυτό σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

Άρθρο 2

1.   Σε περίπτωση διαφοράς που παραπέμπεται σε διαδικασία διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 1 ανωτέρω, συγκροτείται διαιτητικό δικαστήριο. Απαρτίζεται από τρία μέλη.

2.   Καθένα από τα διαφωνούντα μέρη ορίζει έναν διαιτητή και οι δύο οριζόμενοι κατ' αυτό τον τρόπο διαιτητές ορίζουν με κοινή συμφωνία τον τρίτο διαιτητή, ο οποίος αναλαμβάνει την προεδρία. Σε διαφορές μεταξύ περισσότερων των δύο μερών, τα μέρη με κοινά συμφέροντα διορίζουν έναν διαιτητή από κοινού κατόπιν συμφωνίας. Ο πρόεδρος είναι διαφορετικής εθνικότητας από τα δύο μέρη της διαφοράς, δεν έχει διεύθυνση συνήθους κατοικίας στο έδαφος ενός από τα εν λόγω μέρη, ούτε είναι υπάλληλος ενός από αυτά, ούτε έχει χειριστεί τη συγκεκριμένη υπόθεση υπό οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα.

3.   Σε περίπτωση μη ορισμού, το κενό καλύπτεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται για τον αρχικό ορισμό.

Άρθρο 3

1.   Εάν σε διάστημα δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης διαιτησίας, το ένα από τα διαφωνούντα μέρη δεν έχει προβεί σε ορισμό διαιτητή, το άλλο μέρος μπορεί να αποταθεί στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος προβαίνει σε ορισμό διαιτητή εντός νέας προθεσμίας δύο μηνών.

2.   Σε περίπτωση που ο πρόεδρος του διαιτητικού δικαστηρίου δεν έχει οριστεί δύο μήνες μετά τον ορισμό του δευτέρου διαιτητή, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών ορίζει τον πρόεδρο κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών εντός πρόσθετης προθεσμίας δύο μηνών.

Άρθρο 4

Το διαιτητικό δικαστήριο εκδίδει τις αποφάσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης και του διεθνούς δικαίου.

Άρθρο 5

Εκτός εάν τα διαφωνούντα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά, το διαιτητικό δικαστήριο θεσπίζει το ίδιο τον εσωτερικό του κανονισμό.

Άρθρο 6

Κατόπιν αιτήματος ενός από τα διαφωνούντα μέρη, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να προτείνει τη λήψη των αναγκαίων συντηρητικών μέτρων.

Άρθρο 7

Τα διαφωνούντα μέρη διευκολύνουν τις εργασίες του διαιτητικού δικαστηρίου και χρησιμοποιούν, ειδικότερα, όλα τα μέσα που τίθενται στη διάθεσή τους για:

α)

να παράσχουν στο δικαστήριο όλα τα αναγκαία έγγραφα, πληροφορίες και διευκολύνσεις· και

β)

να επιτρέψουν στο δικαστήριο, εφόσον παραστεί ανάγκη, να προβεί σε κλήση μαρτύρων ή εμπειρογνωμόνων και να λάβει την κατάθεσή τους.

Άρθρο 8

Τα διαφωνούντα μέρη και οι διαιτητές υποχρεούνται να τηρούν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα κάθε πληροφορίας ή εγγράφου που λαμβάνουν εμπιστευτικά κατά τη διάρκεια των ακροαματικών διαδικασιών του διαιτητικού δικαστηρίου.

Άρθρο 9

Εκτός εάν το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίσει διαφορετικά λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών της υπόθεσης, τα δικαστικά έξοδα αναλαμβάνονται ισομερώς από τα διαφωνούντα μέρη. Το δικαστήριο καταγράφει όλες του τις δαπάνες και αποδίδει τον τελικό απολογισμό των δαπανών του στα μέρη.

Άρθρο 10

Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος έχει έννομο συμφέρον στο αντικείμενο της διαφοράς και κρίνει ότι ενδέχεται να θιγεί από την απόφαση του δικαστηρίου, μπορεί να παρέμβει κατά τη διαδικασία με την έγκριση του δικαστηρίου.

