25.5.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 134/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΏΠΩΝ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΉΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΏΝ ΜΕΛΏΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΈΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΣΥΝΉΛΘΑΝ ΣΤΟ ΠΛΑΊΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Απριλίου 2007

σχετικά με την υπογραφή και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αφετέρου

(2007/339/ΕΚ)

TΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΗΛΘΑΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο πρώτη πρόταση,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή διαπραγματεύθηκε, εξ ονόματος της Κοινότητας και των κρατών μελών, μια συμφωνία αεροπορικών μεταφορών με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (στο εξής «η συμφωνία»), σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου που εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις.

(2)

Η συμφωνία μονογραφήθηκε στις 2 Μαρτίου 2007.

(3)

Η συμφωνία που έχει διαπραγματευθεί η Επιτροπή θα πρέπει να υπογραφεί και να εφαρμοσθεί προσωρινά από την Κοινότητα και τα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη της πιθανής σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

(4)

Είναι αναγκαίο να καθορισθούν διαδικαστικές ρυθμίσεις για το πώς θα αποφασισθεί, εν ανάγκη, ο τρόπος διακοπής της προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας και της αναστολής δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3 της συμφωνίας. Είναι επίσης αναγκαίο να καθορισθούν διαδικαστικές ρυθμίσεις για τη συμμετοχή της Κοινότητας και των κρατών μελών στην κοινή επιτροπή που συστήνεται με βάση το άρθρο 18 της συμφωνίας και στις διαδικασίες διαιτησίας που προβλέπονται στο άρθρο 19 της συμφωνίας, καθώς και για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν την αεροπορική ασφάλεια, την ασφάλεια των πτήσεων, τη χορήγηση και την ανάκληση των δικαιωμάτων κυκλοφορίας και την κυβερνητική χρηματοδότηση,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Υπογραφή και προσωρινή εφαρμογή

1.   Η υπογραφή της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αφετέρου, εφεξής «η συμφωνία», εγκρίνεται, εξ ονόματος της Κοινότητας, με την επιφύλαξη απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας. Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

2.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Κοινότητας, με την επιφύλαξη της σύναψής της.

3.   Ενόσω εκκρεμεί η έναρξη ισχύος της, η συμφωνία εφαρμόζεται προσωρινά από την Κοινότητα και τα κράτη μέλη της, σύμφωνα με την εφαρμογή του εθνικού δικαίου, από τις 30 Μαρτίου 2008. Αυτό επιβεβαιώνεται επ’ ευκαιρία της υπογραφής της συμφωνίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

4.   Η απόφαση για τη διακοπή της προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας και τη σχετική γνωστοποίηση στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της συμφωνίας, και η απόφαση ανάκλησης της γνωστοποίησης αυτής, λαμβάνονται από το Συμβούλιο με ομοφωνία, εξ ονόματος της Κοινότητας και των κρατών μελών της, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης.

Άρθρο 2

Αναστολή μεταφορικών δικαιωμάτων

1.   Εάν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία δεύτερου σταδίου εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη της επανεξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 της συμφωνίας, κάθε κράτος μέλος μπορεί, εντός του επόμενου δεκαπενθημέρου, να κοινοποιήσει στην Επιτροπή ποια μεταφορικά δικαιώματα σε σχέση με το έδαφός του, εάν υπάρχουν, επιθυμεί να αναστείλει. Τα εν λόγω μεταφορικά δικαιώματα δεν μπορούν να περιλαμβάνουν δικαιώματα που καθορίζονται στις συμφωνίες που αναφέρονται στο παράρτημα 1 της συμφωνίας.

2.   Βάσει των κοινοποιήσεων που παραλαμβάνονται από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των μεταφορικών δικαιωμάτων που πρόκειται να ανασταλούν και τον διαβιβάζει στο Συμβούλιο. Ο πρόεδρος του Συμβουλίου, ενεργώντας εξ ονόματος της Κοινότητας και των κρατών μελών της, γνωστοποιεί στη συνέχεια στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής την αναστολή των μεταφορικών δικαιωμάτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3 της συμφωνίας. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για την αναστολή των δικαιωμάτων αυτών από την πρώτη ημέρα της περιόδου κυκλοφορίας της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (IATA), η οποία αρχίζει τουλάχιστον δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης της αναστολής.

3.   Παρά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ομοφωνία κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίσει να μη γνωστοποιήσει την αναστολή ή να την ανακαλέσει στη συνέχεια.

Άρθρο 3

Κοινή επιτροπή

1.   Η Κοινότητα και τα κράτη μέλη εκπροσωπούνται στην κοινή επιτροπή που συστήνεται βάσει του άρθρου 18 της συμφωνίας από αντιπροσώπους της Επιτροπής και των κρατών μελών.

2.   Η θέση που λαμβάνουν η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της στην κοινή επιτροπή όσον αφορά θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 14 ή 20 της συμφωνίας ή θέματα που δεν απαιτούν τη λήψη απόφασης επαγομένης έννομες συνέπειες, υιοθετείται από την Επιτροπή.

3.   Για άλλες αποφάσεις της κοινής επιτροπής που αφορούν θέματα τα οποία εμπίπτουν στην κοινοτική αρμοδιότητα, η θέση που λαμβάνουν η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της υιοθετείται από το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής.

4.   Για άλλες αποφάσεις της κοινής επιτροπής που αφορούν θέματα τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, η θέση που λαμβάνουν η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της υιοθετείται από το Συμβούλιο, με ομοφωνία, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής ή των κρατών μελών.

5.   Τη θέση της Κοινότητας και των κρατών μελών στην κοινή επιτροπή εκφράζει η Επιτροπή, πλην των τομέων που εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών, οπότε η θέση αυτή εκφράζεται από την Προεδρία του Συμβουλίου ή, εάν το αποφασίσει το Συμβούλιο, από την Επιτροπή.

Άρθρο 4

Διαιτησία

1.   Η Επιτροπή αντιπροσωπεύει την Κοινότητα και τα κράτη μέλη στις διαδικασίες διαιτησίας βάσει του άρθρου 19 της συμφωνίας.

2.   Η απόφαση αναστολής της εφαρμογής των ευεργετημάτων σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 7 της συμφωνίας λαμβάνεται από το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

3.   Κάθε άλλη ενδεδειγμένη δράση που αναλαμβάνεται βάσει του άρθρου 19 της συμφωνίας σε θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Κοινότητας αποφασίζεται από την Επιτροπή, με τη συνδρομή ειδικής επιτροπής απαρτιζόμενης από αντιπροσώπους των κρατών μελών, την οποία ορίζει το Συμβούλιο.

Άρθρο 5

Ενημέρωση της Επιτροπής

1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν πάραυτα την Επιτροπή για οποιαδήποτε απόφαση να αρνηθούν, να ανακαλέσουν, να αναστείλουν ή να περιορίσουν, τις άδειες αερομεταφορέα από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, που έχουν λάβει βάσει των άρθρων 4 ή 5 της συμφωνίας.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά με τυχόν αιτήματα ή κοινοποιήσεις που υπέβαλαν ή έλαβαν βάσει του άρθρου 8 της συμφωνίας.

3.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά με τυχόν αιτήματα ή κοινοποιήσεις που υπέβαλαν ή έλαβαν βάσει του άρθρου 9 της συμφωνίας.

Άρθρο 6

Κρατικές επιχορηγήσεις και κρατική υποστήριξη

1.   Εάν ένα κράτος μέλος πιστεύει ότι η επιχορήγηση ή η υποστήριξη, η οποία μελετάται ή χορηγείται από κυβερνητική οντότητα στην επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, θα έχει τα δυσμενή αποτελέσματα στον ανταγωνισμό, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 της συμφωνίας, θέτει το θέμα υπόψη της Επιτροπής, η οποία μπορεί να έλθει σε επαφή με την εν λόγω οντότητα ή να ζητήσει σύγκληση της κοινής επιτροπής που συστήνεται με βάση το άρθρο 18 της συμφωνίας.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή αμέσως όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έρχονται σε επαφή με αυτά βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 3 της συμφωνίας.

Λουξεμβούργο, 25 Απριλίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

W. TIEFENSEE


ΣΥΜΦΩΝΊΑ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΏΝ ΜΕΤΑΦΟΡΏΝ

ΟΙ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ (στο εξής «οι Ηνωμένες Πολιτείες»), αφενός,

και

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ,

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΤΤΟΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Η ΜΑΛΤΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ,

Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

Μέρη της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «τα κράτη μέλη»),

και η ΕΥΡΩΠΑÏΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ, αφετέρου,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να προωθήσουν ένα διεθνές αεροπορικό σύστημα, βασιζόμενο στον ανταγωνισμό μεταξύ αεροπορικών εταιρειών μέσα στην αγορά με ελάχιστη κρατική παρέμβαση και ρύθμιση,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να διευκολύνουν την επέκταση των δυνατοτήτων διεθνών αερομεταφορών, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των αεροπορικών δικτύων μεταφορών με σκοπό την ικανοποίηση των αναγκών για κατάλληλες υπηρεσίες αερομεταφοράς των επιβατών και των φορτωτών,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να καταστήσουν για τις αεροπορικές εταιρείες εφικτή την προσφορά ανταγωνιστικών τιμών και υπηρεσιών μεταφοράς στο κοινό που ταξιδεύει και χρησιμοποιεί υπηρεσίες μεταφοράς στα πλαίσια ανοικτών αγορών,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να αποκομίσουν οφέλη, από μια συμφωνία ελευθέρωσης, όλοι οι κλάδοι των αερομεταφορών, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων στις αεροπορικές εταιρείες,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να εξασφαλισθεί στις διεθνείς αερομεταφορές το υψηλότερο επίπεδο ασφαλείας των πτήσεων και αεροπορικής ασφάλειας και επαναλαμβάνοντας τη σοβαρή τους ανησυχία για ενέργειες ή απειλές κατά της ασφάλειας των αεροσκαφών, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια προσώπων ή αγαθών, επηρεάζουν δυσμενώς την εκτέλεση των αερομεταφορών και υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη του κοινού για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας,

ΕΠΙΖΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ τη σύμβαση Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας, η οποία ετέθη προς υπογραφή στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι, με τις κρατικές επιδοτήσεις, μπορεί να επηρεάζεται δυσμενώς ο ανταγωνισμός μεταξύ αεροπορικών εταιρειών και να διακυβεύονται οι βασικοί στόχοι της παρούσας συμφωνίας,

ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΣ τη σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος στην ανάπτυξη και την εφαρμογή μιας πολιτικής διεθνούς αεροπορίας,

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ τη σπουδαιότητα της προστασίας του καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας που παρέχει η σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις Διεθνείς Αεροπορικές Μεταφορές, που έγινε στο Μόντρεαλ, στις 28 Μαΐου 1999,

ΑΠΟΣΚΟΠΩΝΤΑΣ να αξιοποιήσουν το πλαίσιο των ισχυουσών συμφωνιών με στόχο το άνοιγμα της πρόσβασης στις αγορές και τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τους καταναλωτές, τις αεροπορικές εταιρείες, τους εργαζόμενους και τις κοινωνίες εκατέρωθεν του Ατλαντικού,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι είναι σκόπιμο να βελτιωθεί η πρόσβαση των αεροπορικών εταιρειών τους στις παγκόσμιες αγορές κεφαλαίου προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και να προαχθούν οι στόχοι της παρούσας συμφωνίας,

ΑΠΟΒΛΕΠΟΝΤΑΣ στην καθιέρωση ενός προηγούμενου παγκοσμίου σημασίας προκειμένου να προαχθούν τα οφέλη της φιλελευθεροποίησης σ’ αυτόν τον καίριας σημασίας οικονομικό τομέα,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, και εκτός εάν άλλως ορίζεται, νοούνται ως:

1.

«συμφωνία», η παρούσα συμφωνία, τα παραρτήματα και το προσάρτημά της και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις τους·

2.

«αεροπορική μεταφορά», η μεταφορά, με αεροσκάφος, επιβατών, αποσκευών, φορτίου και ταχυδρομείου, χωριστά ή σε συνδυασμό, που προσφέρεται στο κοινό επ’ αμοιβή ή επί μισθώσει·

3.

«σύμβαση», η σύμβαση Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας που ετέθη προς υπογραφή στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944, και περιλαμβάνει:

α)

οποιαδήποτε τροποποίησή της, η οποία τέθηκε σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 94 στοιχείο α) της σύμβασης και κυρώθηκε τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από το ή τα κράτη μέλη, αναλόγως του συγκεκριμένου θέματος,

και

β)

οποιοδήποτε παράρτημά της ή τροποποίησή του, που εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 90 της σύμβασης, εφόσον το εν λόγω παράρτημα ή η τροποποίησή του, ανά πάσα στιγμή επιφέρει αποτέλεσμα τόσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για το ή τα κράτη μέλη, αναλόγως του συγκεκριμένου θέματος·

4.

«πλήρες κόστος», το κόστος παροχής υπηρεσίας συν μια εύλογη επιβάρυνση για γενικά διοικητικά έξοδα·

5.

«διεθνής αεροπορική μεταφορά», η αεροπορική μεταφορά που διέρχεται από τον εναέριο χώρο υπεράνω της επικράτειας περισσοτέρων του ενός κρατών·

6.

«μέρος», είτε οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της·

7.

«τιμή», ο ναύλος, το κόμιστρο ή η επιβάρυνση για την αεροπορική μεταφορά επιβατών, αποσκευών ή/και φορτίου (πλην του ταχυδρομείου), συμπεριλαμβανομένης της επίγειας μεταφοράς σε συνδυασμό με διεθνή αερομεταφορά, αναλόγως, την οποία χρεώνουν οι αεροπορικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των πρακτόρων τους, καθώς και οι όροι που διέπουν τη διάθεση του εν λόγω ναύλου, κομίστρου ή επιβάρυνσης·

8.

«στάση για μη εμπορικούς σκοπούς», η προσγείωση για οποιοδήποτε σκοπό άλλον από την επιβίβαση ή την αποβίβαση επιβατών και τη φόρτωση ή την εκφόρτωση αποσκευών, φορτίου ή/και ταχυδρομείου σε αεροπορική μεταφορά·

9.

«επικράτεια», για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα εδάφη (ηπειρωτικά και νησιωτικά), τα εσωτερικά και τα χωρικά ύδατα υπό την κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία τους, και, για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της, τα εδάφη (ηπειρωτικά και νησιωτικά), τα εσωτερικά ύδατα και τα χωρικά ύδατα, στα οποία ισχύει η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και υπό τους όρους που προβλέπονται στην εν λόγω συνθήκη και οποιαδήποτε διάδοχο αυτής νομοθετική πράξη· η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας στο αεροδρόμιο του Γιβραλτάρ νοείται με την επιφύλαξη των αντίστοιχων νομικών θέσεων του Βασιλείου της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου στα πλαίσια της διαφοράς τους ως προς την κυριαρχία επί του εδάφους επί του οποίου ευρίσκεται ο αερολιμένας, καθώς και της συνεχιζόμενης εξαίρεσης του αερολιμένα του Γιβραλτάρ από τα αεροπορικά μέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υφίστανται μεταξύ κρατών μελών στις 18 Σεπτεμβρίου 2006, σύμφωνα με την υπουργική δήλωση για τον αερολιμένα του Γιβραλτάρ που συμφωνήθηκε στην Κόρδοβα στις 18 Σεπτεμβρίου του 2006·

και

10.

«τέλος χρήστη», το τέλος το οποίο επιβάλλεται στις αεροπορικές εταιρείες για την παροχή διευκολύνσεων ή υπηρεσιών αερολιμένα, περιβάλλοντος του αερολιμένα, αεροναυτιλίας ή αεροπορικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των συναφών υπηρεσιών ή διευκολύνσεων.

Άρθρο 2

Θεμιτές και ίσες ευκαιρίες

Κάθε μέρος προσφέρει στις αεροπορικές εταιρείες αμφοτέρων των μερών θεμιτές και ίσες ευκαιρίες ανταγωνισμού στην προσφορά εκτέλεσης των διεθνών αεροπορικών μεταφορών που διέπει η παρούσα συμφωνία.

Άρθρο 3

Παραχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης

1.   Κάθε μέρος χορηγεί στο άλλο μέρος τα κατωτέρω δικαιώματα εκμετάλλευσης για την εκτέλεση διεθνών αεροπορικών μεταφορών από τις αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους:

α)

το δικαίωμα πτήσης μέσω της επικρατείας του χωρίς προσγείωση·

β)

το δικαίωμα προσγείωσης στην επικράτειά του για μη εμπορικούς σκοπούς·

γ)

το δικαίωμα εκτέλεσης διεθνών αερομεταφορών μεταξύ σημείων τα οποία ευρίσκονται στις ακόλουθες διαδρομές:

i)

για τις αεροπορικές εταιρείες των Ηνωμένων Πολιτειών (στο εξής «αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ»), από σημεία πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσω των Ηνωμένων Πολιτειών και ενδιάμεσων σημείων, προς οποιοδήποτε σημείο ή σημεία σε οποιοδήποτε κράτος μέλος ή κράτη μέλη και πέραν αυτών· και, για τα δρομολόγια αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου, μεταξύ οποιουδήποτε κράτους μέλους και οποιουδήποτε σημείου ή σημείων (συμπεριλαμβανομένων των σημείων σε οποιαδήποτε άλλα κράτη μέλη),

ii)

για τιις αεροπορικές εταιρείες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της (στο εξής «κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες»), από σημεία πίσω από τα κράτη μέλη, μέσω των κρατών μελών και ενδιάμεσων σημείων, προς οποιοδήποτε σημείο ή σημεία των Ηνωμένων Πολιτειών και πέραν αυτών· για τα δρομολόγια αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου, μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και οποιουδήποτε σημείου ή σημείων· και, για τα συνδυασμένα δρομολόγια, μεταξύ οποιουδήποτε σημείου ή σημείων των Ηνωμένων Πολιτειών και οποιουδήποτε σημείου ή σημείων σε οποιοδήποτε μέλος του Κοινού Ευρωπαϊκού Αεροπορικού Χώρου (στο εξής «ΚΕΑΧ») από την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας,

και

δ)

τα δικαιώματα που καθορίζονται άλλως πως στην παρούσα συμφωνία.

2.   Κάθε αεροπορική εταιρεία μπορεί, σε οποιαδήποτε ή σε όλες τις πτήσεις της και κατά την προαίρεσή της:

α)

να εκτελεί πτήσεις προς μια ή και προς τις δύο κατευθύνσεις·

β)

να συνδυάζει διαφορετικούς κωδικούς αριθμούς πτήσης στο πλαίσιο της εκμετάλλευσης ενός αεροσκάφους·

γ)

να εξυπηρετεί σημεία πίσω, ενδιάμεσα και πέραν των επικρατειών των μερών και σημεία μέσα στις επικράτειες των μερών με οποιοδήποτε συνδυασμό και σειρά·

δ)

να παραλείπει στάσεις σε οποιοδήποτε σημείο ή σημεία·

ε)

να μεταφέρει επιβάτες και φορτίο από οποιοδήποτε αεροσκάφος της σε οποιοδήποτε άλλο αεροσκάφος της σε οποιοδήποτε σημείο·

στ)

να εξυπηρετεί σημεία πίσω από οποιοδήποτε σημείο στην επικράτειά της, με ή χωρίς αλλαγή αεροσκάφους ή κωδικού αριθμού πτήσης, και να προσφέρει και να διαφημίζει τα εν λόγω δρομολόγια στο κοινό ως απευθείας πτήσεις·

ζ)

να κάνει στάση σε οποιοδήποτε σημείο εντός ή εκτός της επικράτειας οποιουδήποτε μέρους·

η)

να εκτελεί διαμετακομιστική μεταφορά μέσω της επικράτειας του άλλου μέρους,

και

θ)

να συνδυάζει επιβάτες και φορτίο στο ίδιο αεροσκάφος ανεξαρτήτως της προέλευσής τους,

χωρίς περιορισμούς ως προς την κατεύθυνση ή τη γεωγραφική περιοχή και χωρίς απώλεια δικαιώματος μεταφοράς επιβατών ή φορτίου, επιτρεπόμενου άλλως σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία.

3.   Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν με την επιφύλαξη των ακόλουθων απαιτήσεων:

α)

για τις αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ, εξαιρουμένων των δρομολογίων αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου, η μεταφορά αποτελεί μέρος δρομολογίου που εξυπηρετεί τις Ηνωμένες Πολιτείες,

και

β)

για τις κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες, εξαιρουμένων i) των δρομολογίων αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου και ii) των συνδυασμένων δρομολογίων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και οιουδήποτε μέλους του ΚΕΑΧ από την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, η μεταφορά αποτελεί μέρος δρομολογίου που εξυπηρετεί κράτος μέλος.

4.   Κάθε μέρος επιτρέπει σε κάθε αεροπορική εταιρεία να καθορίζει τη συχνότητα και τη χωρητικότητα της διεθνούς αεροπορικής μεταφοράς που προσφέρει με βάση την εμπορική συλλογιστική στην αγορά. Σύμφωνα με το δικαίωμα αυτό, κανένα μέρος δεν περιορίζει μονομερώς τον όγκο της κίνησης, τη συχνότητα ή την τακτικότητα των δρομολογίων, ή τον ή τους τύπους αεροσκαφών που χρησιμοποιούν οι αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους, ούτε απαιτεί την κατάρτιση πινάκων δρομολογίων, προγραμμάτων ναυλωμένων πτήσεων, ή επιχειρησιακών σχεδίων από τις αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους, εκτός εάν αυτό απαιτείται για τελωνειακούς, τεχνικούς, επιχειρησιακούς ή περιβαλλοντικούς (σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15) λόγους με βάση ενιαίους όρους σύμφωνους με το άρθρο 15 της σύμβασης.

