6.11.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 294/13


ΟΔΗΓΊΑ 2013/50/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Οκτωβρίου 2013

για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και της οδηγίας 2007/14/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά με τον καθορισμό αναλυτικών κανόνων για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2004/109/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 50 και 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 33 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), η Επιτροπή όφειλε να υποβάλει έκθεση σχετικά με τη λειτουργία της οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον ενδείκνυται ή όχι ο τερματισμός της εξαίρεσης για υπάρχοντες χρεωστικούς τίτλους μετά τη δεκαετή περίοδο που προβλέπει το άρθρο 30 παράγραφος 4 της οδηγίας, καθώς και σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις της λειτουργίας αυτής της οδηγίας στις ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές.

(2)

Στις 27 Μαΐου 2010, η Επιτροπή ενέκρινε έκθεση για τη λειτουργία της οδηγίας 2004/109/ΕΚ, όπου προσδιορίζονται τομείς στους οποίους θα μπορούσε να βελτιωθεί το καθεστώς που δημιούργησε η εν λόγω οδηγία. Συγκεκριμένα, η έκθεση καταδεικνύει την ανάγκη πρόβλεψης για την απλούστευση ορισμένων υποχρεώσεων των εκδοτών, προκειμένου να γίνουν ελκυστικότερες οι ρυθμιζόμενες αγορές για μικρούς και μεσαίους εκδότες που αντλούν κεφάλαια στην Ένωση. Επιπλέον, θα πρέπει να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του υπάρχοντος καθεστώτος διαφάνειας, ιδίως αναφορικά με τη γνωστοποίηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των εταιρειών.

(3)

Επιπρόσθετα, στην ανακοίνωσή της της 13ης Απριλίου 2011 με τίτλο «Η Πράξη για την Ενιαία Αγορά — Δώδεκα δράσεις για την τόνωση της ανάπτυξης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης — “Μαζί για μια νέα ανάπτυξη”», η Επιτροπή αναγνώρισε την ανάγκη να αναθεωρηθεί η οδηγία 2004/109/ΕΚ προκειμένου να καταστούν αναλογικότερες οι υποχρεώσεις που ισχύουν για τις εισηγμένες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα να εξασφαλίζεται το ίδιο επίπεδο προστασίας των επενδυτών.

(4)

Σύμφωνα με την έκθεση και την ανακοίνωση της Επιτροπής, η διοικητική επιβάρυνση που αφορά υποχρεώσεις οι οποίες συνδέονται με την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά θα πρέπει να μειωθεί για τους μικρούς και μεσαίους εκδότες ώστε να βελτιωθεί η πρόσβασή τους σε κεφάλαια. Οι υποχρεώσεις δημοσίευσης ανακοινώσεων του διοικητικού συμβουλίου ή τριμηνιαίων οικονομικών εκθέσεων συνεπάγεται σημαντική επιβάρυνση για πολλούς μικρούς και μεσαίους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές, χωρίς η εν λόγω δημοσίευση να είναι απαραίτητη για την προστασία των επενδυτών. Αυτές οι υποχρεώσεις εστιάζουν επίσης το ενδιαφέρον στις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις και αποθαρρύνουν τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Προκειμένου να προαχθεί η δημιουργία βιώσιμης αξίας και η μακροπρόθεσμη επενδυτική στρατηγική, έχει ουσιώδη σημασία να μειωθεί η βραχυπρόθεσμη πίεση στους εκδότες και να παρέχονται κίνητρα στους επενδυτές ώστε να υιοθετούν πιο μακροπρόθεσμη οπτική. Θα πρέπει άρα να καταργηθεί η απαίτηση δημοσίευσης ενδιάμεσων καταστάσεων διαχείρισης.

(5)

Δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να απαιτούν στην εθνική νομοθεσία τους τη δημοσίευση περιοδικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών συχνότερα από τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις και τις εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να ζητούν από τους εκδότες να δημοσιεύουν επιπρόσθετες περιοδικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες εφόσον αυτή η απαίτηση δεν συνιστά σημαντική οικονομική επιβάρυνση και εφόσον η αιτούμενη επιπρόσθετη πληροφόρηση είναι ανάλογη προς τους παράγοντες που να συμβάλλουν στις αποφάσεις περί επενδύσεων. Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει τυχόν επιπρόσθετες πληροφορίες που απαιτούνται από την τομεακή νομοθεσία της Ένωσης και, ιδίως, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν τη δημοσίευση επιπρόσθετων περιοδικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Επιπλέον, μια ρυθμιζόμενη αγορά μπορεί να απαιτεί από τους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση στη συγκεκριμένη αγορά να δημοσιεύουν επιπρόσθετες περιοδικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες σε όλα ή σε μερικά τμήματα της εν λόγω αγοράς.

(6)

Προκειμένου να προσφερθεί μεγαλύτερη ευελιξία και ως εκ τούτου να μειωθούν οι διοικητικές επιβαρύνσεις, η προθεσμία για τη δημοσίευση των εξαμηνιαίων οικονομικών εκθέσεων θα πρέπει να παραταθεί σε τρεις μήνες από τη λήξη της περιόδου αναφοράς. Εφόσον η περίοδος κατά την οποία οι εκδότες μπορούν να δημοσιεύουν τις εξαμηνιαίες εκθέσεις τους παρατείνεται, αναμένεται ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά θα δίδουν μεγαλύτερη προσοχή στις εκθέσεις των μικρών και μεσαίων εκδοτών και ως εκ τούτου οι εκδότες αυτοί θα προβληθούν περισσότερο.

(7)

Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια όσον αφορά τις πληρωμές που καταβάλλονται στις κυβερνήσεις, οι εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και οι οποίοι ασκούν δραστηριότητες στους κλάδους της εξόρυξης ή της υλοτομίας από πρωτογενή δάση, θα πρέπει να γνωστοποιούν σε χωριστή έκθεση, σε ετήσια βάση, τις πληρωμές που καταβάλλουν στις κυβερνήσεις στις χώρες στις οποίες δραστηριοποιούνται. Η έκθεση θα πρέπει να περιλαμβάνει τύπους πληρωμών συγκρίσιμους με αυτούς που δημοσιεύονται στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας διαφάνειας για την εξορυκτική βιομηχανία (EITI). Η γνωστοποίηση πληρωμών που καταβάλλονται στις κυβερνήσεις θα πρέπει να παρέχει στην κοινωνία των πολιτών, και στους επενδυτές, πληροφορίες προκειμένου να καθίστανται οι κυβερνήσεις χωρών πλούσιων σε φυσικούς πόρους υπόλογες για τα έσοδα που έχουν από την εκμετάλλευση φυσικών πόρων. Η πρωτοβουλία συμπληρώνει επίσης το σχέδιο δράσης για την επιβολή της δασικής νομοθεσίας, διακυβέρνηση και εμπόριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FLEGT) και τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 995/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2010, για τη θέσπιση των υποχρεώσεων των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν ξυλεία και προϊόντα ξυλείας στην αγορά (5), που απαιτούν από τους εμπόρους προϊόντων ξυλείας να επιδεικνύουν επιμέλεια με σκοπό την αποτροπή της εισόδου ξυλείας από παράνομη υλοτόμηση στην αγορά της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τα μέλη των αρμόδιων οργάνων μιας επιχείρησης, που ενεργούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που τους αναθέτει το εθνικό δίκαιο είναι υπεύθυνα να εξασφαλίζουν, όσο γνωρίζουν και δύνανται καλύτερα, ότι η έκθεση για τις πληρωμές προς κυβερνήσεις εκπονείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Οι λεπτομερείς απαιτήσεις ορίζονται στο κεφάλαιο 10 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/EOK και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6).

