02014R1163 — EL — 01.01.2020 — 001.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

σχετικά με τα εποπτικά τέλη

(ΕΚΤ/2014/41)

(ΕΕ L 311 της 31.10.2014, σ. 23)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2155ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 5ης Δεκεμβρίου 2019

  L 327

70

17.12.2019


Διορθώνεται από:

 C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 330, 20.12.2019, σ.  107 (2019/2155)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

σχετικά με τα εποπτικά τέλη

(ΕΚΤ/2014/41)



ΜΕΡΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  Ο παρών κανονισμός καθορίζει:

α) 

τις ρυθμίσεις για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβάλλονται σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες και εποπτευόμενους ομίλους·

β) 

τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού του ετήσιου εποπτικού τέλους που πρόκειται να βαρύνει κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο·

γ) 

τη διαδικασία είσπραξης των ετήσιων εποπτικών τελών από την ΕΚΤ.

2.  Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών περιλαμβάνει το ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε σημαντική και λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή κάθε σημαντικό και λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και υπολογίζεται από την ΕΚΤ στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Εκτός αν άλλως ορίζεται, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), σε συνδυασμό με τους ακόλουθους ορισμούς:

1.

«ετήσιο εποπτικό τέλος» : τέλος καταβλητέο σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο και υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 10 παράγραφος 6·

2.

«ετήσιο κόστος» : ποσό το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 και είναι ανακτητέο από την ΕΚΤ μέσω των ετήσιων εποπτικών τελών για δεδομένη περίοδο επιβολής τέλους·

3.

«οφειλέτης εποπτικού τέλους» : υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα ή υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4, προς το οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση καταβολής τέλους·

4.

«συντελεστές υπολογισμού τέλους» : δεδομένα τα οποία ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) και χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ετήσιου εποπτικού τέλους σε σχέση με εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενο όμιλο·

5.

«ειδοποίηση καταβολής τέλους» : ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον οφειλέτη εποπτικού τέλους, η οποία καθορίζει το καταβλητέο από αυτόν ετήσιο εποπτικό τέλος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

6.

«υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα» : πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος·

7.

«υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα» : υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος εγκατεστημένου σε μη συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο είναι εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος·

8.

«περίοδος επιβολής τέλους» : ημερολογιακό έτος·

▼M1 —————

▼B

10.

«όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων» : i) εποπτευόμενος όμιλος και ii) περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα υποκατάστημα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3·

11.

«κράτος μέλος» : κράτος μέλος της Ένωσης·

▼M1

12.

«σύνολο στοιχείων ενεργητικού» :

α) 

προκειμένου για εποπτευόμενο όμιλο και με την επιφύλαξη διαφορετικής απόφασής του κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο γ), η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), πλην των στοιχείων ενεργητικού θυγατρικών εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες·

β) 

προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα, η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή υποβάλλεται για σκοπούς προληπτικής εποπτείας. Εφόσον για σκοπούς προληπτικής εποπτείας δεν απαιτείται η υποβολή της συνολικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού, ως σύνολο στοιχείων ενεργητικού νοείται η συνολική αξία στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται με βάση τους πλέον πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ), όπως εκάστοτε ισχύουν στην Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 ) και, εφόσον οι ετήσιοι αυτοί λογαριασμοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική λογιστική νομοθεσία. Προκειμένου για υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που δεν καταρτίζουν ετήσιους λογαριασμούς, ως σύνολο στοιχείων ενεργητικού νοείται η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

γ) 

προκειμένου για δύο ή περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα κατά το άρθρο 3 παράγραφος 3, το άθροισμα της συνολικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται για κάθε επιμέρους υποκατάστημα·

δ) 

σε κάθε άλλη περίπτωση, η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

13.

