31998R1204

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1204/98 της Επιτροπής της 9ης Ιουνίου 1998 για την επιβολή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 166 της 11/06/1998 σ. 0017 - 0033


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1204/98 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 9ης Ιουνίου 1998 για την επιβολή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 12,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1. Έναρξη διαδικασίας

(1) Στις 12 Σεπτεμβρίου 1997, η Επιτροπή ανήγγειλε, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), την έναρξη διαδικασίας αντεπιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος (τριυδροξειδίου της αμοξικιλλίνης, τριυδροξειδίου της αμπικιλλίνης και κεφαλεζίνης) καταγωγής Ινδίας και άρχισε την έρευνα.

(2) Η διαδικασία κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε τον Ιούλιο 1997 από έξι κοινοτικούς παραγωγούς, και συγκεκριμένα τους Antibioticos SA, Ισπανία, Antibioticos SpA, Ιταλία, Biochemie GmbH, Αυστρία, Biochemie SA, Ισπανία, Biochemie SpA, Ιταλία και ACS Dobfar SpA, Ιταλία, των οποίων η συλλογική παραγωγή του εν λόγω προϊόντος αντιπροσώπευε το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής των εν λόγω αντιβιοτικών ευρέος φάσματος.

Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη πρακτικής επιδοτήσεων όσον αφορά το εν λόγω προϊόν και τη σημαντική ζημία που προέκυψε από την πρακτική αυτή, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

2. Έρευνα

(3) Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους γνωστούς ως ενδιαφερόμενους εξάγοντες παραγωγούς και εισαγωγείς, τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους καταγγέλλοντες σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας, και παρέσχε στα αμέσως ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που καθορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

(4) Οι ινδικές δημόσιες αρχές και οι εξάγοντες παραγωγοί γνωστοποίησαν τις απόψεις τους γραπτώς και ζήτησαν ακρόαση, η οποία τους παρεσχέθη.

(5) Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα γνωστά ως ενδιαφερόμενα μέρη και έλαβε απάντηση από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, τις ινδικές δημόσιες αρχές, εννέα ινδούς εξάγοντες παραγωγούς καθώς και έναν συνδεόμενο και έναν μη συνδεόμενο εισαγωγέα στην Κοινότητα.

(6) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που θεώρησε αναγκαίες για τον προκαταρκτικό προσδιορισμό της πρακτικής επιδοτήσεων και της ζημίας και διεξήγαγε έρευνα στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων ενδιαφερόμενων μερών:

α) Καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί:

- Antibioticos SA, Madrid (Ισπανία) που απάντησε επίσης στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής για λογαριασμό της Antibioticos SpA (Ιταλία),

- Biochemie GmbH, Kundl (Αυστρία), που απάντησε επίσης στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής για λογαριασμό της Biochemie SA (Ισπανία) και Biochemie SpA (Ιταλία),

- ACS Dobfar SpA, Tribiano (Ιταλία).

β) Δημόσιες αρχές της Ινδίας:

- Υπουργείο Εμπορίου, Νέο Δελχί,

- Υφυπουργείο Τελωνείων, Νέο Δελχί,

- Υπουργείο Οικονομικών, Νέο Δελχί.

γ) Παραγωγοί/εξαγωγείς στην Ινδία:

- Ranbaxy Laboratories Ltd, Νέο Δελχί,

- Vitara Chemicals Ltd, Mumbai,

- Kopran Ltd, Mumbai,

- Lupin Laboratories Ltd, Mumbai,

- Gujarat Lyka Organics Ltd, Mumbai,

- Torrent Pharmaceuticals Ltd, Ahmedabad,

- Biochem Synergy Ltd, Indore,

- Orchid Chemicals & Pharmaceuticals Ltd, Chennai,

- Harshita Ltd, Νέο Δελχί.

δ) Συνδεόμενος εισαγωγέας στην Κοινότητα:

- Ranbaxy (Netherlands) BV, Κάτω Χώρες (συνδεόμενος εισαγωγέας της Ranbaxy Laboratories Ltd).

(7) Η έρευνα για τον προσδιορισμό της πρακτικής επιδοτήσεων κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιουλίου 1996 έως 30 Ιουνίου 1997 (εφεξής καλούμενη η «περίοδος της έρευνας»). Η εξέταση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1993 έως το τέλος της περιόδου έρευνας (εφεξής καλούμενη η «εξεταζόμενη περίοδος»).

Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1. Υπό εξέταση προϊόν

(8) Η παρούσα διαδικασία καλύπτει ορισμένα αντιβιοτικά ευρέος φάσματος, και συγκεκριμένα το τριυδροξείδιο της αμοξικιλλίνης, το τριυδροξείδιο της αμπικιλλίνης και την κεφαλεζίνη, σε μη επεξεργασμένη μορφή, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20 και ex 2941 90 00 αντίστοιχα.

(9) Τα προαναφερόμενα αντιβιοτικά είναι μη επεξεργασμένα αντιβιοτικά της ομάδας των βηταλακταμηνών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τελικών δοσολογικών μορφών, που προορίζονται για τη θεραπεία διαφόρων λοιμωδών νόσων. Τα αντιβιοτικά αυτά παράγονται από τις ίδιες πρώτες ύλες, την πενικιλίνη G ή την πενικιλίνη V, που λαμβάνονται με ζύμωση. Η πενικιλίνη που παράγεται με τον τρόπο αυτό μετατρέπεται στη συνέχεια με χημική ή βιοχημική σύνθεση σε κατάντη ενδιάμεσες ουσίες (καλούμενες «6-APA» η «7-ADCA»), οι οποίες μετατρέπονται με τη σειρά τους στις προαναφερόμενες τρεις μη επεξεργασμένες ενεργούς ουσίες. Παρότι παρουσιάζουν ορισμένες τεχνικές διαφορές, τα τρία αυτά αντιβιοτικά ανήκουν στην ίδια κατηγορία προϊόντων, δηλαδή στα μη επεξεργασμένα ημισυνθετικά αντιβιοτικά ευρέος φάσματος και έχουν την ίδια χρήση, δεδομένου ότι είναι ενσωματωμένα στις τελικές δοσολογικές μορφές που θεραπεύουν αποτελεσματικά διάφορες λοιμώδεις νόσους. Παρότι ένα δεδομένο αντιβιοτικό μπορεί να προτιμάται από κάποιο άλλο για τη θεραπεία μιας συγκεκριμένης νόσου, τα τρία αυτά αντιβιοτικά είναι σε μεγάλο βαθμό εναλλάξιμα και, επομένως, θεωρείται ότι αποτελούν μία και μόνο κατηγορία προϊόντος για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.

2. Ομοειδές προϊόν

(10) Η έρευνα καθόρισε ότι τα αντιβιοτικά ευρέος φάσματος που παράγονται στην Ινδία και πωλούνται στην εγχώρια αγορά ή εξάγονται στην Κοινότητα και εκείνα που παράγονται και πωλούνται στην Κοινότητα από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς παρουσιάζουν πράγματι πανομοιότυπα φυσικά χαρακτηριστικά και χρήσεις και, επομένως, αποτελούν ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97 (εφεξής καλούμενος «βασικός κανονισμός»).

Γ. ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

1. Εισαγωγή

(11) Βάσει των πληροφοριών που περιέχει η καταγγελία και των απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, η Επιτροπή διεξήγαγε έρευνα σχετικά με τα ακόλουθα πέντε συστήματα στο πλαίσιο των οποίων χορηγούνται, κατά τους ισχυρισμούς, εξαγωγικές επιδοτήσεις:

- σύστημα βιβλιαρίου πιστώσεων (Passbook Scheme),

- σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών,

- σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά,

- ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών/μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό,

- σύστημα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος.

Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα συστήματα αυτά αναφέρονται παρακάτω.

(12) Τα τέσσερα πρώτα συστήματα βασίζονται στο νόμο του 1992 περί αναπτύξεως και ρυθμίσεως του εξωτερικού εμπορίου (που άρχισε να ισχύει στις 7 Αυγούστου 1992), με τον οποίο καταργήθηκε ο νόμος του 1947 περί ελέγχου εισαγωγών και εξαγωγών. Ο νόμος περί εξωτερικού εμπορίου εξουσιοδοτεί τις ινδικές δημόσιες αρχές να δημοσιεύουν δηλώσεις που αφορούν την πολιτική στον τομέα των εισαγωγών και των εξαγωγών. Οι δηλώσεις αυτές συνοψίζονται στα έγγραφα με τίτλο «Πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών» που δημοσιεύονται ανά πενταετία και αναπροσαρμόζονται στην τρέχουσα κατάσταση ετησίως. Η περίοδος έρευνας καλύπτεται από δύο έγγραφα για την πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών, και συγκεκριμένα από τα πενταετή προγράμματα που αφορούν τα έτη 1992-1997 και 1997-2000.

Το τελευταίο σύστημα, που αφορά την απαλλαγή φόρου εισοδήματος, βασίζεται στο νόμο του 1961 περί φόρου εισοδήματος, ο οποίος τροποποιείται ετησίως από το νόμο περί οικονομικών.

(13) Οι δεδηλωμένοι στόχοι της πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών που ακολουθεί επί του παρόντος η Ινδία είναι οι εξής:

- να επισπευσθεί η μετάβαση της χώρας σε μια δυναμική οικονομία με παγκόσμιο προσανατολισμό ώστε να συναχθούν όσο το δυνατό περισσότερα οφέλη από τις δυνατότητες που προσφέρει η σε πλήρη άνθηση παγκόσμια αγορά,

- να τονωθεί η αειφόρος οικονομική ανάπτυξη με την εξασφάλιση της πρόσβασης στις βασικές πρώτες ύλες, στα ενδιάμεσα προϊόντα, στα αναλώσιμα προϊόντα και στα κεφαλαιουχικά αγαθά που είναι απαραίτητα για την αύξηση της παραγωγής,

- να ενισχυθούν η τεχνολογική ικανότητα και η αποτελεσματικότητα της ινδικής γεωργίας, βιομηχανίας και υπηρεσιών, κατά τρόπο ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά τους και παράλληλα να δημιουργηθούν νέες δυνατότητες απασχόλησης και να ενθαρρυνθεί η τήρηση των διεθνώς αποδεκτών ποιοτικών προτύπων,

- να παρασχεθούν στους καταναλωτές προϊόντα καλής ποιότητας σε εύλογες τιμές.

(14) Η Επιτροπή εξέτασε τα πέντε αυτά συστήματα με βάση τις πολιτικές που αναπτύσσονται στα σχετικά προγράμματα της «πολιτικής εισαγωγών και εξαγωγών» και στον τροποποιηθέντα νόμο του 1961 περί φόρου εισοδήματος.

2. Βιβλιάριο πιστώσεων

(15) Ένα από τα μέσα της πολιτικής εισαγωγών και εξαγωγών που συνίσταται στην παροχή συνδρομής κατά τις εξαγωγές είναι το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων (Passbook Scheme) που άρχισε να ισχύει στις 30 Μαΐου 1995.

α) Επιλεξιμότητα

(16) Το βιβλιάριο πιστώσεων είναι διαθέσιμο σε ορισμένες κατηγορίες εξαγωγέων, και συγκεκριμένα στους εξαγωγείς που παράγουν στην Ινδία και εν συνεχεία εξάγουν (παραγωγούς/εξαγωγείς) και στους εξαγωγείς, είτε αυτοί είναι παραγωγοί είτε μόνο έμποροι και έχουν στην κατοχή τους πιστοποιητικό «Export House/Trading House/Star Trading House/SuperStar Trading House». Οι εξαγωγείς της τελευταίας αυτής κατηγορίας, που ορίζεται στο έγγραφο της πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών, οφείλουν ιδίως να προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία προηγούμενης εξαγωγικής επίδοσης.

β) Πρακτική εφαρμογή

(17) Κάθε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να υποβάλει αίτηση παροχής βιβλιαρίου πιστώσεων. Πρόκειται για βιβλιάριο στο οποίο καταγράφονται τα ποσά των δασμών σε πίστωση ή σε χρέωση. Το βιβλιάριο αυτό εκδίδεται αυτόματα αν η εταιρεία είναι αναγνωρισμένος παραγωγός/εξαγωγέας ή έμπορος/εξαγωγέας.