(8)

Για λόγους διαφάνειας και προστασίας των επενδυτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν την εφαρμογή των ακόλουθων αρχών κατά την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις πληρωμές που καταβάλλονται σε κυβερνήσεις σύμφωνα με το κεφάλαιο 10 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ: σημαντικότητα (δεν λαμβάνονται υπόψη στην έκθεση οι πληρωμές που δεν υπερβαίνουν τις 100 000 EUR εντός του οικονομικού έτους, είτε καταβάλλονται ενιαία είτε ως σειρά συναφών πληρωμών), υποβολή εκθέσεων στις κυβερνήσεις και ανά έργο (οι εκθέσεις σχετικά με πληρωμές προς τις κυβερνήσεις θα πρέπει να καταρτίζονται ανά κυβέρνηση και ανά έργο), καθολικότητα (δεν επιτρέπονται, για παράδειγμα για εκδότες οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε ορισμένες χώρες, εξαιρέσεις που έχουν στρεβλωτική επίπτωση και επιτρέπουν σε εκδότες να εκμεταλλεύονται χαλαρές απαιτήσεις όσον αφορά τη διαφάνεια)· πληρότητα (θα πρέπει να αναφέρονται όλες οι σχετικές πληρωμές που καταβάλλονται σε κυβερνήσεις, σύμφωνα με το κεφάλαιο 10 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ και σχετικές αιτιολογικές σκέψεις)·

(9)

Η χρηματοοικονομική καινοτομία έχει οδηγήσει στη δημιουργία νέων ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχουν στους επενδυτές οικονομική έκθεση σε εταιρείες. Η γνωστοποίηση αυτών των μέσων δεν προβλέπεται στην οδηγία 2004/109/ΕΚ. Τα εν λόγω μέσα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την κρυφή απόκτηση συμμετοχών σε εταιρείες, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάχρηση της αγοράς και να δώσει εσφαλμένη και παραπλανητική εικόνα για την οικονομική ιδιοκτησία εισηγμένων εταιρειών. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εκδότες και οι επενδυτές είναι πλήρως ενήμεροι της δομής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των εταιρειών, ο ορισμός των χρηματοπιστωτικών μέσων στην οδηγία θα πρέπει να καλύπτει όλα τα μέσα που έχουν παρόμοια οικονομική επίπτωση με την κατοχή μετοχών και δικαιωμάτων απόκτησης μετοχών.

(10)

Τα χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν παρεμφερή οικονομική επίπτωση με την κατοχή μετοχών και δικαιωμάτων απόκτησης μετοχών θα πρέπει να υπολογίζονται βάσει του «συντελεστή δέλτα», πολλαπλασιάζοντας το θεωρητικό ποσό των υποκείμενων μετοχών με τον «συντελεστή δέλτα» του μέσου. Ο «συντελεστής δέλτα» δηλώνει πόσο θα μεταβαλλόταν η θεωρητική αξία του χρηματοπιστωτικού μέσου σε περίπτωση διακύμανσης της τιμής του υποκείμενου μέσου και παρέχει ακριβή εικόνα της έκθεσης του κατόχου στο υποκείμενο μέσο. Αυτή η προσέγγιση έχει σκοπό να διασφαλίσει ότι τα στοιχεία για τα συνολικά δικαιώματα ψήφου στα οποία έχει πρόσβαση ο επενδυτής είναι όσο το δυνατόν ακριβέστερα.

(11)

Επιπλέον, για να διασφαλιστεί επαρκής διαφάνεια των σημαντικών συμμετοχών, σε περίπτωση που ένας κάτοχος χρηματοπιστωτικών μέσων ασκεί το δικαίωμα απόκτησης μετοχών και η κατοχή συνολικών δικαιωμάτων ψήφου που είναι ενσωματωμένα σε υποκείμενες μετοχές υπερβαίνει το όριο κοινοποίησης χωρίς να επηρεάζει το συνολικό ποσοστό των συμμετοχών που είχαν κοινοποιηθεί προηγουμένως, θα πρέπει να απαιτείται νέα κοινοποίηση προκειμένου να γνωστοποιηθεί η αλλαγή στη φύση των συμμετοχών.

(12)

Ένα εναρμονισμένο καθεστώς κοινοποίησης της κατοχής σημαντικών δικαιωμάτων ψήφου, ιδίως αναφορικά με την άθροιση της κατοχής μετοχών με την κατοχή χρηματοπιστωτικών μέσων, θα πρέπει να βελτιώσει την ασφάλεια δικαίου, να αυξήσει τη διαφάνεια και να μειώσει τη διοικητική επιβάρυνση των διασυνοριακών επενδυτών. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει συνεπώς να έχουν το δικαίωμα να θεσπίζουν αυστηρότερους κανόνες από αυτούς που προβλέπονται στην οδηγία 2004/109/ΕΚ όσον αφορά τον υπολογισμό των ορίων κοινοποίησης, την άθροιση των ενσωματωμένων σε μετοχές δικαιωμάτων ψήφου με τα δικαιώματα ψήφου που απορρέουν από χρηματοπιστωτικά μέσα και τις εξαιρέσεις από τις απαιτήσεις κοινοποίησης. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες διαφορές όσον αφορά τη συγκέντρωση ιδιοκτησίας στην Ένωση και τις διαφορές των εταιρικών δικαίων στην Ένωση, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των μετοχών να διαφέρει από τον συνολικό αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου για ορισμένους εκδότες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν να έχουν το δικαίωμα να καθορίζουν τόσο χαμηλότερα όσο και συμπληρωματικά όρια κοινοποίησης της κατοχής δικαιωμάτων ψήφου και να ζητούν ισοδύναμες κοινοποιήσεις με βάση όρια συμμετοχής στο κεφάλαιο. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν να έχουν το δικαίωμα να ορίζουν αυστηρότερες υποχρεώσεις από τις προβλεπόμενες στην οδηγία 2004/109/ΕΚ όσον αφορά το περιεχόμενο (π.χ. κοινολόγηση των προθέσεων των μετόχων), τη διαδικασία και τον χρόνο της κοινοποίησης και να μπορούν να ζητούν επιπρόσθετες πληροφορίες που δεν προβλέπονται στην οδηγία 2004/109/ΕΚ όσον αφορά σημαντικές συμμετοχές. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θα πρέπει μεταξύ άλλων να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εφαρμόζουν νόμους, κανονισμούς ή διοικητικές διατάξεις που έχουν θεσπισθεί σε σχέση με προσφορές εξαγοράς, πράξεις συγχώνευσης και άλλες πράξεις που αφορούν την ιδιοκτησία ή τον έλεγχο εταιρειών οι οποίες εποπτεύονται από τις αρχές που έχουν ορίσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2004/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (7), και επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις γνωστοποίησης από την οδηγία 2004/109/ΕΚ.

(13)

Τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συνεκτική εναρμόνιση του καθεστώτος κοινοποίησης σημαντικών συμμετοχών και επαρκή επίπεδα διαφάνειας. Θα ήταν σκόπιμο και αποτελεσματικό να ανατεθεί στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΑΚΑΑ) που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), να επεξεργασθεί και να υποβάλει στην Επιτροπή σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, που δεν θα εμπεριέχουν επιλογές πολιτικής. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ, προκειμένου να προσδιοριστούν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή υφιστάμενων εξαιρέσεων από την υποχρέωση κοινοποίησης για την κατοχή σημαντικών ποσοστών δικαιωμάτων ψήφου. Αξιοποιώντας την εμπειρογνωμοσύνη της, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει ιδίως να καθορίζει τις περιπτώσεις εξαιρέσεων, λαμβάνοντας ταυτοχρόνως υπόψη την πιθανή κατάχρησή τους προκειμένου να παρακάμπτονται οι υποχρεώσεις κοινοποίησης.

(14)

Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) για τον καθορισμό του περιεχομένου της κοινοποίησης κατοχής σημαντικού αριθμού χρηματοπιστωτικών μέσων. Είναι πολύ σημαντικό για την Επιτροπή να συνεχίσει να διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και δέουσα διαβίβαση των συναφών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(15)

Για τη διευκόλυνση των διασυνοριακών επενδύσεων, οι επενδυτές θα πρέπει να έχουν εύκολη πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες πληροφορίες σχετικά με όλες τις εισηγμένες εταιρείες στην Ένωση. Ωστόσο, το υπάρχον δίκτυο των επισήμως ορισμένων εθνικών μηχανισμών για την κεντρική αποθήκευση ρυθμιζόμενων πληροφοριών δεν διασφαλίζει την εύκολη αναζήτηση αυτών των πληροφοριών ανά την Ένωση. Προκειμένου να διασφαλίζεται η διασυνοριακή πρόσβαση σε πληροφορίες και να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στις τεχνολογίες επικοινωνιών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για τον καθορισμό ελάχιστων προτύπων για τη διάδοση των ρυθμιζόμενων πληροφοριών, της πρόσβασης στις ρυθμιζόμενες πληροφορίες σε επίπεδο Ένωσης και των μηχανισμών για την κεντρική αποθήκευση ρυθμιζόμενων πληροφοριών. Η Επιτροπή, με τη βοήθεια της ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει επίσης να εξουσιοδοτηθεί να λαμβάνει μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας του δικτύου επισήμως ορισμένων εθνικών μηχανισμών αποθήκευσης και την ανάπτυξη τεχνικών κριτηρίων για την πρόσβαση στις ρυθμιζόμενες πληροφορίες σε επίπεδο Ένωσης, ιδίως όσον αφορά τη λειτουργία κεντρικού σημείου πρόσβασης για την αναζήτηση ρυθμιζόμενων πληροφοριών σε επίπεδο Ένωσης. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξελίξει και να θέσει σε λειτουργία δικτυακή πύλη η οποία θα αποτελεί ευρωπαϊκό σημείο ηλεκτρονικής πρόσβασης («σημείο πρόσβασης»).

