11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/22


ΡΫΘΜΙΣΗ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, εφεξής η «ΕΕ»,

αφενός, και

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, εφεξής η «Ελβετία»,

αφετέρου,

Έχοντας υπόψη το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (1), εφεξής καλούμενος ο «κανονισμός»,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1)

Ο κανονισμός ορίζει ότι, για να εκπληρώσει την αποστολή της, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, εφεξής η «Υπηρεσία Υποστήριξης», θα πρέπει να επιτρέπει τη συμμετοχή των χωρών που έχουν συνάψει με την ΕΕ συμφωνίες βάσει των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το ενωσιακό δίκαιο στον τομέα τον οποίο διέπει ο παρών κανονισμός, ιδίως η Ελβετία, η Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και η Νορβηγία, που στο εξής αναφέρονται ως «συνδεδεμένες χώρες»,

2)

Η Ελβετία έχει συνάψει συμφωνίες με την ΕΕ, βάσει των οποίων υιοθέτησε και εφαρμόζει το δίκαιο της ΕΕ στον τομέα που καλύπτει ο κανονισμός, ιδίως τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (2),

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Βαθμός συμμετοχής

Η Ελβετία συμμετέχει πλήρως στο έργο της Υπηρεσίας Υποστήριξης και δικαιούται να λαμβάνει δράσεις στήριξης από αυτήν, όπως περιγράφονται στον κανονισμό και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από την παρούσα ρύθμιση.

Άρθρο 2

Διοικητικό συμβούλιο

Η Ελβετία εκπροσωπείται στο διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας Υποστήριξης ως παρατηρητής χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 3

Οικονομική συνεισφορά

1.   Η Ελβετία συνεισφέρει στα έσοδα της Υπηρεσίας Υποστήριξης ετήσιο ποσό υπολογιζόμενο βάσει του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της ως ποσοστό του ΑΕΠ όλων των κρατών που συμμετέχουν σύμφωνα με τη μέθοδο που ορίζεται στο παράρτημα I.

2.   Η οικονομική συνεισφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οφείλεται από την ημέρα που έπεται της έναρξης ισχύος της παρούσας ρύθμισης. Η πρώτη οικονομική συνεισφορά μειώνεται κατ' αναλογία προς το χρονικό διάστημα που απομένει στο έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας ρύθμισης.

Άρθρο 4

Προστασία δεδομένων

1.   Η Ελβετία εφαρμόζει τους εθνικούς της κανόνες σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (3).

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας ρύθμισης, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (4) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εκτελείται από την Υπηρεσία Υποστήριξης.

3.   Η Ελβετία τηρεί τους κανόνες σχετικά με τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των εγγράφων που ευρίσκονται στην κατοχή της Υπηρεσίας Υποστήριξης, όπως ορίζεται στον εσωτερικό κανονισμό του διοικητικού συμβουλίου.

Άρθρο 5

Νομικό καθεστώς

Η Υπηρεσία Υποστήριξης διαθέτει νομική προσωπικότητα σύμφωνα με το δίκαιο της Ελβετίας και απολαύει στην Ελβετία της ευρύτερης δυνατής νομικής προστασίας που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα από το δίκαιο της Ελβετίας. Δύναται, ιδίως, να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

Άρθρο 6

Ευθύνη

Η ευθύνη της Υπηρεσίας Υποστήριξης διέπεται από το άρθρο 45 παράγραφοι 1, 3 και 5 του κανονισμού.

Άρθρο 7

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η Ελβετία αναγνωρίζει την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την Υπηρεσία Υποστήριξης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 45 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού.

Άρθρο 8

Προσωπικό της Υπηρεσίας Υποστήριξης

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 1 και το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού, ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ρυθμίσεις που θεσπίσθηκαν με κοινή συμφωνία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ για τον σκοπό της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του εν λόγω καθεστώτος, καθώς και τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίσθηκαν από την Υπηρεσία Υποστήριξης σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού, εφαρμόζονται στους υπηκόους της Ελβετίας που προσλαμβάνονται ως μέλη του προσωπικού από την Υπηρεσία Υποστήριξης.

2.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 12 παράγραφος 2 στοιχείο α) και του άρθρου 82 παράγραφος 3 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι υπήκοοι των της Ελβετίας που απολαύουν πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων δύνανται να προσλαμβάνονται βάσει σύμβασης από τον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας Υποστήριξης σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες που έχει θεσπίσει η Υπηρεσία Υποστήριξης σχετικά με την επιλογή και πρόσληψη προσωπικού.

3.   Το άρθρο 38 παράγραφος 4 του κανονισμού εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών στους υπηκόους της Ελβετίας.

4.   Οι υπήκοοι της Ελβετίας δεν μπορούν εντούτοις να διορίζονται στη θέση του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας Υποστήριξης.

Άρθρο 9

Προνόμια και ασυλίες

1.   Η Ελβετία εφαρμόζει στην Υπηρεσία Υποστήριξης και στο προσωπικό της το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα II της παρούσας ρύθμισης, καθώς και οιουσδήποτε άλλους κανόνες θεσπίζονται δυνάμει του εν λόγω πρωτοκόλλου σχετικά με θέματα προσωπικού της Υπηρεσίας Υποστήριξης.

