27.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 376/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1920/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΫΛΙΟΥ

της 12ης Δεκεμβρίου 2006

σχετικά με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (αναδιατύπωση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 152,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Aφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του στο Λουξεμβούργο στις 28 και 29 Ιουνίου 1991, ενέκρινε την αρχή της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού κέντρου παρακολούθησης ναρκωτικών. Αυτός ο οργανισμός, που φέρει το όνομα «Ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας» («το Κέντρο»), ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου της 8ης Φεβρουαρίου 1993 (3), ο οποίος έχει τροποποιηθεί επανειλημμένως και κατά τρόπο ουσιαστικό (4). Καθώς πρόκειται να γίνουν περαιτέρω τροποποιήσεις, θα πρέπει να αναδιατυπωθεί για λόγους σαφήνειας.

(2)

Είναι απαραίτητη η συλλογή σε ευρωπαϊκό επίπεδο τεκμηριωμένων, αντικειμενικών, αξιόπιστων και συγκρίσιμων πληροφοριών για το φαινόμενο των ναρκωτικών και της τοξικομανίας και των συνεπειών τους, που θα προσδώσουν στην Κοινότητα και τα κράτη μέλη μια σφαιρική εικόνα και θα τους αποφέρουν έτσι προστιθέμενη αξία όταν, στους τομείς των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, λαμβάνουν μέτρα ή καθορίζουν δράσεις για την καταπολέμηση των ναρκωτικών.

(3)

Το φαινόμενο των ναρκωτικών περικλείει πολλαπλές και πολύπλοκες πτυχές, στενώς αλληλοσυνδεόμενες, που είναι δύσκολο να διαχωρισθούν. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ανατεθεί στο Κέντρο η αποστολή γενικής ενημέρωσης που θα προσδώσει στην Κοινότητα και τα κράτη μέλη της μια συνολική εικόνα του φαινομένου των ναρκωτικών και της τοξικομανίας. Η εν λόγω αποστολή δεν πρόκειται να προδικάσει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της ως προς τις νομοθετικές διατάξεις περί προσφοράς και ζήτησης των ναρκωτικών.

(4)

Με την απόφαση αριθ. 2367/2002/ΕΚ της 16ης Δεκεμβρίου 2002 (5), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θέσπισαν το κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα για το χρονικό διάστημα 2003 έως 2007, το οποίο περιλαμβάνει τις δράσεις της Κοινότητας για τις στατιστικές στον τομέα της υγείας και ασφάλειας.

(5)

Στην απόφαση 2005/387/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο των νέων ψυχοδραστικών ουσιών (6), καθορίζεται ο ρόλος του Κέντρου και της επιστημονικής του επιτροπής στο πλαίσιο του συστήματος ταχείας ενημέρωσης και της αξιολόγησης των κινδύνων που συνιστούν οι νέες ουσίες.

(6)

Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι νέες μορφές κατανάλωσης, και ιδίως η χρήση πολλαπλών ναρκωτικών, δηλαδή ο συνδυασμός της λήψης παράνομων ναρκωτικών με τη λήψη νόμιμων ναρκωτικών ή φαρμάκων.

(7)

Ένα από τα καθήκοντα του Κέντρου θα πρέπει να είναι η παροχή πληροφοριών σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές των κρατών μελών και η διευκόλυνση της ανταλλαγής αυτών των πρακτικών μεταξύ τους.

(8)

Με το ψήφισμα του Συμβουλίου της 10ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με την καθιέρωση πέντε βασικών επιδημιολογικών δεικτών για τα ναρκωτικά τα κράτη μέλη παροτρύνονται να διασφαλίζουν, μέσω των εθνικών σημείων επαφής, την παροχή πληροφοριών για τους εν λόγω δείκτες υπό συγκρίσιμη μορφή. Η εφαρμογή των δεικτών αυτών εκ μέρους των κρατών μελών αποτελεί προϋπόθεση ώστε το Κέντρο να εκτελεί τα καθήκοντά του όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό.

(9)

Είναι ευκταίο να μπορεί η Επιτροπή να αναθέτει απευθείας στο Κέντρο την υλοποίηση κοινοτικών σχεδίων διαρθρωτικής συνδρομής στον τομέα των συστημάτων πληροφόρησης σχετικά με τα ναρκωτικά σε τρίτες χώρες, όπως είναι οι χώρες που είναι υποψήφιες προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων, η συμμετοχή των οποίων στα κοινοτικά προγράμματα και τους οργανισμούς έχει εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

(10)

Ο τρόπος με τον οποίο οργανώνεται το Κέντρο και οι μέθοδοι εργασίας του θα πρέπει να είναι συνεπείς με τον αντικειμενικό χαρακτήρα των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων, δηλαδή τη συγκρισιμότητα και το συμβατό πηγών και μεθόδων σε σχέση με την ενημέρωση στον τομέα των ναρκωτικών.

(11)

Οι πληροφορίες που συλλέγει το Κέντρο θα πρέπει να αφορούν τομείς προτεραιότητας οι οποίοι θα πρέπει να καθορισθούν ως προς το περιεχόμενό τους, το πεδίο τους και τους τρόπους εφαρμογής τους.

(12)

Υπάρχουν ήδη εθνικοί, ευρωπαϊκοί και διεθνείς οργανισμοί και οργανώσεις που ήδη παρέχουν πληροφορίες αυτού του είδους και είναι αναγκαίο το Κέντρο παρακολούθησης να μπορεί να συνεργάζεται στενά μαζί τους.

(13)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Κέντρο θα πρέπει να υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7).

(14)

Το Κέντρο θα πρέπει επίσης να εφαρμόζει τις γενικές αρχές και τα όρια που διέπουν το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα όπως ορίζεται στο άρθρο 255 της Συνθήκης και προσδιορίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ης Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (8).

