31991L0674

Οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1991 για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 374 της 31/12/1991 σ. 0007 - 0031
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 6 τόμος 3 σ. 0093
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 6 τόμος 3 σ. 0093


ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 19ης Δεκεμβρίου 1991

για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων

(91/674/ΕΟΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑ¨ΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 54,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας:

ότι το άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης απαιτεί το συντονισμό, στο βαθμό που είναι αναγκαίο, των εγγυήσεων τις οποίες τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες κατά την έννοια του άρθρου 58 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων τόσο των μετόχων όσο και των τρίτων, προκειμένου να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες σε ολόκληρη την Κοινότητα 7

ότι η εφαρμογή της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Ιουλίου 1978, βασιζόμενη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης περί των ετησίων λογαριασμών των εταιρειών ορισμένων μορφών (4), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/605/ΕΟΚ (5), δεν είναι υποχρεωτική, έως ότου επέλθει συντονισμός, για τις ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες στο εξής καλούνται «ασφαλιστικές επιχειρήσεις»; ότι, δεδομένης της μεγάλης σημασίας των επιχειρήσεων αυτών στην Κοινότητα, αυτός ο συντονισμός δεν μπορεί να καθυστερήσει πλέον μετά τη θέση σε εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας 7

ότι η οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 1983 που βασίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης και αφορά τους ενοποιημένους λογαριασμούς (6), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/605/ΕΟΚ, προβλέπει παρεκκλίσεις για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες ισχύουν μόνο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας 7 ότι η παρούσα οδηγία πρέπει επίσης να περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσον αφορά τους ενοποιημένους λογαριασμούς 7

ότι αυτός ο συντονισμός επείγει και διότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ασκούν τις δραστηριότητές τους και πέραν των συνόρων 7 ότι οι βελτιωμένες δυνατότητες συγκρίσεως των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών των εν λόγω επιχειρήσεων έχουν ουσιώδη σημασία για τους πιστωτές, τους οφειλέτες, τους μετόχους, τους αντισυμβαλλομένους και τους συμβούλους τους, καθώς και για το κοινό εν γένει 7

ότι, στα κράτη μέλη, ποικίλλει η νομική μορφή των ανταγωνιζομένων ασφαλιστικών επιχειρήσεων 7 ότι οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την πρωτασφάλιση ασχολούνται συνήθως και με την αντασφάλιση, και επομένως ανταγωνίζονται τις ειδικευμένες αντασφαλιστικές επιχειρήσεις 7 ότι είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμο να μην περιορισθεί ο συντονισμός στις νομικές μορφές που καλύπτονται από την οδηγία 78/660/ΕΟΚ, αλλά να επιλεγεί πεδίο εφαρμογής που να αντιστοιχεί στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφαλίσεως εκτός της ασφαλίσεως ζωής και την άσκησή της (7), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/618/ΕΟΚ (8), και στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Μαρτίου 1979 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη της δραστηριότητας της πρωτασφαλίσεως ζωής και την άσκησή της (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/619/ΕΟΚ (2), το οποίο όμως να περιλαμβάνει και ορισμένες επιχειρήσεις που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω οδηγιών καθώς και εταιρείες που είναι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις 7

ότι, μολονότι κρίθηκε σκόπιμο, λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, να υποβληθεί πρόταση για ξεχωριστή οδηγία όσον αφορά τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς αυτών των επιχειρήσεων, αυτό δεν είναι απαραίτητο να οδηγήσει στην επιβολή ενός συνόλου κανόνων ξεχωριστών από εκείνους που προβλέπονται από τις οδηγίες 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ 7 ότι αυτοί οι ξεχωριστοί κανόνες δεν θα ήταν ούτε κατάλληλοι ούτε σύμφωνοι με τις βασικές αρχές που διέπουν το συντονισμό του εταιρικού δικαίου, δεδομένου ότι, λαμβανομένης υπόψη της σημαντικής θέσεως που κατέχουν στην οικονομία της Κοινότητας, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν είναι δυνατόν να εξαιρεθούν από το πλαίσιο των κανόνων που ισχύουν για τις εταιρείες γενικά 7 ότι, γι' αυτόν τον λόγο, μόνο τα ειδικά χαρακτηριστικά των ασφαλιστικών επιχειρήσεων λαμβάνονται υπόψη, και επομένως η παρούσα οδηγία ρυθμίζει μόνο τις παρεκκλίσεις από τους κανόνες που περιέχονται στις οδηγίες 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ 7

ότι η διάρθρωση και το περιεχόμενο των ισολογισμών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων διαφέρουν σημαντικά στα κράτη μέλη 7 ότι η παρούσα οδηγία πρέπει, κατά συνέπεια, να προβλέψει την ίδια δομή και τις ίδιες ονομασίες για τις θέσεις των ισολογισμών όλων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων της Κοινότητας 7

ότι, για να είναι συγκρίσιμοι οι ετήσιοι και οι ενοποιημένοι λογαριασμοί, απαιτείται να ρυθμιστούν ορισμένα θεμελιώδη ζητήματα που αφορούν την εγγραφή διαφόρων πράξεων στον ισολογισμό 7

ότι, για να εξασφαλιστεί μια καλύτερη συγκρισιμότητα, πρέπει επίσης να καθοριστεί με ακρίβεια το περιεχόμενο των διαφόρων θέσεων του ισολογισμού 7

ότι θα ήταν χρήσιμο να γίνει διάκριση μεταξύ των υποχρεώσεων του ασφαλιστή και των υποχρεώσεων του αντασφαλιστή, με την αναγραφή στο ενεργητικό του μεριδίου του αντασφαλιστή στις τεχνικές προβλέψεις 7

ότι συντρέχει επίσης λόγος να προσδιοριστεί η διάρθρωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεων και να διασαφηνιστούν ορισμένες θέσεις του 7

ότι, έχοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα του τομέα των ασφαλίσεων, μπορεί να είναι χρήσιμο να λαμβάνονται υπόψη στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως οι μη ρευστοποιηθείσες υπεραξίες και ζημίες 7

ότι, επιπλέον, η συγκρισιμότητα των αριθμών που περιλαμβάνονται στον ισολογισμό και το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως εξαρτάται κυρίως από την αξία που αποδίδεται στα εγγεγραμμένα στον ισολογισμό στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού 7 ότι είναι ανάγκη, για να εκτιμάται σωστά η οικονομική κατάσταση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, να αναφέρεται η τρέχουσα αξία των επενδύσεων καθώς και η αξία που υπολογίζεται βάσει της αρχής της τιμής πρόσκτησης και του κόστους παραγωγής 7 ότι, ωστόσο, η υποχρέωση της αναγραφής της τρέχουσας αξίας των επενδύσεων τουλάχιστον στο προσάρτημα των λογαριασμών χρήσεως υπαγορεύεται μόνον από λόγους συγκρισιμότητας και διαφάνειας και δεν αποσκοπεί στην τροποποίηση του φορολογικού καθεστώτος που ισχύει για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις 7

ότι, για τον υπολογισμό των προβλέψεων της ασφάλειας ζωής, μπορεί να χρησιμοποιούνται οι αναλογιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται συνήθως στην αγορά ή που έχουν εγκρίθει από τις εποπτικές αρχές των ασφαλίσεων 7 ότι οι μέθοδοι αυτές μπορούν να εφαρμοστούν από κάθε αναλογιστή ή εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με τους όρους που ενδεχομένως προβλέπει το εθνικό δίκαιο, και τηρώντας τις αναλογιστικές αρχές που αναγνωρίζονται στα πλαίσια του τωρινού και μελλοντικού συντονισμού των ουσιωδών κανόνων συνετής εποπτείας και οικονομικού ελέγχου σχετικά με τη δραστηριότητα πρωτασφάλισης ζωής 7

ότι, για τον υπολογισμό της πρόβλεψης για εκκρεμείς ζημίες και με στόχο την καλύτερη πρόνοια και τη διαφάνεια, πρέπει, αφενός, να απαγορευθεί κάθε σιωπηρή προεξόφληση ή μείωση και, αφετέρου, να καθοριστούν επακριβώς οι προϋποθέσεις για την προσφυγή στη ρητή προεξόφληση ή μείωση 7

ότι, για να ληφθεί υπόψη η ειδική φύση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, πρέπει να επέλθουν ορισμένες τροποποιήσεις στο προσάρτημα των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών 7

ότι, στην προσπάθεια να καλυφθούν όλες εκείνες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 79/267/ΕΟΚ, όπως και ορισμένες άλλες, δεν προβλέπονται μεν παρεκκλίσεις για μικρές και μεσαίες ασφαλιστικές επιχειρήσεις, όπως εκείνες που προβλέπονται από την οδηγία 78/660/ΕΟΚ, αλλά ότι πρέπει να μην καλυφθούν ορισμένες μικρές αλληλασφαλιστικές ενώσεις που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 79/267/ΕΟΚ 7

ότι, για τους ίδιους λόγους, η προβλεπόμενη από την οδηγία 83/349/ΕΟΚ δυνατότητα των κρατών μελών να απαλλάσσουν από την υποχρέωση ενοποίησης τις μητρικές επιχειρήσεις, αν οι επιχειρήσεις που υπόκεινται σε ενοποίηση δεν υπερβαίνουν ορισμένη τάξη μεγέθους, δεν προβλέπεται και για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις 7

ότι ειδικές διατάξεις είναι αναγκαίες για την ένωση ασφαλιστών με την επωνυμία «Lloyd's» δεδομένης της ειδικής της φύσεως 7

ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας πρέπει επίσης να εφαρμόζονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς που καταρτίζονται από μητρική επιχείρηση που είναι εταιρεία χαρτοφυλακίου και της οποίας οι θυγατρικές επιχειρήσεις είναι είτε αποκλειστικά είτε κατά κύριο λόγο ασφαλιστικές επιχειρήσεις 7

ότι η εξέταση των προβλημάτων που ανακύπτουν σε σχέση με την παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή της, απαιτεί τη συνεργασία των εκπροσώπων των κρατών μελών και της Επιτροπής στα πλαίσια μιας επιτροπής συνεργασίας 7 ότι, για να αποφευχθεί ο πολλαπλασιασμός τέτοιων επιτροπών, είναι επιθυμητό η συνεργασία αυτή να πραγματοποιείται στα πλαίσια της επιτροπής που προβλέπεται από το άρθρο 52 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ 7 ότι, εντούτοις, όταν πρόκειται να εξεταστούν τα προβλήματα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, η εν λόγω επιτροπή συνεργασίας θα πρέπει να έχει την κατάλληλη σύνθεση 7

ότι ο πολύπλοκος χαρακτήρας του θέματος απαιτεί να δοθεί στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που υπάγονται στην παρούσα οδηγία μεγαλύτερη από ό,τι συνήθως προθεσμία για την εφαρμογή των διατάξεών της 7 ότι η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παραταθεί προκειμένου να μπορέσουν να γίνουν οι αναγκαίες αναπροσαρμογές όσον αφορά, αφενός, την ένωση ασφαλιστών με την επωνυμία «Lloyd's» και, αφετέρου, τις επιχειρήσεις οι οποίες, κατά την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, αποτιμούν τις επενδύσεις τους σύμφωνα με την ιστορική τους αξία 7

ότι θα ήταν χρήσιμο να προβλεφθεί η επανεξέταση ορισμένων διατάξεων της παρούσας οδηγίας ύστερα από πενταετή πείρα εφαρμογής της, με βάση τους στόχους της αυξημένης διαφάνειας και της μεγαλύτερης εναρμόνισης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΤΜΗΜΑ 1 Προκαταρκτικές διατάξεις και πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 1

1. Για τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζονται τα άρθρα 2 και 3, το άρθρο 4 παράγραφοι 1, 3, 4 και 5, τα άρθρα 6, 7, 13 και 14, το άρθρο 15 παράγραφοι 3 και 4, τα άρθρα 16 έως 21, 29 έως 35 και 37 έως 42, το άρθρο 43 παράγραφος 1 σημεία 1 έως 7 και 9 έως 13, το άρθρο 45 παράγραφος 1, το άρθρο 46, τα άρθρα 48 έως 50, το άρθρο 51 παράγραφος 1 και τα άρθρα 54, 56 έως 59 και 61 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, εφόσον δεν ορίζεται άλλως στην παρούσα οδηγία.

2. Όταν οι οδηγίες 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ παραπέμπουν στα άρθρα 9 και 10 (ισολογισμός) ή στα άρθρα 23 έως 26 (λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως) της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, οι παραπομπές αυτές θεωρούνται ως παραπομπές στο άρθρο 6 (ισολογισμός) ή στο άρθρο 34 (λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως) της παρούσας οδηγίας.

3. Όταν οι οδηγίες 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ παραπέμπουν στα άρθρα 31 έως 42 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, οι παραπομπές αυτές θεωρούνται ως παραπομπές στα τελευταία αυτά άρθρα, λαμβανομένων υπόψη των άρθρων 45 έως 62 της παρούσας οδηγίας.

4. Όταν οι διατάξεις της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ που αναφέρει το παρόν άρθρο αφορούν θέσεις του ισολογισμού για τις οποίες δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη στην παρούσα οδηγία, οι αναφορές αυτές θεωρούνται ως αναφορές στις θέσεις του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας, οι οποίες περιλαμβάνουν τα αντίστοιχα περιουσιακά στοιχεία.

Άρθρο 2

1. Τα μέτρα συντονισμού που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία εφαρμόζονται στις εταιρείες ή τις επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 58 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, που είναι:

α) επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, εξαιρουμένων εκείνων των αλληλασφαλιστικών ενώσεων οι οποίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας δυνάμει του άρθρου 3, αλλά περιλαμβανομένων των οργανισμών που αναφέρει το άρθρο 4 στοιχεία α), β), γ) και ε), εκτός εάν η δραστηριότητά τους δεν συνίσταται εξ ολοκλήρου ή κυρίως στην άσκηση ασφαλιστικών δραστηριοτήτων, ή

β)

επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ, εξαιρουμένων των οργανισμών και αλληλασφαλιστικών ενώσεων που αναφέρει το άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας, ή

γ)

επιχειρήσεις η δραστηριότητα των οποίων συνίσταται στην άσκηση αντασφαλιστικών δραστηριοτήτων.

Οι επιχειρήσεις αυτές ορίζονται από την παρούσα οδηγία ως ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

2. Τα κεφάλαια των συλλογικών ταμείων συντάξεων, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχεία γ) και δ) της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ, τα οποία διαχειρίζεται η ασφαλιστική επιχείρηση επ' ονόματί της αλλά για λογαριασμό τρίτων, πρέπει να εμφανίζονται στον ισολογισμό εφόσον η επιχείρηση έχει στην κατοχή της τα αντίστοιχα στοιχεία του ενεργητικού. Το συνολικό ποσό των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων του είδους αυτού εμφανίζεται χωριστά ή στο προσάρτημα, κατανεμημένο σύμφωνα με τις διάφορες θέσεις του ενεργητικού ή του παθητικού. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν να εμφανίζονται τα κεφάλαια αυτά εκτός ισολογισμού, εφόσον υπάρχει ένα ειδικό καθεστώς που επιτρέπει την εξαίρεση αυτών των κεφαλαίων από τα υπόλοιπα σε περίπτωση γενικής ρευστοποίησης (ή ανάλογης διαδικασίας) της ασφαλιστικής επιχείρησης.

