27.3.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 83/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE) 2015/478 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 11ης Μαρτίου 2015

περί κοινού καθεστώτος εισαγωγών

(κωδικοποίηση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (3), έχει τροποποιηθεί κατά τρόπο ουσιαστικό (4). Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κοινή εμπορική πολιτική θα πρέπει να βασίζεται σε ομοιόμορφες αρχές.

(3)

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συνήψε τη συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου («ΠΟΕ»). Το παράρτημα 1Α αυτής της συμφωνίας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη γενική συμφωνία δασμών και εμπορίου του 1994 («ΓΣΔΕ 1994») και συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης.

(4)

Η συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης διευκρινίζει και ενισχύει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη ΓΣΔΕ 1994, ιδίως από το άρθρο XIX. Η εν λόγω συμφωνία επιβάλλει την κατάργηση των μέτρων διασφάλισης που δεν υπόκεινται στους εν λόγω κανόνες, όπως τα μέτρα αυτοπεριορισμού των εξαγωγών, διευθέτησης εμπορίου ή κάθε άλλο εξαγωγικό ή εισαγωγικό μέτρο.

(5)

Η συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης καλύπτει και τα προϊόντα άνθρακα και χάλυβα. Κατά συνέπεια, οι κοινοί κανόνες για εισαγωγές και ιδίως τα μέτρα διασφάλισης εφαρμόζονται στα προϊόντα αυτά, ανεξαρτήτως τυχόν μέτρων εφαρμογής μιας συμφωνίας καλύπτουσας ειδικά τα προϊόντα άνθρακα και χάλυβα.

(6)

Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που υπάγονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου (5) υπόκεινται σε ειδική μεταχείριση σε επίπεδο Ένωσης και σε διεθνές επίπεδο. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αποκλεισθούν τελείως από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(7)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιονδήποτε κίνδυνο δημιουργείται από την εξέλιξη των εισαγωγών λόγω του οποίου ενδέχεται να απαιτείται επιτήρηση σε επίπεδο Ένωσης ή εφαρμογή μέτρων διασφάλισης.

(8)

Σε τέτοια περίπτωση, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει τις προϋποθέσεις και τον τρόπο πραγματοποίησης των εισαγωγών και την εξέλιξή τους, καθώς και τις διάφορες πτυχές της οικονομικής και εμπορικής κατάστασης και τα ενδεχόμενα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

(9)

Στην περίπτωση εφαρμογής ενωσιακής επιτήρησης εκ των προτέρων, η ελεύθερη κυκλοφορία των συγκεκριμένων προϊόντων θα πρέπει να εξαρτάται από την προσκόμιση εγγράφου επιτήρησης, το οποίο να ανταποκρίνεται σε ενιαία κριτήρια. Το έγγραφο αυτό, μετά από απλή αίτηση του εισαγωγέα, θα πρέπει να εκδίδεται από τις αρχές των κρατών μελών, εντός ορισμένης προθεσμίας, χωρίς όμως ο εισαγωγέας δι' αυτού να αποκτά δικαίωμα εισαγωγής. Συνεπώς, το έγγραφο αυτό θα πρέπει να ισχύει μόνον για όσο χρονικό διάστημα το καθεστώς εισαγωγής παραμένει αμετάβλητο.

(10)

Είναι σκόπιμο να εξασφαλίζεται η μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής πληρέστερη δυνατή ανταλλαγή των πληροφοριών που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο της ενωσιακής επιτήρησης.

(11)

Εναπόκειται στην Επιτροπή να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα διασφάλισης για τα συμφέροντα της Ένωσης. Τα συμφέροντα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των συμφερόντων του κλάδου παραγωγής, των χρηστών και των καταναλωτών της Ένωσης.

(12)

Τα μέτρα διασφάλισης έναντι των χωρών μελών του ΠΟΕ μπορεί να προβλέπονται μόνον όταν το συγκεκριμένο προϊόν εισάγεται στην Ένωση σε τόσο αυξημένες ποσότητες και υπό τέτοιους όρους ή συνθήκες που προκαλούν ή απειλούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, εκτός αν οι διεθνείς υποχρεώσεις επιτρέπουν παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό.

(13)

Απαιτείται να διευκρινιστούν οι έννοιες της «σοβαρής ζημίας», του «κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας» και του «ενωσιακού κλάδου παραγωγής» καθώς και να θεσπισθούν ακριβή κριτήρια για τον καθορισμό της ζημίας.

(14)

Θα πρέπει να διεξάγεται έρευνα πριν από την εφαρμογή κάθε μέτρου διασφάλισης με την επιφύλαξη του δικαιώματος της Επιτροπής να λαμβάνει σε επείγουσες περιπτώσεις προσωρινά μέτρα.

(15)

Είναι σκόπιμο να προβλεφθούν λεπτομερείς διατάξεις για την έναρξη των ερευνών, τους απαιτούμενους ελέγχους και επαληθεύσεις, την πρόσβαση των χωρών εξαγωγής και των ενδιαφερομένων μερών στις λαμβανόμενες πληροφορίες, για την ακρόαση των εμπλεκομένων μερών καθώς και την παροχή σ' αυτά της δυνατότητας να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(16)

Οι διατάξεις για τις έρευνες που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό δεν θίγουν τους ενωσιακούς ή εθνικούς κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου.

(17)

Είναι επίσης ανάγκη να ορισθούν προθεσμίες για την έναρξη των ερευνών και τον προσδιορισμό του κατά πόσον είναι ή δεν είναι ενδεδειγμένα τα μέτρα, προκειμένου να εξασφαλισθεί ταχεία αξιολόγηση αυτού του προσδιορισμού, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς.

