32002D0399

2002/399/ΕΚ: Aπόφαση της Επιτροπής, της 24ης Μαΐου 2002, για τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε το Βασίλειο της Σουηδίας, δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 1932]

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 138 της 28/05/2002 σ. 0024 - 0032


Aπόφαση της Επιτροπής

της 24ης Μαΐου 2002

για τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε το Βασίλειο της Σουηδίας, δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 1932]

(Το κείμενο στη σουηδική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2002/399/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I. ΓΕΓΟΝΟΤΑ

1. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

(1) Η οδηγία 76/116/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1975, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών περί λιπασμάτων(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/97/ΕΚ(2), καθορίζει τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα λιπάσματα προκειμένου να διατίθενται στην αγορά με την ένδειξη "λιπάσματα ΕΚ"(3).

(2) Το παράρτημα I της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ ορίζει την ονομασία τύπου και τις αντίστοιχες απαιτήσεις, π.χ. όσον αφορά τη σύνθεσή του, που πρέπει να πληροί κάθε λίπασμα που φέρει την ένδειξη "λίπασμα ΕΚ". Τα λιπάσματα που φέρουν την ένδειξη "λίπασμα ΕΚ" τα οποία περιλαμβάνονται στον κατάλογο αυτό κατατάσσονται σε κατηγορίες, ανάλογα με την περιεκτικότητα σε βασικά ενεργά συστατικά, δηλαδή σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο.

(3) Η οδηγία 76/116/ΕΟΚ τροποποιήθηκε και προσαρμόστηκε στην τεχνική πρόοδο αρκετές φορές ώστε, μεταξύ άλλων, να συμπεριλάβει νέους τύπους λιπασμάτων στο παράρτημα I.

(4) Οι τροποποιήσεις στην οδηγία 76/116/ΕΟΚ εισήχθησαν με τις ακόλουθες οδηγίες:

- οδηγία 88/183/ΕΟΚ του Συμβουλίου(4), η οποία επεξέτεινε το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ ώστε να συμπεριλάβει στο παράρτημα I απλά και σύνθετα υγρά λιπάσματα,

- οδηγία 89/284/ΕΟΚ του Συμβουλίου(5), η οποία επεξέτεινε το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ ώστε να συμπεριλάβει στο παράρτημα I λιπάσματα που περιέχουν ασβέστιο, μαγνήσιο, νάτριο και θείο,

- οδηγία 89/530/ΕΟΚ του Συμβουλίου(6), η οποία επεξέτεινε το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ ώστε να συμπεριλάβει στο παράρτημα I στερεά ή υγρά λιπάσματα που περιέχουν ένα από τα ακόλουθα ιχνοστοιχεία:

- βόριο, κοβάλτιο, χαλκό, σίδηρο, μαγγάνιο, μολυβδαίνιο και ψευδάργυρο,

- μείγματα τέτοιων λιπασμάτων τα οποία περιέχουν τουλάχιστον δύο από τα εν λόγω ιχνοστοιχεία,

- έναν κατάλογο εγκεκριμένων οργανικών χηλικών παραγόντων για τη σύμπλεξη των ιχνοστοιχείων.

(5) Οι προσαρμογές της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ στην τεχνική πρόοδο εισήχθησαν με τις οδηγίες 93/69/ΕΟΚ(7), 96/28/ΕΚ(8) και 98/3/ΕΚ(9) της Επιτροπής. Δυνάμει των οδηγιών αυτών, προστέθηκαν νέα λιπάσματα στα παραρτήματα της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ.

(6) Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ο όρος "οδηγία 76/116/ΕΟΚ" ερμηνεύεται σαν να αναφέρεται στην εν λόγω οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τις οδηγίες που αναφέρονται στις αιτιολογιές σκέψεις 4 και 5 παραπάνω.

(7) Οι κανόνες που διέπουν τη σύνθεση των λιπασμάτων που καλύπτονται από την οδηγία 76/116/ΕΟΚ δεν προβλέπουν οριακή τιμή για την περιεκτικότητα σε κάδμιο των λιπασμάτων που φέρουν την ένδειξη "λίπασμα ΕΚ".

(8) Σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύσουν, να περιορίσουν ή να παρεμποδίσουν, για λόγους σύνθεσης, αναγνώρισης, επισήμανσης και συσκευασίας, τη θέση σε κυκλοφορία των λιπασμάτων που φέρουν την ένδειξη "λίπασμα ΕΚ" και που ανταποκρίνονται προς τις διατάξεις της οδηγίας αυτής και των παραρτημάτων της.

2. Η ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ

(9) Η Σουηδία προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιανουαρίου 1995. Η πράξη προσχώρησης(10) θεσπίζει μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τη χρήση και την κυκλοφορία καδμίου στο εν λόγω κράτος. Το άρθρο 112 παράγραφος 1 ορίζει ότι επί τέσσερα έτη μετά την προσχώρηση, οι διατάξεις που αναφέρονται στο παράρτημα ΧII της πράξης δεν εφαρμόζονται στη Σουηδία, σύμφωνα με το παράρτημα αυτό και υπό τους όρους που προβλέπει. Το άρθρο 112 και το σημείο 4 του παραρτήματος XII της πράξης προσχώρησης ορίζουν ότι το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ, εφόσον αφορά την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο, δεν θα εφαρμοστεί στη Σουηδία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999 και ότι οι διατάξεις της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ θα επανεξεταστούν βάσει των κοινοτικών διαδικασιών πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1998.

