02011R1227 — EL — 07.05.2024 — 001.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 25ης Οκτωβρίου 2011

για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(ΕΕ L 326 της 8.12.2011, σ. 1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/1106 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ  της 11ης Απριλίου 2024

  L 1106

1

17.4.2024




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 25ης Οκτωβρίου 2011

για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)



Άρθρο 1

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και συσχέτιση με τη λοιπή νομοθεσία της Ένωσης

1.  
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες σχετικά με την απαγόρευση των καταχρηστικών πρακτικών που επηρεάζουν τις χονδρικές αγορές ενέργειας, οι οποίοι είναι σύμφωνοι με τους κανόνες που εφαρμόζονται στις χρηματοοικονομικές αγορές και με την ορθή λειτουργία αυτών των χονδρικών αγορών ενέργειας, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά τους. Προβλέπει την παρακολούθηση των χονδρικών αγορών ενέργειας από τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας («Οργανισμός») σε στενή συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και λαμβάνοντας υπόψη τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στο σύστημα εμπορίας εκπομπών και τις χονδρικές αγορές ενέργειας.

▼M1

2.  
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στη διαπραγμάτευση ενεργειακών προϊόντων χονδρικής. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ( 1 ), (ΕΕ) αριθ. 596/2014 ( 2 ) και (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 3 ) και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 4 ) όσον αφορά τις δραστηριότητες που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 15) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, καθώς και της εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού στις πρακτικές που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

▼B

3.  
Ο Οργανισμός, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, η ΕΑΚΑΑ, οι αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών και, κατά περίπτωση, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, συνεργάζονται ώστε να εξασφαλίζεται συντονισμένη προσέγγιση για την επιβολή της εφαρμογής των σχετικών κανόνων, όταν πρόκειται για δράσεις που αφορούν ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα υπαγόμενα στο ►M1  άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 ◄ , καθώς και όταν αφορούν ένα ή περισσότερα ενεργειακά προϊόντα χονδρικής, τα οποία υπάγονται στα άρθρα 3, 4 και 5 του παρόντος κανονισμού.

▼M1

Ο Οργανισμός, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, η ESMA και οι αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες και δεδομένα σε τακτική, ει δυνατόν τριμηνιαία βάση, όσον αφορά πιθανές παραβιάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 οι οποίες περιλαμβάνουν ενεργειακά προϊόντα χονδρικής που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

▼M1

4.  
Το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού εξασφαλίζει ότι ο Οργανισμός εκπληρώνει τα καθήκοντα που του του έχουν ανατεθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 5 ) και ότι ο Οργανισμός διαθέτει τους αναγκαίους πόρους, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπινων πόρων, για την εκπλήρωση των νέων υποχρεώσεων που του έχουν ανατεθεί.

▼B

5.  
Ο διευθυντής του Οργανισμού διαβουλεύεται με το ρυθμιστικό συμβούλιο του Οργανισμού σχετικά με όλες τις πτυχές του παρόντος κανονισμού και λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συμβουλές και τις γνώμες του.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«εμπιστευτικές πληροφορίες» :

οι πληροφορίες που έχουν ακριβή χαρακτήρα, οι οποίες δεν έχουν δημοσιοποιηθεί και αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, ένα ή περισσότερα ενεργειακά προϊόντα χονδρικής και οι οποίες, αν είχαν δημοσιοποιηθεί, ενδέχεται να είχαν επηρεάσει σημαντικά την τιμή των εν λόγω ενεργειακών προϊόντων χονδρικής.

Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, ως «πληροφορίες» νοούνται:

α) 

οι πληροφορίες που απαιτείται να δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τους ►M1  κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 ◄ και (ΕΚ) αριθ. 715/2009, συμπεριλαμβανομένων των κατευθυντήριων γραμμών και κωδίκων δικτύου που θεσπίζονται δυνάμει των εν λόγω κανονισμών·

β) 

οι πληροφορίες σχετικά με τη δυναμικότητα και τη χρησιμοποίηση των εγκαταστάσεων παραγωγής, αποθήκευσης, κατανάλωσης ή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου ή σχετικά με τη δυναμικότητα και τη χρησιμοποίηση των εγκαταστάσεων ΥΦΑ, συμπεριλαμβανομένης της προγραμματισμένης ή μη προγραμματισμένης έλλειψης διαθεσιμότητας των εν λόγω εγκαταστάσεων·

▼M1

γ) 

οι πληροφορίες που απαιτείται να γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, τους κανόνες της αγοράς και τα συμβόλαια ή τα συναλλακτικά ήθη στην οικεία χονδρική αγορά ενέργειας, στον βαθμό που αυτές οι πληροφορίες ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

▼M1

γα) 

πληροφορίες τις οποίες διαβιβάζει συμμετέχων στην αγορά ή άλλα πρόσωπα που ενεργούν εξ ονόματός του σε πάροχο υπηρεσίας που πραγματοποιεί συναλλαγές εξ ονόματος του συμμετέχοντος στην αγορά και σχετίζονται με εκκρεμείς εντολές του συμμετέχοντος στην αγορά για ενεργειακά προϊόντα χονδρικής, οι οποίες έχουν ακριβή χαρακτήρα και αφορούν άμεσα ή έμμεσα ένα ή περισσότερα ενεργειακά προϊόντα χονδρικής· και

▼B

δ) 

άλλες πληροφορίες που ενδέχεται να χρησιμοποιούσε ένας ορθολογικός συμμετέχων στην αγορά στο πλαίσιο των δεδομένων για την απόφασή του να προβεί σε συναλλαγή επί ενεργειακού προϊόντος χονδρικής.

▼M1

Μια πληροφορία θεωρείται ότι έχει ακριβή χαρακτήρα εάν προσδιορίζει αναφορά σε κατάσταση η οποία υφίσταται ή που εύλογα μπορεί να αναμένεται ότι θα υπάρξει ή γεγονός το οποίο έλαβε χώρα ή που εύλογα μπορεί να αναμένεται ότι θα λάβει χώρα και εφόσον η πληροφορία αυτή είναι επαρκώς συγκεκριμένη ώστε να επιτρέπει την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την πιθανή επίπτωση αυτής της κατάστασης ή του γεγονότος στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής. Η πληροφορία μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ακριβή χαρακτήρα εάν σχετίζεται με παρατεταμένη διαδικασία που αποσκοπεί σε ή έχει ως αποτέλεσμα συγκεκριμένη κατάσταση ή συγκεκριμένο γεγονός, μεταξύ άλλων και μελλοντική κατάσταση ή μελλοντικά γεγονότα, καθώς και εάν σχετίζεται με τα επιμέρους στάδια της διαδικασίας αυτής, τα οποία συνδέονται με την πρόκληση ή την πραγματοποίηση της εν λόγω μελλοντικής κατάστασης ή των μελλοντικών γεγονότων.

Επιμέρους στάδιο παρατεταμένης διαδικασίας θεωρείται ότι συνιστά προνομιακή πληροφορία αν πληροί αφ’ εαυτού τα κριτήρια προνομιακής πληροφορίας που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος σημείου.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου του παρόντος σημείου, θεωρείται ότι οι πληροφορίες συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το ενεργειακό προϊόν χονδρικής εάν έχουν πιθανή επίπτωση στη ζήτηση, την προσφορά ή τις τιμές ενός ενεργειακού προϊόντος χονδρικής ή στις προσδοκίες της ζήτησης, της προσφοράς ή των τιμών ενός ενεργειακού προϊόντος χονδρικής.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου του παρόντος σημείου, ως πληροφορία η οποία, εάν δημοσιοποιούνταν, θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά την τιμή των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, νοείται η πληροφορία που ένας συνετός συμμετέχων στην αγορά θα χρησιμοποιούσε ως βάση για να αποφασίσει σχετικά με διαπραγματεύσεις ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

2)

«χειραγώγηση της αγοράς» :
α) 

η πραγματοποίηση οποιασδήποτε συναλλαγής, ή η έκδοση, η τροποποίηση ή η ανάκληση εντολής διαπραγμάτευσης ή οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά που αφορά ενεργειακά προϊόντα χονδρικής:

i) 

με την οποία δίνονται ή είναι πιθανό να δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

ii) 

με την οποία ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ενεργούν από κοινού διαμορφώνουν ή ενδέχεται να διαμορφώσουν την τιμή ενός ή περισσοτέρων ενεργειακών προϊόντων χονδρικής σε τεχνητό επίπεδο, εκτός εάν το πρόσωπο που πραγματοποίησε τη συναλλαγή ή ήταν ο εντολοδότης της διαπραγμάτευσης αποδεικνύει ότι η ενέργειά του αυτή υπαγορεύθηκε από έννομους λόγους και ότι η εν λόγω συναλλαγή ή εντολή διαπραγμάτευσης συνάδει με τις αποδεκτές πρακτικές στην οικεία χονδρική αγορά ενέργειας· ή

iii) 

η οποία χρησιμοποιεί παραπλανητική μεθόδευση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή παραπλάνησης ή τέχνασμα που δίνει ή ενδέχεται να δίνει ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενός ενεργειακού προϊόντος χονδρικής·

β) 

η διάδοση από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου του Διαδικτύου, ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο, πληροφοριών οι οποίες δίνουν ή είναι πιθανόν να δώσουν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, συμπεριλαμβανομένης της διάδοσης φημών ή παραπλανητικών ειδήσεων, εφόσον ο διαδίδων τις πληροφορίες γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι ήταν ψευδείς ή παραπλανητικές.

Όταν διαδίδονται πληροφορίες στο πλαίσιο της δημοσιογραφίας ή της καλλιτεχνικής έκφρασης, η διάδοση αυτή των πληροφοριών κρίνεται με γνώμονα τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα ενημέρωσης, εκτός εάν:

i) 

τα πρόσωπα αυτά αντλούν, άμεσα ή έμμεσα, όφελος ή κέρδη από τη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών· ή

ii) 

η αποκάλυψη ή η διάδοση γίνεται με πρόθεση παραπλάνησης της αγοράς όσον αφορά την προσφορά, ζήτηση και τιμή των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

ή

γ) 

η διαβίβαση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών ή η χορήγηση ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων για έναν δείκτη αναφοράς, εφόσον το πρόσωπο που πραγματοποίησε τη διαβίβαση ή τη χορήγηση των στοιχείων γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι ήταν ψευδείς ή παραπλανητικές, ή κάθε άλλη συμπεριφορά που οδηγεί στη χειραγώγηση του υπολογισμού του δείκτη αναφοράς·

Η χειραγώγηση της αγοράς ενδέχεται να ορίζει τη συμπεριφορά νομικού προσώπου ή, σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο, φυσικού προσώπου που συμμετέχει στην απόφαση πραγματοποίησης δραστηριοτήτων για λογαριασμό του εν λόγω νομικού προσώπου·

▼B

3)

«απόπειρα χειραγώγησης της αγοράς» :

α) 

η πραγματοποίηση συναλλαγών ή η έκδοση εντολών διαπραγμάτευσης ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που αφορά ενεργειακά προϊόντα χονδρικής, με σκοπό:

i) 

να δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

ii) 

να διαμορφωθεί η τιμή ενός ή περισσοτέρων ενεργειακών προϊόντων χονδρικής σε τεχνητό επίπεδο, εκτός εάν το πρόσωπο που διεκπεραίωσε τις συναλλαγές ή ήταν ο εντολοδότης της διαπραγμάτευσης, αποδεικνύει ότι η ενέργειά του αυτή υπαγορεύθηκε από έννομους λόγους και ότι οι εν λόγω συναλλαγές ή εντολή διαπραγμάτευσης συνάδουν με τις αποδεκτές πρακτικές στην οικεία χονδρική αγορά ενέργειας· ή

iii) 

να χρησιμοποιηθούν εικονικές μεθοδεύσεις ή κάθε άλλη μορφή παραπλάνησης ή τέχνασμα που δίνει ή ενδέχεται να δίνει ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενός ενεργειακού προϊόντος χονδρικής·

ή

β) 

η διάδοση πληροφοριών με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου του Διαδικτύου, ή με οιοδήποτε άλλο μέσο, με την πρόθεση να δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

4)

«ενεργειακά προϊόντα χονδρικής» :

τα ακόλουθα συμβόλαια και χρηματοοικονομικά παράγωγα, ανεξαρτήτως του τόπου και του τρόπου πραγματοποίησης της διαπραγμάτευσης:

▼M1

α) 

συμβόλαια για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου και ΥΦΑ, όταν η παράδοση γίνεται στην Ένωση ή συμβάσεις για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα παράδοση στην Ένωση, ως αποτέλεσμα ενιαίας σύζευξης επόμενης ημέρας και ενιαίας ενδοημερήσιας σύζευξης·

β) 

παράγωγα τα οποία αφορούν ηλεκτρική ενέργεια ή φυσικό αέριο που παράγεται, αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή παραδίδεται εντός της Ένωσης, ή παράγωγα τα οποία αφορούν ηλεκτρική ενέργεια και μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα παράδοση στην Ένωση, λόγω ενιαίας σύζευξης επόμενης ημέρας και ενιαίας ενδοημερήσιας σύζευξης·

▼B

γ) 

συμβόλαια που αφορούν τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου εντός της Ένωσης·

δ) 

χρηματοοικονομικά παράγωγα που αφορούν τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου εντός της Ένωσης·

▼M1

ε) 

συμβάσεις που αφορούν την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου στην Ένωση·

στ) 

παράγωγα που σχετίζονται με την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου στην Ένωση.