(15)

Το Κέντρο θα πρέπει να έχει νομική προσωπικότητα.

(16)

Λόγω του μεγέθους του, το διοικητικό συμβούλιο του Κέντρου είναι σκόπιμο να επικουρείται από εκτελεστική επιτροπή.

(17)

Για να είναι δυνατή η καλή ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση του φαινομένου των ναρκωτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να υποβάλλει σε ακρόαση τον διευθυντή του Κέντρου.

(18)

Οι εργασίες του Κέντρου θα πρέπει να διεξάγονται κατά τρόπο διαφανή, ενώ η διοίκησή του θα πρέπει να υπόκειται στο σύνολο των υφιστάμενων διατάξεων περί χρηστής διοίκησης και καταπολέμησης της απάτης, όπως είναι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (9) καθώς επίσης η διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (10), στην οποία το Κέντρο έχει προσχωρήσει και σχετικά με την οποία έχει θεσπίσει τις αναγκαίες διατάξεις εφαρμογής.

(19)

Ενδείκνυται να επιχειρείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα η εξωτερική αξιολόγηση των εργασιών του Κέντρου, καθώς επίσης να επιφέρονται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τροποποιήσεις στον παρόντα κανονισμό με γνώμονα την εν λόγω αξιολόγηση.

(20)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη και μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Κοινότητας εξαιτίας της κλίμακας και των αποτελεσμάτων του παρόντος κανονισμού, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(21)

Ο παρών κανονισμός συνάδει με τα θεμελιώδη δικαιώματα και είναι συμβατός με τις αρχές που προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στόχος

1.   Ο παρών κανονισμός προβλέπει το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (εφεξής: το Κέντρο).

2.   Το Κέντρο έχει ως στόχο να παρέχει στην Κοινότητα και στα κράτη μέλη της, στους τομείς που προσδιορίζονται στο άρθρο 3, τεκμηριωμένες, αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες σε ευρωπαϊκό επίπεδο πληροφορίες για το φαινόμενο των ναρκωτικών και της τοξικομανίας καθώς και για τις συνέπειές τους.

3.   Σκοπός των στατιστικής, τεκμηριωτικής και τεχνικής φύσεως πληροφοριών που επεξεργάζεται ή παρέχει το Κέντρο παρακολούθησης είναι να συνδράμει την Κοινότητα και τα κράτη μέλη να έχουν συνολική θεώρηση του φαινομένου των ναρκωτικών και της τοξικομανίας όταν, στα πλαίσια των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους, λαμβάνουν μέτρα ή καθορίζουν δράσεις. Οι στατιστικές παράμετροι των εν λόγω πληροφοριών καταρτίζονται σε συνεργασία με τις οικείες στατιστικές αρχές και με κατάλληλη χρήση του κοινοτικού στατιστικού προγράμματος, με σκοπό την προώθηση της συνέργειας και την αποφυγή αλληλοεπικαλύψεων. Λαμβάνονται υπόψη και παγκοσμίως διαθέσιμα στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ).

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 2, στοιχείο δ), σημείο (v), το Κέντρο δεν μπορεί να λαμβάνει μέτρα τα οποία βαίνουν πέραν των ορίων του τομέα των πληροφοριών και της επεξεργασίας τους.

5.   Το Κέντρο δεν συλλέγει στοιχεία που να επιτρέπουν την αναγνώριση της ταυτότητας των προσώπων ή μικρών ομάδων προσώπων, απέχει δε από κάθε διαβίβαση πληροφοριών σχετική με ειδικώς κατονομαζόμενες περιπτώσεις.

Άρθρο 2

Καθήκοντα

Για την επίτευξη του στόχου του άρθρου 1, το Κέντρο εκπληρώνει τα κατωτέρω καθήκοντα στους τομείς δραστηριοτήτων του:

(α)

Συλλογή και ανάλυση υπαρχόντων στοιχείων

(i)

συλλέγει, καταγράφει και αναλύει τα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από την έρευνα, τα οποία ανακοινώνουν τα κράτη μέλη, καθώς και στοιχεία που προέρχονται από κοινοτικές πηγές, από εθνικές μη κυβερνητικές πηγές και από αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Europol)· παρέχει πληροφορίες για τις καλύτερες πρακτικές στα κράτη μέλη και διευκολύνει την ανταλλαγή των εν λόγω πρακτικών μεταξύ τους· η εν λόγω δραστηριότητα συλλογής, καταγραφής, ανάλυσης και ενημέρωσης αφορά επίσης τα στοιχεία τα σχετικά με τις αναφαινόμενες τάσεις στον τομέα της κατανάλωσης πολλαπλών ναρκωτικών, περιλαμβανομένης της κατανάλωσης νόμιμων ψυχοδραστικών ουσιών σε συνδυασμό με παράνομες ψυχοδραστικές ουσίες·

(ii)

πραγματοποιεί έρευνες, προπαρασκευαστικές μελέτες και μελέτες σκοπιμότητας, καθώς και τις δοκιμαστικές δράσεις που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του· διοργανώνει συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων και δημιουργεί, εν ανάγκη, για τον σκοπό αυτό ad hoc ομάδες εργασίας· δημιουργεί και καθιστά διαθέσιμο ένα ανοιχτό αρχείο επιστημονικής τεκμηρίωσης και διευκολύνει την προώθηση ενημερωτικών δραστηριοτήτων·

(iii)

προσφέρει ένα οργανωτικό και τεχνικό σύστημα ικανό να παρέχει πληροφορίες για παρόμοια ή συμπληρωματικά προγράμματα ή δράσεις που πραγματοποιούνται στα κράτη μέλη·

(iv)

δημιουργεί και συντονίζει, σε συνεργασία και συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές και οργανισμούς των κρατών μελών, το δίκτυο που προβλέπει το άρθρο 5·

(v)

διευκολύνει τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων, ερευνητών, επαγγελματιών και παραγόντων που ασχολούνται με θέματα που σχετίζονται με τα ναρκωτικά στο πλαίσιο κυβερνητικών ή μη κυβερνητικών οργανισμών.

