15.11.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 296/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1331/2007 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Νοεμβρίου 2007

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές δικυανοδιαμίδης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Έναρξη διαδικασίας

(1)

Στις 3 Ιουλίου 2006 η Επιτροπή έλαβε καταγγελία που υπέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, η AlzChem GmbH («ο καταγγέλλων»), η οποία αντιπροσωπεύει το 100 % της κοινοτικής παραγωγής της 1-κυανογουανιδίνης (δικυανοδιαμίδη) («DCD»).

(2)

Η εν λόγω καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ντάμπινγκ του DCD, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ»), και ως προς την υλική ζημία που έχει προκύψει, στοιχεία που θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη της διαδικασίας.

(3)

Στις 17 Αυγούστου 2006 ξεκίνησε η διαδικασία με τη δημοσίευση σχετικής ανακοίνωσης (2) στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.2.   Μέρη που αφορά η διαδικασία και επισκέψεις επαλήθευσης

(4)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον καταγγέλλοντα κοινοτικό παραγωγό, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους χρήστες, τους προμηθευτές και τις ενώσεις που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, καθώς και τους αντιπροσώπους των χωρών εξαγωγής, για την έναρξη της διαδικασίας. Έδωσε επίσης τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

(5)

Ο καταγγέλλων κοινοτικός παραγωγός, οι παραγωγοί-εξαγωγείς, οι εισαγωγείς και οι χρήστες κοινοποίησαν τις απόψεις τους. Έγινε ακρόαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

(6)

Η Επιτροπή, για να δώσει τη δυνατότητα στους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ να υποβάλουν αίτημα για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ) ή ατομικής μεταχείρισης (ΑΜ), εφόσον το επιθυμούσαν, απέστειλε σχετικά έντυπα στους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονται. Τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ ζήτησαν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού και να τους χορηγηθεί ΑΜ, εφόσον η έρευνα δείξει ότι δεν πληρούν τους όρους για την αναγνώριση ΚΟΑ.

(7)

Λόγω του προφανώς μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στη ΛΔΚ, η Επιτροπή σημείωσε, με την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, ότι μπορεί να εφαρμοστεί δειγματοληψία στην έρευνα για τον καθορισμό του ντάμπινγκ σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού.

(8)

Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει εάν η δειγματοληψία θα ήταν απαραίτητη και, εάν ναι, να επιλέξει δείγμα, όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ κλήθηκαν να αναγγελθούν στην Επιτροπή και να προσκομίσουν βασικά στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητές τους όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας (1η Ιουλίου 2005 έως 30 Ιουνίου 2006), όπως διευκρινίζεται στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας.

(9)

Ωστόσο, λόγω του ότι μόνον τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς συμμετείχαν στην έρευνα, αποφασίστηκε ότι δεν απαιτείται δειγματοληψία.

(10)

Εστάλησαν ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονται και σε όλες τις άλλες εταιρείες που αναγγέλθηκαν εντός των προθεσμιών που καθορίστηκαν στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας. Απαντήσεις έστειλαν τρεις συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ, ο μοναδικός κοινοτικός παραγωγός, καθώς και δύο χρήστες και τέσσερις εισαγωγείς.

(11)

Η Επιτροπή ζήτησε και εξακρίβωσε όλες τις πληροφορίες που κρίθηκαν αναγκαίες για τον καθορισμό του ντάμπινγκ, της συνακόλουθης ζημίας και του κοινοτικού συμφέροντος και διενήργησε ελέγχους στο χώρο των εξής εταιρειών:

α)

Κοινοτικός παραγωγός

AlzChem GmbH, Γερμανία

β)

Παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ

Ningxia Darong Chemical & Metallurgy Co., Ltd, PRC

Ningxia Xingping Fine Chemical Co., Ltd, PRC

Ningxia Yinglite Chemicals Co., Ltd, PRC

γ)

Μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς

Lanxess GmbH, Γερμανία

Helm AG, Γερμανία

δ)

Κοινοτικοί χρήστες

Merck Santé, Γαλλία

Lanxess GmbH, Γερμανία

1.3.   Περίοδος έρευνας

(12)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιουλίου 2005 έως 30 Ιουνίου 2006 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων που ήταν σημαντικές για την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2002 έως το τέλος της περιόδου έρευνας («εξεταζόμενη περίοδος»).

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(13)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι η 1-κυανογουανιδίνη (δικυανοδιαμίδη) («DCD»), που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2926 20 00. Πρόκειται για στερεά ουσία σε μορφή λεπτής, λευκής, κρυσταλλικής σκόνης, συνήθως άοσμης. Παράγεται από ασβεστική άσβεστο και αιθάλη του άνθρακα και εμφανίζεται ύστερα από αρκετά στάδια παραγωγής.

(14)

Το DCD συνήθως χρησιμοποιείται κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν για την παραγωγή ευρείας ποικιλίας άλλων ενδιάμεσων χημικών προϊόντων, όπως τα φαρμακευτικά προϊόντα, για διάφορες βιομηχανικές χρήσεις —νερό, πολτός και χαρτί, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, δέρμα— και σε διάφορους κλάδους εποξειδικών εφαρμογών. Αποτελεί βασικό στοιχείο της αλυσίδας αζώτου — άνθρακα — αζώτου (NCN), με εξειδικευμένα τελικά προϊόντα, όπως η νιτρική γουανιδίνη και άλλα παράγωγα NCN.

(15)

Περισσότερο από το 90 % του DCD που πωλείται στην κοινοτική αγορά ανήκει στο συνήθη τύπο. Το υπόλοιπο, γνωστό ως micro DCD, έχει μικρότερο μέγεθος σωματιδίων. Οι κινέζοι εξαγωγείς-παραγωγοί παρείχαν στοιχεία μόνο για το συνήθη τύπο.

2.2.   Ομοειδές προϊόν

(16)

Ένας εισαγωγέας ισχυρίστηκε ότι ο συνήθης τύπος DCD που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής είναι ανώτερης ποιότητας από το παραγόμενο από τους κινέζους εξαγωγείς παραγωγούς, καθώς η περιεκτικότητα του κινεζικού DCD σε ύδωρ είναι σημαντικά υψηλότερη και πιο ασταθής σε σχέση με την περιεκτικότητα σε ύδωρ του DCD που παράγεται στην Κοινότητα. Εικάζεται ότι το κινεζικό DCD επίσης έχει υψηλότερη περιεκτικότητα προσμείξεων.

(17)

Ωστόσο, η έρευνα κατέδειξε ότι, ενώ ενδέχεται να υπάρχουν ορισμένες ποιοτικές διαφορές, αυτές δεν είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθούν και επιπλέον δεν επηρεάζουν τις βασικές χημικές, φυσικές και τεχνικές ιδιότητες του DCD που παράγεται και πωλείται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην Κοινότητα, και του DCD που εισάγεται στην Κοινότητα από τη ΛΔΚ, που, όπως διαπιστώθηκε, είναι τα ίδια και έχουν τις ίδιες τελικές χρήσεις.

(18)

Συνήχθη επομένως το συμπέρασμα ότι όλα τα ως άνω προϊόντα αποτελούν ομοειδή προϊόντα, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

3.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

3.1.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς («ΚΟΑ»)

(19)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, στις έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του εν λόγω άρθρου για τους παραγωγούς που, όπως διαπιστώθηκε, πληρούσαν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(20)

Εν συντομία και για ενδεικτικούς μόνο λόγους, τα κριτήρια ΚΟΑ συνοψίζονται κατωτέρω:

1.

Οι επιχειρηματικές αποφάσεις και το κόστος καθορίζονται σε συνάρτηση με τις συνθήκες της αγοράς και χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση,

2.

οι εταιρείες διατηρούν βασικά λογιστικά αρχεία για τα οποία διενεργείται ανεξάρτητος λογιστικός έλεγχος σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και τα οποία χρησιμοποιούνται σε όλες τις περιπτώσεις,

3.

δεν παρατηρούνται σημαντικές στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από το παλαιότερο καθεστώς της ελεγχόμενης οικονομίας,

4.

η ασφάλεια δικαίου και η σταθερότητα διασφαλίζονται μέσω νομοθεσίας περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος,

5.

οι πράξεις μετατροπής του συναλλάγματος πραγματοποιούνται στις τιμές της αγοράς.

(21)

Τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ ζήτησαν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και απέστειλαν το ειδικό έντυπο αίτησης ΚΟΑ για τους παραγωγούς-εξαγωγείς εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε στις εγκαταστάσεις των εταιρειών αυτών όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες που υποβλήθηκαν στις αιτήσεις για την αναγνώριση ΚΟΑ και θεωρήθηκαν απαραίτητες.

(22)

Σύμφωνα με την έρευνα έπρεπε να απορριφθεί το αίτημα για ΚΟΑ και για τους τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς. Ο έλεγχος της ικανοποίησης, εκ μέρους των εταιρειών, καθενός από τα πέντε κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού έδειξε ότι οι εταιρείες δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου από τα προαναφερθέντα κριτήρια.

(23)

Καθώς ο κύριος μέτοχος είναι στην πρώτη περίπτωση κρατική εταιρεία και στη δεύτερη περίπτωση μέλος της Λαϊκής Συνέλευσης, διαπιστώθηκε ότι το κράτος θα μπορούσε να ασκήσει σημαντική επίδραση στις επιχειρηματικές αποφάσεις των εταιρειών όσον αφορά τη διαχείριση όπως η κατανομή κερδών, η έκδοση νέων ομολόγων, οι αυξήσεις κεφαλαίων και η τροποποίηση του καταστατικού, με συνέπεια οι εν λόγω αποφάσεις να μην ανταποκρίνονται στις ενδείξεις της αγοράς. Διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές στην κατανάλωση και στην τιμή των μονάδων ηλεκτρισμού μεταξύ των τριών εταιρειών και καμία από τις τρεις εταιρείες δεν μπορούσε να τεκμηριώσει ότι οι δαπάνες της για την κατανάλωση ηλεκτρισμού απορρέουν από την προσφορά και τη ζήτηση και ότι αντικατοπτρίζουν ουσιαστικά τις αξίες της αγοράς.