Τα στοιχεία του ενεργητικού που έχουν αποκτηθεί εξ ονόματος και για λογαριασμό τρίτου δεν πρέπει να εμφανίζονται στον ισολογισμό.

Άρθρο 3

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με την ασφάλιση ζωής εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις οι οποίες ασκούν μόνο τον κλάδο της ασφάλισης ασθενείας, και μάλιστα αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο σύμφωνα με την τεχνική της ασφάλισης ζωής.

Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν το πρώτο εδάφιο στην ασφάλιση ασθενείας που ασκείται από τις μεικτές επιχειρήσεις, σύμφωνα με την τεχνική της ασφάλισης ζωής, εφόσον η δραστηριότητα αυτή είναι σχετικά μεγάλη.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ένωση ασφαλιστών με την επωνυμία «Lloyd's» με τις απαραίτητες προσαρμογές που αναγράφονται στο παράρτημα, προκειμένου να ληφθούν υπόψη η ειδική φύση και δομή της «Lloyd's».

ΤΜΗΜΑ 2 Γενικές διατάξεις για τον ισολογισμό και το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως

Άρθρο 5

Η συγχώνευση θέσεων υπό τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχεία α) ή β) της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ περιορίζεται, για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις:

- όσον αφορά τον ισολογισμό, στις θέσεις που φέρουν αραβικούς αριθμούς, εξαιρουμένων των θέσεων που αφορούν τις τεχνικές προβλέψεις, και

- όσον αφορά το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, στις θέσεις που φέρουν ένα ή περισσότερα μικρά γράμματα, εκτός των θέσεων Ι 1 και Ι 4, και ΙΙ 1, ΙΙ 5 και ΙΙ 6.

Η συγχώνευση επιτρέπεται μόνο στα πλαίσια κανόνων που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη.

ΤΜΗΜΑ 3 Διάρθρωση του ισολογισμού

Άρθρο 6

Για την κατάρτιση του ισολογισμού, τα κράτη μέλη προβλέπουν τον ακόλουθο τύπο:

Ενεργητικό

Α. Οφειλόμενο μετοχικό κεφάλαιο

το ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο

(εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την εγγραφή του ληξιπρόθεσμου κεφαλαίου στο παθητικό. Στην περίπτωση αυτή, το μη εισέτι καταβληθέν μέρος του ληξιπρόθεσμου κεφαλαίου πρέπει να εμφανίζεται ως στοιχείο του ενεργητικού στη θέση Α ή στη θέση E IV).

Β.

Άυλα στοιχεία

όπως περιγράφονται στις θέσεις Β και Γ Ι του άρθρου 9 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, εκ των οποίων:

- έξοδα εγκαταστάσεως, όπως καθορίζονται από την εθνική νομοθεσία και εφόσον αυτή επιτρέπει να εμφανίζονται στο ενεργητικό (εκτός εάν η εθνική νομοθεσία απαιτεί την αναγραφή τους στο προσάρτημα),

- φήμη και πελατεία, εφόσον αποκτήθηκαν εξ επαχθούς αιτίας (εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την αναγραφή τους στο προσάρτημα).

Γ.

Επενδύσεις

ΙΙΙ. Γήπεδα-οικόπεδα και κτίρια:

εκ των οποίων γήπεδα-οικόπεδα και κτίρια που χρησιμοποιεί η ασφαλιστική επιχείρηση για την άσκηση των δραστηριοτήτων της (εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την αναγραφή τους στο προσάρτημα).

ΙΙΙ.

Επενδύσεις σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις και συμμετοχές:

1. Μερίδια σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις.

2.

Χρεώγραφα και ομολογίες συνδεδεμένων επιχειρήσεων και απαιτήσεις κατ' αυτών.

3.

Συμμετοχές.

4.

Χρεώγραφα και ομολογίες επιχειρήσεων, με τις οποίες η ασφαλιστική επιχείρηση έχει δεσμό συμμετοχής και απαιτήσεις κατ' αυτών.

III.

Λοιπές χρηματικές επενδύσεις:

1. Μετοχές και άλλοι τίτλοι μεταβλητής απόδοσης και μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων.

2.

Ομολογίες και άλλοι τίτλοι σταθερής απόδοσης.

3.

Μερίδια σε επενδυτικούς ομίλους.

4.

Ενυπόθηκα δάνεια.

5.

Άλλα δάνεια.

6.

Καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα.

7.

Λοιπά.

IV.

Παρακαταθήκες σε εκχωρούσες επιχειρήσεις.

Δ.

Επενδύσεις για λογαριασμό ασφαλιζομένων για ασφάλιση ζωής, οι οποίοι φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο

Ε.

Απαιτήσεις

(με χωριστή αναγραφή, ως υποκατηγοριών των θέσεων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ, των απαιτήσεων κατά:

- συνδεδεμένων επιχειρήσεων,

- επιχειρήσεων με τις οποίες η ασφαλιστική επιχείρηση έχει δεσμό συμμετοχής).

ΙΙΙ. Απαιτήσεις από πρωτασφαλιστικές δραστηριότητες κατά:

1. κατόχων ασφαλιστικών συμβολαίων,

2.

ασφαλειομεσιτών.

ΙΙΙ.

Απαιτήσεις από αντασφαλιστικές δραστηριότητες.

III.

Λοιπές απαιτήσεις.

IV.

Μετοχικό κεφάλαιο, ληξιπρόθεσμο αλλά μη εισέτι καταβληθέν

(εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την εγγραφή του ληξιπροθέσμου αλλά μη εισέτι καταβληθέντος κεφαλαίου στη θέση Α του ενεργητικού).

ΣΤ.

Άλλα στοιχεία ενεργητικού

ΙΙΙ. Τα ενσώματα πάγια στοιχεία και τα αποθέματα όπως αναφέρονται στις θέσεις Γ ΙΙ και Δ Ι του άρθρου 9 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, πλην των γηπέδων-οικοπέδων και κτιρίων, των οικοδομών υπό κατασκευή και των προκαταβολών που έχουν καταβληθεί για γήπεδα-οικόπεδα και κτίρια.

ΙΙΙ.

Μετρητά σε τράπεζα, λογαριασμούς ταχυδρομικών επιταγών, επιταγές και στο ταμείο.

III.

Ίδιες μετοχές ή ίδια μερίδια (με δήλωση της ονομαστικής τους αξίας ή, ελλείψει ονομαστικής αξίας, της λογιστικής τους αξίας), εφόσον οι διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας επιτρέπουν την αναγραφή τους στον ισολογισμό.

IV.

Λοιπά.

Ζ.

Λογαριασμοί τάξεως

ΙΙΙ.

Δεδουλευμένοι αλλά μη ληξιπρόθεσμοι τόκοι και ενοίκια.

ΙΙΙ.

Μεταφερόμενα έξοδα πρόσκτησης (με διαχωρισμό εκείνων που αφορούν την ασφάλιση ζωής και την ασφάλιση ζημιών).

III.

Λοιποί λογαριασμοί τάξεως.

Η.

Ζημίες χρήσεως

(εκτός αν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την αναγραφή τους στη θέση Α VI του παθητικού).

Παθητικό

Α. ίΙδια κεφάλαια

ΙΙΙ. Μετοχικό κεφάλαιο ή ισοδύναμο κεφάλαιο

(εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την αναγραφή του ληξιπρόθεσμου κεφαλαίου στη θέση αυτή. Στην περίπτωση αυτή, τα ποσά του μετοχικού κεφαλαίου και του καταβεβλημένου κεφαλαίου πρέπει να εμφανίζονται ξεχωριστά).

ΙΙΙ.

Διαφορά από έκδοση μετοχών και ομολογιών «υπέρ το άρτιο».

ΙΙΙ.

Αποθεματικά αναπροσαρμογής.

IV.

Αποθεματικά.

ΙΩ.

Κέρδη ή ζημίες προηγουμένων χρήσεων.

VI.

Κέρδη ή ζημίες χρήσεως.

(εκτός εάν η εθνική νομοθεσία απαιτεί το στοιχείο αυτό να εμφανίζεται στη θέση Η του ενεργητικού ή στη θέση Η του παθητικού).

Β.

Μειωμένης εξασφαλίσεως στοιχεία του παθητικού

Γ.

Τεχνικές προβλέψεις

1. Πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα:

α) μεικτό ποσό

.

β)

ποσό αντασφάλισης ( )

.

.

2.

Προβλέψεις ασφαλίσεων ζωής:

α) μεικτό ποσό

.

β)

ποσό αντασφάλισης ( )

.

.

3.

Προβλέψεις εκκρεμών ζημιών:

α) μεικτό ποσό

.

β)

ποσό αντασφάλισης ( )

.

.

4.

Πρόβλεψη για συμμετοχή στα κέρδη και επιστροφές

(εφόσον δεν εμφανίζεται στη θέση Γ 2):

α) μεικτό ποσό

.

β)

ποσό αντασφάλισης ( )

.

.

5.

Εξισωτικές προβλέψεις

6.

Λοιπές τεχνικές προβλέψεις:

α) μεικτό ποσό

.

β)

ποσό αντασφάλισης ( )

.

.

Δ.

Τεχνικές προβλέψεις για ασφάλιση ζωής, εφόσον οι ασφαλιζόμενοι φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο:

α) μεικτό ποσό

.

β)

ποσό αντασφάλισης ( )

.

.ΣΤ.

Ε.

Προβλέψεις για άλλους κινδύνους και έξοδα

1. Προβλέψεις για συντάξεις και συναφείς υποχρεώσεις.

2.

Προβλέψεις για φόρους.

3.

Λοιπές προβλέψεις.

ΣΤ.

Ληφθείσες παρακαταθήκες από αντασφαλιστές

Ζ.

Οφειλές

(για κάθε μία από τις ακόλουθες υποδιαιρέσεις, πρέπει να δίνεται χωριστή ένδειξη των οφειλών έναντι:

- συνδεδεμένων επιχειρήσεων,

- επιχειρήσεων με τις οποίες η ασφαλιστική επιχείριση έχει δεσμό συμμετοχής).

ΙΙΙ. Οφειλές από πρωτασφαλιστικές δραστηριότητες.

ΙΙΙ.

Οφειλές από αντασφαλιστικές δραστηριότητες.

III.

Ομολογιακά δάνεια, με ξεχωριστή αναφορά των μετατρέψιμων δανείων.

IV.

Οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα.

ΙV.

Λοιπές οφειλές, περιλαμβανομένων και φορολογικών οφειλών καθώς και οφειλών σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

Η.

Λογαριασμοί τάξεως

Θ.

Κέρδη χρήσεως

(εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει την αναγραφή του στοιχείου αυτού στη θέση Α VΙ του παθητικού).

Άρθρο 7

Το άρθρο 14 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ δεν εφαρμόζεται για τις υποχρεώσεις οι οποίες συνδέονται με τις ασφαλιστικές δραστηριότητες.

ΤΜΗΜΑ 4 Ειδικές διατάξεις για ορισμένες θέσεις του ισολογισμού

Άρθρο 8

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ εφαρμόζεται μόνο για τις θέσεις Β, Γ Ι και Γ ΙΙ του ενεργητικού, όπως καθορίζεται στο άρθρο 6 της παρούσας οδηγίας. Οι κινήσεις των θέσεων αυτών πρέπει να εμφανίζονται αρχίζοντας από την αξία που αναφέρεται στον ισολογισμό κατά την έναρξη της χρήσεως.

Άρθρο 9

Ενεργητικό: θέση Γ ΙΙΙ 2

Ομολογίες και άλλοι τίτλοι σταθερής απόδοσης

1. Η θέση αυτή περιλαμβάνει τις ομολογίες και τους άλλους διαπραγματεύσιμους τίτλους σταθερής απόδοσης που έχουν εκδοθεί από πιστωτικά ιδρύματα, άλλες επιχειρήσεις ή δημόσιους οργανισμούς, εφόσον δεν υπάγονται στις θέσεις Γ ΙΙ 2 και Γ ΙΙ 4.

2. Τα χρεώγραφα με επιτόκιο που μεταβάλλεται συναρτήσει συγκεκριμένης παραμέτρου, για παράδειγμα το επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς ή της ευρωαγοράς, εξομοιούνται με ομολογίες και άλλους τίτλους σταθερής απόδοσης.

Άρθρο 10

Ενεργητικό: θέση Γ ΙΙΙ 3

Μερίδια σε επενδυτικούς ομίλους

Η θέση αυτή περιλαμβάνει τα μερίδια που κατέχει η επιχείρηση στις κοινές επενδύσεις στις οποίες συμμετέχουν πολλές επιχειρήσεις ή ταμεία συντάξεων, η διαχείριση των οποίων έχει ανατεθεί σε μια από τις επιχειρήσεις αυτές ή σε ένα από αυτά τα ταμεία συντάξεων.

Άρθρο 11

Ενεργητικό: θέσεις Γ ΙΙΙ 4 και 5

Ενυπόθηκα και λοιπά δάνεια

Τα δάνεια προς κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων για τα οποία τα ασφαλιστήρια συμβόλαια αποτελούν την κύρια εγγύηση, συμπεριλαμβάνονται στην κατηγορία «Λοιπά δάνεια» και το ποσόν τους πρέπει να εμφανίζεται στο προσάρτημα. Τα ενυπόθηκα δάνεια εμφανίζονται ως ενυπόθηκα δάνεια ακόμα και αν έχουν ως εγγύηση και ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Στην περίπτωση όπου δεν υπάρχει ασφαλιστήριο συμβόλαιο ως εγγύηση για το ποσό που αναφέρεται στην κατηγορία «Λοιπά δάνεια» και το ποσό αυτό είναι σημαντικό, οι σχετικές λεπτομέρειες δίνονται στο προσάρτημα.

Άρθρο 12

Ενεργητικό: θέση Γ ΙΙΙ 6

Καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα

Η θέση αυτή περιλαμβάνει τα ποσά τα οποία μπορούν να αναληφθούν μόνο μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου. Τα ποσά για τα οποία δεν υπάρχει τέτοιος περιορισμπός, πρέπει να εμφανίζονται στη θέση ΣΤ ΙΙ, ακόμα και αν αποφέρουν τόκο.

Άρθρο 13

Ενεργητικό: θέση Γ ΙΙΙ 7

Λοιπά

Στην θέση αυτή περιλαμβάνονται οι επενδύσεις που δεν καλύπτονται από τις θέσεις Γ ΙΙΙ 1 έως 6. Εάν είναι σχετικά σημαντικές, πρέπει να αναλύονται στο προσάρτημα.

