31997R0515

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου της 13ης Μαρτίου 1997 περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 082 της 22/03/1997 σ. 0001 - 0016


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 515/97 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Μαρτίου 1997 περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 43 και 235,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 729/70 του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 1970, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 3,

την πρόταση της Επιτροπής (2),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (3),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (4),

Εκτιμώντας:

ότι, για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο της απάτης στα πλαίσια της τελωνειακής ένωσης και της κοινής γεωργικής πολιτικής, απαιτείται στενή συνεργασία μεταξύ των διοικητικών αρχών κάθε κράτους μέλους στις οποίες έχει ανατεθεί η εκτέλεση των διατάξεων που θεσπίζονται στους δύο αυτούς τομείς 7 ότι επίσης απαιτεί κατάλληλη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αυτών αρχών και της Επιτροπής, στην οποία έχει ανατεθεί η μέριμνα για την εφαρμογή της συνθήκης και των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτής 7 ότι μια αποτελεσματική συνεργασία σ' αυτό τον τομέα μπορεί να ενδυναμώσει την προστασία των δημοσιονομικών συμφερόντων της Κοινότητας 7

ότι, κατά συνέπεια, πρέπει να οριστούν οι κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών οφείλουν να παρέχουν μεταξύ τους αμοιβαία συνδρομή και να συνεργάζονται με την Επιτροπή για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων και της νομικής προστασίας των δημοσιονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, ιδίως με την πρόληψη και την έρευνα των παραβάσεων των ρυθμίσεων αυτών και όλων των ενεργειών που είναι η εμφανίζονται αντίθετες προς τις ρυθμίσεις αυτές 7

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1468/81 του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1981, περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων (5) θέσπισε, για το σκοπό αυτό, σύστημα στενής συνεργασίας μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής 7 ότι το σύστημα αυτό αποδείχθηκε αποτελεσματικό 7

ότι, λαμβανομένης υπόψη της εμπειρίας, είναι παραταύτα απαραίτητο να αντικατασταθεί ολοσχερώς ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1468/81 προκειμένου να ενισχυθεί η συνεργασία τόσο μεταξύ των διοικητικών αρχών που είναι επιφορτισμένες, σε κάθε κράτος μέλος, με την εκτέλεση των διατάξεων περί τελωνειακής ένωσης και κοινής γεωργικής πολιτικής όσο και μεταξύ των αρχών αυτών και της Επιτροπής 7 ότι, προς το σκοπό αυτό, πρέπει να ορισθούν νέοι κοινοτικοί κανόνες 7

ότι η θέσπιση κοινοτικών διατάξεων για την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ διοικητικών αρχών των κρατών μελών όσο και για τη συνεργασία τους με την Επιτροπή, με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων, δεν θίγει την εφαρμογή της σύμβασης του 1967 για την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των τελωνειακών διοικητικών υπηρεσιών, στους τομείς που εξακολουθούν να εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών 7 ότι εξάλλου, οι εν λόγω κοινοτικές διατάξεις δεν θίγουν την εφαρμογή, στα κράτη μέλη, των κανόνων σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή στον ποινικό τομέα 7

ότι, παρόλα αυτά, οι γενικοί κοινοτικοί κανόνες που θεσπίζουν σύστημα αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής, δεν εφαρμόζονται εφόσον επικαλύπτουν τις διατάξεις συγκεκριμένων κανονισμών, εκτός αν οι γενικοί κανόνες βελτιώνουν ή ενισχύουν τη διοικητική συνεργασία 7 ότι, ιδίως, η εφαρμογή του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών, ουδόλως θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών για ενημέρωση της Επιτροπής, όπως αυτές προβλέπονται ιδίως από τους κανονισμούς (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1552/89 (6) και (ΕΟΚ) 595/91 (7), ούτε την πρακτική των δελτίων απάτης που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση των πληροφοριών κοινοτικού ενδιαφέροντος 7

ότι εξάλλου, για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, πρέπει να συντονισθούν οι έρευνες και οι άλλες ενέργειες μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών τους 7 ότι είναι, επομένως, απαραίτητο να ενημερώνεται η Επιτροπή κατά τον πληρέστερο τρόπο από τα κράτη μέλη 7

ότι η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά για την ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων ώστε με την εφαρμογή του συστήματος αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής εκ μέρους των κρατών μελών να μην γίνονται διακρίσεις μεταξύ των οικονομικών φορέων που βρίσκονται σε διάφορα κράτη μέλη 7

ότι πρέπει να ορισθούν οι υποχρεώσεις των κρατών μελών στο πλαίσιο της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής, όταν οι υπάλληλοι των εθνικών διοικήσεων των κρατών μελών προβαίνουν σε έρευνες για την εφαρμογή των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων, κατόπιν εντολής ή υπ' ευθύνη μιας δικαστικής αρχής 7

ότι πρέπει να ορισθούν οι αρμοδιότητες των εθνικών υπαλλήλων, οι οποίοι προβαίνουν σε έρευνες σε άλλο κράτος μέλος 7 ότι πρέπει, επίσης, να προβλεφθεί η δυνατότητα να συμμετέχουν οι υπάλληλοι της Επιτροπής, εφόσον είναι αναγκαίο, σε εθνικές έρευνες στο πλαίσιο της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής και να καθορισθούν οι αρμοδιότητές τους 7

ότι για την επιτυχή λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας είναι αναγκαίο η Επιτροπή να ενημερώνεται για τις ανταλλασσόμενες πληροφορίες μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών σε περιπτώσεις που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Κοινότητα 7

ότι, για την ταχεία και συστηματική ανταλλαγή των πληροφοριών που κοινοποιούνται στην Επιτροπή, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί σε κοινοτικό επίπεδο ένα αυτοματοποιημένο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών 7 ότι, στο πλαίσιο αυτό, είναι ουσιώδες οι σημαντικές πληροφορίες που αφορούν απάτες και παρατυπίες στον τελωνειακό και γεωργικό τομέα να συγκεντρώνονται σε μια κεντρική βάση δεδομένων στην οποία να έχουν πρόσβαση τα κράτη μέλη, ενώ συχρόνως πρέπει να διασφαλίζεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών που ανταλλάσσονται, ιδίως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα 7 ότι πρέπει να θεσπιστούν σαφείς και διαφανείς κανόνες επειδή το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερα λεπτό, προκειμένου να διασφαλιστούν οι ατομικές ελευθερίες 7

ότι οι τελωνειακές διοικήσεις καλούνται καθημερινά να εφαρμόζουν τόσο κοινοτικές όσο και μη κοινοτικές διατάξεις, και ότι, κατά συνέπεια, πρέπει να υπάρχει ενιαία υποδομή για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών 7

ότι οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μπορεί να αφορούν φυσικά πρόσωπα και, ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός πρέπει να τηρεί στο πεδίο εφαρμογής του τις αρχές προστασίας των ατόμων κατά την, αυτοματοποιημένη ή μη, επεξεργασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα 7 ότι οι αρχές αυτές, όπως αναφέρονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (8), πρέπει, τηρουμένων των όρων και προϋποθέσεων που προβλέπονται στην οδηγία αυτή, να διευκρινιστούν και να συμπληρωθούν με τον παρόντα κανονισμό 7 ότι, έως ότου εφαρμοστούν τα εθνικά μέτρα για τη μεταφορά της οδηγίας αυτής, θα πρέπει να απαλλαγούν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού που αφορούν τις μη αυτοματοποιημένες ανταλλαγές δεδομένων ορισμένα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν, επί του παρόντος, κανόνες προστασίας ως προς τα εν λόγω δεδομένα 7

ότι, προκειμένου να συμμετάσουν στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να θεσπίσουν νομοθεσία σχετικά με τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα 7 ότι, έως ότου εφαρμοστούν τα εθνικά μέτρα για τη μεταφορά της οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή οφείλουν να εξασφαλίσουν επίπεδο προστασίας το οποίο να βασίζεται στις αρχές που περιέχονται στην οδηγία αυτή 7

ότι, προκειμένου να προστατεύονται επαρκώς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των ενδιαφερομένων, είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ανεξάρτητος έλεγχος των επεξεργασιών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, τόσο στο επίπεδο ενός εκάστου κράτους μέλους όσο και έναντι της Επιτροπής 7

ότι είναι σκόπιμο η Επιτροπή να διευκολύνει την εγκατάσταση και λειτουργία αυτοματοποιημένων συστημάτων στα κράτη μέλη σε στενή συνεργασία με αυτά 7

ότι είναι σκόπιμο να ενημερώνεται η Επιτροπή σχετικά με τις δικαστικές ή διοικητικές διαδικασίες οι οποίες έχουν σκοπό την επιβολή κυρώσεων για παράβαση τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων 7

ότι, προκειμένου να τεθούν σε εφαρμογή ορισμένες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, να διευκολυνθεί η θέσπιση και η λειτουργία του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών και να εξετασθούν τα πιθανά προβλήματα όσον αφορά την ανάπτυξη της διοικητικής συνεργασίας που προβλέπει ο παρών κανονισμός, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η δημιουργία επιτροπής 7

ότι οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού αφορούν τόσο στην εφαρμογή των κανόνων της κοινής γεωργικής πολιτικής, όσο και στην εφαρμογή τελωνειακών ρυθμίσεων 7 ότι το σύστημα που δημιουργεί αποτελεί ολοκληρωμένη κοινοτική οντότητα 7 ότι οι ειδικές τελωνειακές διατάξεις που περιέχει η συνθήκη δεν αναγνωρίζουν στην Κοινότητα την αρμοδιότητα να συστήσει παρόμοιο σύστημα και είναι, συνεπώς, απαραίτητο να γίνει χρήση του άρθρου 235,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι διοικητικές αρχές οι επιφορτισμένες στα κράτη μέλη με την εφαρμογή των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίσουν την εφαρμογή των εν λόγω ρυθμίσεων, στα πλαίσια κοινοτικού μηχανισμού.

2. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται εφόσον καλύπτουν ειδικές διατάξεις άλλων ρυθμίσεων σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή και τη συνεργασία μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής για την εφαρμογή των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων.

Άρθρο 2

1. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

- τελωνειακές ρυθμίσεις, το σύνολο των κοινοτικών διατάξεων και των διατάξεων για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας που διέπει την εισαγωγή, εξαγωγή, διαμετακόμιση και παραμονή εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών και των τρίτων χωρών, καθώς και μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά εμπορεύματα χωρίς κοινοτικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 2 της συνθήκης ή για τα οποία διενεργούνται έλεγχοι ή συμπληρωματικές έρευνες για τη διαπίστωση της πλήρωσης των όρων κτήσης του κοινοτικού χαρακτήρα,

- γεωργικές ρυθμίσεις, το σύνολο των διατάξεων που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και των ειδικών ρυθμίσεων σχετικά με τα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων,

- αιτούσα αρχή, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που υποβάλλει αίτηση συνδρομής,

- καλούμενη αρχή, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους προς την οποία απευθύνεται η αίτηση συνδρομής,

- διοικητική έρευνα, όλοι οι έλεγχοι, επαληθεύσεις και ενέργειες που πραγματοποιούν οι υπάλληλοι των διοικητικών αρχών που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, με σκοπό να διασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων και να διαπιστωθεί, ενδεχομένως, ότι είναι όντως παράτυπες οι διαδικασίες οι οποίες φαίνονται αντίθετες προς αυτές, με εξαίρεση τις ενέργειες που αναλαμβάνονται κατ' αίτηση ή υπό την άμεση ευθύνη δικαστικής αρχής. Οι διοικητικές έρευνες περιλαμβάνουν και τις κοινοτικές αποστολές του άρθρου 20,

- δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα στοιχεία που αφορούν κατονομαζόμενο ή αναγνωρίσιμο φυσικό πρόσωπο. Ως αναγνωρίσιμο τεκμαίρεται το πρόσωπο που μπορεί να αναγνωρισθεί αμέσως ή εμμέσως, ιδίως διά αριθμού ταυτότητος ή ενός ή πλειόνων συγκεκριμένων στοιχείων σχετικών με την φυσική, φυσιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτική ή κοινωνική του ταυτότητα.

2. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των αρμοδίων αρχών που ορίζονται να επικοινωνούν στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Στον παρόντα κανονισμό, με την έκφραση «αρμόδιες αρχές» νοούνται οι οριζόμενες σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 3

Εφόσον, κατόπιν αίτησης διοικητικής συνδρομής ή ανακοίνωσης βάσει του παρόντος κανονισμού, οι εθνικές αρχές αποφασίσουν να αναλάβουν δράση που περιλαμβάνει ορισμένα στοιχεία των οποίων η εφαρμογή απαιτεί την άδεια ή την αίτηση της δικαστικής αρχής πρέπει στο πλαίσιο της διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό να κοινοποιούνται:

- οι πληροφορίες που λαμβάνονται κατ' αυτό τον τρόπο σχετικά με την εφαρμογή των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων, ή τουλάχιστον

- τα κύρια στοιχεία του φακέλου βάσει των οποίων περατώνεται η απάτη.

Πάντως, η κοινοποίηση πρέπει να εγκρίνεται εκ των προτέρων από τη δικαστική αρχή, οσάκις η αναγκαιότης της προκύπτει εκ του εθνικού δικαίου.

ΤΙΤΛΟΣ Ι

ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΚΑΤ' ΑΙΤΗΣΗ

Άρθρο 4

1. Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η καλούμενη αρχή της παρέχει όλες τις πληροφορίες που θα της επιτρέψουν να διασφαλίσει την τήρηση των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων, και ιδίως των σχετικών με:

- την εφαρμογή των δασμών και των φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδυνάμου αποτελέσματος, καθώς και των γεωργικών εισφορών και άλλων επιβαρύνσεων στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής ή των ειδικών καθεστώτων που εφαρμόζονται σε ορισμένα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων,

- τις πράξεις που υπάγονται στο σύστημα χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων.

2. Για τη λήψη των ζητουμένων πληροφοριών, η καλούμενη αρχή ή η διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία παρέπεμψε το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή μετά από αίτηση άλλης αρχής της χώρας της.

Άρθρο 5

Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η καλούμενη αρχή της χορηγεί κάθε βεβαίωση καθώς και κάθε έγγραφο ή επικυρωμένο αντίγραφο εγγράφου, το οποίο έχει στη κατοχή της ή αποκτά σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 2, σχετικά με πράξεις επί των οποίων εφαρμόζονται οι τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις.

Άρθρο 6

1. Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η καλούμενη αρχή, τηρώντας τη νομοθεσία του κράτους μέλους της έδρας της, κοινοποιεί ή δίνει εντολή για την κοινοποίηση στον παραλήπτη όλων των πράξεων ή αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από τις διοικητικές αρχές και αφορούν την εφαρμογή των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων.

2. Οι αιτήσεις για κοινοποίηση, στις οποίες αναφέρεται το θέμα της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης, συνοδεύονται από μετάφραση στην ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου εδρεύει η καλούμενη αρχή, η οποία όμως έχει την ευχέρεια να μη ζητήσει μετάφραση.

Άρθρο 7

Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η καλούμενη αρχή ασκεί ή δίνει εντολή για την άσκηση, στο μέτρο του δυνατού, ειδικής εποπτείας εντός του χώρου αρμοδιότητας των υπηρεσιών της, όσον αφορά:

α) τα πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι παραβαίνουν τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις, και ειδικότερα όσον αφορά τις μετακινήσεις αυτών 7

β) τους χώρους αποθήκευσης εμπορευμάτων υπό συνθήκες που δικαιολογούν βάσιμα την υπόνοια ότι έχουν δημιουργηθεί με σκοπό τη διευκόλυνση πράξεων αντιθέτων με τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις 7

γ) τις διακινήσεις εμπορευμάτων που δικαιολογούν την υπόνοια ότι γίνονται στα πλαίσια πράξεων αντιθέτων προς τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις 7

δ) τα μεταφορικά μέσα για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια πράξεων αντιθέτων προς τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις.

Άρθρο 8

Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η καλούμενη αρχή της γνωστοποιεί, ιδίως υπό μορφή εκθέσεων και άλλων εγγράφων ή επικυρωμένων αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους, όλες τις πληροφορίες που διαθέτει ή αποκτά βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2, σχετικά με διαπιστωμένες ή σχεδιαζόμενες πράξεις που είναι ή θεωρούνται από την αιτούσα αρχή αντίθετες προς τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις, ή ενδεχομένως προς τα αποτελέσματα το ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 7.

Εντούτοις, η κοινοποίηση πρωτότυπων εγγράφων και η παράδοση αντικειμένων γίνονται μόνον εφόσον οι ισχύουσες διατάξεις στο κράτος μέλος όπου εδρεύει η αρμόδια αρχή δεν αντίκειται σ' αυτή.

Άρθρο 9

1. Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η καλούμενη αρχή διεξάγει ή δίνει εντολή για τη διεξαγωγή των καταλλήλων διοικητικών ερευνών σχετικά με πράξεις που είναι ή θεωρούνται από την αιτούσα αρχή αντίθετες προς τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις.

Για τη διεξαγωγή αυτών των διοικητικών ερευνών, η καλούμενη αρχή ή διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία έχει παραπέμψει το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή μετά από αίτηση άλλης αρχής της χώρας της.

Η καλούμενη αρχή γνωστοποιεί τα αποτελέσματα αυτών των διοικητικών ερευνών στην αιτούσα αρχή.

2. Μετά από συμφωνία μεταξύ της αιτούσας αρχής και της καλούμενης αρχής, είναι δυνατό να παρευρίσκονται στις διοικητικές έρευνες που προβλέπονται από την παράγραφο 1 υπάλληλοι οριζόμενοι από την αιτούσα αρχή.

Οι υπάλληλοι της καλούμενης αρχής εξασφαλίζουν ανά πάσα στιγμή τη διεξαγωγή των διοικητικών ερευνών. Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής δεν δύνανται, κατόπιν δικής τους πρωτοβουλίας, να ασκήσουν τις εξουσίες ελέγχου τις οποίες διαθέτουν οι υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής. Αντίθετα, πρόσβαση στους ίδιους όπως αυτοί χώρους και έγγραφα, έχουν μόνον διά της μεσολαβήσεως αυτών και για τις ανάγκες της διεξαγόμενης διοικητικής έρευνας και μόνον.

Όταν η εθνική ποινική δικονομία επιφυλάσει ορισμένες ενέργειες μόνο στους υπαλλήλους που ορίζονται ειδικά από την εθνική νομοθεσία, οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής δεν συμμετέχουν στις ενέργειες αυτές. Εν πάση περιπτώσει, αυτοί δεν σμμετέχουν στις κατ' οίκον έρευνες ή στις επίσημες ανακρίσεις προσώπων στο πλαίσιο του ποινικού δικαίου, έχουν όμως πρόσβαση στις πληροφορίες που λαμβάνονται κατ' αυτόν τον τρόπο, υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 3.

Άρθρο 10

Μετά από συμφωνία μεταξύ της αιτούσας αρχής και της καλούμενης αρχής και σύμφωνα με διαδικασία που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι ειδικά εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή έχουν τη δυνατότητα να συλλέγουν, στα γραφεία των διοικητικών αρχών του κράτους μέλους όπου εδρεύει η καλούμενη αρχή, πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων, τις οποίες χρειάζεται η αιτούσα αρχή και οι οποίες προέρχονται από το υλικό, στο οποίο μπορούν να έχουν πρόσβαση οι υπάλληλοι των εν λόγω γραφείων. Οι υπάλληλοι αυτοί εξουσιοδοτούνται να λαμβάνουν αντίγραφα του εν λόγω υλικού.

