13.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 138/5


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 480/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (1), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφος 7, το άρθρο 37 παράγραφος 13, το άρθρο 38 παράγραφος 4, το άρθρο 40 παράγραφος 4, το άρθρο 41 παράγραφος 3, το άρθρο 42 παράγραφος 1, το άρθρο 42 παράγραφος 6, το άρθρο 61 παράγραφος 3, το άρθρο 68 παράγραφος 1, το άρθρο 101, το άρθρο 125 παράγραφος 8, το άρθρο 125 παράγραφος 9, το άρθρο 127 παράγραφος 7, το άρθρο 127 παράγραφος 8 και το άρθρο 144 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, στο δεύτερο μέρος του, θεσπίζει κοινές διατάξεις για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ), το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ), τα οποία τώρα λειτουργούν υπό κοινό πλαίσιο (τα «Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία» ή «ΕΔΕΤ»). Επιπλέον, το τρίτο μέρος του εν λόγω κανονισμού περιέχει γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ και το Ταμείο Συνοχής, αλλά δεν εφαρμόζονται στο ΕΓΤΑΑ και το ΕΤΘΑ, ενώ το τέταρτο μέρος του εν λόγω κανονισμού περιέχει γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ, αλλά δεν εφαρμόζονται στο ΕΓΤΑΑ. Κατά συνέπεια, ο παρών κανονισμός θεσπίζει διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλα τα ΕΔΕΤ, καθώς και διατάξεις που εφαρμόζονται μόνο στο ΕΤΠΑ και στο Ταμείο Συνοχής ή στο ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ.

(2)

Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα κριτήρια καθορισμού του επιπέδου δημοσιονομικής διόρθωσης που δύναται να εφαρμόζει η Επιτροπή βάσει του πλαισίου επιδόσεων για κάθε άξονα προτεραιότητας που περιλαμβάνεται στα προγράμματα τα οποία υποστηρίζονται από τα ΕΔΕΤ.

(3)

Αυτές οι δημοσιονομικές διορθώσεις μπορούν να εφαρμοστούν μόνο αν πληρούνται ταυτόχρονα διάφορες προϋποθέσεις. Το επίπεδο της δημοσιονομικής διόρθωσης θα πρέπει να καθορίζεται με βάση κατ' αποκοπή ποσοστά συνδεόμενα με συντελεστή ο οποίος υπολογίζεται με γνώμονα το επίπεδο της φυσικής ολοκλήρωσης των έργων και της απορρόφησης κονδυλίων. Εκτός από τους παράγοντες που αποκλείουν τη δημοσιονομική διόρθωση, θα πρέπει να εξετάζονται κατά περίπτωση και εξωτερικοί παράγοντες που συμβάλλουν στη σοβαρή αποτυχία επίτευξης των στόχων που καθορίζονται βάσει του πλαισίου επιδόσεων έως το 2023 και οι παράγοντες αυτοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν λόγους καθορισμού ποσοστού διόρθωσης χαμηλότερου από το ποσοστό που θα εφαρμοζόταν διαφορετικά βάσει του συντελεστή.

(4)

Στις διατάξεις σχετικά με τα κριτήρια καθορισμού του επιπέδου των δημοσιονομικών διορθώσεων που πρέπει να εφαρμοστούν σύμφωνα με το πλαίσιο επιδόσεων, η ειδική χρηματοδότηση της πρωτοβουλίας για την απασχόληση των νέων θα πρέπει να εξετάζεται χωριστά.

(5)

Οι διατάξεις που αφορούν την αγορά γης με υποστήριξη παρεχόμενη από μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής θα πρέπει να αποσαφηνιστούν με ειδικούς κανόνες.

(6)

Ένα συνεκτικό πλαίσιο για τον συνδυασμό επιχορηγήσεων για τεχνική υποστήριξη και ενός μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής στο πλαίσιο μιας ενιαίας πράξης επιβάλλει ο συνδυασμός αυτός να επιτρέπεται μόνο για τον σκοπό της τεχνικής προετοιμασίας της μελλοντικής επένδυσης προς όφελος του τελικού αποδέκτη.

(7)

Για να εξασφαλιστεί ότι η εφαρμογή των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής ανατίθεται σε φορείς που διαθέτουν την κατάλληλη ικανότητα να τα εφαρμόσουν σύμφωνα με τους στόχους και τις προτεραιότητες των ΕΔΕΤ και με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, θα πρέπει να καθοριστούν τα κριτήρια επιλογής των φορέων αυτών, καθώς επίσης ο ρόλος, οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες τους.

(8)

Για να διασφαλιστεί η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής που παρέχουν εγγυήσεις, οι συνεισφορές των προγραμμάτων θα πρέπει να βασίζονται σε μια συνετή εκ των προτέρων αξιολόγηση κινδύνου (εκτίμηση επικινδυνότητας), που θα λαμβάνει υπόψη έναν κατάλληλο συντελεστή πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων.

(9)

Για να διασφαλιστεί ότι η εφαρμογή των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής συνάδει με το εφαρμοστέο δίκαιο, θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για τη διαχείριση και τον έλεγχό τους, περιλαμβανομένου του λογιστικού ελέγχου.

(10)

Για να διασφαλιστεί η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των συνεισφορών των προγραμμάτων σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής, κάθε ανάκληση τέτοιων συνεισφορών θα πρέπει να αποτυπώνεται σωστά στις σχετικές αιτήσεις πληρωμών.

(11)

Για να εξασφαλιστεί ο συνεκτικός υπολογισμός των επιλέξιμων κεφαλαιοποιημένων επιδοτήσεων επιτοκίου και επιδοτήσεων προμηθειών εγγύησης, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για τον υπολογισμό τους.

(12)

Για την προώθηση της ταχείας και αποτελεσματικής διοχέτευσης κεφαλαίων στην πραγματική οικονομία και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, με την ταυτόχρονη διασφάλιση εύλογης αμοιβής για τους φορείς εφαρμογής μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής, θα πρέπει να θεσπιστούν τα κριτήρια καθορισμού των δαπανών και αμοιβών διαχείρισης βάσει των επιδόσεων, τα εφαρμοστέα όρια, καθώς και οι κανόνες για την επιστροφή κεφαλαιοποιημένων δαπανών και αμοιβών διαχείρισης για μέσα κεφαλαιακών συμμετοχών και μικροπιστώσεις.

(13)

Σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, τα έσοδα που παράγονται από τις πράξεις θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της δημόσιας συνεισφοράς.

(14)

Είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί η μέθοδος υπολογισμού των μειωμένων καθαρών εσόδων της πράξης, κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τις περιόδους αναφοράς που ισχύουν για τον τομέα της πράξης, την αποδοτικότητα που αναμένεται κανονικά από τον σχετικό τύπο επένδυσης, την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και, κατά περίπτωση, ζητήματα ίσης μεταχείρισης που συνδέονται με τη σχετική ευημερία του οικείου κράτους μέλους ή περιφέρειας.

(15)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι περίοδοι αναφοράς που εφαρμόζονται στους τομείς με βάση καταγεγραμμένα και αποθηκευμένα ιστορικά δεδομένα για τα έργα της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013 που δημιουργούν έσοδα.

(16)

Είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι δαπάνες και τα έσοδα που λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό των μειωμένων καθαρών εσόδων, καθώς επίσης οι όροι προσδιορισμού της εναπομένουσας αξίας και του χρηματοοικονομικού προεξοφλητικού επιτοκίου.

(17)

Το προεξοφλητικό επιτόκιο 4 % που προτείνεται ως ενδεικτική τιμή αναφοράς θα πρέπει να βασίζεται στον ισχύοντα συντελεστή μακροπρόθεσμης απόδοσης ενός διεθνούς χαρτοφυλακίου επενδύσεων, που υπολογίζεται ως ο μέσος όρος των αποδόσεων από περιουσιακά στοιχεία 3 %, προσαρμοσμένος προς τα πάνω κατά 1 %, ποσοστό που ισούται με τη μείωση της μέσης μακροπρόθεσμης απόδοσης των κρατικών ομολόγων στον χώρο της ΕΕ από τότε που καθορίστηκε το χρηματοοικονομικό προεξοφλητικό επιτόκιο για την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013.

(18)

Σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», το περιβαλλοντικό κόστος της ρύπανσης και της πρόληψης πρέπει να βαρύνει εκείνους που προκαλούν τη ρύπανση, ενώ τα συστήματα χρέωσης πρέπει να αντικατοπτρίζουν το πλήρες κόστος, περιλαμβανομένων των κεφαλαιουχικών δαπανών, του περιβαλλοντικού κόστους της ρύπανσης και των εφαρμοζόμενων προληπτικών μέτρων, καθώς και των δαπανών που συνδέονται με την ανεπάρκεια των χρησιμοποιούμενων πόρων.

(19)

Για να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, θα πρέπει να μπορούν οι δικαιούχοι να κάνουν χρήση των υφιστάμενων μεθόδων και των αντίστοιχων ποσοστών που έχουν καθοριστεί στο πλαίσιο άλλων πολιτικών της Ένωσης για τον υπολογισμό των έμμεσων δαπανών, αν οι πράξεις και οι δικαιούχοι είναι παρόμοιου τύπου.

(20)

Για να εξασφαλιστεί ότι οι πράξεις που υποστηρίζονται από τα ΕΔΕΤ και για τις οποίες θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί, όσον αφορά τις έμμεσες δαπάνες, κατ' αποκοπή ποσοστό που έχει οριστεί στο πλαίσιο άλλων ενωσιακών πολιτικών είναι παρόμοιες με πράξεις που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο αυτών των άλλων πολιτικών, είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι κατηγορίες παρέμβασης και οι επενδυτικές προτεραιότητες ή μέτρα στο πεδίο των οποίων υπάγονται.

(21)

Θα πρέπει να καθοριστεί η μεθοδολογία που θα χρησιμοποιείται για τη διενέργεια της αξιολόγησης της ποιότητας των μεγάλων έργων. Η αξιολόγηση της ποιότητας από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες αποτελεί προϋπόθεση για να υποβάλει ένα κράτος μέλος σχέδιο μεγάλου έργου στην Επιτροπή με τη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013.

(22)

Αν ένα κράτος μέλος επιλέξει να κάνει χρήση της διαδικασίας κοινοποίησης, θα πρέπει να αποφασίσει κατά πόσον το μεγάλο έργο θα αξιολογηθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες με την υποστήριξη της τεχνικής βοήθειας της Επιτροπής ή, με την έγκριση της Επιτροπής, από άλλους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες.

(23)

Η ικανότητα, η επάρκεια και η αμεροληψία των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων που διενεργούν την αξιολόγηση της ποιότητας των μεγάλων έργων αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που καθορίζουν το κατά πόσον το αποτέλεσμα της αξιολόγησης είναι υψηλής ποιότητας και αξιόπιστο. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ορισμένες απαιτήσεις για τους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η εργασία τους για την αξιολόγηση της ποιότητας είναι αξιόπιστη και υψηλής ποιότητας. Όλοι οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες θα πρέπει να πληρούν τις εν λόγω απαιτήσεις, ανεξάρτητα από το αν το έργο τους υποστηρίζεται με την παροχή τεχνικής βοήθειας με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή από κράτος μέλος. Το κράτος μέλος θα πρέπει να είναι υπεύθυνο να ελέγχει τη συμμόρφωση των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων με τις απαιτήσεις, πριν ζητήσει από την Επιτροπή να εγκρίνει τους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες που επέλεξε.

(24)

Δεδομένου ότι μόνο τα μεγάλα έργα που έχουν αξιολογηθεί θετικά από τους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες μπορούν να επιλεγούν για υποβολή στην Επιτροπή μέσω της διαδικασίας κοινοποίησης, είναι αναγκαίο να καθοριστούν σαφή κριτήρια για τον σκοπό αυτό. Είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν τα στάδια της εν λόγω διαδικασίας αξιολόγησης, καθώς και οι παράμετροι που θα χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία αυτή για την αξιολόγηση της ποιότητας, ώστε να εξασφαλιστεί ότι η αξιολόγηση της ποιότητας κάθε μεγάλου έργου βασίζεται στην ίδια μεθοδολογική προσέγγιση και ότι διενεργείται με τρόπο που συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας των αξιολογούμενων μεγάλων έργων.

(25)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 επιβάλλει στη διαχειριστική αρχή την υποχρέωση να θεσπίσει σύστημα καταχώρισης και αποθήκευσης δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή για κάθε πράξη, τα οποία είναι αναγκαία για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη δημοσιονομική διαχείριση, την επαλήθευση και τον λογιστικό έλεγχο, περιλαμβανομένων και δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να οριστεί κατάλογος των δεδομένων που θα καταχωρίζονται και θα αποθηκεύονται στο σύστημα αυτό.

(26)

Ορισμένα δεδομένα είναι κατάλληλα μόνο για συγκεκριμένους τύπους πράξεων ή μόνο για ορισμένα ΕΔΕΤ· συνεπώς, θα πρέπει να διευκρινίζεται αν οι απαιτήσεις για δεδομένα τυγχάνουν εφαρμογής. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1304/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ορίζουν συγκεκριμένες απαιτήσεις για την καταχώριση και αποθήκευση δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες σε πράξεις που υποστηρίζονται από το ΕΚΤ, απαιτήσεις οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

(27)

Ο κατάλογος δεδομένων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις υποβολής δεδομένων που καθορίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και των ειδικών κανονισμών για το κάθε Ταμείο, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που είναι αναγκαία για τη δημοσιονομική διαχείριση και παρακολούθηση, περιλαμβανομένων και των δεδομένων που είναι αναγκαία για την προετοιμασία των αιτήσεων πληρωμών, των λογαριασμών και των ετήσιων εκθέσεων, υπάρχουν για κάθε πράξη, σε μορφή που παρέχει τη δυνατότητα να αθροίζονται εύκολα και να ελέγχεται η συμφωνία τους. Ο κατάλογος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι χρειάζονται ορισμένα βασικά δεδομένα σχετικά με τις πράξεις σε ηλεκτρονική μορφή για την αποτελεσματική δημοσιονομική διαχείριση των πράξεων και για να ικανοποιηθεί η απαίτηση δημοσίευσης των βασικών πληροφοριών σχετικά με τις πράξεις. Επιπλέον, χρειάζονται και ορισμένα άλλα δεδομένα για τον αποτελεσματικό προγραμματισμό και τη διενέργεια επαληθεύσεων και λογιστικών ελέγχων.

(28)

Ο κατάλογος δεδομένων που πρέπει να καταχωρίζονται και να αποθηκεύονται δεν θα πρέπει να προδικάζει τα τεχνικά χαρακτηριστικά ή τη δομή των μηχανογραφικών συστημάτων που καθορίζονται από τις διαχειριστικές αρχές ούτε θα πρέπει να προκαθορίζει τον μορφότυπο των καταχωριζόμενων και αποθηκευόμενων δεδομένων, εκτός αν αυτά ορίζονται ρητά στον παρόντα κανονισμό. Επίσης, δεν θα πρέπει να προδικάζει τα μέσα εισαγωγής ή παραγωγής των δεδομένων εντός του συστήματος· σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ενδέχεται να απαιτούν την καταχώριση πολλαπλών τιμών. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να καθοριστούν ορισμένοι κανόνες ως προς τη φύση των εν λόγω δεδομένων, ώστε να διασφαλιστεί ότι η διαχειριστική αρχή θα είναι σε θέση να ασκεί τις αρμοδιότητές της όσον αφορά την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη δημοσιονομική διαχείριση, την επαλήθευση και τον λογιστικό έλεγχο, ακόμη και στις περιπτώσεις που αυτό απαιτεί την επεξεργασία δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες.

(29)

Για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα εξακρίβωσης και λογιστικού ελέγχου των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των επιχειρησιακών προγραμμάτων, είναι αναγκαίο να καθοριστούν τα κριτήρια που πρέπει να πληροί μια διαδρομή ελέγχου προκειμένου να θεωρείται επαρκής.

(30)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί, σε σχέση με το έργο του λογιστικού ελέγχου κατ' εφαρμογήν του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποτρέπουν κάθε μη επιτρεπόμενη αποκάλυψη ή πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και να προσδιοριστούν οι σκοποί για τους οποίους η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα.

(31)

Αρμόδια για τους λογιστικούς ελέγχους των πράξεων είναι η αρχή ελέγχου. Για να εξασφαλιστούν η επάρκεια του πεδίου και η αποτελεσματικότητα των εν λόγω λογιστικών ελέγχων καθώς και η διενέργεια τους με βάση τα ίδια πρότυπα σε όλα τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν οι όροι τους οποίους θα πρέπει να πληρούν.

(32)

Είναι αναγκαίο να καθοριστεί λεπτομερώς η βάση για τη δειγματοληψία των πράξεων που πρόκειται να ελεγχθούν, την οποία θα πρέπει να τηρεί η αρχή ελέγχου κατά τον καθορισμό ή την έγκριση της μεθόδου δειγματοληψίας, περιλαμβανομένου του καθορισμού της μονάδας δειγματοληψίας, ορισμένων τεχνικών κριτηρίων που πρέπει να εφαρμόζονται για το δείγμα και των παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη λήψη συμπληρωματικών δειγμάτων, όταν αυτό είναι αναγκαίο.

(33)

Η αρχή ελέγχου θα πρέπει να συντάσσει γνωμοδότηση λογιστικού ελέγχου για τους λογαριασμούς που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013. Για να εξασφαλιστεί ότι οι εν λόγω λογιστικοί έλεγχοι είναι επαρκείς ως προς το πεδίο και το περιεχόμενό τους, καθώς και ότι διενεργούνται με βάση τα ίδια πρότυπα σε όλα τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητο να καθοριστούν οι όροι τους οποίους θα πρέπει να πληρούν.