2.   Η διαδικασία για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρεται στο προσάρτημα του παραρτήματος II.

Άρθρο 10

Καταπολέμηση της απάτης

Οι διατάξεις όσον αφορά το άρθρο 44 του κανονισμού σχετικά με τον δημοσιονομικό έλεγχο που ασκεί η ΕΕ στην Ελβετία, οι οποίοι αφορούν όσους συμμετέχουν στις δραστηριότητες της Υπηρεσίας Υποστήριξης, καθορίζονται στο παράρτημα III.

Άρθρο 11

Επιτροπή

1.   Μια επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από αντιπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ελβετίας, παρακολουθεί την ορθή εφαρμογή της ρύθμισης και εξασφαλίζει συνεχή διαδικασία ενημέρωσης και ανταλλαγής απόψεων σχετικά. Για πρακτικούς λόγους, η εν λόγω επιτροπή συνέρχεται από κοινού με τις αντίστοιχες επιτροπές οι οποίες έχουν συσταθεί με τις άλλες συνδεδεμένες χώρες που συμμετέχουν βάσει του άρθρου 49 παράγραφος 1 του κανονισμού. Συνέρχεται κατόπιν αιτήματος είτε της Ελβετίας είτε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας Υποστήριξης τηρείται ενήμερο για τις εργασίες της επιτροπής.

2.   Πληροφορίες σχετικά με προβλεπόμενη νομοθεσία της ΕΕ, η οποία επηρεάζει άμεσα ή τροποποιεί τον κανονισμό ή αναμένεται να έχει επιπτώσεις όσον αφορά την οικονομική συνεισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 3 της παρούσας ρύθμισης, κοινοποιούνται και πραγματοποιείται ανταλλαγή απόψεων επ' αυτών στο πλαίσιο της επιτροπής.

Άρθρο 12

Παραρτήματα

Τα παραρτήματα της παρούσας ρύθμισης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη εγκρίνουν την παρούσα ρύθμιση σύμφωνα με τις κατ' ιδίαν εσωτερικές διαδικασίες τους. Κοινοποιούν αμοιβαίως την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών.

2.   Η παρούσα ρύθμιση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης της τελευταίας κοινοποίησης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 14

Λήξη ισχύος

1.   Η παρούσα ρύθμιση είναι απεριόριστης διάρκειας.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, κατόπιν διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της επιτροπής, να καταγγείλει την παρούσα ρύθμιση με κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει έξι μήνες μετά την ημερομηνία της κοινοποίησης αυτής.

3.   Η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει σε περίπτωση καταγγελίας της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (5).

4.   Η παρούσα ρύθμιση συντάσσεται δύο αντίτυπα στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, κροατική, λετονική, λιθουανική, μαλτεζική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Съставено в Брюксел на десети юни две хиляди и четиринадесета година.

Hecho en Bruselas, el diez de junio de dos mil catorce.

V Bruselu dne desátého června dva tisíce čtrnáct.

Udfærdiget i Bruxelles den tiende juni to tusind og fjorten.

Geschehen zu Brüssel am zehnten Juni zweitausendvierzehn.

Kahe tuhande neljateistkümnenda aasta juunikuu kümnendal päeval Brüsselis.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα Ιουνίου δύο χιλιάδες δεκατέσσερα.

Done at Brussels on the tenth day of June in the year two thousand and fourteen.

Fait à Bruxelles, le dix juin deux mille quatorze.

Sastavljeno u Bruxellesu desetog lipnja dvije tisuće četrnaeste.

Fatto a Bruxelles, addì dieci giugno duemilaquattordici.

Briselē, divi tūkstoši četrpadsmitā gada desmitajā jūnijā.

Priimta du tūkstančiai keturioliktų metų birželio dešimtą dieną Briuselyje.

Kelt Brüsszelben, a kétezer-tizennegyedik év június havának tizedik napján.

Magħmul fi Brussell, fl-għaxar jum ta’ Ġunju tas-sena elfejn u erbatax.

Gedaan te Brussel, de tiende juni tweeduizend veertien.

Sporządzono w Brukseli dnia dziesiątego czerwca roku dwa tysiące czternastego.

Feito em Bruxelas, em dez de junho de dois mil e catorze.

Întocmit la Bruxelles la zece iunie două mii paisprezece.

V Bruseli desiateho júna dvetisícštrnásť.

V Bruslju, dne desetega junija leta dva tisoč štirinajst.

Tehty Brysselissä kymmenentenä päivänä kesäkuuta vuonna kaksituhattaneljätoista.

Som skedde i Bryssel den tionde juni tjugohundrafjorton.

