25.6.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 159/27


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/983 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουνίου 2015

σχετικά με τη διαδικασία για την έκδοση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας και την εφαρμογή του μηχανισμού προειδοποίησης σύμφωνα με την οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (1), και ιδίως το άρθρο 4α παράγραφος 7, το άρθρο 4β παράγραφος 4, το άρθρο 4ε παράγραφος 7 και το άρθρο 56α παράγραφος 8,

Μετά από διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία για την έκδοση ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας (ΕΕΤ) και η εφαρμογή του μηχανισμού προειδοποίησης που προβλέπονται στην οδηγία 2005/36/ΕΚ πρόκειται να υποστηρίζονται από το σύστημα πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (ΙΜΙ), που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν κανόνες για τη διαδικασία έκδοσης ΕΕΤ και για την εφαρμογή του μηχανισμού προειδοποίησης στην ίδια εκτελεστική πράξη.

(2)

Η Επιτροπή προέβη σε εκτίμηση, με τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών και των κρατών μελών, σχετικά με τη σκοπιμότητα να καθιερωθεί ΕΕΤ για τους ιατρούς, τους νοσηλευτές, τους φαρμακοποιούς, τους φυσικοθεραπευτές, τους οδηγούς ορειβασίας, τους μεσίτες ακινήτων και τους μηχανικούς. Κατόπιν αυτής της εκτίμησης, η Επιτροπή επέλεξε πέντε επαγγέλματα (νοσηλευτές, φαρμακοποιούς, φυσικοθεραπευτές, οδηγούς ορειβασίας και μεσίτες ακινήτων) για τα οποία θα πρέπει να καθιερωθεί ΕΕΤ. Τα επιλεγμένα επαγγέλματα πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 4α παράγραφος 7 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ όσον αφορά τα τρέχοντα ή δυνητικά αριθμητικά στοιχεία κινητικότητας, τη νομοθετική κατοχύρωσή τους στα κράτη μέλη, καθώς και το ενδιαφέρον που εκδήλωσαν τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη. Για την καθιέρωση της ΕΕΤ για ιατρούς, μηχανικούς, ειδικευμένους νοσηλευτές και ειδικευμένους φαρμακοποιούς χρειάζεται περαιτέρω εκτίμηση όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4α παράγραφος 7 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012, το διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ θα πρέπει να είναι χωριστό από το ΙΜΙ και δεν θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα σε εξωτερικούς παράγοντες να έχουν πρόσβαση στο ΙΜΙ. Είναι, επομένως, αναγκαίο να προβλεφθούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διαδικασία για την υποβολή αιτήσεων έκδοσης ΕΕΤ μέσω αυτού του διαδικτυακού εργαλείου, καθώς και οι κανόνες σχετικά με την παραλαβή των αιτήσεων για ΕΕΤ στο IMI από τις αρμόδιες αρχές.

(4)

Προκειμένου να προβλέπονται διαφανείς απαιτήσεις, είναι επίσης σημαντικό να προσδιοριστούν οι προϋποθέσεις για να ζητούνται δικαιολογητικά έγγραφα και πληροφορίες από τους αιτούντες στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης ΕΕΤ, λαμβανομένων υπόψη των εγγράφων που μπορούν να απαιτούνται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 7, το άρθρο 50 παράγραφος 1 και το παράρτημα VII της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Είναι, επομένως, αναγκαίο να καθοριστεί ο κατάλογος των εγγράφων και των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων που θα πρέπει να εκδίδονται απευθείας από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής, οι διαδικασίες για την επαλήθευση της γνησιότητας και της εγκυρότητας των εγγράφων από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής και οι προϋποθέσεις για να ζητούνται επικυρωμένα αντίγραφα και μεταφράσεις. Για να διευκολυνθεί ο χειρισμός των αιτήσεων για ΕΕΤ, είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι αντίστοιχοι ρόλοι όλων των συντελεστών στη διαδικασία έκδοσης ΕΕΤ: των αιτούντων, των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την κατανομή των αιτήσεων έκδοσης ΕΕΤ.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, το κράτος μέλος καταγωγής μπορεί να επιτρέπει επίσης τις γραπτές αιτήσεις για ΕΕΤ. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι ρυθμίσεις που θα πρέπει να τίθενται σε εφαρμογή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής σε περιπτώσεις γραπτών αιτήσεων.

(6)

Προκειμένου να μην διακόπτεται ούτε να διαταράσσεται η διαδικασία στο ΙΜΙ και να μην καθυστερεί η επεξεργασία της αίτησης, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν οι διαδικασίες που αφορούν τις πληρωμές για την επεξεργασία αίτησης για ΕΕΤ. Είναι, συνεπώς, σκόπιμο να προβλεφθεί ότι ο αιτών πληρώνει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και/ή των κρατών μελών υποδοχής χωριστά και μόνον εάν ο αιτών υποχρεούται προς τούτο από τις σχετικές αρμόδιες αρχές.

(7)

Προκειμένου να παρέχεται στον αιτούντα η δυνατότητα να λαμβάνει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την έκβαση της διαδικασίας έκδοσης ΕΕΤ, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί ο μορφότυπος του εγγράφου που θα είναι σε θέση να δημιουργεί ο αιτών, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, και να παρέχονται εγγυήσεις ότι το ηλεκτρονικό έγγραφο εκδόθηκε από τη σχετική αρμόδια αρχή και ότι δεν τροποποιήθηκε από εξωτερικούς παράγοντες. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ΕΕΤ δεν συγχέεται με έγγραφα για αυτόματη χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος στο κράτος μέλος υποδοχής σε περιπτώσεις εγκατάστασης, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η συμπερίληψη δήλωσης αποποίησης ευθύνης για τον σκοπό αυτόν στο έγγραφο της ΕΕΤ.

(8)

Η διαδικασία έκδοσης ΕΕΤ μπορεί να οδηγήσει στην έκδοση διαφορετικών τύπων αποφάσεων από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή του κράτους μέλους υποδοχής. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι πιθανές εκβάσεις της διαδικασίας έκδοσης ΕΕΤ, καθώς και να προσδιοριστούν, όπου ενδείκνυται, οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο ηλεκτρονικό έγγραφο όπου αναφέρεται η έκβαση της διαδικασίας ΕΕΤ.

(9)

Για τη διευκόλυνση του έργου της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής και για να διασφαλιστεί ότι η επαλήθευση της εκδοθείσας ΕΕΤ από τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη είναι εύκολη και εύχρηστη, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ένα κεντρικό, διαδικτυακό σύστημα επαλήθευσης της γνησιότητας και της εγκυρότητας μιας ΕΕΤ από τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη που δεν έχουν πρόσβαση στο IMI. Το εν λόγω σύστημα επαλήθευσης θα πρέπει να είναι χωριστό από το διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Με το εν λόγω σύστημα επαλήθευσης της ΕΕΤ δεν θα πρέπει να παρέχεται πρόσβαση των ενδιαφερομένων τρίτων μερών στο ΙΜΙ.

