02012L0027 — EL — 01.01.2021 — 010.002
Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο
ΟΔΗΓΙΑ 2012/27/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 25ης Οκτωβρίου 2012 για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
αριθ. |
σελίδα |
ημερομηνία |
||
L 141 |
28 |
28.5.2013 |
||
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/844 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 30ής Μαΐου 2018 |
L 156 |
75 |
19.6.2018 |
|
ΟΔΗΓΙΑ (EE) 2018/2002 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 2018 |
L 328 |
210 |
21.12.2018 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1999 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 2018 |
L 328 |
1 |
21.12.2018 |
|
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/504 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 2019 |
L 85I |
66 |
27.3.2019 |
|
ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/826 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 4ης Μαρτίου 2019 |
L 137 |
3 |
23.5.2019 |
|
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2019/944 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Ιουνίου 2019 |
L 158 |
125 |
14.6.2019 |
Διορθώνεται από:
ΟΔΗΓΙΑ 2012/27/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 25ης Οκτωβρίου 2012
για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
Η παρούσα οδηγία καθορίζει κανόνες με σκοπό την άρση των φραγμών στην αγορά ενέργειας και την εξάλειψη των αδυναμιών της αγοράς που παρεμποδίζουν την απόδοση στον εφοδιασμό και τη χρήση ενέργειας και προβλέπει τον καθορισμό ενδεικτικών εθνικών στόχων ενεργειακής απόδοσης και συνεισφορών για το 2020 και το 2030.
Η παρούσα οδηγία συμβάλλει στην εφαρμογή της αρχής της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
«ενέργεια»: όλες οι μορφές ενεργειακών προϊόντων, τα καύσιμα, η θερμότητα, η ανανεώσιμη ενέργεια, ο ηλεκτρισμός ή οποιαδήποτε άλλη μορφή ενέργειας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για τις στατιστικές ενέργειας ( 1 )·
«κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας»: η ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση, εξαιρουμένων των μη ενεργειακών χρήσεων ·
«τελική κατανάλωση ενέργειας»: όλη η ενέργεια που παρέχεται στη βιομηχανία, τις μεταφορές, τα νοικοκυριά, τις υπηρεσίες και τη γεωργία. Εξαιρούνται οι παραδόσεις στον τομέα της μετατροπής της ενέργειας και οι ίδιες οι βιομηχανίες ενεργειακών δραστηριοτήτων·
«ενεργειακή απόδοση»: ο λόγος της εκροής επιδόσεων, υπηρεσιών, αγαθών ή ενέργειας προς την εισροή ενέργειας·
«εξοικονόμηση ενέργειας»: ποσότητα εξοικονομούμενης ενέργειας, η οποία προσδιορίζεται με τη μέτρηση ή/και τον κατ’ εκτίμηση υπολογισμό της κατανάλωσης πριν και μετά την υλοποίηση ενός μέτρου βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, με ταυτόχρονη εξασφάλιση της σταθερότητας των εξωτερικών συνθηκών που επηρεάζουν την ενεργειακή κατανάλωση·
«βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης»: αύξηση της ενεργειακής απόδοσης λόγω τεχνολογικών, συμπεριφορικών ή/και οικονομικών αλλαγών·
«ενεργειακή υπηρεσία»: το φυσικό όφελος, η χρησιμότητα ή το πλεονέκτημα που προκύπτουν από συνδυασμό ενέργειας με ενεργειακά αποδοτική τεχνολογία ή με δράση η οποία μπορεί να περιλαμβάνει τις εργασίες, τη συντήρηση και τον έλεγχο που απαιτούνται για την παροχή της υπηρεσίας, που παρέχεται βάσει σύμβασης και υπό κανονικές συνθήκες έχει αποδείξει ότι οδηγεί σε επαληθεύσιμη και μετρήσιμη ή εκτιμώμενη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης ή σε εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας·
«δημόσιοι φορείς»: οι «αναθέτουσες αρχές» της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών ( 2 )·
«κεντρική δημόσια διοίκηση»: όλες οι διοικητικές υπηρεσίες των οποίων η αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια κράτους μέλους·
«συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν δαπέδου»: το εμβαδόν των δαπέδων κτιρίου ή μέρους κτιρίου στο οποίο χρησιμοποιείται ενέργεια για τη ρύθμιση των κλιματικών συνθηκών στο εσωτερικό του·
«σύστημα ενεργειακής διαχείρισης»: το σύνολο των αλληλένδετων ή αλληλεπιδρώντων στοιχείων ενός σχεδίου που θέτει στόχο ενεργειακής απόδοσης και χαράσσει τη στρατηγική επίτευξης του εν λόγω στόχου·
«ευρωπαϊκό πρότυπο»: πρότυπο που εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης ή το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τυποποίησης στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών και διατίθεται προς δημόσια χρήση·
«διεθνές πρότυπο»: πρότυπο το οποίο έχει εκδοθεί από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης και διατίθεται στο κοινό·
«υπόχρεο μέρος»: διανομέας ενέργειας ή η εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας που δεσμεύεται από τα εθνικά καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 7·
«εξουσιοδοτηθέν μέρος»: νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί από κυβέρνηση ή από άλλο δημόσιο φορέα εξουσία ανάπτυξης, διαχείρισης ή λειτουργίας ενός χρηματοδοτικού προγράμματος εξ ονόματος της κυβέρνησης ή του άλλου δημόσιου φορέα·
«συμμετέχον μέρος»: επιχείρηση ή δημόσιος φορέας που δεσμεύεται να επιτύχει ορισμένους στόχους βάσει εθελοντικής συμφωνίας, ή καλύπτεται από εθνικό κανονιστικό μέσο πολιτικής·
«δημόσια αρχή επιβολής»: φορέας ο οποίος διέπεται από το δημόσιο δίκαιο και είναι υπεύθυνος για την επιβολή ή την παρακολούθηση της φορολόγησης της ενέργειας ή του άνθρακα, των χρηματοδοτικών καθεστώτων και μέσων, των φορολογικών κινήτρων, προτύπων και κανόνων, των καθεστώτων ενεργειακής επισήμανσης, της εκπαίδευσης ή της κατάρτισης·
«μέτρο πολιτικής»: κανονιστικό, χρηματοδοτικό, δημοσιονομικό, εθελοντικό ή ενημερωτικό μέσο το οποίο έχει καθιερωθεί και εφαρμόζεται επισήμως σε ένα κράτος μέλος προκειμένου να δημιουργήσει ένα υποστηρικτικό πλαίσιο, απαίτηση ή κίνητρο για τους παράγοντες της αγοράς ώστε να παρέχουν και να αγοράζουν ενεργειακές υπηρεσίες και να αναλαμβάνουν άλλα μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης·
«επιμέρους δράση»: δράση η οποία οδηγεί σε βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης που μπορούν να επαληθευτούν και να μετρηθούν ή να εκτιμηθούν και η οποία πραγματοποιείται ως αποτέλεσμα μέτρου πολιτικής·
«διανομέας ενέργειας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου του διαχειριστή συστήματος διανομής, που είναι υπεύθυνο για τη μεταφορά ενέργειας, με σκοπό να την παραδώσει στους τελικούς καταναλωτές ή σε σταθμούς διανομής που πωλούν ενέργεια στους τελικούς καταναλωτές·
«διαχειριστής συστήματος διανομής»: ο «διαχειριστής συστήματος διανομής» όπως ορίζεται στην οδηγία 2009/72/ΕΚ και στην οδηγία 2009/73/ΕΚ αντίστοιχα·
«εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πωλεί ενέργεια σε τελικούς καταναλωτές·
«τελικός καταναλωτής»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αγοράζει ενέργεια για δική του τελική χρήση·
«πάροχος ενεργειακής υπηρεσίας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει ενεργειακές υπηρεσίες ή άλλα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης σε εγκαταστάσεις ή οίκημα τελικού καταναλωτή·
«ενεργειακός έλεγχος»: η συστηματική διαδικασία με σκοπό την απόκτηση επαρκούς γνώσης του υφιστάμενου συνόλου χαρακτηριστικών ενεργειακής κατανάλωσης ενός κτιρίου ή μιας ομάδας κτιρίων, μιας βιομηχανικής ή εμπορικής δραστηριότητας ή εγκατάστασης, ιδιωτικής ή δημόσιας υπηρεσίας, με την οποία εντοπίζονται και προσδιορίζονται ποσοτικά οι οικονομικώς αποδοτικές δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας, και μετά την οποία συντάσσεται έκθεση αποτελεσμάτων·
«μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις» ή «ΜΜΕ»: επιχειρήσεις όπως ορίζονται στον τίτλο Ι του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων ( 3 )· η κατηγορία των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων αποτελείται από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια EUR ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια EUR·
«σύμβαση ενεργειακής απόδοσης»: συμβατική συμφωνία μεταξύ του δικαιούχου και του παρόχου μέτρου βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, η οποία επαληθεύεται και παρακολουθείται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιούνται πληρωμές για επενδύσεις (έργο, προμήθεια ή υπηρεσία) για το μέτρο αυτό, οι οποίες συνδέονται με ένα συμβατικώς συμφωνηθέν επίπεδο βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης ή με άλλο συμφωνηθέν κριτήριο ενεργειακής απόδοσης, όπως η εξοικονόμηση χρημάτων·
«έξυπνο σύστημα μέτρησης» ή «ευφυές σύστημα μέτρησης»: ηλεκτρονικό σύστημα το οποίο μπορεί να μετρά την κατανάλωση ενέργειας, παρέχοντας περισσότερες πληροφορίες απ’ ό,τι ένας συμβατικός μετρητής και μπορεί να μεταδίδει και να λαμβάνει δεδομένα χρησιμοποιώντας μια μορφή ηλεκτρονικών επικοινωνιών·
«διαχειριστής συστήματος μεταφοράς»: ο «διαχειριστής συστήματος μεταφοράς» όπως ορίζεται στην οδηγία 2009/72/ΕΚ και στην οδηγία 2009/73/ΕΚ, αντίστοιχα·
«συμπαραγωγή»: η ταυτόχρονη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ή μηχανικής ενέργειας στο πλαίσιο μίας μόνο διαδικασίας·
«οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση»: η ζήτηση που δεν υπερβαίνει τις ανάγκες θέρμανσης ή ψύξης και η οποία διαφορετικά θα ικανοποιούνταν, σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς, με διαδικασίες παραγωγής ενέργειας διαφορετικές από την συμπαραγωγή·
«ωφέλιμη θερμότητα»: η θερμότητα που παράγεται στο πλαίσιο διαδικασίας συμπαραγωγής προκειμένου να ικανοποιήσει μια οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση για θέρμανση ή ψύξη·
«ηλεκτρική ενέργεια από συμπαραγωγή»: η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στο πλαίσιο μιας διαδικασίας συνδεόμενης με την παραγωγή ωφέλιμης θερμότητας και υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που καθορίζεται στο παράρτημα Ι·
«συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης»: η συμπαραγωγή που πληροί τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙ·
«συνολική απόδοση»: ο λόγος της ετήσιας ποσότητας παραγόμενης ηλεκτρικής και μηχανικής ενέργειας και παραγόμενης ωφέλιμης θερμότητας προς τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή θερμότητας στο πλαίσιο διαδικασίας συμπαραγωγής, καθώς και για την ακαθάριστη παραγωγή ηλεκτρικής και μηχανικής ενέργειας·
«λόγος ηλεκτρικής ενέργειας/θερμότητας»: ο λόγος της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή προς την ωφέλιμη θερμότητα, υπό πλήρη κατάσταση λειτουργίας συμπαραγωγής, με χρήση των λειτουργικών δεδομένων της συγκεκριμένης μονάδας·
«μονάδα συμπαραγωγής»: μονάδα δυναμένη να λειτουργεί ως μονάδα συμπαραγωγής·
«μονάδα συμπαραγωγής μικρής κλίμακας»: μονάδα συμπαραγωγής με εγκατεστημένη ισχύ μικρότερη από 1MWe·
«μονάδα συμπαραγωγής πολύ μικρής κλίμακας»: μονάδα συμπαραγωγής με μέγιστη ισχύ μικρότερη από 50 kWe·
«συντελεστής δόμησης»: ο λόγος του εμβαδού του δαπέδου ενός κτιρίου προς το εμβαδόν οικοπέδου σε ένα συγκεκριμένο έδαφος·
«αποδοτικό σύστημα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης»: σύστημα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που χρησιμοποιεί τουλάχιστον 50 % ανανεώσιμη ενέργεια, 50 % απορριπτόμενη θερμότητα, 75 % συμπαραγόμενη θερμότητα ή 50 % συνδυασμού αυτής της ενέργειας και της θερμότητας·
«αποδοτική θέρμανση και ψύξη»: επιλογή θέρμανσης και ψύξης η οποία, συγκρινόμενη με ένα βασικό σενάριο συνήθους δραστηριότητας, μειώνει κατά τρόπο μετρήσιμο τη χρήση πρωτογενούς ενέργειας που απαιτείται για την παραγωγή μίας μονάδας παρεχόμενης ενέργειας εντός των ορίων συστήματος κατά τρόπο οικονομικώς αποδοτικό, σύμφωνα με την αξιολόγηση της ανάλυσης κόστους-οφέλους που αναφέρεται στην παρούσα οδηγία, λαμβάνοντας υπόψη την ενέργεια που χρειάζεται για την εξόρυξη, τη μετατροπή, τη μεταφορά και τη διανομή·
«αποδοτική ατομική θέρμανση και ψύξη»: επιλογή ατομικής θέρμανσης και ψύξης η οποία, συγκρινόμενη με την αποδοτική τηλεθέρμανση και τηλεψύξη, μειώνει κατά τρόπο μετρήσιμο τη χρήση πρωτογενούς μη ανανεώσιμης ενέργειας που απαιτείται για την παραγωγή μίας μονάδας παρεχόμενης ενέργειας εντός των ορίων συστήματος ή απαιτεί τη χρήση ίδιας πρωτογενούς μη ανανεώσιμης ενέργειας αλλά με μικρότερο κόστος, λαμβάνοντας υπόψη την ενέργεια που χρειάζεται για την εξόρυξη, τη μετατροπή, τη μεταφορά και τη διανομή·
«ουσιαστική ανακαίνιση»: ανακαίνιση της οποίας το κόστος υπερβαίνει το 50 % του κόστους επένδυσης για νέα συγκρίσιμη μονάδα·
«φορέας συγκέντρωσης»: πάροχος υπηρεσιών στον τομέα της ζήτησης ο οποίος συνδυάζει πολλαπλά βραχείας διάρκειας φορτία καταναλωτών προς πώληση ή εκπλειστηριασμό σε οργανωμένες αγορές ενέργειας.
Άρθρο 3
Στόχοι ενεργειακής απόδοσης
Κατά τον καθορισμό των εν λόγω στόχων, τα κράτη μέλη συνεκτιμούν:
ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2020 δεν θα υπερβαίνει τα 1 483 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας ή τα 1 086 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας·
τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία·
τα μέτρα που ελήφθησαν για την επίτευξη των εθνικών στόχων εξοικονόμησης ενέργειας και εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/32/ΕΚ, και
άλλα μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στα κράτη μέλη και σε επίπεδο Ένωσης.
Κατά τον καθορισμό των στόχων αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν επίσης υπόψη εθνικές συνθήκες που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, όπως:
οικονομικώς αποτελεσματικές δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας,
την εξέλιξη και πρόβλεψη του ΑΕΠ,
αλλαγές στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ενέργειας,
την ανάπτυξη όλων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την πυρηνική ενέργεια, τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, και
την έγκαιρη δράση.
Κατά τη διενέργεια της εκτίμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή:
αθροίζει τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους ενεργειακής απόδοσης που έχουν κοινοποιήσει τα κράτη μέλη,
εκτιμά κατά πόσον το άθροισμα αυτών των στόχων μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη ένδειξη για το κατά πόσον η Ένωση ως σύνολο βρίσκεται στον σωστό δρόμο λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της πρώτης ετήσιας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 και την αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2,
λαμβάνει υπόψη συμπληρωματική ανάλυση προερχόμενη από:
εκτίμηση της προόδου όσον αφορά την ενεργειακή κατανάλωση σε απόλυτα μεγέθη αλλά και σε σχέση με την οικονομική δραστηριότητα σε επίπεδο Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της προόδου όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του εφοδιασμού ενέργειας στα κράτη μέλη τα οποία έχουν βασίσει τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους τους στην τελική κατανάλωση ενέργειας ή στην εξοικονόμηση τελικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της προόδου που οφείλεται στη συμμόρφωση των κρατών μελών προς το κεφάλαιο ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας,
τα αποτελέσματα ασκήσεων σε μοντέλα σχετικά με τις μελλοντικές τάσεις της κατανάλωσης ενέργειας σε επίπεδο Ένωσης,
συγκρίνει τα αποτελέσματα των στοιχείων α) έως γ) με την ποσότητα κατανάλωσης ενέργειας που θα χρειαζόταν προκειμένου να επιτευχθεί κατανάλωση ενέργειας, η οποία δεν θα υπερβαίνει τα 1 483 εκατ. ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 1 086 εκατ. ΤΙΠ τελικής ενέργειας το 2020.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
▼M4 —————
Άρθρο 5
Υποδειγματικός ρόλος κτιρίων που ανήκουν σε δημόσιους φορείς
Το ποσοστό του 3 % υπολογίζεται επί του συνολικού εμβαδού δαπέδου των κτιρίων με συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν δαπέδου πάνω από 500 m2 που είναι ιδιόκτητα και καταλαμβανόμενα από την κεντρική δημόσια διοίκηση του οικείου κράτους μέλους, τα οποία την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους δεν πληρούν τις εθνικές απαιτήσεις ελάχιστης ενεργειακής απόδοσης που τέθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ. Το όριο αυτό μειώνεται σε 250 m2 από τις 9 Ιουλίου 2015.
Όταν κράτος μέλος απαιτεί να εκτείνεται η υποχρέωση της κατ’ έτος ανακαίνισης του 3 % του συνολικού εμβαδού δαπέδου στο εμβαδόν δαπέδου που είναι ιδιόκτητο και καταλαμβανόμενο από τις διοικητικές υπηρεσίες σε επίπεδο κατώτερο της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, το ποσοστό του 3 % υπολογίζεται επί του συνολικού εμβαδού δαπέδου των κτιρίων με συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν δαπέδου άνω των 500 m2 και, από τις 9 Ιουλίου 2015, άνω του 250 m2, που είναι ιδιόκτητα και καταλαμβανόμενα από την κεντρική δημόσια διοίκηση και από τις εν λόγω διοικητικές υπηρεσίες του οικείου κράτους μέλους και τα οποία, από 1ης Ιανουαρίου κάθε έτους, δεν πληρούν τις εθνικές ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που τέθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ.
