31998L0048

Οδηγία 98/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 98/34/ΕΚ για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 217 της 05/08/1998 σ. 0018 - 0026


ΟΔΗΓΙΑ 98/48/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Ιουλίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 98/34/ΕΚ για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 100 Α και 213,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι, για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, κρίνεται σκόπιμο να διασφαλιστεί, μέσω της τροποποίησης της οδηγίας 98/34/ΕΚ (4), η μέγιστη δυνατή διαφάνεια στις μελλοντικές εθνικές νομοθεσίες που θα εφαρμόζονται στις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών 7

(2) ότι μεγάλη ποικιλία υπηρεσιών με την έννοια των άρθρων 59 και 60 της συνθήκης θα ωφεληθεί από τις ευκαιρίες που δημιουργεί η κοινωνία των πληροφοριών να παρέχονται οι εν λόγω υπηρεσίες εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονικά μέσα και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη των υπηρεσιών αυτών 7

(3) ότι ο ενιαίος χώρος δίχως εσωτερικά σύνορα που αποτελεί την εσωτερική αγορά επιτρέπει στους φορείς που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές να αναπτύξουν τις διασυνοριακές δραστηριότητές τους, έτσι ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά τους, παρέχοντας έτσι στους πολίτες νέες δυνατότητες επικοινωνίας και πρόσβασης στις πληροφορίες χωρίς σύνορα και στους καταναλωτές νέες μορφές πρόσβασης σε αγαθά ή υπηρεσίες 7

(4) ότι η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 98/34/ΕΚ δεν μπορεί να εμποδίσει τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τις διάφορες κοινωνικές, κοινωνιακές και πολιτισμικές επιπτώσεις τις συμφυείς με την έλευση της κοινωνίας των πληροφοριών 7 ότι, ειδικότερα, η χρήση των διαδικαστικών κανόνων της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών δεν μπορεί να θίγει τα μέτρα πολιτιστικής πολιτικής, στον οπτικοακουστικό ιδίως τομέα, που ενδέχεται να λάβουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη τη γλωσσική τους πολυμορφία, τις εθνικές και περιφερειακές τους ιδιομορφίες και τις πολιτισμικές τους κληρονομιές 7 ότι η ανάπτυξη της κοινωνίας των πληροφοριών θα πρέπει οπωσδήποτε να εξασφαλίζει, εν πάση περιπτώσει, την ορθή πρόσβαση των ευρωπαίων πολιτών στην ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά την παρεχόμενη εντός ψηφιακού περιβάλλοντος 7

(5) ότι σκοπός της οδηγίας 98/34/ΕΚ δεν είναι να εφαρμοσθεί επί εθνικών διατάξεων που αφορούν τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως οι συνταγματικοί κανόνες περί ελευθερίας του εκφράζεσθαι και πιο συγκεκριμένα οι περί ελευθερίας του τύπου 7 ούτε επίσης ενδείκνυται η εφαρμογή της στο κοινό ποινικό δίκαιο 7 ότι δεν εφαρμόζεται, εξάλλου, στις συμφωνίες ιδιωτικού δικαίου μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων, και δη στις συμφωνίες σχετικά με την εκτέλεση πληρωμών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων 7

(6) ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογράμμισε την αναγκαιότητα να δημιουργηθεί ένα σαφές και σταθερό νομικό πλαίσιο στο επίπεδο της Κοινότητας που θα επιτρέπει την ανάπτυξη της κοινωνίας των πληροφοριών 7 ότι το κοινοτικό δίκαιο, και ιδιαίτερα οι κανόνες της εσωτερικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των αρχών της συνθήκης και του παράγωγου δικαίου, αποτελούν ήδη ένα βασικό νομικό πλαίσιο για την ανάπτυξη των υπηρεσιών αυτών 7

(7) ότι οι υπάρχουσες εθνικές νομοθεσίες που ισχύουν για τις σημερινές υπηρεσίες θα πρέπει να μπορέσουν να προσαρμοστούν στις νέες υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών, είτε για να διασφαλιστεί η καλύτερη προστασία του γενικού συμφέροντος είτε, αντίθετα, για να απλοποιηθούν οι νομοθεσίες αυτές σε περίπτωση που η εφαρμογή τους είναι υπερβολικά δυσανάλογη με τους επιδιωκόμενους στόχους 7

(8) ότι, χωρίς συντονισμό σε κοινοτικό επίπεδο, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν από τη νομοθετική αυτή διαδικασία, την προβλεπόμενη σε εθνικό επίπεδο, εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών και στην ελευθερία εγκατάστασης, με αποτέλεσμα την ανακατάτμηση της εσωτερικής αγοράς, ένα υπερβολικό όγκο κανονιστικών ρυθμίσεων και νομοθετικές ανακολουθίες 7