За Европейския съюз

Рог la Unión Europea

Za Evropskou unii

For Den Europæiske Union

Für die Europäische Union

Euroopa Liidu nimel

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

For the European Union

Pour l'Union européenne

Za Europsku uniju

Per l'Unione europea

Eiropas Savienības vārdā –

Europos Sąjungos vardu

Az Európai Unió részéről

Għall-Unjoni Ewropea

Voor de Europese Unie

W imieniu Unii Europejskiej

Pela União Europeia

Pentru Uniunea Europeană

Za Európsku úniu

Za Evropsko unijo

Euroopan unionin puolesta

För Europeiska unionen

Image

За Конфедерация Швейцария

Por la Confederación Suiza

Za Švýcarskou konfederaci

For Det Schweiziske Forbund

Für die Schweizerische Eidgenossenschaft

Šveitsi Konföderatsiooni nimel

Για την Ελβετική Συνομοσπονδία

For the Swiss Confederation

Pour la Confédération suisse

Za Švicarsku Konfederaciju

Per la Confederazione Svizzera

Šveices Konfederācijas vārdā –

Šveicarijos Konfederacijos vardu

A Svájci Államszövetség részéről

Għall-Konfederazzjoni Svizzera

Voor de Zwitserse Bondsstaat

W imieniu Konfederacji Szwajcarskiej

Pela Confederação Suíça

Pentru Confederația Elvețiană

Za Švajčiarsku konfederáciu

Za Švicarsko konfederacijo

Sveitsin valaliiton puolesta

För Schweiziska edsförbundet

Image


(1)  EE ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 11.

(2)  EE ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5.

(3)  Απόφαση της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχεται στην Ελβετία ( ΕΕ ΕΚ L 215 της 25.8.2000, σ. 1).

(4)  ΕΕ ΕΚ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΤΥΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑΣ

1.

Η οικονομική συνεισφορά της Ελβετίας στα έσοδα της Υπηρεσίας Υποστήριξης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33, παράγραφος 3, στοιχείο δ) του κανονισμού, υπολογίζεται με τον ακόλουθο τρόπο:

Τα πλέον επικαιροποιημένα οριστικά αριθμητικά στοιχεία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελβετίας που είναι διαθέσιμα στις 31 Μαρτίου κάθε έτους διαιρούνται διά του αθροίσματος των αριθμητικών στοιχείων για το ΑΕΠ του συνόλου των κρατών που συμμετέχουν στην Υπηρεσία Υποστήριξης που είναι διαθέσιμα για το ίδιο έτος. Το ποσοστό που προκύπτει ως πηλίκο εφαρμόζεται στο μέρος των εγκεκριμένων εσόδων της Υπηρεσίας Υποστήριξης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού κατά το υπό εξέταση έτος για να υπολογισθεί το ποσό της οικονομικής συνεισφοράς της Ελβετίας.

2.

Η οικονομική συνεισφορά καταβάλλεται σε ευρώ.

3.

Η Ελβετία καταβάλλει την οικονομική συνεισφορά της το αργότερο εντός 45 ημερών από την παραλαβή του χρεωστικού σημειώματος. Τυχόν καθυστέρηση στην πληρωμή συνεπάγεται την καταβολή τόκων υπερημερίας από την Ελβετία για το οφειλόμενο ποσό από την ημερομηνία έναρξης της οφειλής. Ως επιτόκιο χρησιμοποιείται το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, που ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός της λήξης της προθεσμίας, προσαυξημένο κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες.

4.

Η οικονομική συνεισφορά της Ελβετίας προσαρμόζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος όταν η χρηματοδοτική συμμετοχή της ΕΕ, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33, παράγραφος 3, στοιχείο α) του κανονισμού αυξάνεται σύμφωνα με τα άρθρα 26, 27 ή 41 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (1). Στην περίπτωση αυτή, η διαφορά είναι καταβλητέα εντός 45 ημερών από την παραλαβή του χρεωστικού σημειώματος.

5.

Σε περίπτωση που οι πιστώσεις πληρωμών της Υπηρεσίας Υποστήριξης που ελήφθησαν από την ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 3, στοιχείο α) του κανονισμού που αφορά το έτος Ν δεν δαπανηθούν έως τις 31 Δεκεμβρίου του έτους Ν ή που ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας Υποστήριξης του έτους Ν έχει μειωθεί σύμφωνα με τα άρθρα 26, 27 ή 41 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, το μέρος αυτών των πιστώσεων πληρωμών που δεν δαπανήθηκαν ή μειώθηκαν και αντιστοιχούν στο ποσοστό της συνεισφοράς της Ελβετίας μεταφέρεται στον προϋπολογισμό του έτους Ν+1 της Υπηρεσίας Υποστήριξης. Η συνεισφορά της Ελβετίας στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποστήριξης για το έτος N+1 θα μειωθεί αναλόγως.


(1)  ΕΕ ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (αριθ. 7)

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΥΛΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ,

ΕΠΕΙΔΗ σύμφωνα με τα άρθρα 343 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 191 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ), η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ΕΚΑΕ απολαύουν στην επικράτεια των κρατών μελών των αναγκαίων προνομίων και ασυλιών για την εκπλήρωση της αποστολής τους,

ΣΥΝΕΦΩΝΗΣΑΝ επί των ακολούθων διατάξεων, οι οποίες προσαρτώνται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Περιουσιακά στοιχεία, κεφάλαια, στοιχεία ενεργητικού και πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 1

Οι χώροι και τα κτίρια της Ένωσης είναι απαραβίαστα. Δεν υπόκεινται σε έρευνα, κατάσχεση, επίταξη ή απαλλοτρίωση. Τα περιουσιακά στοιχεία και τα στοιχεία ενεργητικού της Ένωσης δεν δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο οποιουδήποτε αναγκαστικού μέτρου διοικητικής ή δικαστικής αρχής, άνευ αδείας του Δικαστηρίου.