Όταν εφαρμόζουν μέτρα για τη συνολική ανακαίνιση των κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να θεωρήσουν το κτίριο ως σύνολο, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται το κέλυφος, ο εξοπλισμός, η λειτουργία και η συντήρηση των κτιρίων.
Τα κράτη μέλη απαιτούν τα κτίρια της κεντρικής δημόσιας διοίκησης με την χαμηλότερη ενεργειακή απόδοση να αποτελούν προτεραιότητα στα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, όπου αυτά είναι οικονομικώς αποδοτικά και τεχνικά εφικτά.
Τα κράτη μέλη δύνανται να μην καθορίσουν ή να μην εφαρμόσουν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 για τις εξής κατηγορίες κτιρίων:
κτίρια επισήμως προστατευόμενα ως μέρος συγκεκριμένου περιβάλλοντος, ή λόγω της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ή ιστορικής τους αξίας, στον βαθμό που η συμμόρφωση προς ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης θα αλλοίωνε απαράδεκτα το χαρακτήρα ή την εμφάνισή τους,
κτίρια που ανήκουν στις ένοπλες δυνάμεις ή στην κεντρική δημόσια διοίκηση και εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άμυνας, εκτός από τους ενιαίους χώρους διαβίωσης ή κτίρια με γραφεία που προορίζονται για τις ένοπλες δυνάμεις και το λοιπό προσωπικό των αρχών εθνικής άμυνας,
κτίρια που χρησιμοποιούνται ως χώροι λατρείας ή για θρησκευτικές δραστηριότητες.
Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, τα κράτη μέλη καταρτίζουν και δημοσιοποιούν κατάλογο των θερμαινόμενων ή/και ψυχόμενων κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης με συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν δαπέδου πάνω από 500 m2 και από τις 9 Ιουλίου 2015 πάνω από 250 m2, εξαιρουμένων των κτιρίων που εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2. Ο κατάλογος περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
το εμβαδόν δαπέδου σε m2, και
την ενεργειακή απόδοση κάθε κτιρίου ή σχετικά ενεργειακά δεδομένα.
Για τους σκοπούς της εναλλακτικής προσέγγισης, τα κράτη μέλη μπορούν να εκτιμούν την εξοικονόμηση ενέργειας την οποία θα παρήγαν οι παράγραφοι 1 έως 4 χρησιμοποιώντας ενδεδειγμένες συνήθεις τιμές για την κατανάλωση ενέργειας των κτιρίων αναφοράς της κεντρικής δημόσιας διοίκησης πριν και μετά την ανακαίνιση και σύμφωνα με εκτιμήσεις της επιφάνειας του αποθέματός τους. Οι κατηγορίες των κτιρίων αναφοράς της κεντρικής δημόσιας διοίκησης θα είναι αντιπροσωπευτικές του συνόλου των κτιρίων αυτών.
Τα κράτη μέλη που επιλέγουν εναλλακτική προσέγγιση κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, τα εναλλακτικά μέτρα που σκοπεύουν να εγκρίνουν και καταδεικνύουν με ποιον τρόπο θα επιτύχουν ισοδύναμη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων που ανήκουν στα περιουσιακά στοιχεία της κεντρικής δημόσιας διοίκησης.
Τα κράτη μέλη παροτρύνουν τους δημόσιους φορείς, μεταξύ άλλων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, και τους οργανισμούς κατοικιών κοινωνικής πρόνοιας δημοσίου δικαίου, αφού λάβουν δεόντως υπόψη τις εκατέρωθεν αρμοδιότητες και τη διοικητική διάρθρωση, να:
εγκρίνουν σχέδιο ενεργειακής απόδοσης, μεμονωμένο ή ως μέρος ενός ευρύτερου κλιματικού ή περιβαλλοντικού σχεδίου, το οποίο να περιέχει συγκεκριμένους στόχους και δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης και απόδοσης, με σκοπό τη συνέχιση του υποδειγματικού ρόλου των κτιρίων της κεντρικής δημόσιας διοίκησης που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 5 και 6,
καθιερώσουν σύστημα ενεργειακής διαχείρισης, το οποίο θα περιλαμβάνει ενεργειακούς ελέγχους, στο πλαίσιο της υλοποίησης του σχεδίου τους,
χρησιμοποιούν, ενδεχομένως, εταιρείες παροχής ενεργειακών υπηρεσιών και συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης για να χρηματοδοτούν ανακαινίσεις και να εφαρμόζουν σχέδια για τη διατήρηση ή τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μακροπρόθεσμα.
Άρθρο 6
Αγορά από δημόσιους φορείς
Η υποχρέωση του πρώτου εδαφίου ισχύει για τις συμβάσεις αγοράς προϊόντων, υπηρεσιών και κτιρίων από δημόσιους φορείς, εφόσον η αξία των συμβάσεων αυτών ισούται με τα όρια που ορίζονται στο άρθρο 7 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, ή τα υπερβαίνει.
Άρθρο 7
Υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας
Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν σωρευτικό στόχο εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, ο οποίος ισοδυναμεί τουλάχιστον με:
νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, ίση με το 1,5 % των κατ' όγκον ετήσιων πωλήσεων ενέργειας σε τελικούς καταναλωτές, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013. Οι κατ' όγκον πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιείται στις μεταφορές μπορούν να εξαιρούνται εν όλω ή εν μέρει από αυτόν τον υπολογισμό,
νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ίση με το 0,8 % της ετήσιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019. Κατά παρέκκλιση από την εν λόγω υποχρέωση, η Κύπρος και η Μάλτα επιτυγχάνουν νέα ετήσια εξοικονόμηση από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ισοδύναμη με το 0,24 % της ετήσιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Τα κράτη μέλη μπορούν να συνυπολογίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα πολιτικής τα οποία θεσπίστηκαν έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή μετά την εν λόγω ημερομηνία, εφόσον τα μέτρα αυτά συντελούν σε νέες επιμέρους δράσεις που διεξάγονται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020.
Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να επιτυγχάνουν νέα ετήσια εξοικονόμηση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στοιχείο β) για δεκαετείς περιόδους μετά το 2030, εκτός εάν από τις επανεξετάσεις της Επιτροπής έως το 2027 και κάθε δέκα έτη εφεξής συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν είναι απαραίτητη η επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια για το 2050.
Τα κράτη μέλη αποφασίζουν τον τρόπο σταδιακής εισαγωγής της υπολογισθείσας ποσότητας νέας εξοικονόμησης σε κάθε περίοδο όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β), υπό τον όρο ότι η απαιτούμενη συνολική σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση έχει επιτευχθεί έως τη λήξη κάθε περιόδου επιβολής της υποχρέωσης.
Με την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν τουλάχιστον την οικεία υποχρέωση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), μπορούν να υπολογίζουν την απαιτούμενη ποσότητα εξοικονομούμενης ενέργειας μέσω ενός ή περισσότερων από τους ακόλουθους τρόπους:
εφαρμόζοντας ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης στις πωλήσεις ενέργειας σε τελικούς καταναλωτές ή στην τελική κατανάλωση ενέργειας, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019,
εξαιρώντας, εν όλω ή εν μέρει, την ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές από το βασικό σενάριο υπολογισμού,
χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε από τις επιλογές που ορίζονται στην παράγραφο 4.
Στην περίπτωση που τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις δυνατότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), β) ή γ), καθορίζουν:
το δικό τους ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης που θα ισχύει για τον υπολογισμό της σωρευτικής τους εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, η οποία διασφαλίζει ότι η τελική ποσότητα της καθαρής εξοικονόμησης ενέργειάς τους δεν είναι κατώτερη από την απαιτούμενη βάσει της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και
το δικό τους βασικό σενάριο υπολογισμού, από το οποίο μπορεί να εξαιρείται, εν όλω ή εν μέρει, η ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, κάθε κράτος μέλος μπορεί:
να πραγματοποιεί τον υπολογισμό που απαιτείται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) χρησιμοποιώντας τις τιμές 1 % το 2014 και το 2015, 1,25 % το 2016 και το 2017 και 1,5 % το 2018, το 2019 και το 2020,
να εξαιρεί από τον υπολογισμό το σύνολο ή μέρος των κατ' όγκον πωλήσεων ενέργειας που χρησιμοποιείται, για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), ή τελικής ενέργειας που καταναλώνεται, για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου, στις βιομηχανικές δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ,
να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται στους τομείς μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των απαιτήσεων του άρθρου 14 παράγραφος 4, του άρθρου 14 παράγραφος 5 στοιχείο β), του άρθρου 15 παράγραφοι 1 έως 6 και του άρθρου 15 παράγραφος 9. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα πολιτικής που πρόκειται να λάβουν βάσει του παρόντος στοιχείου για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030 στο πλαίσιο των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα. Ο αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V και περιλαμβάνεται στα εν λόγω σχέδια,
να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας η οποία προκύπτει από επιμέρους δράσεις οι οποίες εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά από τις 31 Δεκεμβρίου 2008 και έπειτα και εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο το 2020 όσον αφορά την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) και μετά το 2020 όσον αφορά την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) και η οποία είναι δυνατό να μετρηθεί και να επαληθευθεί,
να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα πολιτικής, εφόσον μπορεί να τεκμηριωθεί ότι τα εν λόγω μέτρα οδηγούν σε επιμέρους δράσεις που διεξάγονται από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και επιφέρουν εξοικονόμηση μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020,
να εξαιρεί από τον υπολογισμό της ποσότητας απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας 30 % της επαληθεύσιμης ποσότητας ενέργειας που παράγεται επί ή εντός κτιρίων προς ιδίαν χρήση συνεπεία μέτρων πολιτικής που προάγουν τη νέα εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,
να προσμετρά, στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας που υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που απαιτείται για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης από 1 Ιανουαρίου 2014 έως 31 Δεκεμβρίου 2020, υπό τον όρο ότι η εξοικονόμηση αυτή προκύπτει από επιμέρους δράσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο των μέτρων πολιτικής που αναφέρονται στα άρθρα 7α και 7β, που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στα εθνικά σχέδια δράσης τους για την ενεργειακή απόδοση και που αναφέρονται στις εκθέσεις προόδου τους σύμφωνα με το άρθρο 24.
Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν και υπολογίζουν τις επιπτώσεις των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει της παραγράφου 4 ξεχωριστά για τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β):
για τον υπολογισμό της απαιτούμενης ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν την παράγραφο 4 στοιχεία α) έως δ). Ο συνδυασμός όλων των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει της παραγράφου 4 δεν υπερβαίνει το 25 % της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α),
για τον υπολογισμό της απαιτούμενης ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν την παράγραφο 4 στοιχεία β) έως ζ), με την προϋπόθεση ότι οι επιμέρους δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο δ) εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο που μπορεί να επαληθευθεί και να μετρηθεί μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Ο συνδυασμός όλων των προτιμώμενων επιλογών βάσει της παραγράφου 4 δεν οδηγεί σε μείωση άνω του 35 % της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που υπολογίζεται με βάση τις παραγράφους 2 και 3.
Ανεξάρτητα από το αν τα κράτη μέλη εξαιρούν εν όλω ή εν μέρει την ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές από το βασικό σενάριο υπολογισμού τους ή χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις επιλογές που παρατίθενται στην παράγραφο 4, διασφαλίζουν ότι η υπολογισθείσα καθαρή ποσότητα νέας εξοικονόμησης που πρόκειται να επιτευχθεί ως προς την τελική κατανάλωση ενέργειας κατά την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 δεν είναι κατώτερη της ποσότητας που προκύπτει από την εφαρμογή του ποσοστού ετήσιας εξοικονόμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β).
Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη που επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να χρησιμοποιούν την επιλογή που αναφέρεται στο άρθρο 7α παράγραφος 6 στοιχείο β) μπορούν, για τους σκοπούς του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, να προσμετρούν την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται σε οποιοδήποτε έτος μετά το 2010 και πριν από την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου σαν η εν λόγω εξοικονόμηση ενέργειας να είχε επιτευχθεί μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2013 και πριν από την 1η Ιανουαρίου 2021, υπό τον όρο ότι συντρέχουν όλες οι ακόλουθες περιστάσεις:
το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης βρισκόταν σε ισχύ σε οποιαδήποτε στιγμή μεταξύ της 31ης Δεκεμβρίου 2009 και της 31ης Δεκεμβρίου 2014 και περιλαμβανόταν στο πρώτο εθνικό σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση του κράτους μέλους που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 2,
η εξοικονόμηση προέκυψε στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης,
η εξοικονόμηση υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V,
τα έτη για τα οποία οι εξοικονομήσεις υπολογίζονται ως επιτευχθείσες έχουν αναφερθεί στα εθνικά σχέδια δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2.
Τα κράτη μέλη παρέχουν πληροφόρηση σχετικά με τα αποτελέσματα των μέτρων μετριασμού της ενεργειακής ένδειας στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας στις ενοποιημένες εθνικές τους εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999.
Άρθρο 7α
Καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης
Εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν ότι τα υπόχρεα μέρη οφείλουν να πραγματοποιήσουν την εν λόγω εξοικονόμηση, εν όλω ή εν μέρει, με τη μορφή συνεισφοράς στο εθνικό ταμείο ενεργειακής απόδοσης σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 6.
Στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη μπορούν να πράττουν ένα ή και τα δύο από τα ακόλουθα:
να επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν, στο πλαίσιο της υποχρέωσής τους, την πιστοποιημένη εξοικονόμηση ενέργειας που επέτυχαν οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα μέρη, ακόμη και όταν τα υπόχρεα μέρη προωθούν μέτρα μέσω άλλων εγκεκριμένων από το κράτος φορέων ή μέσω δημόσιων αρχών, ανεξαρτήτως εάν σε αυτές συμμετέχουν επίσημες συμπράξεις και σε συνδυασμό ενδεχομένως με άλλες πηγές χρηματοδότησης. Όταν τα κράτη μέλη το επιτρέπουν, μεριμνούν ώστε η πιστοποίηση της εξοικονόμησης ενέργειας να ακολουθεί θεσμοθετημένη στα κράτη μέλη διαδικασία έγκρισης, η οποία είναι σαφής, διαφανής και ανοικτή προς όλους τους συμμετέχοντες και η οποία αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση του κόστους πιστοποίησης,
να επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν την εξοικονόμηση που επιτεύχθηκε σε ένα συγκεκριμένο έτος σαν να είχε επιτευχθεί σε ένα από τα τέσσερα προηγούμενα ή τρία επόμενα έτη, εφόσον η σχετική ημερομηνία δεν υπερβαίνει τη λήξη των περιόδων επιβολής της υποχρέωσης που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.
Τα κράτη μέλη αξιολογούν και, εφόσον απαιτείται, λαμβάνουν μέτρα για την ελαχιστοποίηση του αντικτύπου των άμεσων και έμμεσων δαπανών των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης στην ανταγωνιστικότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών που εκτίθενται στον διεθνή ανταγωνισμό.
Άρθρο 7β
Εναλλακτικά μέτρα πολιτικής
Άρθρο 8
Ενεργειακοί έλεγχοι και συστήματα ενεργειακής διαχείρισης
Τα κράτη μέλη προωθούν τη δυνατότητα διάθεσης, σε όλους τους τελικούς καταναλωτές, ενεργειακών ελέγχων υψηλής ποιότητας οι οποίοι είναι οικονομικώς αποδοτικοί, και:
διενεργούνται ανεξάρτητα από ειδικευμένους ή/και διαπιστευμένους εμπειρογνώμονες σύμφωνα με κριτήρια πιστοποίησης, ή
την εφαρμογή και επίβλεψη των οποίων αναλαμβάνουν ανεξάρτητες αρχές στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας.
Οι ενεργειακοί έλεγχοι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, μπορούν να πραγματοποιούνται από εσωτερικούς εμπειρογνώμονες ή από ενεργειακούς ελεγκτές υπό τον όρο ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει θεσπίσει πρόγραμμα για τη διασφάλιση και τον έλεγχο της ποιότητάς τους, και ότι περιλαμβάνει, εάν κρίνεται σκόπιμο, ετήσια τυχαία επιλογή τουλάχιστον ενός στατιστικά σημαντικού ποσοστού όλων των ενεργειακών ελέγχων που πραγματοποιούν.
Προκειμένου να παρέχονται εχέγγυα για την υψηλή ποιότητα των ενεργειακών ελέγχων και των συστημάτων ενεργειακής διαχείρισης, τα κράτη μέλη θεσπίζουν διαφανή και αμερόληπτα ελάχιστα κριτήρια για τους ενεργειακούς ελέγχους που ορίζονται στο παράρτημα VΙ.
Οι ενεργειακοί έλεγχοι δεν περιλαμβάνουν ρήτρες που θα εμποδίζουν τη διαβίβαση των ευρημάτων του ελέγχου σε ειδικευμένο/διαπιστευμένο πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι ο πελάτης δεν φέρει αντίρρηση.
Με βάση διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια και με την επιφύλαξη του δικαίου της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν καθεστώτα στήριξης των ΜΜΕ, ακόμη και αν έχουν συνάψει προαιρετικές συμφωνίες, ώστε να καλύπτουν το κόστος του ενεργειακού ελέγχου και της υλοποίησης συστάσεών του που εξασφαλίζουν υψηλή οικονομική απόδοση, εφόσον τα προτεινόμενα μέτρα υλοποιηθούν.
Τα κράτη μέλη φέρουν εις γνώση των ΜΜΕ, μεταξύ άλλων και μέσω των οικείων ενδιάμεσων αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων, συγκεκριμένα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να βοηθήσουν τα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης στις επιχειρήσεις τους. Η Επιτροπή βοηθά τα κράτη μέλη υποστηρίζοντας την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα αυτόν.
Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν εκπαιδευτικά προγράμματα για την επιμόρφωση των ενεργειακών ελεγκτών προκειμένου να διευκολύνεται η αριθμητική επάρκεια των εμπειρογνωμόνων.
Η πρόσβαση στους συμμετέχοντες στην αγορά που παρέχουν ενεργειακές υπηρεσίες βασίζεται σε διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια.
Με την επιφύλαξη του δικαίου της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν καθεστώτα στήριξης και παροχής κινήτρων για την υλοποίηση των συστάσεων από ενεργειακούς ελέγχους και συναφή μέτρα.