Άρθρο 14

Ενεργητικό: θέση Γ ΙV

Παρακαταθήκες σε εκχωρούσες επιχειρήσεις

Στον ισολογισμό επιχείρησης που αποδέχεται την αντασφάλιση, η θέση αυτή περιλαμβάνει τις απαιτήσεις κατά των εκχωρουσών επιχειρήσεων που αντιστοιχούν στις εγγυήσεις που έχουν κατατεθεί στις επιχειρήσεις αυτές ή σε τρίτους, ή τα ποσά τα οποία έχουν κρατηθεί από τις επιχειρήσεις αυτές.

Οι απαιτήσεις αυτές δεν επιτρέπεται να συγχωνευθούν με άλλες απαιτήσεις του αντασφαλιστή κατά του αντασφαλιζόμενου ή να συμψηφισθούν με οφειλές του αντασφαλιστή προς τον αντασφαλιζόμενο.

Οι τίτλοι που έχουν κατατεθεί σε εκχωρούσα επιχείρηση ή σε τρίτους και οι οποίοι παραμένουν στην κυριότητα της επιχείρησης που αποδέχεται την αντασφάλιση, καταλογίζονται από αυτήν μεταξύ των επενδύσεων, στην κατάλληλη θέση.

Άρθρο 15

Ενεργητικό: θέση Δ

Επενδύσεις για λογαριασμό ασφαλιζομένων για ασφάλιση ζωής, οι οποίοι φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο.

Στη θέση αυτή περιλαμβάνονται για την ασφάλιση ζωής, αφενός, οι επενδύσεις σε συνάρτηση με την αξία των οποίων καθορίζεται η αξία ή η απόδοση των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που συνδέονται με ένα επενδυόμενο κεφάλαιο, και αφετέρου, οι επενδύσεις που προορίζονται για την κάλυψη υποχρεώσεων που καθορίζονται σε συνάρτηση με δείκτη. Στη θέση αυτή περιλαμβάνονται επίσης οι επενδύσεις για λογαριασμό των μελών τοντίνας που προορίζονται να κατανεμηθούν μεταξύ των μελών αυτών.

Άρθρο 16

Ενεργητικό: θέση ΣΤ IV

Λοιπά

Η θέση αυτή εμφαίνει τα στοιχεία ενεργητικού τα οποία δεν υπάγονται στις θέσεις ΣΤ Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Εάν είναι ορισμένου ύψους, πρέπει να αναλύονται στο προσάρτημα.

Άρθρο 17

Ενεργητικό: θέση Ζ Ι

Δεδουλευμένοι αλλά μη ληξιπρόθεσμοι τόκοι και ενοίκια

Η θέση αυτή περιλαμβάνει τα ποσά που αντιπροσωπεύουν τους δεδουλευμένους μέχρι την ημερομηνία του ισολογισμού, αλλά όχι ακόμη απαιτητούς, τόκους και ενοίκια.

Άρθρο 18

Ενεργητικό: θέση Ζ ΙΙ

Μεταφερόμενα έξοδα πρόσκτησης

1. Τα έξοδα πρόσκτησης ασφαλιστηρίων συμβολαίων πρέπει να μεταφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, εφόσον τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν τη μεταφορά αυτή.

2. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, την έκπτωση των εξόδων πρόσκτησης των μη δεδουλευμένων ασφαλίστρων και, στις ασφαλίσεις ζωής, την έκπτωση βάσει αναλογιστικής μεθόδου από τις μαθηματικές προβλέψεις. Εφόσον χρησιμοποιείται αυτή η μέθοδος, τα ποσά που εκπίπτουν από τις προβλέψεις πρέπει να αναγράφονται στο προσάρτημα.

Άρθρο 19

Παθητικό: θέση Α Ι

Μετοχικό κεφάλαιο ή ισοδύναμο κεφάλαιο

Η θέση αυτή περιλαμβάνει όλα τα ποσά, ανεξάρτητα από τον ακριβή εν προκειμένω χαρακτηρισμό τους, τα οποία, δεδομένου του νομικού τύπου μιας ασφαλιστικής επιχείρησης, θεωρούνται ως μερίδια που έχουν αναλάβει οι μέτοχοι ή άλλα πρόσωπα τα οποία εισέφεραν στο κεφάλαιό της, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

Άρθρο 20

Παθητικό: θέση Α IV

Αποθεματικά

Η θέση αυτή περιλαμβάνει όλους τους τύπους των αποθεματικών που απαριθμούνται στο άρθρο 9 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, στη θέση Α IV του παθητικού, όπως ορίζονται στο εν λόγω άρθρο. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να απαιτούν άλλους τύπους αποθεματικών εφόσον κρίνονται αναγκαίοι, για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ο νομικός τύπος των οποίων δεν καλύπτεται από την οδηγία 78/660/ΕΟΚ.

Τα αποθεματικά αυτά εμφανίζονται χωριστά, ως υποδιαίρεση της θέσης Α IV του παθητικού, στους ισολογισμούς των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων, εκτός από το αποθεματικό αναπροσαρμογής, το οποίο εμφανίζεται στη θέση Α ΙΙΙ του παθητικού.

Άρθρο 21

Παθητικό: θέση Β

Μειωμένης εξασφαλίσεως στοιχεία

Εφόσον, διά συμβάσεως, προβλέπεται ότι, στην περίπτωση διάλυσης ή πτώχευσης της επιχείρησης, συγκεκριμένα εξ οφειλών δικαιώματα, είτε αντιπροσωπεύονται με παραστατικούς τίτλους είτε όχι, πρέπει να ασκηθούν μόνο μετά την άσκηση των δικαιωμάτων των άλλων πιστωτών, οι εν λόγω οφειλές εμφανίζονται στη θέση αυτή.

Άρθρο 22

Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος επιτρέπει να περιλαμβάνονται στον ισολογισμό μιας επιχείρησης κεφάλαια των οποίων η κατανομή, είτε στους ασφαλισμένους είτε στους μετόχους, δεν έχει ακόμα καθορισθεί κατά το τέλος της χρήσεως, τα κεφάλαια αυτά εγγράφονται στο παθητικό του ισολογισμού σε μία θέση Β α «Κεφάλαιο προς μελλοντική διάθεση».

Η θέση αυτή κινείται από μία θέση ΙΙ 12 α «Αυξομειώσεις του κεφαλαίου προς μελλοντική διάθεση» του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως.

Άρθρο 23

Παθητικό: θέση Γ

Τεχνικές προβλέψεις

Το άρθρο 20 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ εφαρμόζεται για τις τεχνικές προβλέψεις, υπό την επιφύλαξη των άρθρων 24 έως 30 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 24

Παθητικό: θέση Γ 1β, 2β, 3β, 4β, 6β και Δβ

Ποσά αντασφάλισης

1. Στα ποσά αντασφάλισης περιλαμβάνονται τα πραγματικά ή κατ' εκτίμηση ποσά τα οποία, σύμφωνα με τις συμβατικές συμφωνίες αντασφάλισης, εκπίπτονται από τα μεικτά ποσά των τεχνικών προβλέψεων.

2. Όσον αφορά την πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα, τα ποσά αντασφάλισης υπολογίζονται σύμφωνα με τις μεθόδους που αναφέρει το άρθρο 57 ή σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου αντασφάλισης.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ή να επιτρέπουν την εγγραφή των ποσών αντασφάλισης στο ενεργητικό. Εφόσον γίνεται χρήση της διακριτικής αυτής ευχέρειας, τα ποσά αυτά αναγράφονται σε μία θέση Δ α του ενεργητικού με τίτλο «Μερίδιο των αντασφαλιστών στα πλαίσια των τεχνικών προβλέψεων» η οποία περιλαμβάνει τις ακόλουθες υποδιαιρέσεις:

1. Πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα.

2.

Πρόβλεψη για ασφαλίσεις ζωής.

3.

Πρόβλεψη για ασφαλίσεις κατά ζημιών.

4.

Πρόβλεψη για συμμετοχές στα κέρδη και επιστροφές (εκτός εάν αναγράφεται στη θέση 2).

5.

Άλλες τεχνικές προβλέψεις.

6.

Τεχνικές προβλέψεις των ασφαλιστηρίων συμβολαίων ζωής όταν τον επενδυτικό κίνδυνο φέρει ο ασφαλιζόμενος.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5, οι θέσεις αυτές δεν επιτρέπεται να συγχωνευθούν.

Άρθρο 25

Παθητικό: θέση Γ 1

Πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα

Η πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα περιλαμβάνει το ποσό που αντιπροσωπεύει το μέρος των μεικτών ασφαλίστρων που πρέπει να καταλογισθεί στην επόμενη εταιρική χρήση ή σε μεταγενέστερες εταιρικές χρήσεις. Στην περίπτωση της ασφάλισης ζωής, και μέχρις ότου υπάρξει περαιτέρω εναρμόνιση, τα κράτη μέλη είναι δυνατόν να επιτρέπουν ή να απαιτούν να αναγράφεται η πρόβλεψη αυτή στη θέση Γ 2.

Εάν, δυνάμει του άρθρου 26, στη θέση Γ 1 περιλαμβάνεται επίσης το ποσόν της πρόβλεψης για μη λήξαντες κινδύνους, η θέση αυτή θα ονομάζεται «Πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα και μη λήξαντες κινδύνους». Εφόσον το ποσόν των μη ληξάντων κινδύνων είναι σημαντικό, πρέπει να εμφανίζεται χωριστά, είτε στον ισολογισμό, είτε στο προσάρτημα.

Άρθρο 26

Παθητικό: θέση Γ 6

Άλλες τεχνικές προβλέψεις

Στη θέση αυτή περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η πρόβλεψη για μη λήξαντες κινδύνους, δηλαδή το επιπλέον των μη δεδουλευμένων ασφαλίστρων ποσό για την κάλυψη των κινδύνων που έχει αναλάβει να καλύψει η ασφαλιστική επιχείρηση μετά το πέρας της χρήσης, έτσι ώστε να είναι σε θέση να ανταπεξέλθει σε όλα τα αιτήματα αποζημιώσεων και τις δαπάνες που σχετίζονται με τα ισχύοντα ασφαλιστήρια συμβόλαια και που υπερβαίνουν τα σχετικά μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα και τα ληξιπρόθεσμα ασφάλιστρα επί των εν λόγω συμβολαίων. Ωστόσο, εφόσον το προβλέπει η εθνική νομοθεσία, το ποσόν της πρόβλεψης για μη λήξαντες κινδύνους δύναται να προστεθεί στην πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα, όπως αυτή ορίζεται από το άρθρο 25 και αναγράφεται στη θέση Γ 1.

Εφόσον το ποσό των μη ληξάντων κινδύνων είναι σημαντικό, πρέπει να εμφανίζεται χωριστά είτε στον ισολογισμό είτε στο προσάρτημα.

Εφόσον δεν έχει γίνει χρήση της ευχέρειας που προβλέπεται στο άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο, η θέση αυτή περιλαμβάνει επίσης την πρόβλεψη για τη γήρανση του πληθυσμού.

Άρθρο 27

Παθητικό: θέση Γ 2

Πρόβλεψη για ασφάλιση ζωής

Η πρόβλεψη για ασφάλιση ζωής περιλαμβάνει την εκτιμώμενη αναλογιστική αξία των ανειλημμένων υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων των συμμετοχών στα κέρδη που έχουν ήδη δηλωθεί ή οριστικοποιηθεί και μετά την έκπτωση της αναλογιστικής αξίας των μελλοντικών ασφαλίστρων.

Άρθρο 28

Παθητικό: θέση Γ 3

Πρόβλεψη για εκκρεμείς ζημίες

Η πρόβλεψη για ζημίες είναι το κατ' εκτίμηση συνολικό κόστος που αντιπροσωπεύει τελικά για την ασφαλιστική επιχείρηση ο διακανονισμός όλων των αξιώσεων που προκύπτουν από τους κινδύνους που επήλθαν μέχρι το τέλος της χρήσης, είτε έχουν δηλωθεί είτε όχι, αφαιρουμένων των ποσών που έχουν ήδη καταβληθεί σε σχέση με τις ζημίες αυτές.

Άρθρο 29

Παθητικό: θέση Γ 4

Πρόβλεψη για συμμετοχή στα κέρδη και για επιστροφές

Η πρόβλεψη για συμμετοχή στα κέρδη και για επιστροφές περιλαμβάνει ποσά τα οποία προορίζονται για τους ασφαλισμένους ή τους δικαιούχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων υπό τη μορφή συμμετοχής στα κέρδη και επιστροφών, όπως ορίζονται από το άρθρο 39, εφόσον τα ποσά αυτά δεν έχουν πιστωθεί στο λογαριασμό των ασφαλισμένων ή συμπεριληφθεί σε θέση Β α («Κεφάλαιο προς μελλοντική διάθεση»), όπως προβλέπεται στο άρθρο 22 πρώτο εδάφιο ή στη θέση Γ 2.

Άρθρο 30

Παθητικό: θέση Γ 5

Εξισωτική πρόβλεψη

1. Η πρόβλεψη για εξίσωση περιλαμβάνει όλες τις προβλέψεις που απαιτούνται από νομοθετικές ή διοικητικές διατάξεις για την εξίσωση των διακυμάνσεων του ποσοστού ζημιών κατά τα επόμενα έτη ή για την κάλυψη των ειδικών κινδύνων.

2. Εφόσον, ελλείψει νομοθετικών ή διοικητικών διατάξεων, έχουν συσταθεί αποθεματικά κατά την έννοια του άρθρου 20 για τον ίδιο σκοπό, αυτό πρέπει να αναφέρεται στο προσάρτημα.

Άρθρο 31

Παθητικό: θέση Δ

Προβλέψεις για την ασφάλιση ζωής, όταν ο ασφαλιζόμενος φέρει τον επενδυτικό κίνδυνο

Στη θέση αυτή περιλαμβάνονται οι τεχνικές προβλέψεις οι προοριζόμενες για την κάλυψη των αναλήψεων υποχρεώσεων που συνδέονται με επενδύσεις στα πλαίσια των συμβάσεων ασφάλισης ζωής, των οποίων η αξία ή η απόδοση καθορίζεται σε συνάρτηση με επενδύσεις, για τις οποίες τον επενδυτικό κίνδυνο φέρει ο ασφαλιζόμενος, ή σε συνάρτηση με δείκτη.

Οι ενδεχόμενες πρόσθετες τεχνικές προβλέψεις, οι προοριζόμενες, ενδεχομένως, για την κάλυψη των κινδύνων θνησιμότητας, των διοικητικών εξόδων ή άλλων κινδύνων (όπως είναι οι εγγυημένες παροχές κατά τη λήξη ή οι εγγυημένες τιμές εξαγοράς) εμφαίνονται στη θέση Γ 2.

Στη θέση Δ περιλαμβάνονται και οι τεχνικές προβλέψεις που αντιπροσωπεύουν τις αναλήψεις υποχρεώσεων του οργανωτή της τοντίνας έναντι των μελών της ένωσης τοντίνας.

