31998L0070

Οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 350 της 28/12/1998 σ. 0058 - 0068


ΟΔΗΓΙΑ 98/70/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100 Α,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 189 Β της συνθήκης (3), υπό το πρίσμα του κοινού σχεδίου που εγκρίθηκε στις 29 Ιουνίου 1998 από την επιτροπή συνδιαλλαγής,

Εκτιμώντας:

(1) ότι οι ανομοιότητες στη νομοθεσία ή τα διοικητικά μέτρα που θεσπίζουν τα κράτη μέλη σχετικά με τις προδιαγραφές των συμβατικών και εναλλακτικών καυσίμων που χρησιμοποιούνται στα οχήματα με κινητήρα επιβαλλόμενης ανάφλεξης και με κινητήρα ανάφλεξης με συμπίεση δημιουργούν εμπόδια στις συναλλαγές στην Κοινότητα και μπορεί να έχουν άμεση επίπτωση στην εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και την ανταγωνιστικότητα, σε διεθνές επίπεδο, της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας και του τομέα των διυλιστηρίων 7 ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 Β της συνθήκης, φαίνεται απαραίτητο να υπάρξει προσέγγιση των νομοθεσιών σε αυτόν τον τομέα 7

(2) ότι το άρθρο 100 Α παράγραφος 3 της συνθήκης προβλέπει ότι οι προτάσεις της Επιτροπής που στοχεύουν στην εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και αφορούν, μεταξύ άλλων, την υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος, βασίζονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας 7

(3) ότι οι πρωτογενείς αέριοι ρύποι, όπως είναι τα οξείδια του αζώτου, οι άκαυτοι υδρογονάνθρακες, τα αιωρούμενα σωματίδια, το μονοξείδιο του άνθρακα, το βενζόλιο καθώς και άλλα τοξικά καυσαέρια που συμβάλλουν στη δημιουργία δευτερογενών ρύπων, όπως το όζον, εκπέμπονται σε σημαντικές ποσότητες μέσω των καυσαερίων και των αερίων εξάτμισης των μηχανοκινήτων οχημάτων, εκθέτοντας σε ιδιαίτερο κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα 7

(4) ότι, παρά την αυξανόμενη αυστηρότητα των οριακών τιμών για τις επιτρεπόμενες εκπομπές οχημάτων που ορίζει η οδηγία 70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4) και η οδηγία 88/77/ΕΟΚ του Συμβουλίου (5), είναι απαραίτητα περαιτέρω μέτρα για να μειωθεί η ατμοσφαιρική ρύπανση που προκαλείται από τα οχήματα και άλλες πηγές ώστε να επιτευχθεί ικανοποιητική ποιότητα αέρα 7

(5) ότι το άρθρο 4 της οδηγίας 94/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), εισάγει μια νέα προσέγγιση όσον αφορά τις πολιτικές μείωσης των εκπομπών για το έτος 2000 και μετά, και απαιτεί από την Επιτροπή να εξετάσει, μεταξύ άλλων, τη συμβολή που θα μπορούσαν να έχουν στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης οι βελτίωσεις της ποιότητας της βενζίνης, του ντίζελ και άλλων καυσίμων 7

(6) ότι, επιπλέον της αρχικής φάσης προδιαγραφών για τα καύσιμα που αρχίζει το έτος 2000, πρέπει να προβλεφθεί δεύτερη φάση, που θα τεθεί σε ισχύ το 2005, για να δοθεί η δυνατότητα στη βιομηχανία να πραγματοποιήσει τις απαραίτητες επενδύσεις για την προσαρμογή των σχεδίων παραγωγής της 7

(7) ότι διατίθενται ήδη στην αγορά της Ευρωπαϊκής Κοινότητας βενζίνη και ντίζελ που πληρούν τις προδιαγραφές οι οποίες παρατίθενται στα παραρτήματα I, II, III και IV 7

(8) ότι το ευρωπαϊκό πρόγραμμα Auto-Oil, οι λεπτομέρειες του οποίου περιγράφονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μελλοντική στρατηγική για τον έλεγχο των ατμοσφαιρικών εκπομπών των οδικών μεταφορών, παρέχει την επιστημονική, τεχνική και οικονομική βάση για την εισαγωγή σε κοινοτικό επίπεδο νέων περιβαλλοντικών προδιαγραφών καυσίμων για τη βενζίνη και το ντίζελ 7