Άρθρο 9
Μέτρηση φυσικού αερίου
Παρόμοιος ατομικός μετρητής σε ανταγωνιστική τιμή παρέχεται πάντα όταν:
αντικαθίσταται υπάρχων μετρητής, εκτός αν τούτο είναι τεχνικώς αδύνατο ή δεν είναι οικονομικώς αποδοτικό σε σχέση με τις εκτιμώμενες δυνατότητες μακροπρόθεσμης εξοικονόμησης ενέργειας,
πραγματοποιείται νέα σύνδεση σε νέο κτίριο, ή σε κτίριο που υποβάλλεται σε ανακαινίσεις μεγάλης κλίμακας, σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ.
Εφόσον και στον βαθμό που τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν ευφυή συστήματα μέτρησης και διοργανώνουν την ανάπτυξη έξυπνων μετρητών φυσικού αερίου σύμφωνα με την οδηγία 2009/73/ΕΚ.
μεριμνούν ώστε τα συστήματα μέτρησης να παρέχουν στους τελικούς καταναλωτές πληροφορίες για τον πραγματικό χρόνο χρήσης και ώστε οι στόχοι της ενεργειακής απόδοσης και τα οφέλη των τελικών καταναλωτών να λαμβάνονται πλήρως υπόψη στον καθορισμό των ελάχιστων λειτουργιών των μετρητών και των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στους συμμετέχοντες στην αγορά,
διασφαλίζουν την ασφάλεια των έξυπνων μετρητών και των ανταλλαγών δεδομένων, καθώς και την ιδιωτικότητα των τελικών καταναλωτών, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικότητας,
▼M7 —————
απαιτούν την παροχή κατάλληλων συμβουλών και πληροφοριών στους καταναλωτές κατά το χρόνο εγκατάστασης έξυπνων μετρητών, κυρίως σχετικά με το σύνολο των δυνατοτήτων τους όσον αφορά τη χρήση των ενδείξεων του μετρητή και την παρακολούθηση της κατανάλωσης ενέργειας.
▼M3 —————
Άρθρο 9α
Μέτρηση για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
Άρθρο 9β
Τοπική μέτρηση και επιμερισμός του κόστους για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
Σε περίπτωση που η χρήση ατομικών μετρητών δεν είναι τεχνικά εφικτή ή οικονομικώς αποδοτική για τη μέτρηση της κατανάλωσης θέρμανσης σε κάθε κτιριακή μονάδα, χρησιμοποιούνται ατομικοί κατανεμητές κόστους θέρμανσης για τη μέτρηση της κατανάλωσης θέρμανσης σε κάθε θερμαντικό σώμα., εκτός εάν το συγκεκριμένο κράτος μέλος αποδείξει ότι η εγκατάσταση των εν λόγω κατανεμητών κόστους θέρμανσης δεν θα ήταν οικονομικώς αποδοτική. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι δυνατόν να εξετάζονται εναλλακτικές και οικονομικώς αποδοτικές μέθοδοι μέτρησης της κατανάλωσης θέρμανσης. Τα γενικά κριτήρια, οι μέθοδοι και/ή οι διαδικασίες καθορισμού της αδυναμίας τεχνικής εφαρμογής και της έλλειψης οικονομικής αποδοτικότητας προσδιορίζονται σαφώς και δημοσιεύονται από κάθε κράτος μέλος.
Σε πολυκατοικίες ή κτίρια πολλαπλών χρήσεων που διαθέτουν τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη ή εφόσον σε τέτοια κτίρια είναι διαδεδομένα τα κοινόχρηστα συστήματα ψύξης ή θέρμανσης, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να έχουν θεσπισθεί διαφανείς, δημοσίως διαθέσιμοι εθνικοί κανόνες περί κατανομής του κόστους της κατανάλωσης θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού οικιακής χρήσης στα κτίρια αυτά, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η ακρίβεια του καταμερισμού της ατομικής κατανάλωσης. Όπου ενδείκνυται, οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο κατανομής του κόστους της ενέργειας με τις ακόλουθες χρήσεις:
ζεστό νερό οικιακής χρήσης,
θερμότητα που εκλύεται από την κεντρική εγκατάσταση του κτιρίου για θέρμανση των κοινόχρηστων χώρων, εφόσον τα κλιμακοστάσια και οι διάδρομοι είναι εξοπλισμένοι με θερμαντικά σώματα,
για τον σκοπό της θέρμανσης ή της ψύξης διαμερισμάτων.
Άρθρο 9γ
Απαίτηση εξ αποστάσεως ανάγνωσης
Άρθρο 10
Πληροφορίες τιμολόγησης για το φυσικό αέριο
Η υποχρέωση αυτή μπορεί να εκπληρώνεται από σύστημα τακτικής ανάγνωσης της κατανάλωσης στον μετρητή από τους τελικούς καταναλωτές, την οποία θα κοινοποιούν στον προμηθευτή της ενέργειας. Μόνο εάν ο τελικός καταναλωτής δεν έχει γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα αυτής της μέτρησης για δεδομένη περίοδο, η τιμολόγηση θα βασίζεται σε τεκμαρτή ή σε κατ’ αποκοπήν κατανάλωση.
Οι συμπληρωματικές πληροφορίες για το ιστορικό της κατανάλωσης περιλαμβάνουν:
σωρευτικά στοιχεία τουλάχιστον για τα τρία προηγούμενα έτη ή για την περίοδο από την έναρξη της σύμβασης προμήθειας εάν αυτή είναι μικρότερη. Τα στοιχεία αντιστοιχούν στις χρονικές περιόδους για τις οποίες υπάρχουν συχνά τιμολογιακές πληροφορίες· και
λεπτομερή στοιχεία για τον χρόνο χρήσης για οιαδήποτε ημέρα, εβδομάδα, μήνα και έτος. Τα στοιχεία αυτά κοινοποιούνται στον τελικό καταναλωτή μέσω του διαδικτύου ή της διεπαφής του μετρητή τουλάχιστον για το διάστημα των τελευταίων 24 μηνών ή για την περίοδο από την έναρξη της σύμβασης προμήθειας εάν αυτή είναι μικρότερη.
Ανεξάρτητα του εάν έχουν εγκατασταθεί έξυπνοι μετρητές ή όχι, τα κράτη μέλη:
απαιτούν, στον βαθμό που είναι διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν την ενεργειακή τιμολόγηση και το ιστορικό της κατανάλωσης των τελικών καταναλωτών, να διατίθενται κατόπιν αιτήματος του τελικού καταναλωτή, σε πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών οριζόμενο από τον τελικό καταναλωτή,
διασφαλίζουν ότι στους τελικούς καταναλωτές προσφέρεται η επιλογή ηλεκτρονικών τιμολογιακών πληροφοριών και τιμολόγησης και ότι, εάν οι πελάτες το ζητήσουν, λαμβάνουν σαφείς και κατανοητές εξηγήσεις για τον τρόπο με τον οποίο προέκυψε ο λογαριασμός τους, ιδίως στην περίπτωση που οι λογαριασμοί δεν βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση,
διασφαλίζουν ότι στον λογαριασμό παρέχονται κατάλληλα πληροφοριακά στοιχεία ώστε οι τελικοί καταναλωτές να έχουν πλήρη εικόνα του τρέχοντος ενεργειακού κόστους, σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙ,
μπορούν να προβλέπουν ότι, κατόπιν αιτήματος του τελικού καταναλωτή, οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτά τα τιμολόγια δεν θα θεωρούνται αίτημα προς πληρωμή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι προμηθευτές ενεργειακών πόρων προσφέρουν ευέλικτες ρυθμίσεις για τις πληρωμές,
μπορούν να απαιτούν οι πληροφορίες και οι εκτιμήσεις του ενεργειακού κόστους να παρέχονται στους καταναλωτές εφόσον τις ζητούν, εγκαίρως και σε κατανοητή μορφή ώστε να μπορούν να συγκρίνουν παρόμοιες προσφορές.
Άρθρο 10α
Πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
Η υποχρέωση αυτή, σε περίπτωση που αυτό προβλέπεται από το κράτος μέλος, με εξαίρεση την περίπτωση επιμερισμένης μέτρησης της κατανάλωσης βάσει κατανεμητών κόστους θέρμανσης δυνάμει του άρθρου 9β, μπορεί να εκπληρώνεται από σύστημα που επιτρέπει στον τελικό καταναλωτή ή τον τελικό χρήστη να ελέγχει τακτικά και να κοινοποιεί το αποτέλεσμα της μέτρησης που αναγράφεται στον μετρητή του. Μόνο όταν ο τελικός καταναλωτής ή ο τελικός χρήστης δεν έχει γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα αυτής της μέτρησης για δεδομένη περίοδο τιμολόγησης, η τιμολόγηση βασίζεται σε κατ' εκτίμηση ή σε κατ' αποκοπήν χρέωση.
Τα κράτη μέλη:
απαιτούν, αν υπάρχουν πληροφορίες που αφορούν την ενεργειακή τιμολόγηση και το ιστορικό της κατανάλωσης ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης των τελικών χρηστών, να διατίθενται κατ' αίτηση του τελικού χρήστη σε πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών τον οποίο ορίζει ο τελικός χρήστης,
διασφαλίζουν ότι στους τελικούς καταναλωτές προσφέρεται η επιλογή παροχής των πληροφοριών τιμολόγησης και των λογαριασμών με ηλεκτρονικό τρόπο,
διασφαλίζουν ότι στους λογαριασμούς παρέχονται σε όλους τους τελικούς χρήστες σαφείς και κατανοητές πληροφορίες σύμφωνα με το παράρτημα VIΙα σημείο 3 και
προάγουν την κυβερνοασφάλεια και διασφαλίζουν την προστασία της ιδιωτικότητας και των δεδομένων των τελικών χρηστών σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο.
Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, κατόπιν αιτήματος του τελικού καταναλωτή, η παροχή πληροφοριών τιμολόγησης δεν θεωρείται ότι συνιστά αίτημα προς πληρωμή. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προσφέρονται ευέλικτες ρυθμίσεις για τις πληρωμές.
Άρθρο 11
Κόστος πρόσβασης στις πληροφορίες μέτρησης και τιμολόγησης για το φυσικό αέριο
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές λαμβάνουν ατελώς όλους τους λογαριασμούς τους και τα στοιχεία για την κατανάλωση ενέργειας και ότι οι τελικοί καταναλωτές έχουν κατάλληλη και δωρεάν πρόσβαση στα στοιχεία της κατανάλωσή τους.
Άρθρο 11α
Κόστος πρόσβασης στη μέτρηση και στις πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης για τη θέρμανση, την ψύξη και το ζεστό νερό οικιακής χρήσης
Άρθρο 12
Ενημέρωση του καταναλωτή και πρόγραμμα ενθάρρυνσης
Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα σημεία που απαριθμούνται στα στοιχεία α) ή β):
ένα φάσμα μέσων και πολιτικών για να υποστηρίξουν την αλλαγή συμπεριφορών, τα οποία είναι δυνατό να περιλαμβάνουν:
φορολογικά κίνητρα,
πρόσβαση σε χρηματοδότηση, δάνεια ή επιδοτήσεις,
παροχή πληροφοριών,
υποδειγματικά έργα,
δραστηριότητες στον χώρο εργασίας,
τρόποι και μέσα προκειμένου να συμμετάσχουν οι καταναλωτές και οι οργανώσεις καταναλωτών στην ενδεχόμενη ανάπτυξη έξυπνων μετρητών, μέσω της γνωστοποίησης:
οικονομικώς αποδοτικών αλλαγών εύκολης εφαρμογής στη χρήση της ενέργειας,
πληροφοριών για τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης.
Άρθρο 13
Κυρώσεις
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με ►M7 στα άρθρα 7 έως 11α ◄ και με το άρθρο 18 παράγραφος 3, και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή έως τις 5 Ιουνίου 2014 και κοινοποιούν αμελλητί κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟ
Άρθρο 14
Προώθηση της απόδοσης στη θέρμανση και ψύξη
Η περιεκτική αξιολόγηση λαμβάνει πλήρως υπόψη την ανάλυση του εθνικού δυναμικού συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης που διενεργείται βάσει της οδηγίας 2004/8/ΕΚ.
Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, η αξιολόγηση επικαιροποιείται και κοινοποιείται στην Επιτροπή ανά πενταετία. Η Επιτροπή υποβάλλει παρόμοιο αίτημα τουλάχιστον ένα έτος πριν από τη λήξη της προθεσμίας.
Εάν η αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και η ανάλυση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεν εντοπίσουν δυνατότητες τα οφέλη των οποίων υπερβαίνουν τα κόστη, περιλαμβανομένου του διοικητικού κόστους για τη διεξαγωγή της ανάλυσης κόστους-οφέλους που αναφέρεται στην παράγραφο 5, τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τις εγκαταστάσεις από τις απαιτήσεις αυτής της παραγράφου.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι διεξάγεται ανάλυση κόστους-οφέλους σύμφωνα με το παράρτημα ΙΧ μέρος 2 όταν, μετά τις 5 Ιουνίου 2014:
σχεδιάζεται μια νέα θερμική εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW, προκειμένου να αξιολογήσει το κόστος και τα οφέλη από τη λειτουργία της εγκατάστασης ως εγκατάστασης συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης,
μια υφιστάμενη θερμική εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW ανακαινίζεται ουσιαστικά, προκειμένου να αξιολογήσει το κόστος και τα οφέλη από τη μετατροπή της σε συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης,
σχεδιάζεται ή ανακαινίζεται ουσιαστικά βιομηχανική εγκατάσταση με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW που παράγει απορριπτόμενη θερμότητα σε χρήσιμα επίπεδα θερμοκρασίας, προκειμένου να αξιολογήσει το κόστος και τα οφέλη από τη χρησιμοποίηση της απορριπτόμενης θερμότητας για να καλύψει οικονομικά αιτιολογημένη ζήτηση, μεταξύ άλλων μέσω συμπαραγωγής και από τη σύνδεση αυτής της εγκατάστασης σε δίκτυο τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης,
σχεδιάζεται ένα νέο δίκτυο τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης ή όταν σε υφιστάμενο δίκτυο προβλέπεται νέα εγκατάσταση παραγωγής ενέργειας με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW, ή όταν υφιστάμενη εγκατάσταση αυτών των χαρακτηριστικών πρόκειται να ανακαινιστεί ουσιαστικά, προκειμένου να αξιολογήσει το κόστος και τα οφέλη από τη χρησιμοποίηση της απορριπτόμενης θερμότητας από κοντινές βιομηχανικές εγκαταστάσεις.
Η τοποθέτηση εξοπλισμού για τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα που παράγεται σε εγκαταστάσεις καύσης με σκοπό την αποθήκευσή του σε γεωλογικούς σχηματισμούς σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην οδηγία 2009/31/ΕΚ δεν θεωρείται ανακαίνιση για τους σκοπούς των στοιχείων β), γ) και δ) της παρούσας παραγράφου.
Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν η ανάλυση κόστους-οφέλους που αναφέρεται στα στοιχεία γ) και δ) να διεξάγεται σε συνεργασία με τις εταιρείες που είναι υπεύθυνες για τη λειτουργία των δικτύων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης.
Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν από την παράγραφο 5:
τις εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής για την κάλυψη της ζήτησης σε περιόδους αιχμής ή την παραγωγή εφεδρικής ενέργειας που προορίζονται να λειτουργούν λιγότερο από 1 500 ώρες ετησίως κατά μέσο όρο για περίοδο πέντε ετών, με βάση διαδικασία επαλήθευσης την οποία καθορίζουν τα κράτη μέλη διασφαλίζοντας ότι πληρούται αυτό το κριτήριο εξαίρεσης,
τις εγκαταστάσεις πυρηνικής ενέργειας,
τις εγκαταστάσεις που πρέπει να βρίσκονται κοντά σε χώρο αποθήκευσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς που έχουν εγκριθεί δυνάμει της οδηγίας 2009/31/ΕΚ.
Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να καθορίζουν κατώτατα όρια, εκπεφρασμένα ως ποσά της διαθέσιμης χρήσιμης απορριπτόμενης θερμότητας, ως ζήτηση για θερμότητα ή ως αποστάσεις μεταξύ των βιομηχανικών εγκαταστάσεων και των δικτύων τηλεθέρμανσης, για την εξαίρεση μεμονωμένων εγκαταστάσεων από τις διατάξεις των στοιχείων γ) και δ) της παραγράφου 5.
Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν τις εξαιρέσεις που εγκρίνονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου στην Επιτροπή έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, καθώς και τυχόν μεταγενέστερες αλλαγές που επέρχονται σε αυτές.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κριτήρια αδειοδότησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, ή ισοδύναμα κριτήρια άδειας, προκειμένου:
να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα των περιεκτικών αξιολογήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1,
να διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 5, και
να λαμβάνεται υπόψη το αποτέλεσμα της ανάλυσης κόστους-οφέλους που αναφέρεται στην παράγραφο 5.
Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να επανεξετάζει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 23, τις εναρμονισμένες τιμές απόδοσης αναφοράς που καθορίζονται στην εκτελεστική απόφαση 2011/877/ΕΕ της Επιτροπής ( 7 ) βάσει της οδηγίας 2004/8/ΕΚ έως την 31η Δεκεμβρίου 2014.
Άρθρο 15
Μετατροπή, μεταφορά και διανομή ενέργειας
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ιδίως ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενέργειας, μέσω της ανάπτυξης των τιμολογίων και των κανονιστικών ρυθμίσεων δικτύου, εντός του πλαισίου της οδηγίας 2009/72/ΕΚ και λαμβάνοντας υπόψη το κόστος και τα οφέλη κάθε μέτρου, προβλέπουν κίνητρα για τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύου ώστε να διαθέτουν υπηρεσίες συστήματος στους χρήστες δικτύου επιτρέποντάς τους να εφαρμόζουν μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης ανάπτυξης ευφυών δικτύων.
Οι εν λόγω υπηρεσίες συστήματος μπορούν να καθορίζονται από τον διαχειριστή συστήματος και δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ασφάλεια του συστήματος.