Άρθρο 11

Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος κατ' εφαρμογή των άρθρων 9 και 10 πρέπει να δύνανται να επιδεικνύουν ανά πάσα στιγμή εντολή που θα αναφέρει τα στοιχεία και την επίσημη ιδιότητά τους.

Άρθρο 12

Οι διαπιστώσεις, οι βεβαιώσεις, οι πληροφορίες, τα έγγραφα, τα επικυρωμένα αντίγραφα και όλα τα στοιχεία που συλλέγουν οι υπάλληλοι της καλούμενης αρχής και που διαβιβάζονται στην αιτούσα αρχή στις περιπτώσεις παροχής συνδρομής, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 4 έως 11, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία από τα αρμόδια όργανα του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

Άρθρο 13

Υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 14 και 15, οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους παρέχουν τη συνδρομή τους στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών χωρίς προηγούμενη αίτηση αυτών των τελευταίων.

Άρθρο 14

Όταν οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους το κρίνουν χρήσιμο για την τήρηση των τελενειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων:

α) ασκούν ή δίνουν εντολή για την άσκηση, στο μέτρο του δυνατού, της ειδικής εποπτείας του άρθρου 7 7

β) γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών, ιδίως υπό μορφή εκθέσεων και άλλων εγγράφων ή επικυρωμένων αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους, όλες τις πληροφορίες που διαθέτουν σχετικά με πράξεις που είναι ή που θεωρούν αντίθετες προς τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις.

Άρθρο 15

Οι αρμόδιες αρχές καθε κράτους μέλους γνωστοποιούν αμελλητί στις αρμόδιες αρχές των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών όλες τις χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με πράξεις που είναι ή που θεωρούν αντίθετες προς τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις, και ιδίως τις σχετικές με τα εμπορεύματα που αποτελούν αντικείμενο των πράξεων αυτών, καθώς και με τα νέα μέσα ή μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τη διενέργειά τους.

Άρθρο 16

Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τους υπαλλήλους κράτους μέλους και διαβιβάζονται σε άλλο κράτος μέλος στις περιπτώσεις αυταπάγγελτης παροχής συνδρομής που προβλέπονται στα άρθρα 13 έως 15, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία από τα αρμόδια όργανα του κράτους μέλους-παραλήπτη των πληροφοριών.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 17

1. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών γνωστοποιούν στην Επιτροπή, μόλις περιέλθουν στη γνώση τους:

α) όλες τις πληροφορίες που θεωρούν χρήσιμες σχετικά με:

- τα εμπορεύματα που αποτέλεσαν ή για τα οποία υπάρχει υπόνοια ότι αποτέλεσαν αντικείμενο πράξεων αντιθέτων προς τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις,

- τις μεθόδους και τρόπους που χρησιμοποιήθηκαν ή για τους οποίους υπάρχει υπόνοια ότι χρησιμοποιήθηκαν για την παράβαση των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων,

- τις αιτήσεις συνδρομής, τις ενέργειες που έχουν αναληφθεί και τις πληροφορίες που έχουν ανταλλαγεί κατ' εφαρμογή των άρθρων 4 έως 16, οι οποίες είναι πιθανόν να αποκαλύψουν τάσεις απάτης στον τελωνειακό και γεωργικό τομέα 7

β) όλες οι πληροφορίες σχετικά με ανεπάρκειες ή κενά των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων, που η εφαρμογή τους επέτρεψε να διαπιστωθούν ή να πιθανολογούνται.

2. Η Επιτροπή γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αμέσως μόλις περιέλθουν στη γνώση της όλες τις πληροφορίες που είναι δυνατό να τους επιτρέψουν τη διασφάλιση της τήρησης των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων.

Άρθρο 18

1. Οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους, όταν διαπιστώνουν πράξεις που είναι ή φαίνονται αντίθετες με τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο, και ειδικότερα:

- όταν έχουν ή θα μπορούσαν να έχουν προεκτάσεις σε άλλα κράτη μέλη ή

- όταν οι ανωτέρω αρχές θεωρούν πιθανό να έχουν γίνει και σε άλλα κράτη μέλη παρόμοιες πράξεις,

γνωστοποιούν στην Επιτροπή το συντομότερο δυνατό, με δική τους πρωτοβουλία ή ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση της Επιτροπής, όλες τις πληροφορίες, ενδεχομένως υπό μορφή εγγράφων, αντιγράφων ή αποσπασμάτων εγγράφων, που είναι αναγκαίες για την πλήρη γνώση των γεγονότων, με σκοπό το συντονισμό, από την Επιτροπή, των ενεργειών των κρατών μελών.

Η Επιτροπή κοινοποιεί τις πληροφορίες αυτές στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

2. Όταν οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους κάνουν χρήση της παραγράφου 1, έχουν τη δυνατότητα να μην κάνουν προς τις αρμόδιες αρχές των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών τη γνωστοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 14 στοιχείο β) και στο άρθρο 15.

3. Κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως της Επιτροπής, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενεργούν όπως προβλέπεται στα άρθρα 4 έως 8.

4. Εφόσον η Επιτροπή θεωρεί ότι έχουν γίνει παρατυπίες σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, ενημερώνει σχετικά με το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, τα οποία προβαίνουν χωρίς καθυστέρηση σε έρευνα στην οποία δύνανται να παρίστανται οι υπάλληλοι της Επιτροπής υπό τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 και στο άρθρο 11.

Το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα πορίσματα της διοικητικής έρευνας το συντομότερο δυνατό.

5. Υπάλληλοι της Επιτροπής δύνανται να συλλέγουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 10, υπό προϋποθέσεις που ορίζονται εκεί και με κοινή συμφωνία.

6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν το δικαίωμα πληροφόρησης και ελέγχου που διαθέτει η Επιτροπή στο πλαίσιο άλλων ισχυουσών ρυθμίσεων.

ΤΙΤΛΟΣ ΙV

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Άρθρο 19

Αν η ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί νομικά να παράσχει συνδρομή αναγκαία είτε για να συγκεντρωθούν τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον παράτυπο χαρακτήρα των πράξεων που φαίνεται να αντιβαίνουν προς τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις, είτε για να προσδιοριστεί η έκταση των πράξεων που διαπιστούται ότι αντιβαίνουν προς αυτές, είναι δυνατό να γνωστοποιηθούν στη χώρα αυτή οι πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, στα πλαίσια συντονισμένης δράσης, με τη σύμφωνη γνώμη των αρμοδίων αρχών που τις έχουν δώσει, τηρουμένων των εσωτερικών διατάξεων περί διαβίβασης δεδομένων προσωρινού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες.

Η γνωστοποίηση γίνεται είτε από την Επιτροπή, είτε από τα κράτη μέλη στα πλαίσια της συντονισμένης δράσης που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο 7 σε όλες τις περιπτώσεις, εξασφαλίζεται στην τρίτη χώρα, δεόντως προστασία ισοδύναμη με την προβλεπόμενη στο άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 2.

Άρθρο 20

1. Για την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί, υπό τους όρους του άρθρου 19, να πραγματοποιεί κοινοτικές αποστολές διοικητικής συνεργασίας και έρευνας σε τρίτες χώρες, σε συντονισμό και στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

2. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 κοινοτικές αποστολές στις τρίτες χώρες πραγματοποιούνται υπό τους εξής όρους:

α) η αποστολή μπορεί να πραγματοποιηθεί με πρωτοβουλία της Επιτροπής, ενδεχομένως βάσει πληροφοριών που παρέχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ή μετά από αίτηση ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών 7

β) στις αποστολές αυτές συμμετέχουν υπάλληλοι της Επιτροπής που έχουν οριστεί για το σκοπό αυτό, καθώς και υπάλληλοι που έχουν οριστεί για το σκοπό αυτό από το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη 7

γ) η αποστολή μπορεί επίσης, μετά από συμφωνία της Επιτροπής και των ενδιαφερομένων κρατών μελών, να εκτελείται, προς το συμφέρον της Κοινότητας, από υπαλλήλους ενός κράτους μέλους κατ' εφαρμογή ιδίως διμερούς συμφωνίας συνδρομής με τρίτη χώρα 7 στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή ενημερώνεται για τα αποτελέσματα της αποστολής,

δ) τα έξοδα των αποστολών βαρύνουν την Επιτροπή.

3. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα των αποστολών που πραγματοποιούνται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 21

1. Οι διαπιστώσεις που γίνονται και οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο των κοινοτικών αποστολών, στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 20 του παρόντος κανονισμού, ιδίως με τη μορφή εγγράφων που κοινοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων τρίτων χωρών, εξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 45.

2. Το άρθρο 12 εφαρμόζεται κατ' αναλογία για τις διαπιστώσεις και τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Για το σκοπό της χρησιμοποίησής τους δυνάμει του άρθρου 12, πρωτότυπα έγγραφα ή θεωρημένα αντίγραφα αυτών παραδίδονται από την Επιτροπή στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, κατόπιν αιτήσεως των τελευταίων.