5.   Κάθε αεροπορική εταιρεία μπορεί να εκτελεί διεθνείς αεροπορικές μεταφορές χωρίς περιορισμούς ως προς την αλλαγή, σε οποιοδήποτε σημείο, του τύπου ή του αριθμού των χρησιμοποιούμενων αεροσκαφών, με την προϋπόθεση ότι α) για τις αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ, εξαιρουμένων των δρομολογίων αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου, η μεταφορά αποτελεί μέρος δρομολογίου που εξυπηρετεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, και β) για τις κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες, εξαιρουμένων των i) των δρομολογίων αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου και ii) των συνδυασμένων δρομολογίων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και μέλους του ΚΕΑΧ από την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, η μεταφορά αποτελεί μέρος δρομολογίου που εξυπηρετεί κράτος μέλος.

6.   Ουδεμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν θεωρείται ότι παρέχει το δικαίωμα:

α)

στις αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ να επιβιβάζουν, μέσα στην επικράτεια οποιουδήποτε κράτους μέλους, επιβάτες, αποσκευές, φορτίο ή ταχυδρομείο έναντι αποζημίωσης με προορισμό άλλο σημείο μέσα στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους·

β)

στις κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες να επιβιβάζουν, μέσα στην επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών, επιβάτες, αποσκευές, φορτίο ή ταχυδρομείο έναντι αποζημίωσης με προορισμό άλλο σημείο μέσα στην επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών.

7.   Η πρόσβαση των κοινοτικών αεροπορικών εταιρειών σε μεταφορές που ανατίθενται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ διέπεται από το παράρτημα 3.

Άρθρο 4

Εξουσιοδότηση

Μετά την παραλαβή αιτήσεων αεροπορικής εταιρείας ενός μέρους, σύμφωνα με τον τύπο και τον τρόπο που καθορίζονται για τη χορήγηση εξουσιοδότησης λειτουργίας και τεχνικής άδειας, το άλλο μέρος χορηγεί τις απαιτούμενες εξουσιοδοτήσεις λειτουργίας και τεχνικές άδειες με την ελάχιστη διαδικαστική καθυστέρηση, υπό τον όρον ότι:

α)

για μια αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ, τη βασική κυριότητα και τον ουσιαστικό έλεγχο της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπήκοοι των Ηνωμένων Πολιτειών, ή αμφότεροι, και η αεροπορική αυτή εταιρεία έχει άδεια λειτουργίας ως αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ και έχει την κύρια εγκατάστασή της στην επικράτεια των ΗΠΑ·

β)

για μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία, τη βασική κυριότητα και τον ουσιαστικό έλεγχο της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας έχουν κράτος μέλος ή κράτη μέλη, υπήκοοι αυτού ή αυτών των κρατών, ή αμφότεροι, και η αεροπορική αυτή εταιρεία έχει άδεια λειτουργίας ως κοινοτική αεροπορική εταιρεία και έχει την κύρια εγκατάστασή της στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·

γ)

η αεροπορική εταιρεία είναι ικανή να ανταποκριθεί στις προϋποθέσεις που προσδιορίζονται από τις νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται συνήθως για την εκτέλεση διεθνών αεροπορικών μεταφορών από το μέρος που εξετάζει την ή τις αιτήσεις,

και

δ)

τηρούνται και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 8 (Ασφάλεια πτήσεων) και του άρθρου 9 (Αεροπορική ασφάλεια).

Άρθρο 5

Ανάκληση εξουσιοδότησης

1.   Κάθε μέρος μπορεί να ανακαλεί, να αναστέλλει ή να περιορίζει τις εξουσιοδοτήσεις λειτουργίας ή τις τεχνικές άδειες ή άλλως να αναστέλλει ή να περιορίζει τη λειτουργία μιας αεροπορικής εταιρείας του άλλου μέρους, όταν:

α)

για μια αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ, τη βασική κυριότητα και τον ουσιαστικό έλεγχο της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας δεν έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπήκοοι των Ηνωμένων Πολιτειών, ή αμφότεροι, ή η αεροπορική αυτή εταιρεία δεν έχει άδεια λειτουργίας ως αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ ή δεν έχει την κύρια εγκατάστασή της στην επικράτεια των ΗΠΑ·

β)

για μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία, τη βασική κυριότητα και τον ουσιαστικό έλεγχο της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας δεν έχουν κράτος μέλος ή κράτη μέλη, υπήκοοι αυτού ή αυτών των κρατών, ή αμφότεροι, ή η αεροπορική αυτή εταιρεία δεν έχει άδεια λειτουργίας ως κοινοτική αεροπορική εταιρεία ή δεν έχει την κύρια εγκατάστασή της στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ή

γ)

η εν λόγω αεροπορική εταιρεία παρέλειψε να συμμορφωθεί προς τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 (Εφαρμογή νομοθετικών διατάξεων) της παρούσας συμφωνίας.

2.   Τα δικαιώματα που καθορίζονται στο παρόν άρθρο ασκούνται μόνο μετά από διαβουλεύσεις με το άλλο μέρος, εκτός εάν κάποια άμεση παρέμβαση είναι ουσιώδους σημασίας για την αποφυγή περαιτέρω μη συμμόρφωσης προς την παράγραφο 1 στοιχείο γ).

3.   Το παρόν άρθρο δεν περιορίζει τα δικαιώματα κάθε μέρους να ανακαλεί, να αναστέλλει, να περιορίζει ή να θέτει όρους στην εξουσιοδότηση λειτουργίας ή στην τεχνική άδεια αεροπορικής εταιρείας ή εταιρειών του άλλου μέρους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 (Ασφάλεια πτήσεων) ή του άρθρου 9 (Αεροπορική ασφάλεια).

Άρθρο 6

Πρόσθετα ζητήματα σχετικά με την κυριότητα, τις επενδύσεις και τον έλεγχο

Παρά τις άλλες διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, τα μέρη εφαρμόζουν τις διατάξεις του παραρτήματος 4 όταν λαμβάνουν αποφάσεις, δυνάμει των οικείων νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, όσον αφορά την κυριότητα, τις επενδύσεις και τον έλεγχο.

Άρθρο 7

Εφαρμογή νομοθετικών διατάξεων

1.   Οι νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις ενός μέρους που αφορούν την είσοδο αεροσκάφους διεθνούς αεροπορίας στην επικράτειά του ή την αποχώρηση από αυτήν, ή την εκμετάλλευση και τις πτήσεις του αεροσκάφους αυτού κατά την παραμονή του στην επικράτειά του, εφαρμόζονται στο αεροσκάφος που χρησιμοποιούν οι αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους και τηρούνται από το αεροσκάφος αυτό κατά την είσοδο, την αποχώρηση και κατά την παραμονή του στην επικράτεια του πρώτου μέρους.

2.   Κατά την είσοδο, την έξοδο ή κατά την παραμονή στην επικράτεια ενός μέρους, οι αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους τηρούν, για τις ίδιες ή για λογαριασμό των επιβατών, του πληρώματος ή του φορτίου, τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν στην εν λόγω επικράτεια για την είσοδο ή την αποχώρηση από την επικράτεια αυτήν, επιβατών, πληρωμάτων ή φορτίου αεροσκάφους (συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών εισόδου, ελευθεροεπικοινωνίας, μετανάστευσης, διαβατηρίων, τελωνείων και καραντίνας ή, στην περίπτωση του ταχυδρομείου, ταχυδρομικών κανονισμών).

Άρθρο 8

Ασφάλεια πτήσεων

1.   Οι υπεύθυνες αρχές των μερών αναγνωρίζουν ως έγκυρα, για την εκτέλεση των αεροπορικών μεταφορών που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, πιστοποιητικά πτητικής ικανότητας, πιστοποιητικά ικανότητας και άδειες που έχουν εκδοθεί ή επικυρωθεί από έκαστο των μερών και εξακολουθούν να ισχύουν, υπό τον όρο ότι οι προϋποθέσεις για τα εν λόγω πιστοποιητικά ή άδειες τουλάχιστον ισοδυναμούν με τα τυχόν στοιχειώδη πρότυπα που καθορίζονται σύμφωνα με τη σύμβαση. Ωστόσο, οι υπεύθυνες αρχές μπορούν να αρνούνται να αναγνωρίσουν ως έγκυρα, για υπέρπτηση της επικράτειάς τους, πιστοποιητικά ικανότητας και άδειες που χορηγούνται ή επικυρώνονται για τους υπηκόους τους από αυτές τις άλλες αρχές.

2.   Οι υπεύθυνες αρχές ενός μέρους μπορούν να ζητούν διαβουλεύσεις με τις υπεύθυνες αρχές του άλλου μέρους σχετικά με τα πρότυπα ασφαλείας που εφαρμόζουν οι αρχές αυτές και σχετίζονται με τις αεροναυτιλιακές εγκαταστάσεις, τα πληρώματα, τα αεροσκάφη και τα δρομολόγια των αεροπορικών εταιρειών που είναι υπό την επίβλεψη των αρχών αυτών. Οι διαβουλεύσεις αυτές πραγματοποιούνται εντός 45 ημερών από την υποβολή του αιτήματος, εκτός εάν συμφωνηθεί άλλως. Εάν, ύστερα από τη διεξαγωγή των διαβουλεύσεων αυτών, οι αιτούσες υπεύθυνες αρχές διαπιστώσουν ότι οι εν λόγω αρχές δεν τηρούν και δεν εφαρμόζουν με αποτελεσματικό τρόπο πρότυπα και απαιτήσεις ασφαλείας στους τομείς αυτούς τουλάχιστον ισοδύναμα με τα στοιχειώδη πρότυπα που, ενδεχομένως, καθορίζονται σύμφωνα με τη σύμβαση, οι αιτούσες υπεύθυνες αρχές κοινοποιούν στις εν λόγω αρχές τις διαπιστώσεις τους και τα μέτρα που κρίνουν αναγκαία για τη συμμόρφωση προς τα εν λόγω στοιχειώδη πρότυπα, οι δε εν λόγω αρχές προβαίνουν στις δέουσες διορθωτικές ενέργειες. Οι αιτούσες υπεύθυνες αρχές διατηρούν το δικαίωμα να παρακρατούν, να ανακαλούν ή να περιορίζουν την εξουσιοδότηση λειτουργίας ή την τεχνική άδεια μιας ή περισσότερων αεροπορικών εταιρειών, την ασφάλεια των οποίων εποπτεύουν, σε περίπτωση κατά την οποία οι εν λόγω αρχές δεν προβαίνουν στις κατάλληλες διορθωτικές ενέργειες μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, και να αναλαμβάνουν αμέσως δράση έναντι της εν λόγω εταιρείας ή εταιρειών εφόσον, αυτό έχει ουσιαστική σημασία για να μην αποτελέσει η έλλειψη συμμόρφωσης προς το καθήκον διατήρησης και εφαρμογής των προαναφερόμενων προτύπων και απαιτήσεων άμεση απειλή κατά της ασφάλειας πτήσεων.

3.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραλαμβάνει ταυτόχρονα όλα τα αιτήματα και τις κοινοποιήσεις που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.

4.   Ουδεμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει τις υπεύθυνες αρχές των μερών να διεξάγουν συζητήσεις για την ασφάλεια πτήσεων, συμπεριλαμβανομένων συζητήσεων για τη συνήθη εφαρμογή των προτύπων και απαιτήσεων ασφαλείας ή για τις έκτακτες καταστάσεις που ενδέχεται κατά καιρούς να προκύψουν.

Άρθρο 9

Αεροπορική ασφάλεια

1.   Σύμφωνα με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του διεθνούς δικαίου, τα μέρη επιβεβαιώνουν ότι η υποχρέωση ενός μέρους έναντι του άλλου να προστατεύει την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες πράξεις αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας. Τα μέρη, χωρίς να περιορίζουν τη γενική ισχύ των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που υπέχουν δυνάμει του διεθνούς δικαίου, ενεργούν ιδίως σύμφωνα με τις ακόλουθες συμφωνίες: τη σύμβαση περί παραβάσεων και ορισμένων άλλων πράξεων που διαπράττονται επί αεροσκαφών, η οποία έγινε στο Τόκιο στις 14 Σεπτεμβρίου 1963, τη σύμβαση για την καταστολή της παράνομης υφαρπαγής αεροσκαφών, η οποία έγινε στη Χάγη στις 16 Δεκεμβρίου 1970, και τη σύμβαση για την καταστολή παρανόμων πράξεων κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, η οποία έγινε στο Μόντρεαλ στις 23 Σεπτεμβρίου 1971, και το πρωτόκολλο για την καταστολή παράνομων πράξεων βίας σε αερολιμένες που εξυπηρετούν τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, το οποίο έγινε στο Μόντρεαλ στις 24 Φεβρουαρίου 1988.

2.   Κατόπιν αιτήσεως, τα μέρη παρέχουν όλη την αναγκαία συνδρομή εκατέρωθεν για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε απειλής κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, συμπεριλαμβανομένης της αποτροπής ενεργειών παράνομης υφαρπαγής αεροσκαφών της πολιτικής αεροπορίας και άλλων παράνομων ενεργειών κατά της ασφάλειας των αεροσκαφών αυτών, των επιβατών και του πληρώματός των και των αερολιμένων και των αεροναυτιλιακών διευκολύνσεων.

3.   Στις αμοιβαίες σχέσεις τους, τα μέρη ενεργούν σύμφωνα με τα πρότυπα αεροπορικής ασφάλειας και με τις ανάλογες συνιστώμενες πρακτικές που έχουν καθιερωθεί από τη Διεθνή Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας και έχουν ενσωματωθεί ως παραρτήματα της σύμβασης αυτής· απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης των αεροσκαφών που είναι νηολογημένα στα μητρώα τους, τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών που έχουν την κύρια εγκατάστασή τους ή τη μόνιμη έδρα τους στην επικράτειά τους, καθώς και από τους φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων που ευρίσκονται στην επικράτειά τους, να ενεργούν σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις αεροπορικής ασφάλειας.

4.   Κάθε μέρος μεριμνά ώστε να λαμβάνονται αποτελεσματικά μέτρα εντός της επικρατείας του για την προστασία των αεροσκαφών και για τον έλεγχο των επιβατών και των μελών των πληρωμάτων και των αποσκευών και των χειραποσκευών τους, καθώς και του φορτίου και των αποθηκών των αεροσκαφών, πριν και κατά τη διάρκεια της επιβίβασης ή της φόρτωσης, και ώστε τα εν λόγω μέτρα να είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση μεγάλων απειλών κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας. Κάθε μέρος συμφωνεί ότι πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις αεροπορικής ασφαλείας που απαιτούνται από το άλλο μέρος για την έξοδο και κατά την παραμονή στην επικράτεια του εν λόγω άλλου μέρους. Κάθε μέρος ανταποκρίνεται θετικά σε κάθε αίτημα του άλλου μέρους για τη λήψη ειδικών μέτρων ασφάλειας προς αντιμετώπιση συγκεκριμένης απειλής.

5.   Με πλήρη και αμοιβαίο σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας των μερών, ένα μέρος μπορεί να λαμβάνει μέτρα ασφάλειας για την είσοδο στην επικράτειά του. Εφόσον είναι δυνατόν, το εν λόγω μέρος λαμβάνει υπόψη του τα μέτρα ασφαλείας που εφαρμόζει ήδη το άλλο μέρος και τις σχετικές απόψεις που ενδεχομένως διατυπώνει. Ωστόσο, κάθε μέρος αναγνωρίζει, ότι καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν περιορίζει τη δυνατότητα ενός μέρους να αρνείται την είσοδο οποιασδήποτε πτήσης ή πτήσεων στην επικράτειά του, εφόσον κρίνει ότι απειλείται η ασφάλειά του.

6.   Ένα μέρος μπορεί να λαμβάνει επείγοντα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων τροποποιήσεων, για την αντιμετώπιση συγκεκριμένης απειλής κατά της ασφάλειάς του. Τα μέτρα αυτά κοινοποιούνται αμέσως στις υπεύθυνες αρχές του άλλου μέρους.

7.   Τα μέρη τονίζουν ότι είναι σημαντική η επίτευξη συμβιβάσιμων πρακτικών και προτύπων ως μέσου βελτίωσης της ασφαλείας των αεροπορικών μεταφορών και ελαχιστοποίησης των κανονιστικών αποκλίσεων. Προς το σκοπό αυτόν, τα μέρη χρησιμοποιούν πλήρως και αναπτύσσουν τις υπάρχουσες διαύλους συζήτησης των ισχυόντων και των προτεινόμενων μέτρων ασφαλείας. Τα μέρη αναμένουν ότι οι συζητήσεις θα αφορούν, μεταξύ άλλων, τα νέα μέτρα ασφάλειας που προτείνει ή εξετάζει το άλλο μέρος, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης των μέτρων ασφάλειας λόγω μεταβολής των συνθηκών, τα μέτρα που προτείνει ένα μέρος για να τηρηθούν οι απαιτήσεις ασφάλειας του άλλου μέρους, τις δυνατότητες της ταχύτερης προσαρμογής των προτύπων που αφορούν τα μέτρα αεροπορικής ασφάλειας, και τη συμβατότητα των απαιτήσεων ενός μέρους με τις εκ του νόμου υποχρεώσεις του άλλου μέρους. Οι εν λόγω συζητήσεις θα πρέπει να χρησιμεύουν για την έγκαιρη ειδοποίηση και την προκαταβολική συζήτηση για νέες πρωτοβουλίες και απαιτήσεις ασφαλείας.

8.   Με την επιφύλαξη της ανάγκης για άμεση ανάληψη δράσης για την προστασία της ασφάλειας των μεταφορών, τα μέρη βεβαιώνουν ότι, κατά την εξέταση μέτρων ασφάλειας, ένα μέρος αξιολογεί τις πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις τους στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές και λαμβάνει υπόψη του τους εν λόγω παράγοντες, εκτός εάν περιορίζεται από το νόμο, όταν καθορίζει ποια μέτρα είναι αναγκαία και κατάλληλα για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων ασφάλειας.

9.   Σε περίπτωση συμβάντος ή απειλής συμβάντος παράνομης υφαρπαγής αεροσκάφους ή άλλων παράνομων πράξεων κατά της ασφάλειας επιβατών, πληρώματος, αεροσκάφους, αερολιμένων ή αεροναυτιλιακών εγκαταστάσεων, τα μέρη αλληλοβοηθούνται διευκολύνοντας τις συνεννοήσεις και άλλα κατάλληλα μέτρα με σκοπό να τερματισθεί γρήγορα και με ασφάλεια το συμβάν ή η απειλή τέτοιου συμβάντος.

10.   Όταν ένα μέρος έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι το άλλο μέρος δεν τηρεί τις διατάξεις του παρόντος άρθρου για την αεροπορική ασφάλεια, οι υπεύθυνες αρχές του εν λόγω μέρους μπορούν να ζητούν άμεσες διαβουλεύσεις με τις υπεύθυνες αρχές του άλλου μέρους. Η μη επίτευξη ικανοποιητικής συμφωνίας εντός 15 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος, αποτελεί βάση για τη λήψη απόφασης για ανάκληση, αναστολή, περιορισμό ή επιβολή όρων στην εξουσιοδότηση λειτουργίας ή την τεχνική άδεια αεροπορικής εταιρείας ή εταιρειών του εν λόγω μέρους. Σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, ένα μέρος μπορεί να αναλαμβάνει προσωρινή δράση πριν από την εκπνοή της δεκαπενθήμερης προθεσμίας.

11.   Πέραν των αξιολογήσεων αερολιμένων οι οποίες διενεργούνται για να διαπιστωθεί η συμμόρφωση προς τα πρότυπα αεροπορικής ασφάλειας και προς τις πρακτικές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ένα μέρος μπορεί να ζητεί τη συνεργασία του άλλου μέρους προκειμένου να αξιολογηθεί κατά πόσον κάποια συγκεκριμένα μέτρα ασφάλειας αυτού του άλλου μέρους πληρούν τις απαιτήσεις του αιτούντος μέρους. Οι υπεύθυνες αρχές των μερών συντονίζουν εκ των προτέρων τους αερολιμένες που πρόκειται να αξιολογηθούν και τις ημερομηνίες αξιολόγησης και καθορίζουν διαδικασία για την εξέταση των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων αυτών. Αφού λάβει υπόψη του τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, το αιτούν μέρος μπορεί να αποφασίσει ότι εφαρμόζονται ισοδύναμα μέτρα ασφάλειας στην επικράτεια του άλλου μέρους, έτσι ώστε η μετεπιβίβαση επιβατών και η μεταφόρτωση αποσκευών ή/και φορτίου να είναι δυνατόν να εξαιρούνται από επαναληπτικό έλεγχο στην επικράτεια του αιτούντος μέρους. Η απόφαση αυτή ανακοινώνεται στο άλλο μέρος.

Άρθρο 10

Εμπορικές ευκαιρίες

1.   Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους έχουν δικαίωμα να εγκαθιστούν γραφεία στην επικράτεια του άλλου μέρους για την προώθηση και την πώληση αεροπορικών μεταφορών και συναφών δραστηριοτήτων.

2.   Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους δικαιούνται, σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του άλλου μέρους που αφορούν την είσοδο, τη διαμονή και την απασχόληση, να φέρουν και να διατηρούν στην επικράτεια του άλλου μέρους, διευθυντικό προσωπικό, προσωπικό πωλήσεων, τεχνικό, επιχειρησιακό και άλλο ειδικευμένο προσωπικό, που απαιτούνται για την υποστήριξη της παροχής αεροπορικών μεταφορών.

3.

α)

Με την επιφύλαξη του στοιχείου β), κάθε αεροπορική εταιρεία, όσον αφορά τις υπηρεσίες εδάφους στην επικράτεια του άλλου μέρους, έχει:

i)

το δικαίωμα να εκτελεί η ίδια τις υπηρεσίες εδάφους («αυτοεξυπηρέτηση») ή, κατά την προαίρεσή της,

ii)

το δικαίωμα να επιλέγει μεταξύ των ανταγωνιστριών παρόχων που προσφέρουν εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, υπηρεσίες εδάφους, εφόσον οι εν λόγω πάροχοι έχουν πρόσβαση στην αγορά σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις κάθε μέρους και εφόσον οι πάροχοι αυτοί είναι παρόντες στην αγορά.

