02017R2226 — EL — 09.10.2018 — 001.003


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2226 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2017

σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011

(ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1240 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Σεπτεμβρίου 2018

  L 236

1

19.9.2018


Διορθώνεται από:

 C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 258, 15.10.2018, σ.  5 (2017/2226)

 C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 115, 2.5.2019, σ.  20 (2017/2226)

►C3

Διορθωτικό, ΕΕ L 117, 3.5.2019, σ.  14 (2017/2226)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2226 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2017

σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.  Ο παρών κανονισμός θεσπίζει «σύστημα εισόδου/εξόδου» (ΣΕΕ) για:

α) την καταγραφή και εναποθήκευση της ημερομηνίας, της ώρας και του τόπου εισόδου και εξόδου υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται από τα σύνορα των κρατών μελών όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ,

β) τον υπολογισμό της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής αυτών των υπηκόων τρίτων χωρών,

γ) τη δημιουργία ειδοποιήσεων απευθυνόμενων στα κράτη μέλη όταν λήγει η επιτρεπόμενη παραμονή, και

δ) την καταγραφή και εναποθήκευση της ημερομηνίας, της ώρας και του τόπου άρνησης εισόδου σε υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για βραχεία παραμονή, της αρχής του κράτους μέλους που απαγόρευσε την είσοδο, καθώς και των λόγων της άρνησης.

2.  Για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, ο παρών κανονισμός καθορίζει επίσης τους όρους υπό τους οποίους οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπόλ δύνανται να αποκτήσουν πρόσβαση στο ΣΕΕ.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

▼C3

1.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε:

▼B

α) υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους χορηγείται άδεια βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, με την επιφύλαξη των συνοριακών ελέγχων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 για τη διέλευση των συνόρων όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, και

β) υπηκόους τρίτων χωρών, κατά την είσοδο και την έξοδο στην επικράτεια των κρατών μελών, οι οποίοι:

▼C3

i) είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

▼B

ii) δεν είναι κάτοχοι του δελτίου διαμονής σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου ( 1 ).

2.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται επίσης σε υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων η είσοδος για βραχεία παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών έχει απαγορευθεί, σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

3.  Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε:

α) υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ και οι οποίοι διαθέτουν δελτίο διαμονής δυνάμει της εν λόγω οδηγίας είτε συνοδεύουν ή συναντούν τον εν λόγω πολίτη της Ένωσης είτε όχι·

β) υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας υπηκόου τρίτης χώρας είτε συνοδεύουν ή συναντούν τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας είτε όχι, όταν:

i) ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

ii) οι εν λόγω υπήκοοι τρίτης χώρας είναι κάτοχοι δελτίου διαμονής σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ ή άδειας διαμονής δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002·

γ) κατόχους αδειών διαμονής που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 εκτός όσων καλύπτονται από τα στοιχεία α) και β) της εν λόγω παραγράφου·

δ) υπηκόους τρίτων χωρών που ασκούν το δικαίωμα κινητικότητας σύμφωνα με την οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 2 ) ή την οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 3

ε) κατόχους θεώρησης για παραμονή μακράς διαρκείας·

στ) υπηκόους της Ανδόρας, του Μονακό και του Αγίου Μαρίνου ►C3  και κατόχους διαβατηρίων που έχουν εκδοθεί από το κράτος της Πόλης του Βατικανού ή την Αγία Έδρα· ◄

ζ) πρόσωπα ή κατηγορίες προσώπων που εξαιρούνται από τους συνοριακούς ελέγχους ή επωφελούνται από τους ειδικούς κανόνες σχετικά με τους συνοριακούς ελέγχους κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

η) πρόσωπα ή κατηγορίες προσώπων κατά το άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχεία η), θ), ι) και ια) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

4.  Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τον υπολογισμό της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής και τη δημιουργία ειδοποιήσεων προς τα κράτη μέλη όταν η επιτρεπόμενη παραμονή έχει λήξει, δεν ισχύουν για τους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι:

▼C3

α) είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

▼B

β) δεν είναι κάτοχοι του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.  Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«εξωτερικά σύνορα» : τα εξωτερικά σύνορα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

2)

«εσωτερικά σύνορα» : τα εσωτερικά σύνορα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

3)

«συνοριακή αρχή» : ο συνοριοφύλακας στον οποίο έχει ανατεθεί, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, η διενέργεια συνοριακών ελέγχων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

4)

«αρχή μετανάστευσης» :

η αρμόδια αρχή η οποία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο είναι υπεύθυνη για ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α) να ελέγχει εντός του εδάφους των κρατών μελών εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου ή επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών·

β) να εξετάζει τις προϋποθέσεις και να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τη διαμονή των υπηκόων τρίτων χωρών στην επικράτεια των κρατών μελών, εφόσον η αρχή αυτή δεν είναι «αποφαινόμενη αρχή» όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ( 4 ) και, κατά περίπτωση, να παρέχει συμβουλές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 377/2004 του Συμβουλίου ( 5

γ) για την επιστροφή των υπηκόων τρίτων χωρών σε τρίτες χώρες καταγωγής ή διέλευσης·

5)

«αρχή θεώρησης» : η αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

6)

«υπήκοος τρίτης χώρας» : κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, με εξαίρεση τα πρόσωπα τα οποία απολαύουν δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδυνάμου με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης, βάσει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτων χωρών, αφετέρου·

7)

«ταξιδιωτικό έγγραφο» : διαβατήριο ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο που επιτρέπει στον δικαιούχο να διέλθει τα εξωτερικά σύνορα και στο οποίο μπορεί να επιτίθεται θεώρηση·

8)

«βραχεία παραμονή» : παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών διάρκειας έως και 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

9)

«θεώρηση βραχείας παραμονής» : θεώρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 6

10)

«εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής» : άδεια που εκδίδεται από κράτος μέλος το οποίο δεν εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν για προβλεπόμενη παραμονή στην επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους με διάρκεια όχι μεγαλύτερη των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών·

11)

«επιτρεπόμενη παραμονή» : ο ακριβής αριθμός ημερών κατά τις οποίες ο υπήκοος τρίτης χώρας επιτρέπεται να παραμείνει νομίμως στην επικράτεια του κράτους μέλους, υπολογιζόμενος από την ημερομηνία εισόδου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις·

12)

«υπεύθυνο κράτος μέλος» : το κράτος μέλος που εισήγαγε τα δεδομένα στο ΣΕΕ·

13)

«επαλήθευση» : η διαδικασία που συνίσταται στη σύγκριση σειρών δεδομένων για να διαπιστωθεί η εγκυρότητα μιας δηλωθείσας ταυτότητας (έλεγχος με τη σύγκριση δύο δειγμάτων)·

14)

«εξακρίβωση ταυτότητας» : η διαδικασία καθορισμού της ταυτότητας προσώπου μέσω αναζήτησης σε βάση δεδομένων χρησιμοποιώντας πολλαπλές σειρές δεδομένων (έλεγχος με σύγκριση πολλαπλών δειγμάτων)·

15)

«αλφαριθμητικά δεδομένα» : δεδομένα που αποτελούνται από γράμματα, ψηφία, ειδικούς χαρακτήρες, διαστήματα και σημεία στίξεως·

16)

«δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων» : τα δεδομένα που σχετίζονται με τα τέσσερα δακτυλικά αποτυπώματα του δείκτη, του μέσου δακτύλου, του παράμεσου δακτύλου και του μικρού δακτύλου του δεξιού χεριού, εάν υπάρχουν, ειδάλλως του αριστερού χεριού·

17)

«εικόνα προσώπου» : ψηφιακές εικόνες προσώπου·

18)

«βιομετρικά δεδομένα» : τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και η εικόνα προσώπου·

19)

«πρόσωπο που υπερβαίνει την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής» : υπήκοος τρίτης χώρας που δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις όσον αφορά τη διάρκεια επιτρεπόμενης βραχείας παραμονής του στην επικράτεια των κρατών μελών·

20)

«eu-LISA» : ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011·

21)

«εποπτικές αρχές» : η εποπτική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και η εποπτική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680·

22)

«δεδομένα ΣΕΕ» : όλα τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο κεντρικό ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 14 και τα άρθρα 16 έως 20·

23)

«επιβολή του νόμου» : η πρόληψη, η εξακρίβωση ή η διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων·

24)

«τρομοκρατικό έγκλημα» : έγκλημα που, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αντιστοιχεί ή είναι ισοδύναμο με τα αναφερόμενα στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 εγκλήματα,

25)

«σοβαρή αξιόποινη πράξη» : η μορφή εγκλήματος που αντιστοιχεί ή είναι ισοδύναμη με ένα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ εγκλήματα, εφόσον τιμωρούνται κατά το εθνικό δίκαιο με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών·

26)

«εντεταλμένη αρχή» : η αρχή η οποία ορίζεται από κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 29 ως αρμόδια για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων·

27)

«σύστημα αυτοεξυπηρέτησης» : σύστημα αυτοεξυπηρέτησης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

28)

«ηλεκτρονική θύρα» : ηλεκτρονική θύρα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

29)

«ποσοστό μη καταχώρισης» (FTER) : το ποσοστό των καταχωρίσεων με ανεπαρκή ποιότητα βιομετρικών δεδομένων·

30)

«ποσοστό ψευδώς θετικής ταυτοποίησης» (FPIR) : το ποσοστό αντιστοιχίσεων που δίνει ο βιομετρικός έλεγχος, οι οποίες δεν ανήκουν στον υπό έλεγχο ταξιδιώτη·

31)

«ποσοστό ψευδώς αρνητικής ταυτοποίησης» (FNIR) : το ποσοστό αποτυχημένων αντιστοιχίσεων σε βιομετρική έρευνα παρά το γεγονός ότι βιομετρικά δεδομένα του ταξιδιώτη έχουν καταχωριστεί.

2.  Οι όροι του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό, εφόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπόκεινται σε επεξεργασία από τις αρχές των κρατών μελών για τους σκοπούς του άρθρου 6 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

3.  Οι όροι του άρθρου 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό, εφόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπόκεινται σε επεξεργασία από τις αρχές των κρατών μελών για τους σκοπούς του άρθρου 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Σύνορα στα οποία το ΣΕΕ λειτουργεί και χρήση του ΣΕΕ στα εν λόγω σύνορα

1.  Το ΣΕΕ λειτουργεί στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών.

2.  Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν εισάγουν το ΣΕΕ στα εσωτερικά τους σύνορα με τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά λειτουργούν το ΣΕΕ.

3.  Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν και τα κράτη μέλη που δεν το εφαρμόζουν ακόμη πλήρως αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ εισάγουν το ΣΕΕ στα εσωτερικά σύνορά τους με τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν ούτε χρησιμοποιούν το ΣΕΕ.

4.  Τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ εισάγουν το ΣΕΕ στα εσωτερικά τους σύνορα ως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

5.  Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23 παράγραφος 2 τρίτο και τέταρτο εδάφιο καθώς και το άρθρο 27, τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ, εισάγουν το ΣΕΕ χωρίς βιομετρικές λειτουργικές δυνατότητες στα εσωτερικά χερσαία σύνορα με κράτος μέλος το οποίο δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ. Όταν σε αυτά τα εσωτερικά σύνορα υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει ακόμη καταχωρισθεί στο ΣΕΕ, δημιουργείται ατομικός φάκελος του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας χωρίς καταχώριση βιομετρικών δεδομένων. Τα βιομετρικά δεδομένα προστίθενται στο επόμενο σημείο διέλευσης συνόρων όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ με βιομετρικές λειτουργικές δυνατότητες.

Άρθρο 5

Συγκρότηση του ΣΕΕ

Ο «eu-LISA» αναπτύσσει το ΣΕΕ και διασφαλίζει τη λειτουργική του διαχείριση, συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών δυνατοτήτων για την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων όπως αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), καθώς και την επαρκή ασφάλεια του ΣΕΕ.

Άρθρο 6

Στόχοι του ΣΕΕ

1.  Με την καταχώριση και την αποθήκευση δεδομένων στο ΣΕΕ και με την παροχή στα κράτη μέλη πρόσβασης στα εν λόγω δεδομένα, το ΣΕΕ επιδιώκει:

α) την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των συνοριακών ελέγχων με τον υπολογισμό και την παρακολούθηση της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής κατά την είσοδο και την έξοδο των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους χορηγείται άδεια βραχείας παραμονής·

β) να βοηθήσει στην ταυτοποίηση υπηκόου τρίτης χώρας που δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου ή βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών·

γ) την παροχή της δυνατότητας ταυτοποίησης και εντοπισμού προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής και την παροχή της δυνατότητας στις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα·

δ) την παροχή της δυνατότητας ηλεκτρονικού ελέγχου στο ΣΕΕ των περιπτώσεων άρνησης εισόδου·

ε) την παροχή της δυνατότητας αυτοματοποίησης των συνοριακών ελέγχων σε υπηκόους τρίτων χωρών·

στ) την παροχή στις αρχές θεώρησης της δυνατότητας πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με τη νόμιμη χρήση προηγούμενων θεωρήσεων·

ζ) την ενημέρωση των υπηκόων τρίτων χωρών για τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους·

η) τη συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων για τις εισόδους και τις εξόδους, τις αρνήσεις εισόδου και τις υπερβάσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό να βελτιωθεί η εκτίμηση του κινδύνου υπέρβασης και να υποστηριχθεί η χάραξη μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης με βάση αποδεικτικά στοιχεία·

θ) την καταπολέμηση της υποκλοπής ταυτότητας και της κατάχρησης ταξιδιωτικών εγγράφων.

2.  Με τη χορήγηση πρόσβασης σε εντεταλμένες αρχές σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, το ΣΕΕ επιδιώκει:

α) να συμβάλλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων·

β) να παρέχει τη δυνατότητα παραγωγής πληροφοριών για έρευνες που συνδέονται με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, περιλαμβανομένης της ταυτοποίησης δραστών, υπόπτων ή θυμάτων των εν λόγω πράξεων που έχουν περάσει τα εξωτερικά σύνορα.

3.  Το ΣΕΕ, κατά περίπτωση, στηρίζει τα κράτη μέλη για τη λειτουργία των εθνικών τους προγραμμάτων διευκόλυνσης που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, προκειμένου να διευκολυνθεί η διέλευση των συνόρων για τους υπηκόους τρίτων χωρών, ως ακολούθως:

α) παρέχοντας στις εθνικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 τη δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με προηγούμενες περιόδους βραχείας παραμονής ή αρνήσεις εισόδου για τους σκοπούς της εξέτασης των αιτήσεων πρόσβασης σε εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης και της έκδοσης αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 25 του παρόντος κανονισμού·

β) ενημερώνοντας τις συνοριακές αρχές ότι χορηγείται πρόσβαση στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης.

Άρθρο 7

Τεχνική αρχιτεκτονική του ΣΕΕ

1.  Το ΣΕΕ αποτελείται από:

α) κεντρικό σύστημα (κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ)·

β) εθνική ενιαία διεπαφή (NUI) σε κάθε κράτος μέλος που βασίζεται σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές και είναι πανομοιότυπη για όλα τα κράτη μέλη, η οποία καθιστά δυνατή την ασφαλή σύνδεση του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ με τις εθνικές συνοριακές υποδομές στα κράτη μέλη·

γ) ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος του VIS·

δ) ασφαλή και κρυπτογραφημένη υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και των NUΙ·

ε) τη διαδικτυακή υπηρεσία του άρθρου 13·

στ) το αποθετήριο δεδομένων, το οποίο δημιουργείται σε κεντρικό επίπεδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 63 παράγραφος 2.

2.  Το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ φιλοξενείται από τον eu-LISA στις τεχνικές εγκαταστάσεις του. Παρέχει τις λειτουργικές δυνατότητες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τις προϋποθέσεις διαθεσιμότητας, ποιότητας και ταχύτητας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 παράγραφος 3.

3.  Με την επιφύλαξη της απόφασης 2008/602/ΕΚ της Επιτροπής ( 7 ), ορισμένα στοιχεία υλισμικού και λογισμικού της υποδομής επικοινωνίας του ΣΕΕ είναι κοινά με την υποδομή επικοινωνίας του VIS που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της απόφασης 2004/512/ΕΚ. Εξασφαλίζεται ο λογικός διαχωρισμός των δεδομένων του VIS και του ΣΕΕ.

Άρθρο 8

Διαλειτουργικότητα με το VIS

1.  Ο eu-LISA θεσπίζει ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS προκειμένου να καταστεί δυνατή η διαλειτουργικότητα μεταξύ του ΣΕΕ και του VIS. Η απευθείας αναζήτηση μεταξύ του VIS και του ΣΕΕ είναι δυνατή όπου αυτό προβλέπεται τόσο από τον παρόντα κανονισμό όσο και από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Η ανάκτηση από το VIS δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις, η εισαγωγή τους στο ΣΕΕ και η ενημέρωση δεδομένων από το VIS στο ΣΕΕ είναι αυτοματοποιημένες από τη στιγμή που η σχετική λειτουργία δρομολογηθεί από την οικεία αρχή.

2.  Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις συνοριακές αρχές που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ να συμβουλεύονται το VIS από το ΣΕΕ ούτως ώστε:

α) να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή της καταχώρισης άρνησης εισόδου ενός κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τα άρθρα 14, 16 και 18 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

β) να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS με σκοπό την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού και τα άρθρα 13, 14 και 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

γ) να επαληθεύουν, σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, τη γνησιότητα και την εγκυρότητα της σχετικής θεώρησης ή κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

δ) να επαληθεύουν στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εάν υπήκοος τρίτης χώρας που απαλλάσσεται από την υποχρέωση της οικείας θεώρησης έχει ήδη καταχωρισθεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· και

ε) όταν η ταυτότητα κατόχου θεώρησης επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων, να επαληθεύουν στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ την ταυτότητα κατόχου θεώρησης μέσω αντιπαραβολής με τα δακτυλικά του αποτυπώματα που έχουν καταχωρισθεί στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

3.  Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις αρχές θεώρησης που χρησιμοποιούν το VIS να συμβουλεύονται το ΣΕΕ από το VIS ούτως ώστε:

α) να εξετάζουν τις αιτήσεις θεώρησης και να λαμβάνουν αποφάσεις επί των εν λόγω αιτήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

β) να εξετάζουν για τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ, αιτήσεις χορήγησης εθνικών θεωρήσεων βραχείας παραμονής και να λαμβάνουν αποφάσεις επί των εν λόγω αιτήσεων·

γ) να ενημερώνουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις στην καταχώριση εισόδου/εξόδου σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού και τα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.  Για τη λειτουργία της διαδικτυακής υπηρεσίας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 13, το VIS ενημερώνει καθημερινώς τη χωριστή βάση δεδομένων «μόνο για ανάγνωση» που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 5 μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων VIS.

Άρθρο 9

Πρόσβαση στο ΣΕΕ για εισαγωγή, τροποποίηση, διαγραφή και αναζήτηση δεδομένων

1.  Η πρόσβαση στο ΣΕΕ για την εισαγωγή, τροποποίηση, διαγραφή και αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 14 και στα άρθρα 16 έως 20 επιφυλάσσεται αποκλειστικά στο δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των εθνικών αρχών κάθε κράτους μέλους που είναι αρμόδιες για τους σκοπούς που ορίζονται στα άρθρα 23 έως 35. Η εν λόγω πρόσβαση περιορίζεται στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων των ανωτέρω εθνικών αρχών σύμφωνα με τους σκοπούς αυτούς και είναι ανάλογη προς τους επιδιωκόμενους στόχους.

2.  Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες είναι συνοριακές αρχές, αρχές θεώρησης και αρχές μετανάστευσης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων εθνικών αρχών έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ για να εισάγει, να τροποποιεί, να διαγράφει ή να συμβουλεύεται δεδομένα. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί κατάλογο των εν λόγω αρχών χωρίς καθυστέρηση στον eu-LISA. Στον κατάλογο προσδιορίζεται ο σκοπός για τον οποίο κάθε αρχή έχει πρόσβαση στα δεδομένα που έχουν αποθηκευθεί στο ΣΕΕ.

3.  Οι αρχές που έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται τα δεδομένα ΣΕΕ ή να έχουν πρόσβαση σε αυτά με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων ορίζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο IV.

Άρθρο 10

Γενικές αρχές

1.  Κάθε αρμόδια αρχή εξουσιοδοτημένη να έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ διασφαλίζει ότι η χρήση του ΣΕΕ είναι απαραίτητη, κατάλληλη και αναλογική.

2.  Κάθε αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η χρήση του ΣΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της λήψης βιομετρικών δεδομένων, τηρεί τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στη σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού. Συγκεκριμένα, όταν λαμβάνονται τα δεδομένα παιδιών, πρωταρχικό μέλημα αποτελεί το βέλτιστο συμφέρον τους.

Άρθρο 11

Αυτοματοποιημένος υπολογιστής και υποχρέωση ενημέρωσης των υπηκόων τρίτων χωρών για την υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής

1.  Το ΣΕΕ περιλαμβάνει αυτοματοποιημένο υπολογιστή που αναφέρει τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής, για τους υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ.

Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής δεν εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι:

▼C3

α) είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

▼B

β) δεν είναι κάτοχοι του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002.

