12.2.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 41/13


ΑΠΌΦΑΣΗ 2014/75/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 10ης Φεβρουαρίου 2014

περί του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 28 και το άρθρο 31 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 20 Ιουλίου 2001, το Συμβούλιο εξέδωσε την κοινή δράση 2001/554/ΚΕΠΠΑ (1).

(2)

Το Ινστιτούτο Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας (το «Ινστιτούτο») θα πρέπει να συνδράμει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της στην εφαρμογή της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ), συμπεριλαμβανομένης της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας (ΚΠΑΑ), καθώς και άλλης εξωτερικής δράσης της Ένωσης, υπό την πολιτική εποπτεία του Συμβουλίου και την επιχειρησιακή διεύθυνση της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας (ΥΕ).

(3)

Το Ινστιτούτο θα πρέπει να έχει νομική προσωπικότητα και να λειτουργεί με πλήρη πνευματική ανεξαρτησία, με την επιφύλαξη των ευθυνών του Συμβουλίου και της ΥΕ.

(4)

Στις 20 Σεπτεμβρίου 2011, σύμφωνα με τον άρθρο 19 της κοινής δράσης 2001/554/ΚΕΠΠΑ, η ΥΕ υπέβαλε έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία του Ινστιτούτου. Η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας (ΕΠΑ) έλαβε υπό σημείωση την έκθεση αυτή και, την 1η Φεβρουαρίου 2012, συνέστησε στο Συμβούλιο να τροποποιήσει την κοινή δράση 2001/554/ΚΕΠΠΑ.

(5)

Είναι σκόπιμο, για λόγους νομικής σαφήνειας, να ενοποιηθούν οι προηγούμενες τροποποιήσεις και οι επιπλέον προτεινόμενες αλλαγές σε μια ενιαία νέα απόφαση, και να καταργηθεί η κοινή δράση 2001/554/ΚΕΠΠΑ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Συνέχεια και τοποθεσία

1.   Το Ινστιτούτο Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας, το οποίο ιδρύθηκε με την κοινή δράση 2001/554/ΚΕΠΠΑ (το «Ινστιτούτο») συνεχίζει τις δραστηριότητές του σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

2.   Όλα τα ισχύοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις και όλοι οι κανόνες που θεσπίσθηκαν στο πλαίσιο της κοινής δράσης 2001/554/ΚΕΠΠΑ παραμένουν ανεπηρέαστα. Ειδικότερα, όλες οι υφιστάμενες συμβάσεις απασχόλησης και τα εξ αυτών απορρέοντα δικαιώματα συνεχίζουν να υφίστανται.

3.   Το Ινστιτούτο έχει την έδρα του στο Παρίσι. Για τη διευκόλυνση της οργάνωσης των δραστηριοτήτων στις Βρυξέλλες, το Ινστιτούτο διατηρεί γραφείο συνδέσμου στις Βρυξέλλες. Η οργάνωση του Ινστιτούτου είναι ευέλικτη, με ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα και την αποτελεσματικότητα, μεταξύ των οποίων και όσον αφορά το επίπεδο της στελέχωσης.

Άρθρο 2

Αποστολή και καθήκοντα

1.   Το Ινστιτούτο, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, συμβάλλει στην ανάπτυξη του στρατηγικού σχεδιασμού της ΕΕ στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ένωσης (ΚΕΠΠΑ) και της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας, (ΚΠΑΑ), συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης των συγκρούσεων και της οικοδόμησης της ειρήνης, καθώς και στο πεδίο άλλης εξωτερικής δράσης της Ένωσης, με στόχο την ενίσχυση της ανάλυσης, της πρόβλεψης και της ανάπτυξης δικτύωσης της ΕΕ στον τομέα της εξωτερικής δράσης.

2.   Οι δραστηριότητες του Ινστιτούτου επικεντρώνονται στη διεξαγωγή αναλύσεων με γνώμονα την πολιτική, στην πληροφόρηση, στη διάδοση και στη διεξαγωγή συζητήσεων, στην οργάνωση εκδηλώσεων και εργαστηρίων δικτύωσης, και στη συλλογή σχετικής τεκμηρίωσης για τους υπαλλήλους και τους εμπειρογνώμονες της Ένωσης και των κρατών μελών.