(10) Το άρθρο 2 της πράξης προσχώρησης ορίζει ότι "από την προσχώρηση, οι διατάξεις των αρχικών συνθηκών και οι πριν από την προσχώρηση πράξεις των οργάνων δεσμεύουν τα νέα κράτη μέλη και εφαρμόζονται έναντι αυτών υπό τους όρους που προβλέπονται στις συνθήκες αυτές και στην παρούσα πράξη". Το άρθρο 168 της πράξης προσχώρησης ορίζει ότι "τα νέα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τα μέτρα που χρειάζονται για να συμμορφωθούν, από την προσχώρησή τους, προς τις διατάξεις των οδηγιών και αποφάσεων κατά την έννοια του άρθρου 189 (νυν άρθρου 249) της συνθήκης ΕΚ [...], εκτός εάν στον κατάλογο του παραρτήματος ΧΙΧ ή σε άλλες διατάξεις της παρούσας πράξης προβλέπεται προθεσμία".

(11) Η οδηγία 98/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(11) τροποποίησε επακολούθως την οδηγία 76/116/ΕΟΚ όσον αφορά την κυκλοφορία στην αγορά λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο στην Αυστρία, στη Φινλανδία και στη Σουηδία. Το άρθρο 1 ορίζει ότι, μεταξύ άλλων, η Σουηδία μπορεί να απαγορεύσει την κυκλοφορία στην επικράτειά της λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο σε συγκεντρώσεις ανώτερες εκείνων που είχαν καθοριστεί σε εθνικό επίπεδο κατά την ημερομηνία της προσχώρησής της και ότι η παρέκκλιση αυτή ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως την 31η Δεκεμβρίου 2001.

3. ΕΘΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

(12) Το "διάταγμα για τα χημικά προϊόντα (απαγορεύσεις διακίνησης, εισαγωγής και εξαγωγής)" (1998:944)(12) περιέχει διατάξεις που αφορούν, μεταξύ άλλων, τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο, συμπεριλαμβανομένων των λιπασμάτων με την ένδειξη "λίπασμα ΕΚ". Το άρθρο 3 παράγραφος 3 του διατάγματος προβλέπει ότι τα λιπάσματα που εμπίπτουν στους δασμολογικούς κωδικούς 25.10, 28.09, 28.35, 31.03 και 31.05 που περιέχουν κάδμιο σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 100 g ανά τόνο φωσφόρου απαγορεύεται να πωλούνται ή να μεταφέρονται.

(13) Οι διατάξεις που αφορούν τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο ισχύουν από το 1985, μετά την έκδοση του "διατάγματος για το κάδμιο" (1985:839). Το "διάταγμα για τα χημικά προϊόντα" (1998:944) κωδικοποιεί διάφορες διατάξεις σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που περιέχει το "διάταγμα για το κάδμιο" (1985:839).

II. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(14) Σε επιστολή τους με ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 2001 οι σουηδικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή ότι η Σουηδία, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, σκοπεύει να συνεχίσει να εφαρμόζει από την 1η Ιανουαρίου 2002 τις εθνικές διατάξεις σχετικά με την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο.

(15) Σε επιστολή της με ημερομηνία 8 Ιανουαρίου 2002 η Επιτροπή ενημέρωσε τις σουηδικές αρχές ότι είχε λάβει την κοινοποίηση κατ' εφαρμογή του άρθρου 95 παράγραφος 4 και ότι η εξάμηνη προθεσμία για την εξέταση της κοινοποίησης κατ' εφαρμογή του άρθρου 95 παράγραφος 6 είχε αρχίσει να ισχύει στις 8 Δεκεμβρίου 2001, την επόμενη ημέρα από την παραλαβή της κοινοποίησης.

(16) Σε επιστολή της με ημερομηνία 23 Ιανουαρίου 2002 η Επιτροπή γνωστοποίησε στα υπόλοιπα κράτη μέλη το αίτημα της Σουηδίας. Η Επιτροπή δημοσίευσε επίσης ανακοίνωση σχετικά με το αίτημα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(13) ώστε τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν γνώση των εθνικών μέτρων τα οποία η Σουηδία επιθυμεί να διατηρήσει σε ισχύ.

III. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

1. ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ

(17) Το άρθρο 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ορίζει ότι, εάν, αφού το Συμβούλιο ή η Επιτροπή θεσπίσουν ένα μέτρο εναρμόνισης, ένα κράτος μέλος θεωρήσει αναγκαίο να διατηρήσει εθνικές διατάξεις που δικαιολογούνται από τις επιτακτικές ανάγκες που προβλέπονται στο άρθρο 30 ή διατάξεις σχετικές με την προστασία του περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας, τις κοινοποιεί στην Επιτροπή, καθώς και τους λόγους διατήρησής τους.

(18) Η κοινοποίηση που υπέβαλαν οι σουηδικές αρχές στις 7 Δεκεμβρίου 2001 επιδιώκει να επιτύχει την έγκριση διατήρησης εθνικών διατάξεων ασύμβατων με εκείνες οι οποίες αφορούν τη σύνθεση των λιπασμάτων ΕΚ που προβλέπονται στην οδηγία 76/116/ΕΚ.

(19) Όπως δηλώνεται παραπάνω, το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/EΟΚ εμποδίζει τα κράτη μέλη να περιορίζουν την κυκλοφορία των λιπασμάτων ΕΚ στην αγορά εξαιτίας της σύνθεσής τους αλλά οι κανόνες που διέπουν τη σύνθεση δεν ορίζουν καμία οριακή τιμή για την περιεκτικότητα σε κάδμιο. Αυτό σημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 76/116/EΟΚ, τα λιπάσματα ΕΚ που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της οδηγίας αυτής μπορούν να διατεθούν στην αγορά ανεξαρτήτως της περιεκτικότητάς τους σε κάδμιο.

