4.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 199/8


Απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για τον καθορισμό του επιτοκίου αναφοράς βάσει του παραρτήματος II της οδηγίας 2014/17/ΕΕ (οδηγία για την ενυπόθηκη πίστη)

(2016/C 199/07)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΎΛΙΟ ΕΠΟΠΤΏΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΑΡΧΉΣ ΤΡΑΠΕΖΏΝ

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (1) («ο κανονισμός» και «η ΕΑΤ»), και ειδικότερα το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο ι),

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (2), και ειδικότερα το παράρτημα II μέρος Β τμήμα 4 σημείο 2 και τμήμα 6 σημείο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/17/ΕΕ, οι εξατομικευμένες προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σε καταναλωτές προτού δεσμευτούν με οποιαδήποτε σύμβαση ή προσφορά πίστωσης, πρέπει να παρέχονται με το τυποποιημένο ευρωπαϊκό δελτίο πληροφοριών («ESIS»), όπως παρατίθεται στο παράρτημα II της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Βάσει του μέρους Β τμήμα 4 σημείο 2 και τμήμα 6 σημείο 4 του παραρτήματος II της οδηγίας 2014/17/ΕΕ, όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυμαινόμενο, το ESIS πρέπει να περιλαμβάνει ενδεικτικό παράδειγμα του συνολικού ετήσιου πραγματικού ποσοστού επιβάρυνσης, καθώς και ενδεικτικό παράδειγμα του ανώτατου ποσού δόσης. Σε περίπτωση που δεν προβλέπεται ανώτατο όριο του επιτοκίου χορηγήσεων και ο πιστωτικός φορέας δεν χρησιμοποιεί εξωτερικό επιτόκιο αναφοράς, ο υπολογισμός αμφοτέρων των εν λόγω ενδεικτικών παραδειγμάτων πρέπει να βασίζεται σε επιτόκιο αναφοράς η οποία καθορίζεται από την αρμόδια αρχή ή από την ΕΑΤ («επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ»).

(3)

Το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ θα πρέπει να είναι απλό, εύχρηστο και αντιπροσωπευτικό. Ο καθορισμός της ισοτιμίας με μαθηματικό τύπο θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το επιτόκιο διατηρεί τον αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα του σε βάθος χρόνου και θα πρέπει να επιτρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι συνθήκες που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο. Ο μαθηματικός τύπος θα πρέπει να περιορίζεται σε έναν αριθμό δημοσιοποιημένων στοιχείων προκειμένου να διασφαλίζεται ότι είναι εύχρηστος και απλός.

(4)

Οι χρονικές περίοδοι για το υποκείμενο επιτόκιο θα πρέπει να ακολουθούν τις χρονικές περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 2014/17/ΕΕ για τα σενάρια στα οποία χρησιμοποιείται εξωτερικό επιτόκιο αναφοράς για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορηγήσεων. Ως εκ τούτου, το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ θα πρέπει να βασίζεται σε ένα υποκείμενο επιτόκιο για το διάστημα των τελευταίων 20 ετών που προηγήθηκαν της παροχής του ESIS από τον πιστωτικό φορέα στον καταναλωτή.

(5)

Προκειμένου να είναι αντιπροσωπευτικός, ο μαθηματικός τύπος θα πρέπει να βασίζεται σε ένα υποκείμενο επιτόκιο που αφορά το κράτος μέλος όπου παρέχεται το ESIS στον καταναλωτή. Το υποκείμενο επιτόκιο θα πρέπει να είναι είτε το επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας («ΕΚΤ») για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης για κράτη μέλη που χρησιμοποιούν ως νόμισμα το ευρώ είτε το επιτόκιο της εθνικής κεντρικής τράπεζας για πράξεις αναχρηματοδότησης (ή ισοδύναμο επιτόκιο εθνικής κεντρικής τράπεζας) για άλλα κράτη μέλη. Βάσει αυτών των επιτοκίων θα προκύψει ένα επιτόκιο αναφοράς που θα είναι αντιπροσωπευτικό της τοπικής αγοράς ενυπόθηκης πίστης· επιπλέον, υπάρχουν πλήρη ιστορικά στοιχεία σχετικά με τα εν λόγω επιτόκια για όλα τα κράτη μέλη. Ωστόσο, δεδομένου ότι ιστορικά στοιχεία για το επιτόκιο της ΕΚΤ για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης διατίθενται μόλις από την 1η Ιανουαρίου 1999, η πρώτη ημερομηνία έναρξης της ιστορικής περιόδου θα πρέπει να ορισθεί την 1η Ιανουαρίου 1999. Η εν λόγω πρώτη ημερομηνία έναρξης θα πρέπει να ισχύει για τα ESIS που παρέχονται σε όλα τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα χρησιμοποιείται η ίδια ιστορική χρονική περίοδος σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(6)

Στον μαθηματικό τύπο θα πρέπει να αναγνωρίζεται ότι το επιτόκιο χορηγήσεων θα αντικατοπτρίζει εν μέρει το κόστος χρηματοδότησης, αντιπροσωπευτική ένδειξη του οποίου συνιστούν οι πληροφορίες για το επιτόκιο αναχρηματοδότησης, λαμβανομένου επίσης υπόψη του χαμηλότερου υποκείμενου επιτοκίου των προηγούμενων 20 ετών.

