02015R0848 — EL — 09.01.2022 — 003.001
Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/848 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Μαΐου 2015 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 19) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
αριθ. |
σελίδα |
ημερομηνία |
||
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/353 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Φεβρουαρίου 2017 |
L 57 |
19 |
3.3.2017 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/946 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Ιουλίου 2018 |
L 171 |
1 |
6.7.2018 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/2260 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Δεκεμβρίου 2021 |
L 455 |
4 |
20.12.2021 |
Διορθώνεται από:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/848 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 20ής Μαΐου 2015
περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας
(αναδιατύπωση)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός ισχύει για τις δημόσιες συλλογικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών προσωρινών μέτρων, που βασίζονται σε νομοθεσία περί αφερεγγυότητας και στο πλαίσιο των οποίων, για τους σκοπούς της διάσωσης, της αναδιάρθρωσης χρέους, της εξυγίανσης ή της εκκαθάρισης,
ο οφειλέτης στερείται, εν όλω ή εν μέρει, τα περιουσιακά του στοιχεία και διορίζεται διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας·
τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποθέσεις του οφειλέτη τίθενται υπό δικαστικό έλεγχο ή επιτήρηση· ή
προσωρινή αναστολή των ατομικών διαδικασιών εκτέλεσης διατάσσεται από δικαστήριο ή επέρχεται εκ του νόμου, προκειμένου να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών του, υπό τον όρο ότι οι διαδικασίες κατά τις οποίες διατάσσεται αναστολή προβλέπουν ενδεδειγμένα μέτρα για την προστασία του συνόλου των πιστωτών και, αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, προηγούνται μιας των διαδικασιών του στοιχείου α) ή β).
Όταν οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο μπορούν να αρχίσουν εφόσον υπάρχει απλώς πιθανότητα αφερεγγυότητας, πρέπει να έχουν ως σκοπό την αποφυγή της αφερεγγυότητας του οφειλέτη ή την παύση των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων.
Οι διαδικασίες στις οποίες αναφέρεται η παρούσα παράγραφος απαριθμούνται στο παράρτημα Α.
Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις διαδικασίες της παραγράφου 1 οι οποίες αφορούν:
ασφαλιστικές επιχειρήσεις·
πιστωτικά ιδρύματα·
εταιρείες επενδύσεων και άλλες εταιρείες, ιδρύματα και επιχειρήσεις που διέπονται από την οδηγία 2001/24/ΕΚ, όπως έχει τροποποιηθεί· ή
οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:
ως «συλλογικές διαδικασίες» νοούνται οι διαδικασίες οι οποίες περιλαμβάνουν όλους τους πιστωτές του οφειλέτη ή σημαντικό ποσοστό τους εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, οι διαδικασίες δεν θίγουν τις απαιτήσεις των πιστωτών οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε αυτές;
ως «οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων» νοούνται οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) όπως ορίζονται στην οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 ) και οργανισμοί εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ) όπως ορίζονται στην οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 2 )·
ως «οφειλέτης που έχει τη διαχείριση της περιουσίας του» νοείται ο οφειλέτης ως προς τον οποίο έχει αρχίσει διαδικασία αφερεγγυότητας που δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά το διορισμό διαχειριστή της διαδικασίας ή την πλήρη μεταβίβαση των δικαιωμάτων και καθηκόντων διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη σε διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας και όπου επομένως ο οφειλέτης εξακολουθεί να διατηρεί πλήρως ή τουλάχιστον εν μέρει τον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων και υποθέσεών του·
ως «διαδικασίες αφερεγγυότητας» νοούνται οι διαδικασίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Α,
ως «διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας» νοείται κάθε πρόσωπο ή όργανο του οποίου το καθήκον, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο προσωρινής διαδικασίας, είναι:
να προβαίνει στην επαλήθευση και την παραδοχή των απαιτήσεων που υποβάλλονται κατά τη διαδικασία αφερεγγυότητας,
να εκπροσωπεί το συλλογικό συμφέρον των πιστωτών,
να διαχειρίζεται, εν όλω ή εν μέρει, τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν αφαιρεθεί από τον οφειλέτη,
να ρευστοποιεί τα αναφερόμενα στο σημείο iii) περιουσιακά στοιχεία ή
να επιβλέπει τη διαχείριση των υποθέσεων του οφειλέτη.
Τα πρόσωπα ή όργανα του πρώτου εδαφίου απαριθμούνται στο παράρτημα Β·
ως «δικαστήριο» νοείται:
στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στα άρθρα 5 και 6, στο άρθρο 21 παράγραφος 3, στο άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο ι), στα άρθρα 36 και 39 και στα άρθρα 61 έως 77, το δικαστικό όργανο κράτους μέλους,
σε όλα τα άλλα άρθρα, η δικαστική ή άλλη αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία νομιμοποιείται να κηρύσσει την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας ή να λαμβάνει αποφάσεις κατά τη διάρκειά της·
ως «απόφαση για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας» νοείται, μεταξύ άλλων,
απόφαση με την οποία κηρύσσεται από οποιοδήποτε δικαστήριο η έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας ή επιβεβαιώνεται η έναρξη της διαδικασίας, και
η απόφαση με την οποία το δικαστήριο διορίζει διαχειριστή της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
ως «χρόνος έναρξης της διαδικασίας», νοείται το χρονικό σημείο κατά το οποίο αρχίζει να παράγει αποτελέσματα η περί ενάρξεως απόφαση, είτε υπόκειται σε ένδικα μέσα είτε όχι·
ως «κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται ένα περιουσιακό στοιχείο», νοείται:
εάν πρόκειται για ονομαστικές μετοχές εταιρειών εκτός από τις αναφερόμενες στο σημείο ii), το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της εταιρείας που έχει εκδώσει τις μετοχές,
εάν πρόκειται για χρηματοπιστωτικά μέσα, η κυριότητα των οποίων αποδεικνύεται από εγγραφές σε βιβλίο ή για λογαριασμό που τηρείται από ή για λογαριασμό ενδιαμέσου («τίτλοι υπό μορφή λογιστικής εγγραφής»), το κράτος μέλος στο οποίο τηρείται το βιβλίο ή ο λογαριασμός όπου πραγματοποιούνται οι λογιστικές εγγραφές,
εάν πρόκειται για μετρητά κατατεθειμένα σε λογαριασμό που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα, το κράτος μέλος το οποίο εμφαίνεται στο διεθνή αριθμό του τραπεζικού λογαριασμού (IBAN) ή, για μετρητά κατατεθειμένα σε λογαριασμό που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα χωρίς διεθνή αριθμό IBAN, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κεντρική διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός ή, όταν ο λογαριασμός τηρείται σε υποκατάστημα, πρακτορείο ή άλλη εγκατάσταση, το κράτος μέλος στο οποίο αυτά βρίσκονται,
εάν πρόκειται για περιουσιακό στοιχείο ή δικαίωμα το οποίο πρέπει να εγγραφεί από τον κύριο ή το δικαιούχο σε δημόσιο μητρώο, πλην των αναφερομένων στο σημείο i), το κράτος μέλος στο οποίο τηρείται το μητρώο,
εάν πρόκειται για ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας, το κράτος μέλος για το οποίο έχει χορηγηθεί το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας,
εάν πρόκειται για δικαιώματα δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα, το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ο δικαιούχος έχει τη συνήθη διαμονή του ή την καταστατική του έδρα,
εάν πρόκειται για ενσώματα περιουσιακά στοιχεία, πλην των αναφερομένων στα σημεία i) έως iv), το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου βρίσκονται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία,
εάν πρόκειται για απαιτήσεις κατά τρίτων οι οποίες δεν αφορούν τα αναφερόμενα στο σημείο iii) περιουσιακά στοιχεία, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται το κέντρο των κύριων συμφερόντων του τρίτου που οφείλει να τις ικανοποιήσει, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1·
ως «εγκατάσταση» νοείται ο τόπος στον οποίο ο οφειλέτης ασκεί ή άσκησε, κατά το τρίμηνο πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας, μη προσωρινή οικονομική δραστηριότητα στην οποία χρησιμοποιεί τον ανθρώπινο παράγοντα και περιουσιακά στοιχεία·
ως «τοπικός πιστωτής» νοείται ο πιστωτής του οποίου οι απαιτήσεις κατά του οφειλέτη γεννήθηκαν λόγω της λειτουργίας εγκατάστασης σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του κέντρου των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη, ή σε σχέση με τη λειτουργία της εγκατάστασης αυτής·
ως «πιστωτής» νοείται ο πιστωτής που έχει συνήθη διαμονή, κατοικία ή καταστατική έδρα σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος έναρξης της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών αρχών και των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών·
ως «όμιλος εταιρειών» νοείται μητρική επιχείρηση με όλες τις θυγατρικές της επιχειρήσεις·
ως «μητρική επιχείρηση» νοείται επιχείρηση η οποία ελέγχει, άμεσα ή έμμεσα, μία ή περισσότερες θυγατρικές επιχειρήσεις. Επιχείρηση η οποία καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με την οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 3 ) θεωρείται ως μητρική επιχείρηση.
Άρθρο 3
Διεθνής δικαιοδοσία
Για τις εταιρείες και τα νομικά πρόσωπα τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ότι κέντρο των κύριων συμφερόντων είναι ο τόπος της καταστατικής έδρας. Το τεκμήριο αυτό ισχύει μόνο εφόσον η συνήθης διαμονή δεν έχει μεταφερθεί σε άλλο κράτος μέλος εντός του τριμήνου που προηγείται της αίτησης για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας.