(16)

Προκειμένου να βελτιωθεί η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 2004/109/ΕΚ και μετά την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, με τίτλο «Ενίσχυση των καθεστώτων επιβολής κυρώσεων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών», οι εξουσίες επιβολής κυρώσεων θα πρέπει να ενισχυθούν και θα πρέπει να πληρούν ορισμένες ουσιώδεις απαιτήσεις όσον αφορά τους αποδέκτες, τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή μέτρου, τις βασικές εξουσίες επιβολής κυρώσεων και τα επίπεδα των διοικητικών χρηματικών κυρώσεων. Οι εν λόγω εξουσίες επιβολής κυρώσεων θα πρέπει να ασκούνται τουλάχιστον σε περίπτωση παραβίασης βασικών διατάξεων της οδηγίας 2004/109/ΕΚ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να μπορούν να τις εφαρμόζουν και σε άλλες περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που θα μπορούν να εφαρμοσθούν, θα περιλαμβάνουν τη δυνατότητα επιβολής χρηματικών κυρώσεων που είναι αρκετά υψηλές ώστε να λειτουργούν αποτρεπτικά. Σε περίπτωση παραβιάσεων από νομικές οντότητες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν την επιβολή κυρώσεων στα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων της οικείας νομικής οντότητας ή σε άλλα άτομα που μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για αυτές τις παραβιάσεις, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην εθνική νομοθεσία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να μπορούν να προβλέπουν την αναστολή ή τη δυνατότητα αναστολής της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου των κατόχων μετοχών και χρηματοπιστωτικών μέσων που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις κοινοποίησης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέψουν ότι η αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου εφαρμόζεται μόνον στις σοβαρότερες παραβιάσεις. Η οδηγία 2004/109/ΕΚ θα πρέπει να αναφέρεται τόσο σε διοικητικές κυρώσεις όσο και σε διοικητικά μέτρα προκειμένου να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού τους ως κυρώσεων ή ως μέτρων δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας και δεν θα πρέπει να θίγει άλλες διατάξεις της νομοθεσίας των κρατών μελών που αφορούν ποινικές κυρώσεις.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν πρόσθετες κυρώσεις ή πρόσθετα μέτρα και υψηλότερες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις από τις προβλεπόμενες στην οδηγία 2004/109/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για επαρκώς αποτρεπτικές κυρώσεις με στόχο τη στήριξη καθαρών και διαφανών αγορών. Οι διατάξεις που αφορούν κυρώσεις και εκείνες που αφορούν τη δημοσίευση διοικητικών κυρώσεων δεν συνιστούν προηγούμενο για τη λοιπή νομοθεσία της Ένωσης, ιδίως για σοβαρότερες κανονιστικές παραβάσεις.

(17)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι αποφάσεις που επιβάλλουν διοικητικό μέτρο ή κύρωση έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα στο ευρύ κοινό, θα πρέπει κανονικά να δημοσιεύονται. Η δημοσίευση των αποφάσεων συνιστά επίσης σημαντικό εργαλείο για την ενημέρωση των φορέων της αγοράς σχετικά με το ποια συμπεριφορά συνιστά παραβίαση της οδηγίας 2004/109/ΕΚ και για την εν γένει προώθηση καλής συμπεριφοράς μεταξύ των φορέων της αγοράς. Ωστόσο, εάν η δημοσιοποίηση μιας απόφασης θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή μιας διεξαγόμενης έρευνας ή θα προκαλούσε, εφόσον μπορεί να καθοριστεί, δυσανάλογη και σοβαρή βλάβη στα εμπλεκόμενα ιδρύματα ή πρόσωπα, ή εφόσον, στην περίπτωση που οι κυρώσεις επιβάλλονται σε φυσικό πρόσωπο, η δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αποδεικνύεται δυσανάλογη σύμφωνα με την υποχρεωτική προηγούμενη εκτίμηση της αναλογικότητας της εν λόγω δημοσιοποίησης, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να μπορεί να αναβάλει την εν λόγω δημοσιοποίηση ή να δημοσιεύσει την πληροφορία ανώνυμα.

(18)

Προκειμένου να διευκρινιστεί η αντιμετώπιση μη εισηγμένων κινητών αξιών που αντιπροσωπεύονται από αποθετήριους τίτλους εισηγμένους προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και προκειμένου η διαφάνεια να μην παρουσιάζει κενά, ο ορισμός του όρου «εκδότης» θα πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω ώστε να περιλαμβάνει εκδότες μη εισηγμένων κινητών αξιών που αντιπροσωπεύονται από αποθετήριους τίτλους εισηγμένους προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Είναι επίσης σκόπιμο να τροποποιηθεί ο ορισμός του όρου «εκδότης» ώστε να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι σε ορισμένα κράτη μέλη οι εκδότες κινητών αξιών εισηγμένων προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά μπορούν να είναι φυσικά πρόσωπα.

(19)

Βάσει της οδηγίας 2004/109/ΕΚ, στην περίπτωση που εκδότης τρίτης χώρας εκδίδει χρεωστικούς τίτλους των οποίων η ονομαστική αξία ανά μονάδα είναι μικρότερη των 1 000 EUR ή μετοχές, ως κράτος μέλος προέλευσης του εκδότη θεωρείται το κράτος μέλος που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) σημείο iii) της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Προκειμένου να διευκρινιστεί και να απλοποιηθεί ο καθορισμός του κράτους μέλους προέλευσης των εν λόγω εκδοτών τρίτης χώρας, ο ορισμός αυτού του όρου θα πρέπει να τροποποιηθεί για να προβλέπει ότι το κράτος μέλος προέλευσης θα πρέπει να είναι το κράτος μέλος που επιλέγει ο εκδότης μεταξύ των κρατών μελών στα οποία οι κινητές αξίες του έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά.

(20)

Όλοι οι εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά εντός της Ένωσης θα πρέπει να εποπτεύονται από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωσή τους με τις υποχρεώσεις τους. Οι εκδότες οι οποίοι, σύμφωνα με την οδηγία 2004/109/ΕΚ, οφείλουν να επιλέξουν το κράτος μέλος προέλευσής τους αλλά δεν το έχουν πράξει, μπορούν να αποφύγουν την εποπτεία από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή στην Ένωση. Συνεπώς, η οδηγία 2004/109/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να καθορίζει κράτος μέλος προέλευσης για τους εκδότες οι οποίοι δεν έχουν γνωστοποιήσει εντός τριών μηνών στις αρμόδιες αρχές το κράτος μέλος προέλευσης που επιλέγουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ως κράτος μέλος προέλευσης θα πρέπει να θεωρηθεί το κράτος μέλος στο οποίο έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά οι κινητές αξίες του εκδότη. Όταν οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, όλα αυτά τα κράτη μέλη θα θεωρούνται ως κράτη μέλη προέλευσης έως ότου ο εκδότης επιλέξει και γνωστοποιήσει ένα μοναδικό κράτος μέλος προέλευσης. Αυτό θα αποτελέσει κίνητρο για τους εν λόγω εκδότες προκειμένου να επιλέξουν και να γνωστοποιήσουν στις οικείες αρμόδιες αρχές το κράτος μέλος προέλευσης που επέλεξαν και, στο μεταξύ, οι αρμόδιες αρχές θα διαθέτουν πλέον τις αναγκαίες εξουσίες να παρεμβαίνουν έως ότου ο εκδότης γνωστοποιήσει το κράτος μέλος προέλευσης που επέλεξε.