2.  Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές:

α) κατά την είσοδο, σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών και αν έχει ήδη εξαντληθεί ο αριθμός των επιτρεπόμενων εισόδων των θεωρήσεων βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους·

β) κατά τους ελέγχους ή τις επαληθεύσεις που διενεργούνται εντός της επικράτειας των κρατών μελών, σχετικά με την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή ή την υπέρβαση της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής των υπηκόων τρίτων χωρών·

γ) κατά την έξοδο, σχετικά με κάθε υπέρβαση της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών·

δ) κατά την εξέταση και τη λήψη απόφασης επί αιτήσεων θεώρησης βραχείας παραμονής, σχετικά με τη μέγιστη υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής βάσει των προβλεπόμενων ημερομηνιών εισόδου.

3.  Οι συνοριακές αρχές ενημερώνουν τον υπήκοο τρίτης χώρας σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής, που λαμβάνει υπόψη τον αριθμό εισόδων και τη διάρκεια παραμονής που επιτρέπεται από τη θεώρηση, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται είτε από τον συνοριοφύλακα τη στιγμή των συνοριακών ελέγχων είτε μέσω εξοπλισμού εγκατεστημένου στο σημείο διέλευσης των συνόρων που επιτρέπει στον υπήκοο τρίτης χώρας να συμβουλευτεί τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος κανονισμού.

4.  Για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και διαμένουν, βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής ή εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής, σε κράτος μέλος που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής δεν αναφέρει την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής βάσει της θεώρησης βραχείας παραμονής ή της εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής επαληθεύει μόνο:

α) τη συμμόρφωση με το συνολικό όριο των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, και

β) για τις θεωρήσεις βραχείας παραμονής, τη συμμόρφωση με τη διάρκεια ισχύος των εν λόγω θεωρήσεων.

5.  Για να επαληθευθεί αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που κατέχουν θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό των εισόδων που επιτρέπει η θεώρηση βραχείας παραμονής τους, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής λαμβάνει υπόψη μόνο τις εισόδους στην επικράτεια των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν. Η εν λόγω επαλήθευση δεν διενεργείται, ωστόσο, κατά την είσοδο στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ.

6.  Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής εφαρμόζεται επίσης σε περιπτώσεις βραχείας παραμονής βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής με περιορισμένη εδαφική ισχύ που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. Στην περίπτωση αυτή, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής λαμβάνει υπόψη την επιτρεπόμενη παραμονή, όπως ορίζεται από την εν λόγω θεώρηση, ανεξαρτήτως εάν ο σωρευτικός χρόνος παραμονής του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών.

Άρθρο 12

Μηχανισμός πληροφοριών

1.  Το ΣΕΕ περιλαμβάνει μηχανισμό που εντοπίζει αυτομάτως τόσο τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που δεν περιέχουν δεδομένα εξόδου αμέσως μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης παραμονής όσο και τις καταχωρίσεις στις οποίες σημειώθηκε υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας επιτρεπόμενης παραμονής.

2.  Για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης εκδοθέντος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003 του Συμβουλίου ( 8 ) (FTD), το ΣΕΕ περιλαμβάνει μηχανισμό που εντοπίζει αυτόματα τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που δεν περιέχουν δεδομένα εξόδου αμέσως μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης παραμονής, ενώ επίσης εντοπίζει αυτομάτως τις καταχωρίσεις στις οποίες σημειώθηκε υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας επιτρεπόμενης παραμονής.

3.  Κατάλογος παραγόμενος από το ΣΕΕ, ο οποίος περιέχει τα αναφερόμενα στα άρθρα 16 και 17 δεδομένα όλων των ταυτοποιημένων προσώπων που υπερέβησαν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής, τίθεται στη διάθεση των εντεταλμένων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 αρμόδιων εθνικών αρχών, προκειμένου αυτές να μπορέσουν να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα.

Άρθρο 13

Διαδικτυακή υπηρεσία

1.  Για να μπορούν οι υπήκοοι τρίτων χωρών να επαληθεύουν ανά πάσα στιγμή την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή, διατίθεται ασφαλής διαδικτυακή πρόσβαση σε διαδικτυακή υπηρεσία που φιλοξενείται από τον eu-LISA στις τεχνικές εγκαταστάσεις του, η οποία επιτρέπει στους εν λόγω υπηκόους να υποβάλλουν τα δεδομένα που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) σε συνδυασμό με την προβλεπόμενη ημερομηνία εισόδου ή εξόδου, ή και τις δύο. Στη βάση αυτή, η διαδικτυακή υπηρεσία δίνει στους υπηκόους αυτούς απάντηση «OK/NOT OK», καθώς και πληροφορίες σχετικά με την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή.

2.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, για προβλεπόμενη παραμονή σε κράτος μέλος το οποίο δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, η διαδικτυακή υπηρεσία δεν παρέχει καμία πληροφορία σχετικά με την επιτρεπόμενη παραμονή βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής ή εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η διαδικτυακή υπηρεσία παρέχει τη δυνατότητα στους υπηκόους τρίτων χωρών να επαληθεύουν τη συμμόρφωση με το συνολικό όριο των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών και να λαμβάνουν ενημέρωση σχετικά με την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή βάσει αυτού του ορίου. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται για τα διαστήματα παραμονής εντός της περιόδου 180 ημερών που προηγείται της αναζήτησης στη διαδικτυακή υπηρεσία ή της προβλεπόμενης ημερομηνίας εισόδου ή εξόδου, ή και των δύο.

3.  Για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, οι μεταφορείς χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου με σκοπό να επαληθεύσουν αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που κατέχουν θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό εισόδων που επιτρέπει η θεώρησή τους. Οι μεταφορείς παρέχουν τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού. Σε αυτή τη βάση, η διαδικτυακή υπηρεσία δίνει στους μεταφορείς απάντηση «OK/NOT OK». Οι μεταφορείς μπορούν να αποθηκεύουν τις πληροφορίες που αποστέλλονται και την απάντηση που λαμβάνεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο. Οι μεταφορείς θεσπίζουν σύστημα επαλήθευσης προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μόνο εξουσιοδοτημένο προσωπικό μπορεί να έχει πρόσβαση στη διαδικτυακή υπηρεσία. Η απάντηση «OK/NOT OK» δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως απόφαση για την έγκριση ή την άρνηση εισόδου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399.

4.  Για τον σκοπό της εφαρμογής του άρθρου 26 παράγραφος 2 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν ή για τον σκοπό της επίλυσης κάθε ενδεχόμενης διαφοράς που προκύπτει δυνάμει του άρθρου 26 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, ο eu-LISA διατηρεί αρχείο καταχωρίσεων όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που πραγματοποιούνται από τους μεταφορείς εντός της διαδικτυακής υπηρεσίας. Στο εν λόγω αρχείο εμφανίζονται η ημερομηνία και η ώρα κάθε πράξης επεξεργασίας, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα, τα δεδομένα που διαβίβασε η διαδικτυακή υπηρεσία και το όνομα του οικείου μεταφορέα.

Οι καταχωρίσεις αποθηκεύονται για περίοδο δύο ετών. Οι καταχωρίσεις προστατεύονται καταλλήλως έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης.

5.  Η διαδικτυακή υπηρεσία χρησιμοποιεί χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση η οποία ενημερώνεται σε καθημερινή βάση μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων ΣΕΕ και VIS. Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια της διαδικτυακής υπηρεσίας, για την ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχει και για τη διαδικασία εξαγωγής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση.

6.  Η διαδικτυακή υπηρεσία δεν παρέχει στους μεταφορείς τη δυνατότητα να επαληθεύουν αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που κατέχουν εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό των εισόδων που επιτρέπει η εν λόγω θεώρηση.

7.  Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που αφορούν τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις προϋποθέσεις λειτουργίας της διαδικτυακής υπηρεσίας και τους κανόνες προστασίας δεδομένων και ασφάλειας που εφαρμόζονται στη διαδικτυακή υπηρεσία. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 14

Διαδικασίες εισαγωγής δεδομένων στο ΣΕΕ

1.  Οι συνοριακές αρχές επαληθεύουν, σύμφωνα με το άρθρο 23, αν έχει ήδη δημιουργηθεί ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ για τον υπήκοο τρίτης χώρας, καθώς και την ταυτότητά του. Αν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για την προεγγραφή δεδομένων ή για τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων, η επαλήθευση γίνεται μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης.

2.  Αν έχει ήδη δημιουργηθεί ατομικός φάκελος για τον υπήκοο τρίτης χώρας, η συνοριακή αρχή, όπου είναι απαραίτητο:

α) ενημερώνει τα δεδομένα του ατομικού φακέλου, ειδικά τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18, κατά περίπτωση, και

β) εισάγει καταχώριση εισόδου ή εξόδου για κάθε είσοδο και έξοδο σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 ή, κατά περίπτωση, καταχώριση της άρνησης εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 18.

Οι καταχωρίσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου συνδέονται με τον ατομικό φάκελο του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.

Κατά περίπτωση, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 προστίθενται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Τα ταξιδιωτικά έγγραφα και στοιχεία ταυτότητας που χρησιμοποιούνται νόμιμα από υπήκοο τρίτης χώρας προστίθενται στον ατομικό του φάκελο.

Εάν έχει ήδη καταχωρισθεί ατομικός φάκελος και ο υπήκοος τρίτης χώρας προσκομίσει έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο το οποίο διαφέρει από εκείνο που είχε ήδη καταχωρισθεί, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) ενημερώνονται επίσης σύμφωνα με το άρθρο 15.

3.  Στις περιπτώσεις που απαιτείται να εισαχθούν ή να ενημερωθούν τα δεδομένα της καταχώρισης εισόδου/εξόδου κατόχου θεώρησης, οι συνοριακές αρχές μπορούν να ανακτήσουν από το VIS και να εισαγάγουν στο ΣΕΕ τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του παρόντος κανονισμού απευθείας από το VIS σύμφωνα με το άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.  Αν δεν υπάρχει προηγούμενη καταχώριση υπηκόου τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, η συνοριακή αρχή δημιουργεί ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας εισάγοντας τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 17 παράγραφος 1 και στο άρθρο 18 παράγραφος 1, κατά περίπτωση.

5.  Εάν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για την προεγγραφή δεδομένων, εφαρμόζεται το άρθρο 8α του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Σε αυτήν την περίπτωση, ο υπήκοος τρίτης χώρας μπορεί να προεγγράψει τα δεδομένα του ατομικού φακέλου ή, κατά περίπτωση, τα δεδομένα της καταχώρισης εισόδου/εξόδου που πρέπει να ενημερωθούν. Τα δεδομένα επιβεβαιώνονται από τις συνοριακές αρχές όταν η απόφαση έγκρισης ή άρνησης εισόδου έχει ληφθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του παρόντος κανονισμού μπορούν να ανακτώνται από το VIS και να εισάγονται στο ΣΕΕ.

6.  Εάν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για τη διενέργεια των συνοριακών ελέγχων, εφαρμόζεται το άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Σε αυτήν την περίπτωση, η επαλήθευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διενεργείται μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης.

7.  Εάν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί ηλεκτρονική θύρα για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, ή των εσωτερικών συνόρων στα οποία οι έλεγχοι δεν έχουν ακόμα καταργηθεί, εφαρμόζεται το άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Σε αυτήν την περίπτωση, η αντίστοιχη εγγραφή της καταχώρισης εισόδου/εξόδου και η σύνδεση της καταχώρισης αυτής με τον εκάστοτε ατομικό φάκελο πραγματοποιείται μέσω της ηλεκτρονικής θύρας.

8.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του παρόντος κανονισμού και του άρθρου 12 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, εάν η επιτρεπόμενη βραχεία παραμονή υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος βρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους αρχίζει αμέσως μετά την παραμονή βάσει αδείας διαμονής ή θεώρησης για παραμονή μακράς διαρκείας και δεν έχει ήδη δημιουργηθεί ατομικός φάκελος, ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας μπορεί να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, να δημιουργήσουν τον ατομικό φάκελο και την καταχώριση εισόδου/εξόδου εισάγοντας τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1, 2 και 6 και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Αντί των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού οι εν λόγω αρμόδιες αρχές, εισάγουν την ημερομηνία έναρξης της επιτρεπόμενης βραχείας παραμονής και, αντί των δεδομένων του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, εισάγουν την επωνυμία της αρχής που εισήγαγε τα δεδομένα αυτά.

Άρθρο 15

Εικόνα προσώπου των υπηκόων τρίτων χωρών

1.  Όταν είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ατομικός φάκελος ή να ενημερωθεί η εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β), η εικόνα προσώπου λαμβάνεται ζωντανά.

2.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν μπορούν να πληρούνται οι προδιαγραφές ποιότητας και ανάλυσης που έχουν καθορισθεί για την εγγραφή της ζωντανής εικόνας προσώπου στο ΣΕΕ, η εικόνα προσώπου μπορεί να εξάγεται ηλεκτρονικά από το τσιπ του ηλεκτρονικού μηχανικώς αναγνώσιμου ταξιδιωτικού εγγράφου (eMRTD). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εικόνα προσώπου εισάγεται στον ατομικό φάκελο μόνο αφού επαληθευθεί ηλεκτρονικά ότι η εικόνα προσώπου που έχει καταχωρισθεί στο τσιπ του eMRTD αντιστοιχεί στη ζωντανή εικόνα προσώπου του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.

3.  Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει ετησίως έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 2 στην Επιτροπή. Στην έκθεση περιλαμβάνεται ο αριθμός των ενδιαφερόμενων υπηκόων τρίτων χωρών και επίσης εξηγούνται οι εξαιρετικές περιπτώσεις που αντιμετωπίστηκαν.

4.  Η εικόνα προσώπου υπηκόων τρίτης χώρας έχει επαρκή ανάλυση και ποιότητα για να χρησιμοποιείται στην αυτοματοποιημένη βιομετρική αντιστοίχιση.

5.  Εντός δύο ετών από την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας των εικόνων προσώπου που είναι αποθηκευμένες στο VIS και για το αν οι εικόνες αυτές επιτρέπουν τη βιομετρική αντιστοίχιση με σκοπό τη χρήση των εικόνων προσώπου που είναι αποθηκευμένες στο VIS στα σύνορα και εντός της επικράτειας των κρατών μελών για την επαλήθευση της ταυτότητας υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, χωρίς να αποθηκεύονται οι εν λόγω εικόνες προσώπου στο ΣΕΕ. Η Επιτροπή διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η έκθεση συνοδεύεται, αν θεωρηθεί αναγκαίο από την Επιτροπή, από νομοθετικές προτάσεις, μεταξύ των οποίων προτάσεις για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, ή και των δύο, όσον αφορά τη χρήση των εικόνων προσώπου υπηκόων τρίτων χωρών που είναι αποθηκευμένες στο VIS για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

Άρθρο 16

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπηκόων τρίτων χωρών υποκειμένων σε υποχρέωση θεώρησης

1.  Στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, η συνοριακή αρχή δημιουργεί τον ατομικό φάκελο του υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης, εισάγοντας τα ακόλουθα δεδομένα:

α) επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γέννησης· ιθαγένεια ή ιθαγένειες· φύλο·

β) το είδος και τον αριθμό του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων και τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων·

γ) την ημερομηνία λήξης της ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων·

δ) την εικόνα προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 15.

2.  Σε κάθε είσοδο υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης σε σύνορο όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, εισάγονται τα ακόλουθα δεδομένα σε καταχώριση εισόδου/εξόδου:

α) η ημερομηνία και η ώρα εισόδου·

β) το σημείο διέλευσης των συνόρων στην είσοδο και η αρχή που επέτρεψε την είσοδο·

γ) κατά περίπτωση, το καθεστώς του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας εξ ου εμφαίνεται ότι πρόκειται για υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος:

▼C3

i) είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου, και

▼B

ii) δεν είναι κάτοχος του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002·

▼C3

δ) κατά περίπτωση, ο αριθμός της αυτοκόλλητης θεώρησης βραχείας παραμονής, μαζί με τον κωδικό τριών γραμμάτων του κράτους μέλους έκδοσης, το είδος της θεώρησης βραχείας παραμονής, η ημερομηνία λήξης της μέγιστης διάρκειας παραμονής που επιτρέπεται από τη θεώρηση βραχείας παραμονής, που ενημερώνεται σε κάθε είσοδο, και η ημερομηνία λήξης ισχύος της θεώρησης βραχείας παραμονής·

▼B

ε) κατά την πρώτη είσοδο βάσει της θεώρησης βραχείας παραμονής, ο αριθμός των εισόδων και η διάρκεια της παραμονής βάσει της θεώρησης βραχείας παραμονής όπως αναγράφεται στην αυτοκόλλητη θεώρηση βραχείας παραμονής·

στ) κατά περίπτωση, η πληροφορία ότι η θεώρηση βραχείας παραμονής έχει εκδοθεί με περιορισμένη εδαφική ισχύ, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009·

ζ) για τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ, κοινοποίηση, κατά περίπτωση, με την ένδειξη ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποίησε εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής για να εισέλθει.

Το αρχείο εισόδου/εξόδου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας χρησιμοποιώντας τον ατομικό αριθμό αναφοράς που έχει δημιουργηθεί από το ΣΕΕ κατά τη δημιουργία του συγκεκριμένου ατομικού φακέλου.

3.  Σε κάθε έξοδο υπηκόου τρίτης χώρας που υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης από σύνορο όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ τα ακόλουθα δεδομένα εισάγονται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου:

α) η ημερομηνία και η ώρα εξόδου·

β) το σημείο διέλευσης των συνόρων κατά την έξοδο.

Όταν ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί θεώρηση διαφορετική από τη θεώρηση που καταχωρίσθηκε κατά την τελευταία καταχώριση εισόδου, τα δεδομένα της καταχώρισης εισόδου/εξόδου που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία δ) έως ζ) ενημερώνονται αναλόγως.

Το αρχείο εισόδου/εξόδου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας.

4.  Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν δεδομένα εξόδου αμέσως μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης παραμονής, τίθεται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου επισήμανση από το ΣΕΕ και τα δεδομένα του υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης και διαπιστώνεται ότι έχει υπερβεί την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής, εισάγονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 12.

5.  Για να δημιουργηθεί ή να ενημερωθεί η καταχώριση εισόδου/εξόδου υπηκόου τρίτης χώρας υποκειμένου σε υποχρέωση θεώρησης, η συνοριακή αρχή μπορεί να ανακτήσει από το VIS και να εισαγάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχεία γ) έως στ) του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

6.  Όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας επωφελείται από εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, τα ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εισάγει κοινοποίηση στον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας, αναφέροντας ποιο είναι το εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

7.  Οι ειδικές διατάξεις του παραρτήματος II ισχύουν για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD.

Άρθρο 17

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης

1.  Η συνοριακή αρχή δημιουργεί τον ατομικό φάκελο των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης εισάγοντας τα ακόλουθα:

α) τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ)·

β) την εικόνα προσώπου ως αναφέρεται στο άρθρο 15·

γ) τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του δεξιού χεριού, εάν υπάρχουν, ειδάλλως τα αντίστοιχα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του αριστερού χεριού· η ανάλυση και η ποιότητα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι επαρκείς ώστε τα δεδομένα αυτά να χρησιμοποιούνται στην αυτοματοποιημένη βιομετρική αντιστοίχιση·

δ) κατά περίπτωση, τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6.

2.  Για υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, εφαρμόζονται το άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ), το άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και άρθρο 16 παράγραφος 4, τηρουμένων των αναλογιών.

3.  Τα παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών απαλλάσσονται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

4.  Τα πρόσωπα που αδυνατούν να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα για σωματικούς λόγους απαλλάσσονται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Ωστόσο, αν αυτή η σωματική αδυναμία είναι προσωρινή, το γεγονός αυτό καταχωρίζεται στο ΣΕΕ και το πρόσωπο υποχρεούται να υποβληθεί σε λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων κατά την έξοδο ή την επόμενη είσοδο. Αυτές οι πληροφορίες διαγράφονται από το ΣΕΕ μετά τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Οι συνοριακές αρχές έχουν το δικαίωμα να ζητούν περαιτέρω διευκρινίσεις για τους λόγους της προσωρινής αδυναμίας λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εφαρμογή κατάλληλων διαδικασιών που εγγυώνται τον σεβασμό της αξιοπρέπειας του προσώπου, σε περίπτωση δυσκολίας κατά τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων.

5.  Όταν ο ενδιαφερόμενος απαλλάσσεται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων δυνάμει των παραγράφων 3 ή 4, στο ειδικό πεδίο δεδομένων αναγράφεται η ένδειξη «άνευ αντικειμένου».

Άρθρο 18

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για υπηκόους τρίτων χωρών για τους οποίους ελήφθη απόφαση άρνησης εισόδου

1.  Εάν έχει ληφθεί απόφαση από τη συνοριακή αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 14 και το παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, να μην επιτραπεί η είσοδος υπηκόου τρίτης χώρας για βραχεία παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, και εφόσον δεν έχει ήδη καταχωρισθεί φάκελος στο ΣΕΕ για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, η συνοριακή αρχή δημιουργεί ατομικό φάκελο στον οποίο εισάγει:

α) για τους υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, τα αλφαριθμητικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού·

β) για τους υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, τα αλφαριθμητικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

2.  Στην περίπτωση κατά την οποία δεν επιτρέπεται η είσοδος σε υπήκοο τρίτης χώρας για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος Β σημεία Β, Δ ή Η του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και δεν έχει ήδη καταχωρισθεί φάκελος με βιομετρικά δεδομένα στο ΣΕΕ για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, η συνοριακή αρχή δημιουργεί ατομικό φάκελο στον οποίο εισάγει τα αλφαριθμητικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 ή του άρθρου 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, αναλόγως, καθώς και τα ακόλουθα δεδομένα:

α) για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού·

β) για υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, τα βιομετρικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος κανονισμού·

γ) για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και δεν έχουν καταχωρισθεί στο VIS, την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού και τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού.

