18.12.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 332/126


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΟΔΗΓΊΑ (EE) 2015/2392 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2015

για τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την υποβολή αναφορών στις αρμόδιες αρχές σχετικά με πραγματικές ή πιθανές παραβάσεις του εν λόγω κανονισμού

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 32 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα πρόσωπα που αναφέρουν πραγματικές ή πιθανές παραβάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 (καταγγέλλοντες) στις αρμόδιες αρχές μπορούν να θέτουν νέες πληροφορίες υπόψη των αρμόδιων αρχών και να τις βοηθούν όσον αφορά τον εντοπισμό και την επιβολή κυρώσεων για αδικήματα κατάχρησης της αγοράς. Ωστόσο, η καταγγελία των παραβάσεων μπορεί να αποθαρρύνεται από τον φόβο αντιποίνων, δυσμενών διακρίσεων ή γνωστοποίησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίες κατάλληλες ρυθμίσεις σχετικά με τους καταγγέλλοντες, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνολική προστασία και ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων των καταγγελλόντων και των κατηγορουμένων. Τα πρόσωπα τα οποία εν γνώσει τους υποβάλλουν εσφαλμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές δεν θα πρέπει να θεωρούνται καταγγέλλοντες και, ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να απολαύουν της προστασίας που παρέχεται μέσω των αντίστοιχων μηχανισμών.

(2)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να επιτρέπουν ανώνυμες αναφορές και οι μηχανισμοί προστασίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ένας ανώνυμος καταγγέλλων αποφασίσει να αποκαλύψει την ταυτότητά του στην αρμόδια αρχή σε μεταγενέστερο στάδιο. Οι καταγγέλλοντες θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να υποβάλλουν αναφορές είτε μέσω εσωτερικών διαδικασιών, όπου αυτές υπάρχουν, είτε απευθείας στην αρμόδια αρχή.

(3)

Είναι αναγκαίο να υπάρχει ειδικευμένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών, που θα έχει την κατάλληλη επαγγελματική κατάρτιση, η οποία θα πρέπει να αφορά και τους εφαρμοστέους κανόνες περί προστασίας δεδομένων, προκειμένου να χειρίζεται αναφορές σχετικά με παραβάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και να εξασφαλίζει την επικοινωνία με τον αναφέροντα, καθώς και την κατάλληλη παρακολούθηση της αναφοράς.

(4)

Τα άτομα που προτίθενται να καταγγείλουν πραγματικές ή πιθανές παραβάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν μια τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με το αν, πώς και πότε θα υποβάλουν την αναφορά. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει, συνεπώς, να δημοσιοποιούν και να καθιστούν εύκολα προσβάσιμες τις πληροφορίες σχετικά με τα διαθέσιμα μέσα επικοινωνίας με τις αρμόδιες αρχές, σχετικά με τις ισχύουσες διαδικασίες, καθώς και σχετικά με τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού εντός της αρχής τα οποία ασχολούνται με τις αναφορές για παραβάσεις. Όλες οι πληροφορίες σχετικά με τις αναφορές για παραβάσεις θα πρέπει να είναι διαφανείς, εύκολα κατανοητές και αξιόπιστες, ώστε να προωθούνται και να μην αποτρέπονται οι αναφορές παραβάσεων.

(5)

Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική επικοινωνία με το ειδικευμένο προσωπικό, είναι αναγκαίο οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν και να χρησιμοποιούν διαφορετικούς διαύλους επικοινωνίας που θα πρέπει να είναι φιλικοί προς τον χρήστη και να επιτρέπουν τη γραπτή και την προφορική επικοινωνία, καθώς και την ηλεκτρονική και μη ηλεκτρονική επικοινωνία.

(6)

Οι διαδικασίες για την προστασία των εργαζομένων με σύμβαση εργασίας, ανεξάρτητα από τη φύση της εργασίας τους και από το αν αμείβονται ή όχι, και τα οποία αναφέρουν παραβάσεις ή κατηγορούνται για παραβάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 πρέπει να προστατεύουν τα εν λόγω πρόσωπα έναντι αντιποίνων, διακρίσεων ή άλλων μορφών άμεσης ή έμμεσης άδικης μεταχείρισης. Η άδικη μεταχείριση μπορεί να λάβει πολύ διαφορετικές μορφές, ανάλογα με τις περιστάσεις. Επομένως, οι μεμονωμένες περιπτώσεις θα πρέπει να αξιολογούνται μέσω κανόνων επίλυσης διαφορών ή δικαστικών διαδικασιών που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο.