(21)

Βάσει της οδηγίας 2004/109/ΕΚ, στην περίπτωση εκδότη χρεωστικών τίτλων των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι ίση ή μεγαλύτερη των 1 000 EUR, η επιλογή εκ μέρους του εκδότη του κράτους μέλους προέλευσης ισχύει για τρία χρόνια. Ωστόσο, σε περίπτωση που οι κινητές αξίες εκδότη δεν γίνονται πλέον δεκτές προς διαπραγμάτευση στη ρυθμιζόμενη αγορά του κράτους μέλους προέλευσης του εκδότη και συνεχίζουν να γίνονται δεκτές προς διαπραγμάτευση σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υποδοχής, ο εκδότης αυτός δεν έχει σχέση με το αρχικά επιλεγέν από αυτόν κράτος μέλος προέλευσης σε περίπτωση που αυτό δεν είναι το κράτος μέλος της καταστατικής του έδρας. Ο εν λόγω εκδότης θα πρέπει να μπορεί να επιλέξει ως νέο κράτος μέλος προέλευσης πριν από τη λήξη της τριετούς περιόδου ένα από τα κράτη μέλη υποδοχής ή το κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα. Η ίδια δυνατότητα επιλογής νέου κράτους μέλους προέλευσης θα εφαρμόζεται και σε εκδότες χρεωστικών τίτλων τρίτης χώρας των οποίων η ονομαστική αξία ανά μονάδα είναι μικρότερη των 1 000 EUR ή μετοχών εφόσον οι κινητές αξίες των εκδοτών αυτών δεν γίνονται πλέον δεκτές για διαπραγμάτευση στη ρυθμιζόμενη αγορά του κράτους μέλους προέλευσης του εκδότη, αλλά συνεχίζουν να γίνονται δεκτές για διαπραγμάτευση σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υποδοχής.

(22)

Θα πρέπει να υπάρχει συνοχή μεταξύ των οδηγιών 2004/109/ΕΚ και 2003/71/ΕΚ όσον αφορά τον ορισμό του κράτους μέλους προέλευσης. Εν προκειμένω, προκειμένου να διασφαλιστεί η εποπτεία από το πλέον αρμόδιο κράτος μέλος, η οδηγία 2003/71/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει μεγαλύτερη ευελιξία σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κινητές αξίες εκδότη που έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα δεν γίνονται πλέον δεκτές για διαπραγμάτευση στη ρυθμιζόμενη αγορά του κράτους μέλους προέλευσης του εκδότη αλλά αντιθέτως γίνονται δεκτές προς διαπραγμάτευση σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη.

(23)

Η οδηγία 2007/14/ΕΚ της Επιτροπής (10) περιλαμβάνει μεταξύ άλλων κανόνες σχετικά με την κοινοποίηση της επιλογής του κράτους μέλους προέλευσης εκ μέρους του εκδότη. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να ενσωματωθούν στην οδηγία 2004/109/ΕΚ. Για να διασφαλισθεί η ενημέρωση για την επιλογή του κράτους μέλους προέλευσης από τον εκδότη, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και του κράτους μέλους στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα, όταν το εν λόγω κράτος μέλος δεν είναι ούτε το κράτος μέλος προέλευσης ούτε το κράτος μέλος υποδοχής, θα πρέπει να ζητείται από όλους τους εκδότες να κοινοποιούν την επιλογή του κράτους μέλους τους στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους τους, στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών υποδοχής και στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου έχουν την καταστατική τους έδρα, σε περίπτωση που είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος προέλευσης. Οι κανόνες σχετικά με την κοινοποίηση της επιλογής του κράτους μέλους προέλευσης θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθούν αναλόγως.

(24)

Η απαίτηση της οδηγίας 2004/109/ΕΚ όσον αφορά την κοινολόγηση νέων εκδόσεων δανείων έχει δημιουργήσει πολλά πρακτικά προβλήματα εφαρμογής και η εφαρμογή της θεωρείται περίπλοκη. Επιπλέον, αυτή η απαίτηση επικαλύπτει μερικώς τις απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία 2003/71/ΕΚ και στην οδηγία 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) (11) και δεν παρέχει πολλές πρόσθετες πληροφορίες στην αγορά. Επομένως, και για να μειωθούν οι περιττές διοικητικές επιβαρύνσεις για τους εκδότες, αυτή η απαίτηση θα πρέπει να καταργηθεί.

(25)

Η απαίτηση να κοινοποιείται κάθε τροποποίηση των συστατικών πράξεων ή των καταστατικών του εκδότη στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης επικαλύπτεται από παρόμοια απαίτηση της οδηγίας 2007/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, σχετικά με την άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων από μετόχους εισηγμένων εταιρειών (12) και μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση αναφορικά με τον ρόλο της αρμόδιας αρχής. Επομένως και για να μειωθούν οι περιττές διοικητικές επιβαρύνσεις για τους εκδότες, η εν λόγω απαίτηση θα πρέπει να καταργηθεί.

(26)

Ένα εναρμονισμένο ηλεκτρονικό μορφότυπο για την υποβολή εκθέσεων θα ήταν ιδιαίτερα ωφέλιμο για τους εκδότες, τους επενδυτές και τις αρμόδιες αρχές, επειδή θα διευκόλυνε την υποβολή εκθέσεων, καθώς και την προσβασιμότητα, την ανάλυση και τη συγκρισιμότητα των ετήσιων οικονομικών εκθέσεων. Συνεπώς, θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτική η εκπόνηση ετήσιων οικονομικών εκθέσεων σε ένα ενιαίο ηλεκτρονικό μορφότυπο από την 1η Ιανουαρίου 2020, υπό την προϋπόθεση ότι η ΕΑΚΑΑ θα έχει προβεί σε ανάλυση κόστους/οφέλους. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναπτύξει σχέδια τεχνικών ρυθμιστικών προτύπων, που θα υποβληθούν προς έγκριση στην Επιτροπή, για να καθορίσει το ηλεκτρονικό μορφότυπο για την υποβολή εκθέσεων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις τρέχουσες και μελλοντικές τεχνολογικές επιλογές, όπως την «επεκτάσιμη γλώσσα υποβολής στοιχείων για επιχειρήσεις (XBRL)». H EAKAA, κατά την εκπόνηση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, θα πρέπει να προβαίνει σε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για όλους τους ενδιαφερομένους, να προβαίνει σε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των πιθανών επιπτώσεων της θέσπισης διαφόρων τεχνολογικών επιλογών και να προβαίνει σε κατάλληλες δοκιμές στα κράτη μέλη και εν συνεχεία να υποβάλλει εκθέσεις στην Επιτροπή κατά την εκπόνηση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων. Κατά την εκπόνηση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων ως προς τα μορφότυπα που θα εφαρμόζονται στις τράπεζες, στους χρηματοοικονομικούς διαμεσολαβητές και στις ασφαλιστικές εταιρείες, η ΕΑΚΚΑ θα πρέπει να έχει τακτική και στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τομέων αυτών, διασφαλίζοντας τη διατομεακή συνέπεια των εργασιών και καταλήγοντας σε κοινές θέσεις. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να είναι σε θέση να διατυπώνουν αντιρρήσεις ως προς τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, στην οποία περίπτωση τα πρότυπα αυτά δεν θα πρέπει να τίθενται σε ισχύ.

(27)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (15) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (16) εφαρμόζονται πλήρως στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

(28)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη Συνθήκη και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με αυτά τα δικαιώματα και αυτές τις αρχές.

(29)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η εναρμόνιση των απαιτήσεων διαφάνειας όσον αφορά πληροφορίες σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί ως εκ τούτου να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(30)

Σύμφωνα με την από 28 Σεπτεμβρίου 2011 κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (17), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα εξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(31)

Θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθούν αναλόγως οι οδηγίες 2004/109/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ και 2007/14/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2004/109/ΕΚ

Η οδηγία 2004/109/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)   “εκδότης”: φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένου και κράτους, οι κινητές αξίες του οποίου έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά.

