31999L0033

Οδηγία 1999/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά στην επισήμανση ορισμένων επικινδύνων ουσιών στην Αυστρία και τη Σουηδία

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 199 της 30/07/1999 σ. 0057 - 0058


ΟΔΗΓΙΑ 1999/33/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 10ης Μαΐου 1999

για την τροποποίηση της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά στην επισήμανση ορισμένων επικινδύνων ουσιών στην Αυστρία και τη Σουηδία

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι το άρθρο 30 της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών(4) προβλέπει ότι τα κράτη μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να απαγορεύουν, να περιορίζουν ή να εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ουσιών που συμμορφώνονται προς την οδηγία αυτή·

(2) ότι το άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ επιβάλλει την αναγραφή σε κάθε συσκευασία συμβόλων κινδύνου, που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ· ότι η ανωτέρω οδηγία, στο άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο ε), απαιτεί την αναγραφή σε κάθε συσκευασία ειδικών οδηγιών (φράσεων S) σχετικά με την ασφαλή χρήση της ουσίας, και ότι η διατύπωση των συγκεκριμένων φράσεων S καθορίζεται στο παράρτημα IV της εν λόγω οδηγίας·

(3) ότι το άρθρο 69 και το παράρτημα VIII της πράξης προσχώρησης του 1994 προβλέπουν ότι το άρθρο 30 της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 23 παράγραφος 2, δεν θα ισχύσει για την Αυστρία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999 στο μέτρο που η Αυστρία μπορεί να ζητήσει τη χρήση ετικετών με συμπληρωματικά σύμβολα τα οποία δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ και ετικετών με συμπληρωματικές φράσεις S οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα IV της εν λόγω οδηγίας όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση ατυχήματος, και ότι οι διατάξεις αυτές θα αναθεωρηθούν σύμφωνα με τις κοινοτικές διαδικασίες πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1998·

(4) ότι το άρθρο 23 παράγραφος 2, στοιχείο δ) της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ επιβάλλει την αναγραφή σε κάθε συσκευασία ειδικών φράσεων (φράσεις R) που να διευκρινίζουν τους συγκεκριμένους κινδύνους οι οποίοι απορρέουν από τη χρήση της εκάστοτε ουσίας και ότι η διατύπωση των εν λόγω φράσεων R καθορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ της ανωτέρω οδηγίας·

(5) ότι το άρθρο 112 και το παράρτημα ΧΙΙ της πράξης προσχώρησης του 1994 προβλέπουν ότι το άρθρο 30 της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο δ) δεν θα ισχύει για τη Σουηδία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999, στο μέτρο που η Σουηδία μπορεί να απαιτήσει τη χρήση των συμπληρωματικών φράσεων R "R-322" και "R-340", που δεν αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας, και ότι οι διατάξεις αυτές θα αναθεωρηθούν σύμφωνα με τις κοινοτικές διαδικασίες πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1998·

(6) ότι η οδηγία 1999/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 1999, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονίστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την ταξινόμηση, τη συσκευασία και την επισήμανση των επικινδύνων παρασκευασμάτων(5) προβλέπει ορισμένους ειδικούς όρους για την εφαρμογή της οδηγίας όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα πρόσθετα σύμβολα, τις φράσεις R και S για την Αυστρία και τη Σουηδία, προκειμένου να ληφθεί υπόψη το επίπεδο των προτύπων τους σχετικά με την προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος· ότι αυτοί οι ειδικοί όροι θα ισχύσουν αποκλειστικά και μόνο για τη διετή περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1999 έως 31 Δεκεμβρίου 2000 και ότι κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου θα πρέπει να επιδιωχθεί η ευθυγράμμιση των όρων υπό τους οποίους διατίθενται στην αγορά επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα·

(7) ότι προβλέπεται η επίτευξη επιστημονικής και τεχνικής προόδου στο πλαίσιο των διεθνών διαπραγματεύσεων για την εναρμόνιση της ταξινόμησης των επικινδύνων ουσιών όσον αφορά στη φράση "R-322" και ότι, υπό το φως των υπό εξέλιξη διεθνών διαπραγματεύσεων σχετικά με την επισήμανση των επικινδύνων ουσιών και λαμβάνοντας υπόψη την έρευνα περί επισήμανσης την οποία εγκαινίασε η Επιτροπή, οι εμπειρογνώμονες των κρατών μελών συμφώνησαν να θεωρήσουν ως θέμα σημαντικής προτεραιότητας την εις βάθος αναθεώρηση της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας όσον αφορά την φράση "R-340".

(8) ότι η κοινοτική νομοθεσία θα πρέπει να αναθεωρηθεί, λαμβάνοντας υπόψη την έκβαση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη διεθνή εναρμόνιση της ταξινόμησης και της επισήμανσης των επικινδύνων ουσιών, και ότι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων αυτών αναμένεται να οδηγήσει στην προσέγγιση των αντιστοίχων προτύπων σε ολόκληρη την Κοινότητα·

(9) ότι το ψήφισμα του Συμβουλίου και των εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, οι οποίοι συνήλθαν στα πλαίσια του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 1990, με θέμα τη βελτίωση της πρόληψης και της αντιμετώπισης των οξείων δηλητηριάσεων στους ανθρώπους(6) ζητεί την εναρμόνιση των διαδικασιών συλλογής κλινικών τοξικολογικών δεδομένων για όλα τα κέντρα πρόληψης δηλητηριάσεων στην Κοινότητα, προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη πολιτικής για την πρόληψη των τοξικών κινδύνων, και ότι, προς τούτο, κρίνεται σκόπιμο οι αντίστοιχες αρμόδιες αρχές, σε συνεργασία με την Επιτροπή, να συγκροτήσουν μεταξύ των κέντρων πρόληψης δηλητηριάσεων ή, όπου κρίνεται απαραίτητο, μεταξύ άλλων αρμόδιων υπηρεσιών, κοινοτικό σύστημα ενημέρωσης και συνεργασίας σχετικά με τη διαθεσιμότητα αντιδότων·

(10) ότι ένα σύμβολο που επισημαίνει ότι τα κατάλοιπα ορισμένων επικινδύνων ουσιών θα πρέπει να συλλέγονται χωριστά από τα υπόλοιπα απόβλητα, θα μπορούσε να περιορίσει τις πιθανότητες ελευθέρωσης επικινδύνων ουσιών στο περιβάλλον, βελτιώνοντας τη χρήση ειδικών συστημάτων συλλογής αποβλήτων εκ μέρους του κοινού· ότι, λόγω της έλλειψης ορισμένων στοιχείων, απαιτείται ακόμη κάποιος χρόνος για την εξέταση της αναγκαιότητας του συμβόλου αυτού στην Κοινότητα·

(11) ότι η αναθεώρηση της κοινοτικής νομοθεσίας περί επικινδύνων ουσιών όσον αφορά στις διατάξεις της πράξης προσχώρησης του 1994 σχετικά με την Αυστρία και τη Σουηδία δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998·

(12) ότι οι διατάξεις που καλύπτει η παρούσα οδηγία θα εξακολουθήσουν να αναθεωρούνται κατά την περίοδο που έχει προβλεφθεί για τις εξαιρέσεις, σύμφωνα με τις κοινοτικές διαδικασίες· ότι, ωστόσο, με την επιφύλαξη των αποτελεσμάτων της εν λόγω αναθεώρησης, στο τέλος της περιόδου αυτής, το κοινοτικό κεκτημένο θα ισχύει για την Αυστρία και τη Σουηδία υπό τις ίδιες προϋποθέσεις όπως και για τα υπόλοιπα κράτη μέλη·

(13) ότι η κοινοτική νομοθεσία μπορεί να προβλέπει παρεκκλίσεις για ορισμένες χρονικές περιόδους υπέρ συγκεκριμένων κρατών μελών λόγω της ιδιαιτερότητας της κατάστασής τους,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 23 της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: "5. Η Αυστρία μπορεί, από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2000, να απαιτήσει τη χρήση:

- του επιπρόσθετου συμβόλου 'διαγραμμένος κάδος απορριμμάτων' σχετικά με τη διάθεση αποβλήτων, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ και

- της πρόσθετης φράσης S 'Υπάρχει αντίδοτο, το ιατρικό προσωπικό να επικοινωνήσει με το κέντρο πρόληψης δηλητηριάσεων', σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση ατυχήματος, η οποία δεν αναφέρεται στο παράρτημα IV.

6. Η Σουηδία μπορεί, από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2000, να απαιτήσει τη χρήση των ακόλουθων επιπρόσθετων φράσεων R που δεν αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ:

1. 'R-322' για, ουσίες οι οποίες εμφανίζουν οξείες τοξικές επιπτώσεις και δεν καλύπτονται από τα κριτήρια ταξινόμησης του παραρτήματος VI (σουηδική κατηγορία 'μετρίως επικινδύνων'), και

2. 'R 340' για ουσίες που ταξινομούνται ως καρκινογόνες κατηγορίας 3, αντί της φράσης R 40."

Άρθρο 2

Η Δημοκρατία της Αυστρίας και το Βασίλειο της Σουηδίας θεσπίζουν και δημοσιεύουν, ως τις 30 Ιουλίου 2000 το αργότερο, τις αναγκαίες διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από ανάλογη αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 10 Μαΐου 1999.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. M. GIL-ROBLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

H. EICHER

(1) ΕΕ C 374 της 3.12.1998, σ. 15.

(2) ΕΕ C 40 της 15.2.1999, σ. 43.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1998 (ΕΕ C 98 της 9.4.1999, σ. 151). Κοινή θέση του Συμβουλίου της 8ης Φεβρουαρίου 1999 (ΕΕ C 58 της 1.3.1999, σ. 26) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 1999 (ΕΕ C 175 της 21.6.1999). Απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1999.

(4) ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1. οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/98/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 355 της 30.12.1998, σ. 1).

(5) ΕΕ L 200 της 30.7.1999, σ. 1.

(6) ΕΕ C 329 της 31.12.1990, σ. 6.