Άρθρο 22

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ανταλλάσσουν στα πλαίσια της αμοιβαίας διοικητικής συνεργασίας με τις τρίτες χώρες, εφόσον, κατά την έννοια του άρθρου 18 παράγραφος 1, παρουσιάζουν ιδιαίτερο κοινοτικό ενδιαφέρον για την καλή λειτουργία των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού και εφόσον εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτού.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Κεφάλαιο 1

Δημιουργία του συστήματος

Άρθρο 23

1. Δημιουργείται αυτοματοποιημένο σύστημα πληροφοριών, το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, στο εξής καλούμενο ΤΣΠ, το οποίο ανταποκρίνεται στις ανάγκες των διοικητικών αρχών που είναι επεύθυνες για την εφαρμογή των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων, καθώς και στις ανάγκες της Επιτροπής.

2. Σκοπός του ΤΣΠ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, είναι να συμβάλει στην πρόληψη, την έρευνα και τη δίωξη των πράξεων που είναι ή φαίνονται αντίθετες προς τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις, ενισχύοντας, χάρη στην ταχύτερη διαβίβαση των πληροφοριών, την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών συνεργασίας και ελέγχου των αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

3. Οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών μπορούν να χρησιμοποιούν την υλική υποδομή του ΤΣΠ στα πλαίσια της τελωνειακής συνεργασίας περί της οποίας το άρθρο Κ.1 σημείο 8 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή εξασφαλίζει την τεχνική διαχείριση αυτής της υποδομής.

4. Οι πράξεις σχετικά με την εφαρμογή της γεωργικής νομοθεσίας για τις οποίες πρέπει να εισαχθούν πληροφορίες στο ΤΣΠ καθορίζονται από την Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 43 παράγραφος 2.

5. Η ανταλλαγή πληροφοριών κατ' εφαρμογή των άρθρων 17 και 18 δεν διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.

6. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή, στο εξής καλούμενοι «οι εταίροι του ΤΣΠ», συμμετέχουν στο ΤΣΠ με τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Κεφάλαιο 2

Δημιουργία και χρήση του συστήματος

Άρθρο 24

Το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών αποτελείται από μια κεντρική βάση δεδομένων, στην οποία η πρόσβαση επιτυγχάνεται μέσω τερματικών που τοποθετούνται σε κάθε κράτος μέλος και στην Επιτροπή, περιλαμβάνει δε αποκλειστικά τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση του σκοπού του, όπως αυτός αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2, και τα οποία κατατάσσονται στις ακόλουθες κατηγορίες:

α) εμπορεύματα 7

β) μεταφορικά μέσα 7

γ) επιχειρήσεις 7

δ) πρόσωπα 7

ε) τάσεις απάτης 7

στ) διαθέσιμες ειδικότητες.

Άρθρο 25

Με τη διαδικασία του άρθρου 43 παράγραφος 2, καθορίζονται τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών για καθεμία από τις κατηγορίες α) έως στ) του άρθρου 24, στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση του σκοπού του συστήματος. Κανένα δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα δεν πρέπει να περιλαμβάνεται στις κατηγορίες ε) και στ). Όσον αφορά τις κατηγορίες α) μέχρι δ), τα καταχωρούμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιορίζονται στα ακόλουθα:

α) επώνυμο, επώνυμο γένους, όνομα και ψευδόνυμο 7

β) ημερομηνία και τόπος γέννησης 7

γ) ιθαγένεια 7

δ) φύλο 7

ε) όλα τα ουσιαστικά και διαρκή ιδιαίτερα χαρακτηριστικά 7

στ) σκοπός εισαγωγής των δεδομένων 7

ζ) προτεινόμενη ενέργεια 7

η) προειδοποιητικός κωδικός που να επισημαίνει ιστορικό οπλοφορίας, βιαιοπραγίας ή διαφυγής 7

θ) αριθμός κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου.

Δεν πρέπει ποτέ να περιλαμβάνονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν τη φυλετική ή εθνική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικάτα, καθώς και τα δεδομένα που έχουν σχέση με την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή.

Άρθρο 26

Όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, για την εφαρμογή του ΤΣΠ τηρούνται οι ακόλουθες αρχές:

α) η συγκέντρωση και οποιαδήποτε άλλη πράξη επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να πραγματοποιείται κατά τρόπο σύννομο και θεμιτό 7

β) τα δεδομένα πρέπει να συλλέγονται για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 και να μην υπόκεινται σε μεταγενέστερη επεξεργασία κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς τους σκοπούς αυτούς 7

γ) τα δεδομένα πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή προς το θέμα και όχι υπερβολικά, λαμβανομένων υπόψη των σκοπών για τους οποίους υφίστανται επεξεργασία 7

δ) τα δεδομένα πρέπει να είναι ακριβή και, εάν είναι αναγκαίο, να ενημερώνονται 7

ε) τα δεδομένα δεν επιτρέπεται να τηρούνται με μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται, παρά μόνο για το χρονικό διάστημα το οποίο κρίνεται αναγκαίο για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών.

Άρθρο 27

1. Τα δεδομένα των κατηγοριών α) έως δ) του άρθρου 24 καταχωρούνται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών μόνο για σκοπούς παρατήρησης και αναφοράς, διακριτικής παρακολούθησης ή ειδικών ελέγχων.

2. Για το σκοπό των προτεινόμενων ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα προσωπικά δεδομένα των κατηγοριών α) έως δ) του άρθρου 24 δύνανται να καταχωρούνται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών μόνον εάν, κυρίως λόγω προτέρων παράνομων δραστηριοτήτων, υπάρχουν πραγματικές ενδείξεις που οδηγούν στην υπόνοια ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο έχει διαπράξει, διαπράττει ή θα διαπράξει πράξεις αντίθετες με τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερο κοινοτικό ενδιαφέρον.

Άρθρο 28

1. Εάν οι ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 πραγματοποιηθούν δύνανται, εν όλω ή εν μέρει, οι ακόλουθες πληροφορίες να συλλέγονται και να κοινοποιούνται προς τον εταίρο του ΤΣΠ που πρότεινε αυτές τις ενέργειες:

α) το γεγονός ότι εντοπίστηκαν τα αναφερθέντα εμπορεύματα, μεταφορικά μέσα, επιχειρήσεις ή πρόσωπα 7

β) ο τόπος, ο χρόνος και η αιτία του ελέγχου 7

γ) το δρομολόγιο και ο προορισμός 7

δ) τα πρόσωπα που συνόδευαν τα αναζητούμενο πρόσωπο ή οι συνεπιβάτες των μεταφορικών μέσων 7

ε) τα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν 7

στ) τα μεταφερόμενα αντικείμενα 7

ζ) οι συνθήκες υπό τις οποίες βρέθηκαν τα εμπορεύματα, τα μεταφορικά μέσα, η επιχείρηση ή το πρόσωπο.

Όταν συλλέγονται τέτοιες πληροφορίες κατά τη διάρκεια μιας διακριτικής παρακολούθησης, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η μυστικότητα της παρακολούθησης.

2. Στα πλαίσια των ειδικών ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1, δύναται να ερευνώνται πρόσωπα, μεταφορικά μέσα και αντικείμενα εντός των επιτρεπόμενων ορίων και σύμφωνα με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του κράτους μέλους στο οποίο λαμβάνει χώρα η έρευνα. Αν οι ειδικοί έλεγχοι δεν επιτρέπονται από τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος τους μετατρέπει αυτομάτως σε παρατήρηση και αναφορά ή σε διακριτική παρακολούθηση.

Άρθρο 29

1. Η άμεση πρόσβαση στα δεδομένα του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών επιτρέπεται μόνο στις εθνικές αρχές που ορίζονται από κάθε κράτος μέλος, καθώς και τις υπηρεσίες που ορίζονται από την Επιτροπή. Αυτές οι εθνικές αρχές είναι τελωνειακές διοικήσεις, αλλά δύνανται να περιλαμβάνονται και άλλες αρχές, εξουσιοδοτημένες με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του εν λόγω κράτους μέλους, να ενεργούν για την επίτευξη του σκοπού που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

2. Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στην Επιτροπή κατάλογο των αρμόδιων αρχών που έχουν ορισθεί, στις οποίες επιτρέπεται άμεση πρόσβαση στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, δηλώνοντας, για κάθε αρχή, σε ποια δεδομένα δύναται να έχει πρόσβαση και για ποιούς σκοπούς.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, κοινοποιεί δε επίσης σε όλα τα κράτη μέλη τα αντίστοιχα στοιχεία τα οποία αφορούν τις υπηρεσίες της στις οποίες επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών.

Η Επιτροπή δημοσιεύει προς ενημέρωση, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τον κατάλογο των εθνικών αρχών και των υπηρεσιών της που ορίζονται με τον τρόπο αυτό.

3. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2 το συμβούλιο, αποφασίζοντας αιτήσει της Επιτροπής, μπορεί να επιτρέπει την πρόσβαση στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών σε διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς, υπό την προϋπόθεση ότι, εφόσον τούτο ενδείκνυται, θα συνάπτεται παράλληλα ένα πρωτόκολλο με τους οργανισμούς αυτούς, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 της σύμβασης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα. Κατά τη λήψη της απόφασης αυτής λαμβάνεται ιδίως υπόψη κάθε υπάρχων διμερής ή κοινοτικός διακανονισμός, καθώς και η επάρκεια του επιπέδου προστασίας των δεδομένων.