(10)

Για τη διασφάλιση της προστασίας των δεδομένων σε σχέση με την εφαρμογή του μηχανισμού προειδοποίησης, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν οι ρόλοι των αρμόδιων αρχών, οι οποίες χειρίζονται εισερχόμενες ή εξερχόμενες προειδοποιήσεις, και οι λειτουργίες του ΙΜΙ όσον αφορά την απόσυρση, την τροποποίηση και τη λήξη των προειδοποιήσεων, καθώς και την κατοχύρωση της ασφάλειας της επεξεργασίας των δεδομένων.

(11)

Προκειμένου να διευκολυνθεί ο περιορισμός της πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα μόνο σε εκείνες τις αρχές που χρειάζεται να ενημερωθούν, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν τις αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί τα καθήκοντα συντονισμού των εισερχόμενων προειδοποιήσεων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση στον μηχανισμό προειδοποίησης μόνο στις αρχές εκείνες τις οποίες αφορά άμεσα η προειδοποίηση. Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι προειδοποιήσεις αποστέλλονται μόνο σε περιπτώσεις που είναι αναγκαίο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίζουν τις αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί τα καθήκοντα συντονισμού των εξερχόμενων προειδοποιήσεων.

(12)

Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εμπίπτει στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), στην οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(13)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες σχετικά με τη διαδικασία για την έκδοση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας (ΕΕΤ), σύμφωνα με τα άρθρα 4α έως 4ε της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, για τα επαγγέλματα που αναφέρονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού, καθώς και σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού προειδοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 56α της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 2

Αρμόδιες αρχές που ασχολούνται με τη διαδικασία ΕΕΤ

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τις αιτήσεις έκδοσης ΕΕΤ για καθένα από τα επαγγέλματα που αναφέρονται στο παράρτημα I για ολόκληρη την επικράτειά τους ή, ανάλογα με την περίπτωση, μέρη αυτής.

Για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 7, κάθε κράτος μέλος αναθέτει σε μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές το έργο της κατανομής αιτήσεων ΕΕΤ στην οικεία αρμόδια αρχή στο έδαφός της.

2.   Τα κράτη μέλη καταχωρίζουν στο σύστημα πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (ΙΜΙ), που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012, τουλάχιστον μία αρμόδια αρχή για καθένα από τα επαγγέλματα που αναφέρονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού και τουλάχιστον μία αρμόδια αρχή στην οποία έχει ανατεθεί το καθήκον κατανομής των αιτήσεων ΕΕΤ στην επικράτειά τους έως τις 18 Ιανουαρίου 2016.

3.   Η ίδια αρμόδια αρχή μπορεί να οριστεί ως η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για τις αιτήσεις ΕΕΤ και ως η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με το έργο της κατανομής των αιτήσεων ΕΕΤ.

Άρθρο 3

Διαδικτυακή υποβολή των αιτήσεων για ΕΕΤ

1.   Ο αιτών δημιουργεί έναν ασφαλή προσωπικό λογαριασμό στο διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, για τη διαδικτυακή υποβολή αίτησης για ΕΕΤ. Σε αυτό το διαδικτυακό εργαλείο παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τον σκοπό, την έκταση και τη φύση της επεξεργασίας δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τα δικαιώματα των αιτούντων, όπως και τα υποκείμενα των δεδομένων. Στο διαδικτυακό εργαλείο ζητείται η ρητή συναίνεση των αιτούντων σχετικά με την επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων στο ΙΜΙ.

2.   Στο διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ παρέχεται η δυνατότητα στον αιτούντα να συμπληρώσει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που αφορούν την αίτηση για ΕΕΤ που αναφέρεται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού, να τηλεφορτώνει τα αντίγραφα των εγγράφων που απαιτούνται για την έκδοση της ΕΕΤ, βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, και να λαμβάνει κάθε πληροφορία σχετικά με την πρόοδο της διεκπεραίωσης της διαδικτυακής αίτησής του για ΕΕΤ και, μεταξύ άλλων, πληροφορίες σχετικά με τις πληρωμές που πρέπει να καταβληθούν.

3.   Στο διαδικτυακό εργαλείο παρέχεται επίσης η δυνατότητα στον αιτούντα να υποβάλλει συμπληρωματικές πληροφορίες ή έγγραφα και να ζητεί τη διόρθωση, τη διαγραφή ή το κλείδωμα των προσωπικών του δεδομένων τα οποία περιέχει το αρχείο ΙΜΙ, διαδικτυακά.

Άρθρο 4

Πληροφορίες που πρέπει να συνυποβάλλονται με τις αιτήσεις για ΕΕΤ

Ο αιτών παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες στην αίτηση για ΕΕΤ:

α)

τα στοιχεία ταυτότητας του αιτούντος·

β)

το σχετικό επάγγελμα·

γ)

το κράτος μέλος στο οποίο προτίθεται να εγκατασταθεί ο αιτών ή το κράτος μέλος στο οποίο ο αιτών προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες σε προσωρινή και περιστασιακή βάση·

δ)

το κράτος μέλος στο οποίο είναι νόμιμα εγκατεστημένος ο αιτών, με σκοπό την άσκηση των σχετικών δραστηριοτήτων, κατά τη στιγμή της αίτησης·

ε)

τον σκοπό της προβλεπόμενης επαγγελματικής δραστηριότητας:

i)

εγκατάσταση·

ii)

παροχή υπηρεσιών σε προσωρινή και περιστασιακή βάση·

στ)

επιλογή ενός από τα ακόλουθα καθεστώτα:

i)

σε περίπτωση εγκατάστασης, επιλογή κάποιου από τα ακόλουθα καθεστώτα:

αυτόματη αναγνώριση, βάσει του τίτλου III κεφάλαιο III της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

γενικό σύστημα αναγνώρισης, βάσει του τίτλου III κεφάλαιο I της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

ii)

σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών σε προσωρινή και περιστασιακή βάση, επιλογή κάποιου από τα ακόλουθα καθεστώτα:

ελεύθερη παροχή υπηρεσιών με προηγούμενο έλεγχο των προσόντων, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

ελεύθερη παροχή υπηρεσιών χωρίς προηγούμενο έλεγχο των προσόντων, που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

ζ)

άλλες πληροφορίες ειδικά για το καθεστώς που αναφέρεται στο στοιχείο στ).

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο δ), εάν ο αιτών δεν είναι νόμιμα εγκατεστημένος κατά τη στιγμή της αίτησης, αναφέρει το κράτος μέλος όπου απέκτησε τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα. Εάν ο αιτών απέκτησε τα επαγγελματικά του προσόντα σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, από τα κράτη μέλη που εξέδωσαν τους τίτλους επιλέγει το κράτος μέλος που πρόκειται να λάβει την αίτησή του για ΕΕΤ.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο στ), εάν ο αιτών δεν ανέφερε το σωστό καθεστώς, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, εντός μιας εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης για ΕΕΤ, συνιστά στον αιτούντα να υποβάλει εκ νέου αίτηση βάσει του εφαρμοστέου καθεστώτος. Ανάλογα με την περίπτωση, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής συμβουλεύεται προηγουμένως την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής.