(18)

Όταν τα μέτρα διασφάλισης λαμβάνουν τη μορφή ποσόστωσης, το επίπεδο αυτής δεν μπορεί καταρχήν να είναι κατώτερο από τον μέσο όρο των εισαγωγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αντιπροσωπευτικής περιόδου τουλάχιστον τριών ετών.

(19)

Αν η ποσόστωση κατανέμεται μεταξύ των προμηθευτριών χωρών, το μερίδιο καθεμιάς από τις χώρες αυτές θα μπορεί να καθοριστεί με κοινή συμφωνία με τις χώρες αυτές ή να προσδιοριστεί με συνεκτίμηση των εισαγωγών αντιπροσωπευτικής περιόδου. Ωστόσο, σε περίπτωση δυσανάλογης αύξησης των εισαγωγών και σοβαρής ζημίας θα είναι δυνατό να σημειωθεί παρέκκλιση από τους κανόνες αυτούς με τήρηση της υποχρέωσης διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της επιτροπής για τα μέτρα διασφάλισης του ΠΟΕ.

(20)

Θα πρέπει να οριστεί η μέγιστη περίοδος εφαρμογής των μέτρων διασφάλισης και η πρόβλεψη των ειδικών διατάξεων για την παράταση αυτών των μέτρων, την προοδευτική τους απελευθέρωση και την επανεξέτασή τους.

(21)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες δεν επιτρέπεται η εφαρμογή των μέτρων διασφάλισης για προϊόν καταγωγής αναπτυσσόμενης χώρας μέλους του ΠΟΕ.

(22)

Δύναται να αποδειχθεί ότι μέτρα επιτήρησης ή διασφάλισης, τα οποία περιορίζονται σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης, είναι καταλληλότερα από μέτρα που εφαρμόζονται στο σύνολο της Ένωσης. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον κατ' εξαίρεση, και όταν δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα αυτά θα είναι προσωρινά και θα διαταράσσουν το λιγότερο δυνατό τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(23)

Προς χάριν της ομοιομορφίας των καθεστώτων εισαγωγής, οι διατυπώσεις τις οποίες υποχρεούνται να διεκπεραιώνουν οι εισαγωγείς θα πρέπει να είναι απλές και πανομοιότυπες, ανεξάρτητα από τον τόπο εκτελωνισμού των εμπορευμάτων. Για το σκοπό αυτό, είναι επιθυμητό να προβλεφθεί ότι οι τυχόν διατυπώσεις θα διεξάγονται με τη βοήθεια εντύπων, συμφώνων προς το υπόδειγμα που προσαρτάται στον παρόντα κανονισμό.

(24)

Τα έγγραφα επιτήρησης που εκδίδονται στο πλαίσιο των μέτρων ενωσιακής επιτήρησης επιβάλλεται να ισχύουν σε ολόκληρη την Ένωση, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος έκδοσης.

(25)

Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την έγκριση προσωρινών και οριστικών μέτρων διασφάλισης και για την επιβολή μέτρων προηγούμενης εποπτείας. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω μέτρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(26)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση εποπτικών και προσωρινών μέτρων, με δεδομένες τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και τη λογική τους συνάφεια προς την έγκριση οριστικών μέτρων διασφάλισης. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή μέτρων θα προκαλούσε ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών, πλην:

α)

των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, που υπόκεινται σε ειδικούς κανόνες εισαγωγής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94,

β)

των προϊόντων καταγωγής ορισμένων τρίτων χωρών που απαριθμούνται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου (7).

2.   Η εισαγωγή στην Ένωση των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ελεύθερη και δεν υπόκειται σε κανένα ποσοτικό περιορισμό, με την επιφύλαξη των μέτρων διασφάλισης που μπορεί να ληφθούν βάσει του κεφαλαίου V.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΩΣΗΣ

Άρθρο 2

Εάν, λόγω της εξέλιξης των εισαγωγών, καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή μέτρων επιτήρησης ή διασφάλισης, τα κράτη μέλη ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, που καθορίζονται βάσει των κριτηρίων του άρθρου 9. Η Επιτροπή διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, τις πληροφορίες αυτές σε όλα τα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή διασφαλίσεων. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία για την έγκριση οριστικών μέτρων δυνάμει του άρθρου 16 του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσουν τα μέλη της επιτροπής με απλή πλειοψηφία. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου δεν έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των μελών της επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΩΣΗΣ

Άρθρο 4

1.   Κάθε διαδικασία έρευνας σε επίπεδο Ένωσης διεξάγεται πριν από την εφαρμογή των μέτρων διασφάλισης, με την επιφύλαξη του άρθρου 7.

2.   Η έρευνα αποσκοπεί στον καθορισμό, βάσει των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 9, του αν οι εισαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος προκαλούν ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στον σχετικό ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

3.   Με τον όρο:

α)

«σοβαρή ζημία» νοείται κάθε γενική επιδείνωση της θέσης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής,

β)

«κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας» νοείται κάθε σοβαρή ζημία η οποία είναι επικείμενη πέραν αμφιβολίας,

γ)

«ενωσιακός κλάδος παραγωγής» νοείται το σύνολο των παραγωγών που παράγουν ομοειδή ή ευθέως ανταγωνιστικά προϊόντα και οι οποίοι δραστηριοποιούνται στο έδαφος της Ένωσης ή των παραγωγών, των οποίων η αθροιζόμενη παραγωγή ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων αντιπροσωπεύει μεγάλο ποσοστό της συνολικής ενωσιακής παραγωγής των εν λόγω προϊόντων.

