Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1523/96 της Επιτροπής της 24ης Ιουλίου 1996 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1617/93 σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών που αφορούν από κοινού προγραμματισμό και συντονισμό των δρομολογίων, την από κοινού εκμετάλλευση διαδρομών, τις διαβουλεύσεις για τους ναύλους μεταφοράς επιβατών και εμπορευμάτων στις τακτικές αεροπορικές γραμμές και την κατανομή του διαθέσιμου χρόνου χρήσης στους αερολιμένες
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 190 της 31/07/1996 σ. 0011 - 0012
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1523/96 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 24ης Ιουλίου 1996 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1617/93 σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών που αφορούν από κοινού προγραμματισμό και συντονισμό των δρομολογίων, την από κοινού εκμετάλλευση διαδρομών, τις διαβουλεύσεις για τους ναύλους μεταφοράς επιβατών και εμπορευμάτων στις τακτικές αεροπορικές γραμμές και την κατανομή του διαθέσιμου χρόνου χρήσης στους αερολιμένες Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3976/87 του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 1987, για την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας, και ιδίως το άρθρο 3, Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, Μετά τη δημοσίευση του σχεδίου του παρόντος κανονισμού (2), Εκτιμώντας ότι: (1) Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1617/93 της Επιτροπής (3), όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας, κηρύσσει εφαρμοστέο το άρθρο 85 παράγραφος 3 της συνθήκης στις συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων του τομέα των αεροπορικών μεταφορών, στις αποφάσεις ενώσεων τέτοιων επιχειρήσεων και στις εναρμονισμένες πρακτικές τους που έχουν, μεταξύ άλλων, ως στόχο τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων για τους ναύλους μεταφοράς επιβατών και των αποσκευών τους, και για τα κόμιστρα μεταφοράς εμπορευμάτων στις τακτικές αερογραμμές μεταξύ αερολιμένων της Κοινότητας. (2) Δύο βασικοί παράγοντες δικαιολόγησαν την έκδοση κανονισμού απαλλαγής για το συνεννοημένο καθορισμό τιμών στις εμπορευματικές μεταφορές: - αφενός η ανάγκη να δοθεί στις επιχειρήσεις ένα χρονικό διάστημα προκειμένου να προσαρμοσθούν στην ύπαρξη ανταγωνισμού, - αφετέρου να συμβάλει στη γενική αποδοχή των όρων αμοιβαίας αναγνώρισης εισητηρίων, που ωφελεί τόσο τους μεταφορείς όσο και τους χρήστες. (3) Όσον αφορά τον πρώτο παράγοντα, πρέπει να τονισθεί ότι από την έκδοση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3976/87, οι επιχειρήσεις διαθέτουν ένα χρονικό διάστημα οκτώ ετών προκειμένου να προσαρμοστούν σε ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1992, για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών (4), όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας, καθιερώνει την απόλυτα ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά από 1ης Απριλίου 1997. (4) Η εν λόγω περίοδος προσαρμογής φαίνεται ότι αρκεί για την προσαρμογή στις νέες συνθήκες λειτουργίας της αγοράς και η παράτασή της δεν δικαιολογείται πλέον. (5) Όσον αφορά την αναγνώριση των εισιτηρίων, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα ακόλουθα: - από πληροφορίες που προσέφεραν οι αεροπορικές επιχειρήσεις και η διεθνής ένωση αεροπορικών μεταφορών, προκύπτει ότι οι τιμές που καθορίζονται με διαβουλεύσεις υπερβαίνουν τις τιμές της αγοράς έως και κατά 70 %. Επίσης, προκύπτει ότι οι μεταφορές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμφωνιών αμοιβαίας αναγνώρισης εισιτηρίων πραγματοποιούνται με τιμές τις οποίες έχουν διαπραγματευθεί μεταξύ τους οι παραγγελιοδόχοι και οι μεταφορείς ή οι εκπρόσωποί τους, χωρίς να έχουν ουσιαστική σχέση με τις τιμές που καθορίζονται με διαβουλεύσεις. Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι η αναγνώριση εισιτηρίων λειτουργεί σε ορισμένες περιπτώσεις με τιμές που αποκλίνουν πάνω από 50 % από τις τιμές που καθορίζονται με διαβουλεύσεις, - διαπιστώνεται, επίσης, ότι οι εταιρείες που δεν συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις καθορισμού των τιμών πραγματοποιούν, παρά ταύτα, χωρίς πρόβλημα μεταφορές από πλαίσιο συμφωνιών αμοιβαίας αναγνώρισης εισιτηρίων, - σύμφωνα με τις πληροφορίες που προσέφεραν οι επιχειρήσεις, η αναλογία ενδοκοινοτικών αποστολών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμφωνιών αναγνώρισης εισιτηρίων από 30 % το 1991 έφθασε το 11 % στα τέλη του 1994. Για ορισμένες εταιρείες το ποσοστό είναι μικρότερο από 2 %, - σε ορισμένες περιπτώσεις οι πολύ υψηλές αυτές τιμές που έχουν καθορισθεί με διαβουλεύσεις εφαρμόζονται στους παραγγελιοδόχους ακόμη και απουσία αναγνώρισης εισιτηρίων, - ορισμένες εταιρείες έχουν προσπαθήσει να μεταρρυθμίσουν το σύστημα καθορισμού τιμών και να εισάγουν φθηνότερα εισιτήρια, προσπάθεια που όμως απέτυχε εξαιτίας της αντίδρασης από την πλειοψηφία των εταιρειών. (6) Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία αυτά, φαίνεται ότι οι διαβουλεύσεις για τον καθορισμό τιμών δεν συμβάλλουν πλέον στην αποδοχή των γενικών όρων της αναγνώρισης των εισιτηρίων. Εξάλλου, οι διαβουλεύσεις αυτές οδηγούν στον καθορισμό υψηλών τιμών εις βάρος των χρηστών και δεν είναι πλέον απαραίτητες για τη λειτουργία της αναγνώρισης εισιτηρίων, ιδίως, αν ληφθεί υπόψη ο μικρός αριθμός των υπόψη συμφωνιών και ο ουσιαστικά διμερής χαρακτήρας τους. (7) Θα πρέπει, συνεπώς, να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1617/93 οι διαβουλεύσεις σχετικά με τους ναύλους μεταφοράς εμπορευμάτων. (8) Θα πρέπει να προβλεφθεί προθεσμία για την τροποποίηση των εν λόγω συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1617/93 τροποποιείται ως εξής: 1. Στο άρθρο 1, η τρίτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «- τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων για τους ναύλους μεταφοράς επιβατών και των αποσκευών τους, στις τακτικές αερογραμμές μεταξύ αερολιμένων της Κοινότητας». 2. Το άρθρο 4, τροποποιείται ως εξής: α) ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ειδικοί όροι που εφαρμόζονται στις διαβουλεύσεις σχετικά με τους ναύλους για τη μεταφορά επιβατών» 7 β) η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής: i) η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «η απαλλαγή για τις διαβουλεύσεις όσον αφορά τους ναύλους επιβατών εφαρμόζεται μόνον εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι», ii) το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «α) οι συμμετέχοντες συζητούν αποκλειστικά τους αεροπορικούς ναύλους που πρέπει να καταβληθούν από τους χρήστες των αεροπορικών μεταφορών άμεσα σε συμμετέχοντα αερομεταφορέα ή στους εξουσιοδοτημένους πράκτορές του, για τη μεταφορά επιβατών σε μια τακτική αεροπορική γραμμή, καθώς και τους όρους που συνδέονται με τα κόμιστρα και τους ναύλους αυτούς. Οι διαβουλεύσεις δεν επεκτείνονται στις μεταφορικές ικανότητες για τις οποίες ισχύουν οι τιμές αυτές 7», iii) το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «γ) οι ναύλοι για τη μεταφορά επιβατών που αποτελούν το αντικείμενο διαβουλεύσεων εφαρμόζονται, από τους αερομεταφορείς που συμμετέχουν σ' αυτές, χωρίς διακρίσεις ως προς την ιθαγένεια ή τον τόπο διανομής των επιβατών εντός της Κοινότητας 7», iv) το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ε) οι διαβουλεύσεις δεν είναι δεσμευτικές για τους συμμετέχοντες, και, ως εκ τούτου, οι συμμετέχοντες διατηρούν μετά τις διαβουλεύσεις το δικαίωμα να ενεργούν ανεξάρτητα όσον αφορά τους ναύλους επιβατών 7». Άρθρο 2 Οι υπάρχουσες συμφωνίες και οι εναρμονισμένες πρακτικές μπορούν να τροποποιηθούν για να συμμορφωθούν στον παρόντα κανονισμό το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 1997. Άρθρο 3 Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 20ή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 1996. Για την Επιτροπή Karel VAN MIERT Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ αριθ. L 374 της 31. 12. 1987, σ. 9. (2) ΕΕ αριθ. C 322 της 2. 12. 1995, σ. 15. (3) ΕΕ αριθ. L 155 της 26. 6. 1993, σ. 18. (4) ΕΕ αριθ. L 240 της 24. 8. 1992, σ. 8.