Άρθρο 11

Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να κρίνει και να αποφασίσει σχετικά με τις ανταπαιτήσεις που απορρέουν άμεσα από το αντικείμενο της διαφοράς.

Άρθρο 12

Οι αποφάσεις του διαιτητικού δικαστηρίου, τόσο επί διαδικαστικών όσο και επί ουσιαστικών θεμάτων, λαμβάνονται με πλειοψηφία των μελών του.

Άρθρο 13

1.   Εάν ένα μέρος της διαφοράς δεν εμφανιστεί ενώπιον του διαιτητικού δικαστηρίου ή δεν προβάλλει τους ισχυρισμούς του, το άλλο μέρος μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο να συνεχίσει τη διαδικασία και να εκδώσει την απόφασή του. Η απουσία ή η αδυναμία ενός μέρους να προβάλει τους ισχυρισμούς του δεν αποτελεί εμπόδιο για τη διαδικασία.

2.   Πριν από την έκδοση της οριστικής του απόφασης, το διαιτητικό δικαστήριο πρέπει να βεβαιώνεται ότι η αγωγή είναι νόμω και ουσία βάσιμη.

Άρθρο 14

Το διαιτητικό δικαστήριο εκδίδει την τελική του απόφαση εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία πλήρους συγκρότησής του, εκτός εάν κρίνει ότι απαιτείται παράταση της προθεσμίας για χρονικό διάστημα το οποίο δεν μπορεί ωστόσο να υπερβαίνει τους πέντε επιπλέον μήνες.

Άρθρο 15

Η τελική απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου περιορίζεται στο αντικείμενο της διαφοράς και αναφέρει το σχετικό σκεπτικό. Περιλαμβάνει τα ονόματα των μελών που συμμετείχαν στη διαδικασία και την ημερομηνία κατά την οποία αυτή εκδόθηκε. Κάθε μέλος του δικαστηρίου μπορεί να επισυνάψει στην τελική απόφαση τυχόν χωριστή ή διαφορετική γνώμη του.

Άρθρο 16

Η τελική απόφαση της διαιτησίας είναι δεσμευτική για τα συμβαλλόμενα μέρη που ενέχονται στη διαφορά. Η ερμηνεία της παρούσας σύμβασης που παρέχεται με την τελική απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου είναι εξίσου δεσμευτική για οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος έχει παρέμβει στη διαδικασία δυνάμει του άρθρου 10 ανωτέρω, στον βαθμό που αφορά τα θέματα για τα οποία παρενέβη το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος. Δεν υποβάλλεται έφεση κατά της τελικής απόφασης, εκτός εάν τα μέρη που ενέχονται στη διαφορά έχουν συνεννοηθεί εκ των προτέρων σχετικά με διαδικασία έφεσης.

Άρθρο 17

Σε περίπτωση που προκύψει διαφωνία μεταξύ των μερών που δεσμεύονται από την τελική απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 16 ανωτέρω ως προς την ερμηνεία ή τον τρόπο εκτέλεσης της εν λόγω τελικής απόφασης, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να παραπέμψουν τη διαφωνία αυτή ενώπιον του διαιτητικού δικαστηρίου που εξέδωσε την τελική απόφαση προκειμένου να αποφανθεί σχετικά.

Μέρος II: Διαδικασία συνδιαλλαγής

Η διαδικασία συνδιαλλαγής για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 6 της παρούσας σύμβασης έχει ως εξής:

Άρθρο 1

Οιοδήποτε μέρος που ενέχεται σε διαφορά δύναται να υποβάλει στη γραμματεία γραπτή αίτηση για τη συγκρότηση επιτροπής συνδιαλλαγής κατ' εφαρμογή του άρθρου 25 παράγραφος 6 της παρούσας σύμβασης, με κοινοποίηση σχετικού αντιγράφου στο άλλο μέρος ή στα άλλα μέρη που ενέχονται στη διαφορά. Η γραμματεία ενημερώνει πάραυτα όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

Άρθρο 2

1.   Εκτός εάν τα διαφωνούντα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, η επιτροπή συνδιαλλαγής αποτελείται από τρία μέλη, εκ των οποίων τα δύο ορίζονται από καθένα από τα διαφωνούντα μέρη και ο πρόεδρος επιλέγεται με κοινή συμφωνία των εν λόγω οριζομένων μελών.