Άρθρο 5

Δεδομένα που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις για ΕΕΤ

Τα δεδομένα σχετικά με την ταυτότητα του αιτούντος, καθώς και τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, αποθηκεύονται στο αρχείο ΙΜΙ του αιτούντος. Τα δεδομένα αυτά είναι επαναχρησιμοποιήσιμα για μεταγενέστερες αιτήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτών συμφωνεί για την εν λόγω επαναχρησιμοποίηση και τα δεδομένα εξακολουθούν να ισχύουν.

Άρθρο 6

Διαβίβαση των αιτήσεων για ΕΕΤ στη σχετική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής

1.   Μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η αίτηση για ΕΕΤ διαβιβάζεται στο ΙΜΙ, με ασφαλή τρόπο, προς διεκπεραίωση από τη σχετική αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος καταγωγής, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Εάν ο αιτών είναι νόμιμα εγκατεστημένος σε κράτος μέλος κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, το IMI διαβιβάζει την αίτηση για ΕΕΤ στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι νόμιμα εγκατεστημένος ο αιτών.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής επαληθεύει αν ο αιτών είναι νόμιμα εγκατεστημένος στο κράτος μέλος αυτό και πιστοποιεί το γεγονός της νόμιμης εγκαταστάσεως στο αρχείο ΙΜΙ. Τηλεφορτώνει επίσης όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία για τη νόμιμη εγκατάσταση του αιτούντος ή προσθέτει αναφορά στο οικείο εθνικό μητρώο.

Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει τη νόμιμη εγκατάσταση του αιτούντος στην επικράτειά του εν λόγω κράτους μέλους με άλλα μέσα, ζητεί από τον αιτούντα να αποδείξει τη νόμιμη εγκατάστασή του, εντός μιας εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης για ΕΕΤ που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής θεωρεί τα εν λόγω έγγραφα ως ελλείποντα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 3 και το άρθρο 4γ παράγραφος 1 ή το άρθρο 4δ παράγραφος 1της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

3.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, το ΙΜΙ διαβιβάζει την αίτηση για ΕΕΤ στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που εξέδωσε το απαιτούμενο επαγγελματικό προσόν.

4.   Οι αρμόδιες αρχές σε άλλα κράτη μέλη που εξέδωσαν αποδεικτικά επαγγελματικών προσόντων συνεργάζονται και ανταποκρίνονται σε αιτήματα για πληροφορίες τα οποία υποβάλλονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ΕΕΤ όσον αφορά την αίτηση για ΕΕΤ.

Άρθρο 7

Ο ρόλος των αρμοδίων αρχών κατανομής των αιτήσεων για ΕΕΤ

1.   Στις περιπτώσεις όπου ένα κράτος μέλος ορίζει περισσότερες της μιας αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για τις αιτήσεις έκδοσης ΕΕΤ για ένα συγκεκριμένο επάγγελμα στην επικράτειά του ή τμήματα αυτής, μια αρμόδια αρχή στην οποία έχουν ανατεθεί καθήκοντα κατανομής αιτήσεων για ΕΕΤ διασφαλίζει ότι η αίτηση αποστέλλεται, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στη σχετική αρμόδια αρχή στην επικράτεια του κράτους μέλους.

2.   Εάν ο αιτών έχει υποβάλει την αίτηση σε άλλο κράτος μέλος πλην του κράτους μέλους καταγωγής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 ή 3, η αρμόδια αρχή στην οποία έχουν ανατεθεί καθήκοντα κατανομής των αιτήσεων για ΕΕΤ, στο κράτος μέλος που έλαβε την αίτηση, μπορεί να αρνηθεί να διεκπεραιώσει την αίτηση, εντός μιας εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης για ΕΕΤ, και ενημερώνει τον αιτούντα αναλόγως.

Άρθρο 8

Επεξεργασία των γραπτών αιτήσεων από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής

1.   Εάν ένα κράτος μέλος επιτρέπει την υποβολή γραπτών αιτήσεων για ΕΕΤ και, μετά την παραλαβή αυτής της γραπτής αίτησης, κρίνει ότι δεν είναι αρμόδιο να ασχοληθεί με αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 ή 3, μπορεί να αρνηθεί να εξετάσει την αίτηση και ενημερώνει αναλόγως τον αιτούντα, εντός μιας εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης.

2.   Σε περίπτωση γραπτών αιτήσεων για ΕΕΤ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής συμπληρώνει την αίτηση για ΕΕΤ στο διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, για λογαριασμό του αιτούντος, βάσει της γραπτής αίτησης για ΕΕΤ που υποβλήθηκε από τον αιτούντα.

3.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής αποστέλλει ενημερώσεις στον αιτούντα σχετικά με την επεξεργασία της γραπτής αίτησης για ΕΕΤ, συμπεριλαμβανομένων τυχόν υπομνήσεων σύμφωνα με το άρθρο 4ε παράγραφος 5 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, ή κάθε άλλη σχετική πληροφορία εκτός του IMI, σύμφωνα με τις εθνικές διοικητικές διαδικασίες. Αποστέλλει στον αιτούντα την απόδειξη της έκβασης της διαδικασίας για έκδοση ΕΕΤ, που αναφέρεται στο άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού, χωρίς καθυστέρηση, μετά τη λήξη της διαδικασίας για έκδοση ΕΕΤ.

Άρθρο 9

Διαδικασίες σχετικά με τις πληρωμές

1.   Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής χρεώνει τέλη για την επεξεργασία των αιτήσεων για ΕΕΤ, ενημερώνει τον αιτούντα, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, εντός μιας εβδομάδας από την παραλαβή της αίτησης για ΕΕΤ, σχετικά με το ποσό που πρέπει να καταβληθεί, τα μέσα πληρωμής, τα στοιχεία που πρέπει να αναφέρονται, την απαιτούμενη απόδειξη πληρωμής, και ορίζει εύλογη προθεσμία πληρωμής.

2.   Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής χρεώνει τέλη για την επεξεργασία των αιτήσεων για ΕΕΤ, παρέχει στον αιτούντα τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, μόλις της διαβιβαστεί η αίτηση για ΕΕΤ από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, και ορίζει εύλογη προθεσμία πληρωμής.

Άρθρο 10

Τα απαιτούμενα έγγραφα για την έκδοση της ΕΕΤ

1.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να ζητούν μόνον τα ακόλουθα έγγραφα για την έκδοση ΕΕΤ για εγκατάσταση:

α)

στην περίπτωση αυτόματης αναγνώρισης, που προβλέπεται στον τίτλο III κεφάλαιο III της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, τα έγγραφα που απαριθμούνται στο παράρτημα II μέρος Α σημείο 1 του παρόντος κανονισμού·

β)

στην περίπτωση γενικού συστήματος αναγνώρισης, που προβλέπεται στον τίτλο III κεφάλαιο I της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, τα έγγραφα που απαριθμούνται στο παράρτημα II μέρος Α σημείο 2 του παρόντος κανονισμού.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να ζητούν μόνον τα έγγραφα που απαριθμούνται στο παράρτημα II μέρος Β για την έκδοση της ΕΕΤ για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών.

