16.4.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 114/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Ιουλίου 2013

σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων SA.21233 C/11 (πρώην NN/11, πρώην CP 137/06) που έθεσε σε εφαρμογή η Ισπανία Φορολογικό καθεστώς που διέπει ορισμένες συμφωνίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, γνωστό και ως «ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης»

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2013) 4426]

(Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2014/200/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις (1) και έχοντας υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Σύμφωνα με διάφορες καταγγελίες που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή από τον Μάιο του 2006, το ισπανικό καθεστώς που διέπει τις ναυτιλιακές εταιρείες από το 2002 (ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης) παρέχει στις εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών τη δυνατότητα αγοράς πλοίων στην Ισπανία με έκπτωση 20-30 %. Ειδικότερα, δύο εθνικές ομοσπονδίες ναυπηγικών επιχειρήσεων και μία μεμονωμένη ναυπηγική επιχείρηση κατήγγειλαν ότι το εν λόγω καθεστώς έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια συμβάσεων ναυπήγησης για τα μέλη τους λόγω σύναψης αντίστοιχων συμβάσεων με ισπανικά ναυπηγεία. Στις 13 Ιουλίου 2010, ναυπηγικές ενώσεις από επτά ευρωπαϊκές χώρες συνυπέγραψαν αναφορά κατά του επονομαζόμενου ισπανικού φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μίσθωσης (εφεξής «καθεστώς STL»). Οι ανωτέρω καταγγελίες υποστηρίχθηκαν από μία τουλάχιστον ναυτιλιακή εταιρεία. Τον Αύγουστο του 2010, βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπέβαλε ερώτηση σχετικά με το ίδιο θέμα (2).

(2)

Με επιστολές της 15ης Σεπτεμβρίου 2006, της 30ής Ιανουαρίου 2007, της 6ης Νοεμβρίου 2007 και της 3ης Μαρτίου 2008, η Επιτροπή ζήτησε από την Ισπανία να παράσχει πληροφορίες. Η Ισπανία απάντησε με επιστολές της 16ης Οκτωβρίου 2006, της 23ης και 27ης Φεβρουαρίου 2007, καθώς και της 11ης Ιανουαρίου και 27ης Μαρτίου 2008. Σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 29 Απριλίου 2008, η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία η Ισπανία διαβίβασε με σχετική επιστολή της 17ης Ιουνίου 2008. Με επιστολή της 23ης Σεπτεμβρίου 2008 η Επιτροπή ζήτησε περαιτέρω συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες διαβιβάστηκαν από την Ισπανία με επιστολή της 24ης Οκτωβρίου 2008.

(3)

Μετά την υποβολή νέων στοιχείων από τους καταγγέλλοντες, η Επιτροπή ζήτησε εκ νέου συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολές της 11ης Ιανουαρίου και της 25ης Μαΐου 2010. Η Ισπανία απάντησε με επιστολές της 10ης Μαρτίου και της 26ης Ιουλίου 2010. Στις 24 Ιανουαρίου 2011 πραγματοποιήθηκε συνάντηση με τις ισπανικές αρχές.

(4)

Με επιστολή της 29ης Ιουνίου 2011, η Επιτροπή ενημέρωσε την Ισπανία σχετικά με την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις.

(5)

Με επιστολή της 2ας Αυγούστου 2011, η Ισπανία διατύπωσε τις παρατηρήσεις της σχετικά με την απόφαση κίνησης επίσημων διαδικασιών.

(6)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας (εφεξής «απόφαση C(2011) 4494 τελικό») δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3). Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα αντίστοιχα μέτρα.

(7)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη. Με επιστολές της 23ης Φεβρουαρίου, της 7ης Μαρτίου, της 11ης Ιουλίου και της 29ης Οκτωβρίου 2012, καθώς και της 12ης και 25ης Φεβρουαρίου και της 22ας Απριλίου 2013, διαβίβασε τις εν λόγω παρατηρήσεις στην Ισπανία, στην οποία δόθηκε η δυνατότητα να απαντήσει. Οι παρατηρήσεις της παρελήφθησαν με επιστολές της 30ής Απριλίου, της 24ης Μαΐου, της 9ης και 23ης Ιουλίου και της 14ης Νοεμβρίου 2012, καθώς και της 25ης Φεβρουαρίου, της 12ης Μαρτίου και της 21ης Μαΐου 2013. Η Ισπανία υπέβαλε επίσης συμπληρωματικές παρατηρήσεις με επιστολές της 3ης και 9ης Οκτωβρίου 2012. Κατόπιν σχετικού αιτήματος, η Επιτροπή πραγματοποίησε συναντήσεις με την ένωση «Pequeños y Medianos Astilleros en Reconversión» (PYMAR) (4) στις 13 Νοεμβρίου 2012 και στις 4 Φεβρουαρίου 2013, καθώς και με τις ισπανικές αρχές στις 6 Μαρτίου 2013.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΙΚΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗΣ ΜΙΣΘΩΣΗΣ

(8)

Το ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης χρησιμοποιείται σε συναλλαγές οι οποίες αφορούν την κατασκευή ποντοπόρων πλοίων από ναυπηγικές επιχειρήσεις (πωλητές) και την αγορά των εν λόγω πλοίων από ναυτιλιακές εταιρείες (αγοραστές), καθώς και τη χρηματοδότηση των εν λόγω συναλλαγών μέσω ειδικού νομικού και χρηματοοικονομικού σχήματος.

(9)

Το καθεστώς STL στηρίζεται:

σε ειδικό νομικό και χρηματοοικονομικό σχήμα, το οποίο οργανώνεται από τράπεζα και παρεμβάλλεται μεταξύ της ναυτιλιακής εταιρείας και της ναυπηγικής επιχείρησης, δηλαδή μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή του πλοίου, αντιστοίχως·

σε σύνθετο πλέγμα συμβάσεων μεταξύ των διαφόρων μερών·

στην εφαρμογή σειράς ισπανικών φορολογικών ρυθμίσεων.

(10)

Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, οι ισπανικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι το καθεστώς STL έχει εφαρμοστεί σε 273 συναλλαγές ναυπήγησης και αγοράς που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2002 και της 30ής Ιουνίου 2010, συνολικής αξίας 8 727 997 332 ευρώ. Η εφαρμογή του καθεστώτος συνεχίστηκε έως τις 29 Ιουνίου 2011, ημερομηνία κατά την οποία κινήθηκε η επίσημη διαδικασία έρευνας. Οι αγοραστές είναι ναυτιλιακές εταιρείες από ολόκληρη την Ευρώπη και από τρίτες χώρες. Σε όλες τις συναλλαγές, εκτός από μία (σύμβαση αξίας 6 148 969 ευρώ), συμμετείχαν ισπανικά ναυπηγεία.

2.1.   ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ STL — ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΣΧΗΜΑ

(11)

Όπως προαναφέρθηκε, οιαδήποτε πράξη βάσει του καθεστώτος STL παρέχει στον πλοιοκτήτη τη δυνατότητα κατασκευής νέου πλοίου με έκπτωση 20-30 % επί της τιμής που χρεώνει το ναυπηγείο. Για να εξασφαλίσει τη μειωμένη τιμή (μετά την αφαίρεση της έκπτωσης), η εκάστοτε ναυτιλιακή εταιρεία υποχρεούται να αποδεχθεί τον όρο να μην αγοράσει το πλοίο απευθείας από τη ναυπηγική επιχείρηση, αλλά από όμιλο οικονομικού σκοπού (ΟΟΣ), ο οποίος έχει συσταθεί δυνάμει του ισπανικού δικαίου από τράπεζα.

(12)

Το σχήμα STL είναι ένα καθεστώς φορολογικού σχεδιασμού, το οποίο οργανώνεται κατά κανόνα από τράπεζα με σκοπό τη δημιουργία φορολογικών πλεονεκτημάτων για τους επενδυτές στο πλαίσιο ενός ΟΟΣ που διέπεται από φορολογική διαφάνεια και τη μεταβίβαση μέρους των εν λόγω φορολογικών πλεονεκτημάτων στη ναυτιλιακή εταιρεία με τη μορφή έκπτωσης επί της τιμής του πλοίου. Τα υπόλοιπα πλεονεκτήματα διατηρούνται από τους επενδυτές του ΟΟΣ ως ανταμοιβή για την επένδυσή τους. Πέραν του ΟΟΣ, στις πράξεις που πραγματοποιούνται βάσει του καθεστώτος STL συμμετέχουν και άλλοι ενδιάμεσοι φορείς, όπως τράπεζες και εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης (βλέπε διάγραμμα κατωτέρω).

Image

(13)

Στην πράξη, ο ΟΟΣ μισθώνει το πλοίο από εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης από την ημερομηνία έναρξης της κατασκευής του. Μόλις ολοκληρωθεί η κατασκευή, ο ΟΟΣ εκναυλώνει το κενό πλοίο στη ναυτιλιακή εταιρεία, η οποία ξεκινά την εκμετάλλευση του πλοίου. Σε κάθε περίπτωση, ο ΟΟΣ δεσμεύεται να αγοράσει το πλοίο κατά τη λήξη της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης και η ναυτιλιακή εταιρεία δεσμεύεται να αγοράσει το πλοίο κατά τη λήξη της σύμβασης ναύλωσης κενού πλοίου, δυνάμει αμοιβαίων συμβάσεων δικαιωμάτων αγοράς και πώλησης (5). Η ημερομηνία άσκησης των δικαιωμάτων που καθορίζονται στη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης ορίζεται μερικές εβδομάδες πριν από την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος που προβλέπεται στους όρους της ναύλωσης κενού πλοίου. Αμφότερα τα δικαιώματα ασκούνται αφού ο ΟΟΣ υπαχθεί στο φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα (για αναλυτικότερη περιγραφή, βλέπε τμήμα 2.2.4, Μέτρο 4: Φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα). Τα ενδιαφερόμενα μέρη υπογράφουν συμφωνία-πλαίσιο ώστε να διασφαλισθεί ότι όλα τα μέρη αποδέχονται την οργάνωση και τη λειτουργία του σχήματος STL.

(14)

Οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ των διαφόρων συμμετεχόντων στο πλαίσιο του καθεστώτος STL περιγράφονται αναλυτικότερα στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό (τμήμα 2.2) (6) με την παράθεση παραδειγμάτων που διαβιβάσθηκαν από την Ισπανία (7).

2.2.   ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ STL

(15)

Σκοπός του καθεστώς STL που περιγράφεται στο τμήμα 2.1 ανωτέρω είναι καταρχάς η δημιουργία των πλεονεκτημάτων που συνεπάγονται ορισμένα φορολογικά μέτρα υπέρ του ΟΟΣ και των επενδυτών που συμμετέχουν σε αυτόν, και εν συνεχεία η μεταβίβαση μέρους των εν λόγω πλεονεκτημάτων στη ναυτιλιακή εταιρεία που αγοράζει καινούργιο πλοίο.

(16)

Ο ΟΟΣ απολαύει των φορολογικών πλεονεκτημάτων σε δύο στάδια, υπό δύο διαφορετικές δέσμες φορολογικών κανόνων. Στο πρώτο στάδιο, η πρόωρη και εσπευσμένη απόσβεση του μισθωμένου πλοίου εφαρμόζεται στο πλαίσιο του «κανονικού» καθεστώτος φορολογίας εταιρειών. Η διαδικασία αυτή συνεπάγεται σημαντικές φορολογικές ζημίες για τον ΟΟΣ. Λόγω της φορολογικής διαφάνειας του ΟΟΣ, οι φορολογικές αυτές ζημίες μπορούν να εκπίπτουν από τα έσοδα των επενδυτών κατ’ αναλογία των μετοχών τους στον ΟΟΣ.

(17)

Υπό κανονικές συνθήκες, τα ποσά που εξοικονομούνται από τη φορολογία στην πρόωρη και εσπευσμένη απόσβεση του κόστους του πλοίου πρέπει να αντισταθμίζονται σε μεταγενέστερο στάδιο με την αύξηση των καταβαλλόμενων φόρων είτε μετά την πλήρη απόσβεση του πλοίου, οπότε δεν μπορούν να εκπέσουν πλέον άλλες δαπάνες απόσβεσης, είτε μετά την πώληση του πλοίου και τη συνεπαγόμενη κεφαλαιακή υπεραξία που προκύπτει από την πώληση (8). Λόγω της φορολογικής διαφάνειας του ΟΟΣ, τα αυξημένα κέρδη του κατά τα επόμενα έτη κανονικά προστίθενται στα έσοδα των επενδυτών και φορολογούνται.

(18)

Ωστόσο, βάσει του καθεστώτος STL, οι ΟΟΣ δεν κρατούν τα πλοία μετά την πλήρη απόσβεση του κόστους τους. Στο δεύτερο στάδιο, τα ποσά που εξοικονομούνται από τη φορολογία ως αποτέλεσμα της μεταβίβασης των αρχικών ζημιών στους επενδυτές διασφαλίζονται με τη μεταστροφή του ΟΟΣ στο φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα (TT) για τη φορολογία εισοδήματος και την πλήρη απαλλαγή της κεφαλαιακής υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση του πλοίου –λίγο μετά τη μεταστροφή στο νέο καθεστώς– στη ναυτιλιακή εταιρεία (9). Για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τα δύο προαναφερόμενα στάδια, βλέπε απόφαση C(2011) 4494 τελικό (τμήμα 2.3.1).

(19)

Βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή (10), το συνδυασμένο αποτέλεσμα των φορολογικών μέτρων που εφαρμόζονται δυνάμει του καθεστώτος STL παρέχει στον ΟΟΣ και στους επενδυτές του τη δυνατότητα να αποκομίσουν φορολογικό κέρδος της τάξης του 30 % περίπου επί του αρχικού ακαθάριστου τιμήματος του πλοίου. Ένα ποσοστό αυτού το φορολογικού κέρδους –από το οποίο επωφελούνται αρχικά ο ΟΟΣ και οι επενδυτές του– παρακρατείται από τους επενδυτές (10-15 %) και το υπόλοιπο ποσοστό μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία (85-90 %), η οποία αποκτά εντέλει την κυριότητα του πλοίου, με έκπτωση μεταξύ 20 % και 30 % επί του αρχικού ακαθάριστου τιμήματος του πλοίου.

(20)

Όπως προαναφέρθηκε, οι πράξεις στο πλαίσιο του καθεστώτος STL συνδυάζουν διάφορα επιμέρους –πλην όμως αλληλοσυνδεόμενα– φορολογικά μέτρα, τα οποία αποσκοπούν στη δημιουργία φορολογικού πλεονεκτήματος. Τα μέτρα αυτά περιγράφονται συνοπτικά στο τμήμα που ακολουθεί. Για την αναλυτικότερη περιγραφή τους, βλέπε απόφαση C(2011) 4494 τελικό (τμήμα 2.4).

2.2.1.   Μέτρο 1: Εσπευσμένη απόσβεση  (11) στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση

(άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS)

(21)

Στην Ισπανία, η φορολογική μεταχείριση μιας συναλλαγής χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι διαφορετική από τη λογιστική της μεταχείριση. Το κεφάλαιο XIII του βασιλικού νομοθετικού διατάγματος αριθ. 4/2004, της 5ης Μαρτίου 2004, για την έγκριση του ενοποιημένου κειμένου του νόμου περί φορολογίας των εταιρειών (TRLIS) (12) και το άρθρο 49 του βασιλικού διατάγματος αριθ. 1777/2004, της 30ής Ιουλίου 2004, για την έγκριση του κανονισμού περί φορολογίας των εταιρειών (RIS) (13) εφαρμόζονται για τη χρηματοδότηση συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης ελάχιστης διάρκειας ισχύος δύο ετών εάν αφορούν κινητή περιουσία, και δέκα ετών εάν αφορούν ακίνητη περιουσία ή βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

(22)

Αποκλειστικά για φορολογικούς σκοπούς, το ποσοστό των πληρωμών που επιτρέπει στον εκμισθωτή να καλύψει το κόστος του στοιχείου ενεργητικού (14) θεωρείται εκπίπτουσα δαπάνη εντός ορισμένων ορίων, δηλαδή: το ποσό που εκπίπτει δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του κόστους του στοιχείου ενεργητικού επί το διπλάσιο ή τριπλάσιο του επίσημου συντελεστή μέγιστης γραμμικής απόσβεσης για το συγκεκριμένο είδος στοιχείου ενεργητικού.

(23)

Στην περίπτωση των πλοίων, η διάρκεια της συνήθους γραμμικής απόσβεσης εκτείνεται, για φορολογικούς σκοπούς, σε δέκα έτη (10 % ετησίως). Ο μέγιστος συντελεστής εσπευσμένης απόσβεσης για στοιχεία ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση κυμαίνεται από 20 % έως 30 % ετησίως (από 40 έως 60 μήνες). Δυνάμει της ισπανικής νομοθεσίας, οι ιδιοκτήτες πλοίων μπορούν επίσης να προβούν σε απόσβεση σύμφωνα με τη φθίνουσα μέθοδο υπολογισμού αποσβέσεων (15) ή με τη μέθοδο αθροίσματος σειράς ετών ζωής (SYD) (16).

2.2.2.   Μέτρο 2: Διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση

(άρθρο 115 παράγραφος 11 και άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS)

(24)

Βάσει του άρθρου 115 παράγραφος 6 του TRLIS, η εσπευσμένη απόσβεση του στοιχείου ενεργητικού που τελεί υπό χρηματοδοτική μίσθωση ξεκινά κατά την ημερομηνία έναρξης της εκμετάλλευσής του, δηλαδή όχι πριν από την παράδοση του στοιχείου ενεργητικού και την έναρξη χρήσης του από τον μισθωτή. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS (17), το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών δύναται, κατόπιν επίσημης αίτησης του μισθωτή, να ορίσει νωρίτερα την ημερομηνία έναρξης της απόσβεσης. Καταρχήν, η διάταξη αυτή ισχύει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για όλα τα στοιχεία ενεργητικού υπό χρηματοδοτική μίσθωση που καλύπτονται από σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης και είναι επιλέξιμα για εσπευσμένη απόσβεση.

(25)

Στην πραγματικότητα, το άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS επιβάλλει δύο γενικούς όρους. Πρώτον, η νέα ημερομηνία έναρξης πρέπει να προσδιορίζεται λαμβανομένων υπόψη των «ειδικών χαρακτηριστικών της περιόδου της σύμβασης ή της περιόδου κατασκευής που προβλέπεται για το στοιχείο ενεργητικού και του ειδικού χαρακτήρα της οικονομικής χρήσης του». Σύμφωνα με το άρθρο 49 του RIS, η μόνη περίπτωση κατά την οποία οι φορολογικές αρχές επιτρέπουν την πρόωρη απόσβεση από την έναρξη της περιόδου κατασκευής, είναι όταν η εν λόγω περίοδος κατασκευής υπερβαίνει τους 12 μήνες, και εφόσον προβλέπονται στη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης προκαταβολές μισθωμάτων. Δεύτερον, «ο προσδιορισμός της εν λόγω ημερομηνίας δεν (πρέπει να) επηρεάζει τον υπολογισμό του φορολογητέου ποσού που προκύπτει από την πραγματική χρήση του στοιχείου ενεργητικού ή των πληρωμών που απορρέουν από τη μεταβίβαση της κυριότητας, ποσά που πρέπει να καθορίζονται με βάση είτε το γενικό φορολογικό καθεστώς είτε το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στο κεφάλαιο VIII του τίτλου VII του TRLIS».

(26)

Σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS (18), τα στοιχεία ενεργητικού τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του καθεστώτος πρόωρης απόσβεσης που περιγράφεται στο άρθρο 115 παράγραφος 1 του TRLIS εκμισθώνονται σε ΟΟΣ που είναι εγγεγραμμένοι στην Ισπανία και οι οποίοι θα τα εκμισθώνουν, με τη σειρά τους, σε τρίτα μέρη. Επιπλέον, στο άρθρο 49 του RIS καθορίζεται η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται κατά την υποβολή αίτησης πρόωρης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση.

2.2.3.   Μέτρο 3: Όμιλοι οικονομικού σκοπού (ΟΟΣ)

(27)

Όπως προαναφέρθηκε, οι ισπανικοί ΟΟΣ διαθέτουν ξεχωριστή νομική προσωπικότητα από αυτήν των μελών τους. Ως εκ τούτου, οι ΟΟΣ μπορούν να υποβάλουν αίτηση για την εφαρμογή τόσο του μέτρου πρόωρης απόσβεσης όσο και του εναλλακτικού φορολογικού καθεστώτος με βάση τη χωρητικότητα όπως προβλέπεται στα άρθρα 124 έως 128 του TRLIS (βλέπε τμήμα 2.2.4.), εφόσον πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας δυνάμει της ισπανικής νομοθεσίας, ακόμα και αν κανένα από τα μέλη τους δεν είναι ναυτιλιακή εταιρεία.

(28)

Ωστόσο, από φορολογική σκοπιά, οι ΟΟΣ χαρακτηρίζονται από διαφάνεια όσον αφορά τους μετόχους τους που είναι εγκατεστημένοι στην Ισπανία. Με άλλα λόγια, για φορολογικούς σκοπούς, τα κέρδη (ή οι ζημίες) που καταγράφουν οι ΟΟΣ καταλογίζονται κατ’ αναλογία απευθείας στα μέλη τους που είναι εγκατεστημένα στην Ισπανία. Δεδομένου ότι οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL, θεωρούνται από τα μέλη τους επενδυτικοί φορείς –και όχι μέσο από κοινού άσκησης μιας δραστηριότητας– τα μέλη των ΟΟΣ αναφέρονται στην παρούσα απόφαση ως επενδυτές.

(29)

Λόγω της φορολογικής τους διαφάνειας, οι ΟΟΣ δύνανται να μετακυλίουν τις σημαντικές ζημίες που υφίστανται μέσω της πρόωρης και εσπευσμένης απόσβεσης απευθείας στους επενδυτές, οι οποίοι μπορούν να αντισταθμίζουν τις ζημίες αυτές με τα δικά τους κέρδη και να μειώνουν τον οφειλόμενο φόρο.

2.2.4.   Μέτρο 4: Φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα (TT) (άρθρα 124 έως 128 του TRLIS)

(30)

Η ισπανική νομοθεσία σχετικά με το καθεστώς TT ισχύει από το 2002. Προβλέπει εναλλακτική μέθοδο υπολογισμού των φορολογητέων κερδών των ναυτιλιακών εταιρειών σε σχέση με τις αντίστοιχες επιλέξιμες δραστηριότητες μεταφορών με βάση τη χωρητικότητα που χρησιμοποιείται πραγματικά και όχι τη διαφορά μεταξύ εσόδων και δαπανών.

(31)

Η Επιτροπή έχει εγκρίνει (19) το ισπανικό καθεστώς TT ως συμβιβάσιμη κρατική ενίσχυση βάσει των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών (20) (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές»). Οι διατάξεις που διέπουν το καθεστώς TT περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο XVII, άρθρα 124 έως 128 του TRLIS.

(32)

Η Ισπανία έχει θεσπίσει επίσης μέτρα εφαρμογής, τα οποία περιλαμβάνονται στον τίτλο VI, άρθρα 50, 51 και 52 του RIS. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σε αντίθεση με τους κανόνες που προβλέπονται στα άρθρα 124 έως 128 του TRLIS, οι οποίοι είχαν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και είχαν λάβει την έγκρισή της, τα εν λόγω μέτρα εφαρμογής, και ιδίως η εξαίρεση που περιλαμβάνεται στο άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS (βλέπε τμήμα 2.2.5), δεν κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή ούτε έλαβαν την έγκρισή της.

(33)

Όπως συμβαίνει και σε άλλα κράτη μέλη, η υπαγωγή στο ισπανικό καθεστώς TT είναι προαιρετική και προϋποθέτει την προηγούμενη έγκριση των φορολογικών αρχών, η οποία ισχύει για δέκα έτη. Τα έσοδα από μη ναυτιλιακές, ή μη επιλέξιμες, δραστηριότητες υπόκεινται στους συνήθεις κανόνες φόρου εισοδήματος.

(34)

Δυνάμει της ισπανικής νομοθεσίας, οι ΟΟΣ που συμμετέχουν στο καθεστώς STL μπορούν να είναι εγγεγραμμένοι στα νηολόγια (21) επειδή, σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, στις δραστηριότητές τους περιλαμβάνεται η εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων. Ως εκ τούτου, η έννοια της εκμετάλλευσης πλοίου εμπεριέχει τη διάθεση ενός πλοίου σε τρίτους βάσει σύμβασης ναύλωσης κενού πλοίου.

(35)

Η φορολογητέα βάση για επιλέξιμες ναυτιλιακές δραστηριότητες υπολογίζεται με βάση την ολική χωρητικότητα:

Καθαρή χωρητικότητα

Ημερήσιο ποσό ανά 100 τόνους (σε ευρώ)

Από 0 έως 1 000

0,90

Από 1 001 έως 10 000

0,70

Από 10 001 έως 25 000

0,40

Άνω των 25 001

0,20

(36)

Αφού υπολογιστεί η εναλλακτική φορολογητέα βάση σύμφωνα με την ολική χωρητικότητα που χρησιμοποιεί πραγματικά μια ναυτιλιακή εταιρεία, εφαρμόζεται επί της βάσης αυτής ο κανονικός συντελεστής φόρου εταιρειών.

(37)

Δυνάμει της πρώτης περίπτωσης του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS, θεωρείται ότι η φορολογητέα βάση του καθεστώτος TT περιλαμβάνει το σύνολο των εσόδων που προκύπτουν από (επιλέξιμες) ναυτιλιακές δραστηριότητες ανοικτής θάλασσας, συμπεριλαμβανομένης, ειδικότερα, της κεφαλαιακής υπεραξίας που απορρέει από τη μεταπώληση καινούργιων πλοίων, τα οποία αποκτήθηκαν από επιχείρηση υπό τους ευνοϊκούς όρους του καθεστώτος TT, ενώ η επιχείρηση εξακολουθεί να υπάγεται στο καθεστώς TT. Αντιστρόφως, βάσει των συνήθων κανόνων φορολογίας εταιρειών, δεδομένου ότι η φορολογητέα βάση ορίζεται ως η διαφορά μεταξύ των εσόδων και των δαπανών, όταν μια επιχείρηση αγοράζει πλοία και τα μεταπωλεί με κεφαλαιακή υπεραξία, η εν λόγω έκτακτη κεφαλαιακή υπεραξία συνιστά φορολογητέο εισόδημα και αυξάνει, συνεπώς, τη φορολογητέα βάση σύμφωνα με την οποία επιβάλλεται ο φόρος εταιρειών.

Φορολογική μεταχείριση της έκτακτης κεφαλαιακής υπεραξίας στο πλαίσιο της υπαγωγής πλοίων στο καθεστώς TT

(38)

Σε περίπτωση που ένα πλοίο, το οποίο δεν είναι πλέον καινούργιο, και η φορολόγηση του αντίστοιχου εισοδήματος μεταστρέφονται από το κανονικό καθεστώς φορολογίας εταιρειών στο καθεστώς TT, εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες. Εάν πρόκειται για πλοία τα οποία είτε ανήκουν ήδη στην επιχείρηση κατά την υπαγωγή της στο καθεστώς TT είτε είναι μεταχειρισμένα (εφεξής «χρησιμοποιημένα πλοία») και αγοράζονται όταν η επιχείρηση υπάγεται ήδη στους ευνοϊκούς όρους του καθεστώτος TT, εφαρμόζεται ειδική διαδικασία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS (22). Βάσει της εν λόγω διαδικασίας, η φορολόγηση ορισμένων ποσών συντελείται σύμφωνα με ρυθμίσεις του κανονικού καθεστώτος φορολογίας των εταιρειών μόνον εφόσον το πλοίο μεταπωλείται:

Το πρώτο οικονομικό έτος κατά το οποίο εφαρμόζεται το καθεστώς TT ή κατά το οποίο αγοράστηκαν τα χρησιμοποιημένα πλοία, δεν πρέπει να συνυπολογίζονται τα αποθεματικά τα μη δυνάμενα να κατανεμηθούν που ισούνται με τη διαφορά μεταξύ της κανονικής τιμής αγοράς και της καθαρής λογιστικής αξίας καθενός από τα πλοία που διέπονται από τον συγκεκριμένο κανόνα· ή, η διαφορά αυτή πρέπει να δηλώνεται ξεχωριστά στην ετήσια έκθεση κάθε πλοίου, για καθένα από τα οικονομικά έτη κατά τα οποία παρακρατείται η κυριότητα των εν λόγω πλοίων.

Το ποσό των ανωτέρω θετικών αποθεματικών, καθώς και της θετικής διαφοράς, κατά την ημερομηνία μεταβίβασης της κυριότητας, μεταξύ της φορολογικής και της λογιστικής απόσβεσης για το πλοίο που πωλήθηκε, προστίθεται στη φορολογητέα βάση του καθεστώτος TT που αναφέρεται στο άρθρο 125 παράγραφος 1 του TRLIS μόλις ολοκληρωθεί η πώληση του πλοίου.

(39)

Συνεπώς, βάσει της συνήθους εφαρμογής του ισπανικού καθεστώτος TT, όπως εγκρίθηκε από την Επιτροπή, η δυνητική κεφαλαιακή υπεραξία φορολογείται κατά την υπαγωγή στο καθεστώς TT και θεωρείται ότι η φορολόγηση της κεφαλαιακής υπεραξίας συντελείται, αν και καθυστερημένα, σε μεταγενέστερο στάδιο, κατά την πώληση ή την απόσυρση του πλοίου. Όπως διευκρινίζεται στο τμήμα 2.2.5, δυνάμει του καθεστώτος STL, η φορολόγηση αυτή δεν μετατίθεται χρονικά, αλλά αποφεύγεται τελείως, διότι τα αντίστοιχα πλοία θεωρούνται καινούργια και όχι χρησιμοποιημένα. Κατά συνέπεια, δεν εφαρμόζεται η ειδική διαδικασία.

2.2.5.   Μέτρο 5: Άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS

(40)

Στην περίπτωση των εγκεκριμένων συναλλαγών δυνάμει του καθεστώτος STL, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι ΟΟΣ μπορούν να εγκαταλείψουν το κανονικό καθεστώς φορολογίας των εταιρειών και να υπαχθούν στο καθεστώς TT χωρίς να τακτοποιήσουν τις αφανείς φορολογικές υποχρεώσεις, που προκύπτουν από την πρόωρη και εσπευσμένη απόσβεση, είτε κατά την υπαγωγή τους στο καθεστώς TT είτε σε μεταγενέστερο στάδιο, κατά την πώληση ή την απόσυρση του πλοίου.

(41)

Πράγματι, κατ’ εξαίρεση του κανόνα που προβλέπεται στο άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS, το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS (23) ορίζει ότι, κατά την αγορά πλοίων μέσω δικαιώματος αγοράς στο πλαίσιο σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης που έχει εγκριθεί προηγουμένως από τις φορολογικές αρχές, τα εν λόγω πλοία θεωρούνται καινούργια (24) και όχι χρησιμοποιημένα, και δεν λαμβάνεται υπόψη εάν έχουν αποτελέσει ήδη αντικείμενο εκμετάλλευσης ή απόσβεσης κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος μίσθωσης, δηλαδή μετά τη μεταστροφή του ΟΟΣ στο καθεστώς TT. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, η εν λόγω εξαίρεση ίσχυε μόνο για ειδικές συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης που είχαν λάβει έγκριση από τις φορολογικές αρχές στο πλαίσιο της υποβολής αιτήσεων πρόωρης απόσβεσης δυνάμει του άρθρου 115 παράγραφος 11 του TRLIS (βλέπε τμήμα 2.2.2 παραπάνω, Μέτρο 2: Διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση) δηλαδή σε σχέση με μισθωμένα καινούργια ποντοπόρα πλοία που αγοράστηκαν μέσω πράξεων στο πλαίσιο του καθεστώτος STL και, εξαιρουμένης μιας περίπτωσης, από ισπανικά ναυπηγεία.

(42)

Σε αυτές τις περιπτώσεις θεωρείται ότι το πλοίο αγοράστηκε καινούργιο από τον ΟΟΣ κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος μίσθωσης, δηλαδή μετά την υπαγωγή του ΟΟΣ στο καθεστώς TT. Η προβλεπόμενη εξαίρεση στο άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS έχει ως πρώτη συνέπεια την αποφυγή της εφαρμογής των κανόνων που καθορίζονται στο άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS. Δεν απαιτείται από τον ΟΟΣ να διαθέτει αποθεματικό μη δυνάμενο να κατανεμηθεί, ενώ δεν φορολογείται ούτε η θετική διαφορά μεταξύ του τιμήματος που καταβάλλει η ναυτιλιακή εταιρεία και της λογιστικής αξίας του πλοίου στα λογιστικά βιβλία του ΟΟΣ (25) ούτε η θετική διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας και της φορολογητέας αξίας του πλοίου (26). Η δεύτερη συνέπεια συνίσταται στο γεγονός ότι τα έσοδα από την πώληση προς τη ναυτιλιακή εταιρεία (το τίμημα της άσκησης του δικαιώματος ναύλωσης κενού πλοίου) θεωρείται ότι προέρχονται από πλοίο το οποίο αγοράστηκε και μεταπωλήθηκε από επιχείρηση που υπάγεται στους ευνοϊκούς όρους του καθεστώτος TT και συμπεριλαμβάνεται στη φορολογητέα βάση του καθεστώτος TT σύμφωνα με την πρώτη περίπτωση του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS.

3.   ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

(43)

Σε πρώτη φάση, η Επιτροπή διατύπωσε την άποψη ότι, παρά την εφαρμογή διαφορετικών φορολογικών μέτρων, το ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης θα έπρεπε να εξεταστεί ως ενιαίο σύστημα (γενική προσέγγιση), διότι τα διαφορετικά μέτρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνον από κοινού, de jure ή de facto, και αποφάνθηκε ότι το εν λόγω καθεστώς συνιστά κρατική ενίσχυση.

(44)

Σε δεύτερη φάση, τα επιμέρους μέτρα αξιολογήθηκαν ξεχωριστά (κατά περίπτωση προσέγγιση) και η Επιτροπή κατέληξε στο στάδιο αυτό στα ακόλουθα συμπεράσματα:

Η εσπευσμένη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (μέτρο αριθ. 1) θα μπορούσε να συνιστά κρατική ενίσχυση, αλλά σε κάθε περίπτωση συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση λόγω της εφαρμογής της πριν από την υπαγωγή στο καθεστώς. Ως εκ τούτου, δεν κινήθηκε η επίσημη διαδικασία έρευνας για το συγκεκριμένο μέτρο.

Η πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (μέτρο αριθ. 2) θα μπορούσε να συνιστά κρατική ενίσχυση, διότι παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα λόγω της ασάφειας των όρων που προβλέπονται από την ισπανική νομοθεσία και της διακριτικής ευχέρειας που ασκείται από τις ισπανικές φορολογικές αρχές κατά την ερμηνεία των εν λόγω όρων. Το μέτρο αυτό, το οποίο τέθηκε σε ισχύ το 2002 (27), χαρακτηρίστηκε παράνομο και ενδεχομένως μη συμβιβάσιμη κρατική ενίσχυση.

Το καθεστώς των ΟΟΣ (μέτρο αριθ. 3) δεν χαρακτηρίστηκε δυνάμει κρατική ενίσχυση. Ως εκ τούτου, δεν κινήθηκε η επίσημη διαδικασία έρευνας για το συγκεκριμένο μέτρο.

Το καθεστώς TT (μέτρο αριθ. 4) εγκρίθηκε το 2002 από την Επιτροπή ως συμβιβάσιμη κρατική ενίσχυση. Το συμβιβάσιμο του καθεστώτος TT, όπως εγκρίθηκε, δεν αμφισβητήθηκε στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό. Δυνάμει της έγκρισης που χορήγησε η Επιτροπή, το εν λόγω μέτρο πρέπει σε κάθε περίπτωση να θεωρείται υφιστάμενη ενίσχυση.