(20) Βάσει των προαναφερομένων, είναι σαφές ότι οι εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Σουηδία, στο βαθμό που απαγορεύουν τη διάθεση στην αγορά φωσφορικών λιπασμάτων ΕΚ με περιεκτικότητα σε κάδμιο η οποία υπερβαίνει τα 100 g ανά τόνο φωσφόρου, είναι πιο περιοριστικές από εκείνες που περιλαμβάνονται στην οδηγία 76/116/EΟΚ.

(21) Οι εθνικές διατάξεις που κοινοποιήθηκαν από τις σουηδικές αρχές είχαν εκδοθεί το 1985, επομένως πριν από την προσχώρηση της Σουηδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως αναφέρεται παραπάνω, η πράξη προσχώρησης θεσπίζει μεταβατικές διατάξεις που επιτρέπουν στη Σουηδία να συνεχίσει να εφαρμόζει τις εθνικές της διατάξεις σχετικά με την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο στα προϊόντα που διέπονται από την οδηγία 76/116/ΕΟΚ για περίοδο τεσσάρων ετών. Με την οδηγία 98/97/EΚ επιτράπηκε στη Σουηδία να εξακολουθήσει να εφαρμόζει τις προαναφερόμενες διατάξεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2001.

(22) Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 95 παράγραφος 4, όπως ερμηνεύονται βάσει του άρθρου 2 και του άρθρου 168 της πράξης προσχώρησης, η Σουηδία κοινοποίησε στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων που εκδόθηκαν πριν από την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση τις οποίες επιθυμεί να διατηρήσει, συνοδεύοντας το αίτημά της με έκθεση στην οποία παρατίθενται οι λόγοι οι οποίοι κατά τη γνώμη της δικαιολογούν τη διατήρηση των εν λόγω διατάξεων.

(23) Η κοινοποίηση που υπέβαλε η Σουηδία στις 7 Δεκεμβρίου 2001 για να επιτύχει την έγκριση της διατήρησης των εθνικών διατάξεων κατά παρέκκλιση των διατάξεων της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ κρίνεται επομένως αποδεκτή δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4, όπως ερμηνεύεται βάσει των άρθρων 2 και 168 της πράξης προσχώρησης.

2. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ

(24) Σύμφωνα με το άρθρο 95 της συνθήκης, η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίσει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που παρέχουν τη δυνατότητα σε ένα κράτος μέλος να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες παρέκκλισης που προβλέπονται από το εν λόγω άρθρο.

(25) Ιδιαίτερα η Επιτροπή πρέπει να ελέγχει αν οι διατάξεις που κοινοποιούνται από το κράτος μέλος δικαιολογούνται από τις επιτακτικές ανάγκες που αναφέρονται στο άρθρο 30 ή ανάγκες που έχουν σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας.

(26) Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 6 της συνθήκης, στις περιπτώσεις που η Επιτροπή κρίνει δικαιολογημένες τις εθνικές διατάξεις οφείλει να εξακριβώσει εάν οι εν λόγω εθνικές διατάξεις αποτελούν ή όχι μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών και εάν συνιστούν ή όχι εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(27) Η Σουηδία στηρίζει το αίτημά της στην ανάγκη προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος. Το κάδμιο σε λιπάσματα θεωρείται ότι συνιστά απειλή για το περιβάλλον και για την υγεία του ανθρώπου. Για την υποστήριξη του αιτήματός της η Σουηδία αναφέρεται στα συμπεράσματα μιας σουηδικής μελέτης που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2000(14), η οποία περιλαμβάνει μια αξιολόγηση των περιβαλλοντικών κινδύνων που προκαλούν τα λιπάσματα που περιέχουν κάδμιο.

2.1. ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

2.1.1. Γενικές πληροφορίες για το κάδμιο

(28) Το κάδμιο είναι ένα βαρύ μέταλλο με φυσική παρουσία στο περιβάλλον αλλά οι περισσότερες εκπομπές αυτού του μετάλλου οφείλονται σε διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες (παραγωγή μη σιδηρούχων μετάλλων, καύση ορυκτών καυσίμων, διασπορά λιπασμάτων κ.λπ.).

(29) Σήμερα διεξάγεται μια γενική αξιολόγηση κινδύνων για το μεταλλικό κάδμιο και για το οξείδιο του καδμίου, βάσει του κανονισμού 793/93/EΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες(15) με εισηγητή το Βέλγιο. Η εν λόγω αξιολόγηση κινδύνων θα αφορά όλες τις σημαντικές χρήσεις και εκπομπές του καδμίου. Σήμερα μόνο ένα ημιτελές σχέδιο έκθεσης είναι διαθέσιμο για να συζητηθεί σε τεχνικό επίπεδο.

(30) Από τα επιστημονικά στοιχεία που είναι διαθέσιμα μέχρι σήμερα μπορεί να συναχθεί ότι το μεταλλικό κάδμιο και το οξείδιο του καδμίου γενικά μπορούν να θεωρηθούν ότι προκαλούν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία. Συγκεκριμένα, το οξείδιο του καδμίου έχει ταξινομηθεί ως ουσία καρκινογόνος-μεταλλαξιογόνος-τοξική για την αναπαραγωγή, κατηγορίας 2(16). Υπάρχει επίσης γενική συμφωνία ότι το κάδμιο στα λιπάσματα είναι με μεγάλη διαφορά η σημαντικότερη πηγή εισόδου του καδμίου στο έδαφος και στην τροφική αλυσίδα.