β)

Τα δικαιώματα που αναφέρονται στα σημεία i) και ii) του στοιχείου α) εξαρτώνται μόνον από ειδικούς περιορισμούς που αφορούν τον διαθέσιμο χώρο ή τη χωρητικότητα λόγω της ανάγκης να διατηρηθεί η ασφαλής λειτουργία του αερολιμένα. Όταν, λόγω των περιορισμών αυτών, αποκλείεται η αυτοεξυπηρέτηση και δεν υφίσταται ουσιαστικός ανταγωνισμός μεταξύ παρόχων που προσφέρουν υπηρεσίες εδάφους, όλες οι υπηρεσίες αυτές διατίθενται σε ισότιμη και κατάλληλη βάση σε όλες τις αεροπορικές εταιρείες· οι τιμές των υπηρεσιών αυτών δεν υπερβαίνουν το πλήρες κόστος τους, συμπεριλαμβανομένου κάποιου εύλογου κέρδους, μετά την απόσβεση.

4.   Κάθε αεροπορική εταιρεία ενός μέρους μπορεί να προβαίνει στην πώληση αεροπορικών μεταφορών στην επικράτεια του άλλου μέρους, απευθείας ή/και, κατά την κρίση της, μέσω των πρακτόρων της ή άλλων μεσαζόντων που ορίζει η εν λόγω εταιρεία. Κάθε αεροπορική εταιρεία έχει το δικαίωμα να πωλεί παρόμοιες μεταφορές, και κάθε πρόσωπο είναι ελεύθερο να αγοράζει τις μεταφορές αυτές στο νόμισμα της εν λόγω επικράτειας ή σε ελευθέρως μετατρέψιμα νομίσματα.

5.   Κάθε αεροπορική εταιρεία έχει το δικαίωμα να μετατρέπει και να εμβάζει από την επικράτεια του άλλου μέρους στη χώρα της και, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αντιβαίνουν σε νομοθετική ή κανονιστική διάταξη γενικής εφαρμογής, στη χώρα ή στις χώρες της επιλογής της, κατόπιν αιτήσεώς της, τα τοπικά έσοδα τα οποία υπερβαίνουν τα ποσά που εκταμιεύθηκαν επί τόπου. Η μετατροπή και το έμβασμα εγκρίνονται αμέσως χωρίς περιορισμούς ή φορολόγηση, στην τιμή συναλλάγματος που εφαρμόζεται στις τρέχουσες συναλλαγές και εμβάσματα την ημερομηνία κατά την οποία ο μεταφορέας υποβάλλει την αρχική αίτηση εμβάσματος.

6.   Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους μπορούν να πληρώνουν τα τοπικά τους έξοδα, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς καυσίμων, στην επικράτεια του άλλου μέρους στο τοπικό νόμισμα. Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους μπορούν, κατ’ επιλογή τους, να πληρώνουν τα εν λόγω έξοδα στην επικράτεια του άλλου μέρους σε ελευθέρως μετατρέψιμα νομίσματα σύμφωνα με τις τοπικές ρυθμίσεις περί συναλλάγματος.

7.   Κάθε αεροπορική εταιρεία μέρους, κατά τη λειτουργία της ή την προσφορά δρομολογίων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, μπορεί να συνάπτει συμφωνίες εμπορικής συνεργασίας, όπως οι συμφωνίες για τη δέσμευση χώρου ή για τη συνεκμετάλλευση πτήσεων, με:

α)

οποιαδήποτε εταιρεία ή εταιρείες των μερών,

β)

οποιαδήποτε εταιρεία ή εταιρείες τρίτης χώρας,

και

γ)

εταιρεία επίγειων (χερσαίων ή θαλάσσιων) μεταφορών οποιασδήποτε χώρας,

με την προϋπόθεση ότι i) όλοι οι συμμετέχοντες στις συμφωνίες αυτές έχουν τη δέουσα εξουσιοδότηση και ότι ii) οι συμφωνίες πληρούν τους όρους που προβλέπονται από τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις τις οποίες εφαρμόζουν συνήθως τα μέρη για την εκτέλεση ή την παροχή διεθνών αεροπορικών μεταφορών.

8.   Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους δικαιούνται να συνάπτουν με επιχειρήσεις συμφωνίες δικαιόχρησης ή προβολής της μάρκας, συμπεριλαμβανομένων των αεροπορικών εταιρειών, οποιουδήποτε μέρους ή τρίτων χωρών, υπό τον όρον ότι οι αεροπορικές εταιρείες διαθέτουν τη δέουσα εξουσιοδότηση και πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που εφαρμόζουν συνήθως τα μέρη των συμφωνιών αυτών. Το παράρτημα 5 εφαρμόζεται στις συμφωνίες αυτές.

9.   Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους μπορούν να συνάπτουν συμφωνίες για την παροχή αεροσκαφών με πλήρωμα για διεθνή αεροπορική μεταφορά με:

α)

οποιαδήποτε εταιρεία ή εταιρείες των μερών,

και

β)

οποιαδήποτε εταιρεία ή εταιρείες τρίτης χώρας,

υπό την προϋπόθεση ότι όλοι οι συμμετέχοντες στις συμφωνίες αυτές έχουν τη δέουσα εξουσιοδότηση και πληρούν τους όρους που προβλέπονται από τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις τις οποίες εφαρμόζουν συνήθως τα μέρη στις συμφωνίες αυτές. Κανένα μέρος δεν απαιτεί από αεροπορική εταιρεία οποιουδήποτε μέρους που παρέχει τα αεροσκάφη να διαθέτει δικαιώματα κυκλοφορίας με βάση την παρούσα συμφωνία για τα δρομολόγια που θα εκτελεί το αεροσκάφος.

10.   Παρά κάθε άλλη διάταξη της παρούσας συμφωνίας, στις αεροπορικές εταιρείες και τις μεσάζουσες εταιρείες μεταφοράς φορτίου των μερών επιτρέπεται να χρησιμοποιούν, χωρίς περιορισμούς, για τη διεθνή αεροπορική μεταφορά, οποιαδήποτε επίγεια μεταφορά φορτίου από ή προς οποιοδήποτε σημείο στις επικράτειες των συμβαλλόμενων μερών, ή σε τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς από και προς όλους τους αερολιμένες που διαθέτουν τελωνειακές εγκαταστάσεις, και συμπεριλαμβανομένου, ανάλογα με την περίπτωση, του δικαιώματος μεταφοράς αποθηκευμένου στα τελωνεία φορτίου δυνάμει των εφαρμοστέων νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων. Το φορτίο αυτό, είτε μεταφέρεται διά επίγειας οδού είτε αεροπορικώς, εισάγεται στις τελωνειακές εγκαταστάσεις του αερολιμένα και περνά από τις τελωνειακές διατυπώσεις. Οι αεροπορικές εταιρείες μπορούν να επιλέγουν τον δικό τους τρόπο επίγειας μεταφοράς ή να συμφωνούν την εν λόγω μεταφορά με άλλες εταιρείες επίγειων μεταφορών, συμπεριλαμβανομένης της επίγειας μεταφοράς που χρησιμοποιούν άλλες αεροπορικές εταιρείες και οι μεσάζοντες αεροπορικής μεταφοράς φορτίου. Αυτή η διατροπική μεταφορά φορτίου μπορεί να προσφέρεται με ενιαίο κόμιστρο, με τον συνδυασμό αεροπορικής και επίγειας μεταφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι δεν παραπλανώνται οι αποστολείς σε ό,τι αφορά τα δεδομένα της εν λόγω μεταφοράς.

Άρθρο 11

Τελωνειακοί δασμοί και επιβαρύνσεις

1.   Κατά την άφιξή τους στο έδαφος ενός μέρους, τα αεροσκάφη που χρησιμοποιούνται στις διεθνείς αερομεταφορές από τις αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους, ο συνήθης εξοπλισμός τους, ο εξοπλισμός εδάφους, τα καύσιμα, τα λιπαντικά, τα αναλώσιμα τεχνικά εφόδια, τα ανταλλακτικά (συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων), τα εφόδια του αεροσκάφους (στα οποία συμπεριλαμβάνονται, χωρίς να περιορίζονται σε αυτά, τα τρόφιμα, τα ποτά και τα ηδύποτα, ο καπνός και άλλα προϊόντα προς πώληση στους επιβάτες ή προς χρήση από αυτούς σε περιορισμένες ποσότητες κατά τη διάρκεια της πτήσης), και άλλα είδη, τα οποία διατίθενται ή χρησιμοποιούνται μόνον κατά τη λειτουργία ή την εξυπηρέτηση αεροσκάφους διεθνών αεροπορικών μεταφορών, απαλλάσσονται, σε βάση αμοιβαιότητας, όλων των περιορισμών εισαγωγής, των φόρων ιδιοκτησίας και των έκτακτων φόρων κεφαλαίου, των τελωνειακών δασμών, των ειδικών φόρων κατανάλωσης και παρεμφερών τελών και επιβαρύνσεων που α) επιβάλλονται από τις εθνικές αρχές ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, και β) δεν βασίζονται στο κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι ο εξοπλισμός και τα εφόδια αυτά παραμένουν εντός του αεροσκάφους.

2.   Απαλλάσσονται επίσης, σε βάση αμοιβαιότητας, των φόρων, εισφορών, δασμών, τελών και επιβαρύνσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των επιβαρύνσεων που συνδέονται με το κόστος της παρεχόμενης υπηρεσίας:

α)

τα εφόδια αεροσκάφους που εισάγονται ή παρέχονται στην επικράτεια ενός μέρους και τοποθετούνται εντός του αεροσκάφους, σε περιορισμένες ποσότητες, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν μετά την αναχώρηση αεροσκάφους αεροπορικής εταιρείας του άλλου μέρους, το οποίο χρησιμοποιείται σε διεθνείς αερομεταφορές, ακόμη και όταν τα εν λόγω εφόδια πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε τμήμα του δρομολογίου που εκτελείται άνωθεν της επικράτειας του μέρους στο οποίο τοποθετήθηκαν εντός του αεροσκάφους·

β)

ο εξοπλισμός εδάφους και τα ανταλλακτικά (συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων) που εισάγονται στην επικράτεια μέρους για την εξυπηρέτηση, τη συντήρηση ή την επισκευή αεροσκάφους αεροπορικής εταιρείας του άλλου μέρους, τα οποία χρησιμοποιούνται σε διεθνείς αερομεταφορές·

γ)

τα καύσιμα, τα λιπαντικά και τα αναλώσιμα τεχνικά εφόδια που εισάγονται ή παρέχονται στην επικράτεια ενός μέρους με σκοπό να χρησιμοποιηθούν σε αεροσκάφος αεροπορικής εταιρείας του άλλου μέρους το οποίο χρησιμοποιείται σε διεθνείς αερομεταφορές, ακόμη και όταν τα εν λόγω εφόδια πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε τμήμα του δρομολογίου που εκτελείται άνωθεν της επικράτειας του μέρους όπου τοποθετήθηκαν εντός του αεροσκάφους,

και

δ)

το έντυπο υλικό που προβλέπεται από την τελωνειακή νομοθεσία κάθε μέρους, το οποίο εισάγεται ή παρέχεται στην επικράτεια ενός μέρους και φορτώνεται σε αναχωρούν αεροσκάφος αεροπορικής εταιρείας του άλλου μέρους το οποίο χρησιμοποιείται σε διεθνείς αερομεταφορές, ακόμη και όταν τα εν λόγω εφόδια πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε τμήμα του δρομολογίου που εκτελείται άνωθεν της επικράτειας του μέρους στο οποίο τοποθετήθηκαν εντός του αεροσκάφους.

3.   Ο εξοπλισμός και τα εφόδια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου απαιτείται, ενδεχομένως, να τελούν υπό την επίβλεψη ή των έλεγχο τον αρμόδιων αρχών.

4.   Οι απαλλαγές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο ισχύουν επίσης οσάκις οι αεροπορικές εταιρείες ενός μέρους έχουν συμβληθεί με άλλη αεροπορική εταιρεία, η οποία χαίρει ομοίως των απαλλαγών αυτών από το άλλο μέρος, για τον δανεισμό ή τη μεταφορά, στην επικράτεια του άλλου μέρους, των ειδών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

5.   Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει το ένα ή το άλλο μέρος να επιβάλλει φόρους, εισφορές, δασμούς, τέλη ή επιβαρύνσεις για τα είδη που πωλούνται στους επιβάτες όχι όμως για την κατανάλωσή τους εντός του αεροσκάφους, σε τμήμα του αεροπορικού δρομολογίου μεταξύ δύο σημείων εντός της επικράτειάς του στα οποία επιτρέπεται η επιβίβαση και η αποβίβαση.

6.   Σε περίπτωση που δύο ή περισσότερα κράτη μέλη προτίθενται να εφαρμόσουν παρέκκλιση από την απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 14 στοιχείο β) της οδηγίας 2003/96/EΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, στα καύσιμα που παρέχονται στην επικράτειά τους σε αεροσκάφη των ΗΠΑ για τις πτήσεις μεταξύ αυτών των κρατών μελών, η κοινή επιτροπή εξετάζει το θέμα σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 4 στοιχείο ε).

7.   Ένα μέρος μπορεί να ζητεί τη συνδρομή του άλλου μέρους, για λογαριασμό μιας ή πολλών αεροπορικών εταιρειών του, με σκοπό την εξασφάλιση απαλλαγής από τους φόρους, τους δασμούς, τις επιβαρύνσεις και τα τέλη που επιβάλλονται από τις εθνικές και τοπικές ή αρχές στα είδη που προσδιορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και από τις επιβαρύνσεις των καυσίμων τροφοδοσίας, στις περιπτώσεις που περιγράφονται στο παρόν άρθρο, εξαιρουμένου του τμήματος των επιβαρύνσεων που συνδέονται με το κόστος παροχής της υπηρεσίας. Ανταποκρινόμενο στο αίτημα αυτό, το άλλο μέρος γνωστοποιεί τις απόψεις του αιτούντος μέρους στην αρμόδια κυβερνητική μονάδα ή αρχή και μεριμνά ώστε να εξετασθούν κατάλληλα οι εν λόγω απόψεις.

Άρθρο 12

Τέλη χρήστη

1.   Τα τέλη χρήστη τα οποία είναι δυνατόν να επιβάλλονται από τις αρμόδιες αρχές επιβολής ή φορείς κάθε μέρους στις αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους είναι δίκαια, εύλογα, χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις και δίκαια επιμερισμένα στις διάφορες κατηγορίες των χρηστών. Σε κάθε περίπτωση, τα τέλη χρήστη εκτιμώνται για τις αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους με όρους οι οποίοι δεν είναι λιγότερο ευνοϊκοί από τους παρεχόμενους σε οποιαδήποτε άλλη αεροπορική εταιρεία ευνοϊκότερους όρους κατά τον χρόνο εκτίμησης των τελών.

2.   Τα τέλη χρήστη που επιβάλλονται στις αεροπορικές εταιρείες του άλλου μέρους, μπορούν να αντιπροσωπεύουν, όχι όμως να υπερβαίνουν, το πλήρες κόστος που επωμίζονται οι αρμόδιες αρχές ή φορείς χρέωσης για την παροχή κατάλληλων διευκολύνσεων, υπηρεσιών αερολιμένα, περιβάλλοντος αερολιμένα και αεροναυτιλίας, και διευκολύνσεων και υπηρεσιών αεροπορικής ασφάλειας στον αερολιμένα ή το σύστημα αερολιμένων. Τα εν λόγω τέλη χρήστη μπορούν να περιλαμβάνουν κάποιο εύλογο κέρδος, μετά την απόσβεση. Οι διευκολύνσεις και οι υπηρεσίες για τις οποίες επιβάλλονται τα τέλη παρέχονται σε αποτελεσματική και οικονομική βάση.

3.   Κάθε μέρος ενθαρρύνει τις διαβουλεύσεις μεταξύ, αφενός, των αρμόδιων για τη χρέωση αρχών και φορέων της επικράτειάς του, αφετέρου, και των αεροπορικών εταιρειών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες και διευκολύνσεις, και ενθαρρύνει τις αρμόδιες αρχές ή φορείς χρέωσης και τις αεροπορικές εταιρείες να ανταλλάσσουν πληροφορίες, εφόσον απαιτείται, για ακριβή εξέταση του εύλογου χαρακτήρα των τελών, σύμφωνα με τις αρχές των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Κάθε μέρος ενθαρρύνει τις αρμόδιες αρχές χρέωσης τελών να παρέχουν στους χρήστες, για οιαδήποτε πρόταση αλλαγής των τελών, εύλογη προθεσμία έτσι ώστε οι χρήστες να είναι σε θέση να εκφράσουν τις απόψεις τους πριν από την αλλαγή τους.

4.   Κανένα από τα δύο μέρη δεν θεωρείται, κατά τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 19, ότι παραβιάζει διάταξη του παρόντος άρθρου, εκτός εάν α) παραλείψει να προβεί σε επανεξέταση του τέλους ή της πρακτικής που αποτελεί το αντικείμενο καταγγελίας από το άλλο μέρος εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή β) μετά την εν λόγω επανεξέταση, παραλείψει να προβεί σε ενέργειες, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, για την επανόρθωση τέλους ή πρακτικής μη συμβιβάσιμης με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 13

Τιμολόγηση

1.   Οι τιμές των ναύλων των δρομολογίων αεροπορικών μεταφορών που εκτελούνται σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία καθορίζονται ελεύθερα και δεν υπόκεινται σε έγκριση, ούτε απαιτείται η καταχώρισή τους.

2.   Παρά την παράγραφο 1:

α)

η καθιέρωση ή η συνέχιση μιας τιμής προτεινόμενης να εφαρμοσθεί ή εφαρμοζόμενης από αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ για διεθνή αερομεταφορά μεταξύ ενός σημείου σε κράτος μέλος και σημείου σε άλλο κράτος μέλος πρέπει να είναι σύμφωνη με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2409/92 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1992, ή με άλλο μεταγενέστερο και όχι πιο περιοριστικό κανονισμό·

β)

δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι αεροπορικές εταιρείες των μερών παρέχουν στις υπεύθυνες αρχές των μερών, κατόπιν αιτήματος, άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις παρελθούσες, τις ισχύουσες και τις προτεινόμενες τιμές κατά τρόπο και μορφότυπο αποδεκτό από τις εν λόγω αρχές.

Άρθρο 14

Κρατικές επιχορηγήσεις και κρατική υποστήριξη

1.   Τα μέρη αναγνωρίζουν ότι οι κρατικές επιχορηγήσεις και η κρατική υποστήριξη ενδέχεται να επηρεάσουν δυσμενώς τις θεμιτές και ισότιμες ευκαιρίες των αεροπορικών εταιρειών να ανταγωνίζονται στις διεθνείς αερομεταφορές που διέπονται από την παρούσα συμφωνία.

2.   Εάν ένα μέρος πιστεύει ότι μια κυβερνητική επιχορήγηση ή υποστήριξη που πρόκειται να χορηγηθεί ή χορηγείται από το άλλο μέρος για ή σε αεροπορικές εταιρείες του εν λόγω άλλου μέρους πρόκειται να επηρεάσει ή επηρεάζει δυσμενώς τις θεμιτές και ισότιμες ευκαιρίες ανταγωνισμού των αεροπορικών εταιρειών του πρώτου μέρους, μπορεί να υποβάλλει τις παρατηρήσεις του στο εν λόγω μέρος. Επίσης, μπορεί να ζητήσει σύγκληση της κοινής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 18, με σκοπό να εξετασθεί το θέμα και να δοθούν κατάλληλες απαντήσεις στις ανησυχίες που κρίνονται θεμιτές.

3.   Κάθε μέρος μπορεί να απευθύνεται σε υπεύθυνες δημόσιες οντότητες στην επικράτεια του άλλου μέρους, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων, εθνικού, περιφερειακού ή τοπικού επιπέδου, εάν πιστεύει ότι η κρατική επιχορήγηση ή υποστήριξη που πρόκειται να χορηγηθεί ή χορηγείται από τις οντότητες αυτές θα έχει δυσμενή αποτελέσματα στον ανταγωνισμό, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2. Εάν ένα μέρος αποφασίσει να προβεί στην εν λόγω απευθείας επαφή, ενημερώνει εγκαίρως το άλλο μέρος διά της διπλωματικής οδού. Μπορεί επίσης να ζητήσει σύγκληση της κοινής επιτροπής.

4.   Μεταξύ των θεμάτων που ενδέχεται να προκύψουν βάσει του παρόντος άρθρου είναι, παραδείγματος χάρη, οι εισφορές κεφαλαίου, οι διασταυρούμενες επιδοτήσεις, οι επιχορηγήσεις, οι εγγυήσεις, τα θέματα κυριότητας, οι φορολογικές ελαφρύνσεις ή οι φοροαπαλλαγές, από οιαδήποτε δημόσια οντότητα.

Άρθρο 15

Περιβάλλον

1.   Τα μέρη αναγνωρίζουν τη σημασία προστασίας του περιβάλλοντος κατά την κατάστρωση και την εφαρμογή της πολιτικής διεθνούς αεροπορίας. Τα μέρη αναγνωρίζουν ότι πρέπει να σταθμίζονται προσεκτικά το κόστος και τα οφέλη των μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος κατά την κατάστρωση της πολιτικής διεθνούς αεροπορίας.

2.   Όταν ένα μέρος εξετάζει προτεινόμενα περιβαλλοντικά μέτρα, θα πρέπει να αξιολογεί τις πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις στην άσκηση των δικαιωμάτων που περιλαμβάνει η παρούσα συμφωνία, και, εάν τα μέτρα αυτά εγκριθούν, θα πρέπει να προβαίνει σε κατάλληλες ενέργειες για τον μετριασμό των εν λόγω δυσμενών επιπτώσεων.