«συνολική έκθεση σε κίνδυνο» :

α) 

προκειμένου για εποπτευόμενο όμιλο και με την επιφύλαξη διαφορετικής απόφασής του κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο γ), το ποσό που καθορίζεται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 2 ), πλην του ποσού της έκθεσης σε κίνδυνο θυγατρικών εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες·

β) 

προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα και για δύο ή περισσότερα υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα κατά το άρθρο 3 παράγραφος 3, μηδενικό ποσό·

γ) 

σε κάθε άλλη περίπτωση, το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

▼B

Άρθρο 3

Γενική υποχρέωση καταβολής του ετήσιου εποπτικού τέλους

1.  Για κάθε περίοδο επιβολής τέλους η ΕΚΤ επιβάλλει ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο.

2.  Το ετήσιο εποπτικό τέλος κάθε εποπτευόμενης οντότητας και εποπτευόμενου ομίλου θα προσδιορίζεται σε ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς τον οφειλέτη εποπτικού τέλους και πληρωτέα από εκείνον. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους θα είναι ο αποδέκτης της εν λόγω ειδοποίησης και κάθε ειδοποίησης ή κοινοποίησης προερχόμενης από την ΕΚΤ αναφορικά με εποπτικά τέλη. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους θα είναι υπεύθυνος για την καταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους.

3.  Δύο ή περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένα στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος λογίζονται ως ένα υποκατάστημα. Δεν λογίζονται ως ένα υποκατάστημα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένα σε διαφορετικά συμμετέχοντα κράτη μέλη.

4.  Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού τα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα λογίζονται ως οντότητες διακριτές από τις θυγατρικές του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Οφειλέτης εποπτικού τέλους

1.  Οφειλέτης εποπτικού τέλους ως προς το ετήσιο εποπτικό τέλος είναι:

α) 

προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα που δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο, το υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα·

β) 

προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα που δεν ομαδοποιείται με άλλο τέτοιο υποκατάστημα, το υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα·

▼M1

γ) 

προκειμένου για όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, ο οφειλέτης εποπτικού τέλους που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.

2.  Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων περί επιμερισμού του κόστους εντός ομίλου υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, ένας όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων λογίζεται ως μία μονάδα. Κάθε τέτοιος όμιλος ορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους για λογαριασμό ολόκληρου του ομίλου και γνωστοποιεί την ταυτότητά του στην ΕΚΤ. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους πρέπει να είναι εγκατεστημένος σε συμμετέχον κράτος μέλος. Η ως άνω γνωστοποίηση θεωρείται έγκυρη μόνο εφόσον:

α) 

αναφέρει την επωνυμία του ομίλου τον οποίο αφορά·

β) 

υπογράφεται από τον οφειλέτη εποπτικού τέλους εκ μέρους όλων των εποπτευόμενων οντοτήτων του ομίλου·

γ) 

περιέρχεται στην ΕΚΤ έως την 30ή Σεπτεμβρίου κάθε έτους, προκειμένου να ληφθεί υπόψη για την έκδοση της ειδοποίησης καταβολής τέλους για τη συγκεκριμένη περίοδο επιβολής τέλους.

Εάν έως την εκπνοή της προθεσμίας της 30ής Σεπτεμβρίου περιέλθουν στην ΕΚΤ περισσότερες γνωστοποιήσεις ανά όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, υπερισχύει εκείνη που περιήλθε τελευταία. Εάν εποπτευόμενη οντότητα καταστεί μέλος του εποπτευόμενου ομίλου αφότου περιέλθει στην ΕΚΤ έγκυρη γνωστοποίηση της ταυτότητας οφειλέτη εποπτικού τέλους, η γνωστοποίηση λογίζεται ως υπογραφείσα και εκ μέρους της εποπτευμένης οντότητας, με την επιφύλαξη διαφορετικής γραπτής ενημέρωσης προς την ΕΚΤ.

▼B

3.  Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2 η ΕΚΤ επιφυλάσσεται του δικαιώματος να καθορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους.



ΜΕΡΟΣ II

ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΚΟΣΤΟΣ

Άρθρο 5

Ετήσιο κόστος

1.  Το ετήσιο κόστος αποτελεί τη βάση καθορισμού των ετήσιων εποπτικών τελών και ανακτάται μέσω της καταβολής των ετήσιων αυτών εποπτικών τελών.