Άρθρο 2

Τα αρχεία της Ένωσης είναι απαραβίαστα.

Άρθρο 3

Η Ένωση, τα στοιχεία ενεργητικού της, τα έσοδα και λοιπά περιουσιακά της στοιχεία απαλλάσσονται όλων των αμέσων φόρων.

Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, όταν τους είναι δυνατό, για την έκπτωση ή επιστροφή του ποσού των εμμέσων φόρων και των τελών επί των πωλήσεων που περιλαμβάνονται στην τιμή των κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, όταν η Ένωση πραγματοποιεί για υπηρεσιακή χρήση σημαντικές αγορές των οποίων η τιμή περιλαμβάνει φόρους και τέλη αυτής της φύσεως. Εντούτοις, η εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη νόθευση του ανταγωνισμού εντός της Ένωσης.

Δεν παρέχονται απαλλαγές όσον αφορά τους φόρους, τέλη και δικαιώματα που επιβάλλονται ως ανταπόδοση για παροχές υπηρεσιών κοινής ωφελείας.

Άρθρο 4

Η Ένωση απαλλάσσεται όλων των δασμών, απαγορεύσεων και περιορισμών επί των εισαγωγών και εξαγωγών ως προς τα είδη που προορίζονται για υπηρεσιακή χρήση. Τα εισαγόμενα κατ' αυτόν τον τρόπο είδη δεν διατίθενται, επαχθώς ή χαριστικώς, στο έδαφος της χώρας στην οποία έχουν εισαχθεί, εκτός αν αυτό γίνεται υπό όρους που εγκρίνει η κυβέρνηση της χώρας αυτής.

Η Ένωση απαλλάσσεται επίσης από κάθε δασμό και κάθε απαγόρευση και περιορισμό επί των εισαγωγών και εξαγωγών, όσον αφορά τις δημοσιεύσεις της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Ανακοινώσεις και ταυτότητες (laissez passer)

Άρθρο 5

(πρώην άρθρο 6)

Τα θεσμικά όργανα Ένωσης απολαύουν για την υπηρεσιακή τους επικοινωνία και τη διακίνηση των εγγράφων τους, εντός της επικρατείας κάθε κράτους μέλους, της μεταχειρίσεως που επιφυλάσσεται από το κράτος μέλος αυτό στις διπλωματικές αποστολές.

Η υπηρεσιακή αλληλογραφία και οι λοιπές υπηρεσιακές επικοινωνίες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης δεν υπόκεινται σε λογοκρισία.

Άρθρο 6

(πρώην άρθρο 7)

Οι πρόεδροι των θεσμικών οργάνων της Ένωσης δύνανται να εκδίδουν για τα μέλη και το λοιπό προσωπικό των θεσμικών οργάνων της Ένωσης ταυτότητες, των οποίων ο τύπος ορίζεται από το Συμβούλιο που αποφασίζει με απλή πλειοψηφία και οι οποίες αναγνωρίζονται ως έγκυρα πιστοποιητικά κυκλοφορίας από τις αρχές των κρατών μελών. Οι ταυτότητες αυτές εκδίδονται για τους υπαλλήλους της Ένωσης και το λοιπό προσωπικό υπό προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον κανονισμό περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και από το καθεστώς που διέπει το λοιπό προσωπικό της Ένωσης.

Η Επιτροπή μπορεί να συνάπτει συμφωνίες για την αναγνώριση των εγγράφων αυτών ως έγκυρων ταξιδιωτικών εγγράφων στην επικράτεια τρίτων χωρών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 7

(πρώην άρθρο 8)

Κανένας διοικητικός ή άλλου είδους περιορισμός δεν επιβάλλεται στην ελεύθερη διακίνηση μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ταξιδεύουν από και προς τον τόπο συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Σε ό,τι αφορά τελωνειακούς ελέγχους και ελέγχους συναλλάγματος, στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχονται:

α)

από την κυβέρνηση της χώρας τους οι ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που παρέχονται σε ανώτερους υπαλλήλους που ταξιδεύουν στο εξωτερικό σε προσωρινή επίσημη αποστολή·

β)

από τις κυβερνήσεις των άλλων κρατών μελών οι ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που παρέχονται στους αντιπροσώπους ξένων κυβερνήσεων που ευρίσκονται σε προσωρινή επίσημη αποστολή.

Άρθρο 8

(πρώην άρθρο 9)

Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε κανενός είδους ανάκριση, κράτηση ή άλλη νομική ενέργεια για γνώμη ή ψήφο που δόθηκε κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 9

(πρώην άρθρο 10)

Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα μέλη του απολαύουν:

α)

εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους,

β)

στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, ασυλίας από κάθε μέτρο κράτησης ή από άλλη νομική ενέργεια.