Για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν ανεξάρτητη επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα, ως κέντρο των κύριων συμφερόντων τεκμαίρεται ο τόπος της κύριας επιχειρηματικής δραστηριότητας του προσώπου, μέχρις αποδείξεως του εναντίου. Το τεκμήριο αυτό ισχύει μόνο εφόσον ο τόπος της κύριας επιχειρηματικής δραστηριότητας του προσώπου δεν έχει μεταφερθεί σε άλλο κράτος μέλος εντός του τριμήνου που προηγείται της αίτησης για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας.
Για οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο που ασκεί ανεξάρτητη επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα, ως κέντρο των κύριων συμφερόντων τεκμαίρεται ο τόπος της συνήθους διαμονής του προσώπου μέχρις αποδείξεως του εναντίου. Το τεκμήριο αυτό ισχύει μόνο εφόσον η συνήθης διαμονή δεν έχει μεταφερθεί σε άλλο κράτος μέλος εντός του εξαμήνου που προηγείται της αίτησης για έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας.
Τοπική διαδικασία αφερεγγυότητας βάσει της παραγράφου 2 χωρεί πριν από την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1, μόνον:
όταν είναι αδύνατο να αρχίσει διαδικασία αφερεγγυότητας κατά την παράγραφο 1 ως εκ των προϋποθέσεων που θέτει η νομοθεσία του κράτους μέλους όπου βρίσκεται το κέντρο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη· ή
όταν η έναρξη τοπικής διαδικασίας αφερεγγυότητας ζητείται από:
πιστωτή η απαίτηση του οποίου γεννάται από ή σε σχέση με τη λειτουργία εγκατάστασης που βρίσκεται στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η έναρξη τοπικής διαδικασίας, ή
δημόσια αρχή η οποία, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η εγκατάσταση, έχει το δικαίωμα να ζητήσει την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας.
Μετά την έναρξη της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας, η τοπική διαδικασία καθίσταται δευτερεύουσα διαδικασία αφερεγγυότητας.
Άρθρο 4
Έλεγχος της δικαιοδοσίας
Άρθρο 5
Δικαστικός έλεγχος της απόφασης για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Άρθρο 6
Δικαιοδοσία επί αγωγών που απορρέουν άμεσα από τη διαδικασία αφερεγγυότητας και έχουν στενή σχέση με αυτήν
Το πρώτο εδάφιο ισχύει για τον οφειλέτη που έχει τη διαχείριση της περιουσίας του, εφόσον είναι ικανός βάσει του εθνικού δικαίου να ασκεί αγωγές υπέρ της πτωχευτικής περιουσίας.
Άρθρο 7
Εφαρμοστέο δίκαιο
Το δίκαιο του κράτους έναρξης ρυθμίζει τις προϋποθέσεις έναρξης, τη διεξαγωγή και την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας. Βάσει του δικαίου αυτού, ορίζονται συγκεκριμένα:
οι οφειλέτες που, ως εκ της ιδιότητάς τους, έχουν πτωχευτική ικανότητα·
η πτωχευτική και μεταπτωχευτική περιουσία·
οι εξουσίες του οφειλέτη και οι εξουσίες του διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας·
οι προϋποθέσεις συμψηφισμού·
τα αποτελέσματα της διαδικασίας αφερεγγυότητας επί των υφισταμένων συμβάσεων στις οποίες ο οφειλέτης είναι συμβαλλόμενο μέρος·
τα αποτελέσματα της διαδικασίας αφερεγγυότητας επί των ατομικών διώξεων εκ μέρους πιστωτών, εκτός εάν υφίσταται εκκρεμοδικία·
οι πτωχευτικές και οι μεταπτωχευτικές απαιτήσεις·
οι κανόνες αναγγελίας, εξέλεγξης και τελικής επαλήθευσης των πιστώσεων·
οι κανόνες διανομής του προϊόντος της ρευστοποιήσεως των περιουσιακών στοιχείων, η κατάταξη των απαιτήσεων και τα δικαιώματα των πιστωτών οι οποίοι ικανοποιήθηκαν εν μέρει μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας, βάσει εμπράγματου δικαιώματος ή διά συμψηφισμού·
οι προϋποθέσεις και τα αποτελέσματα της περατώσεως της διαδικασίας αφερεγγυότητας, ιδίως διά πτωχευτικού συμβιβασμού·
τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
ο καταλογισμός των εξόδων και δαπανών της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
οι κανόνες που άπτονται της ακυρότητας, ακυρωσίας ή του ανενεργού των επιβλαβών για όλους τους πιστωτές δικαιοπραξιών.
Άρθρο 8
Εμπράγματα δικαιώματα τρίτων
Εμπράγματα δικαιώματα κατά την έννοια της παραγράφου 1 είναι:
το δικαίωμα απευθείας ή μέσω τρίτου διάθεσης περιουσιακού στοιχείου και ικανοποίησης από το τίμημα ή τις προσόδους του, ιδίως δυνάμει ενέχυρου ή υποθήκης·
το αποκλειστικό δικαίωμα είσπραξης μιας απαιτήσεως, και δη το δικαίωμα το οποίο είναι ασφαλισμένο είτε με ενέχυρο, αντικείμενο του οποίου είναι η απαίτηση, είτε με εκχώρηση της απαιτήσεως αυτής·
το δικαίωμα διεκδίκησης του περιουσιακού στοιχείου εις χείρας οιουδήποτε κατέχοντος ή καρπούμενου αντίθετα προς την επιθυμία του δικαιούχου ή/και επιστροφής του στον διεκδικούντα·
το εμπράγματο δικαίωμα καρπώσεως περιουσιακού στοιχείου.
Άρθρο 9
Συμψηφισμός
Άρθρο 10
Επιφύλαξη κυριότητας
Άρθρο 11
Σύμβαση με αντικείμενο ακίνητο
Το δικαστήριο το οποίο κήρυξε την έναρξη της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας είναι αρμόδιο να εγκρίνει τη λύση ή τροποποίηση των συμβάσεων που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο όταν:
το δίκαιο του κράτους μέλους που είναι εφαρμοστέο στις εν λόγω συμβάσεις προβλέπει ότι η σύμβαση μπορεί να λυθεί ή να τροποποιηθεί μόνο με την έγκριση του δικαστηρίου που κήρυξε την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας· και
δεν έχει αρχίσει διαδικασία αφερεγγυότητας στο εν λόγω κράτος μέλος.
Άρθρο 12
Συστήματα πληρωμής και χρηματαγορές
Άρθρο 13
Σύμβαση εργασίας
Το πρώτο εδάφιο ισχύει και για αρχή που είναι αρμόδια δυνάμει του εθνικού δικαίου να εγκρίνει τη λύση ή την τροποποίηση των συμβάσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.
Άρθρο 14
Αποτελέσματα επί των δικαιωμάτων που υπόκεινται σε καταχώριση
Τα αποτελέσματα της διαδικασίας αφερεγγυότητας τα σχετικά με δικαιώματα του οφειλέτη επί ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους, τα οποία χρήζουν καταχωρίσεως σε δημόσιο βιβλίο, διέπονται από το δίκαιο του κράτους μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου.
Άρθρο 15
Ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ και κοινοτικά σήματα
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ, ένα κοινοτικό σήμα ή κάθε ανάλογο δικαίωμα προβλεπόμενο εκ του ενωσιακού δικαίου δύναται να περιληφθεί μόνο στη διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 1.
Άρθρο 16
Επιβλαβείς πράξεις
Το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο ιγ) δεν ισχύει εάν αυτός ο οποίος επωφελήθηκε δικαιοπραξίας επιβλαβούς για το σύνολο των πιστωτών προσκομίσει απόδειξη ότι:
η δικαιοπραξία αυτή διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους άλλου από το κράτος έναρξης· και
ότι το δίκαιο του κράτους μέλους αυτού δεν παρέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση κανένα μέσο προσβολής της δικαιοπραξίας αυτής.
Άρθρο 17
Προστασία του αποκτώντος τρίτου
Εάν ο οφειλέτης, με δικαιοπραξία συναφθείσα μετά την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας, διαθέσει εξ επαχθούς αιτίας:
ακίνητο· ή
πλοίο ή αεροσκάφος εγγραφόμενο υποχρεωτικά σε δημόσιο βιβλίο· ή
κινητές αξίες, των οποίων προϋπόθεση ύπαρξης είναι η εγγραφή σε δημόσιο βιβλίο προβλεπόμενο εκ του νόμου·
το κύρος της δικαιοπραξίας διέπεται από το δίκαιο του κράτους στο οποίο βρίσκεται το ακίνητο ή το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου.
Άρθρο 18
Αποτελέσματα της διαδικασίας αφερεγγυότητας επί εκκρεμών δικών ή διαιτητικών διαδικασιών
Τα αποτελέσματα της διαδικασίας αφερεγγυότητας επί εκκρεμούς δίκης ή εκκρεμούς διαιτητικής διαδικασίας που αφορά περιουσιακό στοιχείο ή δικαίωμα το οποίο αποτελεί τμήμα της περιουσίας του οφειλέτη, διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο εκκρεμεί η δίκη ή εδρεύει το διαιτητικό δικαστήριο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 19
Βασική αρχή
Ο κανόνας του πρώτου εδαφίου ισχύει επίσης και όταν, ως εκ της ιδιότητας του οφειλέτη, είναι αδύνατη στα υπόλοιπα κράτη μέλη η κατ' αυτού έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας.