Άρθρο 30

1. Οι εταίροι του ΤΣΠ μπορούν να χρησιμοποιούν δεδομένα που έχουν ληφθεί από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών μόνο για να επιτύχουν το σκοπό που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 7 ωστόσο, μπορούν να χρησιμοποιούν τα δεδομένα αυτά για διοικητικούς ή άλλους σκοπούς μετά από προηγούμενη εξουσιοδότηση του εταίρου ΤΣΠ που καταχώρησε τα δεδομένα και με την επιφύλαξη των όρων που επιβάλλονται από αυτόν. Η χρήση αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του κράτους μέλους το οποίο επιθυμεί να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα αυτά και ενδεχομένως με τις αντίστοιχες διατάξεις που ισχύουν για την Επιτροπή, και πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις αρχές που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 4 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 29 παράγραφος 3, τα δεδομένα που έχουν ληφθεί από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών χρησιμοποιούνται μόνον από τις εθνικές αρχές που ορίζονται σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και από τις υπηρεσίες που ορίζει η Επιτροπή ως αρμόδιες, σύμφωνα με τους οικείους νόμους, ρυθμίσεις και διαδικασίες, να ενεργούν για την επίτευξη του σκοπού που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

3. Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στην Επιτροπή κατάλογο των αρχών που ορίζει σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη. Η Επιτροπή χορηγεί επίσης σε όλα τα κράτη μέλη τα αντίστοιχα στοιχεία που αφορούν τις υπηρεσίες της στις οποίες επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών.

Η Επιτροπή δημοσιεύει για ενημέρωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τον κατάλογο των οριζόμενων αρχών ή υπηρεσιών.

4. Τα δεδομένα που έχουν ληφθεί από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών μπορούν, μετά από προηγούμενη άδεια του κράτους μέλους που τα καταχώρησε στο σύστημα και με την επιφύλαξη των όρων που έχει επιβάλει το εν λόγω κράτος, να κοινοποιούνται και σε άλλες εθνικές αρχές εκτός εκείνων που ορίζονται στην παράγραφο 2, σε τρίτες χώρες και σε διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει ειδικά μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια των δεδομένων αυτών, όταν μεταδίδονται ή παρέχονται σε υπηρεσίες εξωτερικού.

Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται κατ' αναλογία έναντι της Επιτροπής, εφόσον αυτή έχει εισαγάγει τα δεδομένα στο σύστημα.

Άρθρο 31

1. Η εισαγωγή δεδομένων στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών διέπεται από τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του παρέχοντος κράτους μέλους και ενδεχομένως από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στην Επιτροπή, εκτός αν ο παρών κανονισμός προβλέπει αυστηρότερες διατάξεις.

2. Η επεξεργασία δεδομένων που λαμβάνονται από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησής τους ή της πραγματοποίησης κάθε ενέργειας που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και προτείνεται από τον εταίρο του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα, διέπεται από τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του κράτους μέλους που επεξεργάζεται ή χρησιμοποιεί τα δεδομένα και, ενδεχομένως, από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στην Επιτροπή, εκτός εάν ο παρών κανονισμός προβλέπει αυστηρότερες διατάξεις.

Κεφάλαιο 3

Τροποποίηση δεδομένων

Άρθρο 32

1. Μόνον ο εταίρος του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα έχει το δικαίωμα να τροποποιεί, να συμπληρώνει, να διορθώνει ή να διαγράφει δεδομένα τα οποία έχει εισαγάγει στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών.

2. Αν ένας εταίρος του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών που παρέσχε δεδομένα διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι τα δεδομένα που καταχώρησε είναι ανακριβή ως προς τα πραγματικά στοιχεία ή ότι καταχωρήθηκαν ή φυλάσσονται κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, τροποποιεί, συμπληρώνει, διορθώνει ή διαγράφει δεόντως τα δεδομένα, αναλόγως, και ενημερώνει τους άλλους εταίρους του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών.

3. Αν ένας εταίρος του ΤΣΠ έχει αποδείξεις ότι κάποιο δεδομένο είναι ανακριβές ως προς τα πραγματικά στοιχεία ή ότι καταχωρήθηκε ή φυλάσσεται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, ενημερώνει το συντομότερο δυνατόν τον εταίρο του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα αυτά. Ο τελευταίος ελέγχει τα δεδομένα και, αν είναι απαραίτητο, διορθώνει ή διαγράφει το επίμαχο στοιχείο χωρίς καθυστέρηση. Ο εταίρος του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα ενημερώνει τους άλλους εταίρους για κάθε διόρθωση ή διαγραφή που πραγματοποίησε.

4. Αν, κατά την καταχώρηση δεδομένων στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, ένας εταίρος του ΤΣΠ διαπιστώσει ότι η αναφορά του έρχεται σε αντίθεση με μια προηγούμενη αναφορά ως προς τα γεγονότα ή την προτεινόμενη ενέργεια, ενημερώνει αμέσως τον εταίρο που υπέβαλε την προηγούμενη αναφορά. Οι δύο εταίροι προσπαθούν στη συνέχεια να επιλύσουν το ζήτημα. Σε περίπτωση διαφωνίας, διατηρείται η πρώτη αναφορά, τα δε στοιχεία της νέας αναφοράς που δεν έρχονται σε αντίθεση με την πρώτη, καταχωρούνται στο σύστημα.

5. Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, όταν, σε ένα κράτος μέλος, ένα δικαστήριο ή άλλη εξουσιοδοτημένη εθνική αρχή λάβει οριστική απόφαση για τροποποίηση, συμπλήρωση, διόρθωση ή διαγραφή δεδομένων του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών, οι εταίροι του ΤΣΠ πράττουν αναλόγως.

Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ των αποφάσεων δικαστηρίων ή άλλων εξουσιοδοτημένων προς τούτο αρχών, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 36 σχετικά με τη διόρθωση ή τη διαγραφή, το κράτος μέλος ή η Επιτροπή που εισήγαγε τα εν λόγω δεδομένα τα διαγράφει από το σύστημα.

Οι διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο στάδιο εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν όταν απόφαση της Επιτροπής σχετικά με δεδομένα που περιέχονται στο ΤΣΠ ακυρώνεται από το Δικαστήριο.

Κεφάλαιο 4

Διατήρηση δεδομένων

Άρθρο 33

1. Τα δεδομένα που εισάγονται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών φυλάσσονται μόνο για το χρονικό διάστημα που θεωρείται απαραίτητο για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο εισήχθησαν. Η ανάγκη διατήρησής τους επανεξετάζεται, τουλάχιστον ετησίως, από τον εταίρο του ΤΣΠ που τα παρέσχε.

2. Ο εταίρος του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα μπορεί, κατά την περίοδο επανεξέτασης, να αποφασίσει να διατηρήσει τα δεδομένα αυτά μέχρι την επόμενη επανεξέταση, αν η διατήρησή τους είναι απαραίτητη για τους σκοπούς για τους οποίους εισήχθησαν. Με την επιφύλαξη του άρθρου 36, αν δεν υπάρχει απόφαση διατήρησης, τα δεδομένα αυτά μεταφέρονται αυτομάτως στο μέρος του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών όπου υπάρχει περιορισμένη πρόσβαση σύμφωνα με την παράγραφο 4.

3. Ένα μήνα πριν από μια προγραμματισμένη μεταφορά δεδομένων του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών βάσει της παραγράφου 2, το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών πληροφορεί αυτομάτως τον εταίρο του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα.

4. Τα δεδομένα που μεταφέρονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 διατηρούνται επί ένα έτος εντός του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών, αλλά, με την επιφύλαξη του άρθρου 36, η πρόσβαση σε αυτά επιτρέπεται μόνο σε έναν αντιπρόσωπο της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 43 στα πλαίσια της εφαρμογής της έβδομης έως και ένατης περίπτωσης της παραγράφου 4, καθώς και της παραγράφου 5 του εν λόγω άρθρου, ή στις ελεγκτικές αρχές εποπτείας που αναφέρονται στο άρθρο 37. Κατά την περίοδο αυτή, η προαναφερόμενοι μπορούν να συμβουλεύονται τα δεδομένα μόνο για το σκοπό του ελέγχου της ακρίβειας και της νομιμότητάς τους, ακολούθως δε τα δεδομένα αυτά πρέπει να διαγράφονται.

Κεφάλαιο 5

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Άρθρο 34

1. Κάθε εταίρος του ΤΣΠ που προτίθεται να λάβει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, ή να τα εισαγάγει στο εν λόγω σύστημα, πρέπει, το αργότερο μέχρι την έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, να θεσπίσει εθνική νομοθεσία ή εσωτερικούς κανόνες για την Επιτροπή οι οποίοι να εξασφαλίζουν την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2. Ένας εταίρος του ΤΣΠ μπορεί να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών ή να τα εισάγει στο εν λόγω σύστημα μόνον όταν έχουν τεθεί εκεί σε ισχύ οι διατάξεις για την προστασία αυτών των δεδομένων η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1. Επίσης, κάθε κράτος μέλος ορίζει προηγουμένως μια εθνική ελεγκτική αρχή ή αρχές όπως προβλέπεται στο άρθρο 37.

3. Για να διασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κάθε κράτος μέλος και η Επιτροπή θεωρούν το ΤΣΠ ως σύστημα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υποκείμενο στις διατάξεις της παραγράφου 1 και σε αυστηρότερη διάταξη που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

Οι εσωτερικοί κανόνες που ισχύουν για την Επιτροπή, όπως μνημονεύονται στην παράγραφο 1, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 35

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 30 παράγραφος 1, απαγορεύεται η χρήση από τους εταίρους του ΤΣΠ των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προέρχονται από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών για σκοπό άλλον από αυτόν που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

2. Τα δεδομένα μπορούν να αντιγράφονται μόνο για τεχνικούς λόγους, υπό την προϋπόθεση ότι η αντιγραφή αυτή είναι αναγκαία για τις έρευνες πληροφοριών που διενεργούν οι αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 29. Με την επιφύλαξη του άρθρου 30 παράγραφος 1, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εισάγονται από άλλα κράτη μέλη ή την Επιτροπή δεν μπορούν να αντιγράφονται από το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών σε άλλα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων, για τα οποία είναι υπεύθυνα τα κράτη μέλη ή η Επιτροπή.

Άρθρο 36

1. Τα δικαιώματα των προσώπων ως προς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών, και ιδίως το δικαίωμα πρόσβασης, ασκούνται:

- σύμφωνα με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του κράτους μέλους στο οποίο γίνεται επίκληση αυτών των δικαιωμάτων,

- σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανόνες για την Επιτροπή, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1.