(7)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν κατάλληλες διαδικασίες προστασίας για την επεξεργασία των αναφορών περί παραβάσεων και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των αναφερόντων. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η ταυτότητα του κάθε αναφέροντος και του κάθε αναφερόμενου προσώπου προστατεύεται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να επιβάλλεται με την επιφύλαξη της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας της υποχρέωσης να αποκαλύπτονται πληροφορίες, όταν αυτό απαιτείται από τη νομοθεσία της Ένωσης ή από το εθνικό δίκαιο, και με την επιφύλαξη των κατάλληλων μέτρων προστασίας δυνάμει των εν λόγω νόμων, μεταξύ άλλων σε σχέση με τις έρευνες ή με τις δικαστικές διαδικασίες ή για την προστασία των ελευθεριών των τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων άμυνας του αναφερόμενου προσώπου.

(8)

Είναι εξαιρετικά σημαντικό και αναγκαίο να συμμορφώνεται το ειδικευμένο προσωπικό της αρμόδιας αρχής και τα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής που αποκτούν πρόσβαση στις πληροφορίες που υποβάλλονται από έναν αναφέροντα στην αρμόδια αρχή με την υποχρέωση τηρήσεως του επαγγελματικού απορρήτου και της εμπιστευτικότητας κατά τη διαβίβαση των δεδομένων τόσο εντός όσο και εκτός της αρμόδιας αρχής, ακόμη και εάν μια αρμόδια αρχή κινήσει διαδικασίες έρευνας ή διερεύνησης ή επακόλουθες εκτελεστικές δραστηριότητες σε σχέση με την αναφορά παραβάσεων.

(9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη δέουσα τήρηση αρχείων όλων των αναφορών για παράβαση και ότι κάθε αναφορά είναι δυνατόν να ανακτάται εντός της αρμόδιας αρχής και ότι οι πληροφορίες που λαμβάνονται μέσω των αναφορών μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία για μέτρα επιβολής, κατά περίπτωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) και την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας.

(10)

Η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αναφέροντος και του αναφερόμενου προσώπου είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να αποφεύγεται η άδικη μεταχείριση ή ζημίες για την υπόληψή τους λόγω της αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων, ιδίως δεδομένων που αποκαλύπτουν την ταυτότητα του ενδιαφερομένου. Ως εκ τούτου, επιπλέον της εθνικής νομοθεσίας που μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο την οδηγία 95/46/ΕΚ για την προστασία των δεδομένων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να καθιερώσουν κατάλληλες διαδικασίες προστασίας των δεδομένων, ειδικά σχεδιασμένες για την προστασία του αναφέροντος και του αναφερόμενου προσώπου, που θα πρέπει να περιλαμβάνουν ένα ασφαλές σύστημα εντός της αρμόδιας αρχής με περιορισμένα δικαιώματα πρόσβασης μόνο από το εξουσιοδοτημένο προσωπικό.

(11)

Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την αρμόδια αρχή, σε σύνδεση με αναφορές παραβάσεων, μπορεί να είναι αναγκαία προκειμένου να αξιολογηθεί η αναφορά των παραβάσεων και να αναληφθούν οι απαραίτητες δράσεις έρευνας και επιβολής. Όταν διαβιβάζουν δεδομένα εντός της αρμόδιας αρχής ή σε τρίτους, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να τηρούν το απόρρητο στον μέγιστο δυνατό βαθμό σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

(12)

Τα δικαιώματα του αναφερόμενου προσώπου που κατηγορείται για παράβαση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 θα πρέπει προστατεύονται, ώστε να αποφεύγονται προσβολές για την υπόληψή του ή άλλες αρνητικές επιπτώσεις. Επιπλέον, τα δικαιώματα άμυνας και πρόσβασης του αναφερόμενου προσώπου σε ένδικα μέσα θα πρέπει να είναι πλήρως σεβαστά σε κάθε φάση της διαδικασίας που ακολουθεί την αναφορά. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν το δικαίωμα άμυνας του αναφερόμενου προσώπου, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος προσβάσεως στον φάκελο, το δικαίωμα ακροάσεως και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά απόφασης σχετικά με το αναφερόμενο πρόσωπο, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διαδικασίες που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία στο πλαίσιο ερευνών ή μεταγενέστερης δικαστικής διαδικασίας.

