31994L0025

Οδηγία 94/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1994 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες αφορούν τα σκάφη αναψυχής

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 164 της 30/06/1994 σ. 0015 - 0038
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 26 σ. 0098
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 26 σ. 0098


ΟΔΗΓΙΑ 94/25/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 16ης Ιουνίου 1994

για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες αφορούν τα σκάφη αναψυχής

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100Α,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπή (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 189 Β της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας:

ότι η εσωτερική αγορά αποτελεί ένα χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα όπου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων 7

ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις οι οποίες ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη σχετικά με τα χαρακτηριστικά ασφαλείας των σκαφών αναψυχής διαφέρουν τόσο ως προς το πεδίο εφαρμογής όσο και ως προς το περιεχόμενο, ότι οι αποκλίσεις αυτές τείνουν να δημιουργήσουν εμπόδια στο εμπόριο και άνισες συνθήκες ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά 7

ότι η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών είναι ο μόνος τρόπος άρσης των εν λόγω εμποδίων στην ελευθερία των συναλλαγών 7 ότι ο στόχος αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα μομονωμένα κράτη μέλη 7 ότι η παρούσα οδηγία καθορίζει αποκλειστικά και μόνο τις απαραίτητες απαιτήσεις για την ελεύθερη κυκλοφορία των σκαφών αναψυχής 7

ότι η παρούσα οδηγία αφορά μόνο τα σκάφη αναψυχής με ελάχιστο μήκος 2,5 μέτρα, και σύμφωνα με τους κανόνες ISO μέγιστο μήκος 24 μέτρα 7

ότι η άρση των τεχνικών εμποδίων στον τομέα των σκαφών αναψυχής και των συστατικών μερών τους, στο βαθμό που δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί με αμοιβαία αναγνώριση της ισοδυναμίας των διατάξεων των κρατών μελών, πρέπει να πραγματοποιηθεί με τη «νέα προσέγγιση» που καθορίζεται από το ψήφισμα του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 1985 (4) που επιβάλει τον καθορισμό των βασικών απαιτήσεων για την ασφάλεια και για άλλα θέματα σημαντικά για το κοινό καλό 7 ότι στην παράγραφο 3 του άρθρου 100 Α της συνθήκης προβλέπεται ότι στις προτάσεις της οι οποίες αφορούν την υγεία, την ασφάλεια, την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία των καταναλωτών η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει ως αφετηρία ένα υψηλό επίπεδο προστασίας 7 ότι οι βασικές απαιτήσεις αποτελούν τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν τα σκάφη αναψυχής, τα ημιτελή σκάφη καθώς και τα συστατικά τους μέρη και τα μέρη του εξοπλισμού τους πριν και μετά την εγκατάστασή τους 7

ότι, ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία ορίζει μόνο τις βασικές απαιτήσεις 7 ότι, για να διευκολυνθεί η πιστοποίηση της συμμόρφωσης προς τις βασικές απαιτήσεις, χρειάζονται εναρμονισμένα πρότυπα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα σκάφη αναψυχής και για τα συστατικά μέρη ή τα μέρη του εξοπλισμού τους 7 ότι τα εναρμονισμένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρότυπα καταρτίζονται από ιδιωτικούς οργανισμούς και πρέπει να διατηρήσουν τον μη υποχρεωτικό τους χαρακτήρα 7 ότι για το σκοπό αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (CENELEC) αναγνωρίζονται ως οργανισμοί αρμόδιοι για τη θέσπιση εναρμονισμένων προτύπων σύμφωνα με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των δύο αυτών οργανισμών, οι οποίες υπογράφηκαν στις 13 Νοεμβρίου 1984 7 ότι, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας εναρμονισμένο πρότυπο είναι μια τεχνική προδιαγραφή (ευρωπαϊκό πρότυπο ή έγγραφο εναρμόνισης) το οποίο εκδόθηκε από τον έναν ή και από τους δύο αυτούς οργανισμούς, με εντολή της Επιτροπής, σύμφωνα με την οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Μαρτίου 1983 για την καθιέρωση διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών (5), καθώς και σύμφωνα με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές που προαναφέρθηκαν 7

ότι, λόγω των κινδύνων που συνεπάγεται η χρήση των σκαφών αναψυχής και των συστατικών μερών ή των μερών του εξοπλισμού τους, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν διαδικασίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας 7 ότι οι διαδικασίες αυτές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το βαθμό των κινδύνων τους οποίους ενδέχεται να παρουσιάζουν τα σκάφη αναψυχής και τα συστατικά μέρη ή τα μέρη του εξοπλισμού τους 7 ότι, ως εκ τούτου, κάθε κατηγορία συμμόρφωσης του υλικού πρέπει να συνοδεύεται από κατάλληλη διαδικασία ή επιλογή μεταξύ περισσότερων ισοδυνάμων διαδικασιών 7 ότι οι διαδικασίες που έχουν επιλεγεί αντιστοιχούν πλήρως στην απόφαση 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1993 για τις ενότητες που αφορούν τις διάφορες φάσεις των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας και τους κανόνες επίθεσης και χρήσης της σήμανσης πιστότητας «CE» που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις οδηγίες τεχνικής εναρμόνισης (1) 7

ότι το Συμβούλιο έχει προβλέψει την τοποθέτηση της σήμανσης «CE» είτε από τον κατασκευαστή είτε από εγκατεστημένο στην Κοινότητα εντολοδόχο του 7 ότι η σήμανση πιστοποιεί τη συμμόρφωση του σκάφους αναψυχής και των συστατικών μερών του ή του εξοπλισμού του προς όλες τις βασικές απαιτήσεις και διαδικασίες αξιολόγησης οι οποίες προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία στην οποία υπόκεινται τα προϊόντα αυτά 7

ότι είναι σκόπιμο να μπορούν τα κράτη μέλη να λαμβάνουν προσωρινά μέτρα, όπως προβλέπεται από το άρθρο 100 Α παράγραφος 5 της συνθήκης, που αποσκοπούν στον περιορισμό ή την απαγόρευση της διάθεσης στην αγορά και χρήσης των σκαφών αναψυχής, ή προϊόντων που υπεισέρχονται στην κατασκευή τους και ενέχουν ιδιαίτερους κινδύνους για την ασφάλεια του κοινού και, ενδεχομένως, των οικοσίτων ζώων ή των αντικειμένων, εφόσον τα μέτρα αυτά θα υπόκεινται σε κοινοτική διαδικασία ελέγχου 7

ότι οι αποδέκτες κάθε απόφασης που λαμβάνεται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας πρέπει να γνωρίζουν την αιτιολογία της απόφασης και τα ένδικα μέσα τα οποία διαθέτουν 7

ότι είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ένα μεταβατικό καθεστώς που θα επιτρέπει την εμπορία και τη χρήση σκαφών αναψυχής και των συστατικών μερών ή των μερών του εξοπλισμού τους κατασκευασμένων σύμφωνα με τις εθνικές κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν κατά την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας 7

ότι η παρούσα οδηγία δεν περιέχει διατάξεις περιορίζουσες τη χρήση σκαφών αναψυχής μετά τη θέση σε υπηρεσία 7

ότι η κατασκευή σκαφών αναψυχής μπορεί να θίξει το περιβάλλον γιατί τα σκάφη αυτά ίσως εκπέμπουν ρύπους και χρειάζεται έτσι να τεθούν στην παρούσα οδηγία διατάξεις προστασίας του περιβάλλοντος οι οποίες θα αφορούν την κατασκευή σκαφών αναψυχής από πλευράς άμεσης επίπτωσης στο περιβάλλον 7

ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν πρέπει να θίγουν το δικαίωμα των κρατών μελών να θέτουν, τηρουμένης της συνθήκης, τις απαιτήσεις που κρίνουν αναγκαίες σε θέματα ναυσιπλοΐας σε ορισμένα ύδατα χάριν προστασίας του περιβάλλοντος, διαμόρφωσης των πλωτών οδών, και ασφαλείας της ναυσιπλοΐας, εφόσον αυτές δεν επιβάλλουν τροποποιήσεις των σκαφών αναψυχής μη προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Άρθρο 1

1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα σκάφη αναψυχής, στα ημιτελή σκάφη αναψυχής, και σε συστατικά μέρη που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ, τόσο ως μεμονωμένα τεμάχια όσο και μετά την εγκατάστασή τους.

2. Ως σκάφος αναψυχής νοείται κάθε σκάφος παντός τύπου, ανεξαρτήτως συστήματος προώσεως, με μήκος κύτους από 2,5 έως 24 μέτρα, μετρούμενο σύμφωνα με το κατάλληλο εναρμονισμένο πρότυπο, το οποίο προορίζεται για αθλητισμό και αναψυχή. Το γεγονός ότι ένα σκάφος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και προς ναύλωση ή για εκπαίδευση σε πλόες αναψυχής δεν το εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφόσον το σκάφος διατίθεται στην αγορά για σκοπούς αναψυχής.