(24)

Επιπλέον, και στις τρεις περιπτώσεις, οι λογαριασμοί των εταιρειών δεν αντικατόπτρισαν σωστά την πραγματική οικονομική κατάσταση. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκαν πολυάριθμες παραβάσεις των βασικών αρχών λογιστικής που εντάσσονται στο πλαίσιο των Διεθνών Προτύπων Λογιστικής (IAS) και, καθώς κανένα από τα εν λόγω θέματα δεν περιελήφθη στην έκθεση του ελεγκτή, οι εταιρείες δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι διαθέτουν σαφή σειρά λογαριασμών σύμφωνα με τα IAS και ότι υπόκεινται σε ανεξάρτητο οικονομικό έλεγχο σύμφωνα με τα IAS.

(25)

Όσον αφορά την αξιολόγηση των αρχικών στοιχείων του ενεργητικού, οι τρεις εταιρείες δεν μπόρεσαν να παράσχουν εξηγήσεις βάσει των οποίων διενεργήθηκε η εν λόγω αξιολόγηση. Τέλος, σε δύο περιπτώσεις, οι εταιρείες δεν μπόρεσαν να παράσχουν δικαιολογητικά για όλες τις πληρωμές δικαιωμάτων χρήσης γης. Και οι δύο παραλείψεις δείχνουν ότι παρατηρούνται σημαντικές στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από παλαιότερο καθεστώς ελεγχόμενης οικονομίας.

(26)

Ζητήθηκε η γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής και τα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να σχολιάσουν τις παραπάνω διαπιστώσεις. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και οι τρεις εξαγωγείς-παραγωγοί έλαβαν γνώση της αξιολόγησης ΚΟΑ και τους δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλουν παρατηρήσεις. Οι εξαγωγείς-παραγωγοί διατύπωσαν ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά με τα συμπεράσματα και η Επιτροπή απάντησε χωρίς, ωστόσο, να τροποποιήσει τη συνολική αξιολόγηση. Οι εξαγωγείς-παραγωγοί ισχυρίστηκαν συγκεκριμένα ότι η επιχειρηματικές τους αποφάσεις ήταν απαλλαγμένες από κρατική παρέμβαση. Επιπλέον, διατύπωσαν αντιρρήσεις ως προς συγκεκριμένα συμπεράσματα που αφορούσαν τις δαπάνες και την αξιολόγηση των στοιχείων ενεργητικού. Ωστόσο, δεν υποβλήθηκαν στοιχεία για την τεκμηρίωση των αξιώσεων, οι οποίες κατά συνέπεια απορρίφθηκαν.

(27)

Με βάση τα παραπάνω, εξήχθη το συμπέρασμα ότι το ΚΟΑ δεν πρέπει να χορηγηθεί στους παραγωγούς της ΛΔΚ.

3.2.   Ατομική μεταχείριση («ΑΜ»)

(28)

Το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι, στις περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α), ορίζεται ο ατομικός δασμός για τους εξαγωγείς που μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού για να τους χορηγηθεί ατομική μεταχείριση.

(29)

Οι παραγωγοί της ΛΔΚ στους οποίους δεν ήταν δυνατόν να χορηγηθεί ΚΟΑ επίσης αξίωσαν ΑΜ σε περίπτωση που δεν ελάμβαναν ΚΟΑ. Ωστόσο, το κράτος διαπιστώθηκε ότι ασκεί σημαντική επίδραση κατά τρόπο ώστε, σε δύο περιπτώσεις, να μην είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι οι αποφάσεις των εταιρειών λαμβάνονται ελεύθερα και η κρατική παρέμβαση μπορούσε να είναι τέτοια ώστε να προκύπτει υψηλός κίνδυνος καταστρατήγησης των μέτρων. Σε ό,τι αφορά την τρίτη εταιρεία, η οποία είναι πλέον συλλογικής ιδιοκτησίας ενώ προηγουμένως ήταν κρατικής ιδιοκτησίας, υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις για το σοβαρό ενδεχόμενο κρατικής παρέμβασης με πιθανολογούμενο κίνδυνο καταστρατήγησης.

(30)

Ο δεύτερος εξαγωγέας-παραγωγός ισχυρίστηκε ότι η ενδεχόμενη κρατική παρέμβαση δεν αποτελεί επαρκή αιτιολόγηση για την απόρριψη της ατομικής μεταχείρισης, καθότι το εν λόγω συμπέρασμα βασίζεται απλώς σε εικασίες.

(31)

Το άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο ε) του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι, στις περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α), ο ατομικός δασμός μπορεί να οριστεί μόνον εφόσον ο εξαγωγέας μπορεί να αποδείξει, με βάση δεόντως αιτιολογημένους ισχυρισμούς, ότι η κρατική παρέμβαση δεν πρέπει να είναι τέτοια ώστε να επιτρέπει την καταστρατήγηση των μέτρων σε περίπτωση που καθορισθούν διαφορετικοί δασμολογικοί συντελεστές για τους μεμονωμένους εξαγωγείς. Πρώτον, η εν λόγω εταιρεία δεν μπόρεσε να διευκρινίσει τον ακριβή ρόλο και τις αρμοδιότητες του γενικού διευθυντή της. Επίσης, δεν μπόρεσε να διευκρινίσει εάν οι τωρινοί μέτοχοι πράγματι εξόφλησαν τις μετοχές που κατέχουν στην εταιρεία πρώην κρατικής ιδιοκτησίας. Σε αυτή τη βάση, είναι εύλογο το συμπέρασμα ότι η σημαντική κρατική παρέμβαση δεν μπορεί να αποκλειστεί επαρκώς. Συνεπώς, ο κίνδυνος καταστρατήγησης θεωρήθηκε υπερβολικά υψηλός και, κατά συνέπεια, οι σχετικές αξιώσεις του εξαγωγέα-παραγωγού έπρεπε να απορριφθούν.

(32)

Επομένως, και εφόσον διαπιστώθηκε ότι οι παραγωγοί της ΛΔΚ δεν πληρούσαν όλες τις απαιτήσεις για την ΑΜ σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, απορρίφθηκε το αίτημα για ΑΜ και επιβλήθηκε ενιαίος δασμός σε εθνικό επίπεδο.

3.3.   Κανονική αξία

3.3.1.   Ανάλογη χώρα

(33)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία για τους εξαγωγείς-παραγωγούς στους οποίους δεν χορηγείται ΚΟΑ καθορίζεται με βάση την τιμή ή την κατασκευασμένη αξία σε ανάλογη χώρα ή την τιμή από αυτήν την τρίτη χώρα προς άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κοινότητας, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, πάνω σε κάθε άλλη λογική βάση, συμπεριλαμβανομένης της τιμής που έχει πράγματι πληρωθεί ή πρέπει να πληρωθεί στην Κοινότητα για το ομοειδές προϊόν, δεόντως προσαρμοσμένης αν χρειάζεται ώστε να περιλαμβάνει εύλογο περιθώριο κέρδους.

(34)

Ελλείψει παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος εκτός της Κοινότητας και της ΛΔΚ, η Επιτροπή επισήμανε, στο πλαίσιο της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας, την πρόθεσή της να βασίσει την κανονική αξία, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, στις τιμές που έχουν πράγματι πληρωθεί ή πρέπει να πληρωθούν στην Κοινότητα για το ομοειδές προϊόν.

(35)

Οι τρεις παραγωγοί της ΛΔΚ τάχθηκαν κατά της εν λόγω πρότασης, με το επιχείρημα ότι δεν υπήρχε επαρκής ανταγωνισμός εντός της Κοινότητας και ότι η διαδικασία παραγωγής στην Κοινότητα δεν ήταν συγκρίσιμη με την αντίστοιχη στη ΛΔΚ. Ισχυρίστηκαν ότι η κανονική αξία πρέπει να βασίζεται στην τιμή εξαγωγής του καταγγέλλοντος στη ΛΔΚ ή στο κόστος παραγωγής DCD στη ΛΔΚ.

(36)

Η τιμή εξαγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε τρίτες χώρες δεν μπόρεσε να ληφθεί υπόψη καθώς δεν ήταν δυνατόν να αποκλεισθεί ότι οι εν λόγω τιμές αποτέλεσαν επίσης αντικείμενο ντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, οι συγκεκριμένοι εξαγωγείς-παραγωγοί δεν μπορούσαν να τεκμηριώσουν ότι η εν λόγω μεθοδολογία θα ήταν πιο λογική από τη μεθοδολογία των κοινοτικών θεσμικών οργάνων. Συγκεκριμένα, δεν ήταν δυνατόν να τεκμηριωθεί ούτε υπήρχαν σχετικά διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία ότι ο ανταγωνισμός στην κοινοτική αγορά ήταν ανεπαρκής και ότι, κατά συνέπεια, τα δεδομένα που αφορούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δεν θα ήταν αξιόπιστα. Σε ό,τι αφορά τις διαφορές στη διαδικασία παραγωγής, δεν θεωρήθηκαν σημαντικές.

(37)

Επιπλέον, δεν χορηγήθηκε ΚΟΑ σε καμία από τις τρεις εταιρείες και συνεπώς το κόστος παραγωγής των κινέζων εξαγωγέων-παραγωγών δεν θεωρήθηκε αξιόπιστο.

(38)

Σε αυτή τη βάση, θεωρήθηκε ότι η πιο λογική βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας ήταν η χρήση του κόστους κατασκευής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για το ομοειδές προϊόν με προσαρμογή εφόσον κρίνεται απαραίτητη, συγκεκριμένα ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στις διαδικασίες παραγωγής και η πρόσβαση στις πρώτες ύλες.