(34)

Για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου και η ισότιμη μεταχείριση όλων των κρατών μελών κατά τη διενέργεια των δημοσιονομικών διορθώσεων, με τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, είναι αναγκαίο να καθοριστούν τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, να οριστούν τα κύρια είδη των ελλείψεων αυτών και να καθοριστούν τα κριτήρια για τον καθορισμό του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμοστεί και τα κριτήρια για την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών ή κατά παρέκταση δημοσιονομικών διορθώσεων.

(35)

Για να καταστεί δυνατή η ταχεία εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις ακόλουθες διατάξεις που συμπληρώνουν τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013:

α)

διατάξεις που συμπληρώνουν το δεύτερο μέρος του εν λόγω κανονισμού και που εφαρμόζονται στο ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής, το ΕΓΤΑΑ και το ΕΤΘΑ, (εφεξής: ”ΕΔΕΤ”), όσον αφορά τα εξής:

i)

τα κριτήρια για τον καθορισμό του επιπέδου δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμοστεί σύμφωνα με το πλαίσιο επιδόσεων·

ii)

κανόνες για τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής όσον αφορά τα εξής:

πρόσθετους ειδικούς κανόνες για την αγορά γης και τον συνδυασμό τεχνικής υποστήριξης με μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής,

πρόσθετους ειδικούς κανόνες για τον ρόλο, τις υποχρεώσεις και την ευθύνη των φορέων εφαρμογής μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής, τα συναφή κριτήρια επιλογής και τα προϊόντα που μπορούν να παράγονται με μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής,

κανόνες σχετικά με τη διαχείριση και τον έλεγχο ορισμένων μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής, συμπεριλαμβανομένων των ελέγχων που πρέπει να διενεργούν οι διαχειριστικές αρχές και οι αρχές ελέγχου, των ρυθμίσεων για την τήρηση αποδεικτικών εγγράφων, των στοιχείων που πρέπει να τεκμηριώνονται με αποδεικτικά έγγραφα και των ρυθμίσεων διαχειριστικής και ελεγκτικής φύσεως,

κανόνες που διέπουν την ανάκληση πληρωμών στα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής και τις επακόλουθες τροποποιήσεις των αιτήσεων πληρωμών,

ειδικούς κανόνες για τη θέσπιση συστήματος κεφαλαιοποίησης των ετήσιων δόσεων για τις επιδοτήσεις επιτοκίου και τις επιδοτήσεις προμηθειών εγγύησης,

ειδικούς κανόνες για τη θέσπιση κριτηρίων για τον καθορισμό των δαπανών και αμοιβών διαχείρισης με βάση τις επιδόσεις και τα εφαρμοστέα όρια, καθώς και κανόνες για την επιστροφή κεφαλαιοποιημένων εξόδων και δαπανών διαχείρισης για μέσα κεφαλαιακών συμμετοχών και μικροπιστώσεις·

iii)

τη μέθοδο υπολογισμού των μειωμένων καθαρών εσόδων των πράξεων που παράγουν καθαρά έσοδα μετά την ολοκλήρωσή τους·

iv)

το κατ' αποκοπή ποσοστό για τις έμμεσες δαπάνες και τις σχετικές μεθόδους που εφαρμόζονται σε άλλες πολιτικές της Ένωσης·

β)

διατάξεις που συμπληρώνουν το τρίτο μέρος του εν λόγω κανονισμού και που εφαρμόζονται για το ΕΤΠΑ και το Ταμείο Συνοχής, όσον αφορά τη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιείται για τη διενέργεια της αξιολόγησης της ποιότητας των μεγάλων έργων·

γ)

διατάξεις που συμπληρώνουν το τέταρτο μέρος του εν λόγω κανονισμού και που εφαρμόζονται για το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ όσον αφορά τα εξής:

i)

κανόνες που προσδιορίζουν τις πληροφορίες για τα δεδομένα που πρέπει να καταχωρίζονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή στο σύστημα παρακολούθησης που έχει θεσπίσει η διαχειριστική αρχή·

ii)

λεπτομερείς ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδρομή ελέγχου σε σχέση με τις λογιστικές εγγραφές που πρέπει να τηρούνται και τα δικαιολογητικά έγγραφα που πρέπει να φυλάσσονται σε επίπεδο αρχής πιστοποίησης, διαχειριστικής αρχής, ενδιάμεσων φορέων και δικαιούχων·

iii)

το πεδίο και το περιεχόμενο των λογιστικών ελέγχων των πράξεων και των λογιστικών ελέγχων των λογαριασμών και τη μεθοδολογία για την επιλογή του δείγματος πράξεων·

iv)

λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που συλλέγονται κατά τους λογιστικούς ελέγχους που διενεργούνται από υπαλλήλους της Επιτροπής ή από εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους της Επιτροπής·

v)

λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των σοβαρών ελλείψεων στη λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων των κύριων τύπων σοβαρών ελλείψεων, τα κριτήρια για τον καθορισμό του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμοστεί και τα κριτήρια για την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών ή κατά παρέκταση δημοσιονομικών διορθώσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΕΔΕΤ

ΤΜΗΜΑ I

Κριτήρια για τον καθορισμό του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με το πλαίσιο επιδόσεων

[Άρθρο 22 παράγραφος 7 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Άρθρο 2

Καθορισμός του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης

[Άρθρο 22 παράγραφος 7 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Το επίπεδο της δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμοστεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 είναι κατ' αποκοπή ποσοστό που καθορίζεται με βάση τον λόγο μεταξύ του μέσου όρου των τελικών ποσοστών υλοποίησης για όλους τους δείκτες εκροών και τα βασικά στάδια εφαρμογής ενός πλαισίου επιδόσεων και του τελικού ποσοστού υλοποίησης του χρηματοοικονομικού δείκτη του εν λόγω πλαισίου επιδόσεων («συντελεστής υλοποίησης/απορρόφησης»).

2.   Ο συντελεστής υλοποίησης/απορρόφησης υπολογίζεται με τον ακόλουθο τρόπο:

α)

η τελική τιμή που επιτυγχάνεται για κάθε δείκτη εκροών και βασικό στάδιο εφαρμογής που έχει επιλεγεί για το πλαίσιο επιδόσεων για μια συγκεκριμένη προτεραιότητα διαιρείται διά των αντίστοιχων τιμών-στόχων, ώστε να ληφθεί το τελικό ποσοστό υλοποίησής τους, εκφραζόμενο ως ποσοστό του στόχου·

β)

καθορίζεται ο μέσος όρος των τελικών ποσοστών υλοποίησης για όλους τους δείκτες επιδόσεων που επελέγησαν για το πλαίσιο επιδόσεων για μια συγκεκριμένη προτεραιότητα. Για τον σκοπό αυτόν, όταν ένα τελικό ποσοστό υλοποίησης υπολογίζεται ότι υπερβαίνει το 100 %, λογίζεται ως 100 %·

γ)

η τελική τιμή που επιτυγχάνεται για τον χρηματοοικονομικό δείκτη που επελέγη για το πλαίσιο επιδόσεων για μια συγκεκριμένη προτεραιότητα διαιρείται διά της αντίστοιχης τιμής-στόχου, ώστε να ληφθεί το τελικό ποσοστό υλοποίησης, εκφραζόμενο ως ποσοστό του στόχου. Για τον σκοπό αυτόν, όταν ένα τελικό ποσοστό υλοποίησης υπολογίζεται ότι υπερβαίνει το 100 %, λογίζεται ως 100 %·

δ)

ο μέσος όρος των τελικών ποσοστών υλοποίησης για όλους τους δείκτες εκροών και τα βασικά στάδια εφαρμογής που επελέγησαν για το πλαίσιο επιδόσεων για μια συγκεκριμένη προτεραιότητα διαιρείται διά του τελικού ποσοστού υλοποίησης για τον χρηματοοικονομικό δείκτη που επελέγη για το πλαίσιο επιδόσεων για μια συγκεκριμένη προτεραιότητα.

3.   Αν μια προτεραιότητα αφορά περισσότερα από ένα ΕΔΕΤ ή περισσότερες από μία κατηγορίες περιφερειών, ο συντελεστής υλοποίησης/απορρόφησης υπολογίζεται χωριστά για κάθε ΕΔΕΤ και/ή κατηγορία περιφέρειας.

Άρθρο 3

Επίπεδο δημοσιονομικής διόρθωσης

[Άρθρο 22 παράγραφος 7 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Το επίπεδο της δημοσιονομικής διόρθωσης καθορίζεται ως εξής:

α)

για συντελεστή υλοποίησης/απορρόφησης κατώτερο του 65 % αλλά όχι κατώτερο του 60 % εφαρμόζεται κατ' αποκοπή ποσοστό 5 %·

β)

για συντελεστή υλοποίησης/απορρόφησης κατώτερο του 60 % αλλά όχι κατώτερο του 50 % εφαρμόζεται κατ' αποκοπή ποσοστό 10 %·

γ)

για συντελεστή υλοποίησης/απορρόφησης κατώτερο του 50 %, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή ποσοστό 25 %.

2.   Το κατ' αποκοπή ποσοστό εφαρμόζεται στη συνεισφορά των ΕΔΕΤ που καθορίζεται με βάση τις δαπάνες που δηλώθηκαν από το κράτος μέλος βάσει της προτεραιότητας που πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, μετά την εφαρμογή τυχόν άλλων δημοσιονομικών διορθώσεων.

Για τις προτεραιότητες που αφορούν περισσότερα από ένα ΕΔΕΤ ή περισσότερες από μία κατηγορίες περιφερειών, το κατ' αποκοπή ποσοστό εφαρμόζεται σε κάθε ΕΔΕΤ και/ή κατηγορία περιφέρειας.

3.   Οι εξωτερικοί παράγοντες που συνέβαλαν στη σοβαρή αποτυχία επίτευξης των στόχων, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 7 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, εξετάζονται κατά περίπτωση. Η κατ' αποκοπή διόρθωση που ορίζεται στην παράγραφο 1 μπορεί να μειωθεί έως και κατά 50 %, λαμβανομένου υπόψη του βαθμού στον οποίο η αποτυχία αποδίδεται στους εν λόγω παράγοντες.

4.   Αν η εφαρμογή του κατ' αποκοπή ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 θα ήταν δυσανάλογη, το επίπεδο της διόρθωσης μειώνεται.

ΤΜΗΜΑ II

Μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής

Άρθρο 4

Ειδικοί κανόνες για την αγορά γης

[Άρθρο 37 παράγραφος 13 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΓΤΑΑ μπορούν να υποστηρίζουν επενδύσεις που περιλαμβάνουν την αγορά μη οικοδομημένης και οικοδομημένης γης για ποσό που δεν υπερβαίνει το 10 % της συνεισφοράς του προγράμματος που καταβλήθηκε στον τελικό αποδέκτη. Σε περίπτωση εγγυήσεων, το εν λόγω ποσοστό εφαρμόζεται στο ποσό του υποκείμενου δανείου ή άλλων μέσων που συνεπάγονται την ανάληψη κινδύνου.

2.   Όταν τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής παρέχουν στήριξη σε τελικούς αποδέκτες για επενδύσεις σε υποδομή με στόχο την υποστήριξη δραστηριοτήτων αστικής ανάπτυξης ή αστικής ανάπλασης, το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ορίζεται σε 20 %.

3.   Σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η διαχειριστική αρχή μπορεί να παρεκκλίνει από τα όρια των παραγράφων 1 και 2 για πράξεις που αφορούν τη διατήρηση του περιβάλλοντος.

Άρθρο 5

Συνδυασμός της τεχνικής υποστήριξης με μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής

[Άρθρο 37 παράγραφος 13 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Οι επιχορηγήσεις για τεχνική υποστήριξη μπορούν να συνδυάζονται με μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής σε μία ενιαία πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, μόνο για την τεχνική προετοιμασία της προγραμματιζόμενης επένδυσης προς όφελος του τελικού αποδέκτη που θα στηριχθεί από την πράξη αυτή.

Άρθρο 6

Ειδικοί κανόνες σχετικά με τον ρόλο, τις υποχρεώσεις και την ευθύνη των φορέων εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής

[Άρθρο 38 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι φορείς εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο και ενεργούν με τον βαθμό επαγγελματικής μέριμνας, αποτελεσματικότητας, διαφάνειας και επιμέλειας που αναμένεται από επαγγελματικό φορέα ο οποίος διαθέτει πείρα στην εφαρμογή μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής. Εξασφαλίζουν ότι:

α)

οι τελικοί αποδέκτες που λαμβάνουν στήριξη από μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής επιλέγονται αφού ληφθούν δεόντως υπόψη η φύση του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής και η δυνητική οικονομική βιωσιμότητα των προς χρηματοδότηση επενδυτικών έργων. Η επιλογή είναι διαφανής, αιτιολογείται με αντικειμενικούς λόγους και δεν δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων·

β)

οι τελικοί αποδέκτες ενημερώνονται ότι η χρηματοδότηση χορηγείται για προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από τα ΕΔΕΤ, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 115 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 για το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ και το Ταμείο Συνοχής, στο άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο i) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) για το ΕΓΤΑΑ και στη μελλοντική νομική πράξη της Ένωσης που θα καθορίσει τους όρους χρηματοδοτικής στήριξης της θαλάσσιας και αλιευτικής πολιτικής κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020 για το ΕΤΘΑ (”κανονισμός για το ΕΤΘΑ”)·

γ)

τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής παρέχουν στήριξη κατά τρόπο αναλογικό και με όσο το δυνατόν μικρότερη στρεβλωτική επίπτωση στον ανταγωνισμό·

δ)

η προνομιακή αμοιβή ιδιωτών επενδυτών ή δημόσιων επενδυτών που ενεργούν βάσει της αρχής της οικονομίας της αγοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και το άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, είναι αναλογική προς τους κινδύνους τους οποίους αναλαμβάνουν οι εν λόγω επενδυτές και περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο για την προσέλκυση αυτών των επενδυτών, πράγμα που εξασφαλίζεται μέσω της θέσπισης όρων, προϋποθέσεων και διαδικαστικών διασφαλίσεων.

2.   Καθώς η άμεση οικονομική ευθύνη της διαχειριστικής αρχής έναντι των φορέων εφαρμογής μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής ή των τελικών αποδεκτών, όπως και η ευθύνη της για κάθε άλλη οφειλή ή υποχρέωση του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που δεσμεύθηκε από την αρχή διαχείρισης για το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής με βάση τις σχετικές συμφωνίες χρηματοδότησης, οι φορείς εφαρμογής μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής διασφαλίζουν ότι δεν μπορεί να προβληθεί έναντι της διαχειριστικής αρχής καμία απαίτηση πέραν του ποσού που έχει δεσμευτεί απ' αυτήν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής.

3.   Οι φορείς εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής ευθύνονται για την επιστροφή των ποσών των παράτυπων συνεισφορών προγραμμάτων, μαζί με τους σχετικούς τόκους καθώς και όλα τα άλλα έσοδα που δημιουργούνται από τις εν λόγω συνεισφορές.

Ωστόσο, οι φορείς εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής δεν ευθύνονται για την επιστροφή των ποσών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, αν αποδείξουν, για μια συγκεκριμένη παρατυπία, ότι πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:

α)

η παρατυπία σημειώθηκε στο επίπεδο των τελικών αποδεκτών ή, σε περίπτωση ταμείου χαρτοφυλακίου, στο επίπεδο των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών ή των τελικών αποδεκτών·

β)

οι φορείς εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής συμμορφώθηκαν με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου όσον αφορά τις συνεισφορές προγραμμάτων οι οποίες επηρεάζονται από την παρατυπία·

γ)

τα ποσά που αφορά η παρατυπία δεν κατέστη δυνατόν να ανακτηθούν, παρά το γεγονός ότι οι φορείς εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής έλαβαν όλα τα εφαρμοστέα συμβατικά και νομικά μέτρα με τη δέουσα επιμέλεια.

Άρθρο 7

Κριτήρια επιλογής των φορέων εφαρμογής μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής

[Άρθρο 38 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Η διαχειριστική αρχή, όταν επιλέγει φορέα εφαρμογής μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής, σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 4 στοιχείο α) και το άρθρο 38 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημεία ii) και iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, βεβαιώνεται ότι ο εν λόγω φορέας πληροί τις ακόλουθες ελάχιστες απαιτήσεις:

α)

έχει δικαίωμα να εκτελεί σχετικά καθήκοντα εφαρμογής βάσει της ενωσιακής και της εθνικής νομοθεσίας·

β)

διαθέτει την κατάλληλη οικονομική και χρηματοοικονομική βιωσιμότητα·

γ)

διαθέτει επαρκή ικανότητα να εφαρμόσει το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συμπεριλαμβανομένης μιας οργανωτικής δομής και ενός πλαισίου διακυβέρνησης που παρέχουν την αναγκαία διασφάλιση στη διαχειριστική αρχή·

δ)

διαθέτει αποτελεσματικό και αποδοτικό σύστημα εσωτερικού ελέγχου·

ε)

χρησιμοποιεί λογιστικό σύστημα που παρέχει εγκαίρως ακριβή, πλήρη και αξιόπιστη πληροφόρηση·

στ)

συμφωνεί να ελέγχεται από τους ελεγκτικούς οργανισμούς των κρατών μελών, την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.