3.   Εξάλλου, το Ινστιτούτο προάγει τις επαφές με την ακαδημαϊκή κοινότητα, τις ομάδες προβληματισμού και τους οικείους φορείς της κοινωνίας των πολιτών στην ευρωπαϊκή ήπειρο, τον Ατλαντικό και την ευρύτερη διεθνή κοινότητα, διαδραματίζοντας τον ρόλο της διεπαφής μεταξύ των ενωσιακών θεσμικών οργάνων και της κοινότητας των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων ασφάλειας.

Άρθρο 3

Πολιτική εποπτεία και επιχειρησιακή διεύθυνση

1.   Η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας (ΕΠΑ) ασκεί, υπό την ευθύνη του Συμβουλίου, την πολιτική εποπτεία των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου. Η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας (ΥΕ), σύμφωνα με τις ευθύνες της ΥΕ για την ΚΕΠΠΑ, και ιδίως για την ΚΠΑΑ, έχει την επιχειρησιακή διεύθυνση του Ινστιτούτου.

2.   Η εν λόγω πολιτική εποπτεία και επιχειρησιακή διεύθυνση ασκούνται άνευ παρεμβάσεων στην πνευματική ανεξαρτησία και την επιχειρησιακή αυτονομία που χαίρει το Ινστιτούτο, κατά την άσκηση της αποστολής και των καθηκόντων του.

Άρθρο 4

Νομική προσωπικότητα

Το Ινστιτούτο διαθέτει τη νομική προσωπικότητα που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων του και την επίτευξη των στόχων του. Μπορεί ιδίως να συνάπτει συμβάσεις, να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου. Το Ινστιτούτο είναι οργανισμός χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να απονείμουν στο Ινστιτούτο την ικανότητα δικαίου που παρέχεται σε νομικά πρόσωπα σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, ανάλογα με τις ανάγκες.

Άρθρο 5

Συμβούλιο

1.   Το Ινστιτούτο έχει συμβούλιο που εγκρίνει το ετήσιο και το μακροχρόνιο πρόγραμμα εργασίας του και τον ανάλογο προϋπολογισμό. Το συμβούλιο αποτελεί τον χώρο όπου συζητούνται θέματα σχετιζόμενα με την αποστολή, τα καθήκοντα, τη λειτουργία και το προσωπικό του Ινστιτούτου.

2.   Του συμβουλίου προεδρεύει η ΥΕ ή ο εκπρόσωπος της ΥΕ. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) ασκεί καθήκοντα γραμματείας του συμβουλίου.

3.   Το συμβούλιο αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο οριζόμενο από κάθε κράτος μέλος. Κάθε μέλος του συμβουλίου μπορεί να εκπροσωπείται ή να συνοδεύεται από αναπληρωτή. Η Επιτροπή, η οποία συμμετέχει στις εργασίες του συμβουλίου, ορίζει, επίσης, εκπρόσωπό της.

4.   Ο διευθυντής του Ινστιτούτου ή ο εκπρόσωπος του διευθυντή, παρίσταται, κατά κανόνα, στις συνεδριάσεις του συμβουλίου. Ο γενικός διευθυντής του Στρατιωτικού Επιτελείου και ο πρόεδρος της στρατιωτικής επιτροπής, ή οι εκπρόσωποί τους, μπορούν να παρίστανται επίσης στις συνεδριάσεις του συμβουλίου.

5.   Οι αποφάσεις του συμβουλίου λαμβάνονται με ψηφοφορία από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών με ειδική πλειοψηφία και οι ψήφοι σταθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφοι 4 και 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), με την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφοι 2 και 3 της παρούσας απόφασης. Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

6.   Το συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει τη σύσταση ειδικών ομάδων ή μόνιμων επιτροπών, οι οποίες ασχολούνται με συγκεκριμένα θέματα ή αντικείμενα στο πλαίσιο της γενικής του αρμοδιότητας και ενεργούν υπό την εποπτεία του. Η απόφαση για τη σύσταση των ομάδων εργασίας ή των επιτροπών, καθορίζει την εντολή, τη σύνθεση και τη διάρκειά τους.

7.   Το συμβούλιο συγκαλείται από τον πρόεδρο τουλάχιστον δύο φορές ετησίως. Συγκαλείται επίσης κατόπιν αιτήματος του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών του.