(9) ότι η θέσπιση περιβαλλοντικών προδιαγραφών για τη βενζίνη και το ντίζελ αποτελεί σημαντικό στοιχείο της αποδοτικής από πλευράς κόστους δέσμης πανευρωπαϊκών και εθνικών/περιφερειακών/τοπικών μέτρων που θα πρέπει να εφαρμοστεί, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος και την ωφέλεια κάθε δράσης 7

(10) ότι η εφαρμογή ενός συνδυασμού πανευρωπαϊκών και εθνικών/περιφερειακών/τοπικών μέτρων για τη μείωση των εκπομπών των οχημάτων αποτελεί μέρος της γενικής στρατηγικής της Επιτροπής για τη μείωση των εκπομπών αερίων από κινητές και στάσιμες πηγές κατά τρόπο ισορροπημένο που ανταποκρίνεται στα κριτήρια κόστους-ωφελείας 7

(11) ότι είναι απαραίτητο να επιτευχθεί βραχυπρόθεσμα μια μείωση, ιδίως στις αστικές περιοχές, των εκπομπών ρύπων από οχήματα, συμπεριλαμβανομένων των πρωτογενών ρύπων, όπως οι άκαυστοι υδρογονάνθρακες και το μονοξείδιο του άνθρακα, των δευτερογενών ρύπων, όπως το όζον, των τοξικών εκπομπών όπως το βενζόλιο, καθώς και των εκπομπών σωματιδίων 7 ότι η μείωση των εκπομπών ρύπων από οχήματα στις αστικές περιοχές, μπορεί να επιτευχθεί αμέσως στα οχήματα με μηχανές θετικής ανάφλεξης μέσω αλλαγών στη σύνθεση των καυσίμων 7

(12) ότι η ανάμειξη οξυγόνου και η σημαντική μείωση αρωματικών ενώσεων, ολεφινών, βενζολίου και θείου μπορούν να επιτρέψουν τη λήψη καυσίμων καλύτερης ποιότητας από άποψη ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα 7

(13) ότι οι διατάξεις της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή (7), και ιδίως του άρθρου 8 παράγραφος 4, αποθαρρύνουν και είναι δυνατόν να εμποδίζουν τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν διαφοροποίηση των ειδικών φόρων κατανάλωσης προκειμένου να ενθαρρύνουν τα καύσιμα ποιότητας ανώτερης από εκείνη που απαιτούν οι κοινοτικές προδιαγραφές 7

(14) ότι η επιβολή από τα κράτη μέλη διαφοροποιημένων ειδικών φόρων κατανάλωσης είναι δυνατόν να ενθαρρύνει την εισαγωγή περισσότερο προηγμένων καυσίμων σύμφωνα με τις εθνικές προτεραιότητες, δυνατότητες και απαιτήσεις 7

(15) ότι η Επιτροπή υπέβαλε μια πρόταση οδηγίας σχετικά με τα ενεργειακά προϊόντα 7 ότι σκοπός αυτής της πρότασης είναι, μεταξύ άλλων, να επιτρέψει στα κράτη μέλη να κάνουν πιο ενεργό χρήση φορολογικών κινήτρων, μέσω συστήματος διαφοροποιημένων ειδικών φόρων κατανάλωσης, προκειμένου να διευκολυνθεί η εισαγωγή περισσότερο προηγμένων καυσίμων 7

(16) ότι γενικώς σπανίζουν οι προδιαγραφές καυσίμων που στοχεύουν στη μείωση των εκπομπών τόσο καυσαερίων όσο και αερίων εξάτμισης 7

(17) ότι η ρύπανση της ατμόσφαιρας από το μόλυβδο που εκλύεται κατά την καύση μολυβδούχου βενζίνης αποτελεί κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον 7 ότι αποτελεί μεγάλο βήμα προς τα εμπρός το γεγονός ότι έως το 2000 όλα σχεδόν τα βενζινοκίνητα οδικά οχήματα θα μπορούν να χρησιμοποιούν αμόλυβδη βενζίνη και ότι, συνεπώς, ενδείκνυται ο αυστηρός περιορισμός της εμπορίας μολυβδούχου βενζίνης 7