2.  Το ύψος του ετήσιου κόστους καθορίζεται με βάση το ύψος των ετήσιων δαπανών που περιλαμβάνουν τυχόν δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ κατά την οικεία περίοδο επιβολής τέλους και σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα εποπτικά της καθήκοντα.

▼M1 —————

▼B

3.  Κατά τον καθορισμό του ετήσιου κόστους η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη:

α) 

τυχόν τέλη αναγόμενα σε προηγούμενες περιόδους επιβολής τέλους, η είσπραξη των οποίων δεν είναι βέβαιη·

β) 

τυχόν ποσά τόκων εισπραττόμενα σύμφωνα με το άρθρο 14·

γ) 

τυχόν ποσά εισπραττόμενα ή επιστρεφόμενα σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3.

▼M1

4.  Εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη κάθε περιόδου επιβολής τέλους δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών κάθε κατηγορίας εποπτευόμενων οντοτήτων και εποπτευόμενων ομίλων για τη συγκεκριμένη περίοδο.

▼M1 —————

▼B



ΜΕΡΟΣ III

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΤΗΣΙΟΥ ΕΠΟΠΤΙΚΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

Άρθρο 7

▼M1

Νέες εποπτευόμενες οντότητες, οντότητες που παύουν να είναι εποπτευόμενες ή μεταβολή ιδιότητας

▼B

1.  Όταν μια εποπτευόμενη οντότητα ή ένας εποπτευόμενος όμιλος εποπτεύεται μόνο για τμήμα της περιόδου επιβολής τέλους, το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών της εν λόγω περιόδου, καθ' όλη τη διάρκεια των οποίων εποπτεύεται η οντότητα ή ο όμιλος.

▼M1

2.  Όταν η ΕΚΤ με σχετική απόφασή της αναλαμβάνει ή παύει να ασκεί την άμεση εποπτεία εποπτευόμενης οντότητας ή εποπτευόμενου ομίλου δυνάμει του άρθρου 45 ή του άρθρου 46, αντίστοιχα, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών κατά τους οποίους η εποπτευόμενη οντότητα ή ο εποπτευόμενος όμιλος τελούσε υπό την άμεση ή έμμεση εποπτεία της ΕΚΤ την τελευταία ημέρα του μήνα.

▼B

3.  Όταν το ποσό του επιβαλλόμενου ετήσιου εποπτικού τέλους διαφέρει από το υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2, η ΕΚΤ, κατά περίπτωση, επιστρέφει τη διαφορά στον οφειλέτη εποπτικού τέλους ή τιμολογεί το επιπλέον ποσό που προκύπτει ως καταβλητέο από αυτόν.

Άρθρο 8

Επιμερισμός του ετήσιου κόστους μεταξύ σημαντικών και λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων

1.  Για τον υπολογισμό του καταβλητέου ετήσιου εποπτικού τέλους σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο, το ετήσιο κόστος διαχωρίζεται σε δύο μέρη που αντιστοιχούν στην κατηγορία των εποπτευόμενων οντοτήτων και των εποπτευόμενων ομίλων, ως εξής:

α) 

ετήσιο κόστος η ανάκτηση του οποίου θα προέλθει από σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες·

β) 

ετήσιο κόστος η ανάκτηση του οποίου θα προέλθει από λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες.

2.  Ο διαχωρισμός του ετήσιου κόστους κατά την παράγραφο 1 βασίζεται στον επιμερισμό του κόστους μεταξύ των οικείων λειτουργικών μονάδων που ασκούν την άμεση εποπτεία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και την έμμεση εποπτεία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων.

▼M1 —————

▼B

Άρθρο 10

Ετήσιο εποπτικό τέλος καταβλητέο σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες ή εποπτευόμενους ομίλους

1.  Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με μια σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή έναν σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο καθορίζεται με επιμερισμό του ποσού που πρόκειται να επιβληθεί στην οικεία κατηγορία σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων μεταξύ των συγκεκριμένων σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων βάσει των αντίστοιχων συντελεστών υπολογισμού τέλους.