Άρθρο 6

Διευθυντής

1.   Το συμβούλιο διορίζει τον διευθυντή του Ινστιτούτου, μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών, βάσει συστάσεως της ΥΕ. Ο διευθυντής διορίζεται για τρία έτη, με δυνατότητα παράτασης της θητείας του για δύο επιπλέον έτη.

2.   Οι υποψήφιοι για τη θέση του διευθυντή θα πρέπει να είναι άτομα με αναγνωρισμένη μακροχρόνια εμπειρογνωσία και εμπειρία στις εξωτερικές σχέσεις, στην πολιτική ασφάλειας και στη διπλωματία, καθώς και στην αντίστοιχη έρευνα. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις υποψηφιότητες στην ΥΕ που ενημερώνει σχετικά το συμβούλιο. Η διαδικασία προεπιλογής διεξάγεται υπό την ευθύνη της ΥΕ. Η ομάδα προεπιλογής αποτελείται από τρεις εκπροσώπους της ΕΥΕΣ και από τρεις εκπροσώπους των κρατών μελών επιλεγόμενους από την τριμερή προεδρία, και προεδρεύεται από την ΥΕ ή τον εκπρόσωπό της. Με βάση τα αποτελέσματα της προεπιλογής, η ΥΕ παρέχει στο συμβούλιο σύσταση με περιορισμένο κατάλογο από τρεις τουλάχιστον υποψηφίους, που συντάσσεται με τη σειρά προτίμησης της ομάδας προεπιλογής.

3.   Ο διευθυντής είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος του Ινστιτούτου.

4.   Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την πρόσληψη όλου του προσωπικού του Ινστιτούτου. Όσον αφορά τον διορισμό των αναλυτών, τα μέλη του συμβουλίου ενημερώνονται εκ των προτέρων.

5.   Μετά την έγκριση εκ μέρους του συμβουλίου και έχοντας υπόψη τις δημοσιονομικές επιπτώσεις από την έγκριση του ετησίου προϋπολογισμού του Ινστιτούτου, ο διευθυντής μπορεί να διορίσει αναπληρωτή διευθυντή. Ο αναπληρωτής διευθυντής διορίζεται για περίοδο τριών το πολύ ετών, με δυνατότητα παράτασης της περιόδου για δύο επιπλέον έτη.

6.   Ο διευθυντής εξασφαλίζει την εκτέλεση της αποστολής και των καθηκόντων του Ινστιτούτου, όπως ορίζεται στο άρθρο 2. Ο διευθυντής μεριμνά ώστε να διατηρείται υψηλός βαθμός εμπειρογνωσίας και επαγγελματισμού στο Ινστιτούτο, καθώς και αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου.

Ο διευθυντής είναι επίσης υπεύθυνος για τα εξής:

α)

την εκπόνηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας του Ινστιτούτου, καθώς και της ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων του Ινστιτούτου·

β)

την προετοιμασία των εργασιών του συμβουλίου·

γ)

την τρέχουσα διοίκηση του Ινστιτούτου·

δ)

όλα τα θέματα προσωπικού·

ε)

την εκπόνηση της κατάστασης εσόδων και δαπανών και την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Ινστιτούτου·

στ)

την ενημέρωση της ΕΠΑ σχετικά με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας·

ζ)

την εξασφάλιση επαφών και στενής συνεργασίας με τα ενωσιακά θεσμικά όργανα και τα εθνικά και διεθνή όργανα στους συναφείς τομείς.

Ο διευθυντής, αφού ζητήσει τη γνώμη του Συμβουλίου, θα πρέπει επίσης να διερευνά εναλλακτικές λύσεις για πρόσθετες συνεισφορές στον προϋπολογισμό του Ινστιτούτου.

7.   Στο πλαίσιο του συμφωνηθέντος προγράμματος εργασίας και του προϋπολογισμού του Ινστιτούτου, ο διευθυντής εξουσιοδοτείται να συνάπτει συμβάσεις, να προσλαμβάνει προσωπικό που έχει εγκριθεί στο πλαίσιο του προϋπολογισμού και να αναλαμβάνει τις δαπάνες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Ινστιτούτου.

8.   Ο διευθυντής καταρτίζει ετήσια έκθεση πεπραγμένων του Ινστιτούτου μέχρι τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Η ετήσια έκθεση υποβάλλεται στο συμβούλιο και, μέσω της ΥΕ, στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που τη διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη.