Άρθρο 20
Αποτελέσματα της αναγνώρισης
Άρθρο 21
Εξουσίες του διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας
Άρθρο 22
Απόδειξη του διορισμού του διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας
Ο διορισμός του διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας αποδεικνύεται με την προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου της πρωτότυπης απόφασης διορισμού ή με οποιαδήποτε άλλη βεβαίωση του αρμόδιου δικαστηρίου.
Μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εντός του οποίου ο διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας προτίθεται να ενεργήσει δύναται να ζητηθεί. Άλλη επικύρωση ή ανάλογη διατύπωση δεν απαιτείται.
Άρθρο 23
Απόδοση και καταλογισμός
Άρθρο 24
Κατάρτιση μητρώων αφερεγγυότητας
Οι πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δημοσιοποιούνται υπό τους όρους του άρθρου 27, και περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία («υποχρεωτικές πληροφορίες»):
την ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
το δικαστήριο το οποίο κήρυξε την έναρξη της διαδικασίας και τον αριθμό της υπόθεσης, αν υπάρχει·
το είδος της προβλεπόμενης στο παράρτημα Α διαδικασίας αφερεγγυότητας που έχει αρχίσει και, κατά περίπτωση, τυχόν σχετική υποκατηγορία της διαδικασίας που έχει αρχίσει σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο·
αν η δικαιοδοσία για την έναρξη της διαδικασίας θεμελιώνεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, στο άρθρο 3 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 3 παράγραφος 4·
αν ο οφειλέτης είναι εταιρεία ή νομικό πρόσωπο, την επωνυμία του οφειλέτη, τον αριθμό μητρώου, την καταστατική έδρα ή, εφόσον διαφέρει, την ταχυδρομική διεύθυνση·
αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, είτε ασκεί ανεξάρτητη επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα είτε όχι, το όνομα του οφειλέτη, τον αριθμό μητρώου, εφόσον υπάρχει, και την ταχυδρομική του διεύθυνση ή, εφόσον η διεύθυνση προστατεύεται, τον τόπο και την ημερομηνία γέννησης του οφειλέτη·
το επώνυμο, την ταχυδρομική ή την ηλεκτρονική διεύθυνση του διορισθέντος διαχειριστή της διαδικασίας αφερεγγυότητας, εφόσον υπάρχει·
την προθεσμία για την αναγγελία απαιτήσεων, εφόσον υπάρχει, ή αναφορά στα κριτήρια υπολογισμού της·
την ημερομηνία περάτωσης της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας, εφόσον υπάρχει·
το δικαστήριο ενώπιον του οποίου πρέπει να κατατίθεται προσφυγή κατά της απόφασης για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 5 και, κατά περίπτωση, τη σχετική προθεσμία ή τα κριτήρια υπολογισμού της.
Σε περίπτωση που κράτος μέλος κάνει χρήση της δυνατότητας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι διαδικασίες αφερεγγυότητας δεν θίγουν τις αξιώσεις των αλλοδαπών πιστωτών που δεν έχουν λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 25
Διασύνδεση των μητρώων αφερεγγυότητας
Με εκτελεστικές πράξεις που εκδίδει σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 87, η Επιτροπή θεσπίζει, έως τις 26 Ιουνίου 2019:
την τεχνική προδιαγραφή που ορίζει τις μεθόδους επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα βάσει της καθορισθείσας προδιαγραφής διεπαφής για το σύστημα διασύνδεσης των μητρώων αφερεγγυότητας·
τα τεχνικά μέτρα που εξασφαλίζουν τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ασφάλειας τεχνολογίας πληροφοριών για τη διάθεση και διαβίβαση πληροφοριών στο πλαίσιο του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων αφερεγγυότητας·
ελάχιστα κριτήρια για την υπηρεσία αναζήτησης που παρέχει η διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, βάσει των πληροφοριών του άρθρου 24·
ελάχιστα κριτήρια για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων των σχετικών αναζητήσεων, βάσει των πληροφοριών του άρθρου 24·
τα μέσα και τις τεχνικές προϋποθέσεις πρόσβασης στις υπηρεσίες που παρέχει το σύστημα διασύνδεσης· και
γλωσσάριο με βασικές εξηγήσεις σχετικά με τις εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας του παραρτήματος A.
Άρθρο 26
Κόστος της δημιουργίας και της διασύνδεσης των μητρώων αφερεγγυότητας
Άρθρο 27
Όροι πρόσβασης σε πληροφορίες μέσω του συστήματος διασύνδεσης
Ο αιτών δεν υποχρεούται να παράσχει μεταφράσεις των εγγράφων που τεκμηριώνουν την αίτησή του ούτε επιβαρύνεται με τις δαπάνες μετάφρασης στις οποίες ενδεχομένως υποβάλλεται η αρμόδια αρχή.
Άρθρο 28
Δημοσιότητα σε άλλο κράτος μέλος
Άρθρο 29
Εγγραφή σε δημόσια μητρώα άλλου κράτους μέλους
Άρθρο 30
Έξοδα
Τα έξοδα των βάσει των άρθρων 28 και 29 δημοσιεύσεων και καταχωρίσεων θεωρούνται έξοδα και δαπάνες της διαδικασίας.
Άρθρο 31
Παροχή υπέρ του οφειλέτη
Άρθρο 32
Αναγνώριση και εκτελεστότητα άλλων αποφάσεων
Το πρώτο εδάφιο ισχύει επίσης για τις αποφάσεις που αποτελούν άμεση απόρροια της διαδικασίας αφερεγγυότητας και έχουν στενό σύνδεσμο με αυτήν, ακόμη και αν εκδοθούν από άλλο δικαστήριο.
Το πρώτο εδάφιο ισχύει επίσης για τις αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων που λαμβάνονται μετά από την αίτηση έναρξης μιας διαδικασίας αφερεγγυότητας ή σε σχέση με αυτήν.
Άρθρο 33
Δημόσια τάξη
Οιοδήποτε κράτος μέλος δικαιούται να αρνηθεί την αναγνώριση διαδικασίας αφερεγγυότητας που άρχισε σε άλλο κράτος μέλος ή την εκτέλεση απόφασης ληφθείσας στο πλαίσιο τέτοιας διαδικασίας, εάν η αναγνώριση ή η εκτέλεση πρόκειται να παράγει αποτελέσματα προδήλως αντίθετα προς τη δημόσια τάξη αυτού και δη τις θεμελιώδεις αρχές του ή τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ατόμου που κατοχυρώνονται συνταγματικώς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 34
Έναρξη διαδικασίας
Η έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας με απόφαση δικαστηρίου κράτους μέλους αναγνωριζόμενη σε άλλο κράτος μέλος καθιστά δυνατή την έναρξη, στο άλλο αυτό κράτος μέλος τα δικαστήρια του οποίου είναι αρμόδια βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 2, δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου. Όταν η κύρια διαδικασία αφερεγγυότητας απαιτούσε να είναι αφερέγγυος ο οφειλέτης, η αφερεγγυότητα του οφειλέτη δεν επανεξετάζεται στο κράτος μέλος όπου μπορεί να αρχίσει δευτερεύουσα διαδικασία αφερεγγυότητας. Η δευτερεύουσα διαδικασία παράγει αποτελέσματα μόνο ως προς τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη που βρίσκονται στο κράτος μέλος της δευτερεύουσας διαδικασίας.
Άρθρο 35
Εφαρμοστέο δίκαιο
Τη δευτερεύουσα διαδικασία αφερεγγυότητας διέπει το δίκαιο του κράτους μέλους όπου άρχισε η δευτερεύουσα διαδικασία, εκτός αν άλλως ορίζει ο παρών κανονισμός.
Άρθρο 36
Δικαίωμα ανάληψης δέσμευσης με σκοπό την αποφυγή της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Άρθρο 37
Δικαίωμα υποβολής αιτήματος έναρξης δευτερευουσών διαδικασιών αφερεγγυότητας
Την έναρξη δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας δικαιούται να ζητήσει:
ο διαχειριστής της κύριας διαδικασίας·
οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή αρχή που νομιμοποιείται να ζητήσει την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας βάσει του δικαίου του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η έναρξη της δευτερεύουσας διαδικασίας.
Άρθρο 38
Απόφαση περί έναρξης δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 δικαστήριο μπορεί να διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα για την προστασία των συμφερόντων των τοπικών πιστωτών απαιτώντας από τον διαχειριστή της διαδικασίας αφερεγγυότητας ή τον οφειλέτη ο οποίος έχει τη διαχείριση της περιουσίας του να μην απομακρύνει ή διαθέσει οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στο κράτος μέλος όπου έχει εγκατάσταση, εκτός εάν αυτό συμβαίνει κατά τη συνήθη ροή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Το δικαστήριο δύναται επίσης να διατάξει άλλα μέτρα για την προστασία των συμφερόντων των τοπικών πιστωτών κατά τη διάρκεια της αναστολής εκτός αν αυτό είναι ασυμβίβαστο με τους εθνικούς κανόνες πολιτικής δικονομίας.
Η αναστολή της έναρξης της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας ανακαλείται από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε πιστωτή εάν κατά τη διάρκεια της αναστολής επιτευχθεί συμφωνία στις διαπραγματεύσεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.
