32003L0110

Οδηγία 2003/110/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, όσον αφορά τη συνδρομή κατά τη διέλευση σε περίπτωση απομάκρυνσης διά της αεροπορικής οδού

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 321 της 06/12/2003 σ. 0026 - 0031


Οδηγία 2003/110/ΕΚ του Συμβουλίου

της 25ης Νοεμβρίου 2003

όσον αφορά τη συνδρομή κατά τη διέλευση σε περίπτωση απομάκρυνσης διά της αεροπορικής οδού

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ιδίως το άρθρο 63 σημείο 3 στοιχείο β),

την πρωτοβουλία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η αμοιβαία συνδρομή με σκοπό την απομάκρυνση λαμβάνει υπόψη τον κοινό στόχο του τερματισμού της παράνομης διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε απόφαση απομάκρυνσης. Η ύπαρξη δεσμευτικών για όλα τα κράτη μέλη κανόνων συμβάλλει επίσης στην ασφάλεια του δικαίου και στην τυποποίηση των διαδικασιών.

(2) Η απομάκρυνση διά της αεροπορικής οδού αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία για τον τερματισμό της διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών. Παρά τις προσπάθειες των κρατών μελών να χρησιμοποιούν κατά προτεραιότητα απευθείας αεροπορικές συνδέσεις, ενδέχεται να απαιτηθεί, από οικονομική άποψη ή λόγω ανεπαρκούς προσφοράς απευθείας συνδέσεων, η χρησιμοποίηση αεροπορικών συνδέσεων μέσω αερολιμένων διέλευσης που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη.

(3) Η σύσταση του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για τη συνεννόηση και τη συνεργασία κατά την εκτέλεση των μέτρων απομάκρυνσης(1) και η απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής, της 21ης Απριλίου 1998, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά την απομάκρυνση υπηκόων τρίτων χωρών αεροπορικώς [SCH/Com-ex (98)10](2) ήδη αφορούν την ανάγκη συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών στον τομέα της απομάκρυνσης υπηκόων τρίτων χωρών διά της αεροπορικής οδού.

(4) Τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών, ιδίως όσον αφορά την επιβολή μέτρων άμεσου καταναγκασμού κατά υπηκόων τρίτων χωρών που αντιστέκονται κατά την απομάκρυνση θα πρέπει να παραμείνουν ανεπηρέαστα.

(5) Η σύμβαση της 14ης Σεπτεμβρίου 1963 περί παραβάσεων και άλλων τινών πράξεων τελουμένων επί αεροσκαφών (σύμβαση του Τόκιο), και ιδίως οι σχετικές με την επί του αεροσκάφους εξουσία του κυβερνήτη του αεροσκάφους και ζητήματα ευθύνης, θα πρέπει να παραμείνει ανεπηρέαστη.

(6) Προκειμένου για την ενημέρωση των αεροπορικών εταιρειών σχετικά με την πραγματοποίηση απομακρύνσεων, μετά ή άνευ συνοδείας, γίνεται αναφορά στις διατάξεις του παραρτήματος 9 της σύμβασης περί του Οργανισμού Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας (σύμβαση ΙCAO) της 7ης Δεκεμβρίου 1944.

(7) Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία με το δέοντα σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, ιδίως της σύμβασης της Γενεύης, περί του καθεστώτος των προσφύγων της 28ης Ιουλίου 1951, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, και της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διεθνείς υποχρεώσεις, δεν θα πρέπει να ζητείται ούτε να επιτρέπεται η διέλευση διά της αεροπορικής οδού εάν στην τρίτη χώρα προορισμού ή διέλευσης, ο υπήκοος τρίτης χώρας αντιμετωπίζει την απειλή απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης, βασανιστηρίων ή θανατικής ποινής, ή εάν η ζωή του ή η ελευθερία του θα περιέλθει σε κίνδυνο λόγω της φυλής, της θρησκείας, της εθνικότητας, του γεγονότος ότι ανήκει σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ή λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων.