Στην περίπτωση αποθετηρίων τίτλων που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, εκδότης θεωρείται ο εκδότης των αντιπροσωπευόμενων κινητών αξιών, είτε αυτές είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά είτε όχι·»·

ii)

το στοιχείο θ) τροποποιείται ως εξής:

i)

στο σημείο i), η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

όταν ο εκδότης έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, το κράτος μέλος που επιλέγει ο εκδότης μεταξύ των κρατών μελών στα οποία οι κινητές αξίες του έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Η επιλογή του κράτους μέλους προέλευσης εξακολουθεί να ισχύει εκτός εάν ο εκδότης επιλέξει νέο κράτος μέλος προέλευσης σύμφωνα με το σημείο iii) και κοινολογήσει την επιλογή του σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του παρόντος σημείου i).»·

ii)

το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

Για κάθε εκδότη που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του σημείου i), το κράτος μέλος που επιλέγει ο εκδότης μεταξύ του κράτους μέλους στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα, εφόσον συντρέχει περίπτωση, και των κρατών μελών στα οποία οι κινητές αξίες του έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Ο εκδότης μπορεί να επιλέξει ένα μόνον κράτος μέλος ως κράτος μέλος προέλευσης. Η επιλογή του ισχύει για τουλάχιστον τρία χρόνια, εκτός εάν οι κινητές του αξίες δεν εισάγονται πλέον προς διαπραγμάτευση σε καμία ρυθμιζόμενη αγορά της Ένωσης ή εάν ο εκδότης κατά τα τρία αυτά χρόνια ενταχθεί στο πεδίο εφαρμογής των σημείων i) ή iii)·»·

iii)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«iii)

Σε περίπτωση εκδότη του οποίου οι κινητές αξίες δεν εισάγονται πλέον προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά στο οικείο κράτος μέλος προέλευσης όπως ορίζεται στη δεύτερη περίπτωση του σημείου i) ή στο σημείο ii) αλλά αντιθέτως εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, το εν λόγω νέο κράτος μέλος προέλευσης που μπορεί να επιλέξει ο εκδότης μεταξύ των κρατών μελών στα οποία οι κινητές αξίες του εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα·»·

iv)

προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Ο εκδότης κοινολογεί το οικείο κράτος μέλος προέλευσης όπως αναφέρεται στα σημεία i), ii) ή iii) σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21. Επιπλέον, ο εκδότης κοινολογεί το κράτος μέλος προέλευσης στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα, εφόσον συντρέχει περίπτωση, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης και στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών υποδοχής.

Στην περίπτωση που ο εκδότης δεν κοινολογήσει το κράτος μέλος προέλευσης κατά τα οριζόμενα στη δεύτερη περίπτωση του σημείου i) ή στο σημείο ii) εντός περιόδου τριών μηνών από την ημερομηνία που οι κινητές αξίες του εισήχθησαν για πρώτη φορά για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, ως κράτος μέλος προέλευσης θεωρείται το κράτος μέλος στο οποίο έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά οι κινητές αξίες του εκδότη. Σε περίπτωση που οι κινητές αξίες του εκδότη έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές ευρισκόμενες ή λειτουργούσες σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, τα εν λόγω κράτη μέλη θεωρούνται ως κράτη μέλη προέλευσης του εκδότη έως ότου ο εκδότης επιλέξει και κοινοποιήσει ένα και μόνον κράτος μέλος προέλευσης.

Για εκδότη οι κινητές αξίες του οποίου έχουν ήδη εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και ο οποίος δεν έχει κοινοποιήσει την επιλογή του κράτους μέλους προέλευσης όπως αναφέρεται στη δεύτερη περίπτωση του σημείου i) ή στο σημείο ii) πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2015, η προθεσμία των τριών μηνών αρχίζει στις 27 Νοεμβρίου 2015.

Εκδότης που έχει επιλέξει κράτος μέλος προέλευσης όπως αναφέρεται στη δεύτερη περίπτωση του σημείου i) ή στα σημεία ii) ή iii) και έχει κοινοποιήσει την επιλογή του στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2015 απαλλάσσεται από την υποχρέωση που επιβάλλεται από το παρόν σημείο i), εκτός εάν ο εν λόγω εκδότης επιλέξει άλλο κράτος μέλος προέλευσης μετά τις 27 Νοεμβρίου 2015.»·

iii)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιζ)   “επίσημη συμφωνία”: συμφωνία που είναι δεσμευτική βάσει της εφαρμοστέας νομοθεσίας.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Κάθε αναφορά της παρούσας οδηγίας σε νομικές οντότητες νοείται ότι περιλαμβάνει καταχωρισμένες ενώσεις επιχειρήσεων χωρίς νομική προσωπικότητα και εταιρείες διαχείρισης (trusts).».

2)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Το κράτος μέλος προέλευσης δύναται να επιβάλει σε εκδότες απαιτήσεις αυστηρότερες από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, με εξαίρεση την απαίτηση να δημοσιεύουν περιοδικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες συχνότερα από τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 και τις εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη προέλευσης μπορούν να απαιτούν από τους εκδότες να δημοσιεύουν επιπρόσθετες περιοδικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες συχνότερα από τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις του άρθρου 4 και τις εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις του άρθρου 5, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

οι επιπρόσθετες περιοδικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες δεν συνιστούν δυσανάλογη οικονομική επιβάρυνση για το συγκεκριμένο κράτος μέλος, ιδίως όσον αφορά τους μικρούς και μεσαίους εκδότες, και

το περιεχόμενο των επιπρόσθετων περιοδικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών είναι ανάλογο των παραγόντων που συμβάλλουν στη λήψη επενδυτικών αποφάσεων των επενδυτών στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

Προτού λάβουν την απόφαση να απαιτήσουν από τους εκδότες να δημοσιεύουν επιπρόσθετες περιοδικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες, τα κράτη μέλη αξιολογούν κατά πόσον οι επιπρόσθετες αυτές απαιτήσεις μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα υπερβολική εστίαση του ενδιαφέροντος στα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα και στη βραχυπρόθεσμη απόδοση των εκδοτών και κατά πόσον μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη δυνατότητα των μικρών και μεσαίων εκδοτών να έχουν πρόσβαση στις ρυθμιζόμενες αγορές.

Τα προαναφερόμενα δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να απαιτούν τη δημοσίευση επιπρόσθετων περιοδικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών από εκδότες που είναι χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Το κράτος μέλος προέλευσης δεν δύναται να επιβάλει σε κάτοχο μετοχών, ή σε φυσικό πρόσωπο ή σε νομική οντότητα που αναφέρεται στα άρθρα 10 ή 13, απαιτήσεις αυστηρότερες από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, με εξαίρεση τις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

κατά τον καθορισμό κατώτερων ή συμπληρωματικών ορίων κοινοποίησης από εκείνα που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 και την απαίτηση ισοδύναμων κοινοποιήσεων με βάση όρια που αφορούν συμμετοχές στο κεφάλαιο·

ii)

κατά την εφαρμογή αυστηρότερων απαιτήσεων από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 12· ή

iii)

κατά την εφαρμογή νόμων, κανονισμών ή διοικητικών διατάξεων που έχουν εγκριθεί σε σχέση με προσφορές εξαγοράς, πράξεις συγχώνευσης και άλλες πράξεις σε σχέση με την ιδιοκτησία ή τον έλεγχο εταιρειών, που εποπτεύονται από τις αρχές τις οποίες έχουν ορίσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2004/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (18).

3)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο εκδότης δημοσιοποιεί την ετήσια οικονομική του έκθεση το αργότερο τέσσερις μήνες μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους και διασφαλίζει ότι η έκθεση αυτή διατίθεται στο κοινό τουλάχιστον για δέκα έτη.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7.   Από την 1η Ιανουαρίου 2020, όλες οι ετήσιες οικονομικές εκθέσεις θα συντάσσονται σε ενιαίο ηλεκτρονικό μορφότυπο για την υποβολή εκθέσεων υπό την προϋπόθεση ότι η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΑΚΑΑ) που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) θα έχει προβεί σε ανάλυση κόστους/οφέλους.

