16.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 310/2


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Nederlandse Raad van State (Κάτω Χώρες) στις 18 Σεπτεμβρίου 2006 — Gemeente Rotterdam κατά Minister van Sociale Zaken en Werkgelegenheid

(Υπόθεση C-384/06)

(2006/C 310/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Nederlandse Raad van State

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: Gemeente Rotterdam

Αναιρεσίβλητος: Minister van Sociale Zaken en Werkgelegenheid

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

α.

Δύναται το κράτος μέλος ή ένα διοικητικό όργανο του κράτους αυτού να στηρίξει μια εξουσία ευθέως –και επομένως χωρίς έρεισμα στο εθνικό δίκαιο– σε κοινοτικό κανονισμό;

β.

Αν ναι, παρέχει το άρθρο 23, παράγραφος 1, του κανονισμού 4253/88 (1) της 19ης Δεκεμβρίου 1988 για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των άλλων υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2082/93 (στο εξής: συντονιστικός κανονισμός), εξουσία ανακλήσεως μιας αποφάσεως καθορισμού μιας επιχορηγήσεως και, στη συνέχεια, εξουσία αναζητήσεως των καταβληθέντων, με δεδομένο ότι το πιο πάνω άρθρο 23 του συντονιστικού κανονισμού υποχρεώνει τα κράτη μέλη να το πράξουν αν πρόκειται για κατάχρηση ή παράλειψη υπό την έννοια του άρθρου αυτού;

2)

Αν όχι, συνεπάγεται το άρθρο 10 ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 249 ΕΚ, ότι μια εθνική διάταξη όπως το άρθρο 4:49, παράγραφος 1, του νόμου Algemene wet bestuursrecht –βάσει της οποίας το διοικητικό όργανο δύναται να ανακαλέσει την απόφαση καθορισμού της επιχορηγήσεως ή να την τροποποιήσει εις βάρος του λήπτη της επιχορηγήσεως α) λόγω πραγματικών περιστατικών τα οποία το όργανο αυτό εύλογα δεν μπορούσε να γνωρίζει όταν ελήφθη η απόφαση καθορισμού της επιχορηγήσεως και λόγω των οποίων η επιχορήγηση θα είχε καθοριστεί πιο χαμηλά απ' όσο καθορίστηκε σύμφωνα με την απόφαση χρηματοδοτικής παρεμβάσεως, β) αν ο καθορισμός της επιχορηγήσεως είναι εσφαλμένος και ο λήπτης της επιχορηγήσεως το γνώριζε ή όφειλε να το γνωρίζει ή γ) αν μετά τον καθορισμό της επιχορηγήσεως ο λήπτης της επιχορηγήσεως δεν τήρησε τις υποχρεώσεις που συνδέθηκαν με την επιχορήγηση– πρέπει να ερμηνευθεί σύμφωνα με τον συντονιστικό κανονισμό;

3)

Αν ναι, περιορίζεται η ερμηνεία αυτή από γενικές αρχές του δικαίου που αποτελούν μέρος του κοινοτικού δικαίου, και ιδίως από τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης;

4)

Αν δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα 3, τότε όσον αφορά την έκταση του περιορισμού αυτού τίθεται το ακόλουθο ερώτημα: δύναται στις εθνικές αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, οι οποίες αποτελούν βάθρο του άρθρου 4:49, παράγραφος 1, του νόμου Algemene wet bestuursrecht, να δοθεί ευρύτερο περιεχόμενο από αυτό των γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου, και ιδίως των κοινοτικών αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή του συντονιστικού κανονισμού;

5)

Έχει, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 10 ΕΚ, σημασία κατά την εφαρμογή των κοινοτικών αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης το γεγονός ότι ο λήπτης της επιχορηγήσεως είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου;


(1)  ΕΕ L 374, σ. 1.