2.   Κατά την επιλογή του αναφερόμενου στην παράγραφο 1 φορέα, η διαχειριστική αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη τη φύση του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής που θα τεθεί σε εφαρμογή, την πείρα του εν λόγω φορέα στην εφαρμογή παρόμοιων μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής, την εμπειρογνωμοσύνη και εμπειρία των μελών της προτεινόμενης ομάδας καθώς και την επιχειρησιακή και χρηματοοικονομική ικανότητα του φορέα. Η επιλογή είναι διαφανής, αιτιολογείται με αντικειμενικούς λόγους και δεν δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων. Εφαρμόζονται τουλάχιστον τα ακόλουθα κριτήρια επιλογής:

α)

αυστηρή και αξιόπιστη μεθοδολογία για τον εντοπισμό και την αξιολόγηση των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών ή των τελικών αποδεκτών, κατά περίπτωση·

β)

το επίπεδο των δαπανών και των αμοιβών διαχείρισης για την εφαρμογή του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής και η προτεινόμενη μεθοδολογία για τον υπολογισμό τους·

γ)

οι όροι και προϋποθέσεις που εφαρμόζονται σε σχέση με τη στήριξη που παρέχεται στους τελικούς αποδέκτες, περιλαμβανομένης της τιμολόγησης·

δ)

η ικανότητα άντλησης πρόσθετων πόρων για επενδύσεις στους τελικούς αποδέκτες, εκτός από τις συνεισφορές προγραμμάτων·

ε)

η ικανότητα επίδειξης πρόσθετης δραστηριότητας σε σύγκριση με την τρέχουσα δραστηριότητα·

στ)

στις περιπτώσεις που ο φορέας εφαρμογής του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής χορηγεί δικούς του χρηματοδοτικούς πόρους στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής ή μοιράζεται τον κίνδυνο, τα προτεινόμενα μέτρα για την ευθυγράμμιση των συμφερόντων και τον μετριασμό πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων.

3.   Όταν ένας φορέας που διαχειρίζεται ταμείο χαρτοφυλακίου, συμπεριλαμβανομένης της ΕΤΕπ, αναθέτει το σύνολο ή μέρος των καθηκόντων εκτέλεσης σε ενδιάμεσο χρηματοδοτικό οργανισμό, εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις και τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 σε σχέση με τον εν λόγω ενδιάμεσο χρηματοδοτικό οργανισμό.

Άρθρο 8

Ειδικοί κανόνες για τις εγγυήσεις που παρέχονται με μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής

[Άρθρο 38 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Όταν τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής παρέχουν εγγυήσεις, πληρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

επιτυγχάνεται κατάλληλος δείκτης πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος μεταξύ του ποσού που δεσμεύεται για την κάλυψη των αναμενόμενων και των μη αναμενόμενων ζημιών από νέα δάνεια ή άλλα μέσα επιμερισμού του κινδύνου που θα καλύπτονται από τις εγγυήσεις και της αξίας των αντίστοιχων εκταμιευόμενων νέων δανείων ή άλλων μέσων επιμερισμού του κινδύνου·

β)

ο δείκτης πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος καθορίζεται με μια συνετή εκ των προτέρων εκτίμηση επικινδυνότητας για το συγκεκριμένο προϊόν εγγύησης που θα προσφερθεί, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών της αγοράς, της επενδυτικής στρατηγικής του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής και των αρχών της οικονομίας και της αποδοτικότητας. Η εκ των προτέρων εκτίμηση επικινδυνότητας μπορεί να επανεξεταστεί, αν αυτό δικαιολογείται από τις μεταγενέστερες συνθήκες της αγοράς·

γ)

η συνεισφορά προγράμματος η οποία δεσμεύεται για την εκτέλεση εγγυήσεων αντικατοπτρίζει την εν λόγω εκ των προτέρων εκτίμηση επικινδυνότητας·

δ)

αν ο ενδιάμεσος χρηματοδοτικός οργανισμός ή η οντότητα που επωφελείται από τις εγγυήσεις δεν έχει εκταμιεύσει το προγραμματισμένο ποσό νέων δανείων ή άλλων μέσων επιμερισμού του κινδύνου στους τελικούς αποδέκτες, η επιλέξιμη δαπάνη μειώνεται αναλογικά.

Άρθρο 9

Διαχείριση και έλεγχος των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής που δημιουργούνται σε εθνικό, περιφερειακό, διακρατικό ή διασυνοριακό επίπεδο

[Άρθρο 40 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Για τις πράξεις που εμπεριέχουν στήριξη από προγράμματα σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής που δημιουργούνται σε εθνικό, περιφερειακό, διακρατικό ή διασυνοριακό επίπεδο και που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει ότι:

α)

κατά τη διάρκεια τόσο της διαδικασίας αξιολόγησης και επιλογής της πράξης όσο και της διαδικασίας σύστασης και εφαρμογής του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής, η πράξη συνάδει με την ισχύουσα νομοθεσία, το σχετικό πρόγραμμα και τη σχετική συμφωνία χρηματοδότησης·

β)

οι συμφωνίες χρηματοδότησης περιέχουν διατάξεις σχετικά με τις απαιτήσεις λογιστικού ελέγχου και τη διαδρομή ελέγχου σύμφωνα με το σημείο 1 στοιχείο ε) του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013·

γ)

διενεργούνται διαχειριστικές επαληθεύσεις καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού και κατά τη διάρκεια της σύστασης και εφαρμογής των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής, σύμφωνα με το άρθρο 125 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 για το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ, και σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 για το ΕΓΤΑΑ·

δ)

τα αποδεικτικά έγγραφα για τις δαπάνες που δηλώνονται ως επιλέξιμες:

i)

διατηρούνται για την πράξη από τη διαχειριστική αρχή, τον ενδιάμεσο χρηματοδοτικό οργανισμό ή τον φορέα που εφαρμόζει το ταμείο χαρτοφυλακίου, όταν το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής εφαρμόζεται μέσω ταμείου χαρτοφυλακίου, για να υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη χρήση των κεφαλαίων για τους σκοπούς για τους οποίους προορίζονται, τη συμμόρφωση με την εφαρμοστέα νομοθεσία και την εκπλήρωση των κριτηρίων και όρων για τη χρηματοδότηση που χορηγείται στο πλαίσιο των σχετικών προγραμμάτων·

ii)

είναι διαθέσιμα για τον έλεγχο της νομιμότητας και της κανονικότητας των δαπανών που δηλώνονται στην Επιτροπή·

ε)

τα αποδεικτικά έγγραφα που επιτρέπουν την επαλήθευση της συμμόρφωσης με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο και με τους όρους χρηματοδότησης περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

i)

έγγραφα για τη σύσταση του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής·

ii)

έγγραφα ταυτοποίησης των ποσών που χορηγούνται από κάθε πρόγραμμα και για κάθε άξονα προτεραιότητας στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, των επιλέξιμων δαπανών στο πλαίσιο των προγραμμάτων καθώς και των τόκων και τα άλλων εσόδων που δημιουργούνται από τη στήριξη που παρέχουν τα ΕΔΕΤ και την επαναχρησιμοποίηση των πόρων που προέρχονται από τα ΕΔΕΤ, σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 44 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013·

iii)

έγγραφα σχετικά με τη λειτουργία του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής, που περιλαμβάνουν έγγραφα σχετικά με την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και τις επαληθεύσεις·

iv)

έγγραφα που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα άρθρα 43, 44 και 45 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013·

v)

έγγραφα σχετικά με τις εξόδους των συνεισφορών των προγραμμάτων από το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής και την εκκαθάριση του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής·

vi)

έγγραφα σχετικά με τις δαπάνες και τις αμοιβές διαχείρισης·

vii)

έντυπα αιτήσεων ή ισοδύναμα έγγραφα που υποβάλλουν οι τελικοί αποδέκτες μαζί με σχετικά δικαιολογητικά, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών σχεδίων και, κατά περίπτωση, των προηγούμενων ετήσιων λογαριασμών·

viii)

καταλόγους σημείων ελέγχου και εκθέσεις των φορέων εφαρμογής του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής, αν είναι διαθέσιμα·

ix)

δηλώσεις που υποβάλλονται σε σχέση με ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (de minimis), κατά περίπτωση·

x)

συμφωνίες που έχουν υπογραφεί σε σχέση με τη στήριξη που χορηγεί το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συμπεριλαμβανομένων των συμμετοχών κεφαλαίου, δανείων, εγγυήσεων ή άλλων μορφών επενδύσεων που παρέχονται στους τελικούς αποδέκτες·

xi)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η στήριξη που παρέχεται από το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται·

xii)

αρχεία των χρηματοοικονομικών ροών μεταξύ της διαχειριστικής αρχής και του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής και, στο εσωτερικό του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής σε όλα τα επίπεδα, έως τους τελικούς αποδέκτες και, στην περίπτωση των εγγυήσεων, απόδειξη ότι τα σχετικά υποκείμενα δάνεια έχουν εκταμιευθεί·

xiii)

χωριστές εγγραφές ή λογιστικούς κωδικούς για συνεισφορά προγράμματος που καταβλήθηκε ή για εγγύηση που δεσμεύθηκε από το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής προς όφελος του τελικού αποδέκτη.

2.   Όσον αφορά πράξεις που συνεπάγονται στήριξη από προγράμματα σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής στο πλαίσιο του ΕΤΠΑ, του ΕΚΤ, του Ταμείου Συνοχής και του ΕΤΘΑ, οι αρχές ελέγχου εξασφαλίζουν ότι τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής ελέγχονται καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού μέχρι το κλείσιμο τόσο στο πλαίσιο των ελέγχων συστημάτων όσο και των ελέγχων πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013.

Όσον αφορά πράξεις που συνεπάγονται στήριξη από προγράμματα σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ, οι οργανισμοί ελέγχου εξασφαλίζουν ότι τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής ελέγχονται καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού μέχρι το κλείσιμο τόσο στο πλαίσιο των ελέγχων συστημάτων όσο και των ελέγχων πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 59 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

3.   Όταν τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής εφαρμόζονται από την ΕΤΕπ σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013:

α)

η διαχειριστική αρχή εξουσιοδοτεί επιχείρηση που δραστηριοποιείται εντός κοινού πλαισίου που θεσπίζεται από την Επιτροπή να διενεργεί επιτόπιες επαληθεύσεις για την πράξη κατά την έννοια του άρθρο 125 παράγραφος 4 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013·

β)

η αρχή ελέγχου εξουσιοδοτεί επιχείρηση που δραστηριοποιείται εντός κοινού πλαισίου που θεσπίζεται από την Επιτροπή να διενεργεί λογιστικούς ελέγχους για την πράξη.

Η αρχή ελέγχου συντάσσει τη γνώμη λογιστικού ελέγχου βάσει των πληροφοριών που υποβάλλει η εντολοδόχος επιχείρηση.

4.   Αν δεν έχει θεσπιστεί κοινό πλαίσιο από την Επιτροπή όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει τη μεθοδολογία που προτείνει για τη διενέργεια επιτόπιων επαληθεύσεων και η αρχή ελέγχου υποβάλλει τη μεθοδολογία που προτείνει για τους λογιστικούς ελέγχους για προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής.

Άρθρο 10

Κανόνες για την ανάκληση πληρωμών στα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής και τις επακόλουθες τροποποιήσεις των αιτήσεων πληρωμών

[Άρθρο 41 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Τα κράτη μέλη και οι διαχειριστικές αρχές μπορούν να ανακαλούν συνεισφορές από προγράμματα στα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 στοιχείο β) και εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 4 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, μόνο αν οι συνεισφορές αυτές δεν έχουν ήδη περιληφθεί σε αίτηση πληρωμής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 41 του εν λόγω κανονισμού. Ωστόσο, όσον αφορά τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής που υποστηρίζονται από το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ, οι συνεισφορές μπορούν επίσης να ανακληθούν αν η επόμενη αίτηση πληρωμής τροποποιείται για την ανάκληση ή την αντικατάσταση των αντίστοιχων δαπανών.

Άρθρο 11

Σύστημα κεφαλαιοποίησης των ετήσιων δόσεων για τις επιδοτήσεις επιτοκίου και τις επιδοτήσεις προμηθειών εγγύησης

[Άρθρο 42 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι κεφαλαιοποιημένες επιδοτήσεις επιτοκίου και προμήθειες εγγύησης που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 υπολογίζονται στο τέλος της περιόδου επιλεξιμότητας ως το σύνολο των προεξοφλημένων υποχρεώσεων πληρωμής για τους σκοπούς και τις περιόδους που καθορίζονται στο εν λόγω άρθρο, και σύμφωνα με τις διατάξεις των σχετικών συμφωνιών χρηματοδότησης.

2.   Οι πόροι που παραμένουν στον λογαριασμό υπό μεσεγγύηση μετά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 ή ως αποτέλεσμα μη αναμενόμενης εκκαθάρισης του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 45 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 12

Κριτήρια καθορισμού των δαπανών και αμοιβών διαχείρισης με βάση τις επιδόσεις

[Άρθρο 42 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Η διαχειριστική αρχή υπολογίζει τις δαπάνες και τις αμοιβές διαχείρισης που μπορούν να δηλώνονται ως επιλέξιμες δαπάνες σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 βάσει των ακόλουθων, εξαρτώμενων από τις επιδόσεις, κριτηρίων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού:

α)

εκταμίευση των συνεισφορών που παρέχονται από το πρόγραμμα ΕΔΕΤ·

β)

πόροι που επιστράφηκαν από επενδύσεις ή από αποδέσμευση πόρων που είχαν δεσμευθεί για εγγυητικές συμβάσεις·

γ)

ποιότητα των μέτρων που συνοδεύουν την επένδυση πριν και μετά την απόφαση για την επένδυση, ώστε να μεγιστοποιηθεί ο αντίκτυπός της· και

δ)

συμβολή του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής στους στόχους και τα αποτελέσματα του προγράμματος.

2.   Η διαχειριστική αρχή ενημερώνει την επιτροπή παρακολούθησης που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 σχετικά με τις διατάξεις που αφορούν τον βάσει των επιδόσεων υπολογισμό των δαπανών διαχείρισης που πραγματοποιήθηκαν ή των αμοιβών διαχείρισης του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής πριν από την υπογραφή συμφωνίας χρηματοδότησης. Η επιτροπή παρακολούθησης λαμβάνει εκθέσεις σε ετήσια βάση για τις δαπάνες και τις αμοιβές διαχείρισης που καταβλήθηκαν πράγματι το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

Άρθρο 13

Όρια δαπανών και αμοιβών διαχείρισης

[Άρθρο 42 παράγραφοι 5 και 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Για φορέα που εφαρμόζει ταμείο χαρτοφυλακίου, οι δαπάνες και οι αμοιβές διαχείρισης που μπορούν να δηλωθούν ως επιλέξιμες δαπάνες, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, δεν υπερβαίνουν το άθροισμα:

α)

3 % για τους πρώτους 12 μήνες μετά την υπογραφή της συμφωνίας χρηματοδότησης, 1 % για τους επόμενους 12 μήνες, και στη συνέχεια 0,5 % ετησίως, των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται στο ταμείο χαρτοφυλακίου, οι οποίες υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της πραγματικής καταβολής στο ταμείο χαρτοφυλακίου έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας, ημερομηνία επιστροφής στη διαχειριστική αρχή ή ημερομηνία εκκαθάρισης· και

β)

0,5 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται από το ταμείο χαρτοφυλακίου σε ενδιάμεσους χρηματοδοτικούς οργανισμούς, οι οποίες υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της πραγματικής καταβολής από το ταμείο χαρτοφυλακίου έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία επιστροφής στο ταμείο χαρτοφυλακίου, ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας ή ημερομηνία εκκαθάρισης.