3. Τα ακόλουθα είδη σκαφών εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας:

α) τα αποκλειστικώς αγωνιστικά σκάφη, συμπεριλαμβανομένων των αγωνιστικών και εκπαιδευτικών σκαφών κωπηλασίας, εφόσον επισημαίνονται ως αποκλειστικώς αγωνιστικά από τον κατασκευαστή 7

β) κανό και καγιάκ, γόνδολες και ποδήλατα σκάφη 7

γ) ιστιοσανίδες 7

δ) ιστιοσανίδες με κινητήρα, σκάφη ενός ατόμου και άλλα παρεμφερή σκάφη 7

ε) τα πρωτότυπα και τα μεμονωμένα ομοιώματα ιστορικών σκαφών σχεδιασμένων πριν από το 1950 που κατασκευάστηκαν, βασικά, με τα αρχικά υλικά και επισημαίνονται ως ομοιώματα από τον κατασκευαστή τους 7

στ) πειραματικά σκάφη εφόσον δεν διατίθενται ακολούθως στην κοινοτική αγορά 7

ζ) σκάφη κατασκευαζόμενα για προσωπική χρήση, εφόσον εν συνεχεία δεν διατίθενται στην κοινοτική αγορά επί πέντε έτη 7

η) σκάφη που προορίζονται ειδικά να επανδρωθούν με πλήρωμα και να μεταφέρουν επιβάτες για εμπορικούς σκοπούς, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, και ιδίως των οριζομένων στην οδηγία 82/714/ΕΟΚ περί θεσπίσεως τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας ασχέτως αριθμού επιβατών (2) 7

θ) καταδυόμενα σκάφη 7

ι) αερολισθαίνοντα οχήματα 7

κ) υδροπτέρυγα 7

λ) τα εισαχθέντα από τρίτες χώρες μεταχειρισμένα σκάφη, ναυπηγηθέντα πριν από την ημερομηνία του άρθρου 13 παράγραφος 1 σεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 2

Διάθεση στην αγορά και θέση σε λειτουργία

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 μπορούν να διατίθενται στην αγορά και να τίθενται σε λειτουργία σύμφωνα με το σκοπό για τον οποίο προορίζονται μόνο εφόσον δεν θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και την υγεία προσώπων, πραγμάτων ή το περιβάλλον, όταν έχουν κατασκευαστεί και συντηρούνται όπως πρέπει.

2. Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να θεσπίζουν, τηρώντας δεόντως τη συνθήκη, διατάξεις που αφορούν τη ναυσιπλοΐα σε ορισμένα ύδατα και αποβλέπουν στην προστασία του περιβάλλοντος, και της διαμόρφωσης των πλωτών οδών και στην ασφαλή επ' αυτών ναυσιπλοΐα, υπό τον όρο ότι αυτό δεν απαιτεί μετατροπές σκαφών σύμφωνων με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Βασικές απαιτήσεις

Τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρέπει να πληρούν τις βασικές απαιτήσεις ασφαλείας, υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος και του καταναλωτή που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

Άρθρο 4

Ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ή τη λειτουργία στην επικράτειά τους των σκαφών αναψυχής που φέρουν τη σήμανση CE η οποία αναφέρεται στο παράρτημα IV και υποδηλώνει ότι είναι σύμφωνα προς όλες τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙ.

2. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύσουν, να περιορίσουν ή να παρεμποδίσουν τη διάθεση στην αγορά ημιτελών σκαφών τα οποία, κατά δήλωση του κατασκευαστή, του εγκατεστημένου στην Κοινότητα εντολοδόχου του ή του υπευθύνου εμπορίας του σκάφους, η οποία αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΙ στοιχείο α), πρόκειται να αποπερατωθούν από άλλους.

3. Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και τη λειτουργία συστατικών μερών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ και φέρουν τη σήμανση CE η οποία αναφέρεται στο παράρτημα IV και υποδηλώνει την πιστότητά τους προς τις σχετικές βασικές απαιτήσεις. Τα συστατικά αυτά μέρη προορίζονται να ενσωματωθούν στα σκάφη αναψυχής, σύμφωνα με την αναφερόμενη στο παράρτημα ΙΙΙ στοιχείο β) δήλωση του κατασκευαστή, του εγκατεστημένου στην Κοινότητα εντολοδόχου του ή, στην περίπτωση εισαγωγών από τρίτη χώρα, οποιουδήποτε προσώπου διαθέτει το συγκεκριμένο συστατικό μέρος στην κοινοτική αγορά.

4. Σε εμπορικές και άλλες εκθέσεις, επιδείξεις κ.λπ., τα κράτη μέλη δεν θέτουν προσκόμματα στην παρουσίαση προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1 που δεν είναι σύμφωνα προς τις διατάξεις της, υπό τον όρο ότι με ευδιάκριτο σήμα καθίσταται σαφές ότι τα προϊόντα αυτά δεν μπορούν να διατεθούν στην αγορά ή να τεθούν σε λειτουργία ενόσω δεν έχουν καταστεί σύμφωνα με την οδηγία.

5. Όταν τα προϊόντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας αποτελούν αντικείμενο άλλων κοινοτικών οδηγιών οι οποίες αφορούν άλλα θέματα και προβλέπουν επίσης τη σήμανση CE, η εν λόγω σήμανση υποδηλώνει ότι τα εν λόγω προϊόντα ανταποκρίνονται και στις διατάξεις αυτών των άλλων οδηγιών. Εάν, ωστόσο, μία ή περισσότερες από τις οδηγίες αυτές επιτρέπουν στον κατασκευαστή να επιλέξει, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, τις ρυθμίσεις που θα εφαρμόζει, η σήμανση CE δηλώνει την πιστότητα μόνο προς τις διατάξεις των οδηγιών που εφαρμόζει ο κατασκευαστής. Στην περίπτωση αυτή, τα στοιχεία των εν λόγω οδηγιών, όπως δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πρέπει να αναγράφονται στα έγγραφα, φύλλα ή οδηγίες που απαιτούνται από τις συγκεκριμένες οδηγίες και συνοδεύουν αυτά τα προϊόντα.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη θεωρούν σύμφωνα προς τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3, τα προϊόντα του άρθρου 1 παράγραφος 1 που ανταποκρίνονται στα αντίστοιχα εθνικά πρότυπα που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τα εναρμονισμένα πρότυπα των οποίων τα στοιχεία αναφοράς δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τα στοιχεία αναφοράς αυτών των εθνικών προτύπων.

Άρθρο 6

1. Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή θεωρεί ότι τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 5 δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3, τότε η Επιτροπή ή το κράτος μέλος ενημερώνουν την επιτροπή της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ, αιτιολογώντας τη γνώμη τους. Η επιτροπή διατυπώνει γνώμη επειγόντως.

Με βάση τη γνώμη που διατυπώνει η επιτροπή, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εάν τα πρότυπα αυτά πρέπει να αποσυρθούν από τις δημοσιεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5.2.

2. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζει την ομοιόμορφη πρακτική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 3.

3. Η Επιτροπή επικουρείται από μόνιμη επιτροπή, απαρτιζόμενη από αντιπροσώπους διορισμένους από τα κράτη μέλη, της οποίας προεδρεύει αντιπρόσωπός της.

Η μόνιμη επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υποβάλλει στη μόνιμη επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η μόνιμη επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος και, αν χρειαστεί, ύστερα από ψηφοφορία.

Η γνώμη καταχωρείται στα πρακτικά. Επιπλέον κάθε κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να ζητήσει να καταχωρηθεί η θέση του στα πρακτικά.

Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής και την ενημερώνει για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη τη γνώμη αυτή.

4. Η μόνιμη επιτροπή μπορεί εξάλλου να εξετάσει κάθε θέμα εφαρμογής της παρούσας οδηγίας το οποίο εισηγείται ο πρόεδρός της, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε με πρωτοβουλία κράτους μέλους.

Άρθρο 7

Ρήτρα διασφάλισης

1. Όταν κράτος μέλος διαπιστώνει ότι σκάφος αναψυχής ή συστατικά μέρη αυτού αναφερόμενα στο παράρτημα ΙΙ και φέρονται τη σήμανση CE που προβλέπεται στο παράρτημα IV ενδέχεται, έστω και αν έχουν κατασκευαστεί, εγκατασταθεί και συντηρούνται όπως πρέπει και χρησιμοποιούνται κατά προορισμόν, να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και την υγεία προσώπων, πραγμάτων ή το περιβάλλον, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να αποσυρθούν από την αγορά ή να απαγορευθεί ή περιοριστεί η διάθεση στην αγορά και η θέση τους σε λειτουργία.

Τα κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή για κάθε μέτρο αυτού του είδους, αναφέροντας τους λόγους για την απόφασή του και, ειδικότερα, όταν η μη πιστότητα οφείλεται σε:

α) μη τήρηση των βασικών απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3 7

β) πλημμελή εφαρμογή των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 5, εφόσον προβάλλονται ισχυρισμοί περί εφαρμογής των εν λόγω προτύπων 7

γ) ατέλειες των ίδιων των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 5.

2. Η Επιτροπή πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη το συντομότερο δυνατόν. Όταν ύστερα από τις διαβουλεύσεις αυτές διαπιστώνει:

- ότι τα μέτρα είναι δικαιολογημένα, ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος που έλαβε την πρωτοβουλία καθώς και τα άλλα κράτη μέλη 7 όταν η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οφείλεται σε τυχόν ελλείψεις των προτύπων, η Επιτροπή, ύστερα από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, υποβάλλει το ζήτημα στην επιτροπή η οποία αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 εντός δύο μηνών, εφόσον το κράτος μέλος που έλαβε την απόφαση σκοπεύει να τη διατηρήσει, και κινεί τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1,

- ότι τα μέτρα δεν είναι δικαιολογημένα, ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος που έλαβε την πρωτοβουλία καθώς και τον κατασκευαστή ή τον εγκατεστημένο στην Κοινότητα εντολοδόχο του.

3. Όταν ένα συστατικό μέρος από τα αναφερόμενα στο παράρτημα ΙΙ ή ένα σκάφος φέρει τη σήμανση CE χωρίς να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις, το αρμόδιο κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα έναντι του προσώπου που επέθεσε το σήμα και ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

4. Η Επιτροπή βεβαιώνεται ότι τα κράτη μέλη τηρούνται ενήμερα της διεξαγωγής και των αποτελεσμάτων της διαδικασίας αυτής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Αξιολόγηση της πιστότητας

Άρθρο 8

Πριν την παραγωγή και διάθεση στην αγορά προϊόντων του άρθρου 1.1, ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του πρέπει να τηρούν τις ακόλουθες διαδικασίες για σκάφη κατηγορίας σχεδιασμού Α, Β, Γ και Δ, όπως αναφέρονται στο τμήμα 1 του παραρτήματος Ι:

1. Για σκάφη κατηγορίας Α και Β:

- για σκάφη μήκους κύτους κάτω των 12 m: εσωτερικός έλεγχος παραγωγής με επιπλέον δοκιμές (ενότητα Αα) που αναφέρονται στο παράρτημα VI,

- για σκάφη μήκους κύτους από 12 μέτρα έως 24 μέτρα: η εξέταση τύπου ΕΚ (ενότητα Β) που αναφέρεται στο παράρτημα VII, την οποία συμπληρώνει η πιστότητα προς τον τύπο (ενότητα Γ) που αναφέρεται στο παράρτημα VΙΙ ή μία από τις ακόλουθες ενότητες αξιολόγησης: Β + Δ ή Β + ΣΤ ή Ζ ή Η.