▼B

Συμβόλαια προμήθειας και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου προς χρήση από τους τελικούς πελάτες δεν είναι ενεργειακά προϊόντα χονδρικής. Εν τούτοις, τα συμβόλαια παροχής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου προς τελικούς πελάτες με δυναμικότητα κατανάλωσης μεγαλύτερη της οριζόμενης στο δεύτερο εδάφιο του σημείου 5, θεωρούνται ως ενεργειακά προϊόντα χονδρικής·

5)

«δυναμικότητα κατανάλωσης» :

η κατανάλωση ενός τελικού πελάτη είτε ηλεκτρικής ενέργειας είτε φυσικού αερίου με πλήρη χρήση της δυναμικότητας παραγωγής του εν λόγω πελάτη. Περιλαμβάνει το σύνολο της κατανάλωσης του εν λόγω πελάτη ως μία μεμονωμένη οικονομική ενότητα, εφόσον η κατανάλωση πραγματοποιείται σε αγορές με αλληλοσυνδεόμενες τιμές χονδρικής·

Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, η κατανάλωση σε χωριστές εγκαταστάσεις που ευρίσκονται υπό τον έλεγχο μίας ενιαίας οικονομικής οντότητας με δυναμικότητα κατανάλωσης λιγότερη από 600 GWh ετησίως δεν λαμβάνεται υπόψη στον βαθμό που οι εν λόγω εγκαταστάσεις δεν έχουν κοινή επίδραση στις τιμές της χονδρικής αγοράς ενέργειας επειδή ευρίσκονται σε διαφορετικές γεωγραφικές αγορές·

6)

«χονδρικές αγορές ενέργειας» : κάθε αγορά εντός της Ένωσης στην οποία πραγματοποιείται η διαπραγμάτευση επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής·

▼M1

7)

«συμμετέχων στην αγορά» : κάθε πρόσωπο, περιλαμβανομένων των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, των διαχειριστών συστημάτων διανομής, των διαχειριστών συστημάτων αποθήκευσης και των διαχειριστών συστημάτων ΥΦΑ, που πραγματοποιεί συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των εντολών διαπραγμάτευσης σε μία ή περισσότερες χονδρικές αγορές ενέργειας·

▼B

8)

«πρόσωπο» : κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο·

▼M1

8α)

«πρόσωπο που κατ’ επάγγελμα διεκπεραιώνει ή εκτελεί συναλλαγές» : πρόσωπο που ασχολείται κατ’ επάγγελμα με τη λήψη και τη διαβίβαση εντολών για ενεργειακά προϊόντα χονδρικής ή την εκτέλεση συναλλαγών σε ενεργειακά προϊόντα χονδρικής·

▼B

9)

«αρμόδια οικονομική αρχή» : αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία η οποία καθορίζεται στο ►M1  άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 ◄ ·

10)

«εθνική ρυθμιστική αρχή» : εθνική ρυθμιστική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας ( 6 ) ή με το άρθρο 39 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου ( 7

11)

«Διαχειριστής συστήματος μεταφοράς» : όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ και στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας 2009/73/ΕΚ·

▼M1

11α)

«διαχειριστής συστήματος διανομής» : διαχειριστής συστήματος διανομής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 6 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ και στο άρθρο 2, σημείο 29 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944·

11β)

«διαχειριστής συστήματος αποθήκευσης» : ο διαχειριστής συστήματος διανομής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ ή διαχειριστής «εγκατάστασης αποθήκευσης ενέργειας» όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 60 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944

11γ)

«διαχειριστής συστήματος ΥΦΑ» : ο διαχειριστής συστήματος ΥΦΑ όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ·

▼B

12)

«μητρική επιχείρηση» : μητρική επιχείρηση κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενης στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση ζ) της συνθήκης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς ( 8

13)

«συνδεδεμένη επιχείρηση» : θυγατρική ή άλλη επιχείρηση στην οποία υπάρχει συμμετοχή, ή επιχείρηση συνδεδεμένη με άλλη επιχείρηση με σχέση κατά την έννοια του άρθρου 12 παράγραφος 1 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ·

14)

«διανομή φυσικού αερίου» : η έννοια που προσδιορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας 2009/73/ΕΚ·

15)

«διανομή ηλεκτρικής ενέργειας» : η έννοια που προσδιορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ·

▼M1

16)

«εγγεγραμμένος μηχανισμός αναφοράς» : ή «EMA»: νομικό πρόσωπο εξουσιοδοτημένο δυνάμει του παρόντος κανονισμού για την αναφορά ή την παροχή της υπηρεσίας γνωστοποίησης λεπτομερειών των συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένων εντολών διαπραγμάτευσης, και θεμελιωδών δεδομένων στον Οργανισμό για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό συμμετεχόντων στην αγορά·

17)

«πλατφόρμα προνομιακών πληροφοριών» : ή «ΠΠΠ»: πρόσωπο εξουσιοδοτημένο δυνάμει του παρόντος κανονισμού να παρέχει την υπηρεσία λειτουργίας πλατφόρμας για τη δημοσιοποίηση προνομιακών πληροφοριών και για τη γνωστοποίηση δημοσιοποιημένων προνομιακών πληροφοριών στον Οργανισμό για λογαριασμό συμμετεχόντων στην αγορά·

18)

«αλγοριθμικές συναλλαγές» : η διαπραγμάτευση, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών υψηλής συχνότητας, ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, όπου ένας υπολογιστικός αλγόριθμος καθορίζει αυτόματα επιμέρους παραμέτρους εντολών διαπραγμάτευσης, όπως π.χ. την απόφαση για την εισαγωγή της εντολής, τον χρόνο, την τιμή ή την ποσότητα της εντολής ή τον τρόπο διαχείρισης της εντολής μετά την καταχώρισή της, με περιορισμένη ή καμία ανθρώπινη παρέμβαση και δεν περιλαμβάνει συστήματα που χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς της δρομολόγησης εντολών σε μία ή περισσότερες οργανωμένες αγορές ή για την επεξεργασία εντολών που δεν καθορίζουν παραμέτρους για την εκτέλεσή τους, ή για την επιβεβαίωση εντολών ή τη μετασυναλλακτική επεξεργασία των συναλλαγών που εκτελέστηκαν·

19)

«άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση» : μηχανισμός στο πλαίσιο του οποίου ένα μέλος, συμμετέχων ή πελάτης οργανωμένης αγοράς επιτρέπει σε άλλο πρόσωπο να χρησιμοποιεί τον κωδικό διαπραγμάτευσής του έτσι ώστε το πρόσωπο αυτό να μπορεί να διαβιβάζει ηλεκτρονικά εντολές διαπραγμάτευσης σχετικά με ένα ενεργειακό προϊόν χονδρικής απευθείας στην οργανωμένη αγορά, συμπεριλαμβανομένων ρυθμίσεων όπου το εν λόγω πρόσωπο κάνει χρήση της υποδομής τεχνολογίας πληροφοριών του μέλους ή του συμμετέχοντος ή του πελάτη, ή οποιουδήποτε συστήματος σύνδεσης παρεχόμενου από το μέλος, τον συμμετέχοντα ή τον πελάτη, για τη διαβίβαση εντολών διαπραγμάτευσης (άμεση πρόσβαση στην αγορά) και ρυθμίσεων όπου η υποδομή αυτή δεν χρησιμοποιείται από ένα πρόσωπο (κατευθείαν πρόσβαση στην αγορά)·

20)

«οργανωμένη αγορά» : ή «ΟΑ»: χρηματιστήριο ενέργειας, μεσίτης ενέργειας, πλατφόρμα ενεργειακής δυναμικότητας ή οποιοδήποτε άλλο σύστημα ή εγκατάσταση στην οποία αλληλεπιδρούν πολλαπλά συμφέροντα τρίτων για αγορά ή πώληση ενεργειακών προϊόντων χονδρικής κατά τρόπο που μπορεί να οδηγήσει σε συναλλαγή·

21)

«βιβλίο εντολών» : όλα τα λεπτομερή στοιχεία ενεργειακών προϊόντων χονδρικής που εκτελούνται σε ΟΑ, περιλαμβανομένων των αντιστοιχισμένων και μη αντιστοιχισμένων εντολών, καθώς και των εντολών που παράγονται από το σύστημα και γεγονότων του κύκλου ζωής·

22)

«δείκτης αναφοράς» : κάθε δείκτης όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 9 ), βάσει του οποίου προσδιορίζεται το πληρωτέο ποσό βάσει ενεργειακού προϊόντος χονδρικής ή σύμβασης που αφορά ενεργειακό προϊόν χονδρικής, ή η αξία ενεργειακού προϊόντος χονδρικής·

23)

«διαπραγμάτευση ΥΦΑ» : προσφορές αγοράς, προσφορές πώλησης ή συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων όσων πραγματοποιούνται εξωχρηματιστηριακά ή σε ΟΑ αλλά χωρίς να περιορίζονται σε αυτές, για την αγορά ή την πώληση ΥΦΑ:
α) 

που προσδιορίζουν παράδοση στην Ένωση·

β) 

που έχουν ως αποτέλεσμα παράδοση στην Ένωση· ή

γ) 

στις οποίες ένας αντισυμβαλλόμενος επαναεριοποιεί το ΥΦΑ σε τερματικό σταθμό στην Ένωση·

24)

«δεδομένα της αγοράς ΥΦΑ» : αρχεία προσφορών αγοράς, προσφορών πώλησης ή συναλλαγών για διαπραγμάτευση ΥΦΑ με τις αντίστοιχες πληροφορίες·

25)

«συμμετέχων στην αγορά ΥΦΑ» : κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από τον τόπο σύστασης ή κατοικίας του, το οποίο δραστηριοποιείται στη διαπραγμάτευση ΥΦΑ·

26)

«εκτίμηση τιμής ΥΦΑ» : ο καθορισμός ημερήσιας τιμής αναφοράς για τη διαπραγμάτευση ΥΦΑ σύμφωνα με μεθοδολογία που θα καθορίσει ο Οργανισμός·

27)

«δείκτης αναφοράς ΥΦΑ» : ο καθορισμός περιθωρίου μεταξύ της ημερήσιας εκτίμησης της τιμής ΥΦΑ και της τιμής διακανονισμού για τα προθεσμιακά συμβόλαια επόμενου μήνα για το αέριο στο TTF που καθορίζεται από την ICE Endex Markets B.V. σε καθημερινή βάση.

▼B

Άρθρο 3

Απαγόρευση εκμετάλλευσης εμπιστευτικών πληροφοριών

1.  

Πρόσωπα τα οποία κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με ενεργειακό προϊόν χονδρικής απαγορεύεται:

α) 

να χρησιμοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες για να αποκτήσουν ή να πωλήσουν, ή για να προσπαθήσουν να αποκτήσουν ή να πωλήσουν, για λογαριασμό τους ή για λογαριασμό τρίτων, αμέσως ή εμμέσως, ενεργειακά προϊόντα χονδρικής τα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες·

β) 

να γνωστοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες σε άλλο πρόσωπο, εκτός εάν ενεργούν στα συνήθη πλαίσια άσκησης της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων τους·

γ) 

να συνιστούν σε άλλο πρόσωπο, ή να το παρακινούν, βάσει εμπιστευτικών πληροφοριών, να αποκτήσει ή να διαθέσει τα ενεργειακά προϊόντα χονδρικής τα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες.

▼M1

Η χρήση προνομιακών πληροφοριών μέσω ακύρωσης ή τροποποίησης μιας εντολής, ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειας διαπραγμάτευσης σχετικά με ενεργειακό προϊόν χονδρικής το οποίο αφορούν οι πληροφορίες, εάν η εντολή εστάλη πριν αποκτήσει το πρόσωπο τις προνομιακές πληροφορίες, θεωρείται επίσης εκμετάλλευση προνομιακών πληροφοριών.

▼B

2.  

Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ισχύει για τα ακόλουθα πρόσωπα που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με ενεργειακά προϊόντα χονδρικής:

α) 

μέλη διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων επιχείρησης·

β) 

πρόσωπα με συμμετοχή στο κεφάλαιο επιχείρησης·

γ) 

πρόσωπα με πρόσβαση στις πληροφορίες κατά την εργασία τους ή την άσκηση του επαγγέλματος ή των καθηκόντων τους·

δ) 

πρόσωπα που έχουν αποκτήσει τις εν λόγω πληροφορίες μέσω εγκληματικής δραστηριότητας·

ε) 

πρόσωπα που γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν ότι πρόκειται για εμπιστευτικές πληροφορίες.

3.  
Τα στοιχεία α) και γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς που αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια ή φυσικό αέριο, ώστε να κατοχυρώνεται η ασφαλής λειτουργία του συστήματος, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που υπέχουν κατά το άρθρο 12 στοιχεία δ) και ε) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ ή κατά το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ) της οδηγίας 2009/73/ΕΚ.
4.  

Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε:

α) 

συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο εκπλήρωσης δημιουργηθείσας υποχρέωσης για την αγορά ή την κατοχή ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, εφόσον η εν λόγω υποχρέωση προκύπτει από συμφωνία ή από έκδοση εντολής διαπραγμάτευσης που πραγματοποιήθηκαν πριν να περιέλθουν οι εμπιστευτικές πληροφορίες στην κατοχή του εν λόγω προσώπου·

β) 

συναλλαγές που συνάπτονται από παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης ή διαχειριστές συστημάτων εισαγωγής ΥΦΑ, ο μόνος στόχος των οποίων είναι η κάλυψη της άμεσης φυσικής ζημίας που προκύπτει λόγω έκτακτης διακοπής λειτουργίας, εφόσον το αντίθετο θα είχε ως αποτέλεσμα ο συμμετέχων στην αγορά να μην είναι σε θέση να εκπληρώσει υπάρχουσες συμβατικές υποχρεώσεις και στις περιπτώσεις που μια τέτοια πράξη πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας με τον εμπλεκόμενο διαχειριστή ή διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς προκειμένου να διασφαλισθεί η ασφαλής λειτουργία του συστήματος. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι σχετικές πληροφορίες που σχετίζονται με τις συναλλαγές αναφέρονται στον Οργανισμό και την εθνική ρυθμιστική αρχή. Αυτή η υποχρέωση αναφοράς δεν θίγει την υποχρέωση που καθορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1·

γ) 

συμμετέχοντες στην αγορά που ενεργούν σύμφωνα με εθνικούς κανόνες έκτακτης ανάγκης, όταν οι εθνικές αρχές έχουν παρέμβει προκειμένου να εξασφαλίσουν την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου και όταν έχουν ανασταλεί οι μηχανισμοί της αγοράς σε ένα κράτος μέλος ή σε μέρη αυτού. Σε αυτήν την περίπτωση, η αρχή που είναι αρμόδια για τον σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης διασφαλίζει τη δημοσιοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 4.

5.  
Όταν ο κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών σχετικά με ενεργειακό προϊόν χονδρικής είναι νομικό πρόσωπο, οι απαγορεύσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ισχύουν και για τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν στην απόφαση εκτέλεσης της συναλλαγής για λογαριασμό του εν λόγω νομικού προσώπου.
6.  

Όταν διαδίδονται πληροφορίες στο πλαίσιο της δημοσιογραφίας ή της καλλιτεχνικής έκφρασης, η διάδοση αυτή των πληροφοριών κρίνεται με γνώμονα τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία του τύπου σε άλλα μέσα ενημέρωσης, εκτός εάν:

α) 

τα πρόσωπα αυτά αντλούν, άμεσα ή έμμεσα, όφελος ή κέρδη από τη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών· ή

β) 

η αποκάλυψη ή η διάδοση γίνεται με πρόθεση παραπλάνησης της αγοράς όσον αφορά την προσφορά, τη ζήτηση και την τιμή των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής.

Άρθρο 4

Υποχρέωση δημοσίευσης εμπιστευτικών πληροφοριών

1.  
Κάθε συμμετέχων στην αγορά δημοσιοποιεί, αποτελεσματικά και εγκαίρως, εμπιστευτικές πληροφορίες που κατέχει σχετικά με τις επιχειρήσεις ή τις εγκαταστάσεις, ή τη μητρική του επιχείρηση ή σχετική επιχείρηση, των οποίων ο ενδιαφερόμενος συμμετέχων στην αγορά ή η μητρική του επιχείρηση ή σχετική επιχείρηση έχει την κυριότητα ή τον έλεγχο ή την ευθύνη όσον αφορά επιχειρησιακά θέματα, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει. Εν προκειμένω, η δημοσιοποίηση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη δυναμικότητα και τη χρήση των εγκαταστάσεων παραγωγής, αποθήκευσης, κατανάλωσης ή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου ή σχετικά με τη δυναμικότητα και τη χρήση των εγκαταστάσεων ΥΦΑ, συμπεριλαμβανομένης της προγραμματισμένης ή μη προγραμματισμένης έλλειψης διαθεσιμότητας αυτών των εγκαταστάσεων.

▼M1

Οι συμμετέχοντες στην αγορά δημοσιοποιούν τις προνομιακές πληροφορίες μέσω ΠΠΠ. Οι ΠΠΠ διασφαλίζουν ότι οι προνομιακές πληροφορίες δημοσιοποιούνται κατά τρόπο που επιτρέπει άμεση πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες, περιλαμβανομένης της πρόσβασης μέσω ιστοτόπου ή σαφούς διεπαφής προγραμματισμού εφαρμογών και πλήρη, ορθή και έγκαιρη αξιολόγηση των εν λόγω πληροφοριών από το κοινό.