Για τον ηλεκτρισμό, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κανονιστικές ρυθμίσεις δικτύου και τα τιμολόγια δικτύου, πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος ΧΙ, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές και τους κώδικες που εκπονήθηκαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 714/2009.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν έως τις 30 Ιουνίου 2015 ότι:
διενεργείται εκτίμηση του δυναμικού ενεργειακής απόδοσης των οικείων υποδομών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως όσον αφορά τη μετάδοση, τη διανομή, τη διαχείριση φορτίου και τη διαλειτουργικότητα, καθώς και τη σύνδεση με τις εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων πρόσβασης σε εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας πολύ μικρής κλίμακας,
προσδιορίζονται συγκεκριμένα μέτρα και επενδύσεις για την επίτευξη οικονομικώς αποδοτικών βελτιώσεων της ενεργειακής απόδοσης στην υποδομή δικτύου, με χρονοδιάγραμμα για την εισαγωγή τους.
◄
Οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος μεταφοράς και οι φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος διανομής συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΧΙΙ.
Τα κράτη μέλη μπορούν ειδικότερα να διευκολύνουν τη σύνδεση με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης σε μονάδες συμπαραγωγής μικρής και πολύ μικρής κλίμακας. Όπου ενδείκνυται, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα που σκοπό έχουν να ενθαρρύνουν τους διαχειριστές δικτύου να εφαρμόζουν «διαδικασία εγκατάστασης και ενημέρωσης» με απλή κοινοποίηση για την εγκατάσταση μονάδων συμπαραγωγής πολύ μικρής κλίμακας, ούτως ώστε να απλοποιηθούν και να συντομευθούν οι διαδικασίες έγκρισης για μεμονωμένους πολίτες και υπεύθυνους εγκατάστασης.
Όπου κρίνεται σκόπιμο, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους διαχειριστές συστήματος μεταφοράς και τους διαχειριστές συστήματος διανομής να ενθαρρύνουν να εγκαθίστανται οι μονάδες συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης πλησίον σημείων ζήτησης μειώνοντας τα τέλη σύνδεσης και τα τέλη χρήσης συστήματος.
▼M7 —————
Τα κράτη μέλη μπορούν να ενθαρρύνουν τους φορείς εκμετάλλευσης των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, να βελτιώσουν τα μέσα ετήσια καθαρά λειτουργικά τους ποσοστά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΟΡΙΖΟΝΤΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 16
Συστήματα αναγνώρισης προσόντων, διαπίστευσης και πιστοποίησης
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να γνωρίζουν οι καταναλωτές την ύπαρξη καθεστώτων πιστοποίησης ή/και διαπίστευσης σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1.
Άρθρο 17
Πληροφόρηση και κατάρτιση
Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν ώστε να παρέχονται πληροφορίες στις τράπεζες και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τις δυνατότητες συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας συμπράξεων ιδιωτικού/δημοσίου τομέα, όσον αφορά τη χρηματοδότηση μέτρων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.
Άρθρο 18
Ενεργειακές υπηρεσίες
Τα κράτη μέλη προωθούν την αγορά ενεργειακών υπηρεσιών και την πρόσβαση των ΜΜΕ στην εν λόγω αγορά:
διαδίδοντας σαφείς και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με:
τις διαθέσιμες συμβάσεις ενεργειακών υπηρεσιών και τις ρήτρες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις εν λόγω συμβάσεις προκειμένου να διασφαλίζονται η εξοικονόμηση ενέργειας και τα δικαιώματα των τελικών καταναλωτών,
τα χρηματοοικονομικά μέσα, τα κίνητρα, τις επιχορηγήσεις και τα δάνεια για τη στήριξη έργων υπέρ της ενεργειακής απόδοσης,
ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη σημάτων ποιότητας, μεταξύ άλλων, από εμπορικές ενώσεις,
δημοσιοποιώντας και επικαιροποιώντας τακτικά κατάλογο των διαθέσιμων παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών οι οποίοι είναι ειδικευμένοι ή/και πιστοποιημένοι, καθώς τα προσόντα ή/και τα πιστοποιητικά τους σύμφωνα με το άρθρο 16, ή παρέχοντας διεπαφή στην οποία οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών μπορούν να παρέχουν πληροφορίες,
υποστηρίζοντας την ανάληψη, από τον δημόσιο τομέα, προσφορών ενεργειακών υπηρεσιών, κυρίως για ανακαινίσεις κτιρίων:
παρέχοντας υποδείγματα συμβάσεων για συνάψεις συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης τα οποία περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα στοιχεία που παρατίθενται στο παράρτημα XIII,
παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με βέλτιστες πρακτικές για συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης, οι οποίες θα περιλαμβάνουν, εφόσον υπάρχει, ανάλυση κόστους-οφέλους χρησιμοποιώντας μια προσέγγιση που θα βασίζεται στον κύκλο ζωής.
▼M4 —————
Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν την ορθή λειτουργία της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών, όπου ενδείκνυται:
εντοπίζοντας και δημοσιοποιώντας σημεία επαφής στα οποία οι τελικοί καταναλωτές μπορούν να λαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1,
λαμβάνοντας, εφόσον απαιτείται, μέτρα για την άρση των κανονιστικών και μη κανονιστικών φραγμών που παρεμποδίζουν τη σύναψη συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης και άλλα πρότυπα υπηρεσιών ενεργειακής αποδοτικότητας για τον εντοπισμό ή/και την εφαρμογή μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας,
μελετώντας τη σύσταση ή την ανάθεση του ρόλου ανεξάρτητου μηχανισμού, όπως ο διαμεσολαβητής, για να εξασφαλίζει την αποτελεσματική διαχείριση καταγγελιών και την εξωδικαστική επίλυση διαφορών που ανακύπτουν από συμβάσεις ενεργειακών υπηρεσιών,
επιτρέποντας σε ανεξάρτητους μεσάζοντες στις αγορές να διαδραματίζουν ρόλο στην τόνωση της ανάπτυξης της αγοράς από την πλευρά τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς.
Άρθρο 19
Άλλα μέτρα προώθησης της ενεργειακής απόδοσης
Τα κράτη μέλη αξιολογούν και, εάν απαιτείται, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την άρση των ρυθμιστικών και μη ρυθμιστικών φραγμών στην ενεργειακή απόδοση χωρίς να θίγονται οι βασικές αρχές του δικαίου των κρατών μελών για την ιδιοκτησία και τις μισθώσεις, κυρίως όσον αφορά:
την κατανομή κινήτρων μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή κτηρίου ή μεταξύ ιδιοκτητών, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι τα συγκεκριμένα μέρη δεν αποτρέπονται από την πραγματοποίηση επενδύσεων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, τις οποίες θα είχαν ειδάλλως πραγματοποιήσει, από το γεγονός ότι ατομικά δεν αποκομίζουν όλα τα οφέλη ή λόγω έλλειψης κανόνων επιμερισμού του κόστους και των οφελών μεταξύ τους, συμπεριλαμβανομένων εθνικών κανόνων και μέτρων για τη διευθέτηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων για την πολυιδιοκτησία,
τις νομικές και κανονιστικές διατάξεις και τις διοικητικές πρακτικές, όσον αφορά τις κρατικές προμήθειες και τον ετήσιο προϋπολογισμό και λογιστική, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι οι μεμονωμένοι δημόσιοι φορείς δεν αποτρέπονται από την πραγματοποίηση επενδύσεων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και την ελαχιστοποίηση του κόστους του αναμενόμενου κύκλου ζωής και από τη χρησιμοποίηση συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης και άλλων χρηματοδοτικών μηχανισμών τρίτων μερών σε μακροπρόθεσμη συμβατική βάση.
Τα εν λόγω μέτρα άρσης των φραγμών μπορεί να περιλαμβάνουν παροχή κινήτρων, κατάργηση ή τροποποίηση νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων, ή έγκριση κατευθυντήριων γραμμών και ερμηνευτικών ανακοινώσεων ή απλοποίηση διοικητικών διαδικασιών. Τα μέτρα αυτά μπορούν να συνδυαστούν με την παροχή εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και ειδικών πληροφοριών και τεχνικής βοήθειας για την ενεργειακή απόδοση.
Άρθρο 20
Εθνικό ταμείο ενεργειακής απόδοσης και χρηματοδοτικής και τεχνικής υποστήριξης
στις δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3α περιλαμβάνονται οι ακόλουθες:
η κινητοποίηση κεφαλαιακών επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση με εξέταση των ευρύτερων επιπτώσεων της εξοικονόμησης ενέργειας έναντι της διαχείρισης του χρηματοοικονομικού κινδύνου,
η διασφάλιση καλύτερων δεδομένων για τις ενεργειακές και χρηματοδοτικές επιδόσεις μέσω:
της περαιτέρω εξέτασης του τρόπου με τον οποίο οι επενδύσεις ενεργειακής απόδοσης βελτιώνουν τις υποκείμενες αξίες ενεργητικού,
της υποστήριξης μελετών για να εκτιμηθεί η αποτίμηση σε νόμισμα των μη ενεργειακών οφελών που αποφέρουν οι επενδύσεις στην ενεργειακή απόδοση.
για τους σκοπούς της κινητοποίησης ιδιωτικής χρηματοδότησης σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης και ενεργειακής ανακαίνισης, τα κράτη μέλη, κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας:
εξετάζουν τρόπους για καλύτερη αξιοποίηση των ενεργειακών ελέγχων βάσει του άρθρου 8 προς επηρεασμό της διαδικασίας λήψης αποφάσεων,
αξιοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τις δυνατότητες και τα εργαλεία που προτείνονται στην πρωτοβουλία «Έξυπνη χρηματοδότηση για έξυπνα κτίρια».
Άρθρο 21
Συντελεστές μετατροπής
Για τους σκοπούς της σύγκρισης της εξοικονόμησης ενέργειας και της μετατροπής σε συγκρίσιμη μονάδα ισχύουν οι συντελεστές μετατροπής του παραρτήματος IV, εκτός εάν μπορεί να δικαιολογηθεί η χρήση άλλων συντελεστών μετατροπής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 22
Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις
Άρθρο 23
Άσκηση της εξουσιοδότησης
Άρθρο 24
Επισκόπηση και παρακολούθηση της εφαρμογής
▼M4 —————
Έως τις 30 Ιουνίου 2016, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την εφαρμογή του άρθρου 7. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από νομοθετική πρόταση για έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους σκοπούς:
την αλλαγή της τελικής ημερομηνίας που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1,
την επανεξέταση των απαιτήσεων που τίθενται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1, 2 και 3,
τη θέσπιση πρόσθετων κοινών απαιτήσεων, ιδίως όσον αφορά τα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 7.
▼M4 —————
Η εν λόγω αξιολόγηση περιλαμβάνει:
εξέταση του αν είναι σκόπιμο να προσαρμοσθούν, μετά το 2030, οι απαιτήσεις και η εναλλακτική προσέγγιση που προβλέπεται στο άρθρο 5,
εκτίμηση της γενικής αποτελεσματικότητας της παρούσας οδηγίας και της ανάγκης να προσαρμοσθεί περαιτέρω η πολιτική ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή κατά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή ( 10 ) και υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην οικονομία και την καινοτομία.
Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από προτάσεις για περαιτέρω μέτρα.
Άρθρο 25
Επιγραμμική πλατφόρμα
Η Επιτροπή δημιουργεί μια επιγραμμική πλατφόρμα για την ενίσχυση της πρακτικής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Η πλατφόρμα αυτή υποστηρίζει την ανταλλαγή εμπειριών όσον αφορά πρακτικές, τη συγκριτική αξιολόγηση, δραστηριότητες δικτύωσης, καθώς και καινοτόμες πρακτικές.
Άρθρο 26
Διαδικασία επιτροπών
Άρθρο 27
Τροποποιήσεις και καταργήσεις
Η οδηγία 2004/8/ΕΚ καταργείται από τις 5 Ιουνίου 2014 με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με την προθεσμία μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο.
Οι παραπομπές στις οδηγίες 2006/32/ΕΚ και 2004/8/ΕΚ θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XV.
Η οδηγία 2009/125/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη:
«(35α) |
Η οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων ( *1 ) απαιτεί από τα κράτη μέλη να καθορίζουν απαιτήσεις για την ενεργειακή απόδοση των δομικών στοιχείων που αποτελούν μέρος του κελύφους του κτιρίου και συστημικές απαιτήσεις όσον αφορά τη συνολική ενεργειακή απόδοση, την ορθή εγκατάσταση και τη σωστή διαστασιολόγηση, ρύθμιση και έλεγχο των τεχνικών συστημάτων κτιρίων που εγκαθίστανται σε υφιστάμενα κτίρια. Παρουσιάζει συνεκτικότητα προς τους στόχους της παρούσας οδηγίας το γεγονός ότι οι απαιτήσεις αυτές μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις να περιορίζουν την εγκατάσταση προϊόντων σχετικών με την ενέργεια τα οποία συμμορφώνονται προς την εν λόγω οδηγία και τα εκτελεστικά της μέτρα, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν αποτελούν αδικαιολόγητο φραγμό για το εμπόριο. |
Προστίθεται η ακόλουθη περίοδος στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 6:
«Τούτο ισχύει με την επιφύλαξη των απαιτήσεων για την ενεργειακή απόδοση και των συστημικών απαιτήσεων που καθορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 8 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ.».
Άρθρο 28
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
Παρά το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 4, το άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, το άρθρο 5 παράγραφος 5, το άρθρο 5 παράγραφος 6, το άρθρο 7 παράγραφος 9 τελευταίο εδάφιο, το άρθρο 14 παράγραφος 6, το άρθρο 19 παράγραφος 2, το άρθρο 24 παράγραφος 1 και το άρθρο 24 παράγραφος 2 και με το παράρτημα V σημείο 4, μέχρι τις ημερομηνίες που αναφέρονται σε αυτά.
Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις λεπτομέρειες της εν λόγω παραπομπής.
Άρθρο 29
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 30
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΗ
Μέρος I
Γενικές αρχές
Οι τιμές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή προσδιορίζονται βάσει της αναμενόμενης ή της πραγματικής λειτουργίας της μονάδας υπό κανονικές συνθήκες χρήσης. Για μονάδες συμπαραγωγής πολύ μικρής κλίμακας ο υπολογισμός μπορεί να βασίζεται σε πιστοποιημένες τιμές.
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή θεωρείται ίση με τη συνολική ετήσια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της μονάδας που μετράται στο σημείο εξόδου των κύριων γεννητριών,
σε μονάδες συμπαραγωγής τύπου β), δ), ε), στ), ζ) και η) που αναφέρονται στο μέρος II με ετήσια συνολική απόδοση οριζόμενη από τα κράτη μέλη σε επίπεδο τουλάχιστον 75 %, και
σε μονάδες συμπαραγωγής τύπου α) και γ) που αναφέρονται στο μέρος II, με ετήσια συνολική απόδοση οριζόμενη από τα κράτη μέλη σε επίπεδο τουλάχιστον 80 %.
Σε μονάδες συμπαραγωγής με ετήσια συνολική απόδοση κάτω από την τιμή που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημείο i) [μονάδες συμπαραγωγής τύπου β), δ), ε), στ), ζ), και η) που αναφέρονται στο μέρος II] ή με ετήσια συνολική απόδοση κάτω από την τιμή που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημείο ii) [μονάδες συμπαραγωγής τύπου α) και γ) που αναφέρονται στο μέρος ΙΙ], η συμπαραγωγή υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:
ECHP=HCHP*C
όπου:
Ο υπολογισμός της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή πρέπει να βασίζεται στον πραγματικό λόγο της ηλεκτρικής ενέργειας προς τη θερμότητα. Εάν δεν είναι γνωστός ο πραγματικός λόγος ηλεκτρικής ενέργειας προς θερμότητα μιας μονάδας συμπαραγωγής, μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι ακόλουθες προκαθορισμένες τιμές, ιδίως για στατιστικούς σκοπούς, για μονάδες τύπου α), β), γ), δ) και ε) που αναφέρονται στο μέρος ΙΙ, υπό τον όρο ότι η υπολογιζόμενη ηλεκτρική ενέργεια από συμπαραγωγή είναι μικρότερη ή ίση με τη συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της μονάδας:
Τύπος μονάδας |
Προκαθορισμένος λόγος ηλεκτρικής ενέργειας προς θερμότητα, C |
Αεριοστρόβιλος συνδυασμένου κύκλου με ανάκτηση θερμότητας |
0,95 |
Ατμοστρόβιλος με αντίθλιψη |
0,45 |
Ατμοστρόβιλος συμπύκνωσης — εξάτμισης |
0,45 |
Αεριοστρόβιλος με ανάκτηση θερμότητας |
0,55 |
Κινητήρας εσωτερικής καύσης |
0,75 |
Εάν τα κράτη μέλη θεσπίσουν προκαθορισμένες τιμές για τον λόγο ηλεκτρικής ενέργειας προς θερμότητα για μονάδες των τύπων στ), ζ), η), θ), ι) και ια) που αναφέρονται στο μέρος II, οι εν λόγω προκαθορισμένες τιμές δημοσιεύονται και κοινοποιούνται στην Επιτροπή.
Εάν μέρος του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία συμπαραγωγής ανακτάται σε χημικά προϊόντα και ανακυκλώνεται, το μέρος αυτό μπορεί να αφαιρεθεί από την ποσότητα των χρησιμοποιούμενων καυσίμων πριν από τον υπολογισμό της συνολικής απόδοσης που αναφέρεται στα στοιχεία α) και β).
Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν τον λόγο ηλεκτρικής ενέργειας προς θερμότητα ως τον λόγο της ηλεκτρικής ενέργειας προς την ωφέλιμη θερμότητα κατά τη λειτουργία με τον τρόπο της συμπαραγωγής με μικρότερη ισχύ, χρησιμοποιώντας τα επιχειρησιακά δεδομένα της συγκεκριμένης μονάδας.
Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν και άλλες περιόδους υποβολής εκθέσεων πλην του έτους για τους σκοπούς των υπολογισμών σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β).
Μέρος II
Τεχνολογίες συμπαραγωγής που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία
α) Αεριοστρόβιλος συνδυασμένου κύκλου με ανάκτηση θερμότητας
β) Ατμοστρόβιλος με αντίθλιψη
γ) Ατμοστρόβιλος συμπύκνωσης – εξάτμισης
δ) Αεριοστρόβιλος με ανάκτηση θερμότητας
ε) Κινητήρας εσωτερικής καύσης
στ) Μικροστρόβιλοι
ζ) Μηχανές Stirling
η) Κυψέλες καυσίμου
θ) Ατμομηχανές
ι) Κύκλοι Rankine για βιομάζα
ια) Κάθε άλλος τύπος τεχνολογίας ή συνδυασμός αυτών που εμπίπτουν στον ορισμό που διατυπώνεται στο άρθρο 2 σημείο 30.