Εάν προβλέπεται από τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, η εθνική ελεγκτική αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 37 αποφασίζει εάν η πληροφορία θα κοινοποιηθεί και καθορίζει τη διαδικασία.

2. Ένας εταίρος του ΤΣΠ στον οποίο υποβάλλεται αίτηση πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να αρνείται την πρόσβαση αν η γνωστοποίηση των δεδομένων αυτών ενδέχεται να ζημιώσει την πρόληψη, την έρευνα και τη δίωξη πράξεων που αντιβαίνουν τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις. Ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να αρνείται την πρόσβαση δυνάμει των νόμων, ρυθμίσεων και διαδικασιών του όταν η άρνηση αυτή αποτελεί μέτρο αναγκαίο για τη διαφύλαξη της ασφάλειας του κράτους, της άμυνας, της δημόσιας τάξης ή των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτου. Η Επιτροπή μπορεί να αρνείται αυτή την πρόσβαση όταν απαιτείται για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτου.

Ούτως ή άλλως η πρόσβαση δεν επιτρέπεται κατά την περίοδο που διεξάγονται ενέργειες διακριτικής παρακολούθησης αναφοράς ή εποπτείας.

3. Αν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση πρόσβασης έχουν παρασχεθεί από άλλο εταίρο του ΤΣΠ, η πρόσβαση επιτρέπεται μόνον αν ο εταίρος που παρέσχε τα δεδομένα είχε την ευκαιρία να διατυπώσει τη γνώμη του.

4. Σύμφωνα με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες κάθε κράτους μέλους ή σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανόνες που ισχύουν για την Επιτροπή, κάθε πρόσωπο μπορεί να επιτύχει τη διόρθωση ή τη διαγραφή, από κάθε εταίρο του ΤΣΠ, δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, αν τα δεδομένα αυτά είναι εσφαλμένα ή αν εισήχθησαν ή φυλάσσονται στο ΤΣΠ κατά παράβαση του σκοπού που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού ή αν δεν τηρήθηκαν οι αρχές του άρθρου 26.

5. Στην επικράτεια κάθε κράτους μέλους, κάθε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του εν λόγω κράτους μέλους να εγείρει αγωγή ή, ενδεχομένως, να προβεί σε καταγγελία ενώπιον δικαστηρίου ή της εξουσιοδοτημένης προς τούτο αρχής σύμφωνα με τους ανωτέρω νόμους, ρυθμίσεις και διαδικασίες όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν εισαχθεί στο ΤΣΠ και το αφορούν, προκειμένου να:

α) επιτύχει τη διόρθρωση ή διαγραφή ανακριβών στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα 7

β) επιτύχει τη διόρθρωση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχουν εισαχθεί ή φυλάσσονται στο ΤΣΠ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού 7

γ) επιτύχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα 7

δ) λάβει αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 2.

Σε ό,τι αφορά τα δεδομένα που έχουν εισαχθεί από την Επιτροπή, είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 173 της συνθήκης.

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή δεσμεύονται αμοιβαία να εκτελούν τις οριστικές αποφάσεις των δικαστηρίων, του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή άλλης εξουσιοδοτημένης προς τούτο αρχής οι οποίες αφορούν τα ανωτέρω στοιχεία α), β) και γ).

6. Ο όρος «οριστική απόφαση», που αναφέρεται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 32 παράγραφος 5, δεν συνεπάγεται καμία υποχρέωση του κράτους μέλους ή της Επιτροπής να προσφύγει κατά απόφασης η οποία εκδόθηκε από δικαστήριο ή άλλη εξουσιοδοτημένη προς τούτο αρχή.

Κεφάλαιο 6

Έλεγχος της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Άρθρο 37

1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες εθνικές ελεγκτικές αρχές, υπεύθυνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι οποίες διενεργούν ανεξάρτητο έλεγχο των δεδομένων αυτών που καταχωρούνται στο ΤΣΠ.

Οι ελεγκτικές αρχές, σύμφωνα με τις αντίστοιχες εθνικές τους νομοθεσίες, εποπτεύουν και διενεργούν ανεξάρτητους ελέγχους ώστε να διασφαλίζουν ότι η επεξεργασία και η χρήση των δεδομένων που περιέχονται στο ΤΣΠ δεν παραβιάζουν τα δικαιώματα του ενδιαφερόμενου. Για το σκοπό αυτό, οι ελεγκτικές αρχές έχουν πρόσβαση στο ΤΣΠ.

2. Κάθε πρόσωπο μπορεί να ζητά από κάθε εθνική ελεγκτική αρχή να ελέγξει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του ΤΣΠ που το αφορούν, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο έχουν χρησιμοποιηθεί ή χρησιμοποιούνται αυτά. Αυτό το δικαίωμα διέπεται από τους νόμους, τις ρυθμίσεις και τις διαδικασίες του κράτους μέλους στο οποίο διατυπώνεται το αίτημα. Αν τα δεδομένα αυτά έχουν εισαχθεί από άλλο κράτος μέλος ή την Επιτροπή, ο έλεγχος διεξάγεται σε στενή συνεργασία με την εθνική ελεγκτική αρχή του άλλου κράτους μέλους, ή με την αρχή που προβλέπεται στην παράγραφο 4.

3. Η Επιτροπή λαμβάνει στα πλαίσια των υπηρεσιών της κάθε δυνατό μέτρο προκειμένου να εξασφαλιστεί έλεγχος της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο οποίος να παρέχει εγγυήσεις ισοδύναμες προς τις εγγυήσεις της παραγράφου 1.

4. Έως ότου ορισθούν ενδεχομένως μία ή περισσότερες αρχές που δημιουργούνται για τα κοινοτικά όργανα και οργανισμούς, οι δραστηριότητες της Επιτροπής εξ απόψεως των κανόνων προστασίας δεδομένων, περί των οποίων το άρθρο 34 παράγραφος 1, το άρθρο 36 παράγραφος 1 και το άρθρο 37 παράγραφος 3, υποβάλλονται στον έλεγχο του διαμεσολαβητή που προβλέπεται στο άρθρο 138 Ε της συνθήκης, εντός των πλαισίων της αποστολής που του αναθέτει η συνθήκη.

Κεφάλαιο 7

Ασφάλεια του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών

Άρθρο 38

1. Όλα τα προσήκοντα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, τα αναγκαία για την τήρηση της ασφάλειας λαμβάνονται από:

α) τα κράτη μέλη και την Επιτροπή στο βαθμό που αφορά τον καθένα, όσον αφορά τα τερματικά του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών που ευρίσκονται στην αντίστοιχη επικράτεια και στα γραφεία της Επιτροπής 7

β) την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 43, όσον αφορά το ΤΣΠ και τα τερματικά που ευρίσκονται στους ίδιους χώρους με το ΤΣΠ και που χρησιμοποιούνται για τεχνικούς σκοπούς και τους ελέγχους που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

2. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή και η επιτροπή του άρθρου 43 λαμβάνουν μέτρα ώστε:

α) να εμποδίζουν την πρόσβαση των μη εξουσιοδοτημένων ατόμων στις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των δεδομένων 7

β) να εμποδίζουν την ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή αφαίρεση δεδομένων και υποθεμάτων τους από μη εξουσιοδοτημένα άτομα 7

γ) να εμποδίζουν τη μη εξουσιοδοτημένη εισαγωγή δεδομένων και κάθε μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων 7

δ) να εμποδίζουν την πρόσβαση σε δεδομένα του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών από μη εξουσιοδοτημένα άτομα μέσω συσκευών διαβίβασης δεδομένων 7

ε) να διασφαλίζουν ότι, όσον αφορά τη χρήση του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών, τα εξουσιοδοτημένα άτομα έχουν δικαίωμα πρόσβασης μόνο σε δεδομένα για τα οποία έχουν αρμοδιότητα 7

στ) να διασφαλίζουν ότι μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές δύνανται να μεταβιβάζονται τα δεδομένα μέσω συσκευών διαβίβασης δεδομένων 7

ζ) να διασφαλίζουν ότι είναι δυνατόν να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα εισήχθησαν στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, πότε εισήχθησαν και από ποιον, και να ελέγχεται η διακίνηση των δεδομένων αυτών 7

η) να εμποδίζουν τη μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή καταστροφή δεδομένων κατά τη διάρκεια της διαβίβασής των ή της μεταφοράς των σχετικών υποθεμάτων.

3. Σύμφωνα με το άρθρο 43, η επιτροπή εξακριβώνει κατά πόσο ήταν εγκεκριμένη η διεξαγωγή των ερευνών και κατά πόσο πραγματοποιήθηκε από εξουσιοδοτημένους χρήστες. Ελέγχεται το 1 % τουλάχιστον όλων των ερευνών. Εντός του συστήματος εισάγεται αρχείο των ερευνών και των ελέγχων αυτών, χρησιμεύει δε μόνο για τις εν λόγω εξακριβώσεις. Το αρχείο αυτό καταστρέφεται μετά πάροδο έξι μηνών.

Άρθρο 39

1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια υπηρεσία υπεύθυνη για τα μέτρα ασφάλειας που αναφέρονται στο άρθρο 38, όσον αφορά τερματικά εγκατεστημένα στην επικράτειά του, τις λειτουργίες επανεξέτασης που αναφέρονται στο άρθρο 33 παράγραφοι 1 και 2, καθώς και για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού γενικότερα, στο μέτρο που είναι αναγκαίο σύμφωνα με τους νόμους, κανονιστικές ρυθμίσεις και διαδικασίες του.

2. Η Επιτροπή, για τα θέματα που την αφορούν, ορίζει τις αρμόδιες για τα μέτρα της παραγράφου 1 υπηρεσίες της.