▼B

2.  
Συμμετέχων στην αγορά μπορεί, υπ’ ευθύνη του, να αναβάλει κατ’ εξαίρεση τη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών προκειμένου να μη βλάψει τα έννομα συμφέροντά του, εφόσον η παράλειψη αυτή δεν είναι πιθανόν να παραπλανήσει το κοινό και εφόσον ο συμμετέχων στην αγορά είναι σε θέση να διασφαλίσει την εμπιστευτικότητα των συγκεκριμένων πληροφοριών και δεν λαμβάνει αποφάσεις για συναλλαγές επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, με βάση τις εν λόγω πληροφορίες. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο συμμετέχων στην αγορά παρέχει χωρίς καθυστέρηση τις εν λόγω πληροφορίες, μαζί με αιτιολόγηση όσον αφορά την καθυστέρηση της δημοσιοποίησης των πληροφοριών, στον Οργανισμό και στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 8 παράγραφος 5.
3.  
Οσάκις συμμετέχων στην αγορά ή πρόσωπο που έχει προσληφθεί ή το οποίο ενεργεί για λογαριασμό ενός συμμετέχοντος στην αγορά, αποκαλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με ενεργειακό προϊόν χονδρικής κατά τη συνήθη άσκηση της εργασίας, του επαγγέλματός ή των καθηκόντων του, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), διασφαλίζει εκ παραλλήλου την ταυτόχρονη, πλήρη και αποτελεσματική δημοσιοποίηση των εν λόγω πληροφοριών. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες δεν αποκαλύπτονται σκοπίμως, ο συμμετέχων στην αγορά διασφαλίζει την πλήρη και αποτελεσματική δημοσιοποίηση των πληροφοριών, το συντομότερο δυνατόν, μετά τη μη σκόπιμη αποκάλυψή τους. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται εάν ο αποδέκτης των πληροφοριών υπέχει υποχρέωση εμπιστευτικότητας, ανεξάρτητα από το αν η υποχρέωση πηγάζει εκ του νόμου, από κανονιστική διάταξη, από άρθρο καταστατικού ή από σύμβαση.

▼M1

4.  
Η δημοσίευση προνομιακών πληροφοριών, ακόμη και σε συγκεντρωτική μορφή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 10 ) ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 715/2009, και με τις κατευθυντήριες γραμμές και τους κώδικες δικτύου που θεσπίζονται δυνάμει των εν λόγω κανονισμών, συνιστά αποτελεσματική δημοσιοποίηση, αλλά όχι απαραίτητα έγκαιρη δημοσιοποίηση στο κοινό κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

▼M1

4α.  
Έως τις 8 Μαΐου 2025, ο Οργανισμός αναπτύσσει και εκμεταλλεύεται πλατφόρμα η οποία λειτουργεί ως ειδικό ανά τομέα ηλεκτρονικό σημείο πρόσβασης για προνομιακές πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

▼B

5.  
Στις περιπτώσεις που σε κάποιον διαχειριστή συστήματος μεταφοράς έχει δοθεί εξαίρεση από την υποχρέωση δημοσίευσης ορισμένων δεδομένων, σύμφωνα με τον ►M1  κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 ◄ τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 715/2009, ο εν λόγω διαχειριστής απαλλάσσεται επίσης από την υποχρέωση που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου όσον αφορά τα εν λόγω δεδομένα.
6.  
Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν οι συμμετέχοντες στην αγορά σύμφωνα με τις οδηγίες 2009/72/ΕΚ και 2009/73/ΕΚ και τους ►M1  κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 ◄ και (ΕΚ) αριθ. 715/2009, καθώς και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές και τους κώδικες δικτύου που εκδίδονται δυνάμει των εν λόγω οδηγιών και κανονισμών, ιδίως όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα και τη μέθοδο δημοσίευσης των πληροφοριών.
7.  
Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν θίγουν το δικαίωμα των συμμετεχόντων στην αγορά να καθυστερούν την αποκάλυψη πληροφοριών που σχετίζονται με την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 στοιχείο δ) της οδηγίας 2008/114/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τον προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας, και σχετικά με την αξιολόγηση της ανάγκης βελτίωσης της προστασίας τους ( 11 ), εάν αυτές είναι διαβαθμισμένες στη χώρα τους.

▼M1

Άρθρο 4α

Αδειοδότηση και εποπτεία των πλατφορμών προνομιακών πληροφοριών ΠΠΠ

8.  

Έως τις 8 Μαΐου 2025 η Επιτροπή εκδίδει σύμφωνα με το άρθρο 20, προς συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού, κατ’ εξουσιοδότηση πράξη στην οποία προσδιορίζονται:

α) 

τα μέσα με τα οποία η ΠΠΠ οφείλει να τηρήσει την υποχρέωση για τη δημοσιοποίηση προνομιακών πληροφοριών, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου·

β) 

το περιεχόμενο και κάθε σχετικές περαιτέρω λεπτομέρειες των προνομιακών πληροφοριών που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου, κατά τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή η δημοσίευση των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει του παρόντος άρθρου·

γ) 

οι συγκεκριμένες οργανωτικές απαιτήσεις για την εφαρμογή της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου·

δ) 

οι λεπτομέρειες που αφορούν τη διαδικασία ανάκλησης της άδειας μιας ΠΠΠ η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου,

ε) 

οι διαδικαστικές εγγυήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου·

στ) 

οι λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία ομαλής αντικατάστασης που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου·

ζ) 

οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για την ενημέρωση των συμμετεχόντων στην αγορά σχετικά με απόφαση ανάκλησης της άδειας μιας ΠΠΠ.

▼B

Άρθρο 5

Απαγόρευση χειραγώγησης της αγοράς

Απαγορεύεται οιαδήποτε χειραγώγηση ή απόπειρα χειραγώγησης της χονδρικής αγοράς ενέργειας.

▼M1

Άρθρο 5α

Αλγοριθμικές συναλλαγές

1.  
Ένας συμμετέχων στην αγορά που δραστηριοποιείται μέσω αλγοριθμικών συναλλαγών χρησιμοποιεί αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους κινδύνου, κατάλληλους για τις εργασίες που διεκπεραιώνει, προκειμένου να διασφαλίζει ότι τα συστήματα συναλλαγών του είναι ανθεκτικά και διαθέτουν επαρκή δυναμικότητα, υπόκεινται σε κατάλληλα όρια συναλλαγών και αποτρέπουν την αποστολή εσφαλμένων εντολών διαπραγμάτευσης ή τη λοιπή λειτουργία κατά τρόπο που ενδέχεται να οδηγήσει ή να συμβάλει στη μη εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Ο συμμετέχων στην αγορά διαθέτει επίσης αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους κινδύνου ώστε να διασφαλίζει ότι τα συστήματα συναλλαγών συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό και με τους κανόνες της ΟΑ με την οποία είναι συνδεδεμένος. Ο συμμετέχων στην αγορά διαθέτει αποτελεσματικές ρυθμίσεις επιχειρησιακής συνέχειας για την αντιμετώπιση κάθε αστοχίας στα συστήματα συναλλαγών του και διασφαλίζει ότι τα συστήματά του έχουν υποβληθεί σε πλήρεις δοκιμές και παρακολουθούνται κατάλληλα ώστε να διασφαλίζεται ότι πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας παραγράφου.
2.  
Συμμετέχων στην αγορά ο οποίος δραστηριοποιείται μέσω αλγοριθμικών συναλλαγών σε ένα κράτος μέλος γνωστοποιεί την εν λόγω δραστηριοποίηση στην εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγγεγραμμένος σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 και στον Οργανισμό.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους όπου ο συμμετέχων στην αγορά είναι εγγεγραμμένος σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 μπορεί να απαιτεί από τον συμμετέχοντα στην αγορά να παρέχει, σε τακτική ή σε ad hoc βάση, περιγραφή της φύσης των στρατηγικών αλγοριθμικών συναλλαγών του, λεπτομέρειες σχετικά με τις παραμέτρους διαπραγμάτευσης ή τα όρια στα οποία υπόκειται το σύστημα συναλλαγών, βασικούς ελέγχους συμμόρφωσης και ελέγχους κινδύνου που εφαρμόζονται για τη διασφάλιση της εκπλήρωσης των απαιτήσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και λεπτομέρειες των δοκιμών στις οποίες υποβάλλει τα συστήματα συναλλαγών του.

Ο συμμετέχων στην αγορά μεριμνά ώστε να τηρούνται για πέντε έτη αρχεία για τα ζητήματα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και εξασφαλίζει ότι τα αρχεία αυτά είναι επαρκή ώστε η εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους όπου ο συμμετέχων στην αγορά είναι εγγεγραμμένος σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 να είναι σε θέση να παρακολουθεί τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

3.  
Συμμετέχων στην αγορά ο οποίος παρέχει άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση σε ΟΑ ενημερώνει σχετικά την εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγγεγραμμένος ο συμμετέχων στην αγορά σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 και τον Οργανισμό.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους όπου ο συμμετέχων στην αγορά είναι εγγεγραμμένος σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 μπορεί να απαιτεί από τον συμμετέχοντα στην αγορά να παρέχει, σε τακτική ή σε ad-hoc βάση, περιγραφή των συστημάτων και των ελέγχων κινδύνου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και αποδείξεις για την εφαρμογή τους.

Ο συμμετέχων στην αγορά μεριμνά ώστε να τηρούνται για πέντε έτη αρχεία για τα ζητήματα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και εξασφαλίζει ότι τα αρχεία αυτά είναι επαρκή ώστε η εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους όπου ο συμμετέχων στην αγορά είναι εγγεγραμμένος σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 να είναι σε θέση να παρακολουθεί τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

4.  
Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ.

▼B

Άρθρο 6

Τεχνική ενημέρωση των ορισμών των εμπιστευτικών πληροφοριών και της χειραγώγησης της αγοράς

▼M1

1.  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 20 προκειμένου:

α) 

να τροποποιήσει τον παρόντα κανονισμό:

i) 

ευθυγραμμίζοντας τους ορισμούς που παρατίθενται στο άρθρο 2 σημεία 1, 2, 3 και 5, έτσι ώστε να διασφαλισθεί η συνοχή με το λοιπό σχετικό ενωσιακό δίκαιο στους τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της ενέργειας·

ii) 

επικαιροποιώντας τους ορισμούς που αναφέρονται στο στοιχείο i) με μόνο σκοπό να λαμβάνονται υπόψη μελλοντικές εξελίξεις στις χονδρικές αγορές ενέργειας·

β) 

να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό θεσπίζοντας, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών ιδιαιτεροτήτων, ελάχιστα κατώτατα όρια για τον προσδιορισμό συμβάντων τα οποία, εάν δημοσιοποιούνταν, ενδεχομένως να επηρέαζαν σημαντικά τις τιμές των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής.

▼B

2.  

Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον:

α) 

τη συγκεκριμένη λειτουργία των χονδρικών αγορών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών χαρακτηριστικών των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, και την αλληλεπίδραση μεταξύ των αγορών βασικών προϊόντων και των αγορών χρηματοοικονομικών παραγώγων·

β) 

το ενδεχόμενο χειραγώγησης πέραν των συνόρων, μεταξύ των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και στις αγορές βασικών προϊόντων και τις αγορές χρηματοοικονομικών παραγώγων·

γ) 

τις πιθανές επιπτώσεις που έχουν στις τιμές των ενεργειακών αγορών χονδρικής η πραγματική ή η προγραμματισμένη παραγωγή, κατανάλωση, χρήση της δυναμικότητας μεταφοράς ή της χωρητικότητας αποθήκευσης και

δ) 

τους κώδικες δικτύου και τις κατευθυντήριες γραμμές-πλαίσια που εκδίδονται σύμφωνα με τους ►M1  κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 ◄ και (ΕΚ) αριθ. 715/2009.

Άρθρο 7

Παρακολούθηση της αγοράς

▼M1

1.  
Ο Οργανισμός παρακολουθεί τη διαπραγματευτική δραστηριότητα επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής για να εντοπίζει και να προλαμβάνει διαπραγματεύσεις που βασίζονται σε προνομιακές πληροφορίες και χειραγώγηση της αγοράς ή σχετικές απόπειρες. Συλλέγει τα δεδομένα για την αξιολόγηση και την παρακολούθηση των χονδρικών αγορών ενέργειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8.

▼B

2.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συνεργάζονται, σε περιφερειακό επίπεδο, μεταξύ τους και με τον Οργανισμό για τη διενέργεια της παρακολούθησης των χονδρικών αγορών ενέργειας σύμφωνα με την παράγραφο 1. Για τον σκοπό αυτό, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες τις οποίες κατέχει ο Οργανισμός και έχει συγκεντρώσει σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφος 2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν επίσης να παρακολουθούν τις δραστηριότητες διαπραγμάτευσης επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής σε εθνικό επίπεδο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η εθνική αρχή ανταγωνισμού τους ή φορέας παρακολούθησης της αγοράς που έχει δημιουργηθεί εντός της εν λόγω αρχής πραγματοποιεί παρακολούθηση της αγοράς μαζί με την εθνική ρυθμιστική αρχή. Κατά τη διενέργεια της εν λόγω παρακολούθησης της αγοράς, η εθνική αρχή ανταγωνισμού ή ο φορέας παρακολούθησης της αγοράς έχει τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με την εθνική ρυθμιστική αρχή, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, τη δεύτερη περίοδο του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 4 παράγραφος 2 δεύτερη περίοδος, το άρθρο 8 παράγραφος 5 πρώτη περίοδος και το άρθρο 16.

▼M1

3.  
Ο Οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές του δυνάμει του παρόντος κανονισμού και σχετικά με την εφαρμογή από τον Οργανισμό του παρόντος κανονισμού, και δημοσιοποιεί την εν λόγω έκθεση. Στην εν λόγω έκθεση, ο Οργανισμός αξιολογεί μεταξύ άλλων τη λειτουργία και τη διαφάνεια των διαφορετικών κατηγοριών αγορών και τρόπους διαπραγμάτευσης και μπορεί να διατυπώνει συστάσεις προς την Επιτροπή, όσον αφορά τους κανόνες της αγοράς, τα πρότυπα και τις διαδικασίες που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ακεραιότητα της αγοράς και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Μπορεί επίσης να αξιολογεί κατά πόσον ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις για τις οργανωμένες αγορές θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ενίσχυση της διαφάνειας της αγοράς. Η εν λόγω έκθεση μπορεί να συνδυάζεται με την έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942.

▼B

Άρθρο 8

Συγκέντρωση δεδομένων

▼M1

1.  
Οι συμμετέχοντες στην αγορά ή, για λογαριασμό τους, πρόσωπο ή οντότητα που απαριθμείται στην παράγραφο 4 στοιχεία β) έως στ), παρέχουν στον Οργανισμό αρχείο των συναλλαγών στις χονδρικές αγορές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των εντολών διαπραγμάτευσης. Οι πληροφορίες που υποβάλλονται περιλαμβάνουν τον ακριβή προσδιορισμό των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής που αγοράστηκαν και πωλήθηκαν, την συμφωνηθείσα τιμή και ποσότητα, τις ημερομηνίες και ώρες εκτέλεσης, τα μέρη της συναλλαγής και τους ενδιάμεσους ή τελικούς δικαιούχους της συναλλαγής, καθώς και κάθε άλλη σχετική πληροφορία. Οι συμμετέχοντες στην αγορά παρέχουν επίσης πληροφορίες σχετικά με τα ανοίγματά τους, αναλυτικά ανά προϊόν, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών που πραγματοποιούνται εξωχρηματιστηριακά. Ενώ οι συμμετέχοντες στην αγορά έχουν τη συνολική ευθύνη, από τη στιγμή που οι απαιτούμενες πληροφορίες λαμβάνονται από πρόσωπο ή οντότητα που απαριθμείται στην παράγραφο 4 στοιχεία β) έως στ), η υποχρέωση αναφοράς πληροφοριών του συμμετέχοντος στην αγορά θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο παρέχονται μέσω εγγεγραμμένων μηχανισμών αναφοράς

▼M1

1α.  