2.1.2. Το κάδμιο στα λιπάσματα

(31) Κάδμιο υπάρχει σε φυσική κατάσταση στα φωσφορικά ορυκτά πετρώματα τα οποία αξιοποιούνται χρησιμεύοντας ως πρώτη ύλη για την παρασκευή φωσφορικών ορυκτών λιπασμάτων. Στην τελική μορφή, τα λιπάσματα αυτά περιέχουν πάντα ορισμένη ποσότητα καδμίου, ανάλογα με την αρχική περιεκτικότητα των φωσφορικών πετρωμάτων.

(32) Το κάδμιο θεωρείται επιβλαβές τόσο για το περιβάλλον όσο και για την υγεία του ανθρώπου. Τα φωσφορικά λιπάσματα έχουν αναγνωριστεί ως σημαντική πηγή καδμίου στην αρόσιμη γη, όπου τείνει να συσσωρεύεται με τον καιρό. Οι καλλιέργειες έχουν την τάση να απορροφούν το κάδμιο από το έδαφος και η περιεκτικότητα των τροφίμων σε κάδμιο, που είναι η κύρια πηγή πρόσληψης καδμίου από τον άνθρωπο, αποτελεί πλέον αντικείμενο ανησυχίας για την υγεία του ανθρώπου. Όταν προσλαμβάνεται με την τροφή, το κάδμιο τείνει να συσσωρεύεται στα νεφρά και ενδέχεται να προκαλέσει νεφρική δυσλειτουργία σε ευάλωτες ομάδες.

(33) Οι περιβαλλοντικές ανησυχίες που προξενεί η παρουσία καδμίου στα λιπάσματα πρωτοεκφράστηκαν σε κοινοτικό επίπεδο κατά τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρηση της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Όπως αναφέρεται παραπάνω, σε αυτά τα τρία κράτη μέλη χορηγήθηκαν προσωρινές παρεκκλίσεις από την κοινοτική νομοθεσία για τα λιπάσματα ώστε να υπάρξει η δυνατότητα να αξιολογηθούν προσεκτικά οι κίνδυνοι από το κάδμιο στα λιπάσματα σε κοινοτικό επίπεδο.

(34) Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή συνέλεξε πρώτα όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση έκθεσης στο κάδμιο των λιπασμάτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Επειδή δεν υπήρχαν επαρκή δεδομένα σε όλα τα κράτη μέλη, η Επιτροπή ανέθεσε την εκπόνηση δύο μελετών για την επεξεργασία μιας μεθοδολογίας και διαδικασιών με σκοπό την αξιολόγηση των κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον από το κάδμιο στα λιπάσματα(17). Τα κράτη μέλη κλήθηκαν στη συνέχεια να διενεργήσουν αξιολογήσεις κινδύνων σε εθνικό επίπεδο χρησιμοποιώντας την προαναφερόμενη μεθοδολογία και διαδικασίες.

(35) Εννέα κράτη μέλη πραγματοποίησαν αξιολογήσεις κινδύνων για το κάδμιο στα λιπάσματα. Οι αξιολογήσεις κινδύνων διατίθενται στο κοινό από το Σεπτέμβριο του 2001 από τον ιστότοπο της Επιτροπής(18). Επιπλέον, έχει δημοσιευτεί μια ξεχωριστή μελέτη η οποία αναλύει αυτές τις αξιολογήσεις κινδύνων και έχουν προταθεί διάφορες επιλογές σε κοινοτική κλίμακα για τη διαχείριση των κινδύνων από την ύπαρξη καδμίου στα λιπάσματα(19).

(36) Οι προαναφερόμενες αξιολογήσεις κινδύνων υποβλήθηκαν στην ΕΕΤΟΠ (επιστημονική επιτροπή για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον) και τώρα αξιολογούνται. Συγκεκριμένα ζητήθηκε από την ΕΕΤΟΠ να υποδείξει ποια είναι η μέγιστη συγκέντρωση καδμίου σε λιπάσματα που μπορεί να γίνει ανεκτή ώστε να αποφευχθεί μια σημαντική αύξηση της περιεκτικότητας σε κάδμιο του καλλιεργούμενου εδάφους λόγω της χρήσης φωσφορικών λιπασμάτων.

(37) Χρειάστηκε μεγάλο σχετικά χρονικό διάστημα για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση κινδύνων. Επιπλέον, η ΕΕΤΟΠ χρειάζεται χρόνο για τη λεπτομερή αξιολόγηση του επιστημονικού υλικού. Για αυτό, δεν στάθηκε δυνατό να υποβληθεί πρόταση κανονισμού για την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2001.

2.1.3. Η αξιολόγηση κινδύνων που διενήργησε η Σουηδία

(38) Η αξιολόγηση κινδύνων που υπέβαλαν οι σουηδικές αρχές αποτελεί μέρος της προαναφερόμενης διαδικασίας συλλογής πληροφοριών με βάση κοινή μεθοδολογία και κοινές διαδικασίες. Το πλαίσιο που χρησιμοποίησε η Σουηδία για τη διενέργεια της αξιολόγησης κινδύνων περιλαμβάνει τρεις ενότητες:

2.1.3.1. Ενότητα της συσσώρευσης

(39) Σύμφωνα με την ενότητα αυτή, η καθαρή συσσώρευση καδμίου στο έδαφος και στο εδαφικό διάλυμα (ή ενδοπορικό νερό)(20) που είναι το αποτέλεσμα της χρήσης λιπάσματος υπολογίζεται διαχρονικά και σε σταθερή κατάσταση. Η ενότητα της συσσώρευσης λαμβάνει υπόψη μια σειρά τιμών, για παράδειγμα μέσες και ακραίες τιμές λίπανσης. Η σουηδική αξιολόγηση κινδύνων δείχνει ότι με αυτή την ενότητα έχουν εξεταστεί οι ακόλουθες παράμετροι:

- η σημερινή συγκέντρωση καδμίου,

- η είσοδος καδμίου στο γεωργικό έδαφος μέσω των ατμοσφαιρικών εναποθέσεων, της κοπριάς και της διασποράς λιπασμάτων,

- ο ρυθμός απορρόφησης καδμίου από τα φυτά,

- ο ρυθμός απόπλυσης του καδμίου από το αρόσιμο στρώμα ανάλογα με τη συγκέντρωση καδμίου στο ενδοπορικό νερό του εδάφους και στο ρεύμα του νερού,

- η συγκέντρωση καδμίου στο έδαφος και οι ρυθμοί απόπλυσης σε χρονικά διαστήματα μηδέν και εκατό ετών.

2.1.3.2. Ενότητα της έκθεσης

(40) Σύμφωνα με αυτή την ενότητα, η πρόσληψη καδμίου που βρίσκεται στο έδαφος από τα φυτά που καλλιεργούνται και η επακόλουθη πρόσληψη καδμίου από τον άνθρωπο υπολογίζεται χρησιμοποιώντας παραμέτρους έκθεσης που χαρακτηρίζουν τόσο την υπόθεση της μέσης έκθεσης όσο και της ακραίας έκθεσης. Η έκθεση του περιβάλλοντος στο κάδμιο χαρακτηρίζεται επίσης για ευάλωτα περιβάλλοντα και θεωρείται ότι είναι η προβλεπόμενη συγκέντρωση καδμίου σε ένα συγκεκριμένο περιβαλλοντικό σύστημα.

2.1.3.3. Ενότητα χαρακτηρισμού κινδύνων

(41) Η ενότητα αυτή επιτρέπει στη Σουηδία να εκτιμήσει τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των δυσμενών επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν λόγω της πραγματικής ή της προβλεπόμενης έκθεσης στο κάδμιο.

2.1.4. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κινδύνων

(42) Η εφαρμογή των ενοτήτων έδωσε τα ακόλουθα αποτελέσματα:

- όσον αφορά τα επιφανειακά ύδατα, η σουηδική αξιολόγηση κινδύνων αναφέρει ότι η τιμή PNEC(21) που επιλέχθηκε σημαίνει ότι στα περισσότερα ποτάμια της Νότιας Σουηδίας ορισμένοι ζώντες οργανισμοί έχουν ήδη προσβληθεί από το κάδμιο, δηλαδή οι λόγοι χαρακτηρισμού των κινδύνων(22) είναι πάνω από 1(23). Εάν επιτραπεί υψηλότερη περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο, αναμένεται να προκύψει αύξηση της έκθεσης και της ανησυχίας για τις επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον,

- όσον αφορά το έδαφος, η σουηδική έκθεση αξιολόγησης κινδύνων αναφέρει ότι εάν χρησιμοποιηθεί σουηδικό λίπασμα για εκατό χρόνια στα κοινά σουηδικά εδάφη (PNEC 0,25 mg/kg), δεν θα υπάρχει λόγος ανησυχίας για οικολογικές επιπτώσεις κατά την καλλιέργεια πατάτας ή σιταριού. Θα υπάρχει λόγος ανησυχίας για την καλλιέργεια καρότου αλλά αυτός ο λόγος υφίσταται και στο χρόνο μηδέν. Με τα λιπάσματα της ΕΕ θα υπάρχει λόγος ανησυχίας σε κάθε περίπτωση. Στα όξινα, αμμώδη εδάφη που είναι φτωχά σε άργιλο και οργανικές ύλες (PNEC 0,06 mg/kg) προβλέπεται κίνδυνος ακόμη και αν η περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο είναι μηδενική.

(43) Είναι σαφές ότι τα συμπεράσματα αυτά αναφέρονται στη συγκεκριμένη κατάσταση του σουηδικού εδάφους καθώς και στις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στη Σουηδία.

(44) Συμπερασματικά, η αξιολόγηση κινδύνων που διενήργησε η Σουηδία καταδεικνύει ότι εάν επιτραπεί η χρήση λιπασμάτων με υψηλότερη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε κάδμιο από ό,τι σήμερα, αυτό θα οδηγήσει:

- σε ουσιαστική αύξηση της συγκέντρωσης καδμίου στα εδάφη, που με τη σειρά της θα έχει σε τοξικές επιπιτώσεις για τους οργανισμούς του εδάφους. Θα μπορούσαν να εμφανιστούν επίσης απαράδεκτες συγκεντρώσεις στα ρέοντα ύδατα γεωργικών περιοχών,

- σημαντική αύξηση της πρόσληψης καδμίου με την τροφή. Το περιθώριο ασφαλείας ανάμεσα στη σημερινή έκθεση στο κάδμιο και στο επίπεδο της προσωρινής ανεκτής εβδομαδιαίας πρόσληψης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας είναι πάρα πολύ μικρό. Για ορισμένες ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως οι γυναίκες με χαμηλό απόθεμα σιδήρου στο σώμα, δεν υπάρχουν καθόλου περιθώρια ασφαλείας. Επομένως, η υψηλή πρόσληψη καδμίου με την τροφή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη λειτουργία των νεφρών και την αύξηση της οστεοπόρωσης σε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων.

2.1.5. Αξιολόγηση της θέσης της Σουηδίας

(45) Η αξιολόγηση κινδύνων που υπέβαλαν οι σουηδικές αρχές πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις διαδικασίες και τη μεθοδολογία που έχουν θεσπιστεί σε κοινοτικό επίπεδο και θεωρείται ότι εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο αξιοπιστίας των πληροφοριών που λαμβάνονται.

(46) Η Επιτροπή εξέτασε ήδη τις πληροφορίες που περιέχει η εν λόγω αξιολόγηση κινδύνων στο πλαίσιο της προπαρασκευαστικής εργασίας για την έγκριση πρότασης νέου κανονισμού για τα λιπάσματα(24). Την περίοδο εκείνη η Επιτροπή θεώρησε ότι οι διαθέσιμες πληροφορίες παρείχαν επαρκείς ενδείξεις σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου για το περιβάλλον και την υγεία του ανθρώπου, οι οποίες προέκυπταν από τη διασπορά λιπασμάτων που περιείχαν κάδμιο στο σουηδικό έδαφος. Για αυτό, η Επιτροπή πρότεινε στο άρθρο 33 της πρότασής της να παραταθεί η παρέκκλιση που έχει ήδη χορηγηθεί στην Αυστρία, στη Φινλανδία και στη Σουηδία από τη συνθήκη προσχώρησης. Επειδή ο προτεινόμενος κανονισμός δεν μπορούσε να εκδοθεί εγκαίρως, η Σουηδία υπέβαλε αίτηση για την έκδοση επιμέρους απόφασης βάσει του άρθρου 95 παράγραφος 6.

(47) Μετά την επανεξέταση των επιστημονικών στοιχείων βάσει του σουηδικού αιτήματος, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι σουηδικές αρχές κατέδειξαν πως τα λιπάσματα που περιέχουν κάδμιο προκαλούν κινδύνους για το περιβάλλον και την υγεία του ανθρώπου και ότι οι εθνικές διατάξεις που κοινοποιήθηκαν από τις σουηδικές αρχές με σκοπό τη μείωση στο ελάχιστο της έκθεσης του σουηδικού περιβάλλοντος σε λιπάσματα που περιέχουν κάδμιο είναι αιτιολογημένες.

2.2. ΑΠΟΥΣΙΑ ΑΥΘΑΙΡΕΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

(48) Το άρθρο 95 παράγραφος 6 υποχρεώνει την Επιτροπή να ελέγχει μήπως τα προβλεπόμενα μέτρα αποτελούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, απουσία διακρίσεων σημαίνει ότι οι εθνικοί περιορισμοί στο εμπόριο δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις εις βάρος αγαθών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη.

(49) Οι προβλεπόμενες εθνικές διατάξεις είναι γενικές και εφαρμόζονται τόσο στα εγχώρια όσο και στα εισαγόμενα φωσφορικά λιπάσματα ΕΚ. Επομένως, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσον επιβολής αυθαίρετων διακρίσεων μεταξύ οικονομικών παραγόντων στην Κοινότητα.

2.3. ΑΠΟΥΣΙΑ ΣΥΓΚΕΚΑΛΥΜΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

(50) Κάθε αυστηρότερο εθνικό μέτρο σχετικά με τη σύνθεση των λιπασμάτων ΕΚ που αποκλίνει από τις διατάξεις μιας κοινοτικής οδηγίας συνιστά κανονικά εμπόδιο στο εμπόριο. Προϊόντα που μπορούν να διατεθούν νόμιμα στην αγορά στην υπόλοιπη Κοινότητα δεν μπορούν να διατεθούν στην αγορά του υπόψη κράτους μέλους. Το σκεπτικό των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 95 είναι να μην επιτρέπεται η εφαρμογή των προβλεπόμενων περιορισμών που βασίζονται στα κριτήρια των παραγράφων 4 και 5 για απρόσφορους λόγους, οι οποίοι στην πραγματικότητα συνιστούν οικονομικά μέτρα που θεσπίζονται για την παρεμπόδιση της εισαγωγής προϊόντων από άλλα κράτη μέλη για να προστατευθεί εμμέσως η εθνική παραγωγή.

(51) Όπως διαπιστώθηκε παραπάνω υπάρχει πράγματι ανησυχία όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου λόγω της απόθεσης λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο στο έδαφος. Συνεπώς, πραγματικός στόχος της διατήρησης των εθνικών διατάξεων φαίνεται να είναι η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου και όχι η δημιουργία συγκεκαλυμμένων εμποδίων στο εμπόριο.

2.4. ΑΠΟΥΣΙΑ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

(52) H προϋπόθεση αυτή δεν μπορεί να ερμηνευτεί κατά τρόπο που να παρεμποδίζει την έγκριση οποιουδήποτε εθνικού μέτρου που είναι πιθανόν να επηρεάσει την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς. Στην πράξη, κάθε εθνικό μέτρο που αποκλίνει από ένα μέτρο εναρμόνισης που στοχεύει στην εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς συνιστά κατ' ουσία μέτρο που είναι πιθανόν να επηρεάσει την εσωτερική αγορά. Κατά συνέπεια, για τη διατήρηση του επωφελούς χαρακτήρα της διαδικασίας παρέκκλισης που προβλέπεται από το άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή θεωρεί ότι, στο πλαίσιο του άρθρου 95 παράγραφος 6, η έννοια του εμποδίου στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως ένα δυσανάλογο αποτέλεσμα σε σχέση με τον επιδιωκόμενο στόχο.