(8) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(3).

(9) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας το οποίο έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην υιοθέτηση της παρούσας οδηγίας και, συνεπώς, δεν δεσμεύεται από αυτήν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν κατ' εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου IV του τρίτου μέρους της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στο βαθμό που εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις βραχείας παραμονής που ισχύουν εντός της επικράτειας κράτους μέλους δυνάμει των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 5 του προαναφερόμενου πρωτοκόλλου, αποφασίζει, εντός προθεσμίας έξι μηνών από την υιοθέτηση της παρούσας οδηγίας από το Συμβούλιο, αν θα την ενσωματώσει ή όχι, στο εθνικό της δίκαιο.

(10) Όσον αφορά τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας, η παρούσα οδηγία αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας η οποία συνήφθη στις 18 Μαΐου 1999 από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν(4), στο βαθμό που εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις βραχείας παραμονής που ισχύουν εντός της επικράτειας κράτους μέλους δυνάμει των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, που εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο Γ της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογή της συμφωνίας αυτής(5).

(11) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τα εν λόγω κράτη μέλη δεν συμμετέχουν στην υιοθέτηση της παρούσας οδηγίας και, ως εκ τούτου, με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, δεν δεσμεύονται από αυτήν ούτε υπόκεινται στην εφαρμογή της.

(12) Η παρούσα οδηγία συνιστά πράξη η οποία αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο του Σένγκεν ή άλλως σχετιζόμενη με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1 της πράξης προσχώρησης του 2003,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να καθορίσει τα μέτρα για παροχή συνδρομής μεταξύ των αρμοδίων αρχών των αερολιμένων διέλευσης των κρατών μελών στις απομακρύνσεις δια της αεροπορικής οδού μετά ή άνευ συνοδείας.

Άρθρο 2

Για τους στόχους της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α) "υπήκοος τρίτης χώρας": το πρόσωπο που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας ή του Βασιλείου της Νορβηγίας·

β) "αιτούν κράτος μέλος": το κράτος μέλος το οποίο εκτελεί απόφαση απομάκρυνσης κατά υπηκόου τρίτης χώρας και το οποίο απαιτεί τη διέλευση μέσω του αερολιμένος διέλευσης άλλου κράτους μέλους·

γ) "κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση" ή "κράτος μέλος διέλευσης": το κράτος μέλος μέσω του αερολιμένα διέλευσης του οποίου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η διέλευση·

δ) "συνοδός": όλα τα πρόσωπα του αιτούντος κράτους μέλους που είναι υπεύθυνα για τη συνοδεία του υπηκόου τρίτης χώρας, συμπεριλαμβανομένων των επιφορτισμένων με την ιατρική περίθαλψη και των διερμηνέων·

ε) "διέλευση δια της αεροπορικής οδού": η διέλευση του υπηκόου τρίτης χώρας και, εάν είναι απαραίτητο, των συνοδών μέσω του χώρου του αεροδρομίου του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, με σκοπό την απομάκρυνση διά της αεροπορικής οδού.

Άρθρο 3

1. Ένα κράτος μέλος το οποίο επιθυμεί την επιστροφή διά της αεροπορικής οδού ενός υπηκόου τρίτης χώρας εξετάζει εάν είναι δυνατή η χρήση απευθείας πτήσης προς τη χώρα προορισμού.