2. Για τα σκάφη κατηγορίας Γ:

α) για σκάφη μήκους κύτους από 2,5 μέτρα έως 12 μέτρα:

- εφόσον τηρούνται τα εναρμονισμένα πρότυπα σχετικά με τα σημεία 3.2 και 3.3 του παραρτήματος Ι: ο εσωτερικός έλεγχος παραγωγής (ενότητα Α) που αναφέρεται στο παράρτημα V,

- εφόσον δεν τηρούνται τα εναρμονισμένα πρότυπα σχετικά με τα σημεία 3.2 και 3.3 του παραρτήματος Ι: ο εσωτερικός έλεγχος παραγωγής με συμπληρωματικές δοκιμές (ενότητα Αα) που αναφέρεται στο παράρτημα VI 7

β) για σκάφη μήκους κύτους από 12 μέτρα έως 24 μέτρα: η εξέταση τύπου ΕΚ (ενότητα Β) που αναφέρεται στο παράρτημα VII, την οποία ακολουθεί η ενότητα Γ (πιστότητα προς τον τύπο) που αναφέρεται στο παράρτημα VIII, ή μια από τις ακόλουθες ενότητες: Β + Δ ή Β + ΣΤ ή Ζ ή Η.

3. Για σκάφη κατηγορίας Δ:

για σκάφη μήκους κύτους από 2,5 μέτρα έως 24 μέτρα: ο εσωτερικός έλεγχος παραγωγής (ενότητα Α) που αναφέρεται στο παράρτημα V.

4. Για συστατικά μέρη που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ μία από τις ακόλουθες ενότητες: Β + Γ ή Β + Δ ή Β + ΣΤ ή Ζ ή Η.

Άρθρο 9

Κοινοποιημένοι φορείς

1. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους φορείς που έχει ορίσει για την εκτέλεση των καθηκόντων των σχετικών με την αξιολόγηση της πιστότητας που αναφέρεται στο άρθρο 8, τα συγκεκριμένα καθήκοντά τους, καθώς και τους αναγνωριστικούς αριθμούς που έχουν προηγουμένως δοθεί στους εν λόγω φορείς από την Επιτροπή.

Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατάλογο όλων των κοινοποιημένων φορέων, των αναγνωριστικών αριθμών τους, και των καθηκόντων τους, και μεριμνά ώστε ο κατάλογος αυτός να ενημερώνεται.

2. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα XIV για την αξιολόγηση των φορέων οι οποίοι θα αναφέρονται στην κοινοποίηση αυτη. Οι φορείς που πληρούν τα κριτήρια αξιολόγησης τα οποία καθορίζονται στα αντίστοιχα εναρμονισμένα πρότυπα τεκμαίρεται ότι πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος XIV.

3. Τα κράτη μέλη ανακαλούν την έγκριση που έδωσαν για ένα κοινοποιημένο φορέα όταν διαπιστώνουν ότι αυτός δεν πληροί πλέον τα κριτήρια που αναφέρονται στο παράρτημα XIV. Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Σήμανση CE

Άρθρο 10

1. Τα σκάφη αναψυχής και τα αναφερόμενα στο παράρτημα ΙΙ συστατικά τους μέρη τα οποία τεκμαίρεται ότι ανταποκρίνονται στις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 πρέπει, κατά τη διάθεσή τους στην αγορά, να φέρουν τη σήμανση πιστότητας CE.

2. Η σήμανση πιστότητας CE, όπως απεικονίζεται στο παράρτημα IV, τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο επάνω στα σκάφη αναψυχής σύμφωνα με το παράρτημα Ι σημείο 2.2, καθώς και στα συστατικά τους μέρη που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ ή/και στη συσκευασία τους.

Η σήμανση CE συνοδεύεται από τον αριθμό αναγνώρισης του κοινοποιημένου φορέα που είναι υπέυθυνος για την εφαρμογή των διαδικασιών που αναφέρονται στα παραρτήματα VI, ΙΧ, Χ, ΧΙ και ΧΙΙ.

3. Απαγορεύεται η τοποθέτηση σημάτων ή επιγραφών που ενδέχεται να παραπλανήσουν τους τρίτους ως προς την έννοια ή την απεικόνιση της σήμανσης CE. Οποιοδήποτε άλλο σήμα μπορεί να τεθεί πάνω στα σκάφη και τα αναφερόμενα στο παράρτημα ΙΙ συστατικά τους μέρη ή/και στη συσκευασία τους υπό την προϋπόθεση ότι η σήμανση CE δεν γίνεται έτσι, λιγότερο ευδιάκριτη ή ευανάγνωστη.

4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 7:

α) όταν κράτος μέλος διαπιστώνει ότι η σήμανση CE έχει τοποθετηθεί αδικαιολογήτως, ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του, είναι υποχρεωμένος να θέσει τέρμα στην εν λόγω παράβαση υπό τους όρους που θα του επιβάλει το κράτος μέλος 7

β) αν η παράβαση συνεχιστεί, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε κατάλληλο μέτρο για να απαγορεύσει ή να εμποδίσει τη διάθεση του εν λόγω προϊόντος στην αγορά ή για να εξασφαλίσει ότι το προϊόν αυτό θα αποσυρθεί από την αγορά, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 7.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 11

Κάθε απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και επιφέρει περιορισμό της διάθεσης στην αγορά ή της θέσης σε λειτουργία των προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1 αιτιολογείται λεπτομερώς. Τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να ενημερώνονται όσο το δυνατό συντομότερα σχετικά με την απόφαση και τα ένδικα μέσα τα οποία προβλέπονται από τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους, και σχετικά με τις προθεσμίες άσκησής τους.

Άρθρο 12

Η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει ότι θα της παρέχονται όλα τα στοιχεία τα οποία είναι δυνατό να επηρεάσουν τις αποφάσεις που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 13

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας το αργότερο έως τις 16 Δεκεμβρίου 1995. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τις 16 Ιουνίου.

Η Μόνιμη Επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 μπορεί να αναλάβει τα καθήκοντά της από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 9 από την ημερομηνία αυτή.

Οι διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

3. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία των προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1, που συμφωνούν προς τις ρυθμίσεις που ισχύουν στο έδαφός τους την ημερομηνία έκδοσης της οδηγίας, για περίοδο 4 ετών μετά την ημερομηνία αυτή.

Άρθρο 14

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 15

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 16 Ιουνίου 1994.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

E. KLEPSCH

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

(1) ΕΕ αριθ. C 123 της 15. 5. 1992, σ. 7.

(2) ΕΕ αριθ. C 313 της 30. 11. 1992, σ. 38.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Νοεμβρίου 1992 (ΕΕ αριθ. C 337 της 21. 12. 1992, σ. 17). Κοινή θέση του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1993 (ΕΕ αριθ. C 137 της 19. 5. 1994, σ. 1). Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 1994 (ΕΕ αριθ. C 91 της 28. 3. 1994).

(4) ΕΕ αριθ. C 136 της 4. 6. 1985, σ. 1.

(5) ΕΕ αριθ L 109 της 26. 4. 1983, σ. 8. Οδηγία που τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 88/182/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 81 της 26. 3. 1988, σ. 75).

(1) ΕΕ αριθ. L 220 της 30. 8. 1993, σ. 23.

(2) ΕΕ αριθ. L 301 της 29. 10. 1982, σ. 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΔΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΩΝ ΣΚΑΦΩΝ ΑΝΑΨΥΧΗΣ

1. ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Ορισμοί:

Α. «ΠΟΝΤΟΠΟΡΑ»: Σκάφη εν γένει αυτοδύναμα σχεδιασμένα για παρατεταμένα ταξίδια όπου μπορεί να επικρατούν συνθήκες ανέμου ισχύος άνω των 8 μποφόρ και κύματος χαρακτηριστικού ύψους άνω των 4 μέτρων.

Β. «ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ»: Σχεδιασμένα για ταξίδια ανοικτού πελάγους όπου μπορεί να εμφανιστούν συνθήκες ανέμου ισχύος έως και 8 μποφόρ χαρακτηριστικού ύψους έως και 4 μέτρων.

Γ. «ΑΚΤΟΠΛΟΪΚΑ»: Σχεδιασμένα για ταξίδια σε παράκτια ύδατα, μεγάλους κόλπους, εκβολές ποταμών, λίμνες και ποτάμια όπου μπορεί να εμφανισθούν συνθήκες ανέμου ισχύος έως και 6 μποφόρ κύματος χαρακτηριστικού ύψους έως 2 μέτρων.

Δ. «ΠΡΟΦΥΛΑΓΜΕΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ»: Σχεδιασμένα για ταξίδια σε μικρές λίμνες, ποτάμια και διώρυγες όπου μπορεί να εμφανισθούν συνθήκες ανέμου ισχύος έως και 4 μποφόρ και κύματος χαρακτηριστικού ύψους έως και 0,5 μέτρων.

Τα σκάφη κάθε επί μέρους κατηγορίας πρέπει να είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα κατά τρόπον ώστε να αντιμετωπίζουν τις προαναφερόμενες παραμέτρους, εξ απόψεως των βασικών απαιτήσεων του παραρτήματος Ι, και να διατηρούν καλή πλοϊμότητα.

2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Τα προϊόντα του άρθρου 1 παράγραφος 1 πρέπει να είναι σύμφωνα προς τις εφαρμοστέες βασικές απαιτήσεις.

2.1. Αναγνωριστικά στοιχεία κύτους

Κάθε σκάφος φέρει στο κύτος αναγνωριστικό αριθμό ο οποίος περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

- κωδικό κατασκευαστή,

- χώρα κατασκευής,

- ένα και μόνο αύξοντα αριθμό,

- έτος κατασκευής,

- έτος μοντέλου.

Το σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο δίνει λεπτομέρειες περί των απαιτήσεων αυτών.