(13)

Η τακτική και τουλάχιστον ανά διετία επανεξέταση των διαδικασιών των αρμόδιων αρχών αναμένεται να εξασφαλίσει ότι οι διαδικασίες αυτές είναι κατάλληλες και συμβαδίζουν με την εξέλιξη της τεχνολογίας και, ως εκ τούτου, εξυπηρετούν τον σκοπό τους. Για τον σκοπό αυτό, είναι σημαντικό να αξιολογούν οι αρμόδιες αρχές τις δικές τους εμπειρίες και να ανταλλάσσουν εμπειρίες και ορθές πρακτικές με άλλες αρμόδιες αρχές.

(14)

Δεδομένου ότι οι λεπτομερείς κανόνες για την προστασία των καταγγελλόντων θα καταστήσουν πιο δύσκολο για τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν τη συμβατότητα και την επιχειρησιακή προσαρμογή με τα εθνικά τους συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών, διαδικαστικών και θεσμικών πτυχών, απαιτείται κάποια ευελιξία για την εκτελεστική πράξη. Η ευελιξία αυτή μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα μέσω οδηγίας αντί κανονισμού και, ως εκ τούτου, η οδηγία φαίνεται ότι είναι το πλέον ενδεδειγμένο μέσο προκειμένου να μπορέσουν τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν αποτελεσματικά το καθεστώς αναφοράς παραβάσεων στα εθνικά τους συστήματα, συμπεριλαμβανομένου του θεσμικού πλαισίου.

(15)

Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 θα αρχίσει να εφαρμόζεται από τις 3 Ιουλίου 2016, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να μεταφέρουν και να εφαρμόσουν διατάξεις οι οποίες αφορούν την παρούσα οδηγία από την 3η Ιουλίου 2016.

(16)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες που καθορίζουν τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, συμπεριλαμβανομένων των τρόπων αναφοράς και παρακολούθησης των αναφορών και των μέτρων για την προστασία των εργαζομένων με σύμβαση εργασίας, καθώς και μέτρων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«αναφέρων» το πρόσωπο που αναφέρει μια πραγματική ή πιθανή παράβαση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 στην αρμόδια αρχή·

2)

«αναφερόμενος» το πρόσωπο που κατηγορείται από τον αναφέροντα ότι έχει διαπράξει ή προτίθεται να διαπράξει παράβαση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

3)

«αναφορά παράβασης» η αναφορά που υποβάλλεται από τον αναφέροντα στην αρμόδια αρχή σχετικά με πραγματική ή πιθανή παράβαση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΑΒΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥΣ

Άρθρο 3

Ειδικευμένα μέλη του προσωπικού

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν μέλη του προσωπικού ειδικευμένα για τον χειρισμό αναφορών παραβάσεων («ειδικευμένα μέλη του προσωπικού»). Τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού πρέπει να έχουν εκπαιδευτεί για τον χειρισμό αναφορών παραβάσεων.

2.   Τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού ασκούν τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

παροχή, σε κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο, πληροφοριών σχετικά με τις διαδικασίες για την αναφορά παραβάσεων·

β)

παραλαβή και παρακολούθηση των αναφορών παραβάσεων·

γ)

διατήρηση επαφής με τον αναφέροντα, στις περιπτώσεις όπου αυτός έχει δηλώσει την ταυτότητά του.

Άρθρο 4

Πληροφορίες σχετικά με την παραλαβή των αναφορών παραβάσεων και την παρακολούθησή τους

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν στους δικτυακούς τους τόπους σε χωριστό, εύκολα αναγνωρίσιμο και προσβάσιμο τμήμα, τις πληροφορίες που αφορούν την παραλαβή αναφορών παραβάσεων που καθορίζονται στην παράγραφο 2.