Εντούτοις, η Επιτροπή έθεσε υπό αμφισβήτηση δύο πτυχές που αφορούν το καθεστώς TT:

Η Επιτροπή έθεσε εν αμφιβόλω τη δυνατότητα που παρέχεται σε ορισμένες επιχειρήσεις, όπως οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL, να υπάγονται στους ευνοϊκούς όρους του καθεστώτος TT όταν οι δραστηριότητές τους περιορίζονται στην ενοικίαση ή χρηματοδοτική εκμίσθωση πλοίων βάσει σύμβασης ναύλωσης κενού πλοίου. Η Επιτροπή έκρινε ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις δεν δραστηριοποιούνται στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών αγαθών ή επιβατών, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4055/86 του Συμβουλίου (28) και στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3577/92 του Συμβουλίου (29), αλλά στους τομείς των επενδύσεων χρηματοοικονομικού χαρακτήρα και της ενοικίασης ή χρηματοδοτικής εκμίσθωσης αγαθών. Η Επιτροπή επεσήμανε ότι η επιλεξιμότητα των επιχειρήσεων αυτών για την υπαγωγή τους στο ισπανικό καθεστώς TT ουδέποτε κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή ούτε έλαβε την έγκρισή της.

Η φοροαπαλλαγή για την κεφαλαιακή υπεραξία (μέτρο αριθ. 5) που προκύπτει από τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος TT (άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS) και παρουσιάστηκε από τις ισπανικές αρχές ως μέρος του εγκριθέντος καθεστώτος TT, θεωρήθηκε πρόσθετο μέτρο το οποίο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της έγκρισης που είχε χορηγήσει η Επιτροπή το 2002. Το συγκεκριμένο μέτρο χαρακτηρίστηκε επίσης παράνομο και ενδεχομένως μη συμβιβάσιμη ενίσχυση.

(45)

Ως δυνητικοί αποδέκτες των ενισχύσεων χαρακτηρίστηκαν:

οι ΟΟΣ ως κύριοι αποδέκτες των φορολογικών πλεονεκτημάτων·

τα μέλη/επενδυτές των ΟΟΣ που ευνοούνται από τα φορολογικά πλεονεκτήματα βάσει της διαφάνειας των ΟΟΣ·

οι ναυτιλιακές εταιρείες που απολαύουν μέρους των φορολογικών πλεονεκτημάτων με τη μορφή έκπτωσης επί της τιμής του πλοίου·

ενδεχομένως τα ναυπηγεία, οι τράπεζες που συμμετέχουν, οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης και άλλοι ενδιάμεσοι φορείς.

(46)

Η Επιτροπή έκρινε ότι οι ενισχύσεις δεν φαίνεται να είναι συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά.

4.   ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

(47)

Παρατηρήσεις ελήφθησαν από τις ισπανικές αρχές και από 41 τρίτα μέρη, μεταξύ των οποίων δημόσιες αρχές, κλαδικές ενώσεις και μεμονωμένες επιχειρήσεις που είτε συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL είτε ανταγωνίζονται εκείνες που συμμετέχουν στις εν λόγω πράξεις, όπως ναυπηγεία και ναυπηγικές ενώσεις της αλλοδαπής.

(48)

Οι παρατηρήσεις αφορούν τις ακόλουθες πτυχές της αξιολόγησης που διενήργησε η Επιτροπή στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό:

διαδικαστικές πτυχές·

η γενική προσέγγιση: αξιολόγηση του καθεστώτος STL έναντι της αξιολόγησης των επιμέρους μέτρων που αποτελούν μέρος του καθεστώτος STL·

κατά πόσον τα επιμέρους μέτρα ισοδυναμούν με κρατική ενίσχυση (παρουσία πλεονεκτήματος, κρατικών πόρων, καταλογισμός στο κράτος, επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και στις εμπορικές συναλλαγές) και εάν ορισμένα από αυτά συνιστούν υφιστάμενη ενίσχυση·

χαρακτηρισμός των αποδεκτών των ενισχύσεων·

συμβιβάσιμο των πιθανών κρατικών ενισχύσεων·

φραγμοί στην ανάκτηση των ενισχύσεων (ίση μεταχείριση, δικαιολογημένη εμπιστοσύνη, ασφάλεια δικαίου).

4.1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(49)

Η Ισπανία εκτιμά ότι η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας χωρίς να διασταυρώσει δεόντως τα βασικά της συμπεράσματα με τις ισπανικές αρχές. Ως εκ τούτου, παραβιάστηκαν τόσο το δικαίωμα ακροάσεως του ισπανικού κράτους όσο και η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως που είναι καίριας σημασίας σε κάθε διοικητική διαδικασία.

(50)

Σύμφωνα με διάφορα τρίτα μέρη, η Επιτροπή όφειλε να κάνει χρήση της διαδικασίας υφιστάμενης ενίσχυσης, διότι εάν όντως συνιστούν ενίσχυση, τα δύο ενεχόμενα φορολογικά μέτρα (οι κανόνες απόσβεσης για στοιχεία ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση και το καθεστώς TT) θα έπρεπε να χαρακτηριστούν ως υφιστάμενη ενίσχυση.

4.2.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ STL/ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΜΕΤΡΩΝ

4.2.1.   Οι καταγγέλλοντες

(51)

Η ένωση Holland Shipbuilding φρονεί ότι το καθεστώς STL πρέπει να εξεταστεί ως ενιαίο σύστημα, αφενός, διότι πρόκειται για οργανωμένο σύστημα το οποίο σκοπίμως εκμεταλλεύεται διαφορετικά φορολογικά μέτρα για τη δημιουργία οικονομικού πλεονεκτήματος, το οποίο είναι μακράν μεγαλύτερο από το συνολικό πλεονέκτημα που θα μπορούσε να αποκομισθεί από την ξεχωριστή εφαρμογή των διαφόρων επιμέρους μέτρων, και, αφετέρου, διότι τα εν λόγω μέτρα είναι αλληλεξαρτώμενα. Η χρήση του καθεστώτος TT παρέχει στους ΟΟΣ τη δυνατότητα να μετατρέπουν σε μόνιμο πλεονέκτημα το προσωρινό πλεονέκτημα που απορρέει από την πρόωρη και εσπευσμένη απόσβεση. Η ασάφεια των όρων που διέπουν την εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης και η ερμηνεία τους από τις ισπανικές αρχές εκχωρεί στις φορολογικές αρχές το δικαίωμα της διακριτικής ευχέρειας. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι, στην πράξη, η έγκριση χορηγείται μόνον εφόσον πρόκειται για μεταστροφή από το κανονικό καθεστώς φορολογίας των εταιρειών προς το καθεστώς TT.

(52)

Η δανική λιμενική αρχή και […] (30)  (31) χαρακτηρίζουν επίσης το καθεστώς STL συνολικά ως καθεστώς κρατικών ενισχύσεων, το οποίο, ανεξαρτήτως των αποδεκτών του, παρέχει σαφώς οικονομικό πλεονέκτημα σε ορισμένες επιχειρήσεις.

4.2.2.   Η Ισπανία και οι συμμετέχοντες στις συναλλαγές βάσει του φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μίσθωσης

(53)

Ωστόσο, η Ισπανία και οι επιχειρήσεις που χαρακτηρίσθηκαν από την Επιτροπή ως δυνητικοί αποδέκτες των ενισχύσεων (ναυτιλιακές εταιρείες, τράπεζες, επενδυτές τον ΟΟΣ, ναυπηγεία που συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL) αμφισβητούν αυτή τη γενική προσέγγιση.

(54)

Εκτιμούν ότι το καθεστώς STL δεν κατοχυρώνεται καθεαυτό στην ισπανική φορολογική νομοθεσία, ότι οι πράξεις βάσει του καθεστώτος STL συνιστούν ιδιωτικές συμφωνίες (χρηματοδοτική μίσθωση, ναύλωση κενού πλοίου, ΟΟΣ) που συνάπτονται από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι μπορούν να επιλέγουν ελεύθερα τον οικονομικότερο τρόπο χρηματοδότησης ενός στοιχείου ενεργητικού και να κάνουν χρήση των συμβατικών και φορολογικών ρυθμίσεων που τίθενται στη διάθεσή τους. Υποστηρίζουν επίσης ότι δεν πρέπει να θεωρείται υπεύθυνη η Ισπανία για πλεονεκτήματα που αποκομίζουν οι φορολογούμενοι στην προσπάθειά τους να μειώσουν τον φορολογικό φόρτο που επωμίζονται. Επιπλέον, η φορολογική νομοθεσία δεν επιβάλλει τη χρήση όλων των μέτρων που αναφέρει η Επιτροπή στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό.

(55)

Η Asociación Española de Banca (ισπανική ένωση τραπεζών – AEB) εκτιμά ότι πρόκειται για την πρώτη φορά που η Επιτροπή διαπιστώνει την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης σε συνδυασμό δικαιοπραξιών μεταξύ οντοτήτων ιδιωτικού δικαίου και όχι σε νομοθετική διάταξη.

(56)

Κατά την εκτίμηση της AEB, δεν υφίσταται ένα ενιαίο σύστημα, αλλά δύο διαφορετικά καθεστώτα (το καθεστώς απόσβεσης και το καθεστώς TT), τα οποία μπορούν σαφώς να διαχωριστούν και να αντιμετωπίζονται ξεχωριστά, ανεξαρτήτως εάν χρησιμοποιούνται μεμονωμένα ή από κοινού.

(57)

Επιπλέον, η AEB θεωρεί ότι η Επιτροπή παρέλειψε να προσδιορίσει γενικό σύστημα αναφοράς προτού προβεί στον προσδιορισμό του επιλεκτικού πλεονεκτήματος. Σύμφωνα με την AEB, υπάρχουν παρά πολλοί τρόποι για τη χρηματοδότηση της αγοράς ενός στοιχείου ενεργητικού με τη χρήση διαφορετικών συνδυασμών νομικών μέσων και φορολογικών μέτρων και η Επιτροπή όφειλε να συγκρίνει όλες αυτές τις εναλλακτικές περιπτώσεις. Κατά συνέπεια, θα ήταν σοφιστεία το συμπέρασμα ότι το καθεστώς STL εκχωρεί επιλεκτικό πλεονέκτημα σε ορισμένες εταιρείες, ιδίως εάν η Επιτροπή χρησιμοποιεί ως στοιχείο αναφοράς τον πλέον δαπανηρό, από φορολογικής πλευράς, τρόπο χρηματοδότησης μιας επένδυσης, αγνοώντας επομένως όλα τα μέτρα για την παροχή κινήτρων που τίθενται στη διάθεση των επενδυτών.

(58)

Ως εκ τούτου, το καθεστώς STL δεν εκχωρεί επιλεκτικό πλεονέκτημα. Τούτο προκύπτει ειδικότερα από το γεγονός ότι η Επιτροπή χαρακτηρίζει ως δυνητικούς αποδέκτες διάφορους φορείς οι οποίοι δεν υπάγονται σε οικονομικούς τομείς. Η AEB αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (32) (εφεξής «ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων»), καθώς και στην απόφαση της Επιτροπής σχετικά με το «κουτί τόκων ομίλου/Groepsrentebox» (33) των Κάτω Χωρών, και εκτιμά ότι δεν είναι δυνατόν να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το μέτρο είναι επιλεκτικό, διότι ευνοεί περισσότερο τα μέλη του των ΟΟΣ που επενδύουν σε ποντοπόρα πλοία και όχι σε άλλα στοιχεία ενεργητικού.

(59)

Δεδομένου ότι το καθεστώς STL περιλαμβάνει αποκλειστικά και μόνο ιδιωτικούς φορείς που κάνουν χρήση των φορολογικών μέτρων στο πλαίσιο ιδιωτικών συμφωνιών, δεν εμπλέκονται κρατικοί πόροι.

(60)

Κατά την άποψη της AEB, δεν υπάρχει καμία επίπτωση στον ανταγωνισμό και στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, διότι οι κύριοι αποδέκτες σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό της Επιτροπής είναι ναυτιλιακές εταιρείες και το μέτρο τίθεται στη διάθεση όλων των ναυτιλιακών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη αλλά και οπουδήποτε αλλού ανά τον κόσμο.

(61)

Στις παρατηρήσεις τους, τα ανωτέρω τρίτα μέρη περιγράφουν το καθεστώς STL ως δέσμη μη συνδεόμενων μεταξύ τους μέτρων (κατά περίπτωση προσέγγιση) και δεν διατυπώνουν περαιτέρω παρατηρήσεις σχετικά με το καθεστώς STL συνολικά.

4.3.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΜΕΤΡΩΝ

4.3.1.   Εσπευσμένη απόσβεση [άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS  (34) ] — Μέτρο 1

(62)

Κατά την άποψη της Ισπανίας και ορισμένων τρίτων μερών, το συγκεκριμένο μέτρο εφαρμόζεται κατά κανόνα σε όλα τα είδη στοιχείων ενεργητικού και σε όλους τους τομείς. Η διαφορετική φορολογική και λογιστική μεταχείριση των εξόδων χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν συνεπάγεται de facto επιλεκτικότητα, στοιχείο που προκύπτει από το ευρύ φάσμα τομέων στους οποίους εφαρμόζεται το μέτρο. Επιπλέον, το ισπανικό καθεστώς φορολογίας των εταιρειών παρέχει τη δυνατότητα εναλλακτικών ρυθμίσεων για την εσπευσμένη απόσβεση. Η AEB επισημαίνει ότι η γραμμική απόσβεση δεν μπορεί να εκληφθεί ως (μοναδικό) στοιχείο αναφοράς για τη διαπίστωση της ύπαρξης πλεονεκτήματος, διότι επιτρέπεται κατά κανόνα η χρήση και άλλων μεθόδων απόσβεσης. Στο άρθρο 11 του TRLIS και στα άρθρα 1 έως 5 του RIS προβλέπεται η δυνατότητα χρήσης φθινουσών μεθόδων υπολογισμού αποσβέσεων, όπως η μέθοδος της φθίνουσας απόσβεσης (35) ή του αθροίσματος σειράς ετών ζωής (SYD) (36), καθώς και η δυνατότητα απόσβεσης ενός στοιχείου ενεργητικού βάσει συγκεκριμένου σχεδίου που συμφωνείται από κοινού με τη φορολογική αρχή (37). Εν είδει παραδείγματος, η AEB αναφέρει ότι η φθίνουσα μέθοδος υπολογισμού αποσβέσεων θα μπορούσε να εφαρμοστεί με συντελεστή κατά 2,5 φορές υψηλότερο από τον ισχύοντα συντελεστή γραμμικής απόσβεσης, ήτοι 25 %.

4.3.2.   Διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης (άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS, άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS) — Μέτρο 2

(63)

Προβάλλεται το επιχείρημα ότι η πρόωρη απόσβεση αποτελεί απλώς μια μέθοδο εσπευσμένης απόσβεσης με την οποία θεσπίζεται η δυνατότητα έναρξης της εσπευσμένης απόσβεσης, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, πριν από την ημερομηνία παράδοσης και έναρξης της επιχειρησιακής εκμετάλλευσης του στοιχείου ενεργητικού από τον τελικό χρήστη. Εάν όμως δεν ήταν δυνατή η φοροαπαλλαγή των ποσών που καταβάλλονται κατά την περίοδο κατασκευής του στοιχείου ενεργητικού, θα επρόκειτο ουσιαστικά για εκ των προτέρων φορολόγηση. Η πρόωρη απόσβεση αποκαθιστά απλώς τη φορολογική ουδετερότητα και την αντιστοιχία μεταξύ των χρηματοοικονομικών ροών και της φορολογικής μεταχείρισης.

(64)

Η AEB εμμένει στην άποψη ότι η δυνατότητα πρόωρης έναρξης της περιόδου απόσβεσης αποτελεί γενικό μέτρο το οποίο προβλέπεται επίσης από το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του TRLIS και το άρθρο 5 του RIS, με τα οποία καθορίζονται οι γενικοί κανόνες που διέπουν την απόσβεση. Οι σχετικές διατάξεις επιτρέπουν στις φορολογικές αρχές να εγκρίνουν συγκεκριμένο σχέδιο απόσβεσης το οποίο υποβάλλεται και αιτιολογείται από τον υποκείμενο στον φόρο, μεταξύ άλλων και για τα στοιχεία ενεργητικού που βρίσκονται υπό κατασκευή.

(65)

Αποκλειστικός σκοπός της προηγούμενης έγκρισης της πρόωρης απόσβεσης και της διαδικασίας που ακολουθείται από τη φορολογική αρχή είναι να εξακριβωθεί ότι πρόκειται για πραγματική πράξη και ότι πληρούνται τα αντικειμενικά κριτήρια που προβλέπονται από τη νομοθεσία. Ειδικότερα, πρέπει να λαμβάνεται εκ των προτέρων μέριμνα για τα εξής: ύπαρξη σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης με ημερομηνία έναρξης νωρίτερα από την ημερομηνία παραγγελίας ή παράδοσης του στοιχείου ενεργητικού· επισήμανση στην αίτηση που υποβάλλεται ότι τα καταβληθέντα ποσά για την κάλυψη του κόστους του στοιχείου ενεργητικού εκπίπτουν· σύναψη της σύμβασης για την αγορά στοιχείου ενεργητικού το οποίο απαιτεί μακρά περίοδο ανάθεσης της σύμβασης/κατασκευής σύμφωνα με τις συνθήκες λειτουργίας του στοιχείου ενεργητικού· υπογεγραμμένη σύμβαση κατασκευής του στοιχείου ενεργητικού και επισήμανση των ειδικών όρων της σύμβασης που διέπουν τη χρήση του στοιχείου ενεργητικού.

(66)

Πέραν των γενικών προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 49 του RIS, στο άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS προβλέπεται πρόσθετη προϋπόθεση όταν ο αιτών είναι ΟΟΣ. Η έγκριση δεν εξαρτάται από την εφαρμογή άλλων μέτρων ή από την προσκόμιση συμπληρωματικών εγγράφων. Τέλος, η απουσία οιασδήποτε διακριτικής ευχέρειας στη διαδικασία καταδεικνύεται από το γεγονός ότι δεν έχει απορριφθεί ποτέ αίτηση που υποβλήθηκε στις φορολογικές αρχές. Ως προς αυτό, η AEB θεωρεί ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να ερευνήσει βαθύτερα τους λόγους για τους οποίους δεν εκτελούνται χρηματοδοτικές πράξεις. Εάν, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, ορισμένες ναυτιλιακές εταιρείες δεν μπορούσαν να βρουν τράπεζα για την εκτέλεση της πράξης, τούτο οφείλεται περισσότερο στο γεγονός ότι τα μέρη δεν μπορούσαν να καταλήξουν σε συμφωνία για ορισμένα στοιχεία των πράξεων, όπως η τιμή. Η AEB διαψεύδει επισήμως τη συμμετοχή οιουδήποτε μέλους της σε συναντήσεις ή ανεπίσημες επαφές με τις ισπανικές αρχές. Στην πραγματικότητα, η κατάσταση δεν παρουσιάζει ομοιότητες με εκείνη που περιγράφεται στην απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την υπόθεση GIE fiscaux  (38) της Γαλλίας, στην οποία διαπιστώθηκε ότι ο όρος σύμφωνα με τον οποίο η πράξη έπρεπε να παρουσιάζει σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό ενδιαφέρον ήταν ανακριβής και υποκείμενος στη διακριτική ευχέρεια των φορολογικών αρχών. Αντιθέτως, η AEB αντικρούει τον ισχυρισμό ότι οι όροι που προσδιορίζονται στο άρθρο 49 του RIS είναι ανακριβείς και ότι επιδέχονται ερμηνεία.

(67)

Ως εκ τούτου, η πρόωρη απόσβεση, όπως και η εσπευσμένη απόσβεση, ισχύει εν γένει για όλα τα είδη στοιχείων ενεργητικού και για όλους τους τομείς. Συνιστά μέτρο γενικού χαρακτήρα.

(68)

Δεδομένου ότι πρόκειται για μέθοδο εφαρμογής της εσπευσμένης απόσβεσης, εάν θεωρηθεί ότι συνιστά ενίσχυση, θα έπρεπε να χαρακτηρισθεί ως υφιστάμενη ενίσχυση.

4.3.3.   Η φορολογική διαφάνεια των ομίλων οικονομικού σκοπού (άρθρο 48 του TRLIS) — Μέτρο 3

(69)

Κατά την άποψη της AEB, η διαφάνεια των ΟΟΣ συνάδει με τη λογική του ισπανικού φορολογικού συστήματος. Η διαφάνεια αυτή παρέχει σε πολλούς επενδυτές τη δυνατότητα να προβαίνουν σε κοινή επένδυση, την οποία κανένας εξ αυτών δεν θα μπορούσε να πραγματοποιήσει μεμονωμένα, και ωστόσο να υπόκεινται –ακριβώς λόγω της διαφάνειας αυτής και λαμβανομένου υπόψη του ποσοστού συμμετοχής τους στην επένδυση– στη φορολογική μεταχείριση στην οποία θα υπάγονταν εάν είχαν πραγματοποιήσει μόνοι τους την επένδυση. Κατά συνέπεια, κανένα πλεονέκτημα δεν συνδέεται με την εφαρμογή του καθεστώτος ΟΟΣ. Επιπλέον, το εν λόγω καθεστώς δεν συνεπάγεται κλαδικούς περιορισμούς, διότι κάθε ισπανός φορολογούμενος μπορεί να γίνει μέλος ΟΟΣ. Κατά συνέπεια, δεν πρόκειται για επιλεκτικό μέτρο.

4.3.4.   Το φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα (TT) (άρθρα 124 έως 128 του TRLIS) — Μέτρο 4

(70)

Δεδομένου ότι η Επιτροπή επισημαίνει στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό ότι είχε εγκρίνει το 2002 το ισπανικό καθεστώς TT ως ενίσχυση συμβιβάσιμη με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές (39), οι ισπανικές αρχές και τα τρίτα μέρη εστιάζουν τις παρατηρήσεις τους στο πεδίο εφαρμογής της έγκρισης του 2002 και στα συγκεκριμένα ζητήματα σχετικά με το εάν οι οικονομικοί ΟΟΣ (40) που συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL πρέπει να υπάγονται στους ευνοϊκούς όρους του καθεστώτος TT.

(71)

Όσον αφορά το ερώτημα σχετικά με το εάν οι οικονομικοί ΟΟΣ (40) οι οποίοι συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL, και οι οποίοι δεν εκμεταλλεύονται πλοία σε επιχειρησιακή βάση αλλά επενδύουν σε αυτά και τα εκναυλώνουν στο πλαίσιο επενδύσεων χρηματοοικονομικού χαρακτήρα, θα έπρεπε να υπάγονται στους ευνοϊκούς όρους του καθεστώτος TT, η Ισπανία ισχυρίζεται ότι οι εταιρείες εκμεταλλεύονται τα πλοία μέσω της εκναύλωσής τους και είναι, συνεπώς, εγγεγραμμένες (ως ναυτιλιακές εταιρείες) στα ισπανικά νηολόγια από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου 1 του βασιλικού διατάγματος αριθ. 1027/1989 (41) της 28ης Ιουλίου 1989, όπως επαναλαμβάνεται στο άρθρο 9 του νόμου αριθ. 27/1992 της 24ης Νοεμβρίου 1992. Λαμβανομένου υπόψη ότι η Επιτροπή έχει εγκρίνει την εφαρμογή του καθεστώτος TT σε όλες τις εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες στα ισπανικά νηολόγια (42), η έγκριση αυτή περιλαμβάνει και τις εταιρείες που έχουν ιδιόκτητα πλοία και τα εκμισθώνουν σε τρίτα μέρη. Κατά συνέπεια, εάν θεωρηθεί ότι το συγκεκριμένο μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση, θα έπρεπε να χαρακτηρισθεί ως υφιστάμενη ενίσχυση.

4.3.5.   Άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS — Μέτρο 5

(72)

Η Ισπανία, η ένωση PYMAR και ορισμένες τράπεζες προβάλλουν το επιχείρημα ότι το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS περιλαμβάνει μόνο μέτρα εφαρμογής που αποσκοπούν στην ασφάλεια δικαίου. Ισχυρίζονται ότι, σύμφωνα με τις αρχές του ισπανικού νομικού συστήματος, τα σημαντικά στοιχεία ενός φορολογικού μέτρου πρέπει πάντα να διέπονται από τη νομοθεσία και ότι η εν λόγω διάταξη, η οποία περιλαμβάνεται σε βασιλικό διάταγμα, δεν θεσπίζει τίποτα καινούργιο, αλλά αποσαφηνίζει απλώς το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS. Δεν παρεκκλίνει από τη νομοθεσία ούτε δημιουργεί επιπρόσθετα οφέλη. Η μη φορολόγηση της κεφαλαιακής υπεραξίας αποτελούσε ήδη μέρος του καθεστώτος που είχε εγκριθεί από την Επιτροπή και, ως εκ τούτου, εάν συνιστά ενίσχυση, θα έπρεπε να χαρακτηρισθεί ως υφιστάμενη ενίσχυση.

(73)

Επιπλέον, η Ισπανία και οι εικαζόμενοι αποδέκτες υποστηρίζουν ότι είναι εύλογο να θεωρηθεί ότι το πλοίο είναι «καινούργιο», εφόσον κανείς δεν το έχει χρησιμοποιήσει πριν από τον μισθωτή και η άσκηση του δικαιώματος συμφωνείται κατά την υπογραφή της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (43). Η AEB επισημαίνει ότι, υπό κανονικές συνθήκες, κάθε στοιχείο ενεργητικού θεωρείται καινούργιο όταν αγοράζεται μέσω δικαιώματος στο πλαίσιο σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης.

4.4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ

(74)

Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, κάθε φορολογική απαλλαγή συνεπάγεται μεταβίβαση κρατικών πόρων με τη μορφή απώλειας φορολογικών εσόδων. Τα μέτρα του φορολογικού καθεστώτος STL καταλογίζονται στο κράτος επειδή όλα τα μέτρα περιλαμβάνονται στην ισπανική νομοθεσία. Επιπλέον, το καθεστώς STL βασίζεται σε έγκριση που χορηγείται από τις φορολογικές αρχές. Ακόμα και αν οι σχετικές εγκρίσεις αφορούν επιμέρους μέτρα, είναι σαφές ότι, στην πράξη, οι εγκρίσεις χορηγούνται για το σύνολο των συναλλαγών στο πλαίσιο του καθεστώτος STL. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι στην αίτηση πρόωρης απόσβεσης που υποβάλλεται στη φορολογική αρχή περιγράφονται αναλυτικά η δομή και η κατανομή του φορολογικού πλεονεκτήματος μεταξύ του ΟΟΣ ή των επενδυτών και της ναυτιλιακής εταιρείας, καθώς και υπόμνημα του ναυπηγείου στο οποίο παρουσιάζονται τα προβλεπόμενα κοινωνικά και οικονομικά πλεονεκτήματα της ρύθμισης. Δεν θα συνέτρεχε κανένας λόγος να προσκομίζονται συστηματικά τα έγγραφα αυτά εάν δεν αποτελούσαν στην πραγματικότητα προϋπόθεση έγκρισης.

(75)

Από την άλλη πλευρά, οι ναυτιλιακές εταιρείες προβάλλουν το επιχείρημα ότι η έκπτωση επί της τιμής που προσφέρει το ναυπηγείο ή ο ΟΟΣ δεν καταλογίζεται στο κράτος, διότι προκύπτει από συμβατικές σχέσεις ιδιωτικού δικαίου μεταξύ του ΟΟΣ και της ναυτιλιακής εταιρείας που συμμετέχει στην πράξη.

4.5.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

(76)

[…] θεωρεί ότι το ύψος των συνεπαγόμενων πλεονεκτημάτων (14 εκατ. ευρώ στο παράδειγμα που παρατίθεται στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό) έχει αδιαμφισβήτητα αντίκτυπο στη θέση των αποδεκτών στην αγορά και, ως εκ τούτου, δημιουργεί σοβαρές στρεβλώσεις στις αγορές που χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο ανταγωνισμού. Το καθεστώς παρέχει μείζον πλεονέκτημα στα ισπανικά ναυπηγεία τα οποία δύνανται να προωθούν τα πλοία τους σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή άλλων ευρωπαϊκών ναυπηγείων, που περιλαμβάνει τα πλεονεκτήματα του καθεστώτος STL. […] αναφέρονται σε στατιστικά στοιχεία του ισπανικού Υπουργείου Βιομηχανίας από τα οποία προκύπτει ότι, με την πάροδο του χρόνου, τα ισπανικά ναυπηγεία εξυπηρετούν αυξανόμενο αριθμό πλοιοκτητών από το εξωτερικό.

(77)

Όσον αφορά τις ναυτιλιακές εταιρείες, […] φρονεί ότι η αγορά πλοίων από ισπανικά ναυπηγεία σε πολύ χαμηλότερη τιμή, τους επιτρέπει να εξοικονομούν εκατ. ευρώ σε σημαντικό ποσοστό των πάγιων δαπανών τους. Λαμβανομένου υπόψη ότι το εν λόγω πλεονέκτημα ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου κάλυψης του κόστους των πλοίων, ενισχύει την ανταγωνιστικότητά τους έναντι άλλων ναυτιλιακών εταιρειών και, κατά συνέπεια, στρεβλώνει τον ανταγωνισμό για πολλά έτη.

(78)

Όπως προαναφέρθηκε, οι πλοιοκτήτες ισχυρίζονται ότι όλες οι ναυτιλιακές εταιρείες έχουν πρόσβαση στους όρους που προσφέρουν τα ισπανικά ναυπηγεία και όλες μπορούν, συνεπώς, να επωφεληθούν από οιαδήποτε έκπτωση προσφέρουν ενδεχομένως επί της τιμής τα ισπανικά ναυπηγεία. Προβάλλουν επίσης το επιχείρημα ότι πληρώνουν δίκαιη τιμή αγοράς, χωρίς να επωφελούνται ωστόσο από κανένα οικονομικό πλεονέκτημα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η αγορά πλοίων από ισπανικά ναυπηγεία μειώνει σημαντικά τις λειτουργικές δαπάνες τους ή ενισχύει τη θέση τους σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, όπως επισημαίνει η Επιτροπή στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό.

4.6.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΠΟΔΕΚΤΩΝ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(79)

Σύμφωνα με την ισπανική ένωση τραπεζών (AEB) οι ΟΟΣ δεν μπορούν να είναι αποδέκτες ενισχύσεων. Λόγω της φορολογικής διαφάνειας των ΟΟΣ, οι επενδυτές είναι αυτοί που καλούνται σε καταβολή του φόρου που προκύπτει από την εμπορική δραστηριότητα των ΟΟΣ. Ως εκ τούτου, οι ΟΟΣ δεν μπορούν να επωφεληθούν από κανένα οικονομικό πλεονέκτημα που απορρέει από τυχόν φορολογικές απαλλαγές. Επιπλέον, οιοσδήποτε ισπανός φορολογούμενος μπορεί να είναι επενδυτής, δηλαδή μέλος, ενός ΟΟΣ.

(80)

Από την άλλη πλευρά, πολλές ναυτιλιακές εταιρείες εκτιμούν ότι μόνο οι ΟΟΣ μπορούν να είναι πιθανοί αποδέκτες ενισχύσεων. Αποδέκτες ενισχύσεων δεν μπορούν να είναι πλοιοκτήτες, διότι δεν είναι ισπανοί φορολογούμενοι. Επιπροσθέτως, ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή εσφαλμένως υπέθεσε (και χωρίς να δώσει καμία εξήγηση) ότι τα φορολογικά πλεονεκτήματα θα μεταβιβάζονταν από τον ΟΟΣ στη ναυτιλιακή εταιρεία με τη μορφή έκπτωσης επί της τιμής. Στην πραγματικότητα, η τιμή καθορίζεται βάσει εμπορικής απόφασης που λαμβάνει ο ιδιώτης κάτοχος του στοιχείου ενεργητικού.

(81)

Οι πλοιοκτήτες προβάλλουν το επιχείρημα ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες ανά τον κόσμο αγοράζουν εν γένει πλοία από ναυπηγεία διαφόρων χωρών, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον το επιθυμούν, των ισπανικών ναυπηγείων. Κατά συνέπεια, όλες οι ναυτιλιακές εταιρείες μπορούν να επωφεληθούν από πιθανές εκπτώσεις τιμών που είναι σε θέση να προσφέρουν τα ισπανικά ναυπηγεία.

(82)

Αρκετοί πλοιοκτήτες ισχυρίζονται ότι, εάν το καθεστώς STL συνιστά κρατική ενίσχυση, οι ίδιοι δεν είναι αποδέκτες αυτής της ενίσχυσης, και τούτο για δύο λόγους: πρώτον, από τον τρόπο λειτουργίας του σχήματος STL προκύπτει η ύπαρξη συντονισμού μεταξύ του ΟΟΣ και του ναυπηγείου, το οποίο αποτελεί ενιαίο κέντρο συμφερόντων και καθορίζει την τιμή πώλησης· δεύτερον, οι εταιρείες που εκμεταλλεύονται ρυμουλκά και ναυαγοσωστικά σκάφη παραθέτουν δείγματα προσφορών που λαμβάνουν από ναυπηγεία εκτός Ισπανίας για τη ναυπήγηση παρόμοιων ρυμουλκών. Οι προσφορές αυτές κυμαίνονται εντός του ίδιου εύρους τιμών, ή ακόμα και χαμηλότερων, από τις αντίστοιχες προσφορές των ισπανικών ναυπηγείων που εντέλει επιλέγονται. Προβάλλουν το επιχείρημα ότι πληρώνουν συνεπώς δίκαιη τιμή αγοράς, χωρίς να επωφελούνται ωστόσο από κανένα οικονομικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Εάν το καθεστώς STL προσφέρει οικονομικό πλεονέκτημα, αποδέκτες είναι τα ναυπηγεία που συμμετέχουν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL και όχι οι ναυτιλιακές εταιρείες.

(83)

Η ένωση Holland Shipbuilding θεωρεί ότι οι αποδέκτες των ενισχύσεων είναι οι ΟΟΣ και οι επενδυτές τους, οι ναυτιλιακές εταιρείες, αλλά και τα ισπανικά ναυπηγεία, διότι υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ του τιμήματος που καταβάλλει ο πλοιοκτήτης και της τιμής που λαμβάνει το ναυπηγείο, η οποία είναι υψηλότερη από την τιμή αγοράς. Κατά την άποψη μιας εθνικής ναυπηγικής ένωσης, το καθεστώς σχεδιάστηκε προς όφελος των ναυπηγείων. Θα ήταν σφάλμα να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το καθεστώς STL ευνοεί τις ναυτιλιακές εταιρείες. Η μειωμένη τιμή ναυπήγησης δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη πλεονέκτημα για τον αγοραστή του πλοίου. Επιπλέον, τα ισπανικά ναυπηγεία μπορούν να προσφέρουν αυτό το πλεονέκτημα μόνο σε αγοραστές που κάνουν χρήση του καθεστώτος STL. Το καθεστώς STL συνιστά παράνομη ενίσχυση προς τον ναυπηγικό κλάδο, η οποία ζημιώνει τις ολλανδικές; ναυπηγικές επιχειρήσεις που ανταγωνίζονται άμεσα τις αντίστοιχες ισπανικές.

(84)

Η ένωση PYMAR εκτιμά ότι η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε δεόντως, στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό, τον χαρακτηρισμό εκ μέρους της των ναυπηγείων ως δυνητικών αποδεκτών κρατικών ενισχύσεων. Επισημαίνει ακόμα ότι στις αποφάσεις σχετικά με τις υποθέσεις GIE Fiscaux, Brittany Ferries, Air Caraïbes ή Le Levant  (44), οι οποίες αφορούσαν παρόμοια φορολογικά καθεστώτα, η Επιτροπή δεν χαρακτήρισε ως αποδέκτη κρατικής ενίσχυσης τον κατασκευαστή του στοιχείου ενεργητικού.

