31999D0352

1999/352/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ: Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 1999, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό SEC(1999) 802]

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 136 της 31/05/1999 σ. 0020 - 0022


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 28ης Απριλίου 1999

για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό SEC(1999) 802]

(1999/352/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 162,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, και ιδίως το άρθρο 16,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 131,

Εκτιμώντας:

(1) ότι τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη αποδίδουν μεγάλη σημασία στην προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων και στην καταπολέμηση της απάτης και οποιασδήποτε άλλης παράνομης δραστηριότητας που είναι επιζήμια για τα κοινοτικά συμφέροντα· ότι η σημασία αυτής της δράσης επιβεβαιώνεται από το άρθρο 209 Α της συνθήκης ΕΚ, από το άρθρο 78 θ της συνθήκης ΕΚΑΧ και από το άρθρο 183 Α της συνθήκης Ευρατόμ καθώς και από το άρθρο 280 της συνθήκης ΕΚ όπως προκύπτει από τη συνθήκη του Άμστερνταμ·

(2) ότι είναι αναγκαίο να τεθούν σε εφαρμογή όλα τα διαθέσιμα μέσα για την υλοποίηση αυτών των στόχων, ιδίως από την άποψη της ερευνητικής αποστολής που έχει ανατεθεί στο κοινοτικό επίπεδο, και παράλληλα να διατηρηθεί η ισχύουσα κατανομή και ισορροπία των ευθυνών μεταξύ του εθνικού και κοινοτικού επιπέδου·

(3) ότι τα καθήκοντα της πραγματοποίησης διοικητικών ερευνών με στόχο την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων είχαν ανατεθεί μέχρι σήμερα στην Task Force "Συντονισμός για την καταπολέμηση της απάτης" η οποία διαδέχθηκε τη μονάδα συντονισμού για την καταπολέμηση της απάτης (UCLAF)·

(4) ότι για να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της απάτης και των λοιπών παρανόμων δραστηριοτήτων που είναι επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων, πρέπει να ιδρυθεί Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης εφεξής καλούμενη "Υπηρεσία", η οποία πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά της που αφορούν τις έρευνες με πλήρη ανεξαρτησία·

(5) ότι η ανεξαρτησία του διευθυντή της Υπηρεσίας και ο ρόλος της επιτροπής εποπτείας όπως προκύπτουν από την παρούσα απόφαση και των κανονισμών (ΕΚ) και (Ευρατόμ) σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης, αποβλέπουν στην εξασφάλιση της ορθής εκτέλεσης των ερευνητικών καθηκόντων της Υπηρεσίας χωρίς να έρχονται σε σύγκρουση με τα υπόλοιπα καθήκοντα της Υπηρεσίας, όπως εκείνα που απορρέουν από τις εξουσίες της Επιτροπής ιδίως στο νομοθετικό τομέα·

(6) ότι η ευθύνη της Υπηρεσίας πρέπει να καλύπτει, πέραν της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων, το σύνολο των δραστηριοτήτων που συνδέονται με τη διαφύλαξη των κοινοτικών συμφερόντων έναντι παράτυπων συμπεριφορών που μπορούν να οδηγήσουν σε διοικητικές ή ποινικές διώξεις·

(7) ότι στον προσδιορισμό των καθηκόντων της Υπηρεσίας θα πρέπει να περιληφθούν όλα τα καθήκοντα που ασκούνταν μέχρι σήμερα από την Task Force "Συντονισμός για την καταπολέμηση της απάτης", ιδίως εκείνα που αφορούν την προετοιμασία των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων στους τομείς δραστηριότητας της εν λόγω Υπηρεσίας, ακόμα και όταν πρόκειται για όργανα που υπάγονται στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ίδρυση της Υπηρεσίας

Ιδρύεται η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης, καλούμενη στο εξής "Υπηρεσία". Η Υπηρεσία την Task Force "Συντονισμός για την καταπολέμηση της απάτης" και αναλαμβάνει όλες τις αρμοδιότητες.

Άρθρο 2

Καθήκοντα της Υπηρεσίας

1. Η Υπηρεσία ασκεί τις αρμοδιότητες της Επιτροπής σε θέματα εξωτερικών διοικητικών ερευνών προκειμένου να ενισχύσει την καταπολέμηση της απάτης, της δωροδοκίας και οποιαδήποτε άλλης παράνομης δραστηριότητας που είναι επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων καθώς και την καταπολέμηση της απάτης που αφορά κάθε άλλο περιστατικό ή δραστηριότητα φορέων που συνιστούν παραβίαση των κοινοτικών διατάξεων.

Η Υπηρεσία είναι επιφορτισμένη με τη διεξαγωγή εσωτερικών διοικητικών ερευνών που αποσκοπούν:

α) στην καταπολέμηση της απάτης, της δωροδικίας και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που είναι επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων·

β) στον εντοπισμό των σοβαρών περιπτώσεων που συνδέονται με την άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων που συνιστούν ενδεχομένως παράλειψη των υποχρεώσεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού των Κοινοτήτων, η οποία μπορεί να επισύρει πειθαρχική και, ενδεχομένως, ποινική δίωξη ή παράλειψη των αναλόγων υποχρεώσεων των μελών των θεσμικών οργάνων και οργάνων, των διευθυντικών στελεχών των οργανισμών ή των μελών του προσωπικού των θεσμικών οργάνων, οργάνων και οργανισμών που δεν υπόκεινται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης που εφαρμόζεται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Υπηρεσία ασκεί τις σχετικές αρμοδιότητες της Επιτροπής, όπως αυτές έχουν καθοριστεί από τις διατάξεις που έχουν θεσπιστεί εντός του πλαισίου, των ορίων και των όρων που έχουν καθοριστεί από τις συνθήκες.