(39)

Οι εξαγωγείς-παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι ο καθορισμός της κανονικής αξίας βασίζεται σε διαθέσιμα στοιχεία και συνεπώς στο άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Επιπλέον, ισχυρίστηκαν ότι, εφόσον συνεργάστηκαν πλήρως στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, η εν λόγω προσέγγιση δεν αιτιολογείται.

(40)

Ο εν λόγω ισχυρισμός των εξαγωγέων-παραγωγών ότι η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού δεν είναι ορθός. Πράγματι, όπως προαναφέρθηκε, η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, που καθιστά δυνατή τη χρήση κάθε άλλης λογικής βάσης όταν δεν είναι δυνατό να βασιστεί η κανονική αξία σε δαπάνες και τιμές από ανάλογη χώρα ή σε τιμές εξαγωγής από τέτοια χώρα σε άλλες τρίτες χώρες. Συνεπώς, αυτός ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

3.3.2.   Καθορισμός της κανονικής αξίας

(41)

Το ομοειδές προϊόν πωλήθηκε από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες. Ωστόσο, οι εσωτερικές πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σημείωσαν ζημία. Κατά συνέπεια, η κανονική αξία βασίστηκε στο κόστος κατασκευής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής με πρόσθεση ενός εύλογου ποσού για την πώληση, τις γενικές και τις διοικητικές δαπάνες και το κέρδος. Έγιναν προσαρμογές στο κόστος κατασκευής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ώστε να αντισταθμιστούν οι συμπληρωματικές δαπάνες που απορρέουν από τη μεταφορά λόγω της φυσικής απόστασης μεταξύ των μονάδων παραγωγής, την έλλειψη άμεσης πρόσβασης σε πρώτες ύλες, οι οποίες πρέπει να μεταφερθούν από απόμακρες εγκαταστάσεις παραγωγής, καθώς και τη διάθεση του υποπροϊόντος (μαύρη άσβεστος). Επιπλέον, προστέθηκε εκτιμώμενο κέρδος που αντιστοιχεί στο κέρδος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής το 2001, μαζί με ποσοστό 4,3 % για τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα βάσει των πληροφοριών που παρείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

3.4.   Τιμές εξαγωγής

(42)

Όλες οι εξαγωγικές πωλήσεις των παραγωγών της ΛΔΚ στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα και η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, με βάση τις καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές.

3.5.   Σύγκριση

(43)

Η μέση σταθμισμένη κανονική αξία, όπως καθορίστηκε παραπάνω, συγκρίθηκε με το σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών όλων των συναλλαγών με αντικείμενο εξαγωγές στην Κοινότητα των συνεργαζόμενων εταιρειών στις οποίες δεν χορηγήθηκε ΚΟΑ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού.

3.6.   Περιθώριο ντάμπινγκ

(44)

Σε αυτή τη βάση, τα περιθώρια ντάμπινγκ σε εθνικό επίπεδο, εκφρασμένα ως εκατοστιαίο ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, είναι 91,8 %.

4.   ΖΗΜΙΑ

4.1.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(45)

Καθώς η ανάλυση αφορά μόνο μία εταιρεία, για λόγους απορρήτου οι περισσότεροι δείκτες παρουσιάζονται με δεικτοποιημένη μορφή είτε ως εύρος τιμών.

4.2.   Κοινοτική παραγωγή

(46)

Η συνολική κοινοτική παραγωγή κατά την ΠΕ κυμάνθηκε μεταξύ 15 000 και 20 000 τόνων.

4.3.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(47)

Η παραγωγή του κοινοτικού παραγωγού AlzChem GmbH αντιπροσωπεύει το 100 % της DCD που παράγεται στην Κοινότητα. Συνεπώς, θεωρήθηκε ότι αποτελεί τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής («ΚΚΠ»), κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

4.4.   Κοινοτική κατανάλωση

(48)

Η κοινοτική κατανάλωση καθορίστηκε προσθέτοντας στον όγκο των πωλήσεων του ΚΚΠ στην αγορά της Κοινότητας με τις εισαγωγές από τη ΛΔΚ και άλλες τρίτες χώρες που υπάγονται στο σχετικό κωδικό ΣΟ σύμφωνα με την Eurostat. Όπως φαίνεται από τον παρακάτω πίνακα, η κοινοτική κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος παρέμεινε σταθερή (+ 1 %) κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία που αφορούν το 2002 επίσης περιλαμβάνουν εισαγωγές από το νορβηγό παραγωγό, ODDA, που σταμάτησε τις δραστηριότητες κατά το ίδιο έτος.

(49)

Σύμφωνα με εισαγωγέα, το κλείσιμο της ODDA οδήγησε ορισμένους από τους μεγαλύτερους πελάτες της να συσσωρεύσουν αποθέματα το 2003, γεγονός το οποίο μπορεί να αιτιολογήσει την κορύφωση της κατανάλωσης το εν λόγω έτος.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Κοινοτική κατανάλωση (σε τόνους)

13 258

15 594

13 119

12 469

13 417

Δείκτης 2002 = 100

100

118

99

94

101

4.5.   Εισαγωγές στην Κοινότητα από τη ΛΔΚ

4.5.1.   Όγκος και μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη ΛΔΚ

(50)

Σύμφωνα με την Eurostat, οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ αυξήθηκαν από 2 476 τόνους το 2002 σε 6 002 τόνους κατά την ΠΕ. Το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε από 15 σε 25 % σε 40–50 %κατά την ίδια περίοδο, καθώς οι κινέζοι παραγωγοί απέκτησαν μεγάλο μέρος του μεριδίου αγοράς που προηγουμένως κατείχε ο νορβηγός παραγωγός ODDA. Η αύξηση των εισαγωγών ήταν ιδιαίτερα εμφανής το 2003.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Όγκος εισαγωγών (τόνοι)

2 476

6 173

4 283

5 218

6 002

Δείκτης 2002 = 100

100

249

173

211

241

Μερίδιο αγοράς

15-25 %

35-45 %

30-40 %

35-45 %

40-50 %

4.5.2.   Τιμές των εισαγωγών και πωλήσεις σε τιμές κατώτερες των κοινοτικών

(51)

Σύμφωνα με την Eurostat, οι τιμές εισαγωγών μειώθηκαν κατά 11 % την υπό εξέταση περίοδο, από 1 149 ευρώ/τόνο το 2002 σε 1 022 ευρώ/τόνο κατά την ΠΕ.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Τιμές εισαγωγής από την ΛΔΚ (EUR/τόνοι)

1 149

1 071

1 338

980

1 022

Δείκτης 2002 = 100

100

93

116

85

89

(52)

Για τον καθορισμό των τιμών των κατώτερων από τις κοινοτικές, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των τιμών πώλησης του ΚΚΠ στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕ και των τιμών των κινέζων εξαγωγέων-παραγωγών. Καθώς οι κινέζοι παραγωγοί δεν προέβησαν σε εξαγωγές του λεγόμενου micro DCD, το εν λόγω προϊόν εξαιρέθηκε από τον υπολογισμό των τιμών των κατώτερων από τις κοινοτικές.

(53)

Οι σχετικές τιμές πώλησης του ΚΚΠ ήταν οι τιμές προς ανεξάρτητους πελάτες, προσαρμοσμένες ενδεχομένως σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου». Οι τιμές αυτές συγκρίθηκαν με τις τιμές πώλησης που χρεώνουν οι παραγωγοί-εξαγωγείς μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων και αφού προσαρμοστούν, όταν είναι αναγκαίο, στις τιμές CIF στα σύνορα της Κοινότητας, καταλλήλως προσαρμοσμένων για να ληφθούν υπόψη το κόστος των δασμών και τα έξοδα μετά την εισαγωγή. Ο εφαρμόσιμος συμβατικός δασμός τρίτης χώρας που ανέρχεται σε 6,5 % προστέθηκε στην τιμή CIF για να εξαχθεί η τιμή της μονάδας ελεύθερης κυκλοφορίας.

(54)

Κατά την ΠΕ, το σταθμισμένο μέσο περιθώριο μειωμένων τιμών, εκφρασμένο ως ποσοστό της μέσης τιμής πώλησης εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κυμαινόταν μεταξύ 25 και 35 % για τους συνεργαζόμενους κινέζους παραγωγούς.

4.6.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(55)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η εξέταση του αντικτύπου των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στον ΚΚΠ περιέλαβε την ανάλυση όλων των οικονομικών παραγόντων που επηρέασαν την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από το 2002 έως την ΠΕ.

(56)

Οι παράγοντες της ζημίας που παρουσιάζονται παρακάτω αφορούν αποκλειστικά τις πωλήσεις στην ελεύθερη αγορά, που αντιπροσωπεύουν το 85 % της παραγωγής DCD του ΚΚΠ. Πρέπει να σημειωθεί ότι το υπολειπόμενο 15 % της παραγωγής DCD χρησιμοποιείται εσωτερικά ως δεσμευμένη μεταφορά. Ο ΚΚΠ είναι ολοκληρωμένος παραγωγός που χρησιμοποιεί το DCD για περαιτέρω επεξεργασία και μετατρέπει το DCD για την παραγωγή κατάντη προϊόντων, χωρίς να εκδίδονται εμπορικά τιμολόγια. Η δεσμευμένη κατανάλωση παρέμεινε μάλλον σταθερή κατά την περίοδο υπό εξέταση και, ως εκ τούτου, θα μπορούσε να μην έχει αντίκτυπο στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

4.6.1.   Παραγωγή, παραγωγική ικανότητα και χρήση της ικανότητας

(57)

Η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε κατά 33 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕ. Η αύξηση της ικανότητας διαπιστώθηκε μεταξύ 2003 και 2004, μετά το κλείσιμο του νορβηγού παραγωγού, ODDA, στα τέλη του 2002. Η συμπληρωματική παραγωγική ικανότητα πρέπει να εξεταστεί λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η ODDA σταμάτησε την παραγωγή και ότι η εν λόγω εταιρεία διέθετε ήδη μερίδιο περίπου 25 % στην κοινοτική αγορά και επίσης πωλούσε σε άλλες αγορές. Η αυξημένη παραγωγική ικανότητα επιτεύχθηκε μέσω επενδύσεων και τεχνικών βελτιώσεων.