2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τους διαύλους επικοινωνίας για την παραλαβή και την παρακολούθηση της αναφοράς παραβάσεων και για την επικοινωνία με τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1, όπου περιλαμβάνονται:

(1)

οι αριθμοί τηλεφώνου, αναφέροντας αν οι συνδιαλέξεις καταγράφονται ή όχι κατά τη χρήση των εν λόγω τηλεφωνικών γραμμών·

(2)

οι ειδικές ηλεκτρονικές και ταχυδρομικές διευθύνσεις, οι οποίες είναι ασφαλείς και διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα, για επικοινωνία με τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού·

β)

τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στις αναφορές παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5·

γ)

το καθεστώς απορρήτου που ισχύει για τις αναφορές παραβιάσεων σύμφωνα με τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στις αναφορές παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5·

δ)

τις διαδικασίες για την προστασία των εργαζομένων με σύμβαση εργασίας·

ε)

δήλωση η οποία αναφέρει ρητώς ότι τα πρόσωπα που υποβάλλουν πληροφορίες στη διάθεση της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014, δεν θεωρείται ότι παραβιάζουν οποιονδήποτε περιορισμό που αφορά τη γνωστοποίηση πληροφοριών, ο οποίος επιβάλλεται βάσει σύμβασης ή από οποιαδήποτε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη, και δεν εμπλέκονται σε καμία απολύτως ευθύνη σε σχέση με την εν λόγω γνωστοποίηση.

3.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να δημοσιοποιούν στους δικτυακούς τους τόπους πιο λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την παραλαβή και την παρακολούθηση των παραβάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 5

Διαδικασίες που εφαρμόζονται στις αναφορές παραβάσεων

1.   Οι διαδικασίες που εφαρμόζονται στις αναφορές παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β) αναφέρουν σαφώς όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ότι οι αναφορές παραβάσεων μπορούν επίσης να υποβάλλονται ανωνύμως·

β)

τον τρόπο με τον οποίο η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτήσει από τον αναφέροντα να διευκρινίσει τις πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στον αναφέροντα·

γ)

τον τύπο, το περιεχόμενο και το χρονοδιάγραμμα της ανάδρασης σχετικά με τα αποτελέσματα της αναφοράς παράβασης, που μπορεί να περιμένει ο αναφέρων μετά την υποβολή αναφοράς·

δ)

το καθεστώς απορρήτου που εφαρμόζεται στις αναφορές παραβάσεων, συμπεριλαμβανομένης λεπτομερούς περιγραφής των περιστάσεων υπό τις οποίες τα εμπιστευτικά στοιχεία ενός αναφέροντα μπορούν να δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 27, 28 και 29 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

2.   Η λεπτομερής περιγραφή που αναφέρεται στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1 εξασφαλίζουν ότι ο αναφέρων έχει γνώση όσον αφορά τις εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα των δεδομένων, μεταξύ άλλων όταν η δημοσιοποίηση των δεδομένων είναι αναγκαία και ανάλογη υποχρέωση που επιβάλλεται δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου στο πλαίσιο ερευνών ή επακόλουθων δικαστικών διαδικασιών ή για να προστατευθούν οι ελευθερίες τρίτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος άμυνας του αναφερομένου, και, σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των κατάλληλων εγγυήσεων δυνάμει των εν λόγω νόμων.

Άρθρο 6

Ειδικοί δίαυλοι επικοινωνίας

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές συγκροτούν ανεξάρτητους και αυτόνομους διαύλους επικοινωνίας, οι οποίοι είναι ασφαλείς και ταυτόχρονα εξασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα, για την παραλαβή και την παρακολούθηση των αναφορών παραβάσεων («ειδικοί δίαυλοι επικοινωνίας»).

2.   Οι ειδικοί δίαυλοι επικοινωνίας θεωρούνται ανεξάρτητοι και αυτόνομοι, υπό τον όρο ότι πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

είναι διαχωρισμένοι από τους γενικούς διαύλους επικοινωνίας της αρμόδιας αρχής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων μέσω των οποίων η αρμόδια αρχή επικοινωνεί στο εσωτερικό της, καθώς και με τρίτα μέρη, κατά τη συνήθη πορεία των εργασιών της·

β)

σχεδιάζονται, οργανώνονται και λειτουργούν κατά τρόπο που διασφαλίζει την πληρότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών και εμποδίζει την πρόσβαση σε μη εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της αρμόδιας αρχής·

γ)

επιτρέπουν τη διαχρονική αποθήκευση πληροφοριών, σύμφωνα με το άρθρο 7, ώστε να επιτρέπονται περαιτέρω έρευνες.