2.   Όταν πρόκειται για διαφορές μεταξύ περισσοτέρων των δύο μερών, τα μέρη με κοινά συμφέροντα ορίζουν από κοινού τα δικά τους μέλη της επιτροπής κατόπιν συμφωνίας.

Άρθρο 3

Εάν σε διάστημα δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία η γραμματεία παραλαμβάνει τη γραπτή αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 1 ανωτέρω, τα διαφωνούντα μέρη δεν έχουν προβεί σε ορισμό μελών της επιτροπής συνδιαλλαγής, οιοδήποτε από τα διαφωνούντα μέρη μπορεί να αποταθεί στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος προβαίνει στον εν λόγω ορισμό εντός νέας προθεσμίας δύο μηνών.

Άρθρο 4

Εάν σε διάστημα δύο μηνών από τον ορισμό του δεύτερου μέλους της επιτροπής συνδιαλλαγής δεν έχει οριστεί ο πρόεδρος της εν λόγω επιτροπής, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών προβαίνει στο ορισμό του, κατόπιν αίτησης ενός εκ των διαφωνούντων μερών, εντός νέας προθεσμίας δύο μηνών.

Άρθρο 5

Η επιτροπή συνδιαλλαγής επικουρεί τα διαφωνούντα μέρη με ανεξάρτητο και αμερόληπτο τρόπο στην προσπάθειά τους να καταλήξουν σε φιλικό διακανονισμό.

Άρθρο 6

1.   Η επιτροπή συνδιαλλαγής μπορεί να διεξαγάγει τη διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον τρόπο που κρίνει η ίδια κατάλληλο, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα περιστατικά της υπόθεσης και τις απόψεις που διατυπώνουν ενδεχομένως τα διαφωνούντα μέρη, συμπεριλαμβανομένου τυχόν αιτήματος ταχείας επίλυσης της διαφοράς. Δύναται να θεσπίσει δικό της εσωτερικό κανονισμό, εφόσον παραστεί ανάγκη, εκτός εάν τα διαφωνούντα μέρη έχουν συμφωνήσει διαφορετικά.

2.   Η επιτροπή συνδιαλλαγής μπορεί, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, να υποβάλει προτάσεις ή συστάσεις για την επίλυσης της διαφοράς.

Άρθρο 7

Τα διαφωνούντα μέρη συνεργάζονται με την επιτροπή συνδιαλλαγής. Ειδικότερα, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να ανταποκρίνονται στα αιτήματα της επιτροπής για την προσκόμιση έντυπου υλικού και αποδεικτικών στοιχείων, καθώς και για την παρουσία τους στις συνεδριάσεις. Τα διαφωνούντα μέρη και τα μέλη της επιτροπής συνδιαλλαγής υποχρεούνται να τηρούν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα κάθε πληροφορίας ή εγγράφου που λαμβάνουν εμπιστευτικά κατά τη διάρκεια των ακροαματικών διαδικασιών της επιτροπής συνδιαλλαγής.

Άρθρο 8

Η επιτροπή συνδιαλλαγής λαμβάνει τις αποφάσεις της με πλειοψηφία των μελών της.

Άρθρο 9

Εκτός εάν έχει ήδη επιλυθεί η διαφορά, η επιτροπή συνδιαλλαγής υποβάλλει έκθεση με συστάσεις για την επίλυση της διαφοράς το αργότερο δώδεκα μήνες από την πλήρη συγκρότησή της, την οποία τα διαφωνούντα μέρη αποδέχονται καλή τη πίστει.

Άρθρο 10

Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς το θέμα της αρμοδιότητας της επιτροπής συνδιαλλαγής για την εξέταση μιας υπόθεσης, αυτή αποφασίζει αν είναι ή όχι αρμόδια.