(β)

Βελτίωση της μεθοδολογίας συγκρίσεως των στοιχείων

(i)

εξασφαλίζει την καλύτερη συγκρισιμότητα, αντικειμενικότητα και αξιοπιστία των στοιχείων για τα ναρκωτικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέσω της κατάρτισης κοινών μη δεσμευτικών δεικτών και κριτηρίων, των οποίων όμως μπορεί να συνιστά την τήρηση προκειμένου να διασφαλιστεί μεγαλύτερη συνοχή των μεθόδων μετρήσεων που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη και η Κοινότητα· ειδικότερα, το Κέντρο αναπτύσσει εργαλεία και μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της παρακολούθησης και αξιολόγησης, αφενός, από τα κράτη μέλη των εθνικών τους πολιτικών και, αφετέρου, από την Επιτροπή, των πολιτικών της Ένωσης·

(ii)

διευκολύνει και διαρθρώνει την ανταλλαγή ποιοτικών και ποσοτικών πληροφοριών (βάσεις δεδομένων).

(γ)

Διάδοση των στοιχείων

(i)

θέτει στη διάθεση της Κοινότητας, των κρατών μελών και των αρμόδιων οργανισμών τις πληροφορίες που παράγει·

(ii)

εξασφαλίζει ευρεία διάδοση της εργασίας που πραγματοποιείται σε κάθε κράτος μέλος και από την ίδια την Κοινότητα, καθώς και από ορισμένες τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, εφόσον απαιτείται·

(iii)

εξασφαλίζει ευρεία διάδοση των αξιόπιστων μη εμπιστευτικών πληροφοριών, δημοσιεύοντας κάθε χρόνο, βάσει των στοιχείων που συλλέγει, έκθεση σχετικά με την κατάσταση του φαινομένου των ναρκωτικών, περιλαμβανομένων στοιχείων για τις αναφαινόμενες τάσεις.

(δ)

Συνεργασία με ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς και οργανώσεις και τρίτες χώρες

(i)

συμβάλλει στη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των εθνικών και των κοινοτικών δράσεων στους τομείς δραστηριοτήτων του·

(ii)

με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών να διαβιβάζουν πληροφορίες δυνάμει των διατάξεων των συμβάσεων των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά, προωθεί την ενσωμάτωση των στοιχείων για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία τα οποία συλλέγονται στα κράτη μέλη ή προέρχονται από την Κοινότητα, στα διεθνή προγράμματα επιτήρησης και ελέγχου των ναρκωτικών, και ιδίως εκείνων που καταρτίζει ο ΟΗΕ και τα ειδικά του όργανα·

(iii)

συνεργάζεται ενεργά με τη Europol για να επιτευχθεί η μέγιστη αποτελεσματικότητα στον έλεγχο του προβλήματος των ναρκωτικών·

(iv)

συνεργάζεται ενεργά με τους οργανισμούς και τους φορείς του άρθρου 20·

(v)

παρέχει, κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής και με την έγκριση του διοικητικού συμβουλίου του άρθρου 9, τεχνογνωσία σε ορισμένες τρίτες χώρες, π.χ. στις υποψήφιες χώρες ή στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, και βοήθεια για τη δημιουργία και ενίσχυση δομικών δεσμών με το δίκτυο του άρθρου 5 καθώς και για τη συγκρότηση και εδραίωση των εθνικών σημείων επαφής του εν λόγω άρθρου.

(ε)

Καθήκοντα ενημέρωσης

Το Κέντρο έχει κατ’ αρχήν την υποχρέωση, σε περίπτωση που εντοπίσει νέες εξελίξεις και μεταβαλλόμενες τάσεις, να ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

Άρθρο 3

Τομείς προτεραιότητας

Ο στόχος και τα καθήκοντα του Κέντρου, όπως ορίζονται στα άρθρα 1 και 2, υλοποιούνται βάσει της σειράς προτεραιοτήτων που περιέχεται στο παράρτημα I.

Άρθρο 4

Μέθοδος εργασίας

1.   Το Κέντρο υλοποιεί προοδευτικά τα καθήκοντά του, ανάλογα με τους στόχους που καθορίζονται στο πλαίσιο των τριετών και ετήσιων προγραμμάτων εργασίας του άρθρου 9, παράγραφοι 4 και 5, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα διαθέσιμα μέσα.

2.   Κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του και προς αποφυγήν επικαλύψεων, το Κέντρο λαμβάνει υπόψη του τις δραστηριότητες που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί από άλλα όργανα και οργανισμούς υπάρχοντες ή μελλοντικούς, ιδίως από τη Europol, και προσπαθεί να τους προσδίδει προστιθέμενη αξία.

Άρθρο 5

Ευρωπαϊκό δίκτυο ενημέρωσης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία (Reitox)

1.   Το Κέντρο διαθέτει δίκτυο αποκαλούμενο «Ευρωπαϊκό δίκτυο ενημέρωσης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία» (Reitox). Το δίκτυο απαρτίζεται από ένα σημείο επαφής για κάθε κράτος μέλος και για κάθε χώρα που έχει συνάψει συμφωνία δυνάμει του άρθρου 21, καθώς και από ένα σημείο επαφής για την Επιτροπή. Ο διορισμός των εθνικών σημείων επαφής υπάγεται στην αποκλειστική ευθύνη των οικείων χωρών.