2.2. Πινακίδα κατασκευαστή

Κάθε σκάφος φέρει πινακίδα μονίμως τοποθετημένη σε σημείο διαφορετικό από τον αναγνωριστικό αριθμό κύτους, η οποία περιλαμβάνει τις εξής πληροφορίες:

- επωνυμία κατασκευαστή,

- σήμανση CE (παράβαλε παράρτημα IV),

- κατηγορία σχεδιασμού σκάφους σύμφωνα με το σημείο 1,

- μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο από τον κατασκευαστή σύμφωνα με το σημείο 3.6,

- αριθμό επιβατών που είχε προβλεφθεί από τον κατασκευαστή κατά το σχεδιασμό του σκάφους.

2.3. Μέσα προστασίας από πτώση στη θάλασσα και μέσα επανεπιβίβασης

Ανάλογα με την κατηγορία σχεδιασμού, τα σκάφη πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε οι κίνδυνοι από πτώση στη θάλασσα να είναι οι ελάχιστοι δυνατοί και να διευκολύνεται η επανεπιβίβαση.

2.4. Ορατότητα από την κύρια θέση του πηδαλίου

Για τα μηχανοκίνητα σκάφη, η κύρια θέση του πηδαλίου πρέπει να προσφέρει στον πηδαλιούχο, υπό κανονικές συνθήκες χρήσης (ταχύτητα και φορτίο) καλή ορατότητα 360°.

2.5. Εγχειρίδιο ιδιοκτήτου

Κάθε σκάφος πρέπει να είναι εφοδιασμένο με εγχειρίδιο ιδιοκτήτου στην ή στις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας, που μπορούν να καθοριστούν από το κράτος μέλος όπου διατίθεται στην αγορά, τηρουμένης της συνθήκης. Στο εγχειρίδιο θα πρέπει να επισημαίνονται οι κίνδυνοι πυρκαϊάς και καταποντισμού και να περιλαμβάνονται οι πληροφορίες που εκτίθενται στα σημεία 2.2 και 3.6 και 4 καθώς και το βάρος του σκάφους χωρίς φορτίο, σε χιλιόγραμμα.

3. ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΟΜΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

3.1. Δομή

Η επιλογή και ο συνδυασμός των υλικών και η κατασκευή πρέπει να εξασφαλίζουν ότι το σκάφος είναι επαρκώς ανθεκτικό από κάθε άποψη. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στην κατηγορία σχεδιασμού του σύμφωνα με το σημείο 1, και το μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6.

3.2. Ευστάθεια και έξαλα

Το σκάφος πρέπει να έχει επαρκή ευστάθεια και έξαλα ανάλογα με την κατηγορία σχεδιασμού του σύμφωνα με το σημείο 1, και το μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6.

3.3. Άνωση

Το σκάφος πρέπει να είναι κατασκευασμένο κατά τρόπο που να έχει τα χαρακτηριστικά άνωσης που αρμόζουν στην κατηγορία σχεδιασμού του σύμφωνα με το σημείο 1, και στο μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6. Όλα τα καμπινάτα σκάφη με πολλαπλά κύτη πρέπει να είναι σχεδιασμένα ώστε να έχουν αρκετή άνωση για να επιπλέουν ακόμη και αναποδογυρισμένα.

Τα σκάφη κάτω των 6 μέτρων πρέπει να διαθέτουν άνωση τέτοια που να τους επιτρέπει όταν χρησιμοποιούνται κατά κατηγορία σχεδιασμού, να επιπλέουν ακόμα και όταν είναι γεμάτα νερό.

3.4. Ανοίγματα στο κύτος, το κατάστρωμα και την υπερκατασκευή

Τα ανοίγματα στο κύτος, τα καταστρώματα και την υπερκατασκευή δεν πρέπει να αλλοιώνουν τη δομική ακεραιότητα του σκάφους ή τη στεγανότητά του, όταν είναι κλειστά.

Τα παράθυρα, οι υαλοπίνακες για φινιστρίνια, οι θύρες και οι καθέκτες (μπουκαπόρτες) πρέπει να αντέχουν στην πίεση του νερού που αναμένεται ότι θα ασκείται σε αυτά αναλογα με τη θέση τους, καθώς και στα σημειακά φορτία τα οποία ασκούνται από το βάρος των ατόμων που κινούνται στο κατάστρωμα.

Τα συστήματα που διαπερνούν το κύτος και προορίζονται για τη διοχέτευση του νερού από και προς το εσωτερικό του, κάτω από την ίσαλο γραμμή η οποία αντιστοιχεί στο μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6, πρέπει να εξοπλίζονται με ευπρόσιτα μέσα ανάσχεσης.

3.5. Καταποντισμός

Όλα τα σκάφη πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο βύθισης.

Δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα εξής:

- στους χώρους πηδαλιουχίας (κόκπιτ) και τα φρεάτια (χαβούζες), που θα πρέπει να είναι αυτοεκκενούμενα από νερά ή να διαθέτουν άλλα μέσα για να εμποδίζουν την είσοδο νερού στο σκάφος,

- στα συστήματα εξαερισμού,

- στην απομάκρυνση του νερού με κατάλληλες αντλίες ή άλλα μέσα.

3.6. Μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο

Τα μέγιστα συνιστώμενα από τον κατασκευαστή φορτία [καύσιμα, νερό, προμήθειες, εξοπλισμός διαφόρων ειδών και επιβάτες (σε χιλιόγραμμα)], για τα οποία έχει σχεδιαστεί το σκάφος, όπως αναφέρεται στην πινακίδα του κατασκευαστή, καθορίζονται σύμφωνα με την κατηγορία σχεδιασμού του (σημείο 1), την ευστάθεια και τα έξαλα (σημείο 3.2) και την άνωση (σημείο 3.3).

3.7. Στοιβασία σωστικών λέμβων

Σε όλα τα σκάφη, κατηγορίας Α και Β, καθώς και Γ και Δ μήκους άνω των 6 μέτρων, πρέπει να προβλέπεται χώρος ή χώροι στοιβασίας για μια ή περισσότερες σωστικές σχεδίες αρκετά μεγάλες ώστε να δέχονται τον αριθμό επιβατών τα οποία έχει σχεδιαστεί να μεταφέρει το σκάφος. Ο χώρος ή οι χώροι στοιβασίας πρέπει να είναι εύκολα προσπελάσιμοι ανά πάσα στιγμή.

3.9. Διαφυγή

Όλα τα καμπινάτα σκάφη άνω των 12 μέτρων με πολλαπλά κύτη πρέπει να είναι εφοδιασμένα με αποτελεσματικά μέσα διαφυγής σε περίπτωση ανατροπής.

Όλα τα καμπινάτα σκάφη πρέπει να είναι εξοπλισμένα με αποτελεσματικά μέσα διαφυγής σε περίπτωση πυρκαγιάς.

3.10. Αγκυροβόληση, όρμιση και ρυμούλκηση

Όλα τα σκάφη, λαμβανομένης υπόψη της κατηγορίας σχεδιασμού τους και των χαρακτηριστικών τους, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με ένα ή περισσότερα στερεά σημεία ή άλλα μέσα ικανά να δέχονται ασφαλώς τα φορτία αγκυροβόλησης, όρμισης και ρυμούλκησης.

4. ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

Ο κατασκευαστής εξασφαλίζει ότι το σκάφος έχει ικανοποιητική συμπεριφορά με τον πλέον ισχυρό κινητήρα για τον οποίο έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί. Για όλους του κινητήρες θαλάσσιας αναψυχής, η μέγιστη ονομαστική ισχύς πρέπει να αναγράφεται στο εγχειρίδιο του ιδιοκτήτη σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο.

5. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΑΦΟΥΣ

5.1. Κινητήρες και σχετικοί χώροι

5.1.1. Εσωλέμβιοι κινητήρες

Όλοι οι εσωλέμβιοι κινητήρες πρέπει να είναι τοποθετημένοι σε ειδικό χώρο, κλειστό και απομονωμένο από τους χώρους διαμονής, και εγκατεστημένοι κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος έκρηξης ή εξάπλωσης πυρκαγιάς καθώς και οι κίνδυνοι από τοξικές αναθυμιάσεις, θερμότητα, θόρυβο ή κραδασμούς στους χώρους διαμονής.

Τα μέρη της μηχανής και τα εξαρτήματα που απαιτούν συχνό έλεγχο ή/και συντήρηση πρέπει να είναι ευπρόσιτα.

Τα μονωτικά υλικά στους χώρους του κινητήρα πρέπει να είναι πυρίμαχα.

5.1.2. Αερισμός

Το μηχανοστάσιο πρέπει να αερίζεται. Πρέπει να εμποδίζεται η εισχώρηση νερού στο μηχανοστάσιο μέσω των εισόδων αερισμού.

5.1.3. Εκτεθειμένα μέρη

Τα κινούμενα ή πυρακτωμένα μέρη του κινητήρα πρέπει να είναι προστατευμένα αποτελεσματικά, εκτός εάν ο κινητήρας προστατεύεται από κάλυπτρο ή από το περίβλημά του.

5.1.4. Αιφνίδια εκκίνηση σε περίπτωση εξωλέμβιου κινητήρα

Όλα τα σκάφη με εξωλέμβιο κινητήρα πρέπει να έχουν μηχανισμό για να εμποδίζεται η αιφνίδια εκκίνηση, εκτός

α) εάν ο κινητήρας αναπτύσει στατική ώση μικρότερη από 500 Ν 7

β) εάν ο κινητήρας έχει μηχανισμό σταγγαλιστικής δικλείδας για να περιορίζεται η ώση σε 500 Ν τη στιγμή της αιφνίδιας εκκίνησης.

5.2. Συστήματα καυσίμων

5.2.1. Γενικά

Οι διατάξεις για τη φόρτωση των καυσίμων, οι δεξαμενές, ο αερισμός και οι διατάξεις τροφοδοσίας του καυσίμου πρέπει να σχεδιάζονται και να τοποθετούνται κατά τρόπο ώστε ο κίνδυνος πυρκαγιάς να είναι ο ελάχιστος δυνατός.