Άρθρο 11

Εκτός εάν έχει συμφωνηθεί άλλως, οι δαπάνες της επιτροπής συνδιαλλαγής βαρύνουν ισομερώς τα διαφωνούντα μέρη. Η επιτροπή συνδιαλλαγής καταγράφει όλες της τις δαπάνες και αποδίδει τον τελικό απολογισμό των δαπανών της στα μέρη.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΜΙΝΑΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟ

Τα κάτωθι κράτη αποτελούν σήμερα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης: το Βασίλειο του Βελγίου, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Εσθονίας, η Ιρλανδία, η Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Κροατίας, η Ιταλική Δημοκρατία, η Κυπριακή Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Λετονίας, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Ουγγαρία, η Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Δημοκρατία της Πολωνίας, η Πορτογαλική Δημοκρατία, η Ρουμανία, η Δημοκρατία της Σλοβενίας, η Σλοβακική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας.

Το άρθρο 30 παράγραφος 3 της σύμβασης της Μιναμάτα ορίζει τα εξής: «3. Στην πράξη επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης που καταθέτουν, οι οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δηλώνουν το πεδίο αρμοδιοτήτων τους ως προς τα ζητήματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση. Οι εν λόγω οργανισμοί γνωστοποιούν επίσης στον θεματοφύλακα, ο οποίος γνωστοποιεί με τη σειρά του στα συμβαλλόμενα μέρη, κάθε σχετική τροποποίηση του πεδίου αρμοδιοτήτων τους.»

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δηλώνει ότι, σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1, είναι αρμόδια να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες και να εκτελεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν εξ αυτών, εφόσον συμβάλλουν στην επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

τη διατήρηση, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος·

την προστασία της υγείας του ανθρώπου·

τη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων·

την προώθηση, σε διεθνές επίπεδο, μέτρων για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής.

Οι ακόλουθες νομικές πράξεις της Ένωσης απεικονίζουν τον βαθμό στον οποίο η Ένωση έχει ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα, σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως προς τα ζητήματα που διέπονται από τη σύμβαση της Μιναμάτα. Η Ένωση είναι αρμόδια για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εκείνων που απορρέουν από τη σύμβαση της Μιναμάτα για τον υδράργυρο, σύμφωνα με τις οποίες οι διατάξεις των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης, ιδίως δε αυτών που αναφέρονται κατωτέρω, θεσπίζουν κοινούς κανόνες και στον βαθμό που το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω κοινών κανόνων επηρεάζεται ή μεταβάλλεται από τις διατάξεις της σύμβασης της Μιναμάτα ή από πράξη εκδοθείσα κατ' εφαρμογή της.

Κανονισμός (ΕΕ) 2017/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2017, για τον υδράργυρο και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1102/2008 (1).

Οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88).

Οδηγία 2006/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με τις ηλεκτρικές στήλες και τους συσσωρευτές και τα απόβλητα ηλεκτρικών στηλών και συσσωρευτών και με την κατάργηση της οδηγίας 91/157/ΕΟΚ (ΕΕ L 266 της 26.9.2006, σ. 1).

Οδηγία 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Σεπτεμβρίου 2000 για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους (ΕΕ L 269 της 21.10.2000, σ. 34).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 για τα καλλυντικά προϊόντα (ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 59).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).

Οδηγία 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων (ΕΕ L 169 της 12.7.1993, σ. 1).

Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).

Οδηγία 2012/18/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες και για την τροποποίηση και στη συνέχεια την κατάργηση της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 197 της 24.7.2012, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη σύσταση ευρωπαϊκού μητρώου έκλυσης και μεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των οδηγιών 91/689/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1).

Οδηγία 2004/107/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με το αρσενικό, το κάδμιο, τον υδράργυρο, το νικέλιο και τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες στον ατμοσφαιρικό αέρα (ΕΕ L 23 της 26.1.2005, σ. 3).

Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).

Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων (ΕΕ L 190 της 12.7.2006, σ. 1).

Η άσκηση των αρμοδιοτήτων τις οποίες τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν μεταβιβάσει, δυνάμει των Συνθηκών, στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπόκειται εκ φύσεως σε διαρκή εξέλιξη. Ως εκ τούτου, η Ένωση επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να αναπροσαρμόζει την παρούσα δήλωση.


(1)  ΕΕ L 137 της 24.5.2017, σ. 1.