9.   Ο διευθυντής λογοδοτεί στο συμβούλιο.

Άρθρο 7

Προσωπικό

1.   Το προσωπικό του Ινστιτούτου αποτελείται από αναλυτές και διοικητικό προσωπικό, διέπεται από το καθεστώς των συμβασιούχων υπαλλήλων, και προσλαμβάνεται μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών.

Οι αναλυτές του Ινστιτούτου προσλαμβάνονται βάσει των πνευματικών τους προσόντων, της εμπειρίας και της τεχνογνωσίας που σχετίζονται με την αποστολή και τα καθήκοντα του Ινστιτούτου, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, και μέσω δίκαιων και διαφανών διαδικασιών διαγωνισμού.

Ο υπηρεσιακός κανονισμός του Ινστιτούτου εκδίδεται από το Συμβούλιο βάσει συστάσεως του διευθυντή.

2.   Οι ερευνητές και οι ασκούμενοι μπορούν επίσης να προσλαμβάνονται σε βραχυπρόθεσμη βάση ad hoc.

Σε συμφωνία με τον διευθυντή, αφού ενημερωθεί το συμβούλιο, δύνανται να αποσπώνται στο Ινστιτούτο ερευνητές για ορισμένο χρονικό διάστημα, σε θέσεις εντός της οργανωτικής δομής του Ινστιτούτου ή για συγκεκριμένα καθήκοντα και σχέδια στα πλαίσια της αποστολής και των καθηκόντων του Ινστιτούτου, όπως ορίζεται στο άρθρο 2.

Μέλη του προσωπικού δύνανται να αποσπώνται σε θέση εκτός του Ινστιτούτου για ορισμένο χρονικό διάστημα προς το συμφέρον της υπηρεσίας, σύμφωνα με τον υπηρεσιακό κανονισμό του Ινστιτούτου.

Οι διατάξεις σχετικά με την απόσπαση θεσπίζονται από το συμβούλιο κατόπιν πρότασης του διευθυντή.

Άρθρο 8

Ανεξαρτησία και αυτονομία

Κατά τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων του Ινστιτούτου, ο διευθυντής και οι αναλυτές απολαύουν πνευματικής ανεξαρτησίας και επιχειρησιακής αυτονομίας.

Άρθρο 9

Πρόγραμμα εργασίας

1.   Έως τις 31 Οκτωβρίου κάθε έτους, ο διευθυντής καθορίζει σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασίας για το επόμενο έτος, συνοδευόμενο από ενδεικτικές μακροπρόθεσμες προοπτικές για τα επόμενα έτη, και το υποβάλλει στο συμβούλιο, προς έγκριση.

2.   Το συμβούλιο εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους.

Άρθρο 10

Προϋπολογισμός

1.   Όλα τα έσοδα και οι δαπάνες του Ινστιτούτου περιλαμβάνονται σε προβλέψεις που συντάσσονται για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Ινστιτούτου, ο οποίος περιλαμβάνει πίνακα προσωπικού.

2.   Ο προϋπολογισμός του Ινστιτούτου είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

3.   Τα έσοδα του Ινστιτούτου συνίστανται από τις συνεισφορές των κρατών μελών βάσει της κλείδας του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ). Κατόπιν πρότασης του διευθυντή, και μετά την έγκριση του Συμβουλίου, είναι δυνατόν να γίνονται δεκτές πρόσθετες συνεισφορές από άλλες πηγές για ειδικά σχέδια στα πλαίσια της αποστολής και των καθηκόντων του Ινστιτούτου, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, ιδίως από τα κράτη μέλη ή τα θεσμικά όργανα της Ένωσης.

Άρθρο 11

Διαδικασία προϋπολογισμού

1.   Έως τις 31 Οκτωβρίου κάθε έτους, ο διευθυντής υποβάλλει στο συμβούλιο ετήσιο σχέδιο προϋπολογισμού του Ινστιτούτου το οποίο καλύπτει τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες λειτουργίας και τα αναμενόμενα έσοδα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι πρόσθετες συνεισφορές για ειδικά σχέδια που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3.