Κατά την υλοποίηση και εφαρμογή των γενικών αρχών για τον υπολογισμό της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις αναλυτικές κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίστηκαν με την απόφαση 2008/952/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί καθορισμού αναλυτικών κατευθυντήριων γραμμών για την υλοποίηση και εφαρμογή του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2004/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 11 ).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Οι τιμές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της απόδοσης της συμπαραγωγής και της εξοικονόμησης πρωτογενούς ενέργειας προσδιορίζονται βάσει της αναμενόμενης ή της πραγματικής λειτουργίας της μονάδας υπό κανονικές συνθήκες χρήσης.
α) Συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης πρέπει να πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
β) Υπολογισμός της εξοικονόμησης πρωτογενούς ενέργειας
Η ποσότητα της εξοικονομούμενης πρωτογενούς ενέργειας που αποδίδεται από συμπαραγωγή και ορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα Ι υπολογίζεται με βάση τον ακόλουθο τύπο:
Όπου:
γ) Υπολογισμοί εξοικονόμησης ενέργειας με χρήση εναλλακτικών μεθόδων υπολογισμού
Τα κράτη μέλη μπορούν να υπολογίζουν την εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας από παραγωγή θερμότητας, ηλεκτρικής και μηχανικής ενέργειας, όπως αναφέρονται κατωτέρω, χωρίς να εφαρμόζουν το παράρτημα Ι, προκειμένου να αποκλείσουν τις ποσότητες θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας της ίδιας διαδικασίας που δεν παράγονται από συμπαραγωγή. Η παραγωγή αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης υπό τον όρο ότι πληροί τα κριτήρια απόδοσης του στοιχείου α) του παρόντος παραρτήματος και, προκειμένου περί μονάδων συμπαραγωγής με ισχύ ηλεκτροπαραγωγής άνω των 25 MW, η συνολική απόδοση υπερβαίνει το 70 %. Ο προσδιορισμός όμως της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή που παράγεται στο πλαίσιο αυτής της παραγωγής, για τη χορήγηση εγγυήσεων προέλευσης και για στατιστικούς σκοπούς, πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα I.
Εάν η εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας για μια διαδικασία υπολογίζεται με τις εναλλακτικές μεθόδους που αναφέρονται ανωτέρω, η εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας υπολογίζεται με τον τύπο του στοιχείου β) του παρόντος παραρτήματος, αντικαθιστώντας: «CHP Ηη» με «Ηη» και «CHP Εη» με «Εη», όπου:
Ηη η θερμική απόδοση της διαδικασίας, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη θερμότητα διαιρούμενη διά της ποσότητας των καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του συνόλου της παραγόμενης θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας.
Εη η ηλεκτρική απόδοση της διαδικασίας, οριζόμενη ως η ετησίως παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια διαιρούμενη διά της ποσότητας καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του συνόλου της παραγόμενης θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας. Εάν μια μονάδα συμπαραγωγής παράγει μηχανική ενέργεια, η ετήσια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή μπορεί να προσαυξηθεί κατά μια πρόσθετη ποσότητα που αντιπροσωπεύει την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που ισοδυναμεί με την ποσότητα μηχανικής ενέργειας. Αυτή η πρόσθετη ποσότητα δεν δημιουργεί δικαίωμα έκδοσης εγγυήσεων προέλευσης σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 10.
δ) |
Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν και άλλες περιόδους υποβολής εκθέσεων πλην του έτους για τους σκοπούς των υπολογισμών σύμφωνα με το στοιχεία β) και γ) του παρόντος παραρτήματος. |
ε) |
Για τις μονάδες συμπαραγωγής πολύ μικρής κλίμακας ο υπολογισμός της εξοικονόμησης πρωτογενούς ενέργειας μπορεί να βασίζεται σε πιστοποιημένα στοιχεία. |
στ) |
Τιμές απόδοσης αναφοράς για χωριστή παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας Οι εναρμονισμένες τιμές απόδοσης αναφοράς συνίστανται σε έναν πίνακα τιμών που διαφοροποιούνται με κατάλληλους παράγοντες, όπως το έτος κατασκευής και οι τύποι καυσίμων, και πρέπει να βασίζονται σε μια καλά τεκμηριωμένη ανάλυση η οποία λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τα δεδομένα λειτουργικής χρήσης σε πραγματικές συνθήκες, το μείγμα καυσίμων και τις κλιματικές συνθήκες, καθώς και τις εφαρμοζόμενες τεχνολογίες συμπαραγωγής. Οι τιμές απόδοσης αναφοράς για τη χωριστή παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με τον τύπο που παρατίθεται στο στοιχείο β) καθορίζουν τη λειτουργική απόδοση της χωριστής παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, την οποία καλείται να υποκαταστήσει η συμπαραγωγή. Οι τιμές απόδοσης αναφοράς υπολογίζονται σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:
1.
Για τις μονάδες συμπαραγωγής η σύγκριση με τη χωριστή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας βασίζεται στην αρχή ότι συγκρίνονται οι ίδιες κατηγορίες καυσίμων.
2.
Κάθε μονάδα συμπαραγωγής συγκρίνεται με τη βέλτιστη διαθέσιμη και οικονομικώς δικαιολογημένη τεχνολογία της αγοράς για τη χωριστή παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας κατά το έτος κατασκευής της μονάδας συμπαραγωγής.
3.
Οι τιμές απόδοσης αναφοράς για μονάδες συμπαραγωγής ηλικίας άνω των 10 ετών καθορίζονται βάσει των τιμών αναφοράς μονάδων ηλικίας 10 ετών.
4.
Οι τιμές απόδοσης αναφοράς για τη χωριστή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας αντικατοπτρίζουν τις κλιματικές διαφορές μεταξύ κρατών μελών. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΚΤΙΡΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Οι κεντρικές δημόσιες διοικήσεις που αγοράζουν προϊόντα, υπηρεσίες ή κτίρια θα πρέπει, στον βαθμό που τούτο είναι συμβατό προς την οικονομική αποδοτικότητα, την οικονομική σκοπιμότητα, τη γενικότερη βιωσιμότητα, την τεχνική καταλληλότητα, καθώς και τον επαρκή ανταγωνισμό:
εάν ένα προϊόν καλύπτεται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εκδοθείσα δυνάμει της οδηγίας 2010/30/ΕΕ ή σχετικής εκτελεστικής οδηγίας της Επιτροπής, να αγοράζουν αποκλειστικά προϊόντα που πληρούν το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο ανήκουν στην υψηλότερη δυνατή κατηγορία ενεργειακής απόδοσης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί επαρκής ανταγωνισμός,
εάν ένα προϊόν που δεν καλύπτεται από το στοιχείο α) καλύπτεται από εκτελεστικό μέτρο δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ που εγκρίθηκε μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, να αγοράζουν αποκλειστικά προϊόντα τα οποία συμμορφώνονται προς τα κριτήρια αναφοράς για την ενεργειακή απόδοση που προσδιορίζονται στο εν λόγω εκτελεστικό μέτρο,
να αγοράζουν προϊόντα εξοπλισμού γραφείου που καλύπτονται από την απόφαση 2006/1005/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με το συντονισμό προγραμμάτων επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης για το γραφειακό εξοπλισμό ( 12 ) τα οποία συμμορφώνονται προς απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που δεν είναι λιγότερο αυστηρές από τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο παράρτημα Γ της συμφωνίας που επισυνάπτεται στην εν λόγω απόφαση,
να αγοράζουν αποκλειστικά ελαστικά που συμμορφώνονται προς το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο έχουν την υψηλότερη κατηγορία ενεργειακής απόδοσης καυσίμων, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1222/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σήμανση των ελαστικών επισώτρων αναφορικά με την εξοικονόμηση καυσίμου και άλλες ουσιώδεις παραμέτρους ( 13 ). Η απαίτηση αυτή δεν εμποδίζει τους δημόσιους φορείς να αγοράζουν ελαστικά με την υψηλότερη κατηγορία πρόσφυσης σε υγρό οδόστρωμα ή κατηγορία εξωτερικού θορύβου κύλισης όταν δικαιολογείται για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας υγείας,
να απαιτούν, στις οικείες προσκλήσεις σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, από τους παρόχους υπηρεσιών να χρησιμοποιούν, για τους σκοπούς της παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, αποκλειστικά προϊόντα που συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ), κατά την παροχή των υπόψη υπηρεσιών. Η απαίτηση αυτή ισχύει μόνον για τα νέα προϊόντα που αγοράζουν οι πάροχοι υπηρεσιών εν μέρει ή εξ ολοκλήρου για τον σκοπό της παροχής της συγκεκριμένης υπηρεσίας,
να αγοράζουν ή συνάπτουν νέες συμφωνίες μίσθωσης αποκλειστικά για κτίρια που πληρούν τουλάχιστον τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, εκτός εάν σκοπός της αγοράς είναι:
η ανάληψη ριζικής ανακαίνισης ή η κατεδάφισης,
σε περίπτωση δημόσιων φορέων, η μεταπώληση του κτιρίου χωρίς να χρησιμοποιηθεί για ίδιους σκοπούς του δημόσιου φορέα, ή
η διατήρηση του κτιρίου ως επισήμως προστατευόμενο τμήμα συγκεκριμένου περιβάλλοντος, ή λόγω της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ή ιστορικής του αξίας.
Η συμμόρφωση προς τις εν λόγω απαιτήσεις επαληθεύεται μέσω των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΓΙΑ ΤΕΛΙΚΗ ΧΡΗΣΗ – ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ ( 14 )
Ενεργειακό προϊόν |
kg ι.π. |
(καθαρή θερμογόνος δύναμη) |
kWh (καθαρή θερμογόνος δύναμη) |
1 kg οπτάνθρακας |
28 500 |
0,676 |
7,917 |
1 kg λιθάνθρακας |
17 200 - 30 700 |
0,411 - 0,733 |
4,778 - 8,528 |
1 kg μπρικέτες φαιάνθρακα |
20 000 |
0,478 |
5,556 |
1 kg μαύρος λιγνίτης |
10 500 - 21 000 |
0,251 - 0,502 |
2,917 - 5,833 |
1 kg φαιάνθρακας |
5 600 - 10 500 |
0,134 - 0,251 |
1,556 - 2,917 |
1 kg πετρελαιούχος σχιστόλιθος |
8 000 - 9 000 |
0,191 - 0,215 |
2,222 - 2,500 |
1 kg τύρφη |
7 800 - 13 800 |
0,186 - 0,330 |
2,167 - 3,833 |
1 kg μπρικέτες τύρφης |
16 000 - 16 800 |
0,382 - 0,401 |
4,444 - 4,667 |
1 kg βαρύ μαζούτ (βαρύ πετρέλαιο) |
40 000 |
0,955 |
11,111 |
1 kg ελαφρό μαζούτ |
42 300 |
1,010 |
11,750 |
1 kg βενζίνη κινητήρων (βενζίνη αυτοκινήτων) |
44 000 |
1,051 |
12,222 |
1 kg παραφίνη |
40 000 |
0,955 |
11,111 |
1 kg υγροποιημένο πετρελαϊκό αέριο (υγραέριο) |
46 000 |
1,099 |
12,778 |
1 kg φυσικό αέριο (1) |
47 200 |
1,126 |
13,10 |
1 kg υγροποιημένο φυσικό αέριο |
45 190 |
1,079 |
12,553 |
1 kg ξύλα (25 % υγρασία) (2) |
13 800 |
0,330 |
3,833 |
1 kg συσφαιρώματα/μπρικέτες ξύλου |
16 800 |
0,401 |
4,667 |
1 kg απόβλητα |
7 400 - 10 700 |
0,177 - 0,256 |
2,056 - 2,972 |
1 MJ παραγόμενη θερμότητα |
1 000 |
0,024 |
0,278 |
1 kWh ηλεκτρική ενέργεια |
3 600 |
0,086 |
1 (3) |
(1)
93 % μεθάνιο.
(2)
Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν άλλες τιμές, ανάλογα με το είδος ξύλου που χρησιμοποιείται συνήθως στο εκάστοτε κράτος μέλος.
►M3
(3)
Ισχύει όταν η εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται σε όρους πρωτογενούς ενέργειας με χρήση προσέγγισης από κάτω προς τα πάνω με γνώμονα την τελική κατανάλωση ενέργειας. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν συντελεστή που καθορίζεται μέσω διαφανούς μεθόδου με βάση τις εθνικές συνθήκες που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, προκειμένου να διασφαλίζεται ο ακριβής υπολογισμός της πραγματικής εξοικονόμησης. Οι εν λόγω συνθήκες είναι αιτιολογημένες και επαληθεύσιμες και βασίζονται σε αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν προκαθορισμένο συντελεστή 2,1 ή να χρησιμοποιούν τη διακριτική τους ευχέρεια για να καθορίσουν διαφορετικό συντελεστή εφόσον μπορούν να τον δικαιολογήσουν. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη το ενεργειακό τους μείγμα που περιλαμβάνεται στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα τα οποία κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Έως τις 25 Δεκεμβρίου 2022 και εν συνεχεία ανά τετραετία, η Επιτροπή αναθεωρεί τον προκαθορισμένο συντελεστή με βάση παρατηρούμενα στοιχεία. Η εν λόγω αναθεώρηση διενεργείται λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεών της σε άλλα τμήματα του ενωσιακού δικαίου, όπως η οδηγία 2009/125/ΕΚ και ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/1369 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2017, σχετικά με τον καθορισμό ενός πλαισίου για την ενεργειακή σήμανση και για την κατάργηση της οδηγίας 2010/30/ΕΕ (ΕΕ L 198 της 28.7.2017, σ. 1). ◄Πηγή: Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat). |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
Κοινές μέθοδοι και αρχές για τον υπολογισμό των επιπτώσεων των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης ή άλλων μέτρων πολιτικής δυνάμει των άρθρων 7, 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6:
1. |
Μέθοδοι για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας, εκτός εκείνης που προκύπτει από φορολογικά μέτρα για τους σκοπούς των άρθρων 7, 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6. Τα υπόχρεα, συμμετέχοντα ή εξουσιοδοτηθέντα μέρη ή οι δημόσιες αρχές επιβολής μπορούν να χρησιμοποιούν τις ακόλουθες μεθόδους για να υπολογίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας:
α)
την προβλεπόμενη εξοικονόμηση, με βάση τα αποτελέσματα ανεξάρτητου ελέγχου προηγούμενων ενεργειακών βελτιώσεων σε παρόμοιες εγκαταστάσεις. Η γενική προσέγγιση ονομάζεται «εκ των προτέρων»,
β)
την καταμετρημένη εξοικονόμηση, στο πλαίσιο της οποίας η εξοικονόμηση από την εφαρμογή μέτρου ή δέσμης μέτρων προσδιορίζεται με την καταγραφή της πραγματικής μείωσης της χρήσης ενέργειας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη παραγόντων όπως η προσθετικότητα, ο βαθμός πληρότητας, τα επίπεδα παραγωγής και οι καιρικές συνθήκες που ενδέχεται να επηρεάζουν την κατανάλωση. Η γενική προσέγγιση ονομάζεται «εκ των υστέρων»,
γ)
την κλιμακωτή εξοικονόμηση, όταν χρησιμοποιούνται εκτιμήσεις μηχανικού για την εξοικονόμηση. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο όταν είναι δύσκολη ή δυσανάλογα δαπανηρή η εξαγωγή έγκυρων δεδομένων από μετρήσεις σε συγκεκριμένη εγκατάσταση, π.χ. αντικατάσταση συμπιεστή ή ηλεκτρικού κινητήρα διαφορετικής κατάταξης σε kWh από εκείνον για τον οποίο υπάρχουν ανεξάρτητες μετρήσεις όσον αφορά την εξοικονόμηση, ή όταν οι εκτιμήσεις αυτές διεξάγονται βάσει εθνικών μεθοδολογιών και κριτηρίων αναφοράς από ειδικευμένους ή πιστοποιημένους εμπειρογνώμονες, οι οποίοι εργάζονται ανεξάρτητα από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα εμπλεκόμενα μέρη,
δ)
την εξοικονόμηση σύμφωνα με έρευνα, όταν προσδιορίζεται η ανταπόκριση των καταναλωτών σε συμβουλές, ενημερωτικές εκστρατείες, καθεστώτα επισήμανσης ή πιστοποίησης ή «έξυπνες» μετρήσεις. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για εξοικονόμηση που προκύπτει από αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών. Δεν χρησιμοποιείται για εξοικονόμηση που προκύπτει από την εγκατάσταση υλικών μέτρων εξοικονόμησης. |
2. |
Για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας από μέτρο ενεργειακής απόδοσης για τους σκοπούς των άρθρων 7, 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:
α)
Η εξοικονόμηση αποδεικνύεται ότι είναι συμπληρωματική εκείνης που θα είχε επιτευχθεί ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή των αρμόδιων δημόσιων αρχών επιβολής. Για να υπολογίσουν την εξοικονόμηση που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως συμπληρωματική, τα κράτη μέλη εξετάζουν το πώς θα εξελισσόταν η χρήση και η ζήτηση ενέργειας χωρίς τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου πολιτικής λαμβάνοντας υπόψη τουλάχιστον τους εξής παράγοντες: τάσεις κατανάλωσης ενέργειας, αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών, τεχνολογική πρόοδο και αλλαγές που οφείλονται σε άλλα μέτρα που εφαρμόζονται σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο.
β)
Ως εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή υποχρεωτικού ενωσιακού δικαίου θεωρείται η εξοικονόμηση που θα είχε προκύψει ούτως ή άλλως και, ως εκ τούτου, δεν δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1. Κατά παρέκκλιση από την εν λόγω υποχρέωση, η εξοικονόμηση που αφορά την ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων μπορεί να δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1, με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχείο η) του παρόντος παραρτήματος. Εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή εθνικών ελάχιστων απαιτήσεων που έχουν θεσπιστεί για νέα κτίρια πριν από τη μεταφορά της οδηγίας 2010/31/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο μπορεί να δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχείο η) του παρόντος παραρτήματος και ότι η εν λόγω εξοικονόμηση έχει κοινοποιηθεί από τα κράτη μέλη στα εθνικά τους σχέδια δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2.
γ)
Λαμβάνεται υπόψη μόνο η εξοικονόμηση που υπερβαίνει τα ακόλουθα επίπεδα:
i)
ii)
τις απαιτήσεις της Ένωσης που αφορούν την απόσυρση από την αγορά ορισμένων συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων κατ' εφαρμογή εκτελεστικών μέτρων δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ.