Τα έγγραφα που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος A σημείο 1 στοιχείο δ) και σημείο 2 στοιχείο ζ) και μέρος Β στοιχεία α), γ) και δ) ζητούνται από τον αιτούντα μόνον εάν απαιτείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής.

2.   Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τα έγγραφα που απαιτούνται για την έκδοση της ΕΕΤ και γνωστοποιούν τις πληροφορίες αυτές στα λοιπά κράτη μέλη μέσω του ΙΜΙ.

3.   Τα έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου θεωρούνται ελλείποντα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 3 και το άρθρο 4γ παράγραφος 1 ή το άρθρο 4δ παράγραφος 1της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 11

Διαχείριση των εγγράφων που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής

1.   Όταν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής έχει οριστεί ως υπεύθυνη, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, για την έκδοση κάποιου από τα έγγραφα που απαιτούνται για την έκδοση της ΕΕΤ, βάσει του άρθρου 10, τηλεφορτώνει τα έγγραφα αυτά απευθείας στο ΙΜΙ.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν θεωρεί τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ως ελλείποντα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 3 και το άρθρο 4γ παράγραφος 1 ή το άρθρο 4δ παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, σε περίπτωση που τα εν λόγω έγγραφα δεν έχουν τηλεφορτωθεί στο ΙΜΙ σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.   Στο διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, παρέχεται η δυνατότητα στον αιτούντα να τηλεφορτώσει αντίγραφα των απαιτούμενων δικαιολογητικών εγγράφων που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.

Άρθρο 12

Χειρισμός των εγγράφων που δεν εκδίδονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, εάν ο αιτών δεν προσκομίσει, μαζί με την αίτηση για ΕΕΤ, κάποιο έγγραφο που αναφέρεται στο παράρτημα II μέρος A σημείο 2 στοιχεία γ) και δ) ή μέρος Β στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν θεωρεί τα έγγραφα αυτά ως ελλείποντα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 3 και το άρθρο 4δ παράγραφος 1της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να ζητήσει την υποβολή των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου απευθείας από τον αιτούντα ή από το κράτος μέλος καταγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 4δ παράγραφος 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

3.   Εάν ο αιτών δεν προσκομίσει τα έγγραφα που έχουν ζητηθεί από το κράτος μέλος υποδοχής, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει την απόφαση σχετικά με την έκδοση της ΕΕΤ με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες.

Άρθρο 13

Έγγραφα που αποδεικνύουν τις γλωσσικές γνώσεις

1.   Στο διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, παρέχεται η δυνατότητα στον αιτούντα να υποβάλει κάθε έγγραφο που αποδεικνύει τη γνώση μιας γλώσσας, που μπορεί να ζητηθεί από το κράτος μέλος υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 53 της εν λόγω οδηγίας, μετά την έκδοση της ΕΕΤ.

2.   Τα έγγραφα που αποδεικνύουν τις γλωσσικές γνώσεις δεν αποτελούν μέρος των εγγράφων που απαιτούνται για την έκδοση της ΕΕΤ.

3.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δεν μπορεί να αρνηθεί την έκδοση ΕΕΤ, βασιζόμενη στην αιτιολογία της έλλειψης απόδειξης των γλωσσικών γνώσεων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 53 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 14

Επαλήθευση της γνησιότητας και της εγκυρότητας των εγγράφων που απαιτούνται για την έκδοση της ΕΕΤ

1.   Στις περιπτώσεις που η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής έχει εκδώσει κάποιο έγγραφο που απαιτείται για την έκδοση της ΕΕΤ, βάσει του άρθρου 10, πιστοποιεί στο αρχείο ΙΜΙ ότι το έγγραφο είναι έγκυρο και γνήσιο.

2.   Σε περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών, όταν το απαιτούμενο έγγραφο έχει εκδοθεί από άλλον εθνικό φορέα του κράτους μέλους καταγωγής, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής απευθύνεται στον σχετικό εθνικό φορέα, προκειμένου αυτός να επιβεβαιώσει την εγκυρότητα και τη γνησιότητα του εγγράφου. Αφού λάβει επιβεβαίωση, πιστοποιεί στο ΙΜΙ ότι το έγγραφο είναι έγκυρο και γνήσιο.

3.   Εάν ένα έγγραφο έχει εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής επικοινωνεί, μέσω του ΙΜΙ, με την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους που είναι υπεύθυνη για τις αιτήσεις έκδοσης ΕΕΤ (ή άλλον σχετικό εθνικό φορέα του άλλου κράτους μέλους που είναι καταχωρισμένος στο IMI), προκειμένου να επαληθεύσει την εγκυρότητα και τη γνησιότητα του εγγράφου. Μετά την ολοκλήρωση της επαλήθευσης, πιστοποιεί στο ΙΜΙ ότι η αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους έχει επιβεβαιώσει ότι το έγγραφο είναι έγκυρο και γνήσιο.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι αρμόδιες αρχές του άλλου κράτους μέλους οι οποίες είναι υπεύθυνες για τις αιτήσεις έκδοσης ΕΕΤ (ή άλλοι σχετικοί εθνικοί φορείς του άλλου κράτους μέλους, που είναι καταχωρισμένοι στο IMI) συνεργάζονται και ανταποκρίνονται, χωρίς καθυστέρηση, στα όποια αιτήματα για πληροφορίες υποβάλλει η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

4.   Πριν από την πιστοποίηση της γνησιότητας και της εγκυρότητας του εγγράφου που έχει εκδοθεί και τηλεφορτωθεί στο ΙΜΙ, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής περιγράφει το περιεχόμενο κάθε εγγράφου στα προκαθορισμένα πεδία του ΙΜΙ. Ανάλογα με την περίπτωση, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής μεριμνά ώστε οι πληροφορίες περιγραφής των εγγράφων που υποβάλλονται από τον αιτούντα, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, να είναι ακριβείς.

Άρθρο 15

Προϋποθέσεις για αιτήματα επικυρωμένων αντιγράφων

1.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει τον αιτούντα, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 4γ παράγραφος 1 και το άρθρο 4δ παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, σχετικά με την ανάγκη να υποβάλει επικυρωμένο αντίγραφο, μόνον εάν ο σχετικός εθνικός φορέας στο κράτος μέλος καταγωγής ή η σχετική αρμόδια εθνική αρχή ή σχετικός εθνικός φορέας σε άλλο κράτος μέλος δεν επιβεβαιώσει την εγκυρότητα και τη γνησιότητα ενός εγγράφου που απαιτείται σύμφωνα με τις διαδικασίες επαλήθευσης, που προβλέπονται στο άρθρο 14 του παρόντος κανονισμού, και εάν τα εν λόγω επικυρωμένα αντίγραφα απαιτούνται από το κράτος μέλος υποδοχής, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Σε περιπτώσεις που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και στην περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής μπορεί να απαιτήσει από τον αιτούντα, εντός των χρονικών ορίων που προβλέπονται στα άρθρα 4γ παράγραφος 1 και 4δ παράγραφος 1 της οδηγία 2005/36/ΕΚ να υποβάλει επικυρωμένο αντίγραφο των αποδεικτικών στοιχείων της νόμιμης εγκατάστασής του.