Άρθρο 32

Παθητικό: θέση ΣΤ

Παρακαταθήκες από αντασφαλιστές

Στον ισολογισμό μιας ασφαλιστικής επιχείρησης που παρέχει αντασφάλιση, η θέση αυτή περιλαμβάνει τα ποσά που έχουν καταθέσει άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή παρακρατούνται από άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις βάσει συμβολαίων αντασφάλισης. Τα ποσά αυτά δεν επιτρέπεται να συμψηφίζονται με άλλες οφειλές ή απαιτήσεις έναντι των εν λόγω επιχειρήσεων.

Σε περίπτωση που στην ασφαλιστική επιχείρηση που παρέχει αντασφάλιση έχουν κατατεθεί τίτλοι οι οποίοι της έχουν μεταβιβαστεί κατά κυριότητα, η θέση αυτή περιλαμβάνει το ποσό που οφείλεται από την εκχωρούσα επιχείρηση δυνάμει της παρακαταθήκης.

ΤΜΗΜΑ 5 Διάρθρωση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως

Άρθρο 33

1. Τα κράτη μέλη υποδεικνύουν τη διάρθρωση που προβλέπεται στο άρθρο 34 για το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως.

2. Ο τεχνικός λογαριασμός για τις δραστηριότητες ασφάλισης κατά ζημιών χρησιμοποιείται για εκείνους τους κλάδους πρωτασφάλισης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ και για τους αντίστοιχους κλάδους των δραστηριοτήτων αντασφάλισης.

3. Ο τεχνικός λογαριασμός για τις δραστηριότητες ασφάλισης ζωής χρησιμοποιείται για τους κλάδους πρωτασφάλισης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ και τους αντίστοιχους κλάδους των δραστηριοτήτων αντασφάλισης.

4. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ή να απαιτούν από τις επιχειρήσεις των οποίων η δραστηριότητα είναι αποκλειστικά η αντασφάλιση να χρησιμοποιούν τον τεχνικό λογαριασμό της ασφάλισης ζημιών για το σύνολο των πράξεών τους. Η διάταξη αυτή ισχύει επίσης και για τις επιχειρήσεις που ασκούν πρωτασφάλιση σε ασφαλίσεις ζημιών καθώς και αντασφάλιση.

Άρθρο 34

Λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως

ΙΙΙ. Τεχνικός λογαριασμός - ασφάλιση ζημιών

1. Δεδουλευμένα ασφάλιστρα, καθαρά από αντασφάλιση:

α) μεικτά ασφάλιστρα εγγεγραμμένα

.

β)

ασφάλιστρα καταβαλλόμενα στους αντασφαλιστές ( )

.

.

γ)

μεταβολή στο μεικτό ποσό της πρόβλεψης για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα και, στο βαθμό που η εθνική νομοθεσία επιτρέπει την εγγραφή της πρόβλεψης αυτής στη θέση Γ 1 του παθητικού, μεταβολή στην πρόβλεψη για κινδύνους που δεν έχουν λήξει (+ ή ),

.

δ)

μεταβολή στην πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα, μερίδιο των αντασφαλιστών (+ ή )

.

.

.

2.

Καταλογισθέντα έσοδα από επενδύσεις, που έχουν μεταφερθεί από το μη τεχνικό λογαριασμό (θέση ΙΙΙ 6)

.

3.

Λοιπά τεχνικά έσοδα, καθαρά από αντασφάλιση

.

4.

Ασφαλιστικές αποζημιώσεις, καθαρές από αντασφάλιση:

α)

πληρωθείσες αποζημιώσεις

αα) μεικτά ποσά

.

ββ)

αναλογία των αντασφαλιστών ( )

.

.

β)

μεταβολή στην πρόβλεψη για εκκρεμείς ζημίες

αα)

μεικτό ποσό

.

ββ)

αναλογία των αντασφαλιστών ( )

.

.

.

5.

Μεταβολή των άλλων τεχνικών προβλέψεων, καθαρή από αντασφάλιση, εφόσον δεν εμφανίζεται σε άλλη θέση

(+ ή )

.

6.

Συμμετοχές στα κέρδη και επιστροφές, καθαρές από αντασφάλιση

.

7.

Καθαρά έξοδα λειτουργίας:

α)

έξοδα πρόσκτησης

.

β)

μεταβολή στο ποσό των μεταφερόμενων εξόδων πρόσκτησης (+ ή )

.

γ)

διοικητικά έξοδα

.

δ)

προμήθειες από αντασφαλιστές και συμμετοχή στα κέρδη ( )

.

.

8.

Άλλα τεχνικά έξοδα, καθαρά από αντασφάλιση

.

9.

Μεταβολή στις εξισωτικές προβλέψεις (+ ή )

.

10.

Μερικό σύνολο [αποτέλεσμα του τεχνικού λογαριασμού ασφάλισης ζημιών (θέση ΙΙΙ 1)]

.

ΙII.

Τεχνικός λογαριασμός - Ασφάλιση ζωής

1. Δεδουλευμένα ασφάλιστρα, καθαρά από αντασφάλιση:

α) μεικτά εγγεγραμμένα ασφάλιστρα

.

β)

ασφάλιστρα καταβαλλόμενα στους αντασφαλιστές ( )

.

γ)

μεταβολή στην πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα, καθαρά απο αντασφάλιση (+ ή )

.

.

2.

Έσοδα από επενδύσεις:

α)

έσοδα από συμμετοχές, με ξεχωριστή ένδειξη εκείνων που προέρχονται από συνδεδεμένες επιχειρήσεις .................

.

β)

έσοδα από άλλες επενδύσεις, με ξεχωριστή ένδειξη εκείνων που προέρχονται από συνδεδεμένες επιχειρήσεις .................

αα) έσοδα από γήπεδα-οικόπεδα και κτίρια

.

ββ)

έσοδα από άλλες επενδύσεις

.

.

γ)

έσοδα από αναπροσαρμογές της αξίας των επενδύσεων

.

δ)

κέρδη από τη ρευστοποίηση επενδύσεων

.

.

3.

Μη ρευστοποιηθείσες υπεραξίες από επενδύσεις

.

4.

Άλλα τεχνικά έσοδα, καθαρά από αντασφάλιση

.

5.

Ασφαλιστικές αποζημιώσεις, καθαρές από αντασφάλιση:

α)

πληρωθείσες αποζημιώσεις

αα)

μεικτά ποσά

.

ββ)

αναλογία των αντασφαλιστών ( )

.

.

β)

μεταβολή στην πρόβλεψη για εκκρεμείς ζημίες

αα)

μεικτό ποσό

.

ββ)

αναλογία των αντασφαλιστών ( )

.

.

.

6.

Μεταβολή των άλλων τεχνικών προβλέψεων, καθαρή από αντασφάλιση, εφόσον δεν εμφανίζεται σε άλλη θέση

(+ ή ):

α)

πρόβλεψη για την ασφάλιση ζωής,

αα)

μεικτό ποσό

.

ββ)

αναλογία των αντασφαλιστών ( )

.

.

β)

άλλες τεχνικές προβλέψεις, καθαρές από αντασφάλιση

.

.

7.

Συμμετοχές στα κέρδη και επιστροφές, καθαρές από αντασφάλιση

.

8.

Καθαρά έξοδα λειτουργίας:

α)

έξοδα πρόσκτησης

.

β)

μεταβολή στο ποσό των μεταφερόμενων εξόδων πρόσκτησης (+ ή )

.

γ)

διοικητικά έξοδα

.

δ)

προμήθειες αντασφάλισης και συμμετοχή στα κέρδη ( )

.

.

9.

Έξοδα επενδύσεων:

α)

έξοδα διαχείρισης των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των τόκων

.

β)

αναπροσαρμογές της αξίας των επενδύσεων

.

γ)

ζημίες από ρευστοποίηση επενδύσεων

.

.

10.

Μη ρευστοποιηθείσεις ζημίες από επενδύσεις

.

11.

Λοιπά τεχνικά έξοδα, καθαρά από αντασφάλιση

.

12.

Καταλογισθέντα έσοδα από επενδύσεις, που έχουν μεταφερθεί στον μη τεχνικό λογαριασμό ( ) (θέση ΙΙΙ 4)

.

13.

Μερικό σύνολο (αποτέλεσμα του τεχνικού λογαριασμού ασφάλισης ζωής) (θέση ΙΙΙ 2)

.

III.

Μη τεχνικός λογαριασμός 1. Αποτέλεσμα του τεχνικού λογαριασμού ασφάλισης ζημιών (θέση I 10)

.

2.

Αποτέλεσμα του τεχνικού λογαριασμού ασφάλισης ζωής (θέση ΙΙ 13)

.

3.

Έσοδα από επενδύσεις:

α) έσοδα από συμμετοχές, με χωριστή μνεία των προερχόμενων από συνδεδεμένες επιχειρήσεις .................

.

β)

έσοδα από άλλες επενδύσεις, με χωριστή μνεία των προερχόμενων από συνδεδεμένες επιχειρήσεις .................

αα) έσοδα από γήπεδα-οικόπεδα και κτίρια

.

ββ)

έσοδα από άλλες επενδύσεις

.

.

γ)

έσοδα από αναπροσαρμογές της αξίας των επενδύσεων

.

δ)

κέρδη από ρευστοποίηση επενδύσεων

.

.

4.

Καταλογισθέντα έσοδα από επενδύσεις, που έχουν μεταφερθεί από τον τεχνικό λογαριασμό ασφάλισης ζωής (θέση II 12)

.

5.

Έξοδα επενδύσεων:

α)

έξοδα διαχείρισης των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των τόκων

.

β)

αναπροσαρμογές της αξίας των επενδύσεων

.

γ)

ζημίες από ρευστοποίηση επενδύσεων

.

.

6.

Καταλογισθέντα έσοδα από επενδύσεις που έχουν μεταφερθεί στον τεχνικό λογαριασμό ασφάλισης ζημιών

(θέση I 2)

.

7.

Λοιπά έσοδα

.

8.

Λοιπά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των αναπροσαρμογών της αξίας

.

9.

Φόροι επί του αποτελέσματος από συνήθεις δραστηριότητες

.

10.

Αποτέλεσμα από συνήθεις δραστηριότητες μετά την καταβολή φόρων

.

11.

Έκτακτα έσοδα

.

12.

Έκτακτα έξοδα

.

13.

Έκτακτα κέρδη ή ζημίες

.

14.

Φόρος επί των εκτάκτων αποτελεσμάτων

.

15.

Άλλοι φόροι που δεν περιλαμβάνονται στις προηγούμενες θέσεις

.

16.

Αποτελέσματα χρήσεως του οικονομικού έτους

.

ΤΜΗΜΑ 6 Ειδικές διατάξεις που αφορούν ορισμένες θέσεις του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως

Άρθρο 35

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζημιών: θέση Ι 1 α)

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 1 α)

Εγγεγραμμένα μεικτά ασφάλιστρα

Τα εγγεγραμμένα μεικτά ασφάλιστρα περιλαμβάνουν όλα τα ποσά που κατέστησαν ληξιπρόθεσμα κατά την εταιρική χρήση και τα οποία προκύπτουν από τα ασφαλιστήρια συμβόλαια, ανεξάρτητα από το αν αυτά τα ποσά μεταφέρονται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει σε μεταγενέστερη χρήση, συμπεριλαμβανομένων ιδίως:

iii) των ασφαλίστρων που δεν έχουν ακόμα εγγραφεί, εφόσον ο υπολογισμός του ασφαλίστρου δεν μπορεί να γίνει πριν από το τέλος του έτους,

ιιι)

- των εφάπαξ ασφαλίστρων και των καταβληθέντων ποσών για την απόκτηση ετήσιας προσόδου

- των εφάπαξ ασφαλίστρων, στις ασφαλίσεις ζωής, που προέρχονται από την πρόβλεψη για συμμετοχές στα κέρδη και στις επιστροφές, στο βαθμό που οι συμμετοχές αυτές μπορούν να θεωρούνται ως ασφάλιστρα με βάση τα συμβόλαια και που η εθνική νομοθεσία επιβάλλει ή επιτρέπει τη μνεία τους μαζί με τα ασφάλιστρα,

iii)

των επιβαρύνσεων των ασφαλίστρων στην περίπτωση καταβολής ανά εξάμηνο, τρίμηνο ή σε μηνιαία βάση και των επιπλέον καταβολών των αντισυμβαλλομένων για έξοδα της επιχείρησης,

iv)

στην περίπτωση συνασφάλισης, του μεριδίου της ασφαλιστικής επιχείρησης επί των συνολικών ασφαλίστρων,

iv)

των ασφαλίστρων αντασφάλισης από εκχωρούσες επιχειρήσεις και επανεκχωρούσες ασφαλιστικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εισφορών στο χαρτοφυλάκιο,

μετά από αφαίρεση:

- των αποσύρσεων απο το χαρτοφυλάκιο υπέρ εκχωρουσών και επανεκχωρουσών ασφαλιστικών επιχειρήσεων και

- των ακυρώσεων.

Τα προαναφερόμενα ποσά δεν περιλαμβάνουν τα ποσά των φόρων ή των τελών που έχουν εισπραχθεί μαζί με τα ασφάλιστρα.

Άρθρο 36

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζημιών: θέση Ι 1 β)

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 1 β)

Ασφάλιστρα καταβαλλόμενα στους αντασφαλιστές

Τα καταβαλλόμενα στους αντασφαλιστές ασφάλιστρα περιλαμβάνουν όλα τα ποσά που έχουν καταβληθεί ή πρέπει να καταβληθούν σε σχέση με τις συμβάσεις αντασφάλισης τις οποίες έχει συνάψει η ασφαλιστική επιχείρηση. Οι εισροές στο χαρτοφυλάκιο που πρέπει να καταβληθούν κατά τη σύναψη ή την τροποποίηση των συμβολαίων εκχωρούμενης αντασφάλισης προστίθενται, οι δε ακυρώσεις (ανακλήσεις) του χαρτοφυλακίου που πρόκειται να εισπραχθούν αφαιρούνται.

Άρθρο 37

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζημιών: θέση Ι 1 γ) και δ)

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 1 γ)

Μεταβολή της πρόβλεψης για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα, καθαρή από αντασφάλιση

Εν αναμονή περαιτέρω συντονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν, στην περίπτωση της ασφάλισης ζωής, να επιβάλλουν ή να επιτρέπουν να περιλαμβάνεται στη «μεταβολή της πρόβλεψης για την ασφάλιση ζωής» η μεταβολή στα μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα.

Άρθρο 38

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζημιών: θέση Ι 4

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 5

Ασφαλιστικές αποζημιώσεις, καθαρές από αντασφάλιση

1. Οι ασφαλιστικές αποζημιώσεις περιλαμβάνουν τα ποσά που έχουν καταβληθεί σε σχέση με την εταιρική χρήση, προσαυξημένα κατά την πρόβλεψη για εκκρεμείς ζημίες, μείον την πρόβλεψη για εκκρεμείς ζημίες της προηγούμενης εταιρικής χρήσης.