(9) ότι χρειάζεται μια συντονισμένη προσέγγιση σε κοινοτικό επίπεδο κατά την αντιμετώπιση θεμάτων που άπτονται δραστηριοτήτων με κατ' εξοχήν διεθνείς προεκτάσεις, όπως οι νέες υπηρεσίες με σκοπό την πραγματική και αποτελεσματική προστασία των στόχων γενικού συμφέροντος που παρεμβαίνουν στην ανάπτυξη της κοινωνίας των πληροφοριών 7

(10) ότι υπάρχει ήδη εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο, ή ενδεχομένως καθεστώς αμοιβαίας αναγνώρισης, για τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες, και ότι η υπάρχουσα κοινοτική νομοθεσία προβλέπει προσαρμογές στην τεχνολογική εξέλιξη και τις νέες υπηρεσίες που προσφέρονται και ότι συνεπώς οι περισσότερες εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις που αφορούν τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες δεν θα χρειάζεται να κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, αφού θα εμπίπτουν στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, ή στο άρθρο 1 σημείο 5 της οδηγίας 98/34/ΕΚ 7 ότι, ωστόσο, οι διάφορες εθνικές κανονιστικές διατάξεις που αφορούν ειδικώς ζητήματα μη εμπίπτοντα στο πεδίο κοινοτικών νομοθετικών πράξεων ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στην ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών και ότι, για το λόγο αυτό, πρέπει να κοινοποιούνται 7

(11) ότι για άλλους, προς το παρόν λιγότερο γνωστούς τομείς της κοινωνίας των πληροφοριών, θα ήταν ωστόσο πρόωρο να συντονιστούν οι εθνικές νομοθεσίες με εκτεταμένη ή εξαντλητική εναρμόνιση του ουσιαστικού δικαίου σε κοινοτικό επίπεδο, δεδομένου ότι οι μορφές και η φύση των νέων υπηρεσιών δεν είναι επαρκώς γνωστές, ότι δεν υπάρχουν ακόμη στο στάδιο αυτό, σε εθνικό επίπεδο, συγκεκριμένες νομοθετικές δραστηριότητες σε αυτόν τον τομέα και ότι η αναγκαιότητα και το περιεχόμενο μιας τέτοιας εναρμόνισης σε σχέση με την εσωτερική αγορά δεν μπορούν να καθοριστούν προς το παρόν 7

(12) ότι είναι συνεπώς απαραίτητο να προστατευθεί η καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να προληφθούν οι κίνδυνοι ανακατάτμησης με τον καθορισμό μιας διαδικασίας πληροφόρησης, διαβούλευσης και διοικητικής συνεργασίας όσον αφορά νέα σχέδια κανονιστικών ρυθμίσεων 7 ότι μια τέτοια διαδικασία θα συμβάλει ιδίως στη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής της συνθήκης, και ειδικότερα των άρθρων 52 και 59, ή ενδεχομένως στο να επισημανθεί η ανάγκη διασφάλισης ενός γενικού συμφέροντος σε κοινοτικό επίπεδο 7 ότι, εξάλλου, η καλύτερη εφαρμογή της συνθήκης που θα απορρέει από μια τέτοια διαδικασία πληροφόρησης θα έχει ως συνέπεια τη μείωση των αναγκών για κοινοτικές ρυθμίσεις στο απολύτως απαραίτητο και αναλογικό εξ απόψεως εσωτερικής αγοράς και προστασίας στόχων γενικού συμφέροντος 7 ότι, τέλος, αυτή η διαδικασία πληροφόρησης θα επιτρέψει την καλύτερη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της εσωτερικής αγοράς από τις επιχειρήσεις 7

(13) ότι η οδηγία 98/34/ΕΚ έχει τους ίδιους στόχους και ότι η διαδικασία αυτή είναι αποτελεσματική και η πλέον ολοκληρωμένη σε σχέση με τους στόχους αυτούς 7 ότι η πείρα από την εφαρμογή της οδηγίας αυτής και οι διαδικασίες που προβλέπονται σε αυτήν είναι προσαρμοσμένες στα σχέδια κανόνων σχετικών με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών 7 ότι η διαδικασία που προβλέπει ακολουθείται πλέον παγίως από τις εθνικές αρχές 7

(14) ότι, εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 7 Α της συνθήκης, η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει ένα χώρο δίχως εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων και ότι η οδηγία 98/34/ΕΚ δεν προβλέπει παρά μια διαδικασία διοικητικής συνεργασίας χωρίς εναρμόνιση των ουσιαστικών διατάξεων 7

(15) ότι, συνεπώς, η τροποποίηση της οδηγίας 98/34/ΕΚ ενόψει της εφαρμογής της στα σχέδια κανονιστικών ρυθμίσεων σχετικών με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών είναι η καταλληλότερη προσέγγιση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αναγκών διαφάνειας στην εσωτερική αγορά σε ό,τι αφορά το νομικό πλαίσιο των εν λόγω υπηρεσιών 7