(18) ότι η ανάγκη για μείωση των εκπομπών των οχημάτων και η διαθεσιμότητα της απαραίτητης τεχνολογίας διύλισης, δικαιολογούν τη θέσπιση περιβαλλοντικών προδιαγραφών καυσίμων για την εμπορία [. . .] αμόλυβδης βενζίνης και ντίζελ 7

(19) ότι είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η καθιέρωση δύο τύπων καυσίμων ντίζελ και βενζίνης, από τους οποίους ένα ντίζελ καλύτερης ποιότητας και μια βενζίνη καλύτερης ποιότητας 7 ότι είναι σκόπιμο αυτό το ντίζελ ή η βενζίνη ανώτερης ποιότητας να αντικαταστήσει στην αγορά ως το 2005 το ντίζελ ή τη βενζίνη χαμηλότερης ποιότητας 7 ότι θα πρέπει ωστόσο να προβλεφθεί ότι αυτή η αντικατάσταση μπορεί να καθυστερήσει, όταν η εφαρμογή της ημερομηνίας του 2005 σε ένα κράτος μέλος θα δημιουργούσε σοβαρές δυσκολίες προκειμένου να υλοποιήσουν οι βιομηχανίες του τις απαραίτητες μετατροπές στις εγκαταστάσεις παραγωγής 7

(20) ότι, για την προστασία της ανθρώπινης υγείας ή/και του περιβάλλοντος σε συγκεκριμένες αστικές περιοχές ή σε συγκεκριμένες οικολογικά ευαίσθητες περιοχές με ειδικά προβλήματα ποιότητας του αέρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζεται στην παρούσα οδηγία, να απαιτούν ότι τα καύσιμα μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνον εφόσον συμμορφούνται με αυστηρότερες περιβαλλοντικές προδιαγραφές από εκείνες που θεσπίζει η παρούσα οδηγία 7 ότι αυτή η διαδικασία συνιστά παρέκκλιση από τη διαδικασία πληροφόρησης που ορίζεται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (8) 7

(21) ότι, για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση προς τα πρότυπα ποιότητας των καυσίμων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη πρέπει να εισάγουν συστήματα παρακολούθησης 7 ότι τα συστήματα αυτά παρακολούθησης θα πρέπει να βασίζονται σε κοινές διαδικασίες για δειγματοληψία και δοκιμή 7 ότι οι συλλεγόμενες από τα κράτη μέλη πληροφορίες για την ποιότητα των καυσίμων θα πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή σε ενιαίο έντυπο 7

(22) ότι, βάσει συνεκτικής αξιολόγησης, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει πρόταση που θα συμπληρώνει τις υποχρεωτικές προδιαγραφές για τη βενζίνη και το ντίζελ οι οποίες αναφέρονται στα παραρτήματα III και IV που θα εφαρμοστούν από την 1η Ιανουαρίου 2005 7 [. . .] ότι η πρόταση της Επιτροπής μπορεί, εάν χρειαστεί, να θεσπίσει επίσης περιβαλλοντικές προδιαγραφές και για άλλους τύπους καυσίμων, όπως το υγραέριο, το φυσικό αέριο και τα βιοκαύσιμα 7 ότι υπάρχουν στόλοι επιχειρηματικών οχημάτων (λεωφορεία, ταξί, οχήματα εμπορικής χρήσεως), που είναι υπεύθυνα σε μεγάλο βαθμό για την αστική ρύπανση και τα οποία θα μπορούσαν κατά τρόπο επωφελή να υπαχθούν σε ειδικές προδιαγραφές 7

(23) ότι η περαιτέρω ανάπτυξη μεθόδων αναφοράς για την μέτρηση των προδιαγραφών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μπορεί να είναι επιθυμητή, λαμβανομένης υπόψη της επιστημονικής και τεχνικής προόδου 7 ότι, για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την προσαρμογή των παραρτημάτων της παρούσας οδηγίας στην τεχνική πρόοδο 7