3.   Οι ειδικοί δίαυλοι επικοινωνίας επιτρέπουν την αναφορά πραγματικών ή πιθανών παραβάσεων τουλάχιστον με όλους τους ακόλουθους τρόπους:

α)

γραπτή αναφορά παραβάσεων σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή·

β)

προφορική αναφορά παραβάσεων μέσω τηλεφωνικών γραμμών, με ή χωρίς εγγραφή·

γ)

προσωπική συνάντηση με ειδικευμένα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής.

4.   Η αρμόδια αρχή παρέχει στον αναφέροντα τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 πριν από την παραλαβή της αναφοράς παράβασης ή το αργότερο κατά τη στιγμή της παραλαβής.

5.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι η αναφορά παράβασης που παρελήφθη με άλλα μέσα, εκτός των ειδικών διαύλων επικοινωνίας που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, διαβιβάζεται αμέσως χωρίς τροποποίηση στα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής με τη χρήση ειδικών διαύλων επικοινωνίας.

Άρθρο 7

Τήρηση αρχείων των αναφορών που παραλαμβάνονται

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τηρούν αρχεία καταγραφής για κάθε αναφορά παράβασης που παραλαμβάνεται.

2.   Οι αρμόδιες αρχές αποστέλλουν αμέσως αποδεικτικό παραλαβής των γραπτών αναφορών παραβάσεων στην ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση που αναγράφεται από τον αναφέροντα, εκτός εάν ζητηθεί ρητά κάτι διαφορετικό από τον αναφέροντα ή εάν η αρμόδια αρχή πιστεύει ευλόγως ότι το αποδεικτικό παραλαβής γραπτής αναφοράς θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την προστασία της ταυτότητας του αναφέροντα.

3.   Στις περιπτώσεις που χρησιμοποιείται τηλεφωνική γραμμή για την αναφορά παραβάσεων, η αρμόδια αρχή έχει το δικαίωμα να τεκμηριώσει την προφορική υποβολή αναφοράς υπό μορφή:

α)

ηχογράφησης της συνομιλίας σε σταθερή και ανακτήσιμη μορφή, ή

β)

πλήρους και ακριβούς απομαγνητοφώνησης της συνομιλίας που συντάσσεται από τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής. Στις περιπτώσεις που ο αναφέρων έχει αποκαλύψει την ταυτότητά του, η αρμόδια αρχή παρέχει στον αναφέροντα τη δυνατότητα να επαληθεύσει, να διορθώσει και να συμφωνήσει με την απομαγνητοφώνηση της συνομιλίας, υπογράφοντάς την.

4.   Όταν χρησιμοποιείται τηλεφωνική γραμμή χωρίς καταγραφή για την αναφορά παραβάσεων, η αρμόδια αρχή έχει το δικαίωμα να τεκμηριώσει την προφορική υποβολή αναφοράς υπό τη μορφή επακριβών πρακτικών της συνομιλίας, που συντάσσονται από τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής. Στις περιπτώσεις που ο αναφέρων έχει αποκαλύψει την ταυτότητά του, η αρμόδια αρχή παρέχει στον αναφέροντα τη δυνατότητα να επαληθεύσει, να διορθώσει και να συμφωνήσει με τα πρακτικά της συνομιλίας, υπογράφοντάς τα.

5.   Όταν ένα πρόσωπο ζητήσει προσωπική συνάντηση με τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής για να αναφέρει μια παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο γ), οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι τηρούνται πλήρη και επακριβή αρχεία της συνεδρίασης σε σταθερή και ανακτήσιμη μορφή. Η αρμόδια αρχή έχει το δικαίωμα να τεκμηριώνει τα αρχεία της προσωπικής συνάντησης με τη μορφή:

α)

ηχογράφησης της συνομιλίας σε σταθερή και ανακτήσιμη μορφή, ή

β)

επακριβών πρακτικών της συνεδρίασης, που συντάσσονται από τα ειδικευμένα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής. Στις περιπτώσεις που ο αναφέρων έχει αποκαλύψει την ταυτότητά του, η αρμόδια αρχή παρέχει στον αναφέροντα τη δυνατότητα να επαληθεύσει, να διορθώσει και να συμφωνήσει με τα πρακτικά της συνομιλίας, υπογράφοντάς τα.