(18) Κατά την εξαγωγή τελικών προϊόντων, ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει πίστωση που θα χρησιμοποιήσει για την εξόφληση των δασμών στις μεταγενέστερες εισαγωγές του. Λαμβάνονται υπόψη διάφορα στοιχεία για τον υπολογισμό του ποσού της πίστωσης που μπορεί να χορηγηθεί σύμφωνα με τα συνήθη πρότυπα εισόδου/εξόδου (Standard Input/Output norms), τα οποία δημοσιεύονται από τις ινδικές δημόσιες αρχές για τα εξαγόμενα προϊόντα. Τα πρότυπα αυτά διευκρινίζουν τις ποσότητες των πρώτων υλών που εισάγονται κατά κανόνα, οι οποίες είναι απαραίτητες για την παραγωγή μιας μονάδας τελικού προϊόντος. Καθορίζονται από την Special Advance Licensing Committee με βάση τεχνική ανάλυση της παραγωγικής διαδικασίας και τις γενικές στατιστικές πληροφορίες. Με την εφαρμογή των εν λόγω προτύπων, η πίστωση χορηγείται μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί στους βασικούς απαιτητούς δασμούς για τους κανονικά εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιεί η ινδική βιομηχανία αντιβιοτικών για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Ένα άλλο στοιχείο είναι «η ελάχιστη προστιθέμενη αξία» (ΕΠΑ). Η ΕΠΑ είναι η ελάχιστη αξία που πρέπει να προσθέσει ο ινδός παραγωγός (δηλαδή συντελεστές παραγωγής που έχουν αγοραστεί στην εσωτερική αγορά/κόστος εργασίας) στην αξία των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής, κατά την παραγωγή των τελικών προϊόντων. Οι ινδικές αρχές έχουν καθορίσει 33 % την ΕΠΑ για τις εξαγωγές των υπό εξέταση προϊόντων.

(19) Η πίστωση που χορηγείται εγγράφεται στο βιβλιάριο και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εξόφληση των δασμών στις μελλοντικές εισαγωγές οποιουδήποτε εμπορεύματος (για παράδειγμα, πρώτων υλών, κεφαλαιουχικών αγαθών, κ.λπ.) με εξαίρεση τα εμπορεύματα που περιλαμβάνονται στον περιοριστικό κατάλογο εισαγωγών (Negative List of Imports), όπως καθορίζει η πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών. Ο κατάλογος αυτός απαριθμεί τα εμπορεύματα που δεν μπορούν να εισαχθούν ή που μπορούν να εισαχθούν μόνο μετά τη χορήγηση ειδικής άδειας εισαγωγής από τις ινδικές δημόσιες αρχές. Τα εισαγόμενα εμπορεύματα δεν χρειάζεται να έχουν κατανάγκη σχέση με την τρέχουσα παραγωγή του εξαγωγέα και μπορούν να πωληθούν στην ινδική αγορά.

(20) Οι πιστώσεις του βιβλιαρίου δεν είναι μεταβιβάσιμες. Η διάρκεια ισχύος του βιβλιαρίου είναι δύο έτη από την ημερομηνία έκδοσής του. Κάθε πίστωση που είναι διαθέσιμη στο τέλος της διετούς αυτής περιόδου μπορεί να χρησιμοποιηθεί εντός των επόμενων δώδεκα μηνών. Στο τέλος του τρίτου έτους, οι μη χρησιμοποιηθείσες πιστώσεις παύουν να ισχύουν. Το γενικό αυτό χρονοδιάγραμμα δεν συνεπάγεται ειδική προθεσμία που πρέπει να τηρείται κατά την υποβολή αιτήσεων χορήγησης πίστωσης για ειδικές εξαγωγές.

(21) Όταν εξαντληθούν όλες οι πιστώσεις που έχουν εγγραφεί στο βιβλιάριο, το βιβλιάριο αυτό κλείνει και ο δικαιούχος πρέπει να καταβάλει τέλος στις αρμόδιες αρχές.

(22) Στην απάντησή τους στο ερωτηματολόγιο, οι ινδικές δημόσιες αρχές προέβησαν στην ακόλουθη διευκρίνιση σχετικά με το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων:

«Το σύστημα αυτό επιτρέπει την ανάκτηση των εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί των εξαγόμενων προϊόντων, όχι όμως την απαλλαγή από εισαγωγικές επιβαρύνσεις για το ομοειδές προϊόν που προορίζεται για κατανάλωση στην χώρα εξαγωγής. Ως προς την άποψη αυτή, το σύστημα είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3284/94 (κανονισμός αντεπιδοτήσεων).»

(23) Ως προς το θέμα αυτό, είναι σκόπιμο να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ του εν λόγω κανονισμού, που καταργήθηκε έκτοτε, και του κανονισμού που τον αντικαθιστά, δηλαδή του βασικού κανονισμού. Το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ii) του βασικού κανονισμού ορίζει ότι η απαλλαγή ενός εξαγόμενου προϊόντος από δασμούς ή φόρους δεν θεωρείται ως επιδότηση, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω απαλλαγή παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραρτημάτων Ι έως ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Το στοιχείο θ) του παραρτήματος Ι (επεξηγηματικός κατάλογος εξαγωγικών επιδοτήσεων) διευκρινίζει ότι η διαγραφή ή η επιστροφή επιβαρύνσεων επί των εισαγωγών, καθ' υπέρβαση των επιβαρύνσεων επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος αποτελεί εξαγωγική επιδότηση. Επιπλέον, το παράρτημα ΙΙ του βασικού κανονισμού απαιτεί από τις αρχές που προβαίνουν στην έρευνα να καθορίσουν αν οι δημόσιες αρχές της χώρας εξαγωγής έχουν εγκαταστήσει σύστημα ή διαδικασία που επιτρέπει να εξακριβωθεί ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία του εισαγόμενου προϊόντος. Στην παρούσα υπόθεση, δεν υπάρχει τέτοιο σύστημα. Πράγματι, το όφελος που παρέχεται στην Ινδία στους εξαγωγείς των υπό εξέταση προϊόντων υπό μορφή πιστώσεων που εγγράφονται στο βιβλιάριό τους, υπολογίζεται αυτόματα με βάση τους πρότυπους κανόνες εισόδου/εξόδου, είτε έχουν εισαχθεί οι συντελεστές παραγωγής είτε όχι, είτε έχουν καταβληθεί οι δασμοί είτε όχι και είτε έχουν πράγματι χρησιμοποιηθεί οι συντελεστές παραγωγής είτε όχι για την παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων.

Επιπλέον, το σύστημα αυτό δεν υποχρεώνει σε καμία περίπτωση τον εξαγωγέα να εισάγει τους συντελεστές παραγωγής ή να καταναλώνει τα εισαγόμενα προϊόντα στην παραγωγική διαδικασία. Κατά την εξαγωγή ενός τελικού προϊόντος, χορηγείται στον εξαγωγέα πίστωση της οποίας το ποσό καθορίζεται με βάση το ποσό του δασμού που θεωρείται ότι έχει καταβληθεί για τους κανονικά εισαχθέντες συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή του τελικού προϊόντος. Το εν λόγω ποσό πίστωσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εξόφληση του δασμού που είναι απαιτητός κατά τη μελλοντική εισαγωγή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος. Κατά την εισαγωγή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος (πρώτων υλών ή κεφαλαιουχικών αγαθών), ο εξαγωγέας προσπορίζεται όφελος υπό μορφή μη καταβληθέντος δασμού. Το σύστημα αυτό επιτρέπει επομένως σε έναν εξαγωγέα να εισάγει εμπορεύματα χωρίς να καταβάλλει δασμούς, εφόσον έχει εξαγάγει προηγουμένως ορισμένα προϊόντα. Επομένως, το εν λόγω σύστημα δεν συνίσταται στη διαγραφή/επιστροφή κατά την έννοια του στοιχείου θ) του παραρτήματος Ι ή του παραρτήματος ΙΙ του βασικού κανονισμού.

γ) Συμπέρασμα σχετικά με το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων

(24) Το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων δεν είναι επιτρεπόμενο σύστημα διαγραφής/επιστροφής ή σύστημα επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι η πίστωση που εγγράφεται στο βιβλιάριο δεν υπολογίζεται σε συνάρτηση με τους συντελεστές παραγωγής που πρέπει πράγματι να καταναλωθούν κατά την παραγωγική διαδικασία. Επιπλέον, ο εξαγωγέας δεν είναι υποχρεωμένος να εισάγει με τελωνειακή απαλλαγή εμπορεύματα που πρέπει να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγική διαδικασία.

Εν πάσει περιπτώσει, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το εν λόγω σύστημα συνίσταται σε διαγραφή/επιστροφή ή επιστροφή σε περιπτώσεις υποκατάστασης, δεν υπάρχει κανένα σύστημα ή διαδικασία που επιτρέπει να καθοριστεί ποιοι συντελεστές παραγωγής καταναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία του εξαγόμενου προϊόντος, κατά την έννοια του στοιχείου θ) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Το σημείο 5 της παραγράφου ΙΙ του παραρτήματος ΙΙ και το σημείο 3 της παραγράφου ΙΙ του παραρτήματος ΙΙΙ του εν λόγω κανονισμού ορίζουν ότι όταν καθοριστεί ότι οι δημόσιες αρχές της χώρας εξαγωγής δεν έχουν θεσπίσει ένα τέτοιο σύστημα, η χώρα εξαγωγής οφείλει να προβαίνει σε συμπληρωματική εξέταση, με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής που έχουν χρησιμοποιηθεί, ή τις συναλλαγές που όντως έχουν πραγματοποιηθεί, αντίστοιχα, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Οι ινδικές δημόσιες αρχές δεν προέβησαν σε τέτοια εξέταση. Επομένως, η Επιτροπή δεν εξέτασε αν ήταν πράγματι μεγαλύτερο του κανονικού το επιστραφέν ποσό των εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής που καταναλώθηκαν στην παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος.

(25) Το σύστημα αποτελεί επιδότηση, δεδομένου ότι η χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημόσιων αρχών, υπό μορφή παραίτησης από απαίτηση εισαγωγικών δασμών, αποφέρει όφελος στο δικαιούχο του βιβλιαρίου πιστώσεων, ο οποίος μπορεί να εισάγει εμπορεύματα με δασμολογική ατέλεια χρησιμοποιώντας τις πιστώσεις που εξασφαλίζει χάρη στις εξαγωγές. Πρόκειται για επιδότηση που εξαρτάται de jure από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Επιπλέον, η προϋπόθεση της ΕΠΑ (βλέπε αιτιολογική σκέψη 18 παραπάνω) απαιτεί τη χρησιμοποίηση εγχώριων κατά προτίμηση και όχι εισαγόμενων προϊόντων. Από την άποψη αυτή, το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων αποτελεί επιδότηση με ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού.

(26) Στις αρχές του 1997, οι ινδικές δημόσιες αρχές ανήγγειλαν ότι το σύστημα είχε λήξει και ότι δεν μπορούσαν πλέον να υποβάλλονται αιτήσεις χορήγησης πίστωσης για τις συναλλαγές με αντικείμενο εξαγωγές που πραγματοποιούνται μετά τις 31 Μαρτίου 1997. Ωστόσο, οι εξαγωγείς μπορούν να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν τα πιστωτικά βιβλιάρια που έχουν ήδη εκδοθεί, για περίοδο τριών χρόνων μετά την ημερομηνία έκδοσης. Επιπλέον, δεν έχει καθοριστεί προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων χορήγησης πίστωσης που βασίζονται σε συναλλαγές με αντικείμενο εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν πριν από τις 31 Μαρτίου 1997. Αν και το σύστημα έχει λήξει από τεχνικής πλευράς, οι εξαγωγείς μορούν να εξακολουθούν να επωφελούνται από αυτό εισάγοντας εμπορεύματα με δασμολογική ατέλεια μέχρι την εξάντληση όλων των πιστώσεών τους ή μέχρι τις 31 Μαρτίου 2000 το αργότερο. Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρείται ότι το σύστημα μπορεί να υποβληθεί σε αντισταθμιστικά μέτρα.

δ) Υπολογισμός του ποσού επιδότησης

(27) Το όφελος που προσπορίζονται οι εξαγωγείς υπολογίστηκε με βάση το ποσό του κανονικά απαιτητού δασμού επί των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας, αλλά που δεν καταβλήθηκε στο πλαίσιο του συστήματος. Προκειμένου να καθοριστεί η συνολική αξία του οφέλους που προσπορίζεται ο δικαιούχος στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, έγινε προσαρμογή του εν λόγω ποσού με την πρόσθεση σ' αυτό του τόκου που αντιστοιχεί στην περίοδο της έρευνας. Δεδομένου ότι οι εξαγωγείς προσπορίζονταν κανονικά κατά την περίοδο της έρευνας τα οφέλη που απορρέουν από την απαλλαγή των εισαγωγικών δασμών, τα οφέλη αυτά ισοδυναμούν με σειρά επιχορηγήσεων. Είναι συνήθης πρακτική το όφελος που προσπορίζεται ο δικαιούχος να εκφράζεται με εφάπαξ επιχορηγήσεις με την πρόσθεση του ετησίου εμπορικού επιτοκίου στο ονομαστικό ποσό της επιχορήγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η επιχορήγηση καταβλήθηκε την πρώτη ημέρα της περιόδου έρευνας. Ωστόσο, στην παρούσα υπόθεση, είναι σαφές ότι ατομικές επιχορηγήσεις μπορούν να καταβληθούν ανά πάσα στιγμή μεταξύ της πρώτης και της τελευταίας ημέρας της περιόδου έρευνας. Επομένως, αντί να προστεθεί το ετήσιο επιτόκιο στο συνολικό ποσό, κρίνεται σκόπιμο να υποτεθεί ότι ελήφθη μέση επιχορήγηση στα μέσα της περιόδου έρευνας 7 έτσι, το επιτόκιο πρέπει να καλύψει περίοδο έξι μηνών και, επομένως, να θεωρηθεί ίσο με το ήμισυ του ετήσιου εμπορικού επιτοκίου που ίσχυε στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή 7,575 %. Το ποσό αυτό (δηλαδή ο μη καταβληθείς δασμός συν τον τόκο) κατανεμήθηκε σε όλες τις εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας.