Τα ποσά αυτά περιλαμβάνουν ιδίως τις ετήσιες προσόδους, τις εξαγορές, τις εισροές και εκροές από την πρόβλεψη για αποζημιώσεις υπέρ και από εκχωρούσες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και αντασφαλιστές, τα εσωτερικά και εξωτερικά έξοδα διαχείρισης των αποζημιώσεων και τις αποζημιώσεις για ζημίες που επήλθαν αλλά δεν δηλώθηκαν, κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 στοιχείο β) και παράγραφος 2 στοιχείο α).

Τα ποσά που είναι δυνατόν να αποκτηθούν βάσει αναγωγών ή διασώσεων κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 στοιχείο δ) αφαιρούνται.

2. Όταν η διαφορά μεταξύ:

- του ύψους της πρόβλεψης στην αρχή της χρήσης για τις εκκρεμείς ζημίες που προέκυψαν κατά τις προηγούμενες χρήσεις και

- των ποσών που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της χρήσης για ζημίες που συνέβησαν κατά τις προηγούμενες χρήσεις καθώς και του ύψους της πρόβλεψης στο τέλος της χρήσης για τέτοιες εκκρεμείς ζημίες είναι σημαντική,

πρέπει να αναφέρονται στο προσάρτημα κατανεμημένα ανά κατηγορία και ποσό.

Άρθρο 39

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης κατά ζημιών: θέση Ι 6

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 7

Συμμετοχές στα κέρδη και επιστροφές, καθαρές από αντασφάλιση

Οι συμμετοχές στα κέρδη περιλαμβάνουν όλα τα ποσά που καταλογίζονται στη χρήση και τα οποία έχουν καταβληθεί ή πρόκειται να καταβληθούν στους κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων και στους άλλους ασφαλιζόμενους ή προβλέπονται υπέρ αυτών, συμπεριλαμβανομένων των ποσών που έχουν χρησιμοποιηθεί για την αύξηση των τεχνικών προβλέψεων ή για τη μείωση των μελλοντικών ασφαλίστρων, στο μέτρο που τα ποσά αυτά αποτελούν διανομή πλεονάσματος ή κέρδους που προέρχεται από το σύνολο των δραστηριοτήτων ή από τμήμα αυτών, μετά από αφαίρεση των ποσών που είχαν παρακρατηθεί ως προβλέψεις σε προηγούμενες χρήσεις και τα οποία δεν χρειάζονται πλέον.

Οι επιστροφές περιλαμβάνουν τέτοια ποσά στο μέτρο που αυτά αποτελούν εν μέρει επιστροφή ασφαλίστρων που προκύπτει βάσει των αποτελεσμάτων μεμονωμένων συμβολαίων.

Όταν είναι σημαντικά, τα ποσά που καταλογίζονται στις συμμετοχές στα κέρδη και στις επιστροφές, αναφέρονται χωριστά στο προσάρτημα.

Άρθρο 40

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης κατά ζημιών: θέση Ι 7 α)

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 8 α)

Έξοδα πρόσκτησης

Στα «έξοδα πρόσκτησης» συμπεριλαμβάνονται τα έξοδα που προκύπτουν από τη σύναψη μιας ασφαλιστικής σύμβασης. Στα έξοδα αυτά, περιλαμβάνονται τόσο τα αμέσως καταλογιζόμενα έξοδα, όπως οι προμήθειες σύναψης, ή τα έξοδα για την κατάρτιση των ασφαλιστικών εγγράφων ή για την ένταξη της ασφαλιστικής σύμβασης στο χαρτοφυλάκιο, όσο και τα έμμεσα έξοδα, όπως τα έξοδα διαφήμισης ή τα διοικητικά έξοδα που αφορούν την επεξεργασία των προτάσεων και την έκδοση ασφαλιστηρίων.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν την μεταφορά των προμηθειών ανανέωσης των ασφαλιστηρίων συμβολαίων στις θέσεις Ι 7 γ) ή ΙΙ 8 γ).

Άρθρο 41

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης κατά ζημιών: θέση Ι 7 γ)

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 8 γ)

Διοικητικά έξοδα

Τα διοικητικά έξοδα περιλαμβάνουν ιδίως τα έξοδα για την είσπραξη ασφαλίστρων, τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου, τη διαχείριση των συμμετοχών στα κέρδη και των επιστροφών και την αναληφθείσα και εκχωρηθείσα αντασφάλιση. Περιλαμβάνουν ειδικότερα τα έξοδα προσωπικού και απόσβεσης των επίπλων και του εξοπλισμού των γραφείων, εφόσον δεν εμφανίζονται στα έξοδα πρόσκτησης, στα έξοδα διακανονισμού των αποζημιώσεων ή στα έξοδα των επενδύσεων.

Άρθρο 42

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέσεις ΙΙ 2 και 9

Μη τεχνικός λογαριασμός: θέσεις ΙΙΙ 3 και 5

Έσοδα και έξοδα από επενδύσεις

1. Όλα τα έσοδα και έξοδα από επενδύσεις σχετικές με την ασφάλιση κατά ζημιών, εμφανίζονται στο μη τεχνικό λογαριασμό.

2. Στην περίπτωση επιχείρησης που ασχολείται μόνο με την ασφάλιση ζωής, τα έσοδα και έξοδα από επενδύσεις εμφανίζονται στον τεχνικό λογαριασμό ασφάλισης ζωής.

3. Στην περίπτωση ασφαλιστικής επιχείρησης που ασχολείται με δραστηριότητες ασφάλισης ζωής και ζημιών, τα έσοδα και έξοδα από επενδύσεις, στο μέτρο που συνδέονται άμεσα με την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης ζωής, εμφανίζονται στον τεχνικό λογαριασμό ασφάλισης ζωής.

4. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν ή να επιτρέπουν την εμφάνιση των εσόδων και εξόδων επενδύσεων σύμφωνα με την προέλευση ή τον προορισμό αυτών των επενδύσεων, προβλέποντας, ενδεχομένως, νέες θέσεις στον τεχνικό λογαριασμό ασφάλισης ζημιών, ανάλογες προς τις αντίστοιχες θέσεις του τεχνικού λογαριασμού ασφάλισης ζωής.

Άρθρο 43

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζημιών: θέση Ι 2

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέση ΙΙ 12

Μη τεχνικός λογαριασμός: θέση ΙΙΙ 4 και 6

Καταλογισθέντα έσοδα από επενδύσεις

1. Στις περιπτώσεις που μέρος των εσόδων από επενδύσεις μεταφέρεται στον τεχνικό λογαριασμό ασφάλισης ζημιών, μεταφορά από το μη τεχνικό λογαριασμό σημειώνεται στη θέση ΙΙΙ 6 και προστίθεται στη θέση Ι 2.

2. Όταν μέρος των εσόδων από επενδύσεις το οποίο εμφανίζεται στον τεχνικό λογαριασμό για τις ασφαλίσεις ζωής μεταφέρεται στο μη τεχνικό λογαριασμό, αντίστοιχο ποσό αφαιρείται από τη θέση ΙΙ 12 και προστίθεται στη θέση ΙΙΙ 4.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν τον τρόπο και το ποσό των μεταφορών των καταλογισθέντων εσόδων από ένα τμήμα του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως σε ένα άλλο. Η αιτία των μεταφορών και η βάση υπολογισμού πρέπει οπωσδήποτε να διευκρινίζονται στο προσάρτημα 7 ενδεχομένως, θα αρκεί μια αναφορά στο εν λόγω κανονιστικό κείμενο.

Άρθρο 44

Τεχνικός λογαριασμός ασφάλισης ζωής: θέσεις ΙΙ 3 και 10

Μη ρευστοποιηθείσες υπεραξίες και ζημίες από επενδύσεις

1. Όσον αφορά την ασφάλιση ζωής, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν να εμφανίζονται, στις θέσεις ΙΙ 3 και 10 του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, οι μεταβολές εν όλω ή εν μέρει της διαφοράς μεταξύ:

- της αποτίμησης των επενδύσεων σύμφωνα με την τρέχουσα αξία τους, ή σύμφωνα με μία από τις μεθόδους που αναφέρονται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ και

- της αποτίμησής τους με βάση την αξία τιμή κτήσεως.

Οπωσδήποτε, τα κράτη μέλη απαιτούν να καταγράφονται τα ποσά που αναφέρει το πρώτο εδάφιο, στις προηγούμενες θέσεις, όταν αφορούν τις επενδύσεις της θέσης Δ του ενεργητικού.

2. Τα κράτη μέλη τα οποία απαιτούν ή επιτρέπουν να αποτιμώνται οι επενδύσεις της θέσης Γ του ενεργητικού σύμφωνα με την τρέχουσα αξία τους, μπορούν να επιτρέπουν, όσον αφορά τις ασφάλειες ζημιών, την καταγραφή, στις θέσεις ΙΙΙ 3 α και ΙΙΙ 5 α του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, ενός μέρους ή του συνόλου των μεταβολών της διαφοράς μεταξύ της αποτίμησης των επενδύσεων σύμφωνα με την τρέχουσα αξία τους και της αποτίμησής τους με βάση την τιμή κτήσεως.

ΤΜΗΜΑ 7 Κανόνες αποτίμησης

Άρθρο 45

Το άρθρο 32 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, που ορίζει ότι η αποτίμηση των θέσεων που εμφανίζονται στους ετήσιους λογαριασμούς βασίζεται στη μέθοδο της τιμής πρόσκτησης ή του κόστους παραγωγής, εφαρμόζεται και στις επενδύσεις, με την επιφύλαξη των άρθρων 46 έως 49 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 46

1. Όσον αφορά την αποτίμηση των επενδύσεων, που αναφέρονται στη θέση Γ του ενεργητικού, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν ή να επιτρέπουν στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να εφαρμόζουν την τρέχουσα αξία, υπολογιζόμενη σύμφωνα με τα άρθρα 48 και 49.

2. Οι επενδύσεις που αναφέρονται στη θέση Δ του ενεργητικού αποτιμώνται σύμφωνα με την τρέχουσα αξία τους.

3. Σε περίπτωση που οι επενδύσεις έχουν αποτιμηθεί με βάση τη μέθοδο της αξίας κτήσεως, η τρέχουσα αξία τους πρέπει να εμφανίζεται στο προσάρτημα.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη στα οποία, κατά την κοινοποίηση της παρούσας οδηγίας, οι επενδύσεις αποτιμώνται με βάση την τιμή κτήσεως, μπορούν να παραχωρήσουν στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις τη δυνατότητα να εμφανίσουν για πρώτη φορά την τρέχουσα αξία των επενδύσεών τους στο προσάρτημα, στη θέση Γ 1 του ενεργητικού, το αργότερο πέντε χρόνια μετά την ημερομηνία που προβλέπεται στο άρθρο 70 παράγραφος 1 και την τρέχουσα αξία των άλλων επενδύσεων το αργότερο τρία έτη μετά την ημερομηνία αυτή.

4. Όταν οι επενδύσεις αποτιμώνται με την τρέχουσα αξία τους, η τιμή κτήσεως πρέπει να εμφανίζεται στο προσάρτημα.

5. Η ίδια μέθοδος αποτίμησης εφαρμόζεται για όλες τις επενδύσεις που εμφανίζονται στις θέσεις που σημειώνονται με αραβικό αριθμό ή στη θέση του ενεργητικού Γ Ι.

6. Η μέθοδος που εφαρμόζεται σε κάθε θέση επενδύσεων θα αναγράφεται στο προσάρτημα.

Άρθρο 47

Σε περίπτωση που οι επενδύσεις αποτιμώνται σύμφωνα με την τρέχουσα αξία, εφαρμόζεται το άρθρο 33 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 31 και 44 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 48

1. Στην περίπτωση άλλων επενδύσεων, πλην γηπέδωνοικοπέδων και κτιρίων, ως τρέχουσα αξία νοείται η αγοραία αξία με την επιφύλαξη της παραγράφου 5.

2. Στην περίπτωση που οι επενδύσεις είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο, ως αγοραία αξία νοείται η αξία κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού ή, εφόσον η ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού δεν αποτελεί ημέρα συναλλαγών στο χρηματιστήριο, κατά την τελευταία ημέρα διενέργειας συναλλαγών που προηγείται της ημερομηνίας αυτής.

3. Στην περίπτωση που υφίσταται αγορά για άλλες επενδύσεις εκτός από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ως αγοραία αξία νοείται η μέση τιμή με βάση την οποία έγιναν οι συναλλαγές επί των επενδύσεων κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού ή στην περίπτωση που η ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού δεν είναι ημέρα συναλλαγών, κατά την τελευταία ημέρα διενέργειας συναλλαγών που προηγείται της ημερομηνίας αυτής.

4. Στην περίπτωση που κατά την ημερομηνία κατά την οποία συντάσσονται οι λογαριασμοί, οι επενδύσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 ή 3 έχουν πωληθεί ή πρόκειται να πωληθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, η αγοραία αξία μειώνεται κατά το πραγματικό ή εκτιμώμενο κόστος ρευστοποίησης.

5. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία εφαρμόζεται η μέθοδος της καθαράς θέσεως σύμφωνα με το άρθρο 59 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, όλες οι υπόλοιπες επενδύσεις αποτιμώνται με βάση τη συντηρητκή εκτίμηση της πιθανής αξίας ρευστοποίησης.

6. Σε όλες τις περιπτώσεις, πρέπει να εμφανίζονται λεπτομερώς στο προσάρτημα, η μέθοδος αποτίμησης καθώς και η αιτία χρησιμοποίησης της μεθόδου αυτής.

Άρθρο 49

1. Ως τρέχουσα αξία γηπέδων-οικοπέδων και κτιρίων, νοείται η αγοραία αξία που προσδιορίζεται κατά την ημέρα της αποτίμησης, μειωμένη κατά περίπτωση όπως προβλέπεται στις παραγράφους 4 και 5.

2. Ως αγοραία αξία, νοείται η τιμή στην οποία τα γήπεδα-οικόπεδα και τα κτίρια θα μπορούσαν να πωληθούν με ιδιωτική συμφωνία ανάμεσα σε πωλητή που εκφράζει βούληση πωλήσεως και αγοραστή μη συνδεόμενο με προσωπική σχέση προς αυτόν κατά την ημέρα της αποτιμήσεως, υπό την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία αυτά διατίθενται σε δημόσια προφορά, ότι οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά επιτρέπουν κανονική εκποίηση και ότι ο διαθέσιμος χρόνος για τις διαπραγματεύσεις είναι ανάλογος προς τη σημασία του προς πώληση αγαθού.

3. Η αγοραία αξία καθοριζεται μέσω χωριστής αποτίμησης κάθε γηπέδου-οικοπέδου και κτιρίου, που διενεργείται το λιγότερο ανά πενταετία, σύμφωνα με μέθοδο γενικώς αναγνωρισμένη ή αναγνωρισμένη από τις ασφαλιστικές εποπτικές αρχές. Το άρθρο 35 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ δεν εφαρμόζεται.