2.  Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με μια λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή έναν λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο καθορίζεται με επιμερισμό του ποσού που πρόκειται να επιβληθεί στην οικεία κατηγορία λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων μεταξύ των συγκεκριμένων λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων βάσει των αντίστοιχων συντελεστών υπολογισμού τέλους.

3.  Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη υπολογίζονται ως ακολούθως.

▼M1

α) 

Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους βάσει των οποίων καθορίζεται το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενο όμιλο αντιστοιχούν στο ποσό των ακόλουθων στοιχείων κατά την ημερομηνία αναφοράς:

i) 

σύνολο στοιχείων ενεργητικού· και

ii) 

συνολική έκθεση σε κίνδυνο.

▼M1 —————

▼M1

βα) 

Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους για κάθε περίοδο επιβολής τέλους καθορίζονται με βάση τα στοιχεία που υποβάλλουν οι εποπτευόμενες οντότητες για σκοπούς προληπτικής εποπτείας με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου της αμέσως προηγούμενης περιόδου επιβολής τέλους.

ββ) 

Εφόσον ορισμένη εποπτευόμενη οντότητα καταρτίζει ετήσιους λογαριασμούς, περιλαμβανομένων των ενοποιημένων ετήσιων λογαριασμών, βάσει λογιστικού έτους που αποκλίνει από το ημερολογιακό, ως ημερομηνία αναφοράς για το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού λογίζεται το τέλος του λογιστικού έτους που αντιστοιχεί στην αμέσως προηγούμενη περίοδο επιβολής τέλους.

βγ) 

Εφόσον εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενος όμιλος ιδρύεται σε ημερομηνία μεταγενέστερη της οικείας ημερομηνίας αναφοράς υπό τα στοιχεία βα) ή ββ), αλλά πριν από την 1η Οκτωβρίου της περιόδου για την οποία καθορίζεται το τέλος, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν συντελεστές υπολογισμού τέλους με τη συγκεκριμένη ημερομηνία αναφοράς, ως ημερομηνία αναφοράς για τους συντελεστές λογίζεται το τέλος του τριμήνου που είναι χρονικά εγγύτερο στην οικεία ημερομηνία αναφοράς υπό τα στοιχεία βα) ή ββ).

βδ) 

Προκειμένου για εποπτευόμενες οντότητες και εποπτευόμενους ομίλους που δεν υπόκεινται σε υποχρεωτική παροχή στοιχείων για σκοπούς προληπτικής εποπτείας ή για εποπτευόμενους ομίλους που εξαιρούν στοιχεία ενεργητικού ή/και το ποσό της έκθεσης σε κίνδυνο θυγατρικών τους εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες σύμφωνα με το στοιχείο γ), οι συντελεστές υπολογισμού τέλους καθορίζονται με βάση πληροφορίες που οι εν λόγω οντότητες και όμιλοι παρέχουν χωριστά για σκοπούς υπολογισμού του εποπτικού τέλους. Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους υποβάλλονται στην ενδιαφερόμενη ΕΑΑ με την αντίστοιχη ημερομηνία αναφοράς που καθορίζεται υπό τα στοιχεία βα), ββ) ή βγ), σύμφωνα με απόφαση της ΕΚΤ.

▼M1

γ) 

Για τους σκοπούς υπολογισμού των συντελεστών υπολογισμού τέλους οι εποπτευόμενοι όμιλοι θα πρέπει κατά κανόνα να εξαιρούν στοιχεία ενεργητικού και το ποσό της έκθεσης σε κίνδυνο θυγατρικών τους εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες. Εναπόκειται στους ίδιους αυτούς ομίλους να μην εξαιρούν στοιχεία ενεργητικού ή/και το ποσό της έκθεσης σε κίνδυνο για τον καθορισμό των ως άνω συντελεστών.

▼B

δ) 

Προκειμένου για εποπτευόμενες οντότητες ή εποπευόμενους ομίλους που ταξινομούνται ως λιγότερο σημαντικές(-οί) βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ο συντελεστής υπολογισμού τέλους του συνόλου στοιχείων ενεργητικού δεν υπερβαίνει τα 30 δισεκατ. ευρώ.