(7)

Δεδομένου ότι ο μαθηματικός τύπος αποτελεί μέρος ενός ενδεικτικού παραδείγματος, αρκεί οι πιστωτικοί φορείς να επικαιροποιούν το υποκείμενο επιτόκιο σε ετήσια βάση.

(8)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι στο εσωτερικό κάθε κράτους μέλους οι πιστωτικοί φορείς χρησιμοποιούν την ίδια διαφορά μεταξύ της υψηλότερης και της χαμηλότερης τιμής του υποκείμενου επιτοκίου, ο υπολογισμός του επιτοκίου αναφοράς της ΕΑΤ θα πρέπει να πραγματοποιείται βάσει της ίδιας ημερομηνίας αναφοράς η οποία θα πρέπει να είναι η πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε έτους.

(9)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα ενδεικτικά παραδείγματα αντικατοπτρίζουν τις συνθήκες που επικρατούν σε τοπικό επίπεδο, το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε περίπτωση που έχει καθοριστεί επιτόκιο αναφοράς από αρμόδια αρχή, το δε επιτόκιο αναφοράς που καθορίζεται στην παρούσα απόφαση δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται.

(10)

Η ΕΑΤ διεξήγαγε ανοικτή δημόσια διαβούλευση για το σχέδιο απόφασης σχετικά με το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού συναφούς κόστους και οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Το επιτόκιο αναφοράς το οποίο αναφέρεται στο μέρος Β τμήμα 4 σημείο 2 και τμήμα 6 σημείο 4 του παραρτήματος II της οδηγίας 2014/17/ΕΕ (επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ) και το οποίο καθορίζεται από την ΕΑΤ παρατίθεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λονδίνο, 21 Μαρτίου 2016.

Andrea ENRIA

Πρόεδρος

Για το συμβούλιο εποπτών


(1)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(2)  ΕΕ L 60 της 28.12.2014, σ. 34.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ βάσει του παραρτήματος II της οδηγίας για την ενυπόθηκη πίστη (2014/17/ΕΕ)

1.

Το παρόν έγγραφο ορίζει το επιτόκιο αναφοράς που καθορίζει η ΕΑΤ, όπως αναφέρεται στο μέρος Β τμήμα 4 σημείο 2 και τμήμα 6 σημείο 4 του παραρτήματος II της οδηγίας 2014/17/ΕΕ (1) («επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ»).

2.

Το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ πρέπει να χρησιμοποιείται από πιστωτικούς φορείς για τον υπολογισμό του ενδεικτικού παραδείγματος του συνολικού ετήσιου πραγματικού ποσοστού επιβάρυνσης (ΣΕΠΠΕ) και του ενδεικτικού παραδείγματος του ανώτατου ποσού δόσης, αντίστοιχα, υπό τις προϋποθέσεις οι οποίες προβλέπονται στα εν λόγω σημεία και οι οποίες πρέπει να προστεθούν στο τμήμα 4 και στο τμήμα 6 του τυποποιημένου ευρωπαϊκού δελτίου πληροφοριών (ESIS), όπως αναφέρεται στο παράρτημα II της οδηγίας 2014/17/ΕΕ.

3.

Το επιτόκιο αναφοράς της ΕΑΤ εφαρμόζεται μόνον όταν δεν έχει καθοριστεί επιτόκιο αναφοράς από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους.

4.

Ο μαθηματικός τύπος για τον υπολογισμό του επιτοκίου αναφοράς της ΕΑΤ είναι:

Formula

Για συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες το ESIS παρέχεται σε κράτη μέλη τα οποία χρησιμοποιούν ως νόμισμά τους το ευρώ:

ΥΕ = Η υψηλότερη τιμή του επιτοκίου κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ στο διάστημα των 20 ετών (ή το μεγαλύτερο διαθέσιμο διάστημα σε περίπτωση μικρότερης περιόδου) που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατά την οποία ο πιστωτικός φορέας υπολογίζει τη διαφορά μεταξύ (ΥΕ-ΧΕ) η οποία θα χρησιμοποιηθεί στον μαθηματικό τύπο που ορίζεται στις παραγράφους 6 και 7.

ΧΕ = Η χαμηλότερη τιμή του επιτοκίου κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ στο διάστημα των 20 ετών (ή το μεγαλύτερο διαθέσιμο διάστημα σε περίπτωση μικρότερης περιόδου) που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατά την οποία ο πιστωτικός φορέας υπολογίζει τη διαφορά μεταξύ (ΥΕ-ΧΕ) η οποία θα χρησιμοποιηθεί στον μαθηματικό τύπο που ορίζεται στις παραγράφους 6 και 7.