2.   Τα εθνικά σημεία επαφής αποτελούν τη διεπαφή μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν και του Κέντρου. Συμβάλλουν δε στην επεξεργασία βασικών δεικτών και στοιχείων, περιλαμβανομένων κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή τους, ενόψει της συναγωγής αξιόπιστων και συγκρίσιμων στοιχείων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεντρώνουν και αναλύουν με αντικειμενικότητα σε εθνικό επίπεδο, συλλέγοντας εμπειρίες από διαφόρους τομείς - υγεία, δικαιοσύνη, επιβολή του νόμου - σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες και εθνικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πολιτικής για τα ναρκωτικά, όλα τα συναφή στοιχεία σχετικά με τα ναρκωτικά και την τοξικομανία, καθώς και σχετικά με τις πολιτικές και τις λύσεις που εφαρμόζονται. Ειδικότερα, διασφαλίζουν την εφαρμογή των πέντε επιδημιολογικών δεικτών που καθορίζει το Κέντρο.

Έκαστο κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο αντιπρόσωπός του στο δίκτυο Reitox παρέχει τις πληροφορίες που καθορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της απόφασης 2005/387/ΔΕΥ.

Τα εθνικά σημεία επαφής δύνανται επίσης να παρέχουν στο Κέντρο πληροφορίες για τις νέες τάσεις όσον αφορά τη χρήση υφιστάμενων ψυχοδραστικών ουσιών ή/και νέους συνδυασμούς ψυχοδραστικών ουσιών που ενέχουν δυνητικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, καθώς και πληροφορίες για ενδεχόμενα μέτρα στον τομέα της δημόσιας υγείας.

3.   Οι εθνικές αρχές μεριμνούν για τη λειτουργία του σημείου επαφής τους με σκοπό τη συλλογή και την ανάλυση των στοιχείων σε εθνικό επίπεδο, βάσει κατευθυντήριων γραμμών οι οποίες αποφασίζονται από κοινού με το Κέντρο.

4.   Τα ειδικά καθήκοντα που ανατίθενται στα εθνικά σημεία επαφής παρατίθενται στο τριετές πρόγραμμα του Κέντρου, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 4.

5.   Το Κέντρο σέβεται μεν πλήρως την πρωτοκαθεδρία των εθνικών σημείων επαφής και συνεργάζεται στενά μαζί τους, δύναται όμως, παράλληλα, να προσφύγει σε περαιτέρω εμπειρογνώμονες και πηγές πληροφόρησης στον τομέα των ναρκωτικών και της τοξικομανίας.

Άρθρο 6

Προστασία και εμπιστευτικός χαρακτήρας των στοιχείων

1.   Τα στοιχεία που αφορούν τα ναρκωτικά και την τοξικομανία, τα οποία παρέχει ή ανακοινώνει το Κέντρο, μπορούν να δημοσιεύονται, υπό την επιφύλαξη της τήρησης της κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας σχετικά με τη διάδοση και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών. Τα στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα δεν δημοσιεύονται ούτε τίθενται στη διάθεση του κοινού.

Τα κράτη μέλη και τα εθνικά σημεία επαφής δεν υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες που, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, χαρακτηρίζονται εμπιστευτικές.

2.   Το Κέντρο υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

Άρθρο 7

Πρόσβαση στα έγγραφα

1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εφαρμόζεται στα έγγραφα που έχει στην κατοχή του το Κέντρο.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο του άρθρου 9 θεσπίζει τους πρακτικούς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

3.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το Κέντρο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιδέχονται καταγγελίας στο διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, βάσει των όρων που προβλέπονται στα άρθρα 195 και 230 της Συνθήκης αντίστοιχα.

Άρθρο 8

Ικανότητα δικαίου και έδρα

1.   Το Κέντρο έχει νομική προσωπικότητα. Σε κάθε κράτος μέλος, απολαμβάνει την ευρύτερη δυνατή ικανότητα δικαίου που αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες στα νομικά πρόσωπα. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

2.   Η έδρα του Κέντρου είναι στη Λισαβόνα.

Άρθρο 9

Διοικητικό συμβούλιο

1.   Το Κέντρο έχει διοικητικό συμβούλιο αποτελούμενο από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους, δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής, δύο ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες με ειδικές γνώσεις στον τομέα των ναρκωτικών, οριζόμενους από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και από έναν αντιπρόσωπο από καθεμιά από τις χώρες που έχουν συνάψει συμφωνία δυνάμει του άρθρου 21.

Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου διαθέτει μία ψήφο, με εξαίρεση τους αντιπροσώπους των χωρών που έχουν συνάψει συμφωνία δυνάμει του άρθρου 21, οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών με δικαίωμα ψήφου, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 20.

Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να επικουρείται ή να αντικαθίσταται από αναπληρωματικό μέλος. Σε περίπτωση απουσίας του τακτικού μέλους, με δικαίωμα ψήφου, το αναπληρωματικό μέλος μπορεί να ασκεί το εν λόγω δικαίωμα.

Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να καλεί, ως παρατηρητές χωρίς δικαίωμα ψήφου, εκπροσώπους των διεθνών οργανώσεων με τις οποίες το Κέντρο συνεργάζεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 20.

2.   Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου εκλέγονται μεταξύ και από τα μέλη του για τριετή περίοδο. Η θητεία τους μπορεί να ανανεωθεί για μία μόνο φορά.

Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στην ψηφοφορία.

Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

3.   Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρό του. Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον μια φορά ετησίως. Ο κατά το άρθρο 11 διευθυντής του Κέντρου μετέχει στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου και παρέχει την αναγκαία γραμματειακή υποστήριξη στο Διοικητικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 3.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τριετές πρόγραμμα εργασίας, βάσει του σχεδίου που υποβάλλεται από τον διευθυντή, ύστερα από διαβούλευση με την επιστημονική επιτροπή του άρθρου 13 και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής· εν συνεχεία το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

5.   Στα πλαίσια του τριετούς προγράμματος εργασίας, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει, κάθε χρόνο, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Κέντρου, βάσει σχεδίου που υποβάλλεται από το διευθυντή, ύστερα από διαβούλευση με την επιστημονική επιτροπή και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής. Το πρόγραμμα εργασίας διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Μπορεί δε να αναπροσαρμόζεται κατά τη διάρκεια του έτους, με την ίδια διαδικασία.

6.   Στις περιπτώσεις που η Επιτροπή δηλώσει ότι διαφωνεί με το τριετές ή το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, τα εν λόγω προγράμματα υιοθετούνται από το διοικητικό συμβούλιο με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών με δικαίωμα ψήφου.

7.   Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του Κέντρου και τη διαβιβάζει την 15η Ιουνίου το αργότερο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα κράτη μέλη.

8.   Το Κέντρο διαβιβάζει κατ’ έτος στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τα πορίσματα των διαδικασιών αξιολόγησης.

Άρθρο 10

Εκτελεστική επιτροπή

1.   Το διοικητικό συμβούλιο επικουρείται από εκτελεστική επιτροπή. Αυτή απαρτίζεται από τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, δύο άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που αντιπροσωπεύουν τα κράτη μέλη και που ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο και από δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής. Ο διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής επιτροπής.

2.   Η εκτελεστική επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές ετησίως και όποτε είναι αναγκαίο για την προετοιμασία των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου και για την παροχή συνδρομής και συμβουλών στον διευθυντή. Αποφασίζει εξ ονόματος του διοικητικού συμβουλίου για τα θέματα που προβλέπονται στον δημοσιονομικό κανονισμό που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 10, και τα οποία δεν υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με συναινετικές διαδικασίες.

Άρθρο 11

Διευθυντής

1.   Το Κέντρο τίθεται υπό τη διεύθυνση ενός διευθυντή που διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο κατόπιν πρότασης της Επιτροπής για θητεία πέντε ετών η οποία μπορεί να ανανεωθεί.

2.   Πριν τον διορισμό του για την πρώτη θητεία, επί συνόλου δύο θητειών κατ’ ανώτατο όριο, ο υποψήφιος που έχει επιλεγεί από το διοικητικό συμβούλιο για τη θέση του διευθυντή καλείται άνευ χρονοτριβής να προβεί σε δήλωση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε τυχόν ερωτήσεις των μελών του εν λόγω οργάνου.

3.   Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος:

α)

για την επεξεργασία και την εφαρμογή των αποφάσεων και των προγραμμάτων που εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο,

β)

για τα τρέχοντα διοικητικά θέματα,

γ)

για την κατάστρωση των προγραμμάτων εργασίας,

δ)

για την προετοιμασία του σχεδίου κατάστασης των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών και για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Κέντρου,

ε)

για την κατάρτιση και τη δημοσίευση των εκθέσεων που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό,

στ)

για τη διαχείριση όλων των ζητημάτων που αφορούν το προσωπικό και ιδίως για την άσκηση των εξουσιών που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή,

ζ)

για την κατάρτιση της οργανωτικής δομής του Κέντρου και την υποβολή της προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο,

η)

για την εφαρμογή των λειτουργιών και καθηκόντων που αναφέρουν τα άρθρα 1 και 2,

θ)

για την ανά τακτά χρονικά διαστήματα αξιολόγηση των εργασιών του Κέντρου.

4.   Ο διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο όσον αφορά τις δραστηριότητές του.

5.   Ο διευθυντής αποτελεί τον νόμιμο εκπρόσωπο του Κέντρου.

Άρθρο 12

Ακρόαση του διευθυντή και του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο διευθυντής υποβάλλει ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τη γενική έκθεση για τις δραστηριότητες του Κέντρου. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δύναται εξάλλου να ζητήσει την προσέλευση του διευθυντή σε ακρόαση, καθώς και του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου, σχετικά με θέματα που άπτονται της δραστηριότητας του Κέντρου.

Άρθρο 13

Επιστημονική επιτροπή

1.   Το διοικητικό συμβούλιο και ο διευθυντής επικουρούνται από επιστημονική επιτροπή επιφορτισμένη να γνωμοδοτεί στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό για κάθε επιστημονικό ζήτημα σχετικά με τις δραστηριότητες του Κέντρου, που υποβάλλουν το διοικητικό συμβούλιο ή ο διευθυντής.

Οι γνώμες της επιστημονικής επιτροπής δημοσιεύονται.

2.   Η επιστημονική επιτροπή αποτελείται από δεκαπέντε το πολύ γνωστούς επιστήμονες που διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνοντας υπόψη την επιστημονική αριστεία τους και την ανεξαρτησία τους, μετά τη δημοσίευση πρόσκλησης για την εκδήλωση ενδιαφέροντος στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διαδικασία επιλογής διασφαλίζει ότι οι ειδικοί τομείς των μελών του επιστημονικού συμβουλίου καλύπτουν τους πλέον οικείους επιστημονικούς τομείς που σχετίζονται με τα ναρκωτικά και την τοξικομανία.

Ο διορισμός των μελών της επιστημονικής επιτροπής είναι προσωποπαγής. Για τις γνωμοδοτήσεις τους, τα μέλη απολαύουν πλήρους ανεξαρτησίας από τα κράτη μέλη και τα κοινοτικά θεσμικά όργανα.

Η επιστημονική επιτροπή συνεκτιμά τις διάφορες θέσεις που έχουν εκφρασθεί από τους εθνικούς εμπειρογνώμονες, εάν υπάρχουν, πριν από τη διατύπωση οποιασδήποτε γνώμης.