4.7.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΩΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ Ή ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(85)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 4.3 ανωτέρω, η Ισπανία και ορισμένα τρίτα μέρη θεωρούν ότι εμπλέκονται μόνο δύο μέτρα: πρώτον, οι διατάξεις του άρθρου 115 του TRLIS σχετικά με την απαλλαγή του κόστους στοιχείου ενεργητικού που αποκτάται μέσω σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης. Η Ισπανία είχε θεσπίσει τις εν λόγω διατάξεις πριν από την προσχώρησή της στην ΕΕ. Ως εκ τούτου, εάν το συγκεκριμένο μέτρο συνιστά ενίσχυση, πρόκειται για υφιστάμενη ενίσχυση, όπως επισημαίνει η Επιτροπή στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό· και η παράγραφος 11 του άρθρου 115 του TRLIS, βάσει του οποίου επιτρέπεται στις διοικητικές αρχές να ορίζουν το σημείο εκκίνησης της απαλλαγής, αποτελεί μόνο ένα μέσο εφαρμογής του άρθρου 115. Δεύτερον, το καθεστώς TT, το οποίο κατοχυρώνεται στα άρθρα 124 έως 128 του TRLIS, είχε εγκριθεί από την Επιτροπή το 2002 και, επομένως, συνιστά επίσης υφιστάμενη ενίσχυση. Οι εκτελεστικές διατάξεις, ιδίως το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS, δεν τροποποιούν τους κανόνες που κατοχυρώνονται από τη νομοθεσία και, κατά συνέπεια, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της έγκρισης της Επιτροπής.

4.8.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(86)

Οι ισπανικές αρχές και οι εικαζόμενοι αποδέκτες προβάλλουν το επιχείρημα ότι οι ενισχύσεις είναι συμβιβάσιμες σύμφωνα με το καθεστώς TT που εγκρίθηκε το 2002, διότι καλύπτει «ναυτιλιακές εταιρείες ισπανικού δικαίου (45), στις δραστηριότητες των οποίων συμπεριλαμβάνεται η εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων». Δεδομένου ότι το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS προβλέπει μόνο την εφαρμογή του καθεστώτος TT, το εν λόγω καθεστώς διέπεται επίσης από την απόφαση του 2002.

(87)

Τα τρίτα μέρη προβάλλουν επίσης το επιχείρημα ότι οιαδήποτε ενίσχυση θα ήταν συμβιβάσιμη με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται εξίσου η εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων, και η εν λόγω ενίσχυση θα παρέμενε εντός του ανώτατου ορίου ενίσχυσης που επιβάλλεται από τις συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές.

(88)

Η «Asociación de Ingenieros Navales y Oceánicos de España» (ισπανική ένωση ναυπηγών και ναυτικών μηχανολόγων) εκτιμά ότι το συμβιβάσιμο οιασδήποτε κρατικής ενίσχυσης πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ανάλυσης στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού και να μην επικεντρώνεται στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι τα ναυπηγεία τρίτων χωρών λαμβάνουν χρηματοδοτική στήριξη η οποία δεν υπόκειται σε κανόνες ανταγωνισμού, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της ΕΕ.

(89)

Αντιθέτως, […] θεωρεί ότι το καθεστώς δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηρισθεί συμβιβάσιμη ενίσχυση, ακόμα και δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές, όπως επισημαίνεται στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό. Πράγματι, φρονεί ότι, κατά πρώτον, η Ισπανία δεν θα είναι σε θέση να αποδείξει ότι όλα τα πλοία που ναυπηγήθηκαν ήταν επιλέξιμα για την υπαγωγή τους στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και ότι, κατά δεύτερον, η ενίσχυση μπορεί μόνο να μηδενίσει το ποσό του φόρου που οφείλει να καταβάλει ο δικαιούχος στη χώρα η οποία θέτει σε εφαρμογή το καθεστώς. Κατά συνέπεια, οι πλοιοκτήτες που δεν είναι ισπανοί υπήκοοι δεν μπορούν να υπαχθούν στο καθεστώς και ο φόρος που καταβάλλουν οι ισπανοί πλοιοκτήτες αναμένεται να περιοριστεί, διότι επωφελούνται από το καθεστώς TT και από μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές.

4.9.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(90)

Τόσο οι ισπανικές αρχές όσο και οι δυνητικοί αποδέκτες ισχυρίζονται ότι πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο της ανάκτησης διότι θα παραβίαζε θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της ΕΕ (46), όπως η ίση μεταχείριση, η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ή η ασφάλεια δικαίου.

4.9.1.   Ίση μεταχείριση

(91)

Η ένωση PYMAR προβάλλει το επιχείρημα ότι είχε διενεργηθεί έρευνα για παρόμοια φορολογικά μέτρα και σε άλλες δύο υποθέσεις (Brittany Ferries  (47) και GIE Fiscaux), στις οποίες δεν είχε διαταχθεί ανάκτηση των ενισχύσεων. Εάν η Επιτροπή αποφαινόταν ότι υπάρχει ενίσχυση, η ενίσχυση αυτή θα έπρεπε να θεωρηθεί συμβιβάσιμη έως το όριο που καθορίζεται στο κεφάλαιο 11 των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές και, για το ποσό που υπερβαίνει το όριο αυτό, χάριν προστασίας της ασφάλειας δικαίου δεν θα έπρεπε να επιτραπεί στην Επιτροπή να απαιτήσει την ανάκτηση του αντίστοιχου ποσού, όπως άλλωστε δεν επετράπη και στην περίπτωση της Γαλλίας. […] ισχυρίζεται ότι, δεδομένου ότι δεν ανακτήθηκαν ενισχύσεις από τους γάλλους οικονομικούς φορείς, η ανάκτηση ενισχύσεων από τους ισπανούς οικονομικούς φορείς σε σχεδόν πανομοιότυπη υπόθεση θα έθετε τους ισπανούς οικονομικούς φορείς σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα και θα συνιστούσε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

(92)

Η Ισπανία και η ένωση PYMAR επικαλούνται διάφορες αποφάσεις με τις οποίες η Επιτροπή έχει ήδη αποφασίσει να μην διατάξει την ανάκτηση των ενισχύσεων λόγω δημόσιων δηλώσεων είτε της Επιτροπής είτε κάποιου από τα μέλη της. Αναφέρονται ειδικότερα οι αποφάσεις σχετικά με την υπόθεση των βελγικών κέντρων συντονισμού, την υπόθεση (Λουξεμβούργο) 1929 εταιρειών χαρτοφυλακίου και άλλων συντονιστικών κέντρων και δραστηριοτήτων στο εσωτερικό ομίλων πολυεθνικών εταιρειών (48), την υπόθεση χρηματοοικονομικής υπεραξίας στην Ισπανία (49), μια υπόθεση κρατικών ενισχύσεων υπέρ των μεγάλων προβληματικών επιχειρήσεων στην Ιταλία (50) και δύο υποθέσεις στον τομέα της αλιείας (51) (Νήσοι Shetland και Orkney).

4.9.2.   Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη/ασφάλεια δικαίου

(93)

Σύμφωνα με την Ισπανία (52) και ορισμένα τρίτα μέρη που συμμετείχαν σε πράξεις του καθεστώτος STL, τα στοιχεία με βάση τα οποία τα συμμετέχοντα μέρη στις εν λόγω πράξεις έκριναν ότι τα φορολογικά μέτρα που εφαρμόζονται σε αυτές δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση, είναι τα ακόλουθα:

1.

η δήλωση της Επιτροπής στην απόφαση που εξέδωσε το 2001 σχετικά με την υπόθεση Brittany Ferries  (53) ότι: παρόμοιο καθεστώς με το καθεστώς STL, δηλαδή οι γαλλικοί φορολογικοί ΟΟΣ (GIE Fiscaux), αποτελούσε γενικό μέτρο·

2.

η δημοσίευση του σχεδίου μέτρων (πρόωρη απόσβεση και καθεστώς TT) στην Επίσημη Εφημερίδα του Ισπανικού Κοινοβουλίου στις 10 Οκτωβρίου 2001 (54)·

3.

επιστολή που απέστειλε το 2001 η Επιτροπή με την οποία ζητούσε από την Ισπανία να παράσχει πληροφορίες στο πλαίσιο έρευνας σχετικά με διάφορα εικαζόμενα μέτρα ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένου ενός φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μίσθωσης, υπέρ του ναυπηγικού κλάδου·

4.

απόφαση που εξέδωσε το 2004 η Επιτροπή (55) με την οποία απέρριψε τη χορήγηση ενισχύσεων σε ολλανδικά ναυπηγεία για την επίτευξη ισοδυναμίας έναντι των ενισχύσεων οι οποίες φέρεται ότι προσφέρθηκαν σε ισπανικά ναυπηγεία που ανταγωνίζονταν τις ίδιες συμβάσεις ναυπήγησης·

5.

η απόφαση του 2006 σχετικά με την υπόθεση GIE Fiscaux  (56) της Γαλλίας·

6.

επιστολή του 2009 της Επιτρόπου κ. Kroes (57) –όταν ήταν αρμόδια σε θέματα ανταγωνισμού– προς τον νορβηγό υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας απαντώντας σε καταγγελία σύμφωνα με την οποία το ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης ευνοούσε τα ισπανικά ναυπηγεία·

7.

το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ, αφενός, της δημοσίευσης του σχεδίου μέτρων το 2001, της έναρξης ισχύος του καθεστώτος το 2002 ή των πρώτων καταγγελιών που παρελήφθησαν από την Επιτροπή το 2006 και, αφετέρου, της κίνησης της διαδικασίας τον Ιούνιο του 2011. Εικάζεται ότι το μεγάλο αυτό χρονικό διάστημα ενίσχυσε την πεποίθηση ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία ώστε να δοθεί συνέχεια στην υπόθεση·

8.

ένας προνοητικός οικονομικός φορέας δεν θα μπορούσε να προβλέψει την πιθανή παρουσία κρατικής ενίσχυσης στον συνδυασμό διαφορετικών καθεστώτων τα οποία είτε αποτελούν από μακρού εδραιωμένο χαρακτηριστικό της εθνικής φορολογίας (εσπευσμένη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού υπό χρηματοδοτική μίσθωση, καθεστώς ΟΟΣ) είτε είχαν εγκριθεί κατά το παρελθόν από την Επιτροπή (καθεστώς TT)·

9.

οι δηλώσεις περί απουσίας ενισχύσεων στα μέτρα που σχετίζονται με τις μεθόδους απόσβεσης στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων (58).

4.9.2.1.   Η απόφαση της Επιτροπής του 2001 σχετικά με την υπόθεση Brittany Ferries (BAI)

(94)

Στην αιτιολογική σκέψη 193 της εν λόγω απόφασης, η Επιτροπή επισημαίνει ότι «[…] όσον αφορά τους ομίλους οικονομικών συμφερόντων και τα φορολογικά πλεονεκτήματα που μπορούν να προκύψουν από την εφαρμογή τους, η Επιτροπή θεωρεί ότι αποτελούν γενικό μέτρο, δεδομένου ότι τυγχάνουν ευρείας εφαρμογής στη Γαλλία, μπορούν να συσταθούν σε κάθε τομέα της οικονομικής δραστηριότητας και υπάγονται στο κοινό δίκαιο».

(95)

Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 15 Ιανουαρίου 2002. Στην απόφαση του 2006 σχετικά με την υπόθεση των GIE Fiscaux (φορολογικοί ΟΟΣ) στη Γαλλία, η Επιτροπή έκρινε ότι: «αν αληθεύει ότι το εν λόγω καθεστώς στη συγκεκριμένη υπόθεση ήταν εκείνο που ίσχυε πριν από το 1998, πρέπει εντούτοις να διαπιστωθεί ότι από το γεγονός αυτό δεν προέκυπταν σαφώς οι λόγοι λήψης της απόφασης και ότι η περίπτωση αυτή συνέβαλε στην παραπλάνηση των δικαιούχων του εν λόγω καθεστώτος».

(96)

Η Ισπανία (59) και ορισμένα τρίτα μέρη προέβαλαν το επιχείρημα ότι η συγκεκριμένη δήλωση είτε είχε διαμορφώσει κατάσταση νομικής αβεβαιότητας όσον αφορά τη νομιμότητα του καθεστώτος STL –το οποίο παρουσιάζει έντονες ομοιότητες με το γαλλικό ως προς τη δομή και τα αποτελέσματά του– είτε είχε δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι το καθεστώς STL δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

4.9.2.2.   Η δημοσίευση του σχεδίου μέτρων στην Επίσημη Εφημερίδα του Ισπανικού Κοινοβουλίου

(97)

Κατά την άποψη της ένωσης PYMAR, η Επιτροπή έλαβε γνώση της ύπαρξης του καθεστώτος STL όταν δημοσιεύθηκαν τα μέτρα που το απαρτίζουν (η διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση και το καθεστώς TT) ως μέρος του ίδιου του σχεδίου νόμου στην Επίσημη Εφημερίδα του Ισπανικού Κοινοβουλίου στις 10 Οκτωβρίου 2001. Κατόπιν τούτου, οι ναυπηγικές επιχειρήσεις άρχισαν να συμπεριλαμβάνουν τα πλεονεκτήματα των μέτρων αυτών στις προσφορές που υπέβαλαν για την ανάθεση νέων ναυπηγικών έργων, χωρίς να περιμένουν την έναρξη ισχύος των μέτρων, προκειμένου να προχωρήσουν στα στάδια της διαπραγμάτευσης και της υλοποίησης των πρώτων σχημάτων STL.

4.9.2.3.   Η αίτηση του 2001 για την παροχή πληροφοριών σχετικά με το ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης

(98)

Η ένωση PYMAR αναφέρεται σε επιστολή που απέστειλε η Επιτροπή στις 21 Δεκεμβρίου 2001, κατόπιν καταγγελίας σχετικά με διάφορα κρατικά μέτρα τα οποία εικάζεται ότι μείωναν το κόστος της αγοράς πλοίων από ισπανικές ναυπηγικές επιχειρήσεις. Με την εν λόγω επιστολή, η Επιτροπή ζητούσε κυρίως πληροφορίες σχετικά με το φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης:

«Έχει περιέλθει στην προσοχή της Επιτροπής η πιθανή εφαρμογή αρκετών μέτρων τα οποία μειώνουν το κόστος αγοράς πλοίων από ισπανικές ναυπηγικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, η Επιτροπή πληροφορήθηκε ότι διατίθενται τα ακόλουθα μέτρα:

3.

Φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης, βάσει του οποίου η ναυπήγηση πλοίων στην Ισπανία παρέχει τη δυνατότητα μείωσης των φόρων μέσω της χρήσης των διατάξεων για οχήματα ειδικού σκοπού (SPV). Κατά τα φαινόμενα, το πλεονέκτημα που συνεπάγεται ο συνδυασμός αυτός μεταβιβάζεται στον πλοιοκτήτη με τη μορφή είτε χαμηλότερου τιμήματος είτε μειωμένων δαπανών χρηματοδοτικής μίσθωσης. Παρακαλούνται οι ισπανικές αρχές να διαβιβάσουν όλες τις σχετικές πληροφορίες ώστε να καταστεί εφικτή η αξιολόγηση του εν λόγω ζητήματος».

(99)

Κατά την άποψη της ένωσης PYMAR, με τη συγκεκριμένη επιστολή αφήνεται να εννοηθεί ότι η Επιτροπή είχε στη διάθεσή της πληροφορίες και ήταν ενήμερη για την ύπαρξη του φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μίσθωσης και ότι είχε ήδη ερευνήσει το ζήτημα το 2001, χωρίς ωστόσο να προβεί στη λήψη μέτρων, ενέργεια που δημιούργησε τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι το ισπανικό μέτρο δεν συνιστούσε ενίσχυση.

4.9.2.4.   Η απόφαση του 2004 σχετικά με την κοινοποίηση των Κάτω Χωρών

(100)

Στις 9 Σεπτεμβρίου 2002, οι αρχές των Κάτω Χωρών κοινοποίησαν «ισοδυναμία ενισχύσεων» τις οποίες σκόπευαν να χορηγήσουν σε ολλανδικά ναυπηγεία με στόχο την επίτευξη ισοδυναμίας έναντι των ενισχύσεων τις οποίες φέρεται ότι χορήγησε η Ισπανία (60). Μετά την ολοκλήρωση επίσημης έρευνας (61), η Επιτροπή συμπέρανε στην τελική της απόφαση (62) ότι εφόσον «οι ισπανικές αρχές κατέστησαν σαφή την άρνησή τους να προβούν στη διάθεση των κονδυλίων της ενίσχυσης», δεν παρουσιάστηκαν «επαρκείς αποδείξεις […] ότι οι ισπανικές ενισχύσεις είχαν τεθεί στη διάθεση των ενδιαφερομένων» (63) και χαρακτήρισε τις κοινοποιηθείσες ενισχύσεις ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά.

(101)

Κατά την άποψη της ένωσης PYMAR, η απόφαση που εξέδωσε η Επιτροπή το 2004 αναμενόταν να δημιουργήσει δικαιολογημένα την πεποίθηση ότι το καθεστώς STL δεν συνιστούσε ενίσχυση, δεδομένου ότι ίσχυε ήδη το 2002, πριν από την κοινοποίηση των ενισχύσεων εκ μέρους των Κάτω Χωρών.

4.9.2.5.   Η απόφαση του 2006 σχετικά με την υπόθεση GIE Fiscaux της Γαλλίας

(102)

Σύμφωνα με την ένωση PYMAR, το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux (φορολογικοί ΟΟΣ) παρουσιάζει έντονες ομοιότητες με το καθεστώς STL. Ως εκ τούτου, η απόφαση του 2006 σχετικά με την υπόθεση της Γαλλίας είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δικαιολογημένης εμπιστοσύνης εκ μέρους των οικονομικών φορέων όσον αφορά τα εξής: 1) αναμενόταν ότι το καθεστώς STL θα θεωρηθεί συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά εντός των ορίων του κεφαλαίου 11 των κατευθυντηρίων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές και 2) δεν αναμενόταν να απαιτηθεί η ανάκτηση των κρατικών ενισχύσεων που υπερέβαιναν τα ανώτατα όρια του κεφαλαίου 11, λαμβανομένων υπόψη των διαδικαστικών ομοιοτήτων που παρουσίαζαν οι δύο υποθέσεις.

(103)

Επιπλέον, η ένωση PYMAR επικαλείται διάφορες αποφάσεις της Επιτροπής βάσει των οποίων η ομοιότητα ενός μέτρου με μέτρο το οποίο είχε εγκριθεί κατά το παρελθόν από την Επιτροπή αποτελεί κριτήριο που αιτιολογεί τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των οικονομικών φορέων. Ειδικότερα, η ένωση PYMAR υπενθυμίζει ότι δεν διατάχθηκε η ανάκτηση των ενισχύσεων σε υποθέσεις (64) όπως η υπόθεση του καθεστώτος «Foreign Income» (Ιρλανδία), η υπόθεση των διεθνών χρηματοδοτικών δραστηριοτήτων (Κάτω Χώρες), οι υποθέσεις των κέντρων συντονισμού και των εταιρειών χρηματοδότησης αντιστοίχως (Λουξεμβούργο), η υπόθεση των «συντονιστικών κέντρων της Βισκαϊκής» (Ισπανία), η υπόθεση των κέντρων ελέγχου και συντονισμού (Γερμανία), οι υποθέσεις των κέντρων διαχείρισης χρηματικών ροών και των κεντρικών γραφείων και των κέντρων υλικοτεχνικής στήριξης αντιστοίχως (Γαλλία), η υπόθεση του φορολογικού καθεστώτος ruling που εφαρμόζεται στις αμερικανικές εταιρείες πωλήσεων (Βέλγιο) και η υπόθεση των εταιρειών ειδικού φορολογικού καθεστώτος του Γιβραλτάρ (Ηνωμένο Βασίλειο), διότι τα συγκεκριμένα καθεστώτα παρουσίαζαν έντονες ομοιότητες με τα καθεστώτα των κέντρων συντονισμού του Βελγίου, τα οποία είχαν εγκριθεί κατά το παρελθόν από την Επιτροπή.

4.9.2.6.   Η επιστολή του 2009 που απέστειλε η Επίτροπος κ. Kroes

(104)

Στην απάντησή της σε επιστολή των νορβηγικών αρχών με την οποία κατήγγειλαν την εικαζόμενη εισαγωγή διακρίσεων εις βάρος των νορβηγικών ναυπηγικών επιχειρήσεων σε σχέση με το ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης, η Επίτροπος κ. Kroes επεσήμανε ότι η ΓΔ Ανταγωνισμού «[είχε] ήδη διερευνήσει το ζήτημα» και ότι, κατόπιν αιτήματός της, η Ισπανία είχε εκδώσει δημόσια ανακοίνωση με τη μορφή απάντησης των φορολογικών αρχών σε ερώτηση φορολογούμενου (65) —απόφαση επιβολής φόρου— επιβεβαιώνοντας ότι το σχετικό μέτρο δεν περιοριζόταν στις ισπανικές ναυπηγικές επιχειρήσεις και ότι μπορούσε εξίσου να χρησιμοποιηθεί για την αγορά πλοίων που ναυπηγούνται σε άλλα κράτη μέλη. Η επιστολή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, λαμβανομένης υπόψη αυτής της διευκρίνισης, δεν θεωρήθηκε απαραίτητη η λήψη περαιτέρω μέτρων.

(105)

Σύμφωνα με τη ένωση PYMAR, νορβηγός πλοιοκτήτης γνωστοποίησε στις 2 Απριλίου 2009 το περιεχόμενο της επιστολής της Επιτρόπου κ. Kroes σε ισπανική ναυπηγική επιχείρηση με την οποία συνεργαζόταν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL. Η ένωση PYMAR διαβίβασε επίσης επιστολή της επιχείρησης Gerencia del Sector de la Construcción Naval (66) (GSN) με ημερομηνία της 13ης Σεπτεμβρίου 2012, με την οποία βεβαιώνεται ότι γνώριζε, ήδη από το 2009, το περιεχόμενο της επιστολής της Επιτρόπου κ. Kroes και ότι το είχε γνωστοποιήσει σε οντότητες που συμμετείχαν σε πράξεις βάσει του καθεστώτος STL, καθώς και στην ένωση PYMAR στο πλαίσιο των τακτικών τους συναντήσεων.

4.9.2.7.   Το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της καταγγελίας και της κίνησης της διαδικασίας

(106)

Σύμφωνα με την ένωση PYMAR, μεταξύ της χρονικής στιγμής κατά την οποία η Επιτροπή έλαβε γνώση του καθεστώτος τον Δεκέμβριο του 2001/τέθηκε σε ισχύ το καθεστώς το 2002 και της κίνησης της διαδικασίας τον Ιούνιο του 2011 μεσολάβησαν εννέα έτη (πέντε έτη από την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή παρέλαβε την πρώτη καταγγελία το 2006). Το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε χωρίς την ανάληψη δράσης από την Επιτροπή ενίσχυσε την πεποίθηση ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να δώσει συνέχεια στην υπόθεση.

4.9.2.8.   Ένας προνοητικός οικονομικός φορέας δεν θα μπορούσε να προβλέψει την πιθανότητα παρουσίας κρατικής ενίσχυσης στη συνδυασμένη εφαρμογή διαφόρων μέτρων

(107)

Σύμφωνα με την ένωση PYMAR και άλλα τρίτα μέρη, πρόκειται για την πρώτη φορά που η Επιτροπή έκρινε ότι η από κοινού εφαρμογή διαφόρων μέτρων συνιστά κρατική ενίσχυση, σκεπτικό που, υπό κανονικές συνθήκες, δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν συνετοί οικονομικοί φορείς.

4.9.2.9.   Οι δηλώσεις σχετικά με τις μεθόδους απόσβεσης στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τη φορολογία των επιχειρήσεων

(108)

Η ένωση PYMAR ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 13 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων, μέτρα καθαρά φοροτεχνικής φύσεως, όπως οι κανόνες για τις αποσβέσεις, δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις. Κατά συνέπεια, οι οικονομικοί φορείς θεώρησαν δικαιολογημένα ότι το μέτρο της πρόωρης απόσβεσης δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

4.9.3.   Οι επιπτώσεις της ανάκτησης

(109)

Όταν η Επιτροπή έλαβε γνώση της ύπαρξης του καθεστώτος STL, τόσο οι ενέργειές της όσο και ο χρόνος που είχε μεσολαβήσει εν τω μεταξύ δημιούργησαν τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι αποκλειόταν το ενδεχόμενο ενισχύσεων και ότι, ως εκ τούτου, δεν επρόκειτο να ανακτηθούν οι ενισχύσεις που είχαν χορηγηθεί για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν σε προγενέστερο στάδιο. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή πρέπει να αποφύγει να διατάξει την ανάκτηση των ενισχύσεων, για όλες τις πράξεις.

(110)

Ομοίως, μέσω της επιστολής που απέστειλε το 2009 η Επίτροπος κ. Kroes επιβεβαιώνεται ότι η Επιτροπή είχε εξετάσει διεξοδικά το καθεστώς. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που συμμετείχαν σε πράξεις βάσει του φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μίσθωσης (ναυτιλιακές εταιρείες, ΟΟΣ, τράπεζες και ενδιάμεσοι φορείς κ.λπ.) μπορούσαν να έχουν δικαιολογημένα την πεποίθηση ότι η Επιτροπή θα είχε ήδη εντοπίσει την πιθανή παρουσία ενισχύσεων στο καθεστώς και ότι δεν ετίθετο ζήτημα ενισχύσεων, διότι δεν είχε προγραμματιστεί η διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας.

(111)

Η ένωση PYMAR αναφέρεται επίσης σε αποφάσεις με τις οποίες η Επιτροπή αναγνώρισε ότι οι ενέργειες των θεσμικών οργάνων της ΕΕ (Δικαστήριο, Επιτροπή κ.λπ.) μπορούσαν να δημιουργήσουν δικαιολογημένα την πεποίθηση ότι δεν επρόκειτο να ανακτηθούν ενισχύσεις που είχαν χορηγηθεί κατά το παρελθόν, και αυτό το στοιχείο δεν θα επέτρεπε στην Επιτροπή να διατάξει την ανάκτηση των ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένων των ενισχύσεων που είχαν χορηγηθεί πριν από τις ενέργειες που δημιούργησαν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Η ένωση PYMAR αναφέρεται στις αποφάσεις σχετικά με την υπόθεση χρηματοοικονομικής υπεραξίας στην Ισπανία, την υπόθεση των κέντρων συντονισμού στο Βέλγιο, την υπόθεση έκπτωσης του φόρου κατανάλωσης ενέργειας στην Αυστρία και την υπόθεση χορήγησης ενισχύσεων υπέρ μεγάλων προβληματικών επιχειρήσεων στην Ιταλία (67).

4.9.4.   Συμβατικές ρήτρες

(112)

Οι ισπανικές αρχές και η ένωση PYMAR επισημαίνουν ότι οι ενισχύσεις που διαπιστώνει η Επιτροπή ότι χορηγούνται υπέρ ναυτιλιακών εταιρειών ή ΟΟΣ και επενδυτών, αναμένεται σε κάθε περίπτωση να έχουν επιπτώσεις στις ναυπηγικές επιχειρήσεις, καθώς οι τελευταίες θα γίνονταν αποδέκτες αξιώσεων αποζημίωσης των ΟΟΣ ή των επενδυτών τους ή των εμπλεκομένων εταιρειών επενδύσεων, δυνάμει των συμβατικών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων συμμετεχόντων στις πράξεις του καθεστώτος STL. Πράγματι, κατά την άποψη της ένωσης PYMAR, βάσει ορισμένων ρητρών που περιλαμβάνονται στις συμβάσεις, οι ναυπηγικές επιχειρήσεις υποχρεούνται να αποζημιώσουν τους επενδυτές και τις ναυτιλιακές εταιρείες, συγκεκριμένα, σε περίπτωση τροποποίησης της νομοθεσίας –περιλαμβανομένης της φορολογικής νομοθεσίας– που έχει αντίκτυπο στη συναλλακτική πράξη.

5.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

5.1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(113)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν παραβιάζει ούτε τα δικαιώματα υπεράσπισης της Ισπανίας ούτε τυχόν δικαίωμα ακροάσεως τρίτου. Αντιθέτως, η απόφαση κίνησης επίσημων διαδικασιών αποτελεί το πρώτο επίσημο μέτρο που οφείλει να λάβει η Επιτροπή δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (68) [εφεξής «κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/99»] εάν, έπειτα από προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διατηρεί αμφιβολίες κατά πόσον ένα μέτρο κρατικής ενίσχυσης συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά [άρθρο 13 και άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99]. Σκοπός της απόφασης για κίνηση επίσημης διαδικασίας είναι ακριβώς να αναφέρει η Επιτροπή συνοπτικά τα σημαντικότερα πραγματικά και νομικά ζητήματα, να προβεί σε προκαταρκτική εκτίμηση σχετικά με τον χαρακτήρα του μέτρου ως ενίσχυσης, να εκθέσει τις αμφιβολίες για το συμβιβάσιμο του μέτρου με την εσωτερική αγορά και να καλέσει τα οικεία κράτη μέλη και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν παρατηρήσεις [άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99].

(114)

Επιπλέον, η Επιτροπή δεν κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας ως προς την εσπευσμένη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (άρθρο 155 παράγραφος 6 του TRLIS) εφόσον επεσήμανε ότι εάν το μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση, μπορεί σε κάθε περίπτωση να θεωρηθεί υφιστάμενη ενίσχυση. Δεν εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με το καθεστώς ΤΤ, τουλάχιστον στον βαθμό που είχε κοινοποιηθεί και εγκριθεί από την Επιτροπή (άρθρα 124 έως 128 του TRLIS) διότι το εν λόγω μέτρο επίσης θεωρήθηκε υφιστάμενη ενίσχυση. Αυτά τα δύο μέτρα αναφέρονται και περιγράφονται μόνο στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό, διότι αποτελούν σημαντικά στοιχεία του καθεστώτος STL και σχετίζονται με τα μέτρα που υπόκεινται στην επίσημη έρευνα (άρθρο 115 παράγραφος 11 και άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS, καθώς και άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS και η εφαρμογή του καθεστώτος ΤΤ σε δραστηριότητες άλλες εκτός των μεταφορών).

(115)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 115 παράγραφος 11 και το άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και το άρθρο 49 του RIS, καθώς και το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS και η εφαρμογή του καθεστώτος TT σε δραστηριότητες άλλες εκτός των μεταφορών μπορούν να διαχωριστούν από τα άλλα μέτρα που αναφέρονται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη (δηλαδή άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS και άρθρα 124 έως 128 του TRLIS) και δεν αποτελούν υφιστάμενη ενίσχυση κατά το άρθρο 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99, διότι τα εν λόγω μέτρα θεσπίστηκαν το 2002 και το 2003, μετά την προσχώρηση της Ισπανίας στην ΕΕ, και τέθηκαν σε εφαρμογή χωρίς να έχει προηγηθεί έγκριση της Επιτροπής. Επομένως, όσον αφορά τα εν λόγω μέτρα, η Επιτροπή ορθά εφάρμοσε τη διαδικασία που ισχύει για την παράνομη ενίσχυση [άρθρο 1 στοιχείο στ), άρθρο 13 και άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99].

5.2.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ STL/ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΜΕΤΡΩΝ

(116)

Το γεγονός ότι το καθεστώς STL απαρτίζεται από διάφορα μέτρα, τα οποία δεν κατοχυρώνονται στο σύνολό τους στην ισπανική φορολογική νομοθεσία, δεν αρκεί ώστε να μην περιγραφεί και αξιολογηθεί ως καθεστώς από την Επιτροπή. Ουσιαστικά, όπως εξηγείται στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα διαφορετικά φορολογικά μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν στις πράξεις οι οποίες έγιναν βάσει του καθεστώτος STL, συνδέονταν μεταξύ τους de jure ή de facto. De jure, η διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS) αντιστοιχεί σε πρόωρη εφαρμογή της εσπευσμένης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS). Παρομοίως, το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS θεσπίζει εξαίρεση για την ειδική διαδικασία που εφαρμόζεται στο πλαίσιο του καθεστώτος ΤΤ. De jure, το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS αφορά μόνο τα πλοία που είναι επιλέξιμα για υπαγωγή στο καθεστώς ΤΤ και τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης που έχουν εγκριθεί από τις φορολογικές αρχές. De facto, οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης θεωρούνταν ως εγκεκριμένες από τις φορολογικές αρχές μόνο στο πλαίσιο εγκρίσεων που χορηγήθηκαν για την πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση. De jure, μπορεί να προβλέπεται πρόωρη απόσβεση για ευρύ φάσμα στοιχείων ενεργητικού που είναι πιθανόν να αποκτηθούν μέσω σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης. Εντούτοις, οι προϋποθέσεις για πρόωρη απόσβεση υπόκεινται σε ερμηνεία και de facto θεωρήθηκε ότι πληρούνται —και χορηγήθηκαν οι συναφείς εγκρίσεις— μόνο αναφορικά με τα πλοία που είναι επιλέξιμα για υπαγωγή στο καθεστώς ΤΤ.

(117)

Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι δύο από τα τρία βασικά μέτρα του καθεστώτος STL (διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης και κανόνες σχετικά με την επιλεξιμότητα για υπαγωγή στο καθεστώς ΤΤ) τέθηκαν σε ισχύ την ίδια ημερομηνία (1η Ιανουαρίου 2002) δυνάμει της ίδιας νομοθεσίας.

(118)

Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι οι ίδιοι τρίτοι που αμφισβητούν τη συνολική προσέγγιση της Επιτροπής, όταν προβάλλουν επιχειρήματα περί δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και ίσης μεταχείρισης διατείνονται ότι το καθεστώς STL εμφανίζει έντονες ομοιότητες με το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux. Το γεγονός ότι όλα τα χαρακτηριστικά του γαλλικού μέτρου συμπεριλαμβάνονταν σε μία νομική διάταξη καθιστούσε αναγκαία τη συνολική αξιολόγηση. Εν προκειμένω, το γεγονός ότι τα διάφορα στοιχεία του καθεστώτος STL είναι κατανεμημένα σε διαφορετικές νομικές διατάξεις που de facto συνδέονται μεταξύ τους δεν συνεπάγεται από μόνο του διαφορετική προσέγγιση.

(119)

Για αυτούς τους λόγους, η Επιτροπή θεωρεί απαραίτητο να περιγραφεί το ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης ως καθεστώς συνδεδεμένων φορολογικών μέτρων και να αξιολογηθεί ο αντίκτυπός τους στο πλαίσιο της αμοιβαιότητάς τους, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα τις de facto σχέσεις που καθιερώνονται —ή εγκρίνονται— από το κράτος.

(120)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή δεν βασίζεται αποκλειστικά στη συνολική προσέγγιση. Παράλληλα με τη συνολική προσέγγιση, η Επιτροπή προέβη και σε ανάλυση των επιμέρους μέτρων που απαρτίζουν το καθεστώς STL. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δύο προσεγγίσεις είναι συμπληρωματικές και οδηγούν σε συμπεράσματα που συνάδουν μεταξύ τους. Η επιμέρους αξιολόγηση είναι απαραίτητη προκειμένου να προσδιοριστεί ποιο μέρος των οικονομικών πλεονεκτημάτων που παράγει το καθεστώς STL οφείλεται σε γενικά μέτρα και ποιο σε επιλεκτικά μέτρα. Η επιμέρους αξιολόγηση επίσης δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να προσδιορίσει, κατά περίπτωση, ποιο μέρος της ενίσχυσης είναι συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά και ποιο μέρος πρέπει να ανακτηθεί.

(121)

Αυτή η διττή προσέγγιση, που ήδη εφαρμόστηκε στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό, δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να ορίσει ένα σύστημα αναφοράς για κάθε επιμέρους μέτρο και για το καθεστώς STL στο σύνολό του, προκειμένου να εντοπισθούν τα επιλεκτικά πλεονεκτήματα που συνιστούν κρατική ενίσχυση. Για κάθε πράξη στο πλαίσιο του καθεστώτος STL, χρησιμοποιείται η ίδια η πράξη για να γίνει η αντίστροφη ανάλυση με την οποία θα αξιολογηθεί η ύπαρξη ενίσχυσης, με βάση τις ίδιες συμβατικές διατάξεις, αλλά εκτελούμενη χωρίς την εφαρμογή μέτρων που χαρακτηρίζονται κρατική ενίσχυση. Εν προκειμένω, μια εναλλακτική πράξη με διαφορετικές πραγματικές διευθετήσεις —συμβατικές και χρηματοδοτικές— δεν αποτελεί ορθή αντίστροφη ανάλυση.