Άρθρο 5

1.   Η Επιτροπή, αν κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν έρευνα, κινεί έρευνα εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανακοίνωση αυτή:

α)

περιέχει σύνοψη των παραληφθεισών πληροφοριών και ορίζει ότι κάθε χρήσιμη πληροφορία πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή,

β)

καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να γνωστοποιούν εγγράφως τις απόψεις τους και να κοινοποιούν πληροφορίες, εφόσον οι απόψεις και οι πληροφορίες αυτές πρόκειται να ληφθούν υπόψη για την έρευνα,

γ)

ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Η Επιτροπή αρχίζει την έρευνα, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

Η Επιτροπή ενημερώνει, κανονικά, τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση των πληροφοριών εντός 21 ημερών από την ημερομηνία παροχής των πληροφοριών στην Επιτροπή.

2.   Η Επιτροπή ζητά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, αν το κρίνει σκόπιμο, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τις εμπορικές ενώσεις και οργανώσεις.

Στο έργο της αυτό, η Επιτροπή επικουρείται από υπαλλήλους των κρατών μελών, στο έδαφος των οποίων διενεργούνται οι επαληθεύσεις αυτές, εφόσον το εκάστοτε κράτος μέλος εκφράσει σχετική επιθυμία.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της και σύμφωνα με τις διαδικασίες που η ίδια ορίζει, τις πληροφορίες που διαθέτουν για την εξέλιξη της αγοράς του προϊόντος το οποίο αφορά η έρευνα.

4.   Τα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία γνωστοποίησαν με γραπτή αίτηση τις απόψεις τους σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, καθώς και οι αντιπρόσωποι της εξάγουσας χώρας, έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν όλες τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί στην Επιτροπή στα πλαίσια της έρευνας, εκτός από τα εσωτερικά έγγραφα τα οποία συντάσσουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, υπό τον όρο ότι οι πληροφορίες αυτές που έχουν σχέση με την υποβολή της υπό εξέταση περίπτωσης δεν είναι εμπιστευτικές κατά την έννοια του άρθρου 8 και ότι χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή για την έρευνα.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη που έχουν εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν στην Επιτροπή τις παρατηρήσεις τους για τις εν λόγω πληροφορίες. Οι παρατηρήσεις αυτές είναι δυνατόν να ληφθούν υπόψη εφόσον στηρίζονται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί τους ενδιαφερόμενους σε ακρόαση. Η Επιτροπή υποχρεούται να τους δεχθεί σε ακρόαση εφόσον οι ενδιαφερόμενοι το ζητήσουν εγγράφως εντός της προθεσμίας που ορίζεται με την ανακοίνωση η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποδεικνύοντας ότι είναι πιθανόν, πράγματι, να θιγούν από την έκβαση την έρευνας και ότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι για να αναπτύξουν προφορικά τις απόψεις τους.

6.   Όταν οι ζητούμενες πληροφορίες δεν παρέχονται στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζει ο παρών κανονισμός ή η Επιτροπή κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ή όταν παρεμποδίζεται σημαντικά η έρευνα, είναι δυνατόν να συνάγονται συμπεράσματα βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι ο ενδιαφερόμενος ή τρίτος έχει παράσχει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, αγνοεί τις πληροφορίες αυτές και μπορεί να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα στοιχεία.

7.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 6

1.   Στο τέλος της έρευνας, η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή έκθεση αποτελεσμάτων.

2.   Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν χρειάζεται κανένα μέτρο ενωσιακής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται εντός ενός μηνός. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 2.

3.   Εφόσον η Επιτροπή κρίνει αναγκαία τη λήψη μέτρων ενωσιακής επιτήρησης ή διασφάλισης, λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, όχι αργότερα από εννέα μήνες από την έναρξη της έρευνας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για δύο επιπλέον μήνες το πολύ. Η Επιτροπή δημοσιεύει τότε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια ανακοίνωση, στην οποία περιλαμβάνονται η διάρκεια της παράτασης και περίληψη των λόγων που οδήγησαν σ' αυτήν.

Άρθρο 7

1.   Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν εμποδίζουν τη λήψη, ανά πάσα στιγμή, μέτρων επιτήρησης σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 ή προσωρινών μέτρων διασφάλισης σύμφωνα με τα άρθρα 15, 16 και 17.

Τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης λαμβάνονται:

α)

όταν κρίσιμες συνθήκες, υπό τις οποίες κάθε καθυστέρηση θα δημιουργούσε δυσχερώς επανορθώσιμη ζημία, καθιστούν αναγκαία την άμεση λήψη μέτρου και

β)

όταν καταρχάς διαπιστώνεται ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία.

Η διάρκεια ισχύος τέτοιων μέτρων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 200 ημέρες.

2.   Τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης είναι σκόπιμο να λαμβάνουν τη μορφή αύξησης των δασμών σε σχέση με το ισχύον ύψος τους (ανεξάρτητα από το αν αυτό είναι μεγαλύτερο ή ίσο με το μηδέν) αν τέτοια μέτρα είναι δυνατό να εμποδίσουν ή να επανορθώσουν τη σοβαρή ζημία.

3.   Η Επιτροπή προβαίνει αμέσως στη δέουσα έρευνα.

4.   Αν αποδειχθεί ότι τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης καταργούνται λόγω μη ύπαρξης σοβαρής ζημίας ή κινδύνου σοβαρής ζημίας, οι δασμοί που έχουν εισπραχθεί κατ' εφαρμογή των εν λόγω μέτρων επιστρέφονται αυτεπαγγέλτως το ταχύτερο. Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 235 και επόμενα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου (8).