Ομοίως, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν ασυλία όταν ταξιδεύουν από και προς τον τόπο συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αντιμέτωπο με τη διάπραξη παραπτώματος δεν μπορεί να επικαλεσθεί την ασυλία ούτε και να παρεμποδίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από την άσκηση του δικαιώματός του για άρση της ασυλίας ενός από τα μέλη του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Αντιπρόσωποι των κρατών μελών συμμετέχοντες στις εργασίες των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 10

(πρώην άρθρο 11)

Οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών που συμμετέχουν στις εργασίες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, καθώς και οι σύμβουλοί τους και τεχνικοί εμπειρογνώμονες, απολαύουν, κατά τη διάρκεια της ασκήσεως των καθηκόντων τους και κατά τη διάρκεια ταξιδίων τους προς ή από τον τόπο συνεδριάσεως, των καθιερωμένων προνομίων, ασυλιών ή διευκολύνσεων.

Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης στα μέλη και τα συμβουλευτικά όργανα της Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Υπάλληλοι και λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 11

(πρώην άρθρο 12)

Στην επικράτεια κάθε κράτους μέλους και ανεξαρτήτως ιθαγενείας, οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης:

α)

απολαύουν ετεροδικίας για πράξεις στις οποίες προέβησαν, συμπεριλαμβανομένου του προφορικού ή γραπτού λόγου, ενεργώντας υπό την επίσημη ιδιότητά τους, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων των που αφορούν, αφενός μεν, τους κανόνες περί ευθύνης των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού έναντι της Ένωσης, αφετέρου δε, περί της αρμοδιότητος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί των διαφορών μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού της. Η ασυλία αυτή εξακολουθεί να ισχύει και μετά τη λήξη της θητείας τους·

β)

δεν υπόκεινται, όπως και οι σύζυγοί τους και τα συντηρούμενα από αυτούς μέλη της οικογενείας τους, στους περιορισμούς διακινήσεως και στις διατυπώσεις εγγραφής στα μητρώα αλλοδαπών,

γ)

όσον αφορά τις νομισματικές ρυθμίσεις ή τις ρυθμίσεις περί συναλλάγματος, έχουν τις ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που συνήθως παρέχονται στους υπαλλήλους των διεθνών οργανισμών·

δ)

απολαύουν του δικαιώματος να εισάγουν ατελώς την οικοσκευή και τα προσωπικά τους είδη κατά την πρώτη ανάληψη των καθηκόντων τους στην ενδιαφερόμενη χώρα και του δικαιώματος να τα επανεξάγουν ατελώς, κατά τη λήξη της θητείας τους, με την επιφύλαξη και στις δύο περιπτώσεις των όρων που κρίνονται αναγκαίοι από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία ασκείται το δικαίωμα·

ε)

απολαύουν του δικαιώματος να εισάγουν ατελώς αυτοκίνητο που προορίζεται για προσωπική τους χρήση, το οποίο έχει αποκτηθεί στη χώρα της τελευταίας τους διαμονής ή στη χώρα της οποίας είναι υπήκοοι σύμφωνα με τους όρους του εσωτερικού εμπορίου αυτής και να το επανεξάγουν ατελώς, με την επιφύλαξη και στις δύο περιπτώσεις των όρων που κρίνονται αναγκαίοι από την κυβέρνηση της ενδιαφερόμενης χώρας.

Άρθρο 12

(πρώην άρθρο 13)

Επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών που καταβάλλει η 'Ενωση στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό τους, επιβάλλεται φόρος υπέρ της 'Ενωσης σύμφωνα με τους όρους και τη διαδικασία που καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα.

Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό απαλλάσσονται από την επιβολή εσωτερικών φόρων επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών, που καταβάλλονται από την Ένωση.

Άρθρο 13

(πρώην άρθρο 14)

Για την εφαρμογή του φόρου επί του εισοδήματος και της περιουσίας, του φόρου κληρονομιών, καθώς και για την εφαρμογή των συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας που έχουν συναφθεί μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό, οι οποίοι έχουν εγκατασταθεί, απλώς και μόνο λόγω της ασκήσεως των καθηκόντων τους στην υπηρεσία της Ένωσης, στην επικράτεια ενός κράτους μέλους, άλλου από το κράτος της φορολογικής κατοικίας στην οποία έχουν κατά το χρόνο της εισόδου τους στην υπηρεσία της Ένωσης, θεωρούνται και στις δύο αυτές χώρες ότι διατηρούν την προηγούμενη κατοικία τους εφόσον αυτή ευρίσκεται σε κράτος μέλος της Ένωσης. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ομοίως και για τον ή τη σύζυγο στο μέτρο που αυτός ή αυτή δεν ασκεί ιδίαν επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και για τα τέκνα των οποίων έχουν την επιμέλεια και τα οποία συντηρούνται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Τα κινητά αγαθά τα οποία ανήκουν στα πρόσωπα που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο και που ευρίσκονται στην επικράτεια του κράτους διαμονής απαλλάσσονται του φόρου κληρονομίας στο κράτος αυτό. Για την επιβολή του φόρου αυτού, θεωρούνται ευρισκόμενα εντός του κράτους της φορολογικής κατοικίας, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων τρίτων κρατών και της ενδεχομένης εφαρμογής διατάξεων διεθνών συμβάσεων περί διπλής φορολογίας.