2.   Για φορείς εφαρμογής μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγούν ίδια κεφάλαια, δάνεια, εγγυήσεις, καθώς και μικροπιστώσεις, ακόμη και όταν συνδυάζονται με επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις επιτοκίου και επιδοτήσεις προμηθειών εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, οι δαπάνες και οι αμοιβές διαχείρισης που μπορούν να δηλωθούν ως επιλέξιμες δαπάνες, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του εν λόγω κανονισμού, δεν υπερβαίνουν το άθροισμα:

α)

μιας βασικής αμοιβής που υπολογίζεται ως εξής:

i)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί ίδια κεφάλαια, 2,5 % ετησίως για τους πρώτους 24 μήνες μετά την υπογραφή της συμφωνίας χρηματοδότησης, και στη συνέχεια 1 % ετησίως, των συνεισφορών του προγράμματος που δεσμεύτηκαν βάσει της σχετικής συμφωνίας χρηματοδότησης για τον ενδιάμεσο χρηματοδοτικό οργανισμό, οι οποίες υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία υπογραφής της σχετικής συμφωνίας χρηματοδότησης έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας, ημερομηνία επιστροφής των συνεισφορών στη διαχειριστική αρχή ή στο ταμείο χαρτοφυλακίου ή ημερομηνία εκκαθάρισης·

ii)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, 0,5 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στον ενδιάμεσο χρηματοδοτικό φορέα, οι οποίες υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της πραγματικής καταβολής στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας, ημερομηνία επιστροφής των συνεισφορών στη διαχειριστική αρχή ή στο ταμείο χαρτοφυλακίου ή ημερομηνία εκκαθάρισης· και

β)

μιας αμοιβής βάσει των επιδόσεων που υπολογίζεται ως εξής:

i)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί ίδια κεφάλαια, 2,5 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στους τελικούς αποδέκτες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, υπό μορφή ιδίων κεφαλαίων, καθώς και υπό μορφή επανεπενδυόμενων πόρων που αποδίδονται σε συνεισφορές του προγράμματος, οι οποίοι πρέπει να επιστραφούν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, και που υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της πληρωμής στον τελικό αποδέκτη έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία αποπληρωμής της επένδυσης, ημερομηνία λήξης της διαδικασίας ανάκτησης στην περίπτωση διαγραφών ή ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας·

ii)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί δάνεια, 1 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται στους τελικούς αποδέκτες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, υπό μορφή δανείων, καθώς και υπό μορφή επανεπενδυόμενων πόρων που αποδίδονται σε συνεισφορές του προγράμματος, οι οποίοι πρέπει να επιστραφούν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, και που υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της πληρωμής στον τελικό αποδέκτη έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία αποπληρωμής της επένδυσης, ημερομηνία λήξης της διαδικασίας ανάκτησης σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής ή ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας·

iii)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που παρέχει εγγυήσεις, 1,5 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν δεσμευτεί για εκκρεμείς συμβάσεις εγγυήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, καθώς και επαναχρησιμοποιούμενων πόρων που αποδίδονται σε συνεισφορές του προγράμματος, και που υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της ανάληψης της υποχρέωσης έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία λήξης της εγγυητικής σύμβασης, ημερομηνία λήξης της διαδικασίας ανάκτησης σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής ή ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας·

iv)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί μικροπιστώσεις, 1,5 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται στους τελικούς αποδέκτες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, υπό μορφή μικροπιστώσεων, καθώς και από επανεπενδυόμενους πόρους που αποδίδονται σε συνεισφορές του προγράμματος, οι οποίοι πρέπει να επιστραφούν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, και που υπολογίζονται pro rata temporis από την ημερομηνία της πληρωμής στον τελικό αποδέκτη έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: ημερομηνία αποπληρωμής της επένδυσης, ημερομηνία λήξης της διαδικασίας ανάκτησης σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής ή ημερομηνία λήξης της περιόδου επιλεξιμότητας·

v)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που παρέχει επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις επιτοκίου ή επιδοτήσεις προμηθειών εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, 0,5 % του ποσού της επιχορήγησης που καταβλήθηκε κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού προς όφελος των τελικών αποδεκτών.

Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται σε φορέα εφαρμογής μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής που παρέχει εγγυήσεις παρά το ότι ο ίδιος φορέας εφαρμόζει ταμείο χαρτοφυλακίου, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4.

3.   Το συνολικό ποσό των δαπανών και αμοιβών διαχείρισης κατά την περίοδο επιλεξιμότητας που αναφέρεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 δεν υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια:

α)

για ταμείο χαρτοφυλακίου, 7 % του συνολικού ποσού των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στο ταμείο χαρτοφυλακίου·

β)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί ίδια κεφάλαια, 20 % του συνολικού ποσού των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής·

γ)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί δάνεια, 8 % του συνολικού ποσού των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής·

δ)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που παρέχει εγγυήσεις, 10 % του συνολικού ποσού των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής·

ε)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί μικροπιστώσεις, 10 % του συνολικού ποσού των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής·

στ)

για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που παρέχει επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις επιτοκίου ή επιδοτήσεις προμηθειών εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, 6 % του συνολικού ποσού των συνεισφορών του προγράμματος που έχουν καταβληθεί στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής.

4.   Αν ο ίδιος φορέας εφαρμόζει ταμείο χαρτοφυλακίου και μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, δεν σωρεύονται ούτε τα ποσά των επιλέξιμων δαπανών και αμοιβών διαχείρισης σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 ούτε τα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 για τις ίδιες συνεισφορές προγράμματος ή τους ίδιους επανεπενδυόμενους πόρους οι οποίοι μπορούν να αποδοθούν σε συνεισφορές προγράμματος.

5.   Αν το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου που επενδύεται σε ενδιάμεσους χρηματοδοτικούς οργανισμούς που χορηγούν ίδια κεφάλαια χορηγείται από ιδιώτες επενδυτές ή από δημόσιους επενδυτές που ενεργούν βάσει της αρχής της οικονομίας της αγοράς και η συνεισφορά του προγράμματος χορηγείται pari passu με τους ιδιώτες επενδυτές, οι δαπάνες και οι αμοιβές διαχείρισης συμμορφώνονται με τους όρους της αγοράς και δεν υπερβαίνουν αυτές που καταβάλλουν οι ιδιώτες επενδυτές.

6.   Επιτρέπεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, όταν τα σχετικά ποσά χρεώνονται από φορέα που εφαρμόζει το μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συμπεριλαμβανομένης και της περίπτωσης που εφαρμόζει το ταμείο χαρτοφυλακίου, και ο οποίος έχει επιλεγεί με διαγωνισμό σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες και από τον διαγωνισμό προέκυψε η ανάγκη για υψηλότερες δαπάνες και αμοιβές διαχείρισης.

Άρθρο 14

Επιστροφή των κεφαλαιοποιημένων δαπανών και αμοιβών διαχείρισης για μέσα κεφαλαιακής συμμετοχής και μικροπιστώσεις

[Άρθρο 42 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι κεφαλαιοποιημένες δαπάνες και αμοιβές διαχείρισης που επιστρέφονται ως επιλέξιμες δαπάνες σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 υπολογίζονται στο τέλος της περιόδου επιλεξιμότητας ως το σύνολο των προεξοφλημένων δαπανών και αμοιβών διαχείρισης που καταβάλλονται μετά την περίοδο επιλεξιμότητας για την περίοδο που καθορίζεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, και σύμφωνα με τις σχετικές συμφωνίες χρηματοδότησης.

2.   Οι κεφαλαιοποιημένες δαπάνες και αμοιβές διαχείρισης που καταβάλλονται μετά την περίοδο επιλεξιμότητας για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί μικροπιστώσεις δεν υπερβαίνουν το 1 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται στους τελικούς αποδέκτες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, υπό μορφή δανείων, που πρέπει να επιστραφούν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, και οι οποίες υπολογίζονται pro rata temporis από το τέλος της περιόδου επιλεξιμότητας έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: της αποπληρωμής της επένδυσης, της λήξης της διαδικασίας ανάκτησης σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής ή της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

3.   Οι κεφαλαιοποιημένες δαπάνες και αμοιβές διαχείρισης που καταβάλλονται μετά την περίοδο επιλεξιμότητας για μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που χορηγεί ίδια κεφάλαια, δεν υπερβαίνουν το 1,5 % ετησίως των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται στους τελικούς αποδέκτες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, υπό μορφή ιδίων κεφαλαίων, που πρέπει να επιστραφούν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, και οι οποίες υπολογίζονται pro rata temporis από το τέλος της περιόδου επιλεξιμότητας έως την προγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες: της αποπληρωμής της επένδυσης, της λήξης της διαδικασίας ανάκτησης σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής ή της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

4.   Οι τυχόν υπολειπόμενοι πόροι που παραμένουν στον λογαριασμό υπό μεσεγγύηση μετά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ή ως αποτέλεσμα μη αναμενόμενης εκκαθάρισης του μέσου χρηματοοικονομικής τεχνικής πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής, χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 45 του εν λόγω κανονισμού.

ΤΜΗΜΑ III

Μέθοδος υπολογισμού των μειωμένων (προεξοφλημένων) καθαρών εσόδων των πράξεων που παράγουν καθαρά έσοδα μετά την ολοκλήρωση τους

Άρθρο 15

Μέθοδος υπολογισμού των μειωμένων καθαρών εσόδων

[Άρθρο 61 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Για την εφαρμογή της μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 61 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, τα μειωμένα καθαρά έσοδα της πράξης υπολογίζονται με αφαίρεση των προεξοφλούμενων δαπανών από τα μειωμένα έσοδα και, κατά περίπτωση, με προσθήκη της εναπομένουσας αξίας της επένδυσης.

2.   Τα μειωμένα καθαρά έσοδα της πράξης υπολογίζονται για συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς που εφαρμόζεται στον τομέα της εν λόγω πράξης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I. Η περίοδος αναφοράς περιλαμβάνει την περίοδο υλοποίησης της πράξης.

3.   Τα έσοδα και οι δαπάνες καθορίζονται με εφαρμογή της μεθόδου της οριακής προσέγγισης με βάση σύγκριση των εσόδων και των δαπανών που προκύπτουν στο πλαίσιο του σεναρίου της νέας επένδυσης με τα έσοδα και τις δαπάνες που προκύπτουν στο πλαίσιο του σεναρίου χωρίς τη νέα επένδυση.

Όταν μια πράξη αποτελείται από ένα νέο περιουσιακό στοιχείο, τα έσοδα και οι δαπάνες είναι αυτά της νέας επένδυσης.

4.   Όταν ο φόρος προστιθεμένης αξίας δεν είναι επιλέξιμη δαπάνη σύμφωνα με το άρθρο 69 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ο υπολογισμός των μειωμένων καθαρών εσόδων βασίζεται σε αριθμητικά στοιχεία που δεν περιλαμβάνουν τον φόρο προστιθέμενης αξίας.

Άρθρο 16

Προσδιορισμός των εσόδων

[Άρθρο 61 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Για τον υπολογισμό των μειωμένων καθαρών εσόδων, τα έσοδα προσδιορίζονται στην ακόλουθη βάση:

α)

κατά περίπτωση, τα τέλη χρήσης καθορίζονται τηρουμένης της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και, αν είναι σκόπιμο, λαμβάνουν υπόψη παραμέτρους οικονομικής προσιτότητας·

β)

τα έσοδα δεν περιλαμβάνουν μεταβιβάσεις από εθνικούς ή περιφερειακούς προϋπολογισμούς ή εθνικά δημόσια συστήματα ασφάλισης·

γ)

όταν μια πράξη προσθέτει νέα περιουσιακά στοιχεία για τη συμπλήρωση προϋπάρχουσας υπηρεσίας ή υποδομής, λαμβάνονται υπόψη τόσο οι συνεισφορές από τους νέους χρήστες όσο και οι πρόσθετες συνεισφορές από τους υπάρχοντες χρήστες της νέας ή διευρυμένης υπηρεσίας ή υποδομής.

Άρθρο 17

Προσδιορισμός των δαπανών

[Άρθρο 61 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Για τον υπολογισμό των μειωμένων καθαρών εσόδων λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθες δαπάνες, που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2:

α)

δαπάνες αντικατάστασης βραχύβιου εξοπλισμού για τη διασφάλιση της τεχνικής λειτουργίας της πράξης·

β)

πάγιες λειτουργικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών συντήρησης, όπως οι δαπάνες προσωπικού, οι δαπάνες συντήρησης και επισκευής, οι δαπάνες γενικής διαχείρισης και διοίκησης και οι δαπάνες ασφάλισης·

γ)

μεταβλητές λειτουργικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών συντήρησης, όπως κατανάλωση πρώτων υλών, ενέργεια, άλλα αναλώσιμα, καθώς και κάθε άλλη δαπάνη συντήρησης και επισκευής που είναι απαραίτητη για την παράταση της διάρκειας της πράξης.

Άρθρο 18

Εναπομένουσα αξία της επένδυσης

[Άρθρο 61 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Όταν τα περιουσιακά στοιχεία της πράξης έχουν προβλεπόμενη διάρκεια ζωής μεγαλύτερη της περιόδου αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, η εναπομένουσα αξία τους καθορίζεται με τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας των ταμειακών ροών κατά την υπολειπόμενη διάρκεια της πράξης. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν άλλες μέθοδοι για τον υπολογισμό της εναπομένουσας αξίας.

2.   Η εναπομένουσα αξία της επένδυσης περιλαμβάνεται στον υπολογισμό των μειωμένων καθαρών εσόδων της πράξης μόνο αν τα έσοδα υπερβαίνουν τις δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 17.

Άρθρο 19

Προεξόφληση των ταμειακών ροών

[Άρθρο 61 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Κατά τον υπολογισμό των εσόδων και των δαπανών λαμβάνονται υπόψη μόνο οι ταμειακές ροές που πρόκειται να καταβληθούν ή να εισπραχθούν από την πράξη. Οι ταμειακές ροές προσδιορίζονται για κάθε έτος στο οποίο καταβάλλονται ή εισπράττονται από την πράξη κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2.

2.   Τα μη ταμειακά λογιστικά στοιχεία, όπως οι αποσβέσεις, τυχόν αποθεματικά για μελλοντικά έξοδα αντικατάστασης και αποθεματικά για απρόβλεπτα, εξαιρούνται από τον υπολογισμό.

3.   Οι ταμειακές ροές ανάγονται στην παρούσα αξία με τη χρήση χρηματοοικονομικού προεξοφλητικού επιτοκίου 4 % σε πραγματικές τιμές ως ενδεικτικού επιτοκίου αναφοράς για τις δημόσιες επενδύσεις που συγχρηματοδοτούνται από τα ΕΔΕΤ.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν χρηματοοικονομικό προεξοφλητικό επιτόκιο διαφορετικό από το 4 % αν αιτιολογήσουν το εν λόγω επιτόκιο αναφοράς και αν εξασφαλίσουν τη συνεπή χρήση του σε παρόμοιες πράξεις στην ίδια χώρα ή τον ίδιο τομέα.

5.   Τιμές διαφορετικές από το 4 % μπορούν να αιτιολογηθούν για τους ακόλουθους λόγους:

α)

τις ειδικές μακροοικονομικές συνθήκες του κράτους μέλους και τις διεθνείς μακροοικονομικές τάσεις και συγκυρίες· ή

β)

τη φύση του επενδυτή ή τη δομή εφαρμογής, όπως συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα· ή

γ)

τη φύση του σχετικού τομέα.

6.   Για να θεσπίσουν ειδικά χρηματοοικονομικά προεξοφλητικά επιτόκια, τα κράτη μέλη εκτιμούν τη μέση μακροπρόθεσμη απόδοση ενός εναλλακτικού, χωρίς κίνδυνο, συνόλου επενδύσεων, εγχώριων ή διεθνών, το οποίο θεωρούν ως το πλέον κατάλληλο. Τίθενται στη διάθεση των δικαιούχων πληροφορίες για τα διάφορα χρηματοοικονομικά προεξοφλητικά επιτόκια.

ΤΜΗΜΑ IV

Καθορισμός των κατ' αποκοπή ποσοστών για τις έμμεσες δαπάνες και των σχετικών μεθόδων που εφαρμόζονται στο πλαίσιο άλλων πολιτικών της Ένωσης

Άρθρο 20

Κατ' αποκοπή χρηματοδότηση των έμμεσων δαπανών βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1290/2013

[Άρθρο 68 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Οι έμμεσες δαπάνες μπορούν να υπολογίζονται με την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1290/2013 για τα ακόλουθα είδη πράξεων ή έργων που αποτελούν μέρος πράξεων:

α)

πράξεις που υποστηρίζονται από το ΕΤΠΑ βάσει των κωδικών παρέμβασης 056, 057 ή 060-065, όπως ορίζονται στον πίνακα 1 του παραρτήματος I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 215/2014 της Επιτροπής (5), και εκτελούνται βάσει μιας από τις επενδυτικές προτεραιότητες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), παράγραφος 2 στοιχείο β), παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) και παράγραφος 4 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·

β)

πράξεις που υποστηρίζονται από το ΕΚΤ βάσει του κωδικού παρέμβασης 04, όπως ορίζεται στον πίνακα 6 του παραρτήματος I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 215/2014, και συμβάλλουν στην ενίσχυση της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

γ)

πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΑΑ, σύμφωνα με τα άρθρα 17, 26 ή 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, και συμβάλλουν στην ενωσιακή προτεραιότητα που ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού. Αν η πράξη έχει προγραμματιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, λαμβάνονται υπόψη μόνο οι πράξεις που υλοποιούνται από επιχειρησιακή ομάδα της ευρωπαϊκής σύμπραξης καινοτομίας και χρηματοδοτούνται βάσει του άρθρου 35 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού·

δ)

πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΘΑ και έχουν προγραμματιστεί σύμφωνα με το άρθρο 28, το άρθρο 37 ή το άρθρο 45 παράγραφος 5 της μελλοντικής νομικής πράξης της Ένωσης που θα καθορίσει τους όρους χρηματοδοτικής στήριξης της θαλάσσιας και αλιευτικής πολιτικής για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020.