3.   Όταν θεσπίζονται περιβαλλοντικά μέτρα, ακολουθούνται τα αεροπορικά πρότυπα για το περιβάλλον που έχει καταρτίσει η Διεθνής Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας σε παραρτήματα της σύμβασης, εκτός εάν έχουν καταχωρισθεί διαφορές. Τα μέρη εφαρμόζουν κάθε περιβαλλοντικό μέτρο που αφορά τις υπηρεσίες αεροπορικών μεταφορών που παρέχονται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 2 και το άρθρο 3 παράγραφος 4 της παρούσας συμφωνίας.

4.   Όταν ένα μέρος πιστεύει ότι ένα θέμα αεροπορικής περιβαλλοντικής προστασίας εγείρει ανησυχίες όσον αφορά την ισχύ ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, μπορεί να ζητεί τη σύγκληση της κοινής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 18, για να εξετάσει το θέμα και να δώσει κατάλληλες απαντήσεις στις ανησυχίες που κρίνονται θεμιτές.

Άρθρο 16

Προστασία του καταναλωτή

Τα μέρη δηλώνουν ότι είναι σημαντική η προστασία του καταναλωτή, και οποιοδήποτε μέρος μπορεί να ζητεί σύγκληση της κοινής επιτροπής για να συζητηθούν θέματα προστασίας του καταναλωτή που το αιτούν μέρος θεωρεί σημαντικά.

Άρθρο 17

Ηλεκτρονικά συστήματα κράτησης θέσεων

1.   Οι πωλητές ηλεκτρονικών συστημάτων κράτησης θέσεων (ΗΣΚ) που δραστηριοποιούνται στο έδαφος ενός μέρους δικαιούνται να εγκαθιστούν, να διατηρούν και να διαθέτουν ελεύθερα τα ΗΣΚ τους σε πρακτορεία ή εταιρείες ταξιδίων, η κύρια επιχειρηματική δραστηριότητα των οποίων είναι η διανομή προϊόντων σχετιζόμενων με ταξίδια στην επικράτεια του άλλου μέρους, υπό την προϋπόθεση ότι το ΗΣΚ είναι σύμφωνο με κάθε σχετική κανονιστική απαίτηση του άλλου μέρους.

2.   Κανένα μέρος δεν επιβάλλει ή δεν επιτρέπει την επιβολή, στην επικράτειά του, στους πωλητές ΗΣΚ του άλλου μέρους απαιτήσειων, όσον αφορά τις απεικονίσεις των ΗΣΚ (συμπεριλαμβανομένων των παραμέτρων τροποποίησης και απεικόνισης), τις λειτουργίες, τις πρακτικές, τις πωλήσεις ή την κυριότητα, αυστηρότερες από εκείνες που επιβάλλει στους δικούς του πωλητές ΗΣΚ.

3.   Οι κύριοι ή οι φορείς εκμετάλλευσης των ΗΣΚ ενός μέρους που τηρούν τις τυχόν σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις του άλλου μέρους έχουν τις ίδιες δυνατότητες κυριότητας ΗΣΚ εντός της επικράτειας του άλλου μέρους με τους κυρίους ή φορείς εκμετάλλευσης του εν λόγω μέρους.

Άρθρο 18

Κοινή επιτροπή

1.   Συγκαλείται, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, κοινή επιτροπή, απαρτιζόμενη από αντιπροσώπους των μερών, για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων σχετικών με την παρούσα συμφωνία και για την εξέταση της εφαρμογής της.

2.   Ένα μέρος μπορεί επίσης να ζητήσει σύγκληση της κοινής επιτροπής προκειμένου να επιδιώξει την επίλυση θεμάτων σχετικών με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Ωστόσο, όσον αφορά το άρθρο 20 ή το παράρτημα 2, η κοινή επιτροπή μπορεί να εξετάζει θέματα που αφορούν μόνον την άρνηση εκατέρου συμμετέχοντος να εφαρμόσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, και τις επιπτώσεις των αποφάσεων περί ανταγωνισμού στην εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Η εν λόγω συνεδρίαση αρχίζει κατά το δυνατόν ενωρίτερα, και οπωσδήποτε εντός των 60 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος, εκτός εάν συμφωνηθεί άλλως.

3.   Η κοινή επιτροπή εξετάζει, το αργότερο κατά την πρώτη ετήσια συνεδρίασή της και στη συνέχεια όπως ενδείκνυται, τη συνολική εφαρμογή της συμφωνίας, καθώς και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις που έχουν οι σχετικά με τις αεροπορικές υποδομές περιορισμοί στην άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 3, τις επιπτώσεις των μέτρων ασφαλείας που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 9, τις επιπτώσεις στους όρους ανταγωνισμού, μεταξύ άλλων στον τομέα των ηλεκτρονικών συστημάτων κράτησης θέσεων, και κάθε άλλης κοινωνικής επίπτωσης από την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

4.   Η κοινή επιτροπή αναπτύσσει επίσης συνεργασία:

α)

προωθώντας την ανταλλαγή απόψεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων σε θέματα νέων νομοθετικών ή κανονιστικών πρωτοβουλιών και εξελίξεων, καθώς και σε θέματα ασφάλειας πτήσεων και αεροπορικής ασφάλειας, περιβάλλοντος, αεροπορικών υποδομών (συμπεριλαμβανομένων των χρονοθυρίδων), και προστασίας του καταναλωτή·

β)

εξετάζοντας τις κοινωνικές επιπτώσεις που επιφέρει η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας και δίνοντας κατάλληλες απαντήσεις στις ανησυχίες που κρίνονται θεμιτές·

γ)

διερευνώντας τα πιθανά πεδία περαιτέρω ανάπτυξης της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διατύπωσης συστάσεων για την τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας·

δ)

καταγράφοντας τα θέματα που αφορούν τη χορήγηση κρατικών επιχορηγήσεων ή κρατικής υποστήριξης, τα οποία εκάτερο των μερών θέτει υπόψη της κοινής επιτροπής·

ε)

λαμβάνοντας συναινετικά αποφάσεις, για οποιαδήποτε θέματα αφορούν στην εφαρμογή του άρθρου 11 παράγραφος 6·

στ)

εκπονώντας, εντός ενός έτους από την προσωρινή εφαρμογή, προσεγγίσεις για κανονιστικά κριτήρια όσον αφορά την ικανότητα και την ιθαγένεια της αεροπορικής εταιρείας, με στόχο την επίτευξη αμοιβαίας αναγνώρισης των κριτηρίων αυτών·

ζ)

εκπονώντας κοινή ερμηνεία των κριτηρίων που χρησιμοποιούν τα μέρη, κατά τη λήψη των αποφάσεών τους αντιστοίχως, σε περιπτώσεις που αφορούν τον έλεγχο της αεροπορικής εταιρείας, στον βαθμό που αυτό συμβιβάζεται με τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας·

η)

υποστηρίζοντας τις διαβουλεύσεις, ανάλογα με την περίπτωση, για θέματα αεροπορικών μεταφορών τα οποία εξετάζονται στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών και στις σχέσεις με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης της σκοπιμότητας να ακολουθηθεί κοινή προσέγγιση·

θ)

λαμβάνοντας συναινετικά τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παραρτήματος 4 και στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παραρτήματος 4.

5.   Τα μέρη συμφωνούν ότι πρέπει να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για τους καταναλωτές, τις αεροπορικές εταιρείες, τους εργαζόμενους και τις κοινωνίες εκατέρωθεν του Ατλαντικού με την επέκταση της παρούσας συμφωνίας σε τρίτες χώρες. Προς τούτο, η κοινή επιτροπή εργάζεται για να εκπονήσει πρόταση σχετικά με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν απαιτούμενων τροποποιήσεων της παρούσας συμφωνίας, που απαιτούνται για την προσχώρηση τρίτων χωρών στην παρούσα συμφωνία.

6.   Η κοινή επιτροπή λειτουργεί με βάση τη συναίνεση.

Άρθρο 19

Διαιτησία

1.   Κάθε διαφορά σχετική με την εφαρμογή ή την ερμηνεία της παρούσας συμφωνίας, εξαιρουμένων των θεμάτων που ανακύπτουν βάσει του άρθρου 20 ή βάσει του παραρτήματος 2, η οποία δεν έχει επιλυθεί με συνεδρίαση της κοινής επιτροπής, μπορεί να αναφέρεται από πρόσωπο ή φορέα για να ληφθεί απόφαση με συμφωνία των μερών. Εφόσον τα μέρη δεν συμφωνήσουν, η διαφορά υποβάλλεται, κατόπιν αιτήματος εκατέρου των μερών, σε διαιτησία σύμφωνα με τις κατωτέρω εκτιθέμενες διαδικασίες.

2.   Εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν άλλως, τη διαιτησία αναλαμβάνει δικαστήριο τριών διαιτητών, το οποίο συγκροτείται ως εξής:

α)

εντός 20 ημερών από την παραλαβή αιτήσεως διαιτησίας, κάθε μέρος ορίζει ένα διαιτητή. Εντός 45 ημερών από τον διορισμό τους, οι δύο διαιτητές διορίζουν από κοινού έναν τρίτο διαιτητή, ο οποίος ενεργεί ως πρόεδρος του δικαστηρίου·

β)

εάν εκάτερο των μερών παραλείψει να ορίσει διαιτητή ή εάν ο τρίτος διαιτητής δεν διορισθεί σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο του συμβουλίου της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας να ορίσει τον ή τους διαιτητές που απαιτούνται, εντός 30 ημερών από την παραλαβή της αίτησης. Εάν ο πρόεδρος του συμβουλίου της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας είναι υπήκοος είτε των Ηνωμένων Πολιτειών είτε κράτους μέλους, ο αρχαιότερος αντιπρόεδρος του εν λόγω συμβουλίου, εφόσον δεν κωλύεται για την ίδια αιτία, προβαίνει στον διορισμό.

3.   Εκτός αν συμφωνηθεί άλλως, το δικαστήριο καθορίζει τα όρια δικαιοδοσίας του σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία και θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό. Κατόπιν αιτήσεως ενός μέρους, το δικαστήριο, αφού συγκροτηθεί σε σώμα, δύναται να ζητεί από το άλλο μέρος την εφαρμογή προσωρινών ασφαλιστικών μέτρων εν αναμονή της τελικής απόφασης του δικαστηρίου. Κατά τη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου ή με αίτηση εκατέρου των μερών, πραγματοποιείται σύσκεψη το αργότερο εντός 15 ημερών από την πλήρη συγκρότηση του δικαστηρίου σε σώμα, για τον ακριβή από πλευράς του προσδιορισμό των υπό διαιτησία ζητημάτων και των ειδικών διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται.

4.   Εκτός αν συμφωνηθεί άλλως ή εάν διατάξει άλλως το δικαστήριο:

α)

το υπόμνημα απαίτησης υποβάλλεται εντός 30 ημερών από τη στιγμή της πλήρους συγκρότησης του δικαστηρίου σε σώμα και το υπόμνημα αντίκρουσης υποβάλλεται εντός των επομένων 40 ημερών. Ενδεχόμενη απάντηση του αιτούντος υποβάλλεται εντός 15 ημερών από την υποβολή του υπομνήματος αντίκρουσης. Ενδεχόμενη απάντηση του απαντήσαντος υποβάλλεται εντός των επόμενων 15 ημερών·

β)

το δικαστήριο συνεδριάζει σε ακροαματική διαδικασία με αίτηση εκατέρου των μερών, ή με δική του πρωτοβουλία, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της τελευταίας απάντησης.

5.   Το δικαστήριο μεριμνά για την έκδοση γραπτής απόφασης εντός 30 ημερών από την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας ή, εφόσον δεν υπάρξει ακροαματική διαδικασία, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της τελευταίας απάντησης. Υπερισχύει η απόφαση της πλειοψηφίας του δικαστηρίου.

6.   Τα μέρη μπορούν να υποβάλλουν αιτήσεις αποσαφήνισης της απόφασης εντός 10 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της, κάθε δε διευκρίνιση διατυπώνεται εντός 15 ημερών από τη σχετική αίτηση.

7.   Εάν το δικαστήριο αποφανθεί ότι υπάρχει παραβίαση της παρούσας συμφωνίας και το υπεύθυνο μέρος δεν μεριμνήσει να επανορθώσει, ή να επιτύχει συμφωνία με το άλλο μέρος για αμοιβαία ικανοποιητική λύση της διαφοράς εντός 40 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης του δικαστηρίου, το άλλο μέρος μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή των ανάλογων ευεργετημάτων που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία, έως ότου τα μέρη επιτύχουν συμφωνία για επίλυση της διαφοράς. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν ερμηνεύεται ως περιορισμός του δικαιώματος εκατέρου των μερών να λάβει ανάλογα μέτρα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

8.   Οι διατάξεις του δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών και των εξόδων των διαιτητών, βαρύνουν ισομερώς τα μέρη. Τυχόν έξοδα του προέδρου του συμβουλίου της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας, ή του αντιπροέδρου του συμβουλίου αυτού, σχετιζόμενα με τις διαδικασίες της παραγράφου 2 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, θεωρούνται ως μέρος των δαπανών του δικαστηρίου.

Άρθρο 20

Ανταγωνισμός

1.   Τα μέρη αναγνωρίζουν ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ αεροπορικών εταιρειών στην υπερατλαντική αγορά είναι σημαντικός για την προώθηση των στόχων της παρούσας συμφωνίας, και βεβαιώνουν ότι εφαρμόζουν τα οικεία καθεστώτα ανταγωνισμού για να προστατεύουν και να προάγουν τον ανταγωνισμό εν γένει και όχι τον ανταγωνισμό μεταξύ επιμέρους ανταγωνιστών.

2.   Τα μέρη αναγνωρίζουν ότι ενδέχεται να ανακύψουν διαφορές όσον αφορά την εφαρμογή των οικείων καθεστώτων ανταγωνισμού στη διεθνή αεροπορία, οι οποίες να επηρεάζουν την υπερατλαντική αγορά, και ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ αεροπορικών εταιρειών στην αγορά αυτή μπορεί να προαχθεί με την ελαχιστοποίηση των διαφορών αυτών.

3.   Τα μέρη αναγνωρίζουν ότι η συνεργασία μεταξύ των αντίστοιχων αρχών τους που είναι αρμόδιες σε θέματα ανταγωνισμού ευνοεί την προώθηση του ανταγωνισμού στις αγορές και ότι προσφέρει δυνατότητες προώθησης συμβατών μεταξύ τους ρυθμιστικών αποτελεσμάτων και ελαχιστοποίησης των διαφορών προσέγγισης όσον αφορά την αντίστοιχη εξέταση, όσον αφορά τον ανταγωνισμό, των συμφωνιών μεταξύ αερομεταφορέων. Κατά συνέπεια, τα μέρη προάγουν, στο μέτρο του εφικτού, τη συνεργασία αυτή, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές δικαιοδοσίες, αρμοδιότητες και διαδικασίες των αρχών, σύμφωνα με το παράρτημα 2.

4.   Υποβάλλεται στην κοινή επιτροπή ετήσια αναφορά σχετικά με τα αποτελέσματα της συνεργασίας δυνάμει του παραρτήματος 2.

Άρθρο 21

Διαπραγματεύσεις δεύτερου σταδίου

1.   Τα μέρη συμμερίζονται τον σκοπό της συνέχισης της κοινής πρόσβασης στις αγορές και της μεγιστοποίησης των οφελών για τους καταναλωτές, τις αεροπορικές εταιρείες, τους εργαζομένους και τις κοινωνίες εκατέρωθεν του Ατλαντικού, συμπεριλαμβανομένων της διευκόλυνσης των επενδύσεων ώστε να αντικατοπτρίζουν καλύτερα την πραγματικότητα του παγκόσμιου κλάδου αεροπορικών μεταφορών, της ενίσχυσης του υπερατλαντικού συστήματος αεροπορικών μεταφορών, και της θέσπισης πλαισίου που θα ενθαρρύνει άλλες χώρες να ανοίξουν τις οικείες αγορές αεροπορικών υπηρεσιών. Τα μέρη αρχίζουν διαπραγματεύσεις το αργότερο 60 ημέρες από την ημερομηνία της προσωρινής εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, με σκοπό την ταχεία ανάπτυξη του επομένου σταδίου.

2.   Προς τούτο, το θεματολόγιο των διαπραγματεύσεων δεύτερου σταδίου περιλαμβάνει τα ακόλουθα ζητήματα που ενδιαφέρουν κατά προτεραιότητα το ένα ή και τα δύο μέρη:

α)

περαιτέρω φιλελευθεροποίηση των δικαιωμάτων κυκλοφορίας·

β)

πρόσθετες δυνατότητες ξένων επενδύσεων·

γ)

επιπτώσεις των περιβαλλοντικών μέτρων και των περιορισμών υποδομής στην άσκηση των δικαιωμάτων κυκλοφορίας·

δ)

περαιτέρω πρόσβαση σε αεροπορικές μεταφορές με κρατική χρηματοδότηση,

και

ε)

παροχή αεροσκάφους με πλήρωμα.

3.   Τα μέρη επανεξετάζουν την πρόοδό τους όσον αφορά συμφωνία δεύτερου σταδίου το αργότερο 18 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία αναμένεται να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1. Εάν, εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη της επανεξέτασης, τα μέρη δεν έχουν επιτύχει συμφωνία δεύτερου σταδίου, κάθε μέρος επιφυλάσσεται του δικαιώματός του να αναστείλει τα δικαιώματα που ορίζονται στην παρούσα συμφωνία. Η αναστολή αυτή παράγει αποτελέσματα το αργότερο κατά την έναρξη της περιόδου κυκλοφορίας της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (IATA), η οποία αρχίζει δώδεκα τουλάχιστον μήνες μετά την ημερομηνία κοινοποίησης της αναστολής.

Άρθρο 22

Σχέση με άλλες συμφωνίες

1.   Κατά τη διάρκεια της προσωρινής εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 25, οι διμερείς συμφωνίες που αναγράφονται στο τμήμα 1 του παραρτήματος 1 αναστέλλονται, εξαιρουμένων των οριζομένων στο τμήμα 2 του παραρτήματος 1.

2.   Από την έναρξη ισχύος της, σύμφωνα με το άρθρο 26, η παρούσα συμφωνία υποκαθίσταται στις διμερείς συμφωνίες που αναγράφονται στο τμήμα 1 του παραρτήματος 1, εξαιρουμένων των οριζομένων στο τμήμα 2 του παραρτήματος 1.

3.   Εάν τα μέρη προσχωρήσουν σε πολυμερή συμφωνία ή εάν υιοθετήσουν απόφαση εκδοθείσα από τη Διεθνή Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας ή από άλλο διεθνή οργανισμό, η οποία πραγματεύεται θέματα που καλύπτει η παρούσα συμφωνία, διαβουλεύονται στο πλαίσιο της κοινής επιτροπής για να διαπιστώσουν κατά πόσον η παρούσα συμφωνία θα πρέπει να αναθεωρηθεί προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις αυτές.

Άρθρο 23

Καταγγελία

Εκάτερο των μερών, μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να γνωστοποιήσει στο άλλο μέρος γραπτώς, διά της διπλωματικής οδού, την απόφασή του να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία. Η γνωστοποίηση αυτή αποστέλλεται ταυτόχρονα στη Διεθνή Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας. Η παρούσα συμφωνία λήγει τα μεσάνυχτα, ώρα Γκρήνουιτς, της τελευταίας ημέρας της περιόδου κυκλοφορίας της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (IATA) που ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία της γραπτής γνωστοποίησης της καταγγελίας, εκτός εάν η γνωστοποίηση ανακληθεί κατόπιν συμφωνίας των μερών πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής.

Άρθρο 24

Καταχώριση στη ΔΟΠΑ

Η παρούσα συμφωνία και όλες οι τροποποιήσεις της καταχωρίζονται στη Διεθνή Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας.

Άρθρο 25

Προσωρινή εφαρμογή

Μέχρις ότου αρχίσει η ισχύς σύμφωνα με το άρθρο 26:

1.

τα μέρη συμφωνούν να εφαρμόζουν την παρούσα συμφωνία από τις 30 Μαρτίου 2008·

2.

εκάτερο των μερών μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να γνωστοποιήσει στο άλλο μέρος γραπτώς, διά της διπλωματικής οδού, την απόφασή του να μην εφαρμόζει πλέον την παρούσα συμφωνία. Στην περίπτωση αυτήν, η εφαρμογή παύει τα μεσάνυχτα, ώρα Γκρήνουιτς, της τελευταίας ημέρας της περιόδου κυκλοφορίας της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (IATA) που ισχύει ένα έτος από την ημερομηνία της γραπτής γνωστοποίησης, εκτός εάν η γνωστοποίηση ανακληθεί κατόπιν συμφωνίας των μερών πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει ένα μήνα από την ημερομηνία της τελευταίας διακοίνωσης που διαβιβάστηκε στο πλαίσιο ανταλλαγής διπλωματικών διακοινώσεων μεταξύ των μερών, με την οποία βεβαιώνεται η ολοκλήρωση όλων των διαδικασιών που είναι αναγκαίες για την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας. Για τους σκοπούς της εν λόγω ανταλλαγής, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραδίδουν στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα τη διπλωματική διακοίνωση που απευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της, και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα παραδίδει στις Ηνωμένες Πολιτείες την ή τις διπλωματικές διακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της. Η ή οι διπλωματικές διακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της περιέχουν ανακοίνωση από κάθε κράτος μέλος, με την οποία βεβαιώνεται η ολοκλήρωση όλων των διαδικασιών που είναι αναγκαίες για τη θέση σε ισχύ της παρούσας συμφωνίας.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι, έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα συμφωνία.

ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες στις εικοσι πέντε Απριλίου δύο χιλιάδες επτά και στην Ουάσιγκτον στις τριάντα Απριλίου δύο χιλιάδες επτά, εις διπλούν.

За Репyблика Бългaрия

Image

Pour le Royaume de Belgique

Voor het Koninkrijk België

Für das Königreich Belgien

Image

Cette signature engage également la Communauté française, la Communauté flamande, la Communauté germanophone, la Région wallonne, la Région flamande et la Région de Bruxelles-Capitale.