Κατοικία που αποκτήθηκε αποκλειστικά και μόνο για λόγους εκτέλεσης καθηκόντων στην υπηρεσία άλλων διεθνών οργανισμών δεν λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 14

(πρώην άρθρο 15)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα, καθορίζουν το καθεστώς των κοινωνιών παροχών που εφαρμόζεται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης.

Άρθρο 15

(πρώην άρθρο 16)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα, προσδιορίζουν τις κατηγορίες υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού της Ένωσης, για τους οποίους εφαρμόζονται, εν όλω ή εν μέρει, οι διατάξεις των άρθρων 11, 12, δεύτερο εδάφιο, και 13.

Τα ονόματα, η υπηρεσιακή θέση και οι διευθύνσεις των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού που περιλαμβάνεται στις κατηγορίες αυτές ανακοινώνονται περιοδικώς στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Προνομία και ασυλίες των αποστόλων τρίτων κρατών διαπιστευμένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Άρθρο 16

(πρώην άρθρο 17)

Το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η έδρα της Ένωσης παραχωρεί στις αποστολές τρίτων κρατών, που είναι διαπιστευμένες στην Ένωση, τις καθιερωμένες ασυλίες και διπλωματικά προνόμια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 17

(πρώην άρθρο 18)

Τα προνόμια, οι ασυλίες και οι διευκολύνσεις παρέχονται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης αποκλειστικώς προς το συμφέρον της Ένωσης.

Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης υποχρεούνται να άρουν την ασυλία που χορηγήθηκε σε έναν υπάλληλο ή σε οποιονδήποτε από το λοιπό προσωπικό, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κρίνουν ότι η άρση της ασυλίας δεν είναι αντίθετη προς τα συμφέροντα της Ένωσης.

Άρθρο 18

(πρώην άρθρο 19)

Για την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης ενεργούν σε συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

Άρθρο 19

(πρώην άρθρο 20)

Τα άρθρα 11 έως και 14 και 17 εφαρμόζονται για τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Εφαρμόζονται επίσης για τα μέλη της Επιτροπής.

Άρθρο 20

(πρώην άρθρο 21)

Τα άρθρα 11 έως 14 και 17 εφαρμόζονται επί των δικαστών, των γενικών εισαγγελέων, των γραμματέων και των βοηθών εισηγητών του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν την ετεροδικία των δικαστών και των γενικών εισαγγελέων.

Άρθρο 21

(πρώην άρθρο 22)

Το παρόν πρωτόκολλο εφαρμόζεται επίσης επί της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, επί των μελών των οργάνων της, επί του προσωπικού της και επί των αντιπροσώπων των κρατών μελών οι οποίοι συμμετέχουν στις εργασίες της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του πρωτοκόλλου περί του καταστατικού της.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων απαλλάσσεται επιπλέον παντός φόρου και τέλους λόγω αυξήσεως του κεφαλαίου της καθώς και διαφόρων διατυπώσεων που συνεπάγονται οι ενέργειες αυτές στο κράτος στο οποίο έχει την έδρα της. Επίσης καμία επιβάρυνση δεν επιβάλλεται κατά τη διάλυση και εκκαθάρισή της. Τέλος, η δραστηριότητα της Τράπεζας και των οργάνων της, που ασκείται σύμφωνα με τους καταστατικούς όρους, δεν υπόκειται στους φόρους κύκλου εργασιών.

Άρθρο 22

(πρώην άρθρο 23)

Το παρόν Πρωτόκολλο εφαρμόζεται επίσης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στα μέλη των οργάνων της και στο προσωπικό της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Πρωτοκόλλου περί του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απαλλάσσεται επιπλέον παντός φόρου και τέλους λόγω αυξήσεως του κεφαλαίου της καθώς και διαφόρων διατυπώσεων που συνεπάγονται οι ενέργειες αυτές στο κράτος στο οποίο έχει την έδρα της. Οι δραστηριότητες της Τράπεζας και των οργάνων της, που ασκούνται σύμφωνα με το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν υπόκεινται σε φόρο κύκλου εργασιών.

Προσάρτημα του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΥΛΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

1.   Επέκταση της εφαρμογής στην Ελβετία

Κάθε αναφορά σε κράτη μέλη που υπάρχει στο Πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: «Πρωτόκολλο»), πρέπει να νοείται ως καλύπτουσα και την Ελβετία, εκτός εάν οι διατάξεις που ακολουθούν προβλέπουν άλλως.

2.   Απαλλαγή της Υπηρεσίας Υποστήριξης από έμμεσους φόρους (συμπεριλαμβάνεται και ο ΦΠΑ)

Αγαθά και υπηρεσίες που εξάγονται από την Ελβετία δεν επιβαρύνονται με τον ελβετικό φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Προκειμένου για αγαθά και υπηρεσίες που παρέχονται στην Υπηρεσίας Υποστήριξης στην Ελβετία για επίσημη χρήση, η απαλλαγή από τον ΦΠΑ γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 3 δεύτερη παράγραφος του πρωτοκόλλου, διά της επιστροφής. Η απαλλαγή από τον ΦΠΑ χορηγείται εάν η πραγματική τιμή αγοράς των αγαθών και των παρεχόμενων υπηρεσιών, η οποία αναφέρεται στο τιμολόγιο ή σε ισοδύναμο έγγραφο ανέρχεται σε τουλάχιστον 100 ελβετικά φράγκα (με τους φόρους).