3.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εάν ισχύει ο λόγος που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος Β, σημείο Η του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και τα βιομετρικά δεδομένα του υπηκόου τρίτης χώρας έχουν εισαχθεί στην ειδοποίηση SIS με αποτέλεσμα την άρνηση εισόδου, τα βιομετρικά δεδομένα του υπηκόου τρίτης χώρας δεν εισάγονται στο ΣΕΕ.

4.  Στην περίπτωση κατά την οποία σε υπήκοο τρίτης χώρας δεν επιτρέπεται η είσοδος για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος Β σημείο Θ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και δεν έχει ήδη καταχωρισθεί φάκελος με βιομετρικά δεδομένα στο ΣΕΕ για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, τα βιομετρικά δεδομένα εισάγονται στο ΣΕΕ μόνο όταν δεν επιτραπεί η είσοδος επειδή ο υπήκοος τρίτης χώρας θεωρείται ότι συνιστά απειλή κατά της εσωτερικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των στοιχείων της δημόσιας τάξης.

5.  Εάν σε υπήκοο τρίτης χώρας δεν επιτραπεί η είσοδος για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος B σημείο Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, η αρχή συνοριακού ελέγχου δημιουργεί τον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας χωρίς να προσθέσει βιομετρικά δεδομένα. Εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει eMRTD, η εικόνα προσώπου εξάγεται από το εν λόγω eMRTD.

6.  Αν η συνοριακή αρχή αποφασίσει κατά το άρθρο 14 και το παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 να απαγορεύσει την είσοδο υπηκόου τρίτης χώρας για βραχεία διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, τα ακόλουθα δεδομένα εισάγονται σε χωριστή καταχώριση άρνησης εισόδου:

α) η ημερομηνία και η ώρα άρνησης εισόδου·

β) το σημείο διέλευσης των συνόρων·

γ) η αρχή η οποία αρνήθηκε την είσοδο·

δ) το σημείο ή τα σημεία τα οποία αντιστοιχούν στον λόγο ή τους λόγους για την άρνηση εισόδου, σύμφωνα με το παράρτημα V Μέρος Β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

Επιπλέον, για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία δ) έως ζ) του παρόντος κανονισμού εισάγονται στην καταχώριση άρνησης εισόδου.

Για να δημιουργηθεί ή να ενημερωθεί η καταχώριση άρνησης εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, η αρμόδια αρχή συνοριακού ελέγχου μπορεί να ανακτήσει από το VIS και να εισαγάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία δ), ε) και στ) του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

7.  Η καταχώριση άρνησης εισόδου της παραγράφου 6 συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.

Άρθρο 19

Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση ανάκλησης, ακύρωσης ή παράτασης αδείας βραχείας παραμονής

1.  Σε περίπτωση που έχει ληφθεί απόφαση για την ανάκληση ή ακύρωση αδείας βραχείας παραμονής ή θεώρησης, ή για την παράταση της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης, η αρμόδια αρχή η οποία έλαβε την απόφαση προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στην τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου:

α) πληροφορίες για την κατάσταση της διαδικασίας, με την ένδειξη ότι η άδεια βραχείας παραμονής ή η θεώρηση έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί ή ότι παρατάθηκε η διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης·

β) τα στοιχεία της αρχής που ανακάλεσε ή ακύρωσε την άδεια βραχείας παραμονής ή τη θεώρηση ή παρέτεινε τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης·

γ) τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης για την ανάκληση ή ακύρωση της αδείας βραχείας παραμονής ή της θεώρησης ή για την παράταση της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης·

δ) κατά περίπτωση, τον νέο αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης, που περιλαμβάνει τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης·

ε) κατά περίπτωση, την περίοδο παράτασης της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής·

στ) κατά περίπτωση, τη νέα ημερομηνία λήξης της ισχύος της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης.

2.  Όταν η διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής έχει παραταθεί κατά το άρθρο 20 παράγραφος 2 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, η αρμόδια αρχή που παρέτεινε τη διάρκεια προσθέτει τα δεδομένα σχετικά με το διάστημα παράτασης της επιτρεπόμενης παραμονής στην τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου, όπως και την ενδεχόμενη ένδειξη ότι η επιτρεπόμενη παραμονή παρατάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 στοιχείο β) της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν.

3.  Αν έχει ληφθεί απόφαση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης θεώρησης, η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση ανακτά αμέσως και εισάγει τα δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου από το VIS απευθείας στο ΣΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.  Η καταχώριση εισόδου/εξόδου αναφέρει τους λόγους της ανάκλησης ή ακύρωσης της βραχείας παραμονής, οι οποίοι είναι:

α) απόφαση επιστροφής που έχει ληφθεί σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 9

β) κάθε άλλη απόφαση που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, με αποτέλεσμα την επιστροφή, την απομάκρυνση ή την οικειοθελή αναχώρηση του υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου ή επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

5.  Η καταχώριση εισόδου/εξόδου αναφέρει τους λόγους παράτασης της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής.

6.  Όταν ένα πρόσωπο έχει αναχωρήσει ή απομακρυνθεί από την επικράτεια των κρατών μελών κατ’ εφαρμογή απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή εισάγει τα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 στη σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου της συγκεκριμένης εισόδου.

Άρθρο 20

Στοιχεία εισαγόμενα όταν το τεκμήριο ότι υπήκοος τρίτης χώρας δεν πληροί τις προϋποθέσεις διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής ανατραπεί

Με την επιφύλαξη του άρθρου 22, εάν δεν έχει δημιουργηθεί ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ για υπήκοο τρίτης χώρας που βρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους ή δεν υφίσταται τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου για τον ανωτέρω, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να τεκμαίρουν ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις σχετικά με τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής εντός της επικράτειας των κρατών μελών.

Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και, αν το τεκμήριο αυτό ανατραπεί σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, οι αρμόδιες αρχές:

α) δημιουργούν ατομικό φάκελο για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, αν είναι απαραίτητο·

β) ενημερώνουν την τελευταία καταχώριση εισόδου/εξόδου εισάγοντας τα ελλείποντα δεδομένα, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 του παρόντος κανονισμού· ή

γ) διαγράφουν υφιστάμενο φάκελο, όταν αυτό προβλέπεται από το άρθρο 35 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 21

Εναλλακτικές διαδικασίες σε περίπτωση που είναι τεχνικά αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων λόγω βλάβης του ΣΕΕ

1.  Όταν είναι τεχνικά αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ ή σε περίπτωση βλάβης του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 αποθηκεύονται προσωρινά στην NUI. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, τα δεδομένα αποθηκεύονται προσωρινά σε τοπικό επίπεδο σε ηλεκτρονική μορφή. Και στις δύο περιπτώσεις, τα δεδομένα εισάγονται στο ΣΕΕ μόλις διορθωθεί η τεχνική αδυναμία ή βλάβη. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα και αναπτύσσουν την απαιτούμενη υποδομή, εξοπλισμό και πόρους, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η εν λόγω προσωρινή τοπική αποθήκευση μπορεί να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε στιγμή και για οποιοδήποτε από τα σημεία διέλευσης των συνόρων τους.

2.  Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης διενέργειας συνοριακών ελέγχων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, η συνοριακή αρχή, στην εξαιρετική περίπτωση κατά την οποία είναι τεχνικώς αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ και την NUI, ενώ η προσωρινή αποθήκευση σε τοπικό επίπεδο δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή είναι τεχνικώς αδύνατη, αποθηκεύει ιδιοχείρως τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τα βιομετρικά δεδομένα, και επιθέτει σφραγίδα εισόδου ή εξόδου στο ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου τρίτης χώρας. Τα δεδομένα αυτά εισάγονται στο ΣΕΕ μόλις υπάρξει η τεχνική δυνατότητα.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τη σφράγιση ταξιδιωτικών εγγράφων στις εξαιρετικές περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες για την ενημέρωση που πρέπει να της παρέχεται. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.

3.  Το ΣΕΕ επισημαίνει ότι τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 καταχωρίσθηκαν κατά την εναλλακτική διαδικασία και ότι ο ατομικός φάκελος που δημιουργήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχει ελλιπή βιομετρικά δεδομένα. Τα βιομετρικά δεδομένα εισάγονται στο ΣΕΕ κατά την επόμενη διέλευση των συνόρων.

Άρθρο 22

Μεταβατική περίοδος και μεταβατικά μέτρα

1.  Για περίοδο 180 ημερών από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, προκειμένου να επαληθεύεται κατά την είσοδο και κατά την έξοδο ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών στους οποίους έχει επιτραπεί βραχεία παραμονή δεν έχουν υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής και, κατά περίπτωση, για να επαληθεύεται κατά την είσοδο ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει υπερβεί τον αριθμό εισόδων που επιτρέπονται από τη θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους, οι αρμόδιες συνοριακές αρχές λαμβάνουν υπόψη τα διαστήματα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών κατά τη διάρκεια των 180 ημερών που προηγούνται της εισόδου ή της εξόδου, ελέγχοντας τις σφραγίδες στα ταξιδιωτικά έγγραφα επιπλέον των δεδομένων εισόδου/εξόδου που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ.

2.  Εφόσον υπήκοος τρίτης χώρας έχει εισέλθει στην επικράτεια των κρατών μελών πριν την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ και εξέρχεται από αυτήν μετά την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, δημιουργείται ατομικός φάκελος κατά την έξοδο και η ημερομηνία της εισόδου, όπως είναι σφραγισμένη στο διαβατήριο, εισάγεται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2. Ο κανόνας αυτός δεν υπόκειται στον περιορισμό των 180 ημερών από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ της εν λόγω σφραγίδας εισόδου και των δεδομένων ΣΕΕ, υπερισχύει η σφραγίδα.

Άρθρο 23

Χρήση δεδομένων για επαλήθευση στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ

1.  Οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ για να επαληθεύουν την ταυτότητα και την ήδη υπάρχουσα καταχώριση του υπηκόου τρίτης χώρας, για να ενημερώνουν τα δεδομένα ΣΕΕ, κατά περίπτωση, και για να τα συμβουλεύονται στον βαθμό που απαιτείται για τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων.

2.  Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Επιπλέον, για τους σκοπούς της αναζήτησης στο VIS για την επαλήθευση σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, οι συνοριακές αρχές αρχίζουν έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα ίδια αλφαριθμητικά δεδομένα ή, κατά περίπτωση, ►C3  συμβουλεύονται το VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. ◄

Αν από την έρευνα στο ΣΕΕ με τα δεδομένα που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα σχετικά με τον υπήκοο τρίτης χώρας, οι συνοριακές αρχές συγκρίνουν τη ζωντανή εικόνα προσώπου του υπηκόου τρίτης χώρας με την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού ή προβαίνουν, στην περίπτωση των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, σε επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων τους με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ και, στην περίπτωση υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, σε επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων απευθείας με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Για την επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS για τους κατόχους θεώρησης, οι συνοριακές αρχές μπορούν να αρχίσουν την έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού.

Εάν η επαλήθευση της εικόνας προσώπου αποτύχει, η επαλήθευση διενεργείται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων και αντιστρόφως.

3.  Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στη συνοριακή αρχή πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας, καθώς και στην ή τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου ή άρνησης εισόδου που συνδέονται με αυτόν τον φάκελο.

4.  Όταν από την έρευνα με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, όταν η επαλήθευση του υπηκόου τρίτης χώρας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν ολοκληρωθεί με επιτυχία ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος κανονισμού.

Επιπλέον της ταυτοποιήσεως κατά το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, ισχύουν τα εξής:

α) για υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, εάν από την έρευνα στο VIS με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 προκύψει ότι τα δεδομένα υπηκόου τρίτης χώρας έχουν καταχωρισθεί στο VIS, πραγματοποιείται επαλήθευση δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Για τον σκοπό αυτό, η συνοριακή αρχή μπορεί να αρχίσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Σε περιπτώσεις όπου δεν καθίσταται δυνατή η επαλήθευση του υπηκόου τρίτης χώρας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

β) για υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και οι οποίοι δεν εντοπίζονται στο ΣΕΕ κατόπιν της ταυτοποίησης που εκτελείται σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος κανονισμού, το VIS χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Η συνοριακή αρχή μπορεί να αρχίσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS, όπως προβλέπεται στο άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

5.  Για υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων τα δεδομένα έχουν ήδη καταχωρισθεί στο ΣΕΕ, αλλά των οποίων ο ατομικός φάκελος δημιουργήθηκε στο ΣΕΕ από κράτος μέλος που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, και των οποίων τα δεδομένα εισήχθησαν στο ΣΕΕ βάσει εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής, οι συνοριακές αρχές συμβουλεύονται το VIS σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) όταν, για πρώτη φορά μετά τη δημιουργία του ατομικού φακέλου, ο υπήκοος τρίτης χώρας σκοπεύει να διέλθει τα σύνορα κράτους μέλους το οποίο εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν και χρησιμοποιεί το ΣΕΕ.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΕΕ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 24

Χρήση του ΣΕΕ για την εξέταση και τη λήψη απόφασης για θεωρήσεις

1.  Οι αρχές θεώρησης συμβουλεύονται το ΣΕΕ για να εξετάζουν τις αιτήσεις θεώρησης και να λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποφάσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης της περιόδου ισχύος θεώρησης που έχει χορηγηθεί, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 810/2009.

Επιπλέον, οι αρχές θεώρησης κράτους μέλους το οποίο δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, συμβουλεύονται το ΣΕΕ όταν εξετάζουν αιτήσεις εθνικών θεωρήσεων βραχείας παραμονής και λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποφάσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης της περιόδου ισχύος εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής που έχει χορηγηθεί.

2.  Στις αρχές θεώρησης παρέχεται πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ απευθείας από το VIS με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δεδομένα:

α) τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1) στοιχεία α), β) και γ)·

β) τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης βραχείας παραμονής, που περιλαμβάνει τον κωδικό τριών γραμμάτων του κράτους μέλους έκδοσης, ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ)·

γ) τα δακτυλικά αποτυπώματα, μόνα ή σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου.

3.  Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στις αρχές θεώρησης πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου, καθώς και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο. Στις αρχές θεώρησης παρέχεται πρόσβαση στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή ώστε να ελέγχουν τη μέγιστη υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής. Οι αρχές θεώρησης έχουν επίσης πρόσβαση στο ΣΕΕ και στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή όταν εξετάζουν και λαμβάνουν απόφαση σχετικά με νέα αίτηση θεώρησης, προκειμένου να υπολογίσουν αυτομάτως τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής.

4.  Στις αρχές θεώρησης κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ παρέχεται πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων από τα δεδομένα που ορίζονται στην παράγραφο 2. Αν από την έρευνα προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, τους παρέχεται πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου, καθώς και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο. Στις αρχές θεώρησης κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ παρέχεται πρόσβαση στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή προκειμένου να υπολογίσουν τη μέγιστη υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής. Οι αρχές θεώρησης έχουν επίσης πρόσβαση στο ΣΕΕ και στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή όταν εξετάζουν και λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με νέες αιτήσεις θεώρησης, προκειμένου να υπολογίσουν τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής.

Άρθρο 25

Χρήση του ΣΕΕ για την εξέταση αιτήσεων πρόσβασης σε εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης

1.  Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 συμβουλεύονται το ΣΕΕ για τους σκοπούς της εξέτασης αιτήσεων πρόσβασης στα εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, και της έκδοσης αποφάσεων που έχουν σχέση με τις εν λόγω αιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων απόρριψης, ανάκλησης ή παράτασης της περιόδου ισχύος της πρόσβασης στα εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.

2.  Στις αρμόδιες αρχές παρέχεται πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α) τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1) στοιχεία α), β) και γ) ή τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1) στοιχείο α)·

β) τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων ή τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου.

3.  Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στην αρμόδια αρχή πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου, καθώς και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο.

Άρθρο 26

Πρόσβαση σε δεδομένα για επαλήθευση εντός της επικράτειας των κρατών μελών

1.  Για να επαληθευθεί η ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, να ελεγχθεί ή να επαληθευθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου ή επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, ή και τα δύο, οι αρχές μετανάστευσης των κρατών μελών έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Αν από την έρευνα προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα σχετικά με τον υπήκοο τρίτης χώρας, οι αρχές μετανάστευσης δύνανται:

α) να συγκρίνουν τη ζωντανή εικόνα προσώπου του υπηκόου τρίτης χώρας με την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού· ή

β) να επαληθεύουν τα δακτυλικά αποτυπώματα των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ και των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

2.  Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στις αρχές μετανάστευσης πρόσβαση στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή, στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας, στην καταχώριση ή τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου και σε κάθε καταχώριση άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο.

3.  Όταν από την έρευνα με τα δεδομένα που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, όταν η επαλήθευση του υπηκόου τρίτης χώρας δεν ολοκληρωθεί με επιτυχία ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, οι αρχές μετανάστευσης έχουν πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27.

Άρθρο 27

Πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση

1.  Οι συνοριακές αρχές ή οι αρχές μετανάστευσης έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με τη βοήθεια των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων ή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου, αποκλειστικά για τον σκοπό της ταυτοποίησης κάθε υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος ενδέχεται να έχει ήδη καταχωρισθεί στο ΣΕΕ με διαφορετική ταυτότητα ή ο οποίος δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου ή παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

Όταν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων ή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα σχετικά με τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, η πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση πραγματοποιείται με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, πριν από οποιαδήποτε ταυτοποίηση με αντιπαραβολή στο VIS, οι αρμόδιες αρχές έχουν πρώτα πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με τα άρθρα 18 ή 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, μόνα ή σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου, αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με όλα ή μερικά από τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2.  Εάν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που ορίζονται στην παράγραφο 1 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στην αρμόδια αρχή πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με αυτόν.

Άρθρο 28

Διατήρηση δεδομένων που ανακτώνται από το ΣΕΕ

Δεδομένα που ανακτώνται από το ΣΕΕ σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο μπορούν να διατηρούνται σε εθνικούς φακέλους μόνο εφόσον αυτό είναι αναγκαίο σε συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με τον σκοπό για τον οποίο ανακτήθηκαν και το σχετικό ενωσιακό δίκαιο, ιδίως όσον αφορά την προστασία των δεδομένων, και για διάστημα όχι μεγαλύτερο από το απολύτως αναγκαίο για τη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΣΕΕ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Άρθρο 29

Εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές που έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται τα δεδομένα ΣΕΕ με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

2.  Κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των εντεταλμένων αρχών. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στον eu-LISA και την Επιτροπή τις εντεταλμένες αρχές του και δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει την κοινοποίησή του.

3.  Κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα κεντρικό σημείο πρόσβασης το οποίο έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ. Το κεντρικό αυτό σημείο ελέγχει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 32 προϋποθέσεις για να ζητηθεί πρόσβαση στο ΣΕΕ.

Η εντεταλμένη αρχή και το κεντρικό σημείο πρόσβασης μπορούν να είναι μέλη του ίδιου οργανισμού εφόσον το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο, αλλά το κεντρικό σημείο πρόσβασης ενεργεί απολύτως ανεξάρτητα από τις εντεταλμένες αρχές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του κατά τον παρόντα κανονισμό. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης λειτουργεί χωριστά από τις εντεταλμένες αρχές και δεν λαμβάνει οδηγίες από αυτές όσον αφορά το αποτέλεσμα της επαλήθευσης την οποία πραγματοποιεί ανεξάρτητα.

Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν πλείονα του ενός κεντρικά σημεία πρόσβασης ώστε να αντιστοιχούν προς την οργανωτική και διοικητική δομή τους κατ’ εκπλήρωση των συνταγματικών ή νομικών υποχρεώσεών τους.

4.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στον eu-LISA και την Επιτροπή το κεντρικό σημείο πρόσβασής τους και δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσουν ή να αντικαταστήσουν τις κοινοποιήσεις τους.

5.  Σε εθνικό επίπεδο, κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των επιχειρησιακών μονάδων εντός των εντεταλμένων αρχών που έχουν εξουσιοδοτηθεί να ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα ΣΕΕ μέσω των κεντρικών σημείων πρόσβασης.

6.  Μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των κεντρικών σημείων πρόσβασης έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32.

Άρθρο 30

Ευρωπόλ

1.  Η Ευρωπόλ ορίζει μία από τις επιχειρησιακές μονάδες της ως «εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ» και την εξουσιοδοτεί να ζητά πρόσβαση στο ΣΕΕ μέσω του ορισθέντος κεντρικού σημείου πρόσβασης της Ευρωπόλ που αναφέρεται στην παράγραφο 2 με σκοπό τη στήριξη και ενίσχυση της δράσης των κρατών μελών για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

2.  Η Ευρωπόλ ορίζει ειδικευμένη μονάδα με δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ευρωπόλ για να ενεργεί ως κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης ελέγχει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 33 προϋποθέσεις για να ζητηθεί πρόσβαση στο ΣΕΕ.