Η Επιτροπή ή τα λοιπά θεσμικά ή άλλα όργανα ή οργανισμοί μπορούν να αναθέσουν στην Υπηρεσία ερευνητικές αποστολές σε άλλους τομείς.

2. Η Υπηρεσία είναι επιφορτισμένη να παράσχει τη συνδρομή της Επιτροπής στην συνεργασία με τα κράτη μέλη στον τομέα της καταπολέμησης της απάτης.

3. Η Υπηρεσία αναλαμβάνει δραστηριότητες σχεδιασμού στον τομέα της καταπολέμησης της απάτης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4. Η Υπηρεσία αναλαμβάνει την προετοιμασία των νομοθετικών και κανονιστικών πρωτοβουλιών της Επιτροπής για την επίτευξη των στόχων της καταπολέμησης της απάτης όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1.

5. Η Υπηρεσία αναλαμβάνει κάθε άλλη επιχειρησιακή δραστηριότητα της Επιτροπής σε θέματα καταπολέμησης της απάτης όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 και συγκεκριμένα:

α) την ανάπτυξη των αναγκαίων υποδομών·

β) τη συλλογή και την εκμετάλλευση των πληροφοριών·

γ) την παροχή της τεχνικής συνδρομής της, ιδίως σε θέματα κατάρτισης, στα λοιπά θεσμικά ή άλλα όργανα και οργανισμούς και στις αρμόδιες εθνικές αρχές.

6. Η Υπηρεσία έχει άμεση επαφή με τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές.

7. Η Υπηρεσία εκπροσωπεί την Επιτροπή, σε επίπεδο υπηρεσιών, στα σχετικά fora, για τους τομείς που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 3

Ανεξαρτησία στα καθήκοντα ερευνών

Η Υπηρεσία ασκεί τις αρμοδιότητες σε θέματα ερευνών που αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφος 1 με πλήρη ανεξαρτησία. Κατά την άσκηση των εν λόγω αρμοδιοτήτων, ο διευθυντής της Υπηρεσίας δε ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από την Επιτροπή, από καμία κυβέρνηση, ούτε από άλλο θεσμικό όργανο, όργανο ή οργανισμό.

Άρθρο 4

Επιτροπή εποπτείας

Θεσπίζεται επιτροπή εποπτείας, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες της οποίας καθορίζονται από τον κοινοτικό νομοθέτη. Η εν λόγω επιτροπή ασκεί τακτικό έλεγχο επί της άσκησης των ερευνητικών καθηκόντων από την Υπηρεσία.

Άρθρο 5

Διευθυντής

1. Η Υπηρεσία τίθεται υπό τη διεύθυνση διευθυντή ο οποίος διορίζεται από την Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, για περίοδο πέντε ετών η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Προκειμένου να διορίσει το διευθυντή, η Επιτροπή καταρτίζει, μετά από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής εποπτείας, κατάλογο πολλών υποψηφίων που διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα, μετά από πρόσκληση υποβολής υποψηφιοτήτων που δημοσιεύεται ενδεχομένως, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των ερευνών.

2. Η Επιτροπή ασκεί έναντι του διευθυντή τις εξουσίες που έχουν ανατεθεί στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται δυνάμει των άρθρων 87, 88 και 90 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο αιτιολογημένης απόφασης της Επιτροπής, μετά από διαβούλευση της επιτροπής εποπτείας, η οποία κοινοποιείται προς ενημέρωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 6

Λειτουργία της Υπηρεσίας

1. Ο διευθυντής ασκεί, έναντι του προσωπικού της Υπηρεσίας, τις εξουσίες που ανατίθενται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων προσλήψεως αρχή. Ο διευθυντής δύναται να μεταβιβάσει τις εξουσίες του. Σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και με το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, ο διευθυντής καθορίζει τους όρους και τις διαδικασίες των προσλήψεων, ιδίως όσον αφορά τη διάρκεια των συμβάσεων και την ανανέωσή τους.

2. Ο διευθυντής κοινοποιεί εγκαίρως, μετά από διαβούλευση με την επιτροπή εποπτείας, στο Γενικό Διευθυντή Προϋπολογισμού προσχέδιο προϋπολογισμού που προορίζεται να εγγραφεί σε ειδική γραμμή του ετήσιου γενικού προϋπολογισμού που αφορά την Υπηρεσία.

3. Ο διευθυντής είναι ο διατάκτης για την εκτέλεση της ειδικής γραμμής του μέρους Α του προϋπολογισμού που αφορά την Υπηρεσία και των ειδικών γραμμών για την καταπολέμηση της απάτης του μέρους Β. Ο διευθυντής δύναται να μεταβιβάσει τις εξουσίες του.

4. Οι αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με την εσωτερική της οργάνωση εφαρμόζονται στην Υπηρεσία στο μέτρο που είναι συμβατές με τις διατάξεις που έχουν εκδοθεί από τον κοινοτικό νομοθέτη όσον αφορά την Υπηρεσία, με την παρούσα απόφαση και με τις λεπτομέρειες εφαρμογής της.

Άρθρο 7

Εφαρμογή

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης. Μέχρι την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται του διορισμού του διευθυντή της Υπηρεσίας, οι τρέχουσες υποθέσεις της Υπηρεσίας διεκπεραιώνονται από το διευθυντή της Task Force "Συντονισμός για την καταπολέμηση της απάτης".

Βρυξέλλες, 28 Απριλίου 1999.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jacques SANTER