4. Σε περίπτωση που η αξία ενός κτιρίου ή γηπέδου-οικοπέδου μειωθεί στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την τελευταία αποτίμηση σύμφωνα με την παράγραφο 3, θα πρέπει να γίνει η αντίστοιχη διόρθωση αξίας. Η προκύπτουσα μειωμένη αξία δεν αυξάνεται στους επόμενους ισολογισμούς, εκτός αν η αύξηση αυτή προκύψει από νέα αποτίμηση της αγοραίας αξίας, που πραγματοποιείται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.

5. Όταν, κατά την ημερομηνία σύνταξης των λογαριασμών, έχουν πωληθεί ή πρόκειται να πωληθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα τα κτίρια και τα γήπεδα-οικόπεδα, η αξία που καθορίστηκε σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 μειώνεται κατά τα πραγματικά ή υπολογιζόμενα έξοδα ρευστοποίησης.

6. Όταν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί η αγοραία αξία ενός γηπέδου-οικοπέδου ή κτιρίου, θεωρείται ως τρέχουσα αξία η τιμή που καθορίζεται με βάση την αρχή της τιμής κτήσεως ή του κόστους παραγωγής.

7. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό της τρέχουσας αξίας, καθώς και η κατανομή τους ανά εταιρική χρήση αποτίμησης των γηπέδων-οικοπέδων και των κτιρίων, διευκρινίζονται στο προσάρτημα.

Άρθρο 50

Όταν το άρθρο 33 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ εφαρμόζεται στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, η εφαρμογή αυτή γίνεται με τον ακόλουθο τρόπο:

α) η παράγραφος 1 στοιχείο α) εφαρμόζεται για τα στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στη θέση ΣΤ Ι του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας 7

β)

η παράγραφος 1 στοιχείο γ) εφαρμόζεται για τα στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στις θέσεις Γ Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV, ΣΤ Ι (με εξαίρεση τα αποθέματα) και ΣΤ ΙΙΙ του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 51

Το άρθρο 35 της οδηγίας 78/660/ΕΚ εφαρμόζεται στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με την επιφύλαξη των ακόλουθων τροποποιήσεων:

α)

το εν λόγω άρθρο εφαρμόζεται για τα στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στις θέσεις Β και Γ στα πάγια στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στη θέση ΣΤ Ι του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας 7

β)

η παράγραφος Ι στοιχείο γ) σημείο αα) εφαρμόζεται για τα στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στις θέσεις Γ ΙΙ, ΙΙΙ, IV και ΣΤ ΙΙΙ του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν τη διενέργεια διορθώσεων της αξίας των κινητών αξιών που περιλαμβάνονται μεταξύ των επενδύσεων ούτως ώστε να εμφανίζονται με την τυχόν χαμηλότερη τιμή τους κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού.

Άρθρο 52

Το άρθρο 38 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ εφαρμόζεται στα στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στη θέση ΣΤ Ι του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 53

Το άρθρο 39 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ εφαρμόζεται για τα στοιχεία του ενεργητικού που εμφανίζονται στις θέσεις Ε Ι, ΙΙ και ΙΙΙ και ΣΤ ΙΙ του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 54

Στην περίπτωση της ασφάλισης ζημιών, το ποσό των μεταφερόμενων εξόδων πρόσκτησης υπολογίζεται σύμφωνα με βάση συμβατή με αυτήν που χρησιμοποιήθηκε για τα μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα.

Στην περίπτωση της ασφάλισης ζωής, ο υπολογισμός των προς μεταφορά εξόδων πρόσκτησης αποτελεί τμήμα του αναλογισμού που αναφέρεται στο άρθρο 59.

Άρθρο 55

1. α) Εφόσον δεν έχουν αποτιμηθεί με βάση την αγοραία αξία, οι ομολογίες και τα άλλα χρεώγραφα σταθερής απόδοσης που αναφέρονται στις θέσεις του ενεργητικού Γ ΙΙ και ΙΙΙ, εγγράφονται στον ισολογισμό με την τιμή κτήσεως. Τα κράτη μέλη μπορούν ωστόσο να επιτρέπουν ή να απαιτούν να εγγράφονται τα χρεώγραφα στον ισολογισμό με την τιμή εξόφλησής τους.

β)

Όταν η τιμή κτήσεως των χρεωγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπερβαίνει την τιμή εξόφλησής τους, η διαφορά πρέπει να καταλογίζεται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως. Τα κράτη μέλη μπορούν ωστόσο να επιτρέπουν ή να επιβάλλουν ότι ορίζουν ότι η διαφορά θα αποσβέννυται κλιμακωτά, το αργότερο κατά τη στιγμή εξόφλησης των χρεωγράφων αυτών. Το ποσό της διαφοράς πρέπει να εμφανίζεται χωριστά στον ισολογισμό ή στο προσάρτημα.

γ)

Όταν η τιμή κτήσεως των χρεωγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, είναι μικρότερη από την τιμή εξόφλησης, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ή να ορίζουν ότι η διαφορά θα εμφανίζεται ως έσοδο στα αποτελέσματα χρήσεως κλιμακωτά καθ' όλη την περίοδο που εναπομένει μέχρι την εξόφληση των χρεωγράφων. Η διαφορά πρέπει να εμφανίζεται χωριστά στον ισολογισμό ή στο προσάρτημα.

2. Εάν οι ομολογίες ή οι άλλες αξίες σταθερής απόδοσης, οι οποίες δεν έχουν αποτιμηθεί με βάση την αγοραία αξία, πωληθούν προτού καταστούν ληξιπρόθεσμες και το προϊόν αυτής της πώλησης χρησιμοποιηθεί για την αγορά άλλων ομολογιών ή αξιών σταθερού εισοδήματος, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, να κατανέμεται η διαφορά σε σχέση με τη λογιστική αξία, ομοιόμορφα, στα υπολειπόμενο διάστημα μέχρι τη λήξη της πρώτης επένδυσης.

Άρθρο 56

Τεχνικές προβλέψεις

Το ποσό των τεχνικών προβλέψεων πρέπει ανά πάσα στιγμή να επαρκεί ώστε η επιχείρηση να μπορεί να ανταποκρίνεται, στο μέτρο του ευλόγως προβλεπτού, στις υποχρεώσεις που προκύπτουν από ασφαλιστικές συμβάσεις.

Άρθρο 57

Πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα

1. Ο υπολογισμός γίνεται καταρχάς για κάθε ασφαλιστική σύμβαση ξεχωριστά. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση στατιστικών μεθόδων, και ιδίως αναλογικών μεθόδων και μεθόδων κατ' αποκοπήν, εφόσον είναι πιθανόν ότι θα δώσουν τα ίδια περίπου αποτελέσματα με τους μεμονωμένους υπολογισμούς.

2. Στους κλάδους ασφάλισης όπου τα χαρακτηριστικά του κινδύνου δεν επιτρέπουν την εφαρμογή της μεθόδου της χρονικής αναλογίας, θα πρέπει να εφαρμοσθούν μέθοδοι υπολογισμού που να λαμβάνουν υπόψη τους τη διαχρονική εξέλιξη του κινδύνου.

Άρθρο 58

Πρόβλεψη για μη λήξαντες κινδύνους

Η πρόβλεψη για μη λήξαντες κινδύνους που αναφέρεται στο άρθρο 26 υπολογίζεται βάσει των ασφαλιστικών αποζημιώσεων και των διοικητικών εξόδων που ενδέχεται να προκύψουν μετά το τέλος της χρήσεως και οι οποίες καλύπτονται από συμβάσεις συναφθείσες πριν από την ημερομηνία αυτή, στο βαθμό που το προβλεπόμενο ύψος τους υπερβαίνει την πρόβλεψη για μη δεδουλευμένα ασφάλιστρα και τα απαιτητά ασφάλιστρα από τις συμβάσεις αυτές.

Άρθρο 59

Πρόβλεψη για την ασφάλιση ζωής

1. Η πρόβλεψη για την ασφάλιση ζωής υπολογίζεται καταρχήν χωριστά για κάθε ασφαλιστική σύμβαση. Τα κράτη μέλη μπορούν ωστόσο να επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση στατιστικών ή μαθηματικών μεθόδων, εφόσον μπορεί να υποτεθεί ότι θα δώσουν τα ίδια κατά προσέγγιση αποτελέσματα με τους μεμονωμένους υπολογισμούς. Το προσάρτημα πρέπει να περιλαμβάνει παρουσίαση των σπουδαιότερων βάσεων υπολογισμού.

2. Ο υπολογισμός γίνεται ετησίως από αναλογιστή ή από οποιοδήποτε άλλο ειδικό επί του θέματος άτομο, βάσει αναγνωρισμένων αναλογιστικών μεθόδων.

Άρθρο 60

Υπολογισμός της πρόβλεψης για εκκρεμείς ζημίες

1. Ασφάλιση κατά ζημιών

στ)

α)

Η πρόβλεψη υπολογίζεται καταρχήν ξεχωριστά για κάθε περίπτωση βάσει των εξόδων που αναμένεται ότι θα προκύψουν. Είναι δυνατή η χρησιμοποίηση στατιστικών μεθόδων εφόσον η δημιουργούμενη πρόβλεψη είναι επαρκής δεδομένων των κινδύνων. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι απαιτείται η προηγούμενη έγκριση για την εφαρμογή των εν λόγω μεθόδων.

β)

Η πρόβλεψη αυτή πρέπει να συμπεριλαμβάνει τις αξιώσεις από ασφαλιστικούς κινδύνους που έχουν επέλθει αλλά δεν δηλώθηκαν μέχρι την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού 7 για τον υπολογισμό της πρόβλεψης αυτής, λαμβάνεται υπόψη η πείρα του παρελθόντος όσον αφορά τον αριθμό και το ύψος των αποζημιώσεων που δηλώνονται μετά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού.

γ)

Οι δαπάνες για τον διακανονισμό των αποζημιώσεων λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό της πρόβλεψης, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους.

δ)

Τα ανακτήσιμα ποσά που απορρέουν από την απόκτηση δικαιωμάτων των ασφαλισμένων έναντι τρίτων (υποκατάσταση) ή από την απόκτηση της κατά νόμον κυριότητας των ασφαλισμένων περιουσιακών στοιχείων (διάσωση) αφαιρούνται από το ποσό της πρόβλεψης για ασφαλιστικές αξιώσεις και εκτιμώνται με φειδώ. Σε περίπτωση που τα ποσά αυτά είναι σημαντικά, θα πρέπει να αναφέρονται στο παράρτημα.

ε)

Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο δ), τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν ή να επιτρέπουν την εγγραφή στο ενεργητικό των ανακτήσιμων ποσών.

στ)

Όταν η ασφαλιστική επιχείρηση πρέπει να καταβάλει αποζημίωση με τη μορφή ετήσιας προσόδου, η πρόβλεψη που πρέπει να δημιουργηθεί για το σκοπό αυτό υπολογίζεται βάσει αναγνωρισμένων αναλογιστικών μεθόδων.

ζ)

Κάθε σιωπηρή μείωση ή προεξόφληση είτε προκύπτει από την αποτίμηση της πρόβλεψης για εκκρεμείς ζημίες σε τρέχουσα τιμή κατώτερη από το προβλεπόμενο ποσό του διακανονισμού που θα πραγματοποιηθεί αργότερα, είτε γίνεται με άλλο τρόπο, απαγορεύεται.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ρητή μείωση ή προεξόφληση προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη τα προϊόντα των επενδύσεων. Η μείωση ή προεξόφληση αυτή μπορεί να επιτραπεί μόνο υπό τους εξής όρους:

ιιi) Ο διακανονισμός των ασφαλιστικών αποζημιώσεων δεν προβλέπεται να επέλθει πριν από την πάροδο τεσσάρων ετών από την ημερομηνία που καταρτίστηκαν οι λογαριασμοί,

ιii)

η μείωση ή προεξόφληση πραγματοποιείται σύμφωνα με αναγνωρισμένη συντηρητική βάση, η δε αρμόδια αρχή πρέπει να έχει εκ των προτέρων ειδοποιηθεί για κάθε αλλαγή της μεθόδου,

iii)

η επιχείρηση συνυπολογίζει στο συνολικό κόστος του διακανονισμού των ασφαλιστικών αποζημιώσεων όλους τους παράγοντες που ενδέχεται να επιφέρουν αύξηση του κόστους,

iv)

τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η επιχείρηση επαρκούν για να καταρτιστεί ένα αξιόπιστο μοντέλο σειράς καταβολών των αποζημιώσεων,

ιv)

το επιτόκιο που χρησιμοποιείται για την αναπροσαρμογή δεν μπορεί να υπερβαίνει μια συνετή εκτίμηση της απόδοσης των στοιχείων του ενεργητικού που έχουν τοποθετηθεί ως προβλέψεις για ασφαλιστικούς κινδύνους κατά τη διάρκεια του απαιτούμενου χρονικού διαστήματος για την καταβολή αυτών των αποζημιώσεων. Επίσης, το επιτόκιο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το χαμηλότερο των εξής δύο συντελεστών:

- απόδοση των εν λόγω στοιχείων του ενεργητικού κατά τα τελευταία πέντε έτη,

- απόδοση των εν λόγω στοιχείων του ενεργητικού κατά το έτος που προηγείται της κατάρτισης του ισολογισμού.

Όταν η επιχείρηση πραγματοποιεί μείωση ή προεξόφληση, οφείλει να αναφέρει στο προσάρτημα το συνολικό ποσό των προβλέψεων πριν από τη μείωση ή προεξόφληση, τις κατηγορίες αποζημιώσεων για τις οποίες γίνεται μείωση ή προεξόφληση καθώς και, για κάθε κατηγορία αποζημιώσεων, τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν, και ιδίως τους συντελεστές που επελέγησαν για τις εκτιμήσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, σημεία iii) και v), και τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της προθεσμίας μέχρι το διακανονισμό των ασφαλιστικών αποζημιώσεων.

2. Ασφάλιση ζωής:

α) Το ποσό της πρόβλεψης για αποζημιώσεις είναι ίσο προς το ποσό που οφείλεται στους δικαιούχους, αυξημένο κατά τα έξοδα διακανονισμού των αποζημιώσεων. Περιλαμβάνει επίσης την πρόβλεψη για αξιώσεις από ζημίες που έχουν επέλθει αλλά δεν έχουν δηλωθεί.

β)

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν την εγγραφή των ποσών που αναφέρονται στο στοιχείο α), στη θέση Γ 2 του παθητικού.

Άρθρο 61

1. Μέχρι νεωτέρου συντονισμού, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ή να επιτρέπουν την εφαρμογή των ακόλουθων μεθόδων, όταν, εξαιτίας της φύσης του κλάδου ή του είδους της ασφάλισης, τα στοιχεία τα σχετικά με τα εισπρακτέα ασφάλιστρα, τις πληρωτέες απαιτήσεις ή και τα δύο, για το ασφαλιστικό έτος, δεν επαρκούν κατά την ημερομηνία κατάρτισης των ετήσιων λογαριασμών για μια ακριβή εκτίμηση.