Άρθρο 8

1.   Οι λαμβανόμενες κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πληροφορίες δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς εκτός από εκείνους για τους οποίους ζητήθηκαν.

2.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες παρασχέθηκαν εμπιστευτικά, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρείχε.

3.   Κάθε αίτηση για εμπιστευτική μεταχείριση αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η πληροφορία είναι εμπιστευτική.

Ωστόσο, αν η αίτηση εμπιστευτικής μεταχείρισης κρίνεται αδικαιολόγητη και αν το πρόσωπο που έδωσε την πληροφορία δεν επιθυμεί να την κοινολογήσει ή να εξουσιοδοτήσει τρίτον να την κοινολογήσει σε γενικές γραμμές ή υπό συνοπτική μορφή, η εν λόγω πληροφορία μπορεί να αγνοηθεί.

4.   Μια πληροφορία θεωρείται πάντοτε εμπιστευτική, αν η κοινολόγησή της μπορεί να έχει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις για το πρόσωπο που την έδωσε ή για την πηγή από την οποία προέρχεται.

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν εμποδίζουν τις αρχές της Ένωσης να αναφέρονται σε γενικές πληροφορίες, και ιδίως στους λόγους στους οποίους βασίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, οι αρχές αυτές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το έννομο συμφέρον των ενδιαφερομένων νομικών και φυσικών προσώπων για τη μη αποκάλυψη των επιχειρηματικών τους μυστικών.

Άρθρο 9

1.   Η εξέταση της εξέλιξης στις εισαγωγές, των όρων υπό τους οποίους πραγματοποιούνται, καθώς και της σοβαρής ζημίας ή του κινδύνου σοβαρής ζημίας που προκύπτει από τις εισαγωγές αυτές για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, καλύπτει ιδίως τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

τον όγκο των εισαγωγών, ιδίως όταν έχει αυξηθεί σημαντικά είτε σε απόλυτες τιμές είτε σε σχέση με την παραγωγή ή την κατανάλωση εντός της Ένωσης,

β)

τις τιμές εισαγωγής, ιδίως όταν διαπιστώνεται σημαντική υποτιμολόγηση σε σχέση με την τιμή ομοειδούς προϊόντος εντός της Ένωσης,

γ)

τις προκύπτουσες επιπτώσεις στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής παρόμοιων ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, όπως αυτές εμφαίνονται από την εξέλιξη ορισμένων οικονομικών παραγόντων όπως:

παραγωγή,

χρησιμοποίηση δυναμικού,

αποθέματα,

πωλήσεις,

μερίδιο της αγοράς,

τιμές (δηλαδή συμπίεση τιμών ή παρεμπόδιση ανόδου τιμών που θα διαμορφώνονταν υπό κανονικές συνθήκες),

κέρδη,

απόδοση επενδεδυμένων κεφαλαίων,

ρευστότητα,

απασχόληση,

δ)

παράγοντες άλλους από την εξέλιξη των εισαγωγών που προκαλούν ή είναι δυνατό να προκαλέσουν ζημία στον ενδιαφερόμενο ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

2.   Όταν προβάλλεται θέμα απειλής πρόκλησης ζημίας, η Επιτροπή εξετάζει επίσης αν μπορεί να προβλεφθεί με βεβαιότητα ότι μια συγκεκριμένη κατάσταση είναι ικανή να εξελιχθεί σε πραγματική ζημία.

Για τον σκοπό αυτό, είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες, όπως:

α)

ο βαθμός αύξησης των εξαγωγών προς την Ένωση,

β)

το δυναμικό εξαγωγής της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, το οποίο υφίσταται ή θα υπάρξει στο προβλέψιμο μέλλον, και η πιθανότητα διοχέτευσης των εξαγωγών από αυτό το δυναμικό προς την Ένωση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΜΕΤΡΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ

Άρθρο 10

1.   Όταν η εξέλιξη των εισαγωγών ενός προϊόντος καταγωγής μιας από τις τρίτες χώρες που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό υπάρχει κίνδυνος να επιφέρει ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και όταν τα συμφέροντα της Ένωσης το απαιτούν, η εισαγωγή του εν λόγω προϊόντος δύναται να υποβληθεί, ανάλογα με την περίπτωση, σε:

α)

εκ των υστέρων ενωσιακή επιτήρηση σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή

β)

εκ των προτέρων ενωσιακή επιτήρηση σύμφωνα με το άρθρο 11.

2.   Η απόφαση για την επιβολή επιτήρησης λαμβάνεται από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 3 παράγραφος 2.

3.   Η διάρκεια ισχύος των μέτρων επιτήρησης είναι περιορισμένη. Πλην αντιθέτων διατάξεων, η ισχύς τους εκπνέει στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου που ακολουθεί το εξάμηνο κατά το οποίο θεσπίστηκαν.

Άρθρο 11

1.   Τα προϊόντα που υπόκεινται σε ενωσιακή επιτήρηση εκ των προτέρων τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία εφόσον προσκομισθεί έγγραφο επιτήρησης. Το έγγραφο αυτό εκδίδεται ατελώς από την αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη, για όλες τις ζητούμενες ποσότητες, εντός προθεσμίας πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, από την αρμόδια εθνική αρχή, αίτησης οιουδήποτε ενωσιακού εισαγωγέα, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής του στην Ένωση. Θεωρείται ότι η αίτηση αυτή παρελήφθη από την αρμόδια εθνική αρχή όχι αργότερα από τρεις εργάσιμες ημέρες από την υποβολή της, εκτός αντιθέτου αποδείξεως.

2.   Για το έγγραφο επιτήρησης, χρησιμοποιείται έντυπο που αντιστοιχεί στο υπόδειγμα του παραρτήματος I.