Άρθρο 8

Προστασία των εργαζομένων με σύμβαση εργασίας

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή διαδικασίες που διασφαλίζουν την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών και συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών και κάθε άλλης σχετικής αρχής που ασχολείται με την προστασία των εργαζομένων με σύμβαση εργασίας και τα οποία αναφέρουν παραβάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 στην αρμόδια αρχή ή κατηγορούνται για παραβάσεις, έναντι αντιποίνων, διακρίσεων ή άλλων μορφών άνισης μεταχείρισης, που οφείλονται σε ή συνδέονται με την υποβολή αναφορών παραβάσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

2.   Οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασφαλίζουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

οι αναφέροντες έχουν πρόσβαση σε ολοκληρωμένη πληροφόρηση και συμβουλές σχετικά με τα ένδικα μέσα και τις διαδικασίες που είναι διαθέσιμες βάσει του εθνικού δικαίου για να τους προστατεύουν από άδικη μεταχείριση, μεταξύ άλλων και για τις διαδικασίες σχετικά με την υποβολή αιτήματος χρηματικής αποζημίωσης·

β)

οι αναφέροντες έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματική βοήθεια από τις αρμόδιες αρχές ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής που εμπλέκεται στην προστασία τους έναντι άνισης μεταχείρισης, μεταξύ άλλων με την πιστοποίηση της ιδιότητας του αναφέροντα ως καταγγέλλοντος σε διαφορές εργατικού δικαίου.

Άρθρο 9

Διαδικασίες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές αποθηκεύουν τα αρχεία που αναφέρονται στο άρθρο 7 σε εμπιστευτικό και ασφαλές σύστημα.

2.   Η πρόσβαση στο σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπόκειται σε περιορισμούς, για να εξασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που καταχωρίζονται στο εν λόγω σύστημα είναι διαθέσιμα μόνο στα μέλη του προσωπικού της αρμόδιας αρχής για τα οποία η πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα είναι αναγκαία για την εκτέλεση των επαγγελματικών καθηκόντων τους.

Άρθρο 10

Διαβίβαση δεδομένων εντός και εκτός της αρμόδιας αρχής

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν κατάλληλες διαδικασίες για τη διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αναφέροντος και του αναφερομένου εντός και εκτός της αρμόδιας αρχής.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διαβίβαση δεδομένων σχετικών με μια αναφορά παράβασης εντός ή εκτός της αρμόδιας αρχής δεν αποκαλύπτει, άμεσα ή έμμεσα, την ταυτότητα του αναφέροντος ή του αναφερομένου ή τυχόν άλλες αναφορές σε περιστάσεις που θα επέτρεπαν την αναγνώριση της ταυτότητας του αναφέροντος ή του αναφερομένου, εκτός εάν η διαβίβαση είναι σύμφωνη με το καθεστώς απορρήτου που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

Άρθρο 11

Διαδικασίες για την προστασία των αναφερομένων

1.   Όταν η ταυτότητα των αναφερομένων δεν είναι γνωστή στο κοινό, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι η ταυτότητά τους προστατεύεται τουλάχιστον με τον ίδιο τρόπο όπως και για τα άτομα που τελούν υπό διερεύνηση από την αρμόδια αρχή.

2.   Οι διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 9 εφαρμόζονται επίσης για την προστασία της ταυτότητας των αναφερομένων.

Άρθρο 12

Επανεξέταση των διαδικασιών από τις αρμόδιες αρχές

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν τις διαδικασίες για την παραλαβή αναφορών παραβάσεων και την παρακολούθησή τους, σε τακτική βάση και τουλάχιστον μία φορά ανά διετία. Κατά την εξέταση των εν λόγω διαδικασιών, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη την εμπειρία τους και την εμπειρία των άλλων αρμόδιων αρχών και προσαρμόζουν τις διαδικασίες τους ανάλογα και σύμφωνα με τις εξελίξεις της τεχνολογίας και των αγορών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 13

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις 3 Ιουλίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 3η Ιουλίου 2016.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 14

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 15

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.