2.   Έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους, το συμβούλιο εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό του Ινστιτούτου με ομοφωνία των εκπροσώπων των κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση αναπόφευκτων, εξαιρετικών ή απρόβλεπτων περιστάσεων, ο διευθυντής μπορεί να προτείνει στο συμβούλιο σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού. Το συμβούλιο, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τον τυχόν επείγοντα χαρακτήρα, εγκρίνει τον διορθωτικό προϋπολογισμό με ομοφωνία των εκπροσώπων των κρατών μελών.

4.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, ο διευθυντής υποβάλλει στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο συμβούλιο τους λεπτομερείς λογαριασμούς όλων των εσόδων και δαπανών του προηγούμενου οικονομικού έτους, καθώς και την έκθεση πεπραγμένων του Ινστιτούτου.

5.   Το συμβούλιο απαλλάσσει τον διευθυντή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Ινστιτούτου.

Άρθρο 12

Δημοσιονομικοί κανόνες

Με τη σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το συμβούλιο καταρτίζει, κατόπιν πρότασης του διευθυντή, λεπτομερείς δημοσιονομικούς κανόνες στους οποίους ορίζεται ιδίως η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για την κατάρτιση, την εκτέλεση και τον έλεγχο του προϋπολογισμού του Ινστιτούτου.

Άρθρο 13

Προνόμια και ασυλίες

1.   Τα προνόμια και οι ασυλίες του διευθυντή και του προσωπικού του Ινστιτούτου προβλέπονται στην απόφαση των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνερχομένων στο πλαίσιο του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες που παραχωρούνται στο Ινστιτούτο Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας και στο Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στα όργανα τους και στα μέλη του προσωπικού τους. Μέχρι να αρχίσει να ισχύει η απόφαση αυτή, το κράτος υποδοχής δύναται να χορηγήσει στον διευθυντή και στο προσωπικό του Ιδρύματος τα προνόμια και τις ασυλίες που προβλέπει η ανωτέρω απόφαση.

2.   Τα προνόμια και οι ασυλίες του Ινστιτούτου προβλέπονται στο πρωτόκολλο (αριθ. 7) περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Άρθρο 14

Νομική ευθύνη

1.   Η συμβατική ευθύνη του Ινστιτούτου διέπεται από το εφαρμοστέο δίκαιο της οικείας σύμβασης.

2.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αρμοδιότητα να λαμβάνει αποφάσεις δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει το Ινστιτούτο.

3.   Η προσωπική ευθύνη του προσωπικού έναντι του Ινστιτούτου διέπεται από τις σχετικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο προσωπικό του Ινστιτούτου.

Άρθρο 15

Πρόσβαση σε έγγραφα

Κατόπιν πρότασης του διευθυντή, το συμβούλιο θεσπίζει κανόνες για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ινστιτούτου, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές και τα όρια που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

Άρθρο 16

Προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ

Το Ινστιτούτο εφαρμόζει την απόφαση 2013/488/ΕΕ του Συμβουλίου (3).

Άρθρο 17

Συνεργασία με κράτη μέλη, και τα θεσμικά όργανα, λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης

Για την εκπλήρωση της αποστολής και των καθηκόντων του, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, το Ινστιτούτο συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη και την ΕΥΕΔ. Το Ινστιτούτο, ανάλογα με τις ανάγκες, συνάπτει σχέσεις εργασίας με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, καθώς και με τα οικεία λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ομάδας Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΟΑΑ), με σκοπό την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και συμβουλών σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Το Ινστιτούτο μπορεί επίσης να αναλαμβάνει κοινά σχέδια μαζί με τα θεσμικά όργανα, τα λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης.

Άρθρο 18

Προστασία δεδομένων

Κατόπιν πρότασης του διευθυντή, το συμβούλιο εκδίδει εκτελεστικούς κανόνες σχετικά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

Άρθρο 19

Υποβολή έκθεσης

Το αργότερο έως τις 31 Ιουλίου 2016, η ΥΕ υποβάλλει στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, συνοδευόμενη, εν ανάγκη, από κατάλληλες συστάσεις.

Άρθρο 20

Κατάργηση

Η κοινή δράση 2001/554/ΚΕΠΠΑ καταργείται.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 10 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

C. ASHTON


(1)  Κοινή δράση 2001/554/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, για την ίδρυση του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας (ΕΕ L 200 της 25.7.2001, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).

(3)  Απόφαση 2013/488/ΕΕ του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τους κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ (ΕΕ L 274 της 15.10.2013, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).