(58)

Ως αποτέλεσμα της αυξημένης ικανότητας και των πωλήσεων, οι όγκοι πωλήσεων αυξήθηκαν κατά 37 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕ. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε μεταξύ 2002 και 2003. Οι όγκοι παραγωγής κορυφώθηκαν το 2004 και στη συνέχεια μειώθηκαν απότομα το 2005 και ακολούθησε αύξηση κατά την ΠΕ.

(59)

Η χρησιμοποίηση της ικανότητας αυξήθηκε κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες την εξεταζόμενη περίοδο.

 

2002

2003

2004

2005

IP

Παραγωγή (δείκτης)

100

133

143

124

137

Παραγωγική ικανότητα (δείκτης)

100

120

133

133

133

Χρησιμοποίηση της ικανότητας

84 %

93 %

91 %

78 %

87 %

4.6.2.   Αποθέματα

(60)

Τα αποθέματα αυξήθηκαν σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, λόγω των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, ο ΚΚΠ δεν μπόρεσε να αυξήσει τον όγκο πωλήσεών της σύμφωνα με τις προβλέψεις της μετά το κλείσιμο της ODDA, όπως διευκρινίζεται παρακάτω.

 

2002

2003

2004

2005

IP

Αποθέματα (δείκτης)

100

151

187

91

178

4.6.3.   Όγκος πωλήσεων, μερίδια αγοράς και μέσες τιμές μονάδας στην Κοινότητα

(61)

Ενώ η κοινοτική κατανάλωση παρέμεινε σταθερή, οι πωλήσεις DCD από τον ΚΚΠ προς ανεξάρτητους πελάτες στην κοινοτική αγορά αυξήθηκε κατά 6 % κατά την περίοδο υπό εξέταση. Κορυφώθηκαν το 2003 και μειώθηκαν σταθερά το 2004 και το 2005 για να σημειώσουν νέα μικρή αύξηση κατά την ΠΕ. Ωστόσο, οι εν λόγω πωλήσεις διεξάγονταν σταθερά σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες του κόστους παραγωγής, εξαιρουμένων των πωλήσεων micro DCD, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεταξύ 0 και 10 % των συνολικών πωλήσεων [δεν παρέχεται το ακριβές αριθμητικό στοιχείο για λόγους απορρήτου] στην κοινοτική αγορά και που ήταν ιδιαίτερα κερδοφόρες.

(62)

Επιπλέον, αξίζει να επισημανθεί ότι ο ΚΚΠ χρησιμοποιεί DCD δικής του παραγωγής για την παραγωγή άλλων μεταγενέστερων χημικών προϊόντων, π.χ. παραγώγων NCN. Η εν λόγω δεσμευμένη χρήση αντιπροσωπεύει περίπου το 15 % της παραγωγής DCD του ΚΚΠ.

(63)

Ο όγκος πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς ήταν ως εξής:

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Όγκος πωλήσεων στην ΕΚ (Δείκτης)

100

123

118

104

106

Μερίδιο αγοράς (%)

50-60 %

50-60 %

60-70 %

50-60 %

50-60 %

(64)

Το μερίδιο αγοράς του ΚΚΠ αυξήθηκε κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες κατά την περίοδο υπό εξέταση. Ωστόσο, αυτό πρέπει να εξεταστεί λαμβάνοντας υπόψη το κενό που προκλήθηκε στην αγορά με το κλείσιμο της ODDA στα τέλη του 2002, η οποία κατείχε μερίδιο της αγοράς περίπου 25 % πριν από το κλείσιμό της.

(65)

Παρά τον ανταγωνισμό από το κινέζικο DCD και τις διακυμάνσεις στις τιμές μεταξύ του 2002 και του τέλους της ΠΕ, ο ΚΚΠ κατάφερε να αυξήσει τις μέσες τιμές πώλησης μονάδας σε μη συνδεόμενους πελάτες στην κοινοτική αγορά κατά 2 % κατά την περίοδο υπό εξέταση. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι εν λόγω τιμές επίσης περιλαμβάνουν το micro DCD, για το οποίο δεν υφίσταται ανταγωνισμός από τους κινέζους εξαγωγείς-παραγωγούς και για το οποίο μπορούν να επιτευχθούν υψηλότερες τιμές.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Όγκος πωλήσεων στην ΕΚ (Δείκτης)

100

109

105

108

102

4.6.4.   Κερδοφορία και ταμειακές ροές

(66)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο η κερδοφορία του ΚΚΠ ήταν πάντα αρνητική. Οι ζημίες κορυφώθηκαν κατά την ΠΕ κατά την οποία κυμαίνονταν μεταξύ – 20 % και – 30 %. Σύμφωνα με τον ΚΚΠ, το έτος αναφοράς 2002 πρέπει να θεωρηθεί εξαιρετικό λόγω της ειδικής κατάστασης της αγοράς μετά το κλείσιμο της εταιρείας ΟDDA. Το 2003 ο ΚΚΠ μπόρεσε να περιορίσει τις απώλειές του παρά το γεγονός ότι οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ άγγιξαν το ανώτατο επίπεδό τους.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Κερδοφορία

– 20 % έως – 30 %

0 έως – 10 %

– 10 % έως – 20 %

– 10 % έως – 20 %

– 20 % έως – 30 %

(67)

Οι ταμειακές ροές ήταν πάντα αρνητικές για την υπό εξέταση περίοδο με εξαίρεση το 2003, σε αντιστοιχία με τη μείωση των απωλειών του ΚΚΠ το ίδιο έτος.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Ταμειακές ροές (δείκτης)

– 100

82

– 136

– 208

– 244

4.6.5.   Επενδύσεις, απόδοση των επενδύσεων και δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων

(68)

Ο ΚΚΠ εμφάνισε σημαντικά επίπεδα επενδύσεων, ιδιαίτερα το 2003. Οι επενδύσεις αυτές συνδέονταν κυρίως με την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, όπως αναφέρεται ανωτέρω.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Επενδύσεις (δείκτης)

100

171

69

44

54

(69)

Η απόδοση των επενδύσεων από την παραγωγή και την πώληση ομοειδούς προϊόντος ήταν αρνητική και μειώθηκε σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο, γεγονός που αντικατοπτρίζει την προαναφερόμενη αρνητική τάση της κερδοφορίας.

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Απόδοση των επενδύσεων

– 10 % έως – 20 %

0 % έως – 10 %

– 20 % έως – 30 %

– 20 % έως – 30 %

– 20 % έως – 30 %

(70)

Η ικανότητα άντλησης κεφαλαίων του ΚΚΠ δεν φάνηκε να έχει πληγεί αισθητά κατά την εξεταζόμενη περίοδο, δεδομένου ότι το DCD αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό τμήμα της συνολικής επιχειρηματικής δραστηριότητας του ΚΚΠ.

4.6.6.   Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(71)

Η εξέλιξη του κόστους απασχόλησης, παραγωγικότητας και εργασίας στον ΚΚΠ ήταν η εξής:

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Αριθμός απασχολουμένων (δείκτης)

100

128

122

117

114

Παραγωγικότητα (τόνοι/εργαζόμενο)(Δείκτης)

100

104

118

106

121

Κόστος εργασίας ανά υπάλληλο (Δείκτης)

100

100

103

103

106

(72)

Ο ΚΚΠ αύξησε τον αριθμό των απασχολούμενων μεταξύ του 2002 και της ΠΕ κατά 14 %. Παράλληλα, η παραγωγικότητα αυξήθηκε ως αποτέλεσμα της διαδικασίας εξορθολογισμού και της αυξημένης παραγωγής.

(73)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο το μέσο επίπεδο των μισθών αυξήθηκε κατά 6 %.

4.6.7.   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ και ανάκαμψη από τις επιπτώσεις των προγενέστερων πρακτικών ντάμπινγκ

(74)

Αν ληφθούν υπόψη ο όγκος και οι τιμές των εισαγωγών από τη ΛΔΚ που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ο αντίκτυπος του μεγέθους του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος.

(75)

Επιπλέον, κατά την ΠΕ δεν υπήρχαν ενδείξεις ανάκαμψης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από τις συνέπειες παλαιότερης πρακτικής ντάμπινγκ.

4.7.   Συμπέρασμα για τη ζημία

(76)

Εκτός από μία κορύφωση το 2003, η κατανάλωση παρέμεινε σταθερή κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Κατά την ίδια περίοδο ο όγκος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξήθηκε σημαντικά και, ανάλογα, το μερίδιο αγοράς τους σημείωσε αύξηση μεταξύ 15 και 25 % το 2002 και μεταξύ 40 % και 50 % κατά την ΠΕ. Οι μέσες τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν σημαντικά χαμηλότερες από αυτές του ΚΚΠ καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο. Με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο, οι τιμές των εισαγωγών αυτών ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του ΚΚΠ κατά 25-35 % κατά την ΠΕ.

(77)

Κατά την ίδια περίοδο ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σοβαρές ζημίες, οι οποίες κορυφώθηκαν κατά την ΠΕ όταν κυμαίνονταν μεταξύ – 20 % και – 30 %. Αναλόγως προς την αρνητική εξέλιξη της κερδοφορίας, οι σχετικοί δείκτες, όπως οι αποδόσεις των επενδύσεων και οι ταμειακές ροές, εμφάνισαν αρνητική τάση.

(78)

Ορισμένοι δείκτες ζημίας, όπως οι όγκοι παραγωγής, η παραγωγική ικανότητα, οι όγκοι των πωλήσεων, το μερίδιο αγοράς και οι τιμές πώλησης στην κοινοτική αγορά εμφάνισαν θετική τάση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Κατά την εκτίμηση αυτή δεν ελήφθη υπόψη η δεσμευμένη χρήση καθώς παρέμεινε σταθερή καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο, και ως εκ τούτου δεν είχε αντίκτυπο στην ανάλυση της ζημίας.