Για την επιστροφή του ΦΠΑ πρέπει να προσκομίζονται τα προς τούτο προβλεπόμενα ελβετικά έντυπα στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία της Ελβετίας (Administration fédérale des contributions, Division principale de la TVA). Για τη διεκπεραίωση μιας αίτησης, απαιτείται, κατά κανόνα, προθεσμία τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία κατατίθεται η αίτηση μαζί με τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

3.   Λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν το προσωπικό της Υπηρεσίας Υποστήριξης

Αναφορικά με το άρθρο 12 δεύτερη παράγραφος του πρωτοκόλλου, η Ελβετία, βάσει των αρχών της εσωτερικής νομοθεσίας, απαλλάσσει τους μόνιμους και λοιπούς υπαλλήλους της Υπηρεσίας Υποστήριξης κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 549/69 του Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 1969 περί καθορισμού των κατηγοριών των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12, 13 δεύτερη παράγραφος και 14 του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και των ασυλιών των Κοινοτήτων (1), από όλους τους φόρους σε επίπεδο ομοσπονδίας, καντονίων και δήμων επί των μισθών και αποδοχών που καταβάλλονται από την ΕΕ και φορολογούνται υπέρ αυτής.

Η Ελβετία δεν θεωρείται κράτος μέλος κατά την έννοια του ως άνω σημείου 1 για την εφαρμογή του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου.

Υπάλληλοι και μέλη του λοιπού προσωπικού της Υπηρεσίας Υποστήριξης, καθώς και μέλη των οικογενειών τους που υπάγονται στο ασφαλιστικό σύστημα των υπαλλήλων και μελών του λοιπού προσωπικού της ΕΕ, δεν υπάγονται κατ' ανάγκη στο ελβετικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αποκλειστικά αρμόδιο για όλα τα ζητήματα που ανακύπτουν και αφορούν τις σχέσεις μεταξύ της Υπηρεσίας Υποστήριξης ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του προσωπικού της όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της ΕΕ που προσδιορίζουν τους εργασιακούς όρους.


(1)  ΕΕ ΕΚ L 74, 27.3.1969, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 371/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

Άρθρο 1

Απευθείας επικοινωνία

Η Υπηρεσία Υποστήριξης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικοινωνούν απευθείας με κάθε πρόσωπο ή φορέα εγκατεστημένο στην Ελβετία που συμμετέχει στις δραστηριότητες της Υπηρεσίας Υποστήριξης, ως συμβαλλόμενο μέρος, ως συμμετέχων σε κάποιο πρόγραμμα της Υπηρεσίας Υποστήριξης, ως πρόσωπο αμειβόμενο από τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποστήριξης ή της ΕΕ ή ως υπεργολάβος. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν να διαβιβάζουν απευθείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Υπηρεσία Υποστήριξης κάθε πληροφορία και τεκμηρίωση που οφείλουν να κοινοποιούν όπως προβλέπουν οι νομικές πράξεις που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση και οι συναπτόμενες συμβάσεις ή συμφωνίες, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο αυτών.

Άρθρο 2

Έλεγχοι

1.   Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (1) του Συμβουλίου, με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), καθώς και με τις άλλες νομικές πράξεις που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση, οι συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτονται, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται με δικαιούχους εγκατεστημένους στην Ελβετία, μπορούν να προβλέπουν την ανά πάσα στιγμή διενέργεια επιστημονικών, δημοσιονομικών, τεχνολογικών ή άλλων ελέγχων στις εγκαταστάσεις των δικαιούχων και των υπεργολάβων τους από υπαλλήλους της Υπηρεσίας Υποστήριξης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή από άλλα εντεταλμένα από την Υπηρεσία Υποστήριξης και την Επιτροπή πρόσωπα.

2.   Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Υποστήριξης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και άλλα εντεταλμένα από την Υπηρεσία Υποστήριξης και την Επιτροπή πρόσωπα, έχουν κατάλληλη πρόσβαση σε τόπους, εργασίες και έγγραφα, όπως και σε όλες τις πληροφορίες, ακόμη και σε ηλεκτρονική μορφή, που κρίνονται απαραίτητες για τη διενέργεια των ελέγχων. Το δικαίωμα πρόσβασης ορίζεται ρητά στις συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτονται βάσει των νομικών πράξεων που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση.

3.   Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τα ίδια δικαιώματα με την Επιτροπή.

4.   Έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται έως πέντε έτη μετά τη λήξη της ισχύος της παρούσας ρύθμισης ή σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στις συμβάσεις ή τις συμφωνίες και στις σχετικές αποφάσεις.

5.   Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημοσιονομικού Ελέγχου ενημερώνεται εκ των προτέρων για τους ελέγχους που διενεργούνται στην ελβετική επικράτεια. Η ενημέρωση αυτή δεν αποτελεί νομική προϋπόθεση για τη διενέργεια των ελέγχων.