Άρθρο 21

Κατ' αποκοπή χρηματοδότηση των έμμεσων δαπανών βάσει του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012

[Άρθρο 68 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

Οι έμμεσες δαπάνες μπορούν να υπολογίζονται με την εφαρμογή του κατ' αποκοπή ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 124 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) για τα ακόλουθα είδη πράξεων ή έργων που αποτελούν μέρος πράξεων:

α)

πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ βάσει των κωδικών παρέμβασης 085, 086 ή 087, όπως ορίζονται στον πίνακα 1 του παραρτήματος I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 215/2014, και εκτελούνται βάσει μιας από τις επενδυτικές προτεραιότητες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο α) και παράγραφος 6 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1301/2013·

β)

πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ βάσει του κωδικού παρέμβασης 01, όπως ορίζεται στον πίνακα 6 του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 215/2014, και συμβάλλουν στη στήριξη της μετάβασης προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή, ενεργειακά αποτελεσματική και περιβαλλοντικά βιώσιμη, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013·

γ)

πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΑΑ σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 και συμβάλλουν στην ενωσιακή προτεραιότητα που καθορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 ή 5 του εν λόγω κανονισμού·

δ)

πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΘΑ και έχουν προγραμματιστεί σύμφωνα με το άρθρο 36, το άρθρο 38, το άρθρο 39 παράγραφος 1, το άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχεία ε) και θ), το άρθρο 54 και το άρθρο 79γ παράγραφος 1 στοιχείο β) της μελλοντικής νομικής πράξης της Ένωσης που θα καθορίσει τους όρους χρηματοδοτικής στήριξης της θαλάσσιας και αλιευτικής πολιτικής για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΤΠΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΕΡΓΩΝ

Άρθρο 22

Απαιτήσεις για τους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες που διενεργούν την αξιολόγηση της ποιότητας

[Άρθρο 101 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Η αξιολόγηση της ποιότητας των μεγάλων έργων για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 101 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 διενεργείται από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες που διαθέτουν:

α)

σημαντική τεχνική πείρα από όλα τα στάδια του κύκλου των έργων·

β)

ευρεία διεθνή πείρα στους σχετικούς επενδυτικούς τομείς·

γ)

σημαντική πείρα στην ανάλυση και αξιολόγηση κοινωνικοοικονομικών οφελών·

δ)

σημαντικές γνώσεις και πείρα στη σχετική νομοθεσία, τις πολιτικές και τις διαδικασίες της Ένωσης·

ε)

ανεξαρτησία από όλες τις αρχές που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στην έγκριση, την εκτέλεση ή τη λειτουργία του μεγάλου έργου·

στ)

καμία σύγκρουση συμφερόντων σε οποιοδήποτε επίπεδο σε σχέση με το μεγάλο έργο·

ζ)

κανένα εμπορικό συμφέρον σε σχέση με το μεγάλο έργο·

η)

την αναγκαία γλωσσική επάρκεια.

2.   Όταν ένα κράτος μέλος προτίθεται να αναθέσει την αξιολόγηση σε ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες διαφορετικούς από εκείνους που υποστηρίζονται από τεχνική βοήθεια με πρωτοβουλία της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, υποβάλλει σχετική αίτηση στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 101 τρίτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού, για να λάβει τη συμφωνία της. Η εν λόγω συμφωνία βασίζεται σε έγγραφα που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση των εμπειρογνωμόνων με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Η Επιτροπή ενημερώνει το κράτος μέλος, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης, για το αν συμφωνεί με την πρόταση σχετικά με τους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες.

Άρθρο 23

Αξιολόγηση της ποιότητας των μεγάλων έργων

[Άρθρο 101 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες διενεργούν την αξιολόγησή τους με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως θ) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 101 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013. Οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες μπορούν να ζητούν πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τις πληροφορίες αυτές τα οποία κρίνουν αναγκαία για την αξιολόγηση της ποιότητας.

Το κράτος μέλος και οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες μπορούν να συμφωνήσουν ότι η εργασία αυτή πρέπει να συμπληρωθεί με επιτόπιες επισκέψεις.

Οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες μπορούν, σε συμφωνία με τα κράτη μέλη, να προβαίνουν σε διαβουλεύσεις με την Επιτροπή για συναφή θέματα κρατικών ενισχύσεων για τον σκοπό της αξιολόγησής τους.

2.   Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της ποιότητας, οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες προβαίνουν στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες επαληθεύουν ότι η πράξη είναι μεγάλο έργο κατά την έννοια του άρθρου 100 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ότι το μεγάλο έργο δεν αποτελεί περατωθείσα πράξη κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 14 και του άρθρου 65 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού και ότι το μεγάλο έργο περιλαμβάνεται στο σχετικό επιχειρησιακό πρόγραμμα·

β)

οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες ελέγχουν την πληρότητα, τη συνοχή και την ακρίβεια των πληροφοριών που παρέχονται με βάση τα στοιχεία α) έως θ) του άρθρου 101 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 σύμφωνα με τον μορφότυπο που προβλέπεται στο άρθρο 101 πέμπτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013·

γ)

οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες αξιολογούν την ποιότητα του μεγάλου έργου με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού·

δ)

οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες συντάσσουν έκθεση ανεξάρτητης αξιολόγησης της ποιότητας (στο εξής «έκθεση ΑΑΠ»), σύμφωνα με τον μορφότυπο που ορίζεται στο άρθρο 102 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013. Στην έκθεση ΑΑΠ οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες καταγράφουν και τεκμηριώνουν τις διαπιστώσεις τους για τα στοιχεία που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο με τρόπο ανεπίδεκτο παρερμηνείας.

3.   Ένα μεγάλο έργο αξιολογείται θετικά στην αξιολόγηση ποιότητας κατά την έννοια του άρθρου 102 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, αν οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες κρίνουν ότι πληρούνται όλα τα κριτήρια που αναφέρονται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΤΠΑ, ΤΟ ΕΚΤ, ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΤΘΑ

ΤΜΗΜΑ I

Δεδομένα που πρέπει να καταγράφονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή

Άρθρο 24

Δεδομένα που πρέπει να καταγράφονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή

[Άρθρο 125 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι πληροφορίες για τα δεδομένα που πρέπει να καταγράφονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή για κάθε πράξη στο σύστημα παρακολούθησης που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με το άρθρο 125 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 καθορίζονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού.

2.   Για κάθε πράξη καταγράφονται και αποθηκεύονται δεδομένα, περιλαμβανομένων και δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες, κατά περίπτωση, κατά τρόπον ώστε να καθίσταται δυνατή η ομαδοποίηση των δεδομένων, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη δημοσιονομική διαχείριση, την επαλήθευση και τον λογιστικό έλεγχο. Πρέπει επίσης να είναι δυνατή η ομαδοποίηση των δεδομένων αυτών αθροιστικά για το σύνολο της περιόδου προγραμματισμού. Για το ΕΚΤ, τα δεδομένα καταγράφονται και αποθηκεύονται με τρόπο που επιτρέπει στις διαχειριστικές αρχές να εκτελούν τα καθήκοντα παρακολούθησης και αξιολόγησης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 56 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και στα άρθρα 5 και 19 και στα παραρτήματα I και II του εν λόγω κανονισμού.

3.   Όταν μια πράξη χρηματοδοτείται από περισσότερα του ενός επιχειρησιακά προγράμματα, προτεραιότητες ή Ταμεία ή για περισσότερες από μία κατηγορίες περιφερειών, οι πληροφορίες που αναφέρονται στα πεδία 23-113 του παραρτήματος III καταγράφονται με τρόπο που επιτρέπει την ανάκτηση των δεδομένων ανά επιχειρησιακό πρόγραμμα, προτεραιότητα, Ταμείο ή κατηγορία περιφέρειας. Πρέπει επίσης να είναι δυνατή η ανάκτηση δεδομένων για τους δείκτες που αναφέρονται στα πεδία 31-40 του παραρτήματος III, με κατανομή ανά επενδυτική προτεραιότητα και ανά φύλο, κατά περίπτωση.

ΤΜΗΜΑ II

Διαδρομή ελέγχου και χρήση των δεδομένων που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των λογιστικών ελέγχων

Άρθρο 25

Ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδρομή ελέγχου

[Άρθρο 125 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι λεπτομερείς ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδρομή ελέγχου σε σχέση με τις λογιστικές εγγραφές που πρέπει να τηρούνται και τα δικαιολογητικά έγγραφα που πρέπει να φυλάσσονται είναι οι εξής:

α)

η διαδρομή ελέγχου παρέχει τη δυνατότητα εφαρμογής των κριτηρίων επιλογής που καθορίζονται από την επιτροπή παρακολούθησης για το επιχειρησιακό πρόγραμμα που πρόκειται να υποβληθεί σε επαλήθευση·

β)

όσον αφορά τις επιχορηγήσεις και τις επιστρεπτέες ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του άρθρου 67 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει τον έλεγχο της συμφωνίας των συνολικών ποσών που πιστοποιούνται στην Επιτροπή με τις λεπτομερείς λογιστικές εγγραφές και τα παραστατικά που τηρούν η αρχή πιστοποίησης, η διαχειριστική αρχή, οι ενδιάμεσοι φορείς και οι δικαιούχοι για τις πράξεις που συγχρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος·

γ)

όσον αφορά τις επιχορηγήσεις και τις επιστρεπτέες ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του άρθρου 67 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) και του άρθρου 109 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει τον έλεγχο της συμφωνίας των συνολικών ποσών που πιστοποιούνται στην Επιτροπή με τα αναλυτικά στοιχεία για τις εκροές ή τα αποτελέσματα και τα παραστατικά έγγραφα που τηρούν η αρχή πιστοποίησης, η διαχειριστική αρχή, οι ενδιάμεσοι φορείς και οι δικαιούχοι καθώς και, κατά περίπτωση, με τα έγγραφα τα σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των τυποποιημένων κλιμάκων μοναδιαίου κόστους και των κατ' αποκοπή ποσών, όσον αφορά πράξεις που συγχρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος·

δ)

όσον αφορά τις δαπάνες που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και το άρθρο 68 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, η διαδρομή ελέγχου παρουσιάζει και αιτιολογεί τη μέθοδο υπολογισμού, κατά περίπτωση, και τη βάση με την οποία καθορίστηκαν τα κατ' αποκοπή ποσοστά και οι επιλέξιμες άμεσες δαπάνες ή οι δαπάνες που δηλώνονται στο πλαίσιο άλλων επιλεγμένων κατηγοριών στις οποίες εφαρμόζεται το κατ' αποκοπή ποσοστό·

ε)

όσον αφορά τις δαπάνες που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013 και το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1299/2013, η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει την τεκμηρίωση των επιλέξιμων άμεσων δαπανών στις οποίες εφαρμόζεται το κατ' αποκοπή ποσοστό·

στ)

η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει την επαλήθευση της καταβολής της δημόσιας συνεισφοράς στον δικαιούχο·

ζ)

για κάθε πράξη, κατά περίπτωση, η διαδρομή ελέγχου περιλαμβάνει τις τεχνικές προδιαγραφές και το σχέδιο χρηματοδότησης, έγγραφα σχετικά με την έγκριση της επιχορήγησης, έγγραφα για τις διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, εκθέσεις από τον δικαιούχο και εκθέσεις για τις επαληθεύσεις και τους διενεργηθέντες ελέγχους·

η)

η διαδρομή ελέγχου περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις διαχειριστικές επαληθεύσεις και τους ελέγχους που έχουν διενεργηθεί για την πράξη·

θ)

με την επιφύλαξη του άρθρου 19 παράγραφος 3 και των παραρτημάτων I και II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει τον έλεγχο της συμφωνίας των δεδομένων που συνδέονται με δείκτες εκροών για την πράξη με στόχους και αναφερόμενα δεδομένα και αποτελέσματα για το πρόγραμμα·

ι)

όσον αφορά τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής, η διαδρομή ελέγχου περιλαμβάνει τα αποδεικτικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού.

Για τις δαπάνες που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ), η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει να επαληθεύεται η συμμόρφωση της μεθόδου υπολογισμού που χρησιμοποιείται από τη διαχειριστική αρχή με το άρθρο 67 παράγραφος 5 και το άρθρο 68 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και το άρθρο 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013.

2.   Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει ότι υπάρχει διαθέσιμο μητρώο με τα στοιχεία ταυτότητας και τον τόπο εγκατάστασης των φορέων οι οποίοι τηρούν όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται για την εξασφάλιση επαρκούς διαδρομής ελέγχου που πληροί όλες τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 26

Χρήση των δεδομένων που συλλέγονται κατά τους λογιστικούς ελέγχους που διενεργούνται από υπαλλήλους της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους της Επιτροπής

[Άρθρο 127 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψει οποιαδήποτε μη επιτρεπόμενη κοινοποίηση ή πρόσβαση στα στοιχεία που συλλέγει κατά τη διάρκεια των λογιστικών ελέγχων της.

2.   Η Επιτροπή χρησιμοποιεί τα δεδομένα που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των λογιστικών ελέγχων της με μοναδικό σκοπό να ασκεί τις αρμοδιότητες που έχει δυνάμει του άρθρο 75 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης έχουν πρόσβαση στα συλλεγόμενα δεδομένα.

3.   Τα δεδομένα που συλλέγονται δεν αποστέλλονται σε άλλα πρόσωπα στα κράτη μέλη ή στα όργανα της Ένωσης εκτός από τα πρόσωπα που πρέπει να έχουν πρόσβαση σ' αυτά για την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες και χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του κράτους μέλους που παρέχει τα δεδομένα.

ΤΜΗΜΑ III

Πεδίο εφαρμογής και περιεχόμενο των λογιστικών ελέγχων των πράξεων και των λογαριασμών και μεθοδολογία για την επιλογή του δείγματος των πράξεων

Άρθρο 27

Λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων

[Άρθρο 127 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Σε κάθε λογιστική χρήση εκτελούνται λογιστικοί έλεγχοι πράξεων σε δείγμα πράξεων που επιλέγεται με μέθοδο η οποία καθορίζεται ή εγκρίνεται από την αρχή ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων διενεργούνται βάσει δικαιολογητικών εγγράφων που συνιστούν τη διαδρομή ελέγχου και ελέγχουν τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δαπανών που δηλώνονται στην Επιτροπή, περιλαμβανομένων των ακόλουθων πτυχών:

α)

ότι η πράξη έχει επιλεγεί σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής για το επιχειρησιακό πρόγραμμα, δεν έχει περατωθεί από υλικής απόψεως ούτε έχει εκτελεστεί πλήρως πριν υποβάλει ο δικαιούχος την αίτηση χρηματοδότησης βάσει του επιχειρησιακού προγράμματος, υλοποιήθηκε σύμφωνα με την απόφαση έγκρισης και πληρούσε όλους τους όρους που ίσχυαν κατά τον χρόνο διενέργειας του λογιστικού ελέγχου όσον αφορά τη λειτουργικότητά της, τη χρήση τους και τους προς επίτευξη στόχους·

β)

ότι οι δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή αντιστοιχούν στα λογιστικά στοιχεία και ότι τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα αποδεικνύουν την επάρκεια της διαδρομής ελέγχου, όπως ορίζεται στο άρθρο 25 του παρόντος κανονισμού·

γ)

ότι για τις δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) και το άρθρο 109 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, οι εκροές και τα αποτελέσματα στα οποία βασίζονται οι πληρωμές στον δικαιούχο έχουν παραχθεί, τα στοιχεία για τους συμμετέχοντες ή τα άλλα έγγραφα που σχετίζονται με τις εκροές και τα αποτελέσματα συνάδουν με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή και ότι τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα αποδεικνύουν την επάρκεια της διαδρομής ελέγχου, όπως ορίζεται στο άρθρο 25 του παρόντος κανονισμού·

Οι λογιστικοί έλεγχοι επαληθεύουν επίσης ότι η δημόσια συνεισφορά έχει καταβληθεί στον δικαιούχο σύμφωνα με το άρθρο 132 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013.

3.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, επιτόπια εξακρίβωση της φυσικής υλοποίησης της πράξης.

4.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων επαληθεύουν την ακρίβεια και την πληρότητα των αντίστοιχων δαπανών τις οποίες καταχωρίζει η αρχή πιστοποίησης στο λογιστικό της σύστημα και τη συμφωνία της διαδρομής ελέγχου σε όλα τα επίπεδα.

5.   Όταν τα εντοπιζόμενα προβλήματα φαίνεται να έχουν συστημικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο άλλες πράξεις του επιχειρησιακού προγράμματος, η αρχή ελέγχου εξασφαλίζει τη διενέργεια διεξοδικότερης εξέτασης, με τη διενέργεια πρόσθετων λογιστικών ελέγχων, αν είναι απαραίτητο, για να διαπιστωθεί η κλίμακα των εν λόγω προβλημάτων, και υποδεικνύει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα.

6.   Μόνο οι δαπάνες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του λογιστικού ελέγχου που διενεργείται βάσει της παραγράφου 1 υπολογίζονται στο ποσό των δαπανών που έχουν ελεγχθεί, για τους σκοπούς της υποβολής στοιχείων στην Επιτροπή σχετικά με την ετήσια κάλυψη. Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιείται το υπόδειγμα έκθεσης ελέγχου που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 1303/2013.

Άρθρο 28

Μεθοδολογία για την επιλογή του δείγματος πράξεων

[Άρθρο 127 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Η αρχή ελέγχου καθορίζει τη μέθοδο επιλογής του δείγματος («μέθοδος δειγματοληψίας») σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνώς αποδεκτά ελεγκτικά πρότυπα INTOSAI, IFAC ή IIA.

2.   Εκτός από τις εξηγήσεις που παρέχονται στη στρατηγική λογιστικού ελέγχου, η αρχή ελέγχου τηρεί μητρώο των εγγράφων και των επαγγελματικών κρίσεων που χρησιμοποιούνται για να καθοριστούν οι μέθοδοι δειγματοληψίας σχετικά με τα στάδια σχεδιασμού, επιλογής, δοκιμών και αξιολόγησης, ώστε να αποδείξει την καταλληλότητα της καθορισθείσας μεθόδου.