5.2.2. Δεξαμενές καυσίμου

Οι δεξαμενές καυσίμου, και οι σωληνώσεις κάθε είδους πρέπει να είναι σταθερές, μακριά από κάθε σημαντική πηγή θερμότητας 7 Τα υλικά από τα οποία είναι κατασκευασμένες οι δεξαμενές και η μέθοδος κατασκευής τους πρέπει να είναι ανάλογα με την χωρητικότητά τους και τον τύπο του καυσίμου. Ο χώρος όλων των δεξαμενών καυσίμου πρέπει να αερίζεται καλά.

Τα υγρά καύσιμα με σημείο ανάφλεξης κάτω των 55 °C πρέπει να διατηρούνται σε δεξαμενές που δεν αποτελούν μέρος του κύτους και

α) να είναι απομονωμένες από το μηχανοστάσιο και από κάθε άλλη πηγή ανάφλεξης 7

β) να είναι απομονωμένες από τους χώρους διαμονής.

Τα υγρά καύσιμα με σημείο ανάφλεξης 55 °C κατ' ελάχιστον είναι δυνατόν να διατηρούνται σε δεξαμενές ενσωματωμένες στο κύτος.

5.3. Ηλεκτρικά συστήματα

Τα ηλεκτρικά συστήματα πρέπει να σχεδιάζονται και να εγκαθιστώνται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την ορθή λειτουργία του σκάφους υπό κανονικές συνθήκες χρήσεως και ο κίνδυνος πυρκαγιάς και ηλεκτροπληξίας είναι ο ελάχιστος δυνατός.

Τα σκάφη πρέπει να είναι εξοπλισμένα με προστασία όλων των κυκλωμάτων έναντι υπερφορτίσεως και βραχυκυκλώματος εκτός από τα κυκλώματα έναρξης λειτουργίας του κινητήρα τα οποία τροφοδοτούνται από συσσωρευτές.

Ο αερισμός πρέπει να είναι επαρκής ώστε να αποφεύγεται η τυχόν συγκέντρωση αερίων από τους συσσωρευτές. Οι συσσωρευτές πρέπει να είναι σταθερά ασφαλισμένοι και προστατευμένοι από τυχόν εισχώρηση νερού.

5.4. Σύστημα πηδαλίου

5.4.1. Γενικά

Τα συστήματα πηδαλίου πρέπει να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται και να εγκαθίστανται κατά τρόπο που, υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες λειτουργίας, να είναι δυνατή η μεταβίβαση των δυνάμεων χειρισμού του πηδαλίου.

5.4.2. Συστήματα έκτακτης ανάγκης

Τα ιστιοφόρα και τα σκάφη με ένα και μόνο εσωλέμβιο κινητήρα και τηλε-ελεγχόμενο σύστημα πλοήγησης πρέπει να είναι εξοπλισμένα με μέσο έκτακτης ανάγκης για την πλοήγηση του σκάφους σε χαμηλές ταχύτητες.

5.5. Εγκαταστάσεις αερίου

Η εγκατάσταση υγραερίου οικιακών χρήσεων πρέπει να διαθέτει διατάξεις απαγωγής των υδρατμών σχεδιασμένη και τοποθετημένη κατά τρόπο που να αποφεύγονται οι διαρροές και ο κίνδυνος έκρηξης. Τα υλικά και τα συστατικά μέρη πρέπει να είναι κατάλληλα για το είδος υγραερίου που χρησιμοποιείται, έτσι ώστε να αντέχουν στις καταπονήσεις και τις συνθήκες που επικρατούν στο θαλάσσιο περιβάλλον.

Κάθε συσκευή οικιακής χρήσης πρέπει να είναι εξοπλισμένη με σύστημα προστασίας για την περίπτωση σβησίματος της φλόγας το οποίο να λειτουργεί για όλους τους καυστήρες. Κάθε συσκευή υγραερίου πρέπει να τροφοδοτείται από ιδιαίτερη διακλάδωση του συστήματος διανομής και κάθε κλάδος πρέπει να ελέγχεται από ιδιαίτερη διάταξη κλεισίματος. Πρέπει να εξασφαλίζεται επαρκής αερισμός για να αποφεύγεται ο κίνδυνος από διαρροές και προϊόντα καύσης.

Όλα τα σκάφη με μόνιμη εγκατάσταση υγραερίου πρέπει να είναι εξοπλισμένα με χώρο στον οποίο να μπορούν να τεθούν όλες οι φιάλες του υγραερίου. Ο χώρος αυτός πρέπει να είναι απομονωμένος από τους χώρους διαμονής, να είναι προσπελάσιμος μόνον απ' έξω και να αερίζεται προς τα έξω έτσι ώστε κάθε εκλυόμενο αέριο να διοχετεύεται πλήρως εκτός του σκάφους. Οποιαδήποτε μόνιμη εγκατάσταση υγραερίου πρέπει να υποβάλλεται σε δοκιμή μετά την τοποθέτησή της.

5.6. Πυροπροστασία

5.6.1. Γενικά

Ο κίνδυνος πυρκαγιάς και εξάπλωσής της εκτιμάται με βάση το συγκεκριμένο τύπο εξοπλισμού και σχεδιασμού του σκάφους. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στους χώρους που περιβάλλουν συσκευές με ανοικτές εστίες φλόγας, στους χώρους όπου αναπτύσσεται θερμότητα, στους κινητήρες και βοηθητικές μηχανές, στις υπερχειλίσεις ορυκτελαίων και καυσίμων, στις ακάλυπτες σωληνώσεις ορυκτελαίων και καυσίμων καθώς και στο να μην περνούν ηλεκτρικά καλώδια επάνω από θερμαινόμενα στοιχεία μηχανών.

5.6.2. Πυροσβεστικά μέσα

Τα σκάφη πρέπει να είναι εφοδιασμένα, με πυροσβεστικά μέσα προσαρμοσμένα στον κίνδυνο πυρκαγιάς. Ο χώρος του πετρελαιοκινητήρα πρέπει να προστατεύεται από σύστημα κατάσβεση πυρκαγιάς χωρίς άνοιγμα του χώρου. Στα σκάφη όπου υπάρχουν φορητοί πυροσβεστήρες, αυτοί πρέπει να είναι εύκολα προσπελάσιμοι και ο ένας από αυτούς πρέπει να είναι τοποθετημένος σε θέση ευπρόσιτη από την κύρια θέση πηδαλιουχίας του σκάφους.

5.7. Πλοϊκοί φανοί

Οι πλοϊκοί φανοί, αν υπάρχουν, πρέπει να τηρούν τους κανονισμούς COL REG 1972, όπως τροποποιήθηκαν αργότερα, ή CEVNI, αναλόγως.

5.8. Πρόληψη έκχυσης ρύπων στη θάλασσα

Τα σκάφη πρέπει να κατασκευάζονται ώστε κάθε ακούσια έκχυση ρύπων να αποφεύγεται (λάδια, καύσιμα κ.λπ.)

Τα σκάφη με τουαλέτα διαθέτουν

α) δεξαμενές ή

β) εγκαταστάσεις προσωρινής υποδοχής δεξαμενών, όταν σε μια συγκεκριμένη περιοχή, η για μια συγκεκριμένη χρησιμοποίηση του σκάφους, η απόρριψη ανθρωπίνων περιττωμάτων υπόκειται σε περιορισμούς.

Επίσης, κάθε σωλήνας αποχέτευσης ανθρωπίνων περιττωμάτων που διαπερνά το κύτος πρέπει να διαθέτει βαλβίδες που μπορούν να κλείνουν ερμητικά.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Συστατικά μέρη

1. Προστατευτικό σύστημα ανάφλεξης σε εσωλέμβιους και πρυμναίους κινητήρες.

2. Προστατευτικό σύστημα έναντι αιφνίδιας εκκινήσεως σε εξωλέμβιους κινητήρες.

3. Ρόδα πηδαλίου, μηχανισμοί κινήσεως πηδαλίου και συρματόσχοινα.

4. Δεξαμενές και εύκαμπτες σωληνώσεις καυσίμου.

5. Προπαρασκευασμένοι καθέκτες (μπουκαπόρτες) και φινιστρίνια.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗ Η ΤΟΥ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΕΝΤΟΛΟΔΟΧΟΥ ΤΟΥ Ή ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ

(άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3)

α) Η δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 (ημιτελή σκάφη) πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

- όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή,

- όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή, του εγκατεστημένου στην Κοινότητα εντολοδόχου του, ή προσώπου που είναι αρμόδιο για τη διάθεση στην αγορά,

- περιγραφή του ημιτελούς σκάφους,

- δήλωση ότι το ημιτελές σκάφος πρόκειται να αποπερατωθεί από άλλα πρόσωπα και ότι είναι σύμφωνο προς τις βασικές απαιτήσεις που ισχύουν για το συγκεκριμένο στάδιο κατασκευής.

β) Η αναφερόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 3 (συστατικά μέρη και μέρη του εξοπλισμού) δήλωση του κατασκευαστή, του εγκατεστημένου στην Κοινότητα εντολοδόχου του ή, στην περίπτωση εισαγωγών από τρίτη χώρα, του προσώπου που διαθέτει το συστατικό μέρος στην κοινοτική αγορά περιλαμβάνει τα εξής:

- όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή,

- όνομα και διεύθυνση του εγκατεστημένου στην Κοινότητα εντολοδόχου του, κατασκευαστή ή του αρμόδιου για τη διάθεση στην αγορά,

- περιγραφή του συστατικού μέρους ή μέρους του εξοπλισμού,

- δήλωση ότι το συστατικό μέρος ή το μέρος του εξοπλισμού είναι σύμφωνο με τις σχετικές βασικές απαιτήσεις.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΣΗΜΑΝΣΗ CE

Η σήμανση πιστότητας CE αποτελείται από τα αρχικά «CE» υπό την ακόλουθη μορφή:

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Σε περίπτωση σμίκρυνσης ή μεγέθυνσής της, οι διαστάσεις της ανωτέρω παράστασης πρέπει να τηρούνται.

Τα διάφορα στοιχεία της σήμανσης CE πρέπει να είναι περίπου ίσου ύψους το οποίο να μην είναι μικρότερο από 5 mm.