(122)

Οι οικονομικοί φορείς έχουν την ελευθερία να διαρθρώσουν τις πράξεις χρηματοδότησης στοιχείων του ενεργητικού όπως επιθυμούν και να χρησιμοποιούν για αυτόν τον σκοπό τα γενικά φορολογικά μέτρα που θεωρούν πλέον κατάλληλα. Εντούτοις, εφόσον οι εν λόγω πράξεις ενέχουν την εφαρμογή επιλεκτικών φορολογικών μέτρων που υπόκεινται σε έλεγχο περί κρατικών ενισχύσεων, οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις εν λόγω συναλλαγές είναι εν δυνάμει αποδέκτες κρατικής ενίσχυσης. Αφενός, το γεγονός ότι διάφοροι κλάδοι ή κατηγορίες επιχειρήσεων εντοπίζονται ως δυνητικοί αποδέκτες δεν αποτελεί ένδειξη ότι το καθεστώς STL συνιστά γενικό μέτρο (69). Αφετέρου, το γεγονός ότι το καθεστώς χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση της απόκτησης και μεταπώλησης ποντοπόρων πλοίων καθώς και της ναύλωσης κενού πλοίου μπορεί να θεωρηθεί σαφής ένδειξη ότι το εν λόγω μέτρο είναι επιλεκτικό σε επίπεδο κλάδου.

5.3.   ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 107 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ

(123)

Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, «ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές».

(124)

Οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων εφαρμόζονται μόνο για τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες. Επιπλέον, τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ είναι σωρευτικά. Επομένως, τα υπό αξιολόγηση μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια της Συνθήκης εάν πληρούνται όλες οι ως άνω προϋποθέσεις. Κατά βάση, εστιάζεται σε χρηματοδοτική στήριξη η οποία:

χορηγείται από το κράτος ή με κρατικούς πόρους,

ευνοεί ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής,

νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, και

επηρεάζει τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές.

(125)

Η Επιτροπή διενέργησε την αξιολόγησή της σε δύο διαφορετικά επίπεδα:

Στο επίπεδο των επιμέρους μέτρων: η Επιτροπή εξετάζει εάν κάθε επιμέρους μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση ανεξάρτητα από τη χρήση του στο πλαίσιο του καθεστώτος STL.

Στο επίπεδο του καθεστώτος STL συνολικά: όπως αναφέρθηκε ήδη, το καθεστώς STL βασίζεται σε έναν συνδυασμό των εν λόγω μέτρων που de jure ή de facto συνδέονται μεταξύ τους.

5.3.1.   Επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ

(126)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι όλα τα μέρη που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL είναι επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ —και τούτο δεν αμφισβητείται από την Ισπανία (70) ή από άλλον τρίτο— εφόσον οι δραστηριότητες που ασκούν συνίστανται στην παροχή αγαθών και υπηρεσιών σε αγορά (71). Πιο συγκεκριμένα, οι ναυπηγικές επιχειρήσεις παρέχουν νεότευκτα πλοία ή υπηρεσίες κατασκευής, επισκευής και ανακαίνισης· οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης παρέχουν διευκολύνσεις χρηματοδότησης· οι ΟΟΣ εκναυλώνουν και πωλούν πλοία· οι επενδυτές παρέχουν αγαθά και υπηρεσίες σε ευρύ φάσμα αγορών, εκτός εάν πρόκειται για άτομα που δεν ασκούν οικονομική δραστηριότητα, οπότε δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης· οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις παρέχουν υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών· οι τράπεζες οργάνωσης παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης και χρηματοδότησης και άλλοι ενδιάμεσοι φορείς παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης ή συμβουλευτικές υπηρεσίες.

5.3.2.   Ύπαρξη επιλεκτικού πλεονεκτήματος

(127)

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία: «Το άρθρο 107 παράγραφος 1 της Συνθήκης επιτάσσει να καθορίζεται αν, στο πλαίσιο ενός δεδομένου νομικού καθεστώτος, κρατικό μέτρο είναι ικανό να ευνοήσει “ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής” σε σχέση με άλλους, οι οποίοι τελούν, όσον αφορά τον σκοπό που επιδιώκει το εν λόγω καθεστώς, σε παρεμφερή πραγματική και νομική κατάσταση. Σε καταφατική περίπτωση, το οικείο μέτρο πληροί την προϋπόθεση επιλεκτικότητας.» (72)

5.3.2.1.   Εσπευσμένη απόσβεση (άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS) – Μέτρο 1

(128)

Στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό, η Επιτροπή δήλωσε ότι, εάν το μέτρο συνιστά ενίσχυση, πρόκειται για υφιστάμενη ενίσχυση, και δεν προέβη σε διενέργεια αξιολόγησης. Συνεπεία της επίσημης έρευνας, η Επιτροπή συνήγαγε το συμπέρασμα ότι το εν λόγω μέτρο, εξεταζόμενο απομονωμένα, δεν συνιστά κρατική ενίσχυση επειδή δεν ευνοεί ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το μέτρο εφαρμόζεται σε όλες τις εταιρείες που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στην Ισπανία χωρίς περιορισμούς ως προς τον τομέα δραστηριότητας, τον τόπο εγκατάστασης, το μέγεθος, το νομικό καθεστώς ή τη θέση των στοιχείων ενεργητικού. Επίσης ισχύει χωρίς εξαιρέσεις για όλα τα αγαθά που υπόκεινται σε απόσβεση.

(129)

Επιπλέον, ο περιορισμός στα στοιχεία ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση δεν αποτελεί στοιχείο επιλεκτικότητας, καθώς η απόκτηση οιωνδήποτε στοιχείων ενεργητικού μπορεί να χρηματοδοτείται μέσω συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης στις οποίες έχουν εν γένει πρόσβαση επιχειρήσεις όλων των κλάδων και όλων των μεγεθών. Δεν υφίστανται ενδείξεις ότι οι αποδέκτες του μέτρου εμφανίζουν de facto συγκέντρωση σε ορισμένους τομείς ή κλάδους παραγωγής. Τα στατιστικά δεδομένα που παρέχονται από την Ισπανία σχετικά με τη χρήση του άρθρου 115 του TRLIS από τους ισπανούς φορολογούμενους (βλέπε τα κάτωθι γραφήματα) επιβεβαιώνουν ότι η χρηματοδοτική μίσθωση χρησιμοποιείται από εταιρείες που εμφανίζουν ευρύ φάσμα φορολογητέων εισοδημάτων (το 45 % των δεδηλωμένων χρηστών του άρθρου 115 έχουν έσοδα κάτω του 1 εκατομμυρίου ευρώ και το 70 % κάτω των 3 εκατ. ευρώ) (βλέπε το γράφημα στα αριστερά). Το απόλυτο ύψος του ποσού του φορολογικού πλεονεκτήματος που μπορεί να αποκομιστεί από την έκπτωση πρόσθετης δαπάνης (73) δυνάμει του άρθρου 115 του TRLIS επίσης ποικίλει ανάλογα με το εισόδημα του φορολογούμενου (βλέπε το γράφημα στα δεξιά).

Image

Image

Πηγή: Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών

(130)

Οι ισπανικές αρχές επίσης επιβεβαίωσαν ότι οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης και το άρθρο 115 του TRLIS μπορούν να χρησιμοποιηθούν και αναφορικά με στοιχεία ενεργητικού που κατασκευάστηκαν σε άλλα κράτη μέλη ή προέρχονται από άλλα κράτη μέλη. Τέλος, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι όροι εφαρμογής του άρθρου 115 παράγραφος 6 του TRLIS είναι σαφείς, αντικειμενικοί και ουδέτεροι και ότι δεν απαιτείται πρότερη έγκριση για την εφαρμογή του. Κατά συνέπεια, οι φορολογικές αρχές δεν διαθέτουν αρμοδιότητα έγκρισης ή απόρριψης, κατά την κρίση τους, της εφαρμογής του εν λόγω μέτρου (74).

(131)

Επομένως, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η εσπευσμένη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS) καθαυτή δεν προσπορίζει επιλεκτικό πλεονέκτημα για τους ΟΟΣ στις πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL.

5.3.2.2.   Διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης (άρθρο 115 παράγραφος 11 και άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS) — Μέτρο 2

(132)

Οι κανόνες περί απόσβεσης στην ισπανική φορολογική νομοθεσία (άρθρο 11 του TRLIS) ορίζουν εν γένει ότι το κόστος ενός στοιχείου ενεργητικού πρέπει να κατανέμεται χρονικά εκτεινόμενο σε όλη τη διάρκεια της οικονομικής χρησιμότητάς του, ξεκινώντας από τη στιγμή που χρησιμοποιείται για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 6 του TRLIS, κατά την εσπευσμένη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω στοιχείο ενεργητικού κατέστη λειτουργικό. Εφόσον επιτρέπει την έναρξη της εσπευσμένης απόσβεσης πριν από την έναρξη χρήσης του στοιχείου ενεργητικού, το άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS προσπορίζει οικονομικό πλεονέκτημα.

(133)

Η εν λόγω δυνατότητα αποτελεί εξαίρεση από τον γενικό κανόνα που ορίζεται στο άρθρο 115 παράγραφος 6 και η έγκρισή της υπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των ισπανικών αρχών· το εν λόγω μέτρο επομένως είναι εκ πρώτης όψεως επιλεκτικό. Αντίθετα προς τους ισχυρισμούς της Ισπανίας και ορισμένων τρίτων, τα κριτήρια για τη χορήγηση της έγκρισης δεν είναι σαφή και αντικειμενικά, και ακόμη και εάν ήταν σαφή και αντικειμενικά, τούτο δεν θα αρκούσε για να αποκλειστεί ο επιλεκτικός τους χαρακτήρας (75). Η Επιτροπή σημειώνει ότι τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS είναι ασαφή και απαιτούν ερμηνεία εκ μέρους των φορολογικών αρχών οι οποίες δεν έχουν δημοσιεύσει διοικητικούς κανόνες ή επεξηγήσεις εν προκειμένω. Η διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης βάσει ασαφών κριτηρίων εισάγει την επιλεκτικότητα στο καθεστώς STL, ακόμη και εάν οι διακριτικές εξουσίες δεν ασκούνται με αυθαίρετο τρόπο (76). Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι η Ισπανία δεν διευκρίνισε πειστικά για ποιον λόγο απαιτούνται όλοι οι όροι που επιβάλλονται από το άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και από το άρθρο 49 του RIS προκειμένου να αποφευχθούν οι καταχρήσεις. Για παράδειγμα, απαιτείται να αποδεικνύονται τα ειδικά χαρακτηριστικά της οικονομικής χρήσης του στοιχείου ενεργητικού (77), καθώς και η απουσία επιπτώσεων επί του φορολογητέου ποσού που προκύπτει από τη χρήση του στοιχείου ενεργητικού ή τη μεταβίβαση κυριότητας (78). Δεν παρασχέθηκε αιτιολόγηση για τους εν λόγω περιορισμούς, οι οποίοι θεσπίζουν πρόσθετα στοιχεία επιλεκτικότητας. Επίσης, η Ισπανία δεν απέδειξε γιατί είναι απαραίτητη η πρότερη έγκριση. Η διασφάλιση της πραγματικής φύσης μιας πράξης χρηματοδοτικής μίσθωσης, για παράδειγμα, φαίνεται να είναι εξίσου σημαντική τόσο για την πραγματική έκπτωση του κόστους μίσθωσης/απόσβεσης στοιχείου ενεργητικού ή την εφαρμογή εσπευσμένης απόσβεσης, όσο και για την πρόωρη εφαρμογή της εν λόγω απόσβεσης. Εντούτοις, τα πρώτα μέτρα δεν υπόκεινται σε πρότερη έγκριση και, στην περίπτωσή τους, θα αρκούσε η εκ των υστέρων επαλήθευση της σαφήνειας και αντικειμενικότητας των κριτηρίων που ισχύουν για την πρόωρη απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση.

(134)

Στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό, σύμφωνα με την Επιτροπή, οι ισπανικές αρχές είχαν διαβεβαιώσει σε συνάντηση ότι, βάσει των εγκρίσεων που έχουν εκδοθεί, οι όροι του άρθρου 115 παράγραφος 11 του TRLIS θεωρείται ότι πληρούνται μόνο στην περίπτωση αγοράς πλοίων που πέρασαν από το σύνηθες καθεστώς φορολογίας επιχειρήσεων στο καθεστώς TT (79) και στην περίπτωση της επακόλουθης μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου στη ναυτιλιακή εταιρεία μέσω της άσκησης δικαιώματος στο πλαίσιο ναύλωσης κενού πλοίου. Η Ισπανία αρνήθηκε (80) ότι προέβη σε τέτοια δήλωση, αλλά παραδέχθηκε ότι υφίστανται δυσκολίες ως προς την ερμηνεία (81). Η Επιτροπή σημειώνει ότι δεν παρασχέθηκαν αποδεικτικά στοιχεία που να θεμελιώνουν το γεγονός ότι εγκρίσεις εφαρμογής της πρόωρης απόσβεσης χορηγήθηκαν σε άλλες περιστάσεις (82).

(135)

Βάσει των παραδειγμάτων που παρέχονται από τις ισπανικές αρχές, φαίνεται ότι τα αιτήματα για πρόωρη απόσβεση που υποβάλλονται από ΟΟΣ στις φορολογικές αρχές περιγράφουν αναλυτικά τη συνολική οργάνωση των ΟΟΣ και παρέχουν όλες τις συναφείς συμβάσεις (ειδικότερα σύμβαση ναυπήγησης, σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, σύμβαση ναύλωσης κενού πλοίου, συμβάσεις δικαιωμάτων, συμφωνίες ανάληψης χρέους και συμφωνίες διαγραφής χρέους). Κατά την Ισπανία, τα εν λόγω στοιχεία είναι απαραίτητα για τον έλεγχο του συμβιβάσιμου με τους όρους που επιβάλλονται από το άρθρο 115 παράγραφος 1 και το άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και από το άρθρο 49 του RIS.

(136)

Εντούτοις, η Επιτροπή σημειώνει ότι η διαδικασία που ορίζεται στους εκτελεστικούς κανονισμούς (83) αναθέτει σημαντικές διακριτικές εξουσίες στις διοικητικές αρχές ως προς την ερμηνεία των νομικών απαιτήσεων και την πιθανή επιβολή πρόσθετων όρων. Ειδικότερα, οι αρχές έχουν το δικαίωμα να απαιτούν πρόσθετες πληροφορίες που κρίνουν σημαντικές για τη διενέργεια της αξιολόγησης (84). Εν προκειμένω, η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι σε ορισμένα από τα παραδείγματα που αναφέρονται, οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν περιείχαν και πρόσθετα παραρτήματα που δεν είναι απαραίτητα προκειμένου να αποδειχθεί η συμμόρφωση προς τους όρους που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 115 παράγραφος 11 και του άρθρου 48 παράγραφος 4 του TRLIS και του άρθρου 49 του RIS: 1) αναλυτικός υπολογισμός των συνολικών φορολογικών πλεονεκτημάτων και του τρόπου καταμερισμού τους μεταξύ της ναυτιλιακής εταιρείας αφενός και του ΟΟΣ ή των επενδυτών του αφετέρου, και 2) δήλωση της ναυπηγικής εταιρείας με αναλυτική περιγραφή των οικονομικών και κοινωνικών οφελών που αναμένονται από τη σύμβαση ναυπήγησης. Σύμφωνα με ορισμένους καταγγέλλοντες, τα εν λόγω έγγραφα απαιτούνται από τις φορολογικές αρχές στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης. Σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, τα εν λόγω στοιχεία υποβλήθηκαν από τους αιτούντες (ΟΟΣ) με δική τους πρωτοβουλία. Τα εν λόγω έγγραφα υποδεικνύουν, συγκεκριμένα, ότι λαμβάνονται υπόψη τόσο η σημασία της σύμβασης ναυπήγησης για την ισπανική οικονομία, όσο και τα συνολικά φορολογικά πλεονεκτήματα που απορρέουν από την πράξη που υπάγεται στο καθεστώς STL.

(137)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η υποχρεωτική διαδικασία πρότερης έγκρισης, η αναγκαία ερμηνεία των ασαφών όρων του άρθρου 115 παράγραφος 11 και του άρθρου 48 παράγραφος 4 του TRLIS και του άρθρου 49 του RIS, και η δυνατότητα που διαθέτουν οι φορολογικές αρχές να ζητούν πρόσθετη τεκμηρίωση ή ενημέρωση αποτελούν σαφές αποδεικτικό στοιχείο ότι οι φορολογικές αρχές χαίρουν εκτενών διακριτικών εξουσιών κατά την άσκηση του καθήκοντος έγκρισης πράξεων που υπάγονται στο καθεστώς STL.

(138)

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (εφεξής «η ανακοίνωση σχετικά με τις φορολογικές ενισχύσεις») (85), το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι η διακριτική μεταχείριση των οικονομικών φορέων μπορεί πράγματι να προσδώσει χαρακτήρα επιλεκτικού μέτρου σε ένα γενικό μέτρο κατά την εφαρμογή του σε ατομική βάση, κυρίως όταν η άσκηση της διακριτικής εξουσίας υπερβαίνει την απλή και με αντικειμενικά κριτήρια διαχείριση των φορολογικών εσόδων (86)  (87).

(139)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι η διακριτική εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 115 παράγραφος 11 και του άρθρου 48 παράγραφος 4 του TRLIS, καθώς και του άρθρου 49 του RIS προσπορίζουν επιλεκτικό πλεονέκτημα στους ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL, καθώς και στους επενδυτές τους.

5.3.2.3.   Η φορολογική διαφάνεια των ομίλων οικονομικού σκοπού (άρθρο 48 του TRLIS) — Μέτρο 3

(140)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς φορολογικής διαφάνειας των ΟΟΣ που κατοχυρώνεται στα άρθρα 48 και 49 του TRLIS απλώς δίνει τη δυνατότητα σε διαφορετικούς οικονομικούς φορείς να συμμετέχουν και να χρηματοδοτούν επενδύσεις ή να ασκούν οικονομικές δραστηριότητες. Κατά συνέπεια, το εν λόγω μέτρο δεν προσπορίζει επιλεκτικό πλεονέκτημα στους ΟΟΣ ή στα μέλη τους.

5.3.2.4.   Το φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα (TT) (άρθρα 124 έως 128 του TRLIS) — Μέτρο 4

(141)

Όπως εξηγείται στο τμήμα 2.2.4 ανωτέρω, το καθεστώς TT αποτελεί υφιστάμενο καθεστώς κρατικών ενισχύσεων, που έχει εγκριθεί με την απόφαση της Επιτροπής C(2002)582 τελικό, της 27ης Φεβρουαρίου 2002. Περιλαμβάνει τους κανόνες του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS σχετικά με τη μεταχείριση αφανών φορολογικών υποχρεώσεων και κεφαλαιακών κερδών στο πλαίσιο υπαγωγής στο καθεστώς ΤΤ χρησιμοποιημένων ή μεταχειρισμένων στοιχείων ενεργητικού που προηγουμένως υπάγονταν στο γενικό φορολογικό σύστημα.

(142)

Πράγματι, όπως εξηγείται στην ανωτέρω αιτιολογική σκέψη (17), υπό κανονικές συνθήκες, δηλαδή όταν μια εταιρεία παραμένει στο γενικό σύστημα φορολογίας επιχειρήσεων αντί να μεταβεί στο καθεστώς ΤΤ, το φορολογικό πλεονέκτημα που απορρέει από την πρόωρη ή εσπευσμένη απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού κατά τα πρώτα έτη (αυξανόμενες αφανείς φορολογικές υποχρεώσεις) αντισταθμίζεται σε μεγάλο βαθμό κατά τα επακόλουθα έτη (μειούμενες αφανείς φορολογικές υποχρεώσεις) ή κατά την πώληση ή διάλυση του στοιχείου ενεργητικού (φορολογία κεφαλαιακής υπεραξίας). Κατά τη συνολική περίοδο, η εν λόγω διαδικασία συνεπάγεται την αναστολή της καταβολής ορισμένων φορολογικών ποσών. Δεδομένου ότι ο φόρος που καταβάλλεται δυνάμει του καθεστώτος ΤΤ δεν εξαρτάται από τη διαφορά μεταξύ εσόδων και δαπανών, η μετάβαση στο καθεστώς ΤΤ εν μέσω της περιόδου συνεπάγεται ότι δεν ρυθμίζονται οι αφανείς φορολογικές υποχρεώσεις.

(143)

Σε σύγκριση με τα τεκταινόμενα στο πλαίσιο του γενικού φορολογικού συστήματος, η αναστολή της ρύθμισης αφανών φορολογικών υποχρεώσεων υπό καθεστώς ΤΤ, η οποία επιτρέπεται δυνάμει του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS, προσπορίζει πρόσθετο επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα στις εταιρείες που μεταβαίνουν στο καθεστώς ΤΤ, έναντι αυτών που παραμένουν στο γενικό σύστημα φορολογίας.

(144)

Όπως εξηγείται κατωτέρω, στο τμήμα 5.4, το καθεστώς ΤΤ, όπως έχει εγκριθεί από την Επιτροπή, δεν επεκτείνεται στη φορολογική μεταχείριση των εσόδων που αποκτήθηκαν από τη ναύλωση κενού πλοίου: επομένως δεν αποτελεί υφιστάμενη, αλλά νέα ενίσχυση.

5.3.2.5.   Άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS — Μέτρο 5

(145)

Σε σύγκριση με όσα εγκρίθηκαν ως μέρος του κοινοποιημένου καθεστώτος ΤΤ, το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS παρέχει ένα πρόσθετο πλεονέκτημα: θεσπίζοντας εξαίρεση από την κανονική εφαρμογή του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS, ορισμένα ποντοπόρα πλοία που κανονικά θα θεωρούνταν χρησιμοποιημένα ή μεταχειρισμένα θεωρούνται καινούρια κατά τη μετάβασή τους στο καθεστώς ΤΤ. Κατά συνέπεια, η ρύθμιση αφανών φορολογικών υποχρεώσεων —που κανονικά αναστέλλεται έως την πώληση ή διάλυση του στοιχείου ενεργητικού, δυνάμει του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS— ακυρώνεται οριστικά. Τούτη η ακύρωση συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα.

(146)

Το οικονομικό πλεονέκτημα που προσπορίζεται από το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS είναι επιλεκτικό διότι δεν διατίθεται για όλα τα στοιχεία ενεργητικού. Δεν διατίθεται καν για όλα τα πλοία που υπάγονται στο καθεστώς ΤΤ και στο άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS. Στην ουσία, το εν λόγω πλεονέκτημα διατίθεται μόνο υπό τον όρο ότι το πλοίο αποκτάται μέσω σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης η οποία έχει προηγουμένως εγκριθεί από τις φορολογικές αρχές. Όπως αναφέρθηκε ήδη, οι ισπανικές αρχές έχουν επιβεβαιώσει ότι οι φορολογικές αρχές θεωρούν τον εν λόγω όρο ως πληρωθέντα μόνο εάν μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης έχει εγκριθεί στο πλαίσιο αίτησης για πρόωρη απόσβεση δυνάμει του άρθρου 115 παράγραφος 11 του TRLIS. Ούτε η Ισπανία ούτε άλλος τρίτος αναφέρθηκαν σε άλλες περιστάσεις που θα επέτρεπαν την πρότερη έγκριση σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης από τις φορολογικές αρχές. Όπως αναφέρεται στο τμήμα 5.3.2.2 ανωτέρω, οι εν λόγω εγκρίσεις χορηγήθηκαν στο πλαίσιο των ουσιωδών διακριτικών εξουσιών που ασκούν οι φορολογικές αρχές και μόνο σε σχέση με νεότευκτα ποντοπόρα πλοία.

(147)

Αντιθέτως προς το επιχείρημα που προβλήθηκε από την Ισπανία και ορισμένους τρίτους, το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS δεν παρέχει απλώς διευκρίνιση ως προς την ειδική διαδικασία που κοινοποιείται ή ως προς την έννοια του «χρησιμοποιημένου πλοίου». Η θεώρηση ότι ένα μισθωμένο πλοίο είναι ακόμη καινούριο κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος αγοράς από τον μισθωτή, υπό τον όρο ότι η σύμβαση μίσθωσης έχει τύχει πρότερης έγκρισης από τις φορολογικές αρχές, συνεπάγεται απόκλιση από την ειδική διαδικασία (88) που κατοχυρώνεται στο άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS. Με αυτόν τον τρόπο θεσπίζεται επιλεκτικά ένα πρόσθετο πλεονέκτημα διότι αποτρέπεται η φορολόγηση της επακόλουθης κεφαλαιακής υπεραξίας.

(148)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η χορήγηση αυτού του πρόσθετου επιλεκτικού πλεονεκτήματος –είτε με παραπομπή στο γενικό φορολογικό καθεστώς ή ακόμη και με παραπομπή στη συνήθη εφαρμογή του εναλλακτικού καθεστώτος ΤΤ και στο άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS όπως έχει εγκριθεί από την Επιτροπή– δεν μπορεί να αιτιολογηθεί από τη φύση και τη γενική δομή του ισπανικού φορολογικού συστήματος.

(149)

Πράγματι, η Επιτροπή ενέκρινε το άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS ως ειδική διαδικασία που υποτίθεται ότι θα απέτρεπε την κατάχρηση του άρθρου 125 παράγραφος 1, δηλαδή θα απέτρεπε το ενδεχόμενο οικονομικοί φορείς να μεταφέρουν πλοία χρησιμοποιημένα, που έχουν αποσβεσθεί υπέρ το δέον, στο καθεστώς ΤΤ με μοναδικό σκοπό την πώλησή τους με σημαντική κεφαλαιακή υπεραξία που θα απαλλασσόταν δυνάμει του καθεστώτος ΤΤ. Η Επιτροπή σημειώνει ότι εν προκειμένω οι πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL εμπλέκουν ΟΟΣ που αρχικά μισθώνουν —και στη συνέχεια έχουν στην κυριότητά τους για σύντομο χρονικό διάστημα— ένα και μοναδικό πλοίο το οποίο δεν εκμεταλλεύονται οι ίδιοι και μεταβαίνουν στο καθεστώς ΤΤ για το ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα που απαιτείται ώστε να ασκηθεί το δικαίωμα της σύμβασης μίσθωσης και να μεταβιβαστεί στη ναυτιλιακή εταιρεία η κυριότητα του μοναδικού πλοίου που κατέχουν. Οι εν λόγω πράξεις κατά τα φαινόμενα δεν συνάδουν με τους στόχους του καθεστώτος ΤΤ όπως προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές.

(150)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν συμφωνεί ότι είναι εύλογο να θεωρείται ένα πλοίο «καινούριο» κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος αγοράς επειδή κανείς δεν έχει χρησιμοποιήσει το πλοίο πριν από τον μισθωτή ή επειδή η άσκηση του δικαιώματος είχε ήδη συμφωνηθεί όταν υπογραφόταν η σύμβαση μίσθωσης.

(151)

Αναφορικά με το πρώτο μέρος του εν λόγω επιχειρήματος, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο κανόνας περί περιχαράκωσης ισχύει επίσης για τα πλοία που μεταφέρει ένας οικονομικός φορέας από το κανονικό φορολογικό σύστημα στο καθεστώς ΤΤ, δηλαδή χωρίς μεταβολή στην κυριότητα και χωρίς να χρησιμοποιείται το πλοίο από τρίτο.

(152)

Αναφορικά με το δεύτερο μέρος, το γεγονός ότι το δικαίωμα έχει ήδη συμφωνηθεί δεν έχει καμία σχέση με το αν θα οριστεί το πλοίο ως καινούριο. Η Επιτροπή δεν έχει λάβει διευκρινίσεις γιατί ένα τέτοιο πλοίο θα έπρεπε να θεωρείται καινούριο —ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης— κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος. Επίσης δεν της έχει εξηγηθεί πειστικά γιατί το ανωτέρω θα ήταν εύλογο μόνο εάν η σύμβαση μίσθωσης είχε τύχει πρότερης έγκρισης από τις φορολογικές αρχές.

(153)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή σημειώνει ότι η κεφαλαιακή υπεραξία δεν θα απαλλασσόταν της φορολογίας εάν το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS διευκρίνιζε ότι τα μισθωμένα πλοία θεωρούνται καινούρια κατά την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης μίσθωσης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος. Σε αυτή την περίπτωση, ο ΟΟΣ θα έπρεπε να θεωρείται ιδιοκτήτης του πλοίου πριν τη μεταφορά του στο καθεστώς ΤΤ, το πλοίο θα έπρεπε να θεωρείται χρησιμοποιημένο ή μεταχειρισμένο κατά την υπαγωγή του στο καθεστώς ΤΤ και θα ίσχυε το άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS, επιφέροντας αναστολή της ρύθμισης των αφανών φορολογικών υποχρεώσεων ή της φορολόγησης της κεφαλαιακής υπεραξίας κατά την πώληση ή διάλυση του πλοίου.

(154)

Η Επιτροπή θεωρεί, επομένως, ότι το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS προσπορίζει επιλεκτικό πλεονέκτημα σε επιχειρήσεις που αποκτούν πλοία μέσω συμβάσεων χρηματοδοτικής σύμβασης που έχουν τύχει πρότερης έγκρισης από τις φορολογικές αρχές και, ειδικότερα, σε ΟΟΣ ή σε επενδυτές τους που συμμετέχουν σε πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL.

5.3.2.6.   Επιλεκτικό πλεονέκτημα που απορρέει από το καθεστώς STL συνολικά. Αποδέκτες του πλεονεκτήματος

(155)

Το ύψος του οικονομικού πλεονεκτήματος που απορρέει από το καθεστώς STL συνολικά αντιστοιχεί στο πλεονέκτημα που δεν θα είχε επιτύχει ο ΟΟΣ κατά την ίδια πράξη χρηματοδότησης, εάν εφαρμόζονταν μόνο γενικά μέτρα. Στην πράξη, το πλεονέκτημα αυτό αντιστοιχεί στο σύνολο των πλεονεκτημάτων που αποκομίζονται από τον ΟΟΣ κατά την εφαρμογή των προαναφερθέντων επιλεκτικών μέτρων, δηλαδή:

οι τόκοι που εξοικονομούνται επί των καταβλητέων φόρων που αναστέλλονται λόγω της πρόωρης απόσβεσης (άρθρο 115 παράγραφος 11 και άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS)·

οι φόροι που αποφεύγονται ή οι τόκοι που εξοικονομούνται επί φόρων που αναστέλλονται λόγω του καθεστώτος ΤΤ (άρθρο 128 του TRLIS), δεδομένου ότι ο ΟΟΣ δεν ήταν επιλέξιμος για το καθεστώς ΤΤ·

οι φόροι που αποφεύγονται επί της κεφαλαιακής υπεραξίας που απορρέει από την πώληση του πλοίου δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 3 του RIS.

(156)

Εξετάζοντας το καθεστώς STL συνολικά, το πλεονέκτημα είναι επιλεκτικό διότι υπήχθη στις διακριτικές εξουσίες που ανατέθηκαν στις φορολογικές αρχές μέσω της υποχρεωτικής διαδικασίας πρότερης έγκρισης και εξαιτίας της ασαφούς διατύπωσης των εφαρμοστέων όρων για την πρόωρη απόσβεση. Αφού άλλα μέτρα που ισχύουν μόνο για τις δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών που είναι επιλέξιμες δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές –ειδικότερα το άρθρο 50 παράγραφος 3 του TRLIS– εξαρτώνται από την εν λόγω πρότερη έγκριση, το καθεστώς STL στο σύνολό του είναι επιλεκτικό. Ως εκ τούτου, οι φορολογικές αρχές μπορούν να εγκρίνουν μόνο πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL για τη χρηματοδότηση ποντοπόρων πλοίων (τομεακή επιλεκτικότητα). Όπως επιβεβαιώνεται από τα στατιστικά στοιχεία που κατέθεσε η Ισπανία, το σύνολο των 273 πράξεων που υπάγονταν στο καθεστώς STL και είχαν οργανωθεί έως τον Ιούνιο του 2010 αφορούσαν ποντοπόρα πλοία.

(157)

Εν προκειμένω, το γεγονός ότι όλες οι ναυτιλιακές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων αυτών με έδρα σε άλλο κράτος μέλος, εν δυνάμει έχουν πρόσβαση σε πράξεις χρηματοδότησης υπαγόμενες στο καθεστώς STL δεν επηρεάζει το συμπέρασμα ότι το καθεστώς ευνοεί ορισμένες δραστηριότητες, συγκεκριμένα την απόκτηση ποντοπόρων πλοίων μέσω συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, ειδικότερα με σκοπό τη ναύλωση κενών πλοίων και στη συνέχεια τη μεταπώλησή τους.

(158)

Οι ευρωπαϊκές ναυπηγικές επιχειρήσεις διαμαρτυρήθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις ότι δεν είχαν πρόσβαση σε χρηματοδότηση από ισπανικές τράπεζες για το καθεστώς STL.

(159)

Στην απόφασή της για έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή παρατήρησε ότι όλα τα πλοία, με εξαίρεση ενός, που υπάχθηκαν στο καθεστώς STL είχαν ναυπηγηθεί σε ισπανικά ναυπηγεία. Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες (89) κατά πόσον υπάρχουν εύλογες αιτίες για να εξηγηθεί πώς χωρά αυτή η έκβαση στο πλαίσιο πράξεων που αποτελούν αποκλειστικά καρπό ελεύθερης επιλογής των οικονομικών φορέων σε μια ελεύθερη και ανταγωνιστική αγορά.

(160)

Εντούτοις, απουσία αποδεικτικών στοιχείων ότι απορρίφθηκαν αιτήσεις για την απόκτηση πλοίων μη ισπανικής ναυπήγησης, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεμελιώσει τον ισχυρισμό ότι το καθεστώς STL περιοριζόταν de facto στην απόκτηση ισπανικών πλοίων. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι σε μια δεσμευτική ανακοίνωση ως απάντηση σε ερώτηση πιθανού επενδυτή, με ημερομηνία 1η Δεκεμβρίου 2008, οι ισπανικές φορολογικές αρχές επιβεβαίωσαν ρητά ότι το καθεστώς STL αφορά πλοία που ναυπηγήθηκαν σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ (90). Υπό αυτές τις συνθήκες, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς STL δεν περιέχει περαιτέρω στοιχεία επιλεκτικότητας υπέρ των ισπανικών ναυπηγικών επιχειρήσεων και ότι δεν εισάγει διακριτική μεταχείριση ανάλογα με τον τόπο εγκατάστασης της ναυπηγικής επιχείρησης.

(161)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το πλεονέκτημα περιέρχεται στον ΟΟΣ και, χάριν διαφάνειας, στους επενδυτές του. Πράγματι, ο ΟΟΣ είναι η νομική οντότητα που εφαρμόζει όλα τα φορολογικά μέτρα και, κατά περίπτωση, υποβάλλει αιτήματα έγκρισης στις φορολογικές αρχές. Για παράδειγμα, δεν αμφισβητείται ότι υποβλήθηκαν εκ μέρους του ΟΟΣ αιτήματα για την υπαγωγή στην πρόωρη απόσβεση ή στο καθεστώς ΤΤ. Από φορολογική άποψη, ο ΟΟΣ αποτελεί φορολογικά διαφανή οντότητα και τα φορολογητέα έσοδά του ή οι εκπίπτουσες δαπάνες του μεταβιβάζονται αυτόματα στους επενδυτές του.

(162)

Σε μία πράξη υπαγόμενη στο καθεστώς STL, με οικονομικούς όρους, σημαντικό μέρος του φορολογικού πλεονεκτήματος που αποκτά ο ΟΟΣ μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία μέσω της έκπτωσης επί της τιμής. Από τα παραρτήματα που επισυνάπτονται σε ορισμένους φακέλους όταν οι ΟΟΣ αιτούνται πρότερη έγκριση για πρόωρη απόσβεση (βλέπε την αιτιολογική σκέψη (168) κατωτέρω) επιβεβαιώνεται ότι οι οικονομικοί φορείς που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL θεωρούν ότι τα φορολογικά οφέλη που προκύπτουν από την πράξη επιμερίζονται μεταξύ των ΟΟΣ ή των επενδυτών τους και των ναυτιλιακών εταιρειών. Εντούτοις, το ζήτημα του καταλογισμού του εν λόγω πλεονεκτήματος στο κράτος θα εξεταστεί στο επόμενο τμήμα.