Deze handtekening verbindt eveneens de Vlaamse Gemeenschap, de Franse Gemeenschap, de Duitstalige Gemeenschap, het Vlaamse Gewest, het Waalse Gewest en het Brussels Hoofdstedelijk Gewest.

Diese Unterschrift bindet zugleich die Deutschsprachige Gemeinschaft, die Flämische Gemeinschaft, die Französische Gemeinschaft, die Wallonische Region, die Flämische Region und die Region Brüssel-Hauptstadt.

Za Českou republiku

Image

På Kongeriget Danmarks vegne

Image

Für die Bundesrepublik Deutschland

Image

Eesti Vabariigi nimel

Image

Για την Ελληνική Δημοκρατία

Image

Por el Reino de España

Image

Pour la République française

Image

Thar cheann Na hÉireann

For Ireland

Image

Per la Repubblica italiana

Image

Για την Κυπριακή Δημοκρατία

Image

Latvijas Republikas vārdā

Image

Lietuvos Respublikos vardu

Image

Pour le Grand-Duché de Luxembourg

Image

A Magyar Köztársaság részéről

Image

Għal Malta

Image

Voor het Koninkrijk der Nederlanden

Image

Für die Republik Österreich

Image

W imieniu Rzeczypospolitej Polskiej

Image

Pela Repύblica Portuguesa

Image

Pentru România

Image

Za Republiko Slovenijo

Image

Za Slovenskύ republiku

Image

Suomen tasavallan puolesta

Image

För Konungariket Sverige

Image

For the United Kingdom of Great Britain and Northerm Ireland

Image

За Европейсkatа общнoст

For the European Community

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenstvί

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspόlnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Pentru Comunitatea Europeană

Za Eurόpske spoločenstvo

za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

På Europeiska gemenskapens vägnar

Image

Image

For the United States of America

Image

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

Τμήμα 1

Όπως ορίζεται στο άρθρο 22 της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθες διμερείς συμφωνίες μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των κρατών μελών αναστέλλονται ή αντικαθίστανιαι από την παρούσα συμφωνία:

α)

Δημοκρατία της Αυστρίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στη Βιέννη στις 16 Μαρτίου 1989· τροποποιήθηκε στις 14 Ιουνίου 1995.

β)

Βασίλειο του Βελγίου: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που τέθηκε σε ισχύ με ανταλλαγή διακοινώσεων στην Ουάσιγκτον στις 23 Οκτωβρίου 1980· τροποποιήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου και στις 12 Νοεμβρίου 1986· τροποποιήθηκε στις 5 Nοεμβρίου 1993 και στις 12 Ιανουαρίου 1994.

[Τροποποίηση συναφθείσα στις 5 Σεπτεμβρίου 1995 (εφαρμοζόμενη προσωρινά).]

γ)

Δημοκρατία της Βουλγαρίας: Συμφωνία ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, που υπογράφηκε στη Σόφια, στις 24 Απριλίου 1991.

δ)

Τσεχική Δημοκρατία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στην Πράγα στις 10 Σεπτεμβρίου 1996· τροποποιήθηκε στις 4 Ιουνίου 2001 και στις 14 Φεβρουαρίου 2002.

ε)

Βασίλειο της Δανίας: Συμφωνία υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών, που τέθηκε σε ισχύ με ανταλλαγή διακοινώσεων στην Ουάσιγκτον στις 16 Δεκεμβρίου 1944· τροποποιήθηκε στις 6 Αυγούστου 1954· τροποποιήθηκε στις 16 Ιουνίου 1995.

στ)

Δημοκρατία της Φινλανδίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στο Ελσίνκι στις 29 Μαρτίου 1949· σχετικό πρωτόκολλο, που υπογράφηκε στις 12 Μαΐου 1980· συμφωνία τροποποίησης της συμφωνίας του 1949 και του πρωτοκόλλου του 1980, η οποία υπογράφηκε στις 9 Ιουνίου 1995.

ζ)

Γαλλική Δημοκρατία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον στις 18 Ιουνίου 1998· τροποποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2000· τροποποιήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2002.

η)

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών και ανταλλαγή διακοινώσεων, που υπογράφηκαν στην Ουάσιγκτον στις 7 Ιουλίου 1955· τροποποιήθηκαν στις 25 Απριλίου 1989.

[Σχετικό πρωτόκολλο που συνήφθη την 1η Νοεμβρίου 1978· σχετικές συμφωνίες που συνάφθηκαν στις 24 Μαΐου 1994· πρωτόκολλο τροποποίησης της συμφωνίας του 1995, το οποίο συνήφθη στις 23 Μαΐου 1996· συμφωνία τροποποίησης του πρωτοκόλλου του 1996, η οποία συνήφθη στις 10 Οκτωβρίου 2000 (όλα εφαρμοζόμενα προσωρινά).]

θ)

Ελληνική Δημοκρατία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 31 Ιουλίου 1991· παρατάθηκε μέχρι τις 31 Ιουλίου 2007 με ανταλλαγή διακοινώσεων της 22ας και 28ης Ιουνίου 2006.

ι)

Δημοκρατία της Ουγγαρίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών και μνημόνιο συμφωνίας, που υπογράφηκαν στη Βουδαπέστη στις 12 Ιουλίου 1989· παρατάθηκαν μέχρι τις 12 Ιουλίου 2007 με ανταλλαγή διακοινώσεων της 11ης και 20ής Ιουνίου 2006.

ια)

Ιρλανδία: Συμφωνία υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών, που τέθηκε σε ισχύ με ανταλλαγή διακοινώσεων στην Ουάσιγκτον στις 3 Φεβρουαρίου 1945· τροποποιήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1988 και στις 29 Σεπτεμβρίου 1989· τροποποιήθηκε στις 25 Ιουλίου και στις 6 Σεπτεμβρίου 1990.

[Μνημόνιο διαβουλεύσεων, που υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον στις 28 Οκτωβρίου 1993 (εφαρμόζεται προσωρινά).]

ιβ)

Ιταλική Δημοκρατία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, με μνημόνιο και ανταλλαγή διακοινώσεων, που υπογράφηκε στη Ρώμη στις 22 Ιουνίου 1970· τροποποιήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1988 σχετικό υπόμνημα συμφωνίας, που υπογράφηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1990· τροποποίηση της συμφωνίας του 1970 και του μνημονίου συμφωνίας του 1990, που συνήφθη στις 30 Μαΐου και στις 21 Οκτωβρίου 1997· συμφωνία που συμπληρώνει τη συμφωνία του 1970 και που συνήφθη στις 30 Δεκεμβρίου 1998 και στις 2 Φεβρουαρίου 1999.

[Πρωτόκολλο τροποποίησης της συμφωνίας του 1970, που συνήφθη στις 6 Δεκεμβρίου, 1999 (εφαρμόζεται προσωρινά.]

ιγ)

Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 19 Αυγούστου 1986· τροποποιήθηκε στις 6 Ιουνίου 1995· τροποποιήθηκε στις 13 και στις 21 Ιουλίου 1998.

ιδ)

Μάλτα: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών που υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον στις 12 Οκτωβρίου 2000.

ιε)

Βασίλειο των Κάτω Χωρών: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών που υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον στις 3 Απριλίου 1957· πρωτόκολλο τροποποίησης της συμφωνίας του 1957, που συνήφθη στις 31 Μαρτίου 1978· τροποποίηση του πρωτοκόλλου του 1978, που συνήφθη στις 11 Ιουνίου 1986· τροποποίηση της συμφωνίας του 1957, που συνήφθη στις 13 Οκτωβρίου και στις 22 Δεκεμβρίου 1987· τροποποίηση της συμφωνίας του 1957, που συνήφθη στις 29 Ιανουαρίου και στις 13 Μαρτίου 1992· τροποποίηση της συμφωνίας του 1957 και του πρωτοκόλλου του 1978, που συνήφθη στις 14 Οκτωβρίου 1992.

ιστ)

Δημοκρατία της Πολωνίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στη Βαρσοβία στις 16 Ιουνίου 2001.

ιζ)

Πορτογαλική Δημοκρατία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στη Λισσαβόνα στις 30 Μαΐου 2000.

ιη)

Ρουμανία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον στις 15 Ιουλίου 1998.

ιθ)

Σλοβακική Δημοκρατία: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στην Μπρατισλάβα στις 22 Ιανουαρίου 2001.

κ)

Βασίλειο της Ισπανίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, που υπογράφηκε στη Μαδρίτη στις 20 Φεβρουαρίου 1973· σχετική συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, της 31ης Μαρτίου και της 7ης Απριλίου 1987· τροποποίηση της συμφωνίας του 1973, που συνήφθη στις 31 Μαΐου 1989· τροποποίηση της συμφωνίας του 1973, που συνήφθη στις 27 Νοεμβρίου 1991.

κα)

Βασίλειο της Σουηδίας: Συμφωνία υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών, που τέθηκε σε ισχύ με ανταλλαγή διακοινώσεων στην Ουάσιγκτον στις 16 Δεκεμβρίου 1944· τροποποιήθηκε στις 6 Αυγούστου 1954· τροποποιήθηκε στις 16 Ιουνίου 1995.

κβ)

Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας: Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, και ανταλλαγή επιστολών, που υπογράφηκαν στη Βερμούδα στις 23 Ιουλίου 1977· συμφωνία για τους αεροπορικούς ναύλους Βόρειου Ατλαντικού, που συνήφθη στις 17 Μαρτίου 1978· συμφωνία τροποποίησης της συμφωνίας του 1977, που συνήφθη στις 25 Απριλίου 1978· συμφωνία τροποποίησης και παράτασης της συμφωνίας του 1978 για τους ναύλους Βόρειου Ατλαντικού, που συνήφθη στις 2 και 9 Νοεμβρίου 1978· συμφωνία τροποποίησης της συμφωνίας του 1977, που συνήφθη στις 4 Δεκεμβρίου 1980· συμφωνία τροποποίησης της συμφωνίας του 1977, που συνήφθη στις 20 Φεβρουαρίου 1985· συμφωνία τροποποίησης του άρθρου 7 του παραρτήματος 2 και του παραρτήματος 5 της συμφωνίας του 1977, που συνήφθη στις 25 Μαΐου 1989· συμφωνία για τροποποίηση της συμφωνίας του 1977, για περάτωση της διαιτησίας ΗΠΑ/ΗΒ σχετικά με τέλη χρήστη του αερολιμένα του Χήθροου και για την αίτηση διαιτησίας που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο με τη διακοίνωση της πρεσβείας του αριθ. 87 της 13ης Οκτωβρίου 1993 και τη ρύθμιση των ζητημάτων από τα οποία προέκυψαν οι διαδικασίες αυτές, που συνήφθη στις 11 Μαρτίου 1994· συμφωνία τροποποίησης της συμφωνίας του 1977, που συνήφθη στις 27 Μαρτίου 1997.

[Ρυθμίσεις προσωρινής εφαρμογής που περιείχε το μνημόνιο διαβουλεύσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 1986 ρυθμίσεις που περιείχε η ανταλλαγή επιστολών της 27ης Ιουλίου 1990· ρυθμίσεις που περιείχε το μνημόνιο διαβουλεύσεων της 11ης Μαρτίου 1991· ρυθμίσεις που περιείχε η ανταλλαγή επιστολών της 6ης Οκτωβρίου 1994· ρυθμίσεις που περιείχε το μνημόνιο διαβουλεύσεων της 5ης Ιουνίου 1995· ρυθμίσεις που περιείχε η ανταλλαγή επιστολών της 31ης Μαρτίου και της 3ης Απριλίου 2000 (όλες προσωρινής εφαρμογής).]

Τμήμα 2

Παρά το τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος, για τις περιοχές που δεν περιλαμβάνονται στον ορισμό της «επικράτειας» του άρθρου 1 της παρούσας συμφωνίας, οι συμφωνίες που αναφέρονται στα στοιχεία ε) (Δανία-Ηνωμένες Πολιτείες), ζ) (Γαλλία-Ηνωμένες Πολιτείες), και κβ) (Ηνωμένο Βασίλειο-Ηνωμένες Πολιτείες) του εν λόγω τμήματος, εξακολουθούν να ισχύουν, σύμφωνα με τους όρους τους.

Τμήμα 3

Παρά το άρθρο 3 της παρούσας συμφωνίας, οι αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ δεν έχουν το δικαίωμα να εκτελούν δρομολόγια αποκλειστικής μεταφοράς φορτίου, τα οποία δεν αποτελούν μέρος δρομολογίου που εξυπηρετεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, από ή προς σημεία εντός των κρατών μελών, εξαιρουμένης της περίπτωσης από ή προς σημεία στην Τσεχική Δημοκρατία, τη Γαλλική Δημοκρατία, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, τη Μάλτα, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία και τη Σλοβακική Δημοκρατία.

Τμήμα 4

Παρά κάθε άλλη διάταξη της παρούσας συμφωνίας, το παρόν τμήμα εφαρμόζεται στο συνδυασμό προγραμματισμένων και ναυλωμένων πτήσεων μεταξύ της Ιρλανδίας και των Ηνωμένων Πολιτειών με ισχύ από την αρχή της χειμερινής περιόδου 2006/2007 της IATA μέχρι το τέλος της χειμερινής περιόδου 2007/2008 της IATA.

α)

i)

Κάθε αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ και της Κοινότητας μπορεί να εκτελεί 3 πτήσεις χωρίς ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Δουβλίνου για κάθε πτήση χωρίς ενδιάμεσο σταθμό που εκτελεί η αεροπορική εταιρεία μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Σάνον. Το εν λόγω δικαίωμα πτήσεων προς το Δουβλίνο χωρίς ενδιάμεσο σταθμό βασίζεται σε μέσο όρο των πτήσεων ολόκληρης της μεταβατικής περιόδου που περιλαμβάνει τρεις περιόδους προγραμματισμού. Μια πτήση θεωρείται ότι είναι χωρίς ενδιάμεσο σταθμό προς το Δουβλίνο, ή χωρίς ενδιάμεσο σταθμό προς το Σάνον, ανάλογα με το πρώτο σημείο εισόδου στην Ιρλανδία ή με το τελευταίο σημείο εξόδου από την Ιρλανδία.

ii)

Η απαίτηση για εξυπηρέτηση του Σάνον που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημείο i) του παρόντος τμήματος, παύει να ισχύει εάν μια αεροπορική εταιρεία αρχίσει συνδυασμό προγραμματισμένων ή ναυλωμένων πτήσεων μεταξύ Δουβλίνου και Ηνωμένων Πολιτειών, προς οιαδήποτε κατεύθυνση, χωρίς να εκτελεί, κατά μέσο όρο στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, τουλάχιστον μια πτήση χωρίς ενδιάμεσο σταθμό προς το Σάνον ανά τρεις πτήσεις χωρίς ενδιάμεσο σταθμό προς το Δουβλίνο.

β)

Όσον αφορά τα δρομολόγια μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιρλανδίας, οι κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες δύνανται να εξυπηρετούν μόνον τη Βοστώνη, τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Λος Άντζελες και τρία πρόσθετα σημεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα οποία πρέπει να κοινοποιηθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες κατόπιν επιλογής ή αλλαγής. Τα δρομολόγια αυτά δύνανται να εκτελούνται μέσω ενδιάμεσων σημείων σε άλλα κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες.

γ)

Η συνεκμετάλλευση πτήσεων επιτρέπεται μεταξύ Ιρλανδίας και Ηνωμένων Πολιτειών μόνον μέσω άλλων σημείων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Το ενδεχόμενο άλλων συμφωνιών συνεκμετάλλευσης πτήσεων θα εξετασθεί με βάση τη φιλοφροσύνη και την αμοιβαιότητα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

Σχετικά με τη συνεργασία σε θέματα ανταγωνισμού στον κλάδο των αεροπορικών μεταφορών

Άρθρο 1

Η συνεργασία, στην οποία αναφέρεται το παρόν παράρτημα, εφαρμόζεται από το Υπουργείο Μεταφορών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής «οι συμμετέχοντες»), με συνέπεια προς τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους να επιλαμβάνονται θεμάτων ανταγωνισμού στον κλάδο των αεροπορικών μεταφορών στα οποία εμπλέκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Άρθρο 2

Σκοπός

Σκοπός της συνεργασίας αυτής είναι:

1.

να προωθείται η αμοιβαία κατανόηση, από τους συμμετέχοντες, της εφαρμογής των νομοθετικών διατάξεων, των διαδικασιών και των πρακτικών με βάση τα αντίστοιχα τους καθεστώτα ανταγωνισμού, προκειμένου να ενθαρρύνεται ο ανταγωνισμός στον κλάδο των αεροπορικών μεταφορών·

2.

να διευκολύνεται η κατανόηση, από τους συμμετέχοντες, των επιπτώσεων που έχουν οι εξελίξεις στον κλάδο των αεροπορικών μεταφορών επί του ανταγωνισμού στη διεθνή αγορά αερομεταφορών·

3.

να μειωθούν οι πιθανότητες δημιουργίας συγκρούσεων μεταξύ των συμμετεχόντων στην εφαρμογή των αντίστοιχων καθεστώτων τους ανταγωνισμού σε συμφωνίες και άλλες ρυθμίσεις συνεργασίας που επηρεάζουν την υπερατλαντική αγορά,

και

4.

να προωθούνται συμβατές μεταξύ τους κανονιστικές προσεγγίσεις σε συμφωνίες και άλλες ρυθμίσεις συνεργασίας με την καλύτερη κατανόηση των μεθοδολογιών, των τεχνικών ανάλυσης, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού της ή των σχετικών αγορών και της ανάλυσης των αποτελεσμάτων του ανταγωνισμού, καθώς και επανορθωτικές ενέργειες στις οποίες προβαίνουν οι συμμετέχοντες κατά την ανεξάρτητη από πλευράς τους εξέταση των θεμάτων ανταγωνισμού.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, ο όρος «καθεστώς ανταγωνισμού» σημαίνει τις νομοθετικές διατάξεις, τις διαδικασίες και τις πρακτικές που διέπουν την άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων των συμμετεχόντων κατά την εξέταση των συμφωνιών και άλλων ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ αεροπορικών εταιρειών στη διεθνή αγορά. Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ο όρος περιλαμβάνει ιδίως τα άρθρα 81, 82, και 85 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και τους κανονισμούς εφαρμογής τους σύμφωνα με τη συνθήκη αυτήν, καθώς και τις τροποποιήσεις τους. Για το Υπουργείο Μεταφορών των Ηνωμένων Πολιτειών, ο όρος περιλαμβάνει ιδίως τα άρθρα 41308, 41309 και 41720 του τίτλου 49 του κώδικα των Ηνωμένων Πολιτειών, και τους κανονισμούς εφαρμογής τους, όπως και τη συναφή νομολογία.

Άρθρο 4

Πεδία συνεργασίας

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 του άρθρου 5, η συνεργασία μεταξύ των συμμετεχόντων περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

1.

συνεδριάσεις μεταξύ αντιπροσώπων των συμμετεχόντων, και των εμπειρογνωμόνων τους σε θέματα ανταγωνισμού, καταρχήν σε εξαμηνιαία βάση, με σκοπό τη συζήτηση των εξελίξεων στον κλάδο των αεροπορικών μεταφορών, θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος όσον αφορά την πολιτική ανταγωνισμού, και λεπτομερών προσεγγίσεων σχετικά με την εφαρμογή του δικαίου περί ανταγωνισμού στη διεθνή αεροπορία, και ιδιαίτερα στην υπερατλαντική αγορά. Οι προαναφερόμενες συζητήσεις ενδέχεται να οδηγήσουν στο να αναπτυχθεί καλύτερη κατανόηση των προσεγγίσεων που ακολουθούν, αντίστοιχα, οι συμμετέχοντες σε θέματα ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των υπαρχόντων κοινών σημείων, και σε περαιτέρω συμβατότητα των προσεγγίσεων αυτών, ιδίως όσον αφορά τις συμφωνίες μεταξύ αεροπορικών εταιρειών·

2.

διαβουλεύσεις, ανά πάσα στιγμή, μεταξύ των συμμετεχόντων, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας ή μετά αίτηση ενός εξ αυτών, προκειμένου να συζητείται οποιοδήποτε θέμα συναφές προς το παρόν παράρτημα, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων περιπτώσεων·

3.

κάθε συμμετέχων μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να καλεί εκπροσώπους άλλων κυβερνητικών αρχών για να συμμετάσχουν, εφόσον χρειάζεται, σε συνεδριάσεις ή διαβουλεύσεις πραγματοποιούμενες σύμφωνα με τα σημεία 1 και 2 ανωτέρω·

4.

έγκαιρες κοινοποιήσεις των κάτωθι διαδικασιών ή θεμάτων που, κατά την κρίση του κοινοποιούντος συμμετέχοντος, ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στα ανταγωνιστικά συμφέροντα του άλλου συμμετέχοντος:

α)

όσον αφορά το Υπουργείο Μεταφορών: i) διαδικασίες επανεξέτασης των αιτημάτων έγκρισης συμφωνιών και άλλων ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ αεροπορικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, ιδίως σε σχέση με την αντιμονοπωλιακή ασυλία αεροπορικών εταιρειών διεπομένων από το δίκαιο των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ii) παραλαβή, από το Υπουργείο Μεταφορών, συμφωνίας για κοινή επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 41720 του τίτλου 49 του κώδικα των Ηνωμένων Πολιτειών·

και

β)

όσον αφορά την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: i) διαδικασίες επανεξέτασης των αιτημάτων έγκρισης συμφωνιών και άλλων ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ αεροπορικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, ιδίως σε σχέση με συμμαχίες και άλλες ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ αεροπορικών εταιρειών διεπομένων από το δίκαιο των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ii) εξέταση ατομικών ή κατά κατηγορίες απαλλαγών από τους κανόνες περί ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

5.