Στην αίτηση εγγράφου επιτήρησης του εισαγωγέα περιλαμβάνονται, εφόσον η απόφαση θέσης υπό επιτήρηση δεν ορίζει άλλως, μόνον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το ονοματεπώνυμο και η πλήρης διεύθυνση του αιτούντος (συμπεριλαμβανομένων των αριθμών τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας και, εφόσον υπάρχει, του αριθμού μητρώου στο πλαίσιο της αρμόδιας εθνικής αρχής) και ο αριθμός μητρώου ΦΠΑ, εφόσον ο αιτών υπόκειται σε ΦΠΑ,

β)

εάν συντρέχει περίπτωση, το ονοματεπώνυμο και η πλήρης διεύθυνση του διασαφιστή ή του τυχόν αντιπροσώπου του αιτούντος (συμπεριλαμβανομένων των αριθμών τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας),

γ)

περιγραφή των εμπορευμάτων, με αναφορά:

της εμπορικής τους ονομασίας,

του κωδικού της συνδυασμένης ονοματολογίας στον οποίο υπάγονται,

της καταγωγής και της προέλευσής τους,

δ)

οι δηλωθείσες ποσότητες, σε χιλιόγραμμα, και, ενδεχομένως, σε οποιαδήποτε άλλη συμπληρωματική σχετική μονάδα (ζεύγη, τεμάχια κ.λπ.),

ε)

η αξία CIF των εμπορευμάτων στα σύνορα της Ένωσης, σε ευρώ,

στ)

η ακόλουθη δήλωση, με ημερομηνία και υπογραφή του αιτούντος και αναγραφή του ονοματεπωνύμου του με κεφαλαία γράμματα:

«Ο υπογράφων βεβαιώνω ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρούσα αίτηση είναι ακριβείς και παρέχονται καλή την πίστει, είμαι δε εγκατεστημένος στην Ένωση.»

.

3.   Το έγγραφο επιτήρησης ισχύει σε όλη την Ένωση ανεξαρτήτως του κράτους μέλους που το εκδίδει.

4.   Η διαπίστωση ότι η τιμή μονάδας με την οποία πραγματοποιείται η συναλλαγή υπερβαίνει κατά λιγότερο από 5 % την τιμή η οποία αναγράφεται στο έγγραφο επιτήρησης ή ότι η συνολική αξία ή ποσότητα των προϊόντων που προσκομίζονται προς εισαγωγή υπερβαίνει κατά λιγότερο από 5 % την αξία ή ποσότητα που αναγράφεται στο έγγραφο επιτήρησης, δεν εμποδίζει τη θέση του συγκεκριμένου προϊόντος σε ελεύθερη κυκλοφορία. Η Επιτροπή, αφού ακούσει τις γνώμες που διατυπώνονται στο πλαίσιο της επιτροπής και αφού λάβει υπόψη της τη φύση των προϊόντων και τις άλλες ιδιομορφίες των συναλλαγών αυτών, μπορεί να ορίζει διαφορετικό ποσοστό, το οποίο πάντως δεν θα υπερβαίνει, κατά κανόνα, το 10 %.

5.   Το έγγραφο επιτήρησης μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον το καθεστώς ελευθέρωσης των εισαγωγών εξακολουθεί να ισχύει για τις συναλλαγές αυτές. Το εν λόγω έγγραφο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί μετά τη λήξη της περιόδου που καθορίζεται συγχρόνως και κατά την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για να επιβληθεί η επιτήρηση, λαμβανομένων υπόψη της φύσης των προϊόντων και των άλλων ιδιομορφιών των συναλλαγών.

6.   Όταν προβλέπεται από την απόφαση που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 10, η καταγωγή των υπό ενωσιακή επιτήρηση προϊόντων πρέπει να αποδεικνύεται με πιστοποιητικό καταγωγής. Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει την ισχύ άλλων διατάξεων σχετικών με την προσκόμιση κάθε τέτοιου πιστοποιητικού.

7.   Όταν το προϊόν που βρίσκεται υπό προηγούμενη ενωσιακή επιτήρηση αποτελεί αντικείμενο περιφερειακών μέτρων διασφάλισης σε ένα κράτος μέλος, η άδεια εισαγωγής που εκδίδεται από το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αντικαθιστά το έγγραφο επιτήρησης.

8.   Τα έντυπα των εγγράφων επιτήρησης και τα σχετικά αποσπάσματα καταρτίζονται εις διπλούν και, από τα δύο έντυπα, το πρώτο, με την ένδειξη «πρωτότυπο για τον παραλήπτη», φέρει τον αριθμό 1 και χορηγείται στον αιτούντα ενώ το δεύτερο, με την ένδειξη «αντίτυπο για την αρμόδια αρχή», με τον αριθμό 2, παραμένει στην αρχή που εξέδωσε το έγγραφο. Για διοικητικούς λόγους, οι αρμόδιες αρχές είναι δυνατόν να προσθέτουν συμπληρωματικά αντίγραφα στο έντυπο 2.

9.   Τα έντυπα εκτυπώνονται σε λευκό χαρτί χωρίς μηχανικό πολτό, κολλαρισμένο για γραφή και βάρος 55 έως 65 γραμμαρίων ανά τετραγωνικό μέτρο. Οι διαστάσεις τους είναι 210 mm × 297 mm ενώ το δακτυλογραφικό διάστιχο 4,24 mm (ένα έκτο της ίντσας)· η διάταξη των εντύπων τηρείται αυστηρά. Οι δύο όψεις του αντιτύπου αριθ. 1, που αποτελεί την άδεια επιτήρησης καθαυτή, φέρουν επιπλέον εκτυπωμένες κίτρινες σύμπλεκτες γραμμές που καθιστούν εμφανή κάθε παραποίηση με μηχανικά ή χημικά μέσα.