(16) ότι θα πρέπει να γίνεται η κοινοποίηση εκείνων ιδίως των κανόνων που είναι πιθανό να εξελιχθούν στο μέλλον 7 ότι οι υπηρεσίες που, δεδομένης της ποικιλίας και της μελλοντικής τους εξέλιξης, είναι πιο πιθανό να χρειαστούν ή να παράγουν νέους κανόνες και κανονιστικές ρυθμίσεις είναι οι υπηρεσίες που παρέχονται εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονικά μέσα, και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη των υπηρεσιών (υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών) 7 ότι συνεπώς θα πρέπει να προβλεφθεί η γνωστοποίηση των σχεδίων κανόνων και κανονιστικών ρυθμίσεων που αναφέρονται στις υπηρεσίες αυτές 7

(17) ότι, ως εκ τούτου θα πρέπει να ανακοινώνονται οι ειδικοί κανόνες που αφορούν την πρόσβαση στις υπηρεσίες οι οποίες μπορούν να παρασχεθούν σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που ορίζονται παραπάνω, καθώς και την άσκησή τους, ακόμη και αν οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνονται σε νομοθεσία με γενικότερο στόχο 7 ότι, πάντως, οι γενικές κανονιστικές ρυθμίσεις που δεν καθορίζουν ιδιαίτερες διατάξεις για τις υπηρεσίες αυτές δεν χρειάζεται να γνωστοποιούνται 7

(18) ότι ως κανόνες σχετικά με την πρόσβαση στις υπηρεσίες και την άσκησή τους νοούνται οι κανόνες που καθορίζουν απαιτήσεις για τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών, όπως απαιτήσεις σχετικά με τους φορείς, τις υπηρεσίες και τους αποδέκτες των υπηρεσιών που συνδέονται με οικονομική δραστηριότητα η οποία μπορεί να παρασχεθεί με ηλεκτρονικά μέσα, εξ αποστάσεως και κατόπιν συγκεκριμένης επιλογής του αποδέκτη 7 ότι έτσι, για παράδειγμα, καλύπτονται οι κανόνες σχετικά με την εγκατάσταση των φορέων που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές, και ειδικότερα οι κανόνες σχετικά με το καθεστώς έγκρισης ή έκδοσης αδειών 7 ότι θεωρείται διάταξη που αφορά ειδικά τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών οποιαδήποτε διάταξη αναφέρεται σε αυτές ακόμη και αν περιλαμβάνεται σε κανονιστική ρύθμιση γενικού χαρακτήρα 7 ότι, αντιθέτως, δεν καλύπτονται οι κανόνες που αφορούν άμεσα και ατομικά κάποιους συγκεκριμένους αποδέκτες (όπως φερ' ειπείν οι διάφορες άδειες στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών) 7

(19) ότι, δυνάμει του άρθρου 60 της συνθήκης όπως ερμηνεύεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου, ως υπηρεσία νοείται η υπηρεσία η παρεχομένη συνήθως έναντι αμοιβής 7 ότι το χαρακτηριστικό αυτό δεν απαντά στις δραστηριότητες που ασκεί το κράτος δίχως οικονομική αντιπαροχή στα πλαίσια των καθηκόντων του και δη στον κοινωνικό, στον πολιτιστικό, στον εκπαιδευτικό και στο δικαστικό τομέα 7 ότι, ως εκ τούτου, οι εθνικοί κανόνες που αφορούν αυτές τις δραστηριότητες δεν καλύπτονται από τον ορισμό τον προβλεπόμενο στο άρθρο 60 της συνθήκης, και άρα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας 7

(20) ότι η παρούσα οδηγία δεν θίγει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 89/552/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, με στόχο το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση δραστηριότητας ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων (5), όπως τροποποιείται από την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) ή από τις ενδεχόμενες μελλοντικές τροποποιήσεις αυτής της οδηγίας 7

(21) ότι εν πάση περιπτώσει δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία τα σχέδια εθνικών διατάξεων με στόχο τη μεταφορά του περιεχομένου των κοινοτικών οδηγιών που ισχύουν ή που θα εκδοθούν εφόσον ήδη αποτελούν αντικείμενο ειδικής εξέτασης 7 ότι, λόγω του γεγονότος αυτού, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ούτε οι εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις για τη μεταφορά της οδηγίας 89/552/ΕΚ, όπως τροποποιείται με την οδηγία 97/36/ΕΚ, ή με τις ενδεχόμενες μελλοντικές τροποποιήσεις της οδηγίας αυτής, ούτε οι εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες είτε μεταφέρουν την οδηγία 97/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1997, περί κοινού πλαισίου για τις γενικές και ατομικές άδειες στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (7) ή που εκδίδονται εν συνεχεία στο πλαίσιο της οδηγίας αυτής 7

(22) ότι είναι επίσης σημαντικό να προβλέπονται εξαιρετικές περιπτώσεις όπου οι εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις όσον αφορά τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών θα μπορούσαν να εκδοθούν άνευ χρονοτριβής 7 ότι η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να παρέχεται μόνο για επιτακτικούς λόγους που προκύπτουν από κατάσταση σοβαρή και απρόβλεπτη, η οποία δεν ήταν προηγουμένως γνωστή και η οποία δεν οφείλεται σε ενέργεια των αρχών του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, και αυτό για να μην αμφισβητηθεί η σκοπιμότητα της εκ των προτέρων συνεννόησης και διοικητικής συνεργασίας που αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία της παρούσας, οδηγίας 7