δ)
Επιτρέπονται πολιτικές με σκοπό να ενθαρρυνθούν υψηλότερα επίπεδα ενεργειακής απόδοσης προϊόντων, εξοπλισμού, μεταφορικών συστημάτων, οχημάτων και καυσίμων, κτιρίων και δομικών στοιχείων, διαδικασιών ή αγορών.
ε)
Τα μέτρα που προάγουν την εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μικρής κλίμακας επί ή εντός κτιρίων μπορούν να είναι επιλέξιμα να ληφθούν υπόψη για την εκπλήρωση εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1, εφόσον συντελούν σε εξοικονόμηση ενέργειας που μπορεί να επαληθευθεί και να μετρηθεί ή να εκτιμηθεί. Ο υπολογισμός της εξοικονόμησης ενέργειας είναι σύμφωνος με τις απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος.
στ)
Όσον αφορά πολιτικές που επιταχύνουν τη χρήση πιο αποδοτικών προϊόντων και οχημάτων, η εξοικονόμηση μπορεί να λαμβάνεται πλήρως υπόψη, εφόσον αποδεικνύεται ότι η εν λόγω αντικατάσταση λαμβάνει χώρα πριν λήξει ο μέσος αναμενόμενος κύκλος ζωής των προϊόντων ή των οχημάτων ή πριν από τη συνήθη αντικατάσταση των προϊόντων ή των οχημάτων και η εξοικονόμηση δηλώνεται μόνο για την περίοδο μέχρι τη λήξη του μέσου αναμενόμενου κύκλου ζωής των προϊόντων ή των οχημάτων που πρόκειται να αντικατασταθούν.
ζ)
Όταν προωθούν τη λήψη μέτρων ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη μεριμνούν, όπου συντρέχει περίπτωση, ώστε να διατηρηθούν ή, εφόσον δεν υφίστανται, να καθιερωθούν προδιαγραφές ποιότητας για προϊόντα, υπηρεσίες και την εγκαθίδρυση μέτρων.
η)
Για να συνυπολογισθούν οι κλιματικές διακυμάνσεις μεταξύ περιοχών, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να προσαρμόσουν την εξοικονόμηση σε μια σταθερή τιμή ή να ορίσουν διαφορετικές τιμές εξοικονόμησης ενέργειας συναρτήσει των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας μεταξύ περιοχών.
θ)
Κατά τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος ζωής των μέτρων και ο ρυθμός μείωσης της εξοικονόμησης με την πάροδο του χρόνου. Κατά τον εν λόγω υπολογισμό συνυπολογίζεται η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται με κάθε επιμέρους δράση κατά την περίοδο από την ημερομηνία εφαρμογής της έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή την 31η Δεκεμβρίου 2030, ανάλογα με την περίπτωση. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν διαφορετική μέθοδο η οποία κρίνεται ότι επιτυγχάνει τουλάχιστον την ίδια συνολική εξοικονόμηση. Κατά τη χρήση άλλης μεθόδου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συνολική εξοικονομούμενη ενέργεια η οποία υπολογίζεται βάσει της εν λόγω μεθόδου δεν υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που θα προέκυπτε από τον υπολογισμό της όταν υπολογίζεται η εξοικονόμηση κάθε επιμέρους δράσης κατά την περίοδο από την ημερομηνία εφαρμογής της έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή την 31η Δεκεμβρίου 2030, ανάλογα με την περίπτωση. Τα κράτη μέλη περιγράφουν λεπτομερώς στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που καταρτίζουν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 την άλλη μέθοδο και τις διατάξεις που εισήγαγαν για να διασφαλίσουν ότι τηρούν τη δεσμευτική υποχρέωση υπολογισμού. |
3. |
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις για τα μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 7β και το άρθρο 20 παράγραφος 6:
α)
τα μέτρα πολιτικής και οι επιμέρους δράσεις έχουν ως αποτέλεσμα επαληθεύσιμη εξοικονόμηση ενέργειας κατά την τελική χρήση,
β)
καθορίζεται με σαφήνεια η ευθύνη κάθε συμμετέχοντος μέρους, εξουσιοδοτηθέντος μέρους ή δημόσιας αρχής επιβολής, ανάλογα με την περίπτωση,
γ)
προσδιορίζεται με διαφάνεια η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται ή πρόκειται να επιτευχθεί,
δ)
η ποσότητα της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται ή που πρόκειται να επιτευχθεί από το μέτρο πολιτικής εκφράζεται ως κατανάλωση είτε τελικής είτε πρωτογενούς ενέργειας, χρησιμοποιώντας τους συντελεστές μετατροπής που ορίζονται στο παράρτημα IV,
ε)
υποβάλλεται και δημοσιοποιείται ετήσια έκθεση για την εξοικονόμηση ενέργειας που επέτυχαν τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη, τα συμμετέχοντα μέρη και οι δημόσιες αρχές επιβολής, μαζί με τα στοιχεία της ετήσιας τάσης εξοικονόμησης ενέργειας,
στ)
παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και λήψη κατάλληλων μέτρων, εάν η πρόοδος δεν είναι ικανοποιητική,
ζ)
η εξοικονόμηση ενέργειας από επιμέρους δράση δεν δηλώνεται από περισσότερα του ενός μέρη,
η)
αποδεικνύεται ότι οι δραστηριότητες του συμμετέχοντος μέρους, του εξουσιοδοτηθέντος μέρους ή της δημόσιας αρχής επιβολής είχαν σημαντική συμβολή στην επίτευξη της δηλούμενης εξοικονόμησης ενέργειας. |
4. |
Για τον προσδιορισμό της εξοικονόμησης ενέργειας από φορολογικά μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 7β, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:
α)
β)
η ελαστικότητα των τιμών για τον υπολογισμό των επιπτώσεων των (ενεργειακών) φορολογικών μέτρων αντιπροσωπεύει την ανταπόκριση της ζήτησης ενέργειας στις μεταβολές των τιμών και υπολογίζεται με βάση τις πρόσφατες και αντιπροσωπευτικές επίσημες πηγές στοιχείων,
γ)
η εξοικονόμηση ενέργειας από συνοδευτικά μέσα φορολογικής πολιτικής, περιλαμβανομένων των φορολογικών κινήτρων ή της πληρωμής σε ταμείο, υπολογίζεται χωριστά. |
5. |
Κοινοποίηση της μεθοδολογίας Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, τη λεπτομερή μεθοδολογία που προτείνουν για τη λειτουργία των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 7α και 7β και στο άρθρο 20 παράγραφος 6. Με εξαίρεση την περίπτωση φορολόγησης, η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με:
α)
το επίπεδο της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) ή την εξοικονόμηση που αναμένεται να επιτευχθεί συνολικά κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030,
β)
τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη ή τις δημόσιες αρχές επιβολής,
γ)
τους στοχευόμενους τομείς,
δ)
τα μέτρα πολιτικής και τις επιμέρους δράσεις, περιλαμβανομένης της αναμενόμενης συνολικής ποσότητας σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας για κάθε μέτρο,
ε)
τη διάρκεια της περιόδου υποχρέωσης για το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης,
στ)
τις δράσεις που προβλέπονται με το μέτρο πολιτικής,
ζ)
τη μεθοδολογία υπολογισμού, καθώς και το πώς προσδιορίστηκε η προσθετικότητα και η σημαντικότητα και ποιες μεθοδολογίες και κριτήρια αναφοράς χρησιμοποιούνται για την προβλεπόμενη και κλιμακωτή εξοικονόμηση,
η)
τον κύκλο ζωής των μέτρων και τον τρόπο υπολογισμού τους ή σε τι βασίζονται,
θ)
την προσέγγιση που θα χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση των κλιματικών διακυμάνσεων στο κράτος μέλος,
ι)
τα συστήματα παρακολούθησης και επαλήθευσης των μέτρων δυνάμει των άρθρων 7α και 7β και με ποιο τρόπο διασφαλίζεται η ανεξαρτησία τους από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη,
ια)
στην περίπτωση φορολόγησης:
i)
τους στοχευόμενους τομείς και την κατηγορία φορολογουμένων,
ii)
τη δημόσια αρχή επιβολής,
iii)
την εξοικονόμηση που αναμένεται να επιτευχθεί,
iv)
τη διάρκεια ισχύος του φορολογικού μέτρου και
v)
τη μεθοδολογία υπολογισμού, περιλαμβανομένης της χρησιμοποιούμενης ελαστικότητας των τιμών και του τρόπου με τον οποίο έχει προκύψει. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ
Ελάχιστα κριτήρια για τους ενεργειακούς ελέγχους περιλαμβανομένων και εκείνων που εφαρμόζονται ως μέρος συστημάτων ενεργειακής διαχείρισης
Οι ενεργειακοί έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 8 βασίζονται στις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:
βασίζονται σε επικαιροποιημένα, μετρήσιμα, ανιχνεύσιμα λειτουργικά δεδομένα ως προς την κατανάλωση ενέργειας και (για την ηλεκτρική ενέργεια) σε χαρακτηριστικά φορτίου,
περιλαμβάνουν λεπτομερή επισκόπηση των χαρακτηριστικών της ενεργειακής κατανάλωσης ενός κτιρίου ή μιας ομάδας κτιρίων, μιας βιομηχανικής δραστηριότητας ή εγκατάστασης, περιλαμβανομένων και των μεταφορών,
βασίζονται, όπου είναι δυνατόν, σε ανάλυση κόστους κύκλου ζωής (LCCA) και όχι σε απλές περιόδους επιστροφής (SPP), προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, οι εναπομένουσες αξίες των μακροπρόθεσμων επενδύσεων και τα ποσοστά αναπροσαρμογής,
είναι αναλογικοί και επαρκώς αντιπροσωπευτικοί ώστε να δίδουν μια αξιόπιστη εικόνα της συνολικής ενεργειακής απόδοσης και να εντοπίζουν με αξιοπιστία τις σημαντικότερες ευκαιρίες για βελτίωση.
Οι ενεργειακοί έλεγχοι επιτρέπουν λεπτομερείς και επικυρωμένους υπολογισμούς των προτεινόμενων μέτρων ώστε να παρέχονται σαφείς πληροφορίες ως προς την πιθανή εξοικονόμηση.
Τα χρησιμοποιούμενα στους ενεργειακούς ελέγχους δεδομένα αποθηκεύονται ώστε να είναι δυνατή η εκ των υστέρων ανάλυση της απόδοσης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙ
Ελάχιστες απαιτήσεις τιμολόγησης και την πληροφόρηση τιμολόγησης με βάση την πραγματική κατανάλωση φυσικού αερίου
1. Ελάχιστες απαιτήσεις τιμολόγησης
1.1. Τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση
Προκειμένου οι τελικοί καταναλωτές να μπορούν να ρυθμίζουν την ενεργειακή τους κατανάλωση, η τιμολόγηση θα πρέπει να γίνεται με βάση την πραγματική κατανάλωση τουλάχιστον άπαξ ετησίως, οι δε πληροφορίες για την τιμολόγηση θα πρέπει να διατίθενται τουλάχιστον ανά τρίμηνο εφόσον έχουν ζητηθεί ή οι καταναλωτές έχουν επιλέξει να λαμβάνουν ηλεκτρονική τιμολόγηση, διαφορετικά δύο φορές ανά έτος. Το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται μόνο για μαγειρική δύναται να εξαιρείται από την απαίτηση αυτή.
1.2. Ελάχιστες πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον λογαριασμό
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν είναι σκόπιμο, οι ακόλουθες πληροφορίες διατίθενται στους τελικούς καταναλωτές με σαφή και κατανοητό τρόπο στους λογαριασμούς, συμβάσεις, συναλλαγές και αποδείξεις τους ή συνοδεύουν τα προαναφερθέντα στους σταθμούς διανομής:
οι τρέχουσες πραγματικές τιμές και η πραγματική κατανάλωση ενέργειας,
συγκρίσεις της τρέχουσας κατανάλωσης του τελικού καταναλωτή προς την κατανάλωσή του κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, κατά προτίμηση υπό μορφή διαγράμματος,
τα στοιχεία επικοινωνίας των οργανώσεων των τελικών καταναλωτών, των οργανισμών ενέργειας ή συναφών οργανισμών, μαζί με διευθύνσεις ιστότοπων, από τους οποίους μπορούν να αντλούνται πληροφορίες για τα διαθέσιμα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, συγκρίσεις των χαρακτηριστικών των τελικών χρηστών και αντικειμενικές τεχνικές προδιαγραφές για τον εξοπλισμό χρήσης ενέργειας.
Επιπλέον, όταν είναι δυνατό και σκόπιμο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συγκρίσεις με τον μέσο κανονικό ή υποδειγματικό τελικό καταναλωτή της ίδιας κατηγορίας χρήστη διατίθενται στους τελικούς καταναλωτές με σαφή και κατανοητό τρόπο στους λογαριασμούς, συμβάσεις, συναλλαγές και αποδείξεις τους ή συνοδεύουν τα προαναφερθέντα ή σηματοδοτούνται στους σταθμούς διανομής.
1.3. Συμβουλές ενεργειακής απόδοσης που επισυνάπτονται στους λογαριασμούς και άλλες μορφές ενημέρωσης των τελικών καταναλωτών
Κατά την αποστολή των συμβάσεων και των τροποποιήσεών τους, καθώς και στους λογαριασμούς που λαμβάνουν οι καταναλωτές ή σε ιστότοπους που απευθύνονται σε μεμονωμένους καταναλωτές, οι διανομείς ενέργειας, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής και οι εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας οφείλουν να ενημερώνουν τους πελάτες τους με σαφή και κατανοητό τρόπο, παρέχοντας τα στοιχεία επικοινωνίας των ανεξάρτητων κέντρων παροχής συμβουλών στους καταναλωτές, οργανισμών ενέργειας ή συναφών οργανισμών, καθώς και τις διευθύνσεις τους στο Διαδίκτυο, όπου μπορούν να λαμβάνουν συμβουλές για τα διαθέσιμα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, τα μέτρα σύγκρισης για την ενεργειακή τους κατανάλωση και τις τεχνικές προδιαγραφές των συσκευών κατανάλωσης ενέργειας που μπορούν να χρησιμεύσουν για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας των εν λόγω συσκευών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙα
Ελάχιστες απαιτήσεις για την πληροφόρηση τιμολόγησης και κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης
1. Τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης
Προκειμένου να είναι σε θέση οι τελικοί καταναλωτές να ρυθμίζουν οι ίδιοι την ενεργειακή τους κατανάλωση, η τιμολόγηση πραγματοποιείται με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης τουλάχιστον μία φορά ετησίως.
2. Ελάχιστη συχνότητα τιμολόγησης ή πληροφόρηση κατανάλωσης
Από τις 25 Οκτωβρίου 2020, εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές κόστους θέρμανσης, οι πληροφορίες τιμολόγησης ή κατανάλωσης οι οποίες βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις των κατανεμητών κόστους θέρμανσης παρέχονται στους τελικούς χρήστες τουλάχιστον ανά τρίμηνο κατόπιν αίτησης ή όταν οι τελικοί καταναλωτές έχουν επιλέξει να λαμβάνουν ηλεκτρονική τιμολόγηση, ειδάλλως δύο φορές ετησίως.
Από την 1η Ιανουαρίου 2022, εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές κόστους θέρμανσης, η πληροφόρηση τιμολόγησης ή κατανάλωσης με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις κατανεμητή κόστους θέρμανσης παρέχεται στους τελικούς χρήστες τουλάχιστον μηνιαίως. Μπορεί επίσης να διατίθεται μέσω του διαδικτύου και να επικαιροποιείται όσο συχνά επιτρέπεται από τις συσκευές και τα συστήματα μέτρησης που χρησιμοποιούνται. Η θέρμανση και η ψύξη επιτρέπεται να εξαιρούνται από την εν λόγω απαίτηση εκτός των εποχών θέρμανσης/ψύξης.
3. Ελάχιστες πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον λογαριασμό
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες πληροφορίες διατίθενται στους τελικούς χρήστες με σαφείς και κατανοητούς όρους στους λογαριασμούς ή μαζί με αυτούς στις περιπτώσεις που βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης:
οι τρέχουσες πραγματικές τιμές και η πραγματική κατανάλωση ενέργειας ή το συνολικό κόστος θέρμανσης και οι ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης,
πληροφορίες για το μείγμα καυσίμων που χρησιμοποιείται και τις αντίστοιχες ετήσιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, μεταξύ άλλων και για τους τελικούς χρήστες τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, καθώς και περιγραφή των διαφορετικών φόρων, εισφορών και τιμολογίων. Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο της υποχρέωσης παροχής πληροφόρησης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ούτως ώστε να περιλαμβάνονται μόνο παροχές από τα συστήματα τηλεθέρμανσης με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW,
συγκρίσεις της τρέχουσας κατανάλωσης των τελικών χρηστών με την κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, υπό μορφή διαγράμματος, με διορθωμένα τα στοιχεία των κλιματικών διακυμάνσεων για τη θέρμανση και την ψύξη,
τα στοιχεία επικοινωνίας των οργανώσεων των τελικών καταναλωτών, των οργανισμών ενέργειας ή συναφών οργανισμών, μαζί με διευθύνσεις ιστοτόπων, από τους οποίους μπορούν να αντλούνται πληροφορίες για τα διαθέσιμα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, συγκρίσεις των χαρακτηριστικών των τελικών χρηστών και αντικειμενικές τεχνικές προδιαγραφές για τον εξοπλισμό χρήσης ενέργειας,
πληροφορίες για τις σχετικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών, τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης ή εναλλακτικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, όπως ισχύουν στα κράτη μέλη,
συγκρίσεις με τον μέσο κανονικό ή υποδειγματικό τελικό καταναλωτή της ίδιας κατηγορίας χρήστη. Στην περίπτωση των ηλεκτρονικών τιμολογίων, οι συγκρίσεις αυτές μπορούν αντ' αυτού να διατίθεται στο διαδίκτυο και να επισημαίνεται στους λογαριασμούς.