Για τους σκοπούς της αναφοράς καταχωρίσεων συναλλαγών στη χονδρική αγορά ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων εντολών διαπραγμάτευσης που καταχωρίζονται, συνάπτονται ή εκτελούνται σε ΟΑ, οι εν λόγω ΟΑ ή τρίτοι για λογαριασμό τους:

α) 

θέτουν στη διάθεση του Οργανισμού δεδομένα σχετικά με το βιβλίο εντολών, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1348/2014, εκπληρώνοντας με τον τρόπο αυτό, εξ ονόματος των συμμετεχόντων στην αγορά, τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου· ή

β) 

κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού, παρέχουν στον Οργανισμό πρόσβαση χωρίς χρονοτριβή στο βιβλίο εντολών, ώστε ο Οργανισμός να είναι σε θέση να παρακολουθεί τις συναλλαγές στη χονδρική αγορά ενέργειας.

Έως τις 8 Μαΐου 2025, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες καθορίζονται οι περαιτέρω λεπτομέρειες που αφορούν τη λειτουργία της παρούσας παραγράφου, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών ρυθμίσεων για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής υποβολής δεδομένων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2.

1β.  
Οι συμμετέχοντες στην αγορά ΥΦΑ και κάθε άλλο πρόσωπο ή οντότητα που απαριθμείται στην παράγραφο 4 στοιχεία β) έως στ) του παρόντος άρθρου η οποία ενεργεί εξ ονόματός τους, παρέχουν συστηματικά στον Οργανισμό αρχείο των δεδομένων της αγοράς ΥΦΑ, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1348/2014.

▼B

2.  

Μέσω εκτελεστικών πράξεων, η Επιτροπή:

α) 

καταρτίζει κατάλογο των συμβάσεων και των παράγωγων προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των εντολών διαπραγμάτευσης, που πρέπει να αναφέρονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 και με βάση κατάλληλα ελάχιστα όρια για την αναφορά συναλλαγών, οσάκις ενδείκνυται·

β) 

θεσπίζει ενιαίους κανόνες σχετικά με την αναφορά πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με παράγραφο 1·

γ) 

ορίζει τον χρόνο και τη μορφή με την οποία πρέπει να αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες.

▼M1

Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2. Λαμβάνουν υπόψη τα υφιστάμενα συστήματα αναφοράς συναλλαγών για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων διαπραγμάτευσης με σκοπό τον εντοπισμό περιπτώσεων κατάχρησης της αγοράς.

3.  
Τα πρόσωπα και οι οντότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 4 στοιχεία α) έως δ) του παρόντος άρθρου, τα οποία έχουν αναφέρει συναλλαγές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 ή τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 δεν υπέχουν υποχρεώσεις διπλής αναφοράς πληροφοριών όσον αφορά τις εν λόγω συναλλαγές.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1α και 2 μπορούν να επιτρέπουν σε οργανωμένες αγορές και σε συστήματα αντιστοίχισής των εντολών ή συστήματα αναφοράς συναλλαγών να διαβιβάζουν στον Οργανισμό αρχεία των ενεργειακών συναλλαγών χονδρικής.

▼B

4.  

►M1  Για τους σκοπούς των παραγράφων 1, 1α και 1β, οι πληροφορίες παρέχονται από: ◄

α) 

τον συμμετέχοντα στην αγορά·

β) 

τον τρίτο που ενεργεί για λογαριασμό του συμμετέχοντος στην αγορά·

γ) 

ένα σύστημα αναφοράς συναλλαγών·

▼M1

δ) 

μια ΟΑ, ένα σύστημα αντιστοίχισης των εντολών ή άλλο πρόσωπο που κατ’ επάγγελμα διεκπεραιώνει ή εκτελεί συναλλαγές·

▼B

ε) 

ένα αρχείο καταγραφής συναλλαγών που έχει εγγραφεί ή αναγνωρισθεί σύμφωνα με την εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με τις συναλλαγές παραγώγων, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών· ή

στ) 

μια αρμόδια αρχή που έχει λάβει τις εν λόγω πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ ή η ΕΑΚΑΑ, εφόσον έχει λάβει τις εν λόγω πληροφορίες σύμφωνα με την εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με τις συναλλαγές παραγώγων, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών.

▼M1

5.  
Οι συμμετέχοντες στην αγορά παρέχουν στον Οργανισμό και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές τις πληροφορίες που αφορούν τη δυναμικότητα και τη χρήση των εγκαταστάσεων παραγωγής, αποθήκευσης, κατανάλωσης ή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου ή που αφορούν τη δυναμικότητα και τη χρήση εγκαταστάσεων ΥΦΑ, περιλαμβανόμενης της προγραμματισμένης ή μη προγραμματισμένης μη διαθεσιμότητας των εν λόγω εγκαταστάσεων, και τις προνομιακές πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 4, για τις ανάγκες της παρακολούθησης των διαπραγματεύσεων στις χονδρικές αγορές ενέργειας. Η υποχρέωση υποβολής στοιχείων που επιβάλλεται στους συμμετέχοντες στην αγορά ελαχιστοποιείται με τη συγκέντρωση των αναγκαίων πληροφοριών ή μέρους αυτών, εφόσον αυτό είναι δυνατόν, από υπάρχουσες πηγές.

▼B

6.  

Μέσω εκτελεστικών πράξεων, η Επιτροπή:

α) 

θεσπίζει ενιαίους κανόνες σχετικά με την αναφορά πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 5 και σχετικά με τα κατάλληλα όρια για αυτήν την αναφορά, οσάκις ενδείκνυται·

β) 

ορίζει τον χρόνο και τη μορφή με την οποία πρέπει να αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2. Λαμβάνουν υπόψη τις υπάρχουσες υποχρεώσεις αναφοράς πληροφοριών σύμφωνα με τους ►M1  κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 ◄ και (ΕΚ) αριθ. 715/2009.

Άρθρο 9

Εγγραφή των συμμετεχόντων στην αγορά

▼M1

1.  
Οι συμμετέχοντες στην αγορά οι οποίοι προβαίνουν σε συναλλαγές που απαιτείται να αναφέρονται στον Οργανισμό δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 εγγράφονται στην εθνική ρυθμιστική αρχή στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι ή διαμένουν.

Έως τις 8 Νοεμβρίου 2024, οι συμμετέχοντες στην αγορά που είναι εγκατεστημένοι ή διαμένουν σε τρίτη χώρα και οι οποίοι προβαίνουν σε συναλλαγές που απαιτείται να αναφέρονται στον Οργανισμό δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1:

α) 

ορίζουν αντιπρόσωπο σε κράτος μέλος στις χονδρικές αγορές ενέργειας του οποίου δραστηριοποιούνται οι συμμετέχοντες στην αγορά και εγγράφονται στην εθνική ρυθμιστική αρχή του εν λόγω κράτους μέλους. Ο αντιπρόσωπος ορίζεται με γραπτή εντολή και είναι εξουσιοδοτημένος να ενεργεί εξ ονόματος των συμμετεχόντων στην αγορά·

β) 

εξουσιοδοτούν τον ορισθέντα αντιπρόσωπό τους ώστε να απευθύνονται σε αυτόν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή ο Οργανισμός, επιπλέον ή εξ ονόματός τους, για όλα τα ζητήματα που είναι αναγκαία για την παραλαβή, τη συμμόρφωση με και την επιβολή αποφάσεων ή αιτημάτων παροχής πληροφοριών που εκδίδονται σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό·

γ) 

παρέχουν στον ορισθέντα αντιπρόσωπό τους τις εξουσίες και τα μέσα που απαιτούνται για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και έγκαιρης συνεργασίας τους με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή τον Οργανισμό και για τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις και τα αιτήματα παροχής πληροφοριών των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή του Οργανισμού που εκδίδονται σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πρόσβασης στις ζητούμενες πληροφορίες· και

δ) 

κοινοποιούν το όνομα, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, την ταχυδρομική διεύθυνση και τον τηλεφωνικό αριθμό του ορισθέντος αντιπροσώπου τους στην εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω ορισθείς αντιπρόσωπος και στον Οργανισμό.

Ο ορισμός αντιπροσώπου γίνεται με την επιφύλαξη των δικαστικών προσφυγών οι οποίες μπορούν να ασκηθούν κατά του ίδιου του συμμετέχοντος στην αγορά·

▼B

Συμμετέχων στην αγορά εγγράφεται μόνο σε μία εθνική ρυθμιστική αρχή. Τα κράτη μέλη δεν ζητούν από ένα συμμετέχοντα στην αγορά που είναι ήδη εγγεγραμμένος σε ένα κράτος μέλος να εγγραφεί ξανά.

Η εγγραφή των συμμετεχόντων στην αγορά δεν θίγει τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης με τους ισχύοντες κανόνες διαπραγμάτευσης και εξισορρόπησης.

2.  
Το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή θεσπίζει τις εκτελεστικές πράξεις που ορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δημιουργούν εθνικά μητρώα συμμετεχόντων στην αγορά τα οποία πρέπει να φροντίζουν να ενημερώνουν. Το μητρώο δίνει σε κάθε συμμετέχοντα στην αγορά μια μοναδική ταυτότητα και περιλαμβάνει επαρκείς πληροφορίες ώστε να αναγνωρίζει τον συμμετέχοντα στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών λεπτομερειών που σχετίζονται με τον αριθμό του φορολογικού μητρώου, τον τόπο εγκατάστασής του, τα πρόσωπα που είναι αρμόδια για τη λήψη επιχειρησιακών και διαπραγματευτικών αποφάσεών του και τον τελικό ελεγκτή ή δικαιούχο των διαπραγματευτικών δραστηριοτήτων του συμμετέχοντος στην αγορά.

▼M1

3.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαβιβάζουν τις πληροφορίες των οικείων εθνικών μητρώων στον Οργανισμό σε μορφότυπο που ορίζει ο Οργανισμός. Ο Οργανισμός, σε συνεργασία με τις εν λόγω αρχές, καθορίζει τον μορφότυπο αυτόν και τον δημοσιοποιεί. Με βάση τις πληροφορίες που παρέχουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο Οργανισμός δημιουργεί ένα ευρωπαϊκό μητρώο συμμετεχόντων στην αγορά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες εμπλεκόμενες αρχές έχουν πρόσβαση στο εν λόγω μητρώο. Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, ο Οργανισμός δημοσιοποιεί το ευρωπαϊκό μητρώο συμμετεχόντων στην αγορά ή αποσπάσματά του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αποκαλύπτονται εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες που αφορούν μεμονωμένους συμμετέχοντες στην αγορά.

▼B

4.  
Οι συμμετέχοντες στην αγορά που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υποβάλλουν το έντυπο καταχώρισης στην εθνική ρυθμιστική αρχή πριν να διεκπεραιώσουν συναλλαγή που απαιτείται να αναφερθεί στον Οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1.
5.  
Οι συμμετέχοντες στην αγορά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γνωστοποιούν εγκαίρως στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή οποιαδήποτε αλλαγή έχει πραγματοποιηθεί σχετικά με τις πληροφορίες που παρέχονται στο έντυπο καταχώρισης.

▼M1

Άρθρο 9α

Αδειοδότηση και εποπτεία των EMA

6.  

Έως τις 8 Μαΐου 2025, η Επιτροπή εκδίδει σύμφωνα με το άρθρο 20, προς συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού, κατ’ εξουσιοδότηση πράξη στην οποία προσδιορίζονται:

α) 

τα μέσα με τα οποία ο EMA πρόκειται να εκπληρώσει την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

β) 

οι συγκεκριμένες οργανωτικές απαιτήσεις για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου·

γ) 

οι λεπτομέρειες που αφορούν τη διαδικασία ανάκλησης άδειας λειτουργίας EMA που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου·

δ) 

οι διαδικαστικές εγγυήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου·

ε) 

οι λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία ομαλής αντικατάστασης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου·

στ) 

οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για την ενημέρωση των συμμετεχόντων στην αγορά σχετικά με απόφαση ανάκλησης της άδειας ενός EMA.

▼B

Άρθρο 10

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Οργανισμού και άλλων αρχών

▼M1

1.  
Ο Οργανισμός καθιερώνει μηχανισμούς για την ανταλλαγή πληροφοριών που λαμβάνει, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 και το άρθρο 8, με την Επιτροπή, τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, τις αρμόδιες για τις χρηματοπιστωτικές αρχές των κρατών μελών, τις εθνικές αρχές για τον ανταγωνισμό, την ESMA, το EUROFISC και άλλες σχετικές αρχές σε ενωσιακό επίπεδο. Πριν από τη θέσπιση των μηχανισμών αυτών, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις εν λόγω αρχές.

Ο Οργανισμός παρέχει πρόσβαση στους μηχανισμούς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μόνο στις αρχές που έχουν δημιουργήσει συστήματα τα οποία διευκολύνουν τον Οργανισμό να τηρεί τις απαιτήσεις του άρθρου 12 παράγραφος 1.

2.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθιερώνουν μηχανισμούς για την ανταλλαγή πληροφοριών που λαμβάνουν, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 8, με τις αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών, τις εθνικές αρχές για τον ανταγωνισμό, τις εθνικές φορολογικές αρχές και και με άλλες σχετικές αρχές σε εθνικό επίπεδο. Πριν από τη θέσπιση των μηχανισμών αυτών, η εθνική ρυθμιστική αρχή διαβουλεύεται με τον Οργανισμό και με τις εν λόγω αρχές σχετικά με τους εν λόγω μηχανισμούς, εκτός εάν αυτοί θεσπίστηκαν πριν από τις 7 Μαΐου 2024. Ο Οργανισμός εκδίδει, κατά περίπτωση, μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για να διευκολύνει την καθιέρωση τέτοιων μηχανισμών από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν πρόσβαση στους μηχανισμούς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μόνο στις αρχές που έχουν δημιουργήσει συστήματα τα οποία δίνουν τη δυνατότητα στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να τηρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1.

▼B

3.  
Τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών που έχουν εγγραφεί ή αναγνωρισθεί σύμφωνα με την εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με τις συναλλαγές παραγώγων, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών θέτουν στη διάθεση του Οργανισμού όλες τις σχετικές πληροφορίες που συγκεντρώνουν σχετικά με τα ενεργειακά προϊόντα χονδρικής και τα παράγωγα δικαιωμάτων εκπομπών.

Η ΕΑΚΑΑ διαβιβάζει στον Οργανισμό τις αναφορές σχετικά με τις συναλλαγές ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, τις οποίες λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με τις συναλλαγές παραγώγων, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Οι αρμόδιες αρχές που λαμβάνουν εκθέσεις για διαπραγματεύσεις σχετικά με ενεργειακά προϊόντα χονδρικής που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ διαβιβάζουν τις εν λόγω εκθέσεις στον Οργανισμό.