ε) 

Αναφορικά με τους συντελεστές υπολογισμού τέλους χρησιμοποιείται η ακόλουθη σχετική στάθμιση:

i) 

σύνολο στοιχείων ενεργητικού: 50 %;

ii) 

συνολική έκθεση σε κίνδυνο: 50 %.

▼M1

4.  Το άθροισμα του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους και το άθροισμα της συνολικής τους έκθεσης σε κίνδυνο δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

5.  Σε περίπτωση που οφειλέτης εποπτικού τέλους παραλείπει να υποβάλει τους συντελεστές υπολογισμού τέλους, η ΕΚΤ προβαίνει στον καθορισμό τους σύμφωνα με απόφασή της.

▼B

6.  Το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους υπολογίζεται ως ακολούθως.

α) 

Το ετήσιο εποπτικό τέλος αντιστοιχεί στο άθροισμα της ελάχιστης συνιστώσας του τέλους και της μεταβλητής συνιστώσας του τέλους.

▼M1

β) 

Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους υπολογίζεται ως σταθερό ποσοστό επί του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων και εποπτευόμενων ομίλων, όπως αυτά καθορίζονται κατά το άρθρο 8.

i) 

Για την κατηγορία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και των σημαντικών εποπτευόμενων ομίλων το σταθερό ποσοστό είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Για σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και σημαντικούς εποπτευόμενους ομίλους με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως 10 δισεκατ. ευρώ η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους διαιρείται διά του δύο.

ii) 

Για την κατηγορία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και των λιγότερο σημαντικών ομίλων το σταθερό ποσοστό είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Για λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και λιγότερο σημαντικούς εποπτευόμενους ομίλους με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως 1 δισεκατ. ευρώ η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους διαιρείται διά του δύο.

▼B

γ) 

Η μεταβλητή συνιστώσα του τέλους αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων, όπως αυτά καθορίζονται κατά ►M1  το άρθρο 8 ◄ , και της ελάχιστης συνιστώσας του τέλους για την ίδια κατηγορία οντοτήτων. Η μεταβλητή συνιστώσα του τέλους επιμερίζεται μεταξύ των συγκεκριμένων οφειλετών εποπτικού τέλους κάθε κατηγορίας ανάλογα με το μερίδιο του κάθε οφειλέτη στο άθροισμα των σταθμισμένων συντελεστών υπολογισμού τέλους όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους, όπως αυτοί καθορίζονται κατά την παράγραφο 3.

▼M1

Με βάση τον υπολογισμό που διενεργείται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και τους συντελεστές υπολογισμού τέλους που καθορίζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η ΕΚΤ αποφασίζει για το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη. Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος θα γνωστοποιείται στον οφειλέτη με την ειδοποίηση καταβολής τέλους.

▼B



ΜΕΡΟΣ IV

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΑΑ

Άρθρο 11

Συνεργασία με τις ΕΑΑ

1.  Πριν από τη λήψη απόφασης για το οριστικό ύψος των εποπτικών τελών η ΕΚΤ επικοινωνεί με τις ΕΑΑ, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η άσκηση εποπτείας παραμένει αποδοτική από άποψη κόστους και εύλογη για όλα τα επηρεαζόμενα πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα. Η ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις ΕΑΑ, σχεδιάζει και υλοποιεί προς τούτο κατάλληλο δίαυλο επικοινωνίας.

2.  Οι ΕΑΑ συνδράμουν την ΕΚΤ στην επιβολή τελών, εφόσον η ίδια το ζητήσει.

3.  Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε συμμετέχον κράτος μέλος εκτός ζώνης ευρώ, του οποίου η στενή συνεργασία με την ΕΚΤ δεν έχει ανασταλεί ή λυθεί, η ΕΚΤ απευθύνει προς την ΕΑΑ του εν λόγω κράτους μέλους οδηγίες για τη συλλογή των συντελεστών υπολογισμού τέλους και την τιμολόγηση του ετήσιου εποπτικού τέλους.