3.   Το δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού από τον οποίο έχει επιλεγεί και επιτρέπει στην αρχή ελέγχου να συντάσσει έγκυρη γνώμη λογιστικού ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 5 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013. Ο εν λόγω πληθυσμός περιλαμβάνει τις δαπάνες ενός επιχειρησιακού προγράμματος ή μιας ομάδας επιχειρησιακών προγραμμάτων που καλύπτονται από ένα κοινό σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, οι οποίες περιλαμβάνονται σε αιτήσεις πληρωμών που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 131 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 για μια συγκεκριμένη λογιστική χρήση. Το δείγμα μπορεί να επιλεγεί κατά τη διάρκεια ή μετά το πέρας της λογιστικής χρήσης.

4.   Για τον σκοπό της εφαρμογής του άρθρο 127 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, μια μέθοδος δειγματοληψίας θεωρείται στατιστική όταν εξασφαλίζει:

i)

την τυχαία επιλογή των στοιχείων του δείγματος·

ii)

τη χρήση της θεωρίας των πιθανοτήτων για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του δείγματος, συμπεριλαμβανομένης της μέτρησης και του ελέγχου του κινδύνου δειγματοληψίας και της σχεδιασθείσας και επιτευχθείσας ακρίβειας.

5.   Η μέθοδος δειγματοληψίας εξασφαλίζει τυχαία επιλογή κάθε μονάδας δείγματος στον πληθυσμό με χρήση τυχαίων αριθμών που παράγονται για κάθε μονάδα πληθυσμού για την επιλογή των μονάδων που αποτελούν το δείγμα ή μέσω συστηματικής επιλογής με χρήση ενός τυχαίου σημείου εκκίνησης και, στη συνέχεια, με την εφαρμογή ενός συστηματικού κανόνα για την επιλογή των πρόσθετων στοιχείων.

6.   Η μονάδα δειγματοληψίας καθορίζεται από την αρχή ελέγχου βάσει επαγγελματικής κρίσης. Η μονάδα δειγματοληψίας μπορεί να είναι είτε μια πράξη είτε ένα έργο στο πλαίσιο μιας πράξης είτε μια αίτηση πληρωμής από έναν δικαιούχο. Στην έκθεση ελέγχου περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με την καθορισθείσα μονάδα δειγματοληψίας και την επαγγελματική κρίση που χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό αυτόν.

7.   Όταν το συνολικό κόστος που σχετίζεται με μια μονάδα δειγματοληψίας για τη λογιστική χρήση είναι αρνητικό ποσό, εξαιρείται από τον πληθυσμό που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ανωτέρω και ελέγχεται χωριστά. Η αρχή ελέγχου μπορεί να λαμβάνει επίσης δείγμα αυτού του χωριστού πληθυσμού.

8.   Όταν πληρούνται οι όροι για τον αναλογικό έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, η αρχή ελέγχου μπορεί να αποκλείει από τον πληθυσμό από τον οποίο θα ληφθεί δείγμα τα στοιχεία που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο. Αν η σχετική πράξη έχει ήδη επιλεγεί στο δείγμα, η αρχή ελέγχου την αντικαθιστά με χρήση κατάλληλης τυχαίας επιλογής.

9.   Όλες οι δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή για το δείγμα υπόκεινται σε έλεγχο.

Όταν οι επιλεγμένες μονάδες δειγματοληψίας περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό σχετικών αιτήσεων πληρωμής ή τιμολογίων, η αρχή ελέγχου μπορεί να τις ελέγχει μέσω επιμέρους δειγματοληψίας, επιλέγοντας τις σχετικές αιτήσεις πληρωμής ή τα σχετικά τιμολόγια με τη χρησιμοποίηση των ίδιων παραμέτρων δειγματοληψίας που χρησιμοποιήθηκαν για την επιλογή των μονάδων δειγματοληψίας του κύριου δείγματος.

Στην περίπτωση αυτή, υπολογίζονται εντός κάθε μονάδας δείγματος προς έλεγχο τα κατάλληλα μεγέθη δείγματος, τα οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι μικρότερα από 30 αιτήσεις πληρωμής ή τιμολόγια για κάθε μονάδα δειγματοληψίας.

10.   Η αρχή ελέγχου μπορεί να προβαίνει σε διαστρωμάτωση με διαίρεση ενός πληθυσμού σε υποπληθυσμούς, καθένας από τους οποίους αποτελεί ομάδα μονάδων δειγματοληψίας με παρόμοια χαρακτηριστικά, ιδίως όσον αφορά τον κίνδυνο ή το προβλεπόμενο ποσοστό σφάλματος ή όταν ο πληθυσμός περιλαμβάνει πράξεις που συνίστανται σε χρηματοδοτικές συνεισφορές ενός επιχειρησιακού προγράμματος σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής ή άλλα στοιχεία μεγάλης αξίας.

11.   Η αρχή ελέγχου αξιολογεί την αξιοπιστία του συστήματος ως υψηλή, μεσαία ή χαμηλή, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των ελέγχων του συστήματος για να καθορίσει τις τεχνικές παραμέτρους της δειγματοληψίας, έτσι ώστε το συνδυασμένο επίπεδο βεβαιότητας που λαμβάνεται από τους ελέγχους συστημάτων και τους ελέγχους των πράξεων να είναι υψηλό. Για ένα σύστημα που αξιολογήθηκε ότι έχει υψηλή αξιοπιστία, το επίπεδο εμπιστοσύνης που χρησιμοποιείται για πράξεις δειγματοληψίας είναι τουλάχιστον 60 %. Για ένα σύστημα που αξιολογήθηκε ότι έχει χαμηλή αξιοπιστία, το επίπεδο εμπιστοσύνης που χρησιμοποιείται για πράξεις δειγματοληψίας είναι τουλάχιστον 90 %. Το ανώτατο επίπεδο σημαντικότητας είναι 2 % των δαπανών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

12.   Αν διαπιστωθούν παρατυπίες ή κίνδυνος παρατυπιών, η αρχή ελέγχου αποφασίζει, βάσει επαγγελματικής κρίσης, κατά πόσον είναι αναγκαίος ο έλεγχος συμπληρωματικού δείγματος επιπλέον πράξεων ή μερών πράξεων που δεν ελέγχθηκαν στο τυχαίο δείγμα, ώστε να ληφθούν υπόψη οι εντοπιζόμενοι ειδικοί παράγοντες κινδύνου.

13.   Η αρχή ελέγχου αναλύει χωριστά τα αποτελέσματα των λογιστικών ελέγχων του συμπληρωματικού δείγματος, συνάγει συμπεράσματα με βάση τα αποτελέσματα αυτά και τα κοινοποιεί στην Επιτροπή στην ετήσια έκθεση ελέγχου. Οι παρατυπίες που διαπιστώνονται στο συμπληρωματικό δείγμα δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του προβλεπόμενου τυχαίου σφάλματος του τυχαίου δείγματος.

14.   Με βάση τα αποτελέσματα των λογιστικών ελέγχων των πράξεων για τη γνώμη λογιστικού ελέγχου και την έκθεση ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 127 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, η αρχή ελέγχου υπολογίζει ένα συνολικό ποσοστό σφάλματος, το οποίο αντιστοιχεί στο άθροισμα των προβλεπόμενων τυχαίων σφαλμάτων και, κατά περίπτωση, των συστημικών σφαλμάτων και των μη διορθωμένων ανωμαλιών, διαιρούμενων διά του πληθυσμού.

Άρθρο 29

Λογιστικοί έλεγχοι λογαριασμών

[Άρθρο 127 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των λογαριασμών που αναφέρονται στο άρθρο 137 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 διενεργούνται από την αρχή ελέγχου για κάθε λογιστική χρήση.

2.   Ο λογιστικός έλεγχος των λογαριασμών παρέχει εύλογη βεβαιότητα όσον αφορά την πληρότητα, την ακρίβεια και την αξιοπιστία των ποσών που δηλώνονται στους λογαριασμούς.

3.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, η αρχή ελέγχου λαμβάνει ιδίως υπόψη τα αποτελέσματα των ελέγχων συστημάτων που διενεργούνται στην αρχή πιστοποίησης και των λογιστικών ελέγχων των πράξεων.

4.   Ο λογιστικός έλεγχος συστημάτων περιλαμβάνει την επαλήθευση της αξιοπιστίας του λογιστικού συστήματος της αρχής πιστοποίησης και, βάσει δείγματος, της ακρίβειας των δαπανών, των ποσών που ανακλήθηκαν και των ποσών που ανακτήθηκαν και έχουν καταχωριστεί στο λογιστικό σύστημα της αρχής πιστοποίησης.

5.   Για τους σκοπούς της γνώμης λογιστικού ελέγχου, προκειμένου να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι λογαριασμοί παρέχουν πιστή και πραγματική εικόνα, η αρχή ελέγχου επαληθεύει ότι όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 137 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 περιλαμβάνονται σωστά στους λογαριασμούς και αντιστοιχούν στα σχετικά λογιστικά αρχεία που τηρούνται από όλες τις αρμόδιες αρχές ή φορείς και τους δικαιούχους. Η αρχή ελέγχου επαληθεύει ιδίως, βάσει των λογαριασμών που της παρέχει η αρχή πιστοποίησης, ότι:

α)

το συνολικό ποσό των επιλέξιμων δαπανών που δηλώνεται σύμφωνα με το άρθρο 137 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 είναι σύμφωνο με τις δαπάνες και την αντίστοιχη δημόσια συνεισφορά που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις πληρωμών οι οποίες υποβάλλονται στην Επιτροπή για τη συγκεκριμένη λογιστική χρήση και, αν υπάρχουν διαφορές, ότι παρέχονται στους λογαριασμούς επαρκείς εξηγήσεις για τα σχετικά ποσά·

β)

τα ποσά που ανακλήθηκαν και ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης, τα προς ανάκτηση ποσά μέχρι το τέλος της λογιστικής χρήσης, τα ποσά που ανακτήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 71 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και τα μη ανακτήσιμα ποσά που εμφανίζονται στους λογαριασμούς αντιστοιχούν στα ποσά που εγγράφονται στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και βασίζονται σε αποφάσεις της αρμόδιας διαχειριστικής αρχής ή αρχής πιστοποίησης·

γ)

οι δαπάνες έχουν εξαιρεθεί από τους λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 137 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, κατά περίπτωση, και ότι όλες οι απαιτούμενες διορθώσεις αντικατοπτρίζονται στους λογαριασμούς της σχετικής λογιστικής χρήσης·

δ)

τα ποσά των συνεισφορών του προγράμματος που καταβάλλονται σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής και οι προκαταβολές κρατικών ενισχύσεων που καταβάλλονται στους δικαιούχους υποστηρίζονται από τις διαθέσιμες πληροφορίες σε επίπεδο διαχειριστικής αρχής και αρχής πιστοποίησης.

Οι επαληθεύσεις που αναφέρονται στα στοιχεία β), γ) και δ) μπορούν να διενεργούνται σε δειγματοληπτική βάση.

ΤΜΗΜΑ IV

Δημοσιονομικές διορθώσεις της Επιτροπής λόγω ελλείψεων (ανεπαρκειών) των συστημάτων

Άρθρο 30

Κριτήρια προσδιορισμού σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου

[Άρθρο 144 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Η Επιτροπή βασίζει την αξιολόγηση της αποτελεσματικής λειτουργίας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου στα αποτελέσματα όλων των διαθέσιμων λογιστικών ελέγχων συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών των ελέγχων, και των λογιστικών ελέγχων των πράξεων.

Η αξιολόγηση καλύπτει το περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου του προγράμματος, τις διαχειριστικές και ελεγκτικές δραστηριότητες των διαχειριστικών αρχών και των αρχών πιστοποίησης, την παρακολούθηση από τη διαχειριστική αρχή και την αρχή πιστοποίησης, καθώς και τις ελεγκτικές δραστηριότητες της αρχής ελέγχου, και βασίζεται στην επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις βασικές απαιτήσεις που προβλέπονται στον πίνακα 1 του παραρτήματος IV.

Η εκπλήρωση αυτών των βασικών απαιτήσεων αξιολογείται βάσει των κατηγοριών που ορίζονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος IV.

2.   Τα κυριότερα είδη σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου είναι οι περιπτώσεις στις οποίες οποιαδήποτε από τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στα σημεία 2, 4, 5, 13, 15, 16 και 18 του πίνακα 1 του παραρτήματος IV ή δύο ή περισσότερες από τις άλλες βασικές απαιτήσεις του πίνακα 1 του παραρτήματος IV κριθεί ότι εμπίπτουν στις κατηγορίες 3 ή 4, όπως ορίζονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος IV.

Άρθρο 31

Κριτήρια για την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών ή κατά παρέκταση δημοσιονομικών διορθώσεων και κριτήρια καθορισμού του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης

[Άρθρο 144 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013]

1.   Αν η Επιτροπή εντοπίσει μία ή περισσότερες σοβαρές ελλείψεις στη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου, εφαρμόζονται δημοσιονομικές διορθώσεις για το σύνολο ή μέρος του επιχειρησιακού προγράμματος.

Παρά το πρώτο εδάφιο, εφαρμόζονται δημοσιονομικές διορθώσεις κατά παρέκταση, για το σύνολο ή μέρος του επιχειρησιακού προγράμματος, αν η Επιτροπή διαπιστώσει συστημικές παρατυπίες σε αντιπροσωπευτικό δείγμα πράξεων, διορθώσεις που επιτρέπουν την ακριβέστερη ποσοτικοποίηση του κινδύνου για τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Στην περίπτωση αυτή, γίνεται παρέκταση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του αντιπροσωπευτικού δείγματος στον υπόλοιπο πληθυσμό από το οποίο ελήφθη το δείγμα, με σκοπό να καθοριστεί η δημοσιονομική διόρθωση.

2.   Κατά τον καθορισμό του επιπέδου της κατ' αποκοπή διόρθωσης λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

η σχετική σημασία της σοβαρής έλλειψης ή των σοβαρών ελλείψεων στο πλαίσιο του συνολικού συστήματος διαχείρισης και ελέγχου·

β)

η συχνότητα και η έκταση της σοβαρής έλλειψης ή των σοβαρών ελλείψεων·

γ)

ο βαθμός του κινδύνου ζημίας για τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

3.   Λαμβανομένων υπόψη αυτών των στοιχείων, το επίπεδο της δημοσιονομικής διόρθωσης, καθορίζεται ως εξής:

α)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου είναι τόσο θεμελιώδεις, συχνές ή εκτεταμένες, ώστε να συνιστούν πλήρη αστοχία του συστήματος, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα του συνόλου των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 100 %·

β)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου είναι τόσο συχνές και εκτεταμένες, ώστε να συνιστούν εξαιρετικά σοβαρή αστοχία του συστήματος, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα ενός πολύ υψηλού ποσοστού των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 25 %·

γ)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου οφείλονται στο γεγονός ότι το σύστημα δεν λειτουργεί πλήρως ή λειτουργεί με τόση ανεπάρκεια ή με τόσο χαμηλή συχνότητα, ώστε να θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα ενός υψηλού ποσοστού των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 10 %·

δ)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου οφείλονται στο γεγονός ότι το σύστημα δεν λειτουργεί με συνέπεια, με αποτέλεσμα να θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα σημαντικού μέρους των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 5 %.

4.   Αν η εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 θα ήταν δυσανάλογη, το επίπεδο της διόρθωσης μειώνεται.

5.   Όταν, εξαιτίας της αδυναμίας των αρμόδιων αρχών να λάβουν κατάλληλα διορθωτικά μέτρα μετά την εφαρμογή δημοσιονομικής διόρθωσης σε μια λογιστική χρήση, εντοπίζεται η ίδια σοβαρή έλλειψη ή οι ίδιες σοβαρές ελλείψεις σε επόμενη λογιστική χρήση, το ποσοστό της διόρθωσης μπορεί, λόγω της διατήρησης της σοβαρής έλλειψης ή των σοβαρών ελλείψεων, να αυξηθεί σε επίπεδο που δεν υπερβαίνει το επίπεδο της αμέσως υψηλότερης κατηγορίας.

Άρθρο 32

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 24 εφαρμόζεται από την 1η Δεκεμβρίου 2014 όσον αφορά τα καταχωριζόμενα και αποθηκευόμενα δεδομένα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ, με εξαίρεση τα πεδία δεδομένων 23 έως 40, 71 έως 88 και 91 έως 105. Όσον αφορά αυτά τα πεδία του παραρτήματος III, το άρθρο 24 εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1304/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1081/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 470).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ 487).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549).

(5)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 215/2014 της Επιτροπής, της 7ης Μαρτίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας ως προς τις μεθοδολογίες για τη στήριξη των στόχων για την κλιματική αλλαγή, τον προσδιορισμό ορόσημων και ποσοτικών στόχων στο πλαίσιο των επιδόσεων και την ονοματολογία των κατηγοριών παρέμβασης για τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΕ L 69 της 8.3.2014, σ. 65).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 289).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Περίοδοι αναφοράς που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2

Τομέας

Περίοδος αναφοράς (έτη)

Σιδηροδρομικές μεταφορές

30

Ύδρευση/αποχέτευση

30

Οδικό δίκτυο

25-30

Διαχείριση αποβλήτων

25-30

Λιμένες και αερολιμένες

25

Αστικές μεταφορές

25-30

Ενέργεια

15-25

Έρευνα και καινοτομία

15-25

Ευρυζωνικά δίκτυα

15-20

Υποδομή επιχειρήσεων

10-15

Λοιποί τομείς

10-15


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κριτήρια για την αξιολόγηση της ποιότητας των μεγάλων έργων που αναφέρονται στο άρθρο 23

1.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)

Απόδειξη επαρκούς τεχνικής, νομικής, χρηματοοικονομικής και διοικητικής ικανότητας για τη διαχείριση του έργου κατά τις φάσεις υλοποίησης και λειτουργίας.