Ο Οργανισμός και οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία της διαπραγμάτευσης δικαιωμάτων εκπομπών ή παραγώγων που σχετίζονται με τα δικαιώματα εκπομπών συνεργάζονται μεταξύ τους και δημιουργούν κατάλληλους μηχανισμούς μέσω των οποίων αποκτά ο Οργανισμός πρόσβαση στις καταγραφές συναλλαγών αυτών των δικαιωμάτων και παραγώγων, όταν οι εν λόγω αρχές συγκεντρώσουν πληροφορίες σχετικά με αυτές τις συναλλαγές.

Άρθρο 11

Προστασία δεδομένων

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 12 ), ούτε τις υποχρεώσεις του Οργανισμού, κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 13 ).

Άρθρο 12

Αξιοπιστία λειτουργίας

1.  
Ο Οργανισμός διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα και την προστασία των πληροφοριών που λαμβάνει δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2 και των άρθρων 8 και 10. Ο Οργανισμός λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να αποφεύγεται η καταχρηστική χρήση των πληροφοριών που διατηρεί στα συστήματά του και η μη επιτρεπόμενη πρόσβαση σε αυτές.

▼M1

Η Επιτροπή, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών, οι εθνικές φορολογικές αρχές, το EUROFISC, οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού, η ESMA και άλλες σχετικές αρχές διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα και την προστασία των πληροφοριών τις οποίες λαμβάνουν δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2, του άρθρου 7 παράγραφος 2, του άρθρου 8 παράγραφος 5 ή του άρθρου 10, μεριμνούν για την αποφυγή κάθε καταχρηστικής χρήσης των πληροφοριών αυτών, και εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την ισχύουσα νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων.

▼B

Ο Οργανισμός εντοπίζει και ελαχιστοποιεί πηγές λειτουργικού κινδύνου, με την ανάπτυξη κατάλληλων συστημάτων, ελέγχων και διαδικασιών.

▼M1

2.  
Έως τις 8 Μαΐου 2025, ο Οργανισμός αναπτύσσει κέντρο αναφοράς που περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα δεδομένα της χονδρικής αγοράς ενέργειας της Ένωσης (το «κέντρο αναφοράς»). Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, ο Οργανισμός δημοσιοποιεί, μέσω του κέντρου αναφοράς, μέρος των πληροφοριών που έχει στην κατοχή του, υπό τον όρο ότι δεν αποκαλύπτει ούτε καθιστά δυνατό να ταυτοποιηθούν από τις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται εμπορικώς ευαίσθητες πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένους συμμετέχοντες στην αγορά, συγκεκριμένες συναλλαγές ή συγκεκριμένες αγορές. Ο Οργανισμός δύναται επίσης να δημοσιοποιεί, μέσω του κέντρου αναφοράς, συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με τις οργανωμένες αγορές, τις ΠΠΠ και τους EMA σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων, εξαιρουμένων εμπορικώς ευαίσθητων πληροφοριών.

Ο Οργανισμός καθιστά διαθέσιμη για επιστημονικούς σκοπούς τη βάση εμπορικώς μη ευαίσθητων δεδομένων του, τηρώντας τις απαιτήσεις εμπιστευτικού χαρακτήρα.

Οι πληροφορίες δημοσιεύονται ή καθίστανται διαθέσιμες προς όφελος της βελτίωσης της διαφάνειας των χονδρικών αγορών ενέργειας και υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι πιθανόν να προκαλέσουν ουδεμία στρέβλωση του ανταγωνισμού στις εν λόγω αγορές ενέργειας.

Ο Οργανισμός διαδίδει πληροφορίες με δίκαιο τρόπο σύμφωνα με διαφανείς κανόνες τους οποίους καταρτίζει και θέτει στη διάθεση του κοινού.

▼B

Άρθρο 13

Εφαρμογή των απαγορεύσεων καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά

▼M1

1.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεριμνούν για την τήρηση και την επιβολή των απαγορεύσεων που ορίζονται στα άρθρα 3 και 5 και των υποχρεώσεων που ορίζονται στα άρθρα 4, 7γ, 8, 9 και 15.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι αρμόδιες να διερευνούν όλες τις πράξεις που εκτελούνται στις οικείες εθνικές χονδρικές αγορές ενέργειας και να επιβάλλουν τον παρόντα κανονισμό, ανεξάρτητα από τον τόπο στον οποίο ο συμμετέχων στην αγορά που εκτελεί τις πράξεις αυτές είναι εγγεγραμμένος ή στον οποίο υπέχει υποχρέωση εγγραφής σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.

Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εθνική ρυθμιστική αρχή του να διαθέτει τις εξουσίες έρευνας και επιβολής που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο. Οι εν λόγω εξουσίες ασκούνται αναλογικά.

Οι εξουσίες αυτές ασκούνται:

α) 

απευθείας·

β) 

σε συνεργασία με άλλες αρχές·

γ) 

με αίτηση προς τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές αρχές· ή

δ) 

κατόπιν σύστασης του Οργανισμού.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν, κατά περίπτωση, να ασκούν τις οικείες εξουσίες έρευνας σε συνεργασία με τις ΟΑ, τα συστήματα αντιστοίχισης των εντολών ή άλλα πρόσωπα που κατ’ επάγγελμα διεκπεραιώνουν ή εκτελούν συναλλαγές κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 4 στοιχείο δ).

▼B

2.  

Οι εξουσίες έρευνας και επιβολής της εφαρμογής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιορίζονται στον στόχο της έρευνας. Ασκούνται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και περιλαμβάνουν το δικαίωμα:

α) 

να έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε σχετικό έγγραφο οποιασδήποτε μορφής και να λαμβάνει αντίγραφό του·

β) 

να ζητά πληροφορίες από οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παρεμβαίνουν διαδοχικά στη διαβίβαση των εντολών ή στην εκτέλεση των σχετικών πράξεων, καθώς επίσης των εντολέων τους, και, εάν είναι αναγκαίο, να καλεί οποιοδήποτε από αυτά τα πρόσωπα ή εντολείς σε ακρόαση·

γ) 

να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους·

δ) 

να απαιτεί υπάρχοντα στοιχεία για τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και υπάρχοντα αρχεία διακίνησης δεδομένων·

ε) 

να απαιτεί τη διακοπή κάθε πρακτικής αντίθετης προς τον παρόντα κανονισμό ή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ή εκτελεστικών πράξεων που θεσπίζονται βάσει αυτού·

στ) 

να ζητά δικαστικά τη δέσμευση ή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων·

ζ) 

να ζητά από δικαστήριο ή οποιαδήποτε αρμόδια αρχή να επιβάλει προσωρινή απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας.

▼M1

3.  
Για την καταπολέμηση των παραβιάσεων του παρόντος κανονισμού, τη στήριξη και συμπλήρωση των δραστηριοτήτων επιβολής των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και τη συμβολή στην ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση, ο Οργανισμός, σε στενή και ενεργό συνεργασία με τις σχετικές εθνικές ρυθμιστικές αρχές, μπορεί να διενεργεί έρευνες ασκώντας τις εξουσίες που του ανατίθενται με τα άρθρα 13α, 13β και 13γ και σύμφωνα με αυτά.
4.  

Εγκαίρως πριν από την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 εντός της δικαιοδοσίας κράτους μέλους όπου τελέστηκαν οι πράξεις, σχετικά με τις οποίες ο Οργανισμός έχει εύλογες υπόνοιες ότι παραβιάζουν τον παρόντα κανονισμό, ο Οργανισμός ενημερώνει την εθνική ρυθμιστική αρχή και άλλες ενδιαφερόμενες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους. Ο Οργανισμός δύναται να ασκεί τις εξουσίες του στην εν λόγω δικαιοδοσία, εκτός εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή προβάλει αντίρρηση διότι:

α) 

έχει κινήσει επισήμως ή διεξάγει έρευνα για τα ίδια περιστατικά· ή

β) 

έχει διεξαγάγει έρευνα για τα ίδια περιστατικά και έχει διαπιστώσει την ύπαρξη ή την απουσία παραβίασης.

Ο Οργανισμός δύναται να συνεχίσει να ασκεί τις εξουσίες του στις εναπομένουσες δικαιοδοσίες εκείνων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που δεν έχουν προβάλει αντίρρηση δυνάμει του πρώτου εδαφίου, στοιχείο α). Ο Οργανισμός δεν ασκεί τις εξουσίες του εάν έχει ήδη διεξαχθεί έρευνα για τα ίδια περιστατικά η οποία έχει καταλήξει σε συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη ή την απουσία παραβίασης.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή ενημερώνει τον Οργανισμό σχετικά με την αντίρρησή της εντός τριών μηνών από την ενημέρωσή της δυνάμει του πρώτου εδαφίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η εθνική ρυθμιστική αρχή συνεργάζεται με τον Οργανισμό, μεταξύ άλλων με:

α) 

ανταλλαγή πληροφοριών και πορισμάτων συναφών για την άσκηση των εξουσιών του Οργανισμού, σύμφωνα με την παράγραφο 3, σε άλλες σχετικές ενδιαφερόμενες δικαιοδοσίες· και

β) 

συμμετοχή, κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού, σε ομάδα ερευνών που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 4 στοιχείο γ).

Ο Οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τη δημιουργία της ομάδας ερευνών και, κατόπιν αιτήματος μίας από τις ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο Οργανισμός μπορεί να καλέσει την Επιτροπή να συμμετάσχει, ως παρατηρητής, στην εν λόγω ομάδα ερευνών.

5.  

Ο Οργανισμός μπορεί να ασκεί τις εξουσίες του για να διασφαλίζει την επιβολή των απαγορεύσεων που ορίζονται στα άρθρα 3 και 5 όταν:

α) 

τελούνται ή έχουν τελεστεί πράξεις επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής για παράδοση σε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη·

β) 

η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 5, δεν λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα το συντομότερο δυνατό, ώστε να συμμορφωθεί με το αίτημα του Οργανισμού δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 4 στοιχείο β) όταν υπάρχει διασυνοριακός αντίκτυπος·

γ) 

με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, η εθνική ρυθμιστική αρχή ζητεί από τον Οργανισμό να ασκήσει τις εξουσίες του όσον αφορά πράξεις που, ακόμα κι αν δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου α) ή β) της παρούσας παραγράφου, έχουν διασυνοριακό αντίκτυπο.

6.  
Ο Οργανισμός δύναται να ασκεί τις εξουσίες του για να διασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 4, όταν οι σχετικές προνομιακές πληροφορίες ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά τις τιμές των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής για παράδοση σε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη.
7.  

Ο Οργανισμός δύναται να ασκεί τις εξουσίες του για να διασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 8 όταν:

α) 

εικαζόμενη παραβίαση επηρεάζει την αναφερόμενη στο άρθρο 7 παρακολούθηση από τον Οργανισμό δραστηριοτήτων διαπραγμάτευσης επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής σε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη· ή

β) 

εικαζόμενη παραβίαση επηρεάζει την ποιότητα της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 10 σε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη.

8.  
Ο Οργανισμός μπορεί να ασκεί τις εξουσίες του για να διασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 15 όταν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο διεκπεραιώνουν ή εκτελούν κατ’ επάγγελμα συναλλαγές επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής για παράδοση σε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη.
9.  
Κατά την άσκηση των εξουσιών του σύμφωνα με τις παραγράφους 5 έως 8, ο Οργανισμός μπορεί να δίνει προτεραιότητα στις υποθέσεις με τον σημαντικότερο διασυνοριακό αντίκτυπο. Για τον σκοπό αυτό, ο Οργανισμός καθορίζει τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των υποθέσεων με τον σημαντικότερο διασυνοριακό αντίκτυπο, κατόπιν διαβούλευσης και σε συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.
10.  
Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκηση των εξουσιών του Οργανισμού που ορίζονται στην παράγραφο 5 στοιχεία α) και β), στις παραγράφους 6, 7 και 8, η παράδοση ενεργειακών προϊόντων χονδρικής εντός ζώνης προσφοράς ή εξισορρόπησης που περιλαμβάνει το έδαφος τουλάχιστον δύο κρατών μελών θεωρείται παράδοση σε ένα μόνο κράτος μέλος.

Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει τη δυνατότητα υποβολής αιτήματος από ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο γ) ή διατύπωσης αντίρρησης σύμφωνα με την παράγραφο 4.

11.  
Μετά την ολοκλήρωση των μέτρων που λαμβάνει για την άσκηση των εξουσιών του σύμφωνα με τις παραγράφους 5 έως 8, ο Οργανισμός συντάσσει έκθεση έρευνας στην οποία παρουσιάζει τα πορίσματά του. Η έκθεση έρευνας περιλαμβάνει επίσης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία επί των οποίων βασίστηκαν τα πορίσματα. Εάν ο Οργανισμός εκτιμά στην έκθεση έρευνας ότι έχει διαπραχθεί παραβίαση του παρόντος κανονισμού, ενημερώνει σχετικά τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών και απαιτεί να λάβουν τα αναγκαία μέτρα κατά περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 18. Στην έκθεση έρευνας ο Οργανισμός μπορεί επίσης να συστήσει ορισμένα επακόλουθα μέτρα στις σχετικές εθνικές ρυθμιστικές αρχές και, εφόσον είναι αναγκαίο, να ενημερώσει την Επιτροπή. Εντός τριών μηνών από την παραλαβή της έκθεσης έρευνας, οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στον Οργανισμό και, εφόσον απαιτείται, στην Επιτροπή τα μέτρα που κρίνουν αναγκαία.
12.  
Ο Οργανισμός υποβάλλει, σε τακτική βάση και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον μία φορά ετησίως, περιλήψεις των εκθέσεων που έχει συντάξει, σε συγκεντρωτική και ανωνυμοποιημένη μορφή, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Οι εν λόγω περιλήψεις και το περιεχόμενό τους αντιμετωπίζονται ως εμπιστευτικές.

Άρθρο 13α

Επιτόπιες επιθεωρήσεις από τον Οργανισμό

1.  
Ο Οργανισμός προετοιμάζει και διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις σε στενή συνεργασία και σε συντονισμό με τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους.
2.  
Για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών που ορίζονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 5 έως 8, ο Οργανισμός μπορεί να διενεργεί όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις των προσώπων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας όπου ενδέχεται να τηρούνται επιχειρηματικά αρχεία. Εφόσον απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή και την αποτελεσματικότητα των επιτόπιων επιθεωρήσεων, ο Οργανισμός μπορεί να διεξάγει την εν λόγω επιθεώρηση χωρίς προειδοποίηση των προσώπων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας.
3.  

Στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την επιτόπια επιθεώρηση, οι υπάλληλοι του Οργανισμού και πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί ή οριστεί από αυτόν να διεξαγάγουν την εν λόγω επιθεώρηση, έχουν την εξουσία, όσον αφορά πρόσωπα για τα οποία έχει εκδοθεί απόφαση έρευνας από τον Οργανισμό δυνάμει της παραγράφου 6 να:

α) 

εισέρχονται στις σχετικές εγκαταστάσεις των εν λόγω προσώπων·

β) 

ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση τους, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ) 

λαμβάνουν ή να αποκτούν υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων ή αρχείων·

δ) 

σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και βιβλία ή έγγραφα κατά την περίοδο και στον βαθμό που απαιτείται για την επιθεώρηση·

ε) 

να ζητούν από κάθε αντιπρόσωπο ή υπάλληλο των προσώπων που υπόκεινται σε έρευνα εξηγήσεις σχετικά με γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιτόπιας επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις.