(79)

Ωστόσο, η θετική εξέλιξη ορισμένων δεικτών ζημίας πρέπει να επανεξεταστεί με βάση το κλείσιμο του νορβηγού παραγωγού, της εταιρείας ODDA, στα τέλη του 2002 και τον επακόλουθο ανταγωνισμό μεταξύ του ΚΚΠ και των κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων για να καταλάβουν το μερίδιο αγοράς της ODDA. Είναι, όντως, αξιοσημείωτο ότι οι κινεζικές παραγωγές κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος του κενού που δημιουργήθηκε με το κλείσιμο της ODDA. Αρχικά, το 2003 ο ΚΚΠ μπόρεσε να καταλάβει το 1/3 περίπου του μεριδίου αγοράς που κατείχε η ODDA. Αυτό μειώθηκε σημαντικά στο 1/7 περίπου κατά την ΠΕ. Συνεπώς, αν και ορισμένοι δείκτες εμφάνισαν μια ελαφρώς θετική τάση, στην πράξη, θα μπορούσαν να έχουν αναπτυχτεί πολύ ευνοϊκότερα, εάν δεν είχαν επηρεαστεί από τις εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ. Πάντως, οι δείκτες που αφορούν την οικονομική επίδοση του κοινοτικού κλάδου παραγωγούς (κέρδος, απόδοση επένδυσης, ταμειακές ροές) εμφάνισαν τόσο αρνητική τάση που αντιστάθμισαν σε μεγάλο βαθμό οποιαδήποτε θετική εξέλιξη. Όντως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, όπως προκύπτει από την οικονομική του κατάσταση, δεν μπόρεσε να επωφεληθεί καθόλου από την παύση παραγωγής της ODDA και βρίσκεται σήμερα σε μια κατάσταση όπου διακυβεύεται η βιωσιμότητά του εάν δεν ληφθούν μέτρα.

(80)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο ΚΚΠ υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 του βασικού κανονισμού.

5.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

5.1.   Εισαγωγή

(81)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών από την ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο ΚΚΠ. Εξετάστηκαν επίσης άλλοι γνωστοί παράγοντες, πλην των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προξενήσει κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ζημία στον ΚΚΠ, ούτως ώστε η ζημία που ενδεχομένως προκαλείται από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες να μην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

5.2.   Συνέπειες των εισαγωγών ντάμπινγκ

(82)

Υπενθυμίζεται ότι όλες οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ αφορούν το συνήθη τύπο DCD, ο οποίος αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων του ΚΚΠ στην κοινοτική αγορά. Οι πωλήσεις του ΚΚΠ όσον αφορά το λεγόμενο micro DCD, το οποίο δεν εξάγεται από τους κινέζους παραγωγούς, έπρεπε να εξαιρεθούν από τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης.

(83)

Οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξήθηκαν κατά 141 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ως εκ τούτου, το μερίδιο αγοράς τους αυξήθηκε από 15–25 % το 2002 σε 40–50 % κατά την ΠΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όγκος των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ κορυφώθηκε το 2003 όταν ανήλθε σε 6 173 τόνους, γεγονός που αντικατοπτρίζει τον αντίκτυπο από το κλείσιμο του νορβηγού παραγωγού, ενώ στη συνέχεια μειώθηκε κατά το 2004 για να αυξηθεί και πάλι σταθερά το 2005 και κατά την ΠΕ, όταν ανήλθε στους 6 002 τόνους.

Πίνακας 1

Εισαγωγές από τη ΛΔΚ

Image

(84)

Οι μέσες τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παράγωγης κατά 25-35 % κατά την ΠΕ. Οι τιμές των κινεζικών εξαγωγών μειώθηκαν κατά 11 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο αλλά δεν ακολούθησαν σαφή καθοδική τάση. Όντως, οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς μείωσαν τις τιμές τους κατά 7 % το 2003 στην προσπάθειά τους να καταλάβουν το μερίδιο αγοράς που κατείχε η ODDA. Αφού κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος του μεριδίου αυτού, αύξησαν τις τιμές τους κατά 25 % το 2004, τις μείωσαν κατά 27 % το 2005 και στη συνέχεια τις αύξησαν και πάλι κατά 4 % κατά την ΠΕ.

(85)

Παράλληλα, ενώ οι τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ μειώθηκαν κατά 11 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο ΚΚΠ μπόρεσε να διατηρήσει τις συνολικές τιμές του σχετικά σταθερές (αύξηση κατά 2 %). Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι οι τιμές αυτές περιλαμβάνουν και το micro DCD, για το οποίο δεν υπήρχε ανταγωνισμός από τη ΛΔΚ και του οποίου η τιμή ήταν πολύ υψηλότερη. Συνεπώς, οι μέσες ετήσιες τιμές πωλήσεων του ΚΚΠ επηρεάστηκαν από τη διακύμανση του όγκου των πωλήσεων και από τις τιμές του συνήθους τύπου του DCD και του micro DCD, αντιστοίχως.

Πίνακας 2

Εξέλιξη των τιμών ανά μονάδα

Image

(86)

Λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική υποτιμολόγηση που αποδείχθηκε ότι εφαρμόστηκε στις τιμές του συνήθους τύπου DCD, η οποία ανήλθε στο 25-35 % κατά την ΠΕ, είναι σαφές ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ άσκησαν ισχυρή καθοδική πίεση στις τιμές πώλησης του ΚΚΠ για το συνήθη τύπο του DCD, ο οποίος αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων του ΚΚΠ και, ως εκ τούτου, δεν επέτρεψαν στον ΚΚΠ να καθορίσει τις τιμές του σε επίπεδα που θα μπορούσαν να καλύψουν το κόστος παραγωγής του. Αυτό με τη σειρά του είχε αρνητικό αντίκτυπο στην κερδοφορία του ΚΚΠ, προκαλώντας ένα μεγάλο μέρων των σημαντικών ζημιών καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο.

(87)

Δεδομένου ότι ο ΚΚΠ σημείωσε ζημίες στις πωλήσεις DCD ήδη από το 2002, εξετάστηκε κατά πόσον οι ζημίες ήταν διαρθρωτικής φύσης και όχι αποκλειστικά αποτέλεσμα των εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ. Ως προς αυτό, πρέπει να επισημανθεί ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ είχαν ισχυρή παρουσία στην κοινοτική αγορά ήδη το 2002, με μερίδιο αγοράς 15-25 %. Επιπλέον, ο ΚΚΠ προσκόμισε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι λόγω του προγράμματος υποτιμολόγησης μπόρεσε να διατηρήσει σταθερό το κόστος ανά μονάδα κατά την εξεταζόμενη περίοδο παρά την αύξηση των τιμών της πρώτης ύλης. Ωστόσο, λόγω της συμπίεσης των τιμών που προκλήθηκε από τις κινεζικές εισαγωγές, αυτό δεν οδήγησε στο επιθυμητό αποτέλεσμα που ήταν η μείωση των απωλειών, αλλά απλώς απέτρεψε την αύξησή τους.

(88)

Χάρη στις προσπάθειες για τον περιορισμό του κόστους και στην έξοδο της ODDA από την αγορά στα τέλη του 2002, ο ΚΚΠ βρισκόταν σε διαδικασία ανάκαμψης πριν από την κορύφωση των κινεζικών εισαγωγών το 2003. Ύστερα από την κορύφωση αυτή, που επέτρεψε στους κινέζους να καταλάβουν το μεγαλύτερο μέρος του μεριδίου αγοράς της ODDA, οι ζημίες του ΚΚΠ αυξήθηκαν κατά – 10 % με – 20 % το 2004 και εξακολούθησαν να αυξάνονται σταθερά το 2005 και κατά την ΠΕ, σε αντιστοιχία με την αύξηση των όγκων των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και τη μείωση των μέσων τιμών εισαγωγής.

Πίνακας 3

Κερδοφορία του ΚΚΠ

Image

(89)

Η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης του ΚΚΠ φαίνεται ότι ενισχύθηκε περαιτέρω από το γεγονός ότι ο ΚΚΠ εμφανίζει κερδοφορία για τον τύπο (micro DCD), για τον οποίο δεν υπάρχουν κινεζικές εισαγωγές, ενώ έχει σοβαρές ζημίες για το συνήθη τύπο του DCD για τον οποίο αντιμετωπίζει αθέμιτο ανταγωνισμό από τη ΛΔΚ.

(90)

Με βάση τα ανωτέρω, και ιδίως την εξέλιξη του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όπως αποδεικνύεται πιο κάτω, σε τιμές που είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του ΚΚΠ, συνάγεται ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ επηρέασαν καθοριστικά τη ζημιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

Πίνακας 4

Εξέλιξη των μεριδίων αγοράς

 

2002

2003

2004

2005

ΠΕ

Εισαγωγές από τη ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ

15-25 %

35-45 %

30-40 %

35-45 %

40-50 %

Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

50-60 %

50-60 %

60-70 %

50-60 %

50-60 %

5.3.   Οι συνέπειες από άλλους παράγοντες

5.3.1.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(91)

Δεδομένης της σταθερής κοινοτικής κατανάλωσης κατά την εξεταζόμενη περίοδο και της απουσίας εισαγωγών από οποιαδήποτε άλλη τρίτη χώρα και καθώς οι μόνοι γνωστοί παραγωγοί DCD είναι ο ΚΚΠ και ορισμένοι κινέζοι παραγωγοί, υπάρχουν πολύ λίγοι άλλοι γνωστοί παράγοντες που θα μπορούσαν να έχουν συμβάλει στη ζημιογόνο κατάσταση του ΚΚΠ.