Το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού και δεν λαμβάνει οδηγίες από την εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ όσον αφορά το αποτέλεσμα της επαλήθευσης.

Άρθρο 31

Διαδικασία πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου

1.  Η επιχειρησιακή μονάδα του άρθρου 29 παράγραφος 5 υποβάλλει αιτιολογημένο ηλεκτρονικό ή γραπτό αίτημα στο κεντρικό σημείο πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 3 για την πρόσβαση στα δεδομένα ΣΕΕ. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης εξακριβώνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης του άρθρου 32. Εάν οι προϋποθέσεις πρόσβασης πληρούνται, το κεντρικό σημείο πρόσβασης διεκπεραιώνει το αίτημα. Τα δεδομένα ΣΕΕ στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στις επιχειρησιακές μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 5 κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων.

2.  Σε επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει ανάγκη να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου που συνδέεται με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, το κεντρικό σημείο πρόσβασης του άρθρου 29 παράγραφος 3 διεκπεραιώνει αμέσως το αίτημα και απλώς ελέγχει εκ των υστέρων αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 32, καθώς και το κατά πόσον υπήρχε πράγματι επείγουσα περίπτωση. Η εκ των υστέρων εξακρίβωση διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο επτά εργάσιμες ημέρες μετά τη διεκπεραίωση του αιτήματος.

3.  Όταν η εκ των υστέρων επαλήθευση καταδεικνύει ότι η πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ δεν ήταν δικαιολογημένη, όλες οι αρχές που είχαν πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα καταστρέφουν τις πληροφορίες στις οποίες υπήρχε πρόσβαση από το ΣΕΕ και ενημερώνουν το οικείο κεντρικό σημείο πρόσβασης του κράτους μέλους στο οποίο έγινε το αίτημα για την καταστροφή των πληροφοριών.

Άρθρο 32

Προϋποθέσεις πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ εκ μέρους των εντεταλμένων αρχών

1.  Οι εντεταλμένες αρχές μπορούν να έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ προς αναζήτηση δεδομένων, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η πρόσβαση με σκοπό την αναζήτηση δεδομένων είναι απαραίτητη για τον σκοπό της πρόληψης, της εξακρίβωσης ►C3  ή της διερεύνησης τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης· ◄

β) η πρόσβαση με σκοπό την αναζήτηση δεδομένων είναι απαραίτητη και αναλογική σε συγκεκριμένη υπόθεση·

γ) υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ή βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι η αναζήτηση δεδομένων στο ΣΕΕ θα συμβάλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση οποιασδήποτε από τις εν λόγω αξιόποινες πράξεις, ιδίως όταν υπάρχει βάσιμη υπόνοια ότι ο ύποπτος, ο δράστης ή το θύμα τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης εμπίπτει σε κατηγορία που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό.

2.  Η πρόσβαση στο ΣΕΕ ως εργαλείο για τον σκοπό της ταυτοποίησης ενός άγνωστου υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος ενός τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης επιτρέπεται, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι εξής πρόσθετες προϋποθέσεις:

α) έχει διεξαχθεί προηγούμενη έρευνα σε εθνικές βάσεις δεδομένων· και

β) σε περίπτωση ερευνών με δακτυλικά αποτυπώματα, έχει κινηθεί προηγούμενη έρευνα στο σύστημα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων των άλλων κρατών μελών σύμφωνα με την απόφαση 2008/615/ΔΕΥ όπου οι αντιπαραβολές των δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι τεχνικώς διαθέσιμες, και η έρευνα αυτή είτε έχει πραγματοποιηθεί εξολοκλήρου είτε δεν έχει πραγματοποιηθεί εξολοκλήρου εντός δύο ημερών από την έναρξή της.

Ωστόσο, οι πρόσθετες προϋποθέσεις των σημείων α) και β) του πρώτου εδαφίου δεν ισχύουν όταν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αντιπαραβολή με τα συστήματα των άλλων κρατών μελών δεν θα οδηγήσει στην επαλήθευση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων ή σε επείγουσα περίπτωση όπου είναι αναγκαίο να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή ενός προσώπου συνδεομένου με τρομοκρατικό έγκλημα ή άλλη σοβαρή αξιόποινη πράξη. Οι εν λόγω βάσιμοι λόγοι περιλαμβάνονται στο ηλεκτρονικό ή γραπτό αίτημα αντιπαραβολής με τα δεδομένα ΣΕΕ που απέστειλε η επιχειρησιακή μονάδα της εντεταλμένης αρχής στο κεντρικό σημείο πρόσβασης.

Αίτημα για αναζήτηση στο VIS για το ίδιο υποκείμενο δεδομένων μπορεί να υποβληθεί παράλληλα με αίτημα για αναζήτηση στο ΣΕΕ σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου ( 10 ).

3.  Η πρόσβαση στο ΣΕΕ, ως εργαλείο για την αναζήτηση του ταξιδιωτικού ιστορικού ή των περιόδων επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών ενός γνωστού υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης, επιτρέπεται όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1.

4.  Η αναζήτηση στο ΣΕΕ προς το σκοπό της ταυτοποίησης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιορίζεται στην έρευνα στον ατομικό φάκελο με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα δεδομένα ΣΕΕ:

α) δακτυλικά αποτυπώματα υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης ή κατόχων FTD. Για να διενεργηθεί η εν λόγω αναζήτηση στο ΣΕΕ, μπορούν να χρησιμοποιούνται λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα και, επομένως, να αντιπαραβάλλονται με τα δακτυλικά αποτυπώματα που είναι αποθηκευμένα στο ΣΕΕ·

β) εικόνες προσώπου.

Η αναζήτηση στο ΣΕΕ, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα λαμβάνονται από τον ατομικό φάκελο, όπως αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 17 παράγραφος 1 και στο άρθρο 18 παράγραφος 1.

5.  Η αναζήτηση στο ΣΕΕ για το ταξιδιωτικό ιστορικό του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας περιορίζεται στην έρευνα με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δεδομένα ΣΕΕ στον ατομικό φάκελο, στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου ή στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου:

α) επώνυμο/επώνυμα, όνομα/ονόματα, ημερομηνία γέννησης, ιθαγένεια ή ιθαγένειες ή/και φύλο·

β) είδος και αριθμό του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων, κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου·

γ) αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης και ημερομηνία λήξεως ισχύος της θεώρησης·

δ) δακτυλικά αποτυπώματα, συμπεριλαμβάνοντας τη σύγκρισή τους με τα λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα·

ε) εικόνα προσώπου·

στ) ημερομηνία και ώρα εισόδου, αρχή που εξέδωσε την άδεια εισόδου και σημείο συνοριακής διέλευσης εισόδου·

ζ) ημερομηνία και ώρα εξόδου και σημείο συνοριακής διέλευσης εξόδου.

Η αναζήτηση στο ΣΕΕ, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα λαμβάνονται από τον ατομικό φάκελο, τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου και τις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων σε σχέση με την ανάκληση ή την επέκταση αδείας βραχείας παραμονής, σύμφωνα με το άρθρο 19.

Άρθρο 33

Διαδικασία και προϋποθέσεις πρόσβασης της Ευρωπόλ στα δεδομένα του ΣΕΕ

1.  Η Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ προς αναζήτηση δεδομένων, εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η αναζήτηση είναι απαραίτητη για τη στήριξη και ενίσχυση της δράσης των κρατών μελών για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ·

β) η αναζήτηση δεδομένων είναι απαραίτητη και αναλογική σε συγκεκριμένη υπόθεση·

γ) υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ή βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι η αναζήτηση δεδομένων στο ΣΕΕ θα συμβάλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση οποιασδήποτε από τις εν λόγω αξιόποινες πράξεις, ιδίως όταν υπάρχει βάσιμη υπόνοια ότι ο ύποπτος, ο δράστης ή το θύμα τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης εμπίπτει σε κατηγορία που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό.

2.  Η πρόσβαση στο ΣΕΕ, ως εργαλείο ταυτοποίησης ενός άγνωστου υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης, επιτρέπεται υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και εφόσον η αναζήτηση, κατά προτεραιότητα, των δεδομένων που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων οι οποίες είναι τεχνικά και νομικά προσβάσιμες από την Ευρωπόλ δεν επέτρεψε την ταυτοποίηση του ενδιαφερομένου προσώπου.

Αίτημα για αναζήτηση στο VIS για το ίδιο υποκείμενο δεδομένων μπορεί να υποβληθεί παράλληλα με αίτημα για αναζήτηση στο ΣΕΕ υπό τις προϋποθέσεις της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ.

3.  Οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 παράγραφοι 3, 4 και 5 εφαρμόζονται αναλόγως.

4.  Η εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένο ηλεκτρονικό αίτημα για την αναζήτηση όλων των δεδομένων ΣΕΕ ή συγκεκριμένου συνόλου δεδομένων ΣΕΕ στο κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ εξακριβώνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης που τίθενται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού σημείου πρόσβασης διεκπεραιώνει τα αιτήματα. Τα δεδομένα ΣΕΕ στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στην εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ με τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων.

5.  Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται μόνο πληροφορίες που λαμβάνει μέσω της αναζήτησης των δεδομένων του ΣΕΕ με την επιφύλαξη της έγκρισης του κράτους μέλους που καταχώρισε τα δεδομένα στο σύστημα. Αυτή η έγκριση επιτυγχάνεται μέσω της εθνικής μονάδας Ευρωπόλ του συγκεκριμένου κράτους μέλους.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 34

Περίοδος διατήρησης δεδομένων

1.  Κάθε αρχείο εισόδου/εξόδου ή αρχείο άρνησης εισόδου που συνδέεται με έναν ατομικό φάκελο αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ για διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία του αρχείου εξόδου ή του αρχείου άρνησης εισόδου, κατά περίπτωση.

2.  Κάθε ατομικός φάκελος μαζί με τη συνδεδεμένη καταχώριση ή καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου ή άρνησης εισόδου αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ για διάστημα τριών ετών και μίας ημέρας από την ημερομηνία της τελευταίας καταχώρισης εξόδου, ή της άρνησης εισόδου, αν δεν υπάρχει καταχώριση εισόδου εντός τριών ετών από την ημερομηνία της τελευταίας καταχώρισης εξόδου ή άρνησης εισόδου.

3.  Αν δεν υπάρχει καμία καταχώριση εξόδου μετά την ημερομηνία εκπνοής της περιόδου επιτρεπόμενης παραμονής, τα δεδομένα αποθηκεύονται για διάστημα πέντε ετών μετά την ημερομηνία λήξης της περιόδου της επιτρεπόμενης παραμονής. Το ΣΕΕ ενημερώνει αυτομάτως τα κράτη μέλη τρεις μήνες πριν από την προγραμματισμένη διαγραφή των δεδομένων σχετικά με τα πρόσωπα που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής προκειμένου να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα.

4.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 όλες οι καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που δημιουργούνται για υπηκόους τρίτων χωρών με καθεστώς του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β), διατηρούνται στο ΣΕΕ για μέγιστο χρονικό διάστημα ενός έτους μετά την έξοδο αυτών των υπηκόων τρίτης χώρας. Εάν δεν υπάρχει καταχώριση εξόδου, τα δεδομένα διατηρούνται για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία της τελευταίας καταχώρισης εισόδου.

5.  Μετά τη λήξη της περιόδου διατήρησης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 έως 4, τα εν λόγω δεδομένα απαλείφονται αυτομάτως από το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ.

Άρθρο 35

Τροποποίηση δεδομένων και πρόωρη διαγραφή δεδομένων

1.  Το αρμόδιο κράτος μέλος δικαιούται να τροποποιήσει δεδομένα που έχει εισαγάγει στο ΣΕΕ, διορθώνοντας, συμπληρώνοντας ή διαγράφοντάς τα.

2.  Εάν το αρμόδιο κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα που καταγράφονται στο ΣΕΕ είναι για αντικειμενικούς λόγους ανακριβή ή ελλιπή ή ότι τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντα κανονισμού, επαληθεύει τα οικεία δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3. Τα δεδομένα μπορούν επίσης να ελεγχθούν και διορθωθούν, συμπληρωθούν ή διαγραφούν μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνα με το άρθρο 52.

3.  Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, όταν ένα κράτος μέλος πλην του αρμόδιου κράτους μέλους έχει αποδείξεις που καταδεικνύουν ότι τα δεδομένα που καταγράφονται στο ΣΕΕ είναι για αντικειμενικούς λόγους ανακριβή ή ελλιπή, ή ότι τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, επαληθεύει τα εν λόγω δεδομένα εάν αυτό μπορεί να γίνει χωρίς διαβούλευση με το αρμόδιο κράτος μέλος και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει από το ΣΕΕ χωρίς καθυστέρηση και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3. Όταν δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν τα δεδομένα χωρίς διαβούλευση με το αρμόδιο κράτος μέλος, επικοινωνεί με τις αρχές του αρμόδιου κράτους μέλους εντός προθεσμίας επτά ημερών και το αρμόδιο κράτος μέλος επαληθεύει την ακρίβεια των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους εντός προθεσμίας ενός μηνός. Τα δεδομένα μπορούν επίσης να ελεγχθούν και διορθωθούν, συμπληρωθούν ή διαγραφούν μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας, σύμφωνα με το άρθρο 52.

4.  Όταν ένα κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα σχετικά με θεωρήσεις που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή ή ελλιπή, ή ότι τα εν λόγω δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, επαληθεύει πρώτα την ακρίβεια των εν λόγω δεδομένων με αντιπαραβολή στο VIS και, κατά περίπτωση, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει στο ΣΕΕ. Όπου τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο VIS είναι τα ίδια όπως και στο ΣΕΕ, ενημερώνουν το αρμόδιο κράτος μέλος για την εισαγωγή αυτών των δεδομένων στο VIS αμέσως μέσω του VIS σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Το αρμόδιο για την εισαγωγή των δεδομένων στο VIS κράτος μέλος επαληθεύει τα εν λόγω δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει αμέσως από το VIS και ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος το οποίο, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

5.  Τα δεδομένα σχετικά με τα ταυτοποιημένα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 διαγράφονται χωρίς καθυστέρηση από τον κατάλογο που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο και διορθώνονται ή συμπληρώνονται στο ΣΕΕ, όταν ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αρμόδιου κράτους μέλους ή του κράτους μέλους στο οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση, ότι αναγκάστηκε να υπερβεί τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής λόγω απρόβλεπτου και σοβαρού συμβάντος, ότι έχει αποκτήσει νόμιμο δικαίωμα παραμονής, ή σε περίπτωση σφαλμάτων. Με την επιφύλαξη τυχόν διοικητικής ή μη δικαστικής προσφυγής ο υπήκοος τρίτης χώρας δικαιούται να έχει πρόσβαση σε πραγματική δικαστική προσφυγή για να εξασφαλίσει τη διόρθωση, τη συμπλήρωση ή τη διαγραφή των δεδομένων.

6.  Αν υπήκοος τρίτης χώρας έχει αποκτήσει την ιθαγένεια κράτους μέλους ή έχει υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 3 πριν από τη λήξη της εφαρμοστέας περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 34, ο ατομικός φάκελος, οι καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 17, και οι καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 18 διαγράφονται από το ΣΕΕ καθώς και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 χωρίς καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τότε που ο υπήκοος τρίτης χώρας απέκτησε την ιθαγένεια κράτους μέλους ή υπήχθη στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 3 πριν από τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 34:

α) από το κράτος μέλος του οποίου έχει αποκτήσει την ιθαγένεια, ή

β) από το κράτος μέλος που χορήγησε την άδεια ή το δελτίο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διαρκείας.

Σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας αποκτήσει την υπηκοότητα της Ανδόρας, του Μονακό ή του Αγίου Μαρίνου, ►C3  ή αν ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι κάτοχος διαβατηρίου εκδοθέντος από το κράτος της Πόλεως του Βατικανού ή την Αγία Έδρα ενημερώνει ◄ για την αλλαγή αυτήν τις αρμόδιες αρχές του επόμενου κράτους μέλους στο οποίο θα εισέλθει. Το εν λόγω κράτος μέλος διαγράφει τα δεδομένα του χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ. Ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει πρόσβαση σε πραγματική δικαστική προσφυγή για να εξασφαλίσει τη διαγραφή των δεδομένων.

7.  Το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ ενημερώνει αμέσως όλα τα κράτη μέλη για τη διαγραφή των δεδομένων ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

8.  Σε περίπτωση που κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος μέλος έχει τροποποιήσει, συμπληρώσει ή διαγράψει δεδομένα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, το εν λόγω κράτος μέλος καθίσταται αρμόδιο για την τροποποίηση ή τη διαγραφή τους. Το ΣΕΕ καταγράφει όλες τις τροποποιήσεις, συμπληρώσεις και διαγραφές δεδομένων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 36

Έκδοση εκτελεστικών πράξεων από την Επιτροπή πριν από την ανάπτυξη

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη και την τεχνική εφαρμογή του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI, της υποδομής επικοινωνίας, της διαδικτυακής υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 και του αποθετηρίου δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 63 παράγραφος 2 και, ειδικότερα, μέτρα που αφορούν:

α) τις προδιαγραφές για την ποιότητα, την ευκρίνεια και τη χρήση των δακτυλικών αποτυπωμάτων για τη βιομετρική επαλήθευση και εξακρίβωση ταυτότητας στο ΣΕΕ·

β) τις προδιαγραφές για την ποιότητα, την ευκρίνεια και τη χρήση της εικόνας προσώπου για τη βιομετρική επαλήθευση και εξακρίβωση ταυτότητας στο ΣΕΕ, μεταξύ άλλων και στην περίπτωση που έχει ανακτηθεί ηλεκτρονικά από το eMRTD·

γ) την εισαγωγή δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 16 έως 20·

δ) την πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 33·

ε) την τροποποίηση, διαγραφή και πρόωρη διαγραφή δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 35·

στ) την τήρηση αρχείων και την πρόσβαση σε αυτά σύμφωνα με το άρθρο 46·

ζ) τις απαιτήσεις επιδόσεων, μεταξύ άλλων τις ελάχιστες προδιαγραφές για τον τεχνικό εξοπλισμό και τις απαιτήσεις σχετικά με τις βιομετρικές επιδόσεις του ΣΕΕ, ιδίως όσον αφορά το απαιτούμενο ποσοστό ψευδώς θετικής ταυτοποίησης, το ποσοστό ψευδώς αρνητικής ταυτοποίησης και το ποσοστό μη καταχώρισης·

η) τις προδιαγραφές και τις προϋποθέσεις για τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13, συμπεριλαμβανομένων ειδικών διατάξεων για την προστασία δεδομένων σε περίπτωση που αυτά παρέχονται από μεταφορείς ή σε μεταφορείς·

θ) τη δημιουργία και το υψηλό επίπεδο σχεδιασμού της διαλειτουργικότητας όπως αναφέρεται στο άρθρο 8·

ι) τις προδιαγραφές και τις προϋποθέσεις για το αποθετήριο δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 63 παράγραφος 2·

ια) την κατάρτιση του καταλόγου ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 και τη διαδικασία με την οποία ο κατάλογος τίθεται στη διάθεση των κρατών μελών·

ιβ) τις προδιαγραφές των τεχνικών λύσεων για τη σύνδεση των κεντρικών σημείων πρόσβασης σύμφωνα με τα άρθρα 31, 32 και 33 και για μια τεχνική λύση για τη συλλογή των στατιστικών δεδομένων που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 8.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

Για την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων που ορίζονται στο στοιχείο θ) του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, η επιτροπή που συστήνεται βάσει του άρθρου 68 του παρόντος κανονισμού συμβουλεύεται την επιτροπή VIS που συστήνεται βάσει του άρθρου 49 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

Άρθρο 37

Ανάπτυξη και λειτουργική διαχείριση

1.  Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI, της επικοινωνιακής υποδομής και του ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Ο eu-LISA είναι επίσης υπεύθυνος για την ανάπτυξη της διαδικτυακής υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 και του αποθετηρίου δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 63 παράγραφος 2, σύμφωνα με τους λεπτομερείς όρους που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 7 και στο άρθρο 63 παράγραφος 2 και τις προδιαγραφές και προϋποθέσεις που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 36 πρώτη παράγραφος σημεία η) και ι).

Ο eu-LISA προσδιορίζει τον σχεδιασμό της φυσικής αρχιτεκτονικής του ΣΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της επικοινωνιακής υποδομής του, καθώς και τις τεχνικές προδιαγραφές και την εξέλιξή τους όσον αφορά το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ, τις NUI, την υποδομή επικοινωνιών, τον ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ, του κεντρικού συστήματος VIS, της διαδικτυακής υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 του παρόντος κανονισμού και του αποθετηρίου δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA, με την επιφύλαξη της ευνοϊκής γνώμης της Επιτροπής. Ο eu-LISA εφαρμόζει επίσης τις ενδεχόμενες αναγκαίες προσαρμογές στο VIS οι οποίες προκύπτουν από την επίτευξη διαλειτουργικότητας με το ΣΕΕ, καθώς και από την εφαρμογή των τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 που αναφέρονται στο άρθρο 61 του παρόντος κανονισμού.

Ο eu-LISA αναπτύσσει και υλοποιεί το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ, τις NUI, την επικοινωνιακή υποδομή, τον ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS, τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 και το αποθετήριο δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2 το συντομότερο δυνατόν μετά την έγκριση από την Επιτροπή των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 36.

Η ανάπτυξη συνίσταται στην εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών προδιαγραφών, τη διεξαγωγή δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) και τον συνολικό συντονισμό του έργου.