(23) ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναβάλουν κατά δώδεκα μήνες - και σε περίπτωση κοινής θέσης του Συμβουλίου κατά δεκαοκτώ μήνες - την έκδοση τυχόν σχεδίων κανόνων όσον αφορά τις υπηρεσίες αυτές μόνον εφόσον τα εν λόγω σχέδια άπτονται τομέων που καλύπτονται από πρόταση οδηγίας, κανονισμού ή απόφασης η οποία ήδη έχει υποβληθεί στο Συμβούλιο από την Επιτροπή 7 ότι η Επιτροπή δύναται να αντιτάξει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος την υποχρεωτική αυτή μεταβολή μόνον εάν το σχέδιο εθνικού κανόνα προβλέπει διατάξεις που δεν συμμορφώνονται προς το περιεχόμενο της πρότασης που έχει υποβάλει 7

(24) ότι ο ορισμός του πλαισίου πληροφόρησης και διαβούλευσης σε κοινοτικό επίπεδο, όπως καθορίζεται από την παρούσα οδηγία, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για συνεπή και αποτελεσματική συμμετοχή της Κοινότητας στην αντιμετώπιση θεμάτων σχετικών με τις κανονιστικές πλευρές των υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών σε διεθνές επίπεδο 7

(25) ότι, στα πλαίσια της λειτουργίας της οδηγίας 98/34/ΕΚ, είναι σκόπιμο να συνέλθει η επιτροπή η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 με ειδικό σκοπό να εξετάσει τα ζητήματα που άπτονται των υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών 7

(26) ότι, υπό το πρίσμα αυτό υπενθυμίζεται πως όταν, δυνάμει άλλης κοινοτικής νομοθετικής πράξης, ένα εθνικό μέτρο πρέπει να κοινοποιηθεί και ως σχέδιο, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να προβεί σε μια ενιαία κοινοποίηση δυνάμει αυτής της άλλης νομοθετικής πράξης, δηλώνοντας ότι η κοινοποίηση συνιστά ωσαύτως κοινοποίηση και για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας 7

(27) ότι η Επιτροπή θα ερευνά σε τακτά χρονικά διαστήματα τις εξελίξεις στην αγορά νέων υπηρεσιών στον τομέα της κοινωνίας των πληροφοριών, ιδίως δε στο πλαίσιο της σύγκλισης μεταξύ τηλεπικοινωνιών, τεχνολογίας των πληροφοριών και μέσων ενημέρωσης, και, ενδεχομένως, θα αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την ταχεία προσαρμογή των κανόνων, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη νέων υπηρεσιών στην Ευρώπη,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 98/34/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1. Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών».

2. Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 2:

«2. "υπηρεσία": οποιαδήποτε υπηρεσία της κοινωνίας των πληροφοριών, ήτοι κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται έναντι αμοιβής, με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών.

Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, νοείται με τον όρο:

- "εξ αποστάσεως": υπηρεσία που παρέχεται χωρίς τα συμβαλλόμενα μέρη να είναι ταυτόχρονα παρόντα,

- "με ηλεκτρονικά μέσα": υπηρεσία που παρέχεται στην αφετηρία της και γίνεται αποδεκτή στον προορισμό της μέσω εξοπλισμών ηλεκτρονικής επεξεργασίας (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) ή αποθήκευσης δεδομένων και η οποία παρέχεται, διαβιβάζεται και λαμβάνεται εξ ολοκλήρου μέσω τηλεφωνικής γραμμής, ραδιοφωνικής μετάδοσης, οπτικής ίνας ή με άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα,

- "κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας ενός αποδέκτη υπηρεσιών": υπηρεσία που παρέχεται με μετάδοση δεδομένων κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας.

Στο παράρτημα V περιέχεται ενδεικτικός κατάλογος των υπηρεσιών που δεν καλύπτονται από αυτόν τον ορισμό.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

- στις υπηρεσίες ραδιοφωνικών μεταδόσεων,

- στις υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων περί των οποίων το άρθρο 1 στοιχείο α) της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ (*).

(*) ΕΕ L 298 της 17. 10. 1989, σ. 23 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/36/ΕΚ (ΕΕ L 202 της 30. 7. 1997, σ. 1).»