Με την εξαίρεση δεόντως τεκμηριωμένων περιπτώσεων, δεν τοποθετούνται σφραγίδες για περισσότερο από 72 ώρες

4.  
Εάν υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι επιχειρηματικά αρχεία τα οποία σχετίζονται με το αντικείμενο της επιθεώρησης και τα οποία μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα για την απόδειξη παραβίασης του παρόντος κανονισμού φυλάσσονται σε ιδιωτικούς χώρους διευθυντών, διευθυντικών στελεχών ή άλλων μελών του προσωπικού των επιχειρήσεων που αφορά η έρευνα, ο Οργανισμός δύναται, με απόφασή του, να διενεργήσει επιτόπια επιθεώρηση σε αυτούς τους ιδιωτικούς χώρους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 αναφέρει επίσης τους λόγους που οδήγησαν τον Οργανισμό στο συμπέρασμα ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια.
5.  
Οι υπάλληλοι του Οργανισμού, και άλλα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί ή οριστεί από τον Οργανισμό για να διενεργούν επιτόπιες επιθεωρήσεις, ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιτόπιας επιθεώρησης.
6.  
Τα πρόσωπα που υπάγονται σε έρευνα υποβάλλονται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις που διατάσσονται με απόφαση που εκδίδει ο Οργανισμός. Η απόφαση προσδιορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιτόπιας επιθεώρησης, επισημαίνει την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξής της, τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 13ζ σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αρνείται να υποβληθεί στην επιτόπια επιθεώρηση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης («το Δικαστήριο»). Πριν εκδώσει την εν λόγω απόφαση, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με την εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιθεώρηση.
7.  
Υπάλληλοι της εθνικής ρυθμιστικής αρχής του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιτόπια επιθεώρηση, καθώς και πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από αυτήν, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού, τους υπαλλήλους και πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από τον Οργανισμό. Για τον σκοπό αυτόν, έχουν τις εξουσίες που ορίζονται στο παρόν άρθρο. Υπάλληλοι της εθνικής ρυθμιστικής αρχής δύνανται επίσης να παρίστανται στις επιτόπιες επιθεωρήσεις, κατόπιν αιτήματος.
8.  
Αν οι υπάλληλοι του Οργανισμού και πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από τον Οργανισμό, διαπιστώσουν ότι κάποιο πρόσωπο αντιτίθεται σε επιτόπια επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η εθνική ρυθμιστική αρχή του οικείου κράτους μέλους παρέχει σε αυτούς, ή σε άλλες αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές, την αναγκαία συνδρομή, ζητώντας, κατά περίπτωση, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, ώστε να τους επιτρέψει να πραγματοποιήσουν την επιτόπια επιθεώρησή τους.
9.  
Εάν σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία απαιτείται άδεια εθνικής δικαστικής αρχής για την επιτόπια επιθεώρηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ή για τη συνδρομή που προβλέπεται στις παραγράφους 7 και 8, ο Οργανισμός ζητεί επίσης την άδεια αυτή. Ο Οργανισμός μπορεί επίσης να ζητεί την άδεια αυτή ως προληπτικό μέτρο. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4, δεν διεξάγεται επιτόπια επιθεώρηση χωρίς προηγούμενη άδεια εθνικής δικαστικής αρχής.
10.  

Όταν ο Οργανισμός υποβάλλει αίτηση για άδεια όπως αναφέρεται στην παράγραφο 9, η εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει:

α) 

τη γνησιότητα της απόφασης του Οργανισμού· και

β) 

ότι τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν είναι αναλογικά και όχι αυθαίρετα ή υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιτόπιας επιθεώρησης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από τον Οργανισμό λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως όσον αφορά τους λόγους που έχει ο Οργανισμός να υποπτεύεται ότι έχει διαπραχθεί παραβίαση σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3, τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παραβίασης και τη φύση της συμμετοχής του προσώπου το οποίο υποβάλλεται σε έρευνα. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 και το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942, η απόφαση του Οργανισμού υπόκειται σε επανεξέταση μόνο από το Δικαστήριο.

Άρθρο 13β

Αίτημα παροχής πληροφοριών

1.  

Κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού, κάθε πρόσωπο του παρέχει τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του Οργανισμού που ορίζονται στο άρθρο 13 παράγραφος 5. Στο αίτημά του, ο Οργανισμός:

α) 

αναφέρεται στο παρόν άρθρο ως νομική βάση του αιτήματος·

β) 

δηλώνει τον σκοπό του αιτήματος·

γ) 

προσδιορίζει τις πληροφορίες που απαιτούνται και σε ποιον μορφότυπο δεδομένων·

δ) 

καθορίζει προθεσμία, αναλογική προς το αίτημα, εντός της οποίας πρέπει να υποβληθούν οι πληροφορίες·

ε) 

ενημερώνει το πρόσωπο ότι η απάντηση στο αίτημα παροχής πληροφοριών δεν πρέπει να είναι ανακριβής ή παραπλανητική.

2.  
Για τον σκοπό αιτημάτων παροχής πληροφοριών όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ο Οργανισμός έχει επίσης την εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις. Σε μια τέτοια απόφαση, ο Οργανισμός, εκτός από τα στοιχεία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αναφέρει την υποχρέωση του προσώπου να απαντήσει στο αίτημα, τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 13ζ σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με το αίτημα, καθώς και το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 και το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942, η απόφαση του Οργανισμού υπόκειται σε επανεξέταση μόνο από το Δικαστήριο.

3.  
Τα πρόσωπα που λαμβάνουν αίτημα παροχής πληροφοριών δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 ή οι αντιπρόσωποί τους παρέχουν τις ζητούμενες πληροφορίες. Τα εν λόγω πρόσωπα φέρουν την πλήρη ευθύνη να διασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται είναι πλήρεις, ορθές και μη παραπλανητικές.
4.  
Αν οι υπάλληλοι του Οργανισμού και τα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από τον Οργανισμό, διαπιστώσουν ότι κάποιο πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με το αίτημα παροχής πληροφοριών, η εθνική ρυθμιστική αρχή του οικείου κράτους μέλους παρέχει στον Οργανισμό, κατόπιν αιτήματός του, την αναγκαία συνδρομή για να διασφαλιστεί η εκπλήρωση της υποχρέωσης που ορίζεται στην παράγραφο 3, μεταξύ άλλων με την επιβολή προστίμων σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία.
5.  
Αν οι υπάλληλοι του Οργανισμού και πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από τον Οργανισμό, διαπιστώσουν ότι κάποιο πρόσωπο αρνείται να υποβάλει τις ζητούμενες πληροφορίες, ο Οργανισμός μπορεί να καταλήξει σε συμπεράσματα βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών.
6.  
Ο Οργανισμός αποστέλλει αμελλητί αντίγραφο του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών.

Άρθρο 13γ

Εξουσία λήψης καταθέσεων

1.  
Προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφοι 5 έως 8, ο Οργανισμός μπορεί να διεξάγει ακροάσεις και να λαμβάνει καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο συγκατατίθεται να ερωτηθεί με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο έρευνας. Ο Οργανισμός μπορεί να καταγράφει τις απαντήσεις.
2.  
Όταν η ακρόαση δυνάμει της παραγράφου 1 διεξάγεται στις εγκαταστάσεις του ενδιαφερομένου προσώπου, ο Οργανισμός ενημερώνει την εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πραγματοποιείται η ακρόαση. Οι υπάλληλοι της εθνικής ρυθμιστικής αρχής του εν λόγω κράτους μέλους μπορούν να επικουρούν τους υπαλλήλους του Οργανισμού και πρόσωπα που ο Οργανισμός έχει εξουσιοδοτήσει ή ορίσει να διενεργήσουν την ακρόαση.

Άρθρο 13δ

Διαδικαστικές εγγυήσεις

1.  

Ο Οργανισμός διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις, ζητεί πληροφορίες και παίρνει καταθέσεις με πλήρη σεβασμό των διαδικαστικών εγγυήσεων των προσώπων που υποβάλλει σε έρευνα, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

α) 

του δικαιώματος να μην προβαίνουν σε δηλώσεις που τους ενοχοποιούν·

β) 

του δικαιώματος συνδρομής από πρόσωπο επιλογής·

γ) 

του δικαιώματος χρήσης οποιασδήποτε από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η επιτόπια επιθεώρηση·

δ) 

του δικαιώματος υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με πραγματικά περιστατικά που τους αφορούν πριν από την έγκριση της έκθεσης έρευνας δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφος 11·

ε) 

του δικαιώματος να λαμβάνουν αντίγραφο του πρακτικού της ακρόασης και να το εγκρίνουν ή να προσθέτουν παρατηρήσεις επί αυτού.

Η πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με πραγματικά περιστατικά δυνάμει του δικαιώματος που αναφέρεται στο στοιχείο δ) περιλαμβάνει σύνοψη των περιστατικών που αφορούν τον ενδιαφερόμενο και αναφέρει επαρκή προθεσμία. Σε δεόντως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, όταν είναι απαραίτητη η διασφάλιση της εμπιστευτικότητας της επιτόπιας επιθεώρησης ή μιας εν εξελίξει ή μελλοντικής διοικητικής ή ποινικής έρευνας από εθνική αρχή, ο Οργανισμός έχει την ευχέρεια να αναβάλει την πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων.

2.  
Ο Οργανισμός αναζητεί αποδεικτικά στοιχεία υπέρ και κατά των προσώπων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνάς του, διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις ζητεί πληροφορίες και παίρνει καταθέσεις αντικειμενικά και αμερόληπτα και σύμφωνα με την αρχή του τεκμηρίου αθωότητας.
3.  
Ο Οργανισμός διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις, ζητεί πληροφορίες και παίρνει καταθέσεις με πλήρη σεβασμό των εφαρμοστέων κανόνων τήρησης του απορρήτου και προστασίας δεδομένων της Ένωσης.
4.  
Το άρθρο 14 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942 δεν εφαρμόζεται στις αποφάσεις του Οργανισμού που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 13α παράγραφος 6 ή το άρθρο 13β παράγραφος 2.

Άρθρο 13ε

Αμοιβαία συνδρομή

Προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 13 έως 13γ, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και ο Οργανισμός παρέχουν αμοιβαία συνδρομή κατά τη διάρκεια έρευνας.

Άρθρο 13στ

Ερευνών λειτουργός

1.  
Προκειμένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφοι 5 έως 8, ο Οργανισμός μπορεί, εφόσον κρίνει ότι ενδείκνυται για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας της έρευνας και λαμβάνοντας υπόψη τους διαθέσιμους εσωτερικούς πόρους του, να διορίζει ειδικό ερευνώντα λειτουργό εντός του Οργανισμού για να ηγηθεί της έρευνας.
2.  
Για την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο ερευνών λειτουργός μπορεί να ασκεί τις εξουσίες που διαθέτει ο Οργανισμός, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών που ορίζονται στα άρθρα 13α, 13β και 13γ, τηρώντας παράλληλα τις διαδικαστικές εγγυήσεις που ορίζονται στο άρθρο 13δ. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο ερευνών λειτουργός έχει πρόσβαση στο σύνολο των εγγράφων και των πληροφοριών που συλλέγει ο Οργανισμός κατά την άσκηση των οικείων εποπτικών δραστηριοτήτων που είναι συναφείς με τη διεξαγωγή της έρευνας.

Άρθρο 13ζ

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1.  

Ο Οργανισμός επιβάλλει, με απόφασή του, περιοδική χρηματική ποινή σε βάρος προσώπου που υπόκειται σε έρευνα, προκειμένου να υποχρεώσει το εν λόγω πρόσωπο:

α) 

να υποβληθεί σε επιτόπια επιθεώρηση που έχει διαταχθεί με απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 13α παράγραφος 6·

β) 

να παράσχει τις πληροφορίες που ζητούνται με απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 13β παράγραφος 2.

2.  
Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται σε καθημερινή βάση έως ότου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συμμορφωθεί με τις σχετικές αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13α παράγραφος 6 ή στο άρθρο 13β παράγραφος 2.
3.  
Οι περιοδικές χρηματικές ποινές πρέπει να είναι αποτελεσματικές και αναλογικές. Προς τούτο, το ποσό περιοδικής χρηματικής ποινής ανέρχεται, στην περίπτωση των νομικών προσώπων, στο 3 % του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά την προηγούμενο οικονομικό έτος ή, στην περίπτωση φυσικών προσώπων, στο 2 % του μέσου ημερήσιου εισοδήματος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η περιοδική χρηματική ποινή υπολογίζεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην απόφαση με την οποία αυτή επιβάλλεται.
4.  
Περιοδική χρηματική ποινή μπορεί να επιβληθεί για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες μετά την κοινοποίηση της απόφασης του Οργανισμού.
5.  
Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 28 και 29 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942, η απόφαση του Οργανισμού υπόκειται σε επανεξέταση μόνο από το Δικαστήριο.

Άρθρο 13η

Διαδικαστικές εγγυήσεις όσον αφορά αποφάσεις για την καταβολή περιοδικής χρηματικής ποινής

1.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942, πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για την επιβολή περιοδικής χρηματικής ποινής σύμφωνα με το άρθρο 13ζ του παρόντος άρθρου, ο Οργανισμός παρέχει στα πρόσωπα στα οποία σκοπεύει να απευθύνει την απόφαση αυτή, τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα πορίσματα του Οργανισμού. Ο Οργανισμός θεμελιώνει τις αποφάσεις του μόνο στα πορίσματα επί των οποίων δόθηκε η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.
2.  
Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης των ενδιαφερομένων προσώπων. Έχουν δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα του φακέλου του Οργανισμού που σχετίζονται με την απόφαση του Οργανισμού για επιβολή περιοδικής χρηματικής ποινής, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου άλλων προσώπων. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν επεκτείνεται σε εμπιστευτικές πληροφορίες ή σε εσωτερικής χρήσης προπαρασκευαστικά έγγραφα του Οργανισμού.

Άρθρο 13θ

Φύση, αναγκαστική εκτέλεση και κατανομή των περιοδικών χρηματικών ποινών

1.  
Οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 13ζ είναι διοικητικής φύσης.
2.  
Οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 13ζ είναι εκτελεστές.

Η αναγκαστική εκτέλεση διέπεται από τους εφαρμοστέους εθνικούς δικονομικούς κανόνες των οικείων κρατών μελών.

Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται στην απόφαση του Οργανισμού μετά έλεγχο της γνησιότητας μόνο του τίτλου, από την εθνική αρχή που ορίζει η κυβέρνηση του κράτους μέλους για τον σκοπό αυτόν και την οποία γνωστοποιεί στον Οργανισμό και στο Δικαστήριο.

Όταν η ορισθείσα εθνική αρχή ολοκληρώσει, κατόπιν αίτησης του Οργανισμού, τις διατυπώσεις που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο, ο Οργανισμός μπορεί να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, προσφεύγοντας απευθείας στην ορισθείσα εθνική αρχή.

Η αναγκαστική εκτέλεση είναι δυνατό να ανασταλεί μόνο με απόφαση του Δικαστηρίου. Ωστόσο, τα δικαστήρια των οικείων κρατών μελών είναι αρμόδια για την εκδίκαση υποθέσεων σχετικά με καταγγελίες περί αντικανονικής διενέργειας της αναγκαστικής εκτέλεσης.