Κεφάλαιο 8

Ευθύνες και δημοσιεύσεις

Άρθρο 40

1. Ο εταίρος του ΤΣΠ που έχει εισαγάγει δεδομένα στο σύστημα είναι υπεύθυνος για την ακρίβεια, την ενημέρωση και τη νομιμότητά τους. Κάθε κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, η Επιτροπή είναι υπεύθυνοι για την τήρηση του άρθρου 26.

2. Κάθε εταίρος του ΤΣΠ είναι υπεύθυνος, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους, ρυθμίσεις και διαδικασίες ή με τις αντίστοιχες κοινοτικές διατάξεις, για τη ζημία που προκαλείται σε πρόσωπο από τη χρήση του ΤΣΠ στο εν λόγω κράτος μέλος ή στην Επιτροπή.

Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που η ζημία οφείλεται στο γεγονός ότι ο εταίρος του ΤΣΠ που παρέσχε τα δεδομένα εισήγαγε ανακριβή δεδομένα ή τα εισήγαγε κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

3. Αν ο εταίρος του ΤΣΠ κατά του οποίου έχει εγερθεί αγωγή λόγω ανακριβών δεδομένων δεν παρέσχε τα δεδομένα, οι ενδιαφερόμενοι εταίροι επιδιώκουν να συμφωνήσουν για την ενδεχόμενη αναλογία των καταβληθέντων ως αποζημίωση ποσών που πρέπει να επιστραφεί από τον εταίρο που παρέσχε τα δεδομένα προς τον άλλο εταίρο. Τα συμφωνηθέντα αυτά ποσά επιστρέφονται κατόπιν αιτήσεως.

Άρθρο 41

Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή του ΤΣΠ.

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΗ ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥΣ

Άρθρο 42

Οι διατάξεις που ισχύουν για τις αυτοματοποιημένες ανταλλαγές δεδομένων εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τις μη αυτοματοποιημένες ανταλλαγές και επεξεργασίες δεδομένων.

ΤΙΤΛΟΣ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 43

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή αποτελούμενη από αντιπροσώπους των κρατών μελών υπό την προεδρία του αντιπροσώπου της Επιτροπής.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

Η Επιτροπή θεσπίζει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

Όταν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός τριμήνου από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή, εκτός εάν, με απλή πλειοψηφία των μελών του, το Συμβούλιο έχει απορρίψει αυτά τα μέτρα.

3. Η διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 2 εφαρμόζεται, ιδίως, προκειμένου:

α) να αποφασιστεί ποια στοιχεία πρέπει να περιληφθούν στο ΤΣΠ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 25 7

β) να καθοριστούν οι πράξεις οι σχετικές με την εφαρμογή όσον αφορά τις γεωργικές ρυθμίσεις για τις οποίες πρέπει να εισαχθούν πληροφορίες στο ΤΣΠ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 4.

4. Η επιτροπή εξετάζει κάθε θέμα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού το οποίο μπορεί να θίξει ο πρόεδρός της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήσεως του αντιπροσώπου ενός κράτους μέλους, ιδίως, εκείνα που αφορούν:

- τη γενικότερη λειτουργία της αμοιβαίας συνδρομής που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό,

- τον καθορισμό των πρακτικών λεπτομερειών διαβίβασης των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 16 και 17,

- τις πληροφορίες που γνωστοποιούνται στην Επιτροπή κατ' εφαρμογή των άρθρων 17 και 18 προκειμένου να αποκομιστούν διδάγματα, να καθοριστούν τα αναγκαία μέτρα ώστε να τερματιστούν οι διαπιστωθείσες πράξεις που είναι αντίθετες προς τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις και, ενδεχομένως, να προταθεί η τροποποίηση των υφισταμένων κοινοτικών διατάξεων ή η θέσπιση συμπληρωματικών διατάξεων,

- την προετοιμασία των ερευνών που διενεργούνται από τα κράτη μέλη και συντονίζονται από την Επιτροπή, καθώς και των κοινοτικών αποστολών που προβλέπονται στο άρθρο 20,

- τα μέτρα που λαμβάνονται για να διασφαλιστεί το απόρρητο των πληροφοριών, και ιδίως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που ανταλλάσσονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εκτός από εκείνα που προβλέπονται στον τίτλο V,

- την εφαρμογή και την ομαλή λειτουργία του ΤΣΠ και όλα τα τεχνικά και επιχειρησιακά μέτρα ώσε να εξασφαλιστεί η ασφάλεια του συστήματος,

- την ανάγκη να φυλάσσονται τα δεδομένα στο ΤΣΠ,

- τα μέτρα που λαμβάνονται για τη διασφάλιση του απορρήτου των πληροφοριών που καταχωρούνται στο ΤΣΠ δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και ιδίως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των υποχρεώσεων των υπευθύνων για την επεξεργασία,

- τα μέτρα που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 38 παράγραφος 2.

5. Η επιτροπή εξετάζει οιοδήποτε πρόβλημα σχετικό με τη λειτουργία του ΤΣΠ που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι ελεγκτικές αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 37. Στην περίπτωση αυτή, η επιτροπή συνεδριάζει με σύνθεση ad hoc αποτελούμενη από δύο αντιπροσώπους που διορίζονται από κάθε εταίρο του ΤΣΠ και προέρχονται από τις ελεγκτικές του αρχές. Ο διαμεσολαβητής περί του οποίου το άρθρο 37 παράγραφος 4 ή ο εκπρόσωπός του μπορεί ωσαύτως να συμμετέχει ιδία πρωτοβουλία, και εφόσον κρίνει ότι συμβιβάζεται προς τα καθήκοντά του, στις συνεδριάσεις της επιτροπής, όταν συνέρχεται υπό τη σύνθεση ad hoc. Η επιτροπή υπό την ad hoc σύνθεσή της συνέρχεται δύο φορές το χρόνο.

6. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η επιτροπή έχει άμεση πρόσβαση στα δεδομένα που καταχωρούνται στο ΤΣΠ και δύναται να τα χρησιμοποιήσει απευθείας.

Άρθρο 44

Με την επιφύλαξη των διατάξεων για το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών κατά τον τίτλο V, η προσκόμιση των εγγράφων που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό μπορεί να αντικατασταθεί από την παροχή πληροφοριών που προέρχονται, σε οποιαδήποτε μορφή και για τους ίδιους σκοπούς, από τα μέσα της πληροφορικής.

Άρθρο 45

1. Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται με οποιαδήποτε μορφή κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που αποθηκεύονται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών. Οι πληροφορίες αυτές καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και από την προστασία που παρέχει στις ανάλογες πληροφορίες το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους το οποίο τις έλαβε, καθώς και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στα κοινοτικά όργανα.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν είναι δυνατόν ιδίως να διαβιβάζονται σε πρόσωπα διαφορετικά εκείνων που, στα κράτη μέλη ή στα κοινοτικά όργανα πρέπει, σύμφωνα με τα καθήκοντά τους να τις γνωρίζουν ή να τις χρησιμοποιήσουν. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που προβλέπει ο παρών κανονισμός, εκτός αν το κράτος μέλος ή η Επιτροπή που τις παρέσχε ή που τις καταχώρησε στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών, δώσει ρητή συγκατάθεση, με την επιφύλαξη των όρων που επιβάλλονται από το εν λόγω κράτος μέλος ή την Επιτροπή, και εφόσον οι διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα της η αρχή που τις έλαβε δεν είναι αντίθετες προς μια τέτοια κοινοποίηση ή χρήση.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων για το τελωνειακό σύστημα πληροφοριών κατά τον τίτλο V, οι πληροφορίες που αφορούν φυσικά και νομικά πρόσωπα κοινοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, μόνο στο βαθμό που είναι απόλυτα αναγκαίος για την πρόληψη, την έρευνα και τη δίωξη πράξεων αντίθετων προς τις τελωνειακές ή γεωργικές ρυθμίσεις.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν κωλύουν τη χρήση των πληροφοριών που ελήφθησαν κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού στο πλαίσιο αγωγής ή εν συνεχεία δίωξης λόγω παράβασης των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων.

Η αρμόδια αρχή που παρέσχε τις πληροφορίες αυτές ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση για τέτοιου είδους χρήση.

4. Όταν ένα κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή ότι, μετά από συμπληρωματική έρευνα, διαπιστώνεται ότι ένα νομικό ή φυσικό πρόσωπο, του οποίου το όνομα της έχει ανακοινωθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού, δεν διέπραξε παρατυπία, η Επιτροπή ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση αυτούς στους οποίους κοινοποιήθηκαν τα ονομαστικά αυτά στοιχεία βάσει του παρόντος κανονισμού. Το πρόσωπο αυτό δεν θεωρείται πλέον ως εμπλεκόμενο στην παρατυπία βάσει της πρώτης κοινοποίησης.

Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για το εν λόγω πρόσωπο έχουν καταχωρηθεί στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 23, πρέπει να διαγράφονται από αυτό.

Άρθρο 46

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα:

α) για τη διασφάλιση, στο εσωτερικό τους, ενός ορθού συντονισμού μεταξύ των διοικητικών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 7

β) για την καθιέρωση, στα πλαίσια των αμοιβαίων σχέσεών τους και στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο, μιας άμεσης συνεργασίας μεταξύ των αρχών που εξουσιοδοτούν ειδικά προς το σκοπό αυτό.

Άρθρο 47

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να καθορίσουν από κοινού, όσο είναι αναγκαίο, τις κατάλληλες μεθόδους ορθής λειτουργίας της αμοιβαίας συνδρομής που προβλέπει ο παρών κανονισμός, προκειμένου ιδίως να αποφεύγεται οιαδήποτε διακοπή της εποπτείας προσώπων ή εμπορευμάτων που θα έβλαπτε τη διαπίστωση πράξεων που αντιβαίνουν τις τελωνειακές και γεωργικές ρυθμίσεις.