2.   Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν στο ΙΜΙ τα έγγραφα για τα οποία απαιτούν επικυρωμένα αντίγραφα από τον αιτούντα, σύμφωνα με την παράγραφο 1, και γνωστοποιούν τις πληροφορίες αυτές στα λοιπά κράτη μέλη μέσω του ΙΜΙ.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής να ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες ή την προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου, σε περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών, από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 4δ παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

4.   Σε περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να ζητεί από τον αιτούντα να υποβάλει επικυρωμένο αντίγραφο και να ορίζει εύλογη προθεσμία για την απάντηση.

Άρθρο 16

Διαχείριση των επικυρωμένων αντιγράφων

1.   Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν στο ΙΜΙ τα είδη επικυρωμένων αντιγράφων που είναι αποδεκτά στην επικράτειά τους, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του οικείου κράτους μέλους, και γνωστοποιούν τις πληροφορίες αυτές στα λοιπά κράτη μέλη μέσω του ΙΜΙ.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δέχονται επικυρωμένα αντίγραφα που έχουν εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους.

3.   Σε περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών ως προς την εγκυρότητα και τη γνησιότητα αντιγράφου που έχει επικυρωθεί σε άλλο κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές απευθύνουν αίτημα για συμπληρωματικές πληροφορίες στις σχετικές αρμόδιες αρχές του άλλου κράτους μέλους μέσω του ΙΜΙ. Οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών συνεργάζονται και ανταποκρίνονται, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

4.   Μόλις παραλάβει επικυρωμένο αντίγραφο από τον αιτούντα, η αρμόδια αρχή τηλεφορτώνει ηλεκτρονική έκδοση του επικυρωμένου εγγράφου και πιστοποιεί στο αρχείο ΙΜΙ ότι το αντίγραφο είναι γνήσιο.

5.   Ο αιτών μπορεί να υποβάλει το πρωτότυπο έγγραφο αντί του επικυρωμένου αντιγράφου στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η οποία στη συνέχεια βεβαιώνει στο αρχείο ΙΜΙ ότι το ηλεκτρονικό αντίγραφο του πρωτοτύπου εγγράφου είναι γνήσιο.

6.   Εάν ο αιτών δεν προσκομίσει επικυρωμένο αντίγραφο ενός απαιτούμενου εγγράφου, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 4δ παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, το γεγονός αυτό δεν αναστέλλει τις προθεσμίες για τη διαβίβαση της αίτησης στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής. Το έγγραφο σημειώνεται στο ΙΜΙ ως έγγραφο εν αναμονή της επιβεβαίωσης γνησιότητας και εγκυρότητας, έως ότου παραληφθεί και τηλεφορτωθεί επικυρωμένο αντίγραφο από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

7.   Εάν ο αιτών δεν προσκομίσει επικυρωμένο αντίγραφο ενός απαιτούμενου εγγράφου, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 4γ παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής μπορεί να αρνηθεί την έκδοση ΕΕΤ για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών, πλην των καλυπτόμενων από το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

8.   Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δεν λάβει επικυρωμένο αντίγραφο ενός απαιτούμενου εγγράφου, είτε από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής είτε από τον αιτούντα, μπορεί να λάβει απόφαση με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 4δ παράγραφοι 2 και 3 και παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 17

Μεταφράσεις που ζητούνται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής μπορούν να ζητούν κοινή ή επικυρωμένη μετάφραση των κάτωθι δικαιολογητικών εγγράφων για αίτηση έκδοσης ΕΕΤ, μόνον κατόπιν συγκεκριμένου αιτήματος της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1:

α)

απόδειξη της ιθαγένειας του αιτούντος·

β)

απόδειξη των τυπικών προσόντων που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος Α σημείο 1 στοιχείο β), που εκδίδεται στο κράτος μέλος καταγωγής·

γ)

τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος Α σημείο 1 στοιχείο γ) και σημείο 2 στοιχείο στ), που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές οι οποίες είναι υπεύθυνες για τις αιτήσεις ΕΕΤ ή από άλλους σχετικούς εθνικούς φορείς του κράτους μέλους καταγωγής·

δ)

τη βεβαίωση της νόμιμης εγκατάστασης, που αναφέρεται στο παράρτημα II μέρος Β στοιχείο β) και στο άρθρο 6 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, και τα έγγραφα, τα οποία μπορεί να απαιτούνται σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 1 στοιχείο δ) και το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχεία β) και ε) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, που εκδίδονται από αρμόδιες αρχές οι οποίες είναι υπεύθυνες για τις αιτήσεις ΕΕΤ ή από άλλους σχετικούς εθνικούς φορείς του κράτους μέλους καταγωγής.

2.   Κάθε κράτος μέλος προσδιορίζει στο ΙΜΙ τα έγγραφα για τα οποία οι αρμόδιες αρχές του, ενεργώντας ως αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, απαιτούν κοινές ή επικυρωμένες μεταφράσεις από τον αιτούντα, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4, καθώς και τις αποδεκτές γλώσσες, και γνωστοποιεί τις πληροφορίες αυτές στα λοιπά κράτη μέλη μέσω του ΙΜΙ.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ζητεί από τον αιτούντα, εντός της πρώτης εβδομάδας από την παραλαβή μιας αίτησης για ΕΕΤ, σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 3 και το άρθρο 4γ παράγραφος 1 ή το άρθρο 4δ παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, μεταφράσεις των απαιτούμενων εγγράφων που προσδιορίζονται στο παράρτημα II, στις γλώσσες που είναι αποδεκτές από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, εάν απαιτείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μετάφραση των εν λόγω εγγράφων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

4.   Εάν ο αιτών προσκόμισε, μαζί με την αίτηση για ΕΕΤ, έγγραφα που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος A σημείο 2 στοιχεία γ) και δ) ή μέρος Β στοιχείο δ), η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ζητεί μεταφράσεις των εν λόγω εγγράφων στις γλώσσες που είναι αποδεκτές από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής.

5.   Εάν ο αιτών δεν προσκομίσει κάποιες ζητούμενες μεταφράσεις των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν θεωρεί τις μεταφράσεις αυτές ως ελλείποντα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 4β παράγραφος 3 και το άρθρο 4δ παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 18

Μεταφράσεις που ζητούνται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής

1.   Σε περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες, μεταξύ άλλων κοινές ή επικυρωμένες μεταφράσεις, από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 4δ παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί επίσης να ζητεί από τον αιτούντα να υποβάλει κοινές ή επικυρωμένες μεταφράσεις και να ορίζει εύλογη προθεσμία για την απάντηση.