3.  
Τα ποσά των περιοδικών χρηματικών ποινών κατανέμονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 13ι

Επανεξέταση από το Δικαστήριο

Το Δικαστήριο διαθέτει απεριόριστη δικαιοδοσία για την επανεξέταση αποφάσεων του Οργανισμού που επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή. Δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να αυξήσει την περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί.

▼B

Άρθρο 14

Δικαίωμα προσφυγής

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι υπάρχουν κατάλληλοι μηχανισμοί, σε εθνικό επίπεδο, δυνάμει των οποίων μέρος θιγόμενο από απόφαση της ρυθμιστικής αρχής έχει δικαίωμα προσφυγής σε φορέα ανεξάρτητο από τα εμπλεκόμενα μέρη και από οιαδήποτε κυβέρνηση.

▼M1

Άρθρο 15

Υποχρεώσεις προσώπων που κατ’ επάγγελμα διεκπεραιώνουν ή εκτελούν συναλλαγές

1.  
Κάθε πρόσωπο που κατ’ επάγγελμα διεκπεραιώνει συναλλαγές επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής ειδοποιεί, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο τέσσερις εβδομάδες από την ημέρα κατά την οποία το εν λόγω πρόσωπο συναλλαγές διαπιστώνει το ύποπτο συμβάν, τον Οργανισμό και την αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή, όταν εύλογα υποπτεύεται ότι εντολή διαπραγμάτευσης ή συναλλαγή, συμπεριλαμβανομένης ακύρωσης ή τροποποίησης αυτών, είτε έχει δοθεί εντός είτε εκτός ΟΑ, ενδέχεται να παραβιάζει το άρθρο 3, 4 ή 5.
3.  

Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 καθιερώνουν και διατηρούν αποτελεσματικούς μηχανισμούς, συστήματα και διαδικασίες ώστε να:

α) 

εντοπίζουν πιθανές παραβιάσεις του άρθρου 3, 4 ή 5·

β) 

εγγυώνται ότι οι υπάλληλοί τους που ασκούν δραστηριότητες εποπτείας για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου προστατεύονται από οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων και ενεργούν με ανεξάρτητο τρόπο·

γ) 

εντοπίζουν και αναφέρουν ύποπτες εντολές και συναλλαγές.

4.  
Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, τα πρόσωπα που κατ’ επάγγελμα διεκπεραιώνουν ή εκτελούν συναλλαγές υπόκεινται στους κανόνες κοινοποίησης των κρατών μελών στα οποία είναι εγγεγραμμένος ο συμμετέχων στην αγορά που εμπλέκεται στην πιθανή παραβίαση και όπου παραδίδεται το ενεργειακό προϊόν χονδρικής. Η εν λόγω κοινοποίηση απευθύνεται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών.
5.  

Έως τις 8 Μαΐου 2025 και στη συνέχεια ανά έτος, ο Οργανισμός, σε συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, εκδίδει και δημοσιοποιεί, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων, έκθεση με συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών, ιδίως όσον αφορά:

α) 

τους μηχανισμούς, τα συστήματα και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και την αποτελεσματικότητά τους·

β) 

την ανάλυση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών όσον αφορά ύποπτες συναλλαγές, την αντίδραση τους έναντι υποβληθεισών αναφορών χαμηλής ποιότητας και περιπτώσεων μη αναφοράς ύποπτων συναλλαγών και τις σχετικές δραστηριότητες όσον αφορά την επιβολή και τις ποινές.

▼B

Άρθρο 16

Συνεργασία σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο

1.  
Ο Οργανισμός έχει ως στόχο να εξασφαλίζει ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ασκούν με συντονισμένο και συνεπή τρόπο τα καθήκοντά τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

▼M1

Ο Οργανισμός δημοσιεύει, κατά περίπτωση, μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με:

α) 

την εφαρμογή των ορισμών που παρατίθενται στο άρθρο 2, μεταξύ άλλων όσον αφορά την κατάρτιση μη εξαντλητικού καταλόγου σχετικών επιμέρους σταδίων μιας παρατεταμένης διαδικασίας στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, οι πληροφορίες καθαυτές πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1)· και

β) 

μη εξαντλητικούς δείκτες και παραδείγματα συμπεριφοράς της αγοράς που σχετίζονται με τη χειραγώγηση της αγοράς καθώς και την εκμετάλλευση προνομιακών πληροφοριών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3.

▼B

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συνεργάζονται με τον Οργανισμό και μεταξύ τους, καθώς και σε περιφερειακό επίπεδο, για την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

▼M1

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών, οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού και οι εθνικές φορολογικές αρχές δημιουργούν κατάλληλες μορφές συνεργασίας έτσι ώστε να διασφαλίζουν έγκαιρη, αποτελεσματική και αποδοτική έρευνα και επιβολή αναγκαστικής εκτέλεσης και να συμβάλλουν σε μια συναφή και συνεκτική προσέγγιση της έρευνας, της δικαστικής διαδικασίας και της επιβολής της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και του σχετικού δημοσιονομικού δικαίου και του δικαίου ανταγωνισμού.

▼B

2.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενημερώνουν, χωρίς καθυστέρηση, τον Οργανισμό, με τον λεπτομερέστερο δυνατό τρόπο, όταν έχουν βάσιμους λόγους να υποπτεύονται ότι, στο οικείο ή σε άλλο κράτος μέλος, τελούνται, ή έχουν τελεστεί, πράξεις κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή ή ορισθείσα αρχή υποπτεύεται ότι σε άλλο κράτος μέλος τελούνται πράξεις που επηρεάζουν τις χονδρικές αγορές ενέργειας ή την τιμή των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής στο οικείο κράτος μέλος, δύναται να ζητεί από τον Οργανισμό να αναλάβει δράση σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου και, εάν οι πράξεις επηρεάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα που υπόκεινται στο ►M1  άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 ◄ , σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

▼M1

Πριν από την έκδοση απόφασης που διαπιστώνει παραβίαση του παρόντος κανονισμού, η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να ενημερώσει τον Οργανισμό και να του υποβάλει περίληψη της υπόθεσης και την προβλεπόμενη απόφαση σε επίσημη γλώσσα του οικείου κράτους μέλους. Μετά την έκδοση απόφασης που διαπιστώνει παραβίαση του παρόντος κανονισμού, η εθνική ρυθμιστική αρχή διαβιβάζει την απόφαση αυτή στον Οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με την ημερομηνία της έκδοσής της, το όνομα των προσώπων στα οποία επιβάλλονται ποινές, το άρθρο του παρόντος κανονισμού που έχει παραβιαστεί και την ποινή που επιβλήθηκε. Ταυτόχρονα, η εθνική ρυθμιστική αρχή υποδεικνύει στον Οργανισμό ποιες πληροφορίες έχει δημοσιοποιήσει, στο κοινό κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 18 παράγραφος 6, και ενημερώνει αμέσως τον Οργανισμό για τυχόν μεταγενέστερες αλλαγές στις πληροφορίες αυτές. Ο Οργανισμός τηρεί δημόσιο κατάλογο των πληροφοριών που οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν δημοσιοποιήσει στο κοινό κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 18 παράγραφος 6.

▼B

3.  

Για να εξασφαλισθεί η συντονισμένη και συνεπής προσέγγιση έναντι πρακτικών κατάχρησης αγοράς στις χονδρικές αγορές ενέργειας:

▼M1

α) 

οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποβάλλουν σε επεξεργασία τις εκθέσεις σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και, ει δυνατόν, εντός ενός έτους από την ημερομηνία λήψης των εν λόγω εκθέσεων, και ενημερώνουν την αρμόδια οικονομική αρχή των κρατών μελών τους και τον Οργανισμό όταν έχουν βάσιμους λόγους να υποπτεύονται ότι στις χονδρικές αγορές ενέργειας τελούνται ή έχουν τελεστεί πράξεις οι οποίες συνιστούν κατάχρηση της αγοράς κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και οι οποίες επηρεάζουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα που υπάγονται στο άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού· για τους σκοπούς αυτούς, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να συνάψουν κατάλληλες μορφές συνεργασίας με την αρμόδια οικονομική αρχή στο κράτος μέλους τους·

▼B

β) 

ο Οργανισμός ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ και την αρμόδια οικονομική αρχή όταν έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται ότι στις χονδρικές αγορές ενέργειας τελούνται ή έχουν τελεστεί πράξεις οι οποίες συνιστούν κατάχρηση της αγοράς κατά την έννοια της ►M1  κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 ◄ και επηρεάζουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα που υπάγονται στο ►M1  άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού ◄ ·

γ) 

η αρμόδια οικονομική αρχή κράτους μέλους ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ και τον Οργανισμό, όταν έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται ότι στις χονδρικές αγορές ενέργειας άλλου κράτους μέλους τελούνται ή έχουν τελεστεί πράξεις οι οποίες παραβιάζουν τα άρθρα 3 και 5·

δ) 

οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενημερώνουν την εθνική αρχή ανταγωνισμού του οικείου κράτους μέλους, την Επιτροπή και τον Οργανισμό, όταν έχουν βάσιμους λόγους να υποπτεύονται ότι τελούνται ή έχουν τελεστεί πράξεις στη χονδρική αγορά ενέργειας, οι οποίες ενδέχεται να συνιστούν παραβίαση του δικαίου ανταγωνισμού·

▼M1

ε) 

ο Οργανισμός και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενημερώνουν τις αρμόδιες εθνικές φορολογικές αρχές και το EUROFISC, όταν έχουν βάσιμους λόγους να υποπτεύονται ότι στη χονδρική αγορά ενέργειας τελούνται ή έχουν τελεστεί πράξεις οι οποίες ενδέχεται να συνιστούν φορολογική απάτη.

▼B

4.  

Για την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει της παραγράφου 1, όταν ο Οργανισμός, μεταξύ άλλων βάσει αρχικής εκτίμησης ή ανάλυσης, έχει υπόνοιες ότι διαπράχθηκε παραβίαση του παρόντος κανονισμού, διαθέτει την εξουσία:

α) 

να ζητεί από μία ή περισσότερες εθνικές ρυθμιστικές αρχές κάθε πληροφορία σχετικά με την εικαζόμενη παραβίαση·

β) 

να ζητεί από μία ή περισσότερες εθνικές ρυθμιστικές αρχές την έναρξη ερευνών για την εικαζόμενη παραβίαση και τη λήψη των κατάλληλων μέτρων για την αντιμετώπιση τυχόν παραβίασης που έχει διαπιστωθεί. Κάθε απόφαση αναφορικά με την κατάλληλη δράση που πρέπει να αναληφθεί για να επανορθωθούν τυχόν παραβιάσεις εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ενδιαφερόμενης ρυθμιστικής αρχής·

γ) 

όταν θεωρεί ότι η ενδεχόμενη παραβίαση έχει ή είχε διασυνοριακές επιπτώσεις, να δημιουργεί και να συντονίζει ομάδα ερευνών, απαρτιζόμενη από εκπροσώπους των σχετικών εθνικών ρυθμιστικών αρχών, για να διερευνήσει αν έχει παραβιαστεί ο παρών κανονισμός και σε ποιο κράτος μέλος τελέστηκε η παραβίαση. Οσάκις ενδείκνυται, ο Οργανισμός δύναται επίσης να ζητεί να συμμετέχουν στην ομάδα ερευνών εκπρόσωποι της αρμόδιας οικονομικής αρχής ή άλλης αρμόδιας αρχής ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών.

5.  
Εθνική ρυθμιστική αρχή που είναι αποδέκτης αιτήματος παροχής πληροφοριών, σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο α), ή αιτήματος έναρξης ερευνών για εικαζόμενη παραβίαση, σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο β), λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να ανταποκριθεί στο αίτημα. Σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή δεν είναι σε θέση να παράσχει αμέσως τις απαιτούμενες πληροφορίες, κοινοποιεί τους λόγους στον Οργανισμό, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να αρνηθεί να ενεργήσει επί αιτήματος, όταν:

α) 

η συμμόρφωση ενδέχεται να προσβάλει την κυριαρχία ή την ασφάλεια του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση πληροφόρησης·

β) 

έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τις ίδιες ενέργειες και κατά των ίδιων προσώπων ενώπιον των αρχών του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση· ή

γ) 

έχει ήδη εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση κατά των ιδίων προσώπων και για τα ίδια πραγματικά περιστατικά στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση πληροφόρησης.

Στην περίπτωση αυτή, η εθνική ρυθμιστική αρχή ενημερώνει σχετικά τον Οργανισμό, παρέχοντας όσο το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες όσον αφορά την εν λόγω δικαστική διαδικασία ή απόφαση.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συμμετέχουν σε ομάδα ερευνών η οποία συγκαλείται σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο γ) και παρέχουν κάθε αναγκαία συνδρομή. Ο Οργανισμός συντονίζει την ομάδα ερευνών.

6.  
Το ►M1  άρθρο 22 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942 ◄ δεν εφαρμόζεται στον Οργανισμό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

▼M1

Άρθρο 16α

Ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων

1.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν, με τη συναίνεση του εξουσιοδοτουμένου, να αναθέτουν καθήκοντα και αρμοδιότητες στον Οργανισμό ή σε άλλη εθνική ρυθμιστική αρχή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με την ανάθεση αρμοδιοτήτων προς τις οποίες πρέπει να επέρχεται συμμόρφωση πριν οι οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές συνάψουν συμφωνίες ανάθεσης και μπορούν να περιορίσουν το εύρος της ανάθεσης σε ό,τι είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική εποπτεία των συμμετεχόντων στην αγορά ή των ομίλων.

Ο Οργανισμός μπορεί να επικουρεί τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές με τη έκδοση μη δεσμευτικών κατευθυντήριων γραμμών ή με την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρμόδιων εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

2.  
Η ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων έχει ως αποτέλεσμα την ανακατανομή των αρμοδιοτήτων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Η διαδικασία, η εκτέλεση και ο διοικητικός και δικαστικός έλεγχος των ανατεθειμένων αρμοδιοτήτων διέπονται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται ο εξουσιοδοτούμενος.
3.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενημερώνουν τον Οργανισμό σχετικά με οποιεσδήποτε συμφωνίες ανάθεσης τις οποίες προτίθενται να συνάψουν. Συνάπτουν τις συμφωνίες αυτές το νωρίτερο έναν μήνα μετά την ενημέρωση του Οργανισμού.
4.  
Ο Οργανισμός μπορεί να εκδώσει γνώμη σχετικά με μια σχεδιαζόμενη συμφωνία ανάθεσης που κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 3 εντός ενός μήνα από τη λήψη της κοινοποίησης.
5.  
Ο Οργανισμός δημοσιεύει, χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα μέσα, κάθε συμφωνία ανάθεσης που συνάπτεται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, προκειμένου να διασφαλιστεί η σωστή ενημέρωση όλων των ενδιαφερόμενων μερών.