(53) Λόγω των κινδύνων που υπάρχουν τόσο για το περιβάλλον όσο και για την υγεία του ανθρώπου, εξαιτίας της απόθεσης λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο στο σουηδικό έδαφος, και λαμβάνοντας υπόψη ότι:

- όπως αναφέρεται παραπάνω, η πράξη προσχώρησης και η οδηγία 98/97/EΚ επέτρεψαν στη Σουηδία να εξακολουθήσει να εφαρμόζει τις εθνικές της διατάξεις σχετικά με την περιεκτικότητα των λιπασμάτων σε κάδμιο εν αναμονή της ολοκλήρωσης της αναθεώρησης της οδηγίας 76/116/EΚ όσον αφορά το ζήτημα της περιεκτικότητας των λιπασμάτων σε κάδμιο και

- η γνώμη της ΕΕΤΟΠ δεν ήταν διαθέσιμη εγκαίρως ώστε να συνεκτιμηθεί κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης, παρέχοντας μια επαρκή επιστημονική βάση στην Επιτροπή προκειμένου αυτή να προτείνει μια προσέγγιση των κοινοτικών οριακών τιμών περιεκτικότητας των λιπασμάτων σε κάδμιο ή να αποφασίσει εάν θα έπρεπε να επιβληθεί ένα λιγότερο περιοριστικό μέτρο,

η Επιτροπή θεωρεί ότι, σε αυτό το στάδιο της αναθεώρησης, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι εθνικές διατάξεις θα αποτελέσουν δυσανάλογο εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους.

2.5. ΧΡΟΝΙΚΟΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ

(54) Η Σουηδία ζήτησε από την Επιτροπή να αποφασίσει βάσει του άρθρου 95 παράγραφος 6 της συνθήκης πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2001. Εφόσον η Επιτροπή εγκρίνει το αίτημα για τη χορήγηση παρέκκλισης, η Σουηδία ζητά να αρχίσει να ισχύει η απόφαση από την 1η Ιανουαρίου 2002.

(55) Κατ' αρχάς, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, δεδομένου του διαδικαστικού πλαισίου που ορίζει το άρθρο 95 της συνθήκης και ιδίως της εξάμηνης προθεσμίας για την έκδοση απόφασης, εναπόκειται στα κράτη μέλη να υποβάλουν εγκαίρως την κοινοποίηση στην Επιτροπή ώστε αυτή να είναι σε θέση να εκδώσει απόφαση σχετικά με την κοινοποίηση πριν γίνει εκτελεστό το σχετικό κοινοτικό μέτρο εναρμόνισης(25).

(56) Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου, που είναι μια γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου, δεν επιτρέπει τις περισσότερες φορές την αναδρομική εφαρμογή κοινοτικών νομοθετικών μέτρων, εκτός εάν ο επιδιωκόμενος στόχος το απαιτεί και τότε μόνο υπό τον όρο ότι γίνονται σεβαστές οι έννομες προσδοκίες των ενδιαφερόμενων μερών(26).

(57) Βάσει των προαναφερομένων, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι στην προκείμενη περίπτωση συντρέχουν οι όροι για να ισχύσει αναδρομικά η απόφαση για την έγκριση των εθνικών διατάξεων. Πράγματι, μολονότι υπάρχει η ανάγκη προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από τους κινδύνους που προκαλεί η παρουσία του καδμίου στα λιπάσματα, η αναδρομική εφαρμογή των αυστηρότερων εθνικών μέτρων θα ισοδυναμούσε στην πραγματικότητα με υπονόμευση των έννομων προσδοκιών εκείνων των οικονομικών φορέων που ενήργησαν με την πεποίθηση ότι οι κανόνες που ίσχυαν πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2001 ήταν οι πιο φιλελεύθεροι που προέκυπταν από την οδηγία 76/116/EΟΚ.

(58) Η χρονική περίοδος για την οποία χορηγείται η παρέκκλιση πρέπει να είναι επαρκής ώστε να επιτρέπει στη μεν Επιτροπή να προτείνει στο δε Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εκδώσουν νομοθετική πράξη σχετικά με τη χρήση καδμίου στα λιπάσματα σε κοινοτικό επίπεδο. Εκτιμάται ότι η εν λόγω νομοθετική πράξη είναι δυνατόν να τεθεί σε ισχύ το 2005. Επομένως, η παρέκκλιση για τη Σουηδία θα πρέπει να λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2005.

IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(59) Βάσει των προαναφερομένων, συνάγεται ότι το αίτημα της Σουηδίας για διατήρηση εθνικών διατάξεων οι οποίες είναι πιο περιοριστικές από τις διατάξεις της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ όσον αφορά την περιεκτικότητα καδμίου στα λιπάσματα, το οποίο υποβλήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2001, μπορεί να γίνει δεκτό.

Επιπλέον, η Επιτροπή κρίνει ότι οι εθνικές διατάξεις:

- δικαιολογούνται από τις ανάγκες προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου,

- είναι ανάλογες των επιδιωκόμενων στόχων,

- δεν συνιστούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων και

- δεν συνιστούν συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών.