2.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

Απόδειξη της επιλεξιμότητας για χρηματοδότηση του έργου βάσει των σχετικών απαιτήσεων που συνδέονται με τη γεωγραφική θέση ή την περιοχή του έργου.

3.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

3.1.   Ορθότητα του υπολογισμού του συνολικού κόστους και του συνολικού επιλέξιμου κόστους, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 61 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, καθώς επίσης επαρκής αναλυτικότητα και αρτιότητα της μεθόδου που εφαρμόστηκε για τον υπολογισμό του κόστους, τόσο από την άποψη του συνολικού κόστους για την επίτευξη των προσδοκώμενων στόχων όσο και από την άποψη του μοναδιαίου κόστους, κατά περίπτωση.

3.2.   Απόδειξη της επιλεξιμότητας για στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) ή το Ταμείο Συνοχής, κατά περίπτωση, και πρόβλεψη χρηματοδότησης μόνο για τα στοιχεία που είναι σύμφωνα με τους κανόνες επιλεξιμότητας που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1300/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), καθώς και με τους κανόνες επιλεξιμότητας που θεσπίζονται από το κράτος μέλος.

3.3.   Απόδειξη ότι η δημόσια στήριξη του έργου δεν συνιστά κρατική ενίσχυση ή, αν συνιστά κρατική ενίσχυση, ότι έχει ληφθεί δεόντως υπόψη στον υπολογισμό της συνολικής δημόσιας συνεισφοράς στο έργο.

4.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

4.1.   Αξιοπιστία της ανάλυσης της ζήτησης (ή του επιχειρηματικού σχεδίου σε περίπτωση παραγωγικών επενδύσεων), βάσει ρεαλιστικών εκτιμήσεων και σύμφωνα με τις κύριες δημογραφικές τάσεις και εξελίξεις στον αντίστοιχο κλάδο, για την αιτιολόγηση της αναγκαιότητας του έργου και της συνολικής δυναμικότητας των εγκαταστάσεών του.

4.2.   Επάρκεια της ποιότητας της ανάλυσης εναλλακτικών επιλογών για την υποστήριξη του συμπεράσματος του κράτους μέλους ότι αναλύθηκαν οι βασικές εναλλακτικές επιλογές και ότι προκρίθηκε η καλύτερη επιλογή για την υλοποίηση του έργου, συμπεριλαμβανομένης της αιτιολόγησης αυτής της επιλογής.

4.3.   Καταλληλότητα της τεχνολογίας που προτείνεται για το έργο και ικανότητα του τελικού δικαιούχου να διασφαλίσει τη βιωσιμότητά του ή, αν ο τελικός δικαιούχος δεν διαθέτει επαρκή ικανότητα, πρόβλεψη επαρκών διατάξεων ώστε να αναβαθμιστεί η ικανότητά του στο αναγκαίο επίπεδο.

4.4.   Βασιμότητα του συμπεράσματος ότι το έργο είναι εφικτό και ότι μπορεί να υλοποιηθεί στο χρονικό διάστημα που έχει προγραμματιστεί για το έργο ή, το αργότερο, έως τη λήξη της περιόδου επιλεξιμότητας κατά την έννοια του άρθρο 65 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013.

5.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

5.1.   Η ανάλυση κόστους-ωφέλειας ακολούθησε σωστά την απαιτούμενη μεθοδολογία που αναφέρεται στο άρθρο 101 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και εφάρμοσε σωστά τη μέθοδο υπολογισμού των καθαρών εσόδων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 61 του εν λόγω κανονισμού και στα άρθρα 15 έως 19 του παρόντος κανονισμού.

5.2.   Βασιμότητα του συμπεράσματος ότι το έργο είναι οικονομικά και χρηματοοικονομικά βιώσιμο και έχει θετικά κοινωνικοοικονομικά αποτελέσματα που δικαιολογούν το επίπεδο της στήριξης από το ΕΤΠΑ ή το Ταμείο Συνοχής στον προβλεπόμενο βαθμό.

6.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

6.1.   Απόδειξη της συμβολής στους στόχους της περιβαλλοντικής πολιτικής και της πολιτικής για την κλιματική αλλαγή, ιδίως στους στόχους που συνδέονται με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», και απόδειξη ότι ελήφθησαν υπόψη οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, η ανάγκη προσαρμογής σ' αυτήν, η ανάγκη μετριασμού της και η ανθεκτικότητα στις καταστροφές, καθώς επίσης και απόδειξη ότι εφαρμόστηκαν ή προβλέπεται να εφαρμοστούν μέτρα που διασφαλίζουν την ανθεκτικότητα του έργου στις διακυμάνσεις της κλιματικής αλλαγής.

6.2.   Απόδειξη ότι η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και η αρχή της προληπτικής δράσης εφαρμόστηκαν σωστά.

6.3.   Συμμόρφωση του έργου με την οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) για τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας, καθώς και για έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα II της εν λόγω οδηγίας για τα οποία οι αρμόδιες αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα, μέσω του ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 4, ότι απαιτείται διαδικασία αξιολόγησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων όπως για τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2011/92/ΕΕ:

α)

η μη τεχνικού χαρακτήρα σύνοψη της έκθεσης αξιολόγησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων συνάδει με το άρθρο 5 και το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/92/ΕΕ και έχει υποβληθεί σε δημόσια διαβούλευση· και

β)

έχουν διεξαχθεί διαβουλεύσεις με τις περιβαλλοντικές αρχές, με το κοινό και, κατά περίπτωση, με άλλα κράτη μέλη, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ·και

γ)

η απόφαση της αρμόδιας αρχής εκδόθηκε σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ· ή

δ)

στις περιπτώσεις στις οποίες η διαδικασία αξιολόγησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων ολοκληρώθηκε με νομικά δεσμευτική απόφαση και μέχρι να εκδοθεί άδεια υλοποίησης του έργου σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, ύπαρξη γραπτής δέσμευσης από τα κράτη μέλη για έγκαιρη ανάληψη δράσης προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η άδεια υλοποίησης θα εκδοθεί το αργότερο πριν από την έναρξη των εργασιών.

6.4.   Συμμόρφωση του έργου με την οδηγία 2011/92/ΕΕ για τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα II της εν λόγω οδηγίας για τα οποία οι αρμόδιες αρχές έκριναν, μέσω του ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 4, ότι δεν απαιτείται διαδικασία αξιολόγησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων:

α)

έχει εκδοθεί και γνωστοποιηθεί στο κοινό απόφαση των αρμόδιων αρχών για το αν απαιτείται διεξοδική εξέταση· και

β)

αν η απόφαση για τη διεξοδική εξέταση δεν παραπέμπει στα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα III της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, έχουν παρασχεθεί οι πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 4 και στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας.

6.5.   Κατά περίπτωση, απόδειξη ότι η οδηγία 2011/92/ΕΕ δεν εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση.

6.6.   Αν το έργο προκύπτει από σχέδιο ή πρόγραμμα (με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της οδηγίας 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5)) διαφορετικό από το επιχειρησιακό πρόγραμμα, απόδειξη της συνοχής του έργου με το σχέδιο ή το πρόγραμμα.

6.7.   Σε περίπτωση μη τήρησης της γενικής εκ των προτέρων αιρεσιμότητας για την περιβαλλοντική νομοθεσία και οποιασδήποτε, ανάλογα με την περίπτωση, από τις σχετικές θεματικές εκ των προτέρων αιρεσιμότητες για τους τομείς των αποβλήτων και των υδάτων και τον τομέα των μεταφορών (απαιτήσεις ΣΠΕ), όπως ορίζεται στο άρθρο 19 και στο παράρτημα XI του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, πρέπει να αποδεικνύεται η σύνδεση με το εγκεκριμένο σχέδιο δράσης.

6.8.   Συμμόρφωση του έργου με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6):

α)

αν ένα έργο είναι πιθανό να έχει σημαντικές συνέπειες σε τόπο ή τόπους του δικτύου Natura 2000 (σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3), έχει πραγματοποιηθεί και ολοκληρωθεί η δέουσα εκτίμηση πριν από την έκδοση της άδειας υλοποίησης του έργου·

β)

αν ένα έργο έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες σε τόπο ή τόπους του δικτύου Natura 2000, έχουν ικανοποιηθεί οι απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 4 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, περιλαμβανομένης της κοινοποίησης στην Επιτροπή ή της γνώμης της Επιτροπής.

6.9.   Επάρκεια των πληροφοριών σχετικά με συμπληρωματικά μέτρα για την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης, όπως ο περιβαλλοντικός έλεγχος, η διαχείριση του περιβάλλοντος και η ειδική περιβαλλοντική παρακολούθηση, που αποδεικνύουν την επάρκειά τους σε σχέση με τις αντίστοιχες ανάγκες.

6.10.   Επάρκεια της εκτίμησης του κόστους των μέτρων που έχουν ληφθεί για τη άρση των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

6.11.   Συμμόρφωση του έργου με τις σχετικές τομεακές οδηγίες για το περιβάλλον, κατά περίπτωση, και συγκεκριμένα:

α)

με την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) για έργα που επηρεάζουν υδατικά συστήματα (κατά περίπτωση, για τα έργα που υπάγονται στις εξαιρέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 7 της εν λόγω οδηγίας, επαλήθευση της αξιολόγησης)·

β)

με την οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου (8) για έργα στον τομέα των αστικών λυμάτων·

γ)

με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και τις σχετικές εφαρμοστέες οδηγίες, όπως η οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου (10), για τα έργα που αφορούν στερεά απόβλητα· και

δ)

με την οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) για έργα για τα οποία απαιτείται η έκδοση άδειας βάσει της εν λόγω οδηγίας.

7.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

7.1.   Συνοχή και συμφωνία των στόχων του έργου με τους ειδικούς στόχους που καθορίζονται με βάση τους συναφείς άξονες προτεραιότητας των σχετικών επιχειρησιακών προγραμμάτων.

7.2.   Επάρκεια της προσδοκώμενης συμβολής του έργου στους δείκτες αποτελεσμάτων και εκροών του άξονα προτεραιότητας.

7.3.   Επάρκεια της προσδοκώμενης συμβολής του έργου στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη.

7.4.   Απόδειξη ότι ο δικαιούχος έλαβε κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει τη βέλτιστη χρήση της υποδομής κατά την επιχειρησιακή φάση.

8.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

8.1.   Η τεκμηρίωση των συνολικών προγραμματισμένων πόρων και της προγραμματισμένης συνεισφοράς των Ταμείων παρουσιάζεται σωστά στο σχέδιο χρηματοδότησης.

8.2.   Αρτιότητα του σχεδίου χρηματοδότησης του έργου, που αποδεικνύει την οικονομική του βιωσιμότητα για τις ετήσιες χρηματοοικονομικές ανάγκες υλοποίησης του έργου.

8.3.   Καταλληλότητα και επαληθευσιμότητα των φυσικών και χρηματοοικονομικών δεικτών για την παρακολούθηση της προόδου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί.

9.   Κριτήρια αξιολόγησης της ποιότητας για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του άρθρου 101 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

9.1.   Αρτιότητα και δυνατότητα τήρησης του προτεινόμενου χρονοδιαγράμματος για την υλοποίηση του μεγάλου έργου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί.

9.2.   Αν η υλοποίηση του έργου υπερβαίνει την περίοδο προγραμματισμού, καταλληλότητα των προσδιοριζόμενων φάσεων και άριστη οργάνωση από άποψη αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 289).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1300/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με το Ταμείο Συνοχής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1084/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 281).

(4)  Οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ L 26 της 28.1.2012, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων για το περιβάλλον (ΕΕ L 197 της 21.7.2001, σ. 30).

(6)  Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7).

(7)  Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

(8)  Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40).

(9)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).

(10)  Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1).

(11)  Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος δεδομένων που πρέπει να καταχωρίζονται και να αποθηκεύονται στο σύστημα παρακολούθησης σε ηλεκτρονική μορφή (που αναφέρεται στο άρθρο 24)

Απαιτούνται δεδομένα για τις πράξεις που υποστηρίζονται από το ΕΚΤ, το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη δεύτερη στήλη.

Πεδία δεδομένων

Αναφορά των Ταμείων για τα οποία απαιτούνται δεδομένα

Δεδομένα για τον δικαιούχο (1)  (2)

1.

Όνομα ή μοναδικό αναγνωριστικό κάθε δικαιούχου

 

2.

Ένδειξη για το αν ο δικαιούχος είναι δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας

 

3.

Ένδειξη για το αν ο ΦΠΑ επί των δαπανών που έχει πραγματοποιήσει ο δικαιούχος είναι μη ανακτήσιμος σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τον ΦΠΑ

 

4.

Στοιχεία επικοινωνίας του δικαιούχου

 

Δεδομένα για την πράξη

5.

Ονομασία ή μοναδικό αναγνωριστικό της πράξης

 

6.

Σύντομη περιγραφή της πράξης

 

7.

Ημερομηνία υποβολής της αίτησης για την πράξη

 

8.

Ημερομηνία έναρξης, όπως αναφέρεται στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

9.

Ημερομηνία λήξης, όπως αναφέρεται στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

10.

Πραγματική ημερομηνία φυσικής περάτωσης ή πλήρους εκτέλεσης της πράξης

 

11.

Φορέας που εκδίδει το έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

12.

Ημερομηνία του εγγράφου που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

13.

Ένδειξη για το αν η πράξη είναι μεγάλο έργο και ΚΚΑ

Άνευ αντικειμένου για το ΕΚΤ και το ΕΤΘΑ

14.

Ένδειξη για το αν η πράξη είναι κοινό σχέδιο δράσης και ΚΚΑ

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

15.

Ένδειξη για το αν η πράξη περιλαμβάνει χρηματοδότηση στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για την απασχόληση των νέων (ΠΑΝ)

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

16.

Ένδειξη για το αν η δημόσια στήριξη για την πράξη αποτελεί κρατική ενίσχυση

 

17.

Ένδειξη για το αν η πράξη υλοποιείται με τη μορφή σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

18.

Νόμισμα της πράξης

 

19.

ΚΚΑ του/των προγράμματος/προγραμμάτων βάσει του/των οποίου/-ων υποστηρίζεται η πράξη

 

20.

Προτεραιότητα ή προτεραιότητες του/των προγράμματος/προγραμμάτων βάσει του/των οποίου/-ων υποστηρίζεται η πράξη

 

21.

Ταμείο/-α από το/τα οποίο/-α υποστηρίζεται η πράξη

 

22.

Κατηγορία σχετικής περιφέρειας

Άνευ αντικειμένου για το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

Πληροφορίες για τις κατηγορίες παρέμβασης

23.

Κωδικός/-οί για το πεδίο παρέμβασης

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

24.

Κωδικός/-οί για τη μορφή χρηματοδότησης

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

25.

Κωδικός/-οί για τον τύπο της περιοχής

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

26.

Κωδικός/-οί για τους μηχανισμούς εδαφικής υλοποίησης

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

27.

Κωδικός/-οί για τον θεματικό στόχο

Άνευ αντικειμένου για το ΕΚΤ και το ΕΤΘΑ

28.

Κωδικός/-οί για το δευτερεύον θέμα του ΕΚΤ

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

29.

Κωδικός/-οί για την οικονομική δραστηριότητα

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

30.

Κωδικός/-οί για τη γεωγραφική θέση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΘΑ

Δεδομένα για τους δείκτες

31.

Ονομασία και μοναδικό αναγνωριστικό καθενός από τους κοινούς και ειδικούς ανά πρόγραμμα δείκτες εκροών που είναι συναφείς με την πράξη ή, όταν απαιτείται από τους ειδικούς κανόνες κάθε Ταμείου, ονομασία και μοναδικό αναγνωριστικό κάθε κοινού δείκτη εκροών, με κατανομή των συμμετεχόντων κατά φύλο

 

32.

Μονάδα μέτρησης για κάθε δείκτη εκροών

 

33.

Τιμή-στόχος για τον δείκτη εκροών, με κατανομή κατά φύλο, κατά περίπτωση

 

34.

Επίπεδο επίτευξης κάθε δείκτη εκροών για κάθε ημερολογιακό έτος, με κατανομή κατά φύλο κατά περίπτωση

 

35.

Ονομασία και μοναδικό αναγνωριστικό καθενός από τους κοινούς και ειδικούς ανά πρόγραμμα δείκτες αποτελεσμάτων (3) που είναι συναφείς με την πράξη ή, όταν απαιτείται από τους ειδικούς κανόνες κάθε Ταμείου, ονομασία και μοναδικό αναγνωριστικό κάθε κοινού δείκτη αποτελεσμάτων, με κατανομή των συμμετεχόντων κατά φύλο, κατά περίπτωση

 

36.

Μονάδα μέτρησης για κάθε δείκτη αποτελεσμάτων

 

37.

Τιμή βάσης για κάθε παρεχόμενο δείκτη αποτελεσμάτων

Άνευ αντικειμένου για το ΕΚΤ

38.

Τιμή-στόχος για τον παρεχόμενο δείκτη αποτελεσμάτων, με κατανομή κατά φύλο, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ και το Ταμείο Συνοχής

39.

Μονάδα μέτρησης για την τιμή-στόχο και την τιμή βάσης κάθε αποτελέσματος

 

40.

Επίπεδο επίτευξης κάθε παρεχόμενου δείκτη αποτελεσμάτων για κάθε ημερολογιακό έτος, με κατανομή κατά φύλο κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ και το Ταμείο Συνοχής

Χρηματοοικονομικά δεδομένα για κάθε πράξη (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

41.