κοινοποιήσεις σχετικά με τη διαθεσιμότητα, και τους τυχόν όρους που διέπουν αυτή τη διαθεσιμότητα, πληροφοριών και δεδομένων που κατατίθενται σε έναν συμμετέχοντα, σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή, οι οποίες, κατά την κρίση του εν λόγω συμμετέχοντος, ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στα ανταγωνιστικά συμφέροντα του άλλου συμμετέχοντος·

6.

κοινοποιήσεις άλλων δραστηριοτήτων σχετικών με την πολιτική ανταγωνισμού στις αεροπορικές μεταφορές, όπως κρίνει ενδεδειγμένο ο κοινοποιών συμμετέχων.

Άρθρο 5

Χρήση και κοινολόγηση πληροφοριών

1.   Παρά κάθε άλλη διάταξη του παρόντος παραρτήματος, κανένας συμμετέχων δεν υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες στον άλλο συμμετέχοντα, εάν η κοινοποίηση των πληροφοριών στον αιτούντα συμμετέχοντα:

α)

απαγορεύεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή πρακτικές του συμμετέχοντος που κατέχει τις πληροφορίες·

β)

δεν είναι συμβατή με σημαντικά συμφέροντα του συμμετέχοντος που κατέχει τις πληροφορίες.

2.   Κάθε συμμετέχων τηρεί, στο μέτρο του δυνατού, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα κάθε πληροφορίας που του παρέχεται εμπιστευτικά από τον άλλο συμμετέχοντα δυνάμει του παρόντος παραρτήματος και αρνείται οιαδήποτε αίτηση κοινολόγησης των πληροφοριών αυτών σε τρίτο, ο οποίος δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τον παρέχοντα συμμετέχοντα να λάβει τις πληροφορίες αυτές. Κάθε συμμετέχων ειδοποιεί τον άλλο συμμετέχοντα, οσάκις προτείνεται ανταλλαγή πληροφοριών σε συζητήσεις ή απαιτείται με κάποιο άλλο τρόπο κοινολόγησή τους στο πλαίσιο δημόσιας διαδικασίας.

3.   Όταν, σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, ένας συμμετέχων παρέχει στον άλλον πληροφορίες σε εμπιστευτική βάση για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2, οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τον λαμβάνοντα συμμετέχοντα αποκλειστικά προς τον σκοπό αυτόν.

Άρθρο 6

Εφαρμογή

1.   Κάθε συμμετέχων ορίζει έναν εκπρόσωπο αρμόδιο για τον συντονισμό των δραστηριοτήτων που βασίζονται στο παρόν παράρτημα.

2.   Το παρόν παράρτημα, και όλες οι δραστηριότητες που αναλαμβάνει ένας συμμετέχων βάσει αυτού,

α)

πρόκειται να εφαρμοσθούν μόνον κατά το μέτρο που συμβιβάζονται με όλες τις νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις και τις πρακτικές που ισχύουν για τον εν λόγω συμμετέχοντα,

και

β)

πρόκειται να εφαρμοσθούν με την επιφύλαξη της συμφωνίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την εφαρμογή των δικαίων τους περί ανταγωνισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

Σχετικά με τις μεταφορές που ανατίθενται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ

Οι κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες έχουν το δικαίωμα να μεταφέρουν επιβάτες και φορτίο σε προγραμματισμένες και ναυλωμένες πτήσεις για τις οποίες πολιτειακό μη στρατιωτικό υπουργείο, υπηρεσία ή φορέας της κυβέρνησης των ΗΠΑ: 1. αναλαμβάνει τη μεταφορά για το ίδιο ή κατ’ εφαρμογή ρύθμισης σύμφωνα με την οποία καταβάλλεται πληρωμή από την Κυβέρνηση ή καταβάλλεται πληρωμή για ποσά που παρέχονται για τη χρήση από την Κυβέρνηση, ή 2. προσφέρει τη μεταφορά σε ξένη χώρα ή διεθνή ή άλλο οργανισμό, ή για λογαριασμό τους, χωρίς απόδοση εξόδων, και η εν λόγω μεταφορά πραγματοποιείται α) μεταξύ οιουδήποτε σημείου των Ηνωμένων Πολιτειών και οιουδήποτε σημείου κράτους μέλους, πλην της περίπτωσης — μόνον όσον αφορά τους επιβάτες— κατά την οποία ισχύει σύμβαση για ναύλους ζευγών πόλεων, ή β) μεταξύ οιωνδήποτε δύο σημείων εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις μεταφορές που αναλαμβάνονται ή χρηματοδοτούνται από τον υπουργό Άμυνας ή τον υπουργό πολιτειακού στρατιωτικού υπουργείου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

Σχετικά με τα πρόσθετα ζητήματα σχετικά με την κυριότητα, τις επενδύσεις και τον έλεγχο

Άρθρο 1

Κυριότητα αεροπορικών εταιρειών ενός μέρους

1.   Η κυριότητα μετοχών μιας αεροπορικής εταιρείας των ΗΠΑ από υπηκόους ενός ή περισσότερων κρατών μελών επιτρέπεται, υπό τους εξής δύο περιορισμούς. Πρώτον, απαγορεύεται η κυριότητα, από όλους τους αλλοδαπούς, άνω του 25 % των μετοχών της εταιρείας με δικαίωμα ψήφου. Δεύτερον, απαγορεύεται ο πραγματικός έλεγχος μιας αεροπορικής εταιρείας των ΗΠΑ από αλλοδαπούς. Με την επιφύλαξη του ορίου της κυριότητας, από αλλοδαπούς, του 25 % των μετοχών, με δικαίωμα ψήφου:

α)

η κυριότητα, από υπηκόους ενός ή περισσότερων κρατών μελών:

i)

μέχρι και 25 % των μετοχών με δικαίωμα ψήφου,

ή/και

ii)

μέχρι και 49,9 % του συνόλου των μετοχών,

μιας αεροπορικής εταιρείας των ΗΠΑ, δεν θεωρείται, αφεαυτής, ότι συνιστά έλεγχο της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας,

και

β)

η κυριότητα, από υπηκόους ενός ή περισσότερων κρατών μελών, του 50 % ή άνω του συνόλου των μετοχών μιας αεροπορικής εταιρείας των ΗΠΑ, δεν αποτελεί τεκμήριο ότι συνιστά έλεγχο της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας. Η κυριότητα αυτή εξετάζεται κατά περίπτωση.

2.   Η κυριότητα κοινοτικής αεροπορικής εταιρείας από υπηκόους των ΗΠΑ επιτρέπεται υπό τους εξής δύο περιορισμούς. Πρώτον, η αεροπορική εταιρεία πρέπει να ανήκει κατά πλειοψηφία στην κυριότητα κρατών μελών ή/και υπηκόων κρατών μελών. Δεύτερον, η αεροπορική εταιρεία πρέπει να ελέγχεται ουσιαστικά από αυτά τα κράτη ή/και αυτούς τους υπηκόους.

3.   Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 4 και του στοιχείου β) της παραγράφου 1 του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας, ένα μέλος του ΚΕΑΧ την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας και οι πολίτες αυτού του μέλους, θεωρούνται, αντίστοιχα, ως κράτος μέλος και υπήκοοί του. Η κοινή επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται στα νέα μέλη του ΚΕΑΧ και στους πολίτες τους.

4.   Παρά την παράγραφο 2, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της επιφυλάσσονται του δικαιώματός τους να περιορίζουν τις επενδύσεις υπηκόων των ΗΠΑ στις μετοχές με δικαίωμα ψήφου μιας κοινοτικής αεροπορικής εταιρείας, οι οποίες πραγματοποιούνται μετά την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας, σε επίπεδο ισοδύναμο προς εκείνο που επιτρέπουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για τους αλλοδαπούς στις αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ, υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση του δικαιώματος αυτού συνάδει προς το διεθνές δίκαιο.

Άρθρο 2

Κυριότητα και έλεγχος αεροπορικών εταιρειών τρίτων χωρών

1.   Κανένα από τα μέρη δεν ασκεί τα τυχόν δικαιώματα που διαθέτει δυνάμει ρυθμίσεων αεροπορικών μεταφορών με τρίτη χώρα για να αρνείται, να ανακαλεί, να αναστέλλει ή να περιορίζει τις εξουσιοδοτήσεις ή τις άδειες για οποιαδήποτε αεροπορική εταιρεία της συγκεκριμένης τρίτης χώρας, επειδή η ουσιαστική κυριότητα της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας ανήκει στο άλλο μέρος, στους υπηκόους του ή και στα δύο.

2.   Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ασκούν τα τυχόν δικαιώματα που διαθέτουν δυνάμει ρυθμίσεων αεροπορικών μεταφορών για να αρνούνται, να ανακαλούν, να αναστέλλουν ή να περιορίζουν τις εξουσιοδοτήσεις ή τις άδειες για οποιαδήποτε αεροπορική εταιρεία του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, μέλους του ΚΕΑΧ κατά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, ή οποιασδήποτε χώρας της Αφρικής που εφαρμόζει τη συμφωνία «Ανοικτοί Ουρανοί» περί αεροπορικών υπηρεσιών με τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, επειδή η ουσιαστική κυριότητα της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας ανήκει σε κράτος μέλος ή μέλη, στους υπηκόους του ή των κρατών αυτών, ή και στα δύο.

3.   Η κοινή επιτροπή μπορεί να αποφασίζει ότι κανένα μέρος δεν ασκεί τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, έναντι αεροπορικών εταιρειών συγκεκριμένης χώρας ή χωρών.

Άρθρο 3

Έλεγχος αεροπορικών εταιρειών

1.   Οι κανόνες που εφαρμόζονται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα όσον αφορά την κυριότητα και τον έλεγχο των κοινοτικών αερομεταφορέων καθορίζονται, επί του παρόντος, στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1992, περί της εκδόσεως αδειών των αερομεταφορέων. Δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, η αρμοδιότητα για τη χορήγηση άδειας εκμετάλλευσης σε κοινοτικό αερομεταφορέα εμπίπτει στα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2407/92 σύμφωνα με τις εθνικές του ρυθμίσεις και διαδικασίες.

2.   Οι κανόνες που εφαρμόζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες καθορίζονται, επί του παρόντος, στο άρθρο 40102 σημείο α) στοιχείο 2 και στα άρθρα 41102 και 41103 του τίτλου 49 του κώδικα των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S.C.), σύμφωνα με τα οποία οι άδειες για έναν «αερομεταφορέα» των ΗΠΑ, οι οποίες εκδίδονται από το Υπουργείο Μεταφορών, είτε πρόκειται για πιστοποιητικό, ή για απαλλαγή, είτε για άδεια μεταφοράς επιβατών, για να ασκεί δραστηριότητες «αεροπορικών μεταφορών» ως κοινός αερομεταφορέας, πρέπει να ανήκουν μόνον σε πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών όπως ορίζεται στον τίτλο 49 άρθρο 40102 σημείο α) στοιχείο 15 του U.S.C. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, ο πρόεδρος και τα δύο τρίτα του διοικητικού συμβουλίου και των λοιπών διοικητικών στελεχών μιας εταιρείας πρέπει να είναι πολίτες των ΗΠΑ, το 75 % τουλάχιστον των μετοχών με δικαίωμα ψήφου πρέπει να ανήκει σε πολίτες των ΗΠΑ, και η εταιρεία πρέπει να ελέγχεται όντως από πολίτες των ΗΠΑ. Η απαίτηση αυτή πρέπει να πληρούται αρχικά από τον αιτούντα, και να εξακολουθεί να πληρούται από μια αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ που διαθέτει άδεια.

3.   Η πρακτική που ακολουθεί κάθε μέρος, κατά την εφαρμογή των νομοθετικών και κανονιστικών του διατάξεων, καθορίζεται στο προσάρτημα του παρόντος παραρτήματος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5

Σχετικά με τη δικαιόχρηση και την προβολή της μάρκας

1.

Οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους δεν εμποδίζονται να συνάπτουν συμφωνίες δικαιόχρησης ή προβολής της μάρκας, συμπεριλαμβανομένων όρων για την προστασία της μάρκας και για επιχειρησιακά ζητήματα, υπό τον όρον ότι: τηρούν, ιδίως, τις εφαρμοστέες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που αφορούν τον έλεγχο· δεν τίθεται σε κίνδυνο η ικανότητα λειτουργίας της αεροπορικής εταιρείας, εκτός της δικαιόχρησης· η συμφωνία δεν συνεπάγεται την άσκηση δραστηριοτήτων ενδομεταφορών (καμποτάζ) από αλλοδαπή αεροπορική εταιρεία· και ότι τηρούνται οι εφαρμοστές κανονιστικές διατάξεις, όπως οι διατάξεις για την προστασία του καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για την αποκάλυψη της ταυτότητας της αεροπορικής εταιρείας που εκτελεί το δρομολόγιο. Ενόσω τηρούνται οι ανωτέρω απαιτήσεις, επιτρέπονται στενές επιχειρηματικές σχέσεις και ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ αεροπορικών εταιρειών κάθε μέρους, καθώς και οι ξένες επενδύσεις, καμία δε από τις κατωτέρω επιμέρους πτυχές, μεταξύ άλλων, μιας συμφωνίας δικαιόχρησης ή προβολής της μάρκας, δεν δημιουργεί ζήτημα ελέγχου, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων:

α)

χρήση και εμφάνιση συγκεκριμένης μάρκας ή εμπορικού σήματος ενός δικαιοπαρόχου, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού της γεωγραφικής περιοχής στην οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιείται η μάρκα ή το εμπορικό σήμα·

β)

εμφάνιση των χρωμάτων και του λογοτύπου της μάρκας του δικαιοπαρόχου στο αεροσκάφος του δικαιοδόχου, συμπεριλαμβανομένης της παρουσίας αυτής της μάρκας, εμπορικού σήματος, λογοτύπου ή άλλου παρόμοιου αναγνωριστικού στοιχείου σε εμφανές σημείο στο αεροσκάφος του και στις στολές του προσωπικού του·

γ)

χρήση και εμφάνιση της μάρκας, του εμπορικού σήματος ή του λογοτύπου στις αερολιμενικές διευκολύνσεις και εξοπλισμό του δικαιοδόχου, ή σε συνδυασμό με αυτά·

δ)

τήρηση προτύπων εξυπηρέτησης πελατών σχεδιασμένων για σκοπούς εμπορίας·

ε)

τήρηση προτύπων εξυπηρέτησης πελατών σχεδιασμένων για την προστασία της ακεραιότητας της δικαιόχρηστης μάρκας·

στ)

επιβολή τελών αδείας βάσει συνήθων εμπορικών όρων·

ζ)

συμμετοχή σε προγράμματα συχνών ταξιδιωτών, συμπεριλαμβανομένης της σώρευσης ωφελημάτων,

και

η)

πρόβλεψη, στη συμφωνία δικαιόχρησης ή προβολής της μάρκας, του δικαιώματος του δικαιοπαρόχου ή του δικαιοδόχου να καταγγέλλει τη συμφωνία και να αποσύρει τη μάρκα, υπό την προϋπόθεση ότι υπήκοοι των Ηνωμένων Πολιτειών ή των κρατών μελών διατηρούν τον έλεγχο της αεροπορικής εταιρείας των ΗΠΑ ή της Κοινότητας, αντίστοιχα.

2.

Οι συμφωνίες δικαιόχρησης και προβολής της μάρκας είναι ανεξάρτητες από συμφωνίες συνεκμετάλλευσης πτήσεων που απαιτούν και από τις δύο αεροπορικές εταιρείες να έχουν τη δέουσα εξουσιοδότηση από τα μέρη, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 10 της παρούσας συμφωνίας, αλλά μπορούν να συνυπάρχουν με αυτές.

Κοινή δήλωση

Οι αντιπρόσωποι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της επιβεβαιώνουν ότι η συμφωνία αεροπορικών μεταφορών που μονογραφήθηκε στις Βρυξέλλες στις 2 Μαρτίου 2007 και σχεδιάζεται να υπογραφεί στις 30 Απριλίου 2007, θα είναι αυθεντική και σε άλλες γλώσσες, κατά τα προβλεπόμενα είτε σε ανταλλαγή επιστολών, πριν από την υπογραφή της συμφωνίας, είτε σε απόφαση της κοινής επιτροπής, μετά την υπογραφή της συμφωνίας.

Η παρούσα κοινή δήλωση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες:

Image

Ημερομηνία: 18 Απριλίου 2007

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

και τα κράτη μέλη της: ad referendum

Image

Ημερομηνία: 18 Απριλίου 2007

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ

1.

Οι αντιπροσωπείες που εκπροσωπούσαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες από τις 27 Φεβρουαρίου έως τις 2 Μαρτίου 2007 για να ολοκληρώσουν τις διαπραγματεύσεις μιας συνολικής συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών. Οι κατάλογοι των αντιπροσωπειών παρατίθενται ως συνημμένο Α.

2.

Οι αντιπροσωπείες κατέληξαν σε συμφωνία ad referendum για συμφωνία, το κείμενο της οποίας μονογράφησαν (στο εξής η «συμφωνία», η οποία επισυνάπτεται ως συνημμένο Β). Οι αντιπροσωπείες προτίθενται να υποβάλουν το σχέδιο συμφωνίας στις αρχές τους για έγκριση, με στόχο να τεθεί σε ισχύ στο εγγύς μέλλον.

3.

Όσον αφορά την παράγραφο 2 του άρθρου 1, οι αντιπροσωπείες βεβαίωσαν ότι ο ορισμός «αεροπορική μεταφορά» περιλαμβάνει όλες τις μορφές ναυλωμένων αεροπορικών υπηρεσιών. Περαιτέρω, σημείωσαν ότι η αναφορά στη μεταφορά «που προσφέρεται στο κοινό» δεν προεξοφλεί το αποτέλεσμα των υπό διεξαγωγή συζητήσεων για το θέμα της μερικής κυριότητας.

4.

Όσον αφορά την παράγραφο 5 του άρθρου 1, η αντιπροσωπεία της ΕΕ σημείωσε ότι οι πτήσεις μεταξύ κρατών μελών θεωρούνται ως ενδοκοινοτικές πτήσεις βάσει του κοινοτικού δικαίου.

5.

Όσον αφορά την παράγραφο 6 του άρθρου 1, η αντιπροσωπεία της ΕΕ σημείωσε ότι κανένα στοιχείο της παρούσας συμφωνίας δεν επηρεάζει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, όπως αυτή προκύπτει από τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

6.

Η αντιπροσωπεία της ΕΕ επιβεβαίωσε ότι τα υπερπόντια εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι: τα Υπερπόντια Γαλλικά Διαμερίσματα (Γουαδελούπη, Μαρτινίκα, Ρεϋνιόν, Γουιάνα), οι Αζόρες, η Μαδέρα, και οι Κανάριοι Νήσοι.

7.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ, η αντιπροσωπεία της ΕΕ δήλωσε ότι, βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία πρέπει να λαμβάνει τόσο το πιστοποιητικό αερομεταφορέα της (AOC) όσο και την άδεια λειτουργίας της από τη χώρα στην οποία έχει την κύρια εγκατάστασή της. Περαιτέρω, οι αεροπορικές εταιρείες δεν είναι δυνατό να κατέχουν AOC ή άδεια λειτουργίας από περισσότερες της μίας χώρας.

8.

Σχετικά με τις παραγράφους 1, 3 και 5 του άρθρου 3, την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παραρτήματος 4 και την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του παραρτήματος 4 και απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ, η αντιπροσωπεία της ΕΕ εξήγησε ότι, από την ημερομηνία της υπογραφής της συμφωνίας, στα μέλη του Κοινού Ευρωπαϊκού Αεροπορικού Χώρου περιλαμβάνονται, εκτός από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δημοκρατία της Αλβανίας, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η Δημοκρατία της Κροατίας, η Δημοκρατία της Ισλανδίας, η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η Δημοκρατία του Μαυροβουνίου, το Βασίλειο της Νορβηγίας, η Δημοκρατίας της Σερβίας και η αποστολή των Ηνωμένων Εθνών για προσωρινή διοίκηση στο Κοσσυφοπέδιο.

9.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας της ΕΕ, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ ανέφερε ότι οι ακόλουθες χώρες εφαρμόζουν τις συμφωνίες «Ανοικτοί Ουρανοί» περί αεροπορικών υπηρεσιών με τις Ηνωμένες Πολιτείες από την ημερομηνία της υπογραφής της συμφωνίας: Μπουρκίνα Φάσο, Δημοκρατία του Πράσινου Ακρωτηρίου, Δημοκρατία του Καμερούν, Δημοκρατία του Τσαντ, Δημοκρατία της Γκαμπόν, Δημοκρατία της Γκάμπια, Δημοκρατία της Γκάνας, Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Αιθιοπίας, Δημοκρατία της Λιβερίας, Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης, Δημοκρατία του Μαλί, Βασίλειο του Μαρόκου, Δημοκρατία της Ναμίμπια, Ομοσπονδιακή Δημοκρατίας της Νιγηρίας, Δημοκρατία της Σενεγάλης, Ηνωμένη Δημοκρατία της Τανζανίας και Δημοκρατία της Ουγκάντας. Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ ανέφερε επίσης ότι πρόθεσή της είναι να αντιμετωπίσει τις αεροπορικές εταιρείες της Δημοκρατίας της Κένυας, όπως και τις αεροπορικές εταιρείες των κρατών που εφαρμόζουν τις συμφωνίες «Ανοικτοί Ουρανοί» περί αεροπορικών υπηρεσιών, για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παραρτήματος 4.

10.

Όσον αφορά το άρθρο 4, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ σημείωσε ότι το Υπουργείο Μεταφορών θα απαιτεί από οιονδήποτε ξένο αερομεταφορέα που ζητά έγκριση για την εκτέλεση δρομολογίων σύμφωνα με τη συμφωνία, να αναφέρει την υπεύθυνη αρχή που εξέδωσε το AOC και την άδεια λειτουργίας του, καθιστώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σαφές ποια αρχή είναι υπεύθυνη για την ασφάλεια των πτήσεων και την αεροπορική ασφάλεια, καθώς και για τις λοιπές κανονιστικές πτυχές της εποπτείας του αερομεταφορέα.