β) τα σημεία 2 και 3 καθίστανται αντιστοίχως σημεία 3 και 4 7

γ) παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 5:

«5. "κανόνας σχετικά με τις υπηρεσίες": απαίτηση γενικής φύσεως σχετικά με την πρόσβαση στις δραστηριότητες των υπηρεσιών που περιγράφονται στο σημείο 2 και στην άσκησή τους, ειδικότερα διατάξεις για τους παρέχοντες υπηρεσίες, τις υπηρεσίες και τον αποδέκτη των υπηρεσιών, εξαιρουμένων των κανόνων που δεν αναφέρονται ειδικά στις υπηρεσίες που ορίζονται στο ίδιο σημείο.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους κανόνες που άπτονται ζητημάτων εμπιπτόντων στις κοινοτικές κανονιστικές ρυθμίσεις του τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, όπως αυτές ορίζονται στην οδηγία 90/387/ΕΟΚ (*).

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους κανόνες που άπτονται ζητημάτων εμπιπτόντων στις κοινοτικές κανονιστικές διατάξεις του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, σύμφωνα με την ενδεικτική απαρίθμηση των εν λόγω υπηρεσιών στο παράρτημα VI της παρούσας οδηγίας.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους κανόνες που εκδίδονται από ή για οργανωμένες αγορές κατά την έννοια της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ, άλλες αγορές ή οργανισμούς που προσφέρουν συμψηφιστικές ή εκκαθαριστικές υπηρεσίες προς τις αγορές αυτές, εξαιρουμένου του άρθρου 8 παράγραφος 3.

Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού:

- ένας κανόνας θεωρείται ότι αφορά ειδικά τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών όταν, αν ληφθεί υπόψη η αιτιολογία και το κείμενό του, έχει συγκεκριμένο σκοπό και αντικείμενο, είτε εξ ολοκλήρου είτε σε επί μέρους διατάξεις, να ρυθμίσει με σαφή και εύστοχο τρόπο τις υπηρεσίες αυτές,

- ένας κανόνας δεν θεωρείται ότι αφορά ειδικά τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών όταν αφορά τις υπηρεσίες αυτές μόνον κατά συνεκδοχή ή κατά σύμπτωση.

(*) ΕΕ L 192 της 24. 7. 1990, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/51/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 29. 10. 1997, σ. 23).»

δ) τα σημεία 4 ως 8 γίνονται αντιστοίχως σημεία 6 έως 10 7

ε) το σημείο 9 γίνεται σημείο 11 ως εξής:

«11. "τεχνικός κανόνας": τεχνική προδιαγραφή ή άλλη απαίτηση ή κανόνας σχετικά με τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των οικείων διοικητικών διατάξεων των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική de jure ή de facto, για την εμπορία, την παροχή υπηρεσιών, την εγκατάσταση ενός φορέα παροχής υπηρεσιών ή τη χρήση σε κράτος μέλος ή σε σημαντικό τμήμα του κράτους αυτού, όπως επίσης, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 10, οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών που απαγορεύουν την κατασκευή, εισαγωγή, εμπορία ή χρήση ενός προϊόντος και την παροχή ή χρήση μιας υπηρεσίας ή την εγκατάσταση για την παροχή των υπηρεσιών αυτών.

Τεχνικοί κανόνες de facto είναι ιδίως:

- οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ενός κράτους μέλους οι οποίες παραπέμπουν είτε σε τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις είτε σε κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες, είτε σε επαγγελματικούς κώδικες ή κώδικες ορθής πρακτικής που με τη σειρά τους παραπέμπουν σε τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις ή κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες, η τήρηση των οποίων αποτελεί τεκμήριο συμβατότητας προς τις προδιαγραφές που καθορίζονται από τις εν λόγω νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις,

- οι εκούσιες συμφωνίες στις οποίες η δημόσια αρχή είναι συμβαλλόμενο μέρος και οι οποίες αποσκοπούν στην τήρηση, προς το δημόσιο συμφέρον, των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων απαιτήσεων ή κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες. Εξαιρούνται οι συγγραφές υποχρεώσεων των δημοσίων συμβάσεων,

- οι τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις ή οι κανόνες περί υπηρεσιών, που συνδέονται με φορολογικά ή οικονομικά μέτρα και επηρεάζουν την κατανάλωση προϊόντων ή υπηρεσιών ενθαρρύνοντας την τήρηση των τεχνικών αυτών προδιαγραφών ή άλλων απαιτήσεων ή κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες 7 εξαιρούνται οι τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις ή οι κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες που έχουν σχέση με τα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.

Συμπεριλαμβάνονται οι τεχνικοί κανόνες που θέτουν οι ορισθείσες από τα κράτη μέλη υπηρεσίες και ευρίσκονται σε κατάλογο καταρτιζόμενο από την Επιτροπή πριν τις 5 Αυγούστου 1999, στα πλαίσια της επιτροπής του άρθρου 5.

Η τροποποίηση του καταλόγου γίνεται με την ίδια διαδικασία.»