Κατά την ανάπτυξη και εφαρμογή του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI, της επικοινωνιακής υποδομής, του ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS, της διαδικτυακής υπηρεσίας του άρθρου 13 και του αποθετηρίου δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2, το eu-LISA εκτελεί επίσης και τα εξής:

α) διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου ως προς την ασφάλεια στο πλαίσιο της ανάπτυξης του ΣΕΕ·

β) τηρεί τις αρχές της ιδιωτικότητας εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ανάπτυξης του ΣΕΕ·

γ) διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου ως προς την ασφάλεια όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα με το VIS που αναφέρεται στο άρθρο 8 και αξιολογεί τα απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας που χρειάζονται για την εφαρμογή της διαλειτουργικότητας με το VIS.

2.  Κατά τη φάση σχεδιασμού και ανάπτυξης, συστήνεται συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος αποτελούμενο από δέκα το πολύ μέλη. Αποτελείται από επτά μέλη διορισμένα από το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA εκ των τακτικών ή αναπληρωματικών μελών του, τον πρόεδρο της συμβουλευτικής ομάδας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 69, ένα μέλος που εκπροσωπεί τον eu-LISA και διορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή του και ένα μέλος διορισμένο από την Επιτροπή. Τα μέλη που διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA εκλέγονται μόνο από τα κράτη μέλη που δεσμεύονται πλήρως δυνάμει του δικαίου της Ένωσης από τις νομοθετικές πράξεις που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση όλων των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που διαχειρίζεται ο eu-LISA και τα οποία πληρούν τους όρους του άρθρου 66 παράγραφος 2.

Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος συνέρχεται τακτικά και τουλάχιστον τρεις φορές ανά τρίμηνο. Διασφαλίζει την κατάλληλη διαχείριση της φάσης σχεδιασμού και ανάπτυξης του ΣΕΕ, καθώς και τη συνοχή μεταξύ του κεντρικού και των εθνικών έργων ΣΕΕ.

Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος υποβάλλει γραπτές εκθέσεις κάθε μήνα στο διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA σχετικά με την πρόοδο του έργου. Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος δεν έχει εξουσία λήψης αποφάσεων ούτε εντολή να εκπροσωπεί τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του eu-LISA.

Το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος, ο οποίος περιλαμβάνει ειδικότερα κανόνες σχετικά με:

α) την προεδρία·

β) τους τόπους συνεδριάσεων·

γ) την προετοιμασία των συνεδριάσεων·

δ) τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων στις συνεδριάσεις·

ε) σχέδια επικοινωνίας που διασφαλίζουν πλήρη ενημέρωση σε μη συμμετέχοντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του eu-LISA.

Η προεδρία του συμβουλίου διαχείρισης ασκείται από κράτος μέλος το οποίο δεσμεύεται πλήρως δυνάμει του δικαίου της Ένωσης από τις νομοθετικές πράξεις που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση όλων των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που διαχειρίζεται ο eu-LISA.

Όλα τα έξοδα ταξιδιού και παραμονής που πραγματοποιούνται από τα μέλη του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος καταβάλλονται από τον eu-LISA και εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, το άρθρο 10 του εσωτερικού κανονισμού του eu-LISA. Για τη γραμματεία του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος μεριμνά ο eu-LISA.

Κατά τη διάρκεια της φάσης σχεδιασμού και ανάπτυξης, η συμβουλευτική ομάδα ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 69 απαρτίζεται από τους εθνικούς διαχειριστές έργου για το ΣΕΕ και αυτής προεδρεύει ο eu-LISA. Συνέρχεται τακτικά και τουλάχιστον τρεις φορές ανά τρίμηνο μέχρι την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ. Υποβάλλει έκθεση ύστερα από κάθε συνεδρίαση στο συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος. Παρέχει τεχνική εμπειρογνωμοσύνη για την υποστήριξη των καθηκόντων του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος και παρακολουθεί το επίπεδο της προετοιμασίας των κρατών μελών.

3.  Ο eu-LISA είναι αρμόδιος για τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI και του ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Εξασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι χρησιμοποιείται πάντοτε η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία, βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους, για το κεντρικό σύστημα ΣΕΕ, τα NUI, την υποδομή επικοινωνίας, τον ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS, τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 και το αποθετήριο δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2. Ο eu-LISA είναι επίσης αρμόδιος για τη λειτουργική διαχείριση της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και των NUI, καθώς και για τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 και το αποθετήριο δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2.

Η λειτουργική διαχείριση του ΣΕΕ περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του ΣΕΕ επί 24ώρου βάσεως, 7 ημέρες την εβδομάδα, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα όσον αφορά τη συντήρηση και τις τεχνικές εξελίξεις οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε το ΣΕΕ να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό επιχειρησιακής αρτιότητας, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο απόκρισης όταν υποβάλλεται ερώτηση στο κεντρικό σύστημα ΣΕΕ από τις συνοριακές αρχές, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές.

4.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου ( 11 ) ο eu-LISA διασφαλίζει ότι τα μέλη του προσωπικού του που απαιτείται να δουλέψουν με δεδομένα ΣΕΕ ή με δεδομένα αποθηκευμένα στο ΣΕΕ, εφαρμόζουν τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας. Η εν λόγω υποχρέωση εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

Άρθρο 38

Ευθύνες των κρατών μελών και της Ευρωπόλ

1.  Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για:

α) την ενοποίηση των υφιστάμενων εθνικών συνοριακών υποδομών και τη σύνδεση τους με την NUΙ·

β) την οργάνωση, τη διαχείριση, τη λειτουργία και τη συντήρηση των υφιστάμενων εθνικών συνοριακών υποδομών του και τη σύνδεσή τους με το ΣΕΕ για τους σκοπούς του άρθρου 6 με εξαίρεση το άρθρο 6 παράγραφος 2·

γ) την οργάνωση κεντρικών σημείων πρόσβασης και τη σύνδεσή τους με την NUI για τους σκοπούς επιβολής του νόμου·

δ) τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης στο ΣΕΕ του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού των αρμοδίων εθνικών αρχών, βάσει του παρόντος κανονισμού, και τη δημιουργία και τακτική ενημέρωση καταλόγου του εν λόγω προσωπικού και των προσόντων του.

2.  Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρχή η οποία παρέχει στις αναφερόμενες στο άρθρο 9 παράγραφος 2 αρμόδιες αρχές πρόσβαση στο ΣΕΕ. Κάθε κράτος μέλος συνδέει την αρμόδια εθνική αρχή με την NUI. Κάθε κράτος μέλος συνδέει τα αντίστοιχα κεντρικά σημεία πρόσβασής του που αναφέρονται στο άρθρο 29 με την NUI.

3.  Κάθε κράτος μέλος χρησιμοποιεί αυτοματοποιημένες διαδικασίες επεξεργασίας των δεδομένων του ΣΕΕ.

4.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τεχνικές επιδόσεις της υποδομής συνοριακών ελέγχων, η διαθεσιμότητα αυτών, η διάρκεια των συνοριακών ελέγχων και η ποιότητα των δεδομένων παρακολουθούνται στενά προκειμένου να διασφαλίζεται ότι πληρούν τις συνολικές απαιτήσεις για την ορθή λειτουργία του ΣΕΕ και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας συνοριακού ελέγχου.

5.  Πριν εξουσιοδοτηθεί για την επεξεργασία δεδομένων που έχουν αποθηκευθεί στο ΣΕΕ, το προσωπικό των αρχών που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο ΣΕΕ λαμβάνει τη δέουσα κατάρτιση ιδίως για την ασφάλεια και τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, καθώς και για τα σχετικά θεμελιώδη δικαιώματα.

6.  Τα κράτη μέλη δεν επεξεργάζονται τα δεδομένα που περιλαμβάνονται ή ανακτώνται από το ΣΕΕ για σκοπούς άλλους από αυτούς που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

7.  Η Ευρωπόλ αναλαμβάνει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1 και στις παραγράφους 3, 5 και 6. Συνδέει και είναι υπεύθυνη για την εν λόγω σύνδεση του κεντρικού σημείου πρόσβασης της Ευρωπόλ με το ΣΕΕ.

Άρθρο 39

Ευθύνη όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων

1.  Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο ΣΕΕ, κάθε κράτος μέλος ορίζει την αρχή που θεωρείται υπεύθυνη για την επεξεργασία, σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 7) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, και η οποία έχει την κεντρική ευθύνη για την επεξεργασία των δεδομένων από το εν λόγω κράτος μέλος. Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει το όνομα αυτής της αρχής στην Επιτροπή.

Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων που έχουν συλλεγεί και καταγραφεί στο ΣΕΕ και ιδίως ότι πρόσβαση στα δεδομένα έχει μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Το αρμόδιο κράτος μέλος διασφαλίζει, ιδίως, ότι τα δεδομένα:

α) συλλέγονται νομίμως και με πλήρη σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας·

β) καταχωρίζονται νομίμως στο ΣΕΕ·

γ) είναι ακριβή και ενημερωμένα κατά τη διαβίβασή τους στο ΣΕΕ.

2.  Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι το ΣΕΕ λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 36. Ειδικότερα, ο eu-LISA:

α) λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να κατοχυρώσει την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και της NUI, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών·

β) διασφαλίζει ότι μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας στο ΣΕΕ.

3.  Ο eu-LISA ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή καθώς και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τα μέτρα που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 2 ενόψει της έναρξης λειτουργίας του ΣΕΕ.

Άρθρο 40

Διατήρηση δεδομένων σε εθνικούς φακέλους και εθνικά συστήματα εισόδου/εξόδου

1.  Ένα κράτος μέλος μπορεί να διατηρεί τα αλφαριθμητικά δεδομένα τα οποία έχει το ίδιο καταχωρίσει στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τους σκοπούς του ΣΕΕ, στο εθνικό σύστημα εισόδου/εξόδου ή σε αντίστοιχους εθνικούς φακέλους σε πλήρη συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης.

2.  Τα δεδομένα δεν διατηρούνται σε εθνικά συστήματα εισόδου/εξόδου ή αντίστοιχους εθνικούς φακέλους για περισσότερο χρόνο από ό,τι διατηρούνται στο ΣΕΕ.

3.  Κάθε χρήση δεδομένων που δεν είναι σύμφωνη με την παράγραφο 1 θεωρείται καταχρηστική βάσει του εθνικού δικαίου κάθε κράτους μέλους, καθώς και του δικαίου της Ένωσης.

4.  Το παρόν άρθρο δεν ερμηνεύεται ως απαίτηση για τυχόν τεχνική προσαρμογή του ΣΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν δεδομένα σύμφωνα με το παρόν άρθρο εφόσον αναλάβουν το κόστος και τον κίνδυνο χρησιμοποιώντας τα δικά τους τεχνικά μέσα.

Άρθρο 41

Κοινοποίηση δεδομένων σε τρίτες χώρες, διεθνείς οργανισμούς και σε ιδιωτικές οντότητες

1.  Δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο ΣΕΕ δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα, διεθνή οργανισμό ή ιδιωτική οντότητα.

2.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού μπορούν να διαβιβάζονται από τις συνοριακές αρχές ή τις αρχές μετανάστευσης σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που απαριθμούνται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού σε μεμονωμένες περιπτώσεις, εφόσον απαιτείται για να αποδειχθεί η ταυτότητα υπηκόων τρίτων χωρών αποκλειστικά για τον σκοπό της επιστροφής τους, μόνο εφόσον πληρούται ένας από τους ακόλουθους όρους:

α) η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με την επαρκή προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην εν λόγω τρίτη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·

β) προβλέπονται κατάλληλες εγγυήσεις κατά την έννοια του άρθρου 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, όπως μέσω συμφωνίας επανεισδοχής που βρίσκεται σε ισχύ μεταξύ της Ένωσης ή κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας· ή

γ) εφαρμόζεται το άρθρο 49 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

3.  Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού μπορούν να διαβιβασθούν κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μόνο αν πληρούνται όλοι οι εξής όροι:

α) η διαβίβαση των δεδομένων διενεργείται σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ιδίως τις διατάξεις για την προστασία των δεδομένων, περιλαμβανομένου του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, καθώς και σύμφωνα με τις συμφωνίες επανεισδοχής και το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα·

β) η τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός συμφώνησε να επεξεργαστεί τα δεδομένα μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους παρασχέθηκαν· και

γ) έχει εκδοθεί απόφαση επιστροφής, ληφθείσα σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ, σε σχέση με τον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ανασταλεί η εφαρμογή της εν λόγω απόφασης επιστροφής και ότι δεν έχει ασκηθεί προσφυγή που να μπορεί να οδηγήσει στην αναστολή της εφαρμογής της.

4.  Οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν θίγουν τα δικαιώματα των αιτούντων και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τη μη επαναπροώθηση.

5.  Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνει ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ από το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου δεν διαβιβάζονται ούτε τίθενται στη διάθεση τρίτης χώρας, διεθνούς οργανισμού ή ιδιωτικής οντότητας εγκατεστημένης εντός ή εκτός της Ένωσης. Η απαγόρευση εφαρμόζεται επίσης εάν τα εν λόγω δεδομένα υπόκεινται σε περαιτέρω επεξεργασία σε εθνικό επίπεδο, ή μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

6.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) μπορούν να διαβιβάζονται από την εντεταλμένη αρχή προς τρίτη χώρα σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) πρόκειται για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει:

i) επικείμενος κίνδυνος που συνδέεται με τρομοκρατικό έγκλημα· ή

ii) επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου και ο κίνδυνος αυτός συνδέεται με σοβαρή αξιόποινη πράξη·

β) η διαβίβαση δεδομένων είναι αναγκαία για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση στην επικράτεια των κρατών μελών ή στη σχετική τρίτη χώρα ενός τέτοιου τρομοκρατικού εγκλήματος ή σοβαρής αξιόποινης πράξης·

γ) η εντεταλμένη αρχή έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 31 και 32·

δ) η διαβίβαση διενεργείται σύμφωνα με τους ισχύοντες όρους που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/680, ιδίως στο κεφάλαιο V·

ε) έχει υποβληθεί δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα από την τρίτη χώρα· και

στ) εξασφαλίζεται η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κάθε πληροφορίας σχετικής με τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που έχει στη διάθεσή της η αιτούσα τρίτη χώρα.

Κάθε διαβίβαση που γίνεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσης παραγράφου τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση τίθεται στη διάθεση της εποπτικής αρχής που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, κατόπιν αιτήματος που συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και την ώρα της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχή, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 42

Όροι για τη διαβίβαση δεδομένων σε κράτος μέλος που δεν χρησιμοποιεί ακόμη το ΣΕΕ και σε κράτος μέλος όπου δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός

1.  Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) μπορούν να διαβιβάζονται από την εντεταλμένη αρχή προς κράτος μέλος που δεν χρησιμοποιεί ακόμη το ΣΕΕ και προς κράτος μέλος όπου δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) πρόκειται για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει:

i) επικείμενος κίνδυνος που συνδέεται με τρομοκρατικό έγκλημα· ή

ii) σοβαρή αξιόποινη πράξη·

β) η διαβίβαση δεδομένων είναι αναγκαία για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τέτοιου τρομοκρατικού εγκλήματος ή σοβαρής αξιόποινης πράξης·

γ) η εντεταλμένη αρχή έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 31 και 32·

δ) εφαρμόζεται η οδηγία (ΕΕ) 2016/680·

ε) υποβάλλεται δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα· και

στ) εξασφαλίζεται η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κάθε πληροφορίας σχετικής με τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που έχει στη διάθεσή της το αιτούν κράτος μέλος.

Κάθε διαβίβαση που πραγματοποιείται βάσει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση τίθεται στη διάθεση της εποπτικής αρχής που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, κατόπιν αιτήματος που συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και την ώρα της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχή, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

2.  Όταν παρέχονται δεδομένα δυνάμει του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι ίδιοι όροι με αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1, το άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 48 και το άρθρο 58 παράγραφος 4.

Άρθρο 43

Ασφάλεια των δεδομένων

1.  Το αρμόδιο κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων πριν και κατά τη διάρκεια της διαβίβασής τους στην NUI. Κάθε κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το ΣΕΕ.

2.  Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σε σχέση με τις εθνικές συνοριακές υποδομές του, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας και σχεδίου συνέχισης των δραστηριοτήτων και αποκατάστασης της λειτουργίας έπειτα από καταστροφή, προκειμένου:

α) να προβλέπεται η υλική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας·

β) να εμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε εξοπλισμό επεξεργασίας δεδομένων και στις εθνικές εγκαταστάσεις εντός των οποίων το κράτος μέλος εκτελεί εργασίες σύμφωνα με τους σκοπούς του ΣΕΕ·

γ) να εμποδίζεται η άνευ εξουσιοδότησης ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή αφαίρεση υποθεμάτων δεδομένων·

δ) να εμποδίζεται η άνευ εξουσιοδότησης καταχώριση δεδομένων, καθώς και η άνευ εξουσιοδότησης εξέταση, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ε) να εμποδίζεται η χρησιμοποίηση συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα που χρησιμοποιούν εξοπλισμό διαβίβασης δεδομένων·

στ) να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο ΣΕΕ και κάθε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία στο ΣΕΕ·

ζ) να διασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στο ΣΕΕ έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από την άδεια πρόσβασής τους, με ατομικές και αποκλειστικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικά μέσα πρόσβασης·

η) να διασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο ΣΕΕ δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να εισάγουν, να τροποποιούν, να διαγράφουν, να συμβουλεύονται και να ερευνούν τα δεδομένα, και ότι οι αρχές καθιστούν αυτά τα προφίλ διαθέσιμα στις εποπτικές αρχές·

θ) να εξασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης και προσδιορισμού των φορέων στους οποίους μπορούν να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων·

ι) να εξασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης και προσδιορισμού των δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία στο ΣΕΕ, καθώς και το πότε, από ποια πρόσωπα και για ποιον σκοπό έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία·

ια) να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς ή από το ΣΕΕ, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, ιδίως μέσω κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης·

ιβ) να διασφαλίζεται ότι, σε περίπτωση διακοπής, θα είναι δυνατή η αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας των εγκατεστημένων συστημάτων·

ιγ) να εξασφαλίζεται η αξιοπιστία μέσω μέριμνας ότι οποιεσδήποτε αστοχίες στη λειτουργία του ΣΕΕ θα κοινοποιούνται αρμοδίως·

ιδ) να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας της παρούσας παραγράφου και να λαμβάνονται τα απαραίτητα οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

3.  Όσον αφορά τη λειτουργία του ΣΕΕ, ο eu-LISA λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για να επιτύχει τους στόχους της παραγράφου 2, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης σχεδίου ασφαλείας και σχεδίου συνέχισης των δραστηριοτήτων και αποκατάστασης της λειτουργίας έπειτα από καταστροφή. Ο eu-LISA εξασφαλίζει την αξιοπιστία μεριμνώντας ώστε να λαμβάνονται τα αναγκαία τεχνικά μέτρα για την αποκατάσταση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε περίπτωση αλλοίωσης οφειλόμενης σε δυσλειτουργία του συστήματος.

4.  Ο eu-LISA και τα κράτη μέλη συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίζουν εναρμονισμένη προσέγγιση στην ασφάλεια των δεδομένων, βασισμένη σε διαδικασία διαχείρισης κινδύνων ασφαλείας που καλύπτει ολόκληρο το ΣΕΕ.

Άρθρο 44

Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια

1.  Κάθε γεγονός που έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στην ασφάλεια του ΣΕΕ και μπορεί να προκαλέσει ζημία ή απώλεια των αποθηκευμένων στο ΣΕΕ δεδομένων θεωρείται συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, ειδικά σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να έχει αποκτηθεί μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε δεδομένα ή σε περιπτώσεις όπου έχει θιγεί ή ενδέχεται να έχουν θιγεί η διαθεσιμότητα, η ακεραιότητα και ο εμπιστευτικός χαρακτήρας δεδομένων.

2.  Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια αντιμετωπίζονται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ταχεία, αποτελεσματική και κατάλληλη αντίδραση.

3.  Με την επιφύλαξη της γνωστοποίησης και κοινοποίησης μιας παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, ή και τα δύο, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, τον eu-LISA και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τα συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Σε περίπτωση συμβάντος που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

4.  Οι πληροφορίες σχετικά με συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, το οποίο έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στη λειτουργία του ΣΕΕ ή στη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων, παρέχονται στα κράτη μέλη και κοινοποιούνται σύμφωνα με το σχέδιο διαχείρισης συμβάντων που θα παράσχει ο eu-LISA.

5.  Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και ο eu-LISA συνεργάζονται σε περίπτωση συμβάντος σχετικού με την ασφάλεια.

Άρθρο 45

Ευθύνη

1.  Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη υλική ή μη ζημία ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή πράξης ασυμβίβαστης προς τον παρόντα κανονισμό, δικαιούται να λάβει αποζημίωση από το κράτος μέλος που ευθύνεται για τη ζημία που υπέστη. Το κράτος μέλος αυτό απαλλάσσεται πλήρως ή εν μέρει από την ευθύνη αυτή εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται κατά κανέναν τρόπο για το ζημιογόνο περιστατικό.

2.  Αν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό προκαλέσει ζημία στο ΣΕΕ, το συγκεκριμένο κράτος μέλος υπέχει ευθύνη για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν και εφόσον ο eu-LISA ή ένα άλλο κράτος μέλος που συμμετέχει στο ΣΕΕ δεν έλαβε εύλογα μέτρα για να αποτρέψει την πρόκληση ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.