Άρθρο 16β

Κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις

1.  
Για την καθιέρωση συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών στην Ένωση και για την εξασφάλιση της κοινής, ομοιόμορφης και συνεπούς εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, ο Οργανισμός εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις με αποδέκτες όλες τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και εκδίδει συστάσεις με αποδέκτες μία ή περισσότερες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή έναν ή περισσότερους συμμετέχοντες στην αγορά σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 3 έως 5α, 8, 9 και 9α, και του άρθρου 10 παράγραφος 1.
2.  
Ο Οργανισμός διενεργεί, εντός εύλογου και ρεαλιστικού χρονοδιαγράμματος, κατάλληλες δημόσιες διαβουλεύσεις με σχετικούς συμμετέχοντες στην αγορά σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις που εκδίδει και αναλύει τα συναφή ενδεχόμενα κόστη και οφέλη της έκδοσης τέτοιου είδους κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων. Οι εν λόγω διαβουλεύσεις και αναλύσεις είναι αναλογικές προς το πεδίο εφαρμογής, τη φύση και την επίπτωση των κατευθυντήριων γραμμών ή των συστάσεων.
3.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι συμμετέχοντες στην αγορά λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις.
4.  
Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ενημερώνουν τακτικά τον Οργανισμό για την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών ή συστάσεων που τους απευθύνονται.
5.  
Εφόσον το επιτάσσει μια κατευθυντήρια γραμμή ή σύσταση, οι συμμετέχοντες στην αγορά ενημερώνουν τον Οργανισμό όσον αφορά την εφαρμογή της συγκεκριμένης κατευθυντήριας γραμμής ή σύστασης. Κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού, οι συμμετέχοντες στην αγορά τεκμηριώνουν τα στοιχεία που γνωστοποιούν με σαφή και λεπτομερή τρόπο.
6.  
Εντός 12 μηνών από την έκδοση κατευθυντήριων γραμμών ή συστάσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο Οργανισμός μπορεί να διεξαγάγει διαβούλευση, μεταξύ άλλων με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή τους συμμετέχοντες στην αγορά, προκειμένου να αξιολογήσει την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών ή συστάσεων.
7.  
Ο Οργανισμός περιλαμβάνει τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις που έχει εκδώσει στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο ια) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/942.

▼B

Άρθρο 17

Επαγγελματικό απόρρητο

1.  
Οιεσδήποτε εμπιστευτικές πληροφορίες λαμβάνονται, ανταλλάσσονται ή διαβιβάζονται βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκεινται στους όρους περί επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.
2.  

Η υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου ισχύει για:

α) 

τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργασθεί για λογαριασμό του Οργανισμού·

β) 

τους εντεταλμένους από τον Οργανισμό ελεγκτές λογαριασμών ή εμπειρογνώμονες·

γ) 

τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργασθεί για λογαριασμό των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή για άλλες εμπλεκόμενες αρχές·

δ) 

τους εντεταλμένους από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή από άλλες εμπλεκόμενες αρχές, ελεγκτές λογαριασμών ή εμπειρογνώμονες που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

▼M1

3.  
Εμπιστευτικές πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν μπορούν να γνωστοποιούνται σε απολύτως κανένα άλλο πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο υπό συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή που να μην καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό της ταυτότητας συμμετέχοντος στην αγορά, υπό την επιφύλαξη των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο, στις λοιπές διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή στο λοιπό σχετικό ενωσιακό δίκαιο.

▼B

4.  
Υπό την επιφύλαξη των υποθέσεων που καλύπτονται από το ποινικό δίκαιο, ο Οργανισμός, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών, η ΕΑΚΑΑ, οι φορείς ή τα πρόσωπα που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού μπορούν να τις χρησιμοποιούν μόνον κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Άλλες αρχές, φορείς ή πρόσωπα μπορούν να χρησιμοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες για τον σκοπό για τον οποίο τους δόθηκαν ή στο πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται άμεσα με την άσκηση των εν λόγω αρμοδιοτήτων. Η αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες μπορεί να τις χρησιμοποιεί για άλλους σκοπούς, εφόσον συγκατατίθενται ο Οργανισμός, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι αρμόδιες οικονομικές αρχές των κρατών μελών, η ΕΑΚΑΑ, οι φορείς ή τα πρόσωπα που κοινοποιούν τις πληροφορίες.
5.  
Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τις αρχές των κρατών μελών να ανταλλάσσουν ή να διαβιβάζουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, εμπιστευτικές πληροφορίες που δεν έχουν ληφθεί από αρχή άλλου κράτους μέλους ή από τον Οργανισμό δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

▼M1

Άρθρο 18

Κυρώσεις

1.  
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες σχετικά με τις εφαρμοστέες κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αποτρεπτικές και αναλογικές και να αντικατοπτρίζουν τη φύση, τη διάρκεια και τη σοβαρότητα των παραβάσεων, τη βλάβη που προκλήθηκε στους καταναλωτές καθώς και τα πιθανά κέρδη από διαπραγμάτευση βασιζόμενη σε προνομιακές πληροφορίες και χειραγώγηση της αγοράς.

Με την επιφύλαξη τυχόν ποινικών κυρώσεων και με την επιφύλαξη των εποπτικών εξουσιών των εθνικών ρυθμιστικών αρχών κατά το άρθρο 13, τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, προβλέπουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν την εξουσία να εκδίδουν κατάλληλα διοικητικά πρόστιμα και άλλα διοικητικά μέτρα για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν λεπτομερώς τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή και στον Οργανισμό και τους κοινοποιούν αμελλητί κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που επηρεάζει τις εν λόγω διατάξεις.

2.  
Όταν το νομικό σύστημα του κράτους μέλους δεν προβλέπει διοικητικά πρόστιμα, το παρόν άρθρο μπορεί να εφαρμόζεται κατά τρόπο ώστε η διαδικασία επιβολής προστίμων να κινείται από την αρμόδια αρχή και να επιβάλλεται από τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα νομικά αυτά μέσα είναι αποτελεσματικά και έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται από τις εποπτικές αρχές. Σε κάθε περίπτωση, τα πρόστιμα που επιβάλλονται είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Τα εν λόγω κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις των οικείων νόμων που θεσπίζουν σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, έως τις 8 Μαΐου 2026 και κοινοποιούν στην Επιτροπή, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει.
3.  

Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και με την επιφύλαξη της αρχής ne bis in idem, διασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν κατ’ ελάχιστον τις διοικητικές κυρώσεις και λοιπά διοικητικά μέτρα που ακολουθούν όσον αφορά τις παραβιάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού:

α) 

να απαιτήσουν να τερματιστεί η παράβαση·

β) 

να διατάξουν την αποστέρηση των κερδών που αποκομίστηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παραβίασης, στον βαθμό που αυτά μπορούν να προσδιοριστούν·

γ) 

να εκδώσουν δημόσιες προειδοποιήσεις ή ειδοποιήσεις·

δ) 

να επιβάλουν περιοδικές χρηματικές ποινές·

ε) 

να επιβάλουν διοικητικά πρόστιμα.

4.  

Όσον αφορά φυσικά πρόσωπα, τα μέγιστα διοικητικά πρόστιμα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο ε) έχουν ως εξής:

α) 

για παραβιάσεις των άρθρων 3 και 5, τουλάχιστον 5 000 000  EUR·

β) 

για παραβιάσεις των άρθρων 4 και 15, τουλάχιστον 1 000 000  EUR·

γ) 

για παραβιάσεις των άρθρων 8 και 9,τουλάχιστον 500 000  EUR.

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 στοιχείο ε), το ύψος του διοικητικού προστίμου δεν υπερβαίνει το 20 % του ετήσιου εισοδήματος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος του σχετικού φυσικού προσώπου. Όταν το φυσικό πρόσωπο έχει άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος από την παραβίαση, το ύψος του διοικητικού προστίμου ισούται τουλάχιστον προς το όφελος αυτό.

5.  

Όσον αφορά νομικά πρόσωπα, τα μέγιστα διοικητικά πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο ε) έχουν ως εξής:

α) 

για παραβιάσεις των άρθρων 3 και 5, τουλάχιστον 15 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος·

β) 

για παραβιάσεις των άρθρων 4 και 15, τουλάχιστον 2 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος·

γ) 

για παραβάσεις των άρθρων 8 και 9,τουλάχιστον 1 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 στοιχείο ε), το ύψος του διοικητικού προστίμου δεν υπερβαίνει το 20 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος του σχετικού νομικού προσώπου. Όταν το νομικό πρόσωπο έχει άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος από την παραβίαση, το ύψος του διοικητικού προστίμου ισούται τουλάχιστον όπως το όφελος αυτό.

6.  
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εθνική ρυθμιστική αρχή να μπορεί να δημοσιοποιήσει μέτρα ή κυρώσεις που επιβάλλονται για την παραβίαση του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν η εν λόγω δημοσιοποίηση θα μπορούσε να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.
7.  

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των διοικητικών προστίμων και άλλων διοικητικών μέτρων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιπτώσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση:

α) 

η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·

β) 

ο βαθμός ευθύνης του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση·

γ) 

η χρηματοοικονομική ευρωστία του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση, όπως προκύπτει, για παράδειγμα, από τον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών ενός νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα ενός φυσικού προσώπου·

δ) 

η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·

ε) 

το επίπεδο συνεργασίας του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση με την αρμόδια αρχή, με την επιφύλαξη της ανάγκης να διασφαλιστεί η αποστέρηση των κερδών που αποκόμισε ή των ζημιών που απέφυγε το εν λόγω πρόσωπο·

στ) 

προηγούμενες παραβάσεις από το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την παράβαση·

ζ) 

τα μέτρα που λαμβάνει το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την παράβαση προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψή της· και

η) 

η επικάλυψη ποινικών και διοικητικών διαδικασιών και προστίμων για την ίδια παράβαση κατά του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση.

8.  
Κατά την άσκηση των εξουσιών τους για την επιβολή διοικητικών προστίμων και άλλων διοικητικών μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συνεργάζονται στενά για να εξασφαλίσουν ότι η άσκηση των εποπτικών και ερευνητικών εξουσιών τους, τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλουν, καθώς και τα άλλα διοικητικά μέτρα που λαμβάνουν, είναι αποτελεσματικά και κατάλληλα δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Συντονίζουν τις ενέργειές τους σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2, προκειμένου να αποφεύγουν επαναλήψεις και επικαλύψεις κατά την άσκηση των εποπτικών και ερευνητικών εξουσιών τους και κατά την επιβολή διοικητικών προστίμων σε διασυνοριακές υποθέσεις.
9.  
Έως τις 8 Μαΐου 2027 και στη συνέχεια ανά τριετία, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, στην οποία αξιολογεί κατά πόσον προβλέπονται και εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλα τα κράτη μέλη κυρώσεις για παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 19

Διεθνείς σχέσεις

Στο μέτρο που είναι αναγκαίο για να επιτευχθούν οι στόχοι που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και των θεσμικών και λοιπών οργάνων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, ο Οργανισμός δύναται να αναπτύσσει επαφές και να συνάπτει διοικητικές ρυθμίσεις με εποπτικές αρχές, διεθνείς οργανισμούς και τις διοικητικές αρχές τρίτων χωρών, ιδίως δε με εκείνες που έχουν αντίκτυπο επί των χονδρικών αγορών ενέργειας της Ένωσης, προκειμένου να δοθεί ώθηση στην εναρμόνιση του ρυθμιστικού πλαισίου. Αυτές οι ρυθμίσεις δεν δημιουργούν νομικές υποχρεώσεις όσον αφορά την Ένωση και τα κράτη μέλη της, ούτε και εμποδίζουν τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες αρχές τους να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς ρυθμίσεις με τις εν λόγω εποπτικές αρχές, διεθνείς οργανισμούς και τις διοικήσεις τρίτων χωρών. Οι εν λόγω ρυθμίσεις μπορούν να αφορούν πτυχές κοινού ενδιαφέροντος, όπως μεθόδους συλλογής δεδομένων, ανάλυσης και αξιολόγησης των δεδομένων ή άλλων πληροφοριών και άλλους τομείς εμπειρογνωσίας.

▼B

Άρθρο 20

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  
Οι εξουσίες για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθενται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

▼M1

2.  
Η αναφερόμενη στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 28 Δεκεμβρίου 2011. Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 4α παράγραφος 8, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και το άρθρο 9α παράγραφος 6, ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 7 Μαΐου 2024.

Η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από την εκπνοή της πενταετούς περιόδου.

Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλει αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.  
Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 4α παράγραφος 8, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στο άρθρο 9α παράγραφος 6 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα ουδεμίας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που ισχύει ήδη.

▼B

4.  
Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

▼M1

5.  
Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4α παράγραφος 8, το άρθρο 6 παράγραφος 1 ή το άρθρο 9α παράγραφος 6 αρχίζει να ισχύει μόνο αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν εκφράσει αντιρρήσεις εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης αυτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν από την εκπνοή αυτής της προθεσμίας, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα εκφράσουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

▼B

Άρθρο 21

Διαδικασία επιτροπών

1.  
Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2.  
Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

▼M1

Άρθρο 21α

Υποβολή εκθέσεων και επανεξέταση

1.  
Έως την 1η Ιουνίου 2027 και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τον αντίκτυπό του στη συμπεριφορά της αγοράς, τους συμμετέχοντες στην αγορά, τη ρευστότητα, τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων, μεταξύ άλλων σχετικά με τα δεδομένα της αγοράς ΥΦΑ, και το επίπεδο του διοικητικού φόρτου για τους συμμετέχοντες στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των δυνητικών φραγμών στην είσοδο νέων συμμετεχόντων στην αγορά, καθώς και τις επιδόσεις του Οργανισμού σε σχέση με τους στόχους, την εντολή και τα καθήκοντά του. Με βάση τις εν λόγω αξιολογήσεις, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση και την υποβάλλει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η έκθεση συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση.
2.  
Έως την 1η Ιουνίου 2025, η Επιτροπή αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της θέσπισης ποινικών κυρώσεων από τα κράτη μέλη για εσκεμμένες και σοβαρές περιπτώσεις κατάχρησης της αγοράς στις χονδρικές αγορές ενέργειας της Ένωσης και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η έκθεση μπορεί να προτείνει κατάλληλα μέτρα μεταξύ των οποίων ενδεχομένως η υποβολή νομοθετικής πρότασης.

▼B

Άρθρο 22

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 8 παράγραφος 1, το άρθρο 8 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 8 παράγραφοι 4 και 5 παράγουν αποτελέσματα έξι μήνες μετά την ημερομηνία έκδοσης από την Επιτροπή των σχετικών εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 6 του εν λόγω άρθρου.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η Επιτροπή εκτιμά ότι τα κατώφλια για την αναφορά συναλλαγών κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) και για τις πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 6 στοιχείο α) δεν μπορούν να καθορίζονται με εκτελεστικές πράξεις.

Ενδεχομένως, η Επιτροπή θα καταθέσει νομοθετική πρόταση για τον καθορισμό αυτών των κατωφλίων.




ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο νομοθέτης της ΕΕ αναθέτει στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες σύμφωνα με το άρθρο 291 της ΣΛΕΕ όσον αφορά τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 8. Αυτό είναι νομικά δεσμευτικό για την Επιτροπή παρά τη δήλωσή της σχετικά με το άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) και το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο α).



( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

( 2 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1).

( 3 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).

( 4 ) Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

( 5 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/942 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, για την ίδρυση Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ΕΕ L 158 της 14.6.2019, σ. 22).

( 6 )  ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55.

( 7 )  ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94.

( 8 )  ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1.

( 9 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 (ΕΕ L 171 της 29.6.2016, σ. 1).

( 10 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 158 της 14.6.2019, σ. 54).

( 11 )  ΕΕ L 345 της 23.12.2008, σ. 75.

( 12 )  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

( 13 )  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.