11.

Για τους σκοπούς του άρθρου 8, ο όρος «υπεύθυνες αρχές» παραπέμπει, αφενός, στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Αεροπορίας των ΗΠΑ και, αφετέρου, στις αρχές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή/και των κρατών μελών που έχουν την ευθύνη για την έκδοση ή την επικύρωση των πιστοποιητικών και των αδειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή για τη συντήρηση και τη διαχείριση των προτύπων και των απαιτήσεων ασφάλειας των πτήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ανάλογα με την περίπτωση. Επιπλέον, στις περιπτώσεις που απαιτούνται διαβουλεύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι υπεύθυνες αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι στις διαβουλεύσεις συμμετέχουν οι τοπικές ή περιφερειακές αρχές οι οποίες, σύμφωνα με νομικές ή κανονιστικές ρυθμίσεις ή στην πράξη, έχουν την ευθύνη για την επίβλεψη της ασφάλειας των πτήσεων όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα.

12.

Όσον αφορά το άρθρο 9, οι αντιπροσωπείες βεβαίωσαν ότι, στο μέτρο του δυνατού, τα μέρη προτίθενται να εξασφαλίσουν τον μέγιστο δυνατό βαθμό συντονισμού όσον αφορά τα προτεινόμενα μέτρα ασφάλειας, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η απειλή και να μετριάζονται οι ενδεχόμενες δυσμενείς επιπτώσεις τυχόν νέων μέτρων. Οι αντιπροσωπείες σημείωσαν επίσης ότι οι δίαυλοι που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 9 υπάρχουν προκειμένου να εξετάζονται εναλλακτικά μέτρα για υφιστάμενες και προτεινόμενες απαιτήσεις ασφάλειας, ιδίως τον διάλογο πολιτικής υψηλού επιπέδου για την ασφάλεια των συνόρων και των μεταφορών και την ομάδα συνεργασίας ΕΕ-ΗΠΑ για την ασφάλεια των μεταφορών. Επιπλέον, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι η νομοθετική διαδικασία που ακολουθούν οι ΗΠΑ για τη θέσπιση κανονιστικών πράξεων παρέχει κατά κανόνα τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να σχολιάζουν τις προτεινόμενες κανονιστικές πράξεις και να προτείνουν εναλλακτικές λύσεις, και ότι τα εν λόγω σχόλια λαμβάνονται υπόψη κατά τη νομοθετική διαδικασία.

13.

Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για την παράγραφο 6 του άρθρου 9, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ ανέφερε ότι, στις περιπτώσεις που η Υπηρεσία Ασφάλειας των Μεταφορών (TSA) εκτιμά, ότι απαιτούνται μέτρα έκτακτης ανάγκης για την προστασία της ασφάλειας των μεταφορών, πρέπει αμέσως να εκδίδει οδηγία ασφαλείας. Τα μέτρα αυτά προτίθενται να αντιμετωπίσουν την απειλή για την ασφάλεια, και το πεδίο και η διάρκειά τους θα πρέπει να είναι περιορισμένα. Τα μέτρα έκτακτης ανάγκης μεγαλύτερης διάρκειας ενσωματώνονται σε απαιτήσεις της TSA που αποτελούν αντικείμενο ενημέρωσης του κοινού και σχολιασμού.

14.

Όσον αφορά τη διαδικασία που πρόκειται να καθιερωθεί δυνάμει της παραγράφου 11 του άρθρου 9, οι αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν την ανάγκη θέσπισης πρωτοκόλλου για την προετοιμασία, την εφαρμογή και την εξαγωγή συμπερασμάτων από τις βάσει αυτής της παραγράφου πραγματοποιηθείσες αξιολογήσεις.

15.

Όσον αφορά την παράγραφο 2 του άρθρου 10, οι αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν ότι είναι πρόθυμες να διευκολύνουν την ταχεία εξέταση από τις οικείες αρχές των αιτήσεων αδειών και θεωρήσεων, καθώς και εγγράφων για το προσωπικό που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο, συμπεριλαμβανόμενων των περιστάσεων όπου απαιτείται προσωρινά η είσοδος ή η διαμονή του προσωπικού λόγω έκτακτης ανάγκης.

16.

Οι αντιπροσωπείες σημείωσαν ότι η αναφορά σε «νομοθετική ή κανονιστική διάταξη γενικής εφαρμογής» στην παράγραφο 5 του άρθρου 10 περιλαμβάνει τις οικονομικές κυρώσεις που περιορίζουν τις συναλλαγές με συγκεκριμένες χώρες και πρόσωπα.

17.

Αμφότερες οι αντιπροσωπείες αναγνωρίζουν ότι, δυνάμει της παραγράφου 7 του άρθρου 10, οι αεροπορικές εταιρείες κάθε μέρους που διαθέτουν την κατάλληλη εξουσιοδότηση, μπορούν να προβαίνουν σε συνεκμετάλλευση πτήσεων, με την επιφύλαξη των όρων και των προϋποθέσεων που ισχύουν κατά τρόπο αμερόληπτο για όλες τις αεροπορικές εταιρείες, από και προς όλα τα σημεία της επικράτειας του άλλου μέρους, στα οποία οιαδήποτε άλλη αεροπορική εταιρεία πραγματοποιεί διεθνείς αερομεταφορές με απευθείας πτήσεις ή με πτήσεις με ανταπόκριση είτε με την ίδια είτε με διαφορετική εταιρεία, εφόσον οι εν λόγω υπηρεσίες συνεκμετάλλευσης:

i)

είναι κατά τα λοιπά σύμφωνες προς τη συμφωνία,

και

ii)

ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις ως προς τους κανόνες κατανομής της κυκλοφορίας στο σχετικό σύστημα αερολιμένων.

18.

Οι αντιπροσωπείες συζήτησαν το ζήτημα της ενημέρωσης των επιβατών σχετικά με το ποια αεροπορική εταιρεία ή πάροχος επίγειων μεταφορών θα πραγματοποιεί το κάθε τμήμα των υπηρεσιών όταν πρόκειται για συμφωνίες συνεκμετάλλευσης. Σημείωσαν ότι κάθε πλευρά διαθέτει ρυθμίσεις που απαιτούν κοινολόγηση αυτού του είδους.

19.

Όσον αφορά το στοιχείο γ) της παραγράφου 7 του άρθρου 10, οι αντιπροσωπείες εξέφρασαν την κατανόησή τους ότι οι πάροχοι επίγειων μεταφορών δεν υπόκεινται στις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που διέπουν τις αεροπορικές μεταφορές απλώς και μόνο επειδή η επίγεια μεταφορά πραγματοποιείται από αεροπορική εταιρεία με τη δική της ονομασία. Επιπλέον, εναπόκειται στους παρόχους επίγειων μεταφορών να αποφασίζουν εάν θα συνάπτουν ρυθμίσεις συνεργασίας, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις αεροπορικές εταιρείες. Στην απόφαση σχετικά με οποιαδήποτε ιδιαίτερη ρύθμιση, οι πάροχοι επίγειων μεταφορών μπορούν να λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τα συμφέροντα των καταναλωτών, τεχνικούς και οικονομικούς περιορισμούς καθώς και περιορισμούς όσον αφορά τον διαθέσιμο χώρο και τη χωρητικότητα.

20.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας της ΕΕ, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι, με βάση την τρέχουσα ερμηνεία του δικαίου των ΗΠΑ, οι χρηματοδοτούμενες από την κυβέρνηση των ΗΠΑ αεροπορικές μεταφορές (Fly America) που πραγματοποιούνται από μεταφορέα των ΗΠΑ περιλαμβάνουν τις μεταφορές που πωλούνται μεν με τον κωδικό μεταφορέα των ΗΠΑ σύμφωνα με συμφωνία συνεκμετάλλευσης, αλλά η μεταφορά γίνεται με αεροσκάφος που χρησιμοποιείται από αλλοδαπό αερομεταφορέα.

21.

Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ εξήγησε ότι, στο πλαίσιο του παραρτήματος 3 της συμφωνίας, και εφόσον δεν έχει συναφθεί σύμβαση ζευγών πόλεων με τη διοίκηση γενικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, οι υπάλληλοι της κυβέρνησης των ΗΠΑ ή άλλα πρόσωπα των οποίων η μεταφορά πληρώνεται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ (εκτός των υπαλλήλων, των στρατιωτικών, ή άλλων προσώπων των οποίων η μεταφορά πληρώνεται από το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ ή από πολιτειακό στρατιωτικό υπουργείο) μπορούν να κάνουν κράτηση σε πτήση, συμπεριλαμβανομένων των κοινοτικών αεροπορικών εταιρειών, μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή μεταξύ δύο οιωνδήποτε σημείων εκτός Ηνωμένων Πολιτειών, που να ικανοποιεί τις ανάγκες του ταξιδιώτη, με το χαμηλότερο για την κυβέρνηση κόστος. Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ σημείωσε περαιτέρω ότι τα ζεύγη πόλεων για τα οποία έχουν συναφθεί συμβάσεις αλλάζουν ανά οικονομικό έτος. Τα Υπουργεία, οι υπηρεσίες ή οι φορείς της κυβέρνησης των ΗΠΑ, εκτός από το Υπουργείο Άμυνας ή τα πολιτειακά στρατιωτικά υπουργεία, μπορούν να μεταφέρουν φορτίο σε μια πτήση, συμπεριλαμβανομένων των κοινοτικών αεροπορικών εταιρειών, μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ή μεταξύ δύο οιωνδήποτε σημείων εκτός Ηνωμένων Πολιτειών, που να ικανοποιεί τις ανάγκες του φορέα με το χαμηλότερο για την κυβέρνηση κόστος.

22.

Η αντιπροσωπεία της ΕΕ εξήγησε ότι στην ΕΕ δεν υπάρχει πρόγραμμα αντίστοιχο του Fly America.

23.

Αμφότερες οι αντιπροσωπείες εξέφρασαν τις προθέσεις τους να διερευνήσουν και άλλες δυνατότητες για τη βελτίωση της πρόσβασης σε αεροπορικές μεταφορές που ανατίθενται από την κυβέρνηση.

24.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας της ΕΕ σχετικά με την έγκριση οικονομικής λειτουργίας που οι κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες πρέπει να λαμβάνουν από το αμερικανικό Υπουργείο Μεταφορών, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ ξεκίνησε λέγοντας ότι, συν τω χρόνω, οι διαδικασίες χορήγησης οικονομικών αδειών έχει βελτιωθεί. Όταν οι ξένες αεροπορικές εταιρείες ζητούν την έγκριση που προβλέπεται σε μια συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, η επεξεργασία των αιτήσεών τους γίνεται κατά κανόνα γρήγορα. Στη συνέχεια, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ εξήγησε ότι μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία έχει την επιλογή να υποβάλλει ενιαία αίτηση για έγκριση όλων των διαδρομών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3, που να περιλαμβάνει τόσο τις προγραμματισμένες όσο και τις ναυλωμένες πτήσεις. Στις 23 Αυγούστου 2005, το Υπουργείο Μεταφορών εξήγγειλε και άλλες ταχείες διαδικασίες οι οποίες προβλέπουν ότι οι αλλοδαποί αερομεταφορείς που ζητούν νέα έγκριση για διαδρομές θα πρέπει να καταθέτουν ταυτόχρονα αιτήσεις απαλλαγής και άδειας. Υπό την προϋπόθεση ότι το Υπουργείο Μεταφορών είναι σε θέση να λάβει ευνοϊκή απόφαση, βασιζόμενο στο μητρώο και στις εκτιμήσεις περί δημοσίου συμφέροντος όσον αφορά τις αποφάσεις του για τη χορήγηση αδειών, το Υπουργείο Μεταφορών μπορεί να εκδίδει ενιαίο διάταγμα 1. για την ικανοποίηση του αιτήματος απαλλαγής για οιαδήποτε διάρκεια συνήθως χορηγείται ή μέχρις ότου η άδεια τεθεί σε ισχύ, εάν η διάρκεια αυτή είναι μικρότερη, και 2. να αποφασίζει προσωρινά (π.χ. μέχρι την αντίκρουση) να χορηγήσει μια τέτοια άδεια, και πάλι για την κανονική διάρκεια που συνήθως χορηγείται (επ’ αόριστον για τις συμφωνίες). Στις περιπτώσεις που οι μεταφορείς έχουν καταθέσει ήδη αίτηση και για απαλλαγή και για άδεια, και εφόσον το μητρώο σχετικά με τις εν λόγω αιτήσεις δεν έχει μεταβληθεί, το Υπουργείο Μεταφορών έχει αρχίσει να επεξεργάζεται τις αιτήσεις αυτές σύμφωνα με την προσέγγιση της 23ης Αυγούστου.

25.

Εάν μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία επιθυμεί να ασκήσει οιαδήποτε από τις εξουσίες μέσω συνεκμετάλλευσης σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 10, οι αεροπορικές εταιρείες που συμμετέχουν στη συνεκμετάλλευση μπορούν να καταθέτουν κοινή αίτηση για την απαιτούμενη άδεια. Η αεροπορική εταιρεία που εμπορεύεται την υπηρεσία στο κοινό χρειάζεται την άδεια οικονομικής λειτουργίας από το Υπουργείο Μεταφορών, ανεξαρτήτως του είδους των υπηρεσιών (προγραμματισμένων ή ναυλωμένων) που πρόκειται να πωληθούν με τον κωδικό της. Ομοίως, η αεροπορική εταιρεία που εξασφαλίζει τη λειτουργία των αεροσκαφών χρειάζεται άδεια οικονομικής λειτουργίας από το Υπουργείο Μεταφορών: άδεια ναύλωσης ώστε η άλλη αεροπορική εταιρεία να έχει τη δυνατότητα να εμπορεύεται τις υπηρεσίες της, και άδεια είτε για ναυλωμένες είτε για προγραμματισμένες πτήσεις για την ικανότητα που προτίθεται να εμπορευθεί ιδίω δικαιώματι. Η αεροπορική εταιρεία που εκτελεί το δρομολόγιο χρειάζεται επίσης εξουσιοδότηση για να τοποθετεί τον κωδικό της συνεργάτριάς της σε αυτές τις πτήσεις. Η αεροπορική εταιρεία που εκτελεί το δρομολόγιο μπορεί να ζητήσει μια γενική εξουσιοδότηση απεριόριστης διάρκειας για τη σχέση συνεκμετάλλευσης, στην οποία θα προσδιορίζονται οι συγκεκριμένες αγορές στις οποίες ζητείται η έγκριση συνεκμετάλλευσης. Είναι δυνατό να προστίθενται και άλλες αγορές με κοινοποίηση 30 ημερών στο Υπουργείο Μεταφορών. Η εξουσιοδότηση συνεκμετάλλευσης είναι συγκεκριμένη για κάθε αεροπορική εταιρεία και κάθε ξένη συνεργασία για συνεκμετάλλευση χρειάζεται δική της εξουσιοδότηση και, εφόσον συντρέχει λόγος, έλεγχο ασφάλειας της συνεκμετάλλευσης από την αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών που έχει δημοσιεύσει το Υπουργείο Μεταφορών.

26.

Εάν, σύμφωνα με την παράγραφο 9 του άρθρου 10, μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία επιθυμεί να παράσχει ένα ολόκληρο αεροσκάφος με πλήρωμα σε μια αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ για δρομολόγια με τον κωδικό της αεροπορικής εταιρείας των ΗΠΑ, η κοινοτική αεροπορική εταιρεία θα πρέπει επίσης να έχει στη διάθεσή της έγκριση ναύλωσης από το Υπουργείο Μεταφορών, καθώς και εξουσιοδότηση. Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι πιστεύει ότι ουσιαστικά όλες οι κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες με τακτικές γραμμές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν επίσης έγκριση ναύλωσης από το Υπουργείο Μεταφορών για όλον τον κόσμο. Επομένως, από άποψη οικονομικών αδειών, χρειάζονται μόνο εξουσιοδότηση για να παρέχουν ένα ολόκληρο αεροσκάφος με πλήρωμα σε αεροπορικές εταιρείες των ΗΠΑ. Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε επίσης ότι δεν θεωρεί πιθανό οι αιτήσεις από άλλες κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες για έγκριση ναύλωσης να συναντήσουν δυσχέρειες.

27.

Η έκδοση εξουσιοδότησης, είτε πρόκειται για συνεκμετάλλευση είτε για την παροχή ολόκληρου αεροσκάφους με πλήρωμα, απαιτεί τη συναινετική γνώμη του Υπουργείου Μεταφορών ότι οι προτεινόμενες λειτουργίες εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Η γνώμη αυτή διευκολύνεται σημαντικά εάν διαπιστωθεί ότι οι προτεινόμενες υπηρεσίες καλύπτονται από ισχύουσες συμφωνίες αεροπορικών μεταφορών. Ο συνυπολογισμός των δικαιωμάτων σε μια συμφωνία επιβεβαιώνει επίσης την ύπαρξη αμοιβαιότητας.

28.

Σε σχέση τόσο με τη συνεκμετάλλευση όσο και με την παροχή ολόκληρου αεροσκάφους με πλήρωμα στο πλαίσιο των παραγράφων 7 και 9 του άρθρου 10, η ανάλυση για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος εστιάζεται πρωτίστως στο κατά πόσον:

η αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ έχει διεξαγάγει έλεγχο ασφάλειας της ξένης αεροπορική εταιρείας,

η χώρα που εκδίδει το AOC του ξένου μεταφορέα κατατάσσεται από την IASA στην κατηγορία 1,

η χώρα από την οποία προέρχεται η ξένη αεροπορική εταιρεία αντιμετωπίζει τους μεταφορείς των ΗΠΑ σε βάση ουσιαστικής αμοιβαιότητας,

θεωρείται πιθανό η έγκριση να προκαλέσει ανησυχίες όσον αφορά τον ανταγωνισμό.

29.

Όσον αφορά την παροχή αεροσκάφους με πλήρωμα, η ανάλυση για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος εστιάζεται επιπλέον στο κατά πόσον:

η συμφωνία μίσθωσης ορίζει ότι τον έλεγχο λειτουργίας ασκεί η εκμισθώτρια εταιρεία,

την ευθύνη για τις κανονιστικές πτυχές της εποπτείας φέρει αρχή που εκδίδει το AOC του εκμισθωτή,

η έγκριση της μίσθωσης δεν προσδίδει δυσανάλογο πλεονέκτημα σε κανένα από τα μέρη σε περίπτωση που ανακύψει εργασιακή διαφορά, οσάκις η αδυναμία διευθέτησης της κυκλοφορίας σε αγορά είναι αποτέλεσμα της διαφοράς.

30.

Οι εξουσιοδοτήσεις για την παροχή ολόκληρου αεροσκάφους με πλήρωμα θα εκδίδονται, τουλάχιστον αρχικά, για περιορισμένο διάστημα (π.χ. έξι έως εννέα μήνες) ή για εξαιρετικές περιπτώσεις, πράγμα το οποίο συνάδει προς την προσέγγιση που ακολουθείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

31.

Όσον αφορά την ανησυχία που εξέφρασε η αντιπροσωπεία της ΕΕ για τη διακριτική εξουσία που παρέχει το Υπουργείο Μεταφορών στην έννοια του «δημοσίου συμφέροντος», η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι, στα πλαίσια των σχέσεων που διαμορφώνουν στην αεροπορία οι «Ανοικτοί Ουρανοί», το Υπουργείο Μεταφορών έχει καταλήξει ότι οι συμφωνίες συνεκμετάλλευσης εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και εκδίδει συστηματικά εξουσιοδοτήσεις, με ελάχιστη διαδικαστική καθυστέρηση. Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ ανέφερε ότι, τόσον όσον αφορά τη συνεκμετάλλευση όσο και την παροχή αεροσκάφους με πλήρωμα που αφορούν μόνον αεροπορικές εταιρείες των μερών, το Υπουργείο Μεταφορών επικεντρώνει την ανάλυσή του περί δημοσίου συμφέροντος στα στοιχεία που περιγράφονται ανωτέρω, εκτός αν έχει να αντιμετωπίσει ασυνήθεις περιστάσεις που αφορούν, παραδείγματος χάριν, την εθνική προστασία, την ασφάλεια ή την εγκληματικότητα. Επιπλέον, σε περίπτωση που συντρέχουν τέτοιες ασυνήθεις περιστάσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ενημερώνουν πάραυτα το άλλο μέρος.

32.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ, η αντιπροσωπεία της ΕΕ βεβαίωσε ότι, βάσει της επί του παρόντος ισχύουσας στην ΕΕ νομοθεσίας [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1992], τα αεροσκάφη που χρησιμοποιούνται από κοινοτική αεροπορική εταιρεία πρέπει να καταχωρίζονται στην Κοινότητα. Εντούτοις, ένα κράτος μέλος μπορεί να παραιτηθεί αυτής της απαιτήσεως στην περίπτωση βραχυπρόθεσμων συμφωνιών μίσθωσης για την κάλυψη προσωρινών αναγκών ή άλλων εξαιρετικών περιστάσεων. Μια κοινοτική αεροπορική εταιρεία που είναι μέρος σε μια τέτοια συμφωνία πρέπει να λαμβάνει προηγουμένως έγκριση από την οικεία αρχή χορήγησης αδειών και ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να εγκρίνει μια συμφωνία για την παροχή αεροσκάφους με πλήρωμα σε μια αεροπορική εταιρεία στην οποία έχει χορηγήσει άδεια λειτουργίας, εκτός εάν πληρούνται πρότυπα ασφαλείας ισοδύναμα με εκείνα που επιβάλλονται βάσει του κοινοτικού δικαίου ή, ενδεχομένως, από το εθνικό δίκαιο.

33.