Άρθρο 3

Επιτόπιοι έλεγχοι

1.   Στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (OLAF) εξουσιοδοτείται να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους και εξακριβώσεις στην επικράτεια της Ελβετίας, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (3).

2.   Την προετοιμασία και τη διενέργεια των επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε στενή συνεργασία με την Ελβετική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου ή με άλλες αρμόδιες ελβετικές αρχές που έχει ορίσει η εν λόγω υπηρεσία, οι οποίες ειδοποιούνται εγκαίρως σχετικά με το αντικείμενο, τον σκοπό και τη νομική βάση των ελέγχων και επιθεωρήσεων, ώστε να μπορούν να προσφέρουν την αναγκαία συνδρομή. Προς τούτο, οι υπάλληλοι των αρμόδιων ελβετικών αρχών μπορούν να συμμετέχουν σε επιτόπιους ελέγχους και επιθεωρήσεις.

3.   Εάν οι ενδιαφερόμενες ελβετικές αρχές το επιθυμούν, οι επιτόπου έλεγχοι και εξακριβώσεις πραγματοποιούνται από κοινού από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από τις αρχές αυτές.

4.   Εφόσον οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα αντιτίθενται σε επιτόπιο έλεγχο ή επιθεώρηση, οι ελβετικές αρχές παρέχουν στους ελεγκτές της Επιτροπής, σύμφωνα με τις εθνικές κανονιστικές διατάξεις, τη συνδρομή που χρειάζονται για να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους που συνίσταται σε επιτόπιο έλεγχο ή επιθεώρηση.

5.   Η Επιτροπή αναφέρει, το συντομότερο δυνατόν, στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Οικονομικού Ελέγχου της Ελβετίας κάθε περιστατικό ή υπόνοια παρατυπίας που περιήλθε εις γνώση της κατά τη διενέργεια του επιτόπιου ελέγχου ή εξακρίβωσης. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή οφείλει να ενημερώσει την ως άνω αρχή της Ελβετίας για το αποτέλεσμα των ελέγχων και εξακριβώσεων.

Άρθρο 4

Ενημέρωση και διαβούλευση

1.   Για την ορθή εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος, οι αρμόδιες ελβετικές και ενωσιακές αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες σε τακτική βάση και, κατόπιν αιτήσεως μιας εκ των δύο πλευρών, προχωρούν σε διαβουλεύσεις.

2.   Οι αρμόδιες αρχές της Ελβετίας πληροφορούν αμελλητί την Υπηρεσία Υποστήριξης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για κάθε γεγονός ή υπόνοια που υποπίπτει στην αντίληψή τους και αφορά παρατυπίες σχετικές με τη σύναψη και την εφαρμογή των συμβάσεων ή συμφωνιών που συνάπτονται κατ' εφαρμογή των νομικών πράξεων που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση.

Άρθρο 5

Εμπιστευτικότητα

Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος παραρτήματος, υπό οιανδήποτε μορφή, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και προστατεύονται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι ανάλογες πληροφορίες βάσει του δικαίου της Ελβετίας και των αντίστοιχων διατάξεων που εφαρμόζονται για τα όργανα της ΕΕ. Οι πληροφορίες αυτές δεν κοινοποιούνται σε πρόσωπα άλλα από εκείνα τα οποία, λόγω των καθηκόντων τους στα όργανα της ΕΕ, στα κράτη μέλη ή στην Ελβετία, οφείλουν να τις γνωρίζουν, ούτε χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από τη διασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των συμβαλλόμενων μερών.

Άρθρο 6

Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις

Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του ποινικού δικαίου της Ελβετίας, μπορούν να επιβληθούν διοικητικά μέτρα και κυρώσεις από την Υπηρεσία Υποστήριξης ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (4) του Συμβουλίου και με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 1268/2012, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (5), καθώς και με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (6).

Άρθρο 7

Ανάκτηση και εκτέλεση

Αποφάσεις της Υπηρεσίας Υποστήριξης ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που λαμβάνονται στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της παρούσας ρύθμισης και προβλέπουν χρηματική υποχρέωση η οποία βαρύνει πρόσωπα άλλα πλην των κρατών, αποτελούν εκτελεστό τίτλο στην Ελβετία. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται, χωρίς άλλον έλεγχο πλην της εξακρίβωσης της γνησιότητας του τίτλου, από την αρχή που ορίζει η κυβέρνηση της Ελβετίας, η οποία ενημερώνει σχετικά την Υπηρεσία Υποστήριξης ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η αναγκαστική εκτέλεση πραγματοποιείται σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες της Ελβετίας. Η νομιμότητα της απόφασης που αποτελεί εκτελεστό τίτλο υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι αποφάσεις που εκδίδει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει ρήτρας διαιτησίας είναι εκτελεστές υπό τους ίδιους όρους.


(1)  ΕΕ ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.

(2)  ΕΕ ΕΚ L 357 της 31.12.2002, σ. 72, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 652/2008 της Επιτροπής (ΕΕ ΕΕ L 181 της 10.7.2008, σ. 23).

(3)  ΕΕ ΕΚ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.

(4)  ΕΕ ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.

(5)  EE ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1.

(6)  ΕΕ ΕΚ L 312 της 23.12.1995, σ. 1.