Τη σήμανση CE ακολουθεί ο αριθμός αναγνώρισης του κοινοποιημένου οργανισμού, εφόσον αυτός παρεμβαίνει στον έλεγχο της παραγωγής, καθώς και τα δύο τελευταία ψηφία του έτους κατά το οποίο επετέθη η σήμανση CE.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (ενότητα αξιολόγησης Α)

1. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του, ο οποίος εκπληροί τις υποχρεώσεις της παραγράφου 2, βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα εν λόγω προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του επιθέτει τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν και συντάσσει γραπτή δήλωση πιστότητας (βλέπε παράρτημα XV).

2. Ο κατασκευαστής συντάσσει τον τεχνικό φάκελο ο οποίος περιγράφεται στην παράγραφο 3. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του, διατηρεί το φάκελο αυτόν στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους επιθεώρησης επί χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος.

Όταν ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο εντολοδόχος του δεν είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, υπεύθυνο για τη διατήρηση του τεχνικού φακέλου στη διάθεση των αρμοδίων αρχών είναι το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη διάθεση του προϊόντος στην κοινοτική αγορά.

3. Ο τεχνικός φάκελος πρέπει να επιτρέπει να αξιολογείται η πιστότητα του προϊόντος προς τις απαιτήσεις της οδηγίας. Πρέπει να καλύπτει, στο βαθμό που αυτό απαιτείται για την αξιολόγηση, το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος (βλέπε παράρτημα ΧΙΙΙ).

4. Μαζί με τον τεχνικό φάκελο, ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του φυλάσσει και αντίγραφο της δήλωσης πιστότητας.

5. Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου η κατασκευή να διασφαλίζει την πιστότητα των κατασκευαζόμενων προϊόντων προς τον τεχνικό φάκελο ο οποίος αναφέρεται στην παράγραφο 2 και προς τις οικείες απαιτήσεις της οδηγίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΕΣ (ενότητα αξιολόγησης Αα, εναλλακτική δυνατότητα 1)

Αυτή η ενότητα αποτελείται από την ενότητα Α, όπως αναφέρεται στο παράρτημα V, συνοδευόμενη από τις ακόλουθες συμπληρωματικές απαιτήσεις:

Ένα ή περισσότερα σκάφη αντιπροσωπευτικά της παραγωγής του κατασκευαστή υπόκεινται σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δοικιμές, ισοδύναμους υπολογισμούς ή έλεγχο από τον κατασκευαστή ή εξ ονόματός του:

- δοκιμή ευστάθειας σύμφωνα με το εδάφιο 3.2 των βασικών απαιτήσεων,

- δοκιμή άνωσης σύμφωνα με το εδάφιο 3.3 των βασικών απαιτήσεων.

Διάταξη κοινή και στις δύο δυνατότητες

Αυτές οι δοκιμές ή υπολογισμοί ή έλεγχοι πρέπει να διενεργούνται υπό την ευθύνη κοινοποιημένου οργανισμού της επιλογής του κατασκευαστή. Υπό την ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού ο κατασκευαστής επιθέτει το χαρακτηριστικό αριθμό του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διαδικασία κατασκευής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΥΠΟΥ ΕΚ (ενότητα αξιολόγησης Β)

1. Ένας κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώνει και βεβαιώνει ότι ένα δείγμα αντιπροσωπευτικό της σχετικής παραγωγής, πληροί τις διατάξεις της οδηγίας που ισχύει γι' αυτό.

2. Η αίτηση εξέτασης τύπου ΕΚ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή ή τον εγκατεστημένο στην Κοινότητα εντολοδόχο του σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της εκλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

- το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εφόσον η αίτηση υποβάλλεται από τον εντολοδόχο, το όνομα και τη διεύθυνση του εντολοδόχου,

- γραπτή δήλωση ότι η ίδια αίτηση δεν έχει υποβληθεί και σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

- τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στην παράγραφο 3.

Ο αιτών θέτει στη διάθεση του κοινοποιημένου οργανισμού δείγμα, αντιπροσωπευτικό της εν λόγω παραγωγής, το οποίο ονομάζεται «τύπος» (*). Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητά και άλλα δείγματα, εφόσον απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών.

3. Ο τεχνικός φάκελος πρέπει, να επιτρέπει να αξιολογείται η πιστότητα του προϊόντος προς τις απαιτήσεις της οδηγίας. Πρέπει να καλύπτει, στο βαθμό που αυτό απαιτείται για την αξιολόγηση, το σχεδιασμό, την κατασκευή και λειτουργία του προϊόντος (βλέπε παράρτημα ΧΙΙΙ).

4. Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

4.1. εξετάζει τον τεχνικό φάκελο, επαληθεύει ότι ο τύπος έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 5, καθώς και τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν χωρίς να εφαρμοστούν οι σχετικές διατάξεις των προτύπων αυτών,

4.2. διεξάγει ή αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή των καταλλήλων ελέγχων και των απαραίτητων δοκιμών ώστε να ελέγξει κατά πόσο, στην περίπτωση κατά την οποία δεν εφαρμόζονται τα πρότυπα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 5, οι λύσεις τις οποίες ακολούθησε ο κατασκευαστής πληρούν τις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας,

4.3. διεξάγει ή αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή των καταλλήλων ελέγχων και των απαραίτητων δοκιμών ώστε να ελέγξει κατά πόσον, στην περίπτωση κατά την οποία ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τα σχετικά πρότυπα, τα πρότυπα αυτά έχουν όντως εφαρμοστεί,

4.4. συμφωνεί με τον αιτούντα τον τόπο στον οποίο θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι απαραίτητες δοκιμές.

5. Όπου ο τύπος πληροί τις διατάξεις της οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον αιτούντα βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ. Η βεβαίωση περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα συμπεράσματα του ελέγχου, τις προϋποθέσεις ισχύος του πιστοποιητικού και τα απαραίτητα στοιχεία αναγνώρισης του εγκεκριμένου τύπου.

Οι κοινοποιημένος οργανισμός προσαρτά στη βεβαίωση κατάλογο των σημαντικών τμημάτων του τεχνικού φακέλου και φυλάσσει αντίγραφο του καταλόγου αυτού.

Σε περίπτωση που οργανισμός δεν χορηγεί στον κατασκευαστή βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ, ο εν λόγω οργανισμός παραθέτει λεπτομερώς τους λόγους μη χορήγησης της βεβαίωσης.

6. Ο αιτών ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο της βεβαίωσης τύπου ΕΚ για οποιαδήποτε τροποποίηση του εγκεκριμένου προϊόντος για την οποία πρέπει να χορηγηθεί νέα έγκριση στις περιπτώσεις που οι τροποποιήσεις αυτές μπορούν να επηρεάσουν την πιστότητα προς τις βασικές απαιτήσεις ή προς τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις χρήσης του προϊόντος. Η νέα έγκριση χορηγείται υπό μορφή προσθήκης στην αρχική βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ.

7. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός κοινοποιεί στους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις βεβαιώσεις εξέτασης τύπου ΕΚ και τις προσθήκες που χορηγούνται και ανακαλούνται.

8. Οι υπόλοιποι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να λαμβάνουν αντίγραφα των βεβαιώσεων εξέτασης τύπου ΕΚ ή/και των προσθηκών τους. Τα παραρτήματα των βεβαιώσεων φυλάσσονται στη διάθεση των υπόλοιπων κοινοποιημένων οργανισμών.

9. Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του φυλάσσει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, αντίγραφο των βεβαιώσεων εξέτασης τύπου ΕΚ και των σχετικών συμπληρωμάτων για περίοδο τουλάχιστον 10 ετών από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος.

Όταν ούτε ο κατασκευαστής, ούτε ο εντολοδόχος του δεν είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, υπεύθυνο για τη διατήρηση του τεχνικού φακέλου στη διάθεση των αρμοδίων αρχών είναι το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη διάθεση του προϊόντος στην κοινοτική αγορά.

(*) Ένας τύπος μπορεί να καλύπτει διάφορες παραλλαγές του προϊόντος, εφόσον οι διαφορές μεταξύ των παραλλαγών δεν επηρεάζουν το επίπεδο ασφαλείας και τις άλλες απαιτήσεις επιδόσεων του προϊόντος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ (ενότητα αξιολόγησης Γ)

1. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα εν λόγω προϊόντα είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ και πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύει γι' αυτά. Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος επιθέτει τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν και συντάσσει γραπτή δήλωση πιστότητας (βλέπε παράρτημα XV).

2. Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής να εξασφαλίζει την πιστότητα των κατασκευαζομένων προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ και προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύει γι' αυτά.

3. Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του φυλάσσει αντίγραφο της δήλωσης πιστότητας για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος.

Όταν ούτε ο κατασκευαστής, ούτε ο εντολοδόχος του δεν είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, τη διατήρηση του τεχνικού φακέλου στη διάθεση των αρμοδίων αρχών αναλαμβάνει το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη διάθεση του προϊόντος στην κοινοτική αγορά (βλέπε παράρτημα ΧΙΙΙ).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ

ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (ενότητα αξιολόγησης Δ)

1. Ο κατασκευαστής, ο οποίος πληροί τις υποχρεώσεις της παραγράφου 2, βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα εν λόγω προϊόντα είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ και πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας που σχύει γι' αυτά. Ο κατασκευαστής ή ο εγκαταστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του επιθέτει τη σήμανση ΕΚ σε κάθε προϊόν και συντάσσει γραπτή δήλωση πιστότητας (βλέπε παράρτημα XV). Η σήμανση CE συνοδεύεται από το αναγνωριστικό σύμβολο του κοινοποιημένου οργανισμού ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επιτήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

2. Ο κατασκευαστής πρέπει να εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας της παραγωγής, να διενεργεί επιθεώρηση και δοκιμές των τελικών προϊόντων όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3 και υπόκειται στην επιτήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

3. Σύστημα ποιότητας

3.1. Ο κατασκευαστής υποβάλλει, για τα σχετικά προϊόντα, αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση αυτή περιέχει:

- όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την κατηγορία των προβλεπόμενων προϊόντων,

- τον φάκελο του συστήματος ποιότητας

- ενδεχομένως τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο (βλέπε παράρτημα XIII) και αντίγραφο της βεβαίωσης εξέτασης τύπου ΕΚ.

3.2. Το σύστημα ποιότητας πρέπει να διασφαλίζει την ποιότητα των προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ και προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύει γι' αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής πρέπει να συγκεντρώνονται συστηματικά και να απαρτίζουν φάκελο υπό τη μορφή γραπτών μέτρων, διαδικασιών και οδηγιών. Η τεκμηρίωση περί του συστήματος ποιότητας πρέπει να επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και φακέλων ποιότητας.

Ο φάκελος περιέχει ιδίως κατάλληλη περιγραφή:

- των ποιοτικών στόχων, του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των στελεχών όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων,

- των μεθόδων κατασκευής, των τεχνικών ελέγχου και της διασφάλισης της ποιότητας και των συστηματικών διαδικασιών και δραστηριοτήτων που θα χρησιμοποιηθούν,

- των εξετάσεων και των δοκιμών που θα διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και της συχνότητας διεξαγωγής τους,

- των φακέλων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.,

- των μέσων επιτήρησης που επιτρέπουν να ελέγχεται η επίτευξη της απαιτούμενης ποιότητας των προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

3.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει αν ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.2 και τεκμαίρει ότι τα συστήματα ποιότητας που εφαρμόζουν το αντίστοιχο εναρμονισμένο πρότυπο ανταποκρίνονται προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα της τεχνολογίας του σχετικού προϊόντος. Η διαδικασία αξιολόγησης περιλαμβάνει επίσκεψη επιθεώρησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή και περιλαμβάνει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4. Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να πληροί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος ενέκρινε το σύστημα ποιότητας για κάθε μελετώμενη προσαρμογή του.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.2 ή κατά πόσον πρέπει να γίνει νέα αξιολόγηση.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4. Επιτήρηση υπό την ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1. Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλίζει ότι ο κατασκευαστής πληροί ορθά τις υποχρεώσεις οι οποίες προκύπτουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2. Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για λόγους επιθεώρησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

- τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

- τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.

4.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει, κατά τακτά διαστήματα, ελέγχους για να επιβεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και χορηγεί έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4. Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεων αυτών, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να διεξάγει ή να αναθέτει σε τρίτους δοκιμές για να εξακριβωθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας, εφόσον είναι αναγκαίο. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση επίσκεψης και, αν πραγματοποιήθηκε δοκιμή, έκθεση δοκιμής.

5. Ο κατασκευαστής τηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για τουλάχιστον δέκα έτη από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος:

- το φάκελο που προβλέπεται στην παράγραφο 3.1 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίπτωση,

- τις βελτιώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3.4 δεύτερο εδάφιο,

- τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που προβλέπονται στην παράγραφο 3.4 τελευταίο εδάφιο, και στις παραγράφους 4.3 και 4.4.

6. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός κοινοποιεί στους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορηγούνται και ανακαλούνται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΕΠΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ (ενότητα αξιολόγησης ΣΤ)

1. Η ενότητα αυτή περιγράφει τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του που είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα προϊόντα που υποβλήθηκαν στις διατάξεις της παραγράφου 3 είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ και πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά.

2. Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής να εξασφαλίζει την πιστότητα των προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης του τύπου ΕΚ και προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά. Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του επιθέτει τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν και συντάσσει δήλωση πιστότητας (βλέπε παράρτημα XV).

3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός πραγματοποιεί τις κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσο το προϊόν είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας, είτε με έλεγχο και δοκιμή κάθε προϊόντος, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4, είτε με στατιστικό έλεγχο και δοκιμή των προϊόντων, όπως ορίζεται στην παράγραφο 5, κατ' επιλογή του κατασκευαστή.

3.α) Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του φυλάσσει αντίγραφο της δήλωσης πιστότητας για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος.

4. Εξακρίβωση με εξέταση και δοκιμή του κάθε προϊόντος

4.1. Όλα τα προϊόντα εξετάζονται ατομικά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που ορίζονται στο αναφερόμενο στο άρθρο 5 σχετικό πρότυπο ή πρότυπα, ή ισοδύναμες δοκιμές προκειμένου να επαληθευθεί η πιστότητά τους προς τον τύπο όπως περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΚ και προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά.

4.2. Ο κοινοποιημένος οργανισμός επιθέτει ή φροντίζει να επιτεθεί ο αναγνωριστικός αριθμός του σε κάθε εγκεκριμένο προϊόν και συντάσσει γραπτή βεβαίωση πιστότητας σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες δοκιμές.

4.3. Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του επιδεικνύει, εφόσον ζητηθεί, τις βεβαιώσεις πιστότητας του κοινοποιημένου οργανισμού.

5. Στατιστική εξακρίβωση

5.1. Ο κατασκευαστής παρουσιάζει τα προϊόντα του υπό μορφή ομοιογενών παρτίδων και λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου η διαδικασία κατασκευής να εξασφαλίζει ομοιογένεια της κάθε παρουσιαζόμενης παρτίδας.

5.2. Όλα τα προϊόντα διατίθενται για εξακρίβωση υπό τη μορφή ομοιογενών παρτίδων. Από κάθε παρτίδα λαμβάνεται τυχαίο δείγμα. Τα προϊόντα που συνιστούν το δείγμα εξετάζονται μεμονωμένα και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές όπως προβλέπει το ή τα σχετικά πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 5, ή ισοδύναμες δοκιμές προκειμένου να διασφαλισθεί η πιστότητά τους προς τις σχετικές απαιτήσεις της οδηγίας και να αποφασισθεί η αποδοχή ή απόρριψη της παρτίδας.

5.3. Η στατιστική διαδικασία χρησιμοποιεί τα ακόλουθα στοιχεία:

- την στατιστική μέθοδο που πρόκειται να εφαρμοσθεί,

- το σχέδιο δειγματοληψίας με τα επιχειρησιακά του χαρακτηριστικά.

5.4. Για τις παρτίδες που εγκρίνονται, ο κοινοποιημένος οργανισμός επιθέτει ή φροντίζει να επιτεθεί ο αναγνωριστικός του αριθμός σε κάθε προϊόν και συντάσσει γραπτό πιστοποιητικό πιστότητας σχετικά με τις διεξαχθείσες δοκιμές. Όλα τα προϊόντα της παρτίδας μπορούν να διατίθενται στην αγορά, εκτός από τα προϊόντα του δείγματος τα οποία διαπιστώθηκε ότι δεν είναι σύμφωνα προς τον τύπο.

Εάν μια παρτίδα απορριφθεί, ο αρμόδιος κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εμποδίσει τη διάθεσή της στην αγορά. Στην περίπτωση συχνής απόρριψης παρτίδων, ο εξουσιοδοτημένος οργανισμός μπορεί να αναστέλλει τη στατιστική εξακρίβωση.

Ο κατασκευαστής μπορεί, υπ' ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, να επιθέτει το αναγνωριστικό σύμβολό του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

5.5. Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του πρέπει να είναι σε θέση να επιδείξει, εφόσον ζητηθεί, τις βεβαιώσεις πιστότητας του κοινοποιημένου οργανισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙ

ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΑΝΑ ΜΟΝΑΔΑ (ενότητα αξιολόγησης Ζ)

1. Αυτή η ενότητα περιγράφει τη διαδικασία κατά την οποία ο κατασκευαστής βεβαιώνει και δηλώνει ότι το θεωρούμενο προϊόν, το οποίο έλαβε τη βεβαίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είναι σύμφωνο προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτό. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του επιθέτει τη σήμανση CE στο προϊόν και συντάσσει δήλωση πιστότητας (βλέπε παράρτημα XV).

2. Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει το προϊόν και διεξάγει τις κατάλληλες δοκιμές, που ορίζονται στο αναφερόμενο στο άρθρο 5 σχετικό πρότυπο ή πρότυπα, ή ισοδύναμες δοκιμές προκειμένου να εξακριβωθεί η πιστότητά του προς τις σχετικές απαιτήσεις της οδηγίας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός επιθέτει ή φροντίζει να επιτεθεί το αναγνωριστικό του σύμβολο στο εγκεκριμένο προϊόν και συντάσσει βεβαίωση πιστότητας σχετική με τις διεξαχθείσες δοκιμές.

3. Ο τεχνικός φάκελος αποσκοπεί στο να καταστήσει δυνατή την αξιολόγηση της πιστότητας προς τις απαιτήσεις της οδηγίας και την κατανόηση του σχεδιασμού, της κατασκευής και της λειτουργίας του προϊόντος (βλέπε παράρτημα ΧΙΙΙ).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙΙ

ΠΛΗΡΗΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ (ενότητα αξιολόγησης Η)

1. Αυτή η ενότητα περιγράφει τη διαδικασία κατά την οποία ο κατασκευαστής ο οποίος πληροί τις υποχρεώσεις της παραγράφου 2 βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα θεωρούμενα προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του επιθέτει τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν και συντάσσει γραπτή δήλωση πιστότητας (βλέπε παράρτημα XV). Η σήμανση CE συνοδεύεται από τον αναγνωριστικό αριθμό του κοινοποιημένου οργανισμού που είναι υπεύθυνος για την επιτήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

2. Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για το σχεδιασμό, την κατασκευή, την τελική επιθεώρηση και τη δοκιμή των προϊόντων, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3, και υπόκειται σε επιτήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

3. Σύστημα ποιότητας

3.1. Ο κατασκευαστής υποβάλλει σε κοινοποιημένο οργανισμό αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας που ακολουθεί.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

- όλες τις σχετικές πληροφορίες για την προβλεπόμενη κατηγορία προϊόντων,

- τον φάκελο του συστήματος ποιότητας.