Τρεις εταιρείες επωφελήθηκαν από το σύστημα αυτό κατά την περίοδο της έρευνας και έτυχαν επιδοτήσεων μεταξύ 0,01 και 5,89 %. Καμία από τις εταιρείες αυτές δεν ζήτησε αφαίρεση του τέλους για την υποβολή της σχετικής αίτησης ή άλλου αναγκαίου εξόδου που πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση ή τη λήψη της επιδότησης. Η Biochem Synergy δεν προσκόμισε καμία επαληθεύσιμη πληροφορία σχετικά με το σύστημα αυτό. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, τα προσωρινά συμπεράσματα σχετικά με τις επιδοτήσεις που έλαβε η εν λόγω εταιρεία στο πλαίσιο του συστήματος, συνήχθησαν με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. Λόγω ελλείψεως άλλων αξιόπιστων πληροφοριών από ανεξάρτητες πηγές και για να μην επιβραβευθεί η άρνηση συνεργασίας, κρίθηκε σκόπιμο να εφαρμοστεί στην εταιρεία αυτή το υψηλότερο ποσοστό κέρδους στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος που καθορίστηκε για τους άλλους συνεργασθέντες εξαγωγείς, δηλαδή 5,89 %.

3. Σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών

(28) Ένα άλλο μέσο της πολιτικής εισαγωγών και εξαγωγών που συνίσταται στην παροχή συνδρομής κατά τις εξαγωγές είναι το σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που άρχισε να ισχύει στις 7 Απριλίου 1997. Το σύστημα αυτό διαδέχεται το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων, το οποίο έληξε στις 31 Μαρτίου 1997. Το σύστημα παρουσιάζεται με δύο μορφές:

- τις πιστώσεις εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται πριν από την εξαγωγή,

- τις πιστώσεις εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται μετά την εξαγωγή.

α) Επιλεξιμότητα των πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται πριν από την εξαγωγή

(29) Μπορούν να επωφεληθούν από το σύστημα αυτό οι παραγωγοί/εξαγωγείς (δηλαδή κάθε παραγωγός στην Ινδία που πραγματοποιεί εξαγωγές) ή οι έμποροι/εξαγωγείς (δηλαδή οι εμπορικοί φορείς) που συνδέονται με τους παραγωγούς. Για να είναι επιλέξιμη στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, η εταιρεία πρέπει να έχει πραγματοποιήσει εξαγωγές επί μια τριετία πριν υποβάλει αίτηση πίστωσης.

β) Πρακτική εφαρμογή των πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται πριν από την εξαγωγή

(30) Οποιοσδήποτε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει άδεια χορήγησης πιστωτικού ποσού το οποίο χρησιμοποιείται για την εξόφληση των απαιτητών δασμών επί των μελλοντικών εισαγωγών εμπορευμάτων. Η άδεια αυτή, με την οποία χορηγείται πίστωση που αντιστοιχεί στο 5 % της ετήσιας μέσης αξίας όλων των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την προηγούμενη τριετία, εκδίδεται αυτόματα. Η χορήγηση της άδειας εξαρτάται από την ανάληψη εξαγωγικής υποχρέωσης, από την οποία ο κάτοχος της άδειας αυτής απαλλάσσεται, μόλις πραγματοποιήσει εξαγωγές αξίας τέτοιας που του επιτρέπει να ζητήσει πίστωση ισοδύναμη με εκείνη που έχει ήδη χορηγηθεί στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος.

(31) Αντίθετα με το σύστημα του βιβλιαρίου πιστώσεων, το σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται πριν από την πραγματοποίηση εξαγωγών επιτρέπει τη χρησιμοποίηση των πιστώσεων αυτών μόνο για τους απαιτητούς δασμούς επί των μεταγενέστερων εισαγωγών συντελεστών παραγωγής (που δεν περιλαμβάνονται στον «Περιοριστικό κατάλογο των εισαγωγών»), οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την παραγωγή προϊόντων στις εγκαταστάσεις της εν λόγω εταιρείας («προϋπόθεση του πραγματικού χρήστη»). Οι εν λόγω εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν μπορούν να μεταβιβαστούν, να μισθωθούν, να πωληθούν, να εκχωρηθούν ή να διατεθούν σε καμία περίπτωση.

(32) Οι πιστώσεις του εν λόγω συστήματος δεν είναι μεταβιβάσιμες. Η άδεια ισχύει για περίοδο δώδεκα μηνών, αρχής γενομένης από την ημερομηνία χορήγησής της. Τη στιγμή της εισαγωγής, ο εξαγωγέας αναλαμβάνει να χρησιμοποιήσει τους συντελεστές παραγωγής για την εξαγωγή του τελικού προϊόντος. Όταν μια εταιρεία χρησιμοποιήσει όλες τις χορηγούμενες πιστώσεις, μπορεί να ζητήσει επιπλέον πίστωση, η οποία αντιστοιχεί στο 5 % της μέσης αξίας των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την προηγούμενη τριετία.

(33) Όταν μια εταιρεία λάβει πίστωση, μπορεί να εισαγάγει συντελεστές παραγωγής με δασμολογική ατέλεια. Όσον αφορά την προϋπόθεση του πραγματικού χρήστη, οι ινδικές δημόσιες αρχές αναφέρουν ότι οι ινδικές τελωνειακές αρχές γνωρίζουν συνήθως τις γενικές ανάγκες εισαγωγών του εισαγωγέα. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία διαδικασία ελέγχου που επιτρέπει να διασφαλιστεί η τήρηση της προϋπόθεσης αυτής.

(34) Όταν χρησιμοποιηθούν όλες οι πιστώσεις, η εταιρεία οφείλει να καταβάλει τέλος στην αρμόδια αρχή.

γ) Συμπέρασμα σχετικά με τις εισαγωγικές πιστώσεις που χορηγούνται πριν από την εξαγωγή

(35) Το σύστημα αυτό δεν είναι επιτρεπόμενο σύστημα διαγραφής/επιστροφής ή σύστημα επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι, παρά την ύπαρξη της «προϋπόθεσης του πραγματικού χρήστη», η χορηγούμενη πίστωση δεν υπολογίζεται σε συνάρτηση με τους συντελεστές παραγωγής που πρέπει πράγματι να καταναλωθούν κατά την παραγωγική διαδικασία. Επιπλέον, δεν υπάρχει σύστημα ή διαδικασία που επιτρέπει να εξακριβωθεί ποιοι συντελεστές παραγωγής έχουν καταναλωθεί στην παραγωγική διαδικασία του εισαγόμενου προϊόντος και σε ποιες ποσότητες. Το σημείο 5 της παραγράφου ΙΙ του παραρτήματος ΙΙ και το σημείο 3 της παραγράφου ΙΙ του παραρτήματος ΙΙΙ του βασικού κανονισμού ορίζουν ότι όταν καθοριστεί ότι οι δημόσιες αρχές της χώρας εξαγωγής δεν έχουν θεσπίσει ένα τέτοιο σύστημα, η χώρα εξαγωγής οφείλει κατά κανόνα να προβαίνει σε συμπληρωματική εξέταση με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής που έχουν χρησιμοποιηθεί, ή τις συναλλαγές που όντως έχουν πραγματοποιηθεί, αντίστοιχα, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον έχει καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο του κανονικού. Οι ινδικές δημόσιες αρχές δεν προέβησαν σε τέτοια εξέταση. Επομένως, η Επιτροπή δεν εξέτασε αν ήταν πράγματι μεγαλύτερο του κανονικού το επιστραφέν ποσό των εισαγωγικών επιβαρύνσεων επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής που καταναλώθηκαν στην παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος.

(36) Το σύστημα αποτελεί επιδότηση, δεδομένου ότι η χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημόσιων αρχών, υπό μορφή παραίτησης από απαίτηση εισαγωγικών δασμών, αποφέρει όφελος στην εταιρεία, η οποία μπορεί να εισάγει εμπορεύματα με δασμολογική ατέλεια. Πρόκειται για επιδότηση που εξαρτάται de jure από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

δ) Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης για τις πιστώσεις των εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται πριν από την εξαγωγή

(37) Το όφελος που προσπορίζονται οι εξαγωγείς υπολογίστηκε με βάση το ποσό του κανονικά απαιτητού δασμού επί των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας, αλλά που δεν καταβλήθηκε στο πλαίσιο του συστήματος αυτού. Προκειμένου να καθοριστεί η συνολική αξία του οφέλους που προσπορίζεται ο δικαιούχος στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, το ποσό αυτό προσαρμόστηκε με την πρόσθεση του τόκου που αντιστοιχεί στην περίοδο της έρευνας. Λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα της επιδότησης αυτής, η οποία ισοδυναμεί με σειρά επιχορηγήσεων, κρίθηκε κατάλληλο, για τους ίδιους λόγους με εκείνους που διευκρινίζονται στην αιτιολογική σκέψη 27, ένα ποσοστό 7,575 %, δηλαδή το ήμισυ του εμπορικού επιτοκίου που ίσχυε στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας. Το ποσό του οφέλους κατανεμήθηκε επί του συνόλου των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας.

Μια εταιρεία προσέφυγε στο σύστημα αυτό κατά την περίοδο της έρευνας και αποκόμισε όφελος 0,05 %. Κατά τον υπολογισμό του οφέλους, τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν κατ' ανάγκη για την εξασφάλιση της επιδότησης αφαιρέθηκαν κατόπιν αιτήσεως της εταιρείας. Μια άλλη εταιρεία, η Biochem Synergy δεν προσκόμισε καμία επαληθεύσιμη πληροφορία σχετικά με το σύστημα αυτό. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, τα προσωρινά συμπεράσματα σχετικά με τις επιδοτήσεις που έλαβε η εν λόγω εταιρεία στο πλαίσιο του συστήματος αυτού πριν από την εξαγωγή, συνήχθησαν με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. Λόγω ελλείψεως άλλων αξιόπιστων πληροφοριών από ανεξάρτητες πηγές και για να μην επιβραβευθεί η άρνηση συνεργασίας, κρίθηκε σκόπιμο να εφαρμοστεί στην εταιρεία αυτή το υψηλότερο ποσοστό κέρδους που καθορίστηκε για τους άλλους συνεργασθέντες εξαγωγείς, δηλαδή 0,05 %.

ε) Επιλεξιμότητα για το σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται μετά την εξαγωγή

(38) Το σύστημα αυτό είναι σχεδόν πανομοιότυπο με το σύστημα των πιστωτικών βιβλιαρίων που περιγράφεται παραπάνω. Μπορούν να επωφεληθούν από το σύστημα αυτό οι παραγωγοί/εξαγωγείς (δηλαδή κάθε παραγωγός στην Ινδία που πραγματοποιεί εξαγωγές) ή οι έμποροι/εξαγωγείς (δηλαδή οι φορείς).

στ) Πρακτική εφαρμογή του συστήματος πιστώσεων εισαγωγικών δασμών μετά την εξαγωγή

(39) Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, κάθε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει πιστώσεις που αντιστοιχούν σε ποσοστό της αξίας των εξαγόμενων τελικών προϊόντων. Τα ποσοστά αυτά έχουν καθοριστεί από τις ινδικές δημόσιες αρχές για το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των εξεταζόμενων προϊόντων, με βάση τα καθιερωμένα πρότυπα εισόδου/εξόδου. Μια άδεια που αναφέρει το ποσό της χορηγούμενης πίστωσης εκδίδεται αυτόματα.

Το σύστημα προβλέπει τη χρησιμοποίηση των πιστώσεων αυτών για κάθε μεταγενέστερη εισαγωγή (για παράδειγμα πρώτων υλών ή κεφαλαιουχικών αγαθών) που δεν περιλαμβάνεται στον περιοριστικό κατάλογο εισαγωγών. Τα εισαγόμενα αυτά προϊόντα μπορούν να πωληθούν στην εγχώρια αγορά (με καταβολή του φόρου επί των πωλήσεων) ή να χρησιμοποιηθούν με άλλο τρόπο.

Οι πιστώσεις αυτές μπορούν να μεταβιβαστούν ελεύθερα. Η άδεια ισχύει για περίοδο δώδεκα μηνών, αρχής γενομένης από την ημερομηνία χορήγησής της.

(40) Όταν χρησιμοποιηθούν όλες οι πιστώσεις, η εταιρεία οφείλει να καταβάλει τέλος στην αρμόδια αρχή.