Για τον σκοπό της εφαρμογής της απόφασης 2005/387/ΔΕΥ, η επιστημονική επιτροπή μπορεί να διευρυνθεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6, παράγραφος 2, της απόφασης αυτής.

3.   Η θητεία των μελών της επιστημονικής επιτροπής είναι τριετής και ανανεώσιμη.

4.   Η επιστημονική επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της για διάρκεια τριών ετών. Η επιστημονική επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο.

Άρθρο 14

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

1.   Όλα τα έσοδα και οι δαπάνες του Κέντρου αποτελούν αντικείμενο προβλέψεων για κάθε οικονομικό έτος, που συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Κέντρου.

2.   Ο προϋπολογισμός του Κέντρου είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

3.   Τα έσοδα του Κέντρου περιλαμβάνουν, χωρίς να αποκλείονται και άλλοι πόροι, μια επιδότηση της Κοινότητας, που εγγράφεται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα «Επιτροπή»), και τις πληρωμές που πραγματοποιούνται ως αμοιβή των παρεχόμενων υπηρεσιών καθώς και τις ενδεχόμενες χρηματοδοτικές εισφορές των οργανώσεων ή οργανισμών και τρίτων χωρών που παρατίθενται αντίστοιχα στα άρθρα 20 και 21.

4.   Οι δαπάνες του Κέντρου περιλαμβάνουν ιδίως:

α)

την αμοιβή του προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής και τα έξοδα λειτουργίας·

β)

τις δαπάνες υποστήριξης των σημείων επαφής Reitox.

5.   Κάθε έτος, το διοικητικό συμβούλιο, βάσει σχεδίου που καταρτίζεται από τον διευθυντή, συντάσσει κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του Κέντρου για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτή η κατάσταση προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο του πίνακα προσωπικού και η οποία συνοδεύεται από το πρόγραμμα εργασίας του Κέντρου, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή έως την 31η Μαρτίου. Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (που καλούνται εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.   Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της Συνθήκης.

7.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή καθορίζει τις διαθέσιμες πιστώσεις στο πλαίσιο της επιδότησης που προορίζεται για το Κέντρο και εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του.

8.   Ο προϋπολογισμός εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσαρμόζεται, ενδεχομένως, αναλόγως.

9.   Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί το συντομότερο δυνατόν στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά ακινήτων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο Διοικητικό Συμβούλιο εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.

Άρθρο 15

Η εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.   Ο διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό του Κέντρου.

2.   Ο υπόλογος του Κέντρου κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής, έως την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του Κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (11) (εφεξής: γενικός δημοσιονομικός κανονισμός).

3.   Ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, έως την 31η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, τους προσωρινούς λογαριασμούς του Κέντρου, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Η έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

4.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε σχέση με τους προσωρινούς λογαριασμούς του Κέντρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς του Κέντρου με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει για διατύπωση γνώμης στο διοικητικό συμβούλιο.

5.   Το διοικητικό συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του για τους οριστικούς λογαριασμούς του Κέντρου.

6.   Ο διευθυντής του Κέντρου διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο αυτούς τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου έως την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε.

Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

7.   Ο διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του έως την 30ή Σεπτεμβρίου. Αποστέλλει επίσης την απάντηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο.

8.   Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ' αίτησή του, όπως προβλέπεται από το άρθρο 146, παράγραφος 3, του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής του συγκεκριμένου οικονομικού έτους.

9.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως την 30ή Απριλίου του έτους N+2 στην απαλλαγή του διευθυντή του Κέντρου για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N.

10.   Οι δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο Κέντρο εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο, έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής (12), για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, μόνο εάν το απαιτούν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας του Κέντρου και με προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

Άρθρο 16

Καταπολέμηση της απάτης

1.   Με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας, το Κέντρο υπόκειται άνευ περιορισμού στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2.   Οι αποφάσεις χρηματοδότησης και οι συμφωνίες και πράξεις εφαρμογής που απορρέουν από αυτές προβλέπουν ρητώς ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF δύνανται, εν ανάγκη, να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις με αντικείμενο τους δικαιούχους των πιστώσεων του Κέντρου.

Άρθρο 17

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στο Κέντρο.

Άρθρο 18

Υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού

Το προσωπικό του Κέντρου υπόκειται στους κανονισμούς που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στους όρους απασχόλησης του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στους κανόνες οι οποίοι θεσπίζονται από κοινού από τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας με σκοπό την εφαρμογή των εν λόγω κανονισμών υπηρεσιακής κατάστασης και όρων απασχόλησης.

Η πρόσληψη προσωπικού του Κέντρου από τρίτες χώρες μετά τη σύναψη των συμφωνιών που μνημονεύονται στο άρθρο 21 πρέπει οπωσδήποτε να συνάδει με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και με τους όρους απασχόλησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Το Κέντρο ασκεί στο προσωπικό του τις εξουσίες που διαθέτει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει, σε συμφωνία με την Επιτροπή, τις κατάλληλες διατάξεις εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και των όρων απασχόλησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να θεσπίσει διατάξεις ούτως ώστε στο Κέντρο να μπορούν να εργασθούν με απόσπαση εθνικοί εμπειρογνώμονες από άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 19

Ευθύνη

1.   Η συμβατική ευθύνη του Κέντρου διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σχετική σύμβαση. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφασίζει δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτεται από το Κέντρο.

2.   Στο πεδίο της εξωσυμβατικής ευθύνης, το Κέντρο υποχρεούται, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, να αποκαθιστά τη ζημία που προξενούν τα όργανα ή οι υπάλληλοί του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί των διαφορών που αφορούν την αποκατάσταση ζημιών αυτού του είδους.

3.   Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του Κέντρου διέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού περί της υπηρεσιακής τους καταστάσεως ή του καθεστώτος που τους διέπει.