3.   Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δεν λάβει τη ζητούμενη μετάφραση, είτε από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής είτε από τον αιτούντα, μπορεί να λάβει απόφαση με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 4δ παράγραφοι 2 και 3 και παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 19

Διαχείριση επικυρωμένων μεταφράσεων από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών

1.   Κάθε κράτος μέλος προσδιορίζει στο ΙΜΙ ποιες επικυρωμένες μεταφράσεις είναι αποδεκτές στην επικράτειά του, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, και γνωστοποιεί τις πληροφορίες αυτές στα λοιπά κράτη μέλη μέσω του ΙΜΙ.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δέχονται επικυρωμένες μεταφράσεις που έχουν εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους.

3.   Σε περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών ως προς την εγκυρότητα και τη γνησιότητα μετάφρασης που έχει επικυρωθεί σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αποστέλλει αίτημα για συμπληρωματικές πληροφορίες στις σχετικές αρχές του άλλου κράτους μέλους μέσω του ΙΜΙ. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών συνεργάζονται και ανταποκρίνονται, χωρίς καθυστέρηση.

4.   Μόλις παραλάβει επικυρωμένη μετάφραση από τον αιτούντα, και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους τηλεφορτώνει ηλεκτρονικό αντίγραφο της επικυρωμένης μετάφρασης και πιστοποιεί στο αρχείο ΙΜΙ ότι η μετάφραση είναι επικυρωμένη.

5.   Πριν ζητηθούν επικυρωμένες μεταφράσεις, σε περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένων αμφιβολιών ως προς οποιοδήποτε από τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής απευθύνει αίτημα για συμπληρωματικές πληροφορίες, μέσω του ΙΜΙ, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών που έχουν εκδώσει το σχετικό έγγραφο.

Άρθρο 20

Αποφάσεις για την ΕΕΤ

1.   Για εγκατάσταση και για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει είτε απόφαση για έκδοση της ΕΕΤ, είτε απόφαση για άρνηση έκδοσης της ΕΕΤ, είτε απόφαση για την εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 14 ή το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, είτε απόφαση για παράταση της ισχύος της ΕΕΤ για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Για προσωρινή και περιστασιακή παροχή υπηρεσιών, πλην των καλυπτόμενων από το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει είτε απόφαση για έκδοση της ΕΕΤ, είτε απόφαση για άρνηση έκδοσης της ΕΕΤ, είτε απόφαση για παράταση της ισχύος της εκδοθείσας ΕΕΤ.

3.   Σε περιπτώσεις όπου η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει απόφαση για την εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων στον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 14 ή το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η απόφαση αυτή περιέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με το περιεχόμενο των αντισταθμιστικών μέτρων που επιβάλλονται, την αιτιολόγηση των αντισταθμιστικών μέτρων και τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις του αιτούντος να ενημερώσει την αρμόδια αρχή μετά την ολοκλήρωση των αντισταθμιστικών μέτρων. Η εξέταση της αίτησης για ΕΕΤ αναστέλλεται μέχρι την ολοκλήρωση των αντισταθμιστικών μέτρων από τον αιτούντα.

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των αντισταθμιστικών μέτρων, ο αιτών ενημερώνει αναλόγως, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, την αρμόδια αρχή του κράτους υποδοχής, εφόσον απαιτείται από την εν λόγω αρχή.

Σε περιπτώσεις όπου η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει απόφαση για την εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής πιστοποιεί στο ΙΜΙ κατά πόσον έδωσε τη δυνατότητα στον αιτούντα να υποβληθεί σε δοκιμασία επάρκειας, εντός ενός μηνός από την απόφασή της να εφαρμόσει αντισταθμιστικά μέτρα.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής επιβεβαιώνει στο ΙΜΙ την επιτυχή ολοκλήρωση των αντισταθμιστικών μέτρων και εκδίδει την ΕΕΤ.

4.   Σε περιπτώσεις όπου η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει απόφαση για άρνηση έκδοσης της ΕΕΤ, η εν λόγω απόφαση περιέχει επίσης αιτιολόγηση. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ενδιαφερόμενο άτομο έχει στη διάθεσή του κατάλληλα ένδικα μέσα όσον αφορά την απόφαση για άρνηση έκδοσης της ΕΕΤ, και παρέχουν στον αιτούντα πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα προσφυγής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

5.   Στο ΙΜΙ παρέχεται η δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να λαμβάνουν απόφαση ανάκλησης μιας εκδοθείσας ΕΕΤ, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Η εν λόγω απόφαση περιέχει επίσης αιτιολόγηση της ανάκλησης. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ενδιαφερόμενο άτομο έχει στη διάθεσή του κατάλληλα ένδικα μέσα όσον αφορά την απόφαση ανάκλησης μιας εκδοθείσας ΕΕΤ, και παρέχουν στον αιτούντα πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα προσφυγής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 21

Έκβαση της διαδικασίας για έκδοση ΕΕΤ

1.   Στο διαδικτυακό εργαλείο που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, παρέχεται η δυνατότητα στον αιτούντα να δημιουργήσει ηλεκτρονικό έγγραφο όπου δηλώνεται η έκβαση της διαδικασίας για έκδοση ΕΕΤ και να τηλεφορτώνει κάθε αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με την έκβαση της διαδικασίας για έκδοση ΕΕΤ.

2.   Σε περίπτωση έκδοσης της ΕΕΤ (συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4δ παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2005/36/ΕΚ), το ηλεκτρονικό έγγραφο περιέχει τις πληροφορίες που καθορίζονται στο άρθρο 4ε παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ και, στην περίπτωση ΕΕΤ για εγκατάσταση, περιέχει δήλωση αποποίησης ευθύνης, που αναφέρει ότι η ΕΕΤ δεν συνιστά άδεια για την άσκηση του επαγγέλματος στο κράτος μέλος υποδοχής.

3.   Το ηλεκτρονικό έγγραφο περιλαμβάνει χαρακτηριστικά ασφαλείας που εξασφαλίζουν τα εξής:

α)

τη γνησιότητά του, με την εγγύηση ότι το έγγραφο έχει δημιουργηθεί από μια αρμόδια αρχή καταχωρισμένη και επιχειρησιακή στο ΙΜΙ και ότι το περιεχόμενό του είναι αληθής αναφορά των δεδομένων·

β)

την ακεραιότητά του, με την πιστοποίηση ότι το αρχείο που περιέχει το έγγραφο δεν είχε τροποποιηθεί ή αλλοιωθεί από εξωτερικό παράγοντα, από τη στιγμή της δημιουργίας του στο σύστημα ΙΜΙ σε συγκεκριμένη ημερομηνία και ώρα.

Άρθρο 22

Επαλήθευση της ΕΕΤ από ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαθέτει ένα διαδικτυακό σύστημα επαλήθευσης, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα σε ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη, που δεν έχουν πρόσβαση στο ΙΜΙ, να επαληθεύουν διαδικτυακά την εγκυρότητα και τη γνησιότητα της ΕΕΤ.