3.  Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους κατά του οποίου εγείρονται.

Άρθρο 46

Τήρηση αρχείου καταχωρίσεων από τον eu-LISA και τα κράτη μέλη

1.  Ο eu-LISA τηρεί αρχείο καταχωρίσεων όλων των επεξεργασιών δεδομένων στο πλαίσιο του ΣΕΕ. Το εν λόγω αρχείο περιέχει τα ακόλουθα:

α) τον σκοπό της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2·

β) την ημερομηνία και ώρα·

γ) τα δεδομένα που διαβιβάσθηκαν, σύμφωνα με τα άρθρα 16 έως 19·

δ) τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 27· και

ε) το όνομα της αρχής που εισήγαγε ή ανέκτησε τα δεδομένα αυτά.

2.  Για τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8, τηρείται αρχείο καταχωρίσεων για κάθε πράξη επεξεργασίας δεδομένων που διενεργείται εντός του ΣΕΕ και του VIS σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Ο eu-LISA διασφαλίζει ιδίως ότι το σχετικό αρχείο καταχωρίσεων των εν λόγω επεξεργασιών δεδομένων τηρείται όταν οι αρμόδιες αρχές ξεκινούν επεξεργασία δεδομένων απευθείας από το ένα σύστημα στο άλλο.

3.  Επιπλέον των παραγράφων 1 και 2, κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία καταχωρίσεων για το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό που επεξεργάζεται τα δεδομένα του ΣΕΕ.

4.  Τα εν λόγω αρχεία καταχωρίσεων μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο της προστασίας δεδομένων, και για τον έλεγχο του παραδεκτού ενός αιτήματος και του συννόμου της επεξεργασίας δεδομένων, και για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 43. Τα εν λόγω αρχεία καταχωρίσεων προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται ένα έτος μετά τη λήξη της προθεσμίας διατήρησης που αναφέρεται στο άρθρο 34, εκτός και εάν είναι αναγκαία για διαδικασία ελέγχου που έχει ήδη κινηθεί.

Άρθρο 47

Αυτοπαρακολούθηση

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε αρχή που έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα συμμόρφωσής της με τον παρόντα κανονισμό και να συνεργάζεται, όταν είναι αναγκαίο, με τις εποπτικές αρχές.

Άρθρο 48

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν την επιβολή κυρώσεων για κάθε χρήση των δεδομένων που εισάγονται στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού με την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, το άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και το άρθρο 57 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

Άρθρο 49

Προστασία δεδομένων

1.  Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον eu-LISA βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

2.  Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από εθνικές αρχές βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2016/679, εξαιρουμένης της επεξεργασίας για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

3.  Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών βάσει του παρόντος κανονισμού για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

4.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 50

Δικαίωμα πληροφόρησης

1.  Με την επιφύλαξη του δικαιώματος πληροφόρησης που ορίζεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, οι υπήκοοι τρίτων χωρών των οποίων τα δεδομένα πρόκειται να καταχωρισθούν στο ΣΕΕ ενημερώνονται γραπτώς από το αρμόδιο κράτος μέλος σχετικά με τα ακόλουθα:

α) για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ μπορούν να έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου·

β) την υποχρέωση των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης και κατόχων FTD να υποβληθούν στη λήψη των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων·

γ) την υποχρέωση όλων των υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε καταχώριση στο ΣΕΕ, να υποβληθούν σε καταγραφή της εικόνας του προσώπου τους·

δ) τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της συλλογής των δεδομένων για την εξέταση των προϋποθέσεων εισόδου·

ε) το γεγονός ότι δεν θα επιτραπεί η είσοδος εάν υπήκοος τρίτης χώρας αρνηθεί να παράσχει τα ζητούμενα βιομετρικά δεδομένα για καταχώριση, επαλήθευση ή ταυτοποίηση στο ΣΕΕ·

στ) το δικαίωμα να ενημερώνονται σχετικά με τη μέγιστη υπολειπομένη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3·

ζ) το γεγονός ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αποθηκευμένα στο ΣΕΕ μπορεί να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που απαριθμούνται στο παράρτημα I για τους σκοπούς της επιστροφής, σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 6 και σε κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 42·

η) ότι δικαιούνται να ζητήσουν από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας πρόσβαση σε δεδομένα που τους αφορούν, να ζητήσουν τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων που τους αφορούν, τη συμπλήρωση ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν ή τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προϊόντων παράνομης επεξεργασίας που τους αφορούν, ή τον περιορισμό της επεξεργασίας τους, καθώς και ότι δικαιούνται να λάβουν πληροφορίες για τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και με τις εποπτικές αρχές, ή με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, κατά περίπτωση, που εξετάζουν καταγγελίες οι οποίες αφορούν την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

θ) το γεγονός ότι η πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ γίνεται για σκοπούς διαχείρισης συνόρων και διευκόλυνσης, μέσω επεξήγησης που διευκρινίζει ότι οι υπερβάσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής οδηγούν αυτομάτως στην προσθήκη τους στον κατάλογο ταυτοποιημένων προσώπων του άρθρου 12 παράγραφος 3, καθώς και τις πιθανές συνέπειες της υπέρβασης της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής·

ι) την ορισθείσα περίοδο διατήρησης των δεδομένων για αρχεία εισόδου και εξόδου, για αρχεία άρνησης εισόδου και για ατομικούς φακέλους, σύμφωνα με το άρθρο 34·

ια) το δικαίωμα των προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής για διαγραφή των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα από τον κατάλογο ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 και διόρθωση αυτών στο ΣΕΕ, εφόσον παρέχουν στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι υπερέβησαν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής λόγω απρόβλεπτων και σοβαρών συμβάντων·

ιβ) το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στις εποπτικές αρχές.

2.  Οι παρεχόμενες σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πληροφορίες παρέχονται γραπτώς με οποιοδήποτε κατάλληλο μέσο σε μορφή ευσύνοπτη, διαφανή, κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη και σε γλώσσα την οποία ο ενδιαφερόμενος κατανοεί ή εικάζεται ευλόγως ότι την κατανοεί, προκειμένου να εξασφαλίζει ότι οι υπήκοοι τρίτης χώρας ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματά τους κατά τη στιγμή που δημιουργείται ο ατομικός φάκελος του εν λόγω ενδιαφερομένου σύμφωνα με τα άρθρα 16, 17 ή 18.

3.  Η Επιτροπή εξασφαλίζει, επίσης, τη δημιουργία δικτυακού τόπου που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.  Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη σύνταξη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.

5.  Η Επιτροπή παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε υπόδειγμα. Το υπόδειγμα συντάσσεται κατά τρόπο που επιτρέπει στα κράτη μέλη να το συμπληρώνουν με πρόσθετες πληροφορίες που αφορούν ειδικά τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, τη δυνατότητα συνδρομής από τις εποπτικές αρχές, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και τον υπεύθυνο προστασίας των δεδομένων, και με τις εποπτικές αρχές. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις προδιαγραφές και τις προϋποθέσεις για τον διαδικτυακό τόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται πριν από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

Άρθρο 51

Ανταλλαγή πληροφοριών

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, διεξάγει, ταυτόχρονα με την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ, ενημερωτική εκστρατεία για την πληροφόρηση του κοινού και, ιδίως, των υπηκόων τρίτων χωρών σχετικά με τους σκοπούς του ΣΕΕ, το είδος των δεδομένων που αποθηκεύονται στο ΣΕΕ, τις αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης και τα ατομικά δικαιώματα των ενδιαφερόμενων προσώπων. Οι εκστρατείες ενημέρωσης πραγματοποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Άρθρο 52

Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης και διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμού της επεξεργασίας τους

1.  Τα αιτήματα υπηκόων τρίτων χωρών που αφορούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στα άρθρα 15 έως 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μπορούν να απευθύνονται στην αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους.

Το αρμόδιο κράτος μέλος ή το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα απαντά στο σχετικό αίτημα εντός 45 ημερών από την παραλαβή του.

2.  Αν το αίτημα διόρθωσης, συμπλήρωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή περιορισμού της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα απευθύνεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος μέλος, οι αρχές του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα ελέγχουν την ακρίβεια των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους στο ΣΕΕ εντός 30 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος, όταν ο έλεγχος αυτός είναι δυνατόν να γίνει χωρίς διαβούλευση με το αρμόδιο κράτος μέλος. Σε αντίθετη περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο έχει απευθυνθεί το αίτημα επικοινωνεί με τις αρχές του αρμοδίου κράτους μέλους εντός επτά ημερών και το αρμόδιο κράτος μέλος επαληθεύει την ακρίβεια των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων εντός 30 ημερών από την επικοινωνία αυτή.

3.  Εάν διαπιστωθεί ότι τα δεδομένα τα οποία έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή, ελλιπή ή έχουν καταγραφεί παράνομα, το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει ή περιορίζει την επεξεργασία τους σύμφωνα με το άρθρο 35. Το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα, επιβεβαιώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι προέβη στη διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο ή σε περιορισμό της επεξεργασίας αυτών.

Αν διαπιστωθεί ότι δεδομένα σχετικά με θεωρήσεις τα οποία έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως εσφαλμένα, ελλιπή ή έχουν καταγραφεί παράνομα, το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα ελέγχει πρώτα την ακρίβεια αυτών των δεδομένων με αντιπαραβολή στο VIS και, εφόσον χρειάζεται, προβαίνει στην τροποποίησή τους στο ΣΕΕ. Σε περίπτωση που τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο VIS είναι τα ίδια με εκείνα του ΣΕΕ, το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα έρχεται σε επαφή με τις αρχές του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο για εισαγωγή των εν λόγω δεδομένων στο VIS εντός επτά ημερών μετά τη συμπλήρωση του ελέγχου. Το αρμόδιο για την εισαγωγή των δεδομένων στο VIS κράτος μέλος επαληθεύει την ακρίβεια των δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους στο ΣΕΕ εντός 30 ημερών και ενημερώνει το αρμόδιο κράτος μέλος ή το κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβληθεί το αίτημα, το οποίο, εφόσον χρειάζεται, διορθώνει ή συμπληρώνει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή περιορίζει την επεξεργασία αυτών στο ΣΕΕ ή τα διαγράφει από αυτό χωρίς καθυστέρηση και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο ταυτοποιημένων προσώπων του άρθρου 12 παράγραφος 3.

4.  Αν το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα δεν συμφωνεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή, ελλιπή ή ότι έχουν καταγραφεί παράνομα, το κράτος μέλος αυτό εκδίδει διοικητική απόφαση, στην οποία εξηγεί εγγράφως και χωρίς καθυστέρηση στον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας τους λόγους για τους οποίους δεν είναι διατεθειμένο να διορθώσει, να συμπληρώσει ή να διαγράψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν ή να περιορίσει την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων.

5.  Το κράτος μέλος που έλαβε τη διοικητική απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου παρέχει, επίσης, στον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας πληροφορίες σχετικά με τα βήματα στα οποία μπορεί να προβεί εάν δεν αποδέχεται την εξήγηση. Σε αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τρόπο άσκησης προσφυγής ή υποβολής καταγγελίας ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του εν λόγω κράτους μέλους, καθώς και κάθε συνδρομή που μπορεί να του παρασχεθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, μεταξύ άλλων από την εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

6.  Οποιοδήποτε αίτημα που υποβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 περιέχει τα ελάχιστα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Δακτυλικά αποτυπώματα μπορούν να ζητηθούν για τον σκοπό αυτό μόνο σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και όπου υπάρχουν ουσιαστικές αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του αιτούντος. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων του υπηκόου τρίτης χώρας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και διαγράφονται αμέσως μετά.

7.  Οσάκις ένα πρόσωπο υποβάλει αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή του αρμόδιου κράτους μέλους ή του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα τηρεί αρχείο στο οποίο καταχωρίζεται εγγράφως η υποβολή του αιτήματος. Το εν λόγω έγγραφο περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση του αιτήματος και την επιληφθείσα αρχή. Η αρμόδια αρχή θέτει το σχετικό έγγραφο στη διάθεση της εποπτικής αρχής που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, εντός επτά ημερών.

Άρθρο 53

Συνεργασία για την επιβολή των δικαιωμάτων προστασίας δεδομένων

1.  Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 52.

2.  Σε κάθε κράτος μέλος, η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, επικουρεί και συμβουλεύει, εφόσον της ζητηθεί, το υποκείμενο των δεδομένων κατά την άσκηση του δικαιώματός του να διορθώσει, να συμπληρώσει ή να διαγράψει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν ή να περιορίσει την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Για να επιτευχθούν οι σκοποί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η εποπτική αρχή του αρμόδιου κράτους μέλους, το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα, συνεργάζεται με την εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα.

Άρθρο 54

Προσφυγές

1.  Με την επιφύλαξη των άρθρων 77 έως 79 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, σε κάθε κράτος μέλος, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ασκεί προσφυγή ή να υποβάλλει καταγγελία στις αρμόδιες αρχές ή τα δικαστήρια του κράτους μέλους που του αρνήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης ή το δικαίωμα διόρθωσης, συμπλήρωσης ή διαγραφής δεδομένων που το αφορούν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 52 και στο άρθρο 53 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Το δικαίωμα της άσκησης προσφυγής ή της υποβολής καταγγελίας ισχύει και για περιπτώσεις στις οποίες αιτήματα για πρόσβαση, διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεν έλαβαν απάντηση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 52 ή δεν διεκπεραιώθηκαν ποτέ από τον υπεύθυνο επεξεργασίας των δεδομένων.

2.  Η συνδρομή της εποπτικής αρχής, που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, είναι διαθέσιμη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 55

Άσκηση της εποπτείας από την εποπτική αρχή

1.  Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, να ελέγχει με ανεξαρτησία τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στα κεφάλαια II, III, V και VI του παρόντος κανονισμού από το εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασής τους προς και από το ΣΕΕ.

2.  Η εποπτική αρχή που θεσπίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μεριμνά ώστε να διενεργείται έλεγχος των λειτουργιών επεξεργασίας δεδομένων που επιτελούνται στο εθνικό σύστημα, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου, τουλάχιστον ανά τριετία από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ. Τα αποτελέσματα του ελέγχου μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στις αξιολογήσεις που διενεργούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου ( 12 ). Η εποπτική αρχή που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 δημοσιεύει ετησίως τον αριθμό των αιτημάτων για διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεδομένων, ή περιορισμό της επεξεργασίας τους, τη δράση που ανελήφθη ακολούθως και τον αριθμό των διορθώσεων, συμπληρώσεων, διαγραφών και περιορισμών επεξεργασίας που πραγματοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος των ενδιαφερομένων προσώπων.

3.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εποπτική αρχή τους που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 να διαθέτει επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχει ανατεθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και να έχουν πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των βιομετρικών δεδομένων.

4.  Τα κράτη μέλη παρέχουν στην εποπτική αρχή που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 όλες τις πληροφορίες που ζητούνται και, συγκεκριμένα, της παρέχει πληροφορίες για τις δραστηριότητες που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 38, το άρθρο 39 παράγραφος 1 και το άρθρο 43. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην εποπτική αρχή που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 πρόσβαση στα αρχεία καταχωρίσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 46 και της επιτρέπουν την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, σε όλες τις σχετικές με το ΣΕΕ εγκαταστάσεις του.

Άρθρο 56

Άσκηση εποπτείας από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.  Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι αρμόδιος για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του eu-LISA που αφορούν το ΣΕΕ και οφείλει να εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και με τον παρόντα κανονισμό.

2.  Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου και τουλάχιστον ανά τριετία, έλεγχος των δραστηριοτήτων του eu-LISA σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η έκθεση σχετικά με τον εν λόγω έλεγχο υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τον eu-LISA και τις εποπτικές αρχές. Ο eu-LISA δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις πριν από την έγκριση της έκθεσης.

3.  Ο eu-LISA παρέχει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων τις πληροφορίες που ζητούνται, του παρέχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και στις καταχωρίσεις του που αναφέρονται στο άρθρο 46 καθώς και πρόσβαση στο σύνολο των εγκαταστάσεών του ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 57

Συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.  Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, καθένας εκ των οποίων ενεργεί εντός του πεδίου των οικείων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στα πλαίσια των οικείων καθηκόντων τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του ΣΕΕ και των εθνικών συνοριακών υποδομών.

2.  Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, αξιολογούν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση ανεξάρτητου ελέγχου ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα, και προάγουν την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία των δεδομένων, όταν κριθεί απαραίτητο.

3.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν τουλάχιστον δύο φορές κάθε έτος στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 («το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων»). Το κόστος και η διοργάνωση των εν λόγω συνεδριάσεων βαρύνει το εν λόγω Συμβούλιο. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας.

4.  Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων υποβάλλει ανά διετία κοινή έκθεση δραστηριοτήτων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τον eu-LISA. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για κάθε κράτος μέλος, το οποίο συντάσσουν οι εποπτικές αρχές του εν λόγω κράτους μέλους.

Άρθρο 58

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα οποία υπάρχει πρόσβαση σύμφωνα με το κεφάλαιο IV

1.  Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι το εθνικό δίκαιο, οι κανονισμοί και οι διοικητικές διατάξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζονται από τις εθνικές αρχές του και στο ζήτημα της πρόσβασης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τα δικαιώματα των προσώπων στων οποίων τα δεδομένα υπάρχει πρόσβαση.

2.  Η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 ελέγχει τη νομιμότητα της πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εκ μέρους των κρατών μελών σύμφωνα με το κεφάλαιο IV του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της μετάβασής τους προς και από το ΣΕΕ. Το άρθρο 55 παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται αναλόγως.

3.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 και εποπτεύεται από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

4.  Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα οποία υπάρχει πρόσβαση από το ΣΕΕ σύμφωνα με το κεφάλαιο IV γίνεται μόνο για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης της συγκεκριμένης υπόθεσης για την οποία ζητήθηκαν τα δεδομένα από κράτος μέλος ή από την Ευρωπόλ.

5.  Το ιστορικό της έρευνας τηρείται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ, στις εντεταλμένες αρχές, στα κεντρικά σημεία πρόσβασης και στην Ευρωπόλ με σκοπό να παρασχεθεί δυνατότητα στην εποπτική αρχή, που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, και στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να εποπτεύουν τη συμμόρφωση της διαδικασίας επεξεργασίας δεδομένων με τους κανόνες της Ένωσης και τους εθνικούς κανόνες όσον αφορά την προστασία των δεδομένων. Με εξαίρεση τον παραπάνω σκοπό, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το ιστορικό της έρευνας, απαλείφονται από όλους τους εθνικούς φακέλους και από τους φακέλους της Ευρωπόλ μετά την παρέλευση 30 ημερών, εκτός εάν τα συγκεκριμένα δεδομένα και καταχωρίσεις απαιτούνται για τη διεξαγωγή συνεχιζόμενης δικαστικής έρευνας για την οποία ζητήθηκαν από κράτος μέλος ή από την Ευρωπόλ.

Άρθρο 59

Καταχώριση και τεκμηρίωση

1.  Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ εξασφαλίζουν ότι όλες οι πράξεις επεξεργασίας δεδομένων που απορρέουν από αιτήσεις πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ σύμφωνα με το κεφάλαιο IV καταχωρίζονται ή τεκμηριώνονται προκειμένου να ελεγχθεί το παραδεκτό της αίτησης, η νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων και η ακεραιότητα και ασφάλεια των δεδομένων, καθώς και για σκοπούς αυτοελέγχου.

2.  Το αρχείο καταχώρισης ή η τεκμηρίωση αναφέρει σε όλες τις περιπτώσεις:

α) τον ακριβή σκοπό της αίτησης πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης και, όσον αφορά την Ευρωπόλ, τον ακριβή σκοπό της αίτησης πρόσβασης·

β) εύλογες αιτιολογήσεις για τη μη διενέργεια αντιπαραβολής με άλλα κράτη μέλη, βάσει της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ) τα στοιχεία του εθνικού φακέλου·

δ) την ημερομηνία και την ακριβή ώρα της αίτησης πρόσβασης εκ μέρους του κεντρικού σημείου πρόσβασης προς το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ·

ε) το όνομα της αρχής που έχει ζητήσει πρόσβαση στα δεδομένα·

στ) κατά περίπτωση, τη χρήση της διαδικασίας επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και τη ληφθείσα απόφαση σε σχέση με την εκ των υστέρων επαλήθευση·

ζ) τα δεδομένα που αφορούσε η πρόσβαση·

η) σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες ή τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, την προσωπική ταυτότητα χρήστη του υπαλλήλου που διενήργησε την αναζήτηση και του υπαλλήλου που διέταξε τη χορήγηση δεδομένων.

3.  Τα αρχεία καταχωρίσεων και η τεκμηρίωση χρησιμοποιούνται μόνο για την παρακολούθηση της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων και για την κατοχύρωση της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων. Μόνο αρχεία καταχωρίσεων που δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 72 του παρόντος κανονισμού. Η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 και είναι αρμόδια για τον έλεγχο του παραδεκτού της αίτησης, τον έλεγχο της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων και της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων, έχει, εφόσον το ζητήσει, πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία καταχωρίσεων για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων της.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Άρθρο 60

Τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν

Το άρθρο 20 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν τροποποιείται ως εξής:

1) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.  Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα κάθε συμβαλλόμενου μέρους να παρατείνει πέραν των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών την παραμονή αλλοδαπού στην επικράτειά του:

α) σε εξαιρετικές περιστάσεις· ή

β) βάσει διμερούς συμφωνίας που έχει συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης και έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με παράγραφο 2δ.»·

2) παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«2α.  Η παραμονή αλλοδαπού στην επικράτεια συμβαλλόμενου μέρους είναι δυνατόν να παραταθεί βάσει διμερούς συμφωνίας σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β), κατόπιν αιτήματος του αλλοδαπού, το οποίο υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους κατά την είσοδο ή κατά τη διάρκεια της παραμονής του αλλοδαπού, το αργότερο την τελευταία εργάσιμη ημέρα από τις 90 ημέρες της παραμονής του εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών.