10.   Τα κράτη μέλη φέρουν την ευθύνη της εκτύπωσης των εντύπων. Επίσης, τα έντυπα είναι δυνατόν να εκτυπώνονται από τυπογραφεία εγκριθέντα από το κράτος μέλος στο οποίο τα τυπογραφεία είναι εγκατεστημένα. Στην τελευταία περίπτωση, κάθε έντυπο φέρει μνεία της σχετικής έγκρισης. Σε κάθε έντυπο αναγράφεται μνεία του ονόματος και της διεύθυνσης του τυπογράφου ή σημείο με το οποίο είναι δυνατή η αναγνώριση του τυπογράφου.

Άρθρο 12

Αν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό προηγούμενη ενωσιακή επιτήρηση, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 17, επιτήρηση περιοριζόμενη στις εισαγωγές σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον αποφασίσει να προβεί σε επιτήρηση.

Άρθρο 13

1.   Τα υπό περιφερειακή επιτήρηση προϊόντα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, στην οικεία περιφέρεια, εφόσον προσκομισθεί έγγραφο επιτήρησης. Το έγγραφο αυτό εκδίδεται ατελώς από την αρμόδια αρχή που ορίζει το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, για όλες τις ζητούμενες ποσότητες, εντός προθεσμίας πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, από την αρμόδια εθνική αρχή, αίτησης οιουδήποτε ενωσιακού εισαγωγέα, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής του στην Ένωση. Θεωρείται ότι η αίτηση αυτή παραλαμβάνεται από την αρμόδια εθνική αρχή όχι αργότερα από τρεις εργάσιμες ημέρες από την υποβολή της, εκτός εάν αποδεικνύεται διαφορετικά. Τα έγγραφα επιτήρησης χρησιμοποιούνται μόνο εφόσον το καθεστώς ελευθέρωσης των εισαγωγών εξακολουθεί να ισχύει για τις συγκεκριμένες συναλλαγές.

2.   Εφαρμόζεται το άρθρο 11 παράγραφος 2.

Άρθρο 14

1.   Σε περίπτωση ενωσιακής ή περιφερειακής επιτήρησης, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή, τις δέκα πρώτες ημέρες κάθε μήνα:

α)

σε περίπτωση επιτήρησης εκ των προτέρων, λεπτομέρειες για τα χρηματικά ποσά (που υπολογίζονται βάσει των τιμών CIF) και τις ποσότητες των εμπορευμάτων, για τα οποία εκδόθηκαν έγγραφα επιτήρησης κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου,

β)

σε κάθε περίπτωση, τις εισαγωγές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου που προηγείται της περιόδου που αναφέρεται στο στοιχείο α).

Οι πληροφορίες που δίδουν τα κράτη μέλη αναλύονται ανά προϊόν και ανά χώρα.

Είναι δυνατόν να θεσπίζονται διαφορετικές διατάξεις ταυτοχρόνως και κατά την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για να επιβληθεί η επιτήρηση.

2.   Όταν το απαιτούν η φύση των προϊόντων ή ιδιαίτερες περιστάσεις, η Επιτροπή δύναται, μετά από αίτηση ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, να τροποποιεί τα χρονοδιαγράμματα υποβολής των πληροφοριών αυτών.

3.   Η Επιτροπή ενημερώνει αντίστοιχα τα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 15

1.   Αν ένα προϊόν εισάγεται στην Ένωση σε ποσότητες τόσο αυξημένες ή και υπό τέτοιες συνθήκες ώστε να προκαλείται ή να υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, η Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Ένωσης, δύναται μετά από αίτηση κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία:

α)

να περιορίζει τη διάρκεια ισχύος των εγγράφων επιτήρησης, κατά την έννοια του άρθρου 11, που εκδίδονται μετά την έναρξη ισχύος του μέτρου αυτού,

β)

να τροποποιεί τους κανόνες εισαγωγής για το εν λόγω προϊόν, προβλέποντας ότι μπορεί να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία μόνο με την προσκόμιση άδειας εισαγωγής, η χορήγηση της οποίας διέπεται από τις διατάξεις και τους περιορισμούς που ορίζει η Επιτροπή.

Τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) έχουν άμεση εφαρμογή.

2.   Για τα μέλη του ΠΟΕ, τα μέτρα της παραγράφου 1 λαμβάνονται μόνον όταν οι δύο όροι του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής πληρούνται.

3.   Κατά τον καθορισμό μιας ποσόστωσης λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη:

α)

το συμφέρον διατήρησης, στο μέτρο του δυνατού, των παραδοσιακών ρευμάτων συναλλαγών,

β)

ο όγκος των εμπορευμάτων τα οποία εξάγονται βάσει συμβάσεων που συνάφθηκαν υπό κανονικές συνθήκες και όρους πριν τεθεί σε ισχύ ένα μέτρο διασφάλισης, κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου, εφόσον οι συμβάσεις έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος,

γ)

η ανάγκη να μην τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη του σκοπού της ποσόστωσης.

Το επίπεδο της ποσόστωσης δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερο από τον μέσο όρο των εισαγωγών κατά τα τρία τελευταία αντιπροσωπευτικά έτη για τα οποία υπάρχουν στατιστικά στοιχεία, εκτός αν απαιτείται διαφορετικό επίπεδο για την παρεμπόδιση ή την επανόρθωση σοβαρής ζημίας.

4.   Στην περίπτωση που η ποσόστωση κατανέμεται μεταξύ προμηθευτριών χωρών, η κατανομή μπορεί να συμφωνηθεί με τις προμηθεύτριες χώρες που έχουν ουσιώδες συμφέρον για τις εισαγωγές του σχετικού προϊόντος στην Ένωση.