ζ) Συμπέρασμα σχετικά με το σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται μετά την εξαγωγή

(41) Το σύστημα αυτό εξαρτάται σαφώς από την προϋπόθεση επίτευξης εξαγωγικής επίδοσης. Όταν μια εταιρεία εξάγει εμπορεύματα, λαμβάνει πίστωση την οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει για την εξόφληση των απαιτητών δασμών επί των μελλοντικών εισαγωγών οποιουδήποτε εμπορεύματος (πρώτων υλών ή κεφαλαιουχικών αγαθών). Όπως το βιβλιάριο πιστώσεων, για τους ίδιους λόγους που εκτίθενται στην αιτιολογική σκέψη 24, δεν πρόκειται για επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής ή σύστημα επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Το σύστημα αυτό αποτελεί επιδότηση, δεδομένου ότι η χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημόσιων αρχών, υπό μορφή παραίτησης από απαίτηση εισαγωγικών δασμών, αποφέρει όφελος στην εταιρεία, η οποία μπορεί να εισάγει εμπορεύματα με δασμολογική ατέλεια. Πρόκειται για επιδότηση που εξαρτάται de jure από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

η) Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης για το σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται μετά την εξαγωγή

(42) Δεν προέκυψαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι εταιρείες επωφελήθηκαν από το σύστημα αυτό κατά την περίοδο της έρευνας. Ωστόσο, η Biochem Synergy δεν προσκόμισε καμία επαληθεύσιμη πληροφορία σχετικά με το σύστημα αυτό. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, τα προσωρινά συμπεράσματα σχετικά με τις επιδοτήσες που έλαβε η εν λόγω εταιρεία στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, συνήχθησαν με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. Λόγω ελλείψεως άλλων αξιόπιστων πληροφοριών από ανεξάρτητες πηγές και για να αποφευχθεί η επιβράβευση της άρνησης συνεργασίας, εφαρμόστηκε ποσοστό 3,75 % στην εταιρεία αυτή. Το ποσοστό αυτό υπολογίστηκε με βάση το πραγματικό ποσοστό 15 % που εφαρμόζεται για τις εξαγωγές κεφαλεζίνης (του μοναδικού προϊόντος που εξάγει η εταιρεία αυτή) και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το σύστημα αυτό ίσχυε μόνο κατά το τελευταίο τρίμηνο της περιόδου έρευνας.

4. Σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά

(43) Ένα άλλο μέσο της πολιτικής εισαγωγών και εξαγωγών που συνίσταται στην παροχή συνδρομής κατά τις εξαγωγές είναι το σύστημα πρόωθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά, το οποίο θεσπίστηκε την 1η Απριλίου 1990 και τροποποιήθηκε στις 5 Ιουνίου 1995.

α) Επιλεξιμότητα

(44) Μπορούν να επωφεληθούν από το σύστημα αυτό οι παραγωγοί/εξαγωγείς (δηλαδή κάθε παραγωγός στην Ινδία που πραγματοποιεί εξαγωγές) ή οι έμποροι/εξαγωγείς (δηλαδή οι εμπορικοί φορείς). Από την 1η Απριλίου 1997, οι παραγωγοί που συνδέονται με εμπόρους/εξαγωγείς μπορούν επίσης να επωφεληθούν από το σύστημα αυτό.

β) Πρακτική εφαρμογή

(45) Για να μπορέσει να επωφεληθεί από το σύστημα αυτό, μια εταιρεία πρέπει να παράσχει στις αρμόδιες αρχές πληροφορίες σχετικά με τον τύπο και την αξία των κεφαλαιουχικών αγαθών που πρέπει να εισαχθούν. Ανάλογα με τις εξαγωγικές δεσμεύσεις που προτίθεται να αναλάβει, η εταιρεία μπορεί να εισαγάγει τα κεφαλαιουχικά αγαθά με μηδενικό ή μειωμένο δασμό. Εκδίδεται αυτόνομα άδεια που επιτρέπει την εισαγωγή με προτιμησιακό δασμό.

(46) Προκειμένου να εκπληρωθεί η εξαγωγική υποχρέωση, τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά αγαθά πρέπει να έχουν χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων.

(47) Για τη λήψη άδειας, καταβάλλεται τέλος για την υποβολή της σχετικής αίτησης.

γ) Συμπέρασμα σχετικά με το σύστημα προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά

(48) Το σύστημα αυτό είναι αντισταθμίσιμη επιδότηση, δεδομένου ότι η καταβολή από τον εξαγωγέα μηδενικού ή μειωμένου δασμού αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημόσιων αρχών, η δημόσια διοίκηση παραιτείται από την απαίτηση εσόδων και ο δικαιούχος προσπορίζεται όφελος, δεδομένου ότι καταβάλλει χαμηλότερους δασμούς ή απαλλάσσεται από την καταβολή εισαγωγικών δασμών.

(49) Πρόκειται για επιδότηση που εξαρτάται de jure από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι μπορεί να ληφθεί μόνον εφόσον αναληφθεί δέσμευση εξαγωγής προϊόντων, και επομένως θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα.

δ) Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(50) Το όφελος που προσπορίστηκαν οι εξαγωγείς υπολογίστηκε με βάση το ποσό του μη καταβληθέντος απαιτητού δασμού επί των εισαγόμενων κεφαλαιουχικών αγαθών, το οποίο κατανεμήθηκε σε περίοδο που αντιστοιχεί στην κανονική διάρκεια απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών στον κλάδο των αντιβιοτικών. Η περίοδος αυτή καθορίστηκε με τον υπολογισμό του μέσου σταθμισμένου όρου (με βάση τον όγκο της παραγωγής των υπό εξέταση προϊόντων) των περιόδων απόσβεσης των κεφαλαιουχικών αγαθών που εισήγαγε πράγματι κάθε εταιρεία στο πλαίσιο του συστήματος, πράγμα που οδήγησε σε κανονική περίοδο απόσβεσης δέκα ετών. Το ποσό που υπολογίστηκε κατά τον τρόπο αυτό, το οποίο αποδίδεται στην περίοδο της έρευνας, προσαρμόστηκε με την προσθήκη του τόκου που αντιστοιχεί στην περίοδο της έρευνας κατά τρόπο ώστε να καθοριστεί η συνολική αξία του οφέλους που προσπορίστηκε ο δικαιούχος δυνάμει του συστήματος αυτού. Λόγω του χαρακτήρα της επιδότησης αυτής, που αντιστοιχεί σε εφάπαξ επιχορήγηση, κρίθηκε κατάλληλο το εμπορικό επιτόκιο που ίσχυε στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή 15,5 %. Το ποσό αυτό κατανεμήθηκε στη συνέχεια επί του συνόλου των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας.

Τρεις εταιρείες επωφελήθηκαν από το σύστημα αυτό κατά την περίοδο της έρευνας και έτυχαν επιδοτήσεων μεταξύ 0,03 και 1,17 %. Καμία από τις εταιρείες αυτές δεν ζήτησε αφαίρεση του τέλους για την υποβολή της σχετικής αίτησης ή άλλου αναγκαίου εξόδου που πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση ή τη λήψη της επιδότησης.

5. Ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών/Μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό

(51) Ένα άλλο μέσο της πολιτικής εισαγωγών και εξαγωγών που συνίσταται στην παροχή συνδρομής κατά τις εξαγωγές είναι το σύστημα των ελεύθερων βιομηχανικών ζωνών εξαγωγών/μονάδων με εξαγωγικό προσανατολισμό, που θεσπίστηκε στις 22 Ιουνίου 1994.

α) Επιλεξιμότητα

(52) Οι εταιρείες που βρίσκονται σε μια από τις επτά ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών που έχουν προσδιοριστεί, οι οποίες αναλαμβάνουν να εξαγάγουν τουλάχιστον το 75 % της παραγωγής τους, μπορούν να τύχουν ορισμένων οφελών. Οι μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό (οι οποίες κατονομάζονται επίσης αυτόνομες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών), που μπορούν να βρίσκονται σε οποιοδήποτε σημείο της Ινδίας, τυγχάνουν των ίδιων οφελών. Οι τελευταίες είναι μονάδες υπό τελωνειακό έλεγχο που υπόκεινται στην επιτήρηση των τελωνειακών αρχών. Από 1ης Απριλίου 1997, οι εταιρείες που βρίσκονται στα τεχνολογικά πάρκα για την παραγωγή ηλεκτρονικού εξοπλισμού και λογισμικού, μπορούν επίσης να τύχουν παρόμοιων οφελών με εκείνα που παρέχονται στις επιχειρήσεις των ελεύθερων βιομηχανικών ζωνών εξαγωγών και στις μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό.

β) Πρακτική εφαρμογή

(53) Οι εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στις ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών και οι μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό μπορούν να τύχουν των ακόλουθων οφελών:

- αναστολή της είσπραξης των δασμών που είναι απαιτητοί επί των αγορών κεφαλαιουχικών αγαθών κατά τη διάρκεια της περιόδου τελωνειακής επίβλεψης,

- απαλλαγή από τους δασμούς που είναι απαιτητοί επί των αγορών πρώτων υλών και αναλώσιμων προϊόντων,

- απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης επί των εμπορευμάτων που αγοράζονται στην εγχώρια αγορά,

- επιστροφή του κεντρικού φόρου επί των πωλήσεων που έχει καταβληθεί για τα εμπορεύματα που έχουν αγοραστεί στην εγχώρια αγορά.

Οι εταιρείες που είναι εγατεστημένες στις ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών και εκείνες που επιθυμούν να τύχουν της μεταχείρησης που προβλέπεται για τις μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό πρέπει να υποβάλουν σχετική αίτηση στις αρμόδιες αρχές. Η αίτηση αυτή πρέπει να περιέχει λεπτομέρειες σχετικές, μεταξύ άλλων, με τις προβλεπόμενες ποσότητες παραγωγής, την προβλεπόμενη αξία των εξαγωγών, τις ανάγκες εισαγωγών και τις εγχώριες ανάγκες για την επόμενη πενταετία. Αν οι αρχές δεχθούν την αίτηση της εταιρείας, η εταιρεία ενημερώνεται για τους όρους και τις προϋποθέσεις που απορρέουν από την αποδοχή αυτή. Οι εταιρείες που βρίσκονται στις ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών και οι μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό αναγνωρίζονται για μια πενταετία. Η περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί.

γ) Συμπέρασμα σχετικά με τις ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών και τις μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό

(54) Το σύστημα αυτό συνίσταται στη χορήγηση αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, δεδομένου ότι οι εκχωρήσεις που παρέχονται δυνάμει του συστήματος αποτελούν χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημόσιων αρχών, η δημόσια διοίκηση παραιτείται από την απαίτηση εσόδων και ο δικαιούχος προσπορίζεται όφελος. Οι εκχωρήσεις που χορηγούνται αφορούν την αναστολή της είσπραξης των απαιτητών δασμών επί των κεφαλαιουχικών αγαθών κατά την περίοδο της τελωνειακής επίβλεψης, την απαλλαγή από δασμούς επί των πρώτων υλών και των αναλώσιμων προϊόντων, την απαλλαγή από ειδικούς φόρους κατανάλωσης επί των εμπορευμάτων που αγοράζονται από εγχώριες πηγές και την επιστοφή του κεντρικού φόρου επί των πωλήσεων που καταβάλλεται για τα εμπορεύματα που αγοράζονται στην εγχώρια αγορά. Η αναστολή της είσπραξης των δασμών επί των κεφαλαιουχικών αγαθών θεωρείται ότι ισοδυναμεί με απαλλαγή, δεδομένου ότι ενόσω η εταιρεία πληροί τις εξαγωγικές υποχρεώσεις της, μπορεί, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, να αποφασίσει ανά πάσα στιγμή αν και πότε πρέπει να αποδεσμεύσει από το τελωνείο τα κεφαλαιουχικά αγαθά.

(55) Όλες οι προαναφερόμενες επιδοτήσεις εξαρτώνται de jure από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι μπορούν να ληφθούν μόνον αν η εταιρεία αναλάβει εξαγωγική υποχρέωση και, επομένως, θεωρούνται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα.

