31967L0227

Πρώτη οδηγία 67/227/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 11ης Απριλίου 1967 περί της εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 071 της 14/04/1967 σ. 1301 - 1303
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 9 τόμος 1 σ. 0003
Δανική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1967 σ. 0012
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 9 τόμος 1 σ. 0003
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1967 σ. 0014
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 09 τόμος 1 σ. 0003
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 09 τόμος 1 σ. 0003
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 09 τόμος 1 σ. 0003


ΠΡΩΤΗ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Απριλίου 1967 περί της εναρμονίσεως των νομοθεσιών των Κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως τα άρθρα 99 και 100,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Συνελεύσεως,

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Εκτιμώντας:

ότι βασικός σκοπός της συνθήκης είναι η δημιουργία, στο πλαίσιο μιας οικονομικής ενώσεως, μιας κοινής αγοράς με υγιείς όρους ανταγωνισμού και χαρακτηριστικά γνωρίσματα ανάλογα με εκείνα μιας εσωτερικής αγοράς-

ότι η πραγματοποίηση αυτού του σκοπού προϋποθέτει την προηγουμένη εφαρμογή εντός των Κρατών μελών νομοθεσιών σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών, οι οποίες δεν νοθεύουν τους όρους ανταγωνισμού και δεν εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και υπηρεσιών εντός της κοινής αγοράς-

ότι οι εν ισχύι νομοθεσίες δεν ανταποκρίνονται στις προαναφερθείσες απαιτήσεις- ότι επομένως είναι προς το συμφέρον της κοινής αγοράς να πραγματοποιηθεί μία εναρμόνιση των νομοθεσιών περί των φόρων κύκλου εργασιών, με αντικειμενικό σκοπό την εξάλειψη κατά το δυνατό των παραγόντων οι οποίοι δύνανται να νοθεύσουν τους όρους ανταγωνισμού, τόσο στο εθνικό, όσο και στο κοινοτικό πεδίο και μεταγενέστερο στόχο την κατάργηση των φορολογιών κατά την εισαγωγή και της μη φορολογίας ή επιστροφής των φόρων κατά την εξαγωγή στις μεταξύ των Κρατών μελών συναλλαγές-

ότι, κατόπιν γενομένων μελετών, φαίνεται ότι η εναρμόνιση αυτή πρέπει να καταλήξει στην εξάλειψη των σωρευτικών και επαναληπτικών φορολογικών συστημάτων και στην υιοθέτηση από όλα τα Κράτη μέλη ενός κοινού συστήματος φόρου προστιθεμένης αξίας-

ότι το σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας φθάνει στην μεγαλύτερη απλούστευση και στην μεγαλύτερη ουδετερότητα, όταν ο φόρος εισπράττεται κατά τρόπο όσο το δυνατό γενικότερο και όταν το πεδίο εφαρμογής του περιλαμβάνει όλα τα στάδια της παραγωγής και διανομής, όπως επίσης και τον τομέα παροχής υπηρεσιών- ότι είναι συνεπώς προς το συμφέρον της κοινής αγοράς και των Κρατών μελών να υιοθετηθεί ένα κοινό σύστημα, η εφαρμογή του οποίου να επεκτείνεται και στο λιανικό εμπόριο-

ότι, εν τούτοις, η εφαρμογή του φόρου στο λιανικό εμπόριο δύναται σε ορισμένα Κράτη μέλη να προσκρούσει σε δυσχέρειες πρακτικής και πολιτικής φύσεως- ότι, για τον λόγο αυτό, πρέπει να αφεθεί στα Κράτη μέλη, με την επιφύλαξη προηγουμένης συνεννοήσεως,η ευχέρεια να εφαρμόσουν το κοινό σύστημα, μόνο μέχρι και το στάδιο του χονδρικού εμπορίου και να εφαρμόσουν, κατά περίπτωση, στο στάδιο του λιανικού εμπορίου ή στο προ αυτού στάδιο, ένα αυτοτελή συμπληρωματικό φόρο-

ότι είναι ανάγκη η εναρμόνιση να γίνει σταδιακά, αφού η εναρμόνιση των φόρων κύκλου εργασιών θα προκαλέσει στα Κράτη μέλη σημαντικές τροποποιήσεις στην διάρθρωση των φόρων τους και θα έχει αισθητές συνέπειες στον τομέα του προϋπολογισμού και στον οικονομικό και τον κοινωνικό τομέα-

ότι η αντικατάσταση των σωρευτικών και επαναληπτικών φορολογικών συστημάτων που ισχύουν στα περισσότερα Κράτη μέλη με το κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας πρέπει να καταλήξει σε ουδετερότητα ως προς τον ανταγωνισμό ακόμη και αν οι συντελεστές και οι απαλλαγές δεν εναρμονίζονται κατά τον αυτό χρόνο, υπό την έννοια ότι στο εσωτερικό κάθε χώρας παρόμοια εμπορεύματα υπόκεινται στην αυτή φορολογική επιβάρυνση, οποιαδήποτε και αν είναι η έκταση του δικτύου παραγωγής και διανομής και ότι για τις συναλλαγές το ποσό του φόρου, το οποίο βαρύνει τα εμπορεύματα, πρέπει να είναι γνωστό, ώστε να δύναται να πραγματοποιείται ακριβής συμψηφισμός αυτού του βάρους- ότι πρέπει λοιπόν να προβλεφθεί, σε μία πρώτη φάση, η υιοθέτηση από όλα τα Κράτη μέλη του κοινού συστήματος φόρου προστιθεμένης αξίας, χωρίς συνακόλουθη εναρμόνιση των συντελεστών και των απαλλαγών-

ότι δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί από τώρα κατά ποίον τρόπο και εντός ποίας προθεσμίας η εναρμόνιση των φόρων κύκλου εργασιών δύναται να καταλήξει στην κατάργηση των φορολογιών κατά την εισαγωγή και της μη φορολογίας ή επιστροφής των φόρων κατά την εξαγωγή στις μεταξύ των Κρατών μελών συναλλαγές- είναι επομένως προτιμότερο η δεύτερη φάση καθώς και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την περίοδο αυτή να αποφασισθούν αργότερα, βάσει των προτάσεων, οι οποίες θα γίνουν από την Επιτροπή στο Συμβούλιο,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα Κράτη μέλη αντικαθιστούν το παρόν σύστημά τους φόρων κύκλου εργασιών με το κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας, που ορίζεται στο άρθρο 2.