5.3.2.   Οι εξαγωγικές επιδόσεις της κοινοτικής βιομηχανίας

(92)

Εξετάστηκε το ενδεχόμενο οι εξαγωγές από τον ΚΚΠ σε κράτη εκτός της ΕΕ να συνέβαλαν στη ζημία που προκλήθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Οι εξαγωγές σε κράτη εκτός της ΕΕ αντιστοιχούν σε σημαντικό ποσοστό, μεταξύ του 30 % και του 50 %, των πωλήσεων του ΚΚΠ του υπό εξέταση προϊόντος κατά την υπό εξέταση περίοδο. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν σημαντικά σε όγκο, κατά 58 % ανάμεσα στο 2002 και στην ΠΕ, ενώ η μέση τιμή ανά μονάδα μειώθηκε κατά 2 %. Αυτό αποδεικνύει ότι, παρά τον ισχυρό ανταγωνισμό από τους κινέζους εξαγωγείς και στην αγορά εκτός της Κοινότητας, υπάρχει ισχυρή ζήτηση για DCD που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ακόμα και σε τιμές πολύ υψηλότερες από αυτές του κινέζων εξαγωγέων, μολονότι, όπως εξηγείται ανωτέρω, οι υψηλότερες μέσες τιμές μπορεί να οφείλονται στις υψηλότερες τιμές που εφαρμόζονται για το micro DCD.

(93)

Για να μπορέσει να ανταγωνιστεί τις χαμηλές τιμές που εφαρμόζουν οι κινέζοι για το συνήθη τύπο του DCD και στις αγορές εκτός της ΕΕ, οι εξαγωγικές πωλήσεις του ΚΚΠ πραγματοποιήθηκαν σε τιμές πολύ χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής, μειώνοντας συνεπώς τη γενική κερδοφορία του. Ωστόσο, οι εξαγωγές αυτές δεν επηρεάζουν άμεσα την κερδοφορία στην κοινοτική αγορά.

5.3.3.   Ισχυρισμοί για αυτοπροκληθείσα ζημία

(94)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε ζημίες για το υπό εξέταση προϊόν επί σειρά ετών και, παρ’ όλα αυτά, αποφάσισε να επενδύσει σε επιπλέον παραγωγική ικανότητα το 2003 και το 2004 με συνέπεια την αύξηση των όγκων και των αποθεμάτων παραγωγής, εξετάστηκε εάν i) οι ζημίες ήταν διαρθρωτικής φύσης και εάν ii) η απόφαση για επένδυση σε επιπλέον παραγωγική ικανότητα συνέβαλε στη ζημιογόνο κατάσταση του ΚΚΠ. Το τελευταίο αυτό επιχείρημα προέβαλε και ένας εισαγωγέας, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η απόφαση του ΚΚΠ να αυξήσει την παραγωγική του ικανότητα κατά ένα τρίτο, έχοντας γνώση των εισαγωγών από την Κίνα, αύξησε σημαντικά την πίεση που ασκείτο στην αγορά.

(95)

Όσον αφορά τα επίπεδα των απωλειών, από στοιχεία που παρείχε ο ΚΚΠ προκύπτει ότι, λόγω του προγράμματος μείωσης του κόστους, ο ΚΚΠ κατάφερε να διατηρήσει σταθερό το ανά μονάδα κόστος κατά την εξεταζόμενη περίοδο παρά την αύξηση στις τιμές της πρώτης ύλης Ωστόσο, ο ΚΚΠ εμφανίζει ορισμένα μειονεκτήματα όσον αφορά το κόστος, όπως τρεις διαφορετικές εγκαταστάσεις παραγωγής, γεωγραφική απόσταση από ανθρακωρυχεία και πολυδάπανη παραγωγική διαδικασία, μολονότι δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί η δομή κόστους του ΚΚΠ με τη δομή οποιουδήποτε άλλου παραγωγού DCD, δεδομένου ότι σε κανέναν από τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν χορηγήθηκε ΚΟΑ. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο ΚΚΠ πραγματοποίησε μικρό κέρδος το 2001 και επίσης το γεγονός ότι εμφανίζει κερδοφορία για τον τύπου του προϊόντος (micro DCD) που δεν εξάγουν οι κινέζοι παραγωγοί, δείχνει σαφώς ότι, σε κανονικές συνθήκες, ο ΚΚΠ θα μπορούσε να βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση και ότι, συνεπώς, οι ζημίες στο σύνολό τους δεν είναι αμιγώς διαρθρωτικές.

(96)

Όσον αφορά την απόφαση του ΚΚΠ να αυξήσει την παραγωγική του ικανότητα, πρέπει να επισημανθεί ότι αυτό συνέβη μετά το κλείσιμο της ODDA, η οποία, προτού εξέλθει από την αγορά, κατείχε σημαντικό μερίδιο αγοράς στην Κοινότητα. Εάν δεν υπήρχαν οι κινέζοι εισαγωγές που κατέφεραν να καταλάβουν το μεγαλύτερο τμήμα του μεριδίου αγοράς της ODDA εξαιτίας των τιμών ντάμπινγκ, ο ΚΚΠ θα μπορούσε να έχει καταλάβει πολύ μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς αυτής. Από την άλλη, μία επιχείρηση δεν μπορεί ποτέ να αναμένει ότι κάθε φόρα που σημειώνεται αύξηση της κατανάλωσης στην περιοχή του, θα απευθύνονται σε αυτή για εφοδιασμό και όχι σε πηγές της αλλοδαπής.

(97)

Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι ακόμα και αν δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η δυσχερής χρηματοοικονομική κατάσταση του ΚΚΠ προκλήθηκε από τον ίδιο, η έλλειψη κερδοφορίας του υπό εξέταση προϊόντος αποτελεί εν μέρει απόρροια του υψηλού κόστους παραγωγής και των επενδυτικών αποφάσεων.

5.4.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(98)

Εν κατακλείδι επιβεβαιώνεται ότι οι κινεζικές εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίες αύξησαν το μερίδιο αγοράς τους σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο, σε τιμές πολύ χαμηλότερες από αυτές του ΚΚΠ, συνέβαλαν σημαντικά στη δυσχερή χρηματοοικονομική κατάσταση του ΚΚΠ. Το γεγονός αυτό, από μόνο του, προκάλεσε υλική ζημία. Ωστόσο, αναμφίβολα, οι σημαντικές ζημίες που υπέστη ο ΚΚΠ κατά την εξεταζόμενη περίοδο οφείλονται εν μέρει και στη δομή κόστους του ΚΚΠ.

(99)

Από την έρευνα προέκυψε ότι οι υπόλοιποι γνωστοί παράγοντες, όπως το κόστος, η αυξημένη παραγωγική ικανότητα και η εξαγωγική επίδοση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, αν και συνέβαλαν στη ζημία δεν αναιρούν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της ζημίας που υπέστη ΚΚΠ και των εισαγωγών από τη ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(100)

Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προκάλεσαν σημαντική ζημία στην κοινοτική βιομηχανία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

6.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

(101)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε εάν υφίστανται επιτακτικοί λόγοι από τους οποίους να εξάγεται το συμπέρασμα ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι προς όφελος της Κοινότητας, να υιοθετήσει μέτρα αντιντάμπινγκ. Εξετάστηκε ο πιθανός αντίκτυπος των μέτρων σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και οι συνέπειες της μη επιβολής μέτρων.

6.1.   Το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(102)

Η ζημιογόνος κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής προήλθε από τη δυσκολία του να ανταγωνιστεί τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίες αυξήθηκαν κατακόρυφα κατά την εξεταζόμενη περίοδο και προκάλεσαν σημαντική συμπίεση των τιμών στην κοινοτική αγορά, εμποδίζοντας την κοινοτική βιομηχανία να καθορίσει τις τιμές τις σε επίπεδο που θα κάλυπτε το κόστος της.

(103)

Θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων θα επέτρεπε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να αυξήσει την τιμή του DCD σε επίπεδο που θα του επέτρεπε να επιτύχει την κερδοφορία του κλάδου και, συνεπώς, να διατηρήσει την παρουσία του στην κοινοτική αγορά.

(104)

Αν δεν επιβληθούν μέτρα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα είναι υποχρεωμένος να εξακολουθήσει να ευθυγραμμίζει τις τιμές του με αυτές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ για να διατηρήσει τη θέση του στην αγορά. Αυτό θα οδηγούσε σε περαιτέρω οικονομικές ζημίες. Δεδομένου ότι η παρούσα κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη κερδοφορίας επί σειρά ετών, δεν είναι βιώσιμη, η μη επιβολή μέτρων θα οδηγούσε ενδεχομένως στην εξαφάνιση αυτού του φάσματος προϊόντων και, συνακόλουθα, σε ζημίες θέσεων εργασίας.

(105)

Με βάση τα παραπάνω, συμπεραίνεται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ είναι προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

6.2.   Ανταγωνισμός και στρεβλωτικές για το εμπόριο επιπτώσεις

(106)

Οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς, καθώς και ορισμένοι χρήστες και εισαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα εξαιρούσε τους κινέζους εισαγωγείς από την κοινοτική αγορά, και, εάν δεν υπήρχαν εισαγωγές από άλλες χώρες, θα συνεπάγετο μονοπώλιο του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς και ένας εισαγωγέας επεσήμαναν επίσης τον κίνδυνο να προκληθεί κρίσιμη κατάσταση ως προς τον εφοδιασμό της κοινοτικής αγοράς εάν επιβληθούν μέτρα σε βαθμό που θα απέτρεπε τις εισαγωγές από τη ΛΔΚ.

(107)

Θεωρείται, ωστόσο, ότι δεδομένης της ισχυρής θέσης στην αγορά που έχουν καταλάβει οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς λόγω πρακτικών ντάμπινγκ και τιμών σημαντικά χαμηλότερων από αυτών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η επιβολή μέτρων στο βαθμό που περιγράφεται κατωτέρω δεν θα τους οδηγούσε να εγκαταλείψουν την κοινοτική αγορά αλλά απλώς θα διαμόρφωνε ένα πεδίο θεμιτού ανταγωνισμού το οποίο θα επέτρεπε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και στους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις. Επιπλέον, ο ανταγωνισμός μεταξύ των κινέζων εξαγωγέων και του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά θα συνεχιστεί, διασφαλίζοντας έτσι το συνεχή εφοδιασμό από διάφορες πηγές.