δ) Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(56) Το όφελος που προσπορίζονται οι εξαγωγείς υπολογίστηκε με βάση το ποσό του κανονικά απαιτητού δασμού ή φόρου επί των εισαγόμενων ή εγχωρίως αγορασθέντων εμπορευμάτων (δηλαδή των πρώτων υλών και των κεφαλαιουχικών αγαθών) κατά την περίοδο της έρευνας. Προκειμένου να καθοριστεί η συνολική αξία του οφέλους που προσπορίζεται ο δικαιούχος στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, το ποσό αυτό προσαρμόστηκε με την πρόσθεση σ' αυτό του τόκου που αντιστοιχεί στην περίοδο της έρευνας. Λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα της επιδότησης αυτής, η οποία ισοδυναμεί με σειρά επιχορηγήσεων, κρίθηκε κατάλληλο, όσον αφορά τις πρώτες ύλες, για τους ίδιους λόγους με εκείνους που διευκρινίζονται στην αιτιολογική σκέψη 27, ποσοστό 7,575 %, δηλαδή το ήμισυ του εμπορικού επιτοκίου που ίσχυε στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας. Για τα κεφαλαιουχικά αγαθά, κρίθηκε κατάλληλο το εμπορικό επιτόκιο που ίσχυε στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή 15,15 %, δεδομένου ότι η επιδότηση ισοδυναμεί με εφάπαξ χορήγηση, και το ποσό αυτό κατανεμήθηκε σε περίοδο που αντιστοιχεί στην κανονική διάρκεια απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών στον κλάδο των αντιβιοτικών (δηλαδή δέκα έτη), όπως επεξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 50 παραπάνω. Το ποσό του οφέλους που καθορίστηκε κατά τον τρόπο αυτό, το οποίο καταλογίζεται στην περίοδο της έρευνας, κατανεμήθηκε επί του συνόλου των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας.

Μια εταιρεία, η Orchid Chemicals & Pharmaceuticals Ltd, είναι αναγνωρισμένη μονάδα με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η εταιρεία αυτή προσπορίστηκε όλα τα οφέλη που προσφέρει το σύστημα αυτό με ποσοστό 34,38 %.

6. Σύστημα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος

(57) Το σύστημα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος βασίζεται στο νόμο του 1961 περί φόρου εισοδήματος. Ο νόμος αυτός, που τροποποιείται κάθε χρόνο από το νόμο περί οικονομικών, ορίζει τους όρους είσπραξης των φόρων καθώς και τις διάφορες απαλλαγές/μειώσεις που μπορούν να ζητηθούν. Μεταξύ των απαλλαγών που μπορούν να ζητηθούν από τις εταιρείες, περιλαμβάνονται εκείνες που καλύπτονται από τα άρθρα 10Α, 10Β και 80HHC του νόμου.

α) Επιλεξιμότητα

(58) Η απαλλαγή δυνάμει του τμήματος 10Α μπορεί να ζητηθεί από τις εταιρείες που βρίσκονται στις ζώνες ελεύθερου εμπορίου. Η απαλλαγή δυνάμει του τμήματος 10Β μπορεί να ζητηθεί από τις μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η απαλλαγή δυνάμει του τμήματος 80HHC μπορεί να ζητηθεί από οποιαδήποτε επιχείρηση που εξάγει εμπορεύματα.

β) Πρακτική εφαρμογή

(59) Για να επωφεληθεί από τις απαλλαγές/μειώσεις των προαναφερόμενων φόρων, μια εταιρεία πρέπει να υποβάλει αίτηση τη στιγμή κατάθεσης της φορολογικής της δήλωσης στη διοίκηση στο τέλος του φορολογικού έτους. Το φορολογικό έτος διαρκεί από 1ης Απριλίου έως 31 Μαρτίου. Η φορολογική δήλωση πρέπει να υποβληθεί στις διοικητικές αρχές πριν από τις 30 του επόμενου Νοεμβρίου. Η τελική αξιολόγηση από τις αρχές μπορεί να διαρκέσει μέχρι τρία έτη από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης. Μια εταιρεία μπορεί να ζητήσει μία μόνον από τις μειώσεις που προβλέπονται στα προαναφερόμενα τρία τμήματα.

Δυνάμει των τμημάτων 10Α, 10Β και 80HHC, οι εταιρείες μπορούν να ζητήσουν απαλλαγές για τα φορολογητέα εισοδήματα που αντιστοιχούν στα κέρδη που απέφεραν οι εξαγωγικές πωλήσεις. Δυνάμει των τμημάτων 10Α και 10Β μόνο, οι εταιρείες που συστήθηκαν μετά την 1η Απριλίου 1994 μπορούν να πραγματοποιήσουν το 25 % των πωλήσεών τους στην Ινδία και να επωφεληθούν από απαλλαγή κατά 100 % για τα φορολογητέα εισοδήματα που αντιστοιχούν στα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν επί του συνόλου των πωλήσεων (δηλαδή των εξαγωγικών και εγχώριων πωλήσεων) οι εταιρείες που συστήθηκαν πριν από την 1η Απριλίου 1994, μπορούν να ζητήσουν αναλογική μείωση των φορολογητέων εισοδημάτων τους με βάση τη σχέση μεταξύ των εγχώριων και των εξαγωγικών πωλήσεων.

γ) Συμπέρασμα σχετικά με το σύστημα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος

(60) Το στοιχείο ε) του επεξηγηματικού καταλόγου εξαγωγικών επιδοτήσεων (Παράρτημα Ι του βασικού κανονισμού) αναφέρει ότι «η ολοσχερής ή μερική απαλλαγή [ . . . ] ειδικώς για τις εξαγωγές και αφορούν άμεσους φόρους» αποτελούν εξαγωγική επιδότηση. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, υπάρχει χρηματοδοτική συνεισφορά των δημόσιων ινδικών αρχών, οι οποίες παραιτούνται από την απαίτηση δημόσιων εσόδων υπό μορφή άμεσων φόρων οι οποίοι θα ήταν διαφορετικά απαιτητοί αν δεν είχε ζητήσει η εταιρεία απαλλαγή φόρου εισοδήματος. Η χρηματοδοτική αυτή συνεισφορά αποφέρει όφελος στον δικαιούχο, δεδομένου ότι μειώνει το φόρο εισοδήματός του.

(61) Η επιδότηση εξαρτάται de jure από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι τα κέρδη που αποκομίζονται από τις εξαγωγικές πωλήσεις απαλλάσσονται από φόρους και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα.

δ) Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(62) Οπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 59 παραπάνω, οι αιτήσεις δυνάμει των τμημάτων 10Α, 10Β και 80HHC υποβάλλονται στο τέλος του φορολογικού έτους, συγχρόνως με τη φορολογική δήλωση. Δεδομένου ότι το φορολογικό έτος στην Ινδία διαρκεί από 1ης Απριλίου έως 31 Μαρτίου, κρίνεται σκόπιμο να υπολογιστεί το όφελος που αποφέρει το σύστημα αυτό με βάση το φορολογικό έτος 1996/97 (δηλαδή από 1ης Απριλίου 1996 έως 31 Μαρτίου 1997) που καλύπτει εννέα μήνες της περιόδου έρευνας. Επομένως, το όφελος που αποκόμισαν οι εξαγωγείς υπολογίστηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του κανονικά απαιτητού ποσού του φόρου χωρίς απαλλαγή και του ποσού του φόρου αυτού με απαλλαγή. Ελήφθη υπόψη το γεγονός ότι ορισμένες εταιρείες υπόκεινται στον ελάχιστο εναλλακτικό φόρο που αποτελεί εναλλακτική μέθοδο υπολογισμού του προβλεπόμενου φόρου στο πλαίσιο του νόμου περί φόρου εισοδήματος. Το ποσοστό φόρου των εταιρειών ανερχόταν σε 43 % για το τρέχον φορολογικό έτος. Προκειμένου να καθοριστεί η συνολική αξία του οφέλους που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το ποσό αυτό προσαρμόστηκε με την πρόσθεση σ' αυτό του τόκου που αντιστοιχεί στην περίοδο της έρευνας. Λόγω του χαρακτήρα της επιδότησης αυτής, που αντιστοιχεί σε εφάπαξ επιχορήγηση, κρίθηκε κατάλληλο το εμπορικό επιτόκιο που ίσχυε στην Ινδία κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή 15,5 %. Το ποσό του οφέλους κατανεμήθηκε επί του συνόλου των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά το φορολογικό έτος 1996/97. Οσον αφορά τις απαλλαγές δυνάμει των τμημάτων 10Α και 10Β του νόμου, ακόμη και αν εξοικονομηθούν φόροι σε σχέση με τις εγχώριες πωλήσεις δυνάμει των τμημάτων αυτών, θεωρείται ότι, επειδή το σύστημα εξαρτάται από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης, οι συνολικοί εξοικονομούμενοι φόροι πρέπει να κατανεμηθούν επί των εξαγωγικών πωλήσεων μόνο.

Κατά το φορολογικό έτος 1996/97, μια εταιρεία επωφελήθηκε από το σύστημα αυτό δυνάμει του τμήματος 10Β και προσπορίστηκε όφελος 2,88 %, ενώ έξι εταιρείες επωφελήθηκαν από το σύστημα αυτό δυνάμει του τμήματος 80HHC και έτυχαν επιδοτήσεων από 0,82 % έως 6,46 %.

7. Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(63) Για καθέναν από τους εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων καθορίζεται ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Δ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(64) Βάσει των πληροφοριών που διέθετε η Επιτροπή τη στιγμή της έναρξης της διαδικασίας, οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα. Επομένως, θεωρήθηκε ότι αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 τον βασικού κανονισμού.

(65) Ορισμένα μέρη υποστήριξαν ότι οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί δεν αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό, επειδή η εταιρεία Gist-Brocades BV, Delft, Κάτω Χώρες, που αποτελεί έναν από τους κυριότερους παραγωγούς αντιβιοτικών, δεν είχε λάβει μέρος στην καταγγελία. Τα εν λόγω μέρη αμφισβήτησαν την αντιπροσωπευτικότητα των καταγγελλόντων και κάθε μεταγενέστερο συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

Μετά από αποστολή ερωτηματολογίου με σκοπό τη διεξοδικότερη εξέταση του ισχυρισμού αυτού, καθορίστηκε ότι η εταιρεία Gist-Brocades BV, μείωνε σταθερά την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα κατά την υπό εξέταση περίοδο και, αντίθετα, είχε συγκεντρώσει τις δραστηριότητές της στην εισαγωγή τον εν λόγω προϊόντος από θυγατρικές εταιρείες ή κοινές επιχειρήσεις που βρίσκονται εκτός της Κοινότητας.

Επιπλέον, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, η Επιτροπή καθόρισε ότι πέραν των καταγγελλόντων παραγωγών και της Gist-Brocades BV, δεν υπάρχουν στην Κοινότητα άλλοι σημαντικοί παραγωγοί του υπό εξέταση προϊόντος, δεδομένου ότι οι μοναδικοί άλλοι παραγωγοί στην Κοινότητα του εν λόγω προϊόντος δεν πωλούν το εν λόγω προϊόν αυτό καθαυτό, αλλά το παράγουν για δεσμευμένη χρήση, δηλαδή το ενσωματώνουν σε τελικές δοσολογικές μορφές.

Επομένως, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί (εφεξής καλούμενοι «κοινοτικός κλάδος παραγωγής») αντιπροσωπεύουν σχεδόν ολόκληρη την παραγωγή του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας.

Ε. ΖΗΜΙΑ

1. Κατανάλωση στην Κοινότητα

(66) Για τον υπολογισμό της φαινομένης κοινοτικής κατανάλωσης του υπό εξέταση προϊόντος, η Επιτροπή πρόσθεσε:

- το συνολικό όγκο των πωλήσεων που πραγματοποίησαν στην Κοινότητα οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί του υπό εξέταση προϊόντος,

- τις συνολικές εισαγωγές στην Κοινότητα του υπό εξέταση προϊόντος από όλες τις τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας.

(67) Προκειμένου να καθοριστούν, για ολόκληρη την υπό εξέταση περίοδο, συνεκτικά αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τη διηυρυμένη Κοινότητα των Δεκαπέντε, οι συνολικές εισαγωγές υπολογίστηκαν με βάση τις στατιστικές της Eurostat για τους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20, και ex 2941 90 00, και τις εθνικές στατιστικές της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας πριν από την προσχώρησή τους στην Κοινότητα. Πρέπει να σημειωθεί ότι ένα κράτος μέλος ζήτησε να μείνουν εμπιστευτικές οι στατιστικές σχετικά με τις εισαγωγές του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και, επομένως, οι στατιστικές αυτές δεν ήταν αμέσως διαθέσιμες. Ωστόσο, το εν λόγω κράτος μέλος συμφώνησε να παράσχει τα εν λόγω αριθμητικά στοιχεία στην Επιτροπή, σε εμπιστευτική βάση και μόνο για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας. Επομένως, όλα τα κατωτέρω αριθμητικά στοιχεία που αφορούν τις εισαγωγές του προϊόντος που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας στην Κοινότητα παρέχονται υπό μορφή δεικτών.

(68) Στη βάση αυτή, διαπιστώθηκε ότι η φαινομένη κοινοτική κατανάλωση του προϊόντος που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας αυξήθηκε κατά 54,6 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας.

2. Παράγοντες και εκτιμήσεις σχετικά με τις επιδοτούμενες εισαγωγές

α) Όγκος και μερίδιο αγοράς των επιδοτούμενων εισαγωγών

(69) Ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ινδίας αυξήθηκε κατά 300 % περίπου μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας. Κατά την ίδια περίοδο, το μερίδιο αγοράς της Κοινότητας που κατέχουν οι εν λόγω εισαγωγές αυξήθηκε κατά 157 %. Οσον αφορά το καθεστώς της Ινδίας ως αναπτυσσόμενης χώρας και τις διατάξεις τον άρθρου 14 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι ο όγκος των εισαγωγών καταγωγής Ινδίας ήταν σαφώς μεγαλύτερος από το 4 % των συνολικών εισαγωγών τον ομοειδούς προϊόντος στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας.

β) Τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών

(70) Από τα συνολικά στοιχεία της Eurostat και των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας προκύπτει ότι η τιμή εισαγωγής του προϊόντος καταγωγής Ινδίας που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας μειώθηκε κατά 40 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι, επειδή οι προαναφερόμενοι κωδικοί ΣΟ μπορούν επίσης να καλύψουν τα εν λόγω αντιβιοτικά ευρέος φάσματος σε τελικές δοσολογικές μορφές, η σύγκριση των τιμών που βασίζονται σε στοιχεία της Eurostat δεν είναι πράγματι άξια λόγου και πρέπει να θεωρηθεί ως απλή ένδειξη της πτωτικής τάσης των τιμών.

(71) Για την περίοδο της έρευνας, οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνέκριναν τις τιμές πώλησης των εξαγόντων παραγωγέων με τις τιμές των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών. Για τους εξάγοντες παραγωγούς, ελλείψει καταβλητέων δασμών κατά την εισαγωγή, οι τιμές βασίστηκαν στις τιμές εξαγωγής cif. Για έναν συνδεόμενο εισαγωγέα, οι τιμές που εφαρμόστηκαν έναντι του πρώτου ανεξάρτητου αγοραστή της Κοινότητας συγκρίθηκαν με τις τιμές των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών.

(72) Οι τιμές των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών προσαρμόστηκαν, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, σε στάδιο που ήταν γνωστό ότι είναι συγκρίσιμο με εκείνο των ινδικών εξαγωγών, δηλαδή το στάδιο εκ του εργοστασίου, μετά από αφαίρεση των εξόδων μεταφοράς και ασφάλισης. Επιπλέον, αφαιρέθηκαν οι τυχόν μειώσεις, εκπτώσεις ή προμήθειες πωλήσεων που χορηγήθηκαν ή καταβλήθηκαν.

(73) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ότι κατά τη σύγκριση των τιμών των εξαγόντων παραγωγών με τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έπρεπε να γίνει προσαρμογή ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές του σταδίου εμπορίας, δεδομένου ότι οι περισσότερες πωλήσεις των παραγωγών/εξαγωγέων προορίζονταν για εμπόρους, ενώ οι περισσότερες πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής προορίζονταν για τελικούς χρήστες. Ωστόσο, το αίτημα αυτό δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένο και δεν μπόρεσε να ληφθεί υπόψη στο στάδιο αυτό. Εξάλλου, οι πληροφορίες που προσκόμισαν οι ίδιοι οι συνεργασθέντες εξάγοντες παραγωγοί στις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής φανερώνουν ότι οι εξάγοντες παραγωγοί πραγματοποιούν πωλήσεις τόσο σε εμπόρους χονδρικής πώλησης όσο και σε τελικούς χρήστες στην Κοινότητα. Επιπλέον, βάσει των πληροφοριών αυτών, δεν ήταν δυνατό να διαπιστωθούν συστηματικά διαφορετικά επίπεδα τιμών μεταξύ των πωλήσεων στους εμπόρους και των πωλήσεων στους τελικούς χρήστες.

(74) Πρέπει να σημειωθεί ότι οι πωλήσεις πραγματοποιούνται σε συγκεκριμένη βάση και, επομένως, ότι οι τιμές ποικίλλουν καθ' όλη τη διάρκεια του έτους ανάλογα με την πίεση που ασκείται στην αγορά. Ορισμένοι παράγοντες όπως οι συναλλαγματικές διακυμάνσεις μπορούν να επηρεάσουν τις τάσεις της αγοράς, ανάλογα με τη στιγμή κατά την οποία συνάπτεται μια σύμβαση. Τα επίπεδα τιμών των ινδικών εισαγωγών αναλύθηκαν, σε μηνιαία βάση, για ολόκληρη την περίοδο της έρευνας. Από την ανάλυση αυτή προέκυψε ότι πραγματοποιούντο πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών καθ' όλη την περίοδο της έρευνας με ανώτατο σημείο κατά το δεύτερο τρίμηνο του 1997. Επομένως, τα περιθώρια των χαμηλότερων τιμών αποτελούν ένδειξη της συνεχούς πίεσης επί των τιμών που ασκούσαν οι ινδικές εισαγωγές στην κοινοτική αγορά.

(75) Τα αποτελέσματα της σύγκρισης, εκφραζόμενα σε ποσοστό των τιμών πώλησης των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών κατά την περίοδο της έρευνας, φανερώνουν την ύπαρξη σημαντικών περιθωρίων απόκλισης τιμών. Υπολογιζόμενα ανά εταιρεία, τα περιθώρια αυτά κυμαίνονται μεταξύ 0 % και 11,8 %.

3. Κατάσταση τον κοινοτικού κλάδου παραγωγής

α) Παραγωγή, ικανότητα παραγωγής και χρησιμοποίηση ικανότητας

(76) Συνολικά, η παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής αυξήθηκε από 3 698 τόνους το 1993 σε 4 795 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή σημείωσε αύξηση κατά 30 %. Η αύξηση αυτή της παραγωγής οφείλεται σε μεγάλο μέρος στις εξαγωγικές αγορές 7 πράγματι, οι εξαγωγές εκτός της Κοινότητας αυξήθηκαν από 2 122 τόνους το 1993 σε 3 215 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας, πράγμα που αντιπροσωπεύει αύξηση 52 % των εξαγωγών του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(77) Το υψηλό αυτό ποσοστό χρησιμοποίησης της ικανότητας παρέμεινε σταθερά σε σχετικά υψηλό επίπεδο. Ο συντελεστής χρησιμοποίησης της ικανότητας ανήλθε σε 92 % το 1993, στη συνέχεια μειώθηκε σε 87 % το 1994 για να ανέλθει εκ νέου σε 95 % 1995 και το 1996 και στη συνέχεια να μειωθεί εκ νέου ελαφρά σε 92 % κατά την περίοδο της έρευνας. Ο υψηλός αυτός συντελεστής χρησιμοποίησης είναι συνήθης για αυτό το βιομηχανικό κλάδο του τύπου αυτού. Πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατόρθωσε να αυξήσει την παραγωγή του χωρίς να αυξήσει αισθητά την ικανότητα παραγωγής του, πράγμα που οφείλειται κυρίως στη βελτίωση της αποδοτικότητάς του.

β) Πωλήσεις και μερίδιο αγοράς

(78) Κατά την υπό εξέταση περίοδο, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά αυξήθηκε από 1 040 τόνους το 1993 σε 1 253 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας, πράγμα που αντιπροσωπεύει αύξηση 21 % μόνο. Οι τάσεις αυτές πρέπει να εξεταστούν σε σχέση με την αύξηση της συνολικής φαινομένης κοινοτικής κατανάλωσης, η οποία ισοδυναμούσε με 54,6 % κατά την ίδια περίοδο.

Από τη σύγκριση μεταξύ του όγκου των πωλήσεων στην Κοινότητα και της φαινομένης κοινοτικής κατανάλωσης προκύπτει ότι το μερίδιο αγοράς που κατέχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μειώθηκε από 25 % το 1993 σε 18,1 % το 1996 για να ανέλθει στη συνέχεια ελαφρά σε 19,5 % κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή μειώθηκε συνολικά κατά 5,5 % που αντιπροσωπεύει πτώση 22 %.

γ) Αποθέματα

(79) Αν και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν συνηθίζει να διατηρεί αποθέματα ενεργών ουσιών όπως των αντιβιοτικών ευρέος φάσματος (λόγω των ημερομηνιών λήξεως) και το επίπεδο των αποθεμάτων παρέμεινε οριακό καθ' όλη την περίοδο της έρευνας, σημειώθηκαν ορισμένες αυξήσεις στα επίπεδα των αποθεμάτων, οι οποίες συνέπεσαν με τις περιόδους αύξησης των ινδικών εισαγωγών.

δ) Τιμές και αποδοτικότητα των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγών

(80) Οι τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 4 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας.

(81) Η συνολική αποδοτικότητα του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά αυξήθηκε από 16,8 % του κύκλου εργασιών το 1993 σε 21,1 % το 1994 για να μειωθεί στη συνέχεια σταθερά σε 5,6 % κατά την περίοδο της έρευνας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εν λόγω μείωση της αποδοτικότητας θεωρείται ιδιαίτερα σοβαρή, δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πρέπει να είναι σε θέση να επενδύει σε δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης (εφεξής «Ε& Α») ώστε να βελτιώνει την παραγωγική διαδικασία των υφιστάμενων προϊόντων και, κυρίως, να χρηματοδοτεί την έρευνα με σκοπό τη διάθεση νέων προϊόντων στην αγορά.

(82) Επίσης, δεν πρέπει να λησμονείται ότι αν δεν είχε βελτιώσει την παραγωγικότητά του, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα είχε υποστεί απώλειες. Ωστόσο, δεν μπορεί να υποτεθεί ότι ο κοινοτικός κλάδος θα εξακολουθήσει να πραγματοποιεί στο μέλλον παρόμοιες αυξήσεις παραγωγικότητας. Τούτο ισχύει, ιδίως, επειδή η μείωση τον επιπέδου των κερδών θα έχει επιπτώσεις στο επίπεδο των πόρων που είναι διαθέσιμοι για τις δραστηριότητες Ε& Α.

ε) Απασχόληση

(83) Η απασχόληση παρέμεινε σταθερή καθ' όλη τη διάρκεια, της εξεταζόμενης περιόδου. Το απασχολούμενο από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής προσωπικό για την παραγωγή του προϊόντος που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας ανήλθε σε 1 166 άτομα το 1993 και σε 1 173 άτομα κατά την περίοδο της έρευνας, δηλαδή αυξήθηκε κατά 0,5 %.

4. Συμπέρασμα

(84) Παρά την αύξηση της παραγωγής του και, επομένως, τη μείωση του ανά μονάδα κόστους, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σταθερή διάβρωση του μεριδίου αγοράς του στην Κοινότητα, από 25 % το 1993 σε 18 % το 1996 για να ανέλθει σε 19,5 % κατά την περίοδο της έρευνας.

(85) Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρείται ότι η πίεση που ασκήθηκε στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι οποίες μειώθηκαν κατά 4 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας, οδήγησε στην πενιχρή χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αγορά των ημισυνθετικών αντιβιοτικών που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας, τα οποία αποτελούν μη επεξεργασμένα βασικά προϊόντα, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην εξέλιξη των τιμών και αντιδρά γρήγορα σε κάθε προς τα κάτω πίεση.

(86) Η πίεση που ασκήθηκε στις τιμές οδήγησε σε πτώση της αποδοτικότητας τον κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία μειώθηκε κατά 66,5 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας. Ο τελευταίος αυτός αριθμός είναι ιδιαίτερα ανησυχητικός, δεδομένου ότι το ελάχιστο απαιτούμενο κέρδος για τον φαρμακευτικό κλάδο παραγωγής είναι 15 % επί του κύκλου εργασιών. Η συνεχής αποτυχία επίτευξης του στόχου αυτού από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θα επιδείνωνε σταθερά την κατάστασή του με αποτέλεσμα να θίξει, σε τελική ανάλυση, την ανταγωνιστικότητά του.

(87) Βάσει των προεκτεθέντων, συνήχθη το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

ΣΤ. ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΖΗΜΙΑΣ

1. Εισαγωγή

(88) Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από τις επιδοτούμενες ινδικές εισαγωγές και αν η ζημία αυτή οφείλεται εν όλω ή εν μέρει σε άλλους παράγοντες.

(89) Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι τα αντιβιοτικά που παράγονται στην Κοινότητα και τα αντιβιοτικά που εισάγονται βρίσκονται σε άμεσο ανταγωνισμό, ιδίως στο επίπεδο των τιμών. Πράγματι, το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας είναι μη επεξεργασμένο προϊόν και δεν υπάρχει καμία αισθητή διαφορά μεταξύ του εισαγόμενου προϊόντος και του προϊόντος που παράγεται στην Κοινότητα όσον αφορά την ποιότητα ή τις εφαρμογές. Στο πλαίσιο αυτό, η διαφορά τιμών είναι ο παράγων που καθορίζει κυρίως τις πωλήσεις. Ακόμη και σχετικά μικρές ποσότητες που προτείνονται σε τιμές χαμηλότερες από τις τιμές που εφαρμόζουν οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί μπορούν να έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην αγορά.

2. Επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών

(90) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη τις ζημιογόνους επιπτώσεις της παρουσίας στην κοινοτική αγορά των επιδοτούμενων εισαγωγών από την έναρξη ήδη της εξεταζόμενης περιόδου, και κυρίως από το 1995.