ΕΧ = Το επιτόκιο χορηγήσεων που ισχύει για τη σύμβαση πίστωσης κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος το οποίο είναι γνωστό κατά τον χρόνο παροχής του ESIS.

Για συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες το ESIS παρέχεται σε άλλα κράτη μέλη:

ΥΕ = Η υψηλότερη τιμή του επιτοκίου κύριας αναχρηματοδότησης της εθνικής κεντρικής τράπεζας (ή το ισοδύναμο επιτόκιο εθνικής κεντρικής τράπεζας) στο διάστημα των 20 ετών (ή το μεγαλύτερο διαθέσιμο διάστημα σε περίπτωση μικρότερης περιόδου) που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατά την οποία ο πιστωτικός φορέας υπολογίζει τη διαφορά μεταξύ (ΥΕ-ΧΕ) η οποία θα χρησιμοποιηθεί στον μαθηματικό τύπο που ορίζεται στις παραγράφους 6 και 7.

ΧΕ = Η χαμηλότερη τιμή του επιτοκίου κύριας αναχρηματοδότησης της εθνικής κεντρικής τράπεζας (ή το ισοδύναμο επιτόκιο εθνικής κεντρικής τράπεζας) στο διάστημα των 20 ετών (ή το μεγαλύτερο διαθέσιμο διάστημα σε περίπτωση μικρότερης περιόδου) που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατά την οποία ο πιστωτικός φορέας υπολογίζει τη διαφορά μεταξύ (ΥΕ-ΧΕ) η οποία θα χρησιμοποιηθεί στον μαθηματικό τύπο που ορίζεται στις παραγράφους 6 και 7.

EX = Το επιτόκιο χορηγήσεων που ισχύει για τη σύμβαση πίστωσης κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος το οποίο είναι γνωστό κατά τον χρόνο παροχής του ESIS.

5.

Η περίοδος των 20 ετών που προηγήθηκαν της παροχής του ESIS στον καταναλωτή αρχίζει, το νωρίτερο, από την 1η Ιανουαρίου 1999.

6.

Ο υπολογισμός της διαφοράς (ΥΕ-ΧΕ) πραγματοποιείται άπαξ ανά ημερολογιακό έτος, κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα του έτους, με εξαίρεση το έτος έναρξης ισχύος της οδηγίας για την ενυπόθηκη πίστη, οπότε ο υπολογισμός θα πραγματοποιηθεί στις 21 Μαρτίου 2016. Ο υπολογισμός θα χρησιμοποιείται για τα ESIS που θα παρασχεθούν σε καταναλωτές κατά τη διάρκεια του ίδιου ημερολογιακού έτους.

7.

Οι μεταβλητές ΥΕ και ΧΕ βασίζονται στα υποκείμενα επιτόκια που ισχύουν στο κράτος μέλος όπου ο πιστωτικός φορέας παρέχει το ESIS στον καταναλωτή.

ΥΕ και ΧΕ — τα σχετικά επιτόκια αναχρηματοδότησης εθνικής κεντρικής τράπεζας ή ισοδύναμα επιτόκια

8.

Για τους σκοπούς του υπολογισμού του επιτοκίου αναφοράς της ΕΑΤ για ESIS που παρέχεται σε κράτος μέλος με διαφορετικό νόμισμα από το ευρώ, τα επιτόκια αναχρηματοδότησης της εθνικής κεντρικής τράπεζας ή τα ισοδύναμα επιτόκια της εθνικής κεντρικής τράπεζας είναι τα εξής:

Κράτος μέλος

Ονομασία του σχετικού επιτοκίου εθνικής κεντρικής τράπεζας τον Φεβρουάριο του 2016

Βουλγαρία

Βασικό επιτόκιο της Εθνικής Τράπεζας της Βουλγαρίας

Τσεχική Δημοκρατία

Επιτόκιο επαναγοράς τίτλων της Εθνικής Τράπεζας της Τσεχικής Δημοκρατίας

Δανία

Επιτόκιο Tomorrow/Next (T/N), όπως αναφέρεται στον δικτυακό τόπο της Εθνικής Τράπεζας της Δανίας

Κροατία

Επιτόκιο Lombard της Εθνικής Τράπεζας της Κροατίας

Ουγγαρία

Βασικό επιτόκιο της Κεντρικής Τράπεζας της Ουγγαρίας

Πολωνία

Επιτόκιο αναφοράς της Εθνικής Τράπεζας της Πολωνίας

Ρουμανία

Επιτόκιο νομισματικής πολιτικής της Εθνικής Τράπεζας της Ρουμανίας

Σουηδία

Επιτόκιο αναφοράς της Κεντρικής Τράπεζας της Σουηδίας

Ηνωμένο Βασίλειο

Επίσημο τραπεζικό επιτόκιο της Τράπεζας της Αγγλίας


(1)  Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 34).