(108)

Αντιθέτως, εάν δεν επιβληθούν μέτρα, δεν μπορεί να αποκλειστεί το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπορεί να υποχρεωθεί σε παύση των μεταποιητικών δραστηριοτήτων του στο συγκεκριμένο κλάδο, οδηγώντας, σύμφωνα με το αντίθετο σενάριο, σε μονοπώλιο των κινεζικών εισαγωγών. Και τα δύο σενάρια, δηλαδή το μονοπώλιο μιας από τις δύο πηγές εφοδιασμού, πρέπει να αποφευχθούν. Πράγματι, και οι δύο συνεργασθέντες χρήστες τόνισαν την ανάγκη να υπάρχουν δυο πηγές εφοδιασμού.

(109)

Ως εκ τούτου, θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στο επίπεδο που περιγράφεται κατωτέρω, θα διασφάλιζε τη διατήρηση δύο πηγών εφοδιασμού για την κοινοτική αγορά.

6.3.   Το συμφέρον των χρηστών

(110)

Στην έρευνα συνεργάστηκαν δύο βιομηχανικοί χρήστες, εκ των οποίων ο ένας δραστηριοποιείται στο φαρμακευτικό κλάδο και ο άλλος στη βυρσοδεψία. Και οι δύο χρήστες αγόρασαν το υπό εξέταση προϊόν απευθείας από τη ΛΔΚ και επίσης από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ένας τρίτος χρήστης, ο οποίος παράγει ειδικά χημικά για την επεξεργασία χαρτιού, αντέδρασε κατά την κοινοποίηση των οριστικών συμπερασμάτων της έρευνας, υποβάλλοντας σχόλια σχετικά με τις αναμενόμενες επιπτώσεις της επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ.

(111)

Ο χρήστης του φαρμακευτικού κλάδου, όπου το DCD αποτελεί σημαντική πρώτη ύλη για την παραγωγή του metformine, φαρμάκου για το διαβήτη, υποστήριξε ότι οποιαδήποτε αύξηση της τιμής ως συνέπεια της επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ θα είχε αρνητική συνέπεια στην ανταγωνιστικότητά του έναντι παραγωγών εκτός της Κοινότητας, κυρίως από την Ινδία. Δεδομένου ότι το DCD αντιστοιχεί σε σχετικά σημαντικό ποσοστό του κόστους του, ο εν λόγω χρήστης εκτιμά ότι ακόμα και μια μικρή αύξηση στην τιμή του DCD θα επηρέαζε τις τιμές των πωλήσεων του metformine, και κατά συνέπεια θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στα μερίδιο της αγοράς και στην ανταγωνιστικότητα του. Ωστόσο, από τα στοιχεία που παρασχέθηκαν στην Επιτροπή σχετικά με το κόστος και την κερδοφορία του εν λόγω χρήστη προκύπτει ότι ο δασμός στο προτεινόμενο επίπεδο θα μπορούσε να απορροφηθεί, τουλάχιστον εν μέρει.

(112)

Στις παρατηρήσεις που διατύπωσε στην κοινοποίηση των οριστικών συμπερασμάτων της έρευνας, ο ανωτέρω χρήστης υποστήριξε ότι δεν θα μπορούσε να απορροφήσει την αύξηση στο κόστος της πρώτης ύλης που θα συνεπάγετο η επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ στο προτεινόμενο επίπεδο. Ισχυρίστηκε ότι για να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά του και να παραμείνει στην αγορά ήταν υποχρεωμένος να μειώνει συνεχώς το κόστος παραγωγής του. Για το σκοπό αυτό, χρειάστηκε να προβεί στο παρελθόν σε αναδιάρθρωση. Επιπλέον, διαπραγματεύτηκε μειώσεις της τιμής με τον κύριο προμηθευτή του, τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ο ίδιος χρήστης συμπεραίνει ότι η επιβολή του προτεινόμενου επιπέδου δασμού αντιντάμπινγκ συνιστά πραγματικό κίνδυνο ότι θα χρειαστεί να κλείσει τις εγκαταστάσεις παραγωγής που διαθέτει στη Γαλλία, εκ των οποίων και οι δύο είναι εξειδικευμένες στην παραγωγή metformine. Ισχυρίζεται ότι αυτό θα συνεπάγεται την απώλεια 270 θέσεων εργασίας.

(113)

Ωστόσο, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ακόμα και αν είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι η επιβολή δασμών θα επηρεάζει αρνητικά τον προαναφερόμενο χρήστη, καθώς θα οδηγήσει σε χαμηλότερο περιθώριο κέρδους των πωλήσεών του στην κοινοτική αγορά, πρέπει να επισημανθεί ότι σημαντικό τμήμα του metformine που παράγει ο χρήστης στην Κοινότητα εξάγεται, και, συνεπώς, δεν υπόκειται σε δασμούς. Ως εκ τούτου, η επιβολή δασμού θα μπορούσε να επηρεάσει μόνο ένα τμήμα του κλάδου παραγωγής metformine. Επιπλέον, λόγω του περιθωρίου κέρδους που δήλωσε ο εν λόγω χρήστης στις απαντήσεις που έδωσε στο ερωτηματολόγιο, είναι σαφές ότι ο δασμός θα μπορούσε τουλάχιστον εν μέρει να απορροφηθεί και δεν αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των τιμών του metformine που πωλείται στην κοινοτική αγορά. Επομένως, ο κίνδυνος απώλειας θέσεων εργασίας φαίνεται πολύ απίθανος. Πρέπει να τονιστεί επίσης ότι η μη επιβολή δασμών θα μπορούσε να είχε ως αποτέλεσμα ο κύριος προμηθευτής του εν λόγω χρήστη να έπρεπε να παύσει τις δραστηριότητές του, αφήνοντας το χρήστη με μόνο μία άλλη πηγή εφοδιασμού.

(114)

Ο χρήστης από τον κλάδο των χημικών που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή χαρτιού ισχυρίστηκε επίσης ότι το προτεινόμενο επίπεδο δασμού αντιντάμπινγκ θα μείωνε την ικανότητά του να εξακολουθήσει να είναι ανταγωνιστικός στην κοινοτική αγορά, καθώς οι ανταγωνιστές του εκτός Κοινότητας θα εξακολουθούσαν να έχουν πρόσβαση σε DCD χωρίς να πληρώνουν δασμούς αντιντάμπινγκ. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο εν λόγω χρήστης δεν συμπλήρωσε το ερωτηματολόγιο ούτε τεκμηρίωσε περαιτέρω τον ισχυρισμό του, δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί ή να εκτιμηθεί ποσοτικά η επίπτωση του δασμού στην επιχείρησή του.

(115)

Ωστόσο, υπενθυμίζεται ότι, όπως περιγράφεται ανωτέρω, και οι δύο συνεργασθέντες χρήστες τόνισαν ότι είναι σημαντικό να διατηρηθούν δύο πηγές εφοδιασμού. Επομένως, θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στο επίπεδο που εξηγείται στη συνέχεια θα μπορούσε να εξασφαλίσει τη διατήρηση των εναλλακτικών πηγών εφοδιασμού για τους τελικούς χρήστες. Αντιθέτως, η μη επιβολή μέτρων εγκυμονεί τον κίνδυνο της εξάλειψης μιας πηγής εφοδιασμού.

6.4.   Το συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων

(116)

Τέσσερις εισαγωγείς, ένας από τους οποίους επίσης χρησιμοποιεί το προϊόν, συνεργάστηκαν στην έρευνα. Ο μεγαλύτερος εξ αυτών, του οποίου οι εισαγωγές αντιστοιχούν στο 30 % του συνόλου του DCD που εισήχθη από τη ΛΔΚ κατά την ΠΕ, επεσήμανε ότι η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ θα είχε αναπόφευκτα αρνητικό αντίκτυπο στις δραστηριότητές του, οδηγώντας ενδεχομένως στην έξοδό του από τον κλάδου του DCD, διότι εξαιτίας της έλλειψης παραγωγής DCD σε τρίτες χώρες δεν θα είχε εναλλακτική πηγή εφοδιασμού. Αυτό, ενδεχομένως, θα οδηγούσε σε ορισμένες οργανωτικές αλλαγές εντός της εταιρείας.

(117)

Δεν μπορεί να αποκλειστεί το γεγονός ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά ορισμένους εισαγωγείς. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ απλώς θα αποκαθιστούσαν τον ανταγωνισμό στην κοινοτική αγορά και, επιπλέον, δεδομένου ότι οι τελικοί χρήστες τόνισαν την ανάγκη να υπάρχουν δύο πηγές εφοδιασμού, θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στο προτεινόμενο επίπεδο δεν θα εμπόδιζε τους εισαγωγείς να πωλήσουν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα.

(118)

Επιπλέον, δεδομένου ότι οι εισαγωγείς προμηθεύουν αρκετά διαφορετικούς κλάδους τελικών χρηστών, στους οποίους το DCD αποτελεί διαφορετικό ποσοστό του κόστους του τελικού προϊόντος, θεωρείται ότι οποιαδήποτε αύξηση της τιμής που θα προκύψει από την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα μπορούσε τουλάχιστον εν μέρει να μετακυλιστεί στους χρήστες. Πρέπει επίσης να επισημανθεί στο πλαίσιο αυτό ότι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, οι εισαγωγείς δεν προμηθεύουν τον μεγαλύτερο κλάδο τελικών χρηστών, δηλαδή το φαρμακευτικό κλάδο όπου, όπως υποστηρίζεται, οποιαδήποτε αύξηση του κόστους δύσκολα θα μπορούσε να μετακυλιστεί στους τελικούς πελάτες λόγω του ανταγωνισμού με τρίτες χώρες.