Σε διαφορετική περίπτωση, η ποσόστωση κατανέμεται μεταξύ των χωρών αυτών κατ' αναλογία του μεριδίου τους στις ενωσιακές εισαγωγές του σχετικού προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης αντιπροσωπευτικής περιόδου, λαμβανομένου υπόψη κάθε ειδικού παράγοντα, ο οποίος είναι δυνατό να έχει επηρεάσει ή να επηρεάσει τις συναλλαγές όσον αφορά το συγκεκριμένο προϊόν.

Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης της Επιτροπής για διεξαγωγή διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της επιτροπής για τα μέτρα διασφάλισης του ΠΟΕ, είναι δυνατό να σημειωθεί παρέκκλιση από την εν λόγω μέθοδο κατανομής, σε περίπτωση σοβαρής ζημίας, αν οι εισαγωγές καταγωγής μιας ή ορισμένων προμηθευτριών χωρών έχουν αυξηθεί δυσανάλογα σε σχέση με τη συνολική αύξηση των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά την προηγούμενη αντιπροσωπευτική περίοδο.

5.   Τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται σε κάθε προϊόν το οποίο τίθεται σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την έναρξη ισχύος αυτών. Σύμφωνα με το άρθρο 17, είναι δυνατόν να περιορίζονται σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης.

Εντούτοις, τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που ευρίσκονται ήδη καθ' οδόν προς την Ένωση, εφόσον δεν είναι δυνατόν να αλλάξει ο προορισμός τους και εφόσον τα προϊόντα, των οποίων η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, βάσει των άρθρων 10 και 11, προϋποθέτει την προσκόμιση εγγράφου επιτήρησης, συνοδεύονται πράγματι από το έγγραφο αυτό.

6.   Αν ένα κράτος μέλος ζητήσει την παρέμβασή της, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 3 παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.

Άρθρο 16

Αν το απαιτούν τα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 3 παράγραφος 3 και τις διατάξεις του κεφαλαίου III, μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα για να εμποδιστεί η εισαγωγή στην Ένωση προϊόντος σε τόσο αυξημένες ποσότητες και/ή υπό τέτοιους όρους, ώστε να προκαλείται ή να απειλείται να προκληθεί σοβαρή ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων.

Στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφοι 2 έως 5.

Άρθρο 17

Όταν, βάσει ιδίως των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 9, κρίνεται ότι πληρούνται οι προβλεπόμενοι όροι για τη θέσπιση των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 10 και 15 σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης, η Επιτροπή, αφού εξετάσει τις εναλλακτικές λύσεις, μπορεί να επιτρέπει, κατ' εξαίρεση, την εφαρμογή μέτρων επιτήρησης ή διασφάλισης που περιορίζονται στην ή στις περιφέρειες αυτές, αν κρίνει ότι τα μέτρα αυτά, εφαρμοζόμενα σ' αυτό το επίπεδο, είναι καταλληλότερα από τα μέτρα που εφαρμόζονται στο σύνολο της Ένωσης.

Τα μέτρα αυτά επιβάλλεται να είναι προσωρινά και να διαταράσσουν όσο το δυνατόν λιγότερο τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Τα μέτρα αυτά θεσπίζονται σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπεται στα άρθρα 10 και 15.

Άρθρο 18

Κανένα μέτρο διασφάλισης δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε προϊόν καταγωγής αναπτυσσόμενης χώρας μέλους του ΠΟΕ, εφόσον το τμήμα των ενωσιακών εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος που αντιστοιχεί στην εν λόγω χώρα δεν υπερβαίνει το 3 %, υπό την προϋπόθεση ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη του ΠΟΕ των οποίων το μερίδιο στις ενωσιακές εισαγωγές είναι κατώτερο του 3 %, δεν συγκεντρώνουν συνολικά περισσότερο από το 9 % των συνολικών εισαγωγών του σχετικού προϊόντος στην Ένωση.

Άρθρο 19

1.   Η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης επιτρέπεται μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι αρνητικές της συνέπειες ή να διευκολυνθεί η προσαρμογή του σχετικού ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η διάρκεια ισχύος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εφαρμογής ενδεχόμενου προσωρινού μέτρου.

2.   Αυτή η αρχική χρονική περίοδος είναι δυνατόν να παρατείνεται με εξαίρεση τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο, αν ορίζεται ότι:

α)

τα μέτρα διασφάλισης εξακολουθούν να είναι αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί σοβαρή ζημία ή να πραγματοποιηθεί επανόρθωσή της,

β)

αποδεικνύεται βάσει στοιχείων ότι ο οικείος ενωσιακός κλάδος παραγωγής διέρχεται φάση προσαρμογής.

3.   Τα μέτρα παράτασης λαμβάνονται υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο III και με τις ίδιες διαδικασίες που ισχύουν για τα αρχικά μέτρα. Τα παρατεινόμενα μέτρα δεν είναι δυνατόν να είναι περισσότερο περιοριστικά από τα ισχύοντα κατά την αρχική περίοδο.

4.   Σε περίπτωση που η διάρκεια ισχύος μέτρου διασφάλισης υπερβαίνει το ένα έτος, το μέτρο πρέπει να απελευθερωθεί προοδευτικά σε τακτά διαστήματα κατά την περίοδο εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της παράτασής του.

5.   Η συνολική περίοδος εφαρμογής μέτρου διασφάλισης, περιλαμβανομένης της εφαρμογής τυχόν προσωρινών μέτρων, η αρχική περίοδος εφαρμογής και κάθε τυχόν παράτασή της, δεν υπερβαίνει τα οκτώ έτη.