Οι λογαριασμοί που δεν βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης περιλαμβάνουν σαφή και κατανοητή εξήγηση του τρόπου με τον οποίο υπολογίστηκε το ποσό που αναφέρεται στον λογαριασμό και τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία δ) και ε).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII
Δυναμικό απόδοσης στη θέρμανση και την ψύξη
Η περιεκτική αξιολόγηση του εθνικού δυναμικού θέρμανσης και ψύξης που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 περιλαμβάνει και βασίζεται στα ακόλουθα:
Μέρος I
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΎΞΗΣ
1. |
Ζήτηση θέρμανσης και ψύξης εκπεφρασμένη ως εκτιμώμενη ωφέλιμη ενέργεια ( 19 ) και ποσοτικοποιημένη κατανάλωση τελικής ενέργειας σε GWh ανά έτος ( 20 ), ανά τομέα:
α)
οικιστικός·
β)
υπηρεσιών·
γ)
βιομηχανικός·
δ)
κάθε άλλος τομέας που καταναλώνει μεμονωμένα πάνω από το 5 % της συνολικής εθνικής ζήτησης για ωφέλιμη θέρμανση και ψύξη· |
2. |
Προσδιορισμός ή, στην περίπτωση του σημείου 2 στοιχείο α) σημείο i), προσδιορισμός ή εκτίμηση, της υφιστάμενης παροχής θέρμανσης και ψύξης:
α)
ανά τεχνολογία, σε GWh ανά έτος ( 21 ), εντός των τομέων που αναφέρονται στο σημείο 1, όπου είναι δυνατόν, κάνοντας διάκριση μεταξύ της ενέργειας από ορυκτές και της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές:
i)
που παρέχεται επιτόπου στις εγκαταστάσεις, σε οικιστικές ζώνες και τόπους παροχής υπηρεσιών με τους εξής τρόπους:
—
λέβητες παραγωγής μόνον θερμότητας·
—
υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας·
—
αντλίες θερμότητας·
—
άλλες επιτόπιες τεχνολογίες και πηγές·
ii)
που παρέχεται επιτόπου στις εγκαταστάσεις, εκτός τόπων παροχής υπηρεσιών και οικιστικών ζωνών, με τους εξής τρόπους:
—
λέβητες παραγωγής μόνον θερμότητας·
—
υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας·
—
αντλίες θερμότητας·
—
άλλες επιτόπιες τεχνολογίες και πηγές·
iii)
που παρέχεται εκτός εγκαταστάσεων με τους εξής τρόπους:
—
υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας·
—
απορριπτόμενη θερμότητα·
—
άλλες επιτόπιες τεχνολογίες και πηγές·
β)
προσδιορισμός των εγκαταστάσεων που παράγουν απορριπτόμενη θερμότητα ή απορριπτόμενο ψύχος και της δυνητικής παροχής θέρμανσης ή ψύξης από τις εγκαταστάσεις αυτές, σε GWh ανά έτος:
i)
εγκαταστάσεις θερμικής ηλεκτροπαραγωγής που μπορούν να παρέχουν ή·μπορούν να μετεξοπλιστούν ώστε να παρέχουν απορριπτόμενη θερμότητα συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος άνω των 50 MW·
ii)
εγκαταστάσεις συμπαραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούν τεχνολογίες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα I μέρος II, συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος άνω των 20 MW·
iii)
μονάδες καύσης αποβλήτων·
iv)
εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος άνω των 20 MW εκτός των εγκαταστάσεων παραγωγής θερμότητας ή ψύξης με χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχεία β)·i) και β) ii)·
v)
βιομηχανικές εγκαταστάσεις συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος άνω των 20 MW που μπορούν να παρέχουν απορριπτόμενη θερμότητα·
γ)
αναφερόμενο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα ή απορριπτόμενο ψύχος στην κατανάλωση τελικής ενέργειας του τομέα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης ( 22 ) κατά τα τελευταία 5 έτη, σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001· |
3. |
Χάρτης του συνόλου της εθνικής επικράτειας στον οποίο προσδιορίζονται (ενώ παράλληλα προστατεύονται ευαίσθητες εμπορικές πληροφορίες) τα εξής:
α)
οι περιοχές ζήτησης θέρμανσης και ψύξης που προκύπτουν από την ανάλυση του σημείου 1, βάσει συνεπών κριτηρίων για την εστίαση σε περιοχές υψηλής ενεργειακής πυκνότητας εντός δήμων ή αστικών κέντρων·
β)
τα υφιστάμενα σημεία παροχής θέρμανσης και ψύξης που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο β) και οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις μεταφοράς τηλεθέρμανσης·
γ)
τα σχεδιαζόμενα σημεία παροχής θέρμανσης και ψύξης που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο β) και οι σχεδιαζόμενες εγκαταστάσεις μεταφοράς τηλεθέρμανσης· |
4. |
Πρόβλεψη των τάσεων της ζήτησης για θέρμανση και ψύξη, σε GWh, ώστε να διατηρηθεί μια προοπτική για τα επόμενα 30 έτη, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις προβολές για τα επόμενα 10 έτη, τη μεταβολή της ζήτησης στα κτίρια και σε διάφορους τομείς της βιομηχανίας, και τις επιπτώσεις των πολιτικών και των στρατηγικών που σχετίζονται με τη διαχείριση της ζήτησης, όπως οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανακαίνισης κτιρίων σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2018/844· |
Μέρος II
ΣΤΟΧΟΙ, ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
5. |
Προγραμματισμένη συνεισφορά του κράτους μέλους στους εθνικούς στόχους, επιδιώξεις και συνεισφορές που αφορούν τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, που υλοποιούνται μέσω της απόδοσης στη θέρμανση και την ψύξη, ιδίως σε σχέση με το άρθρο 4 στοιχείο β) σημεία 1 έως 4 και με το άρθρο 15 παράγραφος 4 στοιχείο β), προσδιορίζοντας ποιο από τα εν λόγω στοιχεία είναι επιπρόσθετο σε σύγκριση με τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα· |
6. |
Γενική επισκόπηση των υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων, όπως περιγράφονται στην πλέον πρόσφατη έκθεση που υποβλήθηκε σύμφωνα με τα άρθρα 3, 20, 21 και 27 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999· |
Μέρος III
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΡΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΨΥΞΗ
7. |
Η ανάλυση του οικονομικού δυναμικού ( 23 ) των διαφόρων τεχνολογιών θέρμανσης και ψύξης πραγματοποιείται για το σύνολο της εθνικής επικράτειας χρησιμοποιώντας την ανάλυση κόστους-οφέλους που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3, και προσδιορίζει εναλλακτικά σενάρια για πιο αποδοτικές τεχνολογίες θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές, κάνοντας διάκριση μεταξύ ενέργειας από ορυκτές και ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, κατά περίπτωση. Πρέπει να εξετάζονται οι ακόλουθες τεχνολογίες:
α)
βιομηχανική απορριπτόμενη θερμότητα και βιομηχανικό απορριπτόμενο ψύχος·
β)
καύση αποβλήτων·
γ)
συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης·
δ)
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (όπως η γεωθερμική, η ηλιακή θερμική ενέργεια και η βιομάζα), εκτός από εκείνες που χρησιμοποιούνται για τη συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης·
ε)
αντλίες θερμότητας·
στ)
μείωση των απωλειών θερμότητας και ψύχους των υφιστάμενων αστικών δικτύων· |
8. |
Η εν λόγω ανάλυση του οικονομικού δυναμικού περιλαμβάνει τις ακόλουθες ενέργειες και εκτιμήσεις:
α)
εκτιμήσεις:
i)
η ανάλυση κόστους-οφέλους για τους σκοπούς του άρθρου 14 παράγραφος 3 περιλαμβάνει οικονομική ανάλυση που λαμβάνει υπόψη κοινωνικοοικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες ( 24 ), καθώς και χρηματοοικονομική ανάλυση που πραγματοποιείται για την αξιολόγηση των έργων από την πλευρά των επενδυτών. Τόσο οι οικονομικές όσο και οι χρηματοοικονομικές αναλύσεις βασίζονται στην καθαρή παρούσα αξία ως κριτήριο για την αξιολόγηση·
ii)
το βασικό σενάριο θα πρέπει να χρησιμεύει ως σημείο αναφοράς, να λαμβάνει υπόψη τις ισχύουσες πολιτικές κατά τη στιγμή της κατάρτισης της εν λόγω περιεκτικής αξιολόγησης ( 25 ) και να συνδέεται με δεδομένα που συλλέγονται σύμφωνα με το μέρος I και το μέρος II σημείο 6 του παρόντος παραρτήματος·
iii)
σενάρια εναλλακτικά του βασικού σεναρίου λαμβάνουν υπόψη τους στόχους για την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999. Κάθε σενάριο παρουσιάζει τα ακόλουθα στοιχεία σε σύγκριση με το βασικό σενάριο:
—
το οικονομικό δυναμικό των τεχνολογιών που εξετάζονται με τη χρήση της καθαρής παρούσας αξίας ως κριτηρίου·
—
τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου·
—
την εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας σε GWh ανά έτος·
—
τις επιπτώσεις στο μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο εθνικό ενεργειακό μείγμα.
Σενάρια που δεν είναι εφικτά για τεχνικούς ή οικονομικούς λόγους ή για λόγους εθνικής νομοθεσίας μπορούν να αποκλείονται στα πρώτα στάδια της ανάλυσης κόστους-οφέλους, εφόσον αυτό αιτιολογείται βάσει προσεκτικών, σαφών και τεκμηριωμένων εκτιμήσεων. Η αξιολόγηση και η λήψη αποφάσεων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το κόστος και την εξοικονόμηση ενέργειας, σε κάθε αναλυθέν σενάριο, από την αυξημένη ευελιξία στον ενεργειακό εφοδιασμό και από τη βελτιστοποίηση της λειτουργίας των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένου του αποφευχθέντος κόστους και της εξοικονόμησης από τη μείωση των επενδύσεων σε υποδομές.
β)
κόστος και οφέλη Το κόστος και τα οφέλη που αναφέρονται στο σημείο 8 στοιχείο α) περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
i)
οφέλη:
—
αξία της παραγωγής προς τον καταναλωτή (θερμότητα, ψύξη και ηλεκτρική ενέργεια)·
—
εξωτερικά οφέλη, όπως περιβαλλοντικά οφέλη, οφέλη σε σχέση με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και οφέλη υγείας και ασφάλειας, κατά το δυνατόν·
—
επίδραση στην αγορά εργασίας, την ενεργειακή ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα, κατά το δυνατόν.
ii)
κόστος:
—
κόστος κεφαλαίου εγκαταστάσεων και εξοπλισμού·
—
κόστος κεφαλαίου των συνδεδεμένων ενεργειακών δικτύων·
—
μεταβλητό και πάγιο λειτουργικό κόστος·
—
κόστος ενέργειας·
—
κόστος για το περιβάλλον, την υγεία και την ασφάλεια, κατά το δυνατόν·
—
κόστος για την αγορά εργασίας, την ενεργειακή ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα, κατά το δυνατόν.
γ)
σενάρια σχετικά με το βασικό σενάριο: Εξετάζονται όλα τα εναλλακτικά σενάρια που είναι σχετικά με το βασικό σενάριο, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της αποδοτικής ατομικής θέρμανσης και ψύξης.
i)
η ανάλυση κόστους-οφέλους μπορεί να καλύπτει αξιολόγηση είτε έργου είτε δέσμης έργων για ευρύτερη τοπική, περιφερειακή ή εθνική αξιολόγηση, ώστε, για λόγους προγραμματισμού, να προσδιοριστεί η οικονομικώς αποδοτικότερη και επωφελέστερη επιλογή θέρμανσης ή ψύξης για μια δεδομένη γεωγραφική περιοχή, σε σύγκριση με το βασικό σενάριο·
ii)
τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διενέργεια των αναλύσεων κόστους-οφέλους δυνάμει του άρθρου 14. Παρέχουν τις αναλυτικές μεθοδολογίες και παραδοχές σύμφωνα με το παρόν παράρτημα και καθορίζουν και δημοσιοποιούν τις διαδικασίες για την οικονομική ανάλυση.
δ)
όρια και ολοκληρωμένη προσέγγιση:
i)
το γεωγραφικό όριο καλύπτει μια κατάλληλη σαφώς καθορισμένη γεωγραφική περιοχή·
ii)
στις αναλύσεις κόστους-οφέλους λαμβάνονται υπόψη όλοι οι σχετικοί κεντρικοί ή αποκεντρωμένοι πόροι εφοδιασμού που είναι διαθέσιμοι εντός του συστήματος και του γεωγραφικού ορίου, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών που εξετάζονται σύμφωνα με το μέρος III σημείο 7 του παρόντος παραρτήματος, καθώς και τις τάσεις και τα χαρακτηριστικά της ζήτησης για θέρμανση και ψύξη.
ε)
παραδοχές:
i)
τα κράτη μέλη παρέχουν παραδοχές, για τον σκοπό των αναλύσεων κόστους-οφέλους, σχετικά με τις τιμές των μειζόνων συντελεστών εισροών και εκροών και το προεξοφλητικό επιτόκιο·
ii)
το προεξοφλητικό επιτόκιο που χρησιμοποιείται στην οικονομική ανάλυση για τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας επιλέγεται σύμφωνα με ευρωπαϊκές ή εθνικές κατευθυντήριες γραμμές·
iii)
τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν εθνικές, ευρωπαϊκές ή διεθνείς προβλέψεις εξέλιξης των τιμών της ενέργειας, εφόσον αυτό είναι εφικτό στο εθνικό ή/και περιφερειακό/τοπικό πλαίσιο·
iv)
οι τιμές που χρησιμοποιούνται για την οικονομική ανάλυση πρέπει να αντικατοπτρίζουν το κοινωνικοοικονομικό κόστος και τα οφέλη. Το εξωτερικό κόστος, όπως οι επιπτώσεις στο περιβάλλον και την υγεία, θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο μέτρο του δυνατού, δηλαδή όταν υπάρχει τιμή αγοράς ή όταν ήδη περιλαμβάνεται στην ευρωπαϊκή ή την εθνική νομοθεσία.
στ)
ανάλυση ευαισθησίας:
i)
η ανάλυση ευαισθησίας περιλαμβάνεται για την εκτίμηση του κόστους και του οφέλους ενός έργου ή μιας ομάδας έργων και βασίζεται σε μεταβλητούς παράγοντες που έχουν σημαντική επίπτωση στα αποτελέσματα των υπολογισμών, όπως διαφορετικές τιμές ενέργειας, επίπεδα ζήτησης, προεξοφλητικά επιτόκια και άλλα. |
Μέρος IV
ΔΥΝΗΤΙΚΕΣ ΝΕΕΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
9. |
Επισκόπηση νέων νομοθετικών και μη νομοθετικών μέτρων πολιτικής ( 26 ) για την υλοποίηση του οικονομικού δυναμικού που προσδιορίζεται σύμφωνα με τα σημεία 7 και 8, καθώς και τις προβλέψεις τους ως προς:
α)
τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου·
β)
την εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας σε GWh ανά έτος·
γ)
τις επιπτώσεις στο μερίδιο της συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης·
δ)
τις επιπτώσεις στο μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο εθνικό ενεργειακό μείγμα και στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης·
ε)
τη σύνδεση με τον εθνικό οικονομικό προγραμματισμό και την εξοικονόμηση κόστους για τον δημόσιο προϋπολογισμό και τους συμμετέχοντες στην αγορά·
στ)
εκτιμώμενα μέτρα δημόσιας στήριξης, εάν υπάρχουν, με τον ετήσιο προϋπολογισμό τους και προσδιορισμό του δυνητικού στοιχείου ενίσχυσης. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ
ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΟΣΤΟΥΣ-ΟΦΕΛΟΥΣ
▼M6 —————
Μέρος 2
Αρχές για τον σκοπό του άρθρου 14 παράγραφοι 5 και 7
Οι αναλύσεις κόστους-οφέλους παρέχουν πληροφορίες για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 14, παράγραφοι 5 και 7:
Όταν σχεδιάζεται εγκατάσταση αποκλειστικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή εγκατάσταση χωρίς ανάκτηση θερμότητας, αντιπαραβάλλονται οι σχεδιαζόμενες εγκαταστάσεις ή η σχεδιαζόμενη ανακαίνιση με ισοδύναμη εγκατάσταση η οποία παράγει την ίδια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή βιομηχανικής θερμότητας, αλλά ανακτά την απορριπτόμενη θερμότητα και παρέχει θερμότητα μέσω δικτύων συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης ή/και αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης.
Εντός συγκεκριμένων γεωγραφικών ορίων κατά την αξιολόγηση λαμβάνεται υπόψη η σχεδιαζόμενη εγκατάσταση και τα τυχόν υφιστάμενα ή πιθανά σημεία ζήτησης θέρμανσης και ψύξης τα οποία θα μπορούσαν να εφοδιάζονται από αυτήν, λαμβάνοντας υπόψη τις ορθολογικές δυνατότητες (π.χ. τεχνική εφικτότητα και απόσταση).
Τα όρια του συστήματος ορίζονται ώστε να περιλαμβάνουν τη σχεδιαζόμενη εγκατάσταση και τα θερμικά φορτία, όπως το/α κτήριο/α και τις βιομηχανικές διαδικασίες. Εντός των εν λόγω ορίων του συστήματος, το συνολικό κόστος παροχής θέρμανσης και ηλεκτρικής ενέργειας καθορίζεται και για τις δύο περιπτώσεις και αντιπαραβάλλεται.
Στα θερμικά φορτία περιλαμβάνονται τα υφιστάμενα θερμικά φορτία, όπως οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή τα υφιστάμενα συστήματα τηλεθέρμανσης, και επιπλέον, σε αστικές περιοχές, τα θερμικά φορτία και το κόστος που θα υφίσταντο εάν ένα σύνολο κτηρίων ή τμήμα της πόλης διέθεταν τα ανωτέρω ή/και συνδέονταν σε ένα νέο δίκτυο τηλεθέρμανσης.
Η ανάλυση κόστους-οφέλους βασίζεται σε περιγραφή της σχεδιαζόμενης εγκατάστασης και των εγκαταστάσεων που πρόκειται να αντιπαραβληθούν με αυτήν, η οποία καλύπτει την ηλεκτρική και θερμική ικανότητα, κατά περίπτωση, τον τύπο καυσίμου, τη σχεδιαζόμενη χρήση και το σχεδιαζόμενο αριθμό των ωρών λειτουργίας ετησίως, την τοποθεσία και τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας.
Για τους σκοπούς της αντιπαραβολής, λαμβάνονται υπόψη η ζήτηση θερμικής ενέργειας και οι τύποι θέρμανσης και ψύξης που χρησιμοποιούνται από τα κοντινά σημεία ζήτησης θερμότητας. Η αντιπαραβολή καλύπτει το κόστος που αφορά την υποδομή της σχεδιαζόμενης εγκατάστασης και των εγκαταστάσεων που πρόκειται να αντιπαραβληθούν.
