31999D0042

1999/42/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1998 περί επιβεβαιώσεως των μέτρων που έχει κοινοποιήσει η Αυστρία δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 6 της οδηγίας 94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3940] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 014 της 19/01/1999 σ. 0024 - 0029


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Δεκεμβρίου 1998 περί επιβεβαιώσεως των μέτρων που έχει κοινοποιήσει η Αυστρία δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 6 της οδηγίας 94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3940] (Το κείμενο στην γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (1999/42/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1994, για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 6,

Μετά από διαβούλευση με την επιτροπή που συστήθηκε με την οδηγία 94/62/ΕΚ,

Εκτιμώντας:

I. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1. Οδηγία 94/62/ΕΚ

Η οδηγία 94/62/ΕΚ, βασισμένη στο άρθρο 100 Α της συνθήκης, αποβλέπει στην εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τη διαχείριση των συσκευασιών και των απορριμμάτων συσκευασίας προκειμένου να προληφθούν ή να περιοριστούν οι επί του περιβάλλοντος επιπτώσεις, με αποτέλεσμα μια υψηλής στάθμης προστασία του περιβάλλοντος, απρόσκοπτη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και του εμπορίου, καθώς και αποτροπή στρεβλώσεων και περιορισμών του ανταγωνισμού στην Κοινότητα. Προς τούτο, το άρθρο 6 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας θέτει, μεταξύ άλλων, ποσοτικούς στόχους σχετικά με την ανάκτηση και την ανακύκλωση των απορριμμάτων συσκευασίας, η επίτευξη των οποίων εναπόκειται στα κράτη μέλη.

Το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) ορίζει ότι, το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2001, θα ανακτώνται απορρίμματα συσκευασίας σε ποσοστό κατά βάρος από 50 % τουλάχιστον έως 65 % μέγιστο. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β), στα πλαίσια του γενικού αυτού στόχου, και μέσα στην ίδια προθεσμία, θα ανακυκλώνονται απορρίμματα συσκευασίας σε ποσοστό κατά βάρος από 25 % τουλάχιστον έως 45 % μέγιστο επί του συνόλου των υλικών συσκευασίας που περιέχονται στα απορρίμματα συσκευασίας, με ελάχιστο ποσοστό για κάθε υλικό συσκευασίας 15 % κατά βάρος.

Με τη διάταξη του άρθρου 6 παράγραφος 6 καθιερώνεται διαδικασία παρακολούθησης προς εξασφάλιση συνοχής μεταξύ των στρατηγικών που επιλέγουν τα κράτη μέλη, με απώτερο κυρίως σκοπό οι στόχοι που θέτει ένα κράτος μέλος ούτε τα άλλα κράτη μέλη να παρεμποδίζουν στη συμμόρφωσή τους προς την οδηγία ούτε να οδηγούν σε στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς.

Με βάση το άρθρο 6 παράγραφος 6 της οδηγίας 94/62/ΕΚ, η Επιτροπή επιβεβαιώνει τα μέτρα, αφού προηγουμένως προβεί σε έλεγχο αυτών.

2. Τα κοινοποιηθέντα μέτρα

Στις 23 Δεκεμβρίου 1994, η αυστριακή κυβέρνηση κοινοποίησε στην Επιτροπή, δυνάμει της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών (2), σχέδιο εθνικών μέτρων που αφορούσαν τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας (κοινοποίηση 94/9059/Α). Τα σχέδια μέτρων είχαν ως σκοπό την ευθυγράμμιση της αυστριακής νομοθεσίας (διάταγμα αριθ. 645 του 1992 για τα απορρίμματα συσκευασίας και διάταγμα αριθ. 646 του 1992 το οποίο θέτει στόχους για τα απορρίμματα συσκευασίας) με το περιεχόμενο της οδηγίας 94/62/ΕΚ, η οποία έπρεπε να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία το αργότερο πριν τις 30 Ιουνίου 1996. Στις 29 Μαΐου 1995, στο πλαίσιο της ανταλλαγής επιστολών με την Επιτροπή σχετικά με την εν λόγω κοινοποίηση, η αυστριακή κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να υπερβεί το στόχο ανακύκλωσης που θέτει το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 94/62/ΕΚ. Στην ανακοίνωση, η αυστριακή κυβέρνηση ανέφερε ότι είχε ήδη σημειωθεί υπέρβαση του ανώτατου ορίου ανακύκλωσης το 1994 και ότι, με βάση τα στατιστικά στοιχεία, ανάλογη υπέρβαση θα σημειωνόταν και το 1995. Δεδομένου ότι είχαν θεσπιστεί προγράμματα με αντικείμενο την υπέρβαση αυτών των στόχων τα επόμενα έτη, η αυστριακή κυβέρνηση ζήτησε επιβεβαίωση εκ μέρους της Επιτροπής. Λαμβάνοντας υπόψη την τροποποίηση της αυστριακής νομοθεσίας για τις συσκευασίες, η αυστριακή κυβέρνηση αναφέρθηκε ειδικότερα στο έτος 1998, καθώς και στο έτος 2001 (η νομοθεσία προβλέπει επανεξέταση ή αύξηση του ανώτατου ορίου ανακύκλωσης για το 2001, το αργότερο μέχρι το 1999).

Στις 17 Ιουλίου 1995, το σχέδιο τροποποίησης της αυστριακής νομοθεσίας για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας κοινοποιήθηκε μία ακόμη φορά στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 16 της οδηγίας 94/62/ΕΚ. Το εν λόγω άρθρο προβλέπει ότι τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα σχέδια μέτρων που προτίθενται να θεσπίσουν στο πλαίσιο της οδηγίας 94/62/ΕΚ, πλην μέτρων φορολογικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων όμως τεχνικών προδιαγραφών που συνδέονται με φορολογικά μέτρα ευρισκόμενα στην κατεύθυνση τήρησης των τεχνικών αυτών προδιαγραφών, προκειμένου αυτή να είναι σε θέση να τα εξετάσει υπό το φως των ισχυουσών διατάξεων, ακολουθώντας σε κάθε περίπτωση τη διαδικασία της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ.

Στην από 19 Οκτωβρίου 1995 επιστολή της προς τις αυστριακές αρχές, η οποία εστάλη στο πλαίσιο της κοινοποίησης 94/9059/Α, η Επιτροπή έλαβε υπόψη την πρόθεση της Αυστρίας να κάνει χρήση του άρθρου 6 παράγραφος 6 και ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά κυρίως με τα αναμενόμενα ποσοστά ανακύκλωσης, την προβλεπόμενη δυναμικότητα και τα μέτρα πρόληψης στρεβλώσεων της εσωτερικής αγοράς ή προβλημάτων συμμόρφωσης άλλων κρατών μελών προς την οδηγία 94/62/ΕΚ. Στην απαντητική επιστολή, η οποία ελήφθη στις 20 Ιουνίου 1996, δεν υπήρχαν ακριβή ποσοστά ανακύκλωσης 7 ανέφεραν όμως οι αυστριακές αρχές ότι κατά τα επόμενα έτη αναμενόταν ελαφρά υπέρβαση του μέγιστου στόχου ανακύκλωσης, κυρίως για συσκευασίες από χαρτί και γυαλί, και ότι η ύπαρξη επαρκούς δυναμικότητας ανακύκλωσης αποδεικνυόταν με έκθεση που είχε ζητήσει το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Περιβάλλοντος και που διαβιβάστηκε εν συνεχεία στην Επιτροπή τον Σεπτέμβριο 1996. Η εν λόγω έκθεση περιέχει στοιχεία σχετικά με την ανακύκλωση διάφορων υλικών συσκευασίας για το έτος 1994. Αναφορικά με τα μέτρα πρόληψης στρεβλώσεων της αγοράς και προβλημάτων συμμόρφωσης άλλων κρατών μελών προς την οδηγία, η επιστολή ανέφερε ότι δεν έχουν ανακύψει τέτοια προβλήματα εξαιτίας της εφαρμογής της νομοθεσίας.

Μια αναθεωρημένη έκδοση του διατάγματος για τις συσκευασίες και του διατάγματος το οποίο θεσπίζει στόχους για τα απορρίμματα συσκευασίας κοινοποιήθηκε δυνάμει της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ και δυνάμει του άρθρου 16 της οδηγίας 94/62/ΕΚ στις 26 Αυγούστου 1996 (κοινοποίηση 96/332/Α) και στις 25 Μαρτίου 1997 (κοινοποίηση 97/156/Α). Τα διατάγματα αριθ. 648 και αριθ. 649 δημοσιεύθηκαν στις 29 Νοεμβρίου 1996, και το διάταγμα αριθ. 232 στις 13 Αυγούστου 1997.

Βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 7 του διατάγματος αριθ. 648/96, καθορίζονται στόχοι για τους οικονομικούς φορείς (κατασκευής, εισαγωγής, πλήρωσης και διανομής) οι οποίοι συμμετέχουν σε σύστημα συλλογής και ανακύκλωσης εγκεκριμένο από τις δημόσιες αρχές. Ο στόχος ανακύκλωσης για τους εν λόγω οικονομικούς φορείς είναι 25 % κατά βάρος των απορριμμάτων συσκευασίας (με ελάχιστο 15 % για κάθε υλικό συσκευασίας) αρχής γενομένης από το έτος 1997, στόχος που πρέπει να επιτυγχάνεται κάθε ημερολογιακό έτος. Οι στόχοι αυτοί αντιστοιχούν στους ελάχιστους στόχους ανακύκλωσης που καθορίζονται στην οδηγία 94/62/ΕΚ.

Βάσει του άρθρου 10 του διατάγματα αριθ. 648/96, καθορίζονται στόχοι ανακύκλωσης για τους οικονομικούς φορείς που δεν συμμετέχουν σε εγκεκριμένο σύστημα ανακύκλωσης. Οι στόχοι αυτοί, οι οποίοι πρέπει να επιτυγχάνονται κάθε ημερολογιακό έτος, έχουν κατά βάρος ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Τα ποσοστά υπολογίζονται επί της συνολικής ποσότητας κάθε υλικού συσκευασίας.

Κάθε οικονομικός φορέας που δεν συμμετέχει σε εγκεκριμένο σύστημα ανακύκλωσης οφείλει να συλλέγει ή να ανακτά ποσοστό 90 % του υλικού συσκευασίας που έχει θέσει στην αγορά. Εάν στην πράξη συλλέγει ή ανακτά ποσοστό μικρότερου του 90 % αλλά μεγαλύτερο του 50 % του υλικού συσκευασίας που έχει θέσει στην αγορά, είναι υποχρεωμένος να συμμετέχει για τη διαφορά μέχρι 90 % σε ένα εγκεκριμένο σύστημα συλλογής και ανακύκλωσης. Για την ποσότητα αυτή ισχύουν οι στόχοι που καθορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 7. Εάν συλλέγει ή ανακτά ποσοστό μικρότερο του 50 % του υλικού συσκευασίας που έχει θέσει στην αγορά, είναι υποχρεωμένος να συμμετέχει για τη διαφορά μέχρι 100 % σε ένα εγκεκριμένο σύστημα συλλογής και ανακύκλωσης.

Για την ποσότητα αυτή ισχύουν επίσης οι στόχοι που καθορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 7.

Περαιτέρω στόχοι για τις συσκευασίες ποτών τίθενται στο διάταγμα αριθ. 649/96.

Στο άρθρο 2 προβλέπεται ότι, για την πρόληψη και ανάκτηση απορριμμάτων από συσκευασίες ποτών, θα πρέπει να ισχύουν οι παρακάτω αναλογίες ανάμεσα στον όγκο της συσκευασίας και στον εμφιαλωμένο όγκο που πωλείται στην εγχώρια αγορά, στόχος για την επίτευξη του οποίου θα εφαρμόζονται η επαναχρησιμοποίηση φιαλών, η οικολογική ανακύκλωση και η ανάκτηση ενέργειας.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Οι στόχοι εκφράζονται σε βάρος και τα ποσοστά υπολογίζονται επί της συνολικής ποσότητας του υλικού συσκευασίας που χρησιμοποιείται για κάθε προϊόν.

Επιπλέον, στο άρθρο 3 καθορίζονται απόλυτες μέγιστες ποσότητες υπολειμμάτων άλλων απορριμμάτων συσκευασίας (άλλων πλην συσκευασίας ποτών) που μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας αποβλήτων, άλλες πλην εγκαταστάσεων ανακύκλωσης υλικών ή θερμικής ανάκτησης.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

3. Γνώμες

Στο άρθρο 6 παράγραφος 6 ορίζεται ότι η Επιτροπή αποφασίζει, μετά από επιβεβαίωση των μέτρων, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη. Στα πλαίσια, της επιτροπής του άρθρου 21 της οδηγίας 94/62/ΕΚ, η Επιτροπή προχώρησε σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη σχετικά με την υπόψη κοινοποίηση. Αυτή η διαδικασία διαβούλευσης κρίθηκε ως η καταλληλότερη, και κανένα κράτος μέλος δεν διατύπωσε διαφωνία επ' αυτού. Μια πρώτη ανταλλαγή απόψεων πραγματοποιήθηκε κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής της 21ης Απριλίου 1997. Τα κράτη μέλη είχαν τότε κληθεί να αποστείλουν γραπτά σχόλια στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι 31 Μαΐου 1997. Η Αυστρία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δανία, η Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Κάτω Χώρες υπέβαλαν γραπτά σχόλια. Το ζήτημα συζητήθηκε εκ νέου κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής της 4ης Σεπτεμβρίου 1997.

Κανένα κράτος μέλος δεν ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα της Αυστρίας θα μπορούσαν να δημιουργήσουν στρεβλώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ή να εγείρουν εμπόδια στη συμμόρφωση των άλλων κρατών μελών προς την οδηγία.

Αρκετά κράτη μέλη προέβαλαν την άποψη ότι πρέπει να εγκριθεί ειδική διαδικασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, η οποία να ορίζει τι είδους πληροφορίες οφείλουν να παρέχουν τα κράτη μέλη όταν κοινοποιούν ένα μέτρο δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 6. Αναγνωρίσθηκαν ωστόσο ορισμένες δυσκολίες, σε συσχετισμό κυρίως με την αξιολόγηση της δυναμικότητας ανάκτησης και ανακύκλωσης που υπάρχει στην ανοιχτή διεθνή αγορά και με το γεγονός ότι δεν είναι πάντοτε δυνατόν να προβλεφθεί κατά πόσον ορισμένα μέτρα θα οδηγήσουν σε υπέρβαση των μέγιστων στόχων που ορίζονται στην οδηγία 94/62/ΕΚ.

Η Γαλλία έκρινε ότι η τοποθέτηση της Επιτροπής και των κρατών μελών επί του ζητήματος θα είναι προβληματική από τη στιγμή που δεν υπάρχει κοινή μέθοδος δημιουργίας της βάσης δεδομένων (κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 12 της οδηγίας 94/62/ΕΚ) επειδή, μέχρις ότου εγκριθεί κοινή μέθοδος, θα υπάρχουν δυσχέρειες στην εκτίμηση των στόχων. Η Γαλλία επομένως πρότεινε αναμονή, δηλαδή να μην ληφθεί απόφαση σχετικά με την κοινοποίηση που υπέβαλε η Αυστρία, έως ότου υπάρξει κοινή μέθοδος (3).

Κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής υπήρξε γενική συναίνεση αναφορικά με την ανάγκη συνεχούς παρακολούθησης των επιπτώσεων των μέτρων προκειμένου να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενες στρεβλώσεις της αγοράς. Το Ηνωμένο Βασίλειο επισήμανε ότι θα ήταν χρήσιμο να παρέχονται πληροφορίες οικονομικού χαρακτήρα, όπως για παράδειγμα παλαιότερες στάθμες και οι προβλέψεις για το μέλλον σχετικά με την επανεπεξεργασία και τη δυναμικότητα επανεπεξεργασίας, τις εισαγωγές και εξαγωγές απορριμμάτων συσκευασίας, καθώς και την πορεία των τιμών κατά το παρελθόν. Όλοι συμφώνησαν ότι, κατά τη διαδικασία διαβούλευσης, πρωταρχικός πρέπει να είναι ο ρόλος των κρατών μελών που εκφράζουν φόβους ότι η συμμόρφωσή τους με την οδηγία θα παρακωλυθεί εξαιτίας μέτρων που εγκρίνονται από άλλα κράτη μέλη. Εάν ένα μέτρο το οποίο έχει ως αποτέλεσμα υπέρβαση των μέγιστων στόχων της οδηγίας δημιουργεί προβλήματα συμμόρφωσης σε άλλο κράτος μέλος, το τελευταίο οφείλει να γνωστοποιήσει το πρόβλημα προκειμένου να ληφθούν κατάλληλα αντίμετρα. Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να γνωστοποιούν αμέσως κάθε πληροφορία σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις στην επικράτειά τους, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφος 6, κάθε φορά που παρουσιάζεται μια τέτοια κατάσταση.

Το Ηνωμένο Βασίλειο πρότεινε επίσης να εξεταστούν οι επιπτώσεις οιουδήποτε υπάρχοντος υψηλότερου στόχου κατά την προγραμματισμένη επανεξέταση των στόχων του άρθρου 6 παράγραφος 1, η οποία πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2001.

II. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Λόγω της καθυστέρησης που θα σημειωνόταν εάν η Επιτροπή έπρεπε να περιμένει τα δεδομένα κατά την έννοια των διατάξεων της απόφασης 97/138/ΕΚ της Επιτροπής (4), και λαμβανομένου υπόψη ότι δεν αναφέρθηκαν αρνητικά αποτελέσματα κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφος 6, η Επιτροπή κρίνει άσκοπο να αναβάλει τη λήψη της παρούσας απόφασης, όπως προτείνει η Γαλλία.

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να υπερβαίνουν τους στόχους του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) εφόσον διαθέτουν επαρκή δυναμικότητα ανακύκλωσης και ανάκτησης. Τα μέτρα λαμβάνονται με σκοπό μια υψηλής στάθμης προστασία του περιβάλλοντος, υπό τον όρο ότι αποτρέπουν στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς, δεν παρεμποδίζουν τα άλλα κράτη μέλη να συμμορφώνονται με την οδηγία ούτε και λειτουργούν ως αυθαίρετο μέσο εισαγωγής διακρίσεων ή ως συγκεκαλυμμένος περιορισμός του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών.

Σε μια τέτοια περίπτωση, η Αυστρία ζήτησε παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β).

Η Επιτροπή προχώρησε σε διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη, και δεν υπήρξαν αντιρρήσεις για τα μέτρα της Αυστρίας.

α) Επαρκής δυναμικότητα ανακύκλωσης

Η ερμηνεία που δίνει η Επιτροπή σ' αυτή την απαίτηση είναι ότι δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη απόλυτη αυτάρκεια σε ό,τι αφορά την ανακύκλωση και την ανάκτηση. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να κάνουν χρήση της δυναμικότητας που διαθέτουν άλλα κράτη μέλη και τρίτες χώρες για να επιτύχουν τους στόχους τους σε ό,τι αφορά την ανακύκλωση και την ανάκτηση. Αυτό όμως δυσχεραίνει τον επακριβή ποσοτικό προσδιορισμό της διαθέσιμης δυναμικότητας, αφού η ανακύκλωση λαμβάνει χώρα σε μια ανοιχτή διεθνή αγορά.

Αυτό το κριτήριο εξυπηρετεί και την ανάγκη να μην ανακύπτουν προβλήματα ως προς τη συμμόρφωση των κρατών μελών με τις διατάξεις της οδηγίας εξαιτίας μέτρων που λαμβάνονται σε άλλο κράτος μέλος 7 πρέπει, συνεπώς, να θεωρείται σε συνδυασμό με τα άλλα κριτήρια του άρθρου 6 παράγραφος 6. Στην πράξη, η συμμόρφωση προς αυτό το κριτήριο αποτελεί σημείο συμμόρφωσης προς τα κριτήρια που περιγράφονται στα στοιχεία β) και γ) στη συνέχεια. Συγκεκριμένα, εάν οι στόχοι δεν υπερβαίνουν τους στόχους του άρθρου 6 παράγραφος 1 θα πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις ότι αυτό δεν γίνεται σε βάρος των προγραμμάτων συλλογής και ανακύκλωσης σε άλλα κράτη μέλη.

Αναφορικά με τα μέτρα που κοινοποίησε η Αυστρία, η αυστριακή κυβέρνηση δήλωσε ότι η υπέρβαση των ανώτατων στόχων ανακύκλωσης το 1998 θα εξαρτηθεί κυρίως από την ανακύκλωση χαρτιού (το χαρτί αφορά ποσοστό 44 % του συνόλου των συσκευασιών που κυκλοφορούν). Προς το παρόν, υπάρχει πλεονάζουσα δυναμικότητα ανακύκλωσης χαρτιού και γυαλιού, καινουργών μεταλλικών και πλαστικών συσκευασιών και εμπορικών συσκευασιών. Η Αυστρία εκτιμά ότι θα παραμένει διαθέσιμη δυναμικότητα ανακύκλωσης, παρά το γεγονός ότι θα αυξάνονται οι ποσότητες χρησιμοποιημένων συσκευασιών που θα συλλέγονται/ανακυκλώνονται. H πληροφορία αυτή αναφέρεται στην έκθεση που υπεβλήθη στην Επιτροπή τον Σεπτέμβριο 1996 και την οποία η Επιτροπή διαβίβασε στα άλλα κράτη μέλη. Στην εν λόγω έκθεση αναφέρεται ότι το 1994 ανακτήθηκε ποσοστό 55 % περίπου των απορριμμάτων συσκευασίας (481 000 τόννοι επί συνόλου 876 300), από το οποίο 52 % υπό μορφή ανακύκλωσης υλικών (456 700 τόννοι) και 3 % υπό μορφή ανάκτησης ενέργειας 7 σ' αυτά τα δεδομένα δεν περιλαμβάνονται συσκευασίες ποτών. Το ποσοστό ανάκτησης γυαλιού ήταν 69 %, χαρτιού και χαρτονιού 72 %, μετάλλων 44 %, πλαστικών 25 % και σύνθετων υλικών 4 %. Υπολογίζοντας σε παρεμφερή δεδομένα παραγωγής κατά τα προσεχή έτη, η Αυστρία αναμένει, σε ό,τι κυρίως αφορά το γυαλί και το χαρτί, και ανεξαρτήτως συσκευασιών ποτών, ελαφρά υπέρβαση του στόχου του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 94/62/ΕΚ. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει διαθέσιμη δυναμικότητα μέσα στην Αυστρία. Η Επιτροπή κρίνει ότι η Αυστρία διαθέτει επαρκή δυναμικότητα ανακύκλωσης.

β) Ενδεχόμενες στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς

Η Επιτροπή αξιολόγησε τα μέτρα που κοινοποιήθηκαν από την Αυστρία και διαπίστωσε ότι το σύστημα συλλογής και ανακύκλωσης που επιβάλλει στις επιχειρήσεις η αυστριακή νομοθεσία δεν δημιουργεί στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά.

Η αυστριακή κυβέρνηση δήλωσε ότι η εφαρμογή των μέτρων κατά το παρελθόν έδειξε ότι δεν δημιουργήθηκαν στρεβλώσεις της αγοράς. Από τις διαβουλεύσεις με τα άλλα κράτη μέλη προέκυψε ότι κανένα κράτος μέλος δεν κρίνει ότι τα μέτρα που εφαρμόζει η Αυστρία μπορούν να οδηγήσουν σε στρεβλώσεις της αγοράς.

γ) Δεν παρεμποδίζεται η συμμόρφωση των άλλων κρατών μελών προς την οδηγία

Το νόημα αυτού του κριτηρίου είναι να αποτρέπεται η υπερκάλυψη της δυναμικότητας ανακύκλωσης και ανάκτησης από απορρίμματα συσκευασίας άλλων κρατών μελών. Αυτό αφορά ιδιαίτερα όσα κράτη μέλη δεν πραγματοποιούν ακόμη ανακύκλωση απορριμμάτων συσκευασίας σε μεγάλη κλίμακα, οπότε και δεν υπάρχει ακόμη υποδομή συλλογής ή δεν έχει ολοκληρωθεί.

Η αξιολόγηση των κοινοποιηθέντων μέτρων βάσει αυτού του κριτηρίου θα πρέπει πρωτίστως να γίνει με συνεκτίμηση της γνώμης εκείνων των κρατών μελών των οποίων η συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας παρακωλύεται πιθανώς από μέτρα εφαρμοζόμενα σε άλλα κράτη μέλη. Κανένα κράτος μέλος δεν εξέφρασε ανησυχία ως προς αυτό εξαιτίας των μέτρων της Αυστρίας 7 ούτε και περιήλθε σε γνώση της Επιτροπής ή της γνωστοποιήθηκε ότι ανέκυψε πρόβλημα συμμόρφωσης σε άλλα κράτη μέλη.

Αξιολογώντας κατά πόσον η υπέρβαση του στόχου ανακύκλωσης από την Αυστρία θα είχε ως αποτέλεσμα να χρειαστεί να προσφύγει σε άλλα κράτη μέλη και να δημιουργήσει ίσως σ' αυτά προβλήματα συμμόρφωσης προς τους στόχους της οδηγίας, η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη το γεγονός ότι η Αυστρία παράγει μόνο ποσοστό 1 % των απορριμμάτων συσκευασίας της Κοινότητας. Κατά τη γνώμη της Επιτροπής συνεπώς, δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να προκύψουν εξ αυτού προβλήματα συμμόρφωσης προς τους στόχους της οδηγίας 94/62/ΕΚ για άλλα κράτη μέλη.