Η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει το ηλεκτρονικό μορφότυπο για την υποβολή εκθέσεων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις τρέχουσες και μελλοντικές τεχνολογικές επιλογές. Πριν από την έγκριση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διεξαγάγει επαρκή αξιολόγηση των πιθανών ηλεκτρονικών μορφοτύπων για την υποβολή εκθέσεων και να πραγματοποιήσει κατάλληλες επιτόπιες δοκιμές. Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων έως την 31η Δεκεμβρίου 2016 το αργότερο.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

4)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο εκδότης μετοχών ή χρεωστικών τίτλων δημοσιεύει εξαμηνιαία οικονομική έκθεση που αφορά το πρώτο εξάμηνο του οικονομικού έτους το συντομότερο δυνατό μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς, και, το αργότερο, εντός τριών μηνών. Ο εκδότης διασφαλίζει ότι η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση παραμένει διαθέσιμη στο κοινό επί δέκα τουλάχιστον έτη.».

5)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

Έκθεση για τις πληρωμές στις κυβερνήσεις

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους εκδότες οι οποίοι δραστηριοποιούνται στους κλάδους της εξόρυξης ή της υλοτομίας από πρωτογενή δάση, όπως ορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/EOK και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (20) να καταρτίζουν σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το κεφάλαιο 10 της εν λόγω οδηγίας, έκθεση για τις πληρωμές τις οποίες καταβάλλουν στις κυβερνήσεις. Η έκθεση δημοσιεύεται το αργότερο έξι μήνες μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους και παραμένει διαθέσιμη στο κοινό τουλάχιστον για δέκα έτη. Οι πληρωμές προς τις κυβερνήσεις αναφέρονται σε ενοποιημένη βάση.

6)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα άρθρα 4 και 5 δεν εφαρμόζονται στους ακόλουθους εκδότες:

α)

σε κράτος, περιφερειακή ή τοπική αρχή κράτους, σε δημόσιο διεθνή φορέα στον οποίο συμμετέχει ένα τουλάχιστον κράτος μέλος, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) το οποίο συστάθηκε με τη συμφωνία-πλαίσιο για το ΕΤΧΣ και σε κάθε άλλο μηχανισμό που δημιουργείται με στόχο τη διαφύλαξη της χρηματοοικονομικής σταθερότητας της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης προσφέροντας προσωρινή χρηματοδοτική συνδρομή στα κράτη μέλη τα οποία έχουν ως νόμισμα το ευρώ και στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών ανεξάρτητα από το αν εκδίδουν μετοχές ή άλλες κινητές αξίες· και

β)

σε εκδότες που εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι τουλάχιστον 100 000 EUR ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο, εκτός EUR, νόμισμα, εφόσον η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία, την ημερομηνία της έκδοσης, είναι ισοδύναμη με τουλάχιστον 100 000 EUR.»·

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, τα άρθρα 4 και 5 δεν εφαρμόζονται σε εκδότες που εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι τουλάχιστον 50 000 EUR ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο, εκτός EUR, νόμισμα, η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι, κατά την ημερομηνία της έκδοσης, ισοδύναμη με τουλάχιστον 50 000 EUR, οι οποίοι έχουν ήδη εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά στην Ένωση πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2010, για όσο χρονικό διάστημα οι εν λόγω χρεωστικοί τίτλοι είναι σε κυκλοφορία.».

7)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στα δικαιώματα ψήφου που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών πιστωτικού ιδρύματος ή επιχείρησης επενδύσεων, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (21), υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

τα δικαιώματα ψήφου που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν υπερβαίνουν το 5 %, και

β)

τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη.

β)

προστίθενται οι εξής παράγραφοι:

«6α.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε δικαιώματα ψήφου ενσωματωμένα σε μετοχές που αποκτώνται για λόγους σταθεροποίησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2273/2003 της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις απαλλαγές που προβλέπονται για τα προγράμματα επαναγοράς και για τις πράξεις σταθεροποίησης χρηματοπιστωτικών μέσων (22), με την προϋπόθεση ότι τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις μετοχές δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη.

6β.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τη μέθοδο υπολογισμού του ορίου του 5 % που αναφέρεται στις παραγράφους 5 και 6, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης ομίλου εταιρειών, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 12 παράγραφοι 4 και 5.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 27 Νοεμβρίου 2014.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

8)

Στο άρθρο 12 παράγραφος 2, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η κοινοποίηση στον εκδότη πραγματοποιείται ταχέως και, εν πάση περιπτώσει, το αργότερο εντός τεσσάρων ημερών διαπραγμάτευσης μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο μέτοχος, ή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 10».

9)

Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι απαιτήσεις κοινοποίησης που ορίζονται στο άρθρο 9 εφαρμόζονται επίσης σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα:

α)

χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία, κατά τη λήξη τους, παρέχουν στον κάτοχο, σύμφωνα με επίσημη συμφωνία, είτε το άνευ όρων δικαίωμα απόκτησης είτε τη διακριτική ευχέρεια ως προς το δικαίωμα απόκτησης, μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου και έχουν ήδη εκδοθεί από εκδότη του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά·

β)

χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α) αλλά τα οποία αναφέρονται σε μετοχές για τις οποίες γίνεται λόγος σε αυτό το σημείο και έχουν οικονομική επίπτωση αντίστοιχη με εκείνη των χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται σε αυτό το σημείο, είτε παρέχουν δικαίωμα φυσικού διακανονισμού είτε όχι.

Η απαιτούμενη κοινοποίηση περιλαμβάνει την κατάταξη ανά είδος των κατεχόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου και των κατεχόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου, κάνοντας διάκριση μεταξύ των χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχουν δικαίωμα φυσικού διακανονισμού και των χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχουν δικαίωμα διευθέτησης τοις μετρητοίς.»·

β)

προστίθενται οι εξής παράγραφοι:

«1α.   Ο αριθμός των δικαιωμάτων ψήφου υπολογίζεται με βάση τον συνολικό θεωρητικό αριθμό των υποκείμενων μετοχών του χρηματοπιστωτικού μέσου με εξαίρεση την περίπτωση που το χρηματοπιστωτικό μέσο προβλέπει αποκλειστικά διευθέτηση τοις μετρητοίς, οπότε ο αριθμός των δικαιωμάτων ψήφου υπολογίζεται βάσει του «συντελεστή δέλτα», πολλαπλασιάζοντας το θεωρητικό ποσό των υποκείμενων μετοχών με τον «συντελεστή δέλτα» του μέσου. Για τον σκοπό αυτόν, ο κάτοχος συγκεντρώνει και κοινοποιεί όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν σχέση με τον ίδιο εκδότη υποκείμενων μετοχών. Μόνο θετικές θέσεις λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων ψήφου. Οι θετικές θέσεις δεν συμψηφίζονται με τις αρνητικές θέσεις που έχουν σχέση με τον ίδιο εκδότη.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να διευκρινίζει:

α)

τη μέθοδο υπολογισμού του αριθμού των δικαιωμάτων ψήφου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην περίπτωση χρηματοπιστωτικών μέσων που συνδέονται με καλάθι μετοχών ή με χρηματιστηριακό δείκτη· και

β)

τις μεθόδους καθορισμού του «δέλτα» για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με χρηματοπιστωτικά μέσα που προβλέπουν αποκλειστικά διευθέτηση τοις μετρητοίς όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 27 Νοεμβρίου 2014.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

1β.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα ακόλουθα θεωρούνται ως χρηματοπιστωτικά μέσα, με την προϋπόθεση ότι πληρούν όλους τους όρους των στοιχείων α) ή β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1:

α)

κινητές αξίες,

β)

δικαιώματα προαίρεσης,

γ)

συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης,

δ)

συμβάσεις ανταλλαγής (swaps),

ε)

προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίου,

στ)

συμβάσεις επί διαφορών, και

ζ)

άλλες συμβάσεις ή συμφωνίες με παρόμοια οικονομική επίπτωση για τις οποίες μπορεί να υπάρξει φυσικός διακανονισμός ή διευθέτηση τοις μετρητοίς.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει και επικαιροποιεί περιοδικά ενδεικτικό κατάλογο των χρηματοπιστωτικών μέσων που υπόκεινται σε απαιτήσεις κοινοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές.»·

γ)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 2α, 2β και 2γ και με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που ορίζονται στα άρθρα 27α και 27β, τα μέτρα προκειμένου να καθορίζει το περιεχόμενο της κοινοποίησης που πρέπει να υποβληθεί, την προθεσμία της κοινοποίησης και τον αποδέκτη της κοινοποίησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.»·

δ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 4, 5 και 6 και στο άρθρο 12 παράγραφοι 3, 4 και 5 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στις απαιτήσεις κοινοποίησης του παρόντος άρθρου.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τις περιπτώσεις στις οποίες οι εξαιρέσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εφαρμόζονται σε χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία κατέχει φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που εκτελεί εντολές προερχόμενες από πελάτες ή ανταποκρίνεται σε αιτήματα πελατών για διαπραγμάτευση όχι προς ίδιο λογαριασμό, ή αντισταθμίζει θέσεις που προκύπτουν από τέτοιες συναλλαγές.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 27 Νοεμβρίου 2014.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.».