Ποσό του συνολικού επιλέξιμου κόστους της πράξης που εγκρίθηκε στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

42.

Ποσό των συνολικών επιλέξιμων δαπανών που αποτελούν δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

 

43.

Ποσό της δημόσιας στήριξης, όπως ορίζεται στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

Δεδομένα για τις αιτήσεις πληρωμών του δικαιούχου (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

44.

Ημερομηνία παραλαβής κάθε αίτησης πληρωμής από τον δικαιούχο

 

45.

Ημερομηνία κάθε πληρωμής που καταβλήθηκε στον δικαιούχο βάσει αίτησης πληρωμής

 

46.

Ποσό των επιλέξιμων δαπανών στην αίτηση πληρωμής που αποτελεί τη βάση για κάθε πληρωμή στον δικαιούχο

 

47.

Ποσό της δημόσιας δαπάνης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στην επιλέξιμη δαπάνη που αποτελεί τη βάση για κάθε πληρωμή

 

48.

Ποσό κάθε πληρωμής που καταβλήθηκε στον δικαιούχο βάσει αίτησης πληρωμής

 

49.

Καθαρά έσοδα που δημιούργησε η πράξη κατά την υλοποίησή της, τα οποία δεν ελήφθησαν υπόψη στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης και αφαιρέθηκαν από τις επιλέξιμες δαπάνες

 

50.

Ημερομηνία έναρξης των επιτόπιων επαληθεύσεων της πράξης που έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 125 παράγραφος 5 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

 

51.

Ημερομηνία των επιτόπιων λογιστικών ελέγχων της πράξης που έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και το άρθρο 28 του παρόντος κανονισμού

 

52.

Φορέας που πραγματοποίησε τον λογιστικό έλεγχο ή την επαλήθευση

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση το πραγματικό κόστος (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

53.

Επιλέξιμες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση τις δαπάνες που όντως πραγματοποιήθηκαν και πληρώθηκαν, μαζί με τις συνεισφορές σε είδος και τις αποσβέσεις, κατά περίπτωση

 

54.

Δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση τις δαπάνες που όντως επιστράφηκαν και πληρώθηκαν, μαζί με τις συνεισφορές σε είδος και τις αποσβέσεις, κατά περίπτωση

 

55.

Είδος σύμβασης, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (4) ή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (5) (έργα/παροχή υπηρεσιών/προμήθεια αγαθών) ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)

 

56.

Ποσό της σύμβασης, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17/ΕΚ ή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

57.

Επιλέξιμες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν βάσει της σύμβασης, αν η σύμβαση υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17/ΕΚ ή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

58.

Διαδικασία ανάθεσης που χρησιμοποιήθηκε, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17/ΕΚ ή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

59.

Όνομα ή μοναδικό αναγνωριστικό του αναδόχου, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17/ΕΚ ή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση τυποποιημένες κλίμακες μοναδιαίου κόστους (ποσά στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

60.

Ποσό των επιλέξιμων δαπανών που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση τυποποιημένες κλίμακες μοναδιαίου κόστους

 

61.

Δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση τυποποιημένες κλίμακες μοναδιαίου κόστους

 

62.

Ορισμός της μονάδας που προορίζεται να χρησιμοποιείται για την τυποποιημένη κλίμακα μοναδιαίου κόστους

 

63.

Αριθμός μονάδων που παραδόθηκαν, όπως αναφέρεται στην αίτηση πληρωμής για κάθε είδος μονάδας

 

64.

Κόστος ανά μονάδα για μία ενιαία μονάδα για κάθε είδος μονάδας

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση κατ' αποκοπή ποσά (ποσά στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

65.

Ποσό των επιλέξιμων δαπανών που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπή ποσά

 

66.

Δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπή ποσά

 

67.

Για κάθε κατ' αποκοπή ποσό, παραδοτέα (εκροές ή αποτελέσματα) που συμφωνήθηκαν στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης ως βάση για την εκταμίευση των πληρωτέων κατ' αποκοπή ποσών

 

68.

Για κάθε κατ' αποκοπή ποσό, ποσό που συμφωνήθηκε στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση κατ' αποκοπή ποσοστά (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

69.

Ποσό των επιλέξιμων δαπανών που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπή ποσοστό

 

70.

Δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπή ποσοστό

 

Δεδομένα για τις ανακτήσεις από τον δικαιούχο

71.

Ημερομηνία κάθε απόφασης ανάκτησης

 

72.

Ποσό δημόσιας στήριξης το οποίο αφορούσε κάθε απόφαση ανάκτησης

 

73.

Συνολική επιλέξιμη δαπάνη την οποία αφορούσε κάθε απόφαση ανάκτησης

 

74.

Ημερομηνία παραλαβής κάθε ποσού που επιστράφηκε από τον δικαιούχο έπειτα από απόφαση ανάκτησης

 

75.

Ποσό δημόσιας στήριξης που επιστράφηκε από τον δικαιούχο έπειτα από απόφαση ανάκτησης (χωρίς τόκους ή πρόστιμα)

 

76.

Συνολική επιλέξιμη δαπάνη που αντιστοιχεί στη δημόσια στήριξη που επιστράφηκε από τον δικαιούχο

 

77.

Ποσό δημόσιας στήριξης που δεν μπορεί να ανακτηθεί έπειτα από απόφαση ανάκτησης

 

78.

Συνολική επιλέξιμη δαπάνη που αντιστοιχεί σε μη ανακτήσιμη δημόσια στήριξη

 

Δεδομένα για τις αιτήσεις πληρωμών στην Επιτροπή (σε ευρώ)

79.

Ημερομηνία υποβολής κάθε αίτησης πληρωμής που περιλαμβάνει επιλέξιμες δαπάνες της πράξης

 

80.

Συνολικό ποσό των επιλέξιμων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τον δικαιούχο και καταβλήθηκαν για την υλοποίηση της πράξης που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

81.

Συνολικό ποσό της δημόσιας δαπάνης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, της πράξης που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

82.

Αν η πράξη είναι μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συνολικό ποσό των συνεισφορών του προγράμματος που καταβλήθηκαν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

83.

Αν η πράξη είναι μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συνολικό ποσό της δημόσιας δαπάνης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των συνεισφορών του προγράμματος που καταβλήθηκαν στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

84.

Αν η πράξη είναι μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συνολικό ποσό των συνεισφορών του προγράμματος που πράγματι καταβλήθηκαν ως επιλέξιμες δαπάνες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

85.

Αν η πράξη είναι μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, συνολικό ποσό της δημόσιας δαπάνης που αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των συνεισφορών του προγράμματος που πράγματι καταβλήθηκαν ως επιλέξιμες δαπάνες, κατά την έννοια του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που περιλαμβάνονται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

86.

Στην περίπτωση κρατικών ενισχύσεων στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 131 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ποσό που καταβλήθηκε στον δικαιούχο στο πλαίσιο της πράξης ως προκαταβολή που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

87.

Στην περίπτωση κρατικών ενισχύσεων στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 131 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ποσό της προκαταβολής που περιλαμβάνεται σε αίτηση πληρωμής που έχει καλυφθεί από δαπάνες που καταβλήθηκαν από τον δικαιούχο εντός τριών ετών από την καταβολή της προκαταβολής

 

88.

Στην περίπτωση κρατικών ενισχύσεων στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 131 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, ποσό που καταβλήθηκε στον δικαιούχο στο πλαίσιο της πράξης ως προκαταβολή που περιλαμβάνεται σε αίτηση πληρωμής που δεν έχει καλυφθεί από δαπάνες που καταβλήθηκαν από τον δικαιούχο και για το οποίο δεν έχει εκπνεύσει ακόμη η τριετής περίοδος

 

89.

Ποσό των επιλέξιμων δαπανών που περιλαμβάνονται σε κάθε αίτηση πληρωμής βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

90.

Ποσό της δημόσιας δαπάνης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

Δεδομένα για τους λογαριασμούς που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 (σε ευρώ)

91.

Ημερομηνία υποβολής κάθε συνόλου λογαριασμών που περιλαμβάνουν δαπάνες της πράξης

 

92.

Ημερομηνία υποβολής των λογαριασμών στους οποίους περιλαμβάνονται οι τελικές δαπάνες της πράξης μετά την ολοκλήρωσή της (όταν οι συνολικές επιλέξιμες δαπάνες είναι τουλάχιστον 1 000 000 ευρώ) [άρθρο 140 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013].

 

93.

Συνολικό ποσό των επιλέξιμων δαπανών της πράξης που έχουν καταχωριστεί στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και έχουν συμπεριληφθεί στους λογαριασμούς

 

94.

Συνολικό ποσό δημόσιας δαπάνης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που πραγματοποιήθηκε κατά την υλοποίηση της πράξης και που αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των επιλέξιμων δαπανών που έχουν καταχωριστεί στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και έχουν συμπεριληφθεί στους λογαριασμούς

 

95.

Συνολικό ποσό των πληρωμών που καταβλήθηκαν στον δικαιούχο βάσει του άρθρου 132 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) No 1303/2013 και που αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των επιλέξιμων δαπανών που έχουν καταχωριστεί στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και έχουν συμπεριληφθεί στους λογαριασμούς

 

96.

Συνολικές επιλέξιμες δαπάνες της πράξης που ανακλήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

97.

Συνολική δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στις συνολικές επιλέξιμες δαπάνες που ανακλήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

98.

Συνολικές επιλέξιμες δαπάνες της πράξης που ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

99.

Συνολική δημόσια δαπάνη που αντιστοιχεί στις συνολικές επιλέξιμες δαπάνες της πράξης που ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

100.

Συνολικές επιλέξιμες δαπάνες προς ανάκτηση στο τέλος της λογιστικής χρήσης, που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

101.

Συνολική δημόσια δαπάνη της πράξης που αντιστοιχεί στις συνολικές επιλέξιμες δαπάνες προς ανάκτηση στο τέλος της λογιστικής χρήσης που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

102.

Για την πράξη που περιλαμβάνεται σε κάθε σύνολο λογαριασμών, συνολικό επιλέξιμο ποσό των δαπανών που ανακτήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 71 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης

 

103.

Για την πράξη που περιλαμβάνεται σε κάθε σύνολο λογαριασμών, δημόσια δαπάνη, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, που αντιστοιχεί στο συνολικό επιλέξιμο ποσό των δαπανών που ανακτήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 71 του εν λόγω κανονισμού κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης

 

104.

Συνολικό επιλέξιμο ποσό των μη ανακτήσιμων δαπανών της πράξης κατά το τέλος της λογιστικής χρήσης, που περιλαμβάνεται στους λογαριασμούς

 

105.

Συνολική δημόσια δαπάνη της πράξης που αντιστοιχεί στο συνολικό επιλέξιμο ποσό των μη ανακτήσιμων δαπανών κατά το τέλος της λογιστικής χρήσης, που περιλαμβάνεται στους λογαριασμούς

 

Δεδομένα για ειδικούς τύπους δαπανών που υπόκεινται σε ανώτατα όρια

106.

Ποσό δαπανών τύπου ΕΤΠΑ που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν και που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ βάσει του άρθρου 98 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

107.

Ποσό δαπανών τύπου ΕΚΤ που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν και που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ βάσει του άρθρου 98 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

Άνευ αντικειμένου για το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

108.

Ποσό δαπανών που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν εκτός της περιοχής του προγράμματος αλλά στο εσωτερικό της Ένωσης, βάσει του άρθρου 70 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 και του άρθρου 13 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013

 

109.

Ποσό δαπανών που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν εκτός της Ένωσης βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1304/2013

Άνευ αντικειμένου για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

110.

Ποσό δαπανών που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν εκτός του ενωσιακού μέρους της περιοχής του προγράμματος βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1299/2013

Άνευ αντικειμένου για το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ

111.

Ποσό δαπανών που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν για την αγορά γης βάσει του άρθρου 69 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

 

112.

Ποσό εισφορών σε είδος στην πράξη βάσει του άρθρου 69 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013

 

113.

Ποσό δαπανών που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν σε τρίτες χώρες που καλύπτονται από το Μέσο Προενταξιακής Βοήθειας ή το Ευρωπαϊκό Μέσο Γειτονίας για τις πράξεις ΕΕΣ

Άνευ αντικειμένου για το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΤΘΑ


(1)  Στην περίπτωση της ΕΕΣ, στους δικαιούχους περιλαμβάνονται ο κύριος δικαιούχος και οι λοιποί δικαιούχοι.

(2)  Στους δικαιούχους περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, και άλλοι φορείς που πραγματοποιούν στο πλαίσιο της πράξης δαπάνες που αντιμετωπίζονται ως δαπάνες που πραγματοποιούνται από τον δικαιούχο.

(3)  Για το ΕΚΤ, οι κοινοί δείκτες αποτελεσμάτων περιλαμβάνουν τους δείκτες που καθορίζονται στα παραρτήματα I και ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) 1304/2013.

(4)  Οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

(6)  Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Βασικές απαιτήσεις για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου και ταξινόμησή τους σε σχέση με την αποτελεσματική λειτουργία τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 30

Πίνακας 1

Βασικές απαιτήσεις

Βασικές απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου

Αρμόδιοι οργανισμοί/αρχές

Πεδίο

1

Επαρκής διαχωρισμός καθηκόντων και επαρκή συστήματα για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση, όταν η αρμόδια αρχή αναθέτει την εκτέλεση καθηκόντων σε άλλον φορέα.

Διαχειριστική αρχή

Περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου

2

Κατάλληλη επιλογή των πράξεων.

Διαχειριστική αρχή

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

3

Επαρκείς πληροφορίες στους δικαιούχους σχετικά με τους εφαρμοστέους όρους για τις επιλεγείσες πράξεις.

Διαχειριστική αρχή

4

Επαρκείς επαληθεύσεις διαχείρισης.

Διαχειριστική αρχή

5

Ύπαρξη αποτελεσματικού συστήματος για τη διασφάλιση της τήρησης όλων των εγγράφων σχετικά με τις δαπάνες και τους λογιστικούς ελέγχους, ώστε να εξασφαλίζεται κατάλληλη διαδρομή ελέγχου.

Διαχειριστική αρχή

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου/παρακολούθηση

6

Αξιόπιστο σύστημα συλλογής, καταγραφής και αποθήκευσης δεδομένων για σκοπούς παρακολούθησης, αξιολόγησης, δημοσιονομικής διαχείρισης, επαλήθευσης και λογιστικού ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης συνδέσεων με συστήματα ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων με τους δικαιούχους.

Διαχειριστική αρχή

7

Αποτελεσματική εφαρμογή αναλογικών μέτρων για την καταπολέμηση της απάτης.

Διαχειριστική αρχή

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

8

Κατάλληλες διαδικασίες για τη σύνταξη της δήλωσης διαχείρισης και της ετήσιας συνοπτικής έκθεσης των τελικών εκθέσεων λογιστικού ελέγχου και των ελέγχων που διενεργήθηκαν.

Διαχειριστική αρχή

9

Επαρκής διαχωρισμός καθηκόντων και επαρκή συστήματα για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση, όταν η αρμόδια αρχή αναθέτει την εκτέλεση καθηκόντων σε άλλον φορέα.

Αρχή πιστοποίησης

Περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου

10

Κατάλληλες διαδικασίες για τη σύνταξη και την υποβολή των αιτήσεων πληρωμής.

Αρχή πιστοποίησης

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

11

Τήρηση κατάλληλων ηλεκτρονικών αρχείων για τις δαπάνες που δηλώνονται και την αντίστοιχη δημόσια συνεισφορά.

Αρχή πιστοποίησης

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

12

Κατάλληλος και πλήρης λογαριασμός για τα ανακτήσιμα, τα ανακτηθέντα και τα ανακληθέντα ποσά.

Αρχή πιστοποίησης

13

Κατάλληλες διαδικασίες για την κατάρτιση και την πιστοποίηση της πληρότητας, της ακρίβειας και της ειλικρίνειας των ετήσιων λογαριασμών.

Αρχή πιστοποίησης

14

Επαρκής διαχωρισμός καθηκόντων και επαρκή συστήματα, ώστε να διασφαλίζεται ότι κάθε άλλος φορέας που διενεργεί λογιστικούς ελέγχους σύμφωνα με τη στρατηγική λογιστικού ελέγχου του προγράμματος διαθέτει την αναγκαία λειτουργική ανεξαρτησία και λαμβάνει υπόψη τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα λογιστικού ελέγχου.

Αρχή ελέγχου

Περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου

15

Επαρκείς έλεγχοι συστημάτων.

Αρχή ελέγχου

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

16

Επαρκείς λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων.

Αρχή ελέγχου

17

Επαρκείς λογιστικοί έλεγχοι των λογαριασμών.

Αρχή ελέγχου

18

Επαρκείς διαδικασίες για την παροχή αξιόπιστης λογιστικής γνώμης και για την προετοιμασία της ετήσιας έκθεσης ελέγχου.

Αρχή ελέγχου


Πίνακας 2

Ταξινόμηση των βασικών απαιτήσεων για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου σε σχέση με τη λειτουργία τους

Κατηγορία 1

Λειτουργεί καλά. Δεν απαιτείται καμία βελτίωση ή απαιτούνται μικρές μόνο βελτιώσεις.

Κατηγορία 2

Λειτουργεί.Απαιτούνται ορισμένες βελτιώσεις.

Κατηγορία 3

Λειτουργεί μερικώς. Απαιτούνται ουσιαστικές βελτιώσεις.

Κατηγορία 4

Ουσιαστικά δεν λειτουργεί.