Αμφότερες οι αντιπροσωπείες αναγνώρισαν ότι η παράλειψη εξουσιοδότησης των αεροπορικών εταιρειών να ασκούν τα βάσει της συμφωνίας χορηγηθέντα δικαιώματα ή η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στη χορήγηση αυτής της εξουσιοδότησης, είναι δυνατό να έχουν επιπτώσεις στις ευκαιρίες που παρέχονται στην αεροπορική εταιρεία να εισέλθει με δίκαιους και ισότιμους όρους στον ανταγωνισμό. Εάν οιοδήποτε από τα μέρη θεωρήσει ότι οι αεροπορικές του εταιρείες δεν λαμβάνουν την άδεια οικονομικής λειτουργίας την οποία δικαιούνται δυνάμει της συμφωνίας, μπορεί να αναφέρει το θέμα στην κοινή επιτροπή.

34.

Όσον αφορά την παράγραφο 4 του άρθρου 14, η αντιπροσωπεία της ΕΕ υπενθύμισε ότι σύμφωνα με το άρθρο 295 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η συνθήκη δεν προδικάζει με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη. Εις απάντησιν, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ σημείωσε την άποψή της ότι η ιδιοκτησία μιας αεροπορικής εταιρείας από το κράτος ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς τις θεμιτές και ισότιμες ευκαιρίες των αεροπορικών εταιρειών να ανταγωνίζονται στις διεθνείς αερομεταφορές που διέπονται από τη συμφωνία.

35.

Όσον αφορά το άρθρο 15, οι αντιπροσωπείες σημείωσαν τη σημασία της διεθνούς συναίνεσης σε θέματα που άπτονται της αεροπορίας και του περιβάλλοντος στο πλαίσιο Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO). Σε αυτή τη συνάρτηση, υπογράμμισαν τη σημασία της ομόφωνης συμφωνίας που επιτεύχθηκε στην 35η Συνέλευση της ICAO, στην οποία καλύφθηκαν τα θέματα του θορύβου των αεροσκαφών και των εκπομπών (απόφαση Α35-5). Και οι δύο πλευρές δεσμεύθηκαν να τηρήσουν πλήρως την εν λόγω απόφαση. Σύμφωνα με αυτή την απόφαση, αμφότερες οι πλευρές δεσμεύονται να εφαρμόζουν την αρχή της «ισορροπημένης προσέγγισης» όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται για τη διαχείριση του αντικτύπου του θορύβου των αεροσκαφών (συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών για τη μείωση της πρόσβασης αεροσκαφών στους αερολιμένες σε συγκεκριμένες ώρες) και για να διασφαλίζεται ότι οι επιβαρύνσεις για τις εκπομπές από τις μηχανές των αεροσκαφών στο επίπεδο του αερολιμένα θα πρέπει να βασίζονται στο κόστος για τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των συγκεκριμένων εκπομπών από τις μηχανές των αεροσκαφών που προσδιορίζονται κατάλληλα και αποδίδονται άμεσα στις αεροπορικές μεταφορές. Αμφότερες οι πλευρές σημείωσαν επίσης ότι, εάν υπάρχουν σχετικές νομικές υποχρεώσεις, σε διεθνές, σε περιφερειακό, σε εθνικό ή σε τοπικό επίπεδο, θα πρέπει επίσης να τηρούνται πλήρως· για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η σχετική ημερομηνία ήταν η 5η Οκτωβρίου 2001 και, για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η 28η Μαρτίου 2002.

36.

Οι αντιπροσωπείες σημείωσαν επίσης τις διατάξεις για την αλλαγή του κλίματος, την ενέργεια και την αειφόρο ανάπτυξη, οι οποίες περιέχονται στο «Ανακοινωθέν του Gleneagles» των χωρών της G8, του 2005, καθώς και το πλαίσιο συνεργασίας για θέματα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας που περιέχεται στο μνημόνιο συμφωνίας που υπέγραψαν η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Αεροπορίας και η Επιτροπή στις 18 Ιουλίου 2006. Οι αντιπροσωπείες σημείωσαν την πρόθεση των υπεύθυνων αρχών των ΗΠΑ και της ΕΕ να ενισχύσουν την τεχνική συνεργασία, μεταξύ άλλων στους τομείς της κλιματολογικής έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης, προκειμένου να βελτιωθούν η ασφάλεια και η απόδοση καυσίμου και να μειωθούν οι εκπομπές των αεροπορικών μεταφορών. Έχοντας υπόψη τις αντίστοιχες θέσεις τους για το θέμα της εμπορίας εκπομπών της διεθνούς αεροπορίας, μεταφορών, οι δύο αντιπροσωπείες σημείωσαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση σκοπεύουν να εργασθούν εντός του πλαισίου της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας.

37.

Όσον αφορά τη σύνθεση της κοινής επιτροπής, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι πρόθεση των ΗΠΑ είναι να υπάρχει εκπροσώπηση πολλών διοικήσεων ταυτοχρόνως, υπό την προεδρία του Υπουργείου Εξωτερικών. Η αντιπροσωπεία της ΕΕ δήλωσε ότι η ΕΕ θα αντιπροσωπεύεται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της. Οι δύο αντιπροσωπείες δήλωσαν επίσης ότι η συμμετοχή των ενδιαφερομένων θα αποτελεί σημαντικό στοιχείο της διαδικασίας της κοινής επιτροπής, και ότι, κατά συνέπεια, αντιπρόσωποι των ενδιαφερομένων θα πρέπει να προσκαλούνται ως παρατηρητές, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα μέρη αποφασίζουν άλλως.

38.

Όσον αφορά το άρθρο 18, οι αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν ότι σκοπεύουν να πραγματοποιήσουν προκαταρκτική συνεδρίαση της κοινής επιτροπής το αργότερο 60 ημέρες μετά την ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας.

39.

Οι αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν τη συμφωνία τους ότι πρακτικές, όπως η απαίτηση πρώτης άρνησης, η αναλογία αναχωρούντων επιβατών, τα τέλη μη αντίρρησης, ή οποιοσδήποτε άλλος περιορισμός χωρητικότητας, συχνότητας ή κυκλοφορίας, είναι ασυμβίβαστες προς τη συμφωνία.

40.

Η αντιπροσωπεία της ΕΕ πρότεινε να συμφωνήσουν τα δύο μέρη όσο το δυνατόν σαφέστερα τον βαθμό κατά τον οποίον οι αντιπρόσωποι του Υπουργείου Μεταφορών των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες για θέματα ανταγωνισμού που καλύπτονται από το παράρτημα 2 της συμφωνίας δυνάμει των αντίστοιχων νομοθετικών και κανονιστικών τους διατάξεων και πρακτικών, ιδιαιτέρως όσον αφορά δεδομένα και προοπτικές για θέματα σχετικά με διαδικασίες που είναι επί του παρόντος υπό εξέταση από τις αρχές αυτές.

41.

Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι οι διαδικασίες που καλύπτονται από το παράρτημα 2 της συμφωνίας είναι δικαστικές αποφάσεις δυνάμει του δικαίου των ΗΠΑ και υπόκεινται σε νομοθετικούς, κανονιστικούς και δικονομικούς περιορισμούς, σκοπός των οποίων είναι να εξασφαλίζεται ότι η απόφαση της υπηρεσίας βασίζεται αποκλειστικά στις πληροφορίες που περιέχονται στην καρτελοθήκη, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων πληροφοριών τις οποίες το Υπουργείο Μεταφορών κρίνει επισήμως αξιοσημείωτες, σχετικά με τις οποίες παρασχέθηκε στα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν σχόλια πριν από την τελική απόφαση της υπηρεσίας.

42.

Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ εξήγησε ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν εμποδίζουν τους εκπροσώπους που παρέχουν συμβουλές στον υπεύθυνο λήψης αποφάσεων του Υπουργείου Μεταφορών σε εκκρεμή διαδικασία να συζητούν με εκπροσώπους της Επιτροπής για θέματα όπως 1. η κατάσταση ανταγωνισμού σε οποιαδήποτε αγορά, βάσει μη εμπιστευτικών δεδομένων· 2. οι επιπτώσεις υφιστάμενων συμμαχιών ή άλλων ρυθμίσεων συνεργασίας και τα αποτελέσματα προηγουμένως επιβληθέντων όρων ή άλλων περιορισμών στην εξέταση ζητημάτων ανταγωνισμού· 3. γενικές προσεγγίσεις για την ανάλυση ή τη μεθοδολογία στο θέμα του ανταγωνισμού· 4. παλαιότερες υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων αρχείων και αποφάσεων· 5. ουσιαστικές διατάξεις δικαίου, πολιτικές και διαδικασίες που εφαρμόζονται σε ορισμένες υποθέσεις· 6. ζητήματα που ενδέχεται να ανακύψουν από εν δυνάμει υποθέσεις που δεν έχουν ακόμη κινηθεί επίσημα, ενόσω οι αντιπρόσωποι του Υπουργείου Μεταφορών δεν «προκαταλαμβάνουν» τα πραγματικά γεγονότα ή την έκβαση των υποθέσεων αυτών· και 7. στις εκκρεμείς δίκες, τα ζητήματα που έχουν θέσει τα μέρη και τα μη εμπιστευτικά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν υποβληθεί, και πάλι εντός των ορίων της δυνητικής προκατάληψης των πραγματικών γεγονότων και της έκβασης.

43.

Υπάρχουν δύο βασικοί διαδικαστικοί περιορισμοί όσον αφορά τη συζήτηση εκκρεμών υποθέσεων. Ο πρώτος αφορά κυρίως τις ανακοινώσεις της Επιτροπής προς το Υπουργείο Μεταφορών: η απόφαση του Υπουργείου αυτού δεν μπορεί να βασίζεται σε ουσιαστικές πληροφορίες ή επιχειρήματα που δεν είναι διαθέσιμα σε όλα τα μέρη για τη διατύπωση επίσημων σχολίων πριν ληφθεί τελική απόφαση. Εάν ληφθούν τέτοιες πληροφορίες, δεν είναι δυνατόν να ληφθούν υπόψη στην απόφαση, εάν δεν καταστούν διαθέσιμες. Ο δεύτερος περιορισμός αφορά ανακοινώσεις από το Υπουργείο Μεταφορών και όχι προς αυτό: η υπηρεσία δεν μπορεί να επιδεικνύει ή να φαίνεται να επιδεικνύει «προκατάληψη» όσον αφορά τα ζητήματα —δηλαδή να διατυπώνει συμπεράσματα πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία και δημοσιοποιηθεί η τελική απόφαση. Ο περιορισμός αυτός ισχύει πάντοτε για το Υπουργείο Μεταφορών, κατά τις συζητήσεις τόσο με την ΕΕ όσο και μια οποιαδήποτε άλλη, ενδιαφερόμενη ή μη, οντότητα που δεν αποτελεί, νομίμως, μέρος της εσωτερικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Το Υπουργείο Μεταφορών σκοπεύει να απευθύνει κοινοποίηση αμέσως στους αντιπροσώπους της Επιτροπής, οποτεδήποτε, κατά την πείρα του, η προκατάληψη ή στοιχεία που επηρεάζουν τη λήψη απόφασης, λαμβάνονται υπόψη κατά τη συζήτηση συγκεκριμένου θέματος, ώστε οι αντιπρόσωποι να μπορούν να αποφασίζουν τον τρόπο που θα ενεργήσουν.

44.

Η αντιπροσωπεία της ΕΕ ζήτησε από την αντιπροσωπεία των ΗΠΑ να επιβεβαιώσει ότι το εκ του νόμου κριτήριο «δημόσιου συμφέροντος» δεν θα χρησιμοποιείται δυνάμει του καθεστώτος ανταγωνισμού των ΗΠΑ για να ευνοούνται τα συμφέροντα συγκεκριμένων αεροπορικών εταιρειών των ΗΠΑ έναντι των συμφερόντων άλλων αεροπορικών εταιρειών, των ΗΠΑ ή άλλων χωρών. Η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ απάντησε ότι το κριτήριο αυτό καθώς και τα πρότυπα ανταγωνισμού που πρέπει να χρησιμοποιεί το Υπουργείο Μεταφορών κατά τη λήψη αποφάσεων είναι σχεδιασμένα και χρησιμοποιούνται για την προστασία του ανταγωνισμού εν γένει στις αγορές και όχι των επιμέρους ανταγωνιζόμενων αεροπορικών εταιρειών. Μεταξύ άλλων, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ παρατήρησε ότι η έννοια του «δημόσιου συμφέροντος» στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές ορίζεται διά νόμου και περιλαμβάνει ισότητα ευκαιριών μεταξύ αεροπορικών εταιρειών των ΗΠΑ και ξένων χωρών, καθώς και μέγιστο ανταγωνισμό. Εξάλλου, το κριτήριο του δημόσιου συμφέροντος που προβλέπεται από τις νομοθετικές διατάξεις που διέπουν την έγκριση συμφωνιών μεταξύ μεταφορέων, από το Υπουργείο Μεταφορών, και την αντιμονοπωλιακή τους ασυλία, δεν αποτελεί «εξαίρεση» από την ανάλυση ανταγωνισμού που πρέπει να εφαρμόζει η υπηρεσία αυτή, αλλά, αντίθετα, πρόσθετη απαίτηση η οποία πρέπει να πληρούται για τη χορήγηση αντιμονοπωλιακής ασυλίας από το Υπουργείο Μεταφορών. Τέλος, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ τόνισε ότι όλες οι αποφάσεις του Υπουργείου Μεταφορών πρέπει να είναι σύμφωνες με τις εθνικές, νομοθετικές διατάξεις και με τις διεθνείς υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών πολιτικής αεροπορίας, που περιέχουν, όλες, την υποχρέωση όλων των μερών να παρέχουν «θεμιτές και ισότιμες δυνατότητες ανταγωνισμού» στις αεροπορικές εταιρείες των άλλων μερών.

45.

Στο πλαίσιο των συζητήσεων αυτών, και οι δύο αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν ότι τα οικεία καθεστώτα ανταγωνισμού εφαρμόζονται έτσι ώστε να εξασφαλίζονται θεμιτές και ισότιμες δυνατότητες ανταγωνισμού σε όλες τις αεροπορικές εταιρείες των μερών, και σύμφωνα με τη γενική αρχή της προστασίας και της ενδυνάμωσης του ανταγωνισμού στο σύνολο των αγορών, ανεξάρτητα από τα τυχόν αντίθετα συμφέροντα των επιμέρους ανταγωνιζόμενων αεροπορικών εταιρειών.

46.

Όσον αφορά τις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η αντιπροσωπεία της ΕΕ εξήγησε ότι ο κύριος περιορισμός της ικανότητας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να συνεργάζεται ενεργά με υπηρεσίες ξένων κυβερνήσεων οφείλεται σε περιορισμούς της δυνατότητάς της να ανακοινώνει εμπιστευτικές πληροφορίες. Οι πληροφορίες τις οποίες αποκτούν η Επιτροπή και οι αρχές των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή ερευνών και οι οποίες καλύπτονται από επαγγελματικό απόρρητο, διέπονται από το άρθρο 287 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003. Πρόκειται κυρίως για πληροφορίες οι οποίες δεν έχουν περιέλθει σε δημόσια χρήση και μπορεί να αποκαλύπτονται κατά τη διεξαγωγή έρευνας, να ανακοινώνονται μετά από αίτηση παροχής πληροφοριών ή να γνωστοποιούνται αυτοπροαιρέτως στην Επιτροπή. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν επίσης και το επιχειρηματικό απόρρητο. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν μπορούν να κοινολογούνται σε υπηρεσίες τρίτων χωρών, παρά μόνον με τη ρητή συναίνεση της οικείας πηγής των πληροφοριών. Συνεπώς, όταν κρίνεται σκόπιμο και επιθυμητό να παράσχει η Επιτροπή εμπιστευτικές πληροφορίες σε ξένη υπηρεσία ή υπηρεσίες, πρέπει να λαμβάνεται η συναίνεση της πηγής των πληροφοριών αυτών μέσω παραίτησής της.

47.

Οι πληροφορίες οι οποίες αφορούν τη διεξαγωγή έρευνας ή την προετοιμασία ενδεχόμενης έρευνας, δεν διέπονται από τις προαναφερόμενες διατάξεις. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν την απόφαση διεξαγωγής της έρευνας, το γενικό αντικείμενο της έρευνας, το όνομα της ή των επιχειρήσεων οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο της έρευνας (αν και η πληροφορία αυτή ενδέχεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να είναι προστατευόμενη), την ταυτότητα του τομέα στον οποίον διεξάγεται η έρευνα, και τα διάφορα στάδια της έρευνας. Κατά κανόνα, οι πληροφορίες αυτές παραμένουν εμπιστευτικές ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή διεξαγωγή της έρευνας. Ωστόσο, μπορεί να γνωστοποιούνται στο Υπουργείο Μεταφορών, δεδομένου ότι το Υπουργείο αυτό υποχρεούται να διατηρεί την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 5 του παραρτήματος 2 της συμφωνίας.

48.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας της ΕΕ, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ επιβεβαίωσε ότι οι αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ θα διεκπεραιώνουν ταχέως και με δίκαιο τρόπο τις πλήρεις αιτήσεις για αντιμονοπωλιακή ασυλία συμφωνιών εμπορικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των αναθεωρημένων συμφωνιών. Εξάλλου, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ επιβεβαίωσε ότι, για τις κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες, η Συμφωνία Αεροπορικών Μεταφορών ΗΠΑ-ΕΕ, η οποία θα εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 25 ή θα ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 26, θα πληροί την απαίτηση του Υπουργείου Μεταφορών σύμφωνα με την οποία, για να διεκπεραιωθεί μια τέτοια αίτηση αλλοδαπών αεροπορικών εταιρειών για αντιμονοπωλιακή ασυλία ή για να διατηρηθεί η ασυλία αυτή, πρέπει να υπάρχει συμφωνία «Ανοικτοί Ουρανοί» μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της πατρίδας ή των πατρίδων της ή των αιτουσών αλλοδαπών αεροπορικών εταιρειών. Η προαναφερόμενη εξασφάλιση δεν εφαρμόζεται στους αιτούντες από την Ιρλανδία μέχρι ότου λήξει η ισχύς του τμήματος 4 του παραρτήματος 1.

49.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας της ΕΕ, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ δήλωσε ότι η ισχύς όλων των κανόνων του Υπουργείου Μεταφορών σχετικά με τα ηλεκτρονικά συστήματα κράτησης θέσεων («ΗΣΚ» ή «συστήματα») έληξε στις 31 Ιουλίου 2004. Ωστόσο, το Υπουργείο Μεταφορών διατηρεί την εξουσία να απαγορεύει αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές και αθέμιτες μεθόδους ανταγωνισμού στους κλάδους αεροπορικών εταιρειών και διανομής αεροπορικών εταιρειών, το δε Υπουργείο Μεταφορών μπορεί να χρησιμοποιεί την εξουσία αυτήν για την αντιμετώπιση φαινομενικών αντιανταγωνιστικών πρακτικών που εφαρμόζονται από ένα σύστημα κατά την εμπορία αεροπορικών υπηρεσιών. Επιπλέον, το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου έχουν δικαιοδοσία να διερευνούν καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες η συμπεριφορά ενός συστήματος παραβιάζει την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.

50.

Όσον αφορά το άρθρο 25, η αντιπροσωπεία της ΕΕ εξήγησε ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, η προσωρινή εφαρμογή πρέπει πρώτα να εγκρίνεται από τα κοινοβούλιά τους σύμφωνα με τις συνταγματικές τους απαιτήσεις.

51.

Και οι δύο αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν ότι, σε περίπτωση που ένα από τα μέρη αποφασίσει να διακόψει την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2, οι συμφωνίες του τμήματος 4 του παραρτήματος 1 της συμφωνίας μπορούν να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται, εφόσον συμφωνούν τα μέρη.

52.

Όσον αφορά το άρθρο 26, η αντιπροσωπεία της ΕΕ εξήγησε ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, οι διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο αυτό περιλαμβάνουν την επικύρωση.

53.

Απαντώντας σε ερώτημα της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ σχετικά με τους περιορισμούς που ανακύπτουν από υπολειπόμενα στοιχεία των διμερών συμφωνιών αεροπορικών υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών, η αντιπροσωπεία της ΕΕ επιβεβαίωσε ότι οι τυχόν περιορισμοί που επηρεάζουν τη δυνατότητα των αεροπορικών εταιρειών των ΗΠΑ και της Κοινότητας να ασκούν τα δικαιώματα που τους παρέχει η παρούσα συμφωνία, δεν θα εφαρμόζονται πλέον.

54.

Οι δύο αντιπροσωπείες τόνισαν ότι καμία διάταξη της συμφωνίας δεν θίγει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, τις αντίστοιχες νομικές θέσεις τους και τις θέσεις πολιτικής τους όσον αφορά διάφορα περιβαλλοντικά ζητήματα που σχετίζονται με την αεροπορία.

55.

Οι δύο αντιπροσωπείες σημείωσαν ότι καμία πλευρά δεν θα επικαλείται τη συμφωνία ή μέρος αυτής για να αντιταχθεί στην εξέταση, από τη Διεθνή Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας, εναλλακτικών πολιτικών για θέμα το οποίο καλύπτεται από τη συμφωνία.

56.

Συμφωνίες αεροπορικών υπηρεσιών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και ενός κράτους μέλους, η εφαρμοσιμότητα των οποίων αμφισβητείται κατά την υπογραφή της συμφωνίας, δεν έχουν περιληφθεί στο τμήμα 1 του παραρτήματος 1 της συμφωνίας. Ωστόσο, πρόθεση των αντιπροσωπειών είναι να εφαρμοσθεί προσωρινά η συμφωνία από τις Ηνωμένες Πολιτείες και από αυτό ή αυτά τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 της συμφωνίας.

Για την αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της

Daniel CALLEJA

Για την αντιπροσωπεία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

John BYERLY

Γραπτή δήλωση που θα υποβληθεί στις ΗΠΑ από την Προεδρία κατά την υπογραφή εξ ονόματος της ΕΚ και των κρατών μελών της

Η παρούσα συμφωνία θα εφαρμοσθεί σε προσωρινή βάση έως ότου τεθεί σε ισχύ από τα κράτη μέλη καλή τη πίστει και σύμφωνα με τις διατάξεις των ισχυουσών εθνικών νομοθετικών διατάξεων.