10.6.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 145/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 480/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Μαΐου 2009

για την ίδρυση Ταμείου εγγυήσεων για τις εξωτερικές δράσεις

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 208,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94 του Συμβουλίου της 31ης Οκτωβρίου 1994, για την ίδρυση Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές δράσεις (2), έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα (3) και ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Οι εγγυήσεις οι παρεχόμενες στα δάνεια που χορηγούνται σε τρίτες χώρες εκθέτουν το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυξημένους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους.

(3)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 1992 συμπέρανε ότι, για λόγους υγιούς δημοσιονομικής διαχείρισης και δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενδείκνυται η καθιέρωση ενός νέου χρηματοδοτικού πλαισίου και ότι προς το σκοπό αυτό θα ήταν σκόπιμο να ιδρυθεί ένα Ταμείο εγγυήσεων για να καλύπτει τους κινδύνους τους προερχόμενους από τα δάνεια και τις εγγυήσεις δανείων που χορηγούνται σε τρίτες χώρες ή υπέρ σχεδίων που υλοποιούνται σε τρίτες χώρες. Με την ίδρυση ενός Ταμείου εγγυήσεων, σκοπός του οποίου θα είναι η απευθείας εξόφληση των πιστωτών των Κοινοτήτων, επιτυγχάνεται ο στόχος αυτός.

(4)

Δυνάμει της διοργανικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, η οποία υιοθετήθηκε στις 17 Μαΐου 2006 (4), εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση του Ταμείου Εγγύησης ως υποχρεωτική δαπάνη του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2007-2013.

(5)

Υπάρχουν μηχανισμοί που καλύπτουν τις περιπτώσεις καταπτώσεως των εγγυήσεων, ιδίως δε η προσωρινή ανάληψη πόρων που προβλέπεται από το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1150/2000 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, για την εφαρμογή της απόφασης 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (5).

(6)

Το Ταμείο θα πρέπει να συσταθεί με βαθμιαία εισφορά κεφαλαίων. Στη συνέχεια, θα πρέπει να αποδίδονται στο Ταμείο οι τόκοι από την τοποθέτηση των διαθεσίμων του, καθώς και τα ανακτηθέντα ποσά από οφειλέτες που αθέτησαν τις υποχρεώσεις τους και για τους οποίους το Ταμείο έχει χορηγήσει εγγύηση.

(7)

Με γνώμονα την κτηθείσα από τη λειτουργία του Ταμείου εγγυήσεων πείρα, κρίνεται επαρκές να ισούνται τα κεφάλαια του Ταμείου προς το 9 % των αναλήψεων υποχρεώσεων σε κεφάλαιο τις οποίες αυτό εγγυάται, προσαυξημένες κατά τους δεδουλευμένους και μη καταβληθέντες τόκους.

(8)

Καταβολές στο Ταμείο εγγυήσεων ίσες προς το 9 % του ποσού κάθε πράξης που αποφασίζεται, κρίνονται επαρκείς για να επιτευχθεί το ποσό-στόχος. Θα πρέπει να καθοριστεί ο τρόπος με τον οποίο θα γίνονται οι εν λόγω καταβολές.

(9)

Εάν τα κεφάλαια του Ταμείου Εγγύησης υπερβούν το ποσό-στόχο, το υπερβάλλον θα πρέπει να επιστρέφεται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(10)

Η χρηματοπιστωτική διαχείριση του Ταμείου θα πρέπει να ανατεθεί στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (στο εξής αναφερόμενη ως «η ΕΤΕ»). Η χρηματοπιστωτική διαχείριση του Ταμείου ελέγχεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο βάσει διαδικασιών αποφασιζομένων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Επιτροπή και την ΕΤΕ.

(11)

Οι Κοινότητες χορήγησαν και εγγυήθηκαν δάνεια που χορηγήθηκαν στις προσχωρούσες χώρες ή τα οποία αφορούν σχέδια υλοποιούμενα στις χώρες αυτές. Οι εν λόγω πράξεις δανειοδότησης και εγγυοδοσίας καλύπτονται σήμερα από το Ταμείο εγγυήσεων και θα παραμείνουν εκκρεμείς ή θα ισχύουν και μετά την ημερομηνία προσχώρησης. Από την ημερομηνία αυτή παύουν να θεωρούνται εξωτερικές δράσεις των Κοινοτήτων και θα πρέπει συνεπώς να καλύπτονται απευθείας από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και όχι πλέον από το Ταμείο εγγυήσεων.

(12)

Το Ταμείο εγγυήσεων καλύπτει αθετήσεις υποχρεώσεων για δάνεια που έχουν εκδοθεί από την ΕΤΕ για τα οποία οι Κοινότητες παρέχουν εγγύηση δυνάμει της εξωτερικής εντολής της ΕΤΕ. Επιπλέον, σύμφωνα με την εξωτερική εντολή της ΕΤΕ όπως αυτή τέθηκε σε ισχύ από την 1η Φεβρουαρίου 2007, το Ταμείο θα πρέπει επίσης να καλύπτει τις αθετήσεις υποχρεώσεων για εγγυήσεις δανείων που έχουν εκδοθεί από την ΕΤΕ για τις οποίες οι Κοινότητες παρέχουν εγγύηση.

(13)

Για την έκδοση του παρόντος κανονισμού, οι συνθήκες δεν προβλέπουν άλλες εξουσίες εκτός από τις εξουσίες του άρθρου 308 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 203 της συνθήκης Ευρατόμ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ιδρύεται Ταμείο εγγυήσεων, στο εξής αναφερόμενο ως «το Ταμείο», οι πόροι του οποίου προορίζονται για την εξόφληση των πιστωτών των Κοινοτήτων, σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων του οφειλέτη ενός δανείου που έχουν χορηγήσει ή έχουν εγγυηθεί οι Κοινότητες ή μιας εγγύησης δανείου που έχει εκδοθεί από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (στο εξής αναφερόμενη ως «η ΕΤΕ»), για την οποία οι Κοινότητες παρέχουν εγγύηση.

Οι πράξεις δανειοδότησης και εγγυοδοσίας που αναφέρει το πρώτο εδάφιο, στο εξής αναφερόμενες ως «οι πράξεις», είναι όσες πραγματοποιούνται προς όφελος τρίτης χώρας ή προορίζονται για τη χρηματοδότηση σχεδίων σε τρίτη χώρα.

Όλες οι πράξεις που πραγματοποιούνται προς όφελος τρίτης χώρας ή προορίζονται για τη χρηματοδότηση σχεδίων σε τρίτη χώρα δεν εμπίπτουν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού από την ημερομηνία προσχώρησης της εν λόγω χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 2

Πόροι του Ταμείου είναι:

εφάπαξ ετήσια καταβολή από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει των άρθρων 5 και 6,

οι τόκοι από την τοποθέτηση των διαθεσίμων κεφαλαίων του Ταμείου,

οι εισπράξεις ποσών από οφειλέτες που αθέτησαν τις υποχρεώσεις τους, όταν το Ταμείο έχει προηγουμένως καταβάλει την εγγύηση.

Άρθρο 3

Τα κεφάλαια του Ταμείου πρέπει να ανέρχονται στο ενδεδειγμένο ύψος, στο εξής αναφερόμενο ως «το ποσό-στόχος».

Το ποσό-στόχος ανέρχεται στο 9 % του εκταμιευθέντος κεφαλαίου του συνόλου των αναλήψεων υποχρεώσεων των Κοινοτήτων που απορρέουν από κάθε πράξη, προσαυξημένων με τους δεδουλευμένους και μη καταβληθέντες τόκους.

Βάσει της διαφοράς, στο τέλος του έτους «ν–1», μεταξύ του ποσού-στόχου και της αξίας των διαθεσίμων του Ταμείου, που υπολογίζεται στην αρχή του έτους «ν», το όποιο πλεόνασμα καταβάλλεται, με μία πράξη, σε ειδική γραμμή της κατάστασης των εσόδων του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης του έτους «ν + 1».

Άρθρο 4

Μετά την προσχώρηση νέου κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ποσό-στόχος μειώνεται κατά ποσό υπολογιζόμενο βάσει των πράξεων που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 1.

Για να υπολογιστεί το ποσό της μείωσης αυτής, το ποσοστό που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 3 και ισχύει κατά την ημερομηνία προσχώρησης εφαρμόζεται στο ύψος των τρεχουσών πράξεων κατά την ημερομηνία αυτή.

Το υπερβάλλον ποσό επιστρέφεται σε ειδική γραμμή της κατάστασης εσόδων του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 5

Βάσει της διαφοράς, στο τέλος του έτους «ν–1», μεταξύ του ποσού στόχου και της αξίας των διαθεσίμων του Ταμείου, που υπολογίζεται στην αρχή του έτους «ν», το ύψος του απαιτούμενου ποσού τροφοδότησης καταβάλλεται στο Ταμείο, με μία πράξη, κατά τη διάρκεια του έτους «ν + 1» από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

1.   Εάν λόγω μιας ή περισσότερων αθετήσεων υποχρεώσεων, οι καταπτώσεις εγγυήσεων κατά τη διάρκεια του έτους «ν–1» υπερβούν τα 100 εκατ. EUR, το άνω των 100 εκατ. EUR ποσό επιστρέφεται στο Ταμείο σε ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από το έτος «ν + 1» και κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, μέχρι πλήρους αποπληρωμής (μηχανισμός εξομάλυνσης). Το ποσό της ετήσιας δόσης είναι το μικρότερο από τα δύο ακόλουθα ποσά:

100 εκατ. EUR, ή

υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό σύμφωνα με το μηχανισμό εξομάλυνσης.

Οποιοδήποτε ποσό που προκύπτει από καταπτώσεις εγγυήσεων κατά τα έτη που προηγούνται του έτους «ν–1», για το οποίο δεν έχει ακόμη γίνει πλήρης αποπληρωμή λόγω του μηχανισμού εξομάλυνσης, επιστρέφεται προτού τεθεί σε ισχύ ο μηχανισμός εξομάλυνσης για αθετήσεις υποχρεώσεων κατά το έτος «ν–1» ή κατά τα επόμενα έτη. Τα εν λόγω υπόλοιπα ποσά εξακολουθούν να αφαιρούνται από το μέγιστο ετήσιο ποσό που θα καταβάλλεται από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει του μηχανισμού εξομάλυνσης μέχρις ότου καταβληθεί στο Ταμείο ολόκληρο το ποσό.

2.   Οι υπολογισμοί βάσει του μηχανισμού εξομάλυνσης πραγματοποιούνται χωριστά από τους υπολογισμούς βάσει του άρθρου 3 τρίτο εδάφιο και του άρθρου 5. Ωστόσο, οδηγούν σε ενιαία ετήσια μεταβίβαση. Τα ποσά που πρέπει να καταβληθούν από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα πλαίσια του μηχανισμού εξομάλυνσης θεωρούνται διαθέσιμα του Ταμείου για τους υπολογισμούς δυνάμει των άρθρων 3 και 5.

3.   Αν, λόγω καταπτώσεων εγγυήσεων έπειτα από μια ή περισσότερες σοβαρές αθετήσεις υποχρεώσεων, τα κεφάλαια του Ταμείου υπολείπονται του 80 % του ποσού-στόχου, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

4.   Αν, λόγω καταπτώσεων εγγυήσεων έπειτα από μια ή περισσότερες σοβαρές αθετήσεις υποχρεώσεων, τα κεφάλαια του Ταμείου υπολείπονται του 70 % του ποσού-στόχου, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για έκτακτα μέτρα που μπορεί να απαιτηθούν για την ανασύσταση των κεφαλαίων του Ταμείου.

Άρθρο 7

Η Επιτροπή αναθέτει τη χρηματοπιστωτική διαχείριση του Ταμείου στην ΕΤΕ, στα πλαίσια εντολής εξ ονόματος των Κοινοτήτων.

Άρθρο 8

Το αργότερο στις 31 Μαΐου του επομένου οικονομικού έτους, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο έκθεση σχετικά με την κατάσταση του Ταμείου και τη διαχείρισή του κατά τη διάρκεια του προηγουμένου έτους.

Άρθρο 9

Ο λογαριασμός διαχείρισης και ο δημοσιονομικός ισολογισμός του Ταμείου επισυνάπτονται στο λογαριασμό διαχείρισης και στο δημοσιονομικό ισολογισμό των Κοινοτήτων.

Άρθρο 10

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙ.

Άρθρο 11

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στη Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. ŠEBESTA


(1)  Γνώμη της 18ης Νοεμβρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 1.

(3)  Βλέπε παράρτημα Ι.

(4)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 130 της 31.5.2000, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Καταργούμενος κανονισμός με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών του

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1149/1999 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 139 της 2.6.1999, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2273/2004 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 396 της 31.12.2004, σ. 28).

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 89/2007 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 22 της 31.1.2007, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2728/94

Παρών κανονισμός

Άρθρα 1, 2 και 3

Άρθρα 1, 2 και 3

Άρθρο 3α

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 10, εδάφιο πρώτο

Άρθρο 11

Άρθρο 10, εδάφιο δεύτερο

Παράρτημα I

Παράρτημα II