στ) Το σημείο 10 γίνεται σημείο 12, του οποίου το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«12. "σχέδιο τεχνικού κανόνα": το κείμενο μιας τεχνικής προδιαγραφής ή άλλης απαίτησης ή ενός κανόνα σχετικά με τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών διατάξεων, που εκπονείται προκειμένου η τεχνική αυτή προδιαγαφή ή απαίτηση ή κανόνας σχετικά με τις υπηρεσίες να καθιερωθεί αμέσως ή εν τέλει ως τεχνικός κανόνας, και το οποίο, δεδομένου ότι βρίσκεται σε προπαρασκευαστικό στάδιο, μπορεί να υποστεί ουσιαστικές τροποποιήσεις.»

3. Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α) στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η επιτροπή συνέρχεται με ειδική σύνθεση για να εξετάσει τα ζητήματα τα σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών.»

β) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8. Προκειμένου περί των κανόνων όσον αφορά τις υπηρεσίες, η Επιτροπή και η επιτροπή μπορούν να συμβουλεύονται φυσικά ή νομικά πρόσωπα από τη βιομηχανία ή τα πανεπιστήμια και, ει δυνατόν, αντιπροσωπευτικά όργανα, που είναι σε θέση να παρέχουν ειδικές γνώμες σχετικά με τους κοινωνικούς και κοινωνιακούς στόχους και συνέπειες κάθε σχεδίου κανόνα όσον αφορά τις υπηρεσίες, και μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις συμβουλές τους, κάθε φορά που έχει διατυπωθεί σχετικό αίτημα.»

4. Στο άρθρο 8 παράγραφος 1, το έκτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν πρόκειται για τις τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις ή τους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες, που αναφέρει το άρθρο 1 σημείο 11 δεύτερο εδάφιο τρίτη περίπτωση, οι παρατηρήσεις ή αιτιολογημένες γνώμες της Επιτροπής ή των κρατών μελών μπορούν να αφορούν μόνο τις πτυχές του μέτρου οι οποίες ενδεχομένως αποτελούν εμπόδιο για τις συναλλαγές ή προκειμένου για τους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες, την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών ή την ελευθερία εγκατάστασης των φορέων παροχής υπηρεσιών και όχι τη φορολογική ή οικονομική του πτυχή.»

5. Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α) οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη αναβάλλουν:

- κατά τέσσερις μήνες την έγκριση ενός σχεδίου τεχνικού κανόνα υπό μορφή εκούσιας συμφωνίας κατά την έννοια του άρθρου 1 σημείο 11 δεύτερο εδάφιο, δεύτερη περίπτωση,

- με την επιφύλαξη των παραγράφων 3, 4 και 5, κατά έξι μήνες την έγκριση οιουδήποτε άλλου σχεδίου τεχνικού κανόνα (εξαιρουμένων των σχεδίων όσον αφορά τις υπηρεσίες),

από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, εφόσον η Επιτροπή ή ένα άλλο κράτος μέλος διατυπώσει, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία αυτή, αιτιολογημένη γνώμη σύμφωνα με την οποία το προτεινόμενο μέτρο παρουσιάζει πτυχές που μπορούν ενδεχομένως να δημιουργήσουν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς,

- με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 5, κατά τέσσερις μήνες την έγκριση ενός σχεδίου κανόνα σχετικά με τις υπηρεσίες, από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, εφόσον η Επιτροπή ή ένα άλλο κράτος μέλος διατυπώσει, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία αυτή, αιτιολογημένη γνώμη σύμφωνα με την οποία το προτεινόμενο μέτρο παρουσιάζει πτυχές που μπορούν ενδεχομένως να δημιουργήσουν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών ή στην ελεύθερη εγκατάσταση των φορέων παροχής υπηρεσιών στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς.

Προκειμένου περί των σχεδίων κανόνων όσον αφορά τις υπηρεσίες, οι αιτιολογημένες γνώμες της Επιτροπής ή των κρατών μελών δεν μπορούν να θίγουν μέτρα πολιτιστικής πολιτικής, στον οπτικοακουστικό ιδίως τομέα, τα οποία ενδέχεται να εκδώσουν τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη τη γλωσσική τους πολυμορφία, τις εθνικές και περιφερειακές ιδιομορφίες, καθώς και την οικεία πολιτιστική κληρονομιά.

Το οικείο κράτος μέλος αναφέρει στην Επιτροπή την συνέχεια που προτίθεται να δώσει στις αιτιολογημένες γνώμες. Η Επιτροπή σχολιάζει την αντίδραση αυτή.

Προκειμένου περί των κανόνων όσον αφορά τις υπηρεσίες, το οικείο κράτος μέλος αναφέρει, ενδεχομένως, τους λόγους για τους οποίους δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη οι αιτιολογημένες γνώμες.

3. Τα κράτη μέλη αναβάλλουν την έγκριση ενός σχεδίου τεχνικού κανόνα, με εξαίρεση τα σχέδια τα σχετικά με τις υπηρεσίες, κατά δώδεκα μήνες από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της ανακοίνωσης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, εάν, εντός των τριών μηνών που ακολουθούν την ημερομηνία αυτή, η Επιτροπή γνωστοποιήσει την πρόθεσή της να προτείνει ή να εκδώσει οδηγία, κανονισμό ή απόφαση για το θέμα αυτό σύμφωνα με το άρθρο 189 της συνθήκης.»