Η αναστολή μπορεί να ανακληθεί από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε πιστωτή εάν η συνέχιση της αναστολής είναι επιζήμια για τα δικαιώματα του πιστωτή, ιδίως εάν οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν ή έχει καταστεί προφανές ότι είναι απίθανο να ολοκληρωθούν ή εάν ο διαχειριστής της διαδικασίας ή ο οφειλέτης ο οποίος έχει τη διαχείριση της περιουσίας του παρέβη την απαγόρευση να διαθέσει περιουσιακά του στοιχεία ή να τα απομακρύνει από το έδαφος του κράτους μέλους όπου διαθέτει εγκατάσταση.
Άρθρο 39
Δικαστικός έλεγχος της απόφασης για την έναρξη δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Ο διαχειριστής της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας μπορεί να αμφισβητήσει την απόφαση περί έναρξης δευτερεύουσας διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους μέλους στο οποίο έχει αρχίσει η δευτερεύουσα διαδικασία, με την αιτιολογία ότι το δικαστήριο δεν πληροί τους όρους και τις απαιτήσεις του άρθρου 38.
Άρθρο 40
Προκαταβολή εξόδων και δαπανών
Όταν το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η έναρξη δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας απαιτεί να έχει ο οφειλέτης ενεργητικό επαρκές για την ολική ή μερική κάλυψη των εξόδων και δαπανών της διαδικασίας, το επιληφθέν της αιτήσεως δικαστήριο δικαιούται να επιβάλει στον αιτούντα προκαταβολή εξόδων ή την παροχή ανάλογης εγγυοδοσίας.
Άρθρο 41
Συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ των διαχειριστών των διαδικασιών αφερεγγυότητας
Στο πλαίσιο της συνεργασίας τους σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι διαχειριστές διαδικασίας αφερεγγυότητας:
κοινοποιούν αμοιβαία το συντομότερο δυνατό κάθε πληροφορία η οποία είναι δυνατόν να αποβεί χρήσιμη στην άλλη διαδικασία, και ιδίως την πορεία της αναγγελίας και της εξέλεγξης των απαιτήσεων και όλα τα μέτρα που αποσκοπούν στη διάσωση ή στην αναδιάρθρωση του οφειλέτη ή στην περάτωση της διαδικασίας, εφόσον ληφθούν πρόσφορα μέτρα για την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών·
διερευνούν τη δυνατότητα αναδιάρθρωσης του οφειλέτη και, εφόσον υφίσταται ανάλογη δυνατότητα, συντονίζουν την εκπόνηση και την εφαρμογή σχεδίου αναδιάρθρωσης·
συντονίζουν τη διαχείριση της ρευστοποίησης ή χρήσης των περιουσιακών στοιχείων και των υποθέσεων του οφειλέτη· ο διαχειριστής της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας παρέχει εγκαίρως στον διαχειριστή της κύριας διαδικασίας τη δυνατότητα να υποβάλει προτάσεις σχετικά με τη ρευστοποίηση ή τη χρήση των περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της δευτερεύουσας διαδικασίας.
Άρθρο 42
Συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ δικαστηρίων
Η συνεργασία της παραγράφου 1 πραγματοποιείται με κάθε μέσο που κρίνεται κατάλληλο από το δικαστήριο. Μπορεί ιδίως να αφορά:
τον συντονισμό κατά το διορισμό των διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας·
την κοινοποίηση πληροφοριών με κάθε μέσο που κρίνεται κατάλληλο από το δικαστήριο·
τον συντονισμό κατά τη διαχείριση και την εποπτεία των περιουσιακών στοιχείων και των υποθέσεων του οφειλέτη·
τον συντονισμό της διεξαγωγής επ' ακροατηρίου συζητήσεων·
τον συντονισμό κατά την έγκριση πρωτοκόλλων, εφόσον απαιτείται.
Άρθρο 43
Συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας και δικαστηρίων
Προκειμένου να διευκολυνθεί ο συντονισμός της κύριας, της τοπικής και της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας που αφορούν τον ίδιο οφειλέτη:
ο διαχειριστής της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας συνεργάζεται και επικοινωνεί με κάθε δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αίτηση έναρξης δευτερεύουσας διαδικασίας ή ενώπιον του οποίου έχει αρχίσει τέτοια διαδικασία·
ο διαχειριστής της τοπικής ή δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας συνεργάζεται και επικοινωνεί με το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αίτηση έναρξης κύριας διαδικασίας ή ενώπιον του οποίου έχει αρχίσει τέτοια διαδικασία· και
ο διαχειριστής της τοπικής ή δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας συνεργάζεται και επικοινωνεί με το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αίτηση έναρξης άλλης τοπικής ή δευτερεύουσας διαδικασίας ή ενώπιον του οποίου έχει αρχίσει τέτοια διαδικασία·
στο βαθμό που αυτή η συνεργασία και η επικοινωνία δεν είναι ασυμβίβαστες με τους κανόνες που ισχύουν για κάθε μία από τις διαδικασίες και δεν συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων.
Άρθρο 44
Έξοδα συνεργασίας και επικοινωνίας
Οι απαιτήσεις των άρθρων 42 και 43 δεν οδηγούν σε αμοιβαίο καταλογισμό δαπανών μεταξύ των δικαστηρίων για τη συνεργασία και την επικοινωνία
Άρθρο 45
Άσκηση των δικαιωμάτων των πιστωτών
Άρθρο 46
Αναστολή της ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων
Το δικαστήριο της παραγράφου 1 παύει την αναστολή της ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων:
αιτήσει του διαχειριστή της κύριας διαδικασίας·
αυτεπαγγέλτως, εάν το ζητήσει πιστωτής ή ο διαχειριστής της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας, εφόσον την αναστολή δεν δικαιολογεί πλέον ιδίως το συμφέρον των πιστωτών της κύριας ή της δευτερεύουσας διαδικασίας.
Άρθρο 47
Αρμοδιότητα του διαχειριστή της διαδικασίας αφερεγγυότητας να προτείνει σχέδια αναδιάρθρωσης
Άρθρο 48
Συνέπειες της περάτωσης διαδικασίας αφερεγγυότητας
Άρθρο 49
Υπόλοιπο ενεργητικού της δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Εάν, με τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της δευτερεύουσας διαδικασίας, ικανοποιηθούν όλες οι απαιτήσεις που έγιναν δεκτές κατ' αυτήν, ο διαχειριστής της εν λόγω διαδικασίας μεταβιβάζει αμέσως το υπόλοιπο του ενεργητικού στον διαχειριστή της κύριας διαδικασίας.
Άρθρο 50
Μεταγενέστερη έναρξη της κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Όταν αρχίζει διαδικασία αφερεγγυότητας του άρθρου 3 παράγραφος 1, ενώ έχει ήδη αρχίσει, σε άλλο κράτος μέλος, διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 2, η προγενέστερη διαδικασία διέπεται από τα άρθρα 41, 45, 46 και 47 και το άρθρο 49, εφόσον η εξέλιξή της επιτρέπει την εφαρμογή αυτών των άρθρων.
Άρθρο 51
Μετατροπή δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας
Άρθρο 52
Ασφαλιστικά μέτρα
Ο προσωρινός σύνδικος ο διοριζόμενος από δικαστήριο κράτους μέλους αρμόδιο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 1, με σκοπό τη συντήρηση της περιουσίας του οφειλέτη, νομιμοποιείται να ζητήσει, για το διάστημα από την κατάθεση της αιτήσεως ενάρξεως διαδικασίας αφερεγγυότητας μέχρι την έκδοση της σχετικής απόφασης, τη λήψη οιουδήποτε μέτρου συντήρησης και προστασίας της περιουσίας του οφειλέτη που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, κατά το δίκαιο του κράτους μέλους αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΤΟΥΣ
Άρθρο 53
Δικαίωμα αναγγελίας των απαιτήσεων
Κάθε αλλοδαπός πιστωτής δύναται να αναγγέλλει τις απαιτήσεις του στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας με οποιοδήποτε μέσο επικοινωνίας, που γίνεται δεκτό από το κράτος έναρξης της διαδικασίας. Η εκπροσώπηση από δικηγόρο ή εκπρόσωπο άλλου νομικού επαγγέλματος δεν είναι υποχρεωτική όταν αφορά μόνο την αναγγελία των απαιτήσεων.
Άρθρο 54
Υποχρέωση ενημέρωσης των πιστωτών
Άρθρο 55
Διαδικασία αναγγελίας των απαιτήσεων
Το τυποποιημένο έντυπο αναγγελίας απαιτήσεων της παραγράφου 1 περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:
το όνομα, την ταχυδρομική διεύθυνση, την ηλεκτρονική διεύθυνση, αν υπάρχει, τον προσωπικό αριθμό αναγνώρισης, αν υπάρχει, και τα τραπεζικά στοιχεία του αλλοδαπού πιστωτή που αναφέρεται στην παράγραφο 1·
το ποσό της απαίτησης, με προσδιορισμό του κεφαλαίου και, κατά περίπτωση, των τόκων, και την ημερομηνία γένεσης της απαίτησης, καθώς και την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη απαιτητή, εφόσον είναι διαφορετική·
αν ζητείται τόκος, το επιτόκιο, το κατά πόσον ο τόκος οφείλεται εκ του νόμου ή έχει συμβατική φύση, το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητείται τόκος και το κεφαλαιοποιημένο ποσό των τόκων·
εάν υπάρχει απαίτηση για δαπάνες που προέκυψαν από την προβολή της αξίωσης πριν από την έναρξη της διαδικασίας, το ύψος και τις λεπτομέρειες αυτών των δαπανών·
το είδος της απαίτησης·
κατά πόσον η απαίτηση έχει προνομιούχο χαρακτήρα και τους σχετικούς λόγους·
κατά πόσον υφίσταται εμπράγματη ασφάλεια ή επιφύλαξη κυριότητας σε σχέση με την απαίτηση και, αν ναι, τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία συνιστούν αντικείμενο της ασφάλειας της οποίας γίνεται επίκληση, την ημερομηνία κατά την οποία συστάθηκε η ασφάλεια και, σε περίπτωση που έχει καταχωρισθεί, τον αριθμό καταχώρισης· και
κατά πόσον ζητείται συμψηφισμός και αν ναι, το ποσό των αμοιβαίων απαιτήσεων που υφίστανται την ημέρα έναρξης των διαδικασιών αφερεγγυότητας, την ημερομηνία της γένεσης τους και το ποσό που απαιτείται χωρίς συμψηφισμό.