3.2. Το σύστημα ποιότητας πρέπει να διασφαλίζει την πιστότητα των προϊόντων προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής πρέπει να περιέχονται, κατά συστηματικό και τακτικό τρόπο, σε ένα φάκελο, υπό μορφήν γραπτών μέτρων, διαδικασίων και οδηγιών. Αυτή η τεκμηρίωση του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των διαδικαστικών και ποιτοικών μέτρων όπως προγράμματα, σχέδια, εγχειρίδια και φάκελοι ποιότητας.

Ο φάκελος περιέχει ιδίως κατάλληλη περιγραφή:

- των ποιοτικών στόχων, του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των στελεχών όσον αφορά το σχεδιασμό και την ποιότητα των προϊόντων,

- των προδιαγραφών τεχνικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων που εφαρμόζονται και, όταν τα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 5 δεν εφαρμόζονται πλήρως, των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι βασικές απαιτήσεις της οδηγίας που ισχύουν για τα προϊόντα,

- των τεχνικών ελέγχου και επαλήθευσης του σχεδιασμού, των διαδικασιών και συστηματικών δραστηριοτήτων που θα χρησιμοποιούνται κατά το σχεδιασμό των προϊόντων όσον αφορά την καλυπτόμενη κατηγορία προϊόντων,

- των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής ποιοτικού ελέγχου και διασφάλισης της ποιότητας, των συστηματικών διαδικασιών και δραστηριοτήτων που θα εφαρμόζονται,

- των εξετάσεων και των δοκιμών που θα διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή και της συχνότητας διεξαγωγής τους,

- των φακέλων ποιότητας, όπως τις εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.,

- των μέσων επιτήρησης που επιτρέπουν να ελέγχεται η επίτευξη της επιθυμητής ποιότητας σχεδιασμού και προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

3.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει αν ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.2 και τεκμαίρει ότι τα συστήματα ποιότητας που εφαρμόζουν το αντίστοιχο εναρμονισμένο πρότυπο ανταποκρίνονται προς τις απαιτήσεις αυτές (EN 29001).

Η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος με πείρα αξιολόγησης της σχετικής τεχνολογίας. Η διαδικασία αξιολόγησης περιλαμβάνει επίσκεψη στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή και περιλαμβάνει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4. Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκτελεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το συντηρεί ώστε να παραμένει κατάλληλο και αποτελεσματικό.

Ο κατασκευαστής ή ο εντολοδόχος του ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος ενέκρινε το σύστημα ποιότητας για κάθε μελετώμενη προσαρμογή του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.2, ή κατά πόσον πρέπει να γίνει νέα αξιολόγηση.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4. Επιτήρηση ΕΚ υπό την ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1. Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλίζει ότι ο κατασκευαστής πληροί ορθά τις υποχρεώσεις οι οποίες προκύπτουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2. Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για λόγους επιθεώρησης, στους χώρους σχεδιασμού, κατασκευής επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

- τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

- τους φακέλους ποιότητας όπως προβλέπονται από το σχεδιαστικό μέρος του συστήματος ποιότητας, όπως αποτελέσματα αναλύσεων, υπολογισμών, δοκιμών κ.λπ.,

- του φακέλους ποιότητας όπως προβλέπονται από το κατασκευαστικό μέρος του συστήματος ελέγχου ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεωρήσεων και στοιχεία δοκιμών, στοιχεία βαθμονομήσεων, εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.

4.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει, κατά τακτά διαστήματα, ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και χορηγεί έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4. Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί απροειδοποίητες επισκέψεις στον κατασκευαστή. Με την ευκαιρία των επισκέψεων αυτών, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να διεξάγει ή να φροντίζει να διεξάγονται δοκιμές για να εξακριβωθεί, εάν χρειάζεται, η καλή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιηθεί δοκιμή, έκθεση δοκιμής.

5. Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών, για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος:

- το φάκελο που αναφέρεται στην παράγραφο 3.1 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίπτωση,

- τις αναπροσαρμογές που αναφέρονται στην παράγραφο 3.4 δεύτερο εδάφιο,

- τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 3.4 τελευταίο εδάφιο και στις παραγράφους 4.3 και 4.4.

6. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός κοινοποιεί στους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙΙΙ

ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ ΠΟΥ ΥΠΟΒΑΛΛΕΙ Ο ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΣ

Ο τεχνικός φάκελος που προβλέπεται στα παραρτήματα V, VII, VIII, IX, XI περιλαμβάνει όλα τα σχετικά στοιχεία ή μέσα που χρησιμοποιούνται από τον κατασκευαστή για την εξασφάλιση της πιστότητας των συστατικών μερών ή του σκάφους προς τις σχετικές βασικές απαιτήσεις.

Ο τεχνικός φάκελος οφείλει να συμβάλει στην κατανόηση του σχεδιασμού, της κατασκευής και της λειτουργίας του προϊόντος, και να διευκολύνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Ο φάκελος περιλαμβάνει, στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση:

- γενική περιγραφή του τύπου,

- αρχικά και κατασκευαστικά σχέδια, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

- τις απαραίτητες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του προϊόντος,

- πίνακα των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 5 και τα οποία εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, καθώς και περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζει ο κατασκευαστής για να ανταποκριθεί στις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας στην περίπτωση κατά την οποία δεν εφαρμόζονται τα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 5,

- τα αποτελέσματα των υπολογισμών σχεδιασμού, εξετάσεων που έχουν πραγματοποιηθεί κ.λπ.,

- εκθέσεις δοκιμών ή υπολογισμού, κυρίως ευσταθείας κατά το σημείο 3.2 των βασικών απαιτήσεων και άνωσης κατά το σημείο 3.3 των βασικών απαιτήσεων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV

ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ

1. Ο οργανισμός, ο διευθυντής του και το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για τη διεξαγωγή των δοκιμών εξακρίβωσης δεν πρέπει να είναι ο σχεδιαστής, κατασκευαστής, ο προμηθευτής ή ο υπεύθυνος για τις εγκαταστάσεις επί του σκάφους ή των συστατικών μερών που επιθεωρούν, ουτε ο εντολοδόχος αυτών. Δεν θα πρέπει να συμμετέχουν άμεσα ή ως εντολοδόχοι στη σχεδίαση, την κατασκευή, την εμπορία ή τη συντήρηση των εν λόγω προϊόντων. Αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανταλλαγής τεχνικών πληροφοριών μεταξύ του κατασκευαστή και του οργανισμού.

2. Ο οργανισμός και το προσωπικό του διενεργούν τις δοκιμές εξακρίβωσης με υψηλό βαθμό επαγγελματικής ακεραιότητας και τεχνικής επάρκειας και πρέπει να είναι ελεύθεροι από οποιεσδήποτε πιέσεις και κίνητρα, ιδιαίτερα οικονομικά, που ενδεχομένως να επηρέαζαν την κρίση τους ή τα αποτελέσματα του ελέγχου, ιδιαίτερα από άτομα ή ομάδες ατόμων που έχουν συμφέροντα από τα αποτελέσματα των εξακριβώσεων.

3. Ο οργανισμός πρέπει να έχει στη διάθεσή του το κατάλληλο προσωπικό και εγκαταστάσεις που να προσφέρουν τη δυνατότητα να ανταποκριθεί ορθά στα διοικητικά και τεχνικά καθήκοντα που συνδέονται με την εξακρίβωση 7 πρέπει επίσης να έχει τον εξοπλισμό που απαιτείται για ειδικούς τύπους εξακρίβωσης.

4. Το αρμόδιο για τον έλεγχο προσωπικό πρέπει:

- να έχει πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση,

- να έχει επαρκή γνώση των απαιτήσεων των δοκιμών που πρέπει να διενεργήσει και επαρκή εμπειρία σε αυτές τις δοκιμές,

- να έχει την ικανότητα να συντάξει πιστοποιητικά, φακέλους και εκθέσεις που απαιτούνται για την εγκυρότητα των δοκιμών.

5. Πρέπει να εξασφαλίζεται η αμεροληψία του προσωπικού που διεξάγει τους ελέγχους. Η αμοιβή του δεν πρέπει να εξαρτάται από τον αριθμό των δοκιμών που διεξάγονται από τα αποτελέσματα των δοκιμών αυτών.

6. Ο οργανισμός πρέπει να συνάψει ασφάλεια αστικής ευθύνης εκτός εάν την ευθύνη αναλαμβάνει το κράτος σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή εάν το κράτος μέλος είναι το ίδιο άμεσα υπεύθυνο για τις δοκιμές.

7. Το προσωπικό του οργανισμού δεσμεύεται εκ του επαγγελματικού απορρήτου όσον αφορά όλες τις πληροφορίες που προκύπτουν κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του (εξαιρουμένων των πληροφοριών προς τις αρμόδιες διοικητικές αρχές του κράτους όπου ασκεί τις δραστηριότητές του) βάσει της οδηγίας ή οποιασδήποτε διάταξης της εθνικής νομοθεσίας για την εφαρμογή της οδηγίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV

ΓΡΑΠΤΗ ΔΗΛΩΣΗ ΠΙΣΤΟΤΗΤΑΣ

1. Η γραπτή δήλωση πιστότητας στην οδηγία συνοδεύει:

- το σκάφος αναψυχής και επισυνάπτεται στο εγχειρίδιο ιδιοκτήτου (παράρτημα Ι σημείο 2.5),

- τα συστατικά μέρη (παράρτημα ΙΙ).

2. Η γραπτή δήλωση πιστότητας περιλαμβάνει:

- όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστού ή του εγκατεστημένου στην Κοινότητα εντολοδόχου του,

- περιγραφή του σκάφους αναψυχής ή του συστατικού του,

- μνεία των χρησιμοποιηθέντων εναρμονισμένων προτύπων ή των προδιαγραφών βάσει των οποίων δηλούται η πιστότητα,

- μνεία του τυχόν χορηγηθέντος από κοινοποιημένο οργανισμό πιστοποιητικού τύπου ΕΚ,

- ενδεχομένως, όνομα και διεύθυνση του κοινοποιημένου οργανισμού,

- τα στοιχεία του υπογράφοντος, εξουσιοδοτημένου να δεσμεύει τον κατασκευαστή ή τον εγκατεστημένο στην Κοινότητα εντολοδόχο του