Πράγματι, διαπιστώθηκε ότι οι ινδικές εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 300 % περίπου κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η Ινδία είναι πλέον ο δεύτερος μεγάλος εξαγωγέας του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας στην Κοινότητα.

(91) Όσον αφορά τις τιμές, καθορίστηκε επίσης ότι, με βάση τις εξακριβωμένες συναλλαγές με αντικείμενο εξαγωγές, οι τιμές των ινδικών εισαγωγών μειώθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(92) Επιπλέον, καθορίστηκε ότι η αδυναμία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να διατηρήσει την αποδοτικότητά του συνέπεσε με την αύξηση του όγκου των επιδοτούμενων εισαγωγών από την Ινδία. Σε μία αγορά που είναι ευαίσθητη στην εξέλιξη των τιμών, η πολιτική αυτή των χαμηλών τιμών προκάλεσε συμπίεση των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(93) Πράγματι, διαπιστώθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να προσαρμόσει τις τιμές του προς τα κάτω λόγω των χαμηλότερων τιμών των ινδικών εισαγωγών. Η αμυντική αυτή συμπεριφορά του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξηγείται από το γεγονός ότι, λόγω του υψηλού πάγιου κόστους παραγωγής, ο κλάδος αυτός δεν μπορούσε να διακυνδυνεύσει αύξηση του ανά μονάδα κόστους μετά τη μείωση του όγκου πωλήσεων και έπρεπε να προστατεύσει οπωσδήποτε τον όγκο παραγωγής με τη διατήρηση του μεριδίου αγοράς του.

(94) Επομένως, συνήχθη το συμπέρασμα ότι οι επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ινδία είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις, ιδίως ως προς την αποδοτικότητα, στην κατάσταση τον κοινοτικού κλάδου παραγωγής, κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

3. Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

(95) Εξετάστηκαν επίσης διάφοροι άλλοι παράγοντες, πέραν των εισαγωγών σε χαμηλές τιμές από την Ινδία, που θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει την αποδυνάμωση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ή να είχαν συμβάλει σ' αυτήν, και ιδίως οι εισαγωγές από άλλες χώρες εκτός της Ινδίας.

α) Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(96) Μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας, οι εισαγωγές από χώρες που δεν αφορά η παρούσα διαδικασία αυξήθηκαν κατά 56,4 %, δηλαδή με ρυθμό που προσεγγίζει την αύξηση 54,6 % της κοινοτικής κατανάλωσης. Μεταξύ των τρίτων αυτών χωρών, o κυριότερος προμηθευτής της κοινοτικής αγοράς ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), που αύξησαν το μερίδιο αγοράς τους σχεδόν κατά 100 %. Ένας άλλος σημαντικός προμηθευτής της κοινοτικής αγοράς ήταν η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, της οποίας το μερίδιο αγοράς μειώθηκε κατά 43 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας. Οσον αφορά τις τιμές, η μέση τιμή άλλων εισαγωγών εκτός εκείνων που προέρχονται από την Ινδία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ήταν σαφώς υψηλότερη από τις τιμές των ινδικών εισαγωγών, ακόμη και αν η εκτίμηση αυτή δεν είναι κατηγορηματική, δεδομένου ότι θεωρείται οτι οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ περιλαμβάνουν σημαντικές ποσότητες προϊόντων σε τελική δοσολογική μορφή με μεγαλύτερη αξία.

(97) Επομένως, θεωρείται ότι οι εισαγωγές από χώρες άλλες εκτός της Ινδίας δεν μπορεί να προκάλεσαν την επισφαλή κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Με βάση τη σκέψη αυτή, συνήχθη το συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες δεν ήταν τόσο σημαντικές ώστε να εξαλείψουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των επιδοτούμενων ινδικών εισαγωγών και της ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

β) Εξέλιξη της κατανάλωσης στην κοινοτική αγορά

(98) Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η κοινοτική κατανάλωση των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας αυξήθηκε κατά 54,6 % μεταξύ του 1993 και της περιόδου έρευνας. Επομένως, η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί σε συμπίεση της ζήτησης στην αγορά της Κοινότητας.

γ) Πλεονάζουσα ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(99) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ότι η πλεονάζουσα ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για το προϊόν που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας ήταν μία από τις κύριες αιτίες της αρνητικής εξέλιξης των τιμών. Από την έρευνα ωστόσο προέκυψε ότι η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών όχι μόνο δεν ήταν πλεονάζουσα αλλά στην πραγματικότητα ήταν χαμηλότερη από την αύξηση της κοινοτικής κατανάλωσης. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πρέπει να αυξήσει την ικανότητά του με ρυθμό που του επιτρέπει να αντιμετωπίσει την προβλεπόμενη αύξηση της ζήτησης στην κοινοτική και παγκόσμια αγορά. Πράγματι, είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν βραχυπρόθεσμα ελλείψεις ικανότητας, δεδομένου ότι η θέση σε λειτουργία νέων εγκαταστάσεων παραγωγής απαιτεί σημαντικά κεφάλαια και μακροχρόνιες περιόδους. Αν υπάρχει πλεονάζουσα ικανότητα στην παγκόσμια αγορά για το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, τούτο οφείλεται κυρίως στην ανάπτυξη νέων ικανοτήτων παραγωγής στην Ινδία και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας παρά στην Κοινότητα.

δ) Ανταγωνιστικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(100) Η ανταγωνιστικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ο οποίος βρίσκεται στην παγκόσμια πρωτοπορία όσον αφορά το εν λόγω προϊόν, είναι αναμφισβήτητη. Τούτο αποδεικνύεται τόσο από τις εξαγωγικές επιδόσεις του όσο και από τη μείωση του κόστους και την επακόλουθη αύξηση της παραγωγικότητας, που οφείλονται εν μέρει τουλάχιστον στις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί στον τομέα της Ε& Α. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατόρθωσε να αυξήσει τον όγκο της παραγωγής του κατά 30 % ενώ η απασχόληση παρέμεινε σταθερή.

Εξάλλου, παρότι είναι δύσκολο να συγκριθούν οι παραγωγικές διαδικασίες αυτές καθαυτές, μπόρεσε να διαπιστωθεί ότι όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν που παράγεται στην Κοινότητα δεν υπήρχαν ανεπάρκειες ως προς το κόστος ανά τόνο απασχόλησης.

ε) Διακύμανση της τιμής ορισμένων πρώτων υλών

(101) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής οφείλειται κυρίως στις διακυμάνσεις των τιμών της πρώτης ύλης, και συγκεκριμένα της πενικιλίνης G, στην παγκόσμια αγορά.

(102) Το επιχείρημα αυτό εξετάστηκε με ιδιαίτερη προσοχή. Πρώτα-πρώτα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η πενικιλίνη G, αν και αποτελεί βασική πρώτη ύλη για την παραγωγή του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, δεν είναι απαραίτητη, δεδομένου ότι υπάρχουν εναλλακτικές πρώτες ύλες. Εν προκειμένω, καθορίστηκε από την έρευνα ότι ένας από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, που χρησιμοποιεί την πενικιλίνη V αντί της πενικιλίνης G για την παραγωγή της αμοξικιλλίνης και της αμπικιλλίνης, δεν βρισκόταν σε ιδιαίτερα διαφορετική κατάσταση, όσον αφορά τα συμπεράσματα της ζημίας, από εκείνη των άλλων δύο καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών που χρησιμοποιούν την πενικιλίνη G. Εξάλλου, τα μέρη που προέβαλαν το επιχείρημα αυτό υπογράμμισαν ότι το επιχείρημά τους βασίζεται στο γεγονός ότι όταν οι τιμές της πρώτης ύλης μειώνονται (πενικιλίνη G), οι επιχειρήσεις με καθετοποιημένη παραγωγή πλήττονται ενώ οι παραγωγοί που εφοδιάζονται την πενικιλίνη G από εξωτερικές πηγές επηρεάζονται λιγότερο. Από την έρευνα ωστόσο προέκυψε ότι ένας από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς που χρησιμοποιεί την πενικιλίνη G δεν έχει καθετοποιημένη παραγωγή και αγοράζει την πρώτη αυτή ύλη στην αγοραία τιμή. Δεδομένου ότι η κατάσταση του παραγωγού αυτού δεν ήταν αισθητά διαφορετική από το μέσο όρο του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεν ήταν δυνατό να καταλογιστεί η ζημία που υπέστη ο εν λόγω κλάδος στη μείωση των τιμών της πενικιλίνης G. Τέλος, είναι σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι η μείωση των τιμών της πενικιλίνης G οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στην ανάπτυξη νέων ικανοτήτων στην Ινδία.

(103) Επομένως, και με την επιφύλαξη κάθε νέου αποδεικτικού στοιχείου που θα μπορούσε να προσκομιστεί σχετικά με το θέμα αυτό, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ενδεχόμενη επίπτωση των διακυμάνσεων της τιμής της πενικιλίνης G στην παγκόσμια αγορά δεν μπορούσε να εξαλείψει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των επιδοτούμενων εισαγωγών καταγωγής Ινδίας και της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

4. Συμπέρασμα

(104) Βάσει των προεκτεθέντων, η Επιτροπή θεωρεί ότι, αν και διάφοροι άλλοι παράγοντες μπορεί να συνέβαλαν στη συμπίεση της αγοράς των υπό εξέταση προϊόντων, οι επιδοτούμενες εισαγωγές καταγωγής Ινδίας, εξεταζόμενες μεμονωμένα, προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Πράγματι, θεωρείται ότι αν δεν υπήρχε το όφελος των επιδοτήσεων, οι ινδικές εισαγωγές δεν θα υπολείποντο των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ή, τουλάχιστον, όχι στο βαθμό που διαπιστώθηκε, και ότι, επομένως, δεν θα μπορούσαν να προκαλέσουν τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Το συμπέρασμα αυτό βασίζεται στα διάφορα στοιχεία που αναπτύχθηκαν παραπάνω, ιδίως στις ποσότητες και τις τιμές εισαγωγής που άσκησαν έντονη πίεση προς τα κάτω στην τιμή του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά, και ιδίως στις τιμές και στην αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

Ζ. ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1. Προκαταρκτική παρατήρηση

(105) Με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν, η Επιτροπή εξέτασε αν, παρά τα συμπεράσματα τα σχετικά με τις ζημιογόνους επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η επιβολή μέτρων στο πλαίσιο της παρούσας υπόθεσης αντιβαίνει προς το συμφέρον της Κοινότητας. Προς το σκοπό αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε τις επιπτώσεις των ενδεχόμενων μέτρων για όλα τα μέρη που αφορά η παρούσα διαδικασία, καθώς και τις συνέπειες της μη επιβολής μέτρων. Προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον η επιβολή μέτρων ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας, απεστάλησαν ερωτηματολόγια στους χρήστες και τους εισαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος, στους ανάντη προμηθευτές πρώτων υλών καθώς και στη Gist-Brocades BV.

2. Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(106) Όπως διευκρινίζεται παραπάνω, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής που παράγει το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας αντιμετώπισε δυσχέρειες που συνδέονται με την παρουσία των επιδοτούμενων ινδικών εισαγωγών. Πρέπει να υπενθυμιστεί το γεγονός ότι οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί βρίσκονται στην παγκόσμια πρωτοπορία όσον αφορά το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, καθώς και ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πραγματοποιεί θετικές εξαγωγικές επιδόσεις, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά αποτελούν σαφείς δείκτες της ανταγωνιστικότητάς τους.

(107) Θεωρείται ότι αν δεν επιβληθούν μέτρα για την επανόρθωση των επιπτώσεων των επιδοτούμενων εισαγωγών, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπος με την πραγματοποίηση πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές και την επακόλουθη συμπίεση των τιμών που προκάλεσε την επιδείνωση της αποδοτικότητάς του. Σε περίπτωση που συνεχιστεί η κατάσταση αυτή, οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να διακόψουν τη λειτουργία ορισμένων αλυσίδων παραγωγής, ή ακόμη και ολόκληρων εγκαταστάσεων που προορίζονται αποκλειστικά για την παραγωγή των αντιβιοτικών που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έρευνας.

Ενώ η επιβίωση των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών δεν θα θιγεί, πιθανώς, αν δεν επιβληθούν μέτρα, δεδομένου ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, παράγουν άλλα προϊόντα και ανήκουν σε μεγάλους ομίλους, οι προαναφερόμενες εγκαταστάσεις που κινδυνεύουν να κλείσουν απασχολούν 1 173 άτομα και βρίσκονται ως επί το πλείστον σε περιοχές της Κοινότητας που δεν προσφέρουν άλλες προοπτικές απασχόλησης.

Προφανώς, η διακοπή λειτουργίας των εγκαταστάσεων αυτών, που εν πάση περιπτώσει δεν θα ήταν αποτέλεσμα κανονικών συνθηκών ανταγωνισμού, αντιβαίνει προς το συμφέρον της Κοινότητας.