2.   Στην περίπτωση επικαιροποιήσεων του αρχείου ΙΜΙ όσον αφορά το δικαίωμα του κατόχου της ΕΕΤ να ασκεί επαγγελματικές δραστηριότητες σύμφωνα με το άρθρο 4ε παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, θα εμφανίζεται μήνυμα με το οποίο θα συνιστάται στα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να επικοινωνήσουν με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για περισσότερες πληροφορίες. Το μήνυμα διατυπώνεται με ουδέτερο τρόπο, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί το τεκμήριο αθωότητας του κατόχου της ΕΕΤ. Στην περίπτωση ΕΕΤ για εγκατάσταση, θα εμφανίζεται επίσης μήνυμα που περιέχει δήλωση αποποίησης ευθύνης, όπου αναφέρεται ότι η ΕΕΤ δεν συνιστά άδεια για την άσκηση του επαγγέλματος στο κράτος μέλος υποδοχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΕΙΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

Άρθρο 23

Αρχές που ασχολούνται με τον μηχανισμό προειδοποίησης

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν αρμόδιες αρχές για να χειρίζονται τις εξερχόμενες και τις εισερχόμενες προειδοποιήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 56α παράγραφος 1 ή 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο χειρισμός των εισερχόμενων προειδοποιήσεων γίνεται μόνον από τις σχετικές αρμόδιες αρχές, κάθε κράτος μέλος αναθέτει τα καθήκοντα συντονισμού των εισερχόμενων προειδοποιήσεων σε μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι προειδοποιήσεις μεταβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν τα καθήκοντα συντονισμού των εξερχόμενων προειδοποιήσεων σε μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 24

Πληροφορίες που περιέχει η προειδοποίηση

1.   Οι προειδοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 56α παράγραφος 2 ή 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Μόνον οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται για να χειρίζονται μια προειδοποίηση, σύμφωνα με το άρθρο 56α παράγραφος 1 ή 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Οι αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί τα καθήκοντα συντονισμού των εισερχόμενων προειδοποιήσεων διαθέτουν πρόσβαση μόνον στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 56α παράγραφος 2 στοιχεία β) και δ) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, εκτός εάν η προειδοποίηση μεταβιβάστηκε στη συνέχεια σε αυτές, ως αρχές για τον χειρισμό των εισερχόμενων προειδοποιήσεων.

4.   Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή η οποία χειρίζεται εισερχόμενες προειδοποιήσεις χρειάζεται περαιτέρω πληροφορίες, πέραν εκείνων που καθορίζονται στο άρθρο 56α παράγραφος 2 ή 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, χρησιμοποιεί τη λειτουργία «αίτησης πληροφοριών» του IMI, όπως προβλέπεται στο άρθρο 56 παράγραφος 2α της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 25

Προειδοποίηση σχετικά με έναν κάτοχο ΕΕΤ

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 4ε παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όταν ο κάτοχος μιας ΕΕΤ αποτελεί αντικείμενο προειδοποίησης, οι αρμόδιες αρχές που εξέτασαν την αίτηση έκδοσης ΕΕΤ, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, διασφαλίζουν την επικαιροποίηση του αντίστοιχου αρχείου ΙΜΙ με πληροφορίες που περιέχει η προειδοποίηση, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συνεπειών όσον αφορά την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων.

2.   Για να διασφαλιστεί ότι οι επικαιροποιήσεις των αρχείων ΙΜΙ πραγματοποιούνται εγκαίρως, τα κράτη μέλη παρέχουν πρόσβαση στις εισερχόμενες προειδοποιήσεις για τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων έκδοσης ΕΕΤ, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1.

3.   Ο κάτοχος της ΕΕΤ ενημερώνεται σχετικά με τις επικαιροποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου που αναφέρεται στο άρθρο 4β παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ ή με άλλα μέσα, εάν πρόκειται για γραπτή αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 8.

Άρθρο 26

Πρόσβαση σε προειδοποιήσεις στο ΙΜΙ

Στο ΙΜΙ παρέχεται η δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές οι οποίες χειρίζονται εισερχόμενες ή εξερχόμενες προειδοποιήσεις να συμβουλεύονται κάθε προειδοποίηση που απέστειλαν ή παρέλαβαν στο ΙΜΙ και για τις οποίες δεν έχει αρχίσει η διαδικασία λήξης, που αναφέρεται στο άρθρο 28.

Άρθρο 27

Λειτουργίες του ΙΜΙ σχετικά με τις προειδοποιήσεις

Στο ΙΜΙ παρέχονται οι ακόλουθες λειτουργικές δυνατότητες για τις ενέργειες στις οποίες πρόκειται να προβαίνουν οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί για τον χειρισμό των εισερχόμενων και των εξερχόμενων προειδοποιήσεων:

α)

αποστολή προειδοποιήσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 56α παράγραφοι 1, 2 και 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

β)

απόσυρση προειδοποιήσεων που έχουν αποσταλεί, βάσει απόφασης που στη συνέχεια ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε·

γ)

διόρθωση πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε προειδοποιήσεις και τροποποίηση των προειδοποιήσεων·

δ)

λήξη και διαγραφή προειδοποιήσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 56α παράγραφοι 5 και 7 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Άρθρο 28

Λήξη, διαγραφή και τροποποίηση των προειδοποιήσεων

1.   Τα δεδομένα που αφορούν τις προειδοποιήσεις μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας εντός του ΙΜΙ μόνον για το διάστημα κατά το οποίο παραμένουν έγκυρα, συμπεριλαμβανομένης της ολοκλήρωσης της διαδικασίας λήξης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 56α παράγραφος 7 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Όταν η προειδοποίηση δεν ισχύει πλέον, λόγω της λήξης της κύρωσης, σε περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή που απέστειλε την προειδοποίηση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 56α παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, τροποποιεί το περιεχόμενό της ή τερματίζει την προειδοποίηση, εντός τριών ημερών από την έκδοση της σχετικής απόφασης ή αφού λάβει τις σχετικές πληροφορίες ότι, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, δεν απαιτείται έκδοση τέτοιας απόφασης. Οι αρμόδιες αρχές που χειρίστηκαν την εισερχόμενη προειδοποίηση και ο ενδιαφερόμενος επαγγελματίας ενημερώνονται αμέσως σχετικά με τυχόν τροποποιήσεις όσον αφορά την προειδοποίηση.

3.   Το ΙΜΙ αποστέλλει τακτικά υπενθυμίσεις στις αρμόδιες αρχές οι οποίες χειρίστηκαν την εξερχόμενη προειδοποίηση να επαληθεύουν κατά πόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι πληροφορίες τις οποίες περιέχει η προειδοποίηση.

4.   Σε περίπτωση απόφασης ανάκλησης, η αρμόδια αρχή που απέστειλε αρχικά την προειδοποίηση προβαίνει αμέσως στη λήξη της, και τα προσωπικά δεδομένα διαγράφονται από το ΙΜΙ εντός τριών ημερών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 56α παράγραφος 7 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

5.   Στην περίπτωση κύρωσης που έχει λήξει κατά την ημερομηνία που προσδιορίζεται στο άρθρο 56α παράγραφος 5 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, η προειδοποίηση λήγει αυτομάτως από το ΙΜΙ, και τα προσωπικά δεδομένα διαγράφονται από το σύστημα εντός τριών ημερών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 56α παράγραφος 7 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 29

Έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 18 Ιανουαρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουνίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 22.