Το τυποποιημένο έντυπο αναγγελίας απαιτήσεων συνοδεύεται, ενδεχομένως, από αντίγραφα των αποδεικτικών εγγράφων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΜΕΛΩΝ ΟΜΙΛΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ 1
Συνεργασία και επικοινωνία
Άρθρο 56
Συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ των διαχειριστών των διαδικασιών αφερεγγυότητας
Στο πλαίσιο της συνεργασίας τους σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι διαχειριστές διαδικασίας αφερεγγυότητας:
ανταλλάσσουν το συντομότερο δυνατόν κάθε πληροφορία που μπορεί να είναι χρήσιμη για τις υπόλοιπες διαδικασίες, υπό την προϋπόθεση της λήψης πρόσφορων μέτρων για την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών·
εξετάζουν κατά πόσον υπάρχουν δυνατότητες συνεργασίας για τη διαχείριση και την εποπτεία των υποθέσεων των μελών του ομίλου που υπόκεινται σε διαδικασία αφερεγγυότητας και, εφόσον υπάρχουν, συντονίζουν την εν λόγω διαχείριση και εποπτεία·
εξετάζουν κατά πόσον υπάρχουν δυνατότητες αναδιάρθρωσης μελών του ομίλου που υπόκεινται σε διαδικασίες αφερεγγυότητας και, εφόσον υπάρχουν, συντονίζουν τις προσπάθειές τους για την υποβολή και τη διαπραγμάτευση συντονισμένου σχεδίου αναδιάρθρωσης.
Για τους σκοπούς των στοιχείων β) και γ), το σύνολο ή ορισμένοι εκ των διαχειριστών της διαδικασίας αφερεγγυότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να συμφωνούν την ανάθεση πρόσθετων αρμοδιοτήτων στον διαχειριστή που έχει οριστεί σε μία από τις διαδικασίες, όταν η σύναψη τέτοιας συμφωνίας επιτρέπεται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για κάθε μία από τις διαδικασίες. Μπορούν επίσης να συμφωνούν ως προς την κατανομή ορισμένων καθηκόντων μεταξύ τους, όταν η κατανομή αυτή επιτρέπεται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για κάθε μία από τις διαδικασίες.
Άρθρο 57
Συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ δικαστηρίων
Η συνεργασία της παραγράφου 1 μπορεί να πραγματοποιείται με κάθε μέσο που κρίνεται κατάλληλο από το δικαστήριο. Μπορεί ιδίως να αφορά:
συντονισμό κατά το διορισμό των διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας·
κοινοποίηση πληροφοριών με κάθε μέσο που κρίνεται κατάλληλο από το δικαστήριο·
συντονισμό της διαχείρισης και της εποπτείας των περιουσιακών στοιχείων και των υποθέσεων των μελών του ομίλου·
συντονισμό της διεξαγωγής επ' ακροατηρίου συζητήσεων·
συντονισμό κατά την έγκριση πρωτοκόλλων, εφόσον απαιτείται.
Άρθρο 58
Συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας και δικαστηρίων
Ο διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας η οποία αφορά μέλος ομίλου εταιρειών:
συνεργάζεται και επικοινωνεί με κάθε δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αίτηση έναρξης διαδικασίας σχετικά με άλλο μέλος του ίδιου ομίλου εταιρειών ή ενώπιον του οποίου έχει αρχίσει τέτοια διαδικασία, και
μπορεί να ζητεί πληροφορίες από το εν λόγω δικαστήριο για τη διαδικασία σχετικά με το άλλο μέλος του ομίλου ή συνδρομή για τη διαδικασία για την οποία έχει διοριστεί,
στο βαθμό που η εν λόγω συνεργασία και επικοινωνία είναι κατάλληλες για να διευκολύνουν την αποτελεσματική διεξαγωγή των διαδικασιών, δεν προκαλούν σύγκρουση συμφερόντων και δεν είναι ασύμβατες με τους κανόνες που ισχύουν για τις εν λόγω διαδικασίες.
Άρθρο 59
Έξοδα συνεργασίας και επικοινωνίας σε διαδικασία που αφορά μέλη ομίλου εταιρειών
Τα έξοδα συνεργασίας και επικοινωνίας βάσει των άρθρων 56 έως 60 στα οποία υποβάλλεται διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας ή δικαστήριο λογίζονται ως έξοδα και δαπάνες της οικείας διαδικασίας.
Άρθρο 60
Αρμοδιότητες του διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας σε διαδικασία που αφορά μέλη ομίλου εταιρειών
Ο διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας που έχει οριστεί σε διαδικασία αφερεγγυότητας σχετική με μέλος ομίλου εταιρειών μπορεί, στον βαθμό που αυτό μπορεί να διευκολύνει την αποτελεσματική διαχείριση της διαδικασίας, να προβεί στις εξής ενέργειες:
να εκφέρει γνώμη σε κάθε διαδικασία που έχει αρχίσει για άλλο μέλος του ίδιου ομίλου·
να ζητήσει αναστολή κάθε μέτρου που αφορά τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων στη διαδικασία που έχει αρχίσει για άλλο μέλος του ίδιου ομίλου, υπό την προϋπόθεση ότι:
έχει προταθεί σχέδιο αναδιάρθρωσης για όλα ή ορισμένα από τα μέλη του ομίλου για τα οποία έχει αρχίσει διαδικασία αφερεγγυότητας βάσει του άρθρου 56 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και παρουσιάζει εύλογες πιθανότητες επιτυχίας,
η αναστολή αυτή είναι αναγκαία για την ορθή υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης,
το σχέδιο αναδιάρθρωσης είναι προς όφελος των πιστωτών στη διαδικασία για την οποία ζητείται η αναστολή, και
ούτε η διαδικασία αφερεγγυότητας για την οποία έχει οριστεί ο διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ούτε η διαδικασία για την οποία υποβάλλεται το αίτημα αναστολής υπόκεινται σε συντονισμό κατά το τμήμα 2 του παρόντος κεφαλαίου·
να αιτηθεί την έναρξη διαδικασίας συντονισμού σε επίπεδο ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 61.
Πριν διατάξει την αναστολή, το δικαστήριο θα πρέπει να ακούσει τις παρατηρήσεις του διαχειριστή της διαδικασίας αφερεγγυότητας που έχει οριστεί στη διαδικασία για την οποία ζητείται η αναστολή. Η αναστολή αυτή μπορεί να διαταχθεί για οιοδήποτε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, το οποίο κρίνεται κατάλληλο από το δικαστήριο και είναι συμβατό με τους κανόνες που διέπουν τη διαδικασία.
Το δικαστήριο που διατάσσει την αναστολή μπορεί να ζητήσει από τον διαχειριστή της διαδικασίας αφερεγγυότητας της παραγράφου 1 να λάβει κάθε κατάλληλο μέτρο που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, προκειμένου να εξασφαλίσει τα συμφέροντα των πιστωτών που συμμετέχουν στη διαδικασία.
Το δικαστήριο μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια της αναστολής για όσο περαιτέρω χρονικό διάστημα ή διαστήματα κρίνει απαραίτητα και τα οποία είναι συμβατά με τους εφαρμοστέους κανόνες στη διαδικασία, υπό την προϋπόθεση ότι οι όροι που προβλέπονται στα σημεία (ii) έως (iv) της παραγράφου 1 στοιχείο β) εξακολουθούν να πληρούνται, και η συνολική διάρκεια της αναστολής (το αρχικό χρονικό διάστημα μαζί με τυχόν παράταση) δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
ΤΜΗΜΑ 2
Συντονισμός
Άρθρο 61
Αίτηση έναρξης διαδικασίας συντονισμού σε επίπεδο ομίλου
Η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 αίτηση συνοδεύεται από:
πρόταση σχετικά με το πρόσωπο που πρόκειται να οριστεί ως συντονιστής του ομίλου («συντονιστής»), στοιχεία σχετικά με την επιλεξιμότητά του σύμφωνα με το άρθρο 71, στοιχεία σχετικά με τα επαγγελματικά του προσόντα καθώς και τη γραπτή συμφωνία του να ενεργήσει ως συντονιστής·
περιγραφή του προτεινόμενου συντονισμού σε επίπεδο ομίλου και ειδικότερα των λόγων για τους οποίους πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρο 63 παράγραφος 1·
κατάλογο των διαχειριστών της διαδικασίας αφερεγγυότητας που έχουν οριστεί σε σχέση με τα μέλη του ομίλου και, κατά περίπτωση, των δικαστηρίων και των αρμόδιων αρχών που συμμετέχουν στη διαδικασία αφερεγγυότητας των μελών του ομίλου·
περίγραμμα των προβλεπόμενων εξόδων για τον προτεινόμενο συντονισμό σε επίπεδο ομίλου και εκτίμηση του μεριδίου των εν λόγω εξόδων που πρέπει να καταβάλει κάθε μέλος του ομίλου.