Σε περίπτωση που ο αλλοδαπός δεν έχει υποβάλει αίτημα κατά τη διάρκεια παραμονής 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, η παραμονή του μπορεί να παραταθεί βάσει διμερούς συμφωνίας που έχει συναφθεί από ένα συμβαλλόμενο μέρος, η δε παραμονή του πέραν των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών πριν δοθεί η παράταση είναι δυνατόν να θεωρείται νόμιμη από τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους, υπό τον όρο ότι ο εν λόγω αλλοδαπός παρουσιάζει αξιόπιστα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στη διάρκεια της περιόδου έχει παραμείνει μόνο στην επικράτεια του συγκεκριμένου συμβαλλόμενου μέρους.

2β.  Σε περίπτωση παράτασης της παραμονής δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους εισάγουν τα δεδομένα που σχετίζονται με την παράταση στην τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου που συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του αλλοδαπού μέσα στο σύστημα εισόδου/εξόδου που ιδρύει ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *1 ). Τα εν λόγω δεδομένα εισάγονται σύμφωνα με το άρθρο 19 του ανωτέρω κανονισμού.

2γ.  Όταν η παραμονή παρατείνεται δυνάμει της παραγράφου 2, ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός επιτρέπεται να παραμένει μόνο στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους και να εξέρχεται από τα εξωτερικά σύνορα αυτού.

Η αρμόδια αρχή που παρέτεινε την παραμονή ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο αλλοδαπό ότι η παράταση της παραμονής επιτρέπεται μόνο για την επικράτεια του συγκεκριμένου συμβαλλομένου μέρους και ότι ο ίδιος θα εξέλθει από τα εξωτερικά σύνορα του εν λόγω συμβαλλομένου μέρους.

2δ.  Έως τις 30 Μαρτίου 2018, τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των συναφών διμερών συμφωνιών που εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β). Εάν συμβαλλόμενο μέρος παύσει να εφαρμόζει οποιαδήποτε από αυτές τις διμερείς συμφωνίες, το κοινοποιεί στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω διμερείς συμφωνίες, αναφέροντας τουλάχιστον τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες, τα δικαιώματα που απορρέουν από τις εν λόγω συμφωνίες για τους αλλοδαπούς καθώς και οποιαδήποτε αλλαγή στις συμφωνίες αυτές.

Άρθρο 61

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008

O κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 τροποποιείται ως εξής:

1) Το άρθρο 10 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α) παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δα) εφόσον απαιτείται, ένδειξη ότι η θεώρηση έχει εκδοθεί με περιορισμένη εδαφική ισχύ, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009.»·

β) προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιβ) εφόσον απαιτείται, το καθεστώς του προσώπου από το οποίο προκύπτει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *2 ) ή υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με αυτό των πολιτών της Ένωσης βάσει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου.

2) Στο άρθρο 13 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.  Αν ληφθεί απόφαση ακύρωσης ή ανάκλησης θεώρησης, η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση ανακτά άμεσα και εξάγει από το VIS στο σύστημα εισόδου/εξόδου που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *3 ) (ΣΕΕ) τα δεδομένα που απαριθμούνται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

3) Στο άρθρο 14 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.  Η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση παράτασης της περιόδου ισχύος ή/και της διάρκειας παραμονής χορηγηθείσας θεώρησης ανακτά άμεσα και εξάγει από το VIS στο ΣΕΕ τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

4) Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως, ιθαγένεια ή ιθαγένειες· φύλο·

γ) είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου· κωδικός τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου· και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου·»·

β) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.  Για τους σκοπούς της διενέργειας αναζήτησης στο ΣΕΕ για την εξέταση και λήψη αποφάσεων σχετικά με αιτήσεις θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, παρέχεται στην αρμόδια αρχή θεώρησης πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ απευθείας από το VIS με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων από τα δεδομένα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.

5.  Όταν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο VIS δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή θεώρησης έχει πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 20.»·

5) στο κεφάλαιο III προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 17α

Διαλειτουργικότητα με το ΣΕΕ

1.  Από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ όπως προβλέπεται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, δημιουργείται διαλειτουργικότητα μεταξύ του ΣΕΕ και του VIS για να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ταχύτητα κατά τους συνοριακούς ελέγχους. Για τον σκοπό αυτόν, ο eu-LISA θεσπίζει ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Η απευθείας πρόσβαση μεταξύ των συστημάτων του ΣΕΕ και του VIS είναι δυνατή μόνο εάν αυτό προβλέπεται και από τον παρόντα κανονισμό και από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226. Η ανάκτηση από το VIS δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις, η εξαγωγή τους στο ΣΕΕ και η ενημέρωση δεδομένων από το VIS στο ΣΕΕ καθίσταται αυτοματοποιημένη διαδικασία, από τη στιγμή που η σχετική πράξη δρομολογηθεί από την ενδιαφερόμενη αρχή.

2.  Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις αρχές θεώρησης που χρησιμοποιούν το VIS να συμβουλεύονται το ΣΕΕ από το VIS:

α) κατά την εξέταση και λήψη απόφασης για αιτήσεις θεώρησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και στο άρθρο 15 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού·

β) προκειμένου να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS στο ΣΕΕ σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και τα άρθρα 13 και 14 του παρόντος κανονισμού.

3.  Η διαλειτουργικότητα παρέχει τη δυνατότητα στις συνοριακές αρχές που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ να συμβουλεύονται το VIS από το ΣΕΕ ούτως ώστε:

α) να ανακτούν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS και να τα εισάγουν στο ΣΕΕ με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή της καταχώρισης άρνησης εισόδου του κατόχου της θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τα άρθρα 14, 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 18α του παρόντος κανονισμού·

β) να ανακτούν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS και να τα εισάγουν στο ΣΕΕ σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και τα άρθρα 13 και 14 του παρόντος κανονισμού·

γ) να επαληθεύουν τη γνησιότητα και την εγκυρότητα της θεώρησης, το εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *4 ) ή και τα δύο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

δ) να ελέγχουν αν υπήκοοι τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, οι οποίοι δεν έχουν ατομικό φάκελο καταγεγραμμένο στο ΣΕΕ, είχαν προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 19α του παρόντος κανονισμού·

ε) να επαληθεύουν, σε περίπτωση που η ταυτότητα κατόχου θεώρησης επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων, την ταυτότητα κατόχου θεώρησης μέσω αντιπαραβολής με δακτυλικά αποτυπώματα που είναι καταχωρισμένα στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 18 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.

4.  Για τη λειτουργία της διαδικτυακής υπηρεσίας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, το VIS ενημερώνει καθημερινώς τη χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων VIS.

5.  Σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η Επιτροπή θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα για τη δημιουργία και το υψηλό επίπεδο σχεδιασμού της διαλειτουργικότητας σύμφωνα με το άρθρο 37 του εν λόγω κανονισμού. Προκειμένου να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητα με το ΣΕΕ, η διαχειριστική αρχή μεριμνά για τις απαιτούμενες εξελίξεις και προσαρμογές του κεντρικού VIS, της εθνικής διεπαφής σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών. Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν και αναπτύσσουν τις εθνικές υποδομές.

6) Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Πρόσβαση στα δεδομένα για επαλήθευση στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ

1.  Με αποκλειστικό σκοπό να επαληθεύσουν την ταυτότητα των κατόχων θεώρησης, το γνήσιο, τη χρονική και εδαφική ισχύ και το καθεστώς της θεώρησης ή αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, ή και τα δύο, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα:

α) επώνυμο, όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως· ιθαγένεια/ιθαγένειες· φύλο· είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων· κωδικός τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων· ή

β) τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης.

2.  Αποκλειστικά για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όταν δρομολογείται έρευνα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια συνοριακή αρχή μπορεί να εκκινήσει έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου.

3.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, όταν δρομολογείται έρευνα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια συνοριακή αρχή μπορεί να πραγματοποιεί έρευνα στο VIS χωρίς τη χρήση της διαλειτουργικότητας με το ΣΕΕ, εφόσον το απαιτούν οι συγκεκριμένες περιστάσεις, ιδίως στην περίπτωση όπου, λόγω της ειδικής κατάστασης υπηκόου τρίτης χώρας, κρίνεται καταλληλότερη η έρευνα με τη χρήση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου ή στην περίπτωση προσωρινής τεχνικής αδυναμίας αναζήτησης των δεδομένων του ΣΕΕ ή βλάβης του ΣΕΕ.

4.  Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δείξει ότι δεδομένα είναι αποθηκευμένα στο VIS για μία ή περισσότερες εκδοθείσες ή παραταθείσες θεωρήσεις που είναι εντός της περιόδου ισχύος τους και στο πλαίσιο της εδαφικής ισχύος τους για τη διέλευση των συνόρων, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα που περιέχονται στον σχετικό φάκελο αίτησης καθώς και σε συνδεδεμένο ή συνδεδεμένους φακέλους αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α) την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, ►C3  που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4· ◄

β) φωτογραφίες·

γ) τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 και έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

Επιπλέον, για τους κατόχους θεώρησης για τους οποίους, για νομικούς λόγους, δεν απαιτείται η παροχή συγκεκριμένων δεδομένων ή είναι για αντικειμενικούς λόγους αδύνατον να δοθούν τα δεδομένα αυτά, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ λαμβάνει ειδοποίηση που αφορά το συγκεκριμένο πεδίο ή τα συγκεκριμένα πεδία δεδομένων, στην οποία αναγράφεται η ένδειξη «άνευ αντικειμένου».

5.  Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με τον κάτοχο θεώρησης όχι όμως και ισχύουσα θεώρηση η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα τού ή των φακέλων αίτησης, καθώς και του ή των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α) την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, ►C3  που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4· ◄

β) φωτογραφίες·

γ) τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

6.  Εκτός από την αναζήτηση που διενεργείται βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει την ταυτότητα του προσώπου με αντιπαραβολή στο VIS, αν η έρευνα με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι τα δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο έχουν καταγραφεί στο VIS και πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η ταυτότητα του προσώπου δεν μπορεί να εξακριβωθεί με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, επειδή:

i) ο κάτοχος της θεώρησης δεν έχει καταχωρισθεί ακόμη στο ΣΕΕ·

ii) στο εκάστοτε συνοριακό σημείο διέλευσης, η ταυτότητα επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226·

iii) υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης·

iv) για οποιονδήποτε άλλο λόγο·

β) η ταυτότητα του προσώπου μπορεί να επαληθευτεί με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ αλλά εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

Οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύουν τα δακτυλικά αποτυπώματα του κατόχου της θεώρησης σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταγραφεί στο VIS. Για τους κατόχους θεώρησης των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

7.  Για τους σκοπούς της επαλήθευσης των δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 6, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκκινήσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS.

8.  Όταν η επαλήθευση του κατόχου θεώρησης ή της θεώρησης αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης ή το γνήσιο της θεώρησης ή του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2.».

7) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 18α

Ανάκτηση των δεδομένων του VIS για τη δημιουργία ή την ενημέρωση καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή καταχώρισης άρνησης εισόδου κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ

Αποκλειστικά με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση του αρχείου εισόδου/εξόδου ή του αρχείου άρνησης εισόδου κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 και τα άρθρα 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, παρέχεται στην αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, πρόσβαση για να ανακτά από το VIS και να εισάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο VIS και απαριθμούνται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του εν λόγω κανονισμού.».

8) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Χρήση του VIS πριν από τη δημιουργία στο ΣΕΕ των ατομικών φακέλων υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης

1.  Προς το σκοπό ελέγχου αν ένα πρόσωπο έχει προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS, οι αρμόδιες αρχές που διενεργούν ελέγχους των εξωτερικών σημείων συνοριακής διέλευσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 συμβουλεύονται το VIS πριν από τη δημιουργία στο ΣΕΕ του ατομικού φακέλου υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

2.  Για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και η έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 27 του εν λόγω κανονισμού καταδείξει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ έχει πρόσβαση για τη διενέργεια έρευνας στο VIS χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα: επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως· ιθαγένεια/ιθαγένειες· φύλο· είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου· κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου.

3.  Αποκλειστικά για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, πέραν της έρευνας που άρχισε στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ μπορεί να εκκινήσει έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

4.  Επιπλέον, αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταγραφεί στο VIS δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει τα δακτυλικά αποτυπώματα του υπηκόου τρίτης χώρας σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταγραφεί στο VIS. Η αρχή αυτή μπορεί να ξεκινήσει την επαλήθευση από το ΣΕΕ. Για τους υπηκόους τρίτης χώρας των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

5.  Εάν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και την επαλήθευση που διενεργείται βάσει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου προκύψει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα που περιέχονται στον σχετικό φάκελο αίτησης, καθώς και σε φάκελο ή φακέλους αίτησης συνδεδεμένων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

α) την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, ►C3  που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4· ◄

β) φωτογραφίες·

γ) τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 και έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

6.  Όταν η επαλήθευση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή 5 του παρόντος άρθρου αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του προσώπου ή για το γνήσιο του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2. Η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ δύναται να εκκινεί από το ΣΕΕ την ταυτοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 20.».

9) Στο άρθρο 20 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.  Αποκλειστικά προς τον σκοπό εξακρίβωσης της ταυτότητας προσώπων που ενδεχομένως έχουν προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS ή δεν πληρούν ή δεν πληρούν πια τις προϋποθέσεις που διέπουν την είσοδο, παραμονή και κατοικία στην επικράτεια των κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ ή στην επικράτεια των κρατών μελών σχετικά με το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής και κατοικίας στην επικράτεια των κρατών μελών, εξουσιοδοτούνται να πραγματοποιούν έρευνες στο VIS με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου.».

10) Στο άρθρο 26, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.  Από τις 30 Ιουνίου 2018, η διαχειριστική αρχή είναι υπεύθυνη για τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 3.».

11) Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.  Κάθε κράτος μέλος και η διαχειριστική αρχή τηρούν αρχεία για όλες τις πράξεις επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του VIS. Στα εν λόγω αρχεία:

α) καταγράφεται ο σκοπός της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στα άρθρα 15 έως 22·

β) η ημερομηνία και ώρα·

γ) ο τύπος δεδομένων που διαβιβάσθηκαν όπως αναφέρεται στα άρθρα 9 έως 14·

δ) ο τύπος δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, στο άρθρο 17, στο άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 19 παράγραφος 1, στο άρθρο 19α παράγραφοι 2 και 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 1, στο άρθρο 21 παράγραφος 1 και στο άρθρο 22 παράγραφος 1· και

ε) το όνομα της αρχής που εισήγαγε ή έλαβε τα δεδομένα.

Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία για το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό που εισήγαγε ή έλαβε τα δεδομένα αυτά.»·

β) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.  Για τις πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 17α, τηρείται αρχείο κάθε πράξης επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του VIS και του ΣΕΕ, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

Άρθρο 62

Τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011

O κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 τροποποιείται ως εξής:

1) Στο άρθρο 1, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.  Ο Οργανισμός είναι υπεύθυνος για τη λειτουργική διαχείριση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II), του συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις, του Eurodac και του συστήματος εισόδου/εξόδου που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *5 ) (ΣΕΕ).

2) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5α

Καθήκοντα σχετικά με το ΣΕΕ

Σχετικά με το ΣΕΕ, ο Οργανισμός εκτελεί:

α) τα καθήκοντα που του ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226·

β) καθήκοντα σχετικά με την κατάρτιση στην τεχνική χρήση του ΣΕΕ.»·.

3) Στο άρθρο 7 οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.  Τα καθήκοντα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση της επικοινωνιακής υποδομής μπορούν να ανατεθούν σε εξωτερικούς ιδιωτικούς φορείς ή οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *6 ). Στην περίπτωση αυτή, ο πάροχος του δικτύου δεσμεύεται από τα μέτρα ασφάλειας της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και δεν έχει επ’ ουδενί πρόσβαση στα λειτουργικά δεδομένα του SIS II, του VIS, του Eurodac ή του ΣΕΕ, ούτε και στη σχετική με το SIS II ανταλλαγή SIRENE.

6.  Με την επιφύλαξη των υφισταμένων συμβάσεων όσον αφορά το δίκτυο του SIS II, του VIS, του Eurodac και του ΣΕΕ, η διαχείριση των κλειδιών κρυπτογράφησης παραμένει στην αρμοδιότητα του Οργανισμού και δεν μπορεί να ανατεθεί εξωτερικά σε οποιαδήποτε οντότητα του ιδιωτικού τομέα.

4) Στο άρθρο 8, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.  Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις εξελίξεις που σημειώνονται στην έρευνα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση του SIS II, του VIS, του Eurodac, του ΣΕΕ και άλλων πληροφοριακών συστημάτων μεγάλης κλίμακας.».

5) Στο άρθρο 12, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α) παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιθα) εγκρίνει τις εκθέσεις σχετικά με την ανάπτυξη του ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

β) Το στοιχείο κ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«κ) εγκρίνει τις εκθέσεις για την τεχνική λειτουργία του SIS II σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 66 παράγραφος 4 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ αντίστοιχα, του VIS σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και το άρθρο 17 παράγραφος 3 της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ και του ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

γ) Το στοιχείο κβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«κβ) διατυπώνει παρατηρήσεις σχετικά με τις εκθέσεις του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τους ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, το άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, το άρθρο 31 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 και το άρθρο 56 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και διασφαλίζει ότι δίδεται η κατάλληλη συνέχεια στους εν λόγω ελέγχους.».

δ) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«κδα) δημοσιεύει στατιστικές σχετικά με το ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 63 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

ε) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«κστα) εξασφαλίζει την ετήσια έκδοση του καταλόγων των αρμοδίων αρχών σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

6) Στο άρθρο 15, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.  Η Ευρωπόλ και η Eurojust μπορούν να παρίστανται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ως παρατηρητές, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα που αφορά το SIS II σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ. Επίσης, η Ευρωπόλ μπορεί να παρίσταται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ως παρατηρητής, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα που αφορά το VIS, σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ ή θέμα που αφορά το Eurodac, σε σχέση με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 ή θέμα που αφορά το ΣΕΕ σε σχέση με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

7) Στο άρθρο 17 γίνονται οι εξής τροποποιήσεις:

α) η παράγραφος 5 στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ) με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, θεσπίζει απαιτήσεις εμπιστευτικότητας, όπως ορίζει το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, το άρθρο 17 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ, το άρθρο 26 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, το άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 και το άρθρο 37 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.»·

β) στην παράγραφο 6 προστίθεται το εξής σημείο:

«κ) εκθέσεις για την κατάσταση ανάπτυξης του ΣΕΕ κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 72 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

8) Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α) στην παράγραφο 1 παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δα) συμβουλευτική ομάδα ΣΕΕ·»·

β) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Ευρωπόλ και η Eurojust μπορούν να διορίζουν από έναν εκπρόσωπο στη συμβουλευτική ομάδα SIS II. Η Ευρωπόλ μπορεί, επίσης, να διορίζει εκπρόσωπο στις συμβουλευτικές ομάδες VIS, Eurodac και ΣΕΕ.»·



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 63

Χρήση δεδομένων για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών

1.  Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής και του eu-LISA έχει πρόσβαση για να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών, χωρίς να επιτρέπεται η ατομική ταυτοποίηση και σύμφωνα με τις διασφαλίσεις περί αποφυγής διακρίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2:

α) την κατάσταση της θεώρησης·

β) την ιθαγένεια, το φύλο και το έτος γέννησης του υπηκόου τρίτης χώρας·

γ) την ημερομηνία και το συνοριακό σημείο διέλευσης κατά την είσοδο σε κράτος μέλος και την ημερομηνία και το συνοριακό σημείο διέλευσης κατά την έξοδο από κράτος μέλος·

δ) το είδος του ταξιδιωτικού εγγράφου και τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης·

ε) τον αριθμό των ταυτοποιημένων ως προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής κατά το άρθρο 12, την ιθαγένειά τους και το σημείο διέλευσης των συνόρων κατά την είσοδο·

στ) τα δεδομένα που έχουν εισαχθεί σχετικά με τυχόν ανακληθείσα άδεια παραμονής ή οποιαδήποτε άδεια παραμονής της οποίας παρατάθηκε η ισχύς·

ζ) τον κωδικό τριών γραμμάτων του κράτους μέλους που εξέδωσε τη θεώρηση, κατά περίπτωση·

η) τον αριθμό των προσώπων που εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 3 και 4·

θ) τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος, την ιθαγένεια των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος, το είδος των συνόρων (χερσαία, εναέρια ή θαλάσσια), το συνοριακό σημείο διέλευσης στο οποίο τους απαγορεύθηκε η είσοδος και τους λόγους για τους οποίους τους απαγορεύθηκε η είσοδος, όπως αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 στοιχείο δ).

Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής όπως θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 13 ) έχει πρόσβαση για να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα για τον σκοπό της διεξαγωγής αναλύσεων κινδύνου και αξιολογήσεων τρωτότητας που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 13 του εν λόγω κανονισμού.

2.  Για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο eu-LISA καταρτίζει, εφαρμόζει και φιλοξενεί ένα αποθετήριο δεδομένων σε κεντρικό επίπεδο στις τεχνικές εγκαταστάσεις του, το οποίο περιέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Το εν λόγω αποθετήριο δεδομένων δεν επιτρέπει την ταυτοποίηση των ατόμων, αλλά επιτρέπει στις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου να αποκτούν εξατομικευμένες εκθέσεις και στατιστικές σχετικά με τις εισόδους και εξόδους, τις αρνήσεις εισόδου και τις υπερβάσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών, για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των συνοριακών ελέγχων, τη βοήθεια στα προξενεία για την επεξεργασία των αιτήσεων θεώρησης και την υποστήριξη της χάραξης μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης με βάση αποδεικτικά στοιχεία. Το εν λόγω αποθετήριο δεδομένων περιέχει επίσης καθημερινά στατιστικά στοιχεία σχετικά με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Η πρόσβαση στο κεντρικό αποθετήριο παρέχεται μέσω ασφαλούς πρόσβασης μέσω του TESTA με έλεγχο πρόσβασης και ειδικά προφίλ χρήστη, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και των στατιστικών. Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία του εν λόγω αποθετηρίου δεδομένων και τους κανόνες προστασίας δεδομένων και ασφαλείας που ισχύουν για αυτό θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

3.  Οι διαδικασίες που θεσπίζονται από τον eu-LISA για να παρακολουθείται η ανάπτυξη και η λειτουργία του ΣΕΕ οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 72 παράγραφος 1, περιλαμβάνουν τη δυνατότητα παραγωγής τακτικών στατιστικών για τη διασφάλιση της εν λόγω παρακολούθησης.

4.  Κάθε τρίμηνο, ο eu-LISA δημοσιεύει στατιστικές για το ΣΕΕ που δείχνουν ιδίως τον αριθμό, την ιθαγένεια, την ηλικία, το φύλο, τη διάρκεια παραμονής και το συνοριακό σημείο διέλευσης εισόδου των προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής, των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύθηκε η είσοδος, καθώς και τους λόγους της άρνησης, και των υπηκόων τρίτων χωρών των οποίων η άδεια παραμονής ανακλήθηκε ή παρατάθηκε, καθώς και τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών που εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

5.  Στο τέλος κάθε έτους, καταρτίζονται στατιστικές σε ετήσια έκθεση για το συγκεκριμένο έτος. Οι στατιστικές περιλαμβάνουν ανάλυση των δεδομένων για έκαστο των κρατών μελών. Η έκθεση δημοσιεύεται και διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και τις εθνικές εποπτικές αρχές.

6.  Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ο eu-LISA παρέχει στατιστικές για συγκεκριμένες πτυχές που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, καθώς και τις στατιστικές σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 64

Δαπάνες

1.  Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εγκατάσταση και τη λειτουργία του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ, της επικοινωνιακής υποδομής, της NUI, της διαδικτυακής υπηρεσίας και του αποθετηρίου δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 63 παράγραφος 2 βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

2.  Οι δαπάνες που προκύπτουν σχετικά με την ενσωμάτωση των υφιστάμενων υποδομών των εθνικών συνόρων και τη σύνδεση τους με την NUI, καθώς και σχετικά με τη φιλοξενία της NUI βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

Εξαιρούνται οι ακόλουθες δαπάνες:

α) γραφείο διαχείρισης έργου των κρατών μελών (συνεδριάσεις, αποστολές, γραφεία)·

β) φιλοξενία εθνικών συστημάτων ΤΠ (χώρος, εφαρμογή, ηλεκτρική ενέργεια, ψύξη)·

γ) λειτουργία εθνικών συστημάτων ΤΠ (φορείς εκμετάλλευσης και συμβάσεις υποστήριξης)·

δ) προσαρμογή των υφιστάμενων συστημάτων ελέγχου των συνόρων και αστυνόμευσης για τα εθνικά συστήματα εισόδου-εξόδου·

ε) διαχείριση έργου των εθνικών συστημάτων εισόδου-εξόδου·

στ) σχεδιασμός, ανάπτυξη, εφαρμογή, λειτουργία και συντήρηση εθνικών δικτύων επικοινωνίας·

ζ) αυτόματα συστήματα συνοριακού ελέγχου, συστήματα αυτοεξυπηρέτησης και ηλεκτρονικές πύλες.

3.  Οι δαπάνες που προκύπτουν από τα κεντρικά σημεία πρόσβασης, όπως αναφέρονται στα άρθρα 29 και 30, βαρύνουν κάθε κράτος μέλος και την Ευρωπόλ αντιστοίχως. Οι δαπάνες που προκύπτουν από τη σύνδεση των εν λόγω κεντρικών σημείων πρόσβασης με την NUI και το ΣΕΕ βαρύνουν κάθε κράτος μέλος και την Ευρωπόλ αντιστοίχως.

4.  Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ δημιουργούν και συντηρούν με δικές τους δαπάνες την τεχνική υποδομή που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του κεφαλαίου IV και είναι υπεύθυνα για τις δαπάνες που απορρέουν από την πρόσβαση στο ΣΕΕ για τον σκοπό αυτόν.

▼M1

5.  Η χρηματοδότηση που πρέπει να κινητοποιηθεί από το συνολικό ποσό που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 515/2014 για την κάλυψη των δαπανών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου εκτελείται με έμμεση διαχείριση όταν πρόκειται για δαπάνες του eu-LISA και με επιμερισμένη διαχείριση όταν πρόκειται για δαπάνες των κρατών μελών.

▼B

Άρθρο 65

Κοινοποιήσεις

1.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την αναφερόμενη στο άρθρο 39 αρχή η οποία θεωρείται ως υπεύθυνη επεξεργασίας.

2.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 και έχουν πρόσβαση για να εισάγουν, να διορθώνουν, να συμπληρώνουν, να διαγράφουν, να συμβουλεύονται ή να αναζητούν δεδομένα. Τρεις μήνες από τη θέση σε λειτουργία του ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 66, ο eu-LISA δημοσιεύει ενοποιημένο κατάλογο των εν λόγω αρχών στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, επίσης, χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική αλλαγή. Σε περίπτωση που υπάρχουν σχετικές αλλαγές, ο eu-LISA δημοσιεύει μια φορά τον χρόνο ενημερωμένη και ενοποιημένη έκδοση των εν λόγω πληροφοριών.

3.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις εντεταλμένες αρχές τους και τα κεντρικά τους σημεία πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 29 και γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική τροποποίηση.

4.  Η Ευρωπόλ κοινοποιεί στην Επιτροπή και στον eu-LISA την εντεταλμένη αρχή της και το κεντρικό της σημείο πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 30 και γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική τροποποίηση.

5.  Ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή για την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο β).

6.  Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 3 και 4 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές αλλάξουν, η Επιτροπή δημοσιεύει μια φορά τον χρόνο ενημερωμένη και ενοποιημένη έκδοση των εν λόγω πληροφοριών. Η Επιτροπή διατηρεί δημόσιο ιστότοπο ο οποίος ενημερώνεται συνεχώς και περιλαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες.

Άρθρο 66

Έναρξη της λειτουργίας

1.  Η Επιτροπή αποφασίζει την ημερομηνία από την οποία θα αρχίσει να λειτουργεί το ΣΕΕ, αφού πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) έχουν θεσπισθεί τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 36 και στο άρθρο 50 παράγραφοι 4 και 5·

β) ο eu-LISA έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής του ΣΕΕ, η οποία διεξάγεται από τον eu-LISA σε συνεργασία με τα κράτη μέλη·

γ) τα κράτη μέλη έχουν επικυρώσει τις τεχνικές και νομικές ρυθμίσεις για τη συλλογή και διαβίβαση των δεδομένων που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 του ΣΕΕ και τις έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή·

δ) τα κράτη μέλη έχουν ενημερώσει την Επιτροπή όπως αναφέρεται στο άρθρο 65 παράγραφοι 1 και 2.

2.  Το ΣΕΕ χρησιμοποιείται από:

α) τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, και

β) τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά για οποία πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i) η επαλήθευση σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες αξιολόγησης Σένγκεν έχει ήδη ολοκληρωθεί επιτυχώς·

ii) οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το SIS έχουν τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με την πράξη προσχώρησής τους· και

iii) οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το VIS και είναι αναγκαίες για τη λειτουργία του ΣΕΕ, όπως ορίζει ο παρών κανονισμός, τέθηκαν σε ισχύ σύμφωνα με την πράξη προσχώρησής τους.

3.  Κράτος μέλος μη καλυπτόμενο από την παράγραφο 2 συνδέεται με το ΣΕΕ μόλις διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχεία β), γ) και δ) και της παραγράφου 2 στοιχείο β). Η Επιτροπή αποφασίζει την ημερομηνία από την οποία θα αρχίσει να λειτουργεί το ΣΕΕ στα εν λόγω κράτη μέλη.

4.  Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα των δοκιμών που διεξάγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

5.  Η αναφερόμενη στις παραγράφους 1 και 3 απόφαση της Επιτροπής δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.  Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν το ΣΕΕ από την ημερομηνία που καθορίζει η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή, κατά περίπτωση, την παράγραφο 3.

Άρθρο 67

Θέουτα και Μελίλια

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους ειδικούς κανόνες που εφαρμόζονται στις πόλεις Θέουτα και Μελίλια, όπως ορίζονται στη δήλωση του Βασιλείου της Ισπανίας για τις πόλεις Θέουτα και Μελίλια στην τελική πράξη της συμφωνίας προσχώρησης του Βασιλείου της Ισπανίας στη σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985.

Άρθρο 68

Διαδικασία επιτροπής

1.  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.  Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 69

Συμβουλευτική ομάδα

Ο eu-LISA συγκροτεί συμβουλευτική ομάδα με σκοπό να της παρέχει εμπειρογνωμοσύνη σε σχέση με το ΣΕΕ ιδίως στο πλαίσιο της προετοιμασίας του ετήσιου προγράμματος εργασίας του και της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του. Κατά τη φάση σχεδιασμού και ανάπτυξης του ΣΕΕ εφαρμόζεται το άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 70

Κατάρτιση

Ο eu-LISA εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την παροχή κατάρτισης όσον αφορά την τεχνική χρήση του ΣΕΕ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011.

Άρθρο 71

Πρακτικό εγχειρίδιο

Η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, τον eu-LISA και άλλους σχετικούς οργανισμούς, καθιστά διαθέσιμο πρακτικό εγχειρίδιο για την εφαρμογή και τη διαχείριση του ΣΕΕ. Το πρακτικό εγχειρίδιο παρέχει τεχνικές και επιχειρησιακές κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές. Η Επιτροπή υιοθετεί το πρακτικό εγχειρίδιο υπό μορφή σύστασης.

Άρθρο 72

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.  Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται διαδικασίες για την παρακολούθηση της ανάπτυξης του ΣΕΕ σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, καθώς και για την παρακολούθηση της λειτουργίας του ΣΕΕ σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τα τεχνικά αποτελέσματα, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.

2.  Έως τις 30 Ιουνίου 2018 και, στη συνέχεια, ανά εξάμηνο κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξης του ΣΕΕ, ο eu-LISA υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την τρέχουσα κατάσταση της ανάπτυξης του ΣΕΕ, των ενιαίων διεπαφών και της επικοινωνιακής υποδομής μεταξύ του ΣΕΕ και των ενιαίων διεπαφών. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες που προκύπτουν και πληροφορίες σχετικά με οποιονδήποτε κίνδυνο μπορεί να έχει επίπτωση στο συνολικό κόστος του ΣΕΕ, το οποίο βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 1 και το άρθρο 64 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο. Μετά την ανάπτυξη του ΣΕΕ, υποβάλλεται από τον eu-LISA έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία επεξηγείται λεπτομερώς πώς επιτεύχθηκαν οι στόχοι, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, και αιτιολογούνται τυχόν αποκλίσεις.

3.  Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, ο eu-LISA έχει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες σε σχέση με τις εκτελούμενες στο ΣΕΕ εργασίες επεξεργασίας δεδομένων.

4.  Δύο έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ και κατόπιν ανά διετία, ο eu-LISA υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία του ΣΕΕ, καθώς και την ασφάλειά του.

5.  Τρία έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ και κατόπιν ανά τετραετία, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση συνολικής αξιολόγησης του ΣΕΕ. Η εν λόγω συνολική αξιολόγηση περιλαμβάνει:

α) αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού·

β) εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους και τις επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα·

γ) αξιολόγηση του κατά πόσον εξακολουθεί να ισχύει η λογική που διαπνέει το ΣΕΕ·

δ) αξιολόγηση της επάρκειας των βιομετρικών δεδομένων που είναι απαραίτητα για την ορθή λειτουργία του ΣΕΕ·

ε) αξιολόγηση της χρήσης των σφραγίδων στις εξαιρετικές περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2·

στ) αξιολόγηση της ασφάλειας του ΣΕΕ·

ζ) αξιολόγηση τυχόν επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δυσανάλογων επιπτώσεων στην κυκλοφορία στα σημεία διέλευσης των συνόρων και όσων έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

Η αξιολόγηση περιλαμβάνει όλες τις απαραίτητες συστάσεις. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου ( 14 ).

Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν, επίσης, αξιολόγηση της χρήσης των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 60 τόσο από άποψη συχνότητας (αριθμός των υπηκόων τρίτων χωρών που κάνουν χρήση των εν λόγω διατάξεων ανά κράτος μέλος, η ιθαγένειά τους, μέση διάρκεια παραμονής τους) όσο και από άποψη πρακτικών επιπτώσεων, λαμβανομένων υπόψη τυχόν σχετικών εξελίξεων στην πολιτική θεωρήσεων της Ένωσης. Η πρώτη έκθεση αξιολόγησης μπορεί να περιλαμβάνει επιλογές ενόψει της σταδιακής κατάργησης των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 60 και της αντικατάστασής τους από ένα ενωσιακό κείμενο. Συνοδεύεται, εφόσον απαιτείται, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 60.

6.  Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ παρέχουν στον eu-LISA και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5, σύμφωνα με τις ποσοτικές παραμέτρους που καθορίζονται εκ των προτέρων από την Επιτροπή, τον Οργανισμό eu-LISA ή αμφότερα. Οι συγκεκριμένες πληροφορίες δεν θέτουν σε κίνδυνο μεθόδους εργασίας ούτε περιλαμβάνουν πληροφορίες που αποκαλύπτουν πηγές, μέλη του προσωπικού ή έρευνες των εντεταλμένων αρχών.

7.  Ο eu-LISA παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την κατάρτιση των συνολικών αξιολογήσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 5.

8.  Με σεβασμό στις διατάξεις του εθνικού δικαίου σχετικά με τη δημοσίευση ευαίσθητων πληροφοριών, κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ καταρτίζουν ετήσιες εκθέσεις για την αποτελεσματικότητα της πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου, οι οποίες περιλαμβάνουν πληροφορίες και στατιστικά στοιχεία για:

α) το κατά πόσο η αναζήτηση διεξήχθη με σκοπό την επαλήθευση ή για τα αρχεία εισόδου/εξόδου, καθώς και το είδος του τρομοκρατικού εγκλήματος ή της σοβαρής αξιόποινης πράξης που οδήγησαν στην αναζήτηση·

β) τους λόγους που τεκμηριώνουν την υποψία ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό·

γ) τους λόγους για τη μη δρομολόγηση της αναζήτησης στα συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων άλλων κρατών μελών δυνάμει της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

δ) τον αριθμό των αιτημάτων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου·

ε) τον αριθμό και το είδος των περιπτώσεων στις οποίες η πρόσβαση στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου οδήγησε σε επιτυχείς ταυτοποιήσεις·

στ) τον αριθμό και το είδος των υποθέσεων στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν οι επείγουσες διαδικασίες του άρθρου 31 παράγραφος 2 και του άρθρου 32 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων των οποίων ο επείγων χαρακτήρας δεν έγινε δεκτός κατά την εκ των υστέρων επαλήθευση στην οποία προέβη το κεντρικό σημείο πρόσβασης.

Διατίθεται στα κράτη μέλη τεχνική λύση ώστε να διευκολυνθεί η συλλογή των δεδομένων του πρώτου εδαφίου της παρούσης παραγράφου για τον σκοπό της παραγωγής των στατιστικών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις προδιαγραφές της τεχνικής λύσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

Οι ετήσιες εκθέσεις των κρατών μελών και της Ευρωπόλ διαβιβάζονται στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου του επόμενου έτους.

Άρθρο 73

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία που καθορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τις εξής διατάξεις που εφαρμόζονται από τις 29 Δεκεμβρίου 2017: άρθρα 5, 36, 37, 38, 43, 51 του παρόντος κανονισμού· σημείο 5) του άρθρου 61 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το άρθρο 17α παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· σημείο 10) του άρθρου 61 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το άρθρο 26 παράγραφος 3α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· και τα άρθρα 62, 64, 65, 66, 68, 69 και 70 και το άρθρο 72 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 41 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

1. Οι Οργανισμοί των Ηνωμένων Εθνών (όπως η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες)·

2. Ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ)·

3. Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΙΔΙΚΕς ΔΙΑΤΑΞΕΙς ΓΙΑ ΤΟΥς ΥΠΗΚΟΟΥς ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΙΕΡΧΟΝΤΑΙ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΒΑΣΕΙ ΕΓΚΥΡΟΥ FTD

1) Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 παράγραφοι 1 έως 3 του παρόντος κανονισμού, για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD οι αρχές συνοριακού ελέγχου:

α) δημιουργούν ή ενημερώνουν τον ατομικό τους φάκελο ο οποίος περιέχει τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, ο ατομικός τους φάκελος αναφέρει ότι ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει FTD. Η εν λόγω ένδειξη συνεπάγεται αυτομάτως την προσθήκη στο αρχείο εισόδου/εξόδου του χαρακτηριστικού του FTD που αφορά τις πολλαπλές εισόδους,

β) καταχωρίζουν σε αρχείο εισόδου/εξόδου κάθε μία από τις εισόδους βάσει έγκυρου FTD, εισάγοντας τα δεδομένα που ορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού καθώς και την ένδειξη ότι η είσοδος πραγματοποιήθηκε βάσει FTD.

Για να υπολογιστεί η μέγιστη διάρκεια της διέλευσης, η ημερομηνία και η ώρα εισόδου λογίζονται ως αφετηρία της διάρκειας αυτής. Η ημερομηνία και ώρα λήξης της επιτρεπόμενης διέλευσης υπολογίζονται αυτομάτως από το ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 693/2003.

2) Επιπλέον, κατά την πρώτη είσοδο βάσει FTD, η ημερομηνία λήξης ισχύος του FTD εισάγεται στο αρχείο εισόδου/εξόδου.

3) Το άρθρο 16 παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, για τους υπηκόους τρίτων χωρών που είναι κάτοχοι FTD.

4) Για την επαλήθευση σε σύνορο όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ και εντός της επικράτειας των κρατών μελών, οι υπήκοοι τρίτων χωρών που διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD υπόκεινται, τηρουμένων των αναλογιών, στις επαληθεύσεις και τις ταυτοποιήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 23 και 26 του παρόντος κανονισμού και στο άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και τα οποία ισχύουν για τους υπηκόους τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης.

5) Τα σημεία 1 έως 4 δεν εφαρμόζονται επί υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) διέρχονται τα σύνορα σιδηροδρομικώς· και

β) δεν αποβιβάζονται εντός της επικράτειας κράτους μέλους.



( 1 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ L 157 της 15.6.2002, σ. 1).

( 2 ) Οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης (ΕΕ L 157 της 27.5.2014, σ. 1).

( 3 ) Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair) (ΕΕ L 132 της 21.5.2016, σ. 21).

( 4 ) Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 60).

( 5 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 377/2004 του Συμβουλίου της 19ης Φεβρουαρίου 2004 για τη δημιουργία δικτύου αξιωματικών συνδέσμων μετανάστευσης (ΕΕ L 64 της 2.3.2004, σ. 1).

( 6 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).

( 7 ) Απόφαση 2008/602/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2008, για τον καθορισμό της διάρθρωσης και των απαιτήσεων των εθνικών διεπαφών και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και των εθνικών διεπαφών κατά τη φάση ανάπτυξης (ΕΕ L 194 της 23.7.2008, σ. 3).

( 8 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 693/2003 του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003, για την καθιέρωση ειδικού εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης (FTD) και εγγράφου διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης (FRTD) και για την τροποποίηση της κοινής προξενικής εγκυκλίου και του κοινού εγχειριδίου (ΕΕ L 99 της 17.4.2003, σ. 8).

( 9 ) Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98).

( 10 ) Απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 129).

( 11 ) ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1 (Ελληνική ειδική έκδοση: κεφάλαιο 01 τόμος 001 σ. 108).

( 12 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση ενός μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν και την κατάργηση της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με τη σύσταση της μόνιμης επιτροπής για την αξιολόγηση και την εφαρμογή της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 295 της 6.11.2013, σ. 27).

( *1 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).».

( *2 ) Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).».·

( *3 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).».

( *4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1).».

( *5 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).».

( *6 ) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).».

( 13 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 863/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου και της απόφασης 2005/267/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 251 της 16.9.2016, σ. 1).

( 14 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 53 της 22.2.2007, σ. 1).