3. Συμφέρον άλλων εταιρειών εγκατεστημένων στην Κοινότητα

(108) Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, απεστάλη ερωτηματολόγιο στον κοινοτικό παραγωγό Gist-Brocades BV, ο οποίος βρίσκεται στην παγκόσμια πρωτοπορία όσον αφορά τα ημισυνθετικά αντιβιοτικά, για να διαπιστωθεί ο όγκος της παραγωγής του στην Κοινότητα και ο όγκος των εισαγωγών του από τρίτες χώρες, καθώς και για να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η επιβολή μέτρων στην εταιρεία αυτή. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η εταιρεία Gist-Brocades BV. δεν είχε λάβει μέρος στην καταγγελία και, επομένως, δεν συμπεριλαμβάνεται (ούτε θα μπορούσε εξάλλου να συμπεριληφθεί) στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για τους σκοπούς της έρευνας σχετικά με τη ζημία. Στην απάντησή της, η εταιρεία αυτή, που κατά τα τελευταία έτη μείωσε τον όγκο παραγωγής του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας στην Κοινότητα, δήλωσε ότι υποστηρίζει ανεπιφύλακτα την επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων, εφόσον η έρευνα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα αυτά είναι αιτιολογημένα.

4. Συμφέρον των εισαγωγέων/εμπόρων

(109) Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, απεστάλησαν ερωτηματολόγια σε όλους τους γνωστούς εισαγωγείς/εμπόρους του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, αλλά ένας μόνον από αυτούς έστειλε έγκυρη απάντηση. Από τις πληροφορίες που έχουν ληφθεί μέχρι στιγμής προκύπτει ότι οι εισαγωγείς/έμποροι στην Κοινότητα εφοδιάζονται το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας από διάφορες πηγές, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται η Ινδία και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν θεμελιώδεις ποιοτικές διαφορές μεταξύ του εισαγόμενου προϊόντος από την Ινδία ή από άλλες χώρες και του προϊόντος που παράγεται στην Κοινότητα, θεωρείται ότι οι εισαγωγείς/έμποροι της Κοινότητας δεν θα είχαν καμία δυσχέρεια να λάβουν το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας τόσο από την Ινδία όσο και από άλλες πηγές, ιδίως επειδή δεν υπάρχει έλλειψη προσφοράς στην παγκόσμια αγορά.

(110) Επιπλέον, όταν κλήθηκαν να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει στις δραστηριότητές τους η ενδεχόμενη επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων, οι εισαγωγείς/έμποροι δεν προέβαλαν το επιχείρημα ότι η επιβολή τέτοιων μέτρων θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις σ' αυτούς.

Βάσει των στοιχείων αυτών, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων δεν θα πρέπει να θίξει αισθητά τους εισαγωγείς/εμπόρους της Κοινότητας.

5. Συμφέρον των ανάντη προμηθευτών

(111) Προκειμένου να εκτιμηθούν οι πιθανές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων στους ανάντη προμηθευτές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, απεστάλη ερωτηματολόγιο σε όλους τους γνωστούς ανάντη προμηθευτές. Συνολικά, απεστάλησαν έξι ερωτηματολόγια και παρελήφθησαν τρεις απαντήσεις. Οι τρεις εταιρείες που απάντησαν παράγουν διάφορες πρώτες ύλες οι οποίες ενσωματώνονται στο προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, όπως τα σιρόπια από ζάχαρα, τα άλατα και διάφορες χημικές ουσίες. Τα προϊόντα αυτά πωλούνται στην κοινοτική αγορά στους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, αλλά και, στην περίπτωση μίας εταιρείας, εξάγονται στην Ινδία. Όταν κλήθηκαν να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν τα αντισταθμιστικά μέτρα στις δραστηριότητές τους, οι τρεις αυτές εταιρείες δήλωσαν ότι τα μέτρα αυτά θα είχαν θετικές επιπτώσεις, δεδομένου ότι θα συνέβαλαν στην αύξηση των παραγγελιών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

Επομένως, μπορεί να συναχθεί προσωρινά το συμπέρασμα ότι η επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων δεν θα είχε σε καμία περίπτωση αρνητικές επιπτώσεις και θα μπορούσε μάλιστα να έχει θετικές επιπτώσεις στους κοινοτικούς παραγωγούς πρώτων υλών που ενσωματώνονται στα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας.

6. Συμφέρον των χρηστών του υπό εξέταση προϊόντος

(112) Ερωτηματολόγια απεστάλησαν και σε πέντε γνωστούς κοινοτικούς χρήστες του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας. Τρεις από τους χρήστες αυτούς, που αποτελούν φαρμακευτικές εταιρείες παραγωγής κατάντη προϊόντων, στα οποία ενσωματώνεται το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, προσκόμισαν έγκυρες απαντήσεις. Από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ότι οι κατάντη χρήστες, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι η επιβολή μέτρων θα μπορούσε να προκαλέσει αύξηση των τιμών των πρώτων υλών τους, δεν τάσσονται κατά της επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων στις ινδικές εισαγωγές. Ένας μάλιστα από τους χρήστες φαίνεται ότι δέχθηκε ευνοϊκά την επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων, δεδομένου ότι αντιμετώπιζε δυσχέρειες στην πώληση των προϊόντων του λόγω του ανταγωνισμού των προϊόντων που περιέχουν τα επιδοτούμενα προϊόντα που εισάγονται σε χαμηλές τιμές.

(113) Βάσει των προεκτεθέντων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επιπτώσεις των ενδεχόμενων μέτρων θα είχαν αμελητέες επιπτώσεις στους χρήστες του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας.

7. Συμπέρασμα

(114) Αφού εξέτασε τα διάφορα συμφέροντα που διακυβεύονται και όλες τις προαναφερόμενες πτυχές, η Επιτροπή καταλήγει προσωρινά στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους δεν πρέπει να ληφθούν μέτρα κατά των εν λόγω εισαγωγών, που θα επιτρέψουν να αποκατασταθεί ανταγωνιστική αγορά, χαρακτηριζόμενη από θεμιτές πρακτικές όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών, και να αποφευχθεί η περαιτέρω ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

Η. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ

(115) Για τον καθορισμό του επιπέδου του προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το επίπεδο των επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν και το ποσό του δασμού που είναι απαραίτητο για να εξαλειφθεί η ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

1. Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(116) Δεδομένου ότι η ζημία συνίστατο κυρίως σε μείωση των τιμών και των κερδών, θεωρήθηκε ότι η ζημία αυτή θα μπορούσε να εξουδετερωθεί με τον καθορισμό μη ζημιογόνου επιπέδου τιμών, δηλαδή του επιπέδου τιμών που θα επικρατούσε αν δεν υπήρχαν επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ινδία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορεί να υποτεθεί ότι τα εν λόγω μη ζημιογόνα επίπεδα τιμών θα επέτρεπαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να καλύψει το κόστος του και να πραγματοποιήσει εύλογο κέρδος.

Εν προκειμένω, θεωρήθηκε ότι το επίπεδο τιμών που ενδείκνυται για την εξουδετέρωση της ζημίας πρέπει να υπολογιστεί με βάση το σταθμισμένο κόστος παραγωγής των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών, προσαυξημένο με περιθώριο κέρδους 15 % επί του κύκλου εργασιών. Το περιθώριο αυτό κέρδους θεωρείται ως η ελάχιστη απαιτούμενη προϋπόθεση ώστε να μπορέσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να πραγματοποιήσει επενδύσεις σε Ε& Α και, με τον τρόπο αυτό, να παραμείνει ανταγωνιστικός και, μακροπρόθεσμα, βιώσιμος. Ένα τέτοιο ποσοστό απόδοσης είναι εκείνο που θα μπορούσε να αναμένει εύλογα ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, αν δεν υπήρχαν οι ζημιογόνες επιδοτήσεις.

Το εν λόγω επίπεδο εξάλειψης της ζημίας συγκρίθηκε στη συνέχεια με το μέσο όρο των τιμών εισαγωγής cif που ανέφεραν οι ενδιαφερόμενοι εξαγωγείς.

2. Μορφή και επίπεδο των προσωρινών μέτρων

(117) Δεδομένου ότι τα περιθώρια εξάλειψης της ζημίας που καθορίστηκαν με τον τρόπο αυτό είναι, για τέσσερις εταιρείες, υψηλότερα από τα περιθώρια επιδότησης, επιβάλλονται για τις εν λόγω εταιρείες δασμοί που αντιστοιχούν στα περιθώρια επιδότησης. Για άλλες δύο εταιρείες, για τις οποίες τα περιθώρια εξάλειψης της ζημίας είναι χαμηλότερα από τα περιθώρια επιδότησης, είναι σκόπιμο να επιβληθούν δασμοί που αντιστοιχούν στα περιθώρια εξάλειψης της ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Για άλλες δύο εταιρείες, το επίπεδο επιδότησης που διαπιστώθηκε είναι ασήμαντο, δηλαδή χαμηλότερο από 3 %, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, ενώ μια άλλη εταιρεία δεν έτυχε ουδεμίας επιδότησης. Για τις τρεις αυτές εταιρείες, το ποσοστό του δασμού καθορίζεται σε 0 %.

(118) Όσον αφορά τη μορφή των μέτρων, εδόθη ιδιαίτερη προσοχή στο γεγονός ότι η ζημία που διαπιστώθηκε συνίστατο κυρίως σε συμπίεση των τιμών των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών, καθώς και στις αρνητικές επιπτώσεις των εν λόγω χαμηλών τιμών στην αποδοτικότητα των παραγωγών αυτών. Επομένως, θεωρήθηκε προσωρινά ότι ο καλύτερος τρόπος επανόρθωσης της ζημίας συνίσταται στην επιβολή κατ' αξίαν δασμού.

(119) Δεδομένου ότι οι συνεργασθέντες εξαγωγείς δεν αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος των ινδών εξαγωγέων στην Κοινότητα και για να μην επιβραβευθεί η άρνηση συνεργασίας, το υπόλοιπο του δασμού πρέπει να καθοριστεί με βάση το μέσο περιθώριο εξάλειψης της ζημίας που καθορίστηκε για τους μη συνεργασθέντες εξαγωγείς, δηλαδή 14,6 %, το οποίο είναι μεγαλύτερο από τον υψηλότερο ατομικό δασμό που επιβλήθηκε σε συνεργασθείσα εταιρεία.

Θ. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

(120) Για λόγους χρηστής διαχείρισης, ορίζεται χρονική περίοδος εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι όλα τα συμπεράσματα που έχουν συναχθεί για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είναι προσωρινά και ενδεχομένως πρέπει να επανεξεταστούν ενόψει προτάσεως της Επιτροπής για την επιβολή οριστικού δασμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται προσωρινός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές τριυδροξειδίου της αμοξικιλλίνης, τριυδροξειδίου της αμπικιλλίνης και κεφαλεζίνης σε μη επεξεργασμένη μορφή, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10 (κωδικός Taric 2941 10 10*10), ex 2941 10 20 (κωδικός Taric 2941 10 20*10) και ex 2941 90 00 (κωδικός Taric 2941 90 00*30), καταγωγής Ινδίας.

2. Το ύψος του εφαρμοστέου δασμού στην τιμή ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα, πριν από τον εκτελωνισμό, για τις εισαγωγές των προϊόντων που κατασκευάζονται από τις ακόλουθες εταιρείες, καθορίζεται ως εξής:

- 9,6 % για τη Biochem Synergy Ltd, Indore (πρόσθετος κωδικός Taric 8219),

- 9,6 % για τη Narshita Ltd, Νέο Δελχί (πρόσθετος κωδικός Taric 8219),

- 8,8 % για τη Kopran Ltd, Mumbai (πρόσθετος κωδικός Taric 8220),

- 6,6 % για τη Ranbaxy Laboratories Ltd, Νέο Δελχί (πρόσθετος κωδικός Taric 8221),

- 4,6 % για τη Lupin Laboratories Ltd, Mumbai (πρόσθετος κωδικός Taric 8222),

- 12 % για την Orchid Chemicals & Pharmaceuticals Ltd, Chennai (πρόσθετος κωδικός Taric 8224),

- 0 % για την Torrent Pharmaceuticals Ltd, Ahmedabad (πρόσθετος κωδικός Taric 8225),

- 0 % για τη Vitara Chemicals Ltd, Mumbai (πρόσθετος κωδικός Taric 8225),

- 0 % για τη Gujarat Lyka Organics Ltd, Mumbai (πρόσθετος κωδικός Taric 8225),

- 14,6 % για άλλες εταιρείες (πρόσθετος κωδικός Taric 8900).

3. Με την επιφύλαξη τυχόν διαφορετικής ρύθμισης, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

4. Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξαρτάται από την παροχή εγγύησης ίσης με το ποσό του προσωρινού δασμού.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση από την Επιτροπή εντός δεκαπέντε ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουνίου 1998.

Για την Επιτροπή

Leon BRITTAN

Αντιπρόεδρος

(1) ΕΕ L 288 της 21. 10. 1997, σ. 1.

(2) ΕΕ C 277 της 12. 9. 1997, σ. 2.