(163)

Ενώ άλλοι συμμετέχοντες σε συναλλαγές υπαγόμενες στο καθεστώς STL, όπως ναυπηγικές επιχειρήσεις, εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης και άλλοι διαμεσολαβητές, ωφελούνται από τον έμμεσο αντίκτυπο αυτού του πλεονεκτήματος, η Επιτροπή θεωρεί ότι το πλεονέκτημα που αρχικά αποκτήθηκε από τον ΟΟΣ και τους επενδυτές του δεν μεταβιβάζεται στους εν λόγω άλλους συμμετέχοντες.

5.3.3.   Μεταβίβαση κρατικών πόρων και καταλογισμός στο κράτος

Κρατικοί πόροι

(164)

Τα επιλεκτικά πλεονεκτήματα για τους ΟΟΣ και τα μέλη τους που προσδιορίζονται στα μέτρα 2, 4 και 5 ανωτέρω (βλέπε τα τμήματα 5.3.2.2, 5.3.2.4 και 5.3.2.5) απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας.

(165)

Για κάθε συναλλαγή που υπάγεται στο καθεστώς STL, η χρήση κρατικών πόρων συνεπάγεται διαφυγόντες τόκους επί του αναστελλόμενου φόρου λόγω της πρόωρης απόσβεσης των στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση, διαφυγόντες φόρους απουσία ρύθμισης των αφανών φορολογικών υποχρεώσεων όταν ο ΟΟΣ μεταφέρεται από το σύνηθες σύστημα φορολογίας επιχειρήσεων σε καθεστώτα ΤΤ, και διαφυγόντες φόρους απουσία φορολόγησης της κεφαλαιακής υπεραξίας που αποκτάται κατά τη μεταβίβαση της κυριότητας του πλοίου στη ναυτιλιακή εταιρεία. Το καθεστώς STL στο σύνολό του ενέχει οριστική απώλεια φορολογικών εσόδων ίση προς την κατανάλωση κρατικών πόρων με τη μορφή φορολογικών δαπανών και διαφυγόντων τόκων.

(166)

Στο πλαίσιο των πράξεων που υπάγονται στο καθεστώς STL, το κράτος μεταβιβάζει αρχικά τους πόρους του στον ΟΟΣ μέσω της χρηματοδότησης των επιλεκτικών πλεονεκτημάτων. Μέσω της φορολογικής διαφάνειας, ο ΟΟΣ στη συνέχεια διαβιβάζει τους κρατικούς πόρους στους επενδυτές του.

Καταλογισμός

(167)

Τα εξεταζόμενα μέτρα προκύπτουν από την εφαρμογή της ισπανικής φορολογικής νομοθεσίας και από τις φορολογικές εγκρίσεις που χορηγούνται από τις ισπανικές φορολογικές αρχές για την εφαρμογή τόσο του καθεστώτος της πρόωρης απόσβεσης όσο και του καθεστώτος ΤΤ. Οι εν λόγω εγκρίσεις χορηγήθηκαν για την εφαρμογή επιμέρους μέτρων, όπως η πρόωρη (εσπευσμένη) απόσβεση των μισθωμένων πλοίων από κάθε ΟΟΣ ή η μετάβαση ΟΟΣ στο καθεστώς ΤΤ. Επιπλέον, βάσει των παραδειγμάτων που παρείχαν οι ισπανικές αρχές, η διαδικασία έγκρισης ήταν απαραίτητη για την υλοποίηση της πράξης χρηματοδότησης.

(168)

Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, οι φορολογικές αρχές προέβησαν σε αναθεώρηση και παρέμβαση στον καταμερισμό του φόρου επί της υπεραξίας μεταξύ της ναυτιλιακής εταιρείας αφενός και του ΟΟΣ και των επενδυτών του αφετέρου. Βάσει των παραδειγμάτων που παρέθεσαν οι ισπανικές αρχές προκύπτει ότι, πράγματι, στις αιτήσεις που υποβάλλονταν στις φορολογικές αρχές για έγκριση της πρόωρης απόσβεσης περιλαμβανόταν συνήθως ο υπολογισμός του συνολικού φορολογικού πλεονεκτήματος που παράγεται από τη διάρθρωση του καθεστώτος STL, καθώς και ο τρόπος καταμερισμού αυτού του φορολογικού πλεονεκτήματος μεταξύ της ναυτιλιακής εταιρείας και των επενδυτών του ΟΟΣ ή, σε κάθε περίπτωση, περιέχονταν τα απαραίτητα στοιχεία για τη διενέργεια του εν λόγω υπολογισμού.

(169)

Εντούτοις, όλες οι οικονομικές συνέπειες που έχει η χορήγηση φορολογικών πλεονεκτημάτων στους ΟΟΣ προκύπτουν από έναν συνδυασμό νόμιμων συναλλαγών μεταξύ οντοτήτων ιδιωτικού δικαίου. Οι εφαρμοστέοι κανόνες δεν υποχρεώνουν τους ΟΟΣ να μεταβιβάσουν μέρος του φορολογικού πλεονεκτήματος στις ναυτιλιακές εταιρείες και, ακόμη λιγότερο, στις ναυπηγικές επιχειρήσεις ή στους διαμεσολαβητές. Αληθεύει ότι οι φορολογικές αρχές χαίρουν εκτενούς διακριτικής ευχέρειας και, εν προκειμένω, αξιολογούν τον οικονομικό αντίκτυπο της συναλλαγής συνολικά, αλλά τούτο δεν αρκεί για να θεμελιωθεί ο ισχυρισμός ότι είναι οι ισπανικές αρχές αυτές που αποφασίζουν τη μεταβίβαση μέρους του πλεονεκτήματος στις ναυτιλιακές εταιρείες ή το ύψος της εν λόγω μεταβίβασης. Η κατάσταση είναι διαφορετική από αυτή που εξετάστηκε στο πλαίσιο της απόφασης Air Caraïbes ή της απόφασης σχετικά με το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux, όπου οι επενδυτές υποχρεώνονταν από τον νόμο να μεταβιβάζουν τουλάχιστον το 60 % ή τα δύο τρίτα του πλεονεκτήματος στους χρήστες και οι γαλλικές αρχές επαλήθευσαν ότι κάθε συναλλαγή συμμορφωνόταν με την εν λόγω απαίτηση.

(170)

Επομένως, τα επιλεκτικά πλεονεκτήματα χορηγούνταν μέσω κρατικών πόρων. Είναι άμεσα καταλογισθέντα στο ισπανικό κράτος καθώς συνεπάγονται όφελος για τους ΟΟΣ και τους επενδυτές τους. Εντούτοις, τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση των πλεονεκτημάτων που απολαύουν οι ναυτιλιακές εταιρείες και a fortiori των έμμεσων πλεονεκτημάτων που απορρέουν για τις ναυπηγικές επιχειρήσεις και τους διαμεσολαβητές.

5.3.4.   Στρέβλωση του ανταγωνισμού και αντίκτυπος στο εμπόριο

(171)

Τέλος, το εν λόγω πλεονέκτημα ενέχει τον κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού και πρόκλησης αντικτύπου στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Όταν μια χορηγηθείσα από το κράτος ενίσχυση καθιστά ισχυρότερη τη θέση μιας επιχείρησης σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις που την ανταγωνίζονται στο ενδοενωσιακό εμπόριο, πρέπει να θεωρείται ότι οι επιχειρήσεις αυτές επηρεάζονται από την ενίσχυση (91). Αρκεί το ότι ο αποδέκτης της ενίσχυσης ανταγωνίζεται άλλες επιχειρήσεις σε αγορές ανοικτές στον ανταγωνισμό (92) και στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

(172)

Στην προκείμενη περίπτωση, οι επενδυτές, δηλαδή τα μέλη του ΟΟΣ, δραστηριοποιούνται σε διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας, και ειδικότερα σε κλάδους ανοικτούς στο ενδοενωσιακό εμπόριο. Επιπλέον, μέσω των πράξεων που τυγχάνουν οφέλους στο πλαίσιο του καθεστώτος STL, δραστηριοποιούνται μέσω των ΟΟΣ σε αγορές για ναύλωση κενών πλοίων και για την αγορά και πώληση ποντοπόρων πλοίων, αγορές που είναι ανοικτές στο ενδοενωσιακό εμπόριο. Τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από το καθεστώς STL ενισχύουν τη θέση τους στις αντίστοιχες αγορές, στρεβλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον ανταγωνισμό ή συνιστώντας απειλή για στρέβλωση του ανταγωνισμού.

(173)

Το οικονομικό πλεονέκτημα που λαμβάνουν οι ΟΟΣ και οι επενδυτές τους που ωφελούνται από τα εξεταζόμενα μέτρα είναι επομένως πιθανόν να έχει αντίκτυπο στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά.

5.4.   ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ Ή ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ

(174)

Στο άρθρο 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99 (93) παρατίθενται διάφορες καταστάσεις στις οποίες η ενίσχυση θεωρείται υφιστάμενη ενίσχυση. Σύμφωνα με στοιχεία που υποβλήθηκαν στην υπό εξέταση περίπτωση, χαρακτηρίζονται ως υφιστάμενες i) οι ενισχύσεις που προϋπήρχαν της έναρξης ισχύος της Συνθήκης στην Ισπανία και ii) οι ενισχύσεις που έλαβαν προηγουμένως έγκριση από την Επιτροπή.

Το καθεστώς φορολογίας βάσει της χωρητικότητας (ΤΤ) συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση, αλλά η εφαρμογή του σε εισοδήματα που αποκτώνται από τη ναύλωση κενών πλοίων συνιστά νέα ενίσχυση

(175)

Μεταξύ των μέτρων που μπορούν να χαρακτηριστούν κρατική ενίσχυση (94), η Επιτροπή θεωρεί ότι μόνο οι νομικές διατάξεις του καθεστώτος TT (άρθρα 124 έως 128 του TRLIS, μέτρο 4) συνιστούν υφιστάμενο καθεστώς κρατικής ενίσχυσης, διότι το καθεστώς αυτό είχε εγκριθεί από την Επιτροπή το 2002.

(176)

Εντούτοις, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις χρηματοδοτικής μίσθωσης βάσει φορολογικού καθεστώτος δεν πληρούν όλες τις προϋποθέσεις ώστε να είναι επιλέξιμοι για υπαγωγή στο ισπανικό καθεστώς ΤΤ.

(177)

Η Επιτροπή ενέκρινε το ισπανικό καθεστώς ΤΤ ως συμβιβάσιμη ενίσχυση βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές, οι οποίες ισχύουν μόνο για επιχειρήσεις που εκτελούν πραγματικές θαλάσσιες μεταφορές (95) είτε με δικά τους πλοία είτε με ναυλωμένα πλοία. Κατ’ εξαίρεση, το καθεστώς ΤΤ μπορεί να εφαρμοστεί σε δραστηριότητες που σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές θεωρούνται επικουρικές ή εξομοιούμενες με θαλάσσιες μεταφορές. Για παράδειγμα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι δραστηριότητες διαχείρισης πλοίων, βυθοκόρησης ή ρυμούλκησης ενδέχεται να είναι επιλέξιμες για ενίσχυση (96). Αντιθέτως, η απλή κυριότητα ενός πλοίου, η αγορά του μέσω χρηματοδοτικής μίσθωσης ή η εκμίσθωση ή εκναύλωσή του σε τρίτους, χωρίς την ανάληψη του συνόλου των ευθυνών για τη λειτουργία του πλοίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί δραστηριότητα επιλέξιμη για την καταβολή ενίσχυσης. Προφανώς, ο δικαιούχος του καθεστώτος ΤΤ πρέπει να εκτελεί και την επιλέξιμη μεταφορική δραστηριότητα με το επιλέξιμο σκάφος.

(178)

Είναι αλήθεια ότι, κατ’ εξαίρεση, οι δραστηριότητες ναύλωσης κενών πλοίων είχαν επιτραπεί στο παρελθόν από την Επιτροπή στο πλαίσιο ορισμένων κοινοποιημένων καθεστώτων ΤΤ, αλλά μόνο σε προσωρινή βάση και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονταν με την πλεονάζουσα χωρητικότητα (97). Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η βασική δραστηριότητα των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων εξακολουθούν να είναι οι θαλάσσιες μεταφορές, ενώ τα έσοδα από την εκναύλωση κενού πλοίου μπορούν να θεωρηθούν επικουρικά σε αυτή τη βασική δραστηριότητα. Η ανοχή αυτή ευθυγραμμίζεται πλήρως με τους στόχους των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές: «η διατήρηση και βελτίωση της τεχνογνωσίας στα ναυτιλιακά θέματα, καθώς και η προστασία και η προαγωγή της απασχόλησης των ευρωπαίων ναυτικών» και «συμβολή στην εδραίωση του ναυτιλιακού κλάδου, με έδρα στα κράτη μέλη, με παράλληλη διατήρηση ενός συνολικά ανταγωνιστικού στόλου στις παγκόσμιες αγορές» (98).

(179)

Ευθυγραμμιζόμενη με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, η απόφαση C(2002) 582 τελικό της Επιτροπής, της 27ης Φεβρουαρίου 2002, για την έγκριση του ισπανικού καθεστώτος ΤΤ ρητά αναφέρει ότι επιλέξιμες για υπαγωγή στο καθεστώς ΤΤ είναι μόνο οι δραστηριότητες θαλάσσιες μεταφορών (99). Πράγματι, στο τμήμα 2.4 «Αποδέκτες της ενίσχυσης» ορίζεται ότι: «Αποδέκτες του καθεστώτος φορολογίας βάσει χωρητικότητας (ΤΤ) μπορούν να είναι ναυτιλιακές εταιρείες καταχωρισμένες δυνάμει του ισπανικού δικαίου, οι δραστηριότητες των οποίων περιλαμβάνουν την εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων» (η υπογράμμιση δική μας), και στο τμήμα 2.5: «Επιλέξιμες δραστηριότητες/πλοία» ορίζεται ότι: «Το καθεστώς φορολογίας βάσει χωρητικότητας (ΤΤ) καλύπτει μόνο τα εισοδήματα από ποντοπόρα πλοία που τυγχάνουν εκμετάλλευσης για δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών. Οι επιλέξιμες δραστηριότητες στοχοθετούνται κατά τρόπο ώστε να περιλαμβάνουν μόνο τις θαλάσσιες μεταφορές» (η υπογράμμιση δική μας).

(180)

Από τη διατύπωση της απόφασης της Επιτροπής του 2002, που εγκρίθηκε βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές, προκύπτει ότι οι επιχειρήσεις που προσδιορίζονται ως πλοιοκτήτριες εταιρείες δυνάμει του ισπανικού δικαίου μπορούν να επωφεληθούν από το καθεστώς ΤΤ υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να ασκούν τις επιλέξιμες δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών, και εντός των ορίων αυτών των δραστηριοτήτων.

(181)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η δραστηριότητα που ασκείται από τους ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL δεν μπορεί να θεωρηθεί δραστηριότητα μεταφορών. Όταν ένας ΟΟΣ μεταβαίνει στο καθεστώς ΤΤ, μισθώνει ένα και μοναδικό πλοίο από εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης και το εκναυλώνει σε τρίτο πλοιοκτήτη ως κενό πλοίο. Εάν ο τρίτος πλοιοκτήτης εκμεταλλεύεται το πλοίο για την παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών, μπορεί να είναι επιλέξιμος για υπαγωγή στο καθεστώς ΤΤ. Εντούτοις, το μόνο που κάνει ο ΟΟΣ είναι να θέσει στη διάθεση τρίτης ναυτιλιακής εταιρείας το πλοίο το οποίο εκείνη εκμεταλλεύεται. Ο ΟΟΣ επομένως αποτελεί διαμεσολαβητή που παρέχει υπηρεσίες εκμίσθωσης ή μίσθωσης, όχι υπηρεσίες μεταφορών.

(182)

Οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL κατά κανόνα εκναυλώνουν το μοναδικό πλοίο το οποίο κατέχουν ή μισθώνουν, το οποίο αποτελεί ολόκληρο τον στόλο τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο ΟΟΣ δεν αναλαμβάνει κίνδυνο ή ευθύνη ως προς την τεχνική διαχείριση, τη διαχείριση πληρώματος ή ακόμη και την εμπορική διαχείριση του πλοίου. Αποτελεί καθαρό διαμεσολαβητή και τα έσοδα που προκύπτουν από την εκναύλωση κενού πλοίου δεν μπορούν να θεωρηθούν επικουρικά δραστηριότητας θαλάσσιων μεταφορών.

(183)

Επιπλέον, οι ΟΟΣ παραμένουν στο καθεστώς ΤΤ για σύντομο χρονικό διάστημα, δηλαδή τις δύο εβδομάδες που απαιτούνται για την άσκηση του δικαιώματος της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης και για την άσκηση από την πλοιοκτήτρια εταιρεία του δικαιώματος που σχετίζεται με τη σύμβαση ναύλωσης. Το γεγονός ότι επιτρέπονται αυτού του είδους οι δραστηριότητες στο πλαίσιο του καθεστώτος ΤΤ δεν φαίνεται να αυξάνει κατά διαρκή τρόπο τη χωρητικότητα υπό τη σημαία –ή υπό τον έλεγχο– χωρών του ΕΟΧ. Για τους ίδιους λόγους, οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL δεν φαίνεται να συνεισφέρουν στην επίτευξη του στόχου για τη «διατήρηση … της τεχνογνωσίας στα ναυτιλιακά θέματα και … διατήρηση … της απασχόλησης των ευρωπαίων ναυτικών» ή στην «εδραίωση του ναυτιλιακού κλάδου».

(184)

Συμπερασματικά, η έγκριση που απορρέει από την απόφαση του 2002 δεν συνεπάγεται ότι οι δραστηριότητες επιχειρήσεων όπως οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL μπορούν να θεωρηθούν δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών.

(185)

Επομένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι η συμπερίληψη στο καθεστώς ΤΤ των επιχειρήσεων όπως οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις υπαγόμενες στο καθεστώς STL (100) επιφέρει την καταβολή νέας ενίσχυσης, είτε μέσω του υπολογισμού του φορολογητέου εισοδήματος ως συνάρτηση της εκμεταλλευόμενης χωρητικότητας είτε μέσω της δυνατότητας αναβολής της ρύθμισης αφανών φορολογικών υποχρεώσεων έως ότου το πλοίο πωληθεί ή διαλυθεί, δυνάμει του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS.

Τα άλλα μέτρα συνιστούν νέα ενίσχυση

(186)

Η πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση (άρθρο 115 παράγραφος 11 και άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS, μέτρο 2) δεν συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση διότι θεσπίσθηκε το 2002, δηλαδή μετά την προσχώρηση της Ισπανίας στην ΕΕ το 1986 και δεν κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή ούτε εγκρίθηκε από την Επιτροπή. Επιπλέον, ο αντίκτυπος του εν λόγω μέτρου μπορεί να διαχωριστεί σαφώς από τον αντίκτυπο της εσπευσμένης απόσβεσης. Το μέτρο αυτό αποτελεί παράνομη ενίσχυση.

(187)

Παρομοίως, το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS, που επέτρεπε την απαλλαγή της κεφαλαιακής υπεραξίας επί πλοίων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο συμβάσεων μίσθωσης που είχαν τύχει πρότερης έγκρισης (μέτρο 5) τέθηκε σε ισχύ το 2002 χωρίς να έχει προηγηθεί κοινοποίηση στην Επιτροπή ή έγκρισή της.

(188)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η έγκριση που χορηγήθηκε το 2002 δεν καλύπτει τα εκτελεστικά μέτρα και ειδικότερα το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS, διότι θεσπίζει εξαίρεση από τους κανόνες περιχαράκωσης που εφαρμόζονται για τα χρησιμοποιημένα πλοία δυνάμει του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS, γεγονός που συνεπάγεται πρόσθετο πλεονέκτημα. Η εν λόγω εξαίρεση θα έπρεπε να έχει κοινοποιηθεί από κοινού με τις νομικές διατάξεις που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή, αλλά τούτο δεν συνέβη.

(189)

Η εφαρμογή του άρθρου 125 παράγραφος 2 του TRLIS δεν φαίνεται να απαιτεί περαιτέρω προσδιορισμό ή αποσαφήνιση. Κατά κανόνα θα προκαλούσε τη φορολόγηση της κεφαλαιακής υπεραξίας που καταχωρίζει ο εκμισθωτής λόγω της μεταβίβασης πλοίου στον μισθωτή (ναυτιλιακή εταιρεία). Εάν η Ισπανία έκρινε ότι χρειαζόταν αποσαφήνιση, έπρεπε να την κάνει κατά την κοινοποίηση.

(190)

Κατά συνέπεια, τα εκτελεστικά μέτρα και ειδικότερα το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS επίσης συνιστούν παράνομη ενίσχυση.

5.5.   ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

(191)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα κάτωθι μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση, τόσο μεμονωμένα όσο και στο πλαίσιο του καθεστώτος STL:

η πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που αποκτήθηκαν μέσω σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (άρθρο 115 παράγραφος 11 και άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS και άρθρο 49 του RIS)·

το καθεστώς ΤΤ όσον αφορά την επιλεξιμότητα δραστηριοτήτων ναύλωσης κενού πλοίου·

το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS.

(192)

Κατ’ αρχήν απαγορεύονται οι κρατικές ενισχύσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Εντούτοις, το άρθρο 107 παράγραφος 2 ορίζει ότι ορισμένα είδη ενισχύσεων είναι συμβιβάσιμα και το άρθρο 107 παράγραφος 3 ορίζει ότι ορισμένα είδη ενισχύσεων ή οι ενισχύσεις προς ορισμένους αποδέκτες μπορούν να χαρακτηριστούν συμβιβάσιμες από την Επιτροπή. Ανάλογα με την κατηγορία των αποδεκτών, εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες όπως οι κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές (101) ή το πλαίσιο για τη ναυπηγική βιομηχανία (102).

(193)

Ούτε οι ισπανικές αρχές ούτε τρίτοι που προσδιορίστηκαν ως αποδέκτες στην εν λόγω απόφαση επικαλέστηκαν την εφαρμογή άλλης διάταξης του άρθρου 107 παράγραφοι 2 και 3 της ΣΛΕΕ ή την εφαρμογή άλλου πλαισίου κρατικής ενίσχυσης που εγκρίθηκε βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ.

5.5.1.   Εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές

Επιλεξιμότητα των εσόδων από εκναύλωση κενού πλοίου για υπαγωγή στο καθεστώς ΤΤ

(194)

Όπως ορίζεται στην ανωτέρω αιτιολογική σκέψη (71), οι ισπανικές αρχές και ορισμένοι τρίτοι θεωρούν ότι η εκναύλωση καλύπτεται από την απόφαση του 2002 περί έγκρισης του καθεστώτος ΤΤ της Ισπανίας διότι αναφέρεται στην εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων.

(195)

Η Επιτροπή δεν συμφωνεί με αυτή την ερμηνεία της απόφασης του 2002. Τόσο οι κατευθυντήριες γραμμές όσο και η απόφαση του 2002 καθιστούν σαφές ότι το καθεστώς ΤΤ πρέπει να εφαρμόζεται μόνο για δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών (103). Κατά κανόνα, τα έσοδα από άλλες δραστηριότητες εκτός των μεταφορών –ακόμη και όταν εκτελούνται από εταιρεία θαλάσσιων μεταφορών– δεν μπορούν να φορολογούνται σύμφωνα με το καθεστώς ΤΤ (104) εκτός εάν υπάρχει ρητή εξαίρεση και υπό ορισμένες προϋποθέσεις (επικουρικές δραστηριότητες, βυθοκόρηση, ρυμούλκηση).

(196)

Σε αυτό το πλαίσιο, «η εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων» που αναφέρεται ως επιλέξιμη δραστηριότητα στην απόφαση του 2002 καλύπτει μόνο την «εκμετάλλευση» πλοίων που είναι ιδιόκτητα ή ναυλώνονται κενά και τυγχάνουν εκμετάλλευσης –τόσο τα ιδιόκτητα όσο και τα ναυλωμένα πλοία– από εταιρεία θαλάσσιων μεταφορών.

(197)

Όπως ήδη αναφέρθηκε στο τμήμα 5.3.2.4, οι χρηματοοικονομικοί ΟΟΣ που συμμετέχουν στις πράξεις χρηματοδότησης βάσει του STL δεν εκμεταλλεύονται οι ίδιοι τα πλοία και δεν παρέχουν υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών. Πρόκειται για οικονομικούς διαμεσολαβητές που συμμετέχουν στη συλλογική χρηματοδότηση στοιχείου του ενεργητικού. Δεν παρεμβαίνουν στη διαχείριση του πλοίου που εκναυλώνουν ούτε σε επίπεδο στρατηγικής ή τεχνικής διαχείρισης, διαχείρισης πληρώματος ή εμπορικής διαχείρισης και δεν αναλαμβάνουν τον κίνδυνο ή την ευθύνη για την παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών.

(198)

Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL εκναυλώνουν το μοναδικό τους πλοίο τόσο με δικαίωμα αγοράς («call»), το οποίο εξαρχής αναλαμβάνει να ασκήσει η ναυτιλιακή εταιρεία όσο και με δικαίωμα πώλησης («put») το οποίο μπορεί να ασκήσει ο ΟΟΣ. Τούτο ισοδυναμεί με μια καθυστερημένη, αλλά οριστική, μεταβίβαση της κυριότητας του συνολικού στόλου του ΟΟΣ. Κατά συνέπεια, ο ΟΟΣ δεν βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με τις πλοιοκτήτριες εταιρείες που πλήττονται από την εποχιακή πλεονάζουσα χωρητικότητα και, αναζητώντας μια σχετική ευελιξία, εκναυλώνουν μέρος του στόλου τους σε τρίτους οικονομικούς φορείς για περιορισμένη χρονική περίοδο (βλέπε αιτιολογική σκέψη (178) ανωτέρω).

(199)

Για όλους αυτούς τους λόγους, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL δεν είναι επιλέξιμοι ούτε για υπαγωγή στο ισπανικό φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα όπως εγκρίνεται από την Επιτροπή ούτε καλύπτονται από τις διατάξεις των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές.

(200)

Εντούτοις, η Επιτροπή θεωρεί ότι, δεδομένου του γενικού χαρακτήρα των πράξεων μίσθωσης, οι ΟΟΣ που συμμετέχουν σε πράξεις που υπάγονται στο καθεστώς STL και οι επενδυτές τους ενεργούν ως διαμεσολαβητές που διοχετεύουν σε άλλους αποδέκτες (ναυτιλιακές εταιρείες) ένα πλεονέκτημα υπέρ της επίτευξης στόχου κοινού συμφέροντος.

Επιλεξιμότητα των ΟΟΣ και/ή των επενδυτών τους ως διαμεσολαβητών

(201)

Σε ευθυγράμμιση με την προσέγγιση που ακολουθείται στην απόφαση της 20ής Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τους γαλλικούς GIE fiscaux  (105), η Επιτροπή εκφράζει την άποψη ότι, εφόσον αντιστοιχεί σε εύλογη αμοιβή για τη διαμεσολάβηση κατά τη μεταβίβαση προς ναυτιλιακές εταιρείες πλεονεκτήματος υπέρ της επίτευξης στόχου κοινού συμφέροντος, η ενίσχυση που λαμβάνει ο ΟΟΣ ή οι επενδυτές του κρίνεται συμβιβάσιμη στο αντίστοιχο ποσοστό. Αληθεύει ότι, σε αυτή την περίπτωση, δεν υφίσταται νομική υποχρέωση για τους ΟΟΣ να μεταβιβάσουν μέρος της ενίσχυσης που λαμβάνουν στις ναυτιλιακές εταιρείες. Εντούτοις η Επιτροπή, κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας όταν αξιολογεί το συμβιβάσιμο του μέτρου με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ, θεωρεί δέον να λαμβάνεται υπόψη ο ευνοϊκός αντίκτυπος του μέτρου για τον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και να εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές –που κανονικά ισχύουν για τα μέτρα ενίσχυσης– στο πλεονέκτημα που μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία. Επομένως, εάν από την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές σε μια ναυτιλιακή εταιρεία που συμμετέχει σε συγκεκριμένη πράξη υπό το καθεστώς STL προκύπτει πλεονέκτημα αναλογικά συμβιβάσιμο ή συνολικό πλεονέκτημα ύψους x%, το αντίστοιχο ποσοστό της ενίσχυσης που εισπράττεται από τον ΟΟΣ ή τους επενδυτές του είναι επίσης συμβιβάσιμο.

Πλεονέκτημα για τις ναυτιλιακές εταιρείες που αποτελούν τελικούς χρήστες

(202)

Εφόσον το πλεονέκτημα ωφελεί τις ναυτιλιακές εταιρείες, το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) από κοινού με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές (106) αποτελούν το μόνο συναφές πλαίσιο για την αξιολόγηση του συμβιβάσιμου.

(203)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες δεν αποκομίζουν οφέλη από κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Ωστόσο, προκειμένου να προσδιοριστεί το ύψος της συμβιβάσιμης ενίσχυσης στο επίπεδο των ΟΟΣ –ως διαμεσολαβητών που διοχετεύουν σε ναυτιλιακές εταιρείες ένα πλεονέκτημα υπέρ της επίτευξης στόχου κοινού συμφέροντος– η Επιτροπή θεωρεί ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές πρέπει να εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στο πλεονέκτημα που μεταβιβάζεται από τον ΟΟΣ στη ναυτιλιακή εταιρεία, προκειμένου να προσδιοριστούν τα εξής: 1) το ύψος της ενίσχυσης που αρχικά εισπράττεται από τον ΟΟΣ και μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία το οποίο θα ήταν συμβιβάσιμο εάν το μεταβιβαζόμενο ποσό συνιστούσε κρατική ενίσχυση προς τη ναυτιλιακή εταιρεία· 2) το ποσοστό αυτού του συμβιβάσιμου πλεονεκτήματος επί του συνολικού πλεονεκτήματος που μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία· και 3) το ύψος της ενίσχυσης που θεωρείται συμβιβάσιμη ως αμοιβή των ΟΟΣ για τη διαμεσολάβησή τους.

(204)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές περιγράφουν διαφορετικές κατηγορίες κρατικών ενισχύσεων και τους όρους υπό τους οποίους η ενίσχυση μπορεί να τυγχάνει έγκρισης από την Επιτροπή. Ειδικότερα, στις κατευθυντήριες γραμμές ορίζεται σαφώς ότι ισχύουν μόνο για τις δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών και για περιορισμένο αριθμό επικουρικών ή εξομοιούμενων δραστηριοτήτων.

(205)

Όταν μια ναυτιλιακή εταιρεία ως τελικός χρήστης παρέχει υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών (ή εξομοιούμενες δραστηριότητες) και πληροί όλους τους όρους των κατευθυντήριων γραμμών, το πλεονέκτημα που προσπορίζεται η εν λόγω εταιρεία και το οποίο συνιστά ενίσχυση, θεωρείται συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά.

(206)

Δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές, η ενίσχυση μπορεί να χορηγείται μέσω διαφόρων κατηγοριών μέτρων. Ένας από τους βασικούς όρους που επιβάλλονται από το άρθρο 10 των κατευθυντήριων γραμμών του 1997 και από το άρθρο 11 των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές του 2004 είναι το συνολικό ανώτατο όριο ενίσχυσης, δηλαδή το μέγιστο ποσό κρατικής ενίσχυσης που μπορεί να λάβει μια επιχείρηση και να θεωρείται συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά (107).

(207)

Δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών του 1997, το ανώτατο όριο ενίσχυσης αντιστοιχεί σε «μείωση σε μηδενικό βαθμό της φορολογίας και των κοινωνικών επιβαρύνσεων των ναυτικών και μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων για τις ναυτιλιακές δραστηριότητες». Δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών του 2004, το ανώτατο όριο αντιστοιχεί σε μείωση σε μηδενικό βαθμό φορολογίας και κοινωνικών επιβαρύνσεων των ναυτικών και σε μείωση της φορολογίας μέσω εφαρμογής καθεστώτος ΤΤ. Ωστόσο, στις κατευθυντήριες γραμμές του 2004 ορίζεται επίσης ότι «το συνολικό ποσό των ενισχύσεων […] δεν πρέπει να υπερβαίνει το συνολικό ποσό των φόρων και των κοινωνικών εισφορών που εισπράττονται από τις ναυτιλιακές δραστηριότητες και τους ναυτικούς.»

(208)

Αναφορικά με την εφαρμογή του ανώτατου ορίου ενίσχυσης σε συγκεκριμένους δικαιούχους πλοιοκτήτες, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρέπει να προβλέπεται σε επίπεδο ΕΟΧ. Τούτο σημαίνει ότι για το ανώτατο όριο πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη ο φόρος επιχειρήσεων και οι κοινωνικές επιβαρύνσεις των αποδεκτών της ενίσχυσης που καταβάλλονται σε άλλα κράτη μέλη του ΕΟΧ. Η προσέγγιση αυτή συνάδει με τη νομολογία στην υπόθεση FagorBrandt  (108) όπου επιβεβαιώθηκε ότι κατά την αξιολόγηση μέτρου κρατικής ενίσχυσης πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη ο σωρευτικός αντίκτυπος πιθανών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν σε διαφορετικά κράτη μέλη.

(209)

Καθώς η υπό εξέταση περίπτωση αφορά ενίσχυση προς ΟΟΣ για την αγορά –από πλοιοκτήτρια εταιρεία– μακροπρόθεσμου στοιχείου ενεργητικού, η Επιτροπή συμφωνεί με τις ισπανικές αρχές ότι το πλεονέκτημα που αποκτάται από τη ναυτιλιακή εταιρεία πρέπει να κατανέμεται στο σύνολο της κανονικής περιόδου απόσβεσης του στοιχείου ενεργητικού (δέκα έτη από φορολογική σκοπιά) και πρέπει να συγκρίνεται με το συνολικό ύψος των καταβαλλόμενων φόρων και κοινωνικών επιβαρύνσεων κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα.

(210)

Σύμφωνα με το ανώτατο όριο, όλα τα πλεονεκτήματα που χορηγούνται πέραν του συνολικού ύψους του φόρου εισοδήματος και των κοινωνικών επιβαρύνσεων των ναυτικών και πέραν του φόρου επιχειρήσεων για ναυτιλιακές δραστηριότητες, πρέπει να θεωρούνται ασυμβίβαστα με τη Συνθήκη.

5.6.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ

(211)

Στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99 ορίζεται ότι σε περίπτωση αρνητικής απόφασης για υπόθεση παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφασίζει σχετικά με τη λήψη, από το οικείο κράτος μέλος, όλων των αναγκαίων μέτρων για την ανάκτηση της ενίσχυσης από τον δικαιούχο. Με την ανάκτηση της ενίσχυσης, επανέρχεται, στον βαθμό που είναι δυνατό, η κατάσταση ανταγωνισμού που υπήρχε πριν από τη χορήγηση της ενίσχυσης.

(212)

Ωστόσο, στο άρθρο 14 του κανονισμού ορίζεται επίσης ότι η Επιτροπή δεν απαιτεί την ανάκτηση της ενίσχυσης εάν αυτό αντίκειται σε κάποια γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου. Στο παρόν τμήμα εξετάζεται εάν οι γενικές αρχές της ίσης μεταχείρισης, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ή της ασφάλειας δικαίου εμποδίζουν την Επιτροπή να προχωρήσει σε έκδοση εντολής ανάκτησης για το σύνολο ή για μέρος ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί στο παρελθόν.

5.6.1.   Ίση μεταχείριση

(213)

Η αρχή της ίσης μεταχείρισης και της απαγορεύσεως των διακρίσεων απαιτεί να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικά καταστάσεις που είναι παρεμφερείς και να μην αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο καταστάσεις που είναι διαφορετικές, εκτός αν η εν λόγω αντιμετώπιση δικαιολογείται αντικειμενικά (109).