10)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 13α

Άθροιση

1.   Οι απαιτήσεις κοινοποίησης που ορίζονται στα άρθρα 9, 10 και 13 εφαρμόζονται επίσης σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, όταν ο αριθμός των δικαιωμάτων ψήφου τα οποία κατέχουν άμεσα ή έμμεσα σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, αθροιζόμενος με τον αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία κατέχουν άμεσα ή έμμεσα σύμφωνα με το άρθρο 13, φθάνει, υπερβαίνει ή υπολείπεται των ορίων που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.

Η κοινοποίηση που απαιτείται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου περιλαμβάνει διάκριση μεταξύ του αριθμού των δικαιωμάτων ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 και των δικαιωμάτων ψήφου που έχουν σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα κατά την έννοια του άρθρου 13.

2.   Τα δικαιώματα ψήφου που έχουν σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία έχουν ήδη κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 κοινοποιούνται εκ νέου, όταν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει αποκτήσει τις υποκείμενες μετοχές και, λόγω αυτής της απόκτησης, ο συνολικός αριθμός δικαιωμάτων ψήφου από μετοχές που έχουν εκδοθεί από τον ίδιο εκδότη έχει φθάσει ή έχει υπερβεί τα όρια που θεσπίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.».

11)

Στο άρθρο 16, η παράγραφος 3 απαλείφεται.

12)

Στο άρθρο 19 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται.

13)

Στο άρθρο 21, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 2α, 2β και 2γ και με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που ορίζονται στα άρθρα 27α και 27β, μέτρα για τον προσδιορισμό των κατωτέρω:

α)

ελάχιστων προτύπων για τη διάδοση των ρυθμιζόμενων πληροφοριών, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1·

β)

ελάχιστων προτύπων για τον μηχανισμό κεντρικής αποθήκευσης, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2·

γ)

κανόνων που εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται από τους μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και την πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες πληροφορίες σε επίπεδο Ένωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Η Επιτροπή δύναται επίσης να καταρτίζει και να επικαιροποιεί κατάλογο των μέσων διάδοσης των πληροφοριών στο κοινό.».

14)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 21α

Ευρωπαϊκό σημείο ηλεκτρονικής πρόσβασης

1.   Καθιερώνεται την 1η Ιανουαρίου 2018 δικτυακή πύλη που αποτελεί ευρωπαϊκό σημείο ηλεκτρονικής πρόσβασης («σημείο πρόσβασης»). Η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει και διαχειρίζεται το σημείο πρόσβασης.

2.   Το σύστημα διασύνδεσης των επισήμως ορισθέντων μηχανισμών αποτελείται από:

τους μηχανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2,

την πύλη, που θα αποτελεί το ευρωπαϊκό σημείο ηλεκτρονικής πρόσβασης.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν πρόσβαση στους κεντρικούς μηχανισμούς αποθήκευσής τους μέσω του σημείου πρόσβασης.».

15)

Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 22

Πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες πληροφορίες σε επίπεδο Ένωσης

1.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που ορίζουν τεχνικές απαιτήσεις αναφορικά με την πρόσβαση στις ρυθμιζόμενες πληροφορίες σε επίπεδο Ένωσης, προκειμένου να καθορίσει τα εξής:

α)

τις τεχνικές απαιτήσεις αναφορικά με τις τεχνολογίες επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται από τους μηχανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2·

β)

τις τεχνικές απαιτήσεις αναφορικά με τη λειτουργία του κεντρικού σημείου πρόσβασης για την αναζήτηση ρυθμιζόμενων πληροφοριών σε επίπεδο Ένωσης·

γ)

τις τεχνικές απαιτήσεις αναφορικά με τη χρήση ενός μοναδικού κωδικού αναγνώρισης για κάθε εκδότη από τους μηχανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2·

δ)

το κοινό μορφότυπο για την παροχή των ρυθμιζόμενων πληροφοριών από τους μηχανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2·

ε)

την κοινή κατάταξη των ρυθμιζόμενων πληροφοριών από τους μηχανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2 και τον κοινό κατάλογο των ειδών ρυθμιζόμενων πληροφοριών.

2.   Κατά την κατάρτιση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη της τις τεχνικές απαιτήσεις για το σύστημα διασύνδεσης των μητρώων επιχειρήσεων που καταρτίζεται με την οδηγία 2012/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 27 Νοεμβρίου 2015.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

16)

Στο άρθρο 23 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι πληροφορίες που καλύπτονται από τις απαιτήσεις που προβλέπει η τρίτη χώρα υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 19 και κοινολογούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21.».

17)

Στο άρθρο 24, παρεμβάλλονται οι εξής παράγραφοι:

«4α.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι εξουσίες διερεύνησης που είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Οι εξουσίες αυτές ασκούνται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

4β.   Οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις εξουσίες τους για την επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και το εθνικό τους δίκαιο, με οποιονδήποτε από τους κατωτέρω τρόπους:

άμεσα,

σε συνεργασία με άλλες αρχές,

υπό την ευθύνη τους με ανάθεση καθηκόντων στις εν λόγω αρχές,

κατόπιν αιτήσεως στις αρμόδιες δικαστικές αρχές.».

18)

Στο άρθρο 25 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Κατά την άσκηση των εξουσιών τους επιβολής κυρώσεων και διερεύνησης, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι κυρώσεις ή τα μέτρα θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και συντονίζουν τις ενέργειές τους όταν ασχολούνται με διασυνοριακές υποθέσεις.».

19)

Μετά το άρθρο 27β, παρεμβάλλεται ο ακόλουθος τίτλος:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΑ

ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ».

20)

Το άρθρο 28 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Άρθρο 28

Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις

1.   Με την επιφύλαξη των εξουσιών των αρμοδίων αρχών σύμφωνα με το άρθρο 24 και του δικαιώματος των κρατών μελών να προβλέπουν και να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη ορίζουν κανόνες όσον αφορά τα διοικητικά μέτρα και τις διοικητικές κυρώσεις που εφαρμόζονται σε περιπτώσεις παραβίασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και λαμβάνουν όλα τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να διασφαλίζεται ότι εφαρμόζονται. Τα εν λόγω διοικητικά μέτρα και κυρώσεις είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όταν οι υποχρεώσεις εφαρμόζονται σε νομικές οντότητες, σε περίπτωση παράβασης, θα μπορούν να επιβάλλονται κυρώσεις, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην εθνική νομοθεσία, στα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων της οικείας νομικής οντότητας και σε άλλα άτομα που ευθύνονται για την παράβαση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.».

21)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 28α

Παραβάσεις

Το άρθρο 28β εφαρμόζεται τουλάχιστον στις ακόλουθες παραβάσεις:

α)

όταν ο εκδότης δεν δημοσιεύει, εντός της απαιτούμενης προθεσμίας, τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατά τη μεταφορά των άρθρων 4, 5, 6, 14 και 16 στο εθνικό δίκαιο·

β)

όταν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν κοινοποιεί, εντός της απαιτούμενης προθεσμίας, την απόκτηση ή τη διάθεση σημαντικής συμμετοχής σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται κατά τη μεταφορά των άρθρων 9, 10, 12, 13 και 13α στο εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 28β

Εξουσίες επιβολής κυρώσεων

1.   Στην περίπτωση των παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 28α, οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν τουλάχιστον τα εξής διοικητικά μέτρα και τις εξής διοικητικές κυρώσεις:

α)

δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει το υπαίτιο φυσικό πρόσωπο ή την υπαίτια νομική οντότητα και τη φύση της παράβασης·

β)

εντολή με την οποία απαιτείται από το υπαίτιο φυσικό πρόσωπο ή την υπαίτια νομική οντότητα να παύσει και να μην επαναλάβει τη συμπεριφορά που αποτελεί την παράβαση·