(2)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1).

(3)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(4)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Επαγγέλματα επιλέξιμα για την ΕΕΤ

1.

Νοσηλευτές υπεύθυνοι για γενική περίθαλψη·

2.

Φαρμακοποιοί (βασικής εκπαίδευσης)·

3.

Φυσικοθεραπευτές·

4.

Οδηγοί ορειβασίας·

5.

Μεσίτες ακινήτων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Έγγραφα που απαιτούνται για την έκδοση της ΕΕΤ

A.   ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

1.   Αυτόματη αναγνώριση (τίτλος III κεφάλαιο III της οδηγίας 2005/36/ΕΚ)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, απαιτούνται τα ακόλουθα έγγραφα για την έκδοση της ΕΕΤ:

α)

αποδεικτικό της ιθαγένειας του αιτούντος (δελτίο ταυτότητας ή διαβατήριο ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που γίνονται δεκτά σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους καταγωγής)· και, σε περίπτωση που το αποδεικτικό της ιθαγένειας δεν πιστοποιεί τον τόπο γέννησης, έγγραφο το οποίο πιστοποιεί τον τόπο γέννησης του αιτούντος· και για τους υπηκόους χωρών εκτός του ΕΟΧ, έγγραφο που να αποδεικνύει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας μπορεί να επωφεληθεί από τα δικαιώματα που προβλέπονται στην οδηγία 2005/36/ΕΚ σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές πράξεις της ΕΕ, π.χ., την οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), την οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου (2), την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου (3) ή την οδηγία 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου (4)·

β)

τίτλος εκπαίδευσης και, ενδεχομένως, πιστοποιητικό που συνοδεύει τον τίτλο εκπαίδευσης·

γ)

ένα από τα ακόλουθα πιστοποιητικά, αναλόγως με το επάγγελμα και την κατάσταση του αιτούντος:

i)

πιστοποιητικό συμμόρφωσης, που αναφέρεται στο παράρτημα VII σημείο 2 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όταν ο τίτλος εκπαίδευσης πληροί τους όρους της απαιτούμενης κατάρτισης·

ii)

πιστοποιητικό αλλαγής ονομασίας, που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 6 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όταν ο τίτλος εκπαίδευσης δεν ανταποκρίνεται στις ονομασίες που αναφέρονται στο παράρτημα V σημεία 5.2.2 ή 5.6.2 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, αλλά ο τίτλος πληροί τους όρους της απαιτούμενης κατάρτισης·

iii)

πιστοποιητικό κεκτημένων δικαιωμάτων, που αναφέρεται στα άρθρα 23, 33 ή 33α της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, όπου πιστοποιείται ότι ο κάτοχος των τίτλων έχει ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, τις εν λόγω δραστηριότητες επί την ελάχιστη απαιτούμενη περίοδο τουλάχιστον και πιστοποιούνται οι συγκεκριμένες απαιτήσεις των εν λόγω άρθρων, εάν η κατάρτιση άρχισε πριν από τις ημερομηνίες αναφοράς που προβλέπονται στα σημεία 5.2.2 ή 5.6.2 του παραρτήματος V της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, και ο τίτλος που δεν πληροί όλες τις προϋποθέσεις της απαιτούμενης κατάρτισης·

δ)

έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 1 στοιχεία δ) έως ζ) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

2.   Γενικό σύστημα αναγνώρισης (τίτλος III κεφάλαιο I της οδηγίας 2005/36/ΕΚ)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, απαιτούνται τα ακόλουθα έγγραφα για την έκδοση της ΕΕΤ:

α)

αποδεικτικό της ιθαγένειας και λοιπά έγγραφα που αναφέρονται στο σημείο 1 στοιχείο α)·

β)

βεβαίωση επαγγελματικής επάρκειας ή τίτλος εκπαίδευσης, ανάλογα με την περίπτωση, και, όπου ενδείκνυται, τίτλος σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

γ)

έγγραφα που παρέχουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με την κατάρτιση όσον αφορά τη συνολική διάρκεια των σπουδών, τα αντικείμενα που διδάχθηκαν, καθώς και σε ποια αναλογία, και, όπου είναι σκόπιμο, την κατανομή μεταξύ θεωρητικού και πρακτικού μέρους·

δ)

τα ακόλουθα έγγραφα σχετικά με τα προσόντα που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των τίτλων εκπαίδευσης και να μετριάσουν τον κίνδυνο επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων:

i)

έγγραφα που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τη συνεχή επαγγελματική εξέλιξη, σεμινάρια, άλλες μορφές κατάρτισης και διά βίου μάθησης, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5·

ii)

αντίγραφο κάθε αποδεικτικού επαγγελματικής πείρας, όπου προσδιορίζεται σαφώς η επαγγελματική δραστηριότητα που ασκείται από τον αιτούντα·

ε)

κατά περίπτωση, αποδεικτικό επαγγελματικής πείρας που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι τα έγγραφα προσδιορίζουν σαφώς τις σχετικές επαγγελματικές δραστηριότητες·

στ)

για τους μετανάστες που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, πιστοποιητικό επαγγελματικής πείρας που αποδεικνύει τριετή επαγγελματική πείρα, το οποίο έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος που αναγνώρισε τον τίτλο εκπαίδευσης τρίτης χώρας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, ή, σε περίπτωση που η σχετική αρμόδια αρχή δεν είναι σε θέση να πιστοποιήσει την επαγγελματική πείρα του αιτούντος, άλλο αποδεικτικό επαγγελματικής πείρας, όπου προσδιορίζονται σαφώς οι σχετικές επαγγελματικές δραστηριότητες.

ζ)

έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 1 στοιχεία δ) έως ζ) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

Β.   ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (τίτλος II της οδηγίας 2005/36/ΕΚ)

Κατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών ή σε περίπτωση ουσιαστικής αλλαγής της κατάστασης του αιτούντος, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, απαιτούνται τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

αποδεικτικό της ιθαγένειας και λοιπά έγγραφα που αναφέρονται στο μέρος Α σημείο 1 στοιχείο α)·

β)

στις περιπτώσεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, βεβαίωση της νόμιμης εγκατάστασης στο κράτος μέλος καταγωγής, που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

γ)

έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) αναφορικά με το δικαίωμα άσκησης δραστηριοτήτων επαγγελματία και άλλα έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως ε) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ·

δ)

εάν το κράτος μέλος υποδοχής προβαίνει σε προηγούμενο έλεγχο των προσόντων, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, έγγραφα που παρέχουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με την κατάρτιση που αναφέρεται στο μέρος A σημείο 2 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος παραρτήματος.


(1)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).

(2)  Οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες (ΕΕ L 16 της 23.1.2004, σ. 44).

(3)  Οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους (ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ. 12).

(4)  Οδηγία 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης (ΕΕ L 155 της 18.6.2009, σ. 17).