Πρώτη μέθοδος

Το επιπλέον ποσό που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των εγγεγραμμένων ασφαλίστρων και των απαιτήσεων και των δαπανών που έχουν καταβληθεί δυνάμει των αρχομένων κατά το ασφαλιστικό έτος συμβολαίων, αποτελεί τεχνική πρόβλεψη η οποία περιλαμβάνεται στον ισολογισμό στη θέση Γ 3 του παθητικού. Η πρόβλεψη αυτή μπορεί επίσης να υπολογισθεί βάσει ενός καθορισμένου ποσοστού των καταχωρηθέντων ασφαλίστρων, εάν θεωρείται σκόπιμη η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου λόγω της ιδιαιτερότητας του ασφαλισμένου κινδύνου. Το ποσό της τεχνικής πρόβλεψης αυξάνεται, μόλις παρουσιαστεί ανάγκη, ούτως ώστε να καταστεί επαρκές για την αντιμετώπιση των τρεχουσών και των μελλοντικών υποχρεώσεων. Η τεχνική πρόβλεψη που δημιουργείται με βάση τη μέθοδο αυτή αντικαθίσταται από μια πρόβλεψη για εκκρεμείς ζημίες που υπολογίζεται με το συνηθισμένο τρόπο μόλις συγκεντρωθούν επαρκή στοιχεία και, το αργότερο, στο τέλος της τρίτης εταιρικής χρήσης μετά το εν λόγω ασφαλιστικό έτος.

Δεύτερη μέθοδος

Οι αριθμοί που περιλαμβάνονται στο σύνολο του τεχνικού λογαριασμού ή σε ορισμένες θέσεις του αφορούν έτος το οποίο εξ ολοκλήρου ή εν μέρει προηγείται της εταιρικής χρήσεως. Το έτος αυτό δεν πρέπει να προηγείται της εταιρικής χρήσεως περισσότερο από δώδεκα μήνες. Εν ανάγκη, το ποσό των τεχνικών προβλέψεων του ισολογισμού αυξάνεται, ούτως ώστε να επαρκεί για την κάλυψη των τρεχουσών και μελλοντικών υποχρεώσεων.

2. Εφόσον εφαρμοστεί μία από τις μεθόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η μέθοδος αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται συστηματικά επί πολλά έτη, εκτός εάν οι συνθήκες διακαιολογούν κάποια μεταβολή. Στο προσάρτημα πρέπει να αναφέρεται και να αιτιολογείται δεόντως η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου. Σε περίπτωση αλλαγής της εφαρμοζόμενης μεθόδου, θα πρέπει να εμφανίζονται στο προσάρτημα οι επιπτώσεις επί των περιουσιακών στοιχείων, της χρηματοοικονομικής κατάστασης και των αποτελεσμάτων χρήσεως της εταιρείας. Σε περίπτωση που εφαρμοστεί η πρώτη μέθοδος, θα πρέπει να αναφέρεται στο προσάρτημα το χρονικό διάστημα για τη δημιουργία στη συνήθη βάση της πρόβλεψης για εκκρεμείς ζημίες. Σε περίπτωση εφαρμογής της δεύτερης μεθόδου θα πρέπει να αναφέρεται στο προσάρτημα το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ του έτους στο οποίο αναφέρονται οι αριθμοί και του ασφαλιστικού έτους, καθώς και το μέγεθος των σχετικών δραστηριοτήτων.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ασφαλιστικό έτος είναι η εταιρική χρήση κατά την οποία άρχισαν να ισχύουν τα ασφαλιστικά συμβόλαια στον εν λόγω ασφαλιστικό κλάδο ή είδος ασφάλισης.

Άρθρο 62

Εν αναμονή περαιτέρω συντονισμού, τα κράτη μέλη τα οποία απαιτούν την κατάρτιση εξισωτικών προβλέψεων ορίζουν τους κανόνες υπολογισμού που εφαρμόζονται στις προβλέψεις αυτές.

ΤΜΗΜΑ 8 Περιεχόμενο του προσαρτήματος

Άρθρο 63

Αντί για τις πληροφορίες που προβλέπονται βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 1 σημείο 8 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πρέπει να παρέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

ΙΙΙ. Όσον αφορά την ασφάλιση κατά ζημιών, το προσάρτημα πρέπει να αναφέρει:

1. τα εγγεγραμμένα μεικτά ασφάλιστρα,

2.

τα δεδουλευμένα μεικτά ασφάλιστρα,

3.

τις μεικτές ασφαλιστικές αποζημιώσεις,

4.

τα έξοδα εκμετάλλευσης,

5.

το υπόλοιπο της αντασφάλισης.

Τα ποσά αυτά πρέπει να αναφέρονται ξεχωριστά για τη δραστηριότητα της πρωτασφάλισης και για αυτή της αντασφάλισης, εφόσον τα αναληφθέντα αντασφάλιστρα ανέρχονται στο 10 % τουλάχιστον του συνολικού ποσού των εγγεγραμμένων μεικτών ασφαλίστρων, και, όσον αφορά την πρωτασφάλιση, αναφέρονται ξεχωριστά για τους ακόλουθους κλάδους:

- ατυχήματος και ασθενείας,

- αυτοκινήτων, αστική ευθύνη,

- αυτοκινήτων, άλλοι κλάδοι,

- πλοίων, αεροσκαφών και μεταφορών,

- πυρκαγιάς και λοιπών υλικών ζημιών,

- αστικής ευθύνης,

- πιστώσεων και εγγυήσεων,

- νομικής προστασίας,

- βοήθειας,

- διαφόρων κινδύνων.

Η κατανομή κατά ομάδα κλάδων όσον αφορά την πρωτασφάλιση δεν απαιτείται όταν το ποσό των εγγεγραμμένων μεικτών ασφαλίστρων πρωτασφάλισης για την εν λόγω ομάδα δεν υπερβαίνει τα 10 εκατομμύρια Ecu. Πάντως, οι επιχειρήσεις οφείλουν οπωσδήποτε να αναφέρουν τα ποσά τα σχετικά με τις τρεις σημαντικότερες ομάδες κλάδων της δραστηριότητάς τους.

ΙΙΙ.

Όσον αφορά την ασφάλεια ζωής, το προσάρτημα πρέπει να αναφέρει:

1. τα εγγεγραμμένα μεικτά ασφάλιστρα, ξεχωριστά για την πρωτασφάλιση και την αναληφθείσα αντασφάλιση, εφόσον τα αντασφάλιστρα ανέρχονται στο 10 % τουλάχιστον του συνόλου των μεικτών ασφαλίστρων, και όσον αφορά την πρωτασφάλιση, αναφέρονται ξεχωριστά για τις ακόλουθες κατηγορίες:

α) ιιι) ατομικά ασφάλιστρα,

ιii)

ασφάλιστρα ομαδικών ασφαλιστικών συμβάσεων,

β)

ιιι)

περιοδικά ασφάλιστρα,

ιii)

εφάπαξ ασφάλιστρα,

γ)

ιιι)

ασφάλιστρα για συμβάσεις χωρίς συμμετοχή στα κέρδη,

ιιι)

ασφάλιστρα για συμβάσεις με συμμετοχή στα κέρδη,

iii)

ασφάλιστρα για συμβάσεις στην περίπτωση που τον επενδυτικό κίνδυνο τον φέρουν οι αντισυμβαλλόμενοι.

Δεν είναι αναγκαίο να αναφέρεται το ποσό που αντιστοιχεί σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες α), β) και γ), εφόσον δεν υπερβαίνει το 10 % του συνόλου των εγγεγραμμένων μεικτών ασφαλίστρων πρωτασφάλισης 7

2.

το υπόλοιπο της αντασφάλισης.

III.

Στις περιπτώσεις που καλύπτει το άρθρο 33 παράγραφος 4, το προσάρτημα πρέπει να αναφέρει τα μεικτά ασφάλιστρα, ξεχωριστά για την ασφάλιση ζημιών και για την ασφάλιση ζωής.

IV.

Σε όλες τις περιπτώσεις, το προσάρτημα πρέπει να αναφέρει το σύνολο των μεικτών ασφαλίστρων πρωτασφάλισης που προκύπτουν από συμβάσεις που έχουν συναφθεί από την ασφαλιστική επιχείρηση:

- στο κράτος μέλος της έδρας της,

- στα άλλα κράτη μέλη,

- σε άλλες χώρες.

Εξυπακούεται ότι η αναφορά των αντίστοιχων ποσών δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση που δεν υπερβαίνουν το 5 % του συνολικού ποσού των μεικτών ασφαλίστρων.

Άρθρο 64

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πρέπει να αναφέρουν λεπτομερώς τις προμήθειες για τις δραστηριότητες πρωτασφάλισης που καταχωρήθηκαν λογιστικά κατά τη διάρκεια της χρήσεως. Η υποχρέωση αυτή αφορά προμήθειες οποιασδήποτε μορφής, και ιδίως προμήθειες σύναψης, ανανέωσης, είσπραξης και διαχείρισης χαρτοφυλακίου.

ΤΜΗΜΑ 9 Διατάξεις σχετικά με τους ενοποιημένους λογαριασμούς

Άρθρο 65

1. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις καταρτίζουν ενοποιημένους λογαριασμούς και ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης σύμφωνα με την οδηγία 83/349/ΕΟΚ, εκτός αν ορίζεται άλλως στο παρόν τμήμα.

2. Η παράγραφος 1 ισχύει επίσης για τις μητρικές επιχειρήσεις που μοναδικό ή βασικό σκοπό έχουν τη συμμετοχή σε θυγατρικές επιχειρήσεις, καθώς και τη διαχείριση και αξιοποίηση των συμμετοχών αυτών, όταν οι θυγατρικές επιχειρήσεις είναι αποκλειστικώς ή κυρίως ασφαλιστικές επιχειρήσεις, στα βαθμό που ένα κράτος μέλος δεν κάνει χρήση του άρθρου 5 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ.

Άρθρο 66

Η οδηγία 83/349/ΕΟΚ ισχύει σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

1. Τα άρθρα 4, 6 και 40 δεν εφαρμόζονται.

2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 πρώτη και δεύτερη περίπτωση και συγκεκριμένα:

- η αξία των πάγιων στοιχείων, και

- το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών,

αντικαθίστανται από τις πληροφορίες για τα «Εγγεγραμμένα μεικτά ασφάλιστρα», όπως ορίζονται στο άρθρο 35 της παρούσας οδηγίας.

3.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν το άρθρο 12 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ, στην περίπτωση δύο ή περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων, οι οποίες δεν συνδέονται κατά τον τρόπο που περιγράφεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 1 ή 2, αλλά τελούν υπό ενιαία διεύθυνση, χωρίς αυτό να προβλέπεται από σύμβαση ή ρήτρα του καταστατικού. Η ενιαία διεύθυνση μπορεί επίσης να έχει τη μορφή σημαντικών και βιώσιμων αντασφαλιστικών δεσμών.

4.

Τα κράτη μέλη μπορούν να δεχθούν παρεκκλίσεις από το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ, όταν η συναλλαγή έχει γίνει σύμφωνα με τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς και έχει δημιουργήσει δικαιώματα υπέρ των ασφαλισμένων. Οι παρεκκλίσεις αυτές αναφέρονται, και, όταν έχει σημαντική επίδραση στα περιουσιακά στοιχεία, στην οικονομική κατάσταση και στα αποτελέσματα χρήσεως του συνόλου των επιχειρήσεων που συμπεριλαμβάνονται στην ενοποίηση, πρέπει να περιλαμβάνεται σχετική μνεία στο προσάρτημα των ενοποιημένων λογαριασμών.

5.

Το άρθρο 27 παράγραφος 3 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ εφαρμόζεται υπό την προϋπόθεση ότι η ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού μιας επιχείρησης που περιλαμβάνεται στην ενοποίηση δεν προηγείται άνω των έξι μηνών της ημερομηνίας κλεισίματος των ενοποιημένων λογαριασμών.

6.

Το άρθρο 29 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ δεν ισχύει για τα στοιχεία του παθητικού τα οποία έχουν αποτιμηθεί από τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην ενοποίηση κατ' εφαρμογή ειδικών ασφαλιστικών διατάξεων, ούτε και για τα στοιχεία του ενεργητικού οι διακυμάνσεις της αξίας των οποίων επηρεάζουν δικαιώματα των ασφαλισμένων ή γεννούν τέτοια δικαιώματα. Η χρήση της παρέκκλισης αυτής πρέπει να αναφέρεται στο προσάρτημα των ενοποιημένων λογαριασμών.

Άρθρο 67

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ή να επιτρέπουν, αποκλειστικά στους ενοποιημένους λογαριασμούς, όλα τα έσοδα και τα έξοδα των επενδύσεων να περιλαμβάνονται στον μη τεχνικό λογαριασμό, ακόμα και όταν τα εν λόγω έσοδα και έξοδα συνδέονται με δραστηριότητες ασφάλισης ζωής.

Επιπλέον, στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν ή να επιτρέπουν την εγγραφή τμήματος των εσόδων από τις επενδύσεις στον τεχνικό λογαριασμό για την ασφάλιση ζωής.

ΤΜΗΜΑ 10 Δημοσιότητα

Άρθρο 68

1. Οι νομότυπα εγκεκριμένοι ετήσιοι λογαριασμοί των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, η έκθεση διαχείρισης καθώς και η έκθεση που καταρτίζει ο υπεύθυνος για τον έλεγχο των λογαριασμών, δημοσιεύονται κατά τα προβλεπόμενα από την εθνική νομοθεσία του κάθε κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 68/151/ΕΟΚ (;).

(;) ΕΕ αριθ. L 65 της 14. 3. 1968, σ. 8.

Εντούτοις, η νομοθεσία κράτους μέλους μπορεί να επιτρέπει να μην αποτελεί η έκθεση διαχείρισης αντικείμενο της δημοσίευσης που αναφέρει το πρώτο εδάφιο. Στην περίπτωση αυτή, η έκθεση διαχείρισης τηρείται στη διάθεση του κοινού στην έδρα της εταιρείας στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. Πλήρες αντίγραφο ή απόσπασμα της έκθεσης αυτής, χορηγείται με απλή αίτηση. Το αντίτιμο για το αντίγραφο αυτό δεν πρέπει να υπερβαίνει το διοικητικό κόστος του.

2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης στους νομότυπα εγκεκριμένους ενοποιημένους λογαριασμούς, στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης και στην έκθεση που καταρτίζει ο υπεύθυνος για τον έλεγχο των λογαριασμών.