β) η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Οι παράγραφοι 1 έως 5 δεν εφαρμόζονται όταν ένα κράτος μέλος:

- για επείγοντες λόγους που σχετίζονται με σοβαρή και απρόβλεπτη κατάσταση που αφορά την προστασία της υγείας προσώπων και ζώων, την προστασία των φυτών ή την ασφάλεια και, για τους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες, με τη δημόσια τάξη και δη με την προστασία των ανηλίκων, πρέπει να εκπονήσει σε ιδιαίτερα σύντομη προθεσμία τεχνικούς κανόνες για να τους εγκρίνει και να τους θέσει σε εφαρμογή αμέσως, χωρίς να είναι δυνατές διαβουλεύσεις ή

- για επείγοντες λόγους που σχετίζονται με σοβαρή κατάσταση που αφορά την προστασία της ασφάλειας και της ακεραιότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και δη την προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των ασφαλισμένων, οφείλει να εγκρίνει και να θέσει αμέσως σε εφαρμογή κανόνες σχετικούς με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Το κράτος μέλος αναφέρει στην ανακοίνωση που προβλέπει το άρθρο 8 τους λόγους που δικαιολογούν το επείγον των εν λόγω μέτρων. Η Επιτροπή εκφράζει την άποψή της για την ανακοίνωση αυτή το συντομότερο δυνατό. Λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση καταχρηστικής προσφυγής στη διαδικασία αυτή. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται σχετικά από την Επιτροπή.»

6. Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α) στην παράγραφο 1, η πρώτη και δεύτερη περίπτωση αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«- συμμορφώνονται προς τις κοινοτικές πράξεις αναγκαστικού χαρακτήρα που έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση τεχνικών προδιαγραφών ή κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες,

- τηρούν τις δεσμεύσεις που απορρέουν από διεθνή συμφωνία και έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση κοινών τεχνικών προδιαγραφών ή κανόνων σχετικά με τις κοινές υπηρεσίες στην Κοινότητα.»

β) στο σημείο 1, η έκτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«- τροποποιούν απλώς έναν τεχνικό κανόνα κατά την έννοια του άρθρου 1 σημείο 11, κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, προκειμένου να αρθεί ένα εμπόδιο στις συναλλαγές ή προκειμένου για τους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες, την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών ή την ελευθερία εγκατάστασης των φορέων παροχής υπηρεσιών.»

γ) οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Το άρθρο 9 παράγραφοι 3 έως 6, δεν εφαρμόζεται στις εκούσιες συμφωνίες του άρθρου 1 σημείο 11 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίπτωση.

4. Το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται στις τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις ή στους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 σημείο 11 δεύτερο εδάφιο τρίτη περίπτωση.»

7. Προστίθενται τα παραρτήματα V και VI που παρατίθενται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ, το αργότερο έως τις 5 Αυγούστου 1999 (*), τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιαστικών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Το αργότερο δύο έτη από την ημερομηνία του άρθρου 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο απολογισμό της εφαρμογής της οδηγίας 98/34/ΕΚ, έχοντας υπόψη, ιδίως, τις εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά υπηρεσιών κατά το άρθρο 1 σημείο 2. Τρία έτη το αργότερο από την ημερομηνία του άρθρου 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή υποβάλλει τυχόν προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την τροποποίηση της οδηγίας.

Προς τούτο η Επιτροπή συνεκτιμά τυχόν παρατηρήσεις τις οποίες της γνωστοποιούν τα κράτη μέλη.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 5

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 20 Ιουλίου 1998.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. M. GIL-ROBLESΓια το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

W. MOLTERER

(1) ΕΕ C 307 της 16. 10. 1996, σ. 11 και

ΕΕ C 65 της 28. 2. 1998, σ. 12.

(2) ΕΕ C 158 της 26. 5. 1997, σ. 1.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Μαΐου 1997 (ΕΕ C 167 της 2. 6. 1997, σ. 238), κοινή θέση του Συμβουλίου της 26ης Ιανουαρίου 1998 (ΕΕ C 62 της 26. 2. 1998, σ. 48) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαΐου 1998 (ΕΕ L 167 της 1. 6. 1998). Απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 1998.

(4) ΕΕ L 204 της 21. 7. 1998, σ. 37.

(5) ΕΕ L 298 της 17. 10. 1989, σ. 23.

(6) ΕΕ L 202 της 30. 7. 1997, σ. 1.