(214)

Το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux παρουσιάζει πράγματι πολλές ομοιότητες με το STL. Στο πλαίσιο του γαλλικού καθεστώτος, ένας ΟΟΣ που χαρακτηρίζεται από φορολογική διαφάνεια ή άλλοι επενδυτές αναλαμβάνουν τον ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ του κατασκευαστή ενός μακροπρόθεσμου στοιχείου ενεργητικού και του αγοραστή στον οποίον ο ΟΟΣ εκμισθώνει ή ναυλώνει το στοιχείο ενεργητικού. Ο ΟΟΣ προβαίνει σε εσπευσμένη και πρόωρη απόσβεση του στοιχείου ενεργητικού και η κεφαλαιακή υπεραξία που προκύπτει από την πώληση του στοιχείου ενεργητικού απαλλάσσεται από τον εταιρικό φόρο. Ο ΟΟΣ ή οι επενδυτές του επιστρέφουν σημαντικό ποσοστό των κερδών που προκύπτουν από τα φορολογικά μέτρα στον αγοραστή του στοιχείου ενεργητικού (παραδείγματος χάρη, μια ναυτιλιακή εταιρεία) μέσω της μείωσης του μισθώματος ή της τιμής του δικαιώματος αγοράς. Ωστόσο, το γαλλικό καθεστώς προέβλεπε ρητή απαλλαγή της κεφαλαιακής υπεραξίας ενώ στο STL η απαλλαγή αυτή προκύπτει από τη συνδυασμένη εφαρμογή του συστήματος TT και του άρθρου 50 παράγραφος 3 του RIS στον ΟΟΣ.

(215)

Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι το νομικό πλαίσιο και το διαδικαστικό ιστορικό της γαλλικής και της ισπανικής υπόθεσης εμφανίζουν διαφορές και ότι η Επιτροπή δεν προχώρησε σε έκδοση εντολής ανάκτησης για ένα μέρος της υπό εξέτασης περιόδου στην τελική της απόφαση το 2006 σχετικά με το καθεστώς GIE Fiscaux, για λόγους που συνδέονται με το διαδικαστικό ιστορικό της συγκεκριμένης υπόθεσης. Πιο συγκεκριμένα, η Γαλλία δεν είχε κοινοποιήσει επίσημα το καθεστώς στην Επιτροπή αλλά ενημέρωσε την Επιτροπή πριν εφαρμόσει το καθεστώς. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι, όταν κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας σε σχέση με το καθεστώς GIE Fiscaux, δεν είχε αποφανθεί ποτέ στο παρελθόν για παρόμοια υπόθεση. Αντίθετα, όταν η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας για το STL, είχε ήδη αποφανθεί ότι ένα παρόμοιο καθεστώς –συγκεκριμένα το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux– συνιστούσε καθεστώς κρατικών ενισχύσεων. Επειδή το νομικό και πραγματολογικό πλαίσιο του καθεστώτος GIE Fiscaux διαφέρει από το αντίστοιχο πλαίσιο του STL, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η εφαρμογή διαφορετικής μεταχείρισης. Ωστόσο, όπως θα εξηγήσει η Επιτροπή στο τμήμα 5.6.3 κατωτέρω, λόγοι που συνδέονται με την αρχή της ασφάλειας δικαίου υποχρέωσαν την Επιτροπή να μην προχωρήσει στην έκδοση εντολής ανάκτησης στη συγκεκριμένη περίπτωση μέχρι την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης για το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux.

(216)

Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι στις υποθέσεις που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 92 ανωτέρω, η εφαρμογή της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης σε παρόμοια μέτρα ήταν δικαιολογημένη με βάση τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Όσον αφορά την υπόθεση της χρηματοοικονομικής υπεραξίας στην Ισπανία, σε μια απάντηση που δόθηκε σε βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το καθεστώς χαρακτηριζόταν ρητά «γενικό μέτρο». Όσον αφορά τα συντονιστικά κέντρα και τις δραστηριότητες στο εσωτερικό ομίλων πολυεθνικών εταιρειών (110), η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δικαιολογημένη εμπιστοσύνη υπήρχε με βάση όχι μόνο την προγενέστερη χορήγηση άδειας στα βελγικά συντονιστικά κέντρα ως γενικό μέτρο του 1984 και του 1987 αλλά και την απάντηση που είχε δοθεί από την Επιτροπή σε μια κοινοβουλευτική ερώτηση (111). Στην απάντηση επισημαίνεται ότι μια σειρά από φορολογικά μέτρα –φορολογικές ρυθμίσεις σχετικές με τη φορολόγηση των πολυεθνικών ομίλων που είναι εγκατεστημένοι στην Ευρώπη, με βάση τον τόπο της κεντρικής τους διοίκησης, προκειμένου να αποφευχθεί η διπλή φορολόγησή τους– «δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις». Επίσης, το σύνολο των εν λόγω καθεστώτων εφαρμόστηκε αφού δόθηκε η απάντηση στην κοινοβουλευτική ερώτηση. Στην υπόθεση των εταιρειών ειδικού φορολογικού καθεστώτος του Γιβραλτάρ, η ύπαρξη δικαιολογημένης εμπιστοσύνης βασιζόταν στο γεγονός ότι το μέτρο θεσπίστηκε κατά τα πρότυπα ενός άλλου μέτρου που είχε ληφθεί στο ίδιο κράτος μέλος –το καθεστώς των απαλλασσόμενων εταιρειών– το οποίο συνιστούσε υφιστάμενη ενίσχυση. Με τον ίδιο τρόπο, τα μέτρα των νήσων Orkney και Shetland καταρτίστηκαν το ένα πάνω στο πρότυπο του άλλου.

(217)

Σε ό,τι αφορά το STL, η Επιτροπή θεωρεί επομένως ότι η γενική αρχή της ίσης μεταχείρισης τηρείται αν, με βάση τις ειδικές περιστάσεις του καθεστώτος, τηρούνται οι αρχές της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου (βλέπε τμήματα 5.6.2 και 5.6.3 κατωτέρω).

5.6.2.   Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη

(218)

Η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη απορρέει από μια ενέργεια της Επιτροπής η οποία παρέχει σαφείς, μη υποκείμενες σε όρους και ακριβείς διαβεβαιώσεις (112) που μπορούν να δημιουργήσουν ελπίδες –οι οποίες είναι βάσιμες (113)– στις αρχές ή στους δικαιούχους ενός καθεστώτος ότι το καθεστώς είναι νόμιμο (114). Σύμφωνα με τη νομολογία, ελλείψει προσήκουσας κοινοποίησης δεν μπορεί καταρχήν να αναγνωριστεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη (115)  (116), εκτός και αν διαπιστώνονται εξαιρετικές περιστάσεις (117).

5.6.2.1.   Η απόφαση της Επιτροπής του 2001 σχετικά με την υπόθεση Brittany Ferries (BAI)

(219)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Ισπανία παρέλειψε να κοινοποιήσει το STL στην Επιτροπή και ότι η δήλωση που περιλαμβανόταν στην απόφαση που εξέδωσε η Επιτροπή το 2001 αφορούσε ένα διαφορετικό καθεστώς –το προγενέστερο καθεστώς αυτού που αξιολογήθηκε στην απόφαση για το καθεστώς GIE Fiscaux– και αποτελούσε άμεση παραπομπή στο νομικό σύστημα ενός άλλου κράτους μέλους. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι η δήλωση αυτή δεν στοιχειοθετεί εξαιρετικές περιστάσεις και δεν αποτελεί επαρκές στοιχείο για να αναγνωριστεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη υπέρ της Ισπανίας και των τρίτων μερών που πραγματοποίησαν επιχειρηματικές συναλλαγές στο πλαίσιο του STL. Το συμπέρασμα αυτό συμφωνεί με την προσέγγιση που υιοθέτησε η Επιτροπή στην απόφαση του 2006 για το καθεστώς GIE Fiscaux όπου η Επιτροπή δεν εντόπισε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη δικαιολογημένης εμπιστοσύνης (118).

5.6.2.2.   Η δημοσίευση του σχεδίου μέτρων στην Επίσημη Εφημερίδα του ισπανικού κοινοβουλίου

(220)

Όταν δημοσιεύεται το σχέδιο μέτρων στην Επίσημη Εφημερίδα του κοινοβουλίου ενός κράτους μέλους δεν εκπληρώνεται η υποχρέωση της επίσημης κοινοποίησης και αναμονής που επιβάλλεται από την αντίστοιχη διάταξη της Συνθήκης. Η Επιτροπή σημειώνει ότι το μέτρο της πρόωρης απόσβεσης εφαρμόστηκε 21 μήνες μετά τη δημοσίευση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99 χωρίς να προηγηθεί κοινοποίηση και παράλληλα με το καθεστώς TT, το οποίο κοινοποιήθηκε δεόντως και εγκρίθηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης και τον προαναφερθέντα κανονισμό.

5.6.2.3.   Το αίτημα ενημέρωσης του 2001 για το φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης

(221)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω επιστολή είναι αδύνατο να δημιούργησε την όποια βάσιμη ελπίδα σχετικά με το STL ή με τα μεμονωμένα μέτρα που εφαρμόζονταν όταν διενεργούνταν πράξεις στο πλαίσιο του STL.

(222)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99, η Επιτροπή εξέτασε τις πληροφορίες που περιήλθαν στην κατοχή της σχετικά με τις εικαζόμενες παράνομες ενισχύσεις και στις 21 Δεκεμβρίου 2001 ζήτησε να ενημερωθεί από το κράτος μέλος. Καταρχάς, η Επιτροπή σημειώνει ότι το αίτημα ενημέρωσης δεν αποτελεί δημόσιο έγγραφο. Δεύτερον, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της PYMAR, το αίτημα αυτό δείχνει ότι η Επιτροπή δεν διέθετε την απαραίτητη ενημέρωση για να διαπιστώσει και να αξιολογήσει τις εικαζόμενες παράνομες ενισχύσεις. Ως εκ τούτου, ακόμα και αν το αίτημα είχε δημοσιευθεί, δεν θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς το ότι το καθεστώς δεν συνιστούσε ενίσχυση. Τρίτον και σημαντικότερο, με επιστολές τους στις 28 Ιανουαρίου και 28 Μαΐου 2002, οι ισπανικές αρχές αρνήθηκαν κατηγορηματικά ότι είχε θεσπιστεί φορολογικό μέτρο υπέρ της αγοράς πλοίων για τις συμβάσεις που υπογράφηκαν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2000.

5.6.2.4.   Η απόφαση του 2004 σχετικά με την κοινοποίηση από τις Κάτω Χώρες  (119)

(223)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η απόφαση του 2004 δεν θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει βάσιμες ελπίδες σε σχέση με το STL ή τα μεμονωμένα μέτρα που εφαρμόζονταν όταν διενεργούνταν πράξεις στο πλαίσιο του STL για τους εξής λόγους:

(224)

Πρώτον, το αντικείμενο της έρευνας της Επιτροπής στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αφορούσε ισπανικό μέτρο αλλά καθεστώς που είχε κοινοποιηθεί από την ολλανδική κυβέρνηση και είχε ως στόχο να αποζημιώσει ολλανδικά ναυπηγεία ή να δώσει τη δυνατότητα σε αυτά τα ναυπηγεία να υποβάλουν στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης έξι συμβάσεων ναυπήγησης ισοδύναμες προσφορές με τις προσφορές που είχαν υποβληθεί το 2000 (120) από ισπανικά ναυπηγεία τα οποία φέρεται να είχαν επωφεληθεί από κρατικές ενισχύσεις στην Ισπανία. Κατά συνέπεια, ο σκοπός της απόφασης της Επιτροπής του 2004 ήταν η αξιολόγηση των ενισχύσεων που κοινοποιήθηκαν από τις Κάτω Χώρες και όχι ενισχύσεων που φέρεται να χορηγήθηκαν από την Ισπανία.

(225)

Δεύτερον, το ισπανικό μέτρο ως αντιστάθμισμα του οποίου επιδιώχθηκαν οι ενισχύσεις από τις Κάτω Χώρες δεν ήταν ούτε το STL ούτε κάποια από τις συνιστώσες του. Όπως αναφέρθηκε στην απόφαση του 2003 για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας στην υπόθεση αυτή, οι ολλανδικές αρχές έκαναν ρητά λόγο για ενισχύσεις με τη μορφή επιδότησης των εξαγωγικών πιστώσεων οι οποίες φέρεται να χορηγήθηκαν σε πλοιοκτήτες βάσει του ισπανικού βασιλικού διατάγματος 442/94 (121). Επίσης, η Επιτροπή σημειώνει ότι τόσο η πρόωρη απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση όσο και το καθεστώς ΤΤ τέθηκαν σε ισχύ μόλις την 1η Ιανουαρίου 2002. Το σχέδιο των εν λόγω μέτρων δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα του ισπανικού κοινοβουλίου μόλις στις 10 Οκτωβρίου 2001. Ως εκ τούτου, τα μέτρα αυτά δεν θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση συμβάσεων ναυπήγησης το 2000.

(226)

Τρίτον, ακόμα και αν οι οικονομικοί φορείς είχαν φανταστεί ότι το ισπανικό μέτρο ως αντιστάθμισμα του οποίου χορηγήθηκαν οι ολλανδικές ενισχύσεις ήταν το STL –κάτι που δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση– οι δηλώσεις που περιλαμβάνονταν στην απόφαση του 2004 δεν θα μπορούσαν να έχουν δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Για την ακρίβεια, η Επιτροπή δήλωνε ότι δεν διέθετε «επαρκείς αποδείξεις για τις εικαζόμενες ισπανικές ενισχύσεις» επειδή η Ισπανία είχε αναφέρει ότι οι ενισχύσεις βάσει του βασιλικού διατάγματος 442/94 θα έπαυαν να είναι διαθέσιμες μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2000. Μετά τη συγκεκριμένη ημερομηνία, οι ενισχύσεις θα έπαυαν να είναι νόμιμες βάσει του κανονισμού για τη ναυπηγική βιομηχανία (122). Ωστόσο, το αντικείμενο της έρευνας της Επιτροπής ήταν οι ολλανδικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν ως αντιστάθμισμα των ισπανικών, όχι οι εικαζόμενες ισπανικές ενισχύσεις, και η βασικότερη αμφιβολία που διατυπώθηκε από την Επιτροπή στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας αφορούσε τη δυνατότητα χορήγησης, βάσει του πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις στη ναυπηγική βιομηχανία (123), αντισταθμιστικών ενισχύσεων –εφόσον αποδειχθεί ότι έχουν αυτόν τον χαρακτήρα– από άλλο κράτος μέλος και όχι από κάποιο μη κράτος μέλος της ΕΕ.

(227)

Η απουσία αποδεικτικών στοιχείων για τις εικαζόμενες ενισχύσεις προβλήθηκε ως δευτερεύον επιχείρημα στις αμφιβολίες που εκφράστηκαν από την Επιτροπή. Η Επιτροπή, αφού ζήτησε διευκρινίσεις από την Ισπανία με βάση τις πληροφορίες που προσκόμισαν οι Κάτω Χώρες, περιορίστηκε στην καταγραφή της διάψευσης της Ισπανίας ότι η ίδια είχε χορηγήσει ενισχύσεις (124) (δυνάμει του ισπανικού βασιλικού διατάγματος 442/94) και στη διαπίστωση ότι οι Κάτω Χώρες δεν είχαν προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για τις ισπανικές ενισχύσεις και την αντιστάθμισή τους. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις για κρατικές ενισχύσεις δεν αποδεικνύει ότι δεν υφίστανται κρατικές ενισχύσεις στο πλαίσιο του (όποιου) ισπανικού μέτρου. Αντίθετα, η Επιτροπή είχε ήδη αποσαφηνίσει στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας ότι «δεν ήταν σε θέση να εξακριβώσει εάν η Ισπανία είχε χορηγήσει παράνομα τις εικαζόμενες ενισχύσεις, αλλά η Επιτροπή συνεχίζει να παρακολουθεί τη ναυπηγική αγορά της ΕΕ και τις ενδεχόμενες παραβιάσεις στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων» (125). Ακόμα και αν οι πραγματικοί ή οι δυνητικοί δικαιούχοι του STL είχαν καλόπιστα θεωρήσει ότι η ισπανική ενίσχυση την οποία επιθυμούσαν να αντισταθμίσουν οι Κάτω Χώρες ήταν το STL, έπρεπε να τους έχει κινήσει υποψίες το γεγονός ότι η Ισπανία διέψευσε την ύπαρξή του αντί να συνηγορήσει υπέρ του συμβιβάσιμου χαρακτήρα του.

5.6.2.5.   Η απόφαση του 2006 σχετικά με την υπόθεση των γαλλικών GIE Fiscaux

(228)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ούτε η απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία για τους γαλλικούς GIE Fiscaux (φορολογικοί ΟΟΣ) το 2004 ούτε η τελική της απόφαση το 2006 στην οποία συμπέραινε ότι το καθεστώς συνιστούσε εν μέρει μη συμβιβάσιμη ενίσχυση μπορεί να δημιούργησαν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όπως υποστηρίζει η PYMAR.

(229)

Για την ακρίβεια, τα μέτρα ενίσχυσης πρέπει υποχρεωτικά να κοινοποιούνται στην Επιτροπή. Αν δεν υπάρξει κοινοποίηση, τα κράτη μέλη και οι οικονομικοί φορείς μπορούν να θεωρήσουν εύλογα ότι ένα μέτρο δεν συνιστά ενίσχυση μόνο όταν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις. Ωστόσο, αν δεν έχει τηρηθεί η διαδικασία της κοινοποίησης και της έγκρισης, δεν μπορεί νομίμως να θεωρείται ότι ένα μέτρο που ισοδυναμεί με κρατική ενίσχυση συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά.

(230)

Αντίθετα, στην απόφαση της 20ής Δεκεμβρίου 2006 για το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux, η Επιτροπή εξέφρασε ρητά την άποψη ότι το γαλλικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης συνιστούσε κρατική ενίσχυση. Το γεγονός ότι το STL ως φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης ήταν παρόμοιο με το γαλλικό καθεστώς θα έπρεπε να έχει προϊδεάσει τόσο την Ισπανία όσο και τους δικαιούχους ότι το STL θα μπορούσε να συνιστά κρατική ενίσχυση. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε δικαιολογημένη εμπιστοσύνη και να υπήρχε πριν τη δημοσίευση της απόφασης για το γαλλικό καθεστώς στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 30 Απριλίου 2007, η εμπιστοσύνη αυτή θα έπρεπε να είχε πάψει να είναι δικαιολογημένη μετά τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

(231)

Ομοίως, το γεγονός ότι οι μη συμβιβάσιμες ενισχύσεις δεν ανακτήθηκαν στη γαλλική περίπτωση δεν είναι από μόνο του αρκετό για να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς το ότι οι μη συμβιβάσιμες ενισχύσεις που ήταν πιθανό να εντοπιστούν στην ισπανική περίπτωση δεν θα επιστρέφονταν. Άλλωστε, αν υπήρχαν λόγοι που έκαναν την Επιτροπή να μην ζητήσει από το κράτος μέλος να επιστρέψει τις ενισχύσεις, οι λόγοι αυτοί πρέπει να αναζητηθούν στις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης.

5.6.2.6.   Η επιστολή του 2009 που απέστειλε η Επίτροπος κ. Kroes

(232)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιστολή που απέστειλε η Επίτροπος κ. Kroes δεν θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει βάσιμες ελπίδες σε σχέση με το STL ή τα μεμονωμένα μέτρα που εφαρμόζονταν όταν διενεργούνταν πράξεις στο πλαίσιο του STL, για τους εξής λόγους:

(233)

Καταρχάς, η συγκεκριμένη επιστολή δεν συνιστά επίσημη νομοθετική πράξη που απηχεί τη θέση της Επιτροπής –ήτοι του σώματος των Επιτρόπων– όπως θα ήταν μια επίσημη απόφαση της Επιτροπής ή η απάντηση σε μια κοινοβουλευτική ερώτηση. Στη μονοσέλιδη επιστολή της, η Επίτροπος κ. Kroes απάντησε, στο πλαίσιο διμερούς ανταλλαγής απόψεων, σε μονοσέλιδη επιστολή που είχε αποστείλει η νορβηγίδα υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας κ. Brustad. Το περιεχόμενο της συγκεκριμένης επιστολής δεν δημοσιοποιήθηκε από την Επιτροπή.

(234)

Η Επιτροπή σημειώνει ότι η επιστολή του νορβηγού πλοιοκτήτη –που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (105) ανωτέρω– απευθύνεται σε ένα μόνο ισπανικό ναυπηγείο με το οποίο ο πλοιοκτήτης διατηρεί επιχειρηματική συνεργασία και ότι η σχετική μαρτυρία, η οποία χρονολογείται από το 2012, προέρχεται από τον κυβερνητικό οργανισμό Gerencia del Sector Naval. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι ούτε οι ισπανικές αρχές –που ήξεραν ότι η έρευνα ήταν σε εξέλιξη– ούτε οι φορείς που εξέταζαν το ενδεχόμενο να αναπτύξουν δραστηριότητες στο πλαίσιο του STL ζήτησαν από την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τη θέση που εκφραζόταν στην επιστολή της Επιτρόπου κ. Kroes.

(235)

Δεύτερον, και πιο σημαντικό: μολονότι η συγκεκριμένη επιστολή δημοσιοποιήθηκε το 2009, δεν παρείχε συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις ότι το STL ήταν νόμιμο. Για την ακρίβεια, η απάντηση που δόθηκε από την Επίτροπο κ. Kroes επικεντρώνεται σε εικαζόμενες δυσμενείς διακρίσεις μεταξύ ναυπηγείων που είναι εγκατεστημένα σε διάφορες χώρες του ΕΟΧ. Το συμπέρασμα της επιστολής ότι «στο στάδιο εκείνο» δεν εξεταζόταν η πραγματοποίηση περαιτέρω ενεργειών συνδεόταν άμεσα με την πρόσφατη δημοσίευση μιας δήλωσης στην οποία αποσαφηνιζόταν ότι το STL μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αγορά πλοίων που παράγονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, γεγονός που κατεύναζε άμεσα τις ανησυχίες της κ. Brustad. Σε κάθε περίπτωση, στην επιστολή δεν έγινε καν λόγος ούτε βέβαια υποστηρίχθηκε κάποια θέση για την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης στο επίπεδο του ΟΟΣ ή των επενδυτών του. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες, τα ναυπηγεία και οι ενδιάμεσοι φορείς δεν είναι αποδέκτες της ενίσχυσης, συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(236)

Επομένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιστολή δεν παρείχε σε καμία περίπτωση συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι το καθεστώς δεν περιελάμβανε κρατικές ενισχύσεις προς όφελος του ΟΟΣ ή των επενδυτών του.

(237)

Δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν διαπίστωσε την ύπαρξη δικαιολογημένης εμπιστοσύνης με βάση την επιστολή, το ζήτημα εάν η συγκεκριμένη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη κάλυπτε την περίοδο που προηγήθηκε της επιστολής δεν έχει καμία απολύτως σημασία εν προκειμένω.

5.6.2.7.   Ένας προνοητικός οικονομικός φορέας δεν θα μπορούσε να προβλέψει την πιθανότητα παρουσίας κρατικής ενίσχυσης στη συνδυασμένη εφαρμογή διαφόρων μέτρων

(238)

Δεδομένου ότι τα μεμονωμένα μέτρα συνιστούν κρατικές ενισχύσεις (εκτός από την εσπευσμένη απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση), το γεγονός ότι οι οικονομικοί φορείς δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν ότι ο συνδυασμός των μέτρων θα μπορούσε να συνιστά παράλληλα και κρατική ενίσχυση είναι αδιάφορο στην προκειμένη περίπτωση και δεν δικαιολογεί την ύπαρξη δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ή την παραβίαση άλλης θεμελιώδους αρχής του δικαίου της ΕΕ.

(239)

Αντίθετα, πολλά τρίτα μέρη μεταξύ των φορέων που πραγματοποίησαν συναλλαγές στο πλαίσιο του STL υποστήριξαν ότι η απόφαση του 2006 στην υπόθεση με το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux τούς δημιούργησε δικαιολογημένη εμπιστοσύνη επειδή το μέτρο εμφάνιζε πολλές ομοιότητες με το STL. Επειδή όλα τα χαρακτηριστικά του γαλλικού μέτρου συμπεριλαμβάνονταν σε μία νομική διάταξη, ήταν αναγκαία η συνολική αξιολόγηση. Ως προς το σημείο αυτό, το γεγονός ότι οι διαφορετικές παράμετροι του STL συμπεριλαμβάνονταν σε διαφορετικά μέτρα –που εκ των πραγμάτων συνδέονταν μεταξύ τους και χρησιμοποιούνταν συνδυαστικά– δημιουργώντας παρόμοια αποτελέσματα δεν σημαίνει ότι απαιτείται διαφορετική προσέγγιση και δεν αποκλείει τη συνολική αξιολόγηση.

(240)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή θεωρεί ότι τόσο η πρόωση απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση όσο και η φορολογική απαλλαγή –δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 3 του RIS– της κεφαλαιακής υπεραξίας που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του TT συνιστά και στις δύο περιπτώσεις κρατική ενίσχυση. Σε περίπτωση μη κοινοποίησης των συγκεκριμένων διατάξεων, οι φορείς θα μπορούσαν να έχουν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς τη νομιμότητά τους μόνο εφόσον συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες ωστόσο δεν έχουν αποδειχθεί.

5.6.2.8.   Οι δηλώσεις σχετικά με τις μεθόδους απόσβεσης στην ανακοίνωση της Επιτροπής για την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων  (126)

(241)

Η Επιτροπή σημειώνει ότι η διατύπωση της ανακοίνωσης της Επιτροπής δεν δίνει έρεισμα για δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των φορέων ως προς τη νομιμότητα του STL. Πρώτον, οι επικαλούμενες διατάξεις αναφέρονται μόνο στις μεθόδους απόσβεσης, με αποτέλεσμα η όποια δικαιολογημένη εμπιστοσύνη να καλύπτει μόνο την πρόωρη απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση.

(242)

Δεύτερον, η ανακοίνωση δεν μπορεί να ερμηνεύεται με τέτοιον τρόπο ώστε όποια μέτρα συνδέονται με την απόσβεση να μην εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Για την ακρίβεια, η αιτιολογική σκέψη 13 της ανακοίνωσης ορίζει ότι οι κανόνες απόσβεσης και οι κανόνες για τη μεταφορά των ζημιών δεν συνιστούν ενίσχυση υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις σε όλες τις επιχειρήσεις και σε όλους τους κλάδους παραγωγής. Το STL δεν εφαρμόζεται σε όλες τις επιχειρήσεις ούτε σε όλους τους κλάδους παραγωγής.

(243)

Επίσης, στην αιτιολογική σκέψη 22 της ίδιας ανακοίνωσης διευκρινίζεται ότι ο βαθμός της διακριτικής ευχέρειας της φορολογικής διοίκησης και τα περιθώρια χειρισμών που διαθέτει ενισχύουν τις υπόνοιες ότι υφίσταται κρατική ενίσχυση. Όπως αναλύεται στο τμήμα 2.2.2 ανωτέρω, η εφαρμογή της πρόωρης απόσβεσης υπόκειται τόσο σε προϋποθέσεις –η διατύπωση των οποίων πρέπει να ερμηνεύεται– όσο και στην προηγούμενη έγκρισή της από τη φορολογική διοίκηση. Πριν χορηγήσει την έγκριση, η διοίκηση μπορεί να ζητήσει επιπλέον έγγραφα από τον αιτούντα ή πληροφορίες από άλλες διοικήσεις. Το γεγονός ότι υπήρχαν πρόσθετα έγγραφα σε όλα τα αρχεία αιτήσεων που διατέθηκαν στην Επιτροπή υποδηλώνει ότι τα έγγραφα αυτά είχαν –άμεσα ή έμμεσα– ζητηθεί από τη διοίκηση ή ότι οι αιτούντες γνώριζαν ότι τα έγγραφα ήταν απαραίτητα για να λάβουν την έγκριση. Κατά συνέπεια, η διοίκηση διέθετε ευρύτατη διακριτική ευχέρεια για την εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου.

(244)

Ως εκ τούτου, με βάση τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος, από τη διατύπωση της ανακοίνωσης δεν μπορούσε να προκύψει αβεβαιότητα, ούτε βέβαια και δικαιολογημένη εμπιστοσύνη σε σχέση με το είδος ενίσχυσης που συνιστά η πρόωρη απόσβεση.

5.6.2.9.   Επιλεξιμότητα των εσόδων από την εκναύλωση κενού πλοίου για υπαγωγή στο καθεστώς φορολόγησης με βάση τη χωρητικότητα

(245)

Η έγκριση που χορηγήθηκε με την απόφαση της Επιτροπής C(2002) 582 τελικό, της 27ης Φεβρουαρίου 2002, αναφέρεται σε «εταιρείες που διέπονται από το ισπανικό δίκαιο, των οποίων η δραστηριότητα περιλαμβάνει την εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων». Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι η συγκεκριμένη πρόταση δεν μπορεί να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι εταιρείες που έχουν ως αποκλειστική δραστηριότητα την εκναύλωση ενός και μοναδικού κενού πλοίου είναι επιλέξιμες για υπαγωγή στο καθεστώς TT. Άλλωστε, όπως αναλύεται στις αιτιολογικές σκέψεις (179) και (180) ανωτέρω, στην απόφαση του 2002 είναι σαφές ότι το καθεστώς TT εφαρμόζεται αποκλειστικά στα επιλέξιμα σκάφη και στις επιλέξιμες δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών.

5.6.3.   Ασφάλεια δικαίου

(246)

Η ασφάλεια δικαίου είναι θεμελιώδης επιταγή του ευρωπαϊκού δικαίου που έχει στόχο να διασφαλίσει την προβλεψιμότητα των νομικών καταστάσεων και σχέσεων που διέπει. Σύμφωνα με τη νομολογία, η επιταγή της ασφάλειας δικαίου αποτρέπει καθυστερήσεις της Επιτροπής επ’ αόριστον στην άσκηση των εξουσιών της και δεν προϋποθέτει τη λήψη μέτρων από το οικείο θεσμικό όργανο (127). Ωστόσο, μέχρι σήμερα, για την παραβίαση της συγκεκριμένης αρχής αρκεί ο συνδυασμός δύο στοιχείων:

η ύπαρξη ενός συνόλου στοιχείων που δημιουργεί κατάσταση αβεβαιότητας σχετικά με την κανονικότητα του μέτρου·

η παρατεταμένη αδράνεια από την πλευρά της Επιτροπής παρόλο που η ίδια είναι ενήμερη για την ύπαρξη ενίσχυσης.

(247)

Η απόφαση για το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux και η απόφαση Salzgitter  (128) είναι οι μοναδικές δύο περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή και το Πρωτοδικείο αντίστοιχα, θεώρησαν ότι η παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου μπορεί να αποτρέψει την ανάκτηση ακόμα και αν δεν υπάρχει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Ωστόσο, η απόφαση στην υπόθεση Salzgitter ακυρώθηκε από το Δικαστήριο σε ό,τι αφορά ειδικότερα την εφαρμογή της αρχής της ασφάλειας δικαίου στη συγκεκριμένη υπόθεση (129).

5.6.3.1.   Στοιχεία που δημιούργησαν κατάσταση αβεβαιότητας σχετικά με την κανονικότητα του μέτρου

(248)

Το STL και το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux έχουν πολλά κοινά βασικά χαρακτηριστικά και παράγουν σχεδόν πανομοιότυπα αποτελέσματα (βλέπε το τμήμα 5.6.1 Ίση μεταχείριση). Και τα δύο καθεστώτα χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων σε στοιχεία ενεργητικού. Και στα δύο καθεστώτα υπάρχουν ΟΟΣ που χαρακτηρίζονται από φορολογική διαφάνεια και προβαίνουν στην απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού και στη μεταβίβαση της κυριότητάς τους στον τελικό τους χρήστη μέσω διαφόρων τύπων συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης. Και στις δύο περιπτώσεις, η απόσβεση είναι πρόωρη ή εσπευσμένη και η κεφαλαιακή υπεραξία που αποκομίζει ο ΟΟΣ απαλλάσσεται φορολογικά. Και στις δύο περιπτώσεις, το οικονομικό πλεονέκτημα που προκύπτει από την πρόωρη ή εσπευσμένη απόσβεση και από την απαλλαγή της κεφαλαιακής υπεραξίας επιμερίζεται μεταξύ των επενδυτών των ΟΟΣ και του τελικού χρήστη του στοιχείου ενεργητικού (μέσω έκπτωσης στην τιμή), αν και υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά την κρατική παρέμβαση που εφαρμόζεται.

(249)

Τα βασικά μέτρα που συναπαρτίζουν το σύστημα STL εφαρμόστηκαν στο διάστημα μεταξύ 2002 (130) και 2003, δηλαδή πριν αποφασίσει η Επιτροπή ότι το γαλλικό σύστημα συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

(250)

Εξαιτίας της ομοιότητας που εμφανίζει το STL με το καθεστώς GIE Fiscaux, είναι επομένως πιθανό –όπως υποστηρίχθηκε από τις ισπανικές αρχές και από ορισμένα τρίτα μέρη– τα γεγονότα που αναφέρθηκαν, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας δικαίου σε σχέση με το γαλλικό σύστημα, να δημιούργησαν κατάσταση αβεβαιότητας και για την κανονικότητα του STL.

(251)

Ως προς το σημείο αυτό, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η εν λόγω κατάσταση αβεβαιότητας θα μπορούσε βέβαια να είχε προκληθεί και από τη δήλωση της Επιτροπής στην απόφαση που εξέδωσε το 2001 για την υπόθεση Brittany Ferries  (131), σύμφωνα με την οποία ορισμένα φορολογικά πλεονεκτήματα αποτελούσαν γενικό μέτρο. Όπως αναλύεται στην αιτιολογική σκέψη 192 της απόφασης για το καθεστώς GIE Fiscaux, στη δήλωση αυτή δεν διευκρινίζεται εάν γίνεται αναφορά στο προγενέστερο του GΙΕ Fiscaux καθεστώς, γεγονός που ενδέχεται να παραπλάνησε τους δικαιούχους του συγκεκριμένου καθεστώτος και παρόμοιων καθεστώτων, όπως το STL.

(252)

Όσο για τα άλλα στοιχεία που επικαλείται η Ισπανία και τα τρίτα μέρη, η Επιτροπή εξέτασε εάν τα στοιχεία που παρατίθενται προς επίρρωση της ύπαρξης δικαιολογημένης εμπιστοσύνης (βλέπε τμήμα 5.6.1) θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κατάσταση αβεβαιότητας.

(253)

Πρώτον, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα βάσει της Συνθήκης να κοινοποιούν στην Επιτροπή σχέδιά τους για τη χορήγηση νέων ενισχύσεων. Η δημοσίευση του σχεδίου μέτρων στην Επίσημη Εφημερίδα του ισπανικού κοινοβουλίου δεν μπορεί να θεωρηθεί κοινοποίηση προς την Επιτροπή και η απουσία αντίδρασης από την Επιτροπή δεν μπορεί να συνέβαλε στη δημιουργία κατάστασης αβεβαιότητας.