(24) ότι η οδηγία 85/210/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την περιεκτικότητα της βενζίνης σε μόλυβδο (9), η οδηγία 85/536/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 1985, για την εξοικονόμηση αργού πετρελαίου με τη χρήση συστατικών υποκατάστατων καυσίμων (10), και το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, σχετικά με τη περιεκτικότητα ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο (11), θα πρέπει κατά συνέπεια να καταργηθούν 7

(25) ότι, στα μεταβατικά μέτρα για την Αυστρία που αναφέρονται στο άρθρο 69 της πράξης προσχώρησης του 1994, περιλαμβάνεται το άρθρο 7 της οδηγίας 85/210/ΕΟΚ 7 ότι η εφαρμογή του μεταβατικού αυτού μέτρου θα πρέπει, για ειδικούς λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, να παραταθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2000 7

(26) ότι, στις 20 Δεκεμβρίου 1994, συνήφθη ένα modus vivendi μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής ως προς τα εκτελεστικά μέτρα των πράξεων που θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (12),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τεχνικές προδιαγραφές για λόγους υγείας και περιβάλλοντος για τα καύσιμα που χρησιμοπούνται στα οχήματα με κινητήρα επιβαλλόμενης ανάφλεξης και στα οχήματα με κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση.

Άρθρο 2 Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

1. «Βενζίνη» σημαίνει οποιοδήποτε πτητικό πετρελαιοειδές προοριζόμενο για τη λειτουργία κινητήρων εσωτερικής καύσης, με επιβαλλόμενη ανάφλεξη για την προώθηση των οχημάτων και το οποίο εμπίπτει στους κωδικούς CN 2710 00 27, 2710 00 29, 2710 00 32, 2710 00 34 και 2710 00 36.

2. «Ντίζελ» σημαίνει πετρέλαια εσωτερικής καύσης που εμπίπτουν στον κωδικό CN 2710 00 66 και χρησιμοποιούνται για αυτοπροωθούμενα οχήματα, όπως αναφέρονται στις οδηγίες 70/220/ΕΟΚ και 88/77/ΕΟΚ.

Για τα πετρέλαια εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούνται για τα κινητά μη οδικά μηχανήματα και τους γεωργικούς ελκυστήρες, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν την ίδια περιεκτικότητα σε θείο με αυτήν που ορίζεται για τα καύσιμα ντίζελ στην παρούσα οδηγία ή την περιεκτικότητα σε θείο που ορίζεται για τα καύσιμα ντίζελ στην οδηγία 93/12/ΕΟΚ.

Άρθρο 3 Βενζίνη

1. Από την 1η Ιανουαρίου 2000 το αργότερο, τα κράτη μέλη απαγορεύουν την εμπορία της μολυβδούχου βενζίνης στο έδαφός τους.

2. α) Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2000 το αργότερο, η αμόλυβδη βενζίνη μπορεί να διατίθεται στην αγορά, στο έδαφός τους, μόνο εάν πληροί τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές που καθορίζονται στο παράρτημα I.

β) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου α), τα κράτη μέλη επιτρέπουν, από την 1η Ιανουαρίου 2000, την εμπορία, στο έδαφός τους, αμόλυβδης βενζίνης που πληροί τις προδιαγραφές του παραρτήματος III.

γ) Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2005 το αργότερο, η αμόλυβδη βενζίνη μπορεί να διατίθεται στην αγορά στο έδαφός τους, μόνον εάν πληροί τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές που καθορίζονται στο παράρτημα III.

3. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν, αφού υποβάλουν σχετικό αίτημα στην Επιτροπή έως τις 31 Αυγούστου 1999 το αργότερο, να συνεχίσουν να επιτρέπουν την εμπορία μολυβδούχου βενζίνης, το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2005, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι η πλήρης κατάργηση θα είχε ως αποτέλεσμα σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα ή ότι δεν θα οδηγήσει σε γενικά ωφελήματα για το περιβάλλον ή την υγεία λόγω, μεταξύ άλλων, της κλιματικής κατάστασης που επικρατεί στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

Η περιεκτικότητα της μολυβδούχου βενζίνης σε μόλυβδο δεν υπερβαίνει τα 0,15 gr/l, η δε περιεκτικότητα σε βενζόλιο είναι σύμφωνη προς τις ποδιαγραφές του παραρτήματος I. Οι λοιπές προδιαγραφές μπορούν να παραμείνουν αμετάβλητες σε σύγκριση με την παρούσα κατάσταση.

4. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 2, ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται στην Επιτροπή, έως τις 31 Αυγούστου 1999 το αργότερο, να συνεχίσει να επιτρέπει, το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2003, την εμπορία στο έδαφός του αμόλυβδης βενζίνης με περιεκτικότητα σε θείο που δεν συμμορφούται προς την προδιαγραφή για την περιεκτικότητα σε θείο, στο παράρτημα I, αλλά η οποία δεν υπερβαίνει τη σημερινή περιεκτικότητα, εάν μπορεί να αποδείξει ότι οι βιομηχανίες του θα αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες προκειμένου να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μετατροπές στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους κατά τη χρονική περίοδο που περιλαμβάνεται μεταξύ της ημερομηνίας υιοθετήσεως της παρούσας οδηγίας και της 1ης Ιανουαρίου 2000.

5. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 2, ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται στην Επιτροπή, έως τις 31 Αυγούστου 2003 το αργότερο, να συνεχίσει να επιτρέπει, έως την 1η Ιανουαρίου 2007 το αργότερο, την εμπορία στο έδαφός του αμόλυβδης βενζίνης, με περιεκτικότητα σε θείο που δεν συμμορφούται προς το παράρτημα III, αλλά συμμορφούται προς το παράρτημα I, εάν μπορεί να αποδείξει ότι οι βιομηχανίες του θα αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες προκειμένου να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μετατροπές στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους κατά τη χρονική περίοδο που περιλαμβάνεται μεταξύ της ημερομηνίας υιοθετήσεως της παρούσας οδηγίας και της 1ης Ιανουαρίου 2005.

6. Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει τις παρεκκλίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 5 σύμφωνα με τη συνθήκη.

Η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της στα κράτη μέλη και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά.

7. Παρά την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν την εμπορία μικρών ποσοτήτων μολυβδούχου βενζίνης με τις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, οι οποίες δεν υπερβαίνουν το 0,5 % των συνολικών πωλήσεων και οι οποίες προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από παλαιά οχήματα χαρακτηριστικού τύπου και να διανεμηθούν μέσω ομάδων ειδικών συμφερόντων.

Άρθρο 4 Καύσιμο ντίζελ

1. α) Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, το αργότερο από την 1η Ιανουαρίου 2000, το ντίζελ μπορεί να διατίθεται στην αγορά στο έδαφός τους, μόνον εάν πληροί τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές που καθορίζονται στο παράρτημα II.

β) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου α), τα κράτη μέλη επιτρέπουν, από την 1η Ιανουαρίου 2000, την εμπορία στο έδαφός τους ντίζελ, που πληροί προδιαγραφές του παραρτήματος IV.

γ) Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2005 το αργότερο, το ντίζελ μπορεί να διατίθεται στην αγορά στο έδαφός τους, μόνον εάν πληροί τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές που καθορίζονται στο παράρτημα IV.

2. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήσεως που θα υποβληθεί στην Επιτροπή, έως τις 31 Αυγούστου 1999 το αργότερο, να συνεχίσει να επιτρέπει στο έδαφός του έως την 1η Ιανουαρίου 2003 το αργότερο, την εμπορία ντίζελ με περιεκτικότητα σε θείο που δεν συμμορφούται προς την προδιαγραφή για περιεκτικότητα σε θείο του παραρτήματος II, αλλά η οποία δεν υπερβαίνει τη σημερινή περιεκτικότητα, εάν μπορεί να αποδείξει ότι οι βιομηχανίες του θα αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες προκειμένου να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μετατροπές στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας υιοθέτησης της παρούσας οδηγίας και της 1ης Ιανουαρίου 2005.

3. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήσεως που θα υποβληθεί στην Επιτροπή έως τις 31 Αυγούστου 2003 το αργότερο, να συνεχίσει να επιτρέπει στο έδαφός του, έως την 1η Ιανουαρίου 2007 το αργότερο, την εμπορία ντίζελ, με περιεκτικότητα σε θείο που δεν συμμορφούται προς το παράρτημα IV, αλλά συμμορφούται προς το παράρτημα II, εάν μπορεί να αποδείξει ότι οι βιομηχανίες του θα αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες προκειμένου να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μετατροπές στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας υιοθέτησης της παρούσας ογηγίας και της 1ης Ιανουαρίου 2005.

4. Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει τις παρεκκλίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, σύμφωνα με τη συνθήκη.

Η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της στα κράτη μέλη και ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Άρθρο 5 Ελεύθερη κυκλοφορία

Κανένα κράτος μέλος δεν μπορεί να απαγορεύσει, να περιορίσει ή να αποτρέψει τη διάθεση στην αγορά των καυσίμων που πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας [. . .].

Άρθρο 6 Εμπορία καυσίμων με αυστηρότερες περιβαλλοντικές προδιαγραφές

1. Κατά παρέκκλιση των άρθρων 3, 4 και 5, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ότι, σε συγκεκριμένες περιοχές, τα καύσιμα μπορεί να διατίθενται στην αγορά μόνον εφόσον πληρούν αυστηρότερες περιβαλλοντικές προδιαγραφές από εκείνες που προβλέπει η παρούσα οδηγία για μέρος ή για το σύνολο του στόλου αυτοκινήτων με σκοπό την προστασία της υγείας του πληθυσμού σε συγκεκριμένη αστική περιοχή ή του περιβάλλοντος σε συγκεκριμένη οικολογικά ευαίσθητη περιοχή σε κράτος μέλος, εάν η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί, ή ευλόγως μπορεί να αναμένεται ότι θα αποτελέσει, σοβαρό και επαναλαμβανόμενο πρόβλημα για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον.

2. Κράτος μέλος που επιθυμεί να κάνει χρήση της παρέκκλισης που προβλέπεται στην παράγραφο 1, οφείλει να υποβάλει εκ των προτέρων το αίτημα αυτό στην Επιτροπή, συνοδευόμενο από τη σχετική αιτιολόγηση. Η αιτιολόγηση θα περιλαμβάνει αποδείξεις ότι η παρέκκλιση τηρεί την αρχή της αναλογικότητας και δεν θα διακόψει την ελεύθερη διακίνηση προσώπων και αγαθών.

3. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή στοιχεία για την ποιότητα του αέρα του περιβάλλοντος της οικείας περιοχής καθώς και τις προβλεπόμενες επιπτώσεις των προτεινομένων μέτρων στην ποιότητα του αέρα.

4. Η Επιτροπή παρέχει τις πληροφορίες αυτές στα άλλα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση.

5. Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το αίτημα και την αιτιολόγησή του εντός δύο μηνών, από την ημερομηνία της διαβίβασης των πληροφοριών από την Επιτροπή.

6. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση σχετικά με το αίτημα των κρατών μελών εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία τα κράτη μέλη υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις των κρατών μελών, κοινοποιεί την απόφασή της στα κράτη μέλη και ταυτόχρονα ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

7. Κάθε κράτος μέλος έχει δικαίωμα να προσφύγει στο Συμβούλιο κατά της απόφασης της Επιτροπής εντός ενός μηνός από την κοινοποίησή της ή, ελλείψει απόφασης, εντός ενός μηνός από τη λήξη της περιόδου που ορίζει η παράγραφος 5.

Το Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός δύο μηνών από αυτή την προσφυγή.

Άρθρο 7 Αλλαγή στον εφοδιασμό σε αργό πετρέλαιο

Εάν, λόγω εκτάκτων γεγονότων, μια αιφνίδια αλλαγή στον εφοδιασμό σε αργό πετρέλαιο ή προϊόντα πετρελαίου καταστήσει δυσχερές για τα διυλιστήρια ενός κράτους μέλους να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις για τις προδιαγραφές καυσίμων που ορίζουν τα άρθρα 3 και 4, το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά. Η Επιτροπή, αφού ενημερώσει τα άλλα κράτη μέλη, μπορεί να επιτρέψει υψηλότερες οριακές τιμές σε αυτό το κράτος μέλος, για ένα ή περισσότερα συστατικά καυσίμων, για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των έξι μηνών.