Ως εκ τούτου η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορούν να εγκριθούν,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Κατά παρέκκλιση της οδηγίας 76/116/ΕΟΚ, οι σουηδικές διατάξεις που απαγορεύουν τη διάθεση στη σουηδική αγορά φωσφορικών ορυκτών λιπασμάτων με περιεκτικότητα σε κάδμιο η οποία υπερβαίνει τα 50 γραμμάρια κάδμιο ανά τόνο φωσφόρου εγκρίνονται.

Η παρέκκλιση ισχύει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Σουηδίας.

Βρυξέλλες, 24 Μαΐου 2002.

Για την Επιτροπή

Erkki Liikanen

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 24 της 30.1.1976, σ. 21.

(2) ΕΕ L 18 της 23.1.1999, σ. 60.

(3) Ο όρος "λιπάσματα ΕΟΚ" που προβλέπει η οδηγία 76/116/ΕΟΚ αντικαταστάθηκε από τον όρο "λιπάσματα ΕΚ" με την έκδοση της οδηγίας 97/63/ΕΚ (ΕΕ L 335 της 6.12.1997, σ. 15).

(4) ΕΕ L 83 της 29.3.1988, σ. 33.

(5) ΕΕ L 111 της 22.4.1989, σ. 34.

(6) ΕΕ L 281 της 30.9.1989, σ. 116.

(7) ΕΕ L 185 της 28.7.1993, σ. 30.

(8) ΕΕ L 140 της 13.6.1996, σ. 30.

(9) ΕΕ L 18 της 23.1.1998, σ. 25.

(10) ΕΕ C 241 της 29.8.1994, σ. 41 και 316.

(11) ΕΕ L 18 της 23.1.1999, σ. 60.

(12) Συλλογή της σουηδικής νομοθεσίας (SFS Svensk Forfattningssamling) της 14ης Ιουλίου 1998.

(13) ΕΕ C 23 της 25.1.2002, σ. 6.

(14) Σουηδική εθνική επιθεώρηση χημικών, "Αξιολόγηση των κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον στη Σουηδία από το κάδμιο στα λιπάσματα", 4 Οκτωβρίου 2000.

(15) ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1.

(16) Βλέπε το παράρτημα I της οδηγίας 67/548/EΟΚ και το παράρτημα I της οδηγίας 76/769/EΟΚ, όπως τροποποιήθηκε.

(17) ΔΠΠ, "Μελέτη σχετικά με τις απαιτήσεις για δεδομένα και με το πρόγραμμα παραγωγής και συλλογής δεδομένων με σκοπό την υποστήριξη μιας μελλοντικής αξιολόγησης των κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον από το κάδμιο στα λιπάσματα", Μάρτιος 1999, και "Μελέτη για τη θέσπιση ενός προγράμματος αναλυτικών διαδικασιών για την αξιολόγηση των κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον από το κάδμιο στα λιπάσματα", Φεβρουάριος 2000. Η ΔΠΠ (Διαχείριση περιβαλλοντικών πόρων) είναι το γραφείο συμβούλων που έχει αναπτύξει τη μεθοδολογία για την αξιολόγηση των κινδύνων.

(18) http://europa.eu.int/comm/enterprise/chemicals/fertilizers/riskassest/reports.htm

(19) ΔΠΠ, "Ανάλυση και συμπεράσματα από την αξιολόγηση των κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον λόγω της ύπαρξης καδμίου στα λιπάσματα, η οποία πραγματοποιήθηκε από κράτη μέλη", Οκτώβριος 2001.

(20) Ενδοπορικό νερό είναι το νερό εκείνο που περιέχει το έδαφος και συγκρατείται λόγω της τριχοειδούς ιδιότητας μεταξύ των στερεών σωματιδίων του εδάφους.

(21) PNEC: προβλεπόμενη συγκέντρωση χωρίς επιπτώσεις.

(22) Οι λόγοι αυτοί είναι λόγοι PEC/PNEC όπου PEC είναι η προβλεπόμενη περιβαλλοντική συγκέντρωση.

(23) Όταν ο λόγος PEC/PNEC είναι μεγαλύτερος από 1, αυτό δηλώνει ότι θα υπάρξουν δυσμενείς επιπτώσεις.

(24) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα λιπάσματα - [COM(2001) 508 τελικό της 14.9.2001].

(25) Σε σχέση με αυτό επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην αιτιολογική σκέψη 35 της απόφασης που εξέδωσε την 1η Ιουνίου 1999 στην υπόθεση C-319/97 δηλώνει ότι "όσον αφορά τα κράτη μέλη, σ' αυτά εναπόκειται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 της συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 10 ΕΚ) να κοινοποιούν το νωρίτερο δυνατό τις εθνικές διατάξεις που δεν συμβιβάζονται με μέτρο εναρμονίσεως, τις οποίες προτίθενται να συνεχίσουν να εφαρμόζουν".

(26) Απόφαση του Δικαστηρίου της 25ης Ιανουαρίου 1979 που εκδόθηκε για την υπόθεση C-98/78 Racke Συλλογή 1979, σ. 69, αιτιολογική σκέψη 20. Βλέπε επίσης τις αποφάσεις που εκδόθηκαν στις ακόλουθες υποθέσεις: C-110/97 Κάτω Χώρες κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2001, σ. 000, αιτιολογική σκέψη 151· C-99/78 Decker Συλλογή 1979 σ. 101, αιτιολογική σκέψη 8· C-258/80 Rummy κατά Επιτροπής Συλλογή 1982 σ. 487, αιτιολογική σκέψη 11 και C-337/88 SAFA Συλλογή 1990, σ. I-1, αιτιολογική σκέψη 13.