(254)

Δεύτερον, το γεγονός ότι η Επιτροπή ζήτησε το 2001 να ενημερωθεί για φορολογικό μέτρο χρηματοδοτικής μίσθωσης δείχνει ότι η Επιτροπή αντέδρασε στους ισχυρισμούς περί ενισχύσεων που διατυπώθηκαν από τον καταγγέλλοντα. Το αίτημα απευθύνθηκε στην Ισπανία και στις απαντήσεις της η Ισπανία διέψευσε κατηγορηματικά την ύπαρξη τέτοιων μέτρων. Το αίτημα δεν δημοσιοποιήθηκε από την Επιτροπή αλλά αν, για οποιονδήποτε λόγο, το συγκεκριμένο αίτημα ενημέρωσης υπέπεσε στην αντίληψη μελλοντικών δικαιούχων του STL κατά τη χρονική στιγμή που είχαν αποφασίσει να συμμετάσχουν στο καθεστώς, έπρεπε να τους κινήσει υποψίες το γεγονός ότι έχει υποβληθεί καταγγελία στην Επιτροπή στην οποία υποστηρίζεται ότι τα μέτρα του εν λόγω καθεστώτος ενδέχεται να συνιστούν κρατική ενίσχυση. Το αίτημα ενημέρωσης υποδηλώνει επίσης ότι η Επιτροπή δεν διέθετε επαρκείς πληροφορίες για το μέτρο ώστε να το αξιολογήσει και δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Επιτροπή ενέκρινε το μέτρο. Επίσης, δεδομένου ότι το αίτημα αυτό εστάλη πριν από την έναρξη ισχύος των μέτρων που συναπαρτίζουν το STL, η Ισπανία θα μπορούσε να είχε κοινοποιήσει όλα τα στοιχεία του καθεστώτος προκειμένου να υπάρξει ασφάλεια δικαίου. Ως εναλλακτική επιλογή, οι δικαιούχοι έπρεπε να είχαν ζητήσει πληροφορίες από την Ισπανία –ή την Επιτροπή– σχετικά με την κοινοποίηση του καθεστώτος από την Ισπανία ή την έγκρισή του από την Επιτροπή. Κατά συνέπεια, ούτε η Ισπανία ούτε οι οικονομικοί φορείς μπορούν να υποστηρίξουν ότι το αίτημα αυτό ή –με βάση την απάντηση που δόθηκε– η απουσία διάδοχων ενεργειών από την Επιτροπή συνέβαλαν στη δημιουργία κατάστασης αβεβαιότητας.

(255)

Τρίτον, όσον αφορά την απόφαση του 2004 για το ολλανδικό αντισταθμιστικό μέτρο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αντιστάθμιση για ένα μέτρο διαφορετικό από το STL δεν μπορεί να δημιουργήσει κατάσταση αβεβαιότητας σε σχέση με το STL. Το γεγονός ότι, ως δημόσιο έγγραφο, μόνο η ολλανδική έκδοση της απόφασης για την κίνηση της επίσημης έρευνας περιείχε ακριβή περιγραφή των εικαζόμενων ισπανικών ενισχύσεων δεν αρκεί για να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι οι αναγνώστες μπορούσαν να υποθέσουν ότι το θέμα αυτό αφορούσε το STL. Άλλωστε, με μια μετάφραση της ολλανδικής απόφασης ή με την υποβολή ερωτήματος στην Επιτροπή θα μπορούσε εύκολα να είχε αποσαφηνιστεί ότι οι εικαζόμενες ισπανικές ενισχύσεις αφορούσαν επιδοτήσεις επιτοκίου με βάση το βασιλικό διάταγμα 442/1994. Επίσης, η Επιτροπή περιορίστηκε στην αναφορά του γεγονότος ότι η Ισπανία είχε διαψεύσει την ύπαρξη των εικαζόμενων ισπανικών ενισχύσεων και ότι οι Κάτω Χώρες δεν είχαν προσκομίσει επαρκείς αποδείξεις. Όπως αναφέρεται στη συγκεκριμένη απόφαση, η Επιτροπή εκλαμβάνει ως αξιόπιστο το κράτος μέλος και δεν θεωρείται υπεύθυνη για την αβεβαιότητα που θα μπορούσε ενδεχομένως να προκαλέσει η απουσία διάδοχων ενεργειών από την πλευρά της. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι η απόφαση του 2004 είναι αδύνατο να συνέβαλε στη δημιουργία κατάστασης αβεβαιότητας σχετικά με τη νομιμότητα του STL.

(256)

Τέταρτον, η Επιτροπή θεωρεί ότι η κατάσταση αβεβαιότητας που δημιουργήθηκε γύρω από τη νομιμότητα του STL ως αποτέλεσμα της δήλωσης της Επιτροπής στην απόφαση του 2001 για την υπόθεση Brittany Ferries εξέλιπε την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux. Στην εν λόγω απόφαση καθίσταται σαφές ότι η Επιτροπή θεωρεί το γαλλικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης κρατική ενίσχυση και τόσο η Ισπανία όσο και οι δικαιούχοι του STL έπρεπε να είχαν υποψιαστεί ότι το ισπανικό καθεστώς θα μπορούσε να συνιστά κρατική ενίσχυση. Επομένως, είναι αδύνατο η θέση αυτή να δημιούργησε ή να συνέβαλε σε κατάσταση αβεβαιότητας.

(257)

Πέμπτον, για τους λόγους που εκτίθενται στο τμήμα 5.6.2.6 ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιστολή που εστάλη από την Επίτροπο κ. Kroes το 2009 δεν δημιούργησε ούτε συνέβαλε στη δημιουργία κατάστασης αβεβαιότητας.

5.6.3.2.   Το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της καταγγελίας και της κίνησης της διαδικασίας

(258)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το χρονικό διάστημα που παρήλθε για τη διερεύνηση του STL πριν την κίνηση της επίσημης διερευνητικής διαδικασίας πρέπει να υπολογιστεί με αφετηρία το 2006, όταν η Επιτροπή έλαβε τις καταγγελίες από τα ευρωπαϊκά ναυπηγεία. Άλλωστε, για τους λόγους που εκτίθενται ανωτέρω, ούτε η δημοσίευση του σχεδίου μέτρων στην ισπανική Επίσημη Εφημερίδα ούτε οι ισχυρισμοί που διατύπωσε η Επιτροπή το 2001 και διαψεύστηκαν κατηγορηματικά από την Ισπανία το 2002 συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η Επιτροπή καθυστέρησε αδικαιολόγητα να ασκήσει τις ερευνητικές της αρμοδιότητες. Ούτε βέβαια και η τελική απόφαση του 2004 στην υπόθεση C-66/2003 που αφορούσε την αντιστάθμιση ενός διαφορετικού εικαζόμενου μέτρου κρατικής ενίσχυσης, συνηγορεί υπέρ της άποψης αυτής.

(259)

Ο χρόνος που μεσολάβησε από την πρώτη καταγγελία το 2006 μέχρι την κίνηση της επίσημης διαδικασίας το 2011 δεν φαίνεται υπερβολικός αν ληφθεί υπόψη ο αριθμός των φορολογικών μέτρων που έπρεπε να εξεταστούν, η περιπλοκότητα των πράξεων που διενεργούνται στο πλαίσιο ενός φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μίσθωσης και η έλλειψη διαφάνειας που χαρακτηρίζει τις συγκεκριμένες πράξεις χρηματοδοτικής μίσθωσης. Επιπλέον, η Επιτροπή διαβίβασε οκτώ επίσημα αιτήματα ενημέρωσης από τον Σεπτέμβριο του 2006 έως τον Μάιο του 2010 (132) και βρισκόταν σε τακτική επικοινωνία με τις ισπανικές αρχές.

(260)

Άλλωστε, μόλις τον Οκτώβριο του 2010 η Επιτροπή έλαβε νέα καταγγελία που περιελάμβανε ένα στοιχείο-κλειδί για την αξιολόγηση του καθεστώτος: συγκεκριμένα, την αναλυτική μελέτη φορολογικών εμπειρογνωμόνων στην οποία περιγραφόταν η λειτουργία του καθεστώτος και οι επιπτώσεις του. Κατά συνέπεια, το χρονικό διάστημα που παρήλθε διερευνώντας το STL δεν θεωρείται επαρκές ώστε να γίνει λόγος για ασφάλεια δικαίου.

(261)

Λόγω της περιπλοκότητας των υπό εξέταση μέτρων, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να προέκυψε ανασφάλεια δικαίου σχετικά με τον χαρακτηρισμό του STL ως ενίσχυσης εξαιτίας της απόφασης του 2001 στην υπόθεση Brittany Feries, όπως υποστηρίχθηκε από την Ισπανία και τους δικαιούχους. Η ανασφάλεια αυτή όμως εξαλείφθηκε όταν δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της 30ής Απριλίου 2007 η απόφαση της Επιτροπής για το γαλλικό καθεστώς GIE Fiscaux όπου η Επιτροπή καθόριζε ότι το καθεστώς συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

(262)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή καταλήγει ότι δεν χρειάζεται να προχωρήσει σε έκδοση εντολής ανάκτησης των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν επί τη βάσει και στο πλαίσιο συναλλαγών του STL από την έναρξη ισχύος του STL το 2002 μέχρι τις 30 Απριλίου 2007.

5.6.4.   Καθορισμός των προς ανάκτηση ποσών

(263)

Η Επιτροπή αξιολόγησε διαφορετικά φορολογικά μέτρα που συνιστούν καθεστώτα κρατικών ενισχύσεων. Σκοπός της παρούσας απόφασης δεν είναι ο ακριβής καθορισμός των ποσών ενίσχυσης που ελήφθησαν από τον κάθε δικαιούχο σε κάθε μεμονωμένη συναλλαγή του STL. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να βασιστούν στην ακόλουθη μέθοδο προκειμένου να καθοριστούν, σε εξατομικευμένη βάση, οι δικαιούχοι των ενισχύσεων και το ποσό των μη συμβιβάσιμων ενισχύσεων που οφείλει να ανακτηθεί από αυτούς. Η συγκεκριμένη μέθοδος μπορεί να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο με τη συνεργασία των ισπανικών αρχών, προκειμένου κυρίως να καθοριστεί το πραγματικό ποσό του φορολογικού πλεονεκτήματος για τους επενδυτές με βάση τη φορολογική κατάσταση του καθενός.

(264)

Βήμα 1: Υπολογισμός του συνολικού φορολογικού πλεονεκτήματος που προκύπτει από τη συναλλαγή: Πρόκειται για την καθαρή παρούσα αξία (ΚΠΑ) του πραγματικού φορολογικού πλεονεκτήματος για τον ΟΟΣ ή τους επενδυτές του (δηλαδή πριν την αφαίρεση του ποσοστού των πλεονεκτημάτων που μεταβιβάζεται στη ναυπηγική εταιρεία μέσω έκπτωσης επί της τιμής). Η ΚΠΑ πρέπει να υπολογίζεται με βάση την ημερομηνία έναρξης της απόσβεσης –πρόωρη απόσβεση που έχουν εγκρίνει οι φορολογικές αρχές– ενώ τα προεξοφλητικά επιτόκια που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό πρέπει να βασίζονται στις τιμές της αγοράς. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ισπανία πρέπει εξ ορισμού να χρησιμοποιήσει τους υπολογισμούς που κατέθεσαν οι ΟΟΣ στη φορολογική διοίκηση κατά την υποβολή της αίτησης για την πρόωρη απόσβεση (βλέπε αιτιολογική σκέψη (168) ανωτέρω). Το φορολογικό πλεονέκτημα θεωρείται καταρχήν ότι εκχωρείται την ημέρα κατά την οποία οι φόροι καθίστανται απαιτητοί από τον ΟΟΣ ή τους επενδυτές του.

(265)

Βήμα 2: Υπολογισμός του φορολογικού πλεονεκτήματος που προκύπτει από τα γενικά φορολογικά μέτρα που εφαρμόζονται στη συναλλαγή: Πρόκειται για την ΚΠΑ –υπολογιζόμενη με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως στο βήμα 1– του ποσού των φορολογικών πλεονεκτημάτων που αποκομίζει ο ΟΟΣ ή οι επενδυτές του σε μια δεδομένη κατάσταση στην οποία έχει χρησιμοποιηθεί μόνο το μέτρο της εσπευσμένης απόσβεσης από τη στιγμή που ξεκίνησε η εκμετάλλευση του σκάφους και η φορολόγηση της εκμετάλλευσης σύμφωνα με τους θεσμοθετημένους κανόνες φορολόγησης των εταιρειών. Στο σενάριο αυτό, η κεφαλαιακή υπεραξία από την πώληση του σκάφους στη ναυτιλιακή εταιρεία υπόκειται, την ημέρα άσκησης του δικαιώματος από τη ναυτιλιακή εταιρεία, στον εταιρικό φόρο που ισχύει γενικά για τα εταιρικά κέρδη. Το φορολογικό πλεονέκτημα θεωρείται καταρχήν ότι αποκομίζεται την ημέρα κατά την οποία οι φόροι καθίστανται απαιτητοί από τον ΟΟΣ ή τους επενδυτές του.

(266)

Βήμα 3: Υπολογισμός του φορολογικού πλεονεκτήματος που ισοδυναμεί με κρατική ενίσχυση: καθώς η Επιτροπή θεωρεί ότι η εσπευσμένη απόσβεση συνιστά γενικό μέτρο, το ποσό του πλεονεκτήματος που αντιστοιχεί στο εν λόγω μέτρο (δηλαδή η αναβολή της καταβολής ορισμένων ποσών φόρου) δεν συνιστά κρατική ενίσχυση. Η διαφορά μεταξύ των ποσών που προκύπτουν από το 1ο και το 2ο βήμα πρέπει να αντιστοιχεί στην ενίσχυση που έχουν λάβει ο ΟΟΣ και οι επενδυτές του ως δικαιούχοι των εν λόγω φορολογικών μέτρων, δηλαδή στην ΚΠΑ του συνολικού πλεονεκτήματος που προκύπτει από τη χρήση της πρόωρης απόσβεσης, από το καθεστώς TT (για το οποίο οι ΟΟΣ δεν ήταν επιλέξιμοι) και από τη φορολογική απαλλαγή της κεφαλαιακής υπεραξίας δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 3 του RIS. Το φορολογικό πλεονέκτημα θεωρείται καταρχήν ότι αποκομίζεται την ημέρα κατά την οποία οι φόροι καθίστανται απαιτητοί από τον ΟΟΣ ή τους επενδυτές του.

(267)

Βήμα 4: Υπολογισμός του ποσού της συμβιβάσιμης ενίσχυσης: πρώτον, η ενίσχυση που έλαβε ο ΟΟΣ ή οι επενδυτές του όπως υπολογίστηκε στο βήμα 3 είναι συμβιβάσιμη καθώς αντιστοιχεί στο πλεονέκτημα που μεταβιβάστηκε στη ναυτιλιακή εταιρεία το οποίο θα ήταν συμβιβάσιμο αν θεωρείτο κρατική ενίσχυση προς τη ναυτιλιακή εταιρεία. Το ποσοστό της ενίσχυσης που μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία πρέπει να καθορίζεται με βάση έναν υπολογισμό που ακολουθεί τα πρότυπα των υπολογισμών που καταθέτουν οι ΟΟΣ με την υποβολή της αίτησής τους στη φορολογική διοίκηση (βλέπε αιτιολογική σκέψη (136) ανωτέρω) και πρέπει να περιλαμβάνει και μια αμοιβή σύμφωνα με τα δεδομένα της αγοράς για τη διαμεσολάβηση. Όπως αναλύεται στις αιτιολογικές σκέψεις (202) έως (210) ανωτέρω, ένα ποσοστό από τα πλεονεκτήματα που μεταβιβάζονται στη ναυτιλιακή εταιρεία μπορεί να θεωρηθεί συμβιβάσιμο αν η ναυτιλιακή εταιρεία, το εμπλεκόμενο πλοίο και οι δραστηριότητες μεταφορών που εκτελεί είναι επιλέξιμες σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές. Το συμβιβάσιμο ποσό πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με το κεφάλαιο 11 των κατευθυντήριων γραμμών και να λαμβάνει δεόντως υπόψη όλες τις ενισχύσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί στην εν λόγω ναυτιλιακή εταιρεία στο εσωτερικό του ΕΟΧ. Συγκεκριμένα, τα ποσά των ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί στην Ισπανία προστίθενται στις ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί στη χώρα στην οποία βρίσκεται η καταστατική έδρα της εταιρείας (αν πρόκειται για μέλος του ΕΟΧ). Το ποσό των ενισχύσεων που υπερβαίνει το ανώτατο όριο ή είναι αποδεδειγμένα μη συμβιβάσιμο βάσει του κεφαλαίου 11 των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές, θεωρείται μη συμβιβάσιμο.

(268)

Δεδομένου ότι το ανώτατο όριο που ορίζεται στο κεφάλαιο 11 των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές υπολογίζεται σε ετήσια βάση και το πλεονέκτημα για τη ναυτιλιακή εταιρεία συνδέεται με ένα μακροπρόθεσμο στοιχείο ενεργητικού, η Επιτροπή θεωρεί ότι, για την εφαρμογή του εν λόγω ανώτατου ορίου, το πλεονέκτημα που προκύπτει για τη ναυτιλιακή εταιρεία από τη συναλλαγή που διενεργείται στο πλαίσιο του STL μπορεί να επιμεριστεί στο σύνολο της κανονικής περιόδου απόσβεσης (δέκα έτη) του αντίστοιχου πλοίου.

(269)

Δεύτερον, δεδομένου ότι αντιστοιχεί σε μια αμοιβή που ακολουθεί τα δεδομένα της αγοράς και προορίζεται για τη διαμεσολάβηση των χρηματοοικονομικών επενδυτών κατά τη μεταβίβαση συμβιβάσιμου πλεονεκτήματος στις ναυτιλιακές εταιρείες, πρέπει και η αμοιβή αυτή να θεωρείται συμβιβάσιμη ή μη συμβιβάσιμη ενίσχυση κατ’ αναλογία του πλεονεκτήματος που διοχετεύεται στη ναυτιλιακή εταιρεία (βλέπε αιτιολογική σκέψη (201) ανωτέρω).

5.6.5.   Συμβατικές ρήτρες

(270)

Όπως προαναφέρθηκε, η PYMAR ενημέρωσε την Επιτροπή για ορισμένες ρήτρες που υπάρχουν σε κάποια συμβόλαια τα οποία συνάπτονται μεταξύ των επενδυτών, των ναυτιλιακών εταιρειών και των ναυπηγείων. Βάσει των εν λόγω ρητρών, τα ναυπηγεία είναι υποχρεωμένα να αποζημιώνουν τα άλλα μέρη αν είναι αδύνατο να προκύψει το αναμενόμενο φορολογικό πλεονέκτημα.

(271)

Στην τελική της αρνητική απόφαση για τη μερική ανάκτηση στην υπόθεση του γαλλικού καθεστώτος GIE Fiscaux  (133), η οποία εμφανίζει σημαντικές ομοιότητες με την υπόθεση που εξετάζεται, η Επιτροπή σημείωνε ότι: «το γεγονός ότι οι φορολογικοί και νομικοί κίνδυνοι που διέτρεξαν τα μέλη των ΟΟΣ είχαν, σε ορισμένες περιπτώσεις, συμβατικές επιπτώσεις στους χρήστες των αγαθών δεν μπορεί να παραβαίνει την αρχή σύμφωνα με την οποία ο στόχος που επιδιώκει η Επιτροπή όταν απαιτεί, κατά περίπτωση, την ανάκτηση παράνομης ενίσχυσης είναι να αφαιρεί από τους διάφορους δικαιούχους το πλεονέκτημα από το οποίο επωφελήθηκαν στην αντίστοιχη αγορά τους σε σχέση με ανταγωνιστές τους και να αποκαθιστά την κατάσταση που επικρατούσε πριν από την καταβολή της εν λόγω ενίσχυσης». Η Επιτροπή κατέληξε ότι: «η επίτευξη αυτού του στόχου δεν μπορεί να εξαρτάται… από τους συμβατικούς όρους που έχουν συμφωνήσει οι δικαιούχοι της ενίσχυσης».

(272)

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, η υποχρέωση καταργήσεως ενισχύσεως ασυμβίβαστης με την κοινή αγορά, η οποία επιβάλλεται στο κράτος μέλος με απόφαση της Επιτροπής, σκοπεί στην επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (134). Σύμφωνα με άλλη διατύπωση, ο κύριος σκοπός της επιστροφής παρανόμως χορηγηθείσας κρατικής ενισχύσεως είναι η εξάλειψη της νοθεύσεως του ανταγωνισμού που προκλήθηκε από το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που αποκτήθηκε μέσω της παράνομης ενισχύσεως (135). Με την επιστροφή αυτή, ο λαβών χάνει πράγματι το πλεονέκτημα του οποίου απολάμβανε στην αγορά σε σχέση με τους ανταγωνιστές του και επανέρχονται τα πράγματα στην προ της καταβολής κατάσταση (136).

(273)

Για να πετύχει το αποτέλεσμα αυτό, η Επιτροπή πρέπει να έχει την αρμοδιότητα έκδοσης εντολής για την ανάκτηση από τους πραγματικούς δικαιούχους ώστε να μπορέσει να επιτελέσει τον ρόλο της που δεν είναι άλλος από την αποκατάσταση της ανταγωνιστικής κατάστασης στην αγορά ή στις αγορές στις οποίες σημειώθηκε στρέβλωση. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εντοπίζει τις συγκεκριμένες εταιρείες που έχουν την υποχρέωση να επιστρέψουν τις παράνομες ενισχύσεις τις οποίες η ίδια έχει κηρύξει μη συμβιβάσιμες. Ο συγκεκριμένος στόχος όμως δεν θα επιτευχθεί ποτέ αν μεμονωμένα μέρη έχουν τη δυνατότητα να επικαλούνται συμβατικούς όρους και να αλλοιώνουν τα αποτελέσματα των αποφάσεων ανάκτησης που λαμβάνονται από την Επιτροπή. Τη δυνατότητα αυτή, αν προσφέρεται, μπορούν να εκμεταλλεύονται οικονομικοί φορείς με σημαντική διαπραγματευτική ισχύ για να προστατεύονται από αποφάσεις που αφορούν ανακτήσεις ποσών και να ακυρώνουν έτσι στην πράξη τις συνέπειες των ελέγχων για τις κρατικές ενισχύσεις.

(274)

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στην πρόσφατή απόφασή του στην υπόθεση Residex  (137), το Δικαστήριο δήλωσε ότι εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο, αφού λάβει υπόψη όλα τα ειδικά χαρακτηριστικά της υπόθεσης, να εντοπίσει τον δικαιούχο ή, κατά περίπτωση, τους δικαιούχους μιας εγγύησης που συνιστά κρατική ενίσχυση και να διασφαλίσει την ανάκτηση του συνολικού ποσού της επίμαχης ενίσχυσης. Επίσης, ανεξάρτητα από το ποιος μπορεί να είναι ο δικαιούχος της ενίσχυσης, και δεδομένου ότι ο στόχος των μέτρων που υποχρεούνται να λάβουν τα εθνικά δικαστήρια σε περίπτωση παραβίασης του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ είναι, ουσιαστικά, η αποκατάσταση της κατάστασης του ανταγωνισμού που υπήρχε πριν από την καταβολή της επίμαχης ενίσχυσης, τα δικαστήρια αυτά πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα μέτρα που λαμβάνουν σε σχέση με την εγκυρότητα των ανωτέρω πράξεων θα καταστήσουν δυνατή την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου. Ως εκ τούτου, όταν κρίνεται αναγκαίο να διορθωθεί η στρέβλωση που προκαλείται από την ενίσχυση, τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να παρέμβουν και να καταγγείλουν τις συμβάσεις, ακόμα και σε βάρος των μερών που δεν είναι δικαιούχοι της ενίσχυσης – στην προκειμένη περίπτωση των πιστωτών των οποίων οι αξιώσεις είχαν την κάλυψη των κρατικών εγγυήσεων. Το ίδιο, και σε μεγαλύτερο μάλιστα βαθμό, ισχύει και για την Επιτροπή όταν αποφασίζει ότι η ενίσχυση πρέπει όντως να ανακτηθεί από τους δικαιούχους. Ως προς αυτό, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η Επιτροπή, όταν η υποχρέωση της εκ των προτέρων ενημέρωσης της Επιτροπής για κάποια κρατική ενίσχυση δυνάμει του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ έχει παραβιαστεί, καλείται να λάβει μια τελική απόφαση για το μέτρο της ενίσχυσης και όχι να διασφαλίσει, όπως οφείλουν να κάνουν τα εθνικά δικαστήρια, την περιφρούρηση των δικαιωμάτων των ατόμων.

(275)

Συνάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι οι συμβατικές ρήτρες που προστατεύουν τους δικαιούχους της ενίσχυσης από την ανάκτηση μιας παράνομης και μη συμβιβάσιμης ενίσχυσης, μέσω της μεταβίβασης των νομικών και οικονομικών κινδύνων σε άλλα πρόσωπα, αντιβαίνουν σε αυτή καθαυτή την ουσία του συστήματος του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων που καθιερώνεται από τη Συνθήκη. Το εν λόγω σύστημα έχει καίρια σημασία για την εκπλήρωση των καθηκόντων που ανατίθενται στην Επιτροπή και, ιδίως, για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, συνιστώντας συνεπώς μια δέσμη κανόνων δημόσιας πολιτικής (138). Για τον λόγο αυτό, ιδιωτικοί φορείς δεν μπορούν να παρακάμπτουν το σύστημα αυτό επικαλούμενοι συμβατικούς όρους,

(276)

Όταν μάλιστα ορισμένα ναυπηγεία ελέγχονται από το κράτος, όπως στην περίπτωση που εξετάζουμε στο σύστημα STL, τα ανωτέρω αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Στον βαθμό που δημόσια ναυπηγεία έχουν ορίσει τις συμβατικές ρήτρες που προστατεύουν τους δικαιούχους από την ανάκτηση ενισχύσεων, η συμπεριφορά τους ακυρώνει τη λειτουργία που επιτελεί η ανάκτηση των παράνομων και μη συμβιβάσιμων κρατικών ενισχύσεων. Επίσης, η συμπεριφορά των φορέων που ελέγχονται από το κράτος και προσπαθούν να προστατεύσουν τους συμβατικούς τους συνέταιρους από την ανάκτηση ενδέχεται να ασκήσει μεγάλη πίεση στους ανταγωνιστές τους από τον ιδιωτικό τομέα οι οποίοι θα μπορούσαν να παρασυρθούν και να αποδεχθούν και αυτοί με τη σειρά τους παρόμοιες ρήτρες στις συμβάσεις τους, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον γενικευμένης προστασίας των δικαιούχων από την ανάκτηση.

6.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι:

Με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές και την απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2002 για την έγκριση του ισπανικού συστήματος TT, δραστηριότητες που συνίστανται αποκλειστικά και μόνο σε χρηματοδοτική μίσθωση, ναύλωση ή εκμίσθωση πλοίων δεν συνιστούν υπηρεσίες μεταφοράς. Κατά συνέπεια, οι συγκεκριμένες δραστηριότητες είναι καταρχήν μη επιλέξιμες για το ισπανικό καθεστώς TT όπως εγκρίθηκε από την Επιτροπή.

Το άρθρο 115 παράγραφος 11 και το άρθρο 48 παράγραφος 4 του TRLIS, το άρθρο 49 του RIS (πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση), η εφαρμογή του συστήματος TT σε μη επιλέξιμους ΟΟΣ καθώς και το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

Τα μέτρα αυτά δεν είναι υφιστάμενη ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99, καθώς ούτε κοινοποιήθηκαν ούτε έτυχαν άλλης έγκρισης από την Επιτροπή.

Η Ισπανία εφάρμοσε παράνομα την εν λόγω ενίσχυση κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συνάγεται έτσι το συμπέρασμα ότι είναι παράνομο το λεγόμενο ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης που βασίζεται στον συνδυασμό του άρθρου 115 παράγραφος 11, του άρθρου 48 παράγραφος 4 του TRLIS και του άρθρου 49 του RIS (πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση), στην εφαρμογή του συστήματος TT σε μη επιλέξιμους ΟΟΣ καθώς και στη χρήση του άρθρου 50 παράγραφος 3 του RIS.

Οι ενισχύσεις προς τον ΟΟΣ ή τους επενδυτές του μπορούν να θεωρηθούν συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά καθώς αντιστοιχούν σε αμοιβή που ακολουθεί τα δεδομένα της αγοράς, προορίζεται για τη διαμεσολάβηση των χρηματοοικονομικών επενδυτών και διοχετεύεται σε εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών που είναι επιλέξιμες βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται σε αυτές. Προβλέπεται συγκεκριμένα ότι το συνολικό ποσό που μεταβιβάζεται στις ναυτιλιακές εταιρείες δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που επιβάλλεται από το κεφάλαιο 11 των κατευθυντήριων γραμμών.

Το μέρος της ενίσχυσης που υπερβαίνει το ποσό της συμβιβάσιμης ενίσχυσης πρέπει να ανακτάται από τους δικαιούχους, δηλαδή από τους ΟΟΣ και τους επενδυτές τους· οι δικαιούχοι ωστόσο δεν πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μετακυλήσουν το βάρος της ανάκτησης σε άλλα πρόσωπα.

Η Επιτροπή δεν πρέπει να προχωρήσει σε έκδοση εντολής ανάκτησης για τις ενισχύσεις που αφορούν συναλλαγές του STL και χορηγήθηκαν από την έναρξη ισχύος του STL το 2002 μέχρι τις 30 Απριλίου 2007, οπότε και δημοσιεύθηκε η απόφαση σχετικά με την υπόθεση C-46/2004 Γαλλία GIE Fiscaux (βλέπε αιτιολογική σκέψη (261) ανωτέρω).

Μετά την ημερομηνία αυτή, η εντολή ανάκτησης δεν παραβιάζει τις γενικές αρχές προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου που κατοχυρώνονται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα μέτρα που απορρέουν από το άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS (πρόωρη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση), από την εφαρμογή του καθεστώτος φορολόγησης με βάση τη χωρητικότητα σε μη επιλέξιμες επιχειρήσεις, πλοία ή δραστηριότητες και από το άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS συνιστούν κρατική ενίσχυση προς τους ΟΟΣ και τους επενδυτές τους, οι οποίες τέθηκαν παρανόμως σε ισχύ από την Ισπανία από την 1η Ιανουαρίου 2002 κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2

Τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 δεν είναι συμβιβάσιμα με την εσωτερική αγορά, εκτός από τις ενισχύσεις που αντιστοιχούν σε αμοιβή η οποία ακολουθεί τα δεδομένα της αγοράς, προορίζεται για τη διαμεσολάβηση χρηματοοικονομικών επενδυτών και διοχετεύεται σε εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών που είναι επιλέξιμες βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές και συμμορφώνονται με τους όρους των συγκεκριμένων κατευθυντήριων γραμμών.

Άρθρο 3

Η Ισπανία υποχρεούται να καταργήσει το καθεστώς ενισχύσεων που αναφέρεται στο άρθρο 1 στον βαθμό που δεν είναι συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά.

Άρθρο 4

1.   Η Ισπανία υποχρεούται να ανακτήσει τις μη συμβιβάσιμες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος του άρθρου 1 από τους επενδυτές των ΟΟΣ που επωφελήθηκαν από αυτές, οι οποίοι και δεν έχουν τη δυνατότητα να μετακυλήσουν το βάρος της ανάκτησης σε άλλα πρόσωπα. Ωστόσο, δεν πραγματοποιείται καμία ανάκτηση για ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο χρηματοδοτικών πράξεων για τις οποίες οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεσμεύθηκαν να χορηγήσουν το ευεργέτημα των μέτρων με νομικά δεσμευτική πράξη που εγκρίθηκε πριν από τις 30 Απριλίου 2007.

2.   Τα προς ανάκτηση ποσά υπόκεινται σε τόκους από την ημερομηνία που τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι την πραγματική τους ανάκτηση.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (139) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 271/2008 της Επιτροπής (140), ο οποίος τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004.

4.   Μετά την ημερομηνία έγκρισης της παρούσας απόφασης, η Ισπανία οφείλει να ακυρώσει τη χορήγηση κάθε εκκρεμούσας ενίσχυσης που εμπίπτει στο καθεστώς που αναφέρεται στο άρθρο 1.

Άρθρο 5

1.   Η ανάκτηση της ενίσχυσης που παραχωρήθηκε βάσει του καθεστώτος που ορίζεται στο άρθρο 1 είναι άμεση και εκτελεστέα.

2.   Η Ισπανία οφείλει να μεριμνήσει για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 6

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Ισπανία πρέπει να υποβάλει τα εξής στοιχεία:

α)

τον κατάλογο των δικαιούχων που έλαβαν ενισχύσεις βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 και το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που έλαβε κάθε ένας από αυτούς βάσει του εν λόγω καθεστώτος·

β)

το συνολικό ποσό (κεφάλαιο και τόκοι ανάκτησης) που πρέπει να ανακτηθεί από κάθε δικαιούχο·

γ)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει ήδη λάβει και έχει προγραμματίσει να λάβει προς συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση·

δ)

έγγραφα που αποδεικνύουν ότι έχει δοθεί εντολή στους δικαιούχους να επιστρέψουν την ενίσχυση.

2.   Η Ισπανία τηρεί ενήμερη την Επιτροπή σχετικά με την πρόοδο των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης μέχρις ότου ολοκληρωθεί η ανάκτηση της ενίσχυσης που παραχωρήθηκε βάσει του καθεστώτος που ορίζεται στο άρθρο 1. Η Ισπανία υποβάλλει άμεσα, κατόπιν απλού αιτήματος της Επιτροπής, στοιχεία σχετικά με τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί και προγραμματιστεί για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση. Προσκομίζει επίσης αναλυτικά στοιχεία σχετικά με τα ποσά της ενίσχυσης και τους τόκους που έχουν ήδη ανακτηθεί από τους δικαιούχους.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Ισπανίας.

Βρυξέλλες, 17 Ιουλίου 2013.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ C 276 της 21.9.2011, σ. 5.

(2)  Βλέπε κοινοβουλευτική ερώτηση E-5819/2010, στην οποία δόθηκε απάντηση στις 31.8.2010.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 1.

(4)  Ισπανική ένωση μικρομεσαίων ναυπηγικών επιχειρήσεων.

(5)  Η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης και η ναυτιλιακή εταιρεία υπογράφουν επίσης συμβάσεις δικαιωμάτων αγοράς («call») και πώλησης («put»).

(6)  Βλέπε υποσημείωση 3.

(7)  Με επιστολή της 26ης Ιουλίου 2010.

(8)  Κατά κανόνα, κεφαλαιακή υπεραξία προκύπτει από την πώληση στοιχείου ενεργητικού το οποίο έχει αποσβεσθεί υπέρ το δέον λόγω πρόωρης και εσπευσμένης απόσβεσης, διότι η υπολειμματική φορολογητέα αξία του συγκεκριμένου στοιχείου ενεργητικού αναμένεται να είναι πολύ χαμηλότερη από την τιμή πώλησής του.

(9)  Η διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης και της φορολογητέας αξίας του πλοίου. Ως φορολογητέα αξία του πλοίου νοείται το αρχικό αντίτιμο που καταβάλλεται, αφαιρουμένων των ποσών που εκπίπτουν (δαπάνες) ώστε να συνυπολογιστεί η απόσβεση του πλοίου. Στην προκειμένη περίπτωση, η πλήρης –ή σχεδόν πλήρης– απόσβεση του πλοίου αναμένεται πριν από τη μεταστροφή του ΟΟΣ στο φορολογικό καθεστώς με βάση τη χωρητικότητα, όταν δηλαδή η λογιστική αξία του θα είναι μηδενική ή σχεδόν μηδενική.

(10)  Συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που διαβίβασε η Ισπανία, μεταξύ των οποίων τρία συγκεκριμένα παραδείγματα αιτήσεων που υποβλήθηκαν από ΟΟΣ στις φορολογικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 11 του ενοποιημένου κειμένου του νόμου περί φορολογίας των εταιρειών (Texto Refundido de la Ley del Impuesto sobre Sociedades – TRLIS), καθώς και οι συμβάσεις και άλλα παραρτήματα που επισυνάπτονται στις εν λόγω αιτήσεις.

(11)  Στην παρούσα απόφαση, ο όρος «απόσβεση» αναφέρεται αδιακρίτως στη φορολογική απαλλαγή του ιδιοκτήτη από το κόστος απόσβεσης ενός στοιχείου ενεργητικού και στη φορολογική απαλλαγή του μισθωτή από τις καταβληθείσες πληρωμές για την κάλυψη του κόστους του συγκεκριμένου στοιχείου ενεργητικού από τον εκμισθωτή. Κατά συνέπεια, η εσπευσμένη απόσβεση στοιχείων ενεργητικού που τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση αναφέρεται στη δυνατότητα φορολογικής απαλλαγής των μισθωτών για τα εν λόγω ποσά εντός των ορίων του διπλάσιου ή του τριπλάσιου συντελεστή γραμμικής απόσβεσης.

(12)  Βασιλικό διάταγμα αριθ. 4/2004, της 5ης Μαρτίου 2004, για την έγκριση του ενοποιημένου κειμένου του νόμου περί φορολογίας των εταιρειών που δημοσιεύθηκε στην ισπανική Επίσημη Εφημερίδα του Κράτους (BOE) της 11ης Μαρτίου 2004.