Η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της στα κράτη μέλη και ενημερώνει σχετικά με την απόφασή της το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Κάθε κράτος μέλος έχει δικαίωμα να προσφύγει στο Συμβούλιο κατά της απόφασης της Επιτροπής εντός ενός μηνός από την κοινοποίησή της.

Το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός ενός μηνός από αυτή την προσφυγή.

Άρθρο 8 Παρακολούθηση της συμμόρφωσης και υποβολή εκθέσεων

1. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των άρθρων 3 και 4 με βάση τις αναλυτικές μεθόδους που προβλέπονται στα παραρτήματα I και II.

2. Η Επιτροπή προωθεί την ανάπτυξη ενός ενιαίου συστήματος παρακολούθησης της ποιότητας των καυσίμων. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης για την ανάπτυξη ενός τέτοιου συστήματος.

3. Η Επιτροπή καταρτίζει ενιαίο έντυπο για την υποβολή περιλήψεων των εθνικών στοιχείων περί ποιότητας καυσίμων το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2000.

4. Κάθε έτος, έως τις 30 Ιουνίου, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή την περίληψη για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, και για πρώτη φορά έως τις 30 Ιουνίου 2002.

Άρθρο 9 Διαδικασία αναθεώρησης

1. Η Επιτροπή, περιοδικά, και για πρώτη φορά εντός δώδεκα το πολύ μηνών από την ημερομηνία υιοθέτησης της παρούσας οδηγίας, αλλά οπωσδήποτε όχι αργότερα από τις 31 Δεκεμβρίου 1999, και βάσει αξιολόγησης η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 3 της οδηγίας 98/69/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1998, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές των οχημάτων με κινητήρα και την τροποποίηση της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (13), υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρόταση αναθεώρησης της παρούσας οδηγίας, ως αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικής που θα καθορισθεί κατά τρόπο ώστε να παράγει αποτελέσματα που να πληρούν τις απαιτήσεις των κοινοτικών προτύπων ποιότητας του αέρα και τους σχετικούς στόχους [. . .].

2. Η πρόταση περιλαμβάνει περιβαλλοντικές προδιαγραφές που συμπληρώνουν τις υποχρεωτικές προδιαγραφές οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα III για την βενζίνη και στο παράρτημα IV για το ντίζελ βάσει, μεταξύ άλλων, της συσσώρευσης γνώσεων σχετικά με τις απαιτήσεις για μείωση των εκπομπών που συνδέονται με την ποιότητα του αέρα, με την απαοτελεσματική λειτουργία των νέων τεχνολογιών καταπολέμησης της ρύπανσης και με τις εξελίξεις που επηρεάζουν τις διεθνείς αγορές καυσίμων.

3. Επιπλέον των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλλει, μεταξύ άλλων

- προτάσεις που θα λαμβάνουν υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση όσον αφορά τους στόλους επιχειρηματικών οχημάτων και την ανάγκη να προταθούν επίπεδα προδιαγραφών για τα ειδικά καύσιμα που χρησιμοποιούν,

- πρόταση για τον καθορισμό επιπέδων προδιαγραφών που να εφαρμόζονται στο υγραέριο, στο φυσικό αέριο για οχήματα και στα βιοκαύσιμα.

Άρθρο 10 Διαδικασία προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο

Κάθε τροποποίηση που είναι απαραίτητη για την προσαρμογή των μεθόδων μέτρησης που ορίζονται στο δεξιό τμήμα (δοκιμές) των παραρτημάτων I, II, III και IV της παρούσας οδηγίας, ώστε να ληφθεί υπόψη η τεχνική πρόοδος, εγκρίνεται από την Επιτροπή η οποία επικουρείται από επιτροπή που συνιστάται σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου (14) και σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται από το άρθρο 11 της παρούσας οδηγίας.

Η προσαρμογή αυτή δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την άμεση ή έμμεση τροποποίηση των οριακών τιμών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία ή αλλαγή των ημερομηνιών από τις οποίες εφαρμόζονται.

Άρθρο 11 Διαδικασία επιτροπής

1. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή του άρθρου 10 σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό εντός προθεσμίας που μπορεί να ορίσει ο Πρόεδρος, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη διατυπώνεται με την πλειοψηφία που προβλέπει το άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

2. Η Επιτροπή θεσπίζει τα σχεδιαζόμενα μέτρα εφόσον είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής.

Εάν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα ληπτέα μέτρα. Το Συμβούλο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή [. . .].

Άρθρο 12 Κατάργηση και τροποποίηση των οδηγιών σχετικά με την ποιότητα καυσίμων για τη βενζίνη και το ντίζελ

1. Οι οδηγίες 85/210/ΕΟΚ, 85/536/ΕΟΚ και 87/441/ΕΟΚ καταργούνται από την 1η Ιανουαρίου 2000.

2. Η οδηγία 93/12/ΕΟΚ τροποποιείται διά της διαγραφής του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) και του άρθρου 2 παράγραφος 1 από την 1η Ιανουαρίου 2000.

Άρθρο 13 Μεταφορά στην εθνική νομοθεσία

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία έως την 1 Ιουλίου 1999 του αργότερο. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2000.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις της αναφοράς αυτής εκδίδονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 14 Αυστρία

Το άρθρο 7 της οδηγίας 85/210/ΕΟΚ, όσον αφορά την περιεκτικότητα της βενζίνης σε βενζόλιο που αναφέρεται στο άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας, δεν εφαρμόζεται στην Αυστρία, έως την 1η Ιανουαρίου 2000.

Άρθρο 15 Έναρξη ισχύος της οδηγίας

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 16 Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 13 Οκτωβρίου 1998.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. M. GIL-ROBLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. EINEM

(1) ΕΕ C 77 της 11.3.1997, σ. 1 και ΕΕ C 209 της 10.7.1997, σ. 25.

(2) ΕΕ C 206 της 7.7.1997, σ. 113.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Απριλίου 1997 (132 της 28.4.1997, σ. 170), κοινή θέση του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 1997 (ΕΕ C 351 της 19.11.1997, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 1998 (ΕΕ C 80 της 16.3.1998, σ. 92). Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Σεπτεμβρίου 1998 (ΕΕ C 313 της 12.10.1998). Απόφαση του Συμβουλίου της 17ης Σεπτεμβρίου 1998.

(4) ΕΕ L 76 της 6.4.1970, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/69/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(5) ΕΕ L 36 της 9.2.1988, σ. 33 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 40 της 17.2.1996, σ. 1).

(6) ΕΕ L 100 της 19.4.1994, σ. 42.

(7) ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 12 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ (ΕΕ L 365 της 31.12.1994, σ. 46).

(8) ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/48/ΕΚ (ΕΕ L 217 της 5.8.1999, σ. 18).

(9) ΕΕ L 96 της 3.4.1985, σ. 25 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(10) ΕΕ L 334 της 12.12.1985, σ. 20 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 87/441/ΕΟΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 238 της 21.8.1987, σ. 40).

(11) ΕΕ L 74 της 27.3.1993, σ. 81.

(12) ΕΕ C 102 της 4.4.1996, σ. 1.

(13) Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(14) ΕΕ L 296 της 21.11.1996, σ. 55.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΗΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ ΜΕ ΣΥΜΠΙΕΣΗ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΗΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ ΜΕ ΣΥΜΠΙΕΣΗ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Δηλώσεις της Επιτροπής

Σχετικά με το άρθρο 3 παράγραφος 5 και το άρθρο 4 παράγραφος 3

Η Επιτροπή, κατά την εξέταση των αιτήσεων παρέκκλισης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 και το άρθρο 4 παράγραφος 3, θα εξακριβώνει κατά πόσον η παρέκκλιση είναι συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του δικαίου του ανταγωνισμού, λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη στην Κοινότητα επαρκών ποσοτήτων καλής ποιότητας καυσίμων.

Σχετικά με την τροπολογία 18 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Η Επιτροπή αναγνωρίζει τη σημασία των φορολογικών κινήτρων για την προώθηση της χρήσης πιο προηγμένων καυσίμων, πράγμα που θα λάβει δεόντως υπόψη της κατά την εφαρμογή της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ του Συμβουλίου και θα επιδιώξει, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, την ταχεία εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της εν λόγω οδηγίας.