ΜΕΡΟΣ V

ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ

Άρθρο 12

Ειδοποίηση καταβολής τέλους

▼M1

1.  Η ΕΚΤ εκδίδει σε ετήσια βάση ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους εντός έξι μηνών από την έναρξη της νέας περιόδου επιβολής τέλους.

▼B

2.  Η ειδοποίηση καταβολής τέλους καθορίζει τα μέσα καταβολής του ετήσιου εποπτικού τέλους. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης όσον αφορά την καταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους.

3.  Το ποσό που οφείλεται βάσει της ειδοποίησης καταβολής τέλους καταβάλλεται από τον οφειλέτη εποπτικού τέλους εντός 35 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της.

Άρθρο 13

Γνωστοποίηση της ειδοποίησης καταβολής τέλους

1.  Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους ευθύνεται για την ενημέρωση των στοιχείων επικοινωνίας που απαιτούνται για τους σκοπούς υποβολής της ειδοποίησης καταβολής τέλους και γνωστοποιεί στην ΕΚΤ κάθε μεταβολή στα στοιχεία επικοινωνίας (δηλαδή όνομα, λειτουργία, οργανωτική μονάδα, διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμό τηλεφώνου, αριθμό φαξ). ►M1  ————— ◄

2.  Η ΕΚΤ γνωστοποιεί την ειδοποίηση καταβολής τέλους με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους: α) με ηλεκτρονικά ή αντίστοιχα μέσα επικοινωνίας· β) με τηλεομοιοτυπία· γ) με υπηρεσία ταχυμεταφοράς· δ) με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής· ε) με επίδοση ή εγχείριση της ειδοποίησης. Ανυπόγραφη ειδοποίηση καταβολής τέλους είναι έγκυρη.

Άρθρο 14

Τοκισμός σε περίπτωση μη πληρωμής

Με την επιφύλαξη κάθε άλλου επανορθωτικού μέτρου που διαθέτει η ΕΚΤ, το ανεξόφλητο ποσό του ετήσιου εποπτικού τέλους σε περίπτωση μερικής πληρωμής, μη πληρωμής ή μη συμμόρφωσης με τους όρους πληρωμής που καθορίζονται στην ειδοποίηση καταβολής τέλους τοκίζεται σε ημερήσια βάση με επιτόκιο που ισούται με το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης που εφαρμόζει η ΕΚΤ, προσαυξημένο κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες, από την ημερομηνία κατά την οποία το καταβλητέο ποσό καθίσταται ληξιπρόθεσμο.



ΜΕΡΟΣ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

Κυρώσεις

Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού η ΕΚΤ δύναται να επιβάλλει κυρώσεις σε εποπτευόμενες οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου ( 3 ) και, συμπληρωματικά, με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (EKT/2014/17).

▼M1 —————

▼B

Άρθρο 17

▼M1

Υποβολή εκθέσεων και δημοσίευση στοιχείων

▼B

1.  Σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ υποβάλλει σε ετήσια βάση έκθεση σχετικά με την προβλεπόμενη εξέλιξη της δομής και του ύψους των ετήσιων εποπτικών τελών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωομάδα.

▼M1

2.  Εντός τεσσάρων μηνών από τη έναρξη κάθε περιόδου επιβολής τέλους δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ το ποσό του εκτιμώμενου ετήσιου κόστους για τη δεδομένη περίοδο.

▼M1

Άρθρο 17α

Μεταβατικές ρυθμίσεις για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020

1.  Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος κάθε εποπτευόμενης οντότητας και εποπτευόμενου ομίλου για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020 καθορίζεται στη σχετική ειδοποίηση καταβολής τέλους που εκδίδεται για τον αντίστοιχο οφειλέτη το 2021.

2.  Κατά τον καθορισμό του ετήσιου κόστους για την περίοδο επιβολής τέλους του 2020 λαμβάνεται υπόψη τυχόν πλεόνασμα ή έλλειμμα που ανάγεται στην περίοδο επιβολής τέλους του 2019 και προκύπτει με αφαίρεση του πραγματικού ετήσιου κόστους από το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος της τελευταίας αυτής περιόδου.

▼B

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.



( 1 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).

( 2 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

( 3 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.).