Άρθρο 20

Συνεργασία με άλλες οργανώσεις και άλλους φορείς

Με την επιφύλαξη των σχέσεων που μπορεί να διασφαλίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 302 της Συνθήκης, το Κέντρο επιδιώκει ενεργά τη συνεργασία με διεθνείς οργανώσεις και άλλους, κυρίως ευρωπαϊκούς, κυβερνητικούς ή μη φορείς, αρμόδιους στα ζητήματα των ναρκωτικών.

Η εν λόγω συνεργασία βασίζεται σε ρυθμίσεις εργασίας οι οποίες συνάπτονται με τις οργανώσεις και τους φορείς του πρώτου εδαφίου. Αυτές οι ρυθμίσεις θεσπίζονται από το διοικητικό συμβούλιο βάσει σχεδίου που υποβάλλει ο διευθυντής και κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δηλώσει ότι διαφωνεί με τις ρυθμίσεις, το διοικητικό συμβούλιο τις θεσπίζει με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών με δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 21

Συμμετοχή τρίτων χωρών

Το Κέντρο είναι ανοικτό στη συμμετοχή τρίτων χωρών, οι οποίες συμμερίζονται το ενδιαφέρον της Κοινότητας και των κρατών μελών της για τους στόχους και τα επιτεύγματα του Κέντρου, δυνάμει συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ αυτών των τρίτων χωρών και της Κοινότητας, βάσει του άρθρου 300 της Συνθήκης.

Άρθρο 22

Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου

Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί των προσφυγών που ασκούνται κατά του Κέντρου σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 230 της Συνθήκης.

Άρθρο 23

Έκθεση αξιολόγησης

Η Επιτροπή αναθέτει την εξωτερική αξιολόγηση του Κέντρου κάθε έξι έτη, σε χρονική στιγμή που συμπίπτει με την ολοκλήρωση δύο τριετών προγραμμάτων εργασίας του Κέντρου. Η αξιολόγηση περιλαμβάνει επίσης το σύστημα Reitox. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο διοικητικό συμβούλιο.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υποβάλλει, εάν το κρίνει σκόπιμο, πρόταση για την αναθεώρηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού με γνώμονα τις εξελίξεις σε σχέση με τους ρυθμιστικούς οργανισμούς, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης.

Άρθρο 24

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 καταργείται.

Οι παραπομπές στον κανονισμό που καταργείται νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και για την ερμηνεία τους χρησιμοποιείται ο πίνακας αντιστοιχίας του παραρτήματος III.

Άρθρο 25

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Έγινε στο Στρασβούργο, 12ης Δεκεμβρίου 2006.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. PEKKARINEN


(1)  ΕΕ C 69, 21.3.2006, σ. 22.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 36, 12.2.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1651/2003 (ΕΕ L 245, 29.9.2003, σ. 30).

(4)  Βλέπε Παράρτημα II.

(5)  ΕΕ L 358, 31.12.2002, σ. 1. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 787/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138, 30.4.2004, σ. 12).

(6)  ΕΕ L 127, 20.5.2005, σ. 32.

(7)  ΕΕ L 8, 12.1.2001, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43.

(9)  ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 15.

(11)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 357, 31.12.2002, σ. 72.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

A.

Οι εργασίες του Κέντρου διεξάγονται χωρίς να θίγονται οι αντίστοιχες αρμοδιότητες της Κοινότητας και των κρατών μελών της στον τομέα των ναρκωτικών, όπως αυτές ορίζονται από τη Συνθήκη. Οι εργασίες του Κέντρου καλύπτουν τις διάφορες πτυχές του φαινομένου των ναρκωτικών και της τοξικομανίας, καθώς και τις λύσεις που εφαρμόζονται σχετικά. Κατά την ανάπτυξη του έργου του, το Κέντρο έχει ως γνώμονα τις στρατηγικές και τα σχέδια δράσης για τον τομέα των ναρκωτικών που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το Κέντρο εστιάζει το έργο του στους ακόλουθους τομείς προτεραιότητας:

(1)

παρακολούθηση της κατάστασης του προβλήματος των ναρκωτικών, ιδίως με τη χρήση επιδημιολογικών ή άλλων δεικτών, και παρακολούθηση των αναφαινόμενων τάσεων, ιδίως εκείνων που αφορούν τη χρήση πολλαπλών ναρκωτικών ουσιών·

(2)

παρακολούθηση των λύσεων που εφαρμόζονται για τα προβλήματα που άπτονται των ναρκωτικών· παροχή πληροφοριών για τις καλύτερες πρακτικές στα κράτη μέλη και διευκόλυνση της ανταλλαγής των πρακτικών αυτών·

(3)

αξιολόγηση των κινδύνων που συνιστούν οι νέες ψυχοδραστικές ουσίες και διατήρηση συστήματος ταχείας ενημέρωσης σχετικά με τη χρήση τους, καθώς επίσης σε σχέση με νέους τρόπους χρήσης των υφιστάμενων ψυχοδραστικών ουσιών·

(4)

επεξεργασία εργαλείων και μηχανισμών για τη διευκόλυνση, αφενός, της παρακολούθησης και αξιολόγησης από τα κράτη μέλη των εθνικών τους πολιτικών και, αφετέρου, της παρακολούθησης και αξιολόγησης από την Επιτροπή των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

B.

Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του Κέντρου, προκειμένου να διαδοθούν, τις πληροφορίες και τα στατιστικά στοιχεία που διαθέτει δυνάμει των αρμοδιοτήτων της.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου

ΕΕ L 36, 12.2.1993, σ. 1.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3294/94 του Συμβουλίου

ΕΕ L 341, 30.12.1994, σ. 7.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2220/2000 του Συμβουλίου

ΕΕ L 253, 7.10.2000, σ. 1.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.1651/2003 του Συμβουλίου

ΕΕ L 245, 29.9.2003, σ. 30.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

-

Άρθρο 1, παράγραφος 3, δεύτερη και τρίτη πρόταση

Άρθρο 2, σημείο (A), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, στοιχείο (α), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, σημείο (A), παράγραφος 1

Άρθρο 2, στοιχείο (α), σημείο (i), πρώτη πρόταση

-

Άρθρο 2, στοιχείο (α), σημείο (i), δεύτερη και τρίτη πρόταση

Άρθρο 2, σημείο (A), παράγραφοι 2 έως 5

Άρθρο 2, στοιχείο (α), σημεία (ii) έως (v)

Άρθρο 2, σημείο (B), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, στοιχείο (β), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, σημείο (B), παράγραφος 6, πρώτη πρόταση

Άρθρο 2, στοιχείο (β), σημείο (i), πρώτη πρόταση

-

Άρθρο 2, στοιχείο (β), σημείο (i), δεύτερη πρόταση

Άρθρο 2, σημείο (B), παράγραφος 7

Άρθρο 2, στοιχείο (β), σημείο (ii)

Άρθρο 2, σημείο (Γ), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, στοιχείο (γ), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, σημείο (Γ), παράγραφοι 8 έως 10

Άρθρο 2, στοιχείο (γ), σημεία (i) έως (iii)

Άρθρο 2, σημείο (Δ), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, στοιχείο (δ), εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, σημείο (Δ), παράγραφοι 11 έως 13

Άρθρο 2, στοιχείο (δ), σημεία (i), (ii) και (v)

-

Άρθρο 2, στοιχείο (δ), σημεία (iii)και (v)

-

Άρθρο 2, στοιχείο (ε)

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 3

Άρθρο 5, παράγραφος 1

Άρθρο 5, παράγραφος 1

-

Άρθρο 5, παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 5, παράγραφος 4

Άρθρο 5, παράγραφος 5

Άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 6, παράγραφος 1

-

Άρθρο 6, παράγραφος 2

Άρθρο 6α

Άρθρο 7

Άρθρο 7

Άρθρο 8

-

Άρθρο 8, τίτλος

-

Άρθρο 8, παράγραφος 2

Άρθρο 8, παράγραφος 1

Άρθρο 9, παράγραφος 1, πρώτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 8, παράγραφος 2

Άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 9, παράγραφος 2

Άρθρο 9, παράγραφος 3, δεύτερη πρόταση

-

Άρθρο 9, παράγραφος 3, πρώτη και τρίτη πρόταση

Άρθρο 8, παράγραφος 3

Άρθρο 9, παράγραφος 4

Άρθρο 8, παράγραφος 4

Άρθρο 9, παράγραφος 5, πρώτη και τρίτη πρόταση

-

Άρθρο 9, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο

-

Άρθρο 9, παράγραφος 6

Άρθρο 8, παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 9, παράγραφοι 7 και 8

-

Άρθρο 10

Άρθρο 9, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 11, παράγραφος 1

-

Άρθρο 11, παράγραφος 2

Άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 11, παράγραφος 3

Άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, πρώτη έως έκτη περίπτωση

Άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχεία (α) έως (στ), πρώτη πρόταση

-

Άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο (στ), δεύτερη πρόταση

-

Άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο (ζ)

Άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, έβδομη περίπτωση

Άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο (η)

-

Άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο (θ)

Άρθρο 9, παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 11, παράγραφοι 4 και 5

-

Άρθρο 12

Άρθρο 10, παράγραφος 1

Άρθρο 13, παράγραφος 1

Άρθρο 10, παράγραφος 2

Άρθρο 13, παράγραφος 2, πρώτο και τέταρτο εδάφιο

-

Άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 10, παράγραφοι 3, 4 και 5

Άρθρο 13, παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 11, παράγραφοι 1 έως 6

Άρθρο 14, παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 11, παράγραφοι 7 έως 10

Άρθρο 14, παράγραφοι 6 έως 9

Άρθρο 11α, παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 15, παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 11α, παράγραφοι 6 και 7

Άρθρο 15, παράγραφος 6

Άρθρο 11α, παράγραφοι 8 έως 11

Άρθρο 15, παράγραφοι 7 έως 10

-

Άρθρο 16

Άρθρο 12

Άρθρο 20

-

Άρθρο 20, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13, παράγραφος 1

Άρθρο 21

Άρθρο 13, παράγραφος 2

-

Άρθρο 14

Άρθρο 17

Άρθρο 15

Άρθρο 18, πρώτο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο

-

Άρθρο 18, δεύτερο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 16

Άρθρο 19

Άρθρο 17

Άρθρο 22

Άρθρο 18

Άρθρο 23, πρώτο εδάφιο, πρώτη και τρίτη πρόταση

-

Άρθρο 23, πρώτο εδάφιο, δεύτερη πρόταση

-

Άρθρο 23, δεύτερο εδάφιο

-

Άρθρο 24

Άρθρο 19

Άρθρο 25

Παράρτημα, παράγραφος A, πρώτη παράγραφος

Παράρτημα I, παράγραφος A, πρώτο εδάφιο, πρώτη πρόταση

-

Παράρτημα I, παράγραφος A, πρώτο εδάφιο, δεύτερη και τρίτη πρόταση

-

Παράρτημα I, παράγραφος Α, δεύτερο εδάφιο, σημεία 1 έως 4

Παράρτημα, παράγραφος A, δεύτερο εδάφιο, σημεία 1 έως 5

-

Παράρτημα, παράγραφος B

Παράρτημα I, παράγραφος B

Παράρτημα, παράγραφος Γ

-

-

Παράρτημα II

-

Παράρτημα III