Οι αναλύσεις κόστους-οφέλους για τους σκοπούς του άρθρου 14 παράγραφος 5 περιλαμβάνουν οικονομική ανάλυση που καλύπτει ανάλυση ισολογισμού που αντανακλά τις τρέχουσες συναλλαγές ταμειακών ροών από την επένδυση σε μεμονωμένες εγκαταστάσεις και από τη λειτουργία τους.
Σχέδια με θετικό πρόσημο κόστους προς όφελος είναι εκείνα των οποίων το άθροισμα των προεξοφλούμενων οφελών στην οικονομική ανάλυση είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα του προεξοφλούμενου κόστους (ωφέλεια στη σχέση κόστους-αποτελέσματος).
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατευθυντήριες αρχές για την μέθοδο, τις υποθέσεις και τον χρονικό ορίζοντα της οικονομικής ανάλυσης.
Τα κράτη μέλη ενδέχεται να απαιτούν από τις εταιρείες που είναι υπεύθυνες για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων παραγωγής θερμοηλεκτρικής ενέργειας, τις βιομηχανικές εταιρείες, τα δίκτυα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ή άλλα μέρη που επηρεάζονται από τα καθορισμένα όρια συστήματος και γεωγραφικά όρια, να παρέχουν δεδομένα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην αξιολόγηση του κόστους και των οφελών μεμονωμένης εγκατάστασης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X
Εγγύηση προέλευσης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι:
η εγγύηση προέλευσης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης:
η ίδια ποσότητα ενέργειας από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης λαμβάνεται υπόψη μία μόνο φορά.
Η εγγύηση προέλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 10 περιέχει τουλάχιστον τα εξής πληροφοριακά στοιχεία:
την ταυτότητα, την τοποθεσία, το είδος και την ισχύ (θερμική και ηλεκτρική) της εγκατάστασης στην οποία παράγεται η ενέργεια,
τις ημερομηνίες και τους τόπους παραγωγής,
τη χαμηλότερη θερμογόνο δύναμη της καύσιμης ύλης από την οποία παράγεται η ηλεκτρική ενέργεια,
την ποσότητα και τη χρήση της θερμότητας που παράγεται μαζί με την ηλεκτρική ενέργεια,
την ποσότητα της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης σύμφωνα με το παράρτημα II την οποία εκφράζει η εγγύηση,
την εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας που υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ με βάση τις εναρμονισμένες τιμές απόδοσης αναφοράς που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ στοιχείο στ),
την ονομαστική ηλεκτρική και θερμική απόδοση της μονάδας,
εάν και σε ποιο βαθμό η εγκατάσταση έχει επωφεληθεί από στήριξη επενδύσεων,
εάν και σε ποιο βαθμό η μονάδα ενέργειας έχει επωφεληθεί με άλλο τρόπο από εθνικό καθεστώς στήριξης, και το είδος του καθεστώτος στήριξης,
την ημερομηνία κατά την οποία η εγκατάσταση άρχισε να λειτουργεί, και
την ημερομηνία και τη χώρα έκδοσης και τον ενιαίο αριθμό αναγνώρισης.
Η εγγύηση προέλευσης είναι τυποποιημένου μεγέθους 1 MWh. Αναφέρει την καθαρή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας η οποία μετράται στα όρια του σταθμού και εξάγεται στο δίκτυο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI
Κριτήρια ενεργειακής απόδοσης για τη ρύθμιση δικτύου ενέργειας και για τα τιμολόγια δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας
1. Τα τιμολόγια δικτύου αντικατοπτρίζουν ως προς το κόστος την εξοικονόμηση δαπανών στα δίκτυα, που επιτυγχάνεται από την πλευρά της ζήτησης και από μέτρα ανταπόκρισης στη ζήτηση και από την αποκεντρωμένη παραγωγή, συμπεριλαμβανομένης της εξοικονόμησης που οφείλεται στη μείωση του κόστους παράδοσης ή στις επενδύσεις σε δίκτυα και στην πλέον βέλτιστη λειτουργία του δικτύου.
2. Η ρύθμιση και τα τιμολόγια δικτύου δεν παρεμποδίζουν τους διαχειριστές δικτύων ή τους λιανοπωλητές ενέργειας να παρέχουν υπηρεσίες συστήματος στο πλαίσιο των μέτρων ανταπόκρισης στη ζήτηση, διαχείρισης της ζήτησης και αποκεντρωμένης παραγωγής σε οργανωμένες αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως:
τη μετατόπιση, από τους τελικούς καταναλωτές, φορτίου από τις ώρες αιχμής στις ώρες εκτός αιχμής, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθεσιμότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενέργειας από συμπαραγωγή και αποκεντρωμένης παραγωγής,
την εξοικονόμηση ενέργειας, χάρη στην ανταπόκριση αποκεντρωμένων καταναλωτών στη ζήτηση, από φορείς συγκέντρωσης ενέργειας,
τη μείωση της ζήτησης χάρη σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης που ελήφθησαν από παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών παροχής ενεργειακών υπηρεσιών,
τη σύνδεση και κατανομή πηγών ηλεκτροπαραγωγής σε χαμηλότερα επίπεδα τάσης,
τη σύνδεση πηγών ηλεκτροπαραγωγής που βρίσκονται σε τόπο πλησιέστερο στην κατανάλωση, και
την αποθήκευση ενέργειας.
Για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, ο όρος «οργανωμένες αγορές ηλεκτρικής ενέργειας» περιλαμβάνει τις εξωχρηματιστηριακές αγορές και τα χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας για τη διαπραγμάτευση της ενέργειας, της ισχύος, υπηρεσιών εξισορρόπησης και παρεπόμενων υπηρεσιών σε όλα τα χρονικά πλαίσια, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιακών αγορών και των ημερήσιων αγορών και ενδοημερήσιων αγορών.
3. Τα τιμολόγια δικτύου ή λιανικής μπορούν να στηρίζουν τη δυναμική τιμολόγηση στο πλαίσιο μέτρων ανταπόκρισης στη ζήτηση των τελικών καταναλωτών, όπως:
τιμολόγια αναλόγως του χρόνου χρήσης,
κρίσιμη τιμολόγηση των ωρών αιχμής,
τιμολόγηση σε πραγματικό χρόνο, και
εκπτώσεις στις ώρες αιχμής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙΙ
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ
Οι διαχειριστές συστήματος μεταφοράς και οι διαχειριστές συστήματος διανομής:
θεσπίζουν και δημοσιοποιούν τους τυποποιημένους κανόνες τους για την ανάληψη και τον επιμερισμό του κόστους των τεχνικών προσαρμογών, όπως συνδέσεις με το ηλεκτρικό δίκτυο, ενισχύσεις του δικτύου και εισαγωγή νέων δικτύων, βελτίωση της λειτουργίας του δικτύου και κανόνες σχετικά με την αμερόληπτη εφαρμογή των κωδικών δικτύου, οι οποίοι είναι απαραίτητοι προκειμένου να ενταχθούν νέοι παραγωγοί που τροφοδοτούν το διασυνδεδεμένο δίκτυο με ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης,
παρέχουν σε κάθε νέο παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας που προέρχεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης ο οποίος επιθυμεί να συνδεθεί με το ηλεκτρικό δίκτυο τις απαραίτητες περιεκτικές πληροφορίες, στις οποίες περιλαμβάνονται:
πλήρης και αναλυτική εκτίμηση του σχετικού κόστους σύνδεσης,
λογικό και ακριβές χρονοδιάγραμμα για τη λήψη και επεξεργασία της αίτησης σύνδεσης με το δίκτυο,
λογικό ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα για κάθε προτεινόμενη σύνδεση με το δίκτυο. Η συνολική διαδικασία σύνδεσης με το δίκτυο δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους 24 μήνες, λαμβάνοντας υπόψη τι είναι ευλόγως εφικτό και δεν δημιουργεί διακρίσεις,
παρέχουν τυποποιημένες και απλουστευμένες διαδικασίες σύνδεσης των κατανεμημένων παραγωγών ενέργειας από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης με σκοπό τη διευκόλυνση της σύνδεσής τους με το ηλεκτρικό δίκτυο.
Οι τυποποιημένοι κανόνες που αναφέρονται στο στοιχείο α) βασίζονται σε αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ολόκληρο το κόστος και όλα τα οφέλη που σχετίζονται με τη σύνδεση των εν λόγω παραγωγών με το ηλεκτρικό δίκτυο. Οι εν λόγω κανόνες μπορούν να προβλέπουν διαφορετικούς τύπους σύνδεσης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII
Ελάχιστα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στις συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης με το δημόσιο τομέα ή σε σχετικούς όρους διαγωνισμού
▼M4 —————
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV
Πίνακας αντιστοιχίας
Οδηγία 2004/8/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 3 στοιχείο α) |
Άρθρο 2 σημείο 30 |
Άρθρο 3 στοιχείο β) |
Άρθρο 2 σημείο 32 |
Άρθρο 3 στοιχείο γ) |
Άρθρο 2 σημείο 31 |
Άρθρο 3 στοιχείο δ) |
Άρθρο 2 σημείο 33 |
Άρθρο 3 στοιχεία ε) και στ) |
— |
Άρθρο 3 στοιχείο ζ) |
Άρθρο 2 σημείο 35 |
Άρθρο 3 στοιχείο η) |
— |
Άρθρο 3 στοιχείο θ) |
Άρθρο 2 σημείο 34 |
Άρθρο 3 στοιχείο ι) |
— |
Άρθρο 3 στοιχείο ια) |
Άρθρο 2 σημείο 36 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιβ) |
Άρθρο 2 σημείο 37 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιγ) |
Άρθρο 2 σημείο 39 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιδ) |
Άρθρο 2 σημείο 38 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιε) |
— |
— |
Άρθρο 2 σημεία 40, 41, 42, 43 και 44 |
Άρθρο 4 παράγραφος 1 |
Παράρτημα II στοιχείο στ) πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 4 παράγραφος 2 |
Άρθρο 14 παράγραφος 10 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 4 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 14 παράγραφος 10 πρώτο εδάφιο και παράρτημα X |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 3 και παραρτήματα VIII και IX |
Άρθρο 7 παράγραφος 1 |
Άρθρο 14 παράγραφος 11 |
Άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 |
— |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 15 παράγραφος 5 |
— |
Άρθρο 15 παράγραφοι 6, 7, 8 και 9 |
Άρθρο 9 |
— |
Άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 14 παράγραφος 1 και άρθρο 24 παράγραφος 2 και παράρτημα XIV μέρος 2 |
Άρθρο 10 παράγραφος 3 |
Άρθρο 24 παράγραφος 6 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 24 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 24 παράγραφος 5 |
Άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3 |
— |
Άρθρο 12 παράγραφος 2 |
Παράρτημα II στοιχείο γ) |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 22 παράγραφος 2 |
Άρθρο 14 |
— |
Άρθρο 15 |
Άρθρο 28 |
Άρθρο 16 |
— |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 30 |
Παράρτημα I |
Παράρτημα I μέρος II |
Παράρτημα II |
Παράρτημα I μέρος I και μέρος II τελευταίο εδάφιο |
Παράρτημα III |
Παράρτημα II |
Παράρτημα IV |
Παράρτημα VIII |
— |
Παράρτημα IX |
Οδηγία 2006/32/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 3 στοιχείο α) |
Άρθρο 2 σημείο 1 |
Άρθρο 3 στοιχείο β) |
Άρθρο 2 σημείο 4 |
Άρθρο 3 στοιχείο γ) |
Άρθρο 2 σημείο 6 |
Άρθρο 3 στοιχείο δ) |
Άρθρο 2 σημείο 5 |
— |
Άρθρο 2 σημεία 2 και 3 |
Άρθρο 3 στοιχείο ε) |
Άρθρο 2 σημείο 7 |
Άρθρο 3 στοιχεία στ), ζ), η) και θ) |
— |
— |
Άρθρο 2 σημεία 8 έως 19 |
Άρθρο 3 στοιχείο ι) |
Άρθρο 2 σημείο 27 |
— |
Άρθρο 2 σημείο 28 |
Άρθρο 3 στοιχείο ια) |
— |
Άρθρο 3 στοιχείο ιβ) |
Άρθρο 2 σημείο 25 |
— |
Άρθρο 2 σημείο 26 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιγ) |
— |
Άρθρο 3 στοιχείο ιδ) |
Άρθρο 2 σημείο 23 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιε) |
Άρθρο 2 σημείο 20 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιστ) |
Άρθρο 2 σημείο 21 |
Άρθρο 3 στοιχείο ιζ) |
Άρθρο 2 σημείο 22 |
Άρθρο 3 στοιχεία ιη) και ιθ) |
— |
— |
Άρθρο 2 σημεία 24, 29, 44 και 45 |
— |
Άρθρο 3 |
— |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 4 |
— |
Άρθρο 5 |
Άρθρα 5 και 6 |
Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) |
Άρθρο 7 παράγραφος 8 στοιχεία α) και β) |
Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) |
Άρθρο 18 παράγραφος 3 |
Άρθρο 6 παράγραφος 2 |
Άρθρο 7 παράγραφοι 1, 5, 6, 7, 9, 10, 11 και 12 |
— |
Άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 |
Άρθρο 6 παράγραφος 3 |
Άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) |
Άρθρο 6 παράγραφος 5 |
— |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 16 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 16 παράγραφοι 2 και 3 |
Άρθρο 9 παράγραφος 1 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 9 παράγραφος 2 |
Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ) σημείο i) |
— |
Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ) σημείο ii) και άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο ε) |
Άρθρο 10 παράγραφος 1 |
Άρθρο 15 παράγραφος 4 |
Άρθρο 10 παράγραφος 2 |
Άρθρο 15 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 15 παράγραφοι 7, 8 και 9 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 12 παράγραφος 1 |
Άρθρο 8 παράγραφος 1 |
Άρθρο 12 παράγραφος 2 |
— |
— |
Άρθρο 8 παράγραφοι 2, 3, 4, 5, 6 και 7 |
Άρθρο 12 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 13 παράγραφος 1 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 13 παράγραφος 2 |
Άρθρο 10 και παράρτημα VΙΙ σημείο 1.1 |
Άρθρο 13 παράγραφος 3 |
Παράρτημα VΙΙ σημεία 1.2 και 1.3 |
— |
Άρθρο 11 |
— |
Άρθρο 12 |
— |
Άρθρο 13 |
— |
Άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2 |
— |
Άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχεία α) και δ) |
— |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 14 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 14 παράγραφοι 4 και 5 |
Άρθρο 24 παράγραφος 3 |
— |
Άρθρο 24 παράγραφος 4 και παράγραφοι 7 έως 11 |
— |
Άρθρο 22 παράγραφος 1 |
Άρθρο 15 παράγραφος 1 |
Άρθρο 22 παράγραφος 2 |
Άρθρο 15 παράγραφοι 2, 3 και 4 |
— |
— |
Άρθρο 23 |
— |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 28 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 30 |
Παράρτημα I |
— |
Παράρτημα II |
Παράρτημα IV |
Παράρτημα III |
— |
Παράρτημα IV |
— |
Παράρτημα V |
— |
Παράρτημα VI |
Παράρτημα III |
— |
Παράρτημα V |
— |
Παράρτημα VΙ |
— |
Παράρτημα VΙΙ |
— |
Παράρτημα XI |
— |
Παράρτημα XII |
— |
Παράρτημα XIII |
— |
Παράρτημα XIV |
— |
Παράρτημα XV |
( 1 ) ΕΕ L 304 της 14.11.2008, σ. 1.
( 2 ) ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114.
( 3 ) ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.
( 4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).
( 5 ) ΕΕ L 216 της 20.8.2009, σ. 76.
( 6 ) ΕΕ L 197 της 21.7.2001, σ. 30.
( 7 ) ΕΕ L 343 της 23.12.2011, σ. 91.
( 8 ) ΕΕ L 24 της 29.1.2008, σ. 8.
( 9 ) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
( 10 ) ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 4.
( *1 ) ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13.».
( 11 ) ΕΕ L 338 της 17.12.2008, σ. 55.
( 12 ) ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 24.
( 13 ) ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 46.
( 14 ) Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν διαφορετικούς συντελεστές μετατροπής εφόσον αυτοί μπορούν να δικαιολογηθούν.
( 15 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 443/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Κοινότητας για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 1).
( 16 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 510/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2011, σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα όσον αφορά τις εκπομπές, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα (ΕΕ L 145 της 31.5.2011, σ. 1).
( 17 ) Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).
( 18 ) Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).
( 19 ) Η ποσότητα θερμικής ενέργειας που απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης των τελικών χρηστών για θέρμανση και ψύξη.
( 20 ) Πρέπει να χρησιμοποιούνται τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα.
( 21 ) Πρέπει να χρησιμοποιούνται τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα.
( 22 ) Μετά τον καθορισμό της μεθοδολογίας για τον υπολογισμό της ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που χρησιμοποιείται για την ψύξη και την τηλεψύξη σύμφωνα με το άρθρο 35 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, ο προσδιορισμός της «ψύξης από ανανεώσιμες πηγές» πραγματοποιείται σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία. Μέχρι τότε, πραγματοποιείται σύμφωνα με κατάλληλη εθνική μεθοδολογία.
( 23 ) Η ανάλυση του οικονομικού δυναμικού θα πρέπει να παρουσιάζει τον όγκο ενέργειας (σε GWh) που μπορεί να παραχθεί ανά έτος από κάθε αναλυόμενη τεχνολογία. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι περιορισμοί και οι διασυνδέσεις στο πλαίσιο του ενεργειακού συστήματος. Στην ανάλυση μπορούν να χρησιμοποιούνται μοντέλα που βασίζονται σε παραδοχές που αντιπροσωπεύουν τη λειτουργία κοινών τύπων τεχνολογιών ή συστημάτων.
( 24 ) Συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 7 της οδηγίας (EE) 2018/2001.
( 25 ) Η καταληκτική ημερομηνία για τη συνεκτίμηση πολιτικών στο σενάριο αναφοράς είναι το τέλος του έτους που προηγείται του έτους στα τέλη του οποίου πρέπει να έχει υποβληθεί η περιεκτική αξιολόγηση. Επομένως, οι πολιτικές που θεσπίζονται εντός ενός έτους πριν από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της περιεκτικής αξιολόγησης δεν χρειάζεται να λαμβάνονται υπόψη.
( 26 ) Η επισκόπηση αυτή περιλαμβάνει μέτρα και προγράμματα χρηματοδότησης που ενδεχομένως να εγκριθούν κατά την περίοδο της περιεκτικής αξιολόγησης, χωρίς να προδικάζεται ξεχωριστή κοινοποίηση των καθεστώτων δημόσιας στήριξης για την αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων.