32002R1406

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 208 της 05/08/2002 σ. 0001 - 0009


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

της 27ης Ιουνίου 2002

σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(4),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η Κοινότητα έχει υιοθετήσει μεγάλο αριθμό νομοθετικών μέτρων για τη βελτίωση της ασφάλειας και την πρόληψη της ρύπανσης στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Προκειμένου να είναι αποτελεσματική, η εν λόγω νομοθεσία πρέπει να εφαρμόζεται σωστά και ενιαία σε όλη την Κοινότητα. Αυτό θα διασφαλίσει τον ανταγωνισμό επί ίσοις όροις, θα μειώσει τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που οφείλεται στα οικονομικά πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν τα μη συμμορφούμενα πλοία και θα επιβραβεύσει τους σοβαρούς παράγοντες της ναυτιλίας.

(2) Ορισμένα καθήκοντα που εκτελούνται επί του παρόντος σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο, θα μπορούσαν να ανατεθούν σε εξειδικευμένο όργανο εμπειρογνωμόνων. Πράγματι, υπάρχει ανάγκη τεχνικής και επιστημονικής στήριξης και ενός μόνιμου υψηλού επιπέδου εμπειρογνωμοσύνης για την ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στους τομείς της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία, για την παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων μέτρων. Συνεπώς, είναι αναγκαία η σύσταση ενός ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα ("οργανισμός"), στο πλαίσιο της υφιστάμενης θεσμικής διάρθρωσης και της ισορροπίας δυνάμεων στην Κοινότητα.

(3) Γενικά, ο οργανισμός θα πρέπει να αποτελεί το τεχνικό όργανο που θα παρέχει στην Κοινότητα τα αναγκαία μέσα ώστε να δρα αποτελεσματικά για τη βελτίωση των κανόνων που αφορούν την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία. Ο οργανισμός θα πρέπει να συνδράμει την Επιτροπή στη διαρκή ενημέρωση της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία και να παρέχει την αναγκαία στήριξη για τη διασφάλιση της συγκλίνουσας και αποτελεσματικής εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας σε όλη την επικράτεια της Κοινότητας επικουρώντας την Επιτροπή στην εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται δυνάμει της υφισταμένης και της μελλοντικής κοινοτικής νομοθεσίας για την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία.

(4) Για την προσήκουσα επίτευξη των στόχων του, ο οργανισμός πρέπει να εκτελεί έναν αριθμό σημαντικών άλλων καθηκόντων που στοχεύουν στη βελτίωση της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία στα ύδατα των κρατών μελών. Εν προκειμένω, ο οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται με τα κράτη μέλη για να οργανωθούν οι κατάλληλες δραστηριότητες κατάρτισης σε θέματα συναφή με τον έλεγχο του κράτους του λιμένα και του κράτους της σημαίας και για να παρασχεθεί τεχνική βοήθεια στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Θα πρέπει να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, όπως ορίζει η οδηγία 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργά κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 97/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου(5), ειδικότερα αναπτύσσοντας και θέτοντας σε λειτουργία οποιοδήποτε σύστημα πληροφοριών είναι απαραίτητο για τους στόχους της οδηγίας, και στις δραστηριότητες που αφορούν τις έρευνες σχετικά με σοβαρά θαλάσσια ατυχήματα. Θα πρέπει να παρέχει στην Επιτροπή και τα κράτη μέλη αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες και δεδομένα για την ασφάλεια στη θάλασσα και για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία ώστε να τα καταστήσει ικανά να αναλάβουν τυχόν απαραίτητες πρωτοβουλίες ενίσχυσης των ήδη εφαρμοζομένων μέτρων και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητάς τους. Θα πρέπει να θέσει στη διάθεση των υποψήφιων προς ένταξη κρατών την κοινοτική τεχνογνωσία σε θέματα ασφάλειας στη θάλασσα. Θα πρέπει να είναι ανοικτός στη συμμετοχή των κρατών αυτών και άλλων τρίτων χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Κοινότητα βάσει των οποίων υιοθετούν και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της ρύπανσης από πλοία.

(5) Ο Οργανισμός θα πρέπει να ενθαρρύνει την ανάπτυξη καλύτερης συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και να αναπτύσσει και να διαδίδει βέλτιστες πρακτικές στην Κοινότητα, πράγμα που θα συμβάλλει στη βελτίωση του συνολικού καθεστώτος ασφάλειας στη θάλασσα στην Κοινότητα, καθώς και στη μείωση του κινδύνου θαλασσίων ατυχημάτων, θαλάσσιας ρύπανσης και απώλειας ανθρώπινων ζωών στη θάλασσα.

(6) Για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στον οργανισμό, οι αξιωματούχοι του ενδείκνυται να πραγματοποιούν επισκέψεις στα κράτη μέλη, προκειμένου να παρακολουθούν τη συνολική λειτουργία του κοινοτικού καθεστώτος ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψης της ρύπανσης από πλοία. Οι επισκέψεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται βάσει πολιτικής την οποία καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού και να διευκολύνονται από τις αρχές των κρατών μελών.

(7) Ο οργανισμός θα πρέπει να εφαρμόζει τη σχετική κοινοτική νομοθεσία για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα και την προστασία των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θα πρέπει να παρέχει στο κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο αντικειμενικές, αξιόπιστες και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με το έργο του.

(8) Όσον αφορά τη συμβατική ευθύνη του οργανισμού, η οποία διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται επί των συμβάσεων που συνάπτονται από τον οργανισμό, αρμόδιο να λαμβάνει αποφάσεις θα πρέπει να είναι το Δικαστήριο, δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται στη σύμβαση. Το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι επίσης αρμόδιο για τις διαφορές που αφορούν την αποζημίωση για κάθε ζημία που προκύπτει από την εξωσυμβατική ευθύνη του οργανισμού.

(9) Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία του οργανισμού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο, στο οποίο έχουν ανατεθεί οι αναγκαίες εξουσίες για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, την παρακολούθηση της εκτέλεσής του, την έγκριση του κατάλληλου δημοσιονομικού κανονισμού, τη θέσπιση διαφανών διαδικασιών λήψης αποφάσεων εκ μέρους του οργανισμού, την έγκριση του προγράμματος εργασίας του, την εξέταση αιτημάτων κρατών μελών για τεχνική βοήθεια, τον καθορισμό πολιτικής για τις επισκέψεις στα κράτη μέλη καθώς και το διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή. Λόγω του άκρως τεχνικού και επιστημονικού χαρακτήρα της αποστολής και των καθηκόντων του συγκεκριμένου οργανισμού, σκόπιμο είναι το διοικητικό του συμβούλιο να απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και τέσσερις αντιπροσώπους της Επιτροπής που θα διαθέτουν υψηλό επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης. Για να εξασφαλιστεί περαιτέρω το υψηλότερο δυνατό επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης και πείρας του διοικητικού συμβουλίου και προκειμένου οι πλέον ενδιαφερόμενοι κλάδοι να συμμετέχουν εκ του σύνεγγυς στις εργασίες του οργανισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να διορίζει ανεξάρτητους επαγγελματίες των κλάδων αυτών ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου άνευ δικαιώματος ψήφου, βάσει της προσωπικής τους αξίας και πείρας στον τομέα της θαλάσσιας ασφάλειας και της πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία και όχι ως αντιπροσώπους συγκεκριμένων επαγγελματικών οργανώσεων.

(10) Η εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού προϋποθέτει ότι ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται βάσει της αξίας του και των τεκμηριωμένων διοικητικών και διευθυντικών του ικανοτήτων καθώς και της επάρκειας και της πείρας του όσον αφορά τη θαλάσσια ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία, και ότι διαθέτει πλήρη ανεξαρτησία και ευελιξία όσον αφορά την οργάνωση της εσωτερικής λειτουργίας του οργανισμού. Για το σκοπό αυτό, ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να προετοιμάζει και να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα σωστής υλοποίησης του προγράμματος εργασίας του οργανισμού, θα πρέπει να εκπονεί ετησίως σχέδιο γενικής έκθεσης που υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο, θα πρέπει να καταρτίζει καταστάσεις προβλέψεων εσόδων και δαπανών του οργανισμού και να εκτελεί τον προϋπολογισμό.

(11) Για την εξασφάλιση της πλήρους αυτονομίας και ανεξαρτησίας του οργανισμού, θεωρείται αναγκαίο να του παραχωρηθεί ανεξάρτητος προϋπολογισμός, τα έσοδα του οποίου θα προέρχονται κυρίως από συνεισφορά της Κοινότητας.

(12) Κατά τα τελευταία χρόνια, με τη δημιουργία όλο και περισσότερων αποκεντρωμένων οργανισμών, η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή επεδίωξε να βελτιώσει τη διαφάνεια και τον έλεγχο της διαχείρισης των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς τους οργανισμούς αυτούς, ιδίως σε ό,τι αφορά την εγγραφή των εισφορών στον προϋπολογισμό, το δημοσιονομικό έλεγχο, την εξουσία περί χορήγησης απαλλαγής, τη συμμετοχή στο συνταξιοδοτικό καθεστώς και την εσωτερική διαδικασία του προϋπολογισμού (κώδικας συμπεριφοράς). Παρομοίως, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την ευρωπαϊκή υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF)(6) θα πρέπει να εφαρμόζονται άνευ περιορισμών στον οργανισμό, ο οποίος θα πρέπει να προσχωρήσει στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιεί η ευρωπαϊκή υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF)(7).

(13) Εντός πέντε ετών από της αναλήψεως καθηκόντων από τον οργανισμό, το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να αναθέσει τη διεξαγωγή ανεξάρτητης εξωτερικής αξιολόγησης ώστε να εκτιμηθεί η επίδραση του παρόντος κανονισμού, του οργανισμού και των εργασιακών του μεθόδων στη θέσπιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψης της ρύπανσης από πλοία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Άρθρο 1

Στόχοι

1. Με τον παρόντα κανονισμό ιδρύεται ευρωπαϊκός οργανισμός για την ασφάλεια στη θάλασσα, που καλείται εφεξής "οργανισμός", με στόχο τη διασφάλιση υψηλού, ομοιόμορφου και αποτελεσματικού επιπέδου ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία στην Κοινότητα.

2. Ο οργανισμός παρέχει στα κράτη μέλη και την Επιτροπή την αναγκαία τεχνική και επιστημονική βοήθεια, καθώς και εμπειρογνωμοσύνη υψηλού επιπέδου, για να τους συνδράμει στην ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στους τομείς της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία, του ελέγχου της εφαρμογής της νομοθεσίας και της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων μέτρων.

Άρθρο 2

Καθήκοντα

Προκειμένου να διασφαλιστεί η προσήκουσα υλοποίηση των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 1, ανατίθενται στον οργανισμό τα κάτωθι καθήκοντα:

α) Να παρέχει συνδρομή στην Επιτροπή, όπου απαιτείται, στις προπαρασκευαστικές εργασίες ενημέρωσης και κατάρτισης της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία, ειδικότερα σε συνάρτηση με την ανάπτυξη της διεθνούς νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα. Τούτο περιλαμβάνει την ανάλυση των ερευνητικών σχεδίων που πραγματοποιούνται στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία.

β) Να παρέχει συνδρομή στην Επιτροπή στην αποτελεσματική εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία σε όλη την Κοινότητα. Ειδικότερα, ο οργανισμός:

i) παρακολουθεί τη συνολική λειτουργία του κοινοτικού καθεστώτος ελέγχου από τη χώρα του λιμένα, πράγμα που μπορεί να περιλαμβάνει επισκέψεις στα κράτη μέλη, και προτείνει στην Επιτροπή πιθανές βελτιώσεις στον τομέα αυτόν·

ii) παρέχει στην Επιτροπή την αναγκαία τεχνική βοήθεια για συμμετοχή στις εργασίες των τεχνικών οργανισμών του μνημονίου συνεννόησης του Παρισιού για τον έλεγχο των πλοίων από τη χώρα του λιμένα·

iii) παρέχει συνδρομή στην Επιτροπή στην εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος της ανατίθεται από την υφιστάμενη και τη μελλοντική κοινοτική νομοθεσία για την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία, και ιδίως τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στους νηογνώμονες, στην ασφάλεια των επιβατηγών πλοίων, καθώς και στα πρότυπα ασφάλειας, εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και εκτέλεσης φυλακών των ναυτικών.

γ) Να συνεργάζεται με τα κράτη μέλη:

i) για την οργάνωση, όταν υπάρχει ανάγκη, σχετικών δραστηριοτήτων κατάρτισης σε τομείς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους του λιμένα και του κράτους της σημαίας·

ii) για την ανάπτυξη τεχνικών λύσεων και την παροχή τεχνικής βοήθειας όσον αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας.

δ) Να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στον τομέα που καλύπτεται από την οδηγία 2002/59/ΕΚ. Ειδικότερα:

i) να προάγει τη συνεργασία μεταξύ παράκτιων κρατών στις περιοχές ναυτιλίας τις οποίες αφορούν οι τομείς που καλύπτονται από την εν λόγω οδηγία·

ii) να εκπονεί και να θέτει σε λειτουργία οιοδήποτε σύστημα πληροφοριών απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της εν λόγω οδηγίας.

ε) Να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στην ανάπτυξη κοινής μεθοδολογίας, συνεκτιμώντας δεόντως τα διαφορετικά νομικά συστήματα στα κράτη μέλη για την έρευνα θαλάσσιων ατυχημάτων δυνάμει συμφωνημένων διεθνών αρχών, στη στήριξη των κρατών μελών για τη διερεύνηση σοβαρών θαλάσσιων ατυχημάτων και στην ανάλυση υφιστάμενων εκθέσεων για ατυχήματα.

στ) Ο οργανισμός παρέχει στην Επιτροπή και τα κράτη μέλη αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες καθώς και δεδομένα που αφορούν την ασφάλεια στη θάλασσα και τη ρύπανση από πλοία ώστε να μπορέσουν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία και να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητα των ισχυόντων μέτρων. Στα καθήκοντα αυτά περιλαμβάνονται η συλλογή, καταγραφή και αξιολόγηση τεχνικών δεδομένων στους τομείς της ασφάλειας στη θάλασσα και της θαλάσσιας κυκλοφορίας, καθώς και στον τομέα της θαλάσσιας ρύπανσης, ακούσιας ή εκούσιας, η συστηματική αξιοποίηση των υπαρχουσών βάσεων δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του αμφίδρομου εμπλουτισμού τους, και, όπου απαιτείται, η ανάπτυξη συμπληρωματικών βάσεων δεδομένων. Βάσει των πληροφοριών που έχει συλλέξει, ο οργανισμός συνδράμει την Επιτροπή στη δημοσίευση, σε εξαμηνιαία βάση, των πληροφοριών που αφορούν πλοία στα οποία απαγορεύτηκε η είσοδος σε λιμένες της Κοινότητας κατ' εφαρμογή της οδηγίας 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 1995, για την επιβολή, σχετικά με τη ναυσιπλοΐα που συνεπάγεται χρήση κοινοτικών λιμένων ή διέλευση από ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την πρόληψη της ρύπανσης και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας επί των πλοίων (έλεγχος του κράτους του λιμένα)(8). Ο οργανισμός συνεπικουρεί επίσης την Επιτροπή και τα κράτη μέλη στη δράση τους με στόχο τη βελτίωση του εντοπισμού και της δίωξης των πλοίων που ευθύνονται για παράνομες απορρίψεις ρύπων.

ζ) Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τα υποψήφια προς ένταξη κράτη, ο οργανισμός μπορεί να παρέχει τεχνική βοήθεια για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία. Το έργο αυτό εκτελείται σε συντονισμό με το υφιστάμενο πρόγραμμα περιφερειακής συνεργασίας και περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, την οργάνωση των κατάλληλων δράσεων κατάρτισης.

Άρθρο 3

Επισκέψεις στα κράτη μέλη

1. Για την εκπλήρωση του έργου του, ο οργανισμός δύναται να πραγματοποιεί επισκέψεις στα κράτη μέλη σύμφωνα με την πολιτική που έχει καθοριστεί από το διοικητικό συμβούλιο. Οι εθνικές αρχές των κρατών μελών διευκολύνουν την εργασία του προσωπικού του οργανισμού.

2. Ο οργανισμός ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επίσκεψη, την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων καθώς και την ημερομηνία έναρξης της επίσκεψης. Οι εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι του οργανισμού πραγματοποιούν τις επισκέψεις με την παρουσίαση απόφασης του εκτελεστικού διευθυντή του οργανισμού, στην οποία προσδιορίζεται το αντικείμενο και οι στόχοι της αποστολής τους.

3. Μετά το τέλος της επίσκεψης, ο οργανισμός συντάσσει έκθεση και τη διαβιβάζει στην Επιτροπή και το οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Διαφάνεια και προστασία των πληροφοριών

1. Κατά την εξέταση αιτήσεων πρόσβασης σε έγγραφα που έχει στην κατοχή του, ο οργανισμός εφαρμόζει τις αρχές του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής(9).

2. Ο οργανισμός μπορεί να προβαίνει εξ ιδίας πρωτοβουλίας σε ανακοινώσεις σε τομείς αρμοδιότητός του. Εξασφαλίζει ιδίως ότι το κοινό και κάθε ενδιαφερόμενος λαμβάνει γρήγορα αντικειμενικές, αξιόπιστες και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με το έργο του.

3. Οι αναγκαίοι εσωτερικοί κανόνες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 καθορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο.

4. Οι πληροφορίες που συλλέγονται βάσει του παρόντος κανονισμού από την Επιτροπή και τον οργανισμό υπόκεινται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίού, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, για την προστασία των φυσικών προσώπων όσον αφορά στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμούς και στην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(10).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Άρθρο 5

Νομικό καθεστώς, περιφερειακά κέντρα

1. Ο οργανισμός αποτελεί οργανισμό της Κοινότητας και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2. Σε κάθε κράτος μέλος, ο οργανισμός απολαμβάνει της ευρύτερης νομικής ικανότητας που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

3. Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, και ύστερα από συμφωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη, το διοικητικό συμβούλιο δύναται να αποφασίσει τη σύσταση των αναγκαίων περιφερειακών κέντρων για την εκτέλεση των καθηκόντων που συνδέονται με την εποπτεία της ναυσιπλοΐας και της θαλάσσιας κυκλοφορίας, όπως ορίζει η οδηγία 2002/59/ΕΚ.

4. Ο οργανισμός εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του.

Άρθρο 6

Προσωπικό

1. Στο προσωπικό του οργανισμού εφαρμόζεται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι διατάξεις εφαρμογής τους που έχουν θεσπιστεί κατόπιν κοινής συμφωνίας από τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τους αναγκαίους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 16, ο οργανισμός ασκεί έναντι του προσωπικού του, τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, καθώς και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

3. Το προσωπικό του οργανισμού αποτελείται από υπαλλήλους τοποθετημένους ή αποσπασμένους σε προσωρινή βάση από την Επιτροπή ή τα κράτη μέλη και από άλλους υπαλλήλους που προσλαμβάνονται από τον οργανισμό ανάλογα με τις ανάγκες για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Άρθρο 7

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο για τα προνόμια και τις ασυλίες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στον οργανισμό καθώς και στο προσωπικό του.

Άρθρο 8

Ευθύνη

1. Η συμβατική ευθύνη του οργανισμού διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σχετική σύμβαση.

2. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να δικάζει δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται σε σύμβαση που συνήψε ο οργανισμός.

3. Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης ο οργανισμός υποχρεούται να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προξενούν οι υπηρεσίες ή υπάλληλοι του οργανισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση των ζημιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5. Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του οργανισμού διέπεται από τις διατάξεις που καθορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων ή στο καθεστώς που εφαρμόζεται σε αυτούς.

Άρθρο 9

Γλώσσες

1. Στον οργανισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας(11).

2. Οι μεταφραστικές εργασίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του οργανισμού εκτελούνται από το κέντρο μετάφρασης των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 10

Σύσταση και αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου

1. Ιδρύεται διοικητικό συμβούλιο.

2. Το διοικητικό συμβούλιο:

α) διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή κατ' εφαρμογή του άρθρου 16·

β) εγκρίνει, έως την 30ή Απριλίου κάθε έτους, τη γενική έκθεση του οργανισμού για το προηγούμενο έτος και τη διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή·

γ) εξετάζει, στα πλαίσια της προετοιμασίας του προγράμματος εργασιών, αιτήματα των κρατών μελών για τεχνική βοήθεια, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii)·

δ) εγκρίνει, έως την 31η Οκτωβρίου κάθε έτους και αφού λάβει υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής, το πρόγραμμα εργασιών του οργανισμού για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Το εν λόγω πρόγραμμα εργασίας εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού της Κοινότητας. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δηλώσει, εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία έγκρισης του προγράμματος εργασίας, ότι διαφωνεί με το πρόγραμμα, το διοικητικό συμβούλιο επανεξετάζει το πρόγραμμα, και το εγκρίνει, τροποποιημένο ενδεχομένως, εντός διμήνου σε δεύτερη ανάγνωση είτε με πλειοψηφία δύο τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των αντιπροσώπων της Επιτροπής, είτε με ομοφωνία των αντιπροσώπων των κρατών μελών·

ε) εγκρίνει τον τελικό προϋπολογισμό του οργανισμού πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους, προσαρμόζοντάς τον, όπου είναι αναγκαίο, σε συνάρτηση με την κοινοτική συνεισφορά και τα λοιπά έσοδα του οργανισμού·

στ) θεσπίζει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων εκ μέρους του εκτελεστικού διευθυντή·

ζ) καθορίζει πολιτική για τις επισκέψεις που θα πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 3·

η) ασκεί τις αρμοδιότητές του όσον αφορά τον προϋπολογισμό του οργανισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 18, 19 και 21·

θ) ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο επί του εκτελεστικού διευθυντή και των προϊσταμένων μονάδας που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3·

ι) θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 11

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου

1. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και από τέσσερις αντιπροσώπους της Επιτροπής, καθώς και τέσσερις επαγγελματίες των πλέον ενδιαφερομένων κλάδων, διορισμένους από την Επιτροπή, άνευ δικαιώματος ψήφου.

Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ορίζονται με βάση το βαθμό της σχετικής εμπειρίας και εμπειρογνωμοσύνης τους στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία.

2. Κάθε κράτος μέλος και η Επιτροπή διορίζουν τα αντίστοιχα μέλη του διοικητικού συμβουλίου καθώς και τους αναπληρωτές που εκπροσωπούν τα τακτικά μέλη κατά την απουσία τους.

3. Η διάρκεια της θητείας τους είναι πέντε χρόνια. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί άπαξ.

4. Όταν χρειάζεται, η συμμετοχή αντιπροσώπων τρίτων χωρών και οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στον άρθρο 17 παράγραφος 2.

Άρθρο 12

Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου

1. Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του έναν πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτεπάγγελτα τον πρόεδρο, σε περίπτωση κωλύματος.

2. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι τριετής και λήγει όταν παύσουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί άπαξ.

Άρθρο 13

Συνεδριάσεις

1. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του προέδρου του.

2. Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού συμμετέχει στις συσκέψεις.

3. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση δύο φορές το χρόνο. Επίσης, συνέρχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου του ή εάν το ζητήσει η Επιτροπή ή το ένα τρίτο των κρατών μελών.

4. Όταν γεννάται ζήτημα απορρήτου ή συγκρούσεως συμφερόντων, το διοικητικό συμβούλιο δύναται να αποφασίζει την εξέταση συγκεκριμένων θεμάτων της ημερήσιας διάταξης χωρίς την παρουσία των μελών που διορίζονται ως επαγγελματίες των πλέον ενδιαφερόμενων κλάδων. Ο εσωτερικός κανονισμός δύναται να ορίζει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.

5. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να προσκαλεί οποιοδήποτε άτομο, του οποίου η γνώμη ενδέχεται να έχει ενδιαφέρον, να παρακολουθήσει τις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

6. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εσωτερικού κανονισμού, να συνοδεύονται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες.

7. Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου εξασφαλίζεται από τον οργανισμό.

Άρθρο 14

Ψηφοφορία

1. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με πλειοψηφία δύο τρίτων όλων των μελών με δικαίωμα ψήφου.

2. Κάθε μέλος έχει μία ψήφο. Ο εκτελεστικός διευθυντής δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

Κατά την απουσία μέλους, το δικαίωμα ψήφου του δικαιούται να το ασκεί ο αναπληρωτής του.

3. Στον εσωτερικό κανονισμό καθορίζονται οι λεπτομερέστερες ρυθμίσεις ψηφοφορίας, και ιδίως οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους.

Άρθρο 15

Αρμοδιότητες και εξουσίες του εκτελεστικού διευθυντή

1. Ο οργανισμός διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του ο οποίος χαίρει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, με την επιφύλαξη των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου.

2. Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει τις κάτωθι αρμοδιότητες και εξουσίες:

α) Καταρτίζει το πρόγραμμα εργασίας, το οποίο υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή. Λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεσή του. Απαντά σε κάθε αίτηση παροχής βοήθειας εκ μέρους της Επιτροπής ή κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

β) Αποφασίζει τη διενέργεια των επισκέψεων που αναφέρονται στο άρθρο 3, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή και ακολουθώντας τη πολιτική που καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 2 στοιχείο ζ).

γ) Λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εσωτερικών διοικητικών εντολών και της δημοσίευσης ανακοινώσεων, για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του οργανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

δ) Οργανώνει ένα αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση των επιτευγμάτων του οργανισμού με τους επιχειρησιακούς του στόχους. Σε αυτή τη βάση, ο εκτελεστικός διευθυντής εκπονεί ετησίως σχέδιο γενικής έκθεσης, το οποίο υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο. Θεσπίζει διαδικασίες τακτικής αξιολόγησης, οι οποίες πληρούν αναγνωρισμένα επαγγελματικά πρότυπα.

ε) Ασκεί έναντι του προσωπικού τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2.

στ) Καταρτίζει την κατάσταση των προβλεπομένων εσόδων και εξόδων του οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 18, και εκτελεί τον προϋπολογισμό σύμφωνα με το άρθρο 19.

3. Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να επικουρείται από έναν ή περισσότερους προϊσταμένους μονάδας. Εάν ο εκτελεστικός διευθυντής απουσιάζει ή κωλύεται, τον αντικαθιστά ένας από τους προϊσταμένους μονάδας.

Άρθρο 16

Διορισμός εκτελεστικού διευθυντού

1. Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με βάση την αξία του και τις τεκμηριωμένες διοικητικές και διευθυντικές του ικανότητες, καθώς και την επάρκεια και την πείρα του στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων όλων των μελών του με δικαίωμα ψήφου. Η Επιτροπή δύναται να προτείνει έναν ή περισσότερους υποψηφίους.

Το διοικητικό συμβούλιο έχει δικαίωμα παύσης του εκτελεστικού διευθυντή, σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

2. Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής και δύναται να ανανεωθεί άπαξ.

Άρθρο 17

Συμμετοχή τρίτων χωρών

1. Ο οργανισμός είναι ανοικτός στη συμμετοχή τρίτων χωρών, οι οποίες έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία.

2. Βάσει των σχετικών διατάξεων των εν λόγω συμφωνιών, θα θεσπιστούν ρυθμίσεις, οι οποίες, μεταξύ άλλων, θα διευκρινίζουν τη φύση και την έκταση των λεπτομερών κανόνων για τη συμμετοχή των εν λόγω χωρών στις εργασίες του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με τις οικονομικές συνεισφορές και το προσωπικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 18

Προϋπολογισμός

1. Τα έσοδα του οργανισμού προέρχονται από:

α) εισφορά της Κοινότητας·

β) πιθανές εισφορές τρίτων χωρών που συμμετέχουν στις εργασίες του οργανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17·

γ) τα τέλη για εκδόσεις, δραστηριότητες κατάρτισης ή/και κάθε άλλη υπηρεσία που παρέχει ο οργανισμός.

2. Οι δαπάνες του οργανισμού καλύπτουν τις δαπάνες προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες, καθώς και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.

3. Ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει κατάσταση προβλεπομένων εσόδων και εξόδων του οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος συνοδευόμενη από οργανόγραμμα, την οποία διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο.

4. Τα έσοδα και οι δαπάνες πρέπει να ισοσκελίζονται.

5. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει, το αργότερο έως την 30ή Απριλίου κάθε έτους, το σχέδιο του προϋπολογισμού, μαζί με το προκαταρκτικό πρόγραμμα εργασιών, και τα διαβιβάζει στην Επιτροπή και στις τρίτες χώρες που συμμετέχουν στις εργασίες του οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 17.

Με βάση αυτό το σχέδιο προϋπολογισμού, η Επιτροπή καθορίζει τις σχετικές προβλέψεις στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο υποβάλλει στο Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 272 της συνθήκης. Πρέπει να τηρούνται τα περιθώρια των εγκεκριμένων δημοσιονομικών προοπτικών της Κοινότητας για τα επόμενα έτη.

6. Μετά την έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τον προϋπολογισμό και το τελικό πρόγραμμα εργασιών του οργανισμού, προσαρμόζοντάς τα εν ανάγκη στην κοινοτική εισφορά. Τα διαβιβάζει αμελλητί στην Επιτροπή, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή και στις τρίτες χώρες που συμμετέχουν στις εργασίες του οργανισμού.

Άρθρο 19

Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού

1. Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό του οργανισμού.

2. Ο δημοσιονομικός ελεγκτής της Επιτροπής διενεργεί τον έλεγχο της ανάληψης υποχρέωσης και της πληρωμής όλων των δαπανών, καθώς και τον έλεγχο της ύπαρξης και της είσπραξης όλων των εσόδων του οργανισμού.

3. Το αργότερο έως την 31η Μαρτίου κάθε έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στην Επιτροπή, στο διοικητικό συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο αναλυτικούς λογαριασμούς όλων των εσόδων και δαπανών του προηγούμενου οικονομικού έτους.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει αυτούς τους λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 248 της συνθήκης και δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του οργανισμού.

4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ύστερα από σύσταση του διοικητικού συμβουλίου, απαλλάσσει τον εκτελεστικό διευθυντή του οργανισμού για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 20

Καταπολέμηση της απάτης

1. Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται έναντι του οργανισμού χωρίς κανένα περιορισμό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2. Ο οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την OLAF και θεσπίζει αμελλητί τις σχετικές διατάξεις, οι οποίες ισχύουν για όλο το προσωπικό του.

3. Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση, καθώς και οι συμβάσεις και τα μέσα εφαρμογής που απορρέουν από αυτές, προβλέπουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διεξαγάγουν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους μεταξύ των αποδεκτών των πόρων του οργανισμού και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για τη διανομή τους.

Άρθρο 21

Δημοσιονομικές διατάξεις

Αφού λάβει την έγκριση της Επιτροπής και τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό του οργανισμού. Ο δημοσιονομικός κανονισμός καθορίζει μεταξύ άλλων τη διαδικασία κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού του οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 142 του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό την Ευρωπαϊκής Ένωσης(12).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Αξιολόγηση

1. Εντός πέντε ετών από την έναρξη λειτουργίας του οργανισμού, το διοικητικό συμβούλιο αναθέτει τη διεξαγωγή ανεξάρτητης εξωτερικής αξιολόγησης της εφαρμογής του κανονισμού. Η Επιτροπή παρέχει στον οργανισμό κάθε πληροφορία που αυτή κρίνει κατάλληλη για την εν λόγω αξιολόγηση.

2. Η αξιολόγηση θα εκτιμήσει τον αντίκτυπο του παρόντος κανονισμού, του οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία. Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει ειδικούς όρους αναφοράς σε συνεργασία με την Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

3. Το διοικητικό συμβούλιο, βάσει των πορισμάτων της αξιολόγησης, εκδίδει συστάσεις προς την Επιτροπή για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, του οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του. Τόσο τα πορίσματα της αξιολόγησης όσο και οι συστάσεις διαβιβάζονται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και δημοσιεύονται.

Άρθρο 23

Έναρξη των δραστηριοτήτων του οργανισμού

Ο οργανισμός θα αρχίσει να λειτουργεί εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 24

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 27 Ιουνίου 2002.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. Cox

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. Arias Cañete

(1) ΕΕ C 120 Ε της 24.4.2001, σ. 83 και

ΕΕ C 103 Ε της 30.4.2002, σ. 184.

(2) ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 64.

(3) ΕΕ C 357 της 14.12.2001, σ. 1.

(4) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιουνίου 2001 (EE C 53 Ε της 28.2.2002, σ. 312), κοινή θέση του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 (EE C 199 Ε της 22.5.2002, σ. 27), απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Ιουνίου 2002 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002.

(5) Βλέπε σελίδα 10 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(6) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

(7) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.

(8) ΕΕ L 157 της 7.7.1995, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/106/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 19 της 22.1.2002, σ. 17).

(9) ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

(10) ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(11) ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(12) ΕΕ L 356 της 31.12.1977, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) αριθ. 762/2001 (ΕΕ L 111 της 20.4.2001, σ. 1).