δ) Δεν προκύπτει αυθαίρετο μέσο εισαγωγής διακρίσεων

Τα μέτρα της Αυστρίας εφαρμόζονται αδιακρίτως για όλα τα απορρίμματα συσκευασίας, ανεξαρτήτως εάν προέρχονται από εγχώρια ή από εισαγόμενα προϊόντα. Η Επιτροπή δεν έχει δεχτεί καμία καταγγελία η οποία να φέρει τη σχετική αυστριακή νομοθεσία ως εισάγουσα αυθαίρετες διακρίσεις. Επιπλέον, η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη των κρατών μελών, και με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε δεν προκύπτει θέμα εισαγωγής διακρίσεων.

ε) Δεν υπάρχει συγκεκαλυμμένος περιορισμός του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών

Γίνεται λόγος εδώ για ενδεχόμενους περιορισμούς επί των εισαγωγών προϊόντων από άλλα κράτη μέλη, οπότε θα ετίθετο ζήτημα έμμεσης προστασίας της εγχώριας παραγωγής. Ως εμπορεύματα, τα απορρίμματα εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων 30 έως 36 της συνθήκης 7 συνεπώς, μέτρα σχετικά με τη διαχείριση των απορριμμάτων μπορούν, υπό ορισμένες συνθήκες, να οδηγήσουν σε περιορισμούς του εμπορίου ή σε έμμεση προστασία της εγχώριας παραγωγής. Το περιεχόμενο όμως των αυστριακών μέτρων και οι όροι εφαρμογής τους δεν επιτρέπουν να συναχθεί τέτοιο συμπέρασμα. Οι στόχοι της ανακύκλωσης ισχύουν για όλα τα απορρίμματα συσκευασίας, ανεξαρτήτως εάν προέρχονται από εγχώρια ή από εισαγόμενα προϊόντα. Οι όροι συμμετοχής σε ένα σύστημα συλλογής και ανακύκλωσης εγκεκριμένο από τις δημόσιες αρχές ισχύουν αδιακρίτως για εντόπιους και αλλοδαπούς παραγωγούς. Με βάση το εν λόγω κριτήριο, η Επιτροπή δεν έχει δεχτεί καμία καταγγελία.

III. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που κοινοποίησε η Αυστρία και την έκβαση της διαβούλευσης με τα κράτη μέλη η οποία παρουσιάστηκε ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι τα μέτρα που κοινοποίησε η Αυστρία δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 6 της οδηγίας 94/62/ΕΚ θα πρέπει να επιβεβαιωθούν από τη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι:

- η Αυστρία διαθέτει επαρκή δυναμικότητα ανακύκλωσης,

- τα μέτρα δεν οδηγούν σε στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς,

- τα μέτρα δεν παρακωλύουν τη συμμόρφωση άλλων κρατών μελών προς τις διατάξεις της οδηγίας,

- τα μέτρα δεν συνιστούν αυθαίρετο μέσο εισαγωγής διακρίσεων,

- τα μέτρα δεν συνιστούν συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Επιβεβαιώνονται τα μέτρα που κοινοποίησε η Αυστρία, και τα οποία αφορούν υπέρβαση του υψηλότερου προβλεπόμενου στόχου ανακύκλωσης που ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 94/62/ΕΚ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Αυστρίας.

Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 1998.

Για την Επιτροπή

Ritt BJERREGAARD

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 365 της 31. 12. 1994, σ. 10.

(2) ΕΕ L 109 της 26. 4. 1983, σ. 8 7 οδηγία όπως αντικαταστάθηκε από την οδηγία 98/34/ΕΚ (ΕΕ L 204 της 21. 7. 1998, σ. 37).

(3) Ως προς αυτό το ζήτημα, η ολοκλήρωση των βάσεων δεδομένων πρόκειται να εξελιχθεί σύμφωνα με την οδηγία 97/138/ΕΚ της Επιτροπής, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τους στόχους της οδηγίας και με τη μελλοντική καθιέρωση κοινής μεθόδου, πράγμα που δεν αποτελεί όμως προϋπόθεση για την επιβεβαίωση μέτρων κατά την έννοια τον άρθρου 6 παράγραφος 6.

(4) ΕΕ L 52 της 22. 2. 1997, σ. 22.