Άρθρο 48

1. Ο παρών κανονισμός δεν υποχρεώνει τις διοικητικές αρχές των κρατών μελών να παρέχουν συνδρομή όταν αυτή ενδέχεται να προσβάλει τη δημόσια τάξη ή άλλα σημαντικά συμφέροντα, ιδίως στον τομέα της προστασίας δεδομένων του κράτους μέλους στο οποίο έχουν την έδρα τους οι αρχές αυτές.

2. Κάθε άρνηση συνδρομής αιτιολογείται.

Η Επιτροπή ενημερώνεται το συντομότερο δυνατό για κάθε άρνηση παροχής συνδρομής και για τους προβαλλόμενους λόγους.

Άρθρο 49

Με την επιφύλαξη του δικαιώματος της πληροφόρησης που έχει η Επιτροπή δυνάμει άλλων ρυθμίσεων, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διοικητικές ή δικαστικές αποφάσεις ή τα κυριότερα στοιχεία αυτών σχετικά με την επιβολή κυρώσεων για παράβαση των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων, για τις περιπτώσεις που έχουν αποτελέσει αντικείμενο κοινοποιήσεων βάσει των άρθρων 17 και 18.

Άρθρο 50

Με την επιφύλαξη των δαπανών που συνδέονται με την εφαρμογή του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών, καθώς και των ποσών που προβλέπονται για αποζημιώσεις στο άρθρο 40, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή παραιτούνται από κάθε απαίτηση επιστροφής των εξόδων που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εκτός ενδεχομένως από τις αμοιβές εμπειρογνωμόνων.

Άρθρο 51

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει την εφαρμογή, στα κράτη μέλη, των κανόνων σχετικά με την ποινική δικονομία και τη δικαστική συνδρομή στον ποινικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν το ανακριτικό απόρρητο.

Άρθρο 52

1. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1468/81 καταργείται.

2. Οι παραπομπές στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1468/81 νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 53

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται από τις 13 Μαρτίου 1998.

2. Πάντως, οι διατάξεις του άρθρου 42 θα ισχύσουν για τη Δανία, την Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Σουηδία μόνον αφ' ής στιγμής θεσπιστεί κοινοτική ρύθμιση για τα δεδομένα τα οποία καλύπτει ο παρών κανονισμός.

Από την ημερομηνία κατά την οποία θα εφαρμοσθεί σε όλα τα κράτη μέλη η ρύθμιση την οποία ορίζει το πρώτο εδάφιο, το άρθρο 42 καταργείται, η δε παρέκκλιση η προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο καθίσταται ανενεργή.

Εάν, μετά παρέλευση πέντε ετών, η εν λόγω ρύθμιση δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή, η Επιτροπή υποβάλλει σχετική έκθεση, συνοδευόμενη ενδεχομένως από ανάλογες προτάσεις.

Επί όσο χρόνο αυτά τα τέσσερα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 42, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα έχουν την ευχέρεια να θέτουν ως προϋπόθεση για τη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία κοινοποιούν σε αυτά τα κράτη, την τήρηση κανόνων προστασίας των δεδομένων ισοδύναμων με τους κανόνες τους οποίους εφαρμόζουν τα ίδια σε θέματα μη αυτοματοποιημένης επεξεργασίας των δεδομένων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 1997.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. PATIJN

(1) ΕΕ αριθ. L 94 της 28. 4. 1970, σ. 13 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2048/88 (ΕΕ αριθ. L 185 της 15. 7. 1988, σ. 1).

(2) ΕΕ αριθ. C 56 της 26. 2. 1993, σ. 1, ΕΕ αριθ. C 262 της 28. 9. 1993, σ. 8 και ΕΕ αριθ. C 80 της 17. 3. 1994, σ. 12.

(3) ΕΕ αριθ. C 20 της 24. 1. 1994, σ. 85 και γνώμη της 16ης Ιανουαρίου 1997 (ΕΕ αριθ. C 33 της 3. 2. 1997).

(4) ΕΕ αριθ. C 161 της 14. 6. 1993, σ. 15.

(5) ΕΕ αριθ. L 144 της 2. 6. 1981, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 945/87 (ΕΕ αριθ. L 90 της 2. 4. 1987, σ.3).

(6) Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1552/89 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (ΕΕ αριθ. L 155 της 7. 6. 1989, σ. 1) 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2729/94 (ΕΕ αριθ. C 293 της 12. 11. 1994, σ. 5).

(7) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 1991, περί των ανωμαλιών και της ανακτήσεως των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στα πλαίσια της χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής ως και της οργανώσεως ενός συστήματος πληροφορήσεως στον τομέα αυτό και περί καταργήσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 283/72 (ΕΕ αριθ. L 67 της 14. 3. 1991, σ. 11).

(8) ΕΕ αριθ. L 281 της 23. 11. 1995, σ. 31.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Άρθρο 30 παράγραφος 1)

1. Κοινοποίηση σε άλλους δημόσιους φορείς

Η κοινοποίηση δεδομένων σε δημόσιους φορείς επιτρέπεται μόνον εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση:

α) υπάρχει νόμιμη και σαφής υποχρέωση ή άδεια ή άδεια της αρχής ελέγχου ή εάν

β) τα δεδομένα αυτά είναι απαραίτητα για τον αποδέκτη προκειμένου να εκπληρώσει εκ του νόμου καθήκον του και εφόσον ο λόγος της συγκέντρωσης ή επεξεργασίας δεδομένων από τον αποδέκτη δεν αντιβαίνει προς εκείνον που προβλεπόταν αρχικά και οι εκ του νόμου υποχρεώσεις δεν είναι αντίθετες προς μία τέτοια κοινοποίηση.

Επίσης, επιτρέπεται κατ' εξαίρεση κοινοποίηση δεδομένων εάν σε συγκεκριμένη περίπτωση:

α) η κοινοποίηση είναι, σαφώς, προς όφελος του ενδιαφερομένου προσώπου και εάν, είτε το πρόσωπο αυτό δώσει τη συγκατάθεσή του ή υφίστανται οι προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθεί αυτή ως δεδομένη ή εάν

β) η κοινοποίηση είναι αναγκαία για την αποφυγή σοβαρού και άμεσου κινδύνου.

2. Κοινοποίηση σε ιδιώτες

Η κοινοποίηση δεδομένων σε ιδιώτες επιτρέπεται μόνον εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, υφίσταται σαφής και εκ του νόμου υποχρέωση ή άδεια της αρχής ελέγχου.

Επιτρέπεται, κατ' εξαίρεση, η κοινοποίηση δεδομένων σε ιδιώτες εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση:

α) η κοινοποίηση είναι σαφώς προς όφελος του ενδιαφερομένου προσώπου και εάν, είτε το πρόσωπο αυτό δώσει τη συγκατάθεσή του ή υφίστανται οι προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθεί αυτή ως δεδομένη ή εάν

β) η κοινοποίηση είναι αναγκαία για την αποφυγή σοβαρού και άμεσου κινδύνου.

3. Κοινοποίηση σε διεθνές επίπεδο

Η κοινοποίηση δεδομένων σε αλλοδαπές αρχές πρέπει να περιορίζεται στις υπηρεσίες της αστυνομίας και να επιτρέπεται μόνο:

α) εάν υφίσταται σαφής νομική διάταξη εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου 7

β) εάν, ελλείψει διατάξεως, η κοινοποίηση κρίνεται απαραίτητη για την αποφυγή σοβαρού και άμεσου κινδύνου,

και εφόσον δεν θίγει τις εσωτερικές ρυθμίσεις που αφορούν την προστασία του ενδιαφερομένου προσώπου.

4.1. Αιτήσεις κοινοποίησης

Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας ή των διεθνών συμφωνιών, οι αιτήσεις κοινοποίησης δεδομένων πρέπει να περιέχουν στοιχεία σχετικά, αφενός, με το πρόσωπο ή τον φορέα που τις υπέβαλε και, αφετέρου, με το αντικείμενο και το λόγο της υποβολής τους.

4.2. Προϋποθέσεις της κοινοποίησης

Στο βαθμό που είναι δυνατόν, η ποιότητα των δεδομένων πρέπει να επαληθεύεται το αργότερο πριν από την κοινοποίησή τους. Σε εκάστη κοινοποίηση δεδομένων και εφόσον είναι δυνατόν, πρέπει να αναφέρονται οι δικαστικές αποφάσεις καθώς και οι αποφάσεις για τη μη άσκηση δίωξης. Επίσης, πρέπει να ελέγχεται πριν από την κοινοποίησή της, η πηγή των δεδομένων που βασίζονται σε ανάγκες ή προσωπικές εκτιμήσεις και να προσδιορίζεται ο βαθμός αξιοπιστίας και ακρίβειας αυτών των δεδομένων.

Τα δεδομένα δεν πρέπει να κοινοποιούνται εάν αποδειχθεί ότι δεν είναι πλέον ακριβή ή ενημερωμένα. Σε περίπτωση κοινοποίησης παρωχημένων ή ανακριβών δεδομένων, ο αποστολέας οφείλει να ενημερώσει το συντομότερο δυνατό τους αποδέκτες σχετικά με την ακαταλληλότητά τους.

4.3. Ασφάλεια των κοινοποιήσεων

Τα δεδομένα που κοινοποιούνται σε άλλους φορείς, ιδιώτες ή αλλοδαπές αρχές, πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τους σκοπούς που καθορίζονται στην αίτηση κοινοποίησης.

Για κάθε διαφορετική χρήση πρέπει να υπάρχει η συγκατάθεση του αποστολέα, με την επιφύλαξη των διατάξεων των σημείων 1 έως 4.2.