Άρθρο 62
Κανόνας προτεραιότητας
Με την επιφύλαξη του άρθρου 66, όταν ζητείται ενώπιον δικαστηρίων διαφόρων κρατών μελών η έναρξη διαδικασίας συντονισμού σε επίπεδο ομίλου, κάθε δικαστήριο εκτός του πρώτου επιληφθέντος οφείλει να διαπιστώσει την έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας του υπέρ του πρώτου δικαστηρίου.
Άρθρο 63
Κοινοποίηση από το επιληφθέν δικαστήριο
Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί αίτηση έναρξης διαδικασίας συντονισμού σε επίπεδο ομίλου κοινοποιεί το συντομότερο δυνατό την ανωτέρω αίτηση και τον προτεινόμενο συντονιστή στους διαχειριστές για τη διαδικασία αφερεγγυότητας που έχουν οριστεί σε σχέση με τα μέλη του ομίλου, όπως προβλέπονται στην αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3) στοιχείο γ), εφόσον κρίνει ότι:
η έναρξη της εν λόγω διαδικασίας μπορεί να διευκολύνει την αποτελεσματική διαχείριση των διαδικασιών αφερεγγυότητας που αφορούν τα διάφορα μέλη του ομίλου·
κανένας πιστωτής οιουδήποτε μέλους του ομίλου, το οποίο αναμένεται να συμμετάσχει στη διαδικασία, δεν κινδυνεύει να περιέλθει σε μειονεκτική οικονομική θέση λόγω της υπαγωγής αυτού του μέλους στη διαδικασία συντονισμού· και
ο προτεινόμενος συντονιστής πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 71.
Άρθρο 64
Αντιρρήσεις από τους διαχειριστές της διαδικασίας αφερεγγυότητας
Ο διαχειριστής της διαδικασίας αφερεγγυότητας που ορίζεται για οιοδήποτε μέλος του ομίλου μπορεί να φέρει αντίρρηση όσον αφορά:
τη συμπερίληψη της διαδικασίας αφερεγγυότητας για την οποία έχει οριστεί σε διαδικασία συντονισμού ομίλου· ή
το πρόσωπο που προτείνεται ως συντονιστής.
Η αντίρρηση μπορεί να υποβληθεί μέσω του τυποποιημένου εντύπου που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 88.
Άρθρο 65
Συνέπειες της προβολής αντίρρησης ως προς τη συμπερίληψη διαδικασίας σε συντονισμό ομίλου
Άρθρο 66
Επιλογή δικαστηρίου για τη διαδικασία συντονισμού ομίλου
Άρθρο 67
Συνέπειες της προβολής αντίρρησης κατά του προτεινόμενου συντονιστή
Σε περίπτωση αντίρρησης κατά του προτεινόμενου συντονιστή από διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας ο οποίος δεν έχει εκφράσει επίσης αντίρρηση σχετικά με την υπαγωγή του μέλους για το οποίο έχει οριστεί στη διαδικασία συντονισμού ομίλου, το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να μην ορίσει το εν λόγω πρόσωπο και να καλέσει τον διαχειριστή διαδικασίας που πρόβαλε τη σχετική αντίρρηση να υποβάλει νέα αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3.
Άρθρο 68
Απόφαση έναρξης διαδικασίας συντονισμού ομίλου
Μετά την παρέλευση της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 64 παράγραφος 2, το δικαστήριο μπορεί να κηρύξει την έναρξη διαδικασίας συντονισμού ομίλου, όταν κρίνει ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 63 παράγραφος 1. Σε αυτή την περίπτωση, το δικαστήριο:
ορίζει συντονιστή·
αποφασίζει επί του γενικού σχεδίου του συντονισμού· και
αποφασίζει επί της εκτίμησης των εξόδων και επί του μεριδίου που καταβάλλεται από τα μέλη του ομίλου.
Άρθρο 69
Μεταγενέστερη προαιρετική συμμετοχή των διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας
Σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, οιοσδήποτε διαχειριστής διαδικασίας αφερεγγυότητας μπορεί να αιτηθεί, κατόπιν της δικαστικής απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 68, τη συμπερίληψη της διαδικασίας για την οποία έχει οριστεί, όταν:
έχει προβληθεί αντίρρηση κατά της συμπερίληψης της διαδικασίας αφερεγγυότητας στη διαδικασία συντονισμού ομίλου· ή
η διαδικασία αφερεγγυότητας για μέλος του ομίλου άρχισε μετά την απόφαση του δικαστηρίου για την έναρξη διαδικασίας συντονισμού ομίλου.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, ο συντονιστής μπορεί να αποδεχθεί το αίτημα αφού διαβουλευθεί με τους συμμετέχοντες διαχειριστές διαδικασίας αφερεγγυότητας, όταν:
διαπιστώσει ότι, λαμβανομένης υπόψη της φάσης στην οποία βρίσκεται η διαδικασία συντονισμού ομίλου τη χρονική στιγμή του αιτήματος, πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 63 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)· ή
όλοι οι συμμετέχοντες διαχειριστές διαδικασίας αφερεγγυότητας συμφωνούν υπό τους όρους που προβλέπονται στο εθνικό τους δίκαιο.
Άρθρο 70
Συστάσεις και σχέδιο συντονισμού σε επίπεδο ομίλου
Αν δεν ακολουθεί τις συστάσεις του συντονιστή ή το σχέδιο συντονισμού ομίλου, εκθέτει τους λόγους στα πρόσωπα ή τους φορείς στους οποίους υποβάλλει έκθεση δυνάμει του εθνικού του δικαίου, και στον συντονιστή.
Άρθρο 71
Συντονιστής
Άρθρο 72
Καθήκοντα και δικαιώματα του συντονιστή
Ο συντονιστής:
προσδιορίζει και περιγράφει συστάσεις για τη συντονισμένη διεξαγωγή της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
υποβάλλει σχέδιο συντονισμού ομίλου, το οποίο προσδιορίζει, περιγράφει και προτείνει πλήρη δέσμη μέτρων για την ολοκληρωμένη προσέγγιση της εξυγίανσης των μελών του ομίλου. Συγκεκριμένα, το σχέδιο μπορεί να περιέχει προτάσεις για:
μέτρα αποκατάστασης των οικονομικών επιδόσεων και της χρηματοοικονομικής ευρωστίας του ομίλου ή οιουδήποτε τμήματός του,
τη διευθέτηση διαφορών που ανακύπτουν εντός του ομίλου, όσον αφορά συναλλαγές εντός του ομίλου και ανακλητικές αξιώσεις,
συμφωνίες μεταξύ των διαχειριστών της διαδικασίας αφερεγγυότητας των αφερέγγυων μελών του ομίλου.
Ο συντονιστής μπορεί επίσης:
να εκφέρει γνώμη και να συμμετέχει, ιδίως λαμβάνοντας μέρος στις συνελεύσεις των πιστωτών, σε κάθε διαδικασία που αφορά οποιοδήποτε μέλος του ομίλου·
να μεσολαβεί σε διαφορές μεταξύ δύο ή περισσότερων διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας που έχουν οριστεί για μέλη του ομίλου·
να παρουσιάζει και να επεξηγεί το σχέδιο συντονισμού ομίλου στα πρόσωπα ή τους φορείς στα οποία υποβάλλει έκθεση βάσει της εθνική του νομοθεσίας·
να ζητεί πληροφορίες από οιονδήποτε διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας όσον αφορά οιοδήποτε μέλος του ομίλου, οι οποίες είναι ή ενδέχεται να είναι χρήσιμες κατά τον καθορισμό και την περιγραφή στρατηγικών και μέτρων για τον συντονισμό των διαδικασιών· και
να ζητεί αναστολή για διάστημα έως έξι μηνών της διαδικασίας που έχει αρχίσει για οιοδήποτε μέλος του ομίλου, υπό τον όρο ότι η αναστολή αυτή είναι αναγκαία για την ορθή υλοποίηση του σχεδίου και προς όφελος των πιστωτών στη διαδικασία για την οποία ζητείται η αναστολή, ή να ζητεί την άρση κάθε υφιστάμενης αναστολής. Το σχετικό αίτημα υποβάλλεται στο δικαστήριο που κήρυξε την έναρξη της διαδικασίας για την οποία ζητείται η αναστολή.
Όταν ο συντονιστής κρίνει ότι η εκπλήρωση των καθηκόντων του επιβάλλει σημαντική αύξηση των εξόδων σε σύγκριση με την εκτίμηση εξόδων που αναφέρεται στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο δ), και, σε κάθε περίπτωση, όταν τα έξοδα υπερβαίνουν το 10 % των εκτιμώμενων εξόδων, ο συντονιστής:
ενημερώνει πάραυτα τους συμμετέχοντες διαχειριστές διαδικασίας αφερεγγυότητας· και
ζητεί την πρότερη έγκριση του δικαστηρίου που κηρύσσει την έναρξη της διαδικασίας συντονισμού ομίλου.
Άρθρο 73
Γλώσσες
Άρθρο 74
Συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών διαδικασίας αφερεγγυότητας και του συντονιστή
Άρθρο 75
Ανάκληση του διορισμού του συντονιστή
Το δικαστήριο ανακαλεί τον διορισμό του συντονιστή αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος του διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας ενός συμμετέχοντος μέλους του ομίλου εάν:
ο συντονιστής ενεργεί εις βάρος των πιστωτών ενός συμμετέχοντος μέλους του ομίλου· ή
ο συντονιστής αδυνατεί να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου.