γ)

διοικητικές χρηματικές κυρώσεις

i)

στην περίπτωση νομικής οντότητας:

έως 10 000 000 EUR ή έως 5 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών σύμφωνα με τους τελευταίους διαθέσιμους ετήσιους λογαριασμούς που έχει εγκρίνει το διαχειριστικό όργανο· εάν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μιας μητρικής επιχείρησης που οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένους λογαριασμούς δυνάμει της οδηγίας 2013/34/ΕΕ, ο εφαρμοστέος συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ισούται με τον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών ή το αντίστοιχο είδος εισοδημάτων δυνάμει των σχετικών λογιστικών οδηγιών σύμφωνα με τους τελευταίους διαθέσιμους ενοποιημένους ετήσιους λογαριασμούς που έχουν εγκριθεί από το διαχειριστικό όργανο της τελικής μητρικής επιχείρησης, ή

έως το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου αυτά δύνανται να προσδιοριστούν,

όποιο ποσό από τα δύο είναι το μεγαλύτερο·

ii)

στην περίπτωση φυσικού προσώπου:

έως 2 000 000 EUR, ή

έως το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου αυτά δύνανται να προσδιοριστούν·

όποιο ποσό από τα δύο είναι το μεγαλύτερο.

Στα κράτη μέλη που δεν έχουν ως επίσημο νόμισμα το ευρώ, η αντίστοιχη αξία σε ευρώ του εκφραζόμενου σε εθνικό νόμισμα ποσού υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη την επίσημη συναλλαγματική ισοτιμία την ημέρα έναρξης ισχύος της οδηγίας 2013/50/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013, για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και της οδηγίας 2007/14/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά με τον καθορισμό αναλυτικών κανόνων για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2004/109/ΕΚ (24).

2.   Με την επιφύλαξη των εξουσιών των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με το άρθρο 24 και του δικαιώματος των κρατών μελών να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις τους προβλέπουν τη δυνατότητα αναστολής της άσκησης των ενσωματωμένων σε μετοχές δικαιωμάτων ψήφου στην περίπτωση παραβιάσεων του άρθρου 28α στοιχείο β). Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου μόνο για τις σοβαρότερες παραβάσεις.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν πρόσθετες κυρώσεις ή μέτρα και υψηλότερες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις από αυτά που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 28γ

Άσκηση των εξουσιών επιβολής κυρώσεων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται κατά περίπτωση:

α)

η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης·

β)

ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού προσώπου ή της υπαίτιας νομικής οντότητας·

γ)

η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού προσώπου ή της υπαίτιας νομικής οντότητας, παραδείγματος χάριν όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών της υπαίτιας νομικής οντότητας ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου·

δ)

η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό πρόσωπο ή την υπαίτια νομική οντότητα, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·

ε)

οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·

στ)

ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού προσώπου ή της υπαίτιας νομικής οντότητας με την αρμόδια αρχή·

ζ)

προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού προσώπου ή της υπαίτιας νομικής οντότητας.

2.   Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται στο πλαίσιο ή με σκοπό την άσκηση των εξουσιών εποπτείας και διερεύνησης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διεξάγεται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001, ανάλογα με την περίπτωση.

22)

Ο ακόλουθος τίτλος παρεμβάλλεται πριν από το άρθρο 29:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΒ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ».

23)

Το άρθρο 29 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 29

Δημοσίευση των αποφάσεων

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να δημοσιεύουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση κάθε απόφαση για την επιβολή κυρώσεων ή μέτρων σε περίπτωση παραβίασης της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον πληροφοριών για το είδος και τη φύση της παραβίασης και την ταυτότητα των φυσικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων που ευθύνονται για αυτήν.

Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καθυστερήσουν τη δημοσίευση της απόφασης ή να δημοσιεύσουν την απόφαση ανώνυμα κατά τρόπο σύμφωνο με την εθνική νομοθεσία σε μια εκ των κατωτέρω περιπτώσεων:

α)

όταν, στην περίπτωση που η κύρωση επιβάλλεται σε φυσικό πρόσωπο, η δημοσιοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αποδεικνύεται δυσανάλογη σύμφωνα με την υποχρεωτική προηγούμενη εκτίμηση της αναλογικότητας της εν λόγω δημοσιοποίησης·

β)

όταν η δημοσιοποίηση μιας απόφασης θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή μιας διεξαγόμενης επίσημης έρευνας·

γ)

όταν η δημοσιοποίηση θα προξενούσε, στον βαθμό που μπορεί να προσδιορισθεί αυτό, δυσανάλογη και σοβαρή ζημία στα ενδιαφερόμενα ιδρύματα ή φυσικά πρόσωπα.

2.   Εάν ασκηθεί έφεση κατά της απόφασης που δημοσιεύεται δυνάμει της παραγράφου 1, η αρμόδια αρχή υποχρεούται είτε να περιλάβει αυτή την πληροφορία στην αρχική δημοσίευση ή να τροποποιήσει τη δημοσίευση εάν ασκηθεί έφεση αργότερα.».

24)

Στο άρθρο 31, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, το άρθρο 8 παράγραφος 2 ή το άρθρο 8 παράγραφος 3 ή το άρθρο 30, κοινοποιούν αμέσως τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη.».

Άρθρο 2

Τροποποίηση της οδηγίας 2003/71/ΕΚ

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 2003/71/ΕΚ, το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iii)

για όλους τους εκδότες κινητών αξιών που έχουν συσταθεί σε τρίτη χώρα, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο σημείο ii), το κράτος μέλος όπου οι κινητές αξίες πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας προσφοράς για πρώτη φορά μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2013/50/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013, για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και της οδηγίας 2007/14/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά με τον καθορισμό αναλυτικών κανόνων για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2004/109/ΕΚ (25) ή όπου υποβάλλεται η πρώτη αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, κατ’ επιλογή του εκδότη, του προσφέροντα ή του προσώπου που ζητεί την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση, ανάλογα με την περίπτωση, με την επιφύλαξη μεταγενέστερης επιλογής από τους εκδότες που έχουν συσταθεί σε τρίτη χώρα υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

εάν το κράτος μέλος καταγωγής δεν είχε ορισθεί κατ’ επιλογή τους, ή

σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο θ) σημείο iii) της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά (26).

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2007/14/ΕΚ

Η οδηγία 2007/14/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 απαλείφεται.

2)

Στο άρθρο 11, απαλείφονται οι παράγραφοι 1 και 2.

3)

Το άρθρο 16 απαλείφεται.

Άρθρο 4

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέσα σε προθεσμία 24 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της. Ενημερώνουν πάραυτα την Επιτροπή σχετικά.

Τα εν λόγω μέτρα, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες αυτής της αναφοράς καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών μέτρων εθνικού δικαίου τα οποία θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Αναθεώρηση

Έως τις 27 Νοεμβρίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεών της για τους μικρούς και τους μεσαίους εκδότες και της εφαρμογής των κυρώσεων, ιδίως κατά πόσον αυτές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, και αναθεωρεί τη λειτουργία και αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της μεθόδου υπολογισμού των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1α πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2004/109/ΕΚ.

Η έκθεση υποβάλλεται μαζί με νομοθετική πρόταση, εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 7

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2013.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

V. LEŠKEVIČIUS


(1)  ΕΕ C 93 της 30.3.2012, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 78.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Ιουνίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 17ης Οκτωβρίου 2013.

(4)  ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 38.

(5)  ΕΕ L 295 της 12.11.2010, σ. 23.

(6)  ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19.

(7)  ΕΕ L 142 της 30.4.2004, σ. 12.

(8)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

(9)  ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 64.

(10)  ΕΕ L 69 της 9.3.2007, σ. 27.

(11)  ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16.

(12)  ΕΕ L 184 της 14.7.2007, σ. 17.

(13)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(14)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48.

(15)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(16)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(17)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(18)  ΕΕ L 142 της 30.4.2004, σ. 12.».

(19)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.».

(20)  ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19.».

(21)  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 201.»·

(22)  ΕΕ L 336 της 23.12.2003, σ. 33.».

(23)  ΕΕ L 156 της 16.6.2012, σ. 1.».

(24)  ΕΕ L 294 της 6.11.2013, σ. 13.».

(25)  ΕΕ L 294 της 6.11.2013, σ. 13.

(26)  ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 38.».