Ο νόμος, δια του οποίου σε κάθε Κράτος μέλος θα γίνει η αντικατάσταση αυτή, θα δημοσιευθεί το συντομότερο, ώστε να καταστεί δυνατό να ισχύσει από την ημερομηνία, η οποία θα καθορισθεί από το Κράτος μέλος, λαμβανομένης υπόψη της υφισταμένης καταστάσεως της συγκυρίας, αλλά όχι αργότερα από την 1η Ιανουαρίου 1970.

Από της ενάρξεως της ισχύος του νόμου αυτού, το Κράτος μέλος δεν θα δύναται να διατηρεί ή να θεσπίζει μέτρα κατ' αποκοπήν συμψηφισμού κατά την εισαγωγή ή την εξαγωγή βάσει του φόρου κύκλου εργασιών στις μεταξύ των Κρατών μελών συναλλαγές.

Άρθρο 2

Η βασική αρχή του κοινού συστήματος του φόρου προστιθεμένης αξίας συνίσταται στην επιβολή επί των αγαθών και των υπηρεσιών ενός γενικού φόρου καταναλώσεως, ακριβώς αναλόγου προς την τιμή των αγαθών και των υπηρεσιών, όσος και αν είναι ο αριθμός των συναλλαγών, οι οποίες διενεργούνται κατά την πορείαν της παραγωγής και της διανομής προ του σταδίου επιβολής του φόρου.

Σε κάθε συναλλαγή ο φόρος προστιθεμένης αξίας, υπολογιζόμενος επί της τιμής του αγαθού ή της υπηρεσίας, με τον εφαρμοστέο στο αγαθό αυτό ή στην υπηρεσία αυτή συντελεστή, είναι απαιτητός μετ' αφαίρεση του ποσού του φόρου προστιθεμένης αξίας, ο οποίος επεβάρυνε άμεσα το κόστος των διαφόρων στοιχείων, τα οποία συνθέτουν την τιμή.

Το κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας εφαρμόζεται μέχρι και του σταδίου του λιανικού εμπορίου.

Μέχρι της στιγμής πάντως της καταργήσεως των φορολογιών κατά την εισαγωγή της μη φορολογίας ή της επιστροφής των φόρων κατά την εξαγωγή, στις μεταξύ των Κρατών μελών συναλλαγές τα Κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια, με την επιφύλαξη της προβλεπομένης στο άρθρο 5 συνεννοήσεως, να εφαρμόσουν το σύστημα τούτο μόνο μέχρι το στάδιο και του χονδρικού εμπορίου, και να εφαρμόσουν ενδεχομένως στο στάδιο του λιανικού εμπορίου ή στο προηγούμενο αυτού στάδιο, ένα αυτοτελή συμπληρωματικό φόρο.

Άρθρο 3

Το Συμβούλιο εκδίδει, προτάσει της Επιτροπής, μία δευτέρα οδηγία περί της διαρθρώσεως και των τρόπων εφαρμογής του κοινού συστήματος του φόρου προστιθεμένης αξίας.

Άρθρο 4

Προκειμένου να δοθεί στο Συμβούλιο η δυνατότητα να αποφανθεί επ' αυτού και, εάν αυτό είναι δυνατό, να λάβει αποφάσεις προ της λήξεως της μεταβατικής περιόδου, η Επιτροπή του υποβάλλει προ του τέλους του έτους 1968 προτάσεις, υποδεικνύοντας κατά ποίο τρόπο και εντός ποίας προθεσμίας, η εναρμόνιση των φόρων κύκλου εργασιών δύναται να καταλήξει στον αντικειμενικό σκοπό της καταργήσεως των φορολογιών κατά την εισαγωγή και της μη φορολογίας ή της επιστροφής των φόρων κατά την εξαγωγή στις μεταξύ Κρατών μελών συναλλαγές, εγγυωμένης της ουδετερότητος αυτών των φόρων, ως προς την καταγωγή των αγαθών και των παροχών υπηρεσιών.

Από την άποψη αυτή πρέπει να ληφθούν ιδίως υπόψη η σχέση μεταξύ των αμέσων και εμμέσων φόρων, που διαφέρει κατά Κράτη μέλη, τα αποτελέσματα της τροποποιήσεως των φορολογικών συστημάτων επί της φορολογικής πολιτικής και της πολιτικής προϋπολογισμού των Κρατών μελών επίσης και η επιρροή, την οποία τα φορολογικά συστήματα ασκούν επί των όρων ανταγωνισμού και επί της κοινωνικής καταστάσεως στην Κοινότητα.

Άρθρο 5

Στην περίπτωση κατά την οποία ένα Κράτος μέλος σκοπεύει να κάνει χρήση της ευχέρειας της προβλεπόμενης στην τελευταία παράγραφο του άρθρου 2, απευθύνεται στην Επιτροπή εγκαίρως και προς τον σκοπό της εφαρμογής του άρθρου 102 της συνθήκης.

Άρθρο 6

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη μέλη.

Έγινε στις Βρυξέλλες, την 11η Απριλίου 1967.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. VAN ELSLANDE.