17.2.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 46/6


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2008

για τη σύναψη της συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, για την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών τους συμφερόντων

(2009/127/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 280 σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο πρώτη πρόταση και το άρθρο 300 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 14 Δεκεμβρίου 2000, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευτεί με την Ελβετική Συνομοσπονδία συμφωνία για την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας και των κρατών μελών της, συμπεριλαμβανομένου του φόρου προστιθέμενης αξίας και των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(2)

Σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2004 σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, για την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών τους συμφερόντων, και με την επιφύλαξη της σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία, η συμφωνία υπεγράφη εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στις 26 Οκτωβρίου 2004.

(3)

Η συμφωνία προβλέπει τη σύσταση μεικτής επιτροπής με εξουσίες λήψης αποφάσεων σε ορισμένους τομείς και κατά συνέπεια είναι αναγκαίο να ορισθεί ο εκπρόσωπος της Κοινότητας σ’ αυτή την επιτροπή.

(4)

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, για την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών τους συμφερόντων (εφεξής «συμφωνία»), καθώς και η συνοδευτική τελική πράξη, εγκρίνονται εξ ονόματος της Κοινότητας.

Το κείμενο της συμφωνίας και η τελική πράξη επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση (2).

Άρθρο 2

Προκειμένου για θέματα υπαγόμενα στην αρμοδιότητα της Κοινότητας, η Επιτροπή εκπροσωπεί την Κοινότητα στη μεικτή επιτροπή που συστήνεται με το άρθρο 39 της συμφωνίας.

Η θέση που υιοθετεί η Κοινότητα κατά την εφαρμογή της συμφωνίας όσον αφορά τις αποφάσεις ή τις συστάσεις της μεικτής επιτροπής καθορίζεται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα όταν η συμφωνία αφορά τομέα στον οποίο απαιτείται ομοφωνία για τη θέσπιση εσωτερικών κανόνων.

Άρθρο 3

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στην κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 της συμφωνίας (3).

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου κοινοποιεί δήλωση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύμφωνα με την οποία, έως την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, η Κοινότητα θεωρεί ότι δεσμεύεται από τη συμφωνία, εντός των ορίων της αρμοδιότητάς της, στις σχέσεις της με οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος το οποίο έχει προβεί στην ίδια δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 3 της συμφωνίας (4).

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BARNIER


(1)  ΕΕ C 304 Ε της 1.12.2005, σ. 106.

(2)  Βλέπε σελίδα 8 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(3)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μερίμνη της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου.

(4)  Η ημερομηνία εφαρμογής της συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας, δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 3 της συμφωνίας, θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μερίμνη της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου.


ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΗ

Οι πληρεξούσιοι

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,

ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΕΤΤΟΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΟΥΚΑΤΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ,

αφενός, και

ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ,

αφετέρου,

συνελθόντες στο Λουξεμβούργο, στις 26 Οκτωβρίου 2004 για την υπογραφή της συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, για την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών τους συμφερόντων, ενέκριναν τις κοινές δηλώσεις που αναφέρονται κατωτέρω και επισυνάπτονται στην παρούσα τελική πράξη:

1.

Κοινή δήλωση σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες,

2.

Κοινή δήλωση που αφορά τη συνεργασία της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στο πλαίσιο της Eurojust και, ει δυνατόν, του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου.

Επιπλέον, οι πληρεξούσιοι των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκείνοι της Κοινότητας καθώς και οι πληρεξούσιοι της Ελβετικής Συνομοσπονδίας θέσπισαν το εγκεκριμένο πρακτικό των διαπραγματεύσεων που προσαρτάται στην παρούσα τελική πράξη. Το εγκεκριμένο πρακτικό έχει δεσμευτική ισχύ.

Hecho en Luxemburgo, el veintiseis de octubre del dos mil cuatro.

V Lucemburku dne dvacátého šestého října dva tisíce čtyři.

Udfærdiget i Luxembourg den seksogtyvende oktober to tusind og fire.

Geschehen zu Luxemburg am sechsundzwanzigsten Oktober zweitausendundvier.

Kahe tuhande neljanda aasta oktoobrikuu kahekümne kuuendal päeval Luxembourgis.

Έγινε στo Λουξεμβούργο, στις είκοσι έξι Οκτωβρίου δύο χιλιάδες τέσσερα.

Done at Luxembourg on the twenty sixth day of October in the year two thousand and four.

Fait à Luxembourg, le vingt six octobre deux mille quatre.

Fatto a Lussemburgo, addì ventisei ottobre duemilaquattro.

Luksemburgā, divi tūkstoši ceturtā gada divdesmit sestajā oktobrī.

Priimta du tũkstančiai ketvirtų metų spalio dvidešimt šeštą dieną Liuksemburge.

Kelt Luxembourgban, a kettőezer negyedik év október huszonhatodik napján.

Magħmul fil-Lussemburgu fis-sitta u għoxrin jum ta' Ottubru tas-sena elfejn u erbgħa.

Gedaan te Luxemburg, de zesentwintigste oktober tweeduizendvier.

Sporządzono w Luksemburgu, dnia dwudziestego szóstego października roku dwutysięcznego czwartego.

Feito no Luxemburgo, em vinte e seis de Outubro de dois mil e quatro.

V Luxemburgu dvadsiateho šiesteho októbra dvetisícštyri.

V Luxembourgu, dne šestindvajsetega oktobra leta dva tisoč štiri.

Tehty Luxemburgissa kahdentenakymmenentenäkuudentena päivänä lokakuuta vuonna kaksituhattaneljä.

Som skedde i Luxemburg den tjugosjätte oktober tjugohundrafyra.

Pour le Royaume de Belgique

Voor het Koninkrijk België

Für das Königreich Belgien

Image

Cette signature engage égalerment la Communauté française, la Communauté flamande, la Communauté germanophone, la Région wallonne, la Région flamande et la Région de Bruxelles-Capitale.

Deze handtekening verbindt eveneens de Vlaamse Gemeenschap, de Franse Gemeenschap, de Duitstalige Gemeenschap, het Vlaamse Gewest, het Waalse Gewest en het Brussels Hoofdstedelijk Gewest.

Diese Unterschrift bindet zugleich die Deutschsprachige Gemeinschaft, die Flämische Gemeinschaft, die Französische Gemeinschaft, die Wallonische Region, die Flämische Region und die Region Brüssel-Hauptstadt.

Za Českou republiku

Image

På Kongeriget Danmarks vegne

Image

Für die Bundesrepublik Deutschland

Image

Image

Eesti Vabariigi nimel

Image

Για την Ελληνική Δημοκρατία

Image

Por el Reino de España

Image

Pour la République française

Image

Thar cheann Na hÉireann

For Ireland

Image

Per la Repubblica italiana

Image

Για την Κυπριακή Δημοκρατία

Image

Latvijas Republikas vārdā

Image

Lietuvos Respublikos vardu

Image

Pour le Grand-Duché de Luxembourg

Image

A Magyar Köztársaság részéről

Image

Għar-Repubblika ta' Malta

Image

Voor het Koninkrijk der Nederlanden

Image

Für die Republik Österreich

Image

W imieniu Rzeczypospolitej Polskiej

Image

Pela República Portuguesa

Image

Za Republiko Slovenijo

Image

Za Slovinskú republiku

Image

Suomen tasavallan puolesta

För Republiken Finland

Image

För Konungariket Sverige

Image

For the United Kingdom of Great Britain and Northern Ireland

Image

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenství

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

For the European Community

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

Az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspólnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Za Európske spoločenstvo

Za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

På Europeiska gemenskapens vägnar

Image

Image

Für die Schweizerische Eidgenossenschaft

Pour la Confédération suisse

Per la Confederazione svizzera

Image

Image

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι το άρθρο 2 παράγραφος 3 της συμφωνίας σχετικά με τη συνεργασία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες συμπεριλαμβάνει ως προηγούμενα αδικήματα εκείνα που συνιστούν φορολογική απάτη ή λαθρεμπορία κατ’ επάγγελμα σύμφωνα με το ελβετικό δίκαιο. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται βάσει αιτήσεως που αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μπορούν να χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εξαιρουμένων των διαδικασιών κατά προσώπων από την Ελβετία, εάν όλες οι σχετικές με το αδίκημα πράξεις έχουν διαπραχθεί αποκλειστικά στην Ελβετία.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ EUROJUST ΚΑΙ, ΕΙ ΔΥΝΑΤΟΝ, ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ

Τα συμβαλλόμενα μέρη σημειώνουν την επιθυμία της Ελβετικής Συνομοσπονδίας να μπορεί να εξετάσει τη δυνατότητα συνεργασίας της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στις εργασίες της Eurojust και, ει δυνατόν, του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου.

ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ, ΑΦΕΝΟΣ, ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ, ΑΦΕΤΕΡΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΑΛΛΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Οι όροι «απάτη και κάθε άλλη παράνομη δραστηριότητα» συμπεριλαμβάνουν επίσης τη λαθρεμπορία, τη δωροδοκία και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, με την επιφύλαξη του άρθρου 2 παράγραφος 3.

Οι όροι «εμπορευματικές συναλλαγές κατά παράβαση της τελωνειακής και γεωργικής νομοθεσίας» νοούνται ανεξάρτητα από τη διέλευση (αναχώρηση, προορισμό ή διαμετακόμιση) του εμπορεύματος από το έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.

Οι όροι «συναλλαγές κατά παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας σχετικά με το φόρο προστιθέμενης αξίας, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τους φόρους πολυτελείας» νοούνται ανεξάρτητα από τη διέλευση (αναχώρηση, προορισμό ή διαμετακόμιση) των εμπορευμάτων ή των υπηρεσιών από το έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.

Στο άρθρο 15 παράγραφος 2

Ο όρος «μέσω έρευνας» συμπεριλαμβάνει τις ακροάσεις προσώπων, τις επισκέψεις και τις έρευνες στους χώρους και στα μέσα μεταφοράς, τα αντίγραφα εγγράφων, την αίτηση πληροφοριών και την κατάσχεση αντικειμένων, εγγράφων και αξιών.

Στο άρθρο 16 παράγραφος 2 εδάφιο 2

Το ως άνω εδάφιο προβλέπει ιδίως ότι τα παρόντα πρόσωπα μπορούν να εξουσιοδοτούνται να θέτουν ερωτήσεις και να προτείνουν έρευνες.

Στο άρθρο 25 παράγραφος 2

Η έννοια των πολυμερών συμφωνιών μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών συμπεριλαμβάνει ιδίως, από την έναρξη ισχύος της, τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν.

Στο άρθρο 35 παράγραφος 1

ως «αίτηση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής» νοείται επίσης η διαβίβαση πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους.

Στο άρθρο 43

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα κοινοποιήσει, το αργότερο κατά την υπογραφή της συμφωνίας, ενδεικτικό κατάλογο των εδαφών στα οποία εφαρμόζεται η παρούσα συμφωνία.



17.2.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 46/8


ΣΥΜΦΩΝΊΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑΣ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, για την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών τους συμφερόντων

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,

Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΤΤΟΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

αφενός, και

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ,

αφετέρου,

στο εξής αναφερόμενοι ως συμβαλλόμενα μέρη,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ τις στενές σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να καταπολεμήσουν αποτελεσματικά την απάτη και κάθε άλλη παράνομη δραστηριότητα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων των συμβαλλόμενων μερών,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανάγκη ενίσχυσης της διοικητικής συνδρομής στους συγκεκριμένους τομείς,

ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΟΙ ότι η αμοιβαία δικαστική συνδρομή, η οποία περιλαμβάνει τις έρευνες και κατασχέσεις, πρέπει να παρέχεται σε όλες τις περιπτώσεις λαθρεμπορίας και φοροδιαφυγής στον τομέα της έμμεσης φορολογίας, κυρίως του φόρου προστιθέμενης αξίας, των τελωνειακών δασμών και των φόρων πολυτελείας,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τη σημασία της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Αντικείμενο της παρούσας συμφωνίας είναι να επεκτείνει τη διοικητική συνδρομή και τη δικαστική συνεργασία στον ποινικό τομέα μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, με σκοπό την καταπολέμηση των παράνομων δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στους ακόλουθους τομείς:

α)

πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση, δίωξη και καταστολή διοικητικού και ποινικού χαρακτήρα της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των αντίστοιχων οικονομικών συμφερόντων των συμβαλλόμενων μερών όσον αφορά:

τις εμπορευματικές συναλλαγές κατά παράβαση της τελωνειακής και γεωργικής νομοθεσίας,

τις συναλλαγές κατά παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας σχετικά με το φόρο προστιθέμενης αξίας, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης ή τους φόρους πολυτελείας,

την είσπραξη ή παρακράτηση πόρων — συμπεριλαμβανομένης της χρήσης αυτών των πόρων για σκοπούς άλλους πέραν εκείνων για τους οποίους χορηγήθηκαν αρχικά — που προέρχονται από τον προϋπολογισμό των συμβαλλόμενων μερών ή από προϋπολογισμούς οι οποίοι αποτελούν αντικείμενο δικής τους διαχείρισης ή διαχείρισης εξ ονόματός τους, όπως οι επιδοτήσεις και οι επιστροφές,

τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που ανατίθενται από τα συμβαλλόμενα μέρη·

β)

κατάσχεση και είσπραξη οφειλόμενων ή αχρεωστήτως εισπραχθέντων ποσών που προκύπτουν από τις παράνομες δραστηριότητες που αναφέρονται στο στοιχείο α).

2.   Η συνεργασία κατά την έννοια των τίτλων II (διοικητική συνδρομή) και III (αμοιβαία δικαστική συνδρομή) δεν θα μπορεί να απορριφθεί εκ μόνου του λόγου ότι η αίτηση αναφέρεται σε αδίκημα το οποίο το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση χαρακτηρίζει ως φορολογικό αδίκημα ή ότι η νομοθεσία του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους δεν αναγνωρίζει το ίδιο είδος εισφορών ή δαπανών ή δεν περιλαμβάνει το ίδιο είδος ρύθμισης ή τον ίδιο νομικό χαρακτηρισμό της πράξης με αυτόν της νομοθεσίας του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους.

3.   Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία συμπεριλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής υπό τον όρο ότι οι δραστηριότητες που συνιστούν το προηγούμενο αδίκημα τιμωρούνται κατά το δίκαιο και των δύο συμβαλλόμενων μερών με ποινή στερητική της ελευθερίας ή μέτρο ασφαλείας περιοριστικό της ελευθερίας, το ανώτατο όριο των οποίων υπερβαίνει τους έξι μήνες.

4.   Οι άμεσοι φόροι αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 3

Περιπτώσεις ήσσονος σημασίας

1.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να απορρίψει αίτηση συνεργασίας, όταν το ποσό που υπήρξε αντικείμενο μη καταβολής ή εξαπατήσεως δεν υπερβαίνει τα 25 000 ευρώ ή η αξία των χωρίς άδεια εξαγχθέντων ή εισαχθέντων ειδών δεν υπερβαίνει τα 100 000 ευρώ, εκτός εάν η πράξη λόγω του είδους της ή του προσώπου του υπόπτου χαρακτηρισθεί ως πολύ σοβαρή από το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος.

2.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους για τους λόγους απόρριψης της αίτησης συνεργασίας.

Άρθρο 4

Δημόσια τάξη

Η συνεργασία μπορεί να απορριφθεί εάν το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θεωρεί ότι η εκτέλεση της αίτησης μπορεί να θίξει την κυριαρχία, την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή άλλα ουσιαστικά συμφέροντά του.

Άρθρο 5

Διαβίβαση πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων

1.   Οι πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία που κοινοποιούνται ή λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, υπό οιαδήποτε μορφή, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και απολαύουν της προστασίας που χορηγείται σε ανάλογες πληροφορίες από το εθνικό δίκαιο του συμβαλλόμενου μέρους που τις λαμβάνει και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στα κοινοτικά όργανα.

Αυτές οι πληροφορίες και αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία δεν μπορούν ιδίως να κοινοποιούνται σε άτομα πέραν εκείνων, τα οποία, στα κοινοτικά όργανα, στα κράτη μέλη ή στην Ελβετική Συνομοσπονδία, προορίζονται λόγω των καθηκόντων τους να τα γνωρίζουν ούτε να χρησιμοποιούνται από αυτά για σκοπούς που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

2.   Οι πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία που λαμβάνονται από το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος κατ’ εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας μπορούν να διαβιβάζονται σε οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος εφόσον αυτό διεξάγει έρευνα για την οποία δεν αποκλείεται η συνεργασία ή υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις ότι θα μπορούσε επωφελώς να διεξάγει μία τέτοια έρευνα. Αυτή η κοινοποίηση δεν μπορεί να γίνεται για σκοπούς άλλους πέραν εκείνων που προβλέπονται από την παρούσα συμφωνία.

3.   Η διαβίβαση των λαμβανόμενων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων σε ένα ή περισσότερα άλλα συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορεί να αποτελεί το αντικείμενο προσφυγής στο συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο υπεβλήθη αρχικά η αίτηση.

4.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο κοινοποιούνται πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με την παράγραφο 2 τηρεί τους περιορισμούς χρήσης αυτών των στοιχείων που επιβάλλονται στο συμβαλλόμενο μέρος που αιτείται την πρώτη διαβίβαση από το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

5.   Η διαβίβαση πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώνονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, η οποία γίνεται από κάποιο συμβαλλόμενο μέρος σε τρίτο κράτος, υπόκειται στην έγκριση του συμβαλλόμενου μέρους το οποίο αποτελεί την πηγή αυτών των πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων.

Άρθρο 6

Τήρηση απορρήτου

Το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει από το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση να φροντίσει ώστε η αίτηση και το περιεχόμενό της να παραμείνουν απόρρητα, εκτός από την περίπτωση που αυτό δεν συμβιβάζεται με την εκτέλεσή της. Εάν το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν μπορεί να συμμορφωθεί με τις επιταγές του απορρήτου ενημερώνει προηγουμένως την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 7

Σχέση με άλλες συμφωνίες

Ο παρών τίτλος δεν επηρεάζει ούτε τις διατάξεις που εφαρμόζονται όσον αφορά την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις ούτε τις πλέον εκτεταμένες υποχρεώσεις στον τομέα της διοικητικής συνδρομής ή τις πλέον προνομιακές διατάξεις διμερών ή πολυμερών συμφωνιών συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, κυρίως το συμπληρωματικό πρωτόκολλο σχετικά με την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε τελωνειακές υποθέσεις της 9ης Ιουνίου 1997.

Άρθρο 8

Έκταση εφαρμογής

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την καταπολέμηση των παράνομων δραστηριοτήτων που προβλέπονται από την παρούσα συμφωνία, κυρίως με την πρόληψη, διερεύνηση και δίωξη ενεργειών και άλλων πράξεων και παραλείψεων αντίθετων προς τη σχετική νομοθεσία.

2.   Η συνδρομή που θεσπίζεται στον παρόντα τίτλο εφαρμόζεται σε κάθε αρμόδια διοικητική αρχή των συμβαλλόμενων μερών που δρα στο πλαίσιο της άσκησης εξουσιών διοικητικής έρευνας ή εξουσιών ποινικής δίωξης, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία αυτές οι αρχές ασκούν εξουσίες κατόπιν αιτήσεως δικαστικών αρχών.

Όταν η ποινική έρευνα διεξάγεται από δικαστική αρχή ή υπό την ευθύνη της, η εν λόγω αρχή καθορίζει αν οι σχετικές αιτήσεις αμοιβαίας συνδρομής ή συνεργασίας υποβάλλονται βάσει των διατάξεων περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις ή δυνάμει του παρόντος τίτλου.

Άρθρο 9

Αρμοδιότητες

1.   Οι αρχές των συμβαλλόμενων μερών εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος τίτλου στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που τους έχουν ανατεθεί βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας. Καμία διάταξη του παρόντος τίτλου δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως τροποποίηση των αρμοδιοτήτων που αναγνωρίζονται δυνάμει των εθνικών διατάξεων στις αρχές των συμβαλλόμενων μερών κατά την έννοια του παρόντος τίτλου.

Οι αρχές αυτές ενεργούν όπως θα ενεργούσαν για λογαριασμό τους ή κατ’ αίτηση άλλης αρχής του ίδιου συμβαλλόμενου μέρους. Προς το σκοπό αυτό κάνουν χρήση όλων των νόμιμων εξουσιών που διαθέτουν στο πλαίσιο της εθνικής τους νομοθεσίας προς ικανοποίηση της αίτησης.

2.   Οι αιτήσεις που απευθύνονται σε μη αρμόδιες αρχές διαβιβάζονται χωρίς καθυστέρηση από αυτές τις τελευταίες στην αρμόδια αρχή.

Άρθρο 10

Αναλογικότητα

Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να απορρίψει αίτηση συνεργασίας όταν προκύπτει εμφανώς ότι:

α)

ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί από το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο επιβάλλουν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στην αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,

β)

η αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους δεν έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφοριών τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς να κινδυνεύει η επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.

Άρθρο 11

Κεντρικές υπηρεσίες

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διορίζει την αρμόδια κεντρική υπηρεσία ή τις αρμόδιες κεντρικές υπηρεσίες για την εξέταση των αιτήσεων διοικητικής συνδρομής κατά την έννοια του παρόντος τίτλου.

Αυτές οι υπηρεσίες απευθύνονται σε όλες τις αρμόδιες διοικητικές αρχές για την εκτέλεση της αιτούμενης συνδρομής.

2.   Οι κεντρικές υπηρεσίες επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους.

3.   Η δραστηριότητα των κεντρικών υπηρεσιών δεν αποκλείει, ιδίως στις επείγουσες περιπτώσεις, την απευθείας συνεργασία μεταξύ των λοιπών αρχών των συμβαλλόμενων μερών που είναι αρμόδιες στους τομείς εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας. Οι κεντρικές υπηρεσίες ενημερώνονται για τη δράση η οποία απαιτεί αυτή την απευθείας συνεργασία.

4.   Τα συμβαλλόμενα μέρη ανακοινώνουν, κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 44 παράγραφος 2 κοινοποίηση, τις αρχές που θεωρούνται ως κεντρικές υπηρεσίες για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Κατ’ αίτηση συνδρομή

Άρθρο 12

Αιτήσεις παροχής πληροφοριών

1.   Έπειτα από αίτηση της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κοινοποιεί σε αυτήν, εντός των ορίων του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, όλες τις πληροφορίες που βρίσκονται στη διάθεσή της ή στη διάθεση άλλων αρχών του ίδιου συμβαλλόμενου μέρους και μπορούν να της επιτρέψουν την πρόληψη, διερεύνηση ή καταστολή των παράνομων δραστηριοτήτων που προβλέπονται από τη συμφωνία ή που είναι απαραίτητες για την είσπραξη απαίτησης. Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προβαίνει σε κάθε απαραίτητη διοικητική έρευνα για τη συγκέντρωση αυτών των πληροφοριών.

2.   Οι παρεχόμενες πληροφορίες συνοδεύονται από εκθέσεις και άλλα έγγραφα, ή από επικυρωμένα αντίγραφα ή αποσπάσματά τους, στα οποία βασίζονται οι παρεχόμενες πληροφορίες, είτε βρίσκονται στη διάθεση των αρχών του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή λαμβάνονται προκειμένου να διεκπεραιωθεί η αίτηση πληροφοριών.

3.   Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους και της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, οι εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους δύνανται, σύμφωνα με λεπτομερείς οδηγίες της τελευταίας, να συλλέξουν από τις υπηρεσίες του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, έγγραφα και πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 που βρίσκονται στην κατοχή των αρχών αυτού του συμβαλλόμενου μέρους και τα οποία αναφέρονται σε συγκεκριμένες παράνομες δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας. Οι εν λόγω υπάλληλοι εξουσιοδοτούνται να λαμβάνουν αντίγραφα αυτών των εγγράφων.

Άρθρο 13

Αιτήσεις επιτήρησης

Έπειτα από αίτηση της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διεξάγει, στο βαθμό που είναι δυνατόν, επιτήρηση σχετικά με τις εμπορευματικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται κατά παράβαση της νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 2. Αυτή η επιτήρηση μπορεί να αφορά άτομα για τα οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι έχουν συμμετάσχει ή συμμετέχουν στη διάπραξη των παράνομων δραστηριοτήτων ή επιτελούν προπαρασκευαστικές πράξεις με σκοπό τη διάπραξή τους καθώς και χώρους, μεταφορικά μέσα και εμπορεύματα που έχουν σχέση με αυτές τις δραστηριότητες.

Άρθρο 14

Κοινοποίηση και διαβίβαση μέσω ταχυδρομείου

1.   Έπειτα από αίτηση της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προβαίνει στην κοινοποίηση ή μεριμνά για την κοινοποίηση στον παραλήπτη, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, όλων των πράξεων ή αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

2.   Οι αιτήσεις κοινοποίησης, στις οποίες πρέπει να αναφέρεται το αντικείμενο της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης, συνοδεύονται από μετάφραση σε επίσημη γλώσσα του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή σε γλώσσα αποδεκτή απ’ αυτό.

3.   Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να αποστείλουν απευθείας μέσω ταχυδρομείου τις προς κοινοποίηση πράξεις και τις αιτήσεις παροχής πληροφοριών και εγγράφων στους φορείς που αναφέρονται στην τρίτη και τέταρτη περίπτωση του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) που κατοικούν στο έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.

Αυτά τα άτομα μπορούν να δώσουν συνέχεια στις κοινοποιήσεις και να χορηγήσουν τα σχετικά έγγραφα και πληροφορίες υπό τη μορφή που προβλέπεται από τους κανόνες και τις συμφωνίες δυνάμει των οποίων έχουν χορηγηθεί οι πόροι.

Άρθρο 15

Αιτήσεις ερευνών

1.   Έπειτα από αίτηση του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προβαίνει στη διεξαγωγή ή διατάσσει τη διεξαγωγή κατάλληλων ερευνών σχετικά με πράξεις ή συμπεριφορές που αποτελούν παράνομες δραστηριότητες προβλεπόμενες από την παρούσα συμφωνία ή οι οποίες δημιουργούν στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους βάσιμη υποψία ότι έχουν διαπραχθεί τέτοιες παράνομες δραστηριότητες.

2.   Το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση χρησιμοποιεί κάθε διαθέσιμο μέσο έρευνας σύμφωνα με την έννομη τάξη του υπό τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτά τα μέσα εάν δρούσε για δικό του λογαριασμό ή μετά από αίτηση άλλης εθνικής αρχής, συμπεριλαμβανομένης της παρέμβασης ή της εξουσιοδότησης, εφόσον χρειάζεται, δικαστικών αρχών.

Αυτή η διάταξη δεν θίγει την υποχρέωση συνεργασίας των οικονομικών φορέων δυνάμει του άρθρου 17.

Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κοινοποιεί το αποτέλεσμα αυτών των ερευνών στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους. Το άρθρο 12 παράγραφος 2 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία.

3.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση επεκτείνει τη συνδρομή σε όλες τις συνθήκες, αντικείμενα και πρόσωπα που σχετίζονται καταφανώς προς το αντικείμενο της αίτησης συνδρομής χωρίς να χρειάζεται συμπληρωματική αίτηση. Σε περίπτωση αμφιβολιών, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση έρχεται καταρχάς σε επαφή με την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους.

Άρθρο 16

Παρουσία εντεταλμένων υπαλλήλων της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους

1.   Έπειτα από συμφωνία μεταξύ της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους και της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση είναι δυνατόν να παρευρίσκονται στις έρευνες που προβλέπονται από το προηγούμενο άρθρο υπάλληλοι οριζόμενοι από την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους. Αυτή η παρουσία δεν υπόκειται στη συναίνεση του ατόμου ή του οικονομικού φορέα που αποτελεί το αντικείμενο της έρευνας.

2.   Υπάλληλοι της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εξασφαλίζουν ανά πάσα στιγμή τη διεξαγωγή των ερευνών. Οι υπάλληλοι της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους δεν δύνανται, κατόπιν δικής τους πρωτοβουλίας, να ασκήσουν τις εξουσίες που αναγνωρίζονται στους υπαλλήλους της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

Αντιθέτως, έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και τα ίδια έγγραφα με τους υπαλλήλους της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, με τη μεσολάβησή τους και αποκλειστικά για τις ανάγκες της διεξαγόμενης έρευνας.

3.   Η εξουσιοδότηση μπορεί να εξαρτάται από προϋποθέσεις.

4.   Οι πληροφορίες που περιέρχονται στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους δεν θα μπορούν να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία πριν να επιτραπεί η διαβίβαση των εγγράφων σχετικά με την εκτέλεση.

Άρθρο 17

Καθήκον συνεργασίας

Οι οικονομικοί φορείς είναι υποχρεωμένοι να συνεργάζονται κατά την εκτέλεση της αίτησης διοικητικής συνδρομής, παρέχοντας πρόσβαση στους χώρους, τα μεταφορικά μέσα και τα έγγραφά τους και χορηγώντας όλες τις δέουσες πληροφορίες.

Άρθρο 18

Μορφή και περιεχόμενο των αιτήσεων συνδρομής

1.   Οι αιτήσεις συνδρομής υποβάλλονται γραπτώς και συνοδεύονται από τα έγγραφα που απαιτούνται για τη διεκπεραίωσή τους.

Σε περίπτωση επείγοντος, γίνονται δεκτές προφορικές αιτήσεις, οι οποίες όμως πρέπει να επιβεβαιώνονται γραπτώς όσο το δυνατόν ταχύτερα.

2.   Οι αιτήσεις πρέπει να αναφέρουν:

α)

την αιτούσα αρχή,

β)

το αιτούμενο μέτρο,

γ)

το αντικείμενο και το λόγο της αίτησης,

δ)

τους νόμους, τους κανόνες και άλλες σχετικές νομικές διατάξεις,

ε)

όσο το δυνατόν ακριβέστερα και πληρέστερα πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αποτελούν αντικείμενο των ερευνών,

στ)

περίληψη των σχετικών πραγματικών περιστατικών και των ήδη διεξαχθεισών ερευνών, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 14.

3.   Οι αιτήσεις συντάσσονται σε επίσημη γλώσσα του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή σε γλώσσα αποδεκτή από αυτό.

4.   Οι εσφαλμένες ή ελλιπείς αιτήσεις μπορούν να διορθωθούν ή να συμπληρωθούν. Τα απαραίτητα μέτρα για να γίνει αποδεκτή η αίτηση τίθενται σε εφαρμογή εν τω μεταξύ.

Άρθρο 19

Χρήση των πληροφοριών

1.   Οι πληροφορίες που λαμβάνονται χρησιμοποιούνται μόνον για σκοπούς καλυπτόμενους από την παρούσα συμφωνία. Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος ζητεί τη χρήση αυτών των πληροφοριών για άλλους σκοπούς, οφείλει να ζητήσει εκ των προτέρων τη γραπτή συγκατάθεση της αρχής που χορήγησε τις πληροφορίες. Η χρήση των πληροφοριών υπόκειται κατά συνέπεια στους περιορισμούς που επιβάλλονται απ’ αυτήν την αρχή.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εμποδίζει τη χρησιμοποίηση των πληροφοριών στο πλαίσιο δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας που κινείται λόγω μη συμμόρφωσης με τη νομοθεσία που καλύπτεται από την αίτηση διοικητικής συνδρομής, εφόσον τα ίδια μέσα συνδρομής είναι διαθέσιμα γι’ αυτές τις διαδικασίες. Η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους η οποία χορήγησε αυτές τις πληροφορίες ειδοποιείται χωρίς καθυστέρηση για τη συγκεκριμένη χρήση των στοιχείων.

3.   Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται, στα πρακτικά που τηρούν, στις εκθέσεις και στις μαρτυρίες καθώς και σε διαδικασίες και διώξεις ενώπιον των δικαστηρίων, να χρησιμοποιούν, ως αποδεικτικά στοιχεία, πληροφορίες που έχουν λάβει και έγγραφα που συμβουλεύθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Αυθόρμητη συνδρομή

Άρθρο 20

Αυθόρμητη συνδρομή

1.   Οι μορφές συνεργασίας που θεσπίζονται στο προηγούμενο κεφάλαιο μπορούν να πραγματοποιούνται χωρίς προηγούμενη αίτηση άλλου συμβαλλόμενου μέρους.

2.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους που διαβιβάζει τις πληροφορίες μπορεί, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, να εξαρτά τη χρήση αυτών των πληροφοριών από την αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνονται από όρους.

3.   Όλες οι αρχές των συμβαλλόμενων μερών δεσμεύονται από αυτούς τους όρους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ιδιαίτερες μορφές συνεργασίας

Άρθρο 21

Κοινές ενέργειες

1.   Κατά την εισαγωγή, την εξαγωγή και τη διαμετακόμιση εμπορευμάτων, όταν ο όγκος των συναλλαγών και οι κίνδυνοι που απορρέουν από την άποψη των διακυβευόμενων φόρων και επιδοτήσεων μπορούν να δημιουργήσουν σημαντικές απώλειες για τον προϋπολογισμό των συμβαλλόμενων μερών, αυτά μπορούν να συμφωνήσουν για την πραγματοποίηση κοινών διασυνοριακών ενεργειών με σκοπό την πρόληψη και τη δίωξη παράνομων δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

2.   Η συνεργασία και ο σχεδιασμός των διασυνοριακών ενεργειών υπάγονται στην αρμοδιότητα της κεντρικής υπηρεσίας ή γραφείου οριζόμενου από αυτήν.

Άρθρο 22

Κοινές ειδικές ομάδες έρευνας

1.   Κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας, οι αρχές διαφόρων συμβαλλόμενων μερών μπορούν να δημιουργήσουν κοινή ομάδα ειδικής έρευνας με έδρα ένα εκ των συμβαλλόμενων μερών.

2.   Η ομάδα έρευνας πραγματοποιεί δύσκολες και δαπανηρές έρευνες και συντονίζει κοινές ενέργειες.

3.   Η ιδιότητα του μέλους της ομάδας δεν παρέχει στους αντιπροσώπους των αρχών των συμβαλλομένων μερών που την απαρτίζουν εξουσία παρέμβασης στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο πραγματοποιούνται οι έρευνες.

Άρθρο 23

Υπάλληλοι-σύνδεσμοι

1.   Οι αρμόδιες αρχές των συμβαλλόμενων μερών μπορούν να συμφωνήσουν την απόσπαση για ορισμένη ή αόριστη διάρκεια υπαλλήλων-συνδέσμων ενός εκ των συμβαλλόμενων μερών στις αρμόδιες υπηρεσίες άλλου συμβαλλόμενου μέρους με σκοπό την αμοιβαία υποστήριξη κατά την εκτέλεση της διοικητικής συνδρομής.

2.   Οι υπάλληλοι-σύνδεσμοι έχουν αποστολή γνωμοδότησης και συνδρομής. Δεν έχουν αυτόνομη εξουσία παρέμβασης στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους υποδοχής. Μπορούν, με τη συμφωνία ή κατ’ αίτηση των αρμόδιων αρχών των συμβαλλόμενων μερών:

α)

να προωθούν και να επιταχύνουν την ανταλλαγή πληροφοριών,

β)

να παρέχουν βοήθεια για τις έρευνες,

γ)

να συμμετέχουν στη διεκπεραίωση των αιτήσεων συνδρομής,

δ)

να συμβουλεύουν και να βοηθούν τη χώρα υποδοχής κατά την προετοιμασία και την εκτέλεση διασυνοριακών ενεργειών,

ε)

να εκτελούν οποιοδήποτε άλλο καθήκον συμφωνήσουν μεταξύ τους τα συμβαλλόμενα μέρη.

3.   Οι αρμόδιες αρχές των συμβαλλόμενων μερών ρυθμίζουν τις λεπτομέρειες με κοινή συμφωνία.

4.   Οι υπάλληλοι-σύνδεσμοι μπορούν να εκπροσωπούν τα συμφέροντα ενός ή περισσοτέρων συμβαλλόμενων μερών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Είσπραξη

Άρθρο 24

Είσπραξη

1.   Έπειτα από αίτηση του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προβαίνει σε είσπραξη των απαιτήσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας σαν να επρόκειτο για δικές του απαιτήσεις.

2.   Η αίτηση είσπραξης απαίτησης πρέπει να συνοδεύεται από επίσημο ή επικυρωμένο αντίγραφο του τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση, το οποίο έχει εκδοθεί από το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος και, ενδεχομένως, του πρωτοτύπου ή επικυρωμένου αντιγράφου άλλων εγγράφων που είναι απαραίτητα για την είσπραξη.

3.   Το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση λαμβάνει συντηρητικά μέτρα για να κατοχυρώσει την είσπραξη απαίτησης.

4.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβιβάζει στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους το ποσό της απαίτησης που εισέπραξε. Σε συμφωνία με το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος, μπορεί να αφαιρέσει το αντίστοιχο ποσοστό διοικητικών εξόδων που έχει καταβάλει.

5.   Ανεξάρτητα από τα προβλεπόμενα στην πρώτη παράγραφο, οι προς είσπραξη απαιτήσεις δεν απολαύουν απαραιτήτως των προνομίων ανάλογων απαιτήσεων που γεννώνται στο συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

Άρθρο 25

Σχέση με άλλες συμφωνίες

1.   Οι διατάξεις του παρόντος τίτλου προορίζονται να συμπληρώσουν την ευρωπαϊκή σύμβαση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις της 20ής Απριλίου 1959 καθώς και τη σύμβαση για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες της 8ης Νοεμβρίου 1990 και πρέπει να διευκολύνουν την εφαρμογή τους μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

2.   Οι ευνοϊκότερες διατάξεις που απορρέουν από διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών δεν θίγονται.

Άρθρο 26

Διαδικασίες στις οποίες χορηγείται εξίσου η αμοιβαία συνδρομή

1.   Η αμοιβαία δικαστική συνδρομή χορηγείται εξίσου:

α)

σε διαδικασίες για πράξεις οι οποίες, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ενός ή και των δύο συμβαλλόμενων μερών, τιμωρούνται ως παραβάσεις τάξεως από διοικητικά όργανα, εναντίον της αποφάσεως των οποίων μπορεί να ασκηθεί ένδικο μέσο ενώπιον ιδίως ποινικού δικαστηρίου,

β)

σε αστικές αγωγές συνεκδικαζόμενες με ποινικές αγωγές, στο βαθμό που το ποινικό δικαστήριο δεν έχει ακόμα εκδώσει οριστική απόφαση για την ποινική αγωγή,

γ)

για πράξεις ή αδικήματα που μπορούν να επισύρουν την ευθύνη νομικού προσώπου του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους.

2.   Η αμοιβαία συνδρομή χορηγείται επίσης για σκοπούς έρευνας και διαδικασίας με σκοπό την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και προϊόντων αυτών των αδικημάτων.

Άρθρο 27

Διαβίβαση των αιτήσεων

1.   Οι αιτήσεις που διατυπώνονται δυνάμει του παρόντος τίτλου υποβάλλονται από την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους είτε μέσω αρμόδιας κεντρικής αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση είτε απευθείας στην αρχή του συμβαλλόμενου μέρους που είναι αρμόδια να εκτελέσει την αίτηση του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους. Η αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους και, ενδεχομένως, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αποστέλλουν αντίγραφο της αίτησης στην αντίστοιχη κεντρική αρχή τους προς ενημέρωση.

2.   Κάθε έγγραφο σχετικό με την αίτηση ή με την εκτέλεσή της μπορεί να διαβιβασθεί με τον ίδιο τρόπο. Αποστέλλεται τουλάχιστον ένα αντίγραφο απευθείας στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους.

3.   Εάν η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους που λαμβάνει την αίτηση δεν είναι αρμόδια να εξασφαλίσει την αμοιβαία συνδρομή τη διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην αρμόδια αρχή.

4.   Οι ελαττωματικές ή ελλιπείς αιτήσεις γίνονται δεκτές στο μέτρο που περιλαμβάνουν ουσιαστικά στοιχεία για να ικανοποιηθούν υπό την επιφύλαξη μεταγενέστερου διακανονισμού τους από την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους. Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ειδοποιεί την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους σχετικά με αυτά τα ελαττώματα και της χορηγεί προθεσμία για τη διευθέτηση.

Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους κάθε άλλη ένδειξη που μπορεί να της επιτρέψει να συμπληρώσει την αίτηση ή να τη διευρύνει με άλλα μέτρα.

5.   Τα συμβαλλόμενα μέρη ανακοινώνουν, κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 44 παράγραφος 2 κοινοποίηση, την αρμόδια κεντρική αρχή ή τις αρμόδιες κεντρικές αρχές για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 28

Αποστολή μέσω ταχυδρομείου

1.   Κατά γενικό κανόνα τα συμβαλλόμενα μέρη αποστέλλουν απευθείας μέσω ταχυδρομείου τα διαδικαστικά έγγραφα στα άτομα που ευρίσκονται στην επικράτεια του άλλου συμβαλλόμενου μέρους στις διαδικασίες που διεξάγονται για παράνομες δραστηριότητες οι οποίες καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία.

2.   Εάν η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους που εξέδωσε τα έγγραφα γνωρίζει ή έχει λόγους να γνωρίζει ότι ο αποδέκτης γνωρίζει μόνον κάποια άλλη γλώσσα, τα έγγραφα ή τουλάχιστον τα πιο σημαντικά αποσπάσματα των εγγράφων πρέπει να συνοδεύονται από μετάφραση σε αυτή την άλλη γλώσσα.

3.   Η αρχή του αποστέλλοντος συμβαλλόμενου μέρους ειδοποιεί τον αποδέκτη ότι κανένα μέτρο καταναγκασμού ή κύρωσης δεν μπορεί να εκτελεσθεί απευθείας από αυτήν στο έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.

4.   Όλα τα διαδικαστικά έγγραφα συνοδεύονται από σημείωση που ορίζει ότι ο αποδέκτης μπορεί να λάβει από την αρχή που ορίζεται στη σημείωση πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά του και τις υποχρεώσεις του σχετικά με τα έγγραφα.

Άρθρο 29

Προσωρινά μέτρα

1.   Εντός των ορίων του εσωτερικού της δικαίου και των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της και έπειτα από αίτηση της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διατάσσει τα απαραίτητα προσωρινά μέτρα με σκοπό τη διατήρηση υφιστάμενης κατάστασης, την προστασία απειλούμενων νομικών συμφερόντων ή τη διαφύλαξη αποδεικτικών μέσων, εφόσον η αίτηση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής δεν θεωρείται έκδηλα απαράδεκτη.

2.   Το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και η κατάσχεση ως προληπτικά μέτρα διατάσσονται σε σχέση με τα όργανα και τα προϊόντα αδικημάτων για τα οποία ζητείται η αμοιβαία δικαστική συνδρομή. Εάν το προϊόν αδικήματος δεν υφίσταται πλέον, μερικά ή συνολικά, τα ίδια μέτρα διατάσσονται σε σχέση με τα αγαθά που ευρίσκονται στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και τα οποία αντιστοιχούν στην αξία του εν λόγω προϊόντος.

Άρθρο 30

Παρουσία των αρχών του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους

1.   Το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εξουσιοδοτεί, έπειτα από αίτηση του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, τους αντιπροσώπους των αρχών του μέρους αυτού να παρίστανται κατά την εκτέλεση της αίτησης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Αυτή η παρουσία δεν υπόκειται στη συναίνεση του προσώπου για το οποίο λαμβάνεται το συγκεκριμένο μέτρο.

Η εξουσιοδότηση μπορεί να συνοδεύεται από προϋποθέσεις.

2.   Τα παρόντα πρόσωπα έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα με τους αντιπροσώπους της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, με τη μεσολάβησή τους και αποκλειστικά για τις ανάγκες της εκτέλεσης της αίτησης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Μπορούν ιδιαίτερα να θέτουν ή να προτείνουν ερωτήσεις και να υποδεικνύουν ανακριτικές πράξεις.

3.   Αυτή η παρουσία δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια τη διάδοση πραγματικών περιστατικών σε πρόσωπα άλλα πέραν των εξουσιοδοτούμενων δυνάμει των προηγουμένων παραγράφων κατά παράβαση του δικαστικού απορρήτου ή των δικαιωμάτων του συγκεκριμένου προσώπου. Οι πληροφορίες που καθίστανται γνωστές στην αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικό μέσο πριν η απόφαση σχετικά με τη διαβίβαση των εγγράφων που αφορούν την εκτέλεση να αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.

Άρθρο 31

Έρευνες και κατασχέσεις

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορούν να εξαρτήσουν το παραδεκτό αιτήσεων δικαστικής συνδρομής για έρευνα ή κατάσχεση από όρους άλλους εκτός από τους ακόλουθους:

α)

η πράξη που αποτελεί αντικείμενο της αίτησης δικαστικής συνδρομής να τιμωρείται κατά το δίκαιο και των δύο συμβαλλόμενων μερών με ποινή στερητική της ελευθερίας ή μέτρο ασφαλείας περιοριστικό της ελευθερίας, το ανώτατο όριο των οποίων να είναι τουλάχιστον έξι μήνες, ή να τιμωρείται κατά το δίκαιο ενός των συμβαλλόμενων μερών με ισοδύναμες κυρώσεις και κατά το δίκαιο του άλλου μέρους να τιμωρείται ως παράβαση τάξεως από διοικητική αρχή, η απόφαση της οποίας να δύναται να προσβληθεί ενώπιον ιδίως ποινικού δικαστηρίου,

β)

η εκτέλεση της αίτησης δικαστικής συνδρομής να μην αντιτίθεται και κατά τα λοιπά στο δίκαιο του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

2.   Οι αιτήσεις δικαστικής συνδρομής για λόγους έρευνας και κατάσχεσης σε περίπτωση νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας είναι εξίσου παραδεκτές υπό τον όρο ότι οι δραστηριότητες που αποτελούν το προηγούμενο αδίκημα τιμωρούνται κατά το δίκαιο των δύο συμβαλλόμενων μερών με ποινή στερητική της ελευθερίας ή μέτρο ασφαλείας περιοριστικό της ελευθερίας, το ανώτατο όριο των οποίων υπερβαίνει τους έξι μήνες.

Άρθρο 32

Αίτηση τραπεζικών και χρηματοοικονομικών πληροφοριών

1.   Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 31, το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εκτελεί τις αιτήσεις αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σχετικά με τη συγκέντρωση και τη διαβίβαση τραπεζικών και χρηματοοικονομικών πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων:

α)

του εντοπισμού τραπεζικών λογαριασμών και πληροφοριών σχετικά με λογαριασμούς που έχουν ανοιχθεί σε τράπεζες εγκατεστημένες στο έδαφός του, των οποίων κάτοχοι, εντεταλμένοι ή κατέχοντες τον έλεγχο, είναι άτομα για τα οποία διεξάγεται έρευνα,

β)

του εντοπισμού συναλλαγών και τραπεζικών πράξεων και όλων των πληροφοριών σχετικά με συναλλαγές και τραπεζικές πράξεις που διενεργούνται με βάση, προορισμό ή διαμέσου ενός ή περισσοτέρων τραπεζικών λογαριασμών ή από συγκεκριμένα άτομα για καθορισμένη περίοδο.

2.   Στο μέτρο που αυτό επιτρέπεται δυνάμει της ποινικής δικονομίας του για ανάλογες εσωτερικές υποθέσεις το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να διατάξει την επιτήρηση για συγκεκριμένη περίοδο τραπεζικών πράξεων που διενεργούνται με βάση, με προορισμό ή διαμέσου τραπεζικών λογαριασμών ή από συγκεκριμένα άτομα και την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων στο αιτούν συμβαλλόμενο μέρος. Η απόφαση σχετικά με την παρακολούθηση των συναλλαγών και την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων λαμβάνεται σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση από τις αρμόδιες αρχές του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και πρέπει να είναι σύμφωνη με την εθνική νομοθεσία του. Οι πρακτικές λεπτομέρειες της παρακολούθησης αποτελούν το αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους και του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ώστε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μην αποκαλύπτουν στο συγκεκριμένο πελάτη ή σε άλλους τρίτους ότι εκτελούνται μέτρα έπειτα από αίτηση του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους ή ότι διεξάγεται έρευνα, για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται για να μην τεθεί σε κίνδυνο το αποτέλεσμα.

4.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους από το οποίο προέρχεται η αίτηση:

α)

προσδιορίζει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι οι αιτούμενες πληροφορίες μπορούν να έχουν θεμελιώδη χαρακτήρα για την έρευνα που αφορά αδίκημα,

β)

προσδιορίζει τους λόγους που την αφήνουν να υποθέσει ότι τράπεζες εγκατεστημένες στο συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κατέχουν τους εν λόγω λογαριασμούς και ορίζει, στο μέτρο που διαθέτει στοιχεία, ποιες θα μπορούσαν να είναι ενδεχομένως οι σχετικές τράπεζες,

γ)

κοινοποιεί κάθε πληροφορία που είναι σε θέση να διευκολύνει την εκτέλεση της αίτησης.

5.   Τα συμβαλλόμενα μέρη δεν επικαλούνται το τραπεζικό απόρρητο ως λόγο μη συνεργασίας όσον αφορά αίτηση αμοιβαίας συνδρομής άλλου συμβαλλόμενου μέρους.

Άρθρο 33

Ελεγχόμενες παραδόσεις

1.   Η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αναλαμβάνει να εξασφαλίσει ότι, κατόπιν αιτήσεως της αρχής του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, μπορούν να επιτρέπονται ελεγχόμενες παραδόσεις στο έδαφός της στο πλαίσιο ποινικής έρευνας για αδίκημα για το οποίο χωρεί έκδοση.

2.   Η απόφαση διενέργειας ελεγχόμενων παραδόσεων λαμβάνεται κατά περίπτωση από τις αρμόδιες αρχές του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, τηρουμένου του εθνικού του δικαίου.

3.   Οι ελεγχόμενες παραδόσεις διεξάγονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από το δίκαιο του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Τη διεύθυνση, τη διεκπεραίωση και τον έλεγχο των σχετικών ενεργειών έχουν οι αρμόδιες αρχές αυτού του τελευταίου.

Άρθρο 34

Παράδοση με σκοπό την κατάσχεση ή την απόδοση

1.   Έπειτα από αίτηση του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, τα αντικείμενα, έγγραφα, πόροι ή άλλες αξίες που έχουν κατασχεθεί στο πλαίσιο συντηρητικού μέτρου μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο παράδοσης με σκοπό την κατάσχεσή τους ή την απόδοσή τους στους έχοντες δικαίωμα.

2.   Το συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν θα μπορεί να αρνηθεί την παράδοση εξαιτίας του ότι οι πόροι αντιστοιχούν σε οφειλή φορολογικού ή τελωνειακού χαρακτήρα.

3.   Τα δικαιώματα τα οποία επικαλείται επί αυτών των αντικειμένων καλόπιστος τρίτος παραμένουν άθικτα.

Άρθρο 35

Επιτάχυνση της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής

1.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εκτελεί το ταχύτερο δυνατόν την αίτηση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής και λαμβάνει κατά τον πληρέστερο δυνατό τρόπο υπόψη του τις διαδικαστικές και άλλες προθεσμίες που υπέδειξε η αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους. Η εν λόγω αρχή εξηγεί τους λόγους για τις οριζόμενες προθεσμίες.

2.   Εάν η εκτέλεση της αίτησης είναι εν όλω ή εν μέρει αδύνατη σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θέτει η αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως την αρχή του αιτούντος μέρους και αναφέρει υπό ποίες προϋποθέσεις θα ήταν σε θέση να εκτελέσει την αίτηση. Οι δύο αρχές μπορούν ακολούθως να συμφωνήσουν για τη συνέχεια που θα δοθεί στην αίτηση, ενδεχομένως εξαρτώντας την από την εκπλήρωση των αναφερθεισών προϋποθέσεων.

Εάν προβλέπεται ότι η προθεσμία που έχει ταχθεί από την αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους για την εκτέλεση της αίτησής του δεν μπορεί να τηρηθεί και εάν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο συνάγεται σαφώς ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση θα βλάψει σημαντικά τη διεξαγόμενη από αυτή την αρχή διαδικασία, η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση υποδεικνύει αμελλητί το χρόνο τον οποίο υπολογίζει ότι θα χρειασθεί για τη διεκπεραίωση της αίτησης. Η αρχή του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους δηλώνει αμέσως εάν παρά ταύτα επιθυμεί την εκτέλεση της αίτησης. Οι δύο αρχές μπορούν ακολούθως να συμφωνήσουν για τη συνέχεια που θα δοθεί στην αίτηση.

Άρθρο 36

Χρήση των πληροφοριών και των αποδεικτικών μέσων

Οι πληροφορίες και τα αποδεικτικά μέσα που διαβιβάζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής θα μπορούν να χρησιμοποιούνται, εκτός από τους σκοπούς της διαδικασίας για την οποία χορηγήθηκε αμοιβαία δικαστική συνδρομή:

α)

σε ποινική διαδικασία του αιτούντος συμβαλλόμενου μέρους κατά άλλων προσώπων που έχουν συμμετάσχει στη διάπραξη του αδικήματος για το οποίο χορηγήθηκε η αμοιβαία συνδρομή,

β)

όταν οι πράξεις που αποτελούν το λόγο της αίτησης συνιστούν άλλο αδίκημα για το οποίο θα μπορούσε εξίσου να έχει χορηγηθεί η αμοιβαία συνδρομή,

γ)

στις διαδικασίες που αποβλέπουν στην κατάσχεση των οργάνων και των προϊόντων αδικημάτων για τα οποία θα μπορούσε να έχει χορηγηθεί η αμοιβαία συνδρομή και στις διαδικασίες για τη χορήγηση αποζημίωσης για πράξεις για τις οποίες θα μπορούσε να έχει χορηγηθεί η αμοιβαία συνδρομή.

Άρθρο 37

Αυθόρμητη διαβίβαση

1.   Εντός των ορίων του εθνικού τους δικαίου και των αρμοδιοτήτων τους, οι δικαστικές αρχές ενός συμβαλλόμενου μέρους μπορούν να διαβιβάσουν αυθόρμητα πληροφορίες και αποδεικτικά μέσα σε δικαστική αρχή άλλου συμβαλλόμενου μέρους όταν θεωρούν ότι τα εν λόγω στοιχεία θα ήταν ενδεχομένως χρήσιμα στην αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνονται για να κινήσει ή να διευθύνει επιτυχώς έρευνες ή διαδικασίες ή ότι αυτές οι πληροφορίες και τα αποδεικτικά μέσα μπορεί να οδηγήσουν την εν λόγω αρχή να υποβάλει αίτηση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

2.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους που διαβιβάζει τις πληροφορίες και τα αποδεικτικά μέσα μπορεί, δυνάμει του εθνικού της δικαίου, να επιβάλει όρους στη χρήση αυτών των πληροφοριών και των αποδεικτικών μέσων εκ μέρους της αρχής του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνονται.

3.   Όλες οι αρχές των συμβαλλόμενων μερών δεσμεύονται από τους συγκεκριμένους όρους.

Άρθρο 38

Διαδικασίες στο συμβαλλόμενο μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση

Η αίτηση αμοιβαίας συνδρομής δεν θίγει τα δικαιώματα που ενδεχομένως προκύπτουν για το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος από την ιδιότητά του ως πολιτικού ενάγοντα σε εθνικές ποινικές δικαστικές διαδικασίες που κινούνται ενώπιον των αρχών του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 39

Μεικτή επιτροπή

1.   Δημιουργείται μεικτή επιτροπή, απαρτιζόμενη από αντιπροσώπους των συμβαλλόμενων μερών, η οποία είναι υπεύθυνη για την καλή εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Προς το σκοπό αυτό, διατυπώνει συστάσεις και λαμβάνει αποφάσεις στις περιπτώσεις που προβλέπει η παρούσα συμφωνία. Λαμβάνει αποφάσεις με κοινή συναίνεση.

2.   Η μεικτή επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό της που, μεταξύ άλλων, περιέχει διατάξεις για τη σύγκληση συνεδριάσεων και για τον ορισμό του προέδρου και της θητείας του.

3.   Η μεικτή επιτροπή συνέρχεται ανάλογα με τις ανάγκες της και τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύγκληση συνεδρίασης.

4.   Η μεικτή επιτροπή μπορεί να αποφασίζει τη σύσταση οποιασδήποτε ομάδας εργασίας θα μπορούσε να τη συνδράμει στην εκπλήρωση των καθηκόντων της.

Άρθρο 40

Επίλυση των διαφορών

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει στη μεικτή επιτροπή διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, κυρίως όταν θεωρεί ότι ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος δεν δίνει συνέχεια κατ’ επανάληψη σε αιτήσεις συνεργασίας που του απευθύνονται.

2.   Η μεικτή επιτροπή καταβάλλει προσπάθεια να ρυθμίσει τη διαφορά το συντομότερο δυνατόν. Στη μεικτή επιτροπή παρέχονται όλα τα χρήσιμα στοιχεία για την εις βάθος εξέταση της κατάστασης με σκοπό την εξεύρεση αποδεκτής λύσης. Προς το σκοπό αυτό, η μεικτή επιτροπή εξετάζει όλες τις δυνατότητες που επιτρέπουν να διατηρηθεί η καλή λειτουργία της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 41

Αμοιβαιότητα

1.   Η αρχή του συμβαλλόμενου μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να απορρίψει αίτηση συνεργασίας όταν το αιτούν συμβαλλόμενο μέρος δεν δίνει κατ’ επανάληψη συνέχεια σε αίτηση συνεργασίας σε παρόμοιες υποθέσεις.

2.   Πριν απορριφθεί αίτηση συνεργασίας βάσει της αμοιβαιότητας ενημερώνεται η μεικτή επιτροπή για να της δοθεί ευκαιρία να αποφανθεί για το ζήτημα.

Άρθρο 42

Αναθεώρηση

Σε περίπτωση που ένα εκ των συμβαλλόμενων μερών επιθυμεί αναθεώρηση της παρούσας συμφωνίας, υποβάλλει πρόταση προς το σκοπό αυτό στη μεικτή επιτροπή, η οποία διατυπώνει συστάσεις, κυρίως με σκοπό την έναρξη διαπραγματεύσεων.

Άρθρο 43

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στο έδαφος της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από αυτήν την τελευταία.

Άρθρο 44

Έναρξη ισχύος

1.   Η παρούσα συμφωνία συνάπτεται για απεριόριστο χρονικό διάστημα.

2.   Η παρούσα συμφωνία εγκρίνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις κατ’ ιδίαν διαδικασίες τους. Αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του τελευταίου εγγράφου επικύρωσης ή έγκρισης.

3.   Έως την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, όταν προβαίνει στην κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή οποιαδήποτε άλλη μεταγενέστερη στιγμή, να δηλώσει ότι αυτή εφαρμόζεται, όσον το αφορά, στις σχέσεις του με οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος προβεί στην ίδια δήλωση. Αυτές οι δηλώσεις αρχίζουν να ισχύουν ενενήντα ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης.

Άρθρο 45

Καταγγελία

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή η Ελβετική Συνομοσπονδία μπορούν να καταγγείλουν την παρούσα συμφωνία κοινοποιώντας τη σχετική απόφαση στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η καταγγελία αποκτά ισχύ έξι μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης.

Άρθρο 46

Χρονική εφαρμογή

Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται στις αιτήσεις που αφορούν παράνομες δραστηριότητες που διαπράττονται τουλάχιστον έξι μήνες μετά την ημερομηνία υπογραφής της.

Άρθρο 47

Επέκταση της συμφωνίας στα νέα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1.   Κάθε κράτος που γίνεται κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί, με γραπτή κοινοποίηση προς τα συμβαλλόμενα μέρη, να καταστεί μέρος της παρούσας συμφωνίας.

2.   Το κείμενο της συμφωνίας στη γλώσσα του νέου προσχωρούντος κράτους μέλους, που συντάσσεται από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα επικυρώνεται βάσει ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας. Θα είναι το μόνο δεσμευτικό κατά την έννοια του άρθρου 48.

3.   Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει για κάθε νέο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προσχωρεί σε αυτήν ενενήντα ημέρες μετά την παραλαβή της κοινοποίησης του εγγράφου προσχώρησής του ή την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας εφόσον δεν έχει τεθεί ήδη σε ισχύ κατά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας των ενενήντα ημερών.

4.   Όταν η παρούσα συμφωνία δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ κατά την κοινοποίηση του εγγράφου προσχώρησης, εφαρμόζεται στα νέα κράτη μέλη που προσχωρούν το άρθρο 44 παράγραφος 3.

Άρθρο 48

Γλώσσες

1.   Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα. Όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

2.   Η γνησιότητα του κειμένου στη μαλτέζικη γλώσσα θα βεβαιωθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει ανταλλαγής επιστολών. Το κείμενο θα είναι εξίσου αυθεντικό με τα κείμενα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα συμφωνία.

Hecho en Luxemburgo, el veintiseis de octubre del dos mil cuatro.

V Lucemburku dne dvacátého šestého října dva tisíce čtyři.

Udfærdiget i Luxembourg den seksogtyvende oktober to tusind og fire.

Geschehen zu Luxemburg am sechsundzwanzigsten Oktober zweitausendundvier.

Kahe tuhande neljanda aasta oktoobrikuu kahekümne kuuendal päeval Luxembourgis.

Έγινε στo Λουξεμβούργο, στις είκοσι έξι Οκτωβρίου δύο χιλιάδες τέσσερα.

Done at Luxembourg on the twenty sixth day of October in the year two thousand and four.

Fait à Luxembourg, le vingt six octobre deux mille quatre.

Fatto a Lussembourgo, addì ventisei ottobre duemilaquattro.

Luksemburgā, divi tūkstoši ceturtā gada divdesmit sestajā oktobrī.

Priimta du tūkstančiai ketvirtų metų spalio dvidešimt šeštą dieną Liuksemburge.

Kelt Luxembourgban, a kettőezer negyedik év október huszonhatodik napján.

Magħmul fil-Lussemburgu fis-sitta u għoxrin jum ta' Ottubru tas-sena elfejn u erbgħa.

Gedaan te Luxemburg, de zesentwintigste oktober tweeduizendvier.

Sporządzono w Luksemburgu, dnia dwudziestego szóstego października roku dwutysięcznego czwartego.

Feito no Luxemburgo, em vinte e seis de Outubro de dois mil e quatro.

V Luxemburgu dvadsiateho šiesteho októbra dvetisícštyri.

V Luxembourgu, dne šestindvajsetega oktobra leta dva tisoč štiri.

Tehty Luxemburgissa kahdentenakymmenentenäkuudentena päivänä lokakuuta vuonna kaksituhattaneljä.

Som skedde i Luxemburg den tjugosjätte oktober tjugohundrafyra.

Pour le Royaume de Belgique

Voor het Koninkrijk België

Für das Königreich Belgien

Image

Cette signature engage également la Communauté française, la Communauté flamande, la Communauté germanophone, la Région wallonne, la Région flamande et la Région de Bruxelles-Capitale.

Deze handtekening verbindt eveneens de Vlaamse Gemeenschap, de Franse Gemeenschap, de Duitstalige Gemeenschap, het Vlaamse Gewest, het Waalse Gewest en het Brussels Hoofdstedelijk Gewest.

Diese Unterschrift bindet zugleich die Deutschsprachige Gemeinschaft, die Flämische Gemeinschaft, die Französische Gemeinschaft, die Wallonische Region, die Flämische Region und die Region Brüssel-Hauptstadt.

Za Českou republiku

Image

På Kongeriget Danmarks vegne

Image

Für die Bundesrepublik Deutschland

Image

Image

Eesti Vabariigi nimel

Image

Για την Ελληνική Δημοκρατία

Image

Por el Reino de España

Image

Pour la République française

Image

Thar cheann Na hÉireann

For Ireland

Image

Per la Repubblica italiana

Image

Για την Κυπριακή Δημοκρατία

Image

Latvijas Republikas vārdā

Image

Lietuvos Respublikos vardu

Image

Pour le Grand-Duché de Luxembourg

Image

A Magyar Köztársaság részéről

Image

Għar-Repubblika ta' Malta

Image

Voor het Koninkrijk der Nederlanden

Image

Für die Republik Österreich

Image

W imieniu Rzeczypospolitej Polskiej

Image

Pela República Portuguesa

Image

Za Republiko Slovenijo

Image

Za Slovinskú republiku

Image

Suomen tasavallan puolesta

För Republiken Finland

Image

För Konungariket Sverige

Image

For the United Kingdom of Great Britain and Northern Ireland

Image

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenství

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

For the European Community

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

Az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspólnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Za Európske spoločenstvo

Za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

På Europeiska gemenskapens vägnar

Image

Image

Für die Schweizerische Eidgenossenschaft

Pour la Confédération suisse

Per la Confederazione svizzera

Image

Image