2. Εάν ένα κράτος μέλος, το οποίο επιθυμεί την επιστροφή ενός υπηκόου τρίτης χώρας, δεν μπορεί, για εύλογους πρακτικούς λόγους να χρησιμοποιήσει απευθείας πτήση προς τη χώρα προορισμού, μπορεί να ζητήσει διέλευση διά της αεροπορικής οδού μέσω άλλου κράτους μέλους. Αίτηση διέλευσης διά της αεροπορικής οδού δεν πρέπει καταρχήν να υποβάλλεται εάν το μέτρο απομάκρυνσης απαιτεί αλλαγή αερολιμένος εντός της επικρατείας του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

3. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων του άρθρου 8, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αρνηθεί τη διέλευση διά της αεροπορικής οδού, εάν:

α) πρόκειται να ασκηθεί ποινική δίωξη λόγω αδικημάτων κατά του υπηκόου τρίτης χώρας στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του κράτους αυτού, ή αν ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας καταζητείται προκειμένου να εκτίσει ποινή·

β) δεν είναι εφικτή η διέλευση μέσω άλλων κρατών ή η αποδοχή από τη χώρα προορισμού·

γ) το μέτρο απομάκρυνσης απαιτεί αλλαγή αερολιμένος εντός της επικρατείας του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση·

δ) η αιτούμενη συνδρομή δεν είναι δυνατή σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή για πρακτικούς λόγους, ή

ε) ο υπήκοος τρίτης χώρας συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

4. Στην περίπτωση της παραγράφου 3 στοιχείο δ), το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ορίζει, το συντομότερο δυνατόν, στο αιτούν κράτος μέλος, ημερομηνία, όσο το δυνατόν εγγύτερη της αρχικώς ζητηθείσης, κατά την οποία μπορεί να παρασχεθεί συνδρομή σε διέλευση διά της αεροπορικής οδού, εφόσον πληρούνται οι λοιποί όροι.

5. Οι άδειες διέλευσης διά της αεροπορικής οδού που έχουν ήδη εκδοθεί μπορούν να ανακληθούν από το κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, εφόσον καθίστανται γνωστά εκ των υστέρων περιστατικά κατά την έννοια της παραγράφου 3, τα οποία δικαιολογούν την άρνηση της διέλευσης.

6. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως το αιτούν κράτος μέλος για την απόρριψη της αίτησης ή την ανάκληση της άδειας διέλευσης διά της αεροπορικής οδού σύμφωνα με τις παραγράφους 3 ή 5 ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο που καθιστά αδύνατη τη διέλευση, και εξηγεί τους λόγους.

Άρθρο 4

1. Η αίτηση διέλευσης διά της αεροπορικής οδού μετά ή άνευ συνοδείας και των σχετικών μέτρων συνδρομής δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1, υποβάλλεται γραπτώς από το αιτούν κράτος μέλος. Διαβιβάζεται στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, το συντομότερο δυνατό, και οπωσδήποτε όχι αργότερα από δύο ημέρες πριν από τη διέλευση. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να μην ισχύει σε ιδιαίτερα επείγουσες και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

2. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, ανακοινώνει αμέσως την απόφασή του στο αιτούν κράτος μέλος εντός δύο ημερών. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, επί 48 ώρες, κατ' ανώτατο όριο. Μια διέλευση διά της αεροπορικής οδού δεν αρχίζει χωρίς την έγκριση του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

Σε περίπτωση που το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν απαντήσει εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η επιχείρηση διέλευσης μπορεί να αρχίσει μέσω κοινοποίησης από μέρους του αιτούντος κράτους μέλους.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν, βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων, ότι η επιχείρηση διέλευσης μπορεί να αρχίσει μέσω κοινοποίησης από μέρους του αιτούντος κράτους μέλους.

Τα κράτη μέλη αποστέλλουν κοινοποίηση στην Επιτροπή όσον αφορά τις συμφωνίες ή ρυθμίσεις που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο. Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο Συμβούλιο όσον αφορά τις εν λόγω συμφωνίες και ρυθμίσεις.

3. Για τη διεκπεραίωση της δυνάμει της παραγράφου 1 αίτησης, διαβιβάζονται στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο έντυπο που θα χρησιμοποιείται για την υποβολή αίτησης και την έγκριση της διέλευσης διά της αεροπορικής οδού, σύμφωνα με το παράρτημα.