(7) ΕΕ L 117 της 7. 5. 1997, σ. 15.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Ενδεικτικός κατάλογος υπηρεσιών που δεν καλύπτονται από το άρθρο 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο

1. Υπηρεσίες που δεν παρέχονται "εξ αποστάσεως"

Υπηρεσίες που παρέχονται παρουσία του παρέχοντος και του αποδέκτη, ακόμη και όταν προϋποθέτουν τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών συσκευών:

α) εξετάσεις ή θεραπεία σε ιατρείο με χρησιμοποίηση ηλεκτρονικού εξοπλισμού αλλά παρουσία του ασθενούς 7

β) αναδίφηση ηλεκτρονικού καταλόγου μέσα σε κατάστημα παρουσία του πελάτη 7

γ) κράτηση αεροπορικού εισιτηρίου μέσω δικτύου υπολογιστών σε γραφείο ταξιδίων παρουσία του πελάτη 7

δ) διάθεση ηλεκτρονικών παιχνιδιών σε χώρο αναψυχής παρουσία του χρήστη.

2. Υπηρεσίες που δεν παρέχονται "με ηλεκτρονικά μέσα"

- Υπηρεσίες που έχουν υλικό περιεχόμενο, έστω και αν παρέχονται μέσω ηλεκτρονικών συσκευών:

α) αυτόματη έκδοση τίτλων (χαρτονομισμάτων, σιδηροδρομικών εισιτηρίων) 7

β) πρόσβαση στα οδικά δίκτυα, στους χώρους στάθμευσης κ.λπ., με αντίτιμο ακόμη και αν στην είσοδο ή/και στην έξοδο παρεμβαίνουν ηλεκτρονικές συσκευές για να ελέγξουν την πρόσβαση ή/και να εξασφαλίσουν την ορθή πληρωμή.

- Υπηρεσίες "off-line": διανομή CD-ROM ή λογισμικού σε δισκέτες

- Υπηρεσίες που δεν παρέχονται μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων απογραφής και επεξεργασίας δεδομένων:

α) υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας 7

β) υπηρεσίες φαξ/τέλεξ 7

γ) υπηρεσίες που παρέχονται μέσω φωνητικής τηλεφωνίας ή φαξ 7

δ) ιατρικές υπηρεσίες μέσω τηλεφώνου/φαξ 7

ε) νομικές υπηρεσίες μέσω τηλεφώνου/φαξ 7

στ) άμεση εμπορία μέσω τηλεφώνου/φαξ.

3. Υπηρεσίες που δεν παρέχονται "κατόπιν προσωπικής επιλογής αποδέκτου υπηρεσιών"

Υπηρεσίες που παρέχονται με τη διαβίβαση δεδομένων χωρίς συγκεκριμένη παραγγελία και προορίζονται για ταυτόχρονη παραλαβή από απεριόριστο αριθμό αποδεκτών (μετάδοση "από ένα σημείο σε πολλά σημεία"):

α) υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης (συμπεριλαμβανομένων των "βίντεο σχεδόν αλά καρτ"), κατ' άρθρο 1 στοιχείο α) της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ 7

β) υπηρεσίες ραδιοφωνικών μεταδόσεων 7

γ) (οπτικοακουστική) τηλεκειμενογραφία (Teletext).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Ενδεικτικός κατάλογος χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών περί των οποίων το άρθρο 1 σημείο 5 τρίτο εδάφιο

- Επενδυτικές υπηρεσίες

- Συναλλαγές ασφάλισης και αντασφάλισης

- Τραπεζικές υπηρεσίες

- Συναλλαγές που έχουν σχέση με συνταξιοδοτικά ταμεία

- Υπηρεσίες που αφορούν συναλλαγές επί προθεσμία ή προαιρέσει.

Αυτές οι υπηρεσίες περιλαμβάνουν ιδίως:

α) τις επενδυτικές υπηρεσίες που αναφέρονται στο παράρτημα της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ (1), τις υπηρεσίες οργανισμών συλλογικών επενδύσεων 7

β) τις υπηρεσίες που εξαρτώνται από δραστηριότητες υπέρ των οποίων ισχύει αμοιβαία αναγνώριση και οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα της οδηγίας 89/646/ΕΟΚ (2) 7

γ) τις συναλλαγές που εξαρτώνται από δραστηριότητες ασφάλισης και αντασφάλισης, και οι οποίες αναφέρονται:

- στο άρθρο 1 της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ (3),

- στο παράρτημα της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ (4),

- στην οδηγία 64/225/ΕΟΚ (5),

- στις οδηγίες 92/49/ΕΟΚ (6) και 92/96/ΕΟΚ (7).

(1) ΕΕ L 141 της 11. 6. 1993, σ. 27.

(2) ΕΕ L 386 της 30. 12. 1989, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/30/ΕΟΚ (ΕΕ L 110 της 28. 4. 1992, σ. 52).

(3) ΕΕ L 228 της 16. 8. 1973, σ. 3 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/49/ΕΟΚ (ΕΕ L 228 της 11. 8. 1992, σ. 1).

(4) ΕΕ L 63 της 13. 3. 1979, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/619/ΕΟΚ (ΕΕ L 330 της 29. 11. 1990, σ. 50).

(5) ΕΕ 56 της 4. 4. 1964, σ. 878/64 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 1973.

(6) ΕΕ L 228 της 11. 8. 1992, σ. 1.

(7) ΕΕ L 360 της 9. 12. 1992, σ. 1.»