3. Όταν, ωστόσο, η ασφαλιστική επιχείρηση που έχει καταρτίσει τους ετήσιους ή τους ενοποιημένους λογαριασμούς έχει μία απο τις εταιρικές μορφές που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ και δεν υπέχει κατά την εθνική νομοθεσία υποχρέωση δημοσίευσης των εγγράφων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, αντίστοιχη με την υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 3 της οδηγίας 68/151/ΕΟΚ, η ασφαλιστική αυτή επιχείρηση οφείλει τουλάχιστον να θέτει αυτά τα έγγραφα στη διάθεση του κοινού στην έδρα της. Αντίγραφο των εγγράφων αυτών, χορηγείται με απλή αίτηση. Το αντίτιμο για το έγγραφο δεν πρέπει να υπερβαίνει το διοικητικό κόστος του.

4. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες κυρώσεις για την παράβαση των κανόνων δημοσιότητας που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

ΤΜΗΜΑ 11 Τελικές διατάξεις

Άρθρο 69

Η επιτροπή συνεργασίας που έχει συσταθεί με το άρθρο 52 της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, υπό κατάλληλη σύνθεση, έχει επίσης ως αποστολή:

α) να διευκολύνει, με την επιφύλαξη των άρθρων 169 και 170 της συνθήκης, την εναρμονισμένη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, με τακτική συνεννόηση όσον αφορά ιδίως τα συγκεκριμένα προβλήματα της εφαρμογής της 7

β)

να συμβουλεύει, εάν είναι αναγκαίο, την Επιτροπή για τις προσθήκες ή τροποποιήσεις που πρέπει να γίνουν στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 70

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1994. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, ή περιέχουν παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις της αναφοράς αυτής εκδίδονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται για πρώτη φορά στους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς των οικονομικών ετών που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 1995 ή κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους 1995.

3. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των βασικών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 71

Πέντε χρόνια μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 70 παράγραφος 2, το Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, θα εξετάσει και, αν χρειαστεί, θα αναθεωρήσει οποιαδήποτε από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας που προβλέπουν διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, με γνώμονα την εμπειρία που θα έχει αποκτηθεί κατά την εφαρμογή της, και λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τους στόχους της αυξημένης διαφάνειας και της μεγαλύτερης εναρμόνισης των υποχρεώσεων που επιβάλλει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 72

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 1991.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. DANKERT

(1) ΕΕ αριθ. C 131 της 18. 4. 1987, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. C 96 της 17. 4. 1989, σ. 93 και ΕΕ αριθ. C 326 της 16. 12. 1991.

(3) ΕΕ αριθ. C 319 της 30. 11. 1987, σ. 13.

(4) ΕΕ αριθ. L 222 της 14. 8. 1978, σ. 11.

(5) ΕΕ αριθ. L 317 της 16. 11. 1990, σ. 60.

(6) ΕΕ αριθ. L 193 της 18. 7. 1983, σ. 1.

(7) ΕΕ αριθ. L 228 της 16. 8. 1973, σ. 3.

(8) ΕΕ αριθ. L 330 της 29. 11. 1990, σ. 44.

(1) ΕΕ αριθ. L 63 της 13. 3. 1979, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 330 της 29. 11. 1990, σ. 50.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ «LLOYD'S»

A. Γενικές διατάξεις

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τόσο το «Lloyd's» όσο και οι συμπράξεις του «Lloyd's», θεωρούνται ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

Με την επιφύλαξη των απαραίτητων προσαρμογών που εκτίθενται στο τμήμα Β:

- οι συμπράξεις του Lloyd's οφείλουν να καταρτίζουν ετήσιους λογαριασμούς («λογαριασμοί των συμπράξεων») και

- το Lloyd's οφείλει να καταρτίζει συνολικούς λογαριασμούς αντί των ενοποιημένων λογαριασμών που απαιτούνται δυνάμει της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ («συνολικοί λογαριασμοί»).

Στο παρόν παράρτημα, ο όρος «λογαριασμοί του Lloyd's» καλύπτει και τους δύο προαναφερόμενους τύπους λογαριασμών.

Β.

Ειδικές διατάξεις

1. Περιεχόμενο των λογαριασμών των συμπράξεων

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 9, οι λογαριασμοί των συμπράξεων καταρτίζονται συγκεντρωτικά για διάστημα τριών εταιρικών χρήσεων και περιλαμβάνουν ένα λογαριασμό εκμετάλλευσης («underwriting account») για καθεμία από τις χρήσεις αυτές καθώς και έναν ισολογισμό για το σύνολο των χρήσεων. Οι λογαριασμοί που καταρτίζονται μετά από 12 και 24 μήνες ονομάζονται «ανοικτά έτη» («open years»). Ο λογαριασμός εκμετάλλευσης καταρτίζεται κατ' αναλογίαν προς τις διατάξεις που διέπουν την κατάρτιση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως 7 ο λογαριασμός αυτός περιλαμβάνει επιπλέον:

α) τις κινήσεις για κάθε θέση από την ημερομηνία κλεισίματος της προηγούμενης χρήσεως 7

β)

το όριο εγγραφής ασφαλίστρων της σύμπραξης για τη συγκεκριμένη χρήση.

2.

Περιεχόμενο των συνολικών λογαριασμών

Οι συνολικοί λογαριασμοί καταρτίζονται συγκεντρωτικά και περιλαμβάνουν τους λογαριασμούς όλων των συμπράξεων του Lloyd's. Περιλαμβάνουν επίσης κατάσταση με πληροφορίες για:

α) τις πράξεις που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ συμπράξεων, συμπεριλαμβανομένων των εγγεγραμμένων ασφαλίστρων και των ποσών που κατεβλήθησαν για αποζημιώσεις 7

β)

τη μέθοδο συνυπολογισμού των μεταβατικών χρήσεων («run-off years of account») που αναφέρονται στην παράγραφο 9 7

γ)

τη μέθοδο υπολογισμού του ορίου εγγραφής ασφαλίστρων του κάθε μέλους των συμπράξεων του Lloyd's.

3.

Κεφάλαιο

Το Lloyd's και οι συμπράξεις του Lloyd's απαλλάσσονται από την υποχρέωση να παρέχουν, αντίστοιχα, στους συνολικούς λογαριασμούς και στους λογαριασμούς των συμπράξεων, τις ενδείξεις που αντιστοιχούν στις θέσεις Α Ι («Καλυφθέν κεφάλαιο ή αντίστοιχο κεφάλαιο»), Α ΙΙ («Διαφορά από έκδοση μετοχών και ομολογιών υπέρ το άρτιο») και Α IV («Αποθεματικά») του παθητικού. Αντ' αυτών, οι Lloyd's προσαρτούν στους συνολικούς τους λογαριασμούς κατάσταση που περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:

α) Ατομικά κεφάλαια των μελών:

1. Καταθέσεις στο Lloyd's

2.

Προσωπικό αποθεματικό κεφάλαιο

3.

Ειδικό αποθεματικό κεφάλαιο

4.

Άλλα δηλωθέντα κεφάλαια.

β)

Κεντρικά κεφάλαια του Lloyd's:

1.

Καθαρό ενεργητικό του κεντρικού κεφαλαίου

2.

Καθαρό ενεργητικό του νομικού προσώπου του Lloyd's («Corporation of Lloyd's»).

4.

Φορολόγηση

α) Το Lloyd's και οι συμπράξεις του Lloyd's απαλλάσσονται από την υποχρέωση να παρέχουν, αντίστοιχα, στους συνολικούς λογαριασμούς και στους λογαριασμούς των συμπράξεων τις ενδείξεις που αντιστοιχούν στις θέσεις Ε 2 («Προβλέψεις για φόρους») και Ζ 5 («Λοιπές υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων των φόρων και κοινωνικών ασφαλίσεων») του παθητικού, αποκλειστικά για τους φόρους, καθώς και στις θέσεις ΙΙΙ.9 («Φόρος επί αποτελεσμάτων από συνήθεις δραστηριότητες») και ΙΙΙ.14 («Φόρος επί των εκτάκτων αποτελεσμάτων») του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, εξαιρουμένων των ποσών που παρακρατούνται στην πηγή.

β)

Ωστόσο, όλοι οι λογαριασμοί του Lloyd's συνοδεύονται από μια κατάσταση στην οποία διευκρινίζεται ο λόγος για τον οποίο δεν αναφέρεται ένας φόρος και επισημαίνεται ο εφαρμοστέος βασικός συντελεστής φορολόγησης για τα ποσά που παρακρατούνται στην πηγή.

5.

Λογιστικές αρχές

α) Αρχή της συνεχούς λειτουργίας των επιχειρήσεων

Η αρχή της συνεχούς λειτουργίας που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, δεν εφαρμόζεται στους λογαριασμούς του Lloyd's.

β)

Αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων

Η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ, δεν εφαρμόζεται στους λογαριασμούς του Lloyd's.

γ)

Καταλογισμός των εσόδων

Το αργότερο σε μια τριετία από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 70 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, το Lloyd's και οι συμπράξεις του Lloyd's οφείλουν να καταλογίσουν τα έσοδα που απορρέουν από τα ασφαλιστήρια συμβόλαια, στις χρήσεις των συμπράξεων ανάλογα με την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του συμβολαίου.

δ)

Άλλες λογιστικές αρχές

Σε όλους τους λογαριασμούς του Lloyd's:

- τα παρόμοια στοιχεία αντιμετωπίζονται με ενιαίο τρόπο,

- λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που πρόκειται να εισπραχθούν από τους αντασφαλιστές για τα ανοικτά έτη στην περίπτωση που η σύμπραξη έχει καταβάλει την ασφαλιστική αποζημίωση,

- τα έξοδα λειτουργίας καταλογίζονται στη λογιστική χρήση στην οποία αναφέρονται.

6.

Τεχνικές προβλέψεις

Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 56 και 60 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του παρόντος παραρτήματος, οι τεχνικές προβλέψεις δεν εμφανίζονται στους λογαριασμούς του Lloyd's.

Ωστόσο:

α) στο λογαριασμό λειτουργίας των ανοικτών ετών εμφαίνεται το πλεόνασμα των εισπραχθέντων ασφαλίστρων σε σχέση με τις καταβληθείσες ασφαλιστικές αποζημιώσεις και έξοδα, κατ' αναλογία προς το άρθρο 61 της παρούσας οδηγίας 7

β)

κατά το κλείσιμο της χρήσης υπολογίζεται μια πρόβλεψη για ασφαλιστικές αποζημιώσεις και εμφαίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 8 του παρόντος τμήματος.

7.

Ανοικτά έτη («Open years»)

Οι συμπράξεις οφείλουν να καταρτίζουν τους λογαριασμούς των ανοικτών ετών βάσει των ταμειακών πράξεων.

8.

Σύμβαση αντασφάλισης για λόγους κλεισίματος («Reinsurance to close»)

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 9, οι λογαριασμοί των συμπράξεων κλείνουν μετά τριετία με την καταβολή ασφαλίστρου αντασφάλισης για λόγους κλεισίματος («Reinsurance to close»), οι δε συμπράξεις οφείλουν να παρέχουν τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:

- Ακαθάριστο ποσό εκκρεμών ασφαλιστικών ζημιών που έχουν δηλωθεί

.

- Ποσά που οφείλονται από τους αντασφαλιστές ( )

.

- Καθαρό ποσό εκκρεμών ασφαλιστικών ζημιών που έχουν δηλωθεί

.

- Πρόβλεψη για ακαθάριστο ασφάλισμα ζημιών που έχουν επέλθει, αλλά δεν έχουν δηλωθεί

.

- Ποσά που οφείλονται από τους αντασφαλιστές ( )

.

- Πρόβλεψη για καθαρό ασφάλισμα ζημιών που έχουν επέλθει, αλλά δεν έχουν δηλωθεί

.

- Καθαρό ασφάλιστρο αντασφάλισης για λόγους κλεισίματος («Reinsurance to close») στο τέλος της χρήσεως (καθαρό ποσό)

.

9.

Μεταβατικές εταιρικές χρήσεις («Run-off years of account»)

α) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, μεταβατική εταιρική χρήση («run-off years of account») είναι η χρήση για την οποία, κατά την κανονική ημερομηνία κλεισίματος σύμφωνα με την παράγραφο 8, εξακολουθεί να υπάρχει κάποια αβεβαιότητα που εμποδίζει τον υπολογισμό του ασφαλίστρου αντασφάλισης για λόγους κλεισίματος («reinsurance to close»), και η χρήση επομένως παραμένει ανοικτή έως ότου εξαλειφθεί η αβεβαιότητα.

β)

Για κάθε μεταβατική χρήση, οι λογαριασμοί των συμπράξεων περιλαμβάνουν έναν λογαριασμό εκμετάλλευσης που αναφέρει το ποσό της πρόβλεψης για την κάλυψη όλων των γνωστών και μη γνωστών τρεχουσών υποχρεώσεων. Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει πρόβλεψη για ασφαλιστικές αποζημιώσεις, εκτιμώμενη με το συνήθη τρόπο.

10.

Παρακαταθήκες σε εκχωρούσες επιχειρήσεις

Επί χρονικό διάστημα που λήγει το αργότερο τρία έτη μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 70 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, το Lloyd's και οι συμπράξεις του Lloyd's δεν υποχρεούνται να παρέχουν τις ενδείξεις που αντιστοιχούν στη θέση Γ IV («Παρακαταθήκες σε εκχωρούσες επιχειρήσεις») του ενεργητικού.

11.

Ασφάλιση ζωής

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 33 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας, τα στοιχεία τα σχετικά με την ασφάλιση ζωής των Lloyd's (καθαρή ασφάλιση έναντι κινδύνου θανάτου για διάστημα έως 10 έτη) μπορούν να εμφανίζονται στους λογαριασμούς του Lloyd's με τη διάρθρωση που προβλέπεται στο άρθρο 34, κεφάλαιο Ι για την ασφάλιση ζημιών.

12.

Μεικτά ασφάλιστρα

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 35, της παρούσας οδηγίας, τα μεικτά ασφάλιστρα μπορούν να εμφανίζονται μετά την αφαίρεση των μεσιτικών. Εκτός των όσων προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου αυτού όσον αφορά το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, θέσεις Ι σημείο 1α) και ΙΙ σημείο 1α) («Μεικτά εγγεγραμμένα ασφάλιστρα»), περιέχεται επίσης σημείωμα:

- στους λογαριασμούς των συμπράξεων, στο οποίο εξηγείται η βάση τιμολόγησης των προμηθειών από μεσιτικά, και αναφέρεται το κατ' εκτίμηση μέσο ποσοστό των προμηθειών από μεσιτικά για κάθε μεγάλη κατηγορία ασφαλιστηρίων συμβολαίων που έχουν εκδοθεί από τη σύμπραξη,

- στους συνολικούς λογαριασμούς, στο οποίο αναφέρεται το κατ' εκτίμηση μέσο ποσοστό των προμηθειών και μεσιτικών για το σύνολο της αγοράς.

13.

Περιεχόμενο του παραρτήματος των λογαριασμών του Lloyd's

Στο παράρτημα των λογαριασμών του Lloyd's, τα μεικτά ασφάλιστρα πρέπει να περιλαμβάνονται με την έννοια της παραγράφου 12.