Τα απαιτούμενα μέτρα για την επικαιροποίηση και την προσαρμογή της αίτησης διέλευσης ως έχει στο παράρτημα, καθώς και οι μέθοδοι διαβίβασής της, λαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2.

4. Όσον αφορά οιαδήποτε αίτηση διέλευσης, το αιτούν κράτος μέλος παρέχει στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, τα στοιχεία που προβλέπονται στο παράρτημα.

5. Έκαστο κράτος μέλος ορίζει κεντρική αρχή στην οποία αποστέλλονται οι αιτήσεις δυνάμει της παραγράφου 1.

Οι κεντρικές αρχές ορίζουν σημεία επαφής για όλους τους σχετικούς αερολιμένες διέλευσης με τα οποία μπορεί να υπάρχει επαφή καθ' όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων διέλευσης.

Άρθρο 5

1. Το αιτούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ρυθμίσεις προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η επιχείρηση διέλευσης πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατόν.

Η επιχείρηση διέλευσης πραγματοποιείται το πολύ εντός εικοσιτετραώρου.

2. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, με την επιφύλαξη αμοιβαίων διαβουλεύσεων με το αιτούν κράτος μέλος, στα πλαίσια των διαθέσιμων μέσων και σύμφωνα με τα σχετικά διεθνή πρότυπα, λαμβάνει κάθε απαιτούμενο μέτρο συνδρομής από την προσγείωση και το άνοιγμα της θύρας του αεροσκάφους μέχρις ότου εξασφαλισθεί η αναχώρηση του υπηκόου τρίτης χώρας. Ωστόσο, δεν απαιτούνται αμοιβαίες διαβουλεύσεις στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β).

Πρόκειται, ειδικότερα, για τα ακόλουθα μέτρα συνδρομής:

α) την παραλαβή του υπηκόου τρίτης χώρας από το αεροσκάφος και τη συνοδεία του/της εντός των ορίων του αεροδρομίου διέλευσης, ιδίως προκειμένου να επιβιβασθεί στην πτήση ανταπόκρισης·

β) την παροχή επείγουσας ιατρικής περίθαλψης στον υπήκοο τρίτης χώρας και, εάν χρειασθεί, στον/στην συνοδό·

γ) τη διατροφή του υπηκόου τρίτης χώρας και, εάν χρειασθεί, του/της συνοδού·

δ) την παραλαβή, φύλαξη και διαβίβαση ταξιδιωτικών εγγράφων, ιδίως στην περίπτωση απομακρύνσεων άνευ συνοδείας·

ε) σε περιπτώσεις διέλευσης άνευ συνοδείας, ενημέρωση του αιτούντος κράτους μέλους όσον αφορά τον τόπο και το χρόνο αναχώρησης του υπηκόου τρίτης χώρας από το έδαφος του οικείου κράτους μέλους·

στ) την ενημέρωση του αιτούντος κράτους μέλους όσον αφορά τυχόν σοβαρά συμβάντα κατά τη διάρκεια της διέλευσης του υπηκόου τρίτης χώρας.

3. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο:

α) να οδηγήσει και να τακτοποιήσει τους υπηκόους τρίτης χώρας σε ασφαλή εγκατάσταση·

β) να χρησιμοποιήσει νόμιμα μέσα προκειμένου να προληφθεί ή να τερματισθεί κάθε απόπειρα του υπηκόου τρίτης χώρας να αντισταθεί στη διέλευση.

4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 1, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η ολοκλήρωση της επιχείρησης διέλευσης, παρά τη συνδρομή που παρέχεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί, κατόπιν αιτήσεως και σε διαβούλευση με το αιτούν κράτος μέλος, να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα συνδρομής για τη συνέχιση της επιχείρησης διέλευσης.

Στις περιπτώσεις αυτές, η προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να παρατείνεται επί 48 ώρες, κατ' ανώτατο όριο.

5. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, οι οποίες φέρουν την ευθύνη των λαμβανομένων μέτρων, αποφασίζουν σχετικά με τη φύση και το βαθμό της παρεχόμενης δυνάμει των παραγράφων 2, 3 και 4 συνδρομής.

6. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την παροχή των υπηρεσιών σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχεία β) και γ), βαρύνουν το αιτούν κράτος μέλος.

Οι λοιπές δαπάνες βαρύνουν επίσης το αιτούν κράτος μέλος στο βαθμό που είναι πραγματικές και μετρήσιμες.

Τα κράτη μέλη παρέχουν τις κατάλληλες πληροφορίες όσον αφορά τα κριτήρια υπολογισμού των δαπανών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 6

1. Το αιτούν κράτος μέλος υποχρεούται να επαναδεχθεί αμέσως τον υπήκοο τρίτης χώρας, εάν:

α) απορρίφθηκε η αίτηση ή ανακλήθηκε η άδεια διέλευσης διά της αεροπορικής οδού σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 ή 5·

β) κατά τη διάρκεια της διέλευσης, ο υπήκοος τρίτης χώρας εισήλθε χωρίς άδεια στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση·

γ) η απομάκρυνση του υπηκόου τρίτης χώρας σε άλλη χώρα διέλευσης ή στη χώρα προορισμού, ή η επιβίβαση στην πτήση ανταπόκρισης απέτυχε, ή

δ) η διέλευση διά της αεροπορικής οδού δεν είναι δυνατή για άλλο λόγο.

2. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση παρέχει τη συνδρομή του για την επανεισδοχή του υπηκόου τρίτης χώρας στο αιτούν κράτος μέλος στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι δαπάνες που προκύπτουν κατά την απομάκρυνση του υπηκόου τρίτης χώρας βαρύνουν το αιτούν κράτος μέλος.

Άρθρο 7

1. Κατά τη διενέργεια της επιχείρησης διέλευσης, οι εξουσίες των συνοδών περιορίζονται στην αυτοάμυνα. Επιπλέον, απουσία οργάνων επιβολής του νόμου του κράτους μέλους διέλευσης ή για τη στήριξη οργάνων επιβολής του νόμου, οι συνοδοί μπορούν να προβούν σε εύλογη και ανάλογη δράση για την αντιμετώπιση άμεσου και σοβαρού κινδύνου προκειμένου ο υπήκοος τρίτης χώρας να μην αποδράσει, να μην προκαλέσει σωματική βλάβη στον εαυτό του ή σε τρίτους, ή υλικές ζημίες.

Σε οποιαδήποτε περίπτωση, οι συνοδοί πρέπει να συμμορφώνονται προς τη νομοθεσία του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

2. Οι συνοδοί δεν φέρουν όπλα κατά τη διάρκεια της διέλευσης δια της αεροπορικής οδού και φέρουν πολιτική περιβολή. Επιδεικνύουν μέσα προκειμένου να πιστοποιήσουν την ταυτότητά τους, συμπεριλαμβανομένης της άδειας διέλευσης την οποία χορήγησε το κράτος μέλος διέλευσης, ή, ανάλογα με την περίπτωση, την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, κατόπιν αιτήσεως του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

Άρθρο 8

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη σύμβαση της Γενεύης, περί του καθεστώτος των προσφύγων, της 28ης Ιουλίου 1951, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967, από διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και από διεθνείς συμβάσεις για την έκδοση προσώπων.

Άρθρο 9

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται σε ένα μήνα.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον κανονισμό διαδικασίας της.

Άρθρο 10

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 2005. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κύριων διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Η απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής, της 21ης Απριλίου 1998, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά την απομάκρυνση υπηκόων τρίτων χωρών αεροπορικώς [SCH/Com-ex (98)10], καταργείται.

Άρθρο 12

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 13

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2003.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. Tremonti

(1) ΕΕ C 5 της 10.1.1996, σ. 3.

(2) ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 193.

(3) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(4) ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(5) ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

>PIC FILE= "L_2003321EL.003002.TIF">

>PIC FILE= "L_2003321EL.003101.TIF">