Άρθρο 76
Οφειλέτης με δικαίωμα διαχείρισης
Οι διατάξεις που ισχύουν στο παρόν κεφάλαιο για τον διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας ισχύουν επίσης, κατά το δέον, και για τον οφειλέτη με δικαίωμα διαχείρισης.
Άρθρο 77
Έξοδα και κατανομή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
Άρθρο 78
Προστασία δεδομένων
Άρθρο 79
Αρμοδιότητες των κρατών μελών σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα εθνικά μητρώα αφερεγγυότητας
Άρθρο 80
Αρμοδιότητες της Επιτροπής σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Άρθρο 81
Υποχρεώσεις πληροφόρησης
Με την επιφύλαξη των πληροφοριών που παρέχονται στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, η Επιτροπή ενημερώνει τα εν λόγω πρόσωπα, μέσω δημοσίευσης στη διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, σχετικά με τον ρόλο της στην επεξεργασία των δεδομένων και σχετικά με τους σκοπούς της επεξεργασίας.
Άρθρο 82
Αποθήκευση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Σε ό,τι αφορά την πληροφόρηση από διασυνδεδεμένες εθνικές βάσεις δεδομένων, δεν αποθηκεύεται στη διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης κανένα δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Όλα τα δεδομένα αυτά αποθηκεύονται σε εθνικές βάσεις δεδομένων που τελούν υπό τη διαχείριση των κρατών μελών ή άλλων φορέων.
Άρθρο 83
Πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (E-justice)
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται στα εθνικά μητρώα αφερεγγυότητας του άρθρου 24 είναι προσβάσιμα μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης (E-justice) για όσο διάστημα παραμένουν διαθέσιμα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εθνικό δίκαιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 84
Χρονική ισχύς
Άρθρο 85
Σχέσεις με Συμβάσεις
Ο παρών κανονισμός αντικαθιστά, ως προς το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής του, και στις σχέσεις μεταξύ κρατών μελών, τις Συμβάσεις που έχουν συναφθεί μεταξύ δύο ή περισσοτέρων από τα κράτη αυτά, και ιδίως:
τη σύμβαση μεταξύ του Βελγίου και της Γαλλίας περί της δικαστικής αρμοδιότητας, της ισχύος και της εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων, διαιτητικών αποφάσεων και δημοσίων εγγράφων, που υπεγράφη στο Παρίσι στις 8 Ιουλίου 1899·
τη σύμβαση μεταξύ Βελγίου και Αυστρίας περί πτωχεύσεως, πτωχευτικού συμβιβασμού και αναστολής πληρωμών (με το πρόσθετο πρωτόκολλο της 13ης Ιουνίου 1973), που υπεγράφη στις Βρυξέλλες στις 16 Ιουλίου 1969·
τη σύμβαση μεταξύ του Βελγίου και των Κάτω Χωρών περί της δικαστικής αρμοδιότητας, της πτωχεύσεως και της ισχύος και εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων, διαιτητικών αποφάσεων και δημοσίων εγγράφων, που υπεγράφη στις Βρυξέλλες στις 28 Μαρτίου 1925·
τη Συνθήκη μεταξύ Γερμανίας και Αυστρίας περί πτωχεύσεως και πτωχευτικού συμβιβασμού, που υπεγράφη στη Βιέννη στις 25 Μαΐου 1979·
τη σύμβαση μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων στον τομέα της πτώχευσης, που υπεγράφη στη Βιέννη στις 27 Φεβρουαρίου 1979·
τη σύμβαση μεταξύ της Γαλλίας και της Ιταλίας περί εκτελέσεως αποφάσεων επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, που υπεγράφη στη Ρώμη στις 3 Ιουνίου 1930·
τη σύμβαση μεταξύ Ιταλίας και Αυστρίας περί πτωχεύσεως και πτωχευτικού συμβιβασμού, που υπεγράφη στη Ρώμη στις 12 Ιουλίου 1977·
τη σύμβαση μεταξύ του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας περί της αμοιβαίας αναγνωρίσεως και εκτελέσεως των αποφάσεων και άλλων εκτελεστών τίτλων επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, που υπεγράφη στη Χάγη στις 30 Αυγούστου 1962·
τη σύμβαση μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και του Βασιλείου του Βελγίου περί αμοιβαίας εκτελέσεως αποφάσεων επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, και το πρωτόκολλό της, που υπεγράφη στις Βρυξέλλες στις 2 Μαΐου 1934·
την περί πτωχεύσεως σύμβαση μεταξύ Δανίας, Φινλανδίας, Νορβηγίας, Σουηδίας και Ισλανδίας, που υπεγράφη στην Κοπεγχάγη στις 7 Νοεμβρίου 1933·
την Ευρωπαϊκή σύμβαση για ορισμένες διεθνείς πτυχές της πτωχεύσεως, που υπεγράφη στην Κωνσταντινούπολη στις 5 Ιουνίου 1990·
τη συμφωνία μεταξύ της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και του Βασιλείου της Ελλάδος περί της αμοιβαίας αναγνωρίσεως και εκτελέσεως των δικαστικών αποφάσεων, η οποία υπογράφηκε στην Αθήνα στις 18 Ιουνίου 1959·
τη συμφωνία μεταξύ της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και της Δημοκρατίας της Αυστρίας περί της αμοιβαίας αναγνωρίσεως και εκτελέσεως διαιτητικών αποφάσεων και διαιτητικών συμβιβασμών για εμπορικά θέματα, η οποία υπογράφηκε στο Βελιγράδι στις 18 Μαρτίου 1960·
τη σύμβαση μεταξύ της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και της Ιταλίας για την αμοιβαία δικαστική συνεργασία σε αστικές και διοικητικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 3 Δεκεμβρίου 1960·
τη συμφωνία μεταξύ της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και του Βασιλείου του Βελγίου για τη δικαστική συνεργασία σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στο Βελιγράδι στις 24 Σεπτεμβρίου 1971·
τη σύμβαση μεταξύ των κυβερνήσεων Γιουγκοσλαβίας και Γαλλίας περί της αναγνωρίσεως και εκτελέσεως αποφάσεων επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων, η οποία υπογράφηκε στο Παρίσι στις 18 Μαΐου 1971·
τη συμφωνία μεταξύ της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας περί δικαστικής αρωγής επί αστικών και ποινικών θεμάτων, η οποία υπογράφηκε στην Αθήνα στις 22 Οκτωβρίου 1980 και εξακολουθεί να ισχύει μεταξύ Τσεχικής Δημοκρατίας και Ελλάδας·
τη συμφωνία μεταξύ της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας περί νομικής αρωγής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων, η οποία υπογράφηκε στη Λευκωσία στις 23 Απριλίου 1982 και εξακολουθεί να ισχύει μεταξύ Τσεχικής Δημοκρατίας και Κύπρου·
τη Συνθήκη μεταξύ των κυβερνήσεων της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας περί δικαστικής αρωγής, αναγνώρισης και εκτέλεσης των αποφάσεων επί αστικών, οικογενειακών και εμπορικών υποθέσεων, η οποία υπογράφηκε στο Παρίσι στις 10 Μαΐου 1984 και εξακολουθεί να ισχύει μεταξύ Τσεχικής Δημοκρατίας και Γαλλίας·
τη Συνθήκη μεταξύ Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και Ιταλικής Δημοκρατίας περί δικαστικής αρωγής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων, η οποία υπογράφηκε στην Πράγα στις 6 Δεκεμβρίου 1985 και εξακολουθεί να ισχύει μεταξύ Τσεχικής Δημοκρατίας και Ιταλίας·
τη συμφωνία μεταξύ Δημοκρατίας της Λετονίας, Δημοκρατίας της Εσθονίας και Δημοκρατίας της Λιθουανίας περί δικαστικής αρωγής και νομικών σχέσεων, η οποία υπογράφηκε στο Ταλίν στις 11 Νοεμβρίου 1992·
τη συμφωνία μεταξύ Εσθονίας και Πολωνίας για την παροχή δικαστικής αρωγής και για νομικές σχέσεις σε αστικές, εργατικές και ποινικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στο Ταλίν στις 27 Νοεμβρίου 1998·
τη συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Λιθουανίας και της Δημοκρατίας της Πολωνίας περί δικαστικής αρωγής και νομικών σχέσεων σε αστικές, οικογενειακές, εργατικές και ποινικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στη Βαρσοβία στις 26 Ιανουαρίου 1993·
τη σύμβαση μεταξύ της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ρουμανίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας περί νομικής συνδρομής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων και το πρωτόκολλό της, η οποία υπογράφηκε στο Βουκουρέστι στις 19 Οκτωβρίου 1972·
τη σύμβαση μεταξύ της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ρουμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας περί νομικής συνδρομής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων, η οποία υπογράφηκε στο Παρίσι στις 5 Νοεμβρίου 1974·
τη συμφωνία μεταξύ Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας περί νομικής συνδρομής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 1976·
τη συμφωνία μεταξύ Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και Κυπριακής Δημοκρατίας περί νομικής συνδρομής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στη Λευκωσία στις 29 Απριλίου 1983·
τη συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας περί νομικής συνδρομής σε αστικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στη Σόφια στις 18 Ιανουαρίου 1989·
τη Συνθήκη μεταξύ της Ρουμανίας και της Τσεχικής Δημοκρατίας περί νομικής συνδρομής σε αστικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στο Βουκουρέστι στις 11 Ιουλίου 1994·
τη Συνθήκη μεταξύ της Ρουμανίας και της Δημοκρατίας της Πολωνίας περί νομικής συνδρομής και νομικών σχέσεων σε αστικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στο Βουκουρέστι στις 15 Μαΐου 1999.
Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:
σε κάθε κράτος μέλος, κατά το μέτρο που είναι ασυμβίβαστος με υποχρεώσεις σε πτωχευτικές υποθέσεις που προκύπτουν από σύμβαση η οποία έχει συναφθεί από το κράτος μέλος αυτό με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες, πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000·
στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, κατά το μέτρο που είναι ασυμβίβαστος με υποχρεώσεις σε πτωχευτικές υποθέσεις και σε υποθέσεις εκκαθάρισης αφερέγγυων εταιρειών που προκύπτουν από συμφωνίες με την Κοινοπολιτεία, οι οποίες ίσχυαν κατά το χρόνο ενάρξεως ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000.
Άρθρο 86
Πληροφορίες σχετικά με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο αφερεγγυότητας
Άρθρο 87
Διασύνδεση των μητρώων
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη διασύνδεση των μητρώων αφερεγγυότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 25. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 89 παράγραφος 3.
Άρθρο 88
Κατάρτιση και μεταγενέστερες τροποποιήσεις των τυποποιημένων εντύπων
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την κατάρτιση και, όπου απαιτείται, την τροποποίηση των εντύπων που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 4, στα άρθρα 54 και 55 και στο άρθρο 64 παράγραφος 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 89 παράγραφος 2.
Άρθρο 89
Διαδικασία επιτροπής
Άρθρο 90
Ρήτρα αναθεώρησης
Άρθρο 91
Κατάργηση
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 καταργείται.
Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του Παραρτήματος Δ του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 92
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από τις 26 Ιουνίου 2017 με την εξαίρεση των εξής διατάξεων:
του άρθρου 86, το οποίο εφαρμόζεται από τις 26 Ιουνίου 2016·
του άρθρου 24 παράγραφος 1, το οποίο εφαρμόζεται από τις 26 Ιουνίου 2018· και
του άρθρου 25, το οποίο εφαρμόζεται από τις 26 Ιουνίου 2019.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα τις Συνθήκες.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A
ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΕΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΌΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ 2 ΣΗΜΕΊΟ 4)
BELGIQUE/BELGIË
БЪЛГАРИЯ
ČESKÁ REPUBLIKA
DEUTSCHLAND
EESTI
ÉIRE/IRELAND
ΕΛΛΑΔΑ
ESPAÑA
FRANCE
HRVATSKA
ITALIA
ΚΥΠΡΟΣ
LATVIJA
LIETUVA
LUXEMBOURG
MAGYARORSZÁG
MALTA
NEDERLAND
ÖSTERREICH
POLSKA
PORTUGAL
ROMÂNIA
SLOVENIJA
SLOVENSKO
SUOMI/FINLAND
SVERIGE
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ B
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΈΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΌΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΆΡΘΡΟΥ 2 ΣΗΜΕΊΟ 5)
BELGIQUE/BELGIË
БЪЛГАРИЯ
ČESKÁ REPUBLIKA
DEUTSCHLAND
EESTI
ÉIRE/IRELAND
ΕΛΛΑΔΑ
ESPAÑA
FRANCE
HRVATSKA
ITALIA
ΚΥΠΡΟΣ
LATVIJA
LIETUVA
LUXEMBOURG
MAGYARORSZÁG
MALTA
NEDERLAND
ÖSTERREICH
POLSKA
PORTUGAL
ROMÂNIA
SLOVENIJA
SLOVENSKO
SUOMI/FINLAND
SVERIGE
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ
Καταργούμενος κανονισμός με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεων
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ
Πίνακας αντιστοιχίας
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 |
Ο παρών κανονισμός |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 2 εισαγωγική φράση |
Άρθρο 2 εισαγωγική φράση |
Άρθρο 2, στοιχείο α) |
Άρθρο 2, σημείο 4) |
Άρθρο 2, στοιχείο β) |
Άρθρο 2, σημείο 5) |
Άρθρο 2, στοιχείο γ) |
— |
Άρθρο 2 στοιχείο δ) |
Άρθρο 2, σημείο 6) |
Άρθρο 2 στοιχείο ε) |
Άρθρο 2, σημείο 7) |
Άρθρο 2 στοιχείο στ) |
Άρθρο 2 σημείο 8) |
Άρθρο 2 στοιχείο ζ), εισαγωγική φράση |
Άρθρο 2 σημείο 9) εισαγωγική φράση |
Άρθρο 2 στοιχείο ζ) πρώτη περίπτωση |
Άρθρο 2 σημείο 9) σημείο vii) |
Άρθρο 2 στοιχείο ζ) δεύτερη περίπτωση |
Άρθρο 2 σημείο 9) σημείο iv) |
Άρθρο 2 στοιχείο ζ) τρίτη περίπτωση |
Άρθρο 2 σημείο 9) σημείο viii) |
Άρθρο 2 στοιχείο η) |
Άρθρο 2 σημείο 10) |
— |
Άρθρο 2 σημεία 1) έως 3) και 11) έως 13) |
— |
άρθρο 2 σημείο 9) σημεία i) έως iii) και σημεία v) και vi) |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 3 |
— |
Άρθρο 4 |
— |
Άρθρο 5 |
— |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 11 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 11 παράγραφος 2 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 13 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 13 παράγραφος 2 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 14 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 15 |
Άρθρο 13 πρώτη περίπτωση |
Άρθρο 16 στοιχείο α) |
Άρθρο 13 δεύτερη περίπτωση |
Άρθρο 16 στοιχείο β) |
Άρθρο 14 πρώτη περίπτωση |
Άρθρο 17 στοιχείο α) |
Άρθρο 14 δεύτερη περίπτωση |
Άρθρο 17 στοιχείο β) |
Άρθρο 14 τρίτη περίπτωση |
Άρθρο 17 στοιχείο γ) |
Άρθρο 15 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 22 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 23 |
— |
Άρθρο 24 |
— |
Άρθρο 25 |
— |
Άρθρο 26 |
— |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 21 παράγραφος 1 |
Άρθρο 28 παράγραφος 2 |
Άρθρο 21 παράγραφος 2 |
Άρθρο 28 παράγραφος 1 |
Άρθρο 22 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 23 |
Άρθρο 30 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 33 |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 34 |
Άρθρο 28 |
Άρθρο 35 |
— |
Άρθρο 36 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 37 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 37 παράγραφος 2 |
— |
Άρθρο 38 |
— |
Άρθρο 39 |
Άρθρο 30 |
Άρθρο 40 |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 41 |
— |
Άρθρο 42 |
— |
Άρθρο 43 |
— |
Άρθρο 44 |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 45 |
Άρθρο 33 |
Άρθρο 46 |
Άρθρο 34 παράγραφος 1 |
Άρθρο 47 παράγραφος 1 |
Άρθρο 34 παράγραφος 2 |
Άρθρο 47 παράγραφος 2 |
Άρθρο 34 παράγραφος 3 |
— |
— |
Άρθρο 48 |
Άρθρο 35 |
Άρθρο 49 |
Άρθρο 36 |
Άρθρο 50 |
Άρθρο 37 |
Άρθρο 51 |
Άρθρο 38 |
Άρθρο 52 |
Άρθρο 39 |
Άρθρο 53 |
Άρθρο 40 |
Άρθρο 54 |
Άρθρο 41 |
Άρθρο 55 |
Άρθρο 42 |
— |
— |
Άρθρο 56 |
— |
Άρθρο 57 |
— |
Άρθρο 58 |
— |
Άρθρο 59 |
— |
Άρθρο 60 |
— |
Άρθρο 61 |
— |
Άρθρο 62 |
— |
Άρθρο 63 |
— |
Άρθρο 64 |
— |
Άρθρο 65 |
— |
Άρθρο 66 |
— |
Άρθρο 67 |
— |
Άρθρο 68 |
— |
Άρθρο 69 |
— |
Άρθρο 70 |
— |
Άρθρο 71 |
— |
Άρθρο 72 |
— |
Άρθρο 73 |
— |
Άρθρο 74 |
— |
Άρθρο 75 |
— |
Άρθρο 76 |
— |
Άρθρο 77 |
— |
Άρθρο 78 |
— |
Άρθρο 79 |
— |
Άρθρο 80 |
— |
Άρθρο 81 |
— |
Άρθρο 82 |
— |
Άρθρο 83 |
Άρθρο 43 |
Άρθρο 84 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 84 παράγραφος 2 |
Άρθρο 44 |
Άρθρο 85 |
— |
Άρθρο 86 |
Άρθρο 45 |
— |
— |
Άρθρο 87 |
— |
Άρθρο 88 |
— |
Άρθρο 89 |
Άρθρο 46 |
Άρθρο 90 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 90 παράγραφοι 2 έως 4 |
— |
Άρθρο 91 |
Άρθρο 47 |
Άρθρο 92 |
Παράρτημα A |
Παράρτημα A |
Παράρτημα B |
— |
Παράρτημα Γ |
Παράρτημα B |
— |
Παράρτημα Γ |
— |
Παράρτημα Δ |
( 1 ) Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).
( 2 ) Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).
( 3 ) Οδηγία 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).
( 4 ) Οδηγία 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (ΕΕ L 283 της 28.10.2008, σ. 36).
( 5 ) Απόφαση 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 174 της 27.6.2001, σ. 25).