(119)

Ένας εισαγωγέας που προμηθεύει με DCD τους κλάδους της κλωστοϋφαντουργίας, της επεξεργασίας υδάτων και λιπασμάτων, ισχυρίστηκε ότι οι κλάδοι αυτοί δεν απαιτούν την ανώτερη ποιότητα DCD που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Ισχυρίστηκε επίσης ότι οι προαναφερθέντες κλάδοι θα αντιμετώπιζαν δυσκολία να μετακυλίσουν τυχόν αυξήσει τους κόστους στους τελικούς πελάτες τους.

(120)

Δεν αμφισβητείται ότι το DCD που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μπορεί να είναι ανώτερης ποιότητας σε σύγκριση με το DCD που παράγεται από τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Ωστόσο, από την έρευνα προκύπτει ότι το υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν είναι ουσιαστικά το ίδιο και έχουν τα ίδια βασικά χημικά, φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες χρήσεις. Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι οι ανωτέρω κλάδοι δεν μπορούν να μετακυλίσουν την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών στους πελάτες τους, πρέπει να τονιστεί ότι, λόγω άρνησης συνεργασίας αυτών των τελικών χρηστών, δεν μπορεί να αξιολογηθεί ο ισχυρισμός αυτός και, ως εκ τούτου, πρέπει να αγνοηθεί.

(121)

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τα περιθώρια κέρδους των συνεργασθέντων εισαγωγέων παρουσιάζουν διαφορές. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσαν οι εισαγωγείς, θα μπορούσε να απορροφηθεί τουλάχιστον τμήμα της ενδεχόμενης αύξησης των τιμών λόγω της επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ.

(122)

Συνεπώς, θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα είχε σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στους εισαγωγείς.

6.5.   Συμπέρασμα όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας

(123)

Μπορεί να αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακτήσει κερδοφορία στον κλάδο του DCD, δίνοντάς του με τον τρόπο αυτό τη δυνατότητα να παραμείνει στην αγορά. Εξαιτίας της συνεχούς επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που έχει καταστήσει μη κερδοφόρο ολόκληρο τον επιχειρηματικό κλάδο, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος, εάν δεν επιβληθούν μέτρα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να αποσυρθεί από τον κλάδο του DCD, γεγονός που θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε ζημίες θέσεων εργασίας. Η εξέλιξη αυτή θα οδηγούσε σε μονοπώλιο των κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων, γεγονός που θα ήταν ζημιογόνο για τους τελικούς χρήστες DCD, οι οποίοι έχουν τονίσει πόσο σημαντικό είναι να διατηρηθεί μία πηγή εφοδιασμού στην Κοινότητα.

(124)

Εξαιτίας της σημαντικής υποτιμολόγησης που εφαρμόζεται στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ απλώς θα επαναφέρει ίσους όρους ανταγωνισμού, εξασφαλίζοντας τη διατήρηση δύο πηγών εφοδιασμού για τους χρήστες.

(125)

Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν αποχρώντες λόγοι όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας για τη μη επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ.

7.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

7.1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(126)

Με βάση τα ανωτέρω πορίσματα και προκειμένου να αντανακλάται επαρκώς η συγκεκριμένη κατάσταση που επικρατεί στην αγορά DCD, θεωρείται σκόπιμο να ληφθούν μέτρα αντιντάμπινγκ.

(127)

Τα μέτρα πρέπει να επιβληθούν σε επαρκές επίπεδο ώστε να αποκατασταθεί ο θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ του ΚΚΠ και των παραγωγών-εξαγωγέων της ΛΔΚ.

(128)

Κρίθηκε ότι οι συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης απαιτούν ειδική προσέγγιση για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας. Ευναφώς, υπάρχουν τρεις σημαντικές πτυχές που πρέπει να ληφθούν υπόψη:

i)

Δεδομένου του συμπεράσματος σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια, τα μέτρα δεν αναμένεται να αντισταθμίσουν τους παράγοντες που δεν μπορούν να αποδοθούν στις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ωστόσο, είναι απίθανο να προσδιοριστεί επακριβώς η συμβολή των στοιχείων αυτών.

ii)

Το περιθώριο ντάμπινγκ υπολογίστηκε κατ’ εξαίρεση: δεδομένου ότι δεν μπορούσε να χορηγηθεί καθεστώς οικονομίας της αγοράς/ατομική μεταχείριση (ΚΟΑ/ΑΜ) στους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ και εξαιτίας της έλλειψης ανάλογης χώρας, η κανονική τιμή έπρεπε να κατασκευαστεί με βάση το κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

iii)

Υπάρχουν μόνο δύο πηγές εφοδιασμού DCD παγκοσμίως: ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής που είναι εγκατεστημένος στη Γερμανία και ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ. Αυτό επιβάλει μια προσεκτική προσέγγιση ώστε να μην δημιουργηθεί στην κοινοτική αγορά μονοπώλιο ή/και κρίσιμη κατάσταση όσον αφορά τον εφοδιασμό.

(129)

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, από την 1η Ιουλίου 2007, ο συντελεστής επιστροφής του ΦΠΑ που εφαρμόζεται στις εισαγωγές DCD καταγωγής ΛΔΚ μειώθηκε από 13 % σε 5 %. Αυτό θα οδηγήσει, κατά πάσα πιθανότητα, σε αύξηση των τιμών των εξαγωγών του κινεζικού DCD, δεδομένου ότι το κόστος παραγωγής του DCD προς εξαγωγή θα είναι υψηλότερο.

(130)

Υπό τις συνθήκες αυτές, έπρεπε να χρησιμοποιηθεί μια πιο ουσιαστική μέθοδος για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας που συνδέεται με τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Πράγματι, κρίθηκε σκόπιμο να δοθεί έμφαση στις ζημιογόνες συνέπειες που προκλήθηκαν απευθείας από τις πρακτικές υποτιμολόγησης των κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων και να βασιστεί το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας στο ποσό που επαρκεί για την εξάλειψη της πραγματικής υποτιμολόγησης και να προστεθεί ένα στοιχείο κέρδους (μεταξύ 0 και 5 %) που να αντιστοιχεί στο περιθώριο κέρδους που πέτυχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής το 2001 για το υπό εξέταση προϊόν. Η προσέγγιση αυτή θα επιτρέψει στον ΚΚΠ να χρεώνει υψηλότερες τιμές και, συνεπώς, να βελτιώσει τη χρηματοοικονομική του κατάσταση εφόσον στο βαθμό που αυτή έχει σαφώς πληγεί από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(131)

Ύστερα από την ανακοίνωση των οριστικών πορισμάτων της έρευνας, ο ΚΚΠ ισχυρίστηκε ότι το προτεινόμενο επίπεδο δασμού δεν μπορούσε να διασφαλίσει τη βιωσιμότητά του, δεδομένου ότι δεν θα του επέτρεπε να αυξήσει τις τιμές του σε ένα επίπεδο που θα κάλυπτε όλο το κόστος παραγωγής του. Αντιθέτως, πρότεινε μια μεθοδολογία η οποία θα επέτρεπε να επιτευχθεί ένα σημείο ένα σημείο εξισορρόπησης για όλη την αλυσίδα παραγωγής DCD. Ωστόσο, η μέθοδος αυτή έπρεπε να απορριφθεί διότι βασιζόταν σε στοιχεία τα οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό μη εξακριβωμένα και θα είχαν συμπεριλάβει και άλλα προϊόντα πέραν του υπό εξέταση προϊόντος.

(132)

Υποστηρίζεται συνεπώς ότι ο δασμός που βασίζεται στην υποτιμολόγηση συν το κέρδος θα εξουδετερώσει τη ζημία που προκλήθηκε απευθείας από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, ακόμα και αν δεν εξαλείψει πλήρως όλες τις χρηματοοικονομικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζει ο ΚΚΠ. Η κάλυψη όλου του κόστους παραγωγής θα αποτελούσε υπεραντιστάθμιση δεδομένου ότι υπάρχουν παράγοντες πέραν από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι τα οφέλη του ΚΚΠ από τη συγκεκριμένη θέση στην αγορά χαρακτηρίζονται από την εγγύτητά του προς τους πελάτες.

(133)

Με βάση τα παραπάνω, η αναγκαία αύξηση των τιμών καθορίστηκε με τη χρήση της σταθμισμένης μέσης τιμής εισαγωγής, όπως καθορίστηκε για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης, και με την προσθήκη του επιπλέον στοιχείου κέρδους. Το αποτέλεσμα εκφράστηκε, εν συνεχεία, ως εκατοστιαίο ποσοστό της συνολικής αξίας CIF κατά την εισαγωγή.

(134)

Με βάση τις ειδικές περιστάσεις, όπως περιγράφονται ανωτέρω, η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά την αγορά. Εάν το μέτρο αποδειχτεί ανεπαρκές, ή εναλλακτικά, οδηγήσει σε ελλείψεις στην κοινοτική αγορά ή/και σε μονοπώλιο ενός εκ των δύο μερών, η Επιτροπή θα αντιμετωπίσει αμέσως την κατάσταση αρχίζοντας αναθεώρηση ex officio βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού ή/και εφαρμόζοντας το άρθρο 14 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

7.2.   Οριστικά μέτρα

(135)

Βάσει των ανωτέρω, θεωρείται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος.

(136)

Επειδή το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας είναι χαμηλότερο από το καθορισθέν περιθώριο ντάμπινγκ, τα προσωρινά μέτρα πρέπει να βασίζονται στο επίπεδο εξάλειψης της ζημίας.

(137)

Με βάση τα παραπάνω, ο δασμός εκφρασμένος ως εκατοστιαίο ποσοστό της τιμής CIF στα κοινοτικά σύνορα, πριν από τον εκτελωνισμό, είναι ο εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Δασμός (%)

ΛΔΚ

Όλες οι εταιρείες

49,1 %

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές 1-κυανογουανιδίνης (δικυανοδιαμίδης) που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2926 20 00, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν από την καταβολή δασμού, για το προϊόν που περιγράφεται ανωτέρω ορίζεται σε 49,1 %.

3.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. TEIXEIRA DOS SANTOS


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ C 193 της 17.8.2006, σ. 3.