(13)  Βασιλικό διάταγμα αριθ. 1777/2004, της 30ής Ιουλίου 2004, για την έγκριση του κανονισμού περί φορολογίας των εταιρειών που δημοσιεύθηκε στην ισπανική Επίσημη Εφημερίδα του Κράτους (BOE) της 6ης Αυγούστου 2004.

(14)  Εξαιρουμένης της αξίας του δικαιώματος αγοράς.

(15)  Κάθε έτος εφαρμόζεται σταθερό ποσοστό για την υπολειμματική αξία του στοιχείου ενεργητικού, όπως ίσχυε κατά τη λήξη του προηγούμενου φορολογικού έτους (υπολειμματική αξία = η αξία αγοράς αφαιρουμένης της εγγραφείσας στα λογιστικά βιβλία απόσβεσης κατά το παρελθόν). Το εν λόγω σύστημα δεν συνεπάγεται την ισομερή κατανομή του κόστους του στοιχείου ενεργητικού κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, αλλά τα έξοδα φθίνουσας απόσβεσης σε κάθε διαδοχική περίοδο.

(16)  Εάν ένα στοιχείο ενεργητικού πρέπει να αποσβεσθεί σε πέντε έτη, η τιμή SYD ισούται με 15 (= 1 + 2 + 3 + 4 + 5) και το κόστος απόσβεσης ισούται με τα 5/15 της αξίας αγοράς κατά το έτος 1, με τα 4/15 κατά το έτος 2 και ούτω καθεξής έως την τιμή 1/15 κατά το έτος 5.

(17)  Αντιγραφή του προγενέστερου άρθρου 128 παράγραφος 11 του νόμου αριθ. 43/1995, όπως εγκρίθηκε από τον νόμο αριθ. 24/2001 και ισχύει από το 2002. Ως «πρόωρη απόσβεση» νοείται η επίσπευση της ημερομηνίας κατά την οποία μπορεί να ξεκινήσει η απόσβεση. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον οι φορολογούμενοι λάβουν την απαραίτητη φορολογική έγκριση, μπορούν να ξεκινήσουν την εσπευσμένη απόσβεση κατά την περίοδο κατασκευής του πλοίου, δηλαδή πριν από την παράδοση του πλοίου στον υποκείμενο στον φόρο ή πριν από την έναρξη χρήσης του από τον υποκείμενο στον φόρο.

(18)  Το άρθρο 48 του TRLIS διέπει τις ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τους ομίλους οικονομικού σκοπού. Βλέπε τμήμα 2.2.3, Μέτρο 3: Όμιλοι Οικονομικού Σκοπού (ΟΟΣ).

(19)  Απόφαση C(2002) 582 τελικό της Επιτροπής, της 27ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με την υπόθεση N 736/2001, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση N 528/2003.

(20)  ΕΕ C 13 της 17.1.2004, σ. 3.

(21)  Σχετική αναφορά γίνεται στον νόμο αριθ. 27/1992 της 24ης Νοεμβρίου 1992 σχετικά με τους κρατικούς λιμένες και το εμπορικό ναυτικό.

(22)  Βλέπε άρθρο 125 παράγραφος 2 του TRLIS.

(23)  Ο RIS εγκρίθηκε με το βασιλικό διάταγμα αριθ. 252/2003 της 28ης Φεβρουαρίου 2003, ισπανική Επίσημη Εφημερίδα του Κράτους (BOE), φύλλο 62 της 13ης Μαρτίου 2003.

(24)  Άρθρο 50 παράγραφος 3 του RIS. Να σημειωθεί ότι η ανωτέρω εξαίρεση εκχωρείται μόνο σε ΟΟΣ οι οποίοι έχουν ήδη λάβει από τις φορολογικές αρχές έγκριση πρόωρης απόσβεσης.

(25)  Κατά την ημερομηνία μεταστροφής στο καθεστώς TT.

(26)  Κατά την ημερομηνία μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου στη ναυτιλιακή εταιρεία.

(27)  Βλέπε υποσημείωση 17.

(28)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4055/86 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, για την εφαρμογή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών (ΕΕ L 378 της 31.12.1986, σ. 1).

(29)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3577/92 του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, για την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές στο εσωτερικό των κρατών μελών (θαλάσσιες ενδομεταφορές – καμποτάζ) (ΕΕ L 364 της 12.12.1992, σ. 7).

(30)  Επαγγελματικό απόρρητο/εμπιστευτικές πληροφορίες.

(31)  […]

(32)  ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3. Βλέπε παράγραφο 14.

(33)  Βλέπε απόφαση 2009/809/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Ιουλίου 2009, σχετικά με την υπόθεση C 4/07, Κάτω Χώρες, Groepsrentebox.

(34)  TRLIS: ενοποιημένο κείμενο του νόμου περί φορολογίας των εταιρειών.

(35)  Βλέπε υποσημείωση 15.

(36)  Βλέπε υποσημείωση 16.

(37)  Βλέπε άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του TRLIS και άρθρο 5 του RIS.

(38)  Κρατική ενίσχυση C 46/2004, απόφαση της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία βάσει του άρθρου 39 CA του γενικού κώδικα φορολογίας (ΕΕ L 112 της 30.4.2007, σ. 43).

(39)  Βλέπε υποσημείωση 20.

(40)  Η Επιτροπή εκτιμά ότι η επιβολή φόρου με βάση τη χωρητικότητα στους ΟΟΣ δεν αποτελεί πρόβλημα, στο μέτρο που εκμεταλλεύονται όντως πλοία για την παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών και πληρούν τους όρους που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές.

(41)  «Η παρούσα διάταξη ισχύει για όλα τα σκάφη, τις λέμβους και τις ναυτικές δομές, ανεξαρτήτως προέλευσης, χωρητικότητας ή σκοπού. Ισχύει επίσης για όλες τις εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών που εκμεταλλεύονται πλοία […], ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για ιδιόκτητα πλοία ή για πλοία εκμετάλλευσης βάσει σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, ναυλοσυμφώνου ή οιουδήποτε άλλου τύπου προβλεπόμενου από τη νομοθεσία».

(42)  Βλέπε απόφαση της Επιτροπής C(2002) 582 τελικό, της 27ης Φεβρουαρίου 2002, τμήμα 2.4. Δικαιούχοι: «Δικαιούχοι του φορολογικού καθεστώτος με βάση τη χωρητικότητα μπορούν να είναι εταιρείες θαλάσσιων μεταφορών ισπανικού δικαίου, στις δραστηριότητες των οποίων συμπεριλαμβάνεται η εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων».

(43)  Βλέπε, ειδικότερα, την απαντητική επιστολή των ισπανικών αρχών της 2ας Αυγούστου 2011 στην απόφαση C(2011) 4494 τελικό της Επιτροπής, τμήμα 3.2.3.2. Εικαζόμενη νέα κρατική ενίσχυση: άρθρο 50(3) παράγραφος 9 του RIS, «[…] η έννοια «χρησιμοποιημένο» στο πεδίο εφαρμογής της φορολογίας των εταιρειών ισχύει για τα στοιχεία τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί από άλλο τρίτο μέρος πλην του ιδίου του υποκείμενου στον φόρο που επιδιώκει την εφαρμογή συγκεκριμένης διάταξης».

(44)  Απόφαση της Επιτροπής της 20ής Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την υπόθεση C 46/04, GIE Fiscaux· απόφαση της Επιτροπής της 8ης Μαΐου 2001 σχετικά με την υπόθεση C 31/98, Brittany Ferries· απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2003 σχετικά με την υπόθεση N 474/03, Air Caraïbes, και απόφαση της Επιτροπής της 20ής Μαΐου 2008 σχετικά με την υπόθεση C 74/99, Le Levant.

(45)  Παραπομπή στον ισπανικό νόμο αριθ. 27/92. Κατά συνέπεια, αποδέκτες μπορούν να είναι εταιρείες που έχουν την έδρα τους στην Ισπανία ή εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στην ΕΕ και διαθέτουν δευτερεύουσες εγκαταστάσεις στην Ισπανία.

(46)  Βλέπε άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ.

(47)  Απόφαση της Επιτροπής της, 8ης Μαΐου 2001, σχετικά με την υπόθεση C 31/98 (ΕΕ L 12 της 15.1.2002, σ. 33).

(48)  Κέντρα συντονισμού (DE), κέντρα συντονισμού και εταιρείες χρηματοδότησης (LU), «συντονιστικά κέντρα της Βισκαϊκής» (ES), κεντρικά γραφεία και κέντρα διαχείρισης χρηματικών ροών (FR), καθεστώς «Foreign Income» (IE) και διεθνείς χρηματοδοτικές δραστηριότητες (NL).

(49)  Απόφαση της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2011, σχετικά με την υπόθεση της φορολογικής απόσβεσης χρηματοοικονομικής υπεραξίας για τη συμμετοχή σε ξένο μετοχικό κεφάλαιο (C 45/07, ΕΕ L 135 της 21.5.2011, σ. 1).

(50)  Απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Μαΐου 2000, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων που έθεσε σε εφαρμογή η Ιταλία υπέρ των μεγάλων προβληματικών επιχειρήσεων (ΕΕ L 79 της 17.3.2001, σ. 29).

(51)  Απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2003, σχετικά με την υπόθεση C 87/2001 του συστήματος καταγραφής αλιευμάτων προηγούμενων ετών της τοπικής αυτοδιοίκησης των Νήσων Orkney (ΕΕ L 211 της 21.8.2003, σ. 49) και απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2003, σχετικά με δάνεια για την αγορά αλιευτικών ποσοστώσεων στις Νήσους Shetland (ΕΕ L 211 της 21.8.2003, σ. 63).

(52)  Βλέπε, ειδικότερα, την επιστολή της 2ας Αυγούστου 2011.

(53)  Απόφαση της Επιτροπής, της 8ης Μαΐου 2001, σχετικά με τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων εκ μέρους της Γαλλίας υπέρ της εταιρείας «Bretagne Angleterre Irlande» («BAI» ή «Brittany Ferries») (ΕΕ L 12 της 15.1.2002, σ. 33).

(54)  Βλέπε Επίσημη Εφημερίδα του Ισπανικού Κοινοβουλίου της 10ης Οκτωβρίου 2001, Βουλή της Ζ κοινοβουλευτικής περιόδου, σειρά Α, σχέδια νόμων, αριθ. 50-1, σ. 22 έως 25 (http://www.congreso.es).

(55)  Υπόθεση κρατικής ενίσχυσης C 66/2003, απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2004, για την κρατική ενίσχυση την οποία σκοπεύουν να θέσουν σε εφαρμογή οι Κάτω Χώρες σχετικά με έξι συμβάσεις ναυπήγησης για τέσσερα ναυπηγεία (ΕΕ L 39 της 11.2.2005, σ. 48).

(56)  Κρατική ενίσχυση C 46/2004, απόφαση της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία βάσει του άρθρου 39 CA του γενικού κώδικα φορολογίας (ΕΕ L 112 της 30.4.2007, σ. 43).

(57)  Επιστολή της 9ης Μαρτίου 2009.

(58)  Βλέπε, ειδικότερα, την παράγραφο 13.

(59)  Βλέπε επιστολή της 2ας Αυγούστου 2011.

(60)  Κοινοποιήσεις που καταχωρίστηκαν με αριθμούς υποθέσεων N 601 έως N 606/2002.

(61)  Βλέπε επιστολή της 11ης Νοεμβρίου 2003 (ΕΕ C 11 της 15.1.2004, σ. 5).

(62)  Βλέπε απόφαση C(2004) 2213 (ΕΕ L 39 της 11.2.2005, σ. 48).

(63)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 24 της απόφασης C(2004) 2213.

(64)  Βλέπε απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2003 (ΕΕ L 204 της 13.8.2003, σ. 51) (IE)· απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2003 (ΕΕ L 180 της 8.7.2003, σ. 52) (NL)· δύο αποφάσεις της 16ης Οκτωβρίου 2002 (ΕΕ L 153 της 20.6.2003, σ. 40 και ΕΕ L 170 της 9.7.2003, σ. 20, αντιστοίχως) (LU)· απόφαση της 22ας Αυγούστου 2002 (ΕΕ L 31 της 6.2.2003, σ. 26) (ES)· απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2002 (ΕΕ L 177 της 16.7.2003, σ. 17) (DE)· απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2002 (ΕΕ L 330 της 18.12.2003, σ. 23) και απόφαση της 13ης Μαΐου 2003 (ΕΕ L 23 της 28.1.2004, σ. 1) (FR)· απόφαση της 24ης Ιουνίου 2003 (ΕΕ L 23 της 28.1.2004, σ. 14) (BE)· και απόφαση της 30ής Μαρτίου 2004 (ΕΕ L 29 της 2.2.2005, σ. 24) (UK).

(65)  Η Ισπανία εξέδωσε την απόφαση επιβολής φόρου την 1η Δεκεμβρίου 2008:

http://petete.meh.es/Scripts/know3.exe/tributos/CONSUVIN/texto.htm?Consulta=CONSULTA&Pos=7262 (τελευταία πρόσβαση στις 19 Ιουνίου 2013).

(66)  Η La Gerencia Naval (http://www.gernaval.org/) είναι, σύμφωνα με το καταστατικό της, δημόσια επιχείρηση, εγκεκριμένη δυνάμει του βασιλικού διατάγματος αριθ. 3451/2000 της 22ας Δεκεμβρίου 2000 (BOE της 11.1.2001).

(67)  Απόφαση της Επιτροπής της 12ης Ιανουαρίου 2011 σχετικά με την υπόθεση C-45/2007, αιτιολογική σκέψη 192 (ΕΕ L 135 της 21.5.2011, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 13ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με την υπόθεση C-15/2002, αιτιολογική σκέψη 85 (ΕΕ L 90 της 2.4.2008, σ. 7)· απόφαση της Επιτροπής της 9ης Μαρτίου 2004 σχετικά με την υπόθεση C-33/2003, αιτιολογικές σκέψεις 47, 48 και 66 (ΕΕ L 190 της 22.7.2005, σ. 13)· και απόφαση της Επιτροπής της 16ης Μαΐου 2000 σχετικά με την υπόθεση C-68/1999, αιτιολογική σκέψη 73 (ΕΕ L 79 της 17.3.2001, σ. 29).

(68)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(69)  Βλέπε υπόθεση C-75/97 Βέλγιο κατά Επιτροπής (Maribel bis/ter), Συλλογή 1999, σ. I-3671, σκέψη 32.

(70)  Βλέπε, ειδικότερα, την επιστολή της 2ας Αυγούστου 2011 των ισπανικών αρχών ως απάντηση στην απόφαση της Επιτροπής C(2011) 4494 τελικό, τμήμα 3.2.2 «Ρυθμίσεις περί διαφάνειας που ισχύουν για τους ΟΟΣ», πρώτη παράγραφος: «Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Νόμου 12/1991 της 29ης Απριλίου 1991 σχετικά με τους ομίλους οικονομικού σκοπού … οι εν λόγω οντότητες διαθέτουν νομική προσωπικότητα, έχουν εμπορικό χαρακτήρα και έχουν την ικανότητα άσκησης οικονομικών δραστηριοτήτων.»

(71)  Βλέπε την υπόθεση 118/85 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1987, σ. 2599, σκέψη 7· την υπόθεση C-35/96 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1998, σ. I-3851, σκέψη 36· τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-180/98 έως C-184/98 Pavlov και λοιποί, Συλλογή 2000, σ. I-6451, σκέψη 75.

(72)  Βλέπε την υπόθεση C-172/03 Heiser, Συλλογή 2005, σ. I-1627, σκέψη 40.

(73)  Η εν λόγω πρόσθετη δαπάνη, που αντιστοιχεί στη θετική διαφορά μεταξύ της δαπάνης που εκπίπτει για φορολογικούς σκοπούς δυνάμει του άρθρου 115 και της δαπάνης που καταχωρίζεται λογιστικά, πρέπει να εμφαίνεται στη φορολογική δήλωση του δικαιούχου.

(74)  Βλέπε την υπόθεση C-295/97 Piaggio, Συλλογή 1999, σ. I-3735, σκέψη 39, και την παρατιθέμενη νομολογία.

(75)  Βλέπε τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-92/00 και T-103/00 Diputación Foral de Álava κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. II-1385, σκέψη 58.

(76)  Ό.π., σκέψη 35.

(77)  Άρθρο 115 παράγραφος 11 του TRLIS: ««Το Υπουργείο … δύναται να προσδιορίζει την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 6 … λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της περιόδου σύμβασης ή κατασκευής που προβλέπεται για το στοιχείο ενεργητικού και την ειδική φύση της οικονομικής του χρήσης, υπό τον όρο ότι ο προσδιορισμός της εν λόγω ημερομηνίας δεν επηρεάζει τον υπολογισμό του φορολογητέου ποσού που προκύπτει από την πραγματική χρήση του στοιχείου ενεργητικού ή των πληρωμών που απορρέουν από τη μεταβίβαση της κυριότητας, ποσά που πρέπει να προσδιορίζονται σύμφωνα είτε με το γενικό φορολογικό καθεστώς είτε με το ειδικό καθεστώς …» (η υπογράμμιση δική μας).

(78)  Άρθρο 49 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του RIS: «Η αίτηση πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες: γ) Απόδειξη των ειδικών χαρακτηριστικών της χρήσης του στοιχείου ενεργητικού. Υποβάλλονται νομικές και οικονομικές εκθέσεις σχετικά με τη σκοπούμενη χρήση του στοιχείου ενεργητικού που αποκτήθηκε μέσω συμφωνίας χρηματοδοτικής μίσθωσης, με επισήμανση των ειδικών συμβατικών τύπων που θα χρησιμοποιηθούν, καθώς και των θετικών και αρνητικών χρηματοδοτικών ροών που θα προκύψουν.»

(79)  Επιστολές των ισπανικών αρχών της 27ης Μαρτίου 2008, της 10ης Μαρτίου 2010 και της 27ης Ιουλίου 2010, στις οποίες παρουσιάζονται συνοπτικά οι εγκρίσεις που είχαν εκδοθεί έως τα τέλη του Ιουνίου του 2010.

(80)  «Οι ισπανικές αρχές αρνούνται ότι επιβεβαίωσαν “στην πράξη”, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 34 της απόφασης της Επιτροπής, ότι μόνο τα στοιχεία ενεργητικού που στη συνέχεια υπάχθηκαν στο καθεστώς ΤΤ επιτράπηκε να υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 115 παράγραφος 11 του TRLIS.»

(81)  Οι ισπανικές αρχές απλώς επεσήμαναν τη δυσκολία της ερμηνείας που συνεπάγεται η απαίτηση του νομοθέτη να εξαρτάται η εφαρμογή πρόωρης απόσβεσης από την απουσία αντικτύπου στον υπολογισμό της φορολογητέας βάσης όπως απορρέει από την πραγματική χρήση του στοιχείου ενεργητικού και από το εισόδημα που προκύπτει από τη μεταβίβασή του.

(82)  Η σύμβαση ναύλωσης κενού πλοίου μεταξύ του ΟΟΣ και της ναυτιλιακής εταιρείας απορρέει μάλλον από την ερμηνεία ενός από τους όρους που επιβάλλονται από το άρθρο 48 του TRLIS και υπόκειται στην εξέταση και έγκριση των φορολογικών αρχών.

(83)  Ειδικότερα το άρθρο 49 του RIS.

(84)  Άρθρο 49 παράγραφος 4 του RIS: «Η Γενική Διεύθυνση Φορολογίας δύναται να απαιτεί από τον φορολογούμενο στοιχεία, εκθέσεις, αρχεία και αποδείξεις που θεωρούνται απαραίτητα.»

(85)  ΕΕ C 384 της 10.12.1998.

(86)  Βλέπε την ανακοίνωση σχετικά με τις φορολογικές ενισχύσεις, το τμήμα περί διακριτικών διοικητικών πρακτικών, σημεία 21 και 22.

(87)  Υπόθεση C-241/94 Γαλλία κατά Επιτροπής (Kimberly Clark Sopalin), Συλλογή 1996, σ. I-4551.

(88)  Βλέπε την απόφαση της Επιτροπής C(2002) 582 τελικό, της 27ης Φεβρουαρίου 2002, τμήμα 2.12.1. Εκπτώσεις για αποσβέσεις: «Η κεφαλαιακή υπεραξία που παράγεται πριν την έναρξη ισχύος του φορολογικού καθεστώτος με βάση τη χωρητικότητα (ΤΤ) υπόκειται σε πλήρη φορολόγηση δυνάμει των συνήθων κανόνων φορολόγησης εταιρειών κατά την πώληση του πλοίου. Προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή της εν λόγω διάταξης, ο δικαιούχος οφείλει να συστήσει αποθεματικό ίσο με τη διαφορά μεταξύ της κανονικής αξίας της αγοράς και της καθαρής λογιστικής αξίας κάθε πλοίου, ώστε να αντικατοπτρίζεται η κεφαλαιακή υπεραξία του πλοίου που μόλις υπήχθη στο εν λόγω καθεστώς. Το εν λόγω αποθεματικό υπόκειται σε πλήρη φορολόγηση σε περίπτωση μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου. Επιπλέον, προκειμένου να αποτραπεί η φοροαποφυγή κατά τη μετάβαση προς το νέο καθεστώς, η πιθανή θετική διαφορά μεταξύ της φορολογικής απόσβεσης και της λογιστικής απόσβεσης επίσης φορολογείται πλήρως με τους συνήθεις συντελεστές κατά την πώληση του πλοίου, ώστε να αποφεύγεται τυχόν μετατροπή της (χαμηλότερης από τη φορολογική απόσβεση) λογιστικής απόσβεσης σε χαμηλότερη ονομαστική κεφαλαιακή υπεραξία, που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μερική αποφυγή πλήρους φορολόγησης της κεφαλαιακής υπεραξίας.» (η υπογράμμιση δική μας)

(89)  Βλέπε την αιτιολογική σκέψη 73 της απόφασης της Επιτροπής C(2011) 4494 τελικό.

(90)  Βλέπε http://petete.meh.es/scripts/know3.exe/tributos/CONSUVIN/texto.htm?NDoc=12728&Consulta=buques&Pos=230

(91)  Βλέπε, συγκεκριμένα, την υπόθεση 730/79 Philip Morris κατά Επιτροπής, Συλλογή 1980, σ. 2671, σκέψη 11· την υπόθεση C-53/00 Ferring, Συλλογή 2001, σ. I-9067, σκέψη 21· την υπόθεση C-372/97 Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. I-3679, σκέψη 44.

(92)  Υπόθεση T-214/95 Het Vlaamse Gewest κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. II-717.

(93)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(94)  Όπως εξηγείται στα τμήματα 5.3.2.1 και 5.3.2.3, η Επιτροπή δεν θεωρεί τις διατάξεις του άρθρου 115 παράγραφος 6 (εσπευσμένη απόσβεση) και του άρθρου 48 του TRLIS (νομικό καθεστώς των ΟΟΣ) ως κρατική ενίσχυση.

(95)  Βλέπε τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, τμήμα 3.1, Φορολογική μεταχείριση των ναυτιλιακών εταιρειών, παράγραφος 12: «Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές ισχύουν μόνο για τις θαλάσσιες μεταφορές.»

(96)  Βλέπε τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, τμήμα 3.1, Φορολογική μεταχείριση των ναυτιλιακών εταιρειών, παράγραφοι 11, 12 και 16: «Οι εταιρείες διαχείρισης πλοίων είναι επιλέξιμες για καταβολή ενίσχυσης μόνο για τα πλοία των οποίων έχουν αναλάβει πλήρως την τεχνική διαχείριση και τη διαχείριση του πληρώματος. … για να είναι επιλέξιμες οι εταιρείες διαχείρισης πλοίων, πρέπει ο ιδιοκτήτης να τους έχει αναθέσει την πλήρη ευθύνη για τη λειτουργία του πλοίου καθώς και όλα τα καθήκοντα και τις ευθύνες που επιβάλλει ο κώδικας ISM.»· «Η Επιτροπή μπορεί να αποδεχτεί ότι από τον ορισμό καλύπτεται και η ρυμούλκηση στη θάλασσα άλλων σκαφών, εξεδρών πετρελαίου κ.λπ.» και «Οι εργασίες «βυθοκόρησης», καταρχήν, δεν είναι επιλέξιμες για ενισχύσεις στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών. Είναι δυνατόν ωστόσο να ισχύσουν φορολογικές ρυθμίσεις για εταιρείες (όπως ο φόρος χωρητικότητας) για τις βυθοκόρους των οποίων η δραστηριότητα αποτελεί “θαλάσσια μεταφορά”…»

(97)  Βλέπε απόφαση της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2002 στην υπόθεση N 504/02, Ιρλανδία, Θέσπιση φορολογίας χωρητικότητας, σκέψη 28· την απόφαση της Επιτροπής της 20.12.2011 στην υπόθεση SA.30515, Φινλανδία, Τροποποιήσεις του καθεστώτος ενίσχυσης μέσω φορολογίας χωρητικότητας, σκέψη 10.

(98)  Βλέπε τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, σημείο 2.2: Γενικοί στόχοι των αναθεωρημένων κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις

(99)  Βλέπε τμήμα 2.4: «Αποδέκτες του καθεστώτος φορολογίας βάσει χωρητικότητας (ΤΤ) μπορούν να είναι ναυτιλιακές εταιρείες καταχωρισμένες δυνάμει του ισπανικού δικαίου, οι δραστηριότητες των οποίων περιλαμβάνουν την εκμετάλλευση ιδιόκτητων και ναυλωμένων πλοίων», και τμήμα 2.5: «Επιλέξιμες δραστηριότητες/πλοία»: «Το καθεστώς φορολογίας βάσει χωρητικότητας (ΤΤ) καλύπτει μόνο τα εισοδήματα από ποντοπόρα πλοία που τυγχάνουν εκμετάλλευσης για δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών. Οι επιλέξιμες δραστηριότητες στοχοθετούνται κατά τρόπο ώστε να περιλαμβάνουν μόνο τις θαλάσσιες μεταφορές».

(100)  Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ΟΟΣ, όπως και άλλες μορφές επιχειρήσεων, μπορούν καταρχήν να υπαχθούν στο καθεστώς ΤΤ εάν ασκούν επιλέξιμες δραστηριότητες.

(101)  Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, ΕΕ C 205 της 5.7.1997, σ. 5 (σε ισχύ έως την 16.1.2004), ΕΕ C 13 της 17.1.2004, σ. 3 (σε ισχύ από την 17.1.2004).

(102)  Πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις στη ναυπηγική βιομηχανία, ΕΕ C 317 της 30.12.2003, σ. 11. Εντούτοις, δεδομένου ότι οι ναυπηγικές επιχειρήσεις δεν είναι αποδέκτες της ενίσχυσης και είναι αδύνατη η ποσοτική έκφραση οικονομικής ροής προς όφελός τους, δεν απαιτείται η αξιολόγηση της ενίσχυσης δυνάμει του εν λόγω πλαισίου.

(103)  Βλέπε τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, τμήμα 2.1, Πεδίο εφαρμογής των αναθεωρημένων κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις, πρώτη παράγραφος: «Οι κατευθυντήριες γραμμές καλύπτουν όλες τις ενισχύσεις υπέρ των θαλάσσιων μεταφορών που χορηγούνται από τα κράτη μέλη ή από κρατικούς πόρους» και τμήμα 3.1, Φορολογική μεταχείριση των ναυτιλιακών εταιρειών, 12η παράγραφος: «Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές ισχύουν μόνο για τις θαλάσσιες μεταφορές.»

(104)  Βλέπε τις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές, τμήμα 3.1, Φορολογική μεταχείριση των ναυτιλιακών εταιρειών, τελευταία παράγραφος: «τα προαναφερόμενα φορολογικά πλεονεκτήματα πρέπει να περιορίζονται στις ναυτιλιακές δραστηριότητες. Ως εκ τούτου, στις περιπτώσεις στις οποίες η πλοιοκτήτρια εταιρεία αναλαμβάνει και άλλες εμπορικές δραστηριότητες, θα απαιτείται η τήρηση διαφανών λογιστικών στοιχείων, ώστε να αποτρέπεται η μετακύλιση σε μη συναφείς προς τη ναυτιλία δραστηριότητες.»

(105)  Κρατική ενίσχυση C 46/2004, απόφαση της Επιτροπής, της 20.12.2006, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία βάσει του άρθρου 39 CA του γενικού κώδικα φορολογίας (ΕΕ L 112 της 30.4.2007, σ. 43).

(106)  Όπως επισημαίνεται ανωτέρω, η Ισπανία επικαλέστηκε την απόφαση της Επιτροπής του 2002 περί έγκρισης του ισπανικού φορολογικού συστήματος με βάση τη χωρητικότητα (ΤΤ) ως βάση για το συμβιβάσιμο. Στην πραγματικότητα, το συμπέρασμα ότι το καθεστώς ΤΤ είναι συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά βασίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις θαλάσσιες μεταφορές.

(107)  Το εν λόγω ανώτατο όριο ισχύει μόνο για ορισμένες κατηγορίες ενίσχυσης που προσδιορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές: φορολογικά και κοινωνικά μέτρα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, μέτρα αντικατάστασης του πληρώματος, επενδυτικές ενισχύσεις και περιφερειακές ενισχύσεις.

(108)  Βλέπε τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-115/09 και T-116/09 Electrolux AB και Whirlpool Europe BV κατά Επιτροπής.

(109)  Βλέπε υπόθεση C-110/03 Βέλγιο κατά Επιτροπής, σκέψη 71 και τη νομολογία που παρατίθεται.

(110)  Κέντρα συντονισμού (DE), κέντρα συντονισμού και εταιρείες χρηματοδότησης (LU), «συντονιστικά κέντρα της Βισκαϊκής» (ES), κεντρικά γραφεία και κέντρα διαχείρισης χρηματικών ροών (FR), καθεστώς «Foreign Income» (IE) και διεθνείς χρηματοδοτικές δραστηριότητες (NL).

(111)  Απάντηση που δόθηκε στις 12 Ιουλίου 1990 στη γραπτή ερώτηση 1735/90 που υπέβαλε ο κ. G. de Vries στην Επιτροπή (ΕΕ C 63 της 11.3.1991, σ. 37).

(112)  Υπόθεση C 167/06 P Κομνηνού και λοιποί κατά Επιτροπής, σκέψη 63, και υπόθεση C-537/08 P Kahla Thüringen Porzellan κατά Επιτροπής, Συλλογή 2010, σ. I-12917, σκέψη 63.

(113)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-182/03 και C-217/03 Βέλγιο και Forum 187 κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ. I-5479, σκέψη 147· υπόθεση C-167/06 P Κομνηνού και λοιποί κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. I-141, σκέψη 63· υπόθεση T-107/02 GE Betz κατά OHIM - Atofina Chemicals (BIOMATE), Συλλογή 2004, σ. II-1845, σκέψη 80 και η νομολογία που παρατίθεται.

(114)  Υπόθεση C-289/81, Μαυρίδης κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1983, σ. 1731· υπόθεση T-290/97, Mehibas Dordtselaan BV κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, σ. II-15, σκέψη 59. Βλέπε επίσης υπόθεση 265/85, Συλλογή 1987, σ. 1155, σκέψη 44 και υπόθεση C-152/88 Sofrimport κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. I-153, σκέψη 26

(115)  Βάσει του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να κοινοποιούν νέα μέτρα ενίσχυσης στην Επιτροπή και να ζητούν την έγκρισή της πριν τα εφαρμόσουν. Το κεφάλαιο II του κανονισμού διαδικασίας (ΕΕ L 83 της 27.3.1999) ορίζει αναλυτικούς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 107 στις κοινοποιηθείσες ενισχύσεις.

(116)  Βλέπε συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-183/02 P και C-187/02 P Demesa και Territorio Histórico de Álava κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. I-10609, σκέψεις 44-45 και 52

(117)  Βλέπε συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-427/04 και T-17/05 Γαλλία κατά Επιτροπής (France Télécom), Συλλογή 2009, σ. II-4315, σκέψη 263.

(118)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 187 της εν λόγω απόφασης.

(119)  Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2004, για την κρατική ενίσχυση την οποία σκοπεύουν να θέσουν σε εφαρμογή οι Κάτω Χώρες σχετικά με έξι συμβάσεις ναυπήγησης για τέσσερα ναυπηγεία

(120)  Βλέπε τον πίνακα 2 στην αιτιολογική σκέψη 9 της απόφασης της Επιτροπής της 11ης Νοεμβρίου 2003, ΕΕ C 11 της 15.1.2004, σ. 7.

(121)  Βλέπε την αιτιολογική σκέψη 8 της προαναφερθείσας απόφασης της Επιτροπής της 11ης Νοεμβρίου 2003: «Σκοπός των κοινοποιηθεισών ενισχύσεων είναι η επίτευξη ισοδυναμίας έναντι των ενισχύσεων τις οποίες φέρεται ότι χορήγησε η Ισπανία. Οι Κάτω Χώρες ισχυρίζονται ότι…οι τιμές που αναφέρθηκαν από τα ισπανικά ναυπηγεία περιελάμβαναν επιδοτήσεις των εξαγωγικών πιστώσεων που υποστηρίχθηκαν από τις ισπανικές αρχές με βάση το ισπανικό βασιλικό διάταγμα 442/94».

(122)  ΕΕ L 202 της 18.7.1998, σ. 1.

(123)  ΕΕ C 317 της 30.12.2003, σ. 11.

(124)  Βλέπε την αιτιολογική σκέψη 24 της προαναφερθείσας τελικής απόφασης της 30ής Ιουνίου 2004: «Στις διαδικασίες των κρατικών ενισχύσεων, η Επιτροπή οφείλει, σε τελευταία ανάλυση, να βασίζεται στις δηλώσεις του κράτους μέλους που φέρεται ότι χορηγεί/έχει χορηγήσει την ενίσχυση».

(125)  Βλέπε την αιτιολογική σκέψη 14 της προαναφερθείσας απόφασης της Επιτροπής της 11ης Νοεμβρίου 2003:

(126)  Βλέπε την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3).

(127)  Βλέπε συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-74/00 P και C-75/00 P Falck και Acciaierie di Bolzano κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. I-7869, σκέψη 140

(128)  Βλέπε υπόθεση T-308/00 Salzgitter κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. II-1933

(129)  Υπόθεση C-408/04P, Επιτροπή κατά Salzgitter, Συλλογή 2008, σ. I-2767.

(130)  Ουσιαστικά, οι πρώτες πράξεις στο πλαίσιο του συστήματος STL φαίνεται να διενεργήθηκαν τον Ιούλιο του 2002.

(131)  ΕΕ L 12 της 15.1.2002, σ. 33.

(132)  Οκτώ αιτήματα ενημέρωσης διαβιβάστηκαν στην Ισπανία τις εξής ημερομηνίες: 15.9.2006, 30.1.2007, 6.11.2007, 5.2.2008, 3.3.2008, 23.9.2008, 11.1.2010, 12.5.2010.

(133)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 196 της εν λόγω απόφασης.

(134)  Βλέπε ειδικότερα την υπόθεση C-348/93 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1995, σ. I-673, σκέψη 26.

(135)  Υπόθεση C-277/00 Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. I-3925, σκέψη 76.

(136)  Υπόθεση C-350/93 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1995, σ. I-699, σκέψη 22.

(137)  Απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2011 στην υπόθεση C-275/10, Residex Capital IV, η οποία δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί, σκέψεις 43-45

(138)  Βλέπε αντίστοιχα την υπόθεση C-126/97 Eco Swiss China Time, Συλλογή 1999, σ. I-3055, σκέψεις 36-41

(139)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.

(140)  ΕΕ L 82 της 25.3.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στοιχεία σχετικά με τα καταβληθέντα, τα προς ανάκτηση και τα ήδη ανακτηθέντα ποσά ενισχύσεων

Δικαιούχος

Συνολικό ύψος της ενίσχυσης που καταβλήθηκε στο πλαίσιο του καθεστώτος (1)

Συνολικό ύψος της προς ανάκτηση ενίσχυσης (1)

(Κεφάλαιο)

Συνολικό ποσό της ήδη ανακτηθείσας ενίσχυσης (1)

Κεφάλαιο

Τόκος ανάκτησης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


(1)  Εθνικό νόμισμα σε εκατ.