Άρθρο 20

1.   Κατά την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που επεβλήθη σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, η Επιτροπή μπορεί, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους, είτε με δική της πρωτοβουλία, το αργότερο στο μέσον της περιόδου εφαρμογής των μέτρων των οποίων η διάρκεια υπερβαίνει τα τρία έτη:

α)

να εξετάζει τις επιπτώσεις του μέτρου αυτού,

β)

να εξετάζει αν και σε ποιο βαθμό ενδείκνυται η επιτάχυνση του ρυθμού απελευθέρωσης,

γ)

να διαπιστώνει εάν η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία, ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

2.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που αναφέρεται στα άρθρα 10, 12, 15, 16 και 17, ανακαλεί ή τροποποιεί τα μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 3 παράγραφος 3.

Όταν η απόφαση αυτή αφορά περιφερειακά μέτρα επιτήρησης, εφαρμόζεται από την έκτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 21

1.   Κανένα νέο μέτρο διασφάλισης δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί σε σχέση με την εισαγωγή κάποιου προϊόντος για την οποία έχει ήδη εφαρμοσθεί κάποιο μέτρο διασφάλισης επί χρονικό διάστημα που ισούται με τη διάρκεια εφαρμογής του αρχικού μέτρου. Η περίοδος αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δύο έτη.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, ένα μέτρο διασφάλισης, του οποίου η διάρκεια ισχύος δεν υπερβαίνει τις 180 ημέρες, είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί εκ νέου για την εισαγωγή κάποιου προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

έχει παρέλθει ένα έτος τουλάχιστον από τη θέσπιση μέτρου διασφάλισης για την εισαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος και

β)

το εν λόγω μέτρο διασφάλισης δεν έχει εφαρμοσθεί για το ίδιο προϊόν περισσότερες από δύο φορές κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται ακριβώς της ημερομηνίας θέσπισης του μέτρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Αν το απαιτούν τα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 3 παράγραφος 3, μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή νομοθετικών πράξεων ώστε να επιτρέψει την άσκηση των δικαιωμάτων ή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Ένωσης ή όλων των κρατών μελών της σε διεθνές επίπεδο, ιδίως όσον αφορά το εμπόριο βασικών προϊόντων.

Άρθρο 23

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (9), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 24

1.   Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από ειδικούς κανόνες που προβλέπονται στις συμφωνίες μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών.

2.   Με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων της Ένωσης, ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τη θέσπιση ή την εφαρμογή από τα κράτη μέλη:

α)

απαγορεύσεων, ποσοτικών περιορισμών ή μέτρων επιτήρησης που επιβάλλονται για λόγους δημόσιας ηθικής, δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή προφύλαξης των φυτών, προστασίας των εθνικών θησαυρών που έχουν καλλιτεχνική, ιστορική ή αρχαιολογική αξία, ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας,

β)

ειδικών συναλλαγματικών διατυπώσεων,

γ)

διατυπώσεων που εισάγονται βάσει διεθνών συμφωνιών σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα ή τις διατυπώσεις που πρέπει να προβλεφθούν ή να τροποποιηθούν βάσει του πρώτου εδαφίου.

Σε περίπτωση άκρως επείγουσας ανάγκης, τα εν λόγω εθνικά μέτρα ή διατυπώσεις ανακοινώνονται στην Επιτροπή αμέσως μόλις θεσπιστούν.

Άρθρο 25

1.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των πράξεων για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών ή των ενωσιακών ή εθνικών διοικητικών διατάξεων που απορρέουν από τις πράξεις αυτές ή των ειδικών πράξεων που εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται συμπληρωματικά.

2.   Τα άρθρα 10 έως 14 και το άρθρο 21 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα που υπάγονται στις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 πράξεις και για τα οποία, βάσει του ενωσιακού καθεστώτος συναλλαγών με τρίτες χώρες, απαιτείται η προσκόμιση άδειας ή άλλου εγγράφου εισαγωγής.

Τα άρθρα 15, 17 και 20 έως 24 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα για τα οποία το καθεστώς αυτό προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής ποσοτικών περιορισμών κατά την εισαγωγή.

Άρθρο 26

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό θεωρείται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και εξετάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος III.

Άρθρο 27

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 11 Μαρτίου 2015

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

Z. KALNIŅA-LUKAŠEVICA


(1)  Γνώμη της 10ης Δεκεμβρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2015 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Μαρτίου 2015.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(4)  Βλέπε παράρτημα II.

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 1994, περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διμερείς διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής (ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (ΕΕ L 185 της 17.7.2009, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Image

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 18 της 21.1.2014, σ. 1).

Μόνον το σημείο 19 του παραρτήματος


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 4

Άρθρο 3

Άρθρο 5

Άρθρο 4

Άρθρο 6

Άρθρο 5

Άρθρο 7

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Άρθρο 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 10

Άρθρο 12

Άρθρο 11

Άρθρο 13

Άρθρο 12

Άρθρο 14

Άρθρο 13

Άρθρο 15

Άρθρο 14

Άρθρο 16

Άρθρο 15

Άρθρο 17

Άρθρο 16

Άρθρο 18

Άρθρο 17

Άρθρο 19

Άρθρο 18

Άρθρο 20

Άρθρο 19

Άρθρο 21

Άρθρο 20

Άρθρο 22

Άρθρο 21

Άρθρο 23

Άρθρο 22

Άρθρο 23α

Άρθρο 23

Άρθρα